ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
1337 /2020
(αριθμ. έκθ. κατάθ. 1288/621/2019)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αλεξάνδρα Μητσοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη και Ελισσάβετ Σπυροπούλου, Πρωτοδίκη – Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1η Οκτωβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας: της υπό ειδική εκκαθάριση Aνώνυμης Tραπεζικής Eταιρείας με την επωνυμία «…. υπό ειδική εκκαθάριση», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα δυνάμει της ΕΠΑΘ …/4-4-2016, από τον ειδικό εκκαθαριστή αυτής, την εταιρεία με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», με ΑΦΜ …, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Αθηνών Μάριος Παναγιωτόπουλος (ΑΜ ΔΣΑ 16717) δυνάμει των από 11-02-2019 και 22-05-2019 ειδικών εξουσιοδοτήσεων με θεωρημένο το γνήσιο των υπογραφών και η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Των εναγομένων: 1) της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη … και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) … του …, κατοίκου …, με ΑΦΜ … και 3) …, το γένος …, κατοίκου …, για τους οποίους δεν προκατέθεσε προτάσεις πληρεξούσιος δικηγόρος και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 11-02-2019 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 1288/2019 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 621/2019 και μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν τα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ, όπως αυτά τροποποιήθηκαν με το ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, έχοντας εγγραφεί στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 237 παρ.4 εδ. ε ΚΠολΔ.
Κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, μετά την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, η υπόθεση συζητήθηκε κατ’ άρθρο 237 παρ.4 εδ. ζ ΚΠολΔ, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Από τη συνδυασμένη ερμηνεία των άρθρων 215, 226, 237, 260 και 271 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015 και εφαρμόζονται επί αγωγών που κατατίθενται κατά την τακτική διαδικασία μετά την 1.1.2016, προκύπτει -μεταξύ άλλων- ότι, αν ένας διάδικος δεν κατέθεσε προτάσεις νομίμως και εμπροθέσμως και δεν παρίσταται κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, θα επέρχονται κατά περίπτωση οι συνέπειες της ερημοδικίας κατά τις διακρίσεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Το ίδιο θα ισχύει και αν ο διάδικος, που δεν κατέθεσε προτάσεις, παρίσταται κατά τη συζήτηση, οπότε και πάλι θα επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας κατά τις διακρίσεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Από τα ανωτέρω προκύπτει, λοιπόν, ότι βασική για την έννοια της ερημοδικίας στην τακτική διαδικασία είναι στο ισχύον δίκαιο η έννοια της κανονικής ή μη συμμετοχής του διαδίκου στη δίκη, η οποία λόγω του κυρίως έγγραφου χαρακτήρα της τακτικής διαδικασίας σημαίνει την κατάθεση των προτάσεων υπό τους όρους του άρθρου 237 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, δηλαδή κατάθεση προτάσεων νομίμως και εμπροθέσμως. Ο διάδικος, ο οποίος δεν καταθέτει προτάσεις νομίμως και εμπροθέσμως κατά τις διατάξεις του άρθρου 237 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ δικάζεται ερήμην, είτε παρίσταται είτε δεν παρίσταται κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Και η μεν εμπρόθεσμη κατάθεση προτάσεων ρυθμίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 237 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, ενώ η νόμιμη κατάθεση προτάσεων ρυθμίζεται από άλλες διατάξεις, προϋποθέτει λ.χ. την υπογραφή των προτάσεων από πληρεξούσιο δικηγόρο κατ’ άρθρο 94 παρ. 1 ΚΠολΔ. Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ προκύπτει ότι συνέπεια της ερημοδικίας του εναγομένου και ενάγοντος στην τακτική διαδικασία είναι το πλάσμα της δικαστικής ομολογίας και της παραιτήσεώς του αντίστοιχα. Προτού όμως κριθεί ότι ο εναγόμενος δεν έλαβε μέρος κανονικά στη δίκη, το δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν η αγωγή επιδόθηκε νομίμως στον εναγόμενο. Η υποχρέωση αυτή ορίζεται στο άρθρο 271 παρ. 1, με την εξής διατύπωση «Αν ο εναγόμενος δεν λάβει μέρος κανονικά στη δίκη, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σ’ αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, η υπόθεση συζητείται ερήμην του εναγομένου. Διαφορετικά, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και στην περίπτωση των άρθρων 237 και 238 θεωρείται ως μη ασκηθείσα η αγωγή». Κατά την ορθότερη ερμηνεία στην τακτική διαδικασία προβλέπεται μόνο η επίδοση της αγωγής, ενώ η διατήρηση του όρου «κλήση» στη διάταξη του άρθρου 271 παρ. 2, αφορά μόνο τις περιπτώσεις που υπάρχει κλήση προς συζήτηση, όπως λ.χ. στις ειδικές διαδικασίες, στον προσδιορισμό νέας συζήτησης με κλήση μετά από τη ματαίωση της αγωγής (260 παρ. 2) ή στην επανάληψη της συζήτησης (254) και όχι στην τακτική αγωγή (Κ. Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, Γενικό Μέρος – Διαδικασία στα πρωτοβάθμια δικαστήρια, 4η έκδ., σελ. 87, 343, 533 επ., Μακρίδου, Απαλαγάκη, Διαμαντόπουλος, Πολιτική δικονομία, έκδ. 2016, σελ. 9, Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, β΄ έκδ., σελ. 472 επ.). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει ότι, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκε με εκφώνησή της από τη σειρά του πινακίου η κρινόμενη αγωγή, δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο οι διάδικοι. Από την επισκόπηση του φακέλου προκύπτει ότι η ενάγουσα έχει καταθέσει προτάσεις νόμιμα και εμπρόθεσμα εντός της προθεσμίας του άρθρου 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 144 παρ. 1 και 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, καθώς η αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 12-02-2019 και η ενάγουσα κατέθεσε προτάσεις στις 23-05-2019, νομίμως υπογεγραμμένες από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της δυνάμει των από 11-02-2019 και 22-05-2019 ειδικών εξουσιοδοτήσεων με θεωρημένο το γνήσιο των υπογραφών των εξουσιοδοτούντων. Επομένως, θεωρείται ότι λαμβάνει κανονικά μέρος στη δίκη και δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας (άρθρο 237 παρ. 4 ΚΠολΔ). Αντίθετα, η εναγόμενη δεν έχει καταθέσει προτάσεις. Από τις υπ’ αριθμ. …΄ και …΄/22-02-2019 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών …, τις οποίες νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζει η ενάγουσα, αποδεικνύεται, ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με την πράξη κατάθεσης και ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων εντός 100 ημερών, επιδόθηκε στους εναγόμενους νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 126 παρ. 1 α΄,γ΄, 129 παρ. 2, 128 παρ. 4, σε συνδυασμό με τα άρθρα 215 παρ. 2, 226 παρ. 1 και 237 ΚΠολΔ). Επομένως, οι εναγόμενοι πρέπει να δικασθούν ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 237 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι, δυνάμει της με αριθμό …/10-10-1988 σύμβασης παροχής πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό, που καταρτίστηκε στον … (την οποία η ενάγουσα ενσωματώνει στην αγωγή), μεταξύ της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία τώρα βρίσκεται σε εκκαθάριση και των εναγόμενων και δη της πρώτης εξ αυτών ως πιστούχου και του δεύτερου και τρίτης ατομικά και ως εκπροσώπων της πρώτης εξ αυτών, χορήγησε στους τελευταίους πίστωση μέχρι του ποσού των 42.000.000 δραχμών, εκ του οποίου τα 2.000.000 δρχ χορηγήθηκαν ως πίστωση για βραχυπρόθεσμα δάνεια και τα 40.000.000 δρχ για δάνεια μέσης και μακράς διάρκειας για τις ανάγκες της ναυτικής επιχείρησης. Ότι με το άρθρο 2 παρ. 4 της δανειακής σύμβασης καθορίσθηκε ότι «ο τόκος θα υπολογίζεται με τα επιτόκια που κάθε φορά θα ισχύουν για τις διάφορες κατηγορίες των δανείων της τράπεζας, όπως αυτά καθορίζονται με τια αποφάσεις των αρμοδίων νομισματικών και λοιπών κρατικών αρχών και θα αναγράφονται στα εντάλματα πληρωμής ή στα άλλα έγγραφα με τα οποία χορηγούνται τα δάνεια αυτά προσαυξανόμενα με ποσοστό 1% υπέρ ΟΓΑ, σύμφωνα με τον Ν. 1066/80», ενώ με την παρ. 5 του ιδίου ως άνω άρθρου συμφωνήθηκε ότι θα λογίζεται προμήθεια προς 