Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ                950/2019

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 3359/1853/2016)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη γραμματέα Σοφία Δέδε.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 27 Νοεμβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ανακόπτοντος: Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών (…), που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα (οδός …), και στην προκειμένη περίπτωση από τον Προϊστάμενο της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά και τον Προϊστάμενο του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά, το οποίο εκπροσώπησε στο ακροατήριο η πληρεξούσια του Ελληνικού Δημοσίου Βασιλική Τζίφα, δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ. με Α.Μ. 483, και κατέθεσε προτάσεις υπογεγραμμένες από την πληρεξούσια του Ελληνικού Δημοσίου Αθηνά Χριστοπούλου, δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ. με Α.Μ. 458.

Του καθ’ ου η ανακοπή: Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία …, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός … όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Διοικητή του και ειδικώς εν προκειμένω από τον Διευθυντή του Α΄ Περιφερειακού Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) Αθηνών, ως ειδικός διάδοχος -κατ’ άρθρο του Ν. 4387/2016- του αρχικώς καθ’ ου η ανακοπή Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία … το οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Νικόλαος Κλησιάρης του Δημητρίου (ΑΜ/ΔΣΑ 12709), κάτοικος Αθήνας, οδός Μαυροκορδάτου αριθ. 6 & Εμμ. Μπενάκη, που προσκόμισε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και κατέθεσε προτάσεις.

Το ανακόπτον ζητεί να γίνει δεκτή η από 14.6.2016 ανακοπή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό 3359/1853/2016, προσδιορίστηκε για την 1.11.2016 και γράφτηκε στο πινάκιο. Κατά τη δικάσιμο εκείνη το Δικαστήριο ανέβαλε τη συζήτηση της υπόθεσης για την παραπάνω δικάσιμο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Το ανακόπτον με την κρινόμενη ανακοπή του ισχυρίζεται ότι με επίσπευση της εταιρείας με την επωνυμία «….», δυνάμει α΄ εκτελεστού απογράφου της με αριθμό 4603/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, εκπλειστηριάσθηκε στις 9.12.2015, αντί πλειστηριάσματος 25.010 ευρώ, το περιγραφόμενο με ελληνική σημαία ιστιοπλοϊκό τουριστικό επαγγελματικό σκάφος αναψυχής … πλοιοκτησίας της ναυτιλιακής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «… κατά της οποίας η επισπεύδουσα διατηρούσε χρηματική απαίτηση ύψους 30.025,78 ευρώ. Ότι στον εν λόγω πλειστηριασμό αναγγέλθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και το ίδιο διά: α) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά με τη με αρ. πρωτ. … έγγραφη αναγγελία για ληξιπρόθεσμη και προνομιακή χρηματική απαίτηση ύψους 2.902,92 ευρώ, β) του Προϊσταμένου του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιά με τη με αρ. πρωτ. … έγγραφη αναγγελία για ληξιπρόθεσμη και προνομιακή χρηματική απαίτηση ύψους 18.134,55 ευρώ, καθώς και το καθ’ ου …» με την από 15.12.2015 έγγραφη αναγγελία για ληξιπρόθεσμη και προνομιακή χρηματική απαίτηση ύψους 12.006,92 ευρώ. Ότι ο υπάλληλος επί του πλειστηριασμού συμβολαιογράφος Πειραιά Γεώργιος Τριανταφυλλάκης προέβη στη σύνταξη του προσβαλλόμενου με την ανακοπή με αριθμό … Πίνακα Κατάταξης Δανειστών, σύμφωνα με τον οποίο από το ως άνω συνολικό εκπλειστηρίασμα προαφαίρεσε ως έξοδα εκτέλεσης το συνολικό ποσό των 9.717,19 ευρώ και στο εναπομείναν πλειστηρίασμα ποσού 15.292,81 ευρώ κατέταξε προνομιακά το καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για το σύνολο της αναγγελθείσας απαίτησής του, λόγω δε ανεπαρκούς υπολοίπου του εκπλειστηριάσματος κατέταξε σύμμετρα, προνομιακά και οριστικά το ανακόπτον διά της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά για το ποσό των 315,70 ευρώ και διά του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων για το ποσό των 1.972,04 ευρώ. Τέλος, σύμμετρα, προνομιακά και τυχαία κατέταξε την …, για το ποσό των 998,78 ευρώ, υπό τον όρο τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής της, προβλέποντας και επικουρική κατάταξη για το ποσό αυτό, εν μέρει της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά για το ποσό των 137,82 ευρώ και εν μέρει του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων για το ποσό των 860,96 ευρώ. Ζητεί δε, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους, ν’ ακυρωθεί, άλλως μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας, ώστε να αποβληθεί από αυτόν το καθ’ ου η ανακοπή και να καταταγεί το ελληνικό Δημόσιο: α) διά της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά, οριστικά για ποσό ύψους 2.902,92 ευρώ, ως ειδικός προνομιούχος στη θέση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και β) στο εναπομείναν ποσό εκπλειστηριάσματος ύψους 12.389,89 ευρώ, διά του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων, οριστικά, συμμέτρως με το καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, εν συνεχεία δε να διαταχθεί η απόδοση των ανωτέρω ποσών στο Ελληνικό Δημόσιο. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί το καθ’ ου στη δικαστική του δαπάνη. Η κρινόμενη ανακοπή, αντίγραφο της οποίας επιδόθηκε κατ’ άρθρο 979 παρ. 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (βλ. τη με αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά Ι. Χ., με την κάτωθι αυτής από 15.6.2016 απόδειξη παράδοσης αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου στα χέρια του αρμόδιου αξιωματικού υπηρεσίας και την από 15.6.2016 βεβαίωση του εν λόγω δικαστικού επιμελητή περί ταχυδρομικής αποστολής αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου), παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο έχει δικαιοδοσία για την εκδίκασή της, δεδομένου ότι πρόκειται για αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται από ιδιώτη κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ για την ικανοποίηση απαίτησης που προέρχεται από ιδιωτική διαφορά, στην οποία απλώς το ανακόπτον επιδιώκει να υπεισέλθει με την αναγγελία των απαιτήσεών του (ΑΠ 679/1996 ΕλλΔνη 1998.551, ΕφΠατρ 471/1996 ΔΕΕ 1997.641), και είναι αρμόδιο υλικά και τοπικά, καθώς από αυτό εκδόθηκε ο εκτελεστός τίτλος δυνάμει του οποίου επισπεύσθηκε η ένδικη αναγκαστική εκτέλεση και βρίσκεται στην περιφέρεια του τόπου αυτής, ήτοι του τόπου της επιβληθείσας αναγκαστικής κατάσχεσης (άρθρα 979 παρ. 2, 933 παρ. 1-3 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), πλην όμως εσφαλμένα εισάγεται να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η οποία στην αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζεται μόνο επί περιπτώσεων όπου η επιταγή προς πληρωμή έχει επιδοθεί μετά την 1.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 3 του Ν. 4335/2015), στη δε παρούσα υπόθεση προκύπτει ότι η επιταγή προς πληρωμή επιδόθηκε πριν την 1.1.2016. Πρέπει, επομένως, να διαταχθεί αυτεπαγγέλτως, κατ’ άρθρο 591 παρ. 6 ΚΠολΔ, η εκδίκαση της υπόθεσης κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των άρθρων 643 και 591 παρ. 1 περ. α΄ ΚΠολΔ (άρθρα 979 παρ. 2 και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 Ν. 4055/2012), εφόσον έτσι εξυπηρετείται η αρχή της οικονομίας της δίκης και εν προκειμένω δεν επιβάλλεται η παραπομπή σε ιδιαίτερη συζήτηση προς παρασκευή των διαδίκων (βλ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος II, εκδ. 2012, άρθρο 591 αρ. 9). Περαιτέρω, η κρινόμενη ανακοπή ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός τριάντα ημερών (άρθρο 10 κ.δ. 26.6/10.7.1944 “Περί κώδικος των νόμων περί δικών του δημοσίου”, το οποίο ισχύει και μετά τον ΚΠολΔ ως ρύθμιση ειδική – βλ. ΕφΑθ 2877/1996 ΝοΒ 1997. 788, ΕφΠειρ 256/1996 ΕλλΔνη 1996.1401, ΕφΑθ 12529/1995 Δ 1997.47), καθόσον η έγγραφη πρόσκληση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού κοινοποιήθηκε κατ’ άρθρο 979 παρ. 1 και 1006 παρ. 3 ΚΠολΔ στο ανακόπτον στις 16.5.2016 (βλ. τις σχετικές επισημειώσεις επί των επιδοθέντων επισήμων αντιγράφων της υπ’ αριθμ. 3.481/13.5.2016 πρόσκλησης δανειστών προς την Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για τον Υπουργό Οικονομικών, καθώς και προς τους Προϊσταμένους της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά και του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιά), η ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 14.6.2016 (βλ. την υπ’ αριθμ. 3359/1853/14.6.2016 έκθεση κατάθεσης) και επιδόθηκε στο καθ’ ου αυθημερόν, και δη τόσο στον αρμόδιο Διευθυντή του Ταμείου Εισπράξεως Εσόδων ΙΚΑ όσο και στον Διοικητή του ΙΚΑ, σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 3 [2] του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1469/1984 (βλ. σχετ. ΑΠ 1636/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 392/2009 ΕλλΔνη 2009.1483, ΕφΠατρ 936/2005 ΑχαΝομ 2006.427), όπως προκύπτει αντίστοιχα από τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά Ι. Χ.. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1012 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, και 205 του ΚΙΝΔ προκύπτει ότι επί κατεσχημένου πλοίου, το οποίο πλειστηριάστηκε, η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Προηγούνται οι κατ’ άρθρο 205 του ΚΙΝΔ προνομιούχες απαιτήσεις, οι οποίες κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες. Τα προνόμια του άρθρου αυτού είναι ειδικά και έχουν ως αντικείμενο ορισμένο πλοίο ή τον ναύλο, εκτοπίζουν δε κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικαίου ή του ΚΠολΔ, όταν αντικείμενο του πλειστηριασμού είναι το πλοίο. Ως εκ τούτου, κατατάσσονται κατά πρώτο λόγο οι κατά το άρθρο 205 προνομιούχες απαιτήσεις, ακολουθούν οι ενυπόθηκες επί του πλοίου και μετά την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων αυτών, επί του τυχόν υπολοίπου του πλειστηριάσματος, γίνεται η κατάταξη των κατά τα άρθρα 975 και 976 ΚΠολΔ προνομιούχων απαιτήσεων, κατά την έκταση κατά την οποία οι τελευταίες δεν καλύπτονται υπό του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ. Ειδικότερα, κατά το άρθρο αυτό, όπως αντικαταστάθηκε με το  άρθρο 214 του Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α 86/11.4.2012), «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις: α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα […]. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης.». Κατά την έννοια του νόμου συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι δεν θεωρούνται όλες οι κατά του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή φορολογικές απαιτήσεις του Δημοσίου, ως εκ του ότι ασκούν ναυτική επιχείρηση, αλλά μόνον όσοι φόροι επιβάλλονται απευθείας επί του πλοίου ως μεταφορικού μέσου διά της νομοθεσίας περί φορολογίας πλοίων, ως του Ν. 1880/1951 περί φορολογίας πλοίων, οι φόροι και εισφορές επί των υπό ελληνική σημαία πλοίων βάσει της ηλικίας και της χωρητικότητας κατ’ αρθρ. 1, 2, 6 Ν. 27/1975, τα κατά τον Ν. 820/1978 επιβαλλόμενα πρόστιμα για φορολογικές παραβάσεις που αφορούν το πλοίο κ.λπ., ως και τα προξενικά τέλη. Δεν είναι όμως συναφείς οι φόροι που είναι ανεξάρτητοι από τη ναυσιπλοΐα, όπως ο φόρος κύκλου εργασιών του Α.Ν. 660/1937, που μετονομάσθηκε με το άρθρο 1 Ν. 1642/1986 σε φόρο προστιθεμένης αξίας, ο φόρος εισοδήματος επί των μισθών του πληρώματος, ο παρακρατούμενος φόρος από τις αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές του πλοιάρχου και του πληρώματος, το χαρτόσημο, οι υπέρ τρίτων κρατήσεις, ο τυχόν οφειλόμενος φόρος μεταβίβασης πλοίου, τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις λόγω εκπρόθεσμης πληρωμής των σχετικών προς την ναυσιπλοΐα φόρων καθώς και τα προβλεπόμενα στο άρθρο 87 του Ν. 2238/1994 πρόστιμα, εφόσον οι περί προνομίων διατάξεις είναι ερμηνευτέες στενά (βλ. σχετ. ΑΠ 511/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 229/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 432/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 501/2008 Αρμ 2010.538). Στην προκειμένη περίπτωση το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο με τον πρώτο λόγο της ανακοπής του ζητεί την προνομιακή κατ’ άρθρο 205 του ΚΙΝΔ κατάταξή του, γιατί, σύμφωνα με το λόγο της ανακοπής, οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά είναι προνομιακές και απολαμβάνουν του εν λόγω προνομίου. Ο λόγος αυτός ανακοπής είναι ορισμένος και νόμω βάσιμος, σύμφωνα με τις παρατιθέμενες στη μείζονα πρόταση της παρούσας νομικές διατάξεις, όσον αφορά στις απαιτήσεις τις σχετικές με το φόρο πλοίων του άρθρου 12 του Ν. 27/1975. Αντίθετα, όσον αφορά στις προσαυξήσεις των φόρων αυτών, στις εισφορές και το τέλος επιτηδεύματος του Ν. 3986/2011, καθώς και στο εισόδημα του ν.π., ο λόγος ανακοπής είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον οι απαιτήσεις αυτές δεν εμπίπτουν στην έννοια των «συναφών προς τη ναυσιπλοΐαν φόρων», κατά τα προεκτεθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας, και δεν απολαμβάνουν του ειδικού προνομίου του άρθρου 205 παρ. 1 ΚΙΝΔ. Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμος ο λόγος ανακοπής, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.

Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 61 του Ν.Δ. 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (ΚΕΔΕ), όπως τροποποιήθηκε και εν συνεχεία συμπληρώθηκε με την παρ. 2 άρθρου 33 του Ν. 4141/2013, «Το Δημόσιον κατατάσσεται εν αναγκαστική εκτελέσει κινητού ή ακινήτου διά τας ληξιπρόθεσμους μέχρι της ημέρας του πλειστηριασμού απαιτήσεις αυτού εκ πάσης αιτίας, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων και εν τη υπ’ αριθ. 5 σειρά του άρθρου 975 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας. Κατ’ εξαίρεση, για τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, το Δημόσιο κατατάσσεται στην υπ’ αριθ. 2 σειρά του ίδιου άρθρου και πριν από την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 976 ΚΠολΔ. Διά τας μη ληξιπροθέσμους εκ πάσης αιτίας απαιτήσεις του, το Δημόσιον κατατάσσεται συμμέτρως μετά των λοιπών δανειστών. Ως ημέρα του πλειστηριασμού θεωρείται η ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, ανεξάρτητα από την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε αρχικά.». Περαιτέρω, στο άρθρο ένατο παρ. 3 και 4 του Ν. 4335/2015 ορίζεται ότι (παρ. 3) «Οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά τις 1.1.2016. Ομοίως, οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση (άρθρο όγδοο του παρόντος – ΒΙΒΛΙΟ ΟΓΔΟΟ Κ.Πολ.Δικ.) εφαρμόζονται σε πτωχεύσεις που κηρύσσονται μετά την έναρξη ισχύος του, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου ένατου του παρόντος» και (παρ. 4) «Κατά τα λοιπά, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις, η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από 1.1.2016», ενώ στις επόμενες παραγράφους υπάρχει ειδική νομοθετική πρόνοια για επιμέρους διατάξεις του ΚΠολΔ (μεταξύ αυτών και της αναγκαστικής εκτελέσεως), οι οποίες έχουν διαφορετική διαχρονικού (μεταβατικού) δικαίου ρύθμιση. Μεταξύ των τελευταίων αυτών διατάξεων δεν περιλαμβάνονται και οι σχετικές με την κατάταξη διατάξεις των άρθρων 975 έως και 977 ΚΠολΔ και ειδικότερα δεν ορίσθηκε ειδικά για την κατάταξη ότι οι νέες διατάξεις εφαρμόζονται εάν ο πίνακας κατατάξεως συνταχθεί μετά την 1.1.2016, αλλά αφορά ήδη προηγουμένως διενεργηθέντα πλειστηριασμό και γενικά διαδικασία αναγκαστικής εκτελέσεως, η οποία ξεκίνησε πριν από την 1.1.2016. Εάν ήθελε ο νομοθέτης να ρυθμίσει διαφορετικά το εν λόγω ζήτημα θα το έπραττε ρητά όπως έπραξε με άλλα επιμέρους ζητήματα στην προρρηθείσα διάταξη του άρθρου 9 του Ν. 4335/2015 (βλ. λ.χ. παρ. 15, περ. α έως και ε), αλλά και στο παρελθόν με τα άρθρα 41 παρ. 5 του Ν. 3863/2010 και 72 παρ. 5 του Ν. 3994/2011, δυνάμει των οποίων οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης προαφαιρούνται και ικανοποιούνται προνομιακώς στην τρίτη τάξη του άρθρου 975 ΚΠολΔ, στις οποίες ορίζεται, αντίστοιχα, ότι «Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή σε πλειστηριασμούς που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και σε πτωχεύσεις που έχουν ήδη κηρυχθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος νόμου» και «Οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση, διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν μετά την έναρξη της ισχύος του. Τα άρθρα 959 παράγραφος 2, 963 και 975 παράγραφος 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας εφαρμόζονται και επί πλειστηριασμών, που θα διενεργηθούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος». Και είναι βέβαια αλήθεια ότι η απολύτως κρατούσα στη νομολογία άποψη, που διαμορφώθηκε πριν από το Ν. 4335/2015, αλλά και τους ως άνω Ν. 3863/2010 και Ν. 3994/2011, υπό την