Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

Αριθμός απόφασης       

1583/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 3 Μαρτίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της ανακόπτουσας : Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», με το διακριτικό τίτλο «….», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στον ……., επί της …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Κίμωνα Γκιουλιστάνη, ο οποίος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.

Των καθ’ ων η ανακοπή : 1) …ς εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … και διατηρεί στην Ελλάδα εγκατεστημένο υποκατάστημα, επί της …, στο …, 2) …, κατοίκου …, 3) …, κατοίκου …, οδός …, αριθμός …., 4) …, κατοίκου …, 5) …, …, 6) …, κατοίκου …, οδός … αριθμός …., 7) …, κατοίκου …, οδός … αριθμός …., 8) …, κατοίκου …, 9) …, κατοίκου …, 10) …, κατοίκου …, …, 11) …, κατοίκου …, 12) …, κατοίκου …, …, 13) …, κατοίκου …, 14) …, κατοίκου …,, …, 15) …, κατοίκου …, 16) …, κατοίκου …, 17) …, κατοίκου …, …, 18) …, κατοίκου …, …, 19) …, κατοίκου …, 20) …, κατοίκου …, 21) …, κατοίκου …, οδός …, αριθμός ……, 22) …, κατοίκου …, 23) …, κατοίκου …, οδός …, αριθμός ….., 24) …, κατοίκου …, 25) …, κατοίκου …, οδός …, 26) …, κατοίκου …, 27) …, κατοίκου …, 28) …, κατοίκου …, 29) …, κατοίκου …, 30) …, κατοίκου …, 31) …, κατοίκου …, 32) …, κατοίκου …, 33) …, κατοίκου …, 34) …, κατοίκου …, 35) …, κατοίκου …, 36) …, κατοίκου …, 37) …, κατοίκου …, 38) …, κατοίκου …, 39) …, κατοίκου …, 40) …, κατοίκου …, 41) …, κατοίκου …, 42) …, κατοίκου …, …, 43) …, κατοίκου …, 44) …, κατοίκου …, …, 45) …, κατοίκου …, 46) …, κατοίκου …, 47) …, κατοίκου …, 48) …, κατοίκου … …,49) κατοίκου …, 50) …, κατοίκου …, …, 51) …, κατοίκου …, 52) …, κατοίκου …, 53) …, κατοίκου …, …, 54) …, κατοίκου …, 55) …, κατοίκου …, 56) …, κατοίκου …, 57) …, κατοίκου …, 58) …, κατοίκου …, 59) …, κατοίκου …, 60) …, κατοίκου …, εκ των οποίων οι 1η και 2ος παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Διονύσιου Στρατηγού, ο οποίος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ, οι 3ος έως και 22ος παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Βασιλείου Σαξώνη, ο οποίος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ, οι 23ος έως και 29ος παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Γεωργίου Κοντοσέα, ο οποίος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ, οι 30ος έως και 47ος παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Μαρίας Ανδρουλάκη, η οποία προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ, οι 48ος έως και 54ος παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Σωτηρίου Μπούρου, ο οποίος προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ, και οι 55ος έως και 60ος παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Μαρίας Λειβιδιώτου -Σαξώνη, η οποία προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.

Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 14-11-2019 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 10325/14-11-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5199/14-11-2019, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί αρχικά για τη δικάσιμο της 18ης-2-2020 και κατόπιν αναβολής για αυτήν που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.

  ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Στη διάταξη του άρθρου 3 του Ν. 2881/2001 «Ρύθμιση θεμάτων ανέλκυσης ναυαγίων και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι «“Επικίνδυνα και επιβλαβή πλοία σε λιμένες, διώρυγες, διαύλους” § 1. Ο κύριος ή ο εφοπλιστής πλοίου, το οποίο παραμένει στην περιοχή λιμένα, διώρυγας ή διαύλου και η όλη κατάστασή του δημιουργεί κίνδυνο βύθισής του ή κίνδυνο στη ναυσιπλοΐα ή προσβάλλει ή απειλεί να προσβάλλει το περιβάλλον, υποχρεούται να το απομακρύνει εκτός λιμένα, διώρυγας ή διαύλου ή, αν επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να το εξουδετερώσει με οποιονδήποτε τρόπο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 2. Ο Οργανισμός προσκαλεί εγγράφως τον κύριο ή και τον εφοπλιστή να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες, ορίζοντας εύλογη αρχική προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τους δύο (2) μήνες και δηλώνοντας συγχρόνως, ότι σε διαφορετική περίπτωση θα αναλάβει να προβεί στην απομάκρυνση ή εξουδετέρωση του πλοίου με ευθύνη και με δαπάνες τους, οι οποίες σε περίπτωση μη άμεσης καταβολής, καταλογίζονται σε βάρος τους και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. …. 5. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου», όπου «Οργανισμός» νοείται κατά το άρθρο 1 § 2 του αυτού νόμου «το κατά περίπτωση αρμόδιο νομικό πρόσωπο του δημόσιου τομέα ή η δημόσια υπηρεσία, που ασκεί τη διοίκηση και διαχείριση λιμένα, διώρυγας ή διαύλου». Το άρθρο 2 δε του παραπάνω νόμου ορίζει «“Ναυάγια σε λιμένες, διώρυγες, διαύλους” … § 5. Αν η εκτέλεση των πράξεων αυτών από τον Οργανισμό κρίνεται, λόγω των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδύνατη ή απρόσφορη ή ασύμφορη, ο Οργανισμός μπορεί να εκποιήσει το ναυάγιο ή τμήματα αυτού, με ανοικτό πλειοδοτικό διαγωνισμό. Ο πλειοδότης υποχρεούται να ανελκύσει και απομακρύνει το ναυάγιο μέσα στην οριζόμενη στη διακήρυξη προθεσμία. Από την κατακύρωση και την καταβολή του τιμήματος, ο πλειοδότης θεωρείται ότι παραλαμβάνει το ναυάγιο, αποκτά την κυριότητά του ελεύθερη από κάθε δικαίωμα τρίτου και μπορεί, αν συντρέχει λόγος, να ζητήσει την καταχώριση περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης ή τη διαγραφή από το νηολόγιο. Για την καταχώριση ή τη διαγραφή δεν απαιτείται βεβαίωση του άρθρου 19 παρ. 1 του Ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α΄) και το πιστοποιητικό του άρθρου 88 παρ. 5του Κ.Ν. 792/1978 (ΦΕΚ 220 Α΄), όπως ερμηνεύτηκε αυθεντικά από το άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1711/1987 (ΦΕΚ 109 Α΄). Η κυριότητα του πλειοδότη τελεί υπό τη διαλυτική αίρεση της μη εμπρόθεσμης ανέλκυσης και απομάκρυνσης του ναυαγίου. Η ανέλκυση και απομάκρυνση του ναυαγίου πιστοποιείται από τον Οργανισμό. Ο Οργανισμός αφαιρεί από το τίμημα τις δαπάνες εκποίησης, αυξημένες κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) και καταθέτει το υπόλοιπο στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του κυρίου, ο οποίος και καλείται να παραλάβει το οικείο γραμμάτιο παρακαταθήκης. Για την κατάθεση ειδοποιείται η αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, οι δανειστές που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 και, αν είχε επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση στο ναυάγιο, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού. Στην τελευταία περίπτωση η κατάθεση γίνεται με τον όρο να αποδοθεί το τίμημα ύστερα από εντολή του υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Με την επιφύλαξη της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου, το τίμημα αποδίδεται στον κύριο μετά παρέλευση έξι (6) μηνών από την ημέρα που ο Οργανισμός θα δηλώσει ότι έγινε η ανέλκυση και απομάκρυνση του ναυαγίου. Μετά την παρέλευση έτους από την ημέρα αυτήν, ο Οργανισμός δικαιούται να αναλάβει το τίμημα, αν δεν ζητηθεί αυτό από τον κύριο ή δεν ασκήσουν δικαιώματα δανειστές. Από