ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης
1402/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
——————————————————–
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Φεβρουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της καλούντος – καθ’ ου η ανακοπή : Υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στην ….., επί της συμβολής των οδών …, αριθμός ….., και …, το οποίο τέθηκε σε ειδική εκκαθάριση δυνάμει της υπ’ αριθμό … συνεδρίασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΕΠΑΘ) της Τράπεζας της Ελλάδος, που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμό … ΦΕΚ (τ. Β΄), και εκπροσωπείται νόμιμα από τον ειδικό εκκαθαριστή αυτού, την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «….», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στο …, επί της …, αριθμός …., δυνάμει της υπ’ αριθμό … συνεδρίασης της ως άνω Επιτροπής (ΦΕΚ …), το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Δάφνης Σφυρή, η οποία κατέθεσε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.
Του καθ’ ου η κλήση – ανακόπτοντος : …, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον …, και εν προκειμένω από τον …, το οποίο παραστάθηκε δια της δικαστικής αντιπροσώπου του Ν.Σ.Κ. Σπυριδούλας Φωτοπούλου.
Του καθ’ ου η κλήση – ανακοπή : … (….), που εδρεύει στον …… επί της οδού …, αριθμός ….., και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Ελένης Γιαννιώτη.
Το καλούν – καθ’ ου η ανακοπή, με την από 9-12-2019 κλήση του, που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 11400/13-12-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5720/13-12-2019, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο, επαναφέρει προς συζήτηση την από 9-10-2014 ανακοπή του ανακόπτοντος …, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 38625/13-10-2014 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6323/13-10-2014, η οποία προσδιορίσθηκε αρχικά να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 3ης-3-2016 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο της 20ης-3-2019, οπότε συζητήθηκε και εξεδόθη η υπ’ αριθμό 3420/2019 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, με την οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο αρμόδιο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του παρόντος Δικαστηρίου.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 9-12-2019 κλήση του καλούντος – καθ’ ου η ανακοπή, που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 11400/5720/13-12-2019, νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση η από 9-10-2014 ανακοπή, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 38625/6323/13-10-2014 και συζητήθηκε στη δικάσιμο της 20ης-3-2019, κατόπιν έκδοσης της υπ’ αριθμό 3420/2019 απόφασης του Δικαστηρίου αυτού, με την οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο αρμόδιο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του ίδιου Δικαστηρίου.
Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 55 § 1 τελευταίο εδάφιο του ΝΔ 356/1974 “Κώδικας Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ)”, ως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 404 § 12 Ν. 4512/2018, οριζόταν ότι «Η προθεσμία προς αναγγελίαν του Δημοσίου είναι (πενθήμερος) από της ημέρας διενεργείας του πλειστηριασμού». Όμως, με τη διάταξη του άρθρου 3 § 3 του Ν. 1653/1986 αντικαταστάθηκε το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 972 του ΚΠολΔ και ορίσθηκε ότι : «η αναγγελία πρέπει να επιδοθεί, το αργότερο, μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από τον πλειστηριασμό». Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 3 § 5 του ίδιου ως άνω νόμου ορίσθηκε ότι, η διάταξη του άρθρου 972 § 1 εδ. τρίτο του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 § 3 του Ν 1653/1986, εφαρμόζεται και στους πλειστηριασμούς, οι οποίοι διενεργούνται σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ. ΙΙ. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 979 § 2, 933 και 585 § 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 216 § 1 και 217 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 και 120 του ίδιου Κώδικα και τους λόγους αυτής, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον καθ’ ου να αμυνθεί και στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης, καθώς και την ύπαρξη του προνομίου της. Ειδικότερα, η ανακοπή, ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης, πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη και του προνομίου της, δηλαδή παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την ενεργητική νομιμοποίηση του ανακόπτοντος, αλλά και τη συγκεκριμένη έννομη σχέση από την οποία πηγάζει η απαίτηση του και το προνόμιο της. Επιπρόσθετα, από τις διατάξεις των άρθρων : α) 61 § 1 του ΚΕΔΕ που ορίζει ότι “1. Το Δημόσιον κατατάσσεται εν αναγκαστική εκτελέσει κινητού ή ακινήτου διά τας ληξιπρόθεσμους μέχρι της ημέρας του πλειστηριασμού απαιτήσεις αυτού εκ πάσης αιτίας, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων και εν τη υπ` αριθ. 5 σειρά του άρθρου 975 του Κωδικός Πολιτικής Δικονομίας …. Διά τας μη ληξιπρόθεσμους εκ πάσης αιτίας απαιτήσεις του, το Δημόσιον κατατάσσεται συμμέτρως μετά των λοιπών δανειστών….”, και β) 55 § 1 του ίδιου Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο “Ο Διευθυντής οιουδήποτε Δημοσίου Ταμείου λαβών γνώσιν, είτε εκ κοινοποιήσεως του προγράμματος πλειστηριασμού, είτε καθ` οιονδήποτε άλλον τρόπον, επισπευδομένου πλειστηριασμού, υποχρεούται να αναγγείλη το Δημόσιον διά τα βεβαιωμένα εις το Ταμείον του χρέη του καθ` ου ο πλειστηριασμός, δι αναγγελίας κοινοποιουμένης μόνον εις τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλον και συνοδευομένης υπό πίνακος εμφαίνοντος τα ως άνω χρέη. Ο πίναξ ούτος περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμον του οφειλέτου, το είδος, το ποσόν των χρεών, το οικονομικό έτος εις ο ανήκουν ως και την χρονολογίαν βεβαιώσεως τούτων, προς δε και μνείαν της δι’ έκαστον των χρεών τούτων τυχόν υπαρχούσης ασφαλείας”, προκύπτει, ότι για το ορισμένο των απαιτήσεων του ανακόπτοντος …, αρκεί να προσδιορίζονται αυτές με βάση τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την αναγγελία των ίδιων απαιτήσεων κατά το προαναφερόμενο άρθρο 55 § 1 του ΚΕΔΕ, χωρίς να απαιτείται και εξειδίκευση του τρόπου που κάθε απαίτηση κατέστη ληξιπρόθεσμη (ΑΠ 679/2016, ΑΠ 240/2015, ΑΠ 1353/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, το ανακόπτον, με την υπό κρίση ανακοπή του, εκθέτει ότι, με επίσπευση του πρώτου καθ’ ου η ανακοπή επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει της υπ’ αριθμό … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …, επί του τουριστικού πλοίου με το όνομα «ΠΡΙΝΣ» (PRINCE), με αριθμό νηολογίου λιμένος Πειραιώς 9212 και διεθνές διακριτικό σήμα SY3830, κυριότητας της καθ’ ης η κατάσχεση – οφειλέτριας εταιρείας με την επωνυμία «PRINCE YACHTING (ΠΡΙΝΣ ΓΙΟΤΙΝ) Μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης Τουριστικών Σκαφών, Εμπορίας & Τουριστικών Εργασιών», το