ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 5328/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΑΚ : 3102/2018 – ΕΑΚ : 1363/2018
Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 13 Νοεμβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των διαδίκων:
ΕΝΑΓΟΥΣΑ: Η εταιρεία με την επωνυμία «…», που εδρεύει στα …, νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Αικατερίνης Νταή, (Α.Μ. 021559 του Δ.Σ. ΑΘΗΝΩΝ), εξουσιοδοτηθείσας δυνάμει του από 16-7-2018 πληρεξουσίου εγγράφου με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής της νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, ….
ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ : 1) Η εταιρεία με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη …, στην πόλη …, της Νήσου … και
2) … του …, κάτοικος …, ως de facto ομορρύθμου εταίρου και νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία «…», οι οποίοι δεν προκατέθεσαν έγγραφες προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ και δεν παραστάθηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο στο ακροατήριο.
H ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 14-3-2018 αγωγή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 3102/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 1363/2018, η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 25-10-2018 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 124, 126 και 129 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι, προκειμένου να γίνει επίδοση εγγράφου σε νομικό πρόσωπο (εμπορική εταιρία), αυτή γίνεται προς τον κατά νόμο ή το καταστατικό νόμιμο εκπρόσωπό της είτε στην κατοικία του, είτε στο κατάστημα, γραφείο ή εργαστήριο του νομικού προσώπου, όταν δε ο νόμιμος εκπρόσωπος δεν βρίσκεται στην κατοικία του, το έγγραφο εγχειρίζεται σε συνοικούντα με αυτόν συγγενή ή υπηρέτη και σε περίπτωση απουσίας τους σε ένα από τους λοιπούς συνοίκους, ενώ στην περίπτωση που ο νόμιμος εκπρόσωπος δεν βρίσκεται στο κατάστημα, γραφείο ή εργαστήριο του νομικού προσώπου, το έγγραφο εγχειρίζεται στο διευθυντή ή σε κάποιον από τους υπηρέτες ή υπαλλήλους του καταστήματος. Όμως, για την εν λόγω επίδοση δεν έχει σημασία ο τόπος ο οποίος κατά το καταστατικό φέρεται ως έδρα της εταιρίας, αλλά ο τόπος της εργασίας ή της κατοικίας του εκπροσωπούντος το νομικό πρόσωπο φυσικού προσώπου που δεν είναι κατά νόμο απαραίτητο να βρίσκεται στον τόπο της κατά το καταστατικό έδρας της εταιρίας. Συνεπώς, είναι κατά νόμο δυνατόν το γραφείο, από το οποίο ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου ασκεί τη διοίκηση αυτού, να είναι σε διαφορετικό τόπο από τον αναφερόμενο στο καταστατικό τόπο ως έδρα του νομικού προσώπου. Μάλιστα, η αναγραφόμενη στο προς επίδοση έγγραφο διεύθυνση κατοικίας ή έδρας του προσώπου, στο οποίο απευθύνεται αυτό, δεν δεσμεύει το δικαστικό επιμελητή, ο οποίος οφείλει εξ επαγγέλματος να ερευνήσει αν πραγματικώς αυτός προς τον οποίο διενεργείται η επίδοση κατοικεί στη διεύθυνση αυτή και αν διαπιστώσει ότι δεν κατοικεί εκεί (στην αναγραφόμενη), αλλά σε άλλη διεύθυνση, να διενεργήσει την επίδοση στην πραγματική κατοικία ή έδρα του σχετικού προσώπου και όχι στην αναγραφόμενη στο επιδοτέο έγγραφο (βλ. ΑΠ 129/2001, Νομος, ΑΠ 532/1999, ΕλλΔνη 2000.87, ΕφΠειρ 151/2016, Νομος, ΕφΑθ 8647/1989 ΕλλΔνη 1990.844). Περαιτέρω, σε περίπτωση που το προς επίδοση έγγραφο απευθύνεται συγχρόνως προς νομικό και φυσικό πρόσωπο δεν αρκεί η νομότυπη κλήτευση του ενός από αυτούς, καθόσον το έγγραφο πρέπει να επιδοθεί υποχρεωτικά και στα δύο (πρόσωπα), χωρίς να επηρεάζει το γεγονός ότι το φυσικό πρόσωπο είναι ο εκπρόσωπος του νομικού προσώπου (ΑΠ 1372/1993 ΕλλΔνη 1994.1599, ΜΠρΠειρ 703/2014, Νομος, ΜΠρΑθ 118/2009, Νομος). Τέλος, σύμφωνα με τα άρθρα 215§2 και 271§2 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά τον Ν. 4335/2015, σε περίπτωση μη επίδοσης της αγωγής δεν προκαλείται απαράδεκτο της συζήτησης της αγωγής, αλλά αυτή θεωρείται ως μη ασκηθείσα (Καλαβρός, ΠολΔ, 4η έκδ., σ. 96, Νίκας, ΕγχΠολΔ, 2η έκδ., σ. 365).