0,5% πάνω στο δάνειο που θα χορηγείται στον πιστούχο σε εκτέλεση της σύμβασης, η οποία θα εισπράττεται αμέσως. Ότι στο άρθρο 5 (της δανειακής σύμβασης) προβλέφθηκε ότι «ο πιστούχος δέχεται να ασφαλίσει κατά κινδύνους πυρός και κάθε άλλου κινδύνου που θα προτείνει η τράπεζα με έξοδά του και να διατηρήσει ασφαλισμένα σε όλη τη διάρκεια του δανείου και μέχρι να εξοφληθούν τελείως οι απαιτήσεις της τράπεζας και οι τόκοι από τα κάθε είδους έξοδα, τα ακίνητα, μηχανήματα, εγκαταστάσεις κλπ πράγματα που θα επιλέξει η τράπεζα, της ιδιοκτησίας του, μετά από υπόδειξη της τράπεζας, σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 4 του Ν. 1256/82, στην Ανώνυμη Εταιρεία Γενικών Ασφαλειών «…». Ειδικά η ασφάλιση κατά του κινδύνου πυρός, πρέπει να καλύπτει ποσοστό του δανείου, προσαυξημένου κατά 20%. Μετά τη σύναψη της παρούσας σύμβασης και με προθεσμία 10 ημερών, ο οφειλέτης υποχρεούται να προσκομίσει στην τράπεζα α) το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, που πρέπει να περιέχει ρήτρα αναγνώρισης της τράπεζας ως πρώτης ενυποθήκου δανείστριας, για το δικαίωμα να εισπράξει από τυχόν ασφαλιστική αποζημίωση την απαίτησή της και β) εξοφλητική απόδειξη του συνόλου των ασφαλίστρων. Είκοσι (20) ημέρες πριν από κάθε λήξη της ασφάλισης, οι οφειλέτες υποχρεούνται να παραδώσουν στην τράπεζα τα έγγραφα της ανανέωσής της. Αν οι οφειλέτες παραλείψουν κάτι από όσα προαναφέρονται, η τράπεζα δικαιούται εκτός των άλλων και χωρίς καμία ειδικότερη υποχρέωσή της, να ασφαλίσει η ίδια τα πράγματα αυτά κατά την κρίση της, κατά παντός κινδύνου, χωρίς να ειδοποιήσει τον οφειλέτη, οπότε ο τελευταίος υποχρεούται να πληρώσει αμέσως τα ασφάλιστρα και όλα τα έξοδα στην τράπεζα, η οποία έχει δικαίωμα, αν δεν πληρωθούν αμέσως, να τα χρεώσει έντοκα στον λογαριασμό του. Η τράπεζα μπορεί να ζητήσει η ασφάλιση να γίνει στο όνομά της. Ο οφειλέτης εκχωρεί από τώρα στην τράπεζα κάθε απαίτησή του κατά της Ασφαλιστικής Εταιρείας από την ασφαλιστική σύμβαση. Συγχρόνως παραγγέλλει στην Ασφαλιστική Εταιρεία να καταβάλει απευθείας στην τράπεζα τη σχετική αποζημίωση», ενώ περαιτέρω στον υπ’ αριθμ. 9 όρο προβλέφθηκε ο τρόπος τήρησης της λογιστικής παρακολούθησης και ο διαχωρισμός των δανείων σε κατηγορίες και ότι ο εκτοκισμός των δανείων θα υπολογίζεται και θα πληρώνεται κάθε 30-06 και κάθε 31-12 εκάστου έτους. Ότι δυνάμει του υπ’ αριθμ. 17 όρου της εν λόγω σύμβασης, «οι απαιτήσεις της τράπεζας θεωρούνται εκκαθαρισμένες από αυτή, είτε με βάση τη σύμβαση, είτε τα υπογραφόμενα εντάλματα ή άλλα αποδεικτικά έγγραφα για τη χρήση της πίστωσης, είτε με βάση μόνο τα βιβλία της και το από αυτά προκύπτον χρεωστικό υπόλοιπο, οπωσδήποτε και αν έγινε η χρήση της πίστωσης και χωρίς κοινοποίηση αποσπάσματος από τα βιβλία της, ενώ οι πιστούχοι παραιτούνται από τώρα από κάθε αντίρρηση κατά της τέτοιας εκτέλεσης οπωσδήποτε και αν αυτή γίνεται». Ότι ακολούθως υπογράφηκε μεταξύ της ως άνω τράπεζας και των εναγομένων στις 10-10-1988 Πρόσθετη Πράξη σύμβασης ενεχύρου του υπό ναυπήγηση αλιευτικού σκάφους των εναγομένων, παρέχοντας το δικαίωμα για εγγραφή ναυτικής υποθήκης. Ότι τέλος στις 20-11-1991 συνήφθη μεταξύ της τράπεζας και των εναγομένων Πρόσθετη Δανειστική Σύμβαση Ρύθμισης Οφειλών, η οποία ομοίως ενσωματώνεται στην αγωγή, για χορήγηση δανείου προς εξόφληση ασφαλίστρων ύψους 1.885.231 δρχ για την εξόφληση των ασφαλίστρων, τα οποία, με βάση την ανωτέρω σύμβαση υπ’ αριθμ. …/1988 θεωρούνται νέο δάνειο, με ετήσιο επιτόκιο 26% και προμήθεια 1,25% υπέρ ΕΛΓΑ σύμφωνα με τον Ν. 1539/85, καθορίσθηκε δε προθεσμία εξόφλησης τα 10 έτη από την υπογραφή και χαριστική περίοδος δύο ετών. Ότι οι πιστούχοι έκαναν χρήση της ως άνω πίστωσης, για την εξυπηρέτηση της οποίας τηρήθηκαν οι υπ’ αριθμ. … και … λογαριασμοί. Ότι με την υπ’ αριθμ. ../27-07-2012 απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος – Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ Β 2208/27-07-2012) ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος», τέθηκε αυτό σε ειδική εκκαθάριση σύμφωνα με το άρθρο 68 του Ν. 3601/2007 και ορίσθηκε ειδικός εκκαθαριστής ο … του …, με εξουσία