τις προαναφερθείσες διατάξεις, συνάγεται ότι ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς, ο οποίος είχε ιδρυθεί και λειτουργούσε ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με βάση τις διατάξεις του ιδρυτικού του νόμου (4748/1930) και τις μετέπειτα τροποποιήσεις του, μετατράπηκε μεν, με βάση το Ν. 2688/1999, σε ανώνυμη εταιρεία και έχει πλέον το χαρακτήρα και λειτουργεί ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, διατήρησε, όμως και μετά τη μετατροπή του αυτή την αρμοδιότητα των παραπάνω δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων και αυτά της αναγκαστικής εκποίησης και απομάκρυνσης ναυαγίων, επιβλαβών και επικίνδυνων πλοίων, καθώς και άλλων πλωτών μέσων, από την περιοχή του Λιμένος Πειραιώς, προκειμένου, αφενός, να εξασφαλιστεί ακώλυτα η ελεύθερη ναυσιπλοΐα και η εύρυθμη λειτουργία του λιμένα και αφετέρου να αποσοβηθεί ο κίνδυνος ρύπανσης του θαλάσσιου χώρου, λόγω της παρουσίας των ανωτέρω (ναυαγίων και άλλων επικίνδυνων πλοίων) εντός των χώρων αυτού. Η ενάσκηση των παραπάνω δικαιωμάτων εκ μέρους της ΟΛΠ ΑΕ, συνάπτεται με τον έλεγχο της προστασίας εν γένει του φυσικού περιβάλλοντος, που κατά το άρθρο 24 του Συντάγματος, υπάγεται και πρέπει να ασκείται από δημόσια αρχή. Ασκώντας, δηλαδή, τα προβλεπόμενα από τις προαναφερθείσες διατάξεις δικαιώματά της, η ως άνω εταιρεία ενεργεί ως ν.π.δ.δ. και έτσι ασκεί δημόσια εξουσία (ΕφΠειρ 468/2017 Ε.Ν.Δ. 45, σελ. 13 επ., ΕφΠειρ 314/2014 ΕλλΔνη 2015, σελ. 489, βλ. ΣτΕ 112/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, πρβλ. ΟλΣτε 1211/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, όπως ήδη εκτέθηκε στο Ν. 2881/2001 (άρθρο 2 § 5) προβλέπεται ότι, εάν στο ναυάγιο είχε επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση, για την κατάθεση του προϊόντος της εκποίησης ειδοποιείται ο υπάλληλος του πλειστηριασμού και η κατάθεση γίνεται με τον όρο να αποδοθεί το τίμημα ύστερα από εντολή του ανωτέρω υπαλλήλου. Η τελευταία αυτή διάταξη, λαμβανομένης υπόψη της μεσολαβούσας αναγκαστικής εκποίησης, δε μπορεί να έχει την έννοια ότι η προϋφιστάμενη της εκποίησης αναγκαστική κατάσχεση επί του πλοίου εξακολουθεί να παράγει αποτελέσματα και μετά την εκποίηση, αλλά ότι ο νομοθέτης, με προφανή σκοπό τη συντόμευση των διαδικασιών, αναθέτει στον ήδη ορισθέντα προ της εκποίησης συμβολαιογράφο να προβεί στη διανομή του προϊόντος της εκποίησης, όχι όμως υπό την ιδιότητά του ως ορισθέντα υπαλλήλου επί του πλειστηριασμού, αλλά ως εκ του νόμου έχοντος την ιδιότητα του δημόσιου λειτουργού και την αρμοδιότητα για τη διενέργεια της διανομής. Στην περίπτωση, συνεπώς, που προϋφίστατο της αναγκαστικής εκποίησης αναγκαστική κατάσχεση επί του πλοίου, ο ίδιος ο νόμος ορίζει το δημόσιο λειτουργό που θα προβεί στη διανομή του προϊόντος της εκποίησης (ΕφΠειρ 468/2017 ό.π., με αναφορά στην υπ’ αριθμό 645/2012 γνωμοδότηση του Δ΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ., δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του). Εξάλλου, η διαδικασία της κατάταξης αποτελεί τμήμα της διαδικασίας εκτέλεσης (βλ. και ΑΕΔ 23/1999 ΑρχΝ 2000, σελ. 88, ΣτΕ 5111/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1161/2010 ΕΠολΔ 2010, σελ. 700). Κατά την επισπευδόμενη, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΠολΔ, αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση απαίτησης που προήλθε από ιδιωτική διαφορά, αν το πλειστηρίασμα δεν επαρκεί για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των δανειστών του καθ’ ου η εκτέλεση που έχουν αναγγελθεί, ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος (συμβολαιογράφος) συντάσσει πίνακα κατάταξης (άρθρο 974 ΚΠολΔ). Τον πίνακα αυτό μπορούν να προσβάλουν όσοι από τους δανειστές έχουν προς τούτο έννομο συμφέρον (άρθρο 979 § 2 ΚΠολΔ). Οι διαφορές που δημιουργούνται από την άσκηση ανακοπής κατά του ως άνω πίνακα υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ως ιδιωτικές