Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

  

 

Αριθμός απόφασης :       1133 /2020

Αριθμός κατάθεσης έφεσης: 50712500/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Προϊστάμενo της Τριμελούς Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από την Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

ΣYNEΔPIAΣE δημόσια στο ακροατήριό του στις 1 Οκτωβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑ: Η         Νορβηγική εταιρεία με την επωνυμία « …», εδρεύουσα στην πόλη … (…) νομίμως εκπροσωπούμενη που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Νικόλαου ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ με Α.Μ. 001896 του Δ.Σ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗ: Η         εταιρεία με την επωνυμία «…», εδρεύουσα κατά το καταστατικό της στα … (…) και εγκατεστημένη στην … υπό τον Ν. 89/67 και διατηρούσα γραφείο στον …….., οδός … αρ. …, νομίμως εκπροσωπούμενη (ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Πλοίων), η οποία εκπροσωπήθηκε από το δικηγόρο Παναγιώτη ΧΙΩΤΕΛΗ με Α.Μ. 003264 του Δ.Σ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ, βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Η εκκαλούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 10-06-2019 και με ΓΑΚ-ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο 6009-133/10-6-2019 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού : 5071-2500/2019) κατά της υπ’ αριθμ. 86/2019 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία προσδιορίστηκε για να δικαστεί για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφθηκε στο πινάκιο.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Φέρεται προς συζήτηση η από 10-06-2019 και με ΓΑΚ-ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο 6009-133/10-6-2019 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού : 5071-2500/2019) κατά της υπ’ αριθμ. 86/2019 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, η οποία ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τα άρθρα  495  παρ. 1 2, και 3, 513 παρ. 1, 516, 517 παρ. 1 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, αφού δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται τέτοια, με ταυτόχρονη κατάθεση του ηλεκτρονικού παραβόλου … ποσού 75 ευρώ. Εισάγεται δε αρμοδίως στο Δικαστήριο, αφού πρόκειται για έφεση επί απόφασης που αφορά καταβολή αμοιβής από μεσιτεία (ναυτική διαφορά – άρθρο 51 §§1γ΄, 3α΄ Ν. 2172/1993). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω η βασιμότητα των προβαλλομένων λόγων της έφεσης.

IΙ. Με την από 17/10/2017 (αρ. κατ. 265/2017) αγωγή της η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι η εναγόμενη, εδρεύουσα στη … εταιρία, μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας στις 30-6-2016, της ανέθεσε, έναντι αμοιβής, την αναζήτηση και ανεύρεση πελατών για τη ναύλωση ή και πώληση του πλοίου ‘‘…’’, πλοιοκτησίας της, και συμφώνησε με αυτήν την παροχή υπηρεσιών μεσιτείας, στο πλαίσιο της οποίας διενήργησε την κατάλληλη έρευνα, ήλθε σε επαφή με υποψήφιους αγοραστές, καταχώρισε διαφημίσεις του προς πώληση πλοίου στην ηλεκτρονική σελίδα της, καθώς και σε εξειδικευμένες ιστοσελίδες πώλησης πλοίων, προέβη σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με υποψήφιους αγοραστές και μετά από τέσσερις (4) μήνες συνεχών ενεργειών της, περί τα τέλη Οκτωβρίου 2016, εμφανίσθηκε σε αυτήν ως υποψήφιος αγοραστής του πλοίου, η επίσης εδρεύουσα στη … εταιρεία “…”, γεγονός για το οποίο ενημέρωσε την εναγόμενη, μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος στις 31-10-2016, ακολούθως δε διαβίβασε στην υποψήφια αγοράστρια προς ενημέρωσή της στοιχεία  -φωτογραφίες για τα χαρακτηριστικά και την κατάσταση του προς πώληση πλοίου που της είχε προηγουμένως αποστείλει η εναγόμενη. Ότι προκειμένου να διευκολυνθεί η επικοινωνία μεταξύ των υποψηφίων αγοραστών και της εναγόμενης, η ενάγουσα έφερε τα δύο μέρη σε επαφή, ώστε να