οποίο εκπλειστηριάσθηκε και κατακυρώθηκε στην εταιρεία με την επωνυμία «…» αντί του ποσού των 202.000,00 ευρώ, δυνάμει της υπ’ αριθμό 19464/18-6-2014 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού και κατακύρωσης πλοίου της υπαλλήλου του πλειστηριασμού, συμβολαιογράφου Αθηνών Αικατερίνης Παναγιωτοπούλου. Ότι στη διαδικασία του πλειστηριασμού αναγγέλθηκε, μεταξύ άλλων, το ίδιο και ειδικότερα : α) η ΔΟΥ Πλοίων Πειραιώς, δυνάμει της υπ’ αριθμό πρωτ. … αναγγελίας της, για το ποσό των 2.264,96 ευρώ, β) η ΔΟΥ Καλλιθέας, δυνάμει της υπ’ αριθμό πρωτ. 25.965/190602914 αναγγελίας της, για το ποσό των 15.610,72 ευρώ και γ) το Α΄ Τελωνείο Εισαγωγής Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιώς, δυνάμει της υπ’ αριθμό πρωτ. … αναγγελίας του Προϊσταμένου του, για το ποσό των 920.951,98 ευρώ, που προέρχεται από ΦΠΑ τρίτων χωρών και προσαυξήσεις, όπως οι απαιτήσεις αυτές αναλύονται στους συνημμένους σε αυτές (αναγγελίες) και στην ανακοπή πίνακες χρεών, και ζήτησε την προνομιακή κατάταξή του κατ’ άρθρο 61 ΚΕΔΕ. Ότι η ως άνω υπάλληλος του πλειστηριασμού, ενόψει του ότι το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση όλων των αναγγελθέντων δανειστών του ως άνω οφειλέτη, συνέταξε τον προσβαλλόμενο υπ’ αριθμό … πίνακα κατάταξης, με τον οποίο, μετά την προαφαίρεση από το επιτευχθέν πλειστηρίασμα των εξόδων εκτέλεσης συνολικού ποσού 6.325,75 ευρώ, στο εναπομείναν πλειστηρίασμα κατέταξε : α) στην α΄ τάξη των ναυτικών προνομίων του ΚΙΝΔ, το ίδιο το ανακόπτον δια της ΔΟΥ Πλοίων, για το ποσό των 2.264,96 ευρώ, κατά πλήρη ικανοποίηση αυτής, β) στη β΄ τάξη των ναυτικών προνομίων του ΚΙΝΔ, το δεύτερο καθ’ ου η ανακοπή για το ποσό των 5.350,00 ευρώ, κατά πλήρη ικανοποίηση αυτού, και γ) το πρώτο καθ’ ου η ανακοπή, στην α΄ τάξη των ναυτικών προνομίων του ΚΙΝΔ, για έξοδα φύλαξης και συντήρησης στον τελευταίο λιμένα κατάπλου, ύψους 8.739,08 ευρώ, και στη β΄ τάξη των ναυτικών προνομίων του ΚΙΝΔ, για το ποσό των 179.320,21 ευρώ, κατά μερική ικανοποίηση αυτού. Ότι η κατάταξη των καθ’ ων η ανακοπή είναι μη νόμιμη, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα σε αυτήν, καθώς έπρεπε να καταταγούν μόνο οι απαιτήσεις του ίδιου από Φ.Π.Α. και δη μέρος αυτών, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιώς από Φ.Π.Α. ανέρχονται στο ποσό των 391.997,12 ευρώ, πλέον προσαυξήσεων. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί να μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης ώστε να καταταγεί το ίδιο, δια του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιώς, στο ποσό των 193.409,29 ευρώ, με ισόποση αποβολή των καθ’ ων η ανακοπή, προς μερική ικανοποίηση των αναγγελθεισών απαιτήσεών του από Φ.Π.Α., να διαταχθεί η καταβολή του εν λόγω ποσού στο ίδιο, καθώς και να καταδικασθούν οι καθ’ ων στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η ανακοπή, για την εκδίκαση της οποίας έχει δικαιοδοσία το παρόν Δικαστήριο δεδομένου ότι πρόκειται για αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύσθηκε από ανώνυμη εταιρία, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠολΔ, για την ικανοποίηση απαίτησης που προέρχεται από ιδιωτική διαφορά, στην οποία απλώς το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο υπεισήλθε με την αναγγελία των απαιτήσεων του (βλ. ΑΠ 679/1996, ΕφΔωδ 193/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αρμόδια καθ’ ύλη και κατά τόπο εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 979 § 2 εδ. α΄ και 933 §§ 1 και 2 ΚΠοΛΔ, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993 λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), εφαρμοζόμενης, όμως, της ειδικής διαδικασίας των άρθρων 591 § 1 περ. α΄ και 643 ΚΠολΔ (άρθρο 937 § 3 ΚΠολΔ, όπως είχε προστεθεί με το άρθρο 19 § 2 Ν. 4055/2012, και ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, δοθέντος ότι η επιταγή προς εκτέλεση βάσει της οποίας επισπεύσθηκε η αναγκαστική εκτέλεση διενεργήθηκε πριν την 1η-1-2016, βλ. παρ. 3 άρθρου ένατου του ίδιου ως άνω άρθρου) και όχι της τακτικής διαδικασίας κατά την οποία έχει εισαχθεί, και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 10 του από 26-6/10-7-1944 Διατάγματος «περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου», καθώς αντίγραφο της υπ’ αριθμό 19.561/30-7-2014 πρόσκλησης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών Αικατερίνης Παναγιωτοπούλου, υπαλλήλου του πλειστηριασμού, επιδόθηκε στο ανακόπτον στις 17-9-2014 (βλ. την από 17-9-2014 επισημείωση του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …, που τέθηκε, κατ’ άρθρο 139 § 3 ΚΠολΔ, επί του σώματος της ως άνω πρόσκλησης, που προσκομίζει το ανακόπτον), και η κρινόμενη ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 13-10-2014 και επιδόθηκε στους καθ’ ων στις 14-10-2014 και 17-10-2014 (βλ. τις με αριθμούς 393/14-10-2014 και 396/17-10-2014 αντίστοιχα εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Σωτηρίας Μπακράτση, που προσκομίζει το ανακόπτον), καθώς και στην υπάλληλο του πλειστηριασμού (βλ. την υπ’ αριθμό 394/14-10-2014 έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας), στην οποία επιδόθηκε και η από 9-12-2019 κλήση (βλ. την υπ’ αριθμό 4643Γ΄/17-12-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Δήμητρας Κρανίτη). Περαιτέρω, ασκείται παραδεκτά από το ανακόπτον, το οποίο νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκησή της, καθόσον το Α΄ Τελωνείο Εισαγωγής Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιώς αναγγέλθηκε εμπροθέσμως στον επίδικο πλειστηριασμό, ο οποίος έλαβε χώρα στις 18-6-2014, με την υπ’ αριθμό πρωτ. 18975/… αναγγελία του, επιδοθείσα στις 30-6-2014 στην υπάλληλο του πλειστηριασμού (βλ. τη σχετική επισημείωση της τελωνειακής υπαλλήλου Δωροθέας Μητσοπούλου επί του σώματος της αναγγελίας, που προσκομίζει το ανακόπτον), ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) ημερών, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχεία Ι μείζονα σκέψη στην αρχή της παρούσας, απορριπτομένου ως αβάσιμου του περί αντιθέτου ισχυρισμού του πρώτου καθ’ ου η ανακοπή περί απαραδέκτου της κρινόμενης ανακοπής, λόγω εκπρόθεσμης, μετά την παρέλευση πενθημέρου, αναγγελίας. Είναι δε ορισμένη, καθώς από τους συνημμένους στην ανακοπή αναγγελία και πίνακα χρεών προκύπτει ότι η αναγγελθείσα απαίτηση του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιώς περιλαμβάνει τα αναγκαία για το ορισμένο αυτής στοιχεία, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ μείζονα πρόταση της παρούσας, και ειδικότερα, αναγράφεται, μεταξύ άλλων, το κεφάλαιο και το είδος της απαίτησης, ήτοι εισφορά τραπέζης ποσού 3.261,75 ευρώ, Φ.Π.Α. τρίτων χωρών ποσού 391.997,12 ευρώ και προσαυξήσεις ποσού 525.693,11 ευρώ και συνολικά το ποσό της απαίτησης των 920.951,98 ευρώ, καθώς και ότι είναι προνομιακή, κατ’ άρθρο 61 του ΚΕΔΕ, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά ότι είναι προνομιακή κατ’ άρθρο 205 § 1 ΚΙΝΔ, απορριπτομένων του περί αντιθέτου ισχυρισμών των καθ’ ων η ανακοπή. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του προβαλλόμενου λόγου της.
