Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

TMHMA ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

Αριθμός Απόφασης

   2080   /2020

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 3022/1464/2019)

ΤΟ  ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ελισσάβετ Σπυροπούλου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 8η Οκτωβρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των εκκαλουσών: 1) της εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία έχει εγκατεστημένο γραφείο στον ….. σύμφωνα με τον Ν. 89/1967, επί … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ … και 2) της εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει στη … και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Αθηνών Γεωργίου Φώσκολου (Α.Μ. ΔΣΑ 10523).

Του εφεσίβλητου: …, κατοίκου …, με ΑΦΜ …, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Πειραιώς Κυριάκου Παπαδέα (ΑΜ ΔΣΠ 1979) και δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Αθηνών Γεωργίας Σαραφοπούλου (Α.Μ. ΔΣΑ 18228), βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς την από 29-12-2015 (Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 6270/560/30-12-2015) αγωγή του κατά των εκκαλουσών και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. … οριστική απόφασή του έκανε δεκτή την ανωτέρω αγωγή του εφεσίβλητου. Ήδη οι εκκαλούσες με την από 21-03-2019 (αριθμ. εκθ. καταθ. του Ειρηνοδικείου Πειραιώς 3641/79/28-03-2019) έφεσή τους προσβάλλουν την προαναφερόμενη απόφαση. Η έφεση αυτή κατατέθηκε στο Δικαστήριο τούτο με Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 3022/1464/12-04-2019, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. … οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία έχει ασκηθεί από τις ηττηθείσες στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εναγόμενες κατά του αντιδίκου τους (αρθρ. 516§1, 517 ΚΠολΔ), νομότυπα, με την κατάθεση δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (αρθρ. 495§§1,2 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, ήτοι προ πάσης επιδόσεως της εν λόγω απόφασης (αρθρ. 499, 518 ΚΠολΔ), καθόσον δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης. Επομένως, η έφεση αυτή είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (αρθρ. 533§1 ΚΠολΔ) κατά την ίδια ως άνω διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Στην προκείμενη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, με την από 29-12-2015 (Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 6270/560/30-12-2015) αγωγή που άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς κατά των εναγομένων και ήδη εκκαλουσών, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες εταιρείες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, η μεν πρώτη ως εφοπλίστρια, η δε δεύτερη ως κυρία του πλοίου M/V …, να του καταβάλουν µε απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή το συνολικό ποσό των 6.770 ευρώ, εντόκως από την επομένη της έκδοσης και παράδοσης του αναφερόμενου στην αγωγή παραστατικού δελτίου αποστολής – τιμολόγιου πώλησης,, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αναφερόμενης στην αγωγή εξώδικης όχλησης, άλλως