μην υπάρχει καθυστέρηση κατά τις διαπραγματεύσεις. Ότι τον Νοέμβριο του έτους 2016, η ενάγουσα, κατά τα συμφωνηθέντα, οργάνωσε την τεχνική επιθεώρηση του πλοίου από τους υποψήφιους αγοραστές στο …, όπου αυτό βρισκόταν τότε. Ότι με το από 21/11/2016 ηλεκτρονικό της μήνυμα ανέφερε στην εναγόμενη, αφενός ότι ως τιμή πώλησης είχε μεταφέρει στους υποψήφιους αγοραστές το ποσό των 650.000 δολαρίων ΗΠΑ, αφετέρου, ότι η προμήθειά της, υπολογιζόμενη βάσει του εν λόγω ποσού, θα ανέρχονταν στο ποσό των 20.000 δολαρίων ΗΠΑ. Ότι από τις αρχές Δεκεμβρίου 2016, μετά τη διεξαγωγή της επιθεώρησης, τόσο η εναγόμενη όσο και η εταιρεία – υποψήφια αγοράστρια του πλοίου έπαυσαν να την ενημερώνουν για την εξέλιξη της επιθεώρησης του πλοίου κι ότι μετά από μήνες πληροφορήθηκε ότι η αγοραπωλησία του πλοίου μεταξύ της εναγόμενης και της ως άνω αγοράστριας εταιρείας είχε ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του έτους 2017, οπότε και έστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στην εναγόμενη, με το οποίο ζήτησε την αποστολή των απαραίτητων στοιχείων της αγοραπωλησίας προκειμένου να εκδοθεί εκ μέρους της το τιμολόγιο για τη μεσιτική της αμοιβή. Ότι δεν συμφωνήθηκε ρητώς εξ αρχής το ύψος της αμοιβής της, ωστόσο λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενάγουσα ασκεί κατ’ επάγγελμα μεσιτεία, η συνήθης αμοιβή για υπηρεσίες αντιστοίχου είδους και ποσού στην περιοχή του ……. ανέρχεται σε ποσοστό 2,5% επί του αντικειμένου της συναφθείσας σύμβασης, κι ότι, αφού η καθαρή αξία της αγοραπωλησίας του πλοίου ανέρχεται στο ποσό των 530.000 δολαρίων ΗΠΑ, η προμήθεια της ενάγουσας ανέρχεται στο ποσό των 13.250 δολαρίων ΗΠΑ (530.000 δολάρια ΗΠΑ Χ2,5%= 13.250), το οποίο με την τρέχουσα ισοτιμία κατά την έκδοση του τιμολογίου της στις 14-6-2017 ανήλθε στο ποσό των 12.000 ευρώ, το οποίο και ζήτησε να της καταβληθεί κατά τα συμφωνηθέντα μεταξύ τους σε ευρώ, ενώ της απέστειλε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 16-6-2017 το σχετικό τιμολόγιο, πλην όμως η εναγόμενη αρνήθηκε να της καταβάλει τη μεσιτική της αμοιβή με την αιτιολογία ότι η αγοραπωλησία πραγματοποιήθηκε χωρίς την ενεργή συμμετοχή της. Με βάση αυτό το ιστορικό, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 12.000 ευρώ από της επομένης της ημερομηνίας εκδόσεως του τιμολογίου, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση και να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία, αφού έκρινε ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έχει δικαιοδοσία κατά το άρθρο 5 της Σύμβασης του Λουγκάνο, έκρινε νόμιμη την αγωγή, εφαρμόζοντας το … δίκαιο κατ’ άρθρο 25 ΑΚ και δέχθηκε αυτή ως ουσία βάσιμη υποχρεώνοντας την εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα να καταβάλει το ποσό των 12.000 ευρώ, εντόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, καθώς και τα δικαστικά έξοδα, κηρύσσοντας την απόφαση προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των 6.000 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με τους λόγους της έφεσης της που συνίστανται, ο πρώτος σε εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 5 της Σύμβασης του Λουγκάνο, διότι ο τόπος παροχής της υπηρεσίας δεν ευρίσκεται στον ……., αλλά είτε στο …, όπου έγινε η παράδοση του πλοίου, είτε στη …, όπου η έδρα της ενάγουσας και της αγοράστριας του πλοίου, ο δεύτερος σε εσφαλμένη εφαρμογή του ελληνικού δικαίου αντί του …, το οποίο συνδέεται με την σύμβαση πωλήσεως στενότερα, ως εκ της έδρας αγοραστή και πωλητή, του τόπου κατάρτισης της σύμβασης πώλησης, του νομίσματος στο οποίο εκφράστηκε η τιμή πώλησης (κορώνες), της εθνικότητας των φυσικών προσώπων που εκπροσώπησαν του συμβαλλόμενους (…………) και του ορισθέντος ως εφαρμοστέου δικαίου στη σύμβαση πώλησης (…) και ο τρίτος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητά δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης με σκοπό την απόρριψη της αγωγής στο σύνολο της.

ΙΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 5§1 της (νέας) Σύμβασης του Λουγκάνο που υπογράφηκε στις 30.10.2007 και στην οποία συμμετέχουν τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και η …, η Ισλανδία και η Ελβετική Συνομοσπονδία (οι ρυθμίσεις της επαναλαμβάνουν το κείμενο του Κανονισμού 44/2001 – βλ. Νίκα/Σαχπεκίδου, ΕυρΠολΔ, ΓενΕισαγ, αριθμ. 77 – 79) επί διαφορών που έχουν στοιχεία αλλοδαπότητας «πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος δεσμευομένου από την παρούσα σύμβαση κράτους μπορεί να εναχθεί σε άλλο δεσμευόμενο από την παρούσα σύμβαση κράτος: 1.α) ως προς διαφορές εκ συμβάσεως, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου εκπληρώθηκε ή οφείλει να εκπληρωθεί η παροχή· β) για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας διάταξης και εφόσον δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, ο τόπος εκπλήρωσης της επίδικης παροχής είναι: εφόσον πρόκειται για πώληση εμπορευμάτων, ο τόπος του δεσμευομένου από την παρούσα σύμβαση κράτους όπου, δυνάμει της σύμβασης, έγινε ή έπρεπε να γίνει η παράδοση των εμπορευμάτων, εφόσον πρόκειται για παροχή υπηρεσιών, ο τόπος του δεσμευομένου από την παρούσα σύμβαση κράτους όπου, δυνάμει της σύμβασης, έγινε ή έπρεπε να γίνει η παροχή των υπηρεσιών· γ) αν το στοιχείο β) δεν εφαρμόζεται, τυγχάνει εφαρμογής το στοιχείο α)·» Επομένως, εφόσον δεν έχει καταρτιστεί συμφωνία για τον τόπο εκπλήρωσης της παροχής, αυτός τόσο κατά τον Κανονισμό 44/2001 [η ρύθμιση του οποίου αποδίδεται αναλλοίωτη στο νυν ισχύον άρθρο 7 σημείο 1 Καν 1215/2012 – βλ. για την προϊσχύσασα (υπό τη ΣυμβΒρυξ) ρύθμιση την απόφαση ΔΕΚ 6.10.1976 (Tessili) 12/76 ·Τέντε, Ο τόπος εκπληρώσεως της παροχής ως βάση διεθνούς δικαιοδοσίας, 1991, σελ. 123επ., 134επ.] όσο και κατά την ως άνω Σύμβαση του Λουγκάνο ορίζεται αυτόνομα. Πρόκειται δε για τον τόπο «όπου, δυνάμει της σύμβασης, έγινε ή έπρεπε να γίνει η παροχή των υπηρεσιών» (άρθρο 5 σημείο 1 στοιχ. β΄ αυτής). Με την εν λόγω ρύθμιση κρίσιμη αποβαίνει η χαρακτηριστική παροχή, ενώ η δικαιοδοσία αποσυνδέεται από το εφαρμοστέο επί της υπόθεσης εθνικό δίκαιο, εξαρτώμενη από τα πραγματικά δεδομένα της υπόθεσης (Νίκας/Σαχπεκίδου, ο.π., άρθρο 7, αριθμ. 61· Βαλτούδης, Ζητήματα διεθνούς δικαιοδοσίας του τόπου εκπλήρωσης της παροχής κατά το άρθρο 5§1 καν 44/2001, ΕΠολΔ 2012, σελ. 19 – 20· Ι.Δεληκωστόπουλος, Ζητήματα από την εφαρμογή του Κανονισμού 1215/2012 για τη Διεθνή Δικαιοδοσία και την Εκτέλεση Αποφάσεων, 2019, σελ. 80 – 82), καθώς το στοιχείο α΄ αυτού (κατά τον κανόνα ιεραρχίας που το στοιχείο γ΄ θέτει) εφαρμόζεται όταν ο τόπος εκπλήρωσης της παροχής των υπηρεσιών ευρίσκεται σε τρίτο κράτος (Νίκας/Σαχπεκίδου, ο.π., άρθρο 7, αριθμ. 59· Βαλτούδης, ο.π., σελ. 14). Περαιτέρω, μεταξύ των συμβάσεων υπηρεσιών περιλαμβάνεται και η σύμβαση μεσιτείας (Νίκας/Σαχπεκίδου, ο.π., άρθρο 7, αριθμ. 