ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2032/2020
(ΓΑΚ/ΕΑΚ ανακοπής 5498/2742/2019)
(ΓΑΚ/ΕΑΚ ανακοπής 5608/2796/2019)
(ΓΑΚ/ΕΑΚ ανακοπής 5259/2610/2019)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη γραμματέα Κούλα Κουντούρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26 Νοεμβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α) Της ανακόπτουσας: Της Ανωνύμου Εταιρείας με την επωνυμία «…, που εδρεύει στον …, νομίμως εκπροσωπούμενη, με ΑΦΜ …, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Κίμωνας Γκιουλιστάνης του Δημητρίου (ΑΜ/ΔΣΠ 2562), κάτοικος …, που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις.
Των καθ’ ων η ανακοπή: 1) Της Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην …, και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της Χρυσούλα Τήρλα του Ανέστη (ΑΜ/ΔΣΑ 31252), κάτοικος …, που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις, 2) … του …, κατοίκου … (…), 3) … του …, κατοίκου … (…) και 4) … του …, κατοίκου …, περιοχή … (…), τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Γεώργιος Κοντοσέας του Κωνσταντίνου (ΑΜ/ΔΣΑ 9235), κάτοικος … που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις.
Β) Της ανακόπτουσας: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στο …, νόμιμα εκπροσωπούμενη, με ΑΦΜ …, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της Μαρία Μπότση του Γεωργίου (ΑΜ/ΔΣΠ 1536), κάτοικος …, που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις.
Της καθ’ ης η ανακοπή: Της Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην …, και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της Χρυσούλα Τήρλα του Ανέστη (ΑΜ/ΔΣΑ 31252), κάτοικος …, που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις.
Γ) Των ανακοπτόντων: 1) … του … (…), κατοίκου … (…), 2) … (…) του …r (…), κατοίκου … (…) και 3) … … (… …) του … (…), κατοίκου …, περιοχή … (…), τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Γεώργιος Κοντοσέας του Κωνσταντίνου (ΑΜ/ΔΣΑ 9235), κάτοικος … που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις.
Της καθ’ ης η ανακοπή: Της Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην …, και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της Χρυσούλα Τήρλα του Ανέστη (ΑΜ/ΔΣΑ 31252), κάτοικος …, που προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και υπέβαλε προτάσεις.
Η ανακόπτουσα της υπό στοιχείο Α ανακοπής ζητεί να γίνει δεκτή η από 19.6.2019 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου 5498/2742/2019, προσδιορίστηκε για τις 24.9.2019, οπότε αναβλήθηκε για την παραπάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Η ανακόπτουσα της υπό στοιχείο Β ανακοπής ζητεί να γίνει δεκτή η από 21.6.2019 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου 5608/2796/2019, προσδιορίστηκε για τις 15.10.2019, οπότε αναβλήθηκε για την παραπάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Οι ανακόπτοντες της υπό στοιχείο Γ ανακοπής ζητούν να γίνει δεκτή η από 12.6.2019 ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου 5259/2610/2019, προσδιορίστηκε για τις 22.10.2019, οπότε αναβλήθηκε για την παραπάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση των ως άνω ανακοπών, οι οποίες συνεκφωνήθηκαν εξαιτίας της συνάφειας ανάμεσά τους, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι ένδικες ανακοπές κατά του ίδιου πίνακα κατατάξεως ενώνονται και συνεκδικάζονται αντιμωλία των διαδίκων, δοθέντος ότι εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ επέρχεται συγχρόνως μείωση των δικαστικών εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 974, 979 και 1006 παρ. 3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, επί πλειστηριασμού του κατασχεθέντος πράγματος, εάν το πλειστηρίασμα δεν αρκεί, προκειμένου να ικανοποιηθούν ο υπέρ ου η εκτέλεση και οι αναγγελθέντες δανειστές, ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος συντάσσει πίνακα κατατάξεως και εντός τριών εργασίμων ημερών από της συντάξεως του πίνακα καλεί εγγράφως τον υπέρ ου η εκτέλεση, τον καθ’ ου η εκτέλεση και τους προαναφερόμενους δανειστές να λάβουν γνώση του πίνακα, εντός δε δώδεκα εργασίμων ημερών από της επιδόσεως της προσκλήσεως οιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον δύναται να ασκήσει ανακοπή κατά του πίνακα κατατάξεως στρεφόμενη κατά των δανειστών, των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη. Εξάλλου, από τις αυτές ως άνω διατάξεις σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 321 επ. ΚΠολΔ συνάγεται ότι η ύπαρξη αποφάσεως εκδοθείσας μεταξύ οιουδήποτε των δανειστών και του καθ’ ου η εκτέλεση, δια της οποίας επιδικάζεται τελεσιδίκως η καταταγείσα απαίτηση, δεν αποτελεί δεδικασμένο έναντι των λοιπών δανειστών, οι οποίοι παραδεκτώς αμφισβητούν την ύπαρξη της εν λόγω απαιτήσεως (ΑΠ 1666/2003 ΧρΙΔ 2004.346). Οι δανειστές, μαχόμενοι κατά ή υπέρ του κύρους του πίνακα της κατάταξης, στο πλαίσιο της διεξαγόμενης, κατόπιν ανακοπής του άρθρου 979 παρ. 2 ΚΠολΔ, δίκης, είναι τρίτοι έναντι του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη και δεν δεσμεύονται ούτε ωφελούνται από το μεταξύ αυτού και οποιουδήποτε δανειστή δεδικασμένο. Έτσι, ο καθ’ ου η ανακοπή δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο απόφασης μεταξύ του ανακόπτοντος και του καθ’ ου η εκτέλεση και μπορεί να προτείνει ακωλύτως όλους τους νόμιμους σχετικούς ισχυρισμούς που τον ωφελούν (ΑΠ 679/2007, ΑΠ 1501/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 972 παρ. 1 και 974 έως 979 ΚΠολΔ προκύπτει ότι με την ανακοπή που ασκείται κατά του πίνακα κατατάξεως προβάλλονται αιτιάσεις που αφορούν στην ορθότητα του πίνακα κατατάξεως, οι οποίες μπορούν να στηρίζονται είτε στο ουσιαστικό δίκαιο, αναγόμενες στη γένεση ή την ύπαρξη της απαιτήσεως του καθ’ ου η ανακοπή, η οποία έχει αναγγελθεί, είτε στο δικονομικό δίκαιο και αναφέρονται στον προνομιούχο χαρακτήρα και την τάξη της κατατάξεως. Από την παρ. 2 του άρθρου 979 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν ο λόγος ανακοπής συνίσταται σε απλή αμφισβήτηση και άρνηση από τον ανακόπτοντα της απαίτησης του καθ’ ου που έχει καταταγεί ή του προνομίου της, αρκεί και μόνον η άρνηση αυτή για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής, δεδομένου ότι ο καθ’ ου η ανακοπή βαρύνεται με την επίκληση και την απόδειξη των παραγωγικών της απαιτήσεώς του ή του προνομίου της πραγματικών γεγονότων. Στην περίπτωση αυτή, ο καθ’ ου η ανακοπή οφείλει κατά την πρώτη ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου συζήτηση, να επικαλεστεί κατά τρόπο ορισμένο και να αποδείξει την ύπαρξη, το περιεχόμενο και το μέγεθος της απαίτησής του, για την οποία έχει καταταγεί, καθώς και τον προνομιακό χαρακτήρα της. Αν ο καθ’ ου η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος αυτό, η ανακοπή γίνεται δεκτή (ΑΠ 1052/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έννομο συμφέρον για άσκηση ανακοπής κατά πίνακα κατατάξεως έχει όποιος αμφισβητεί την ύπαρξη της απαιτήσεως εκείνου, κατά του οποίου στρέφει την ανακοπή του, ή προβάλλει ότι προηγείται του τελευταίου, που κατετάγη στον πίνακα, και επιδιώκει την αποβολή του και την κατάταξη στη θέση του, στρέφεται δε κατά των δανειστών των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη (άρθρο 972 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠολΔ). Ειδικότερα, από τη διάταξη του άρθρου 979 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ, σαφώς συνάγεται ότι σε άσκηση ανακοπής κατά του πίνακα κατατάξεως νομιμοποιούνται μόνον ο επισπεύδων, οι αναγγελθέντες δανειστές και ο καθ’ ου η εκτέλεση, εφόσον έχουν έννομο συμφέρον προς τούτο. Τέτοιο συμφέρον, ως προς τον ανακόπτοντα, θεωρείται ότι υπάρχει, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, όταν η παραδοχή του αιτήματος της ανακοπής του δεν εξαντλείται μόνο στην ακύρωση της κατάταξης του καθ’ ου, αλλά συνδέεται συγχρόνως και με τη δυνατότητα κατάταξης του ιδίου. Έτσι, αν παρά την ακύρωση της κατάταξης και την εξαιτίας αυτής αποβολή του καθ’ ου, κριθεί ότι ο ανακόπτων δεν δικαιούται να καταταγεί, η ανακοπή απορρίπτεται για έλλειψη εννόμου συμφέροντος για την άσκησή της (ΑΠ 1375/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το δικαστήριο, που δικάζει την ανακοπή, περιορίζεται μέσα στα όρια του αιτήματος αυτής και ερευνά την προσβαλλόμενη απαίτηση και την κατάταξη του καθ’ ου η ανακοπή, δεδομένου δε ότι η διαδικασία της κατατάξεως είναι ενιαία, όχι όμως και αδιαίρετη, η ισχύς και το δεδικασμένο της αποφάσεως περιορίζεται μεταξύ των διαδίκων και δεν επιδρά στους μη μετασχόντες της δίκης άλλους δανειστές. Εάν ευδοκιμήσει η ανακοπή, στο αποδεσμευόμενο ποσό θα καταταγεί ο ανακόπτων, χωρίς να ωφελείται άλλος δανειστής που δεν άσκησε ανακοπή (ΑΠ 1013/2013 ΕΠολΔ 2014.123). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1012 παρ. 3 ΚΠολΔ, σε περίπτωση πλειστηριασμού κατεσχημένου πλοίου, η σειρά των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται κατά κύριο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ, κατά δε το άρθρο 9 του τελευταίου Κώδικα, το δίκαιο της πολιτείας, της οποίας τη σημαία φέρει το πλοίο, ρυθμίζει και τα επ’ αυτού εμπράγματα δικαιώματα. Και ναι μεν κατά το άρθρο 205 του ίδιου Κώδικα, τα καθοριζόμενα με αυτό προνόμια, ως εξομοιούμενα με ειδικό ενέχυρο έχουν εμπράγματο χαρακτήρα και προηγούνται, σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο του ίδιου άρθρου, της ναυτικής υποθήκης, προκειμένου, όμως, να προηγηθούν της ίδιας υποθήκης κατά την κατάταξη σε εκλειστηρίασμα που αφορά πλοίο με σημαία αλλοδαπής πολιτείας, πρέπει, κατά ρητή επιταγή της προαναφερομένης διατάξεως του άρθρου 9, να έχουν το ίδιο προνομιακό – εμπράγματο χαρακτήρα και κατά το δίκαιο της πολιτείας, τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο (κατά τον χρόνο συντάξεως του πίνακα κατάταξης). Η σειρά κατατάξεως των εν λόγω προνομίων θα κριθεί κατά το δίκαιο του τόπου εκτέλεσης (Lex Fori), αφού η λόγω προνομίου προτίμηση στην κατάταξη δεν αποτελεί στοιχείο της απαιτήσεως, αλλ’ αφορά στη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους και κανονίζεται από το δικονομικό δίκαιο (ΑΠ 466/1996 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 70/1992 ΕΝαυτΔ 1993.258). Συνεπώς, αν εκπλειστηριασθεί στην Ελλάδα αλλοδαπό πλοίο, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου αναγνωρίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο της σημαίας του πλοίου, παρά μόνο εκείνα που όμοιά τους, κατά τη φύση και τον χαρακτήρα, προβλέπει το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 1012 παρ. 3 ΚΠολΔ (ΑΠ 295/2002 ΕΝαυτΔ 2002.117). Αν η LΕΧ FΟRΙ δεν αναγνωρίζει ως προνομιακή την απαίτηση που ασφαλίζεται με ναυτικό προνόμιο κατά το αλλοδαπό δίκαιο της σημαίας, τότε η εν λόγω απαίτηση δεν κατατάσσεται προνομιακά (ΕφΠειρ 198/2003 ΕΝαυτΔ 2003.145, ΕφΠειρ 93/1999 ΕΕμπΔ 1999.560). Εξάλλου, εάν πλοίο με σημαία αλλοδαπή κατασχέθηκε και εκπλειστηριάστηκε στην Ελλάδα, εφόσον οι απαιτήσεις είναι προνομιακές και κατά το δίκαιο της χώρας αυτής, κατατάσσονται, ως προνομιακές, σύμφωνα με το άρθρο 205 του ΚΙΝΔ, πριν από την υποθήκη, ανεξάρτητα από τη σειρά κατατάξεώς τους κατά το δίκαιο της εν λόγω χώρας (ΑΠ 710/1992 ΕΕΝ 1993.540). Κατά το άρθρο 205 ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 214 Ν. 4072/2012, δηλαδή τον χρόνο καταρτίσεως του επίμαχου πίνακα κατάταξης: «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον οι ακόλουθοι απαιτήσεις: α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ) αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμενοι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης.». Άλλωστε, κατά τη διάταξη του άρθρου 206 του ΚΙΝΔ, «αι προνομιούχοι απαιτήσεις της αυτής τάξεως κατατάσσονται συμμέτρως. Επί απαιτήσεων εξ επιθαλάσσιου αρωγής, διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, αι μεταγενέστεραι απαιτήσεις προηγούνται των προγενεστέρων». Τα παραπάνω προνόμια είναι ειδικά, έχουν ως αντικείμενο ορισμένο πλοίο (ή τον ναύλο) και εκτοπίζουν κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικαίου ή του ΚΠολΔ. Στη συνέχεια, κατατάσσονται οι ενυπόθηκες απαιτήσεις επί του πλοίου, απλές ή προτιμώμενες. Μετά την ικανοποίηση και των απαιτήσεων αυτών, στο τυχόν απομένον πλειστηρίασμα κατατάσσονται οι απαιτήσεις των άρθρων 975 και 976 του ΚΠολΔ. Τελευταίοι κατατάσσονται οι εγχειρόγραφοι δανειστές. Οι ενυπόθηκοι δανειστές του ναυτικού δικαίου ικανοποιούνται κατά πλήρη προτεραιότητα σε σχέση με τους γενικούς προνομιούχους του ΚΠολΔ [ΕφΠειρ 198/2003 ό.π. Μπρίνιας Αναγκ. Εκτέλεση παρ. 632 δ΄ σελ. 2047-2048, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Νικολόπουλος), ΚΠολΔ ΙΙ (2000), 1012]. ΙΙ. Με το άρθρο τριακοστό πέμπτο του Ν. 2932/2001 παραχωρήθηκε από το ελληνικό δημόσιο στην ήδη συσταθείσα ανώνυμη εταιρία (Ν. 2688/1999) με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρία (…)», το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Λιμενικής Ζώνης του Λιμένα Πειραιώς. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4404/2016 με τον οποίο κυρώθηκε η σύμβασης παραχώρησης του …, η περιέλευση του ελέγχου της … σε ιδιώτες επενδυτές καθιστά απαραίτητες κάποιες αναπροσαρμογές του κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας της, καθώς καθίσταται μη συμβατή με τον, ιδιωτικό πλέον, χαρακτήρα της … η διατήρηση ορισμένων αρμοδιοτήτων που εμπεριέχουν ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, ιδίως κανονιστικής υφής. Επίσης, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 16 σκέψη της αιτιολογικής έκθεσης, μετά την παραχώρηση η … θα απωλέσει το χαρακτήρα της ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου «διφυούς» χαρακτήρα και θα μεταταγεί σε καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, γεγονός που προϋποθέτει την κατάργηση και αφαίρεση από την … αρμοδιοτήτων και εξουσιών, τις οποίες εξακολουθεί να ασκεί μέχρι σήμερα και οι οποίες ενέχουν στοιχεία ενάσκησης δημόσιας εξουσίας ή προσιδιάζουν περισσότερο στο δημόσιο πυλώνα της λειτουργίας της πολιτείας. Για το λόγο αυτό ο Α.Ν. 1559/1950 με τον οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί η … (τότε υπό τη μορφή ΝΠΔΔ) να εκδίδει κανονισμούς προς ρύθμιση διαφόρων ζητημάτων αρμοδιότητάς του καταργείται. Οι κανονισμοί που εκδίδει είναι εσωτερικοί και δεν έχουν πλέον την ισχύ ουσιαστικού νόμου, δεδομένου ότι η άσκηση διοικητικής αρμοδιότητας από ιδιωτική κερδοσκοπική ανώνυμη εταιρεία δεν μπορεί να γίνει συνταγματικά ανεκτή. Εξάλλου, σύμφωνα με το Παράρτημα 1.7 μέρος 2 της σύμβασης παραχώρησης, ορίζεται ότι διατηρούνται από τους Κανονισμούς Λειτουργίας του … (Άρθρο 1.7(γ) «Μόνον όσοι εκ των Κανονισμών Λιμένος που βρίσκονται σε ισχύ (ή, κατά περίπτωση, τα μέρη αυτών), και ορίζουν τα επίπεδα, τον τρόπο υπολογισμού και/ή όρους πληρωμής τιμολογίων που επιβάλλονται από την …, στο μέτρο που δεν είναι αντίθετοι με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης και/ή τις διατάξεις του Κυρωτικού Νόμου». Επομένως, πέραν των υφιστάμενων κανονισμών που περιλαμβάνονται στο Μέρος I του ως άνω Παραρτήματος και αφορούν την υφιστάμενη τιμολογιακή πολιτική του … μέχρι τη στιγμή της παραχώρησής του σε ιδιώτη, κανένας άλλος κανονισμός που εκδόθηκε κατά το παρελθόν από τον … και αφορά την άσκηση διοικητικής εξουσίας δεν ισχύει, δεδομένου ότι είναι αντίθετος με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης και του Κυρωτικού Νόμου. Συνεπώς, ο Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του … που εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. 45057/11/72 ΥΠΝΜΕ και Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄57/18.1.1973), στον οποίο με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 6 του ΚΟΔ/… ορίζεται ότι: «προκειμένου περί δικαιωμάτων παραβολής, προσορμίσεως, επισκευής και αργίας, ως και μεταφοράς αποσκευών και τουριστικών αυτοκινήτων, εάν το εκπλειστηριαζόμενο πράγμα είναι πλοίο, ο … κατατάσσεται προνομιακώς κατά την εν άρθρω 205 εδ. α του ΚΙΝΔ οριζομένην τάξιν, ως βαρύνοντα και παρακολουθούντα το πλοίον», καθίσταται σαφές πλέον ότι έχει καταργηθεί και επομένως εφόσον η έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης εντοπίζεται χρονικά μεταγενέστερα της ισχύος της Σύμβασης Παραχώρησης τα δικαιώματα και τα τέλη που εισπράττονται από την … δεν εξυπηρετούν πλέον τη δημόσια ωφέλεια, παρά μόνον τους επιχειρηματικούς σκοπούς της τελευταίας και για τον λόγο αυτό δεν εμπίπτουν στα προνόμια του άρθρου 205 ΚΙΝΔ (ΜΠρΠειρ 4035/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). ΙΙΙ. Το τέλος είναι χρηματική παροχή την οποία επιβάλλει το Κράτος ή, δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, έτερο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σε όσους χρησιμοποιούν ορισμένη υπηρεσία δημοσίας φύσεως προς κάλυψη της δαπάνης, την οποία συνεπάγεται η οργάνωση και παροχή της υπηρεσίας αυτής. Συνεπώς, κύριο χαρακτηριστικό του τέλους είναι ότι αποτελεί αντάλλαγμα προσφερόμενης ειδικής δημοσίας υπηρεσίας. Του τέλους διακρίνεται το δικαίωμα, το οποίον αποτελεί το αντίτιμο ειδικής παροχής ή υπηρεσίας του Κράτους ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, η οποία όμως δεν είναι δημοσίας κατά κυριολεξία φύσεως. Ενίοτε ο όρος δικαίωμα χρησιμοποιείται στην πράξη για να υποδηλώσει το αντίτιμο ορισμένης ειδικής υπηρεσίας προς το πλοίο, η οποία όμως δεν παρέχεται κατά κανόνα από το Κράτος. Είναι προφανές ότι τα «δικαιώματα» αυτά, που απορρέουν από έννομες σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, δεν καλύπτονται από το προνόμιο. Το προνόμιο δεν καλύπτει όλα τα τέλη και δικαιώματα του Δημοσίου ή άλλων οργανισμών και εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, αλλά μόνον εκείνα τα οποία βαρύνουν το πλοίο, δηλαδή εκείνα τα οποία οφείλονται δυνάμει διατάξεως νόμου ή κατ’ εξουσιοδότηση τοιαύτης από τον πλοιοκτήτη, ως θαλάσσιο επιχειρηματία, για υπηρεσίες παρασχεθείσες ευθέως στο πλειστηριασθέν πλοίο κατά την προσόρμιση, παραμονή, φόρτωση ή εκφόρτωση στο λιμένα και εν γένει τη χρησιμοποίησή του ως μέσου μεταφοράς. Από το προνόμιο καλύπτονται επίσης τα υπέρ των οργανισμών, στους οποίους είναι ανατεθειμένες η διοίκηση και η λειτουργία των λιμένων (…, Οργανισμός Λιμένος Θεσσαλονίκης, Λιμενικά Ταμεία), επιβαλλόμενα δικαιώματα προσορμίσεως, παραβολής ή πρυμνοδετήσεως του πλοίου, επισκευαζομένων ή μετασκευαζομένων πλοίων, αργούντων ή παρωπλισμένων, ελλιμενισμού πλοίων αναψυχής ή βοηθητικών του λιμένος, μετακινήσεως του πλοίου εντός του λιμένος, δεξαμενισμού και υδρεύσεως πλοίων, τηλεφωνικής συνδέσεως κ.