να διενεργεί μόνο τις πράξεις που εξυπηρετούν το σκοπό της εκκαθάρισης, επιπλέον δε με την υπ’ αριθμ. …./27-07-2012 απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος – Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ Β 2209/27-07-2012) μεταβιβάσθηκαν σε τρίτους οι συμβατικές σχέσης του υπό εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος, σε αυτές ωστόσο δεν περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις κατά των εναγομένων. Ότι κατά την 10η-01-2019 οι εναγόμενοι δεν εκπλήρωσαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και η ίδια (η ενάγουσα) κατήγγειλε την ως άνω δανειακή σύμβαση και τις πρόσθετες πράξεις αυτής και έκλεισε τους λογαριασμούς που την εξυπηρετούσαν, των οποίων το συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο ανήλθε στις 27-08-2018 συνολικά στο ποσό των 2.483.805,13 ευρώ, πλέον του τόκου υπερημερίας εκ ποσοστού 2,5% που θα υπολογίζεται από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης. Εν όψει των ανωτέρω ζητεί, μετά την τροπή του αιτήματός της από καταψηφιστικό σε αναγνωστικό με τις προτάσεις της (άρθρο 223 και 295 του ΚΠοΔ), να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των αντιδίκων της να της καταβάλλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρο ο καθένας, το ποσό των 2.483.805,13 ευρώ, νομιμοτόκως πλέον τόκων και εξόδων, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφλησή τους, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν ο εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση, κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, που είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 12 παρ. 1, 13, 18 ΚΠολΔ), κατά τόπον (αρ. 22, 25 παρ. 2 και 33 ΚΠολΔ) και λειτουργικά (άρθρο 51 του Ν. 2172/1993), λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς. Η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 361, 340, 341, 345, 346, ΑΚ, 112 ΕισΝΑΚ, 669 ΕμπΝ και 47 και 64-67 του Ν.Δ. “περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών” της 17.7/14.8.1923 και 176, ΚΠολΔ. Ωστόσο, μη νόμιμο είναι, μετά την τροπή του αιτήματος σε αναγνωριστικό, το αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, για τον λόγο ότι προσωρινή εκτελεστότητα παράγουν μόνο οι καταψηφιστικές αποφάσεις. Κατόπιν τούτων, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δοθέντος ότι μετά την τροπή του αιτήματος σε αναγνωριστικό, δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου.
Κατά της υπό κρίση αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται ομολογία. Ενόψει τούτων, λόγω της ερημοδικίας των εναγομένων, θεωρούνται ομολογημένοι οι περιεχόμενοι στην κρινόμενη αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί της ενάγουσας (βλ. άρθρο 271 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του Ν. 3994/2011 σε συνδυασμό με το άρθρο 72 παρ. 2 του ίδιου Νόμου). Επομένως, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στην ενάγουσα το ποσό των 2.483.805,13 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Επίσης, πρέπει να ορισθεί παράβολο για την περίπτωση που θα ασκηθεί από τους εναγομένους ανακοπή ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής (βλ. άρθρα 501 και 505 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.). Τέλος, οι εναγόμενοι, οι οποίοι ηττώνται, πρέπει να καταδικασθούν να πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας (βλ. άρθρο 176 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των εναγόμενων.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο για την περίπτωση άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος στην ενάγουσα το ποσό των δύο εκατομμυρίων τετρακοσίων ογδόντα τριών χιλιάδων οχτακοσίων πέντε ευρώ και δεκατριών λεπτών (2.483.805,13), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δώδεκα χιλιάδων πεντακοσίων (12.500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις -2020.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την -2020, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, με την παρουσία και της Γραμματέα της έδρας.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