παρεμφερή με το παραπάνω άρθρο 9 παρ. 3 του Ν. 4335/2015 έστω διατύπωση του άρθρου 50 του ΕισΝΚΠολΔ, είναι ότι τα προνόμια των απαιτήσεων κρίνονται σύμφωνα με το νόμο τον ισχύοντα κατά το χρόνο σύνταξης του πίνακα κατάταξης ή του λογαριασμού διανομής (ΟλΑΠ 21/1994 ΝοΒ 1996.38, ΑΠ 724/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), πλην όμως η άποψη αυτή δεν μπορεί να τύχει παραδοχής για τις αναγκαστικές εκτελέσεις που ξεκίνησαν πριν από την 1.1.2016 με την επίδοση σχετικής επιταγής προς εκτέλεση, αλλά όμως ο πίνακας κατάταξής τους συντάχθηκε μετά την ημερομηνία αυτή, διότι το άρθρο 9 του Ν. 4335/2015, όπως προαναφέρθηκε, όπου ήθελε να ισχύει διαφορετική διαχρονικού δικαίου ρύθμιση το πρόβλεψε ρητά. ΄Αλλωστε, η συστοίχιση των δανειστών στις νέες ρυθμίσεις του Ν. 4335/2015, μόνο εάν η επιταγή προς εκτέλεση, και συγκεκριμένα αυτή που οδηγεί τελικά στον πλειστηριασμό, επιδοθεί μετά την 1.1.2016, δημιουργεί ίδιου βαθμού διαδικαστική ασφάλεια για το σύνολο των δανειστών, των υποκειμένων της αναγκαστικής εκτελέσεως και τα ίδια τα όργανα αυτής. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι όλες οι νέες ρυθμίσεις της αναγκαστικής εκτελέσεως του Ν. 4335/2015, οι οποίες αφορούν τον πίνακα κατάταξης, έχουν εφαρμογή μόνο εφόσον η επιταγή προς εκτέλεση επιδοθεί μετά την 1.1.2016 (βλ. ΜΠρΒολ 99/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ – contra ΜΠρΘεσ 5018/2017 Αρμ 2017.814). Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 975 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, «Η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα γίνεται με την εξής σειρά: Αφού αφαιρεθούν τα έξοδα της εκτέλεσης που ορίζονται αιτιολογημένα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, κατατάσσονται: 1) …, 2) …, 3) … Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας γενικής γραμματείας κοινωνικών ασφαλίσεων, οι απαιτήσεις αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου προς διατροφή, καθώς και οι απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω αναπηρίας ποσοστού εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, εφόσον προέκυψαν έως την ημέρα του πλειστηριασμού ή την κήρυξη της πτώχευσης. Η διαίρεση του πλειστηριάσματος σε ποσοστά, κατά το άρθρο 977, γίνεται μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων της τάξεως αυτής.». Τέλος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 977 ΚΠολΔ, ως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, κατά τα ανωτέρω, «1. Αν εκτός από τις απαιτήσεις του άρθρου 975 υπάρχουν και οι απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθ. 3, προτιμώνται οι πρώτες. Αν υπάρχουν και απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθ. 1 και 2, τότε οι απαιτήσεις του άρθρου 975 ικανοποιούνται έως το ένα τρίτο του ποσού του πλειστηριάσματος που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές και τα δύο τρίτα διαθέτονται για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθ. 1 και 2. Από τα υπόλοιπα που απόμειναν από το ένα τρίτο ή τα δύο τρίτα, μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων των άρθρων 975 και 976 αριθ. 1 και 2, κατά το προηγούμενο εδάφιο, κατατάσσονται, ώσπου να καλυφθούν, οι απαιτήσεις της άλλης από τις προαναφερόμενες δύο κατηγορίες που δεν έχουν ικανοποιηθεί. 2. Αν υπάρχουν περισσότερες απαιτήσεις από αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 975 ή 976, η απαίτηση της προηγούμενης τάξης προτιμάται από την απαίτηση της επόμενης τάξης και αν είναι της ίδιας τάξης ικανοποιούνται συμμέτρως. Αν συντρέχουν περισσότερες απαιτήσεις από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 976 αριθ. 2, ακολουθείται η κατά το ουσιαστικό δίκαιο σειρά. 