Με το μοναδικό λόγο της κρινόμενης ανακοπής, το ανακόπτον ισχυρίζεται ότι η κατάταξη των καθ’ ων είναι μη νόμιμη και θα έπρεπε να καταταγούν μόνο οι απαιτήσεις του ίδιου από Φ.Π.Α. και πλέον συγκεκριμένα οι απαιτήσεις του Α΄ Τελωνείου Εισαγωγής Ε.Φ.Κ. & Εφοδίων Πειραιώς από Φ.Π.Α., οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των 391.997,12 ευρώ, πλέον προσαυξήσεων, αφού έχουν επικρατέστερο προνόμιο από τις απαιτήσεις των καθ’ ων. Ο λόγος αυτός, ο οποίος βάλλει κατά της σειράς κατάταξης των καθ’ ων η ανακοπή, είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 979 § 2, 975 ΚΠολΔ και 61 § 1 ΚΕΔΕ, και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1012 §§ 1 και 4, όπως το άρθρο αυτό ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 άρθρο όγδοο § 2 του Ν. 4335/2015, και 205 ΚΙΝΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 214 του Ν. 4072/2012, προκύπτει ότι επί κατεσχημένου πλοίου, το οποίο πλειστηριάστηκε, η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται, κατά πρώτο λόγο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Προηγούνται οι κατ’ άρθρο 205 του ΚΙΝΔ προνομιούχες απαιτήσεις, οι οποίες κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες. Τα προνόμια του άρθρου αυτού είναι ειδικά και έχουν ως αντικείμενο ορισμένο πλοίο ή το ναύλο, εκτοπίζουν δε κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικαίου ή του ΚΠολΔ, όταν αντικείμενο του πλειστηριασμού είναι το πλοίο. Ως εκ τούτου, κατατάσσονται, κατά πρώτο λόγο, οι κατά το άρθρο 205 προνομιούχες απαιτήσεις, ακολουθούν οι ενυπόθηκες επί του πλοίου και μετά την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων αυτών, γίνεται επί του τυχόν υπολοίπου του πλειστηριάσματος η κατάταξη των κατά τα άρθρα 975 και 976 ΚΠολΔ προνομιούχων απαιτήσεων, κατά την έκταση κατά την οποία οι τελευταίες δεν καλύπτονται από τη διάταξη του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ. Ειδικότερα, στην τελευταία διάταξη ορίζεται ότι : «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις : α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του … και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ) αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμενοι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης.» Δεν είναι, όμως, κατά την έννοια του παραπάνω άρθρου, συναφείς οι φόροι που είναι ανεξάρτητοι από τη ναυσιπλοΐα, όπως ο φόρος προστιθεμένης αξίας, καθόσον οι περί προνομίων διατάξεις είναι ερμηνευτέες στενά (ΑΠ 79/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 40/2018 ΕΝΑΥΤΔ 2018, σελ. 215 με περαιτέρω παραπομπές σε νομολογία και θεωρία). Έξοδα δε φύλαξης, αναγνωριζόμενα ως προνομιούχα στη δεύτερη πλέον τάξη, νοούνται τα έξοδα «επιστασίας και αναγκαίας μερίμνης», προς το σκοπό διασφάλισης του πλοίου με τα συστατικά και παραρτήματά του στην υλική κατάσταση που κατασχέθηκε. Έτσι, στα έξοδα φύλαξης περιλαμβάνονται όχι μόνο οι δαπάνες, αλλά και η αμοιβή των αναγκαίων προς τούτο υπηρεσιών και φροντίδων, που καταβάλλεται για τη φύλαξη του πλοίου σε φύλακα οριζόμενο από τον πλοιοκτήτη. Δεν απολαμβάνουν, όμως, του εν λόγω προνομίου, όλα τα έξοδα φύλαξης, αλλά μόνο εκείνα που έγιναν σε πλοίο ακινητοποιημένο ενόψει του πλειστηριασμού. Ως «τελευταίος λιμένας μετά τον κατάπλου», ώστε κάθε δαπάνη φύλαξης και συντήρησης που έγινε κατά το διάστημα αυτό να καλύπτεται από το πιο πάνω προνόμιο, θεωρείται το λιμάνι στο οποίο το πλοίο ακινητοποιήθηκε και παρακωλύθηκε να αποπλεύσει συνεπεία της κατάσχεσης (ΑΠ 1556/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 40/2018 ό.