Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ        3009/2018

(ΓΑΚ/ΑΚ 13720/7740/2015)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

διαδικασία εργατικών διαφορών

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 31 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ EKKAΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρίας με την επωνυμία «…)», που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ … ΔΟΥ ….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παύλο Σιούφα του Βασιλείου (ΑΜ/ΔΣΠ 2429 – … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικο … με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, ναυτικού ΕΝ, κατοίκου … με ΑΦΜ … ΔΟΥ ……., ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη Κοντοσέα του Αργυρίου (ΑΜ/ΔΣΠ 1439 – … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικο …

Ο εφεσίβλητος άσκησε την από 27.12.2013 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. 12899/299/2013 αγωγή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών απευθυνόμενη κατά της εναγόμενης και ζήτησε τα σε αυτήν αναφερόμενα. Το παραπάνω Ειρηνοδικείο δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων εξέδωσε τη με αριθμό 219/2015 οριστική του απόφαση με την οποία δέχτηκε την αγωγή εν μέρει. Κατά της παραπάνω αποφάσεως παραπονείται η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την κρινόμενη από 9.12.2015 και υπ’ αριθ. εκθ. καταθ. 238/15 έφεσή της προς το Δικαστήριο αυτό, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου προς προσδιορισμό δικασίμου με γενικό αριθμό κατάθεσης 13720/2015 και με αριθμό κατάθεσης 7740/2015, γράφτηκε στο πινάκιο και προσδιορίστηκε για τις 31.5.2016, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως και την εκφώνησή της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως παραπάνω αναφέρεται, ο μεν πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας προκατέθεσε τις προτάσεις του με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η δε πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Η υπό κρίση έφεση της εν μέρει ηττηθείσας εναγομένης και ήδη εκκαλούσας κατά της υπ’ αριθ. 219/2015 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών και δέχτηκε εν μέρει την από 27.12.2013  και με αριθμ. εκθεσ. καταθ. 299/2013 αγωγή του εφεσίβλητου κατά της εκκαλούσας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον κανείς από τους διαδίκους δεν επικαλείται ούτε αποδεικνύει ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε πριν από την άσκηση της έφεσης που έγινε με την κατάθεσή της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 16.12.2015 (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 499, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 περ. α, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 ΚΠολΔ). Επισημαίνεται ότι, αν και η έφεση ασκήθηκε μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 4055/2012, δε χρειάζεται για το παραδεκτό της η κατάθεση παραβόλου σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 4055/2012, λόγω της φύσεως της διαφοράς ως εργατικής. Επομένως, η έφεση νόμιμα φέρεται στο Δικαστήριο αυτό που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της (άρθρο 17Α ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 3994/2011 σε συνδ. με το άρθρο 51 παρ. 1γ ν. 2172/1993) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την προαναφερθείσα ειδική διαδικασία που εφάρμοσε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (βλ. άρθρα 533 παρ. 1, 663 επ. ΚΠολΔ) και η οποία εφαρμόζεται εν προκειμένω ως εκ του χρόνου κατάθεσης της εφέσεως, σύμφωνα με τη μεταβατικού δικαίου διάταξη άρθρου 1 άρθρου ενάτου παρ. 2 του ν. 4335/2015 – ΦΕΚ Α΄87/23.7.2015 (πρβλ. ΕφΔωδ 38/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος άσκησε την προαναφερθείσα αγωγή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, στην οποία εξέθετε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά μεταξύ αυτού και της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, πλοιοκτήτριας εταιρίας των Ε/Γ-Ο/Γ πλοίων, υπό ……… σημαία, με το όνομα «…» (κ.