Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

 

 

 

 

Αριθμός Απόφασης 1757/2020

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών)

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στον Πειραιά, την 15η Οκτωβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της Κοινοπραξίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …, με ΑΦΜ … (ΔΟΥ …), και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Σταυρούλας Κωνσταντινίδου του Παναγιώτη (ΑΜ/ΔΣΠ 2633), κατοίκου ……, οδός … αριθ. …, που κατέθεσε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …, με ΑΦΜ … (ΔΟΥ …), και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Δημήτριου Καραμήτρου του Στέφανου (ΑΜ/ΔΣΚ 411), κατοίκου ……, … αριθ…, που κατέθεσε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Καλαυρίας (…) την από 17.5.2016  και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 16/2016 αγωγή εναντίον της ήδη εκκαλούσας και ζήτησε να γίνει δεκτή. Το Δικαστήριο εκείνο, δικάζοντας ερήμην της εναγόμενης κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την υπ’ αριθ. 15/2017 οριστική απόφασή του δέχθηκε την αγωγή. Ήδη η εναγόμενη – εκκαλούσα με την από 20.3.2019 και με αριθμό έκθεσης 01/2019 έφεσή της που κατέθεσε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, προσέβαλε την απόφαση αυτή, κατατέθηκε δε η έφεση στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου υπ’ αριθ. έκθεσης 2761/1318/2019 και αρχικά προσδιορίστηκε να συζητηθεί, κατόπιν της από 26.3.2019 πράξης περί ορισμού συζήτησης, για τις 7.5.2019, οπότε και η συζήτησή της αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, κατά την οποία  εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους και αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από τη διάταξη του άρθρου 614 ΚΠολΔ προκύπτει ότι κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών δικάζονται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές για ζημία από αυτοκίνητα, ήτοι οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής για ζημίες που έχουν προκληθεί από αυτοκίνητο μεταξύ των δικαιούχων ή των διαδόχων τους και εκείνων που έχουν υποχρέωση να καταβάλουν αποζημίωση και των διαδόχων τους, όπως και απαιτήσεις από σύμβαση ασφάλισης αυτοκινήτου μεταξύ των ασφαλιστικών εταιριών και των ασφαλισμένων ή των διαδόχων τους. Για την εφαρμογή της ειδικής αυτής διαδικασίας απαιτείται η απαίτηση αποζημίωσης για οποιασδήποτε μορφής ζημία που προκλήθηκε να προέρχεται από αυτοκίνητο, δηλαδή η ζημία πρέπει να έχει ως αιτία κάθε όχημα που κινείται στο έδαφος με μηχανική δύναμη. Διαφορετικά, η διαφορά δεν υπάγεται στην ειδική διαδικασία του άρθρου 614 ΚΠολΔ, αλλά στην τακτική διαδικασία κατά τις γενικές διατάξεις. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 466 του ΚΠολΔ, αν το αντικείμενο της διαφοράς υπάγεται στο ειρηνοδικείο και αφορά απαιτήσεις, καθώς και δικαιώματα επάνω σε κινητά πράγματα ή τη νομή τους και η αξία του δεν είναι μεγαλύτερη από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, εφαρμόζονται τα άρθρα 467 έως 471, οπότε η ερημοδικία του εναγομένου δεν συνεπάγεται πλάσμα ομολογίας, αλλά η συζήτηση παρά την απουσία του προχωρεί κανονικά. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 512 του ΚΠολΔ, οι αποφάσεις των ειρηνοδικείων σε διαφορές που εκδικάζονται κατά τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 466 έως 472 είναι ανέκκλητες, ενώ από τη διάταξη του άρθρου 469 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, αν το δικαστήριο προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης και στην έκδοση απόφασης σε βάρος μη παραστάντος διαδίκου, ενάγοντος ή εναγόμενου, η απόφαση προσβάλλεται με ανακοπή ερημοδικίας, εφόσον αυτός δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα. Το ίδιο ισχύει και όταν ο διάδικος δεν μπόρεσε να παραστεί για λόγους ανώτερης βίας. Εξάλλου, το επιτρεπτό των ενδίκων μέσων, που διαφέρει από διαδικασία σε διαδικασία, προσδιορίζεται τόσο από τη διαδικασία κατά την οποία πράγματι εκδικάστηκε η υπόθεση και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, όσο και από εκείνη που έπρεπε κατά νόμο να τηρηθεί, αλλά εσφαλμένα δεν εφαρμόσθηκε. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση που ειδική διάταξη νόμου δεν επιτρέπει την άσκηση ορισμένου ενδίκου μέσου κατά των αποφάσεων που εκδίδονται κατά τη διαδικασία που προβλέπει αυτή, διότι είναι δίκαιο και επιεικές τα σφάλματα του δικαστηρίου για το είδος της διαδικασίας που πρέπει να τηρηθεί κατά την εκδίκαση της υπόθεσης να μην αποβαίνουν σε βάρος των διαδίκων (αρχή της μείζονος ευνοίας – ΟλΑΠ 5/1985 Δ 1986.72, ΑΠ 452/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έτσι, αν διαφορά δικάσθηκε με τις ειδικές διατάξεις περί μικροδιαφορών, ενώ έπρεπε να δικασθεί με την τακτική ή με ειδική διαδικασία, συγχωρείται η άσκηση εφέσεως. Αντίθετα, κατά μερική παρέκκλιση από την αρχή της μείζονος ευνοίας, όταν η απόφαση εκδόθηκε κατά την τακτική ή ειδική διαδικασία, ενώ έπρεπε να δικασθεί με τις ειδικές διατάξεις περί μικροδιαφορών, δεν επιτρέπεται η άσκηση εφέσεως [βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Μαργαρίτη), ΚΠολΔ Ι (2000), 512 αριθ. 1]. Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, αν ασκήσει έφεση ο ερημοδικασθείς κατά τη συζήτηση στον πρώτο βαθμό διάδικος, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη οριστική ερήμην απόφαση, η οποία στηρίχθηκε στο τεκμήριο από την ερημοδικία του, με την τυπική παραδοχή της εφέσεως.

Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας στρέφεται κατά της με αριθμό 15/2017 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Καλαυρίας, που εκδόθηκε, αφού έγινε συζήτηση ερήμην της εναγόμενης, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (αυτοκίνητα) επί της από 17.5.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 16/2016 αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης. Ειδικότερα, με την ως άνω αγωγή η ενάγουσα ιστορούσε ότι στις 24.10.2015 ο προστηθείς της …, οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας … Δ.Χ.Ε. τουριστικό λεωφορείο – πούλμαν, μάρκας «Mercedes», ιδιοκτησίας της, έμφορτο επιβατών, επέστρεφε με το ε/γ – ο/γ πλοίο «…», της πλοιοκτησίας άλλως εκμεταλλεύσεως της εναγόμενης, μέσω του λιμένος του … στον … στα πλαίσια προγραμματισμένης εκδρομής, με τελικό προορισμό την …. Ότι όταν το ως άνω πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του … ο ανωτέρω οδηγός ζήτησε από το πλήρωμα να τοποθετηθούν «στρώματα» στον καταπέλτη του πλοίου, πλην όμως ενημερώθηκε ότι δεν υπήρχαν τέτοια και θα έπρεπε να επιχειρήσει την αποβίβαση χωρίς «στρώματα». Ότι κατά την έξοδο από το πλοίο, αν και ο οδηγός του ανωτέρω μεταφερόμενου λεωφορείου οδηγούσε πολύ προσεκτικά, αυτό προσέκρουσε με το κάτω μέρος του οπίσθιου προφυλακτήρα του στον καταπέλτη, από αποκλειστική υπαιτιότητα των προστηθέντων της εναγόμενης, που ήταν υπεύθυνοι για την επιβίβαση – αποβίβαση των οχημάτων, και της εναγόμενης κοινοπραξίας, που δεν είχε εξοπλίσει το πλοίο της με τον κατάλληλο εξοπλισμό. Ότι εξαιτίας της πρόσκρουσης αυτής προκλήθηκαν στο λεωφορείο οι εκτιθέμενες στην αγωγή υλικές ζημιές, για την αποκατάσταση των οποίων η ενάγουσα ιδιοκτήτρια δαπάνησε το ποσό των 356,70 ευρώ συνολικά, όπως αναλύεται στην αγωγή για τις επιμέρους εργασίες, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 23%. Ότι περαιτέρω, απώλεσε διαφυγόντα εισοδήματα πέντε ημερών, κατά τις οποίες το λεωφορείο της δεν εκτέλεσε τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, ανέρχεται δε η σχετική ζημία της, αφού αφαιρεθεί το όφελός της από τη μη κίνηση του αυτοκινήτου της ισάριθμες ημέρες, στο ποσό των 1.135,50 ευρώ. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει ως αποζημίωση, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, το συνολικό ποσό των 1.492,20 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως, καθώς και να καταδικασθεί η τελευταία στη δικαστική δαπάνη της. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφαση, έκρινε ότι με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή παραδεκτώς εισήχθη προς εκδίκαση ενώπιόν του, ήταν νόμιμη και ακολούθως, λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 271 και 591 ΚΠολΔ, την έκανε δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν. Εσφαλμένα, ωστόσο, εφάρμοσε την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, και δη των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα, αφού η εκτιθέμενη ζημία δεν προκλήθηκε από μηχανοκίνητο στο έδαφος όχημα, κατά την έννοια που προεκτέθηκε στη νομική σκέψη. Επειδή δε η επίδικη διαφορά αφορά σε απαιτήσεις της ενάγουσας από ζημία που προκλήθηκε στο τουριστικό λεωφορείο της ιδιοκτησίας της, η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 466 παρ. 1 του ΚΠολΔ ποσό των 5.000 ευρώ, η προσήκουσα διαδικασία ήταν αυτή των άρθρων 466 έως 472 του ΚΠολΔ. Συνεπώς, επειδή στην κρινόμενη υπόθεση έπρεπε να εφαρμοστούν οι διατάξεις των μικροδιαφορών, επί των οποίων αποκλείεται ρητά η άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης (άρθρο 512 ΚΠολΔ), η κρινόμενη έφεση, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτιθέμενα στη μείζονα πρόταση, τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου (άρθρο 532 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι πρέπει να προηγηθεί η τυπική παραδοχή της έφεσης για την κατ’ άρθρο 528 ΚΠολΔ εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ασκηθείσα έφεση πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη λόγω του ανέκκλητου της εκκαλούμενης απόφασης, ανεξαρτήτως της διαδικασίας που εφάρμοσε -εσφαλμένα- το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, τα δικαστικά έξοδα, ωστόσο, πρέπει να συμψηφιστούν, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ). Τέλος, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου κατάθεσης της έφεσης, ποσού 75 ευρώ, που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα (ήτοι το υπ’ αριθμ. …), λόγω της ήττας της.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση ως απαράδεκτη.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου κατάθεσης της έφεσης, ποσού εβδομήντα πέντε (75) ευρώ, που κατατέθηκε από την εκκαλούσα (υπ’ αριθμ. …) στο δημόσιο ταμείο.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