84). Επί σύμβασης μεσιτείας πώλησης ποντοπόρων πλοίων και ναύλων, όπου ο μεσίτης ερευνά την διεθνή αγορά ανά τον κόσμο, ιδίως μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, και αναλαμβάνει αντί αμοιβής τη μεσολάβηση, ήτοι προβαίνει σε κάθε πρόσφορη ενέργεια για να έλθουν σε επαφή τα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό να συνεννοηθούν για την κατάρτιση της σύμβασης και (χωρίς να απαιτείται) παρακολουθεί τις συνεννοήσεις των μερών, τη μεταφορά ή γνωστοποίηση των προτεινόμενων από το ένα μέρος στο άλλο όρων ή και τη διαπραγμάτευση των όρων αυτών, είτε υποδεικνύει ευκαιρία πώλησης (έλασσον της μεσολάβησης), ενημερώνοντας απλώς τον εντολέα του για την ύπαρξη συγκεκριμένης και άγνωστης προηγουμένως σε αυτόν για τη δυνατότητα σύναψης της σύμβασης που τον ενδιαφέρει (ΑΠ 229/2014, Αρμ 2015.959), ο τόπος εκπλήρωσης της παροχής καθορίζεται επί τη βάσει της επαγγελματικής κατοικίας/έδρας του ναυτικού μεσίτη, καθώς από εκεί αποστέλλεται η πρόταση για πώληση προς μεγάλο αριθμό ενδιαφερόμενων αγοραστών και από εκεί λαμβάνει χώρα η ανάρτηση στην ιστοσελίδα του ναυτικού μεσίτη και σε άλλες ιστοσελίδες – έντυπα παραδοσιακά και ηλεκτρονικά και εκεί περιέρχεται η εκδήλωση ενδιαφέροντος από υποψήφιους αγοραστές ανά τον κόσμο, από εκεί γίνεται η παρακολούθηση των επαφών των μερών (ιδίως με προώθηση ηλεκτρονικών μηνυμάτων), η διαπραγμάτευση των όρων της σύμβασης (πώλησης) και οριστικοποιείται η σύμβαση την οποία αφορά η σύμβαση μεσιτείας. Η δε σύμβαση στην κατάρτιση της οποίας συμβάλλει ο ναυτικός μεσίτης με την προεκτεθείσα υπόδειξη ή (και) διαμεσολάβηση του (πώληση, ναύλωση), ως και τα πραγματικά στοιχεία αυτής, είναι αδιάφορη για το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός των εν λόγω πραγματικών στοιχείων (τόπος εκπλήρωσης της σύμβασης, κατοικία/έδρα συμβαλλομένων κλπ) είναι άγνωστα κατά την κατάρτιση της σύμβασης μεσιτείας και αυτά ορίζονται εν μέρει (ως προς την κατοικία/έδρα των συμβαλλομένων, νηολόγιο πλοίου, τίμημα) κατά την κατάρτιση της σύμβασης, ενώ ως προς την εκπλήρωση της σύμβασης εξαρτώνται από τον τόπο που ευρίσκεται το πλοίο ανά τον κόσμο. Ας σημειωθεί ότι, κατά τη συναφή νομολογία του ΔΕΕ επί της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας (Απόφαση ΔΕΕ 11.3.2010, Wood Floor Solutions, C-19/09, σκέψεις 32 – 43 και σε ΕΠολΔ 2010. 458 επ. με σύμφωνες παρατηρήσεις Βασιλακάκη, βλ. επίσης τον ίδιο, Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας επί διαφορών από σύμβαση και από αδικοπραξία, 2004, σελ. 147), ο τόπος εκπλήρωσης της σύμβασης αντιπροσωπείας προκύπτει από τις διατάξεις της συμβάσεως ή, ελλείψει τέτοιων διατάξεων, από την πραγματική εκτέλεση της συμβάσεως, σε περίπτωση δε αδυναμίας καθορισμού του τόπου επί της βάσεως αυτής, πρόκειται για τον τόπο όπου έχει την κατοικία του ο εμπορικός αντιπρόσωπος. Με τον πρώτο λόγο έφεσης η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη απόρριψη της ένστασης έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 5 της Σύμβασης του Λουγκάνο, διότι ο τόπος παροχής της υπηρεσίας δεν ευρίσκεται στον ……., αλλά είτε στο …, όπου έγινε η παράδοση του πλοίου, είτε στη …, όπου η έδρα της ενάγουσας και της αγοράστριας του πλοίου. Ο λόγος αυτός έφεσης είναι νόμιμος κατά το άρθρο 5 της Σύμβασης του Λουγκάνο, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην πρώτη (μείζονα υπό ΙΙΙ) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία του. Από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας και δη των προκατατεθειμένων προτάσεων της εναγομένης κατ’ άρθρο 237 ΚΠολΔ προκύπτει ρητή εναντίωση της εναγόμενης στη διεθνή δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων κατά την πρώτη πράξη άμυνας κατά της αγωγής με προβολή σχετικής