π.). Στην προκειμένη περίπτωση, από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα προσκόμισαν με επίκληση, τα οποία λαμβάνονται υπόψη του Δικαστηρίου, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ), είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), όπως μερικά από αυτά αναφέρονται ιδιαιτέρως παρακάτω, χωρίς να παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με την υπ’ αριθμό 19.464/18-6-2014 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού και κατακύρωσης πλοίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Αικατερίνης Παναγιωτοπούλου, εκπλειστηριάσθηκε, με επίσπευση του πρώτου καθ’ ου η ανακοπή, το υπό Ελληνική σημαία τουριστικού, επαγγελματικού πλοίου με όνομα «ΠΡΙΝΣ» (PRINCE), με αριθμό νηολογίου λιμένος Πειραιώς 9212 και διεθνές διακριτικό σήμα SY3830, κυριότητας της καθ’ ης η εκτέλεση εταιρείας με την επωνυμία «PRINCE YACHTING (ΠΡΙΝΣ ΓΙΟΤΙΝ) Μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης Τουριστικών Σκαφών, Εμπορίας & Τουριστικών Εργασιών», που είχε κατασχεθεί αναγκαστικά με την υπ’ αριθμό 2.656/6-5-2014 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …, δυνάμει : α) του από 8-4-2014 εκτελεστού αντιγράφου του υπ’ αριθμό … πρώτου εκτελεστού απογράφου του υπ’ αριθμό … συμβολαίου σύστασης απλής ναυτικής υποθήκης του άλλοτε συμβολαιογράφου Πειραιά Μιχαήλ Λεβέντη, εκδοθέντος από την αναπληρώτρια – αρχειοφύλακα του αρχείου συμβολαιογράφο Πειραιά Ελένη Λιωνή – Κουρτίδου και β) εκτελεστού αντιγράφου του υπ’ αριθμό … πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθμό … τροποποίησης απλής ναυτικής υποθήκης της συμβολαιογράφου Πειραιά Μαρίας Μαυρουδέα – Βενιέρη, για απαίτηση του επισπεύδοντος ύψους 1.947.445,39 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, και κατακυρώθηκε στην εταιρεία με την επωνυμία «…» αντί του ποσού των 202.000,00 ευρώ. Στην ως άνω υπάλληλο του πλειστηριασμού ανήγγειλαν νόμιμα και εμπρόθεσμα τις απαιτήσεις τους, κατά το μέρος που ενδιαφέρει εν προκειμένω, οι ακόλουθοι δανειστές : 1) το πρώτο καθ’ ου η ανακοπή, πιστωτικό ίδρυμα με την επωνυμία «…», με την από 19-6-2014 αναγγελία του, για ληξιπρόθεσμη απαίτησή του ποσού 2.793.580,38 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, 2) το δεύτερο καθ’ ου η ανακοπή, … (….), με την από … αναγγελία του, για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του συνολικού ποσού 5.350,00 ευρώ, πλέον πρόσθετων τελών και εξόδων, 3) το ανακόπτον, …, με την υπ’ αριθμό πρωτ. … αναγγελία του, για απαιτήσεις του συνολικού ποσού 2.264,96 ευρώ, που προέρχονται από φόρους πλοίων, όπως τα ποσά αυτά εξειδικεύονται στο συνημμένο στην αναγγελία και στην κρινόμενη ανακοπή υπ’ αριθμό … πίνακα χρεών, και δια του …, με την υπ’ αριθμό πρωτ. … αναγγελία του, για απαιτήσεις ποσού 920.951,98 ευρώ, που προέρχονται από Φ.Π.