3. Το ποσό που απομένει μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων των άρθρων 975 και 976 διανέμεται συμμμέτρως στους υπόλοιπους δανειστές που έχουν αναγγελθεί.». Στην προκειμένη περίπτωση, το ανακόπτον με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής του ισχυρίζεται ότι ο υπάλληλος του πλειστηριασμού έσφαλε μη κατατάσσοντας την αναγγελθείσα απαίτηση του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, Εφοδίων & Ε.Φ.Κ. Πειραιά, η οποία προέρχεται από Φ.Π.Α., στην υπ’ αριθ. 2 σειρά γενικών προνομίων του πίνακα. Ο λόγος ανακοπής είναι ορισμένος και νόμω βάσιμος, στηριζόμενος στις προαναφερθείσες διατάξεις, πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζει με επίκληση το ανακόπτον (το καθ’ ου η ανακοπή δεν προσκομίζει το μοναδικό έγγραφο που επικαλείται με τις προτάσεις του), αποδείχθηκαν τα εξής: Με επίσπευση της εδρεύουσας στον ….. Αττικής ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία …, δυνάμει και σε εκτέλεση του πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ’ αριθμ. 4603/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και προκειμένου να ικανοποιηθεί απαίτησή της ποσού 30.025,78 ευρώ, εκπλειστηριάσθηκε το κατασχεθέν αναγκαστικά στον Πειραιά πλοίο, δυνάμει της υπ’ αριθ. … εκθέσεως αναγκαστικής κατασχέσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιά  Δ.. Συγκεκριμένα κατασχέθηκε το υπό ελληνική σημαία ιστιοπλοϊκό τουριστικό επαγγελματικό σκάφος, με το όνομα … με αριθμό νηολογίου Πειραιά 9403, ολικού μήκους 11,93 μ., ολικής χωρητικότητας 18,89 κόρων, έτους καθέλκυσης 2007, το οποίο ανήκε στην οφειλέτρια εταιρία με την επωνυμία … Το ως άνω πλοίο εκπλειστηριάστηκε, κατόπιν της υπ’ αριθ. …  Επαναληπτικής Περίληψης κατασχετήριας έκθεσης ιδιωτικού σκάφους αναψυχής – πλοίου της ως άνω δικαστικής επιμελήτριας  Δ., ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Γεώργιου Τριανταφυλλάκη στις 9.12.2015 και προς τούτο συντάχθηκε η υπ’ αριθ. 3263 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού του ως άνω συμβολαιογράφου. Η κυριότητα του πλοίου κατακυρώθηκε στο όνομα της εταιρείας με την επωνυμία …» αντί ποσού 25.010 ευρώ, το οποίο καταβλήθηκε ολοσχερώς. Στον ανωτέρω υπάλληλο του πλειστηριασμού ανήγγειλαν νομίμως και εμπροθέσμως τις κατωτέρω απαιτήσεις τους, ζητώντας την προνομιακή κατάταξή τους, οι εξής δανειστές: 1) το Ελληνικό Δημόσιο διά του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά με την από 17.12.2015 αναγγελία του για το ποσό των 2.902,92 ευρώ πλέον τόκων, 2) το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ διά του Διευθυντή του Α΄ Περιφερειακού ΚΕΑΟ Αθήνας με την από 15.12.2015 αναγγελία του για το ποσό των 12.006,29 ευρώ πλέον τόκων, 3) το Α΄ Τελωνείο Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά διά του Προϊσταμένου του με την από 11.5.2015 αναγγελία του για το ποσό των 18.134,55 ευρώ πλέον προσαυξήσεων και 4) η …, νόμιμα εκπροσωπούμενη, με την από 14.12.2015 αναγγελία της για απαίτησή της ποσού 9.184,64 ευρώ πλέον προσαυξήσεων, προερχόμενη από σύμβαση ελλιμενισμού και για την οποία εκκρεμούσε σχετική αγωγή της. Περαιτέρω, επειδή το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των αναγγελθέντων δανειστών, ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος συνέταξε τον προσβαλλόμενο υπ’ αριθμ. … πίνακα κατατάξεως, σύμφωνα με τον οποίο, αφού προαφαιρέθηκε από το πλειστηρίασμα των 25.010 ευρώ το συνολικό ποσό των 9.717,19 ευρώ ως έξοδα εκτελέσεως, στο