ένστασης, παράλληλα με την άσκηση των λοιπών ενστάσεων επί του εφαρμοστέου δικαίου και της ουσίας της διαφοράς που αποκλείει την σιωπηρή παρέκταση [άρθρο 24 εδ. β΄ της Σύμβασης του Λουγκανο – βλ. επί του αντίστοιχου Κανονισμού 44/2001 ΕφΠειρ 546/2006, ΔΕΕ 2007.338 και από τη νομολογία του ΔΕΚ (υπό το φως της Σύμβασης Βρυξελλών) Απόφαση ΔΕΚ 24.6.1981 (Elefanten Schuh) 150/80, σκέψεις 14-17 και ως προς τα χρονικά όρια προβολής των αντιρρήσεων διεθνούς δικαιοδοσίας ΕφΑθ 6125/1993, ΑρχΝ 1994.162· Μητσόπουλο, ΠολΔ, 1972, σελ. 254 και στο ευρωπαϊκό δικονομικό δίκαιο Σαχπεκίδου, Η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο, 2000, σελ. 220 επ.· Νίκας/Σαχπεκίδου, ο.π., άρθρο 26, αριθμ. 31 – 34]. Περαιτέρω, ως προς την επίδικη σύμβαση μεσιτείας (και όχι πώλησης, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει η εκκαλούσα) εφόσον η εκκαλούσα δεν επικαλείται συμφωνία για τον τόπο εκπλήρωσης της παροχής, ερευνητέος είναι ο τόπος «όπου, δυνάμει της σύμβασης, έγινε ή έπρεπε να γίνει η παροχή των υπηρεσιών» (άρθρο 5 σημείο 1 στοιχείο β΄ Σύμβασης Λουγκάνο) και δη της χαρακτηριστικής παροχής, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην πρώτη (μείζονα υπό ΙΙΙ σκέψη της παρούσας). Καθώς (ανεξαρτήτως των αντιρρήσεων της εκκαλούσας ως προς την εν τέλει συμβολή της εφεσίβλητης στην κατάρτιση της σύμβασης πώλησης που άπτονται του τρίτου λόγου έφεσης) δεν αμφισβητείται ούτε από την εκκαλούσα ότι η πραγματική έδρα της εφεσίβλητης ευρίσκεται στον ……….. και ότι οι ενέργειες της τελευταίας προς επίτευξη του σκοπού της συμβάσεως έλαβαν χώρα στην … και δη με ηλεκτρονικά μέσα, η χαρακτηριστική παροχή, δηλαδή η πρόταση προς πώληση, η ανάρτηση της πρότασης στην ιστοσελίδα της και σε άλλες ιστοσελίδες – έντυπα παραδοσιακά και ηλεκτρονικά, η λήψη της αποδοχής της πρότασης τροποποιημένης ή μη από υποψήφιους αγοραστές και η παρακολούθηση των επαφών των μερών ως και της διαπραγμάτευσης των όρων της σύμβασης (πώλησης) έλαβε χώρα από τον ………..και επομένως, διεθνή δικαιοδοσία έχουν τα ………δικαστήρια κατά το άρθρο 5 σημείο 1 στοιχείο β΄ της Σύμβασης Λουγκάνο την …. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε την διαφορά εφαρμόζοντας την προεκτεθείσα διάταξη γενικώς και χωρίς ειδική αιτιολογία ορθώς έκρινε, έστω και με ελλιπή αιτιολογία και, επομένως, οι αιτιολογίες της εκκαλούμενης στο ζήτημα αυτό αντικαθίστανται από εκείνες της παρούσας (άρθρο 534 ΚΠολΔ).

  1. IV. Eπί της μεσιτείας πώλησης ποντοπόρων πλοίων, εφόσον δεν γίνεται επίκληση συμφωνημένου δίκαιο από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) – που αντικατέστησε την κυρωθείσα στην … με το Ν. 1792/1988, από 19.6.1980 Σύμβαση της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» – το οποίο ορίζει ότι οι ενοχές από σύμβαση ρυθμίζονται από το δίκαιο στο οποίο έχουν υποβληθεί τα συμβαλλόμενα μέρη, εφαρμοστέο είναι το δίκαιο που ορίζει το άρθρο 4 παρ. 1 περ. β΄ και 2 του ως άνω Κανονισμού, σύμφωνα με το οποίο η σύμβαση παροχής υπηρεσιών διέπεται από το δίκαιο της χώρας, στην οποία το μέρος που οφείλει να εκπληρώσει τη χαρακτηριστική παροχή της σύμβασης, έχει τη συνήθη διαμονή του και μόνο στην περίπτωση που είναι αδύνατο αυτή να ανευρεθεί αναπτύσσει ισχύ το άρθρο 4§3 του ίδιου Κανονισμού που ορίζει ως εφαρμοστέο το δίκαιο με το οποίο συνδέεται στενότερα η σύμβαση (Γραμματικάκη – Αλεξίου/Παπασιώπη – Πασιά/Βασιλακάκη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, στ.