διαφορές, καθόσον η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο εκτελεστός τίτλος που αποτελεί το θεμέλιο της εκτέλεσης, είναι σχέση ιδιωτικού δικαίου. Αν, όμως, επισπεύδεται διοικητική εκτέλεση, με βάση τίτλο του άρθρου 2 § 2 του ΚΕΔΕ – οπότε ο τρόπος και η έκταση ικανοποίησης των δανειστών στο διενεργούμενο σύμφωνα με τις διατάξεις του ως άνω Κώδικα πλειστηριασμό ρυθμίζεται κατά το άρθρο 57 του ίδιου Κώδικα, με παραπομπή στις οικείες διατάξεις του ΚΠολΔ, λαμβανομένων υπόψη και των οριζομένων στο άρθρο 61 του ΚΕΔΕ ως προς την κατάταξη του Δημοσίου, ενώ η άσκηση ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης δανειστών, που συντάσσεται κατά τον εν λόγω πλειστηριασμό, προβλέπεται και ρυθμίζεται ειδικότερα στο άρθρο 58 του ανωτέρω Κώδικα – η διαφορά που δημιουργείται από την άσκηση της ανακοπής αυτής υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών ή των πολιτικών δικαστηρίων, ανάλογα με τη φύση της ως διοικητικής ή ιδιωτικής αντίστοιχα. Οι διαφορές δε που γεννώνται από την κατάταξη είναι είτε διοικητικές, αν η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο τίτλος του άρθρου 2 § 2 του ΚΕΔΕ και που αποτελεί το θεμέλιο της εκτέλεσης, είναι σχέση δημοσίου δικαίου, είτε ιδιωτικές αν η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο εν λόγω τίτλος, είναι σχέση ιδιωτικού δικαίου. Επίσης, αν η διοικητική εκτέλεση επισπεύδεται με βάση τίτλο του άρθρου 2 § 2 του ΚΕΔΕ, ο οποίος στηρίζεται σε υποκείμενες ετεροειδείς σχέσεις, δηλαδή σε σχέσεις δημοσίου αφενός και ιδιωτικού δικαίου αφετέρου, θα πρέπει να αναζητηθεί η προέχουσα απαίτηση στον εν λόγω τίτλο, δηλαδή εκείνη που υπερτερεί ποσοτικώς και με βάση αυτήν τελικά να καθορισθεί το δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται η διαφορά, δηλαδή το διοικητικό δικαστήριο, όταν η απαίτηση αυτή προέρχεται από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου και το πολιτικό δικαστήριο, όταν η μεγαλύτερη αυτή απαίτηση προέρχεται από έννομη σχέση ιδιωτικού δικαίου (βλ. ΑΕΔ 23/1999, ΣτΕ 5111/2012, ΑΠ 1161/2010, ΕφΠειρ 468/2017 ό.π.). Ωστόσο, το κριτήριο της υποκείμενης σχέσης, στην οποία στηρίζεται ο τίτλος με βάση τον οποίο επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση, δε μπορεί να βρει εφαρμογή για τον καθορισμό της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου, το οποίο θα εκδικάσει την ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης που συντάχθηκε από τον οριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 9 § 2 του Ν. 2881/2001 συμβολαιογράφο για τη διανομή του προϊόντος της αναγκαστικής εκποίησης πλοίου θεωρηθέντος, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 3 και 5 του ως άνω νόμου, ως επικινδύνου και επιβλαβούς. Και τούτο διότι η εκποίηση του πλοίου, στη διανομή του προϊόντος της οποίας αφορά ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, δε γίνεται προς το σκοπό ικανοποίησης κάποιας απαίτησης δανειστή του κυρίου αυτού (του πλοίου), αλλά προς αποτροπή των κινδύνων που εγκυμονεί το εν λόγω πλοίο για τη ναυσιπλοΐα και το περιβάλλον, για την εξυπηρέτηση δηλαδή σκοπών δημοσίου συμφέροντος. Εφόσον δε, κατά τα προεκτεθέντα, η προϋφιστάμενη της εκποίησης αναγκαστική κατάσχεση επί του πλοίου δεν εξακολουθεί να παράγει αποτελέσματα και μετά απ’ αυτήν (την εκποίηση), δεν είναι δυνατή η αναγωγή στην υποκείμενη σχέση που στηρίζεται η απαίτηση για την ικανοποίηση της οποίας επιβλήθηκε η ανωτέρω προγενέστερη κατάσχεση, για τον καθορισμό της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου που θα εκδικάσει την ανακοπή κατά του εν λόγω πίνακα κατάταξης. Για τον ως άνω καθορισμό ασφαλέστερο και ορθότερο κριτήριο, κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού, αποτελεί η ιδιότητα υπό την οποία ενεργεί εν προκειμένω ο εκάστοτε Οργανισμός Λιμένος που προβαίνει στην αναγκαστική εκποίηση του επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου. Ειδικότερα, όπως