λπ. (Βλ. Αντάπαση Α., Απαιτήσεις Απολαύουσαι Ναυτικών Προνομίων (έκδοσις 1976) σελ. 118 και επ.). IV. Σύμφωνα με το Νόμο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Merchant Shipping Act) του 1973, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, που ρυθμίζει την εμπορική ναυτιλία στη …, τη σημαία της οποίας φέρει στην εξεταζόμενη υπόθεση το εκπλειστηριασθέν πλοίο και κατά το ουσιαστικό δίκαιο της οποίας θα κριθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω ο προνομιακός εμπράγματος χαρακτήρας των απαιτήσεων των ανακοπτόντων και των καθ’ ων η ανακοπή, όπως ερμηνεύεται σύμφωνα με την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως, σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική, από την καθ’ ης «…» νομική γνωμοδότηση του δικηγόρου …ς Dr. Robert Tufigno, η οποία έχει το χαρακτήρα γνωμοδοτήσεως του άρθρου 390 του ΚΠολΔ και επιτρεπτά, κατ’ άρθρο 337 του ίδιου Κώδικα, λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο αυτό για την απόδειξη του αλλοδαπού δικαίου (ΕφΠειρ 1269/1997 ΕΝαυτΔ 1998.121, ΕφΠειρ 497/2003 ΕΝαυτΔ 2003.447), ένα χρέος ή άλλη υποχρέωση μπορεί να εξασφαλισθεί: α. δυνάμει υποθήκης που αποτελεί ειδικό εμπράγματο δικαίωμα επί του πλοίου, β. δυνάμει γενικής υποθήκης που βαρύνει όλα τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε πλοίου του οποίου μπορεί ο οφειλέτης να είναι κύριος, γ. δυνάμει ειδικού προνομίου επί του πλοίου (σχετικά πρέπει να σημειωθεί ότι τα ειδικά προνόμια γεννώνται εκ του νόμου και όχι δυνάμει σύμβασης). Ως προς τα ειδικά προνόμια σε πλοία προβλέπονται τα εξής: (Μέρος II) §50. Τα κατωτέρω καθοριζόμενα χρέη εξασφαλίζονται με ένα ειδικό προνόμιο επί του πλοίου, καθώς και επί του προϊόντος από αποζημίωση που προκύπτει από συγκρούσεις και άλλα ατυχήματα καθώς και επί του προϊόντος της ασφαλιστικής αποζημίωσης: (α) Δικαστικές δαπάνες που έγιναν σε σχέση με την πώληση του πλοίου και τη διανομή του προϊόντος της πώλησης. (β) αμοιβές και άλλες δαπάνες προς το νηολόγιο των πλοίων σημαίας …ς που προκύπτουν σύμφωνα με τον Νόμο αυτό. (γ) τέλη χωρητικότητας. (δ) μισθοί και έξοδα για αρωγή, διάσωση και για πλοηγία. (ε) οι μισθοί φυλάκων και τα έξοδα για τη φύλαξη του πλοίου από το χρόνο κατάπλου του στο λιμάνι μέχρι το χρόνο πώλησής του. (στ) μίσθωμα των αποθηκών στις οποίες φυλάσσονται τα παραρτήματα και τα εξαρτήματα του πλοίου. (ζ) δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου και των παραρτημάτων του, συμπεριλαμβανομένων εφοδίων και προμηθειών στο πλήρωμα που έλαβαν χώρα μετά την τελευταία είσοδο στο λιμάνι. (η) οι μισθοί και άλλα ποσά που οφείλονται στον πλοίαρχο, στους αξιωματικούς και στα άλλα μέλη του πληρώματος του πλοίου σε σχέση με την υπηρεσία τους στο πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων επαναπατρισμού και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που οφείλονται για λογαριασμό τους. (θ) αποζημίωση πλέον τόκων προς οποιονδήποτε ναυτικό για θάνατο ή σωματική βλάβη και δαπάνες που οφείλονται για νόσο, κακώσεις ή σωματικές βλάβες οποιουδήποτε ναυτικού. (ι) ποσά που οφείλονται σε δανειστές για εργασία και επισκευές πριν τον απόπλου του πλοίου για το τελευταίο του ταξίδι, υπό την προϋπόθεση ότι ένα τέτοιο προνόμιο δεν είναι σύννομο όταν το χρέος δεν έχει συναφθεί απευθείας με τον πλοιοκτήτη ή τον πλοίαρχο ή έναν εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του πλοιοκτήτη. (ια) πρακτορειακές αμοιβές που οφείλονται για το πλοίο μετά τον τελευταίο κατάπλου του στο λιμάνι, σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο του λιμένος και οποιεσδήποτε καταβολές έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια μίας τέτοιας χρονικής περιόδου και δεν απολαμβάνουν προνομίου σύμφωνα με τις παραγράφους (α) έως (θ), αλλά σε κάθε περίπτωση για συνολικό ποσό που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες μονάδες. (ιβ) χρήματα τα οποία δανείσθηκε ο πλοίαρχος για τα απαραίτητα έξοδα του πλοίου κατά τη διάρκεια του τελευταίου ταξιδιού του, και η απόδοση του τιμήματος των αγαθών που πωλήθηκαν από εκείνον για τον ίδιο σκοπό. (ιγ) χρήματα που οφείλονται σε δανειστές για εφόδια, τρόφιμα, ενδυμασία και εξοπλισμό, πριν την αναχώρηση του πλοίου για το τελευταίο του ταξίδι, υπό την προϋπόθεση ότι τέτοιο προνόμιο δεν θα είναι σύννομο όταν το χρέος δεν έχει συναφθεί απευθείας με τον πλοιοκτήτη ή τον πλοίαρχο ή έναν εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του πλοιοκτήτη. (ιδ) αποζημίωση πλέον τόκων που οφείλονται στους ναυλωτές λόγω μη παράδοσης των φορτωθέντων αγαθών και για βλάβες αυτών των αγαθών λόγω πταίσματος του πλοιάρχου ή του πληρώματος. (ιε) αποζημίωση πλέον τόκων που οφείλονται σε άλλο πλοίο ή στο φορτίο του σε περιπτώσεις συγκρούσεως πλοίων. (ιστ) το χρέος που καθορίζεται στο άρθρο 2009 (δ) του Αστικού Κώδικα για το υπόλοιπο του τιμήματος από την πώληση του πλοίου. Τα χρέη που εξασφαλίζονται με εγγεγραμμένες υποθήκες κατατάσσονται μετά τα προνόμια που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (ια) του άρθρου 50 του Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας, αλλά πριν από αυτά που αναφέρονται στις παραγράφους (ιβ) έως (ιστ) του εν λόγω άρθρου. Οι υποθήκες επίσης κατατάσσονται μετά τα χρέη που οφείλονται στους επισκευαστές πλοίων, στα ναυπηγεία ή άλλους δανειστές στη φύλαξη και εξουσία των οποίων τέθηκε ένα πλοίο για την εκτέλεση εργασιών ή άλλους σκοπούς, ενόψει των οποίων αυτοί οι δανειστές απολαύουν δικαίωμα κατοχής του πλοίου. Εξάλλου, κατά την αληθινή έννοια της διάταξης 50 (ζ), όπως και, της ταυτόσημης, του πιο πάνω άρθρου 205 περ. β΄ του ΚΙΝΔ, η οποία ορίζει ότι είναι προνομιούχες επί του πλοίου και του ναύλου, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις για έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου εφόσον αυτά έγιναν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, ως έξοδα συντήρησης του πλοίου νοούνται όλα όσα δαπανήθηκαν απ’ την είσοδο του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου επακολούθησε η αναγκαστική του κατάσχεση, τα οποία είναι αναγκαία για την αποκατάσταση των φθορών που προκλήθηκαν απ’ την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, ώστε να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλου για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του. Συμπερασματικά, στα έξοδα συντήρησης περιλαμβάνονται οι δαπάνες εκείνες από τον κατάπλου στον τελευταίο λιμένα, οι οποίες συντέλεσαν, ώστε να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα και μέχρι του πλειστηριασμού του στην κατάσταση που βρίσκεται, σώο και αναλλοίωτο. Συνεπώς, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου και του ναύλου, αναγνωρισμένο απ’ το ημεδαπό ή αλλοδαπό ουσιαστικό δίκαιο, ως εξοπλιστικό απαίτησης για δαπάνες οποιωνδήποτε εργασιών που εκτελέστηκαν στο πλοίο, αλλά μόνο εκείνων που έγιναν για τις πιο πάνω εργασίες συντήρησης. Αυτονόητο είναι ότι οι δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου ακινητοποιημένου σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης καλύπτονται οπωσδήποτε απ’ το πιο πάνω προνόμιο, χωρίς αυτό να έχει την έννοια ότι μόνο οι δαπάνες που αποβλέπουν στην ασφαλή επίπλευση του ακινητοποιημένου πλοίου καλύπτονται, αφού, όπως προαναφέρθηκε, είναι προνομιούχες και όλες οι αναγκαίες δαπάνες που έγιναν προς αποκατάσταση των φθορών που προαναφέρθηκαν. Οι προαναφερθείσες δαπάνες είναι προνομιούχες, εφόσον έγιναν απ’ τον κατάπλου (είσοδο) του πλοίου στο λιμένα της κατάσχεσης, θεωρουμένου ως τελευταίου, λόγω της από τότε απαγόρευσης της ναυσιπλοΐας, μέχρι της εκποίησής του με πλειστηριασμό. Απολαμβάνουν δηλαδή, το πιο πάνω προνόμιο, όχι όλες οι δαπάνες, αλλά μόνον εκείνες που έγιναν για τον σκοπό αυτό σε πλοίο ακινητοποιημένο σε λιμένα λόγω της κατάσχεσης ενόψει του πλειστηριασμού. Διότι το προνόμιο των δαπανών αυτών έχει σκοπό την εξασφάλιση της φύλαξης και συντήρησης του πλοίου μετά την ακινησία του, ως συνέπεια της κατάσχεσης. Αποκλείονται, κατά συνέπεια, του προνομίου οι κάθε φύσης δαπάνες εκμετάλλευσης του πλοίου σύμφωνα με τον προορισμό του, καθόσον οι δαπάνες αυτές γίνονται προς τον σκοπό της μεθοδικής χρήσης του πράγματος που τείνει στην πραγματοποίηση της λειτουργίας του, η οποία προσπορίζει οικονομικό κέρδος, καθώς και οι κάθε φύσης δαπάνες για την επισκευή του πλοίου που αποβλέπουν στη βελτίωση ή τη μεταβολή της κατάστασής του και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του (ΑΠ 681/2004 ΕΕμπΔ 2004.606, ΑΠ 295/2002 ΕΝαυτΔ 2002.117, ΕφΠειρ 16/2010 ΕΝαυτΔ 2010.252, ΕφΠειρ 933/2006 ΕΝαυτΔ 2007.49, ΕφΠειρ 270/2006 ΠειρΝομ 2006.242). Τέλος, σύμφωνα με το εφαρμοζόμενο στην προκείμενη περίπτωση άρθρο 50 περ. η΄ του ως άνω Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας, προνομιούχες επί του πλοίου και του ναύλου είναι, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις από μισθούς και άλλες αποδοχές οφειλόμενες στον πλοίαρχο, τους αξιωματικούς και τα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος, σχετικά με την εργασία τους στο πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων επαναπατρισμού και των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλονται υπέρ τους. Άλλωστε, από τις ως άνω διατάξεις των άρθρων 1012 παρ. 4 ΚΠολΔ και 205 ΚΙΝΔ προκύπτει περαιτέρω ότι της προνομιακής κατατάξεως των προαναφερθεισών απαιτήσεων του πλοιάρχου και του πληρώματος απολαύουν και οι παρεπόμενες απαιτήσεις των τόκων αυτών, προηγούμενες των ενυπόθηκων απαιτήσεων (ΕφΠειρ 444/2008 ΕΝαυτΔ 2008.426, πρβλ. ΟλΑΠ 22/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και, συνεπώς, εάν οι εν λόγω απαιτήσεις έχουν αναγγελθεί νομίμως συμφώνως προς τη διάταξη του άρθρου 972 ΚΠολΔ, ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος οφείλει να υπολογίσει τους τόκους μέχρι του χρόνου της πιθανής κατά την κρίση του εκτελεστότητας του πίνακα κατατάξεως και οπωσδήποτε μέχρι της παρόδου της προθεσμίας προς άσκηση ανακοπής, εάν δε ασκηθεί ανακοπή, οπότε καθίσταται απροσδιόριστος ο χρόνος εκτελεστότητας του πίνακα, τους εν λόγω τόκους υπολογίζει το δικαστήριο, το οποίο κατατάσσει τον ανακόπτοντα κατά το αντίστοιχο ποσόν (ΑΠ 734/2000, 731/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), κατά κανόνα όμως δεν είναι εφικτός ο υπολογισμός συγκεκριμένου ποσού, αφού η εκτελεστότητα του πίνακα συναρτάται προς την τελεσιδικία της αποφάσεως επί της ανακοπής.