από την επίδοση της αγωγής, αξίωση που αντιστοιχεί σε σύμβαση πώλησης που κατήρτισε στον Πειραιά με τις εναγόμενες – εκκαλούσες, δυνάμει της οποίας πώλησε και παρέδωσε στις τελευταίες τα αναφερόμενα στην αγωγή είδη, εντούτοις οι τελευταίες δεν του κατέβαλαν το οφειλόμενο γι’ αυτήν τίμημα. Με την εκκαλούμενη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η αγωγή έγινε δεκτή και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενες εις ολόκληρον η καθεμία, να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των 6.770 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της έκδοσης και παράδοσης του αναφερομένου στην απόφαση παραστατικού και επιπλέον καταδικάσθηκαν να καταβάλουν τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος, ύψους 300 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες παραπονούνται για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της, ώστε να απορριφθεί η από 29-12-2015 αγωγή και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών σε βάρος του εφεσίβλητου.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ, δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι ενεργητικά νομιμοποιείται να ζητήσει έννομη προστασία ο ισχυριζόμενος ότι είναι δικαιούχος του επίδικου δικαιώματος, και παθητικά νομιμοποιείται εκείνος ο οποίος, κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, μετέχει στην επίδικη έννομη σχέση. Δηλαδή για τη νομιμοποίηση αρκεί μόνο ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς, κατ’ αρχήν, να ασκεί έννομη επιρροή αν ο ισχυρισμός αυτός είναι αληθής. Εξάλλου, η έλλειψη νομιμοποίησης εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης. Ενόψει της φύσης της νομιμοποίησης, η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο των επικαλούμενων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης περιστατικών δεν συνιστά ένσταση έλλειψης νομιμοποίησης, αλλά άρνηση της βάσης της αγωγής του ενάγοντος (Βλ. ΑΠ 604/2009 ΧρΙΔ 2010.119), ο οποίος φέρει προς τούτο το σχετικό βάρος απόδειξης, με συνέπεια, σε περίπτωση που δεν αποδείξει τον περί νομιμοποίησης ισχυρισμό, την απόρριψη της αγωγής για έλλειψη (ενεργητικής ή παθητικής) νομιμοποίησης (Βλ. ΕφΠειρ 362/2013 ΤΝΠ NOMOS, ΕΑ 8511/2005 ΕλλΔ 2006.534).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 84, 105 και 106 ΚΙΝΔ προκύπτει ότι γίνεται διάκριση των εννοιών πλοιοκτησίας, κυριότητας του πλοίου και εφοπλισμού. Η πλοιοκτησία υποδηλώνει σύμπτωση κυριότητας και εφοπλισμού, έτσι ώστε όταν τα δύο αυτά στοιχεία χωρίζονται να έχουμε αφενός μόνον κυριότητα και αφετέρου μόνον εφοπλισμό. Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 105 ΚΙΝΔ, «ο εκμεταλλευόμενος το πλοίο δι’ εαυτόν ανήκον εις άλλον (εφοπλιστής) οφείλει να δηλώσει τούτο εγγράφως από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου εις την λιμενικήν αρχήν του τόπου της νηολογήσεως. Μη γενομένης τοιαύτης δηλώσεως ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ότι εκμεταλλεύεται τούτο δι’ εαυτόν». Από την τελευταία διάταξη προκύπτει ότι η δήλωση του τρίτου περί εφοπλισμού του πλοίου παρ’ αυτού που γίνεται στο λιμάνι νηολογήσεως του πλοίου από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου αποσκοπεί στην προστασία των τρίτων συναλλασσομένων, αλλά εξυπηρετεί και τα έννομα συμφέροντα της ιδιοκτησίας του πλοίου, εν ελλείψει της οποίας (δηλώσεως) τίθεται μαχητό τεκμήριο, δηλαδή τεκμαίρεται ότι ο κύριος του πλοίου εκμεταλλεύεται αυτό για δικό του λογαριασμό είναι δηλαδή πλοιοκτήτης. Το τεκμήριο τούτο είναι μαχητό και επιτρέπεται ανταπόδειξη, δηλαδή μπορεί να αποδειχθεί ότι ο τρίτος που δεν αναγγέλθηκε στην ανωτέρω λιμενική αρχή είναι αυτός που εκμεταλλεύεται το πλοίο για δικό του λογαριασμό, δηλαδή είναι ο εφοπλιστής. Ειδικότερα, ως εκμετάλλευση, η οποία πάντως δεν ταυτίζεται με τη διαχείριση του πλοίου, νοείται η διενέργεια ναυτιλιακών εργασιών (όπως μεταφορά προσώπων και πραγμάτων, αλιεία, ρυμούλκηση) με σκοπό το κέρδος, ενώ στοιχεία αυτής (εκμεταλλεύσεως) είναι η ναυτική διεύθυνση του πλοίου από τον εφοπλιστή. Ακόμη, βασική προϋπόθεση του εφοπλισμού είναι ότι ο εφοπλιστής έχει τη βούληση να ασκήσει και ασκεί για λογαριασμό του τη ναυτιλιακή επιχείρηση του πλοίου και εκτός από την απολαβή των κερδών, επωμίζεται απεριορίστως και τον οικονομικό κίνδυνο από την εκμετάλλευση του. Κύρια προϋπόθεση για την απόκτηση εφοπλιστικής ιδιότητας είναι η ανάληψη του επιχειρηματικού κινδύνου προσωπικά και απεριόριστα και όχι η απλή συμμετοχή στη διοίκηση, στα κέρδη και τις μετοχές της πλοιοκτήτριας εταιρείας (Βλ. ΕφΠειρ 153/2008 ΤΝΠ NOMOS). Αντίθετα, ο διαχειριστής συναλλάσσεται σχετικώς με το πλοίο στο όνομα και για λογαριασμό του πλοιοκτήτη με τους ενδιαφερόμενους τρίτους, ως άμεσος αντιπρόσωπος του, κατά την έννοια του άρθρου 211 ΑΚ, και τα έννομα αποτελέσματα κάθε επιχειρούμενης ενέργειας απ’ αυτόν, μέσα στα πλαίσια της γενικής ή ειδικής εξουσίας του, αφορούν ευθέως τον πλοιοκτήτη, ο οποίος είναι το υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που απορρέουν από τη δράση του διαχειριστή και εκείνος (πλοιοκτήτης) ευθύνεται προς τους δανειστές του. Ο διαχειριστής έχει προσωπική ευθύνη μόνο όταν δεν δηλώνει ρητώς ότι ενεργεί για τον πλοιοκτήτη και δεν συνάγεται από τις διαγνωστές στον αντισυμβαλλόμενο περιστάσεις ότι επιχειρεί τη σχετική δικαιοπραξία στο όνομα και για λογαριασμό εκείνου, καθώς και όταν η δικαιοπραξία υπερβαίνει τα όρια της εξουσίας του (Βλ. ΑΠ 689/2013 ΔΕΕ 2014.65, ΜονΕφΠειρ 229/2016 ό.π., ΕφΠειρ 362/2013 ΤΝΠ NOMOS).

Από την επανεκτίµηση των αποδεικτικών µέσων που προσκοµίζονται και ειδικότερα της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του ενάγοντος, που περιέχεται στα υπ’ αριθ. … πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς της ………, την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση που δόθηκε, νοµότυπα, επιµελεία του ενάγοντος και ήδη εφεσιβλήτου, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά Δήμητρας Μανιδάκη, κατόπιν νοµοτύπου κλητεύσεως των εναγοµένων και ήδη εκκαλουσών (βλ. τις υπ’ αριθμ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …), τις υπ’ αριθμ. … ένορκες βεβαιώσεις που δόθηκαν, νοµότυπα, επιµελεία των εναγομένων και ήδη εκκαλουσών, ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά, κατόπιν νοµοτύπου κλητεύσεως του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου (βλ. την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά …), καθώς και από όλα τα έγγραφα που προσκοµίζονται και τα οποία λαµβάνονται υπ’ όψιν, έστω και αν δεν πληρούν τους όρους του νόµου είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά µέσα είτε για να χρησιµεύσουν ως δικαστικά τεκµήρια σε συνδυασµό µε τα διδάγµατα της κοινής πείρας, απoδεικvύoνται τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Ο ενάγων – εφεσίβλητος διατηρεί στον ………, ατοµική επιχείρηση επισκευής και εµπορίας στροβίλων κάθε είδους. H δεύτερη των εναγοµένων – εκκαλουσών είναι αλλοδαπή ναυτική εταιρεία, η οποία εδρεύει στη … και είναι πλοιοκτήτρια του υπό σηµαία … πλοίου M/V …, ΙΜΟ …, κοχ. 39736, Δ.Δ.Σ. 5ΒVΥ2 και MMSI …. Κατά τον επίδικο χρόνο, η πρώτη των εναγομένων – εκκαλουσών εταιρεία, η οποία είναι εταιρεία του Ν.89/67 και έχει εγκαταστήσει νόμιμα γραφείο στην Ελλάδα, επί της … (βλ. την υπ’ αριθ. πρωτ. … βεβαίωση της Διεύθυνσης Ποντοπόρου Ναυτιλίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής), ήταν διαχειρίστρια του παραπάνω πλοίου δυνάμει της από 14-10-2008 Σύμβασης Διαχείρισης Πλοίου (Ship Management Agreement). Στο πλαίσιο των ανατεθειμένων καθηκόντων της και για τις ανάγκες του παραπάνω πλοίου που διαχειριζόταν, καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 10η-06-2014, σύµβαση πώλησης, δυνάµει της οποίας ο ενάγων πώλησε και απέστειλε στις εναγόµενες, εταιρείες, τα παρακάτω αναφερόµενα είδη, ανταλλακτικά για την επιθεώρηση – αποκατάσταση του υπερπληρωτή της κυρίας µηχανής (Κ/Μ) του ανωτέρω πλοίου, εργοστασίου κατασκευής …, τύπου … και επίσης πλήρες σετ τριβέων για την επιθεώρηση -αποκατάσταση του υπερπληρωτή της ηλεκτροµηχανής (Η/Μ), εργοστασίου κατασκευής … τύπου …, (κουζινέτα αέρος και καυσαερίων υπερπληρωτή ΚΙΜ, λαβύρινθους αέρος και καυσαερίων υπερπληρωτή Κ/Μ, σετ παρεµβύσµατα υπερπληρωτή Κ/Μ, µεταλλικές προσθήκες υπερπληρωτή Κ/Μ, σετ serνice Kit 1 και 2 ηλεκτροµηχανών, αντί του συνολικού τιµήµατος, των 8.327,10 ευρώ συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α 23 και σχετικώς εξέδωσε το ισόποσης αξίας µε αριθµό … δελτίο αποστολής- τιµολόγιο πώλησης, το οποίο παρέδωσε αυθηµερόν προς εξόφληση στην πρώτη εναγοµένη και ακολούθως, λόγω απαλλαγής του ανωτέρω πλοίου από την καταβολή ΦΠ.Α, ο ενάγων εξέδωσε το υπ’ αριθµ. … πιστωτικό τιµολόγιο ποσού 1.557,10 ευρώ και εποµένως η οφειλή των εναγοµένων από την πώληση των ανωτέρω ανταλλακτικών ανήλθε συνολικά στο ποσό των 6.770 ευρώ. Όµως οι εναγόµενες, εταιρείες, ενώ ενέκριναν και παρέλαβαν δια των νοµίµων εκπροσώπων τους τα πωληθέντα ανταλλακτικά, για τις οποίες εξέδωσε ο ενάγων το ανωτέρω παραστατικό, εντούτοις αρνούνται µέχρι σήµερα να του καταβάλλουν την οφειλή τους, συνολικού ύψους 6.770 ευρώ, παρά τις επανειληµµένες οχλήσεις του και ιδίως την από 05-10-2015 εξώδικο δήλωση – διαµαρτυρία – κλήση του, την οποία επέδωσε ο ενάγων στις εναγόµενες την 13-10-2015, ισχυριζόµενες ότι εξαιτίας της ακαταλληλότητας της τουρµπίνας και των τριβέων που τις προµήθευσε ο ενάγων, αναγκάστηκαν να προβούν σε δαπάνες στις οποίες ουδέποτε θα είχαν υποβληθεί, εάν ο ενάγων τις είχε προµηθεύσει εξ υπαρχής µε την κατάλληλη τουρµπίνα και τα εξαρτήµατά