΄ έκδ., σ. 314). Ας σημειωθεί ότι ο εν λόγω Κανονισμός θέτει ομοιόμορφους κανόνες συνδέσεως και έχει οικουμενική εφαρμογή, αναπτύσσοντας ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτού, όχι μόνο στις περιπτώσεις που παρουσιάζουν στοιχεία αλλοδαπότητας μεταξύ των Κρατών – Μελών Ε.Ε., αλλά και στις περιπτώσεις που το εφαρμοστέο δίκαιο οδηγεί σε διαφορετική χώρα εκτός Ένωσης, (βλ. Γραμματικάκη – Αλεξίου/Παπασιώπη – Πασιά/Βασιλακάκη, ο.π., σελ. 303 – 303). Με τον δεύτερο λόγο έφεσης η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του …….. δικαίου αντί του …, το οποίο συνδέεται με την σύμβαση πωλήσεως στενότερα, ως εκ της έδρας αγοραστή και πωλητή, του τόπου κατάρτισης της σύμβασης πώλησης, του νομίσματος στο οποίο εκφράστηκε η τιμή πώλησης (κορώνες), της εθνικότητας των φυσικών προσώπων που εκπροσώπησαν του συμβαλλόμενους (…) και του ορισθέντος ως εφαρμοστέου δικαίου στη σύμβαση πώλησης (…). Ο λόγος αυτός έφεσης είναι νόμιμος κατά τα άρθρα 3,4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην πρώτη (μείζονα υπό ΙV) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία του. Από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας και δη από τις ηλεκτρονικές επιστολές που αντηλλάγησαν δεν προκύπτει συμφωνία περί εφαρμοστέου δικαίου, ενώ εκ των προκατατεθειμένων προτάσεων της εναγομένης κατ’ άρθρο 237 ΚΠολΔ προκύπτει ρητή εναντίωση της τελευταίας στην εφαρμογή του ……. δικαίου. Συνεπώς, δεν υφίσταται ούτε συμβατικός, ούτε μετασυμβατικός καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίου κατά το άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 «Ρώμη Ι», και, επομένως ερευνητέα είναι – και ως προς τον λόγο αυτό έφεσης – η χαρακτηριστική παροχή, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην πρώτη (μείζονα υπό ΙV σκέψη της παρούσας). Καθώς δεν αμφισβητείται ούτε από την εκκαλούσα ότι η πραγματική έδρα της εφεσίβλητης ευρίσκεται στον ……… και ότι οι ενέργειες της τελευταίας προς επίτευξη του σκοπού της συμβάσεως έλαβαν χώρα στην … και δη με ηλεκτρονικά μέσα, η χαρακτηριστική παροχή και δη η πρόταση προς πώληση, η ανάρτηση της πρότασης στην ιστοσελίδα της και σε άλλες ιστοσελίδες – έντυπα παραδοσιακά και ηλεκτρονικά, η λήψη της αποδοχής της πρότασης τροποποιημένης ή μη από υποψήφιους αγοραστές και η παρακολούθηση των επαφών των μερών ως και της διαπραγμάτευσης των όρων της σύμβασης (πώλησης) έγινε από τον ……, εφαρμοστέο είναι το … δίκαιο στην επίδικη σύμβαση μεσιτείας (και όχι πώλησης, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει η εκκαλούσα), καθώς το άρθρο 4§3 του ίδιου Κανονισμού που ορίζει ως εφαρμοστέο το δίκαιο με το οποίο συνδέεται στενότερα η σύμβαση αναπτύσσει ισχύ μόνο στην περίπτωση που η παροχή δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί, περίπτωση που εν προκειμένω δεν συντρέχει, κατά τα προεκτεθέντα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε την διαφορά εφαρμόζοντας την -μη εφαρμοζόμενη εν προκειμένω – διάταξη του άρθρου 25 ΑΚ διάταξη ορθώς έκρινε κατ’ αποτέλεσμα, έστω και με εσφαλμένη αιτιολογία και, επομένως, οι αιτιολογίες της εκκαλούμενης και στο ζήτημα αυτό αντικαθίστανται από εκείνες της παρούσας (άρθρο 534 ΚΠολΔ).