Α. τρίτων χωρών, πλέον προσαυξήσεων, όπως τα ποσά αυτά αναλύονται στο συνημμένο στην αναγγελία και στην κρινόμενη ανακοπή από … πίνακα χρεών. Στη συνέχεια, η υπάλληλος του πλειστηριασμού, λόγω του ότι το εκπλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση όλων των αναγγελθεισών απαιτήσεων, συνέταξε τον υπ’ αριθμό … προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, με τον οποίο, αφού προέβη στην αφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης ποσού 6.136,00 ευρώ, απομένοντος υπολοίπου προς διανομή στους δανειστές πλειστηριάσματος, ποσού 195.864,00 ευρώ, κατέταξε : α) στην πρώτη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, οριστικά και προνομιακά, το ανακόπτον, δια του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Πλοίων Πειραιά, για ολόκληρο το ποσό της απαίτησής της από φόρους πλοίων, που ανερχόταν σε 2.264,96 ευρώ, β) στην πρώτη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, οριστικά και προνομιακά, το πρώτο καθ’ ου η ανακοπή, για ολόκληρο το ποσό της απαίτησής του από έξοδα φύλαξης και συντήρησης του κατασχεθέντος πλοίου στον τελευταίο λιμένα κατάπλου, που ανερχόταν σε 8.739,08 ευρώ, γ) στη δεύτερη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, οριστικά και προνομιακά, το δεύτερο καθ’ ου η ανακοπή, για ολόκληρο το ποσό της απαίτησής του από οφειλόμενες εισφορές, που ανέρχονταν σε 5.350,00 ευρώ, και δ) ως ενυπόθηκο δανειστή, οριστικά και προνομιακά, το πρώτο καθ’ ου η ανακοπή, για μέρος της απαίτησής του και δη για 179.320,21 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ότι για την εξασφάλισή της είχε εγγραφεί επί του κατασχεθέντος και εκπλειστηριασθέντος πλοίου πρώτη ναυτική υποθήκη, στα Ναυτικά Υποθηκολόγια του λιμένα Πειραιώς, χωρίς να κατατάξει το ανακόπτον, δια του …, λόγω ανεπάρκειας του πλειστηριάσματος. Με βάση τα ανωτέρω, όμως, αποδεικνύεται ότι νόμιμα έλαβε χώρα η κατά τα άνω κατάταξη των απαιτήσεων των καθ’ ων η ανακοπή, η ύπαρξη, το μέγεθος και ο προνομιακός χαρακτήρας των οποίων δεν αμφισβητούνται από το ανακόπτον. Ειδικότερα, η κατάταξη του πρώτου καθ’ ου η ανακοπή, αναφορικά με τα έξοδα φύλαξης του πλοίου, και του δεύτερου καθ’ ου η ανακοπή, με βάση την ειδική ρύθμιση του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ (αν και στη δεύτερη και πρώτη τάξη αντίστοιχα και όχι αντίστροφα, όπως εν τέλει κατατάχθηκαν, χωρίς να ασκεί έννομη επιρροή στην προκειμένη περίπτωση), καθώς και του πρώτου καθ’ ου η ανακοπή, για μέρος της απαίτησής του, ως ενυπόθηκου δανειστή, προηγείται έναντι των απαιτήσεων του ανακόπτοντος, οι οποίες αφορούν Φ.Π.Α. και δεν αποτελούν συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόρους, αλλά παρέχουν γενικό προνόμιο, κατ’ άρθρο 975 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 61 § 1 ΚΕΔΕ, καθώς, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη, η κατάταξη των κατ’ άρθρο 975 ΚΠολΔ προνομιούχων απαιτήσεων έπεται τόσο των κατά το άρθρο 205 προνομιούχων απαιτήσεων, όσο και των ενυπόθηκων επί του πλοίου και γίνεται μετά την πλήρη ικανοποίηση αυτών, εφόσον επαρκεί το πλειστηρίασμα. Πρέπει, συνεπώς, απορριπτομένου του μοναδικού λόγου της ανακοπής ως ουσιαστικά αβάσιμου, να απορριφθεί η υπό κρίση ανακοπή και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η ανακοπή, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματός τους με τις προτάσεις τους (άρθρο 106 ΚΠολΔ), σε βάρος του ανακόπτοντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 189 και 191 § 2 ΚΠολΔ), μειωμένα, όμως, κατά τη διάταξη του άρθρου 22 § 1 Ν. 3693/1957, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την ανακοπή.
Επιβάλλει σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ για έκαστο αυτών.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 15 Απριλίου 2020 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