ο.χ. 949,45), «…» (κ.ο.χ. 2.967,40), «…» (κ.ο.χ. 29.371) και «…» (κ.ο.χ. 30.882), προσελήφθη και ναυτολογήθηκε, αντίστοιχα στις 27.3.2012, 30.6.2012 και 15.4.2013, 29.8.2012 και 17.6.2013, στα ανωτέρω πλοία, με την ειδικότητα του Ναύτη, σύμφωνα με τους όρους των οικείων Σ.Σ.Ν.Ε., προσέφερε δε την εργασία του κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα. Περαιτέρω, αναφέρει ότι, κατά τη διάρκεια των ως άνω ναυτολογήσεών του επί των ανωτέρω πλοίων, τα οποία εκτελούσαν τα αναφερόμενα ειδικά στην αγωγή ακτοπλοϊκά δρομολόγια, προς κάλυψη των δημιουργουμένων αναγκών, λόγω των συνθηκών, που περιγράφει στην αγωγή του, απασχολήθηκε υπερωριακά, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Με βάση τα ανωτέρω, ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγομένη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλει το ποσό των 16.276,33 ευρώ, για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, για διαφορά επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και για αποζημίωση απόλυσης, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην υπό κρίση αγωγή, όλα δε τα ανωτέρω κονδύλια νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νομικά βάσιμη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 39, 53, 54, 60 εδ. α, 72, 76 ΚΙΝΔ, 341, 345, 346, 361, 648 επ. ΑΚ, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2011, που κυρώθηκε με την ΥΑ 3525.1.5.2/01/2011 (ΦΕΚ Β΄ 1070/2011), καθώς και της ΣΣΝΕ πληρωμάτων μεσογειακών – τουριστικών επιβατηγών πλοίων του έτους 2010, που κυρώθηκε με την ΥΑ 3525.10/01/2010 (ΦΕΚ Β΄ 1743/2010) και την ΥΑ 70.109/8.008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.1981/7.1.1982 δέχτηκε την αγωγή ως εν μέρει ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 9.253,62 ευρώ, νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εναγόμενη – εκκαλούσα  με την υπό κρίση έφεσή της, για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτήν και ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, προκειμένου ν’ απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της, άλλως τη μεταρρύθμισή της.

Από την επανεκτίμηση των υπ’ αριθ. … ενόρκων βεβαιώσεων του … ενώπιον της συμβολαιογράφου Κομοτηνής Ολυμπίας Δανιηλίδου και  των … ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά αντίστοιχα, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο εφεσίβλητος, οι οποίες λήφθηκαν νόμιμα (άρθρο 671 ΚΠολΔ) με επιμέλεια του ιδίου ύστερα από προηγούμενη κλήτευση της αντιδίκου του (βλ. τη με αριθμ. … έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά …), καθώς και της υπ’ αριθ. … ένορκης βεβαίωσης του … ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά Μαρίας Κολοβού, που νόμιμα προσκόμισε και επικαλέστηκε η εκκαλούσα, η οποία λήφθηκε νόμιμα (άρθρο 671 ΚΠολΔ) με επιμέλεια της εναγομένης, ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου της (βλ. τη με αριθμ. … έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά …), οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται ανάλογα με τον βαθμό γνώσεως και αξιοπιστίας εκάστου των μαρτύρων, καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν και χρησιμεύουν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίσθηκαν μεταξύ του ενάγοντος, απογεγραμμένου ναυτικού, και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας εταιρίας των, υπό ……. σημαία, Ε/Γ – Ο/Γ πλοίων με τα ονόματα «…» (κ.