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 14-3-2018 αγωγή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 3102/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 1363/2018 και, μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε, με την από 25-10-2018 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο. Όπως αποδεικνύεται από την νόμιμα προσκομισθείσα μετ’ επίκλησης από την ενάγουσα υπ’ αρίθμ. …΄/29-3-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Ανατ. Κρήτης, … ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής επιδόθηκε στον δεύτερο εναγόμενο, νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 110, 122, 123, 124, 125, 126§1 στοιχείο α΄, 215§2 του ΚΠολΔ, ενώ από την νόμιμα προσκομισθείσα μετ’ επίκλησης από την ενάγουσα υπ’ αρίθμ. …΄/12-4-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, … προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής επιδόθηκε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς, ήτοι κατ’ άρθρο 134 ΚΠολΔ, μη νομίμως όμως, καθώς η ενάγουσα ιστορεί στην αγωγή της ότι η πραγματική έδρα της πρώτης εναγομένης ευρίσκεται στην …, χωρίς να θεωρείται η επίδοση συντελεσθείσα εκ της συμπτώσεως στον δεύτερο εναγόμενο της ιδιότητας του εναγομένου και συνάμα του νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης και, επομένως, η αγωγή ως προς την πρώτη εναγόμενη θεωρείται ως μη ασκηθείσα ελλείψει επιδόσεως της, κατά τα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη της παρούσας, δεδομένου ότι οι εναγόμενοι είναι απλοί ομόδικοι. Επιπρόσθετα, από την επισκόπηση των έγγραφων της δικογραφίας προκύπτει το εμπρόθεσμο [κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 237 του ΚΠολΔ] της κατάθεσης των προτάσεων της ενάγουσας δυνάμει του ανωτέρω συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, με την οποία χορηγείται η πληρεξουσιότητα προς την πληρεξούσια δικηγόρο της, Αικατερίνη Νταή, για τις διενεργηθείσες από αυτήν πράξεις της προδικασίας (άρθρα 96§1, 104, 237§1 του ΚΠολΔ) και την παράστασή της στο ακροατήριο. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι, παρότι η υπό κρίση αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγομένη, η τελευταία δεν έλαβε μέρος στη δίκη, με την κατάθεση προτάσεων. Κατ’ ακολουθίαν, ο δεύτερος εναγόμενος πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 §§1,2 του ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων έργου που καταρτίστηκαν με ηλεκτρονική αλληλογραφία στις 19.1.2017, 25.4.2017 και 1.12.2017 η ενάγουσα, η οποία ασχολείται με την ποσοτική και ποιοτική επίβλεψη φορτώσεως και εκφορτώσεως παντός είδους εμπορευμάτων σε οποιαδήποτε μορφή, μεταφορά δειγμάτων, οσμομετρήσεις δεξαμενών υγρών προϊόντων, δειγματοληψίες και αναλύσεις εμπορευμάτων, παρείχε κατόπιν εντολής της εναγομένης, πλοιοκτήτριας των αναφερόμενων στην αγωγή δεξαμενοπλοίων, υπηρεσίες επιθεώρησης, επιμέτρησης και καταγραφής των τεχνικών, ποσοτικών και ποιοτικών στοιχείων και δειγματισμού και χημικής ανάλυσης των φορτίων καυσίμων, υπηρεσίες που δέχθηκε η εναγόμενη ανεπιφύλακτα έναντι του συμφωνηθέντος τιμήματος που αναγράφεται στα συνημμένα στην αγωγή τιμολόγια, συνολικού ποσού 15.800,35 ευρώ, το οποίο αρνείται να της καταβάλει παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της. Με βάση το πιο πάνω ιστορικό ζητεί με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να υποχρεωθεί η αντίδικος της να της καταβάλει το ποσό των 15.800,35 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής και να καταδικαστεί στη δικαστική της δαπάνη.
Η αγωγή αυτή αναρμοδίως εισάγεται στο Δικαστήριο αυτό, διότι το ποσό του αιτήματος της είναι κατώτερο του ποσού των 20.000 € και είναι (υλικής) αρμοδιότητος του Ειρηνοδικείου … Κρήτης (τόπος κατοικίας του εναγομένου), στο οποίο πρέπει να παραπεμφθεί υποχρεωτικά (άρθρα 7,9,10,14§1α, 14§2, 22, 46 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι το άρθρο 51 Ν. 2172/1993 για την ίδρυση και λειτουργία ειδικού ναυτικού τμήματος στο Πρωτοδικείο (και Εφετείο) Πειραιώς δεν καθορίζει την αρμοδιότητα του εις βάρος αυτής των Ειρηνοδικείων (ΜΠρΠειρ 2473/2010, Νομος, ΜΠρΑθ 3568/2012, Νομος, Α.Πανταζόπουλος, Η λειτουργική αρμοδιότητα – ειδικότερα η λειτουργική αρμοδιότητα του τμήματος ναυτικών διαφορών, του τμήματος πνευματικών διαφορών και του τμήματος κοινοτικών σημάτων, του κτηματολογικού δικαστή, καθώς και του τμήματος οικογενειακών υποθέσεων, ΕΠολΔ 2011.579), το δε Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (ναυτικό τμήμα) είναι αρμόδιο να δικάσει τις εφέσεις κατά αποφάσεων Ειρηνοδικείων του νομού Αττικής που έχουν ναυτικό χαρακτήρα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΘΕΩΡΕΙ την αγωγή ως μη ασκηθείσα ως προς την πρώτη εναγόμενη.-
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του δεύτερου εναγόμενου.-
ΚΗΡΥΣΣΕΙ εαυτόν αναρμόδιο.-
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπό κρίση αγωγή προς εκδίκαση στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο ….-
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …..
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