Α. Η ανακόπτουσα εταιρεία «…» με την από 19.6.2019 (αρ. εκθ. καταθ. 5498/2742/2019) ανακοπή της εκθέτει ότι με επίσπευση της «…» εκπλειστηριάσθηκε το υπό σημαία …ς πλοίο με το όνομα «…», ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιώς Στέφανου Βασιλάκη αντί του ποσού των 1.101.101,00 δολ. ΗΠΑ, το οποίο κατακυρώθηκε στην εδρεύουσα στη … ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «…». Ότι με το με αριθμό …/22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών του άνω συμβολαιογράφου κατατάχθηκαν στο πλειστηρίασμα οι καθ’ ων για τις αναγγελθείσες απαιτήσεις τους, όπως αναλυτικά εκτίθεται. Ότι των άνω απαιτήσεων των καθ’ ων προηγούνται οι πιο κάτω αναγγελθείσες απαιτήσεις αυτής (ανακόπτουσας) 1) ποσού 8.828,62 ευρώ από δικαιώματα παραβολής του εν λόγω πλοίου κατά της προηγούμενης πλοιοκτήτριας αυτού «…» και της διαχειρίστριας «….», κατά την περίοδο από 1.11.2016 έως 31.1.2017 και 2) ποσού 3.045,29 ευρώ από δικαιώματα παραβολής του εν λόγω πλοίου κατά της ως άνω πλοιοκτήτριας και διαχειρίστριας αυτού, κατά την περίοδο από 1.7.2017 έως 31.7.2017. Ζητεί, ως εκ τούτου, κατ’ ορθή εκτίμηση, για τους στην ανακοπή της αναφερόμενους λόγους, να μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, προκειμένου να αποβληθούν από αυτόν οι καθ’ ων και να καταταγεί η ίδια στη θέση τους οριστικά και προνομιακά για τα ποσά των άνω αναγγελθεισών απαιτήσεών της, συνολικού ύψους 11.873,91 ευρώ. Τέλος, ζητεί να καταδικαστούν οι καθ’ ων στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του έχοντος δικαιοδοσία, καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 584, 585 και 215 επ., 933 παρ. 1, 2 και 3 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), αφού τόπος εκτέλεσης είναι ο Πειραιάς, για να δικασθεί κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 937 παρ. 3, 614 επ. ΚΠολΔ). Περαιτέρω, ασκήθηκε εμπρόθεσμα και νόμιμα (άρθρο 979 παρ. 2 του ΚΠολΔ), ήτοι εντός της προθεσμίας των δώδεκα εργάσιμων ημερών από την επίδοση στην ανακόπτουσα της πρόσκλησης δανειστών (βλ. τις υπ’ αριθ. …/20.6.2019, …/20.6.2019, …/20.6.2019 και …/20.6.2019 αντιστοίχως εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …, που προσκομίζει και επικαλείται η ανακόπτουσα) και στον υπάλληλο του πλειστηριασμού συμβολαιογράφο Πειραιώς Στέφανο Βασιλάκη ομοίως (βλ. τη με αριθμό …/20.6.2019 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά, που προσκομίζει και επικαλείται η ανακόπτουσα), οπότε πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
Β. Η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία αιτείται μέσω της υπό στοιχείο Β ανακοπής, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, να μεταρρυθμισθεί, ένεκα των παρατιθέμενων σ’ αυτή λόγων, ο συνταχθείς από τον συμβολαιογράφο Πειραιώς Στέφανο Βασιλάκη υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακας κατατάξεως δανειστών, ούτως ώστε να καταταχθεί προνομιακώς και τυχαίως, υπό την αίρεση τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής της, στη δεύτερη τάξη των ναυτικών προνομίων προ της ενυπόθηκης αξίωσης της καθ’ ης, α) για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 779.153,58 (ισάξιο των ευρώ 697.478,82 κατά την επίσημη ισοτιμία της ημέρας σύνταξης του πίνακα κατάταξης, ήτοι 1 ευρώ = 1,1171 δολ. ΗΠΑ), ήτοι ευρώ 562.480,90 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24% ύψους ευρώ 134.995,90, και δη νομιμότοκα για έκαστο αναγγελθέν ποσό από την ημερομηνία επιδόσεως εκάστης αναγγελίας προς τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο έως της τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, αποβαλλομένης της καθ’ ης από τον πίνακα κατάταξης για το αντίστοιχο ποσό, άλλως και επικουρικά β) για ποσό ευρώ 679.478,82, νομιμοτόκως, κατά τα ανωτέρω, με σκοπό την ικανοποίηση των εκτιθέμενων και νόμιμα αναγγελθεισών απαιτήσεών της από υπηρεσίες μίσθωσης προβλήτας στο ναυπηγείο της, προς διενέργεια επισκευών απόλυτα αναγκαίων προκειμένου το επίδικο πλοίο «…» να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, το οποίο δεν εκτέλεσε άλλον πλου απ’ τον κατάπλου στον χώρο της μέχρι την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό του. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση (5608/2796/2019) ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 584, 585 και 215 επ., 933 παρ. 1, 2 και 3 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), αφού τόπος εκτέλεσης είναι ο Πειραιάς, για να δικασθεί κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 937 παρ. 3, 614 επ. ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η ένδικη ανακοπή ασκήθηκε εμπρόθεσμα και νόμιμα (άρθρα 979 παρ. 2, 1006 παρ. 3 του ΚΠολΔ), καθώς αντίγραφο της με αριθμό …/22.5.2019 πρόσκλησης δανειστών επιδόθηκε στην ανακόπτουσα την 5.6.2019 και η κρινόμενη ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις 21.6.2019 και επιδόθηκε στην καθ’ ης αυθημερόν, ήτοι εντός της προθεσμίας των δώδεκα εργάσιμων ημερών (βλ. τη με αριθμό …/21.6.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …, που προσκομίζει και επικαλείται η ανακόπτουσα) και στον υπάλληλο του πλειστηριασμού συμβολαιογράφο Πειραιά Στέφανο Βασιλάκη ομοίως (βλ. τη με αριθμό …/21.6.2019 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, που προσκομίζει και επικαλείται η ανακόπτουσα), οπότε πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
Γ. Οι ανακόπτοντες με τη με αριθμό καταθέσεως 5259/2610/2019 υπό στοιχείο Γ ανακοπή τους εκθέτουν ότι έχουν έναντι της οφειλέτιδάς τους εταιρείας με την επωνυμία «…», με καταστατική έδρα τη …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από τη διαχειρίστρια εταιρεία με την επωνυμία «….» με έδρα τη …, απαιτήσεις από την παροχή ναυτικής εργασίας επί του πλοίου «…», το οποίο εκπλειστηριάσθηκε με επίσπευση της καθ’ ης στις 31.10.2018 ενώπιον του συμβολαιογράφου Πειραιά Στέφανου Βασιλάκη, επιτευχθέντος πλειστηριάσματος ύψους 1.100.001,00 δολ. ΗΠΑ. Ότι στη συνέχεια, επειδή το εν λόγω πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση τόσο των ως άνω απαιτήσεων αυτών (ανακοπτόντων), που τις είχαν αναγγείλει νομίμως και εμπροθέσμως στην εκτελεστική διαδικασία, όσο και των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών, ο ανωτέρω επί του πλειστηριασμού υπάλληλος συνέταξε τον υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών, στον οποίο, μετά την αφαίρεση των εξόδων της εκτελεστικής διαδικασίας, κατέταξε την καθ’ ης στην α΄ τάξη για το συνολικό ποσό των 165.658,10 δολ. ΗΠΑ, στη β΄ τάξη τους ανακόπτοντες μόνο για τα ποσά των 31.820,04, 24.188,73 και 10.923,74 δολ. ΗΠΑ αντιστοίχως, για δεδουλευμένες αποδοχές και για αποζημίωση λόγω καταγγελίας των συμβάσεων ναυτολογήσεώς τους, και όχι για τα ποσά που αναγγέλθηκαν πλέον νόμιμων τόκων υπερημερίας, και εν συνεχεία την καθ’ ης για το υπόλοιπο του πλειστηριάσματος, για μέρος της απαίτησής της που είχε εξασφαλισθεί με προτιμώμενη υποθήκη. Με βάση τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά οι ανακόπτοντες ζητούν να μεταρρυθμιστεί, ένεκα των παρατιθέμενων στην ανακοπή λόγων, ο ως άνω πίνακας και ν’ αποβληθεί η καθ’ ης ώστε να καταταχθούν οι αναγγελθείσες απαιτήσεις τους στο σύνολό τους, και ειδικότερα: ο πρώτος των ανακοπτόντων για το ποσό των 44.796,90 ευρώ ή 47.287,61 δολ. ΗΠΑ, ο δεύτερος για το ποσό των 39.883,20 ευρώ ή 42.107,70 δολ. ΗΠΑ και ο τρίτος για το ποσό των 25.053,72 ευρώ ή 26.446,70 δολ. ΗΠΑ, πλέον νομίμων τόκων υπερημερίας και μετά την 21.12.2018 και μέχρι την εξόφληση του πίνακα κατάταξης δανειστών. Τέλος, ζητούν να καταδικαστεί η καθ’ ης στη δικαστική δαπάνη τους. Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση (2610/2019) ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του έχοντος δικαιοδοσία, καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδίου παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 585 και 215 επ., 933 παρ. 1, 2 και 3 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), αφού τόπος εκτέλεσης είναι ο Πειραιάς, για να δικασθεί κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 937 παρ. 3, 614 επ. ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η ένδικη ανακοπή ασκήθηκε εμπρόθεσμα και νόμιμα (άρθρα 979 παρ. 2, 1006 παρ. 3 του ΚΠολΔ), καθώς αντίγραφο της με αριθμό …/22.5.2019 πρόσκλησης δανειστών επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο των ανακοπτόντων στις 5.6.2019 (βλ. τη σχετική κατ’ άρθρο 139 παρ. 3 ΚΠολΔ επισημείωση του διενεργήσαντος την αντίστοιχη επίδοση δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών επί του σώματος του εν λόγω επιδοθέντος συμβολαιογραφικού εγγράφου, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ανακόπτοντες), και η κρινόμενη ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις 12.6.2019 και επιδόθηκε στην καθ’ ης στις 18.6.2019, ήτοι εντός της προθεσμίας των δώδεκα εργάσιμων ημερών (βλ. τη με αριθμό …/18.6.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά …, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ανακόπτοντες) και στον υπάλληλο του πλειστηριασμού συμβολαιογράφο Πειραιά Στέφανο Βασιλάκη αυθημερόν (βλ. τη με αριθμό …/18.6.2019 έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ανακόπτοντες), οπότε πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
Απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νομίμως προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως εκ μέρους των διαδίκων, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων (εγγράφων) η προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως, σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική, από την καθ’ ης «…» νομική γνωμοδότηση του δικηγόρου … Dr. Robert Tufigno, καθώς και η από 25.11.2019 προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως, σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική, από την ανακόπτουσα «…» νομική γνωμοδότηση του δικηγόρου … Dr. Joseph Camilleri, και από την υπ’ αριθμ. …/25.11.2019 ένορκη βεβαίωση του …, ηλεκτρολόγου, η οποία λήφθηκε με επιμέλεια της ανακόπτουσας «…» ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς Μαρίας Κολοβού, κατόπιν νομότυπης κλητεύσεως της καθ’ ης (βλ. σχ. τη με αριθμό …/19.11.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ’ αριθμ. …/3.2.2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών … κατασχέθηκε αναγκαστικά και, μετά από τρεις ματαιωθέντες πλειστηριασμούς, λόγω μη εμφάνισης πλειοδότη, εκπλειστηριάστηκε τελικώς, με επίσπευση της εκ των καθ’ ων ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…», στις 31.10.2018, ηλεκτρονικά ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά, Στέφανου Βασιλάκη, συνταγείσας προς τούτο της υπ’ αριθμ. …/31.10.2018 Εκθέσεως Δημοσίου Αναγκαστικού Ηλεκτρονικού Πλειστηριασμού πλοίου καθώς και της υπ’ αριθμ. …/2.11.2018 Περίληψης Κατακυρωτικής ‘Εκθεσης Πλοίου το υπό σημαία … Φ/Γ πλοίο με το όνομα «…», νηολογίου…, με αριθμό ΙΜΟ …, αριθ. MMSI 256252000 και ΔΔΣ 9ΗΡ08, μικτού βάρους 4.123 τόνων και καθαρού βάρους 2.349 τόνων, το οποίο ανήκε στην τύποις εδρεύουσα στη … ουσιαστικά όμως στη … και επί της οδού … οφειλέτιδά της εταιρεία με την επωνυμία «…» (…), νόμιμα εκπροσωπούμενη. Το εκπλειστηριασθέν πλοίο κατακυρώθηκε στην υπερθεματίστρια εταιρεία με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει στη … της … και εκπροσωπείται νόμιμα, αντί πλειστηριάσματος 1.100.001,00 δολαρίων ΗΠΑ. Ο πιο πάνω συμβολαιογράφος, αφού έλαβε υπόψη του τις εμπρόθεσμα αναγγελθείσες απαιτήσεις, συνέταξε τον υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών. Επειδή το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση όλων των αναγγελθεισών απαιτήσεων, κατετάγησαν στον πίνακα ικανοποίησης δανειστών οι εξής: 1. Οριστικά και προνομιακά, στην πρώτη τάξη η επισπεύσασα τον πλειστηριασμό «…», για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 165.658,10, για δικαστικά έξοδα γενόμενα προς το κοινό συμφέρον των δανειστών, καθώς και για έξοδα φύλαξης του εκποιηθέντος πλοίου, από της κατασχέσεώς του μέχρι και την εκποίησή του. 2. Οριστικά και προνομιακά, στην πρώτη τάξη, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ως άνω συμβολαιογράφος, για το ποσό των δολ. ΗΠΑ 2.275,60, για έξοδα και αμοιβή της προδικασίας, διαδικασίας και κατατάξεως του προκειμένου πλειστηριασμού. 3. Τυχαία υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους: Στη δεύτερη τάξη: α) ο …, για το συνολικό ποσό των δολ. ΗΠΑ 31.820,04, εκ των οποίων ποσό δολ. ΗΠΑ 28.320,04 για κεφάλαιο οφειλομένων σε αυτόν δεδουλευμένων αποδοχών από την υπηρεσία του ως πλοιάρχου Α΄ στο πλειστηριασθέν πλοίο και ποσό δολ. ΗΠΑ 3.500,00 για αποζημίωση λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεώς του, β) ο …, για το συνολικό ποσό των δολ. ΗΠΑ 24.188,73, εκ των οποίων ποσό δολ. ΗΠΑ 20.938,73 αφορά υπόλοιπο κεφαλαίου δεδουλευμένων αποδοχών, από την υπηρεσία του ως Α΄ μηχανικού στο πλειστηριασθέν πλοίο και ποσό δολ. ΗΠΑ 3.250,00 αφορά αποζημίωση λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεώς του και γ) ο … …, για το συνολικό ποσό των δολ. ΗΠΑ 10.923,74, εκ των οποίων ποσό δολ. ΗΠΑ 8.923,74 για κεφάλαιο δεδουλευμένων αποδοχών του από την υπηρεσία του στο πλειστηριασθέν πλοίο ως Υποπλοιάρχου και ποσό δολ. ΗΠΑ 2.000,00 για οφειλόμενη σε αυτόν αποζημίωση λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεώς του. 4. Εφ’ ολοκλήρου του υπολοίπου πλειστηριάσματος, ανερχομένου στο ποσό των δολ. ΗΠΑ 865.134,79, κατετάγη οριστικά η «…», σε μερική εξόφληση των δια προτιμωμένης υποθήκης επί του πλειστηριασθέντος πλοίου ασφαλιζομένων απαιτήσεών της, μέρος των οποίων είχε επιδικαστεί με τις με αριθμούς 371/2016 και 38/2017 διαταγές πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Η απαίτηση αυτή – προνόμιο ναυτικής υποθήκης της καθ’ ης τράπεζας δεν αμφισβητείται από τους ανακόπτοντες. Μη υπάρχοντος περαιτέρω πλειστηριάσματος, οι υπόλοιποι αναγγελθέντες δανειστές δεν ικανοποιήθηκαν. Σύμφωνα δε με το άρθρο 978 παρ. 2 ΚΠολΔ, προβλέφθηκε ότι, σε περίπτωση που δεν τελεσιδικούσαν οι απαιτήσεις των τυχαίως καταταγέντων δανειστών, επί του υπολοίπου που θα απέμενε θα κατατασσόταν η «…», ως ενυπόθηκη δανείστρια, για τις υπόλοιπες εμπραγμάτως ασφαλισμένες με πρώτη προτιμώμενη υποθήκη επί του πλειστηριασθέντος πλοίου απαιτήσεις της. Ανάμεσα στους αναγγελθέντες και μη ικανοποιηθέντες δανειστές ήταν και η ανακόπτουσα της υπό στοιχ. Α ανακοπής, ανώνυμος εταιρεία με την επωνυμία «…». Η εν λόγω, διά της με αριθμό πρωτ. …/10.3.2017 αναγγελίας της κατά της πλοιοκτήτριας – καθ’ ης ο πλειστηριασμός και της εταιρείας «….», ως διαχειρίστριας του πλοίου, σε βάρος της οποίας εκδόθηκαν από την αρμόδια υπηρεσία του … τα αντίστοιχα τιμολόγια, ζήτησε την προνομιακή κατάταξή της για το συνολικό ποσό των ευρώ 8.828,62, εκ των οποίων ευρώ 8.592,53 αφορούσε κεφάλαιο και ευρώ 236,09 αφορούσε τόκους και χαρτόσημο, για οφειλές της εταιρείας «….» από την παραβολή του πλειστηριασθέντος πλοίου σε ιδιωτικά ναυπηγεία, κατά το χρονικό διάστημα από 1.11.2016 μέχρι 31.1.2017. Περαιτέρω, διά της με αριθμό πρωτ. …/20.12.2017 συμπληρωματικής αναγγελίας της κατά της πλοιοκτήτριας – καθ’ ης ο πλειστηριασμός και της ως άνω εταιρείας «….» ζήτησε την προνομιακή κατάταξή της για το συνολικό ποσό των ευρώ 3.045,29, εκ των οποίων ευρώ 2.895,31 αφορούσε κεφάλαιο και ευρώ 149,98 αφορούσε τόκους και χαρτόσημο, για δικαιώματα του … από την παραβολή του πλειστηριασθέντος πλοίου σε ιδιωτικά ναυπηγεία, κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2017 μέχρι 31.7.2017. Ωστόσο, οι ένδικες απαιτήσεις της ανακόπτουσας …, που αφορούν σε δικαιώματα παραβολής του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στη νομική σκέψη IV. της παρούσας διατάξεις του Νόμου της … περί Εμπορικής Ναυτιλίας του 1973, που προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως σε απόσπασμα από τους καθ’ ων σε πρωτότυπο (στην αγγλική γλώσσα) και σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική, καθώς και την ως άνω ένορκη βεβαίωση του δικηγόρου … Dr. Robert Tufigno, δεν είναι προνομιακές κατά το εν προκειμένω εφαρμοστέο δίκαιο της σημαίας του πλοίου, δηλ. της …, με συνέπεια να μην είναι κατατακτέες πριν από τις ένδικες απαιτήσεις των καθ’ ων η ανακοπή, οι οποίες αντίθετα αναγνωρίζονται ως προνομιούχες από το ίδιο δίκαιο. Σημειώνεται ότι το δίκαιο της πολιτείας της …, ως δίκαιο της σημαίας που φέρει το πλοίο, τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμοστέο ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για σημαία ευκαιρίας, καθόσον σχετική εξαίρεση δεν προκύπτει από τον γενικό κανόνα του άρθρου 9 ΚΙΝΔ, διάταξη δημοσίας τάξης που θεσπίστηκε σε εναρμόνιση με τον εμπράγματο χαρακτήρα των ναυτικών προνομίων πάνω σε πλοίο, ούτε από κάποια άλλη διάταξη. Επομένως, οι ένδικες απαιτήσεις δεν είναι δυνατό να καταταγούν προνομιακά κατά το δίκαιο του τόπου της αναγκαστικής εκτέλεσης (lex fori), ήτοι το ελληνικό (άρθρο 205 εδ. α΄ ΚΙΝΔ). Εξάλλου, οι σχετικές διατάξεις του δικαίου της …, οι οποίες δεν αναγνωρίζουν το ναυτικό προνόμιο για το οποίο έγινε λόγος παραπάνω («τα βαρύνοντα το πλοίο τέλη και δικαιώματα»), δεν είναι προφανώς αντίθετες με τα χρηστά ήθη και τη δημόσια τάξη, δηλαδή με το σύνολο των θεμελιωδών αρχών και αντιλήψεων ηθικού, πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα που διέπουν τη ζωή στην Ελλάδα στη σύγχρονη εποχή, ώστε να αποκλειστεί η εφαρμογή τους σύμφωνα με το άρθρο 33 του ΑΚ (πρβλ. ΕφΠειρ 599/2000 ΕΕμπΔ 2001.320). Κι αυτό είναι αυτονόητο, καθόσον δεν μπορεί να γίνει λόγος ότι έχει καθιερωθεί στην Ελλάδα, ως γενική και θεμελιώδης αρχή (οικονομικού χαρακτήρα) η απονομή του ανωτέρω προνομίου στο Ελληνικό Δημόσιο (ΑΠ 70/1992 ΕΝαυτΔ 21.258). Επιπρόσθετα, κατά την ερμηνεία του άρθρου 205 ΚΙΝΔ σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμ. 1 παρ. 7 άρθρο της σύμβασης παραχώρησης του … σε ιδιώτη που κυρώθηκε με Ν. 4404/2016, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην υπό στοιχείο II μείζονα σκέψη, οι απαιτήσεις της … που απορρέουν από τη μη είσπραξη του αντιτίμου για λιμενικές υπηρεσίες που παρείχε, όπως εν προκειμένω οι επίδικες, δεν απολαύουν μετά την κύρωση της σύμβασης παραχώρησης του προνομίου που είχε θεσπισθεί με το άρθρο 19 παρ. 6 του Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης, ο οποίος εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 45057/11/72 ΥΠΝΜΕ και Οικονομικών (ΦΕΚ 57/18.1.1973), διότι, πλέον, με την περιέλευση του ελέγχου της … σε ιδιώτες επενδυτές καθίσταται μη συμβατή η ενάσκηση δημόσιας εξουσίας κανονιστικής υφής, καθώς δεν αποτελεί πλέον νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου «διφυούς» χαρακτήρα, αλλά αντιθέτως έχει μεταπέσει σε καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης. Επομένως, λόγω της κατάργησης του Α.Ν. 1559/1950 με τον οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί η … (τότε υπό τη μορφή ΝΠΔΔ) να εκδίδει κανονισμούς προς ρύθμιση διαφόρων ζητημάτων αρμοδιότητας, οι κανονισμοί που εκδίδει πλέον είναι εσωτερικοί και δεν έχουν την ισχύ ουσιαστικού νόμου, δεδομένου ότι η άσκηση διοικητικής αρμοδιότητας από ιδιωτική κερδοσκοπική ανώνυμη εταιρία δεν μπορεί να γίνει συνταγματικά ανεκτή. Εξάλλου, σύμφωνα με το Παράρτημα 1.7 μέρος 2 ορίζεται ότι διατηρούνται από τους Κανονισμούς Λειτουργίας του … μόνον όσοι βρίσκονται σε ισχύ και ρυθμίζουν την τιμολογιακή πολιτική του, στο μέτρο που δεν είναι αντίθετοι με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης και/ή τις διατάξεις του Κυρωτικού Νόμου. Επομένως πέραν των υφιστάμενων κανονισμών που περιλαμβάνονται στο Μέρος I του ως άνω Παραρτήματος και αφορούν την υφιστάμενη τιμολογιακή πολιτική του … μέχρι τη στιγμή της παραχώρησής του σε ιδιώτη, κανένας άλλος κανονισμός που εκδόθηκε κατά το παρελθόν από τον … και αφορά την άσκηση διοικητικής εξουσίας δεν ισχύει, δεδομένου όχι είναι αντίθετος με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης και του Κυρωτικού Νόμου. Συνεπώς, ο Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του … που εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 45057/11/72 ΥΠΝΜΕ και Οικονομικών (ΦΕΚ 57/18.1.1973) στον οποίο με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 6 του ΚΟΔ/ … ορίζεται ότι: «προκειμένου περί δικαιωμάτων παραβολής, προσορμίσεως, επισκευής και αργίας, ως και μεταφοράς αποσκευών και τουριστικών αυτοκινήτων, εάν το εκπλειστηριαζόμενο πράγμα είναι πλοίο, ο … κατατάσσεται προνομιακώς κατά την εν άρθρω 205 εδ. α του ΚΙΝΔ οριζομένην τάξιν, ως βαρύνοντα και παρακολουθούντα το πλοίον», καθίσταται σαφές πλέον ότι έχει καταργηθεί και επομένως, εφόσον η έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης εντοπίζεται χρονικά μεταγενέστερα της ισχύος στης Σύμβασης Παραχώρησης, τα δικαιώματα και τα τέλη που εισπράττονται από την … δεν εξυπηρετούν πλέον τη δημόσια ωφέλεια, παρά μόνον τους επιχειρηματικούς σκοπούς της τελευταίας και για τον λόγο αυτό δεν εμπίπτουν στα προνόμια του άρθρου 205 ΚΙΝΔ. Εξάλλου, πέραν του γεγονότος ότι δεν ισχύει πλέον ο Κανονισμός δυνάμει του οποίου είχαν υπαχθεί συγκεκριμένες απαιτήσεις του … στα προνόμια του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, οι απαιτήσεις της ανακόπτουσας δεν φέρουν πλέον το χαρακτήρα του τέλους ή του δικαιώματος, δηλαδή της χρηματικής παροχής την οποία επιβάλλει το Κράτος ή, δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, έτερο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σε όσους χρησιμοποιούν ορισμένη υπηρεσία δημοσίας φύσεως προς κάλυψη της δαπάνης, την οποία συνεπάγεται η οργάνωση και παροχή της υπηρεσίας αυτής, καθόσον δεν αποτελεί αντάλλαγμα προσφερόμενης ειδικής δημοσίας υπηρεσίας, αλλά αντίτιμο παρεχόμενης ιδιωτικής υπηρεσίας, δηλαδή πρόκειται για δικαιώματα μεταξύ ιδιωτών που δεν καλύπτονται από το προνόμιο, ενόψει και του γεγονότος ότι οι διατάξεις που καθιερώνουν τα ναυτικά προνόμια πρέπει να ερμηνεύονται στενά, καθόσον διαταράσσουν την ισότητα μεταξύ των πιστωτών (βλ. ΕφΠειρ 147/2010 ΕΝαυτΔ 2010.241). Συνεπώς, οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της …, πέραν του ότι δεν κατατάσσονται προνομιακά κατά το εφαρμοστέο δίκαιο της …ς, διάταξη που δεν αντίκειται στη δημόσια τάξη κατά την έννοια του άρθρου 33 ΑΚ, δεν κατατάσσονται πλέον προνομιακά ούτε κατά το ελληνικό δίκαιο, διότι στερούνται του προνομίου του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, εφόσον απορρέουν εξ εννόμου σχέσεως του ιδιωτικού δικαίου, εντεύθεν ορθώς δεν κατατάχθηκαν προνομιακώς στον προσβαλλόμενο πίνακα. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι προβαλλόμενοι λόγοι, όπως ενιαία εκτιμώνται, τυγχάνουν αβάσιμοι και η υπό στοιχ. Α ανακοπή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Περαιτέρω, στον ανακοπτόμενο πίνακα δεν κατατάχθηκε η απαίτηση της ανακόπτουσας εταιρείας της υπό στοιχ. Β. ανακοπής «….». Η τελευταία είχε αναγγελθεί νομότυπα για απαιτήσεις της συνολικού ύψους 697.478,82 ευρώ, ήτοι 562.482,92 ευρώ για κεφάλαιο, πλέον ΦΠΑ 134.995,90 ευρώ, ως εξής: Στις 14.3.2017, ενόψει πλειστηριασμού, ο οποίος θα διενεργείτο στις 22.3.2017, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 14.3.2017 αναγγελία απαιτήσεώς της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Στέφανου Βασιλάκη, για τη χρονική περίοδο παραμονής/ελλιμενισμού του πλοίου της στις εγκαταστάσεις του Ναυπηγείου από 17.6.2016 έως 14.3.2017, ανερχόμενης στο ποσό των ευρώ 204.882,92 άνευ ΦΠΑ, για την οποία συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. 19030/15.3.2017 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Στις 11.4.2017, ενόψει πλειστηριασμού ο οποίος θα διενεργείτο στις 19.4.2017, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 10.4.2017 συμπληρωματική αναγγελία απαιτήσεώς της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου στις εγκαταστάσεις της για τη χρονική περίοδο από 15.3.2017 έως και 10.4.2017, ανερχομένης στο ποσό των Ευρώ 16.200 άνευ ΦΠΑ 24% για την οποία συντάχθηκε και η υπ’ αριθμ. …/11.4.2017 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Στις 3.1.2018, ενόψει πλειστηριασμού, ο οποίος θα διενεργείτο στις 10.1.2018 επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 2.1.2018 συμπληρωματική αναγγελία απαιτήσεώς της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου στις εγκαταστάσεις της για τη χρονική περίοδο από 11.4.2017 έως και 31.12.2017 ανερχόμενης στο ποσό των Ευρώ 197.160, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (24%), για την οποία συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. …/4.1.2018 Πράξη Κατάθεσης Τίτλων Δανειστή. Στις 13.11.18 κατόπιν του διενεργηθέντος στις 31.10.2018 πλειστηριασμού επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 9.11.2018 συμπληρωματική αναγγελία απαιτήσεώς της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου στις εγκαταστάσεις της, για τη χρονική περίοδο από 1.1.2018 έως και 31.10.2018, ανερχόμενη στο ποσό των ευρώ 226.176, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%, ομού μετά των ποσών των αναγγελθέντων δια των προηγούμενων αναγγελιών της, εν συνόλω ανερχομένων σε ευρώ 562.482,92 πλέον ΦΠΑ (24%), εξ ευρώ 134.995,90, ήτοι της συνολικής απαίτησής της ανερχομένης σε ευρώ 697.478,82 για την οποία συντάχθηκε και η υπ’ αριθμ. …/14.11.2018 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Οι απαιτήσεις της αυτές απορρέουν από υπηρεσίες ελλιμενισμού (μίσθωση χώρου προβλήτα) στο ναυπηγείο της, προκειμένου με εξωτερικά συνεργεία της διαχειρίστριας εταιρείας του πλοίου αυτή, με δικά της έξοδα, να προβεί σε επισκευή της κύριας μηχανής του πλοίου, καθώς και από έκτακτες υπηρεσίες / επισκευαστικές εργασίες στις οποίες η ίδια (αναγγελλόμενη) προέβη, που επικαλούνταν ότι ήταν απόλυτα αναγκαίες για τη διατήρηση του πλοίου σε κατάσταση αξιοπλοΐας και τη διατήρηση της αξίας του μέχρι τον επακολουθήσαντα πλειστηριασμό. Οι απαιτήσεις αυτές κρίθηκε ότι δεν ήταν εξοπλισμένες με προνόμιο, διότι δεν ενέπιπταν στην έννοια των εξόδων φύλαξης και συντήρησης, σύμφωνα με το άρθρο 50 περ. (e) και (g) του Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας της …ς, αλλά και της ταυτόσημης διάταξης του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, σε κάθε δε περίπτωση διότι η φύλαξη του εκπλειστηριασθέντος πλοίου από τις 27.12.2016 μέχρι τον πλειστηριασμό του έγινε από την επισπεύδουσα τον πλειστηριασμό τράπεζα. Εξάλλου, η ήδη ανακόπτουσα άσκησε κατά της πλοιοκτήτριας του εκπλειστηριασθέντος πλοίου οφειλέτιδάς της εταιρείας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 21.12.2018 υπ’ αριθ. κατάθεσης 13351/6083/2018 αγωγή της για την ως άνω απαίτησή της συνολικού ύψους 697.478,82 ευρώ, η οποία συζητήθηκε στις 24.9.2019 και κατά το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση ανακοπής εκκρεμούσε η έκδοση απόφασης. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδεικνύονται σχετικά τα εξής: Η υπό στοιχ. Β ανακόπτουσα εταιρεία έχει ως αντικείμενο ναυπηγικές εργασίες μετατροπής και συντήρησης πλοίων, καθώς και παροχής υπηρεσιών ελλιμενισμού, φύλαξης και συντήρησης πλοίων με εγκατάσταση ναυπηγείου στο Πέραμα Αττικής. Δυνάμει συμβάσεως ελλιμενισμού και επισκευής πλοίου/χρήσης του εξοπλισμού του ναυπηγείου, που καταρτίστηκε με αποδοχή της έγγραφης προσφοράς της από την πλοιοκτήτρια εταιρεία «…» στις 17.6.2016, μεταξύ της ιδίας και της διαχειρίστριας εταιρείας “…” του ως άνω πλοίου “…”, συμφωνήθηκε να παραμείνει το προαναφερθέν φορτηγό πλοίο στο αγκυροβόλιο του θαλάσσιου χώρου του ναυπηγείου της μέχρι το τέλος της επισκευής της κύριας μηχανής του (από εξωτερικό συνεργείο), καθώς και η παροχή σε αυτό ηλεκτρικού ρεύματος και νερού, δύτη κ.λπ. αντί του συμφωνηθέντος μισθώματος (600 ευρώ /ημέρα) και επιπλέον επιμέρους συμφωνηθέντος ανταλλάγματος για τις παροχές και εργασίες επί του πλοίου. Σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων, το πλοίο παρέμεινε στο ναυπηγείο από τις 17.6.2016 επισκευαζόμενο εκεί μέχρι τον Αύγουστο του 2016, στη συνέχεια δε το πλοίο εγκαταλείφθηκε στο ναυπηγείο από το πλήρωμά του και παρέμεινε εκεί, δεσμευμένο για οφειλές της πλοιοκτήτριας εταιρείας, έως την εκπλειστηρίασή του στις 31.10.2018. Παρά τις οχλήσεις της ανακόπτουσας η πλοιοκτήτρια εταιρεία της κατέβαλε μόνο το ποσό των 12.600 ευρώ στις 13.7.2016 και το ποσό των 5.000 ευρώ στις 10.8.2016, της οφείλει δε, για το χρονικό διάστημα πρυμνοδέτησης του πλοίου έως την εκπλειστηρίασή του, για χρήση/μίσθωση προβλήτας 867 ημερών (Χ 600 ευρώ/ημερησίως) το ποσό των 520.200 ευρώ, για υπερωριακή απασχόληση 4 ατόμων κατά την άφιξη του πλοίου για πλαγιοδέτηση του πλοίου στις 17.6.2016 το ποσό των (150€ Χ 4 άτομα=) 600 ευρώ, για παροχή ρεύματος 133.539 KWH (X 0,28€/KWH=) ποσό 37.390,92 ευρώ, για επισκευή και αποκατάσταση ηλεκτρολογικής βλάβης του πίνακα του πλοίου και συγκεκριμένα της αυτόματης επιλογής σωστής αλληλουχίας των φάσεων, κατόπιν γενικού black out στις 18.11.2016, το ποσό των 10.800 ευρώ, για παροχή 191 κ.μ. νερού έως τις 9.12.2016 το ποσό των 1.910 ευρώ, για παροχή νερού για πυρασφάλεια και κομπρεσέρ τροφίμων 2 connection το ποσό των (Χ 1.250€=) 2.500 ευρώ, για αποκατάσταση ηλεκτρολογικής βλάβης στα πλωριά βαρούλκα του πλοίου στις 18.11.2016 το ποσό των 4.400 ευρώ, για χρήση γερανού 3 φορές (Χ 30€=) 90 ευρώ και για λειτουργία Air compressor στις 23.11.2016 και 24.11.2016 για παροχή αέρος 8 ώρες/ημέρα το ποσό των (Χ 137€/ώρα=) 2.192 ευρώ, ήτοι συνολικά 580.082,92 ευρώ και, επομένως, αφαιρουμένου του ποσού των 17.600 ευρώ, της οφείλει ποσό (580.082,92-17.600=) 562.482,92 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24% ποσού 134.995,90 ευρώ, ήτοι της οφείλει για τις παραπάνω αιτίες το συνολικό ποσό των (562.482,92 + 134.995,90 =) 698.478,82 ευρώ, για το οποίο έχει εκδώσει τα αναφερόμενα στην αγωγή προτιμολόγια (χωρίς να αποδώσει ΦΠΑ). Σημειώνεται ότι κατόπιν ασκήσεως της από 14.10.2016 υπ’ αριθ. κατάθεσης 7951/1452/14.10.2016 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της ήδη ανακόπτουσας εταιρείας και της ταυθήμερης προσωρινής διαταγής απαγόρευσης προσωρινά του απόπλου και της μεταβολής της νομικής και πραγματικής κατάστασης του στην αίτηση αυτή περιγραφόμενου (επίδικου) πλοίου, εκδόθηκε η με αριθμό 1427/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας της πλοιοκτήτριας και ιδίως του επίδικου πλοίου «…» έως του ποσού των 97.000 ευρώ, προς εξασφάλιση των έως το χρονικό εκείνο σημείο γεννημένων ως άνω απαιτήσεων της ήδη ανακόπτουσας, παρεχομένης στην πλοιοκτήτρια της δυνατότητας ματαίωσης ή αντικατάστασης της διατασσόμενης συντηρητικής κατάσχεσης με την κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου ισόποσης εγγυητικής επιστολής, αξιόχρεης στην Ελλάδα τράπεζας, υπέρ της ανακόπτουσας. Οι επισκευές του ένδικου πλοίου, όπως αναλύθηκαν παραπάνω, ήταν απόλυτα αναγκαίες για την αποκατάσταση των φθορών που προκλήθηκαν απ’ την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, ώστε να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλο για αυτοδύναμη κίνηση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του και να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα και μέχρι του πλειστηριασμού του στην κατάσταση που βρισκόταν, σώο και αναλλοίωτο, γεγονός που απέβη και σε όφελος των δανειστών και δεν αποσκοπούσαν σε βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης ή του εξοπλισμού του, αλλά μόνο στη διατήρηση της αξίας του. Συγκεκριμένα, το πλοίο «…» κατέπλευσε στο ναυπηγείο στις 17.6.2016, με σκοπό να επισκευαστεί η κύρια μηχανή του· χωρίς τη διενέργεια των συγκεκριμένων εργασιών, δε θα ήταν ικανό να συνεχίσει με ασφάλεια τους πλόες του για την εκπλήρωση του προορισμού του, ήτοι τη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση. Απόλυτα αναγκαίες για την αξιοπλοΐα του ήταν, όχι μόνο οι εργασίες που αφορούσαν σε επισκευή της βλάβης της μηχανής, αλλά και της επισκευής λόγω παλαιότητας του πίνακα του πλοίου, με την αντικατάσταση των αυτομάτων επιλογής και του επιτηρητή φάσεων (shore connection), καθώς και της αποκατάστασης βλάβης στα πλωριά βαρούλκα, η εκτέλεση της οποίας επιβαλλόταν για την εξασφάλιση της ασφαλούς πρόσδεσης της πλώρης. Εφόσον οι επισκευές αυτές έγιναν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι πριν τον πλειστηριασμό, ήτοι στο λιμάνι όπου το ένδικο πλοίο κατασχέθηκε, κατά τα ανωτέρω, που ήταν ο χώρος ναυπηγείου της ανακόπτουσας, οι απαιτήσεις που προέρχονται απ’ αυτές είναι, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω στη μείζονα πρόταση, προνομιούχες, όπως και οι εν γένει αξιώσεις του ναυπηγείου, που αφορούν σε μισθώματα, στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, την παροχή νερού για πυρασφάλεια και ψύξη κομπρεσέρ τροφίμων, καθώς και συμπιεσμένου αέρα, αφού η παραμονή του πλοίου στο ναυπηγείο και οι ως άνω παροχές χρησίμευσαν για τη διαφύλαξη της αξίας του και τη συντήρησή του επί ικανό χρόνο μέχρι τον πλειστηριασμό του, και προηγούνται της ναυτικής υποθήκης. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι, πέραν της συντηρητικής κατάσχεσης που διατάχθηκε με την προαναφερθείσα απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, της αναγκαστικής κατάσχεσης που οδήγησε στον από 31.10.2018 πλειστηριασμό του πλοίου είχε προηγηθεί και έτερη αναγκαστική κατάσχεση, που είχε επιβληθεί επίσης από την καθ’ ης η ανακοπή τράπεζα, ήδη από τον Νοέμβριο 2016 (βλ. σχετικά την υπ’ αριθ. …/25.11.2016 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η ανακόπτουσα). Συνεπώς, οι ως άνω απαιτήσεις έπρεπε να καταταγούν στον πίνακα πριν απ’ την, εξοπλισμένη με ναυτική υποθήκη, απαίτηση της καθ’ ης η ανακοπή, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η ανακόπτουσα με τον πρώτο λόγο της ανακοπής της, που στηρίζεται στις συνδυασμένες διατάξεις του δικαίου της σημαίας του πλοίου (άρθρο 50 περ. e, g του μαλτέζικου Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας) και του ελληνικού δικαίου (άρθρο 205 ΚΙΝΔ), με τη σημείωση ότι, επειδή δεν έχει καταβάλει τον ΦΠΑ ποσού ευρώ 134.995,90 που αφορά τον αναλογούντα στο κεφάλαιο της απαιτήσεώς της ΦΠΑ, δεδομένου ότι έχει εκδώσει μόνο προτιμολόγια και όχι τιμολόγια, η σχετική απαίτηση κατ’ άρθρο 69 παρ. 1 περ. ε ΚΠολΔ κατατάσσεται προνομιακά υπό τον όρο της επελεύσεως του χρονικού σημείου της καταβολής του ποσού της κυρίας οφειλής, ενώ δεν γεννώνται τόκοι επί του ποσού αυτού. Γενομένου, άλλωστε, δεκτού του πρώτου λόγου ανακοπής, που άγει στην καθ’ ολοκληρίαν ικανοποίηση της αξίωσης της ανακόπτουσας, ως και κατ’ ουσία βάσιμου, παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου. Πρέπει, επομένως, να μεταρρυθμιστεί ο ανακοπτόμενος υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακας κατάταξης του συμβολαιογράφου Πειραιά Στέφανου Βασιλάκη, προκειμένου να καταταγεί η πιο πάνω απαίτηση της εν λόγω ανακόπτουσας, με αποβολή της καθ’ ης η ανακοπή κατά το αντίστοιχο ποσό της απαίτησής της, κατά παραδοχή της κρινόμενης ανακοπής, ως βάσιμης και κατ’ ουσίαν, όπως αναλυτικά το κατατασσόμενο ποσό κατωτέρω παρατίθεται, αφού το Δικαστήριο προχωρήσει στην έρευνα και της υπό στοιχ. Γ. ανακοπής. Σχετικά με αυτήν, αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Επί του εκπλειστηριάσματος του επίδικου υπό σημαία …ς φορτηγού πλοίου «…» αναγγέλθηκαν επίσης με την από 9.3.2017 αναγγελία τους, η οποία κοινοποιήθηκε στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο τη 10.3.2017 και για την οποία ακολούθησε η σύνταξη της υπ’ αριθ. …/15.3.2017 πράξης καταθέσεως τίτλων δανειστή, οι: 1) … (…) του … (…), 2) … (…) του … (…) και 3) … … (… …) του … (…) και ζήτησαν (α) ο πρώτος την προνομιακή κατάταξή του για το συνολικό ποσό των 44.796,90 ευρώ ή 47.287,61 δολ. ΗΠΑ, ως υπόλοιπο οφειλόμενων σε αυτόν υπό της πλοιοκτήτριας από την υπηρεσία του ως Πλοιάρχου Α΄ στο εκπλειστηριασθέν πλοίο για το χρονικό διάστημα από 23.9.2015 έως 5.7.2016 και δη για κεφάλαιο δεδουλευμένων αποδοχών 24.820,04 δολ. ΗΠΑ, για αποζημίωση λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεως 3.250,00 δολ. ΗΠΑ και 205,35 ευρώ για αντίτιμο τροφής, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 10.000 ευρώ και για τόκους υπερημερίας των κατά τα άνω απαιτήσεών του 8.000,00 ευρώ ή 8.444,80 δολ. ΗΠΑ, (β) ο δεύτερος την προνομιακή κατάταξή του για το συνολικό ποσό των 39.883,20 ευρώ ή 42.107,70 δολ. ΗΠΑ, ως υπόλοιπο οφειλόμενων σε αυτόν υπό της πλοιοκτήτριας από την υπηρεσία του ως Α΄ Μηχανικού στο εκπλειστηριασθέν πλοίο για το χρονικό διάστημα από 17.7.2015 έως 16.7.2016 και δη για υπόλοιπο κεφαλαίου δεδουλευμένων αποδοχών 20.938,73 δολ. ΗΠΑ, για αποζημίωση λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεως 3.000,00 δολ. ΗΠΑ και 205,35 ευρώ για αντίτιμο τροφής, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 10.000 ευρώ και για τόκους υπερημερίας των κατά τα άνω απαιτήσεών του 7.000,00 ευρώ ή 7.396,20 δολ. ΗΠΑ, (γ) ο τρίτος την προνομιακή κατάταξή του για το συνολικό ποσό των 25.053,72 ευρώ ή 26.446,70 δολ. ΗΠΑ, ως υπόλοιπο οφειλόμενων σε αυτόν υπό της πλοιοκτήτριας από την υπηρεσία του ως Υποπλοιάρχου στο εκπλειστηριασθέν πλοίο για το χρονικό διάστημα από 2.9.2016 έως 7.11.2016 και δη για κεφάλαιο δεδουλευμένων αποδοχών 8.923,74 δολ. ΗΠΑ, για αποζημίωση λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεως 2.000,00 δολ. ΗΠΑ και 205,35 ευρώ για αντίτιμο τροφής, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 10.000 ευρώ και για τόκους υπερημερίας των κατά τα άνω απαιτήσεών του 4.500,00 ευρώ ή 4.750,20 δολ. ΗΠΑ. Στην ίδια δε αναγγελία εξέθεταν ότι για τις ως άνω απαιτήσεις τους είχαν ασκήσει ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (διαδικασία εργατικών διαφορών) την από 9.12.2016 υπ’ αριθ. κατάθεσης 10675/5471/2016 αγωγή, την οποία ενσωμάτωσαν στην αναγγελία και επί της οποίας έχει ήδη εκδοθεί η υπ’ αριθ. 5029/2017 απόφαση. Με αυτήν, η εναγόμενη πλοιοκτήτρια εταιρεία υποχρεώθηκε να καταβάλει: α) στον πρώτο το ισόποσο σε ευρώ κατά το χρόνο πληρωμής ποσό των 28.070,04 δολ. ΗΠΑ ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και ως αποζημίωση απόλυσης, καθώς και το ποσό των 205,35 ευρώ για τροφοδοσία, νομιμότοκα τα ποσά αυτά από 6.7.2016, και ποσό 2.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης, νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, β) στον δεύτερο το ισόποσο σε ευρώ κατά το χρόνο πληρωμής ποσό των 23.938,73 δολ. ΗΠΑ ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και ως αποζημίωση απόλυσης, καθώς και το ποσό των 205,35 ευρώ για τροφοδοσία, νομιμότοκα τα ποσά αυτά από 17.7.2016, και ποσό 2.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης, νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και γ) στον τρίτο το ισόποσο σε ευρώ κατά το χρόνο πληρωμής ποσό των 10.923,74 δολ. ΗΠΑ ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και ως αποζημίωση απόλυσης, καθώς και το ποσό των 205,35 ευρώ για τροφοδοσία, νομιμότοκα τα ποσά αυτά από 8.11.2016, και ποσό 2.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης, νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Σημειώνεται ότι το δεδικασμένο που απορρέει από την ως άνω απόφαση δεν επιδρά στην προκείμενη δίκη, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην υπό στοιχείο I νομική σκέψη της παρούσας. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού, λόγω του ότι το εκπλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση όλων των αναγγελθεισών απαιτήσεων, συνέταξε τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης στον οποίο, όπως έχει αναφερθεί ανωτέρω, κατέταξε προνομιακά, σύμφωνα με το άρθρο 50 περ. η του Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας της …ς, αλλά και την ταυτόσημη διάταξη του ελληνικού δικαίου (ΚΙΝΔ 205), στη δεύτερη τάξη των ναυτικών προνομίων και τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, τις απαιτήσεις των προαναφερθέντων ναυτικών που αφορούσαν σε κεφάλαιο δεδουλευμένων αποδοχών και σε αποζημίωση απολύσεως, δεν κατέταξε ωστόσο τους αιτούμενους τόκους ούτε τις απαιτήσεις από αντίτιμο τροφής εξ ευρώ 205,35 και από χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εξ ευρώ 10.000,00 για έκαστο εξ αυτών, διότι έκρινε ότι δεν εξασφαλίζονται με προνόμιο. Ωστόσο, οι απαιτήσεις που κατατάχθηκαν κατά κεφάλαιο ασφαλίζονται και ως προς τους τόκους, που αναγγέλθηκαν νόμιμα, με το ειδικό προνόμιο του άρθρου 205 εδ. β΄ ΚΙΝΔ και κατατάσσονται στη δεύτερη κατηγορία – τάξη των ναυτικών προνομίων, έχουν δε τον ίδιο προνομιακό εμπράγματο χαρακτήρα και κατά το δίκαιο της …ς, τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην υπό στοιχείο IV. νομική σκέψη της παρούσας (βλ. για το γενικότερο ζήτημα της προνομιακής ικανοποίησης των τόκων ΟλΑΠ 22/2000 ΕλλΔνη 2001.56, ΑΠ 1158/2006 ΕλλΔνη 2006.1399). Επομένως, εσφαλμένα ο υπάλληλος του πλειστηριασμού παρέλειψε να κατατάξει τους αιτούμενους τόκους, όπως προβάλλεται από τους ανακόπτοντες με τον πρώτο λόγο της ένδικης ανακοπής τους, που πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως και κατ’ ουσία βάσιμος, και πρέπει ο προσβαλλόμενος πίνακας κατά το μέρος αυτό να μεταρρυθμιστεί, όπως αναλυτικά κατωτέρω αναφέρεται. Πέραν τούτου, αποδείχθηκε ότι κατά τη ναυτολόγηση των ανακοπτόντων συμφωνήθηκε ότι αυτοί θα αμείβονταν με «κλειστό» μηνιαίο μισθό, όπως, άλλωστε, συνομολούν στην ως άνω αγωγή τους, ήτοι με πάγιο μηνιαίο μισθό που στη ναυτική πρακτική ονομάζεται «κλειστός» και στον οποίο περιλαμβάνεται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές, συνολικού ποσού 6.500 δολ. ΗΠΑ ο πρώτος, 6.000 δολ. ΗΠΑ ο δεύτερος και 4.000 δολ. ΗΠΑ ο τρίτος. Ως εκ τούτου, στις αποδοχές αυτές περιλαμβανόταν, πέραν του βασικού μισθού, των επιδομάτων και λοιπών αμοιβών, το αντίτιμο τροφής. Σε εκτέλεση των συμβάσεων ναυτικής εργασίας, οι ανακόπτοντες εργάστηκαν στο πλοίο, υπό τις ειδικότητες του Πλοιάρχου Α΄, του Μηχανικού Α΄ και του Υποπλοιάρχου αντιστοίχως, (α) ο πρώτος από 23.9.2015 έως 5.7.2016, (β) ο δεύτερος από 17.7.2015 έως 16.7.2016 και (γ) ο τρίτος από 2.9.2016 έως 7.11.2016, οπότε κατήγγειλαν τις συμβάσεις εργασίας τους λόγω μη καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών τους. Επομένως, δεν εδικαιούντο αντίτιμο τροφής επιπλέον της αποζημίωσης απόλυσης που τους οφειλόταν με τη λύση των συμβάσεων εργασίας τους, καθόσον αυτό περιλαμβανόταν στις τακτικές αποδοχές τους και συνυπολογίστηκε κατά τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης (άρθρο 76 εδ. α ΚΙΝΔ). Κατά τα αναφερόμενα δε στην υπό στοιχείο I νομική σκέψη της παρούσας, η εκδοθείσα ερήμην της καθ’ ης η εκτέλεση, με αριθμό 5029/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία επιδικάστηκε στους ανακόπτοντες και το ποσό των 205,35 ευρώ για τροφοδοσία, δε δεσμεύει την παρούσα δίκη. Επομένως, ο δεύτερος λόγος της υπό στοιχ. Γ ανακοπής τυγχάνει κατ’ ουσίαν αβάσιμος και απορριπτέος. Τέλος, ο τρίτος λόγος ανακοπής είναι νόμω αβάσιμος και απορριπτέος, διότι η αναγγελθείσα απαίτηση που αφορά στη χρηματική ικανοποίηση των ανακοπτόντων λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από την εγκατάλειψη του πλοίου και των ιδίων ως ναυτικών και τη συνακόλουθη προσβολή της προσωπικότητάς τους πηγάζει από το κοινό δίκαιο (άρθρα 57, 59, 914 και 932 ΑΚ) και όχι από τις διατάξεις του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου, ώστε δεν καλύπτεται από το προνόμιο του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ, ενόψει του εμπράγματου και ειδικού χαρακτήρα των προνομίων του άρθρου αυτού που αποκλείει τη με ερμηνεία επέκτασή τους.
Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της η με αριθμό καταθέσεως 5608/2796/2019 ανακοπή και εν μέρει η με αριθμό καταθέσεως 5259/2610/2019 ανακοπή και να μεταρρυθμιστεί ο υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακας κατάταξης δανειστών του Συμβολαιογράφου Πειραιώς Στέφανου Βασιλάκη. Η κατάταξη των ανακοπτόντων θα γίνει σε δολάρια ΗΠΑ με την ισοτιμία της ημέρας σύνταξης του βαλλόμενου πίνακα κατ’ άρθρο 1012 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως η αντιστοιχία δολαρίου προς ευρώ εξευρέθηκε από τον επί του πλειστηριασμό υπάλληλο διά του Δελτίου Συναλλαγματικών Ισοτιμιών Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, από το οποίο προκύπτει ότι η τιμή αναφοράς (τρέχουσα τιμή) ενός ευρώ σε δολάρια ΗΠΑ ήταν 1/1,1171. Αφού αποβληθεί εν μέρει η καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «…», έχουσα ασθενέστερο προνόμιο, καθ’ ο μέρος κατατάχθηκε ως ενυπόθηκη δανείστρια, πρέπει να καταταγούν οι ανακόπτοντες της υπό στοιχ. Γ ανακοπής, προνομιακά και τυχαία υπό τον όρο τελεσιδίκου επιδικάσεως της απαιτήσεώς τους, επιπλέον των ποσών για τα οποία έχουν ήδη καταταγεί με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, κατά τα ανωτέρω, α) ο πρώτος των ανακοπτόντων κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 31.820,04 δολ. ΗΠΑ, άλλως (31.820,04 : 1,1171 =) 28.484,50 ευρώ, από την επίδοση της ως άνω αγωγής του προς την πλοιοκτήτρια εταιρεία, την 21.12.2016, μέχρι και τον πιθανό χρόνο πληρωμής και εκτέλεσης του πίνακα κατατάξεως δανειστών την 21.12.2018, όπως οι τόκοι ζητήθηκαν με την αναγγελία, ήτοι για το ποσό των 4.130,10 ευρώ ή 4.613,73 δολ. ΗΠΑ, β) ο δεύτερος των ανακοπτόντων κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 24.188,73 δολ. ΗΠΑ, άλλως (24.188,73 : 1,1171 =) 21.653,15 ευρώ, από την επίδοση της ως άνω αγωγής του προς την πλοιοκτήτρια εταιρεία, την 21.12.2016, μέχρι και τον πιθανό χρόνο πληρωμής και εκτέλεσης του πίνακα κατατάξεως δανειστών την 21.12.2018, όπως οι τόκοι ζητήθηκαν με την αναγγελία, ήτοι για το ποσό των 3.136,98 ευρώ ή 3.504,32 δολ. ΗΠΑ, και γ) ο τρίτος των ανακοπτόντων κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας επί του ποσού των 10.923,74 δολ. ΗΠΑ, άλλως (10.923,74 : 1,1171 =) 9.778,66 ευρώ, από την επίδοση της ως άνω αγωγής του προς την πλοιοκτήτρια εταιρεία, την 21.12.2016, μέχρι και τον πιθανό χρόνο πληρωμής και εκτέλεσης του πίνακα κατατάξεως δανειστών την 21.12.2018, όπως οι τόκοι ζητήθηκαν με την αναγγελία, ήτοι για το ποσό των 1.417,85 ευρώ ή 1.583,88 δολ. ΗΠΑ. Συνολικά, δηλαδή, ο πρώτος των ανακοπτόντων πρέπει να καταταγεί στο ποσό των (31.820,04 + 4.613,73 = ) 36.433,77 δολ. ΗΠΑ, ο δεύτερος στο ποσό των (24.188,73 + 3.504,32 =) 27.693,05 δολ. ΗΠΑ και ο τρίτος στο ποσό των (10.923,74 + 1.583,88 =) 12.507,62 δολ. ΗΠΑ και η καθ’ ης να περιοριστεί στο ποσό των 855.432,86 δολ. ΗΠΑ [=865.134,79- 9.701,93 (=4.613,73 + 3.504,32 + 1.583,88)]. Στην ίδια τάξη, μετά τις απαιτήσεις των ανωτέρω ναυτικών, πρέπει να καταταγεί προνομιακώς και τυχαίως υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της η ανακόπτουσα εταιρεία με την επωνυμία «….» και δη για το ποσό των 562.482,92 ευρώ, ήτοι (562.482,92 ×1,1171 =) 628.349,67 δολ. ΗΠΑ νομιμότοκα για έκαστο αναγγελθέν ποσό και μόνο κατά το μέρος αυτού που αφορά σε κεφάλαιο από την επομένη επιδόσεως εκάστης των ανωτέρω αναγγελιών έως της τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, καθώς και για το ποσό των 134.995,90 ευρώ, ήτοι (134.995,90 × 1,1171 =) 150.803,92 δολ. ΗΠΑ ως προς τον αναλογούντα στο κεφάλαιο της απαιτήσεως ΦΠΑ (24%), υπό τον όρο καταβολής του ως άνω ποσού του κεφαλαίου και εκδόσεως των σχετικών τιμολογίων από την ανακόπτουσα, αφού αποβληθεί απ’ αυτόν η καθ’ ης τράπεζα ως προς το ποσό των δολ. ΗΠΑ 779.153,58, η οποία συνακόλουθα θα περιοριστεί στο ποσό των (855.432,86 – 779.153,58 =) 76.279,28 δολ. ΗΠΑ. Τα δικαστικά έξοδα όλων των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν, γιατί η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής (άρθρο 179 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Ενώνει και Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων: Α) την από 19.6.2019 υπ’ αριθ. καταθ. 5498/2742/2019 ανακοπή, Β) την από 21.6.2019 υπ’ αριθ. καταθ. 5608/2796/2019 ανακοπή και Γ) την από 12.6.2019 υπ’ αριθ. καταθ. 5259/2610/2019 ανακοπή.
Απορρίπτει την υπό στοιχ. Α ανακοπή.
Δέχεται εν μέρει την υπό στοιχ. Γ ανακοπή.
Μεταρρυθμίζει τον υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών του συμβολαιογράφου Πειραιά Στέφανου Βασιλάκη, ούτως ώστε, αποβαλλομένης εν μέρει της απαιτήσεως της καθ’ ης η ανακοπή, ως ενυπόθηκης δανείστριας, να καταταγούν οι ανακόπτοντες στη δεύτερη τάξη, προνομιακά και τυχαία υπό τον όρο τελεσιδίκου επιδικάσεως της απαιτήσεώς τους, επιπλέον των ποσών για τα οποία έχουν ήδη καταταγεί με τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, κατά το ποσό των τόκων υπερημερίας, ανερχόμενων για τον πρώτο των ανακοπτόντων στο ποσό των 4.613,73 δολ. ΗΠΑ, για τον δεύτερο των ανακοπτόντων στο ποσό των 3.504,32 δολ. ΗΠΑ και για τον τρίτο των ανακοπτόντων στο ποσό των 1.583,88 δολ. ΗΠΑ, ήτοι συνολικά να καταταγούν α) ο πρώτος των ανακοπτόντων για το ποσό των τριάντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα τριών δολαρίων ΗΠΑ και εβδομήντα επτά σεντς (36.433,77 $), β) ο δεύτερος για το ποσό των είκοσι επτά χιλιάδων εξακοσίων ενενήντα τριών δολαρίων ΗΠΑ και πέντε σεντς (27.693,05 $) και γ) ο τρίτος για το ποσό των δώδεκα χιλιάδων πεντακοσίων επτά δολαρίων ΗΠΑ και εξήντα δύο σεντς (12.507,62 $).
Δέχεται την υπό στοιχ. Β ανακοπή.
Μεταρρυθμίζει τον υπ’ αριθ. …/22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών του συμβολαιογράφου Πειραιά Στέφανου Βασιλάκη, ούτως ώστε, αποβαλλομένης εν μέρει της απαιτήσεως της καθ’ ης η ανακοπή, ως ενυπόθηκης δανείστριας, να καταταγεί στη δεύτερη τάξη, μετά τις απαιτήσεις των ανακοπτόντων της υπό στοιχ. Γ ανακοπής, προνομιακώς και τυχαίως υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, η ανακόπτουσα εταιρεία για το ποσό των εξακοσίων είκοσι οχτώ χιλιάδων τριακοσίων σαράντα εννιά δολαρίων ΗΠΑ και εξήντα επτά σεντς (628.349,67 $), νομιμότοκα για έκαστο επιμέρους αναγγελθέν ποσό και μόνο κατά το μέρος αυτού που αφορά σε κεφάλαιο από την επομένη επιδόσεως εκάστης των αναγγελιών έως της τελεσιδικίας του πίνακα κατάταξης, καθώς και για το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων οχτακοσίων τριών δολαρίων ΗΠΑ και ενενήντα δύο σεντς (150.803,92 $), υπό τον όρο καταβολής του ως άνω ποσού του κεφαλαίου και εκδόσεως των σχετικών τιμολογίων.
Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