ο.χ. 949,45, υπ’ αριθ. νηολογίου …), «…» (κ.ο.χ. 2.967,40, υπ’ αριθ. νηολογίου …), «…» (κ.ο.χ. 29.371, υπ’ αριθ. νηολογίου …) και «…» (κ.ο.χ. 30.882, υπ’ αριθ. νηολογίου …), ο ενάγων προσλήφθηκε για να ναυτολογηθεί στα ως άνω πλοία ως Ναύτης, με τις αποδοχές και τους όρους εργασίας που προβλέπονταν από διατάξεις της ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2011, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3525.1.5.2/1/2011 (ΦΕΚ Β΄ 1070/31.5.2011) απόφαση του Υπουργού Θαλάσσιων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας, καθώς και της ΣΣΝΕ πληρωμάτων μεσογειακών – τουριστικών επιβατηγών πλοίων του έτους 2010, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 3525.10/01/2010 (ΦΕΚ Β΄ 1743/5.11.2010). Σε εκτέλεση των συμβάσεων αυτών, ο ενάγων ναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά στις 27.3.2012 στο πλοίο «…» μέχρι τις 22.6.2012, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω κλεισίματος ναυτολογίου, στις 30.6.2012 στο πλοίο «…» μέχρι τις 19.7.2012, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει», στις 29.8.2012 στο πλοίο «…» μέχρι τις 15.12.2012, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι Ισκερντερούν της Τουρκίας «αμοιβαία συναινέσει», στις 15.4.2013 στο πλοίο «…» μέχρι τις 12.6.2013, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Ηρακλείου «αμοιβαία συναινέσει» και στις 17.6.2013 στο πλοίο «…» μέχρι τις 25.9.2013, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει» (βλ. προσκομιζόμενο, σε φωτοαντίγραφο και επικαλούμενο από τον ενάγοντα, ναυτικό φυλλάδιο αυτού). Α) Κατά τη διάρκεια της ως άνω ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο «…», το οποίο είναι ταχύπλοο επιβατηγό, τύπου καταμαράν, αποδείχθηκε ότι εκτελέσθηκαν δρομολόγια τις ακόλουθες ημέρες: i) στις 12.4.2012 εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 14.20΄και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 2.00΄της 13.4.2012, ii) στις 13.4.2012 (αργία) εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Ύδρα – Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη – Ύδρα – Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 8.00΄και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 18.00΄, iii) στις 14.4.2012 (Σάββατο), εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Ερμιόνη – Ύδρα – Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 8.00΄και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 18.15΄, iv) στις 16.4.2012 (αργία) εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Σπέτσες – Ερμιόνη – Ύδρα – Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Σπέτσες – Ύδρα, με ώρα απόπλου περί τις 12.00΄ και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 23.00΄, v) στις 17.4.2012 εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς – Πόρος – Πειραιάς – Ύδρα – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 9.00 ΄και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 19.40΄, vi) την 1.6.2012 εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς –  Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 13.45΄και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 23.40΄, vii) στις 2.6.2012 (Σάββατο) εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι – Σπέτσες – Ύδρα – Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 8.30΄ και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 18.30΄, viii) στις 4.6.2012 εκτελέσθηκε το δρομολόγιο Πειραιάς – Πόρος – Ύδρα – Σπέτσες – Πόρτο-Χέλι, Σπέτσες, Ύδρα, Πειραιάς, Πόρτο-Χέλι, Σπέτσες, Ύδρα, Πειραιάς, με ώρα απόπλου περί τις 8.30΄ και κατάπλου στον Πειραιά περί τις 22.20΄. Ενόψει