υπόλοιπο ποσό των 15.292,81 ευρώ, που απέμεινε προς διανομή, κατέταξε: Α) το καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ προνομιακά και οριστικά για το σύνολο της προνομιούχου κατ’ άρθρο 975 παρ. 3 ΚΠολΔ απαιτήσεώς του, ποσού 12.006,29 ευρώ, Β) το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο διά του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά, σύμμετρα, προνομιακά και οριστικά για μέρος της προνομιούχου κατ’ άρθρο 975 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, απαιτήσεώς του, ποσού 315,70 ευρώ, Γ) το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο διά του Προϊσταμένου του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά, σύμμετρα, προνομιακά και οριστικά για μέρος της προνομιούχου κατ’ άρθρο 975 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, απαιτήσεώς του, ποσού 1.972,04 ευρώ και Δ) την …, σύμμετρα, προνομιακά και τυχαία για μέρος της προνομιούχου κατ’ άρθρο 975 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, απαιτήσεώς της, ποσού 998,78 ευρώ. Για την περίπτωση μη προσκόμισης από την … τελεσίδικης δικαστικής απόφασης για την αναγγελθείσα απαίτησή της, κατετάγη επικουρικά το Ελληνικό Δημόσιο, αφενός μεν διά του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά για το ποσό των 137,82 ευρώ, αφετέρου δε διά του Προϊσταμένου του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά για το ποσό των 860,96 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι αναγγελθείσες από το Ελληνικό Δημόσιο διά του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά ληξιπρόθεσμες (άρθρα 5, 6 ΚΕΔΕ) απαιτήσεις περιελάμβαναν ως φόρο πλοίων δεύτερης κατηγορίας Νόμου 27/1975 τα επιμέρους ποσά των 56,67 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … βεβαίωση για το οικονομικό έτος 2010), 56,67 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … βεβαίωση για το οικονομικό έτος 2011), 56,67 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … βεβαίωση για το οικονομικό έτος 2012), 193,65 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … βεβαίωση για τα οικονομικά έτη 2010-2012), ήτοι συνολικά το ποσό των 363,66 ευρώ, που απολαμβάνει, κατά τα προεκτεθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας, του ειδικού προνομίου του άρθρου 205 παρ. 1 ΚΙΝΔ, ως συναφής με τη ναυσιπλοΐα φόρος. Επομένως, κατά το μέρος που έγινε δεκτός ως νόμιμος, ο πρώτος λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος και κατ’ ουσία. Επιπλέον, το Ελληνικό Δημόσιο προέβη διά του Προϊσταμένου του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά στην από 11.5.2015 αναγγελία του προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, για απαίτησή του συνολικού ποσού 18.134,55 ευρώ, απορρέουσα από Φόρο Προστιθέμενης Αξίας. Ο σχετικός Φ.Π.Α. χρεώθηκε επί της υπ’ αριθ. … Δήλωσης Καινούργιου Θαλάσσιου Μεταφορικού Μέσου (Κ.Θ.Μ.Μ.) του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά ως προς το ανωτέρω σκάφος, το οποίο παραλήφθηκε ατελώς κατά τον τελωνισμό, κατόπιν της υπ’ αριθ. Πρωτ. Φ… Απόφασης της Διεύθυνσης Θαλάσσιων Συγκοινωνιών – Τμήμα Θαλάσσιου Τουρισμού του Υπουργείου Ναυτιλίας & Αιγαίου, με την οποία διαπιστώθηκε η αυτοδίκαιη παύσης ισχύος της με αριθ. … άδειας του επαγγελματικού πλοίου αναψυχής …» από τις 10.5.2007. Η αναγγελθείσα απαίτηση του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά, ως προερχόμενη από Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, είναι στο σύνολό της προνομιακή κατά το άρθρο 61 παρ. 1 δεύτερο εδάφιο του ΚΕΔΕ και κατατάσσεται στη δεύτερη τάξη του άρθρου 975 ΚΠολΔ, ήτοι πριν από την αναγγελθείσα απαίτηση του καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που κατατάσσεται στην τρίτη τάξη του ίδιου άρθρου, οριστικά λόγω του ληξιπρόθεσμου χαρακτήρα της (άρθρα 5, 6 ΚΕΔΕ). Επομένως, ο δεύτερος λόγος ανακοπής τυγχάνει ουσιαστικά βάσιμος.