  2. V. Με τον τρίτο λόγο έφεσης η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων αναφορικά με την συμβολή της εφεσίβλητης στην κατάρτιση της σύμβασης πώλησης και ως προς το ύψος της αμοιβής στο ποσό των 2,50% που δέχθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ισχυριζόμενη ότι η επίδικη σύμβαση πώλησης καταρτίστηκε χωρίς την συνδρομή της εκκαλούσας κι ότι η αμοιβή της δεν ανερχόταν στο προεκτεθέν ποσοστό. Ο λόγος αυτός έφεσης είναι νόμιμος και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία του. Από την επανεκτίμηση των υπ’ αριθμ. … και … ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων … και …, που ελήφθησαν με επιμέλεια της ενάγουσας – εφεσίβλητης ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Μαρίας Κολοβού και της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ελισσάβετ Αντωνιάδου, αντίστοιχα και προσκομίστηκαν και εκτιμήθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν και τα οποία χρησιμεύουν για άμεση απόδειξη και για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού επιτρέπεται το εμμάρτυρο, εκ των σε ξένη γλώσσα συντεταγμένων νομίμως μεταφρασμένων στην ελληνική γλώσσα, λαμβανομένων υπ’ όψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, καθώς και των ηλεκτρονικών επιστολών, διότι ο καθορισμός της ηλεκτρονικής διεύθυνσης κατά τρόπο μοναδικό από τον χρήστη συνιστά απόδειξη της ταυτότητας του εκδότη του ηλεκτρονικού εγγράφου, όπως προκύπτει και από την επικράτηση της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας ως μέσου επικοινωνίας στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές με μεγάλο αντικείμενο (ΕφΠειρ 525/2014, ΔΕΕ 2014.1204 ∙Μανιώτης, Η ψηφιακή υπογραφή ως μέσο διαπιστώσεως της γνησιότητας των εγγράφων στο αστικό δικονομικό δίκαιο, 1998, σελ. 32 επ. ∙ Κουσούλης, Σύγχρονες μορφές έγγραφης συναλλαγής, 1992, σελ. 138 επ.) αποδείχθηκαν τα εξής: Η ενάγουσα – εκκαλούσα δραστηριοποιείται στη διαμεσολάβηση στον τομέα των αγοραπωλησιών πλοίων, των ναυλώσεων πλοίων, καθώς επίσης και στην προσφορά υπηρεσιών διαχείρισης πλοίων. Στις 30-6-2016 η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα που εδρεύει στη …, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας με ηλεκτρονική επιστολή ανέθεσε την αναζήτηση και ανεύρεση πελατών για τη ναύλωση ή και την πώληση ενός πλοίου πλοιοκτησίας της υπό σημαία … και με το όνομα ‘‘…’’, αφού της έδωσε και τα γενικά – τεχνικά χαρακτηριστικά του πλοίου. Η ενάγουσα στο πλαίσιο της καταρτισθείσας σύμβασης μεσιτείας διενήργησε την αναγκαία έρευνα, καταχώρισε σχετική ενημέρωση του προς πώληση πλοίου στην ηλεκτρονική σελίδα της, καθώς και στις εξειδικευμένες ιστοσελίδες πώλησης πλοίων ‘…’, ‘…’ και μετά από τέσσερις (4) μήνες ενεργειών της – επικοινωνιών με υποψήφιους αγοραστές, στα τέλη Οκτωβρίου 2016, βρήκε ως υποψήφιο αγοραστή του πλοίου την εδρεύουσα στη … εταιρία “…”, γεγονός για το οποίο ενημέρωσε την εναγόμενη μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος στις 31-10-2016, στο οποίο η εναγόμενη απάντησε αυθημερόν και της απέστειλε φωτογραφίες προς ενημέρωση του υποψήφιου αγοραστή. Μετά από σειρά ηλεκτρονικών επιστολών μεταξύ της ενάγουσας και της εναγόμενης προς παροχή επιπλέον πληροφοριών στην ενάγουσα (31/10/2016,1/11/2016, 2/11/2016, 3/11/2016), οι οποίες διαβιβάστηκαν από την εφεσίβλητη στην υποψήφια αγοράστρια προς ενημέρωσή της για τα χαρακτηριστικά και την κατάσταση του προς πώληση πλοίου, εν τέλει, η ενάγουσα έφερε τα δύο μέρη σε επαφή, ώστε να μην υπάρχει καθυστέρηση κατά τις διαπραγματεύσεις, καθότι τόσο η εναγόμενη όσο και η υποψήφια αγοράστρια προέρχονταν από τη …. Ας σημειωθεί ότι η εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη με ηλεκτρονικό της μήνυμα στις 3/11/2016 επιβεβαίωσε ότι η ενάγουσα αποτελούσε τη μεσίτη για την ενδεχόμενη πώληση του πλοίου “…”. Ακολούθως, τον Νοέμβριο του έτους 2016 η ενάγουσα οργάνωσε την τεχνική επιθεώρηση του πλοίου από τους υποψήφιους αγοραστές στο …, όπου αυτό βρισκόταν τότε, και με το από 21/11/2016 ηλεκτρονικό της μήνυμα ανέφερε στην εναγόμενη αφενός ότι ως τιμή πώλησης είχε μεταφέρει στους υποψήφιους αγοραστές το ποσό των 650.000 δολαρίων ΗΠΑ, ενώ παράλληλα την ενημέρωσε ότι η προμήθειά της, υπολογιζόμενη