της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος ως ναύτη, κρίνεται ότι αυτός, για την εκτέλεση των καθηκόντων του στο πλοίο «…», που αφορούσαν, τις ημέρες που το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, την τήρηση της ασφάλειας του χώρου και των επιβατών σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, την παροχή βοήθειας κατά την επιβίβαση και την αποβίβαση και την καθαριότητα – εξωτερικό πλύσιμο του πλοίου, απασχολήθηκε, κατά μέσον όρο, 12 ώρες ημερησίως τις ανωτέρω ημέρες, καθόσον η εργασία του ξεκινούσε μία περίπου ώρα πριν τον απόπλου του πλοίου, μετά δε τον κατάπλου του στο λιμάνι του Πειραιά απαιτείτο εργασία δύο περίπου ωρών για το εξωτερικό πλύσιμο και τις εν γένει εργασίες καθαρισμού του πλοίου. Για τα ανωτέρω κατέθεσε στην … ένορκη βεβαίωσή του ο εξετασθείς επιμελεία του ενάγοντος μάρτυρας …, ναύτης, ο οποίος εργαζόταν επί τετραετία με τον ενάγοντα. Επομένως, ο ενάγων εργάστηκε υπερωριακώς κατά 4 ώρες την ημέρα καθημερινές και Κυριακές και συνολικά (4 × 4 =) 16 ώρες και κατά 12 ώρες τα Σάββατα και τις αργίες και συνολικά (12 × 4 =) 48 ώρες. Με δεδομένο ότι για την ειδικότητα του ναύτη προβλέπεται, από τις διατάξεις της Σ.Σ.Ν.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2011, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3525.1.5.2/1/2011 (ΦΕΚ Β΄ 1070/31.5.2011) απόφαση του Υπουργού Θαλάσσιων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας, υπερωριακή αμοιβή ποσού 8,38 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές και τις Κυριακές και ποσού 10,05 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις αργίες και τα Σάββατα, όπως δέχθηκε και η εκκαλούμενη απόφαση και δεν προσβάλλεται με ειδικό λόγο έφεσης, ο ενάγων δικαιούται εκ της υπερωριακής εργασίας του στο ως άνω πλοίο, τις ημέρες που εκτελούνταν δρομολόγια, με την ως άνω ειδικότητα το ποσό των (16 × 8,38 =) 134,08 ευρώ για υπερωριακή εργασία καθημερινών & Κυριακών, πλέον (48 × 10,05 =) 482,4 ευρώ για υπερωριακή εργασία Σαββάτων & αργιών, ήτοι συνολικά (134,08 + 482,4 =) 616,48 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στο ανωτέρω πλοίο εκτελέσθηκαν εργασίες συντήρησης και καθαρισμού στις 28.3.2012, 29.3.2012, 30.3.2012, 31.3.2012 (Σάββατο), 1.4.2012, 2.4.2012, 3.4.2012, 4.4.2012, 5.4.2012, 6.4.2012, 9.4.2012, 10.4.2012, 11.4.2012, 18.4.2012, 30.5.2012, 31.5.2012, 5.6.2012, 6.6.2012, 7.6.2012, 8.6.2012, 11.6.2012, 12.6.2012, κατά τις οποίες ο ενάγων απασχολήθηκε επί 9ωρο με ωράριο 8.00 – 17.00, όπως προκύπτει από τις αναγραφόμενες στο ημερολόγιο γέφυρας ώρες επιβίβασης του πληρώματος στο πλοίο (το οποίο, επειδή ήταν τύπου catamaran, δεν διέθετε κοιτώνες) και αποβίβασής του από αυτό. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε διακοπή της εργασίας επί 1 ώρα για γεύμα. Επομένως, για τις ανωτέρω ημέρες ο ενάγων δικαιούται υπερωριακή αμοιβή 1 ώρας για 21 ημέρες (καθημερινές και Κυριακές), ήτοι (21 × 8,38 =) 175,98 ευρώ, πλέον υπερωριακής αμοιβής για τις 31.3.2012, ημέρα Σάββατο που υπολογίζεται στο ποσό των (9 ώρες × 10,05 ευρώ =) 90,45 ευρώ. Τέλος, ο ενάγων εργάστηκε επί 8ωρο καθημερινά ως φύλακας του πλοίου για το χρονικό διάστημα από τις 24.4.2012 έως και τις 29.5.2012, ήτοι επί 37 ημέρες, εκ των οποίων 5 Σάββατα και 2 αργίες, για τις οποίες δικαιούται την ακόλουθη υπερωριακή αμοιβή: (7 ημέρες × 8 ώρες = 56 ώρες × 10,05 ευρώ =) 562,8 ευρώ, στις 12 προς 13.6.2012 εργάσθηκε ως ναυτοφύλακας επί 8ωρο και κατά το χρονικό διάστημα από τις 13.6.2012 έως τις 22.6.2012, ήτοι επί 10 ημέρες εκ των οποίων 1 Σάββατο, εργάστηκε επί 8ωρο ως φύλακας, δικαιούμενος υπερωριακής αμοιβής (8 ώρες × 10,05 ευρώ =) 80,4 ευρώ. Σημειώνεται ότι το πλήρωμα δεν επιβιβάστηκε στο πλοίο και τηρήθηκαν φύλακες ασφαλείας στις 7.4.2012 (Σάββατο), 8.4.2012, 15.4.2012, 19.4.2012, 20.4.2012, 21.4.2012 (Σάββατο), 22.4.2012, 23.4.2012 (αργία), 3.6.2012 (Σάββατο), 9.6.2012, και 10.6.2012 (Σάββατο), χωρίς, ωστόσο, ν’ αποδεικνύεται από οποιοδήποτε αποδεικτικό μέσο ότι ανάμεσα στους φύλακες ασφαλείας ήταν και ο ενάγων. Τ’ ανωτέρω αποδεικνύονται από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από την εκκαλούσα – εναγόμενη ημερολόγια γέφυρας του πλοίου, χωρίς ν’ αναιρούνται από την υπ’ αριθ. … ως άνω ένορκη βεβαίωση του …, ο οποίος δεν αναφέρει κάτι συγκεκριμένο για τις ώρες απασχόλησης του ενάγοντος κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω επιμέρους χρονικά διαστήματα. Επομένως, για την υπερωριακή του αμοιβή στο πλοίο «…» ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (616,48 + 175,98 + 90,45 + 562,8 + 80,4 = ) 1.526,11 ευρώ. Αντ’ αυτού έλαβε από την εναγομένη, όπως ο ίδιος συνομολογεί με την αγωγή του και προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το ποσό των [75,93 (Σάββατα & αργίες) + 426,56 =] 502,49 ευρώ και όχι το ποσό των 701,69 ευρώ, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγόμενη με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και με τον πρώτο λόγο έφεσης. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται για την ανωτέρω αιτία τη διαφορά ποσού (1.526,11 – 502,49 =) 1.023,62 ευρώ. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 14 της Σ.Σ.Ν.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2011, σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’ αριθ. 70109/8008/14.12.1981-7.1.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/7.1.1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1η Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού υπό την έννοια που προεκτέθηκε. Μάλιστα, ως τέτοιες, προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στον μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία· εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και οι λοιπές τακτικές παροχές. Επιπλέον, σ’ αυτές συμπεριλαμβάνονται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως (ΕφΠειρ 18/2016, ΕφΠειρ 71/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έτσι, στις ως άνω αποδοχές συμπεριλαμβάνεται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η αμοιβή για την ως άνω υπερωριακή εργασία, καθώς και άλλες αμοιβές, που καταβάλλονταν τακτικώς στον ενάγοντα. Εν προκειμένω, ο ενάγων δικαιούται, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα απασχόλησής του, τη διαφορά επί της αναλογίας δώρων εορτών και Πάσχα. Ειδικότερα: Α) για διαφορά δώρου Πάσχα 2012 και συγκεκριμένα για το χρονικό διάστημα από 27.3.2012 έως 30.4.2012, ήτοι επί 35 ημέρες, ο ενάγων δικαιούται για δώρο Πάσχα το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε οκταήμερο χρονικό διάστημα της εργασιακής σχέσης του. Συνεπώς, για 4,37 οκταήμερα (35 : 8), ενόψει του ότι οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των [1.157,99 ευρώ ο μισθός ενεργείας + 254,76 ευρώ το επίδομα Κυριακών + 35,22 ευρώ το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας+ 576,30 ευρώ το αντίτιμο τροφής + (321,08 + 96,05 =) 417,13 ευρώ οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας + 520,26 ευρώ ο μέσος όρος της μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής (1.526,11 : 88 ημέρες εργασίας × 30 ημέρες) = ] 2.961,66 ευρώ, ο ενάγων εδικαιούτο να λάβει το ποσό των [2.961,66 : 2 = 1.480,83 × 1/15 = 98,72 ευρώ για κάθε οκταήμερο εργασίας × 4,37 οκταήμερα =] 431,41 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 219,52 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί με την αγωγή του και προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, κι ως εκ τούτου εξακολουθεί