διαλαμβάνεται ανωτέρω, ο Οργανισμός Λιμένος ενεργεί, στο πλαίσιο της σχετικής αρμοδιότητας που του έχει ανατεθεί με το Ν. 2881/2001, ως φορέας άσκησης δημόσιας εξουσίας, ήτοι ως διοικητική αρχή. Το ποσό δε για τη διανομή του οποίου συντάσσεται από τον οριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 9 § 2 του ως άνω νόμου συμβολαιογράφο πίνακας κατάταξης, αποτελεί το προϊόν ακριβώς των πράξεων στη διενέργεια των οποίων προβαίνει ο Οργανισμός Λιμένος στο πλαίσιο άσκησης δημόσιας εξουσίας. Εφόσον, επομένως, η διαδικασία της κατάταξης αποτελεί τμήμα της διαδικασίας της εν λόγω αναγκαστικής εκποίησης, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και στην αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι διαφορές που γεννώνται από την κατάταξη των δανειστών στο προϊόν της αναγκαστικής εκποίησης του επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου είναι διοικητικές και υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 § 1 του Ν. 1406/1983 (με τη σημείωση ότι η απαρίθμηση των διοικητικών διαφορών ουσίας στη διάταξη της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου είναι ενδεικτική, όπως προκύπτει από τη χρήση του όρου «ιδίως» – βλ. και ΑΠ 1999/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ας σημειωθεί, τέλος, ότι μόνο από το γεγονός ότι με τη διάταξη του άρθρου 9 § 2 του Ν. 2881/2001 γίνεται ρητή παραπομπή στις διατάξεις του ΚΠολΔ που αφορούν την αναγγελία και τη διανομή του πλειστηριάσματος και ειδικότερα ορίζεται ότι «… Αν εκποιείται από τον Οργανισμό το ναυάγιο ή το πλοίο και έχει επιβληθεί σε αυτό αναγκαστική κατάσχεση, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν την αναγγελία και τη διανομή του πλειστηριάσματος», δε δύναται να συναχθεί επιχείρημα υπέρ της υπαγωγής των προεκτιθέμενων διαφορών στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι, όπως ανωτέρω μνημονεύεται, και η ρύθμιση του τρόπου και της έκτασης ικανοποίησης των δανειστών στον κατά τη διοικητική εκτέλεση διενεργούμενο πλειστηριασμό ρυθμίζεται, κατά τη διάταξη του άρθρου 57 του ΚΕΔΕ, με αντίστοιχη παραπομπή στις οικείες διατάξεις του ΚΠολΔ (άρθρα 972 και 974 – 980 ΚΠολΔ, ΣτΕ 5111/2012 ό.π., ΕφΠειρ 468/2017 ό.π., ΕφΑθ 4653/2009 ΕλλΔνη 2009, σελ. 1749). Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση ανακοπή, η ανακόπτουσα ζητεί, για τους λόγους που ειδικότερα  εκτίθενται σε αυτήν, τη μεταρρύθμιση του υπ’ αριθμό … πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών Μελπομένης Μπαραλαμά για τη διανομή του πλειστηριάσματος του αναγκαστικά εκποιηθέντος από την ίδια (ανακόπτουσα) με ανοικτό πλειοδοτικό διαγωνισμό, βάσει των διατάξεων του Ν. 2881/2001, επικίνδυνου και επιβλαβούς Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «…», υπό … σημαία, νηολογίου …, με αριθμό ΙΜΟ … και ΔΔΣ …, πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία «…», έτσι ώστε να αποβληθούν οι καθ’ ων για το σύνολο των απαιτήσεών τους και να καταταγεί η ίδια προνομιακά για τα ποσά που αναγγέλθηκε. Ωστόσο, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη της παρούσας, η ένδικη ανακοπή αφορά διαφορά που γεννήθηκε από την κατάταξη των δανειστών στο προϊόν της αναγκαστικής εκποίησης επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου, που διενεργήθηκε από την ανακόπτουσα, στο πλαίσιο άσκησης της δημόσιας εξουσίας που της ανατέθηκε, δυνάμει των διατάξεων του Ν. 2881/2001, ήτοι αποτελεί διοικητική διαφορά, υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Κατ’ ακολουθίαν, δεδομένου ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας προς εκδίκασή της, πρέπει αυτή να απορριφθεί ως απαράδεκτη (άρθρα 2 και 4 εδ. γ΄ ΚΠολΔ), τα δε δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων στο σύνολό τους, λόγω του ότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την ανακοπή.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 29 Απριλίου 2020 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