βάσει του εν λόγω ποσού, θα ανέρχονταν στο ποσό των 20.000 δολαρίων ΗΠΑ. Εντούτοις, στις αρχές Δεκεμβρίου 2016, μετά τη διεξαγωγή της επιθεώρησης, τόσο η εναγόμενη όσο και η εταιρεία – υποψήφια αγοράστρια του πλοίου από τις 26-11-2016 έπαυσαν να ενημερώνουν για την εξέλιξη της επιθεώρησης του πλοίου. Τον Ιούνιο του έτους 2017 η ενάγουσα πληροφορήθηκε την αγοραπωλησία του πλοίου μεταξύ της εναγόμενης και της ως άνω αγοράστριας εταιρείας και απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στην εναγόμενη, με το οποίο ζήτησε την αποστολή των απαραίτητων στοιχείων της αγοραπωλησίας, προκειμένου να εκδοθεί εκ μέρους της το τιμολόγιο για τη μεσιτική της αμοιβή, την οποία υπολόγισε κατά τις τιμές της αγοράς που ισχύουν για την συνήθη αμοιβή για υπηρεσίες αντιστοίχου είδους και ποσού στην περιοχή του Πειραιά που ορθώς εκτιμήθηκε από την ενάγουσα και έγινε δεκτό από την εκκαλούμενη ότι ανέρχεται σε ποσοστό 2,5% επί του αντικειμένου της συναφθείσας σύμβασης. Ενόψει δε του ότι η καθαρή αξία της αγοραπωλησίας του πλοίου ανήλθε στο ποσό των 530.000 δολαρίων ΗΠΑ (βλ. και προσκομιζόμενο ‘memorandum of agreement’) η προμήθεια της ενάγουσας ανέρχεται στο ποσό των 13.250 δολαρίων ΗΠΑ (530.000 δολάρια ΗΠΑ Χ2,5%= 13.250), το οποίο με την τρέχουσα ισοτιμία κατά την έκδοση του με αριθμό GO/11291406/14-6-2017 τιμολογίου της στις 14-6-2017 ανήλθε στο ποσό των 12.000 ευρώ. Στις 16-6-2017 η εφεσίβλητη απέστειλε στην εκκαλούσα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το εν λόγω τιμολόγιο ζητώντας να της καταβάλει το ποσό του τιμολογίου (12.000 ευρώ), πλην όμως η εκκαλούσα αρνήθηκε να το εξοφλήσει, προβάλλοντας τον ισχυρισμό, που προέβαλε και στην πρωτοβάθμια δίκη και επανέφερε με τον κρινόμενο λόγο έφεσης, ότι η αγοραπωλησία πραγματοποιήθηκε χωρίς την συμμετοχή της εφεσίβλητης. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθώς αποδείχθηκε ότι η υπόδειξη του αγοραστή προήλθε εκ μέρους της εφεσίβλητης και, επομένως, μεσιτική αμοιβή οφείλεται και μόνο με την σχετική υπόδειξη της αγοράστριας του πλοίου στην εκκαλούσα κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην πρώτη (μείζονα υπό III) σκέψη της παρούσας, επιπλέον δε αποδείχθηκε η περαιτέρω διαμεσολάβηση της εφεσίβλητης και κατά την κατάρτιση της σύμβασης πώλησης, έως του σημείου της επιθεώρησης του πλοίου από την αγοράστρια αυτού, οπότε αγοραστής (“…”) και πωλητής (εκκαλούσα) διέκοψαν την επικοινωνία τους με την εφεσίβλητη. Επίσης, ως προς το ποσοστό επί του οποίου η ενάγουσα νομίμως (ΑΚ 705§2 ΑΚ) υπολόγισε την (ειθισμένη) αμοιβή της η εφεσίβλητη, εκδίδοντας το τιμολόγιο, σημειώνεται ότι η εκκαλούσα είχε αποδεχθεί αμοιβή της εφεσίβλητης για τίμημα 650.000 δολλαρίων ποσού 20.000 δολλαρίων, ήτοι αναλογικώς προς την τελική τιμή πώλησης του πλοίου ανερχόμενη σε 16.308 δολλάρια, αμοιβή υπέρτερη της αιτηθείσας ως της ειθισμένης, καθώς αυτή (υπολογισθείσα στο ποσό των 13.250 δολαρίων ΗΠΑ (530.000 δολάρια ΗΠΑ Χ2,5%= 13.250)] υπολείπεται κατά τρεις χιλιάδες και πλέον δολάρια ΗΠΑ και, επομένως, οι ισχυρισμοί της περί υπερβολικής αμοιβής της εφεσίβλητης ελέγχονται ως ουσία αβάσιμοι. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε την αγωγή ως ουσία βάσιμη δεχόμενη τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά ορθά εκτίμησε της αποδείξεις, ο δε τα αντίθετα υποστηρίζων τρίτος και τελευταίος λόγος της έφεσης είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί έφεση, οι δε αιτιολογίες της εκκαλούμενης στα προαναφερθέντα ζητήματα αντικαθίστανται από εκείνες της παρούσας (άρθρο 534 ΚΠολΔ). Τέλος, ως προς το παράβολο της έφεσης, μετά την απόρριψη της, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495§3 τελ. εδάφ. ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί η εκκαλούσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας της, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.-

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.-

Διατάζει την εισαγωγή του ηλεκτρονικού παραβόλου … ποσού 75 ευρώ στο Δημόσιο Ταμείο.-

Καταδικάζει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια πενήντα (350) ευρώ.-

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 30.3.2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