της για τη μηχανή του πλοίου. Ήτοι προέβησαν σε δαπάνες συνολικού ύψους 87.782,26 ευρώ, ποσό το οποίο αντιπροσωπεύει τις ζηµιές, τις οποίες υπέστησαν λόγω της εν γνώσει του ενάγοντος πώλησης σε αυτές του εντελώς ακατάλληλου τριβέα καυσαερίων κύριας μηχανής, τις οποίες ζηµίες ουδόλως θα είχαν υποστεί εάν ο ενάγων τους είχε παράσχει εξαρχής την κατάλληλη τουρµπίνα και τον συνοδεύοντα αυτήν τριβέα διπλής ενέργειας. Ότι ως εκ τούτου οι εναγόµενες προτείνουν σε συµψηφισµό µε τις τυχόν αναγνωρισθησόµενες από το Δικαστήριο ένδικες απαιτήσεις του ενάγοντος, ως οφειλόµενες από τις εταιρείες, άπαντα τα καταβληθέντα από αυτές ως άνω έξοδα, ως ανταπαιτήσεις τους, τα οποία συνιστούν την ζηµία την οποία υπέστησαν εξ υπαιτιότητας του ενάγοντος, ανερχόµενη συνολικά σε ποσό 87.782,26 ευρώ. Σηµειωτέον ότι, οι εναγόµενες εξέθεταν άπαντα τα προαναφερθέντα γεγονότα στον ενάγοντα µε την από ……….. εξώδικη δήλωση – διαµαρτυρία τους που του επιδόθηκε µε την υπ. αριθµ. … έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιµελητή Πειραιά… σε απάντηση της από 05-10-2015 εξώδικης δήλωσής του προς αυτές, καθιστώντας του σαφές, ότι µε υπαιτιότητά του υπέστησαν ζηµίες εξαιτίας της βλάβης που υπέστη ο υπερπληρωτής της κύριας µηχανής του πλοίου M/V …, από την ακαταλληλότητα των παρασχεθέντων από τον ενάγοντα ανταλλακτικών και του συνοδεύοντα αυτά κύριου τριβέα διπλής ενεργείας, της πλευράς των καυσαερίων της τουρµπίνας. Ωστόσο από την όλη διαδικασία αποδείχθηκε ότι κατά την τοποθέτηση των επιδίκων πωληθέντων ανταλλακτικών από τεχνικό συνεργείο της επιλογής των εναγοµένων, περί το τέλος Δεκεµβρίου 2011, ουδεµία αµφισβήτηση ή επιφύλαξη υπήρξε ως προς το είδος και την ποιότητα του παραγγελθέντος από τις εναγόµενες τριβέα, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόµενα από αυτές. Περαιτέρω, όσον αφορά τον ισχυρισµό των εναγοµένων περί βλάβης που παρουσίασε απότοµα η τουρµπίνα, υπερπληρωτής, της κυρίας µηχανής του πλοίου M/V … στις 22-09-2014, αποδείχθηκε ότι η βλάβη αυτή στον υπερπληρωτή (τουρµπίνα) οφειλόταν αποκλειστικά στην πληµµελή εκτέλεση των εργασιών επιθεώρησης του υπεπληρωτή από τον τεχνικό της εταιρείας …, στον οποίο είχε ανατεθεί το έργο της επιθεώρησης από τις εναγόµενες και το επέβλεπε, κατ’ εντολή του εκπροσώπου τους, ο αρχιπλοίαρχος της πρώτης εναγοµένης. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι η βλάβη του άξονα του υπερπληρωτή δεν οφειλόταν στην µη αντικατάσταση του κυρίου τριβέα, αλλά στην εσφαλµένη άρµοση των αξονικών διάκενων και στις εσφαλµένες µετρήσεις των ανοχών του άξονα, από τον τεχνικό της ανωτέρω εταιρείας. Ότι ο τελευταίος εκτέλεσε πληµµελώς το έργο της επιθεώρησης του υπερπληρωτή και άρµοσε τον άξονα, προέκυψε και από το ότι, παρά την υπέρβαση του χρόνου λειτουργίας των 15.000 ωρών, δεν προέβη στην αντικατάσταση του κυρίου τριβέα του άξονα µε τον καινούριο τριβέα, τον οποίο, το ως άνω ένδικο πλοίο είχε προµηθευτεί από τον ενάγοντα κατά την αγορά των επιδίκων ανταλλακτικών και είχαν παραλάβει οι εναγόµενες, για το λόγο ότι δεν υπήρχε διαθέσιµο παρέµβυσµα, το οποίο ωστόσο προέκυψε, ότι ήταν δυνατό να κατασκευαστεί από υλικό που υπήρχε στο πλοίο και εγκεκριµένο από