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η ανακοπή ως κατ’ ουσία βάσιμη και να μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, ενόψει των υπερισχυόντων προνομίων του Ελληνικού Δημοσίου έναντι του καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ώστε αυτό ν’ αποβληθεί και στη θέση του να καταταγεί το Ελληνικό Δημόσιο διά της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά προνομιακά κατ’ άρθρο 205 ΚΙΝΔ και οριστικά για το ποσό των 363,66 ευρώ. Στο εναπομείναν ποσό εκπλειστηριάσματος, αφαιρουμένου και του ποσού για το οποίο έχει καταταγεί η …, η οποία δε μετέχει στη δίκη, με συνέπεια να μην επιδρά επ’ αυτής η παρούσα απόφαση, ύψους (15.292,81 – 998,78 – 363,66 =) 13.930,37 ευρώ πρέπει να καταταγεί το Ελληνικό Δημόσιο διά του Προϊσταμένου του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά, προνομιακά κατ’ άρθρο 61 παρ. 1 εδ. β ΚΕΔΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 975 παρ. 2 ΚΠολΔ, και οριστικά, προς ικανοποίηση ισόποσου μέρους της απαίτησής του. Σημειώνεται ότι δε χωρεί σύμμετρη ικανοποίηση της απαίτησης του καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ με την απαίτηση του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά, διότι δεν είναι της ίδιας τάξης (άρθρα 61 παρ. 1 εδ. β ΚΕΔΕ και 975 παρ. 2-3, 977 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν αντικατασταθούν με το Ν. 4335/2015), λόγω δε του ότι η ικανοποίηση της απαιτήσεως του Ελληνικού Δημοσίου εξαντλεί το σύνολο του ανωτέρω ποσού, δεν απομένει ποσό για να καταταγεί το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Άλλωστε, η δυνατότητα του δικάζοντος την ανακοπή δικαστηρίου να διατάξει, σε κάθε στάση της δίκης, κατόπιν αίτησης του Ελληνικού Δημοσίου, την καταβολή σ’ αυτό του ποσού για το οποίο κατετάγη, που προβλεπόταν στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 58 του Ν.Δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ), καταργήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 33 Ν. 4141/2013 και το σχετικό αίτημα πρέπει ν’ απορριφθεί. Τέλος, το καθ’ ου η ανακοπή πρέπει να καταδικασθεί, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος του τελευταίου (άρθρα 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), μειωμένα, όμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957, που εφαρμόζεται ακόμη κι αν νικά το Δημόσιο (ΕφΑθ 10676/1998 Αρμ 2000.200).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των άρθρων 643 και 591 παρ. 1 περ. α΄ ΚΠολΔ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την ανακοπή.

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΕΙ τον με αριθμό … πίνακα κατάταξης δανειστών του συμβολαιογράφου Πειραιά Γεωργίου Τριανταφυλλάκη, ώστε ν’ αποβληθεί το καθ’ ου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και στη θέση του να καταταγεί το Ελληνικό Δημόσιο α) διά της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά προνομιακά και οριστικά, ως έχον ειδικό προνόμιο, για το ποσό των 363,66 ευρώ και β) διά του Προϊσταμένου του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής, ΕΦΚ & Εφοδίων Πειραιά, προνομιακά και οριστικά για το ποσό των 13.930,37 ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος σε βάρος του καθ’ ου η ανακοπή, τα οποία ορίζει σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