τον κατασκευαστή του υπερπληρωτή, ενώ, επιπλέον, µετά την επιθεώρηση του υπερπληρωτή, ο τεχνικός της παραπάνω εταιρείας (…) παρέλειψε, από αµέλεια, να εκτελέσει δοκιµές λειτουργίας. Από τα ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι η βλάβη που υπέστη ο υπερπληρωτής της κυρίας µηχανής του πλοίου M/V … ουδεµία σχέση είχε µε τα ανωτέρω πωληθέντα από τον ενάγοντα ανταλλακτικά, όπως αβάσιµα ισχυρίζονται οι εναγόµενες. Συνακόλουθα, ουδόλως προέκυψε ότι οι ζηµίες που ισχυρίζονται οι εναγόµενες και µάλιστα για πρώτη φορά µε την από 08-12-2015 εξώδικη δήλωση – διαµαρτυρία τους προς τον ενάγοντα, ότι υπέστησαν, οφείλονταν στην εν γνώσει του πώληση σε αυτές εντελώς ακατάλληλου τριβέα καυσαερίων κυρίας µηχανής κατά τα αβασίµως επικαλούµενα από τις εναγόµενες. Τα ανωτέρω δέχτηκε και η υπ’ αριθμ. … απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, την οποία οι εναγόμενες εκκαλούν με την παρούσα έφεσή τους, ισχυριζόμενες εκ νέου με τον δεύτερο λόγο έφεσής τους, ότι τα ανταλλακτικά που τους προμήθευσε ο ενάγων ήταν ελαττωματικά, γεγονός που ήταν σε γνώση του και οδήγησε στην εκ μέρους τους δαπάνη συνολικού ποσού 87.782,26 ευρώ, προκειμένου να αποκαταστήσουν τις βλάβες που προκλήθηκαν στο πλοίο εξαιτίας των ελαττωματικών προϊόντων και ότι το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο εκτίμησε εσφαλμένα τις αποδείξεις. Επ’ αυτών λεκτέα τυγχάνουν τα εξής: η επίδικη σύμβαση πώλησης μεταξύ των διαδίκων συνήφθη στις 10-06-2014. Οι εναγόμενες έκτοτε, αλλά και προγενέστερα και δη μετά την προμήθεια ανταλλακτικών από τον ενάγοντα, η οποία είχε λάβει χώρα περί τα τέλη του 2011, ουδέποτε παραπονέθηκαν ότι παρέλαβαν ελαττωματικά ανταλλακτικά από τον τελευταίο, ούτε άσκησαν τα εκ της διάταξης του άρθρου 540 ΑΚ δικαιώματά τους, τα οποία παρέχονται εκ του νόμου στον αγοραστή, για την περίπτωση που ο πωλητής υπέχει ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα πωληθέντος πράγματος ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας αυτού. Ούτε όμως απευθύνθηκαν ποτέ στην κατασκευάστρια εταιρεία των ανταλλακτικών, προκειμένου να δηλώσουν ότι παρέλαβαν ελαττωματικά προϊόντα της και να αξιώσουν την αντικατάστασή τους. Αντιθέτως, οι εν θέματι ισχυρισμοί τους έγιναν γνωστοί για πρώτη φορά µε την από 08-12-2015 εξώδικη δήλωση – διαµαρτυρία τους προς τον ενάγοντα, όταν ο τελευταίος ζήτησε με την 05-10-2015 εξώδικη δήλωσή του την εξόφληση του επίδικου τιμολογίου. Οι ισχυρισμοί των εναγομένων μάλιστα ότι οι ζηµίες που υπέστησαν, οφείλονταν στην εν γνώσει του ενάγοντος ελαττωµατική κατασκευή της τουρμπίνας που αυτός τους προμήθευσε και του συνοδεύοντα αυτήν τριβέα διπλής ενέργειας, από κανένα έτερο στοιχείο δεν επιρρωνύονται, καθώς μάλιστα δεν προσκομίζεται κάποιο έτερο έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει ο αιτιώδης σύνδεσμος με τις δαπάνες των εναγομένων και των φερόμενων ως ελαττωματικών ανταλλακτικών, ενώ επίσης, παρότι ισχυρίζονται, ότι σε κάποιες από τις δοκιμές που έγιναν για την αντικατάσταση των ελαττωματικών ανταλλακτικών παρευρισκόταν επιθεωρητής του Νηογνώμονα, ουδεμία σχετική βεβαίωσή του προσκομίζεται περί του λόγου της αντικατάστασης των ανταλλακτικών στο πλοίο. Επιπλέον ακόμη και οι αποδείξεις που προσκομίζουν, για να δικαιολογήσουν ότι το ύψος της ζημίας τους ανέρχεται σε 87.782,26 ευρώ και οι οποίες αναφέρονται, μεταξύ άλλων, σε εισιτήρια για τη μετακίνηση και έξοδα διαμονής διαφόρων προσώπων, δεν αποδεικνύεται, ότι αυτά συνδέονται αιτιωδώς με τα φερόμενα ως ελαττωματικά ανταλλακτικά που προμήθευσε ο ενάγων. Τούτων δοθέντων το αίτημα των εναγομένων περί διενέργειας πραγματογνωμοσύνης πρέπει να απορριφθεί ως άνευ αντικειμένου, δοθέντος μάλιστα του μεγάλου διαδραμόντος χρονικού διαστήματος από την τοποθέτηση των όποιων ανταλλακτικών στο πλοίο μέχρι τα συζήτηση της κρινόμενης έφεσης. Ακολούθως, το ποσό του τιμολογίου ύψους 6.770 ευρώ οφείλεται στον ενάγοντα, απορριπτομένου του σχετικού δεύτερου λόγου έφεσης, ως ουσιαστικά αβάσιμου. Ωστόσο, από τα ανωτέρω αποδειχθέντα, προκύπτει ότι η πρώτη εναγομένη – εκκαλούσα, ήταν, όπως προεκτέθηκε, διαχειρίστρια του φορτηγού πλοίου M/V … και όχι εφοπλίστρια, όπως ισχυρίζεται ο ενάγων. Ο ισχυρισμός άλλωστε του ενάγοντος, πέραν της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ο οποίος αόριστα δήλωσε ότι «είναι γνωστό στην αγορά ότι (η πρώτη εναγομένη) είναι εφοπλίστρια τόσο χρόνια» και ότι «το είχε συζητήσει και με τον αρχιμηχανικό του πλοίου», από κανένα άλλο στοιχείο δεν επιρρωνύεται. Επομένως, ακόμη κι εάν η πρώτη εναγομένη κατήρτισε την επίδικη σύμβαση δεν καθίσταται, άνευ άλλου τινός, σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην ανωτέρω νομική σκέψη, υπεύθυνη για την αθέτησή της, διότι κρίνεται ότι η κατάρτιση της ως άνω σὐμβασης έγινε στο πλαίσιο της διαχείρισης του παραπάνω πλοίου. Ειδικότερα, για τη θεμελίωση ευθύνης της πρώτης εναγόμενης έναντι του ενάγοντος με την προαναφερόμενη ιδιότητα θα έπρεπε, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην ως άνω μείζονα σκέψη της παρούσας, αφενός μεν η επίδικη σύμβαση να είχε καταρτιστεί μεταξύ της ίδιας και του ενάγοντος, αφετέρου δε κατά την κατάρτισή της είτε αυτή να μην είχε δηλώσει ρητά ότι ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό της πλοιοκτήτριας εταιρείας, είτε να μην προέκυπτε από τις περιστάσεις ότι καταρτίζει τη σύμβαση για λογαριασμό της πλοιοκτήτριας, είτε η σύναψη της δικαιοπραξίας να υπερέβαινε τα όρια της εξουσίας της, γεγονότα τα οποία δεν επικαλείται ο ενάγων, και, σε κάθε περίπτωση, δεν αποδείχθηκαν. Εξάλλου, ο αγωγικός ισχυρισμός ότι το επίδικο πλοίο ανήκει στα συμφέροντα των εναγόμενων εταιρειών και στην πραγματικότητα στα συμφέροντα του μη διαδίκου … δεν αρκεί, άνευ άλλου τινός, για τη θεμελίωση της προσωπικής ευθύνης της πρώτης εναγόμενης έναντι του ενάγοντος από τις επίδικες συμβάσεις. Με βάση τα παραπάνω, έπρεπε η ένδικη αγωγή, κατά το σκέλος που στρέφεται σε βάρος της πρώτης εναγόμενης, ν’ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι η πρώτη εναγόμενη, με την ιδιότητα της εφοπλίστριας, ευθύνεται εις ολόκληρον με τη δεύτερη εναγομένη – πλοιοκτήτρια του παραπάνω πλοίου στην καταβολή του οφειλομένου εκ των συμβάσεων πώλησης και έργου ποσού των 6.770 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης και παράδοσης του επίδικου τιμολογίου, ήτοι την …, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις. Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή και ως βάσιμη κατ’ ουσία, κατά παραδοχή και ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού πρώτου λόγου αυτής, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, για την ενότητα της εκτέλεσης (ΑΠ 748/1984 ΕλλΔ/νη 1985.642, ΕφΑθ 654/2008ΕλλΔ/νη2009.661, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔ/νη 2007.1507, Σαμουήλ, Η Έφεση, έκδ. 5η, αριθ. 1143, σελ. 430-431, Βαθρακοκοίλης, ό.π., τόμος 3ος, άρθ. 535, αριθ. 3), καθώς και ως προς τη διάταξη της για τη δικαστική δαπάνη στο σύνολό της, ενόψει της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού αυτής για όλα τα κεφάλαια της απόφασης (ΑΠ 192/1998 ΕλλΔνη 1998.825, Μαργαρίτης σε ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, άρθ. 535, αριθ. 1, άρθ. 522, αριθ. 13 και άρθ. 520, αριθ. 24, Βαθρακοκοίλης, ό.π., άρθ. 535, αριθ. 4). Στη συνέχεια αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 533 παρ 1 ΚΠολΔ, να δικασθεί η από 29-12-20015 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 560/2015 αγωγή και ακολούθως: α) να απορριφθεί η αγωγή κατά το μέρος αυτής που στρέφεται κατά της πρώτης εναγομένης ως ουσιαστικά αβάσιμης ως προς αυτήν και να επιδικασθούν τα έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας της πρώτης εναγομένης σε βάρος του ενάγοντα λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος της πρώτης, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό και β) να γίνει δεκτή η αγωγή και ως βάσιμη κατ’ ουσία κατά το μέρος αυτής που στρέφεται κατά της δεύτερης εναγομένης και να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 6.770 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης και παράδοσης του επίδικου τιμολογίου, ήτοι την … και μέχρι την εξόφληση και να επιδικασθούν τα έξοδα του ενάγοντα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας σε βάρος της δεύτερης εναγομένης λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος του πρώτου, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την υπό κρίση έφεση

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ’ αριθμόν … οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία.

ΔΙΑΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσίαν.

ΔΙΚΑΖΕΙ την από από 29-12-2015 και με Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 6270/560/30-12-2015 αγωγή.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς την πρώτη εναγομένη.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της πρώτης εναγομένης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή ως προς τη δεύτερη εναγομένη.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τη δεύτερη εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των έξι χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα (6.770) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την … και μέχρι την εξόφληση.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τη δεύτερη εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των πεντακόσια πενήντα (550) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την       –    -2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