να τού οφείλει το ποσό των (431,41 – 219,52 =) 211,89 ευρώ. Β) για αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων έτους 2013, για το χρονικό διάστημα από 1.5.2012 έως 22.6.2012 (53 ημέρες εργασίας) ο ενάγων εδικαιούτο να λάβει ποσό ίσο με τα 2/25 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του για κάθε 19ήμερο εργασίας του κατά το επίδικο χρονικό διάστημα. Συνεπώς, για 2,79 19ήμερα (53 : 19), ενόψει του ότι οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 2.961,66 ευρώ, κατά τα προεκτεθέντα, εδικαιούτο να λάβει το ποσό των (2.961,66 × 2/25 = 236,93 × 2,79 =) 661,04 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 390,48 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από την εναγομένη (σε ανυπόγραφο αντίγραφο) αναλυτική απόδειξη μισθοδοσίας, περί καταβολής στον ενάγοντα επιδόματος εορτής Χριστουγέννων έτους 2012, καθώς και τη βεβαίωση καταβολής, στις 21.12.2012, του χρηματικού ποσού των 924,01 ευρώ [ήτοι του αναλογούντος καθαρού ποσού 371,13 ευρώ για την ως άνω αιτία, μετά την αφαίρεση των νομίμων κρατήσεων, από το μικτό ποσό των 390,48 ευρώ, πλέον των αναλογούντων καθαρών ποσών για δώρο Χριστουγέννων έτους 2012 στον ενάγοντα εκ της εργασίας του στα πλοία «…» (349,66 ευρώ) και «…» (203,22 ευρώ) της εναγομένης] στον λογαριασμό μισθοδοσίας του ενάγοντος στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, που φέρει αριθμό …. Σημειώνεται ότι ο ενάγων – εφεσίβλητος δεν αμφισβήτησε ειδικά ούτε στο πρωτοβάθμιο ούτε στο παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο τις ως άνω προσαγόμενες αποδείξεις καταβολής. Επομένως, οφείλεται στον ενάγοντα η διαφορά, ποσού (661,04 – 390,48 =) 270,56 ευρώ. Τέλος, από τον συνδυασμό των άρθρων 39, 53, 72 του ΚΙΝΔ (Ν 3816/1958) και 105 παρ. 2 του ΚΔΝΔ (ΝΔ 187/1973), προκύπτει ότι ο πλοίαρχος που καταρτίζει το πλήρωμα έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση ναυτολογήσεως κάθε μέλους αυτού για λογαριασμό του πλοιοκτήτη οποτεδήποτε, είτε η σύμβαση είναι αορίστου είτε ορισμένου χρόνου, χωρίς να τηρήσει προθεσμία ούτε να επικαλεσθεί λόγο που να δικαιολογεί (στην ορισμένου χρόνου σύμβαση) την πρόωρη απόλυση μέλους του πληρώματος, το οποίο (μέλος του πληρώματος) δικαιούται να λάβει μόνον την αποζημίωση που ορίζεται στα άρθρα 75 παρ. 3 και 76 του ΚΙΝΔ, εκτός αν η καταγγελία δικαιολογείται από παράπτωμα αυτού (βλ. ΕφΘεσ 1115/2009 Αρμ 2009.1217, ΕφΠειρ 276/2005 ΕΝαυτΔ 2005.92, ΕφΠειρ 246/2005 ΕΝαυτΔ 2005.452). Άλλωστε, σύμφωνα με το άρθρο 76 εδ. α΄ του ΚΙΝΔ, η κατά τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου αποζημίωση συνίσταται σε ποσό ίσο προς το μισθό δεκαπέντε (15) ημερών (ΕφΠειρ 739/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, μετά τη ναυτολόγησή του κατά τ’ ανωτέρω στις 27.3.2012, απολύθηκε στις 22.6.2012 στο λιμάνι του Πειραιά λόγω κλεισίματος του ναυτολογίου του πλοίου, κατά τη σχετική σημείωση του πλοιάρχου στο φυλλάδιο ναυτικού του ενάγοντος, επειδή αυτό (πλοίο) μεταβιβάσθηκε κατά κυριότητα από την εναγόμενη. Επειδή οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 2.961,66 ευρώ, κατά τα προεκτεθέντα, δικαιούτο να λάβει ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των (2.961,66 : 2 =) 1.480,83 ευρώ, εκ των οποίων η εναγόμενη – εκκαλούσα ομολογεί ότι οφείλει το ποσό των 1.246,32 ευρώ. Συνεπώς, γενομένης δεκτής εν μέρει, κατά τ’ ανωτέρω, ως ουσία βάσιμης της παραδεκτώς προταθείσας ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και νόμιμης, κατ’ άρθρο 416 ΑΚ, ένστασης εξόφλησης που πρόβαλε η εναγόμενη και επαναφέρει ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, ο ενάγων δικαιούται για το διάστημα ναυτολόγησής του στο ως άνω πλοίο το ποσό των (1.023,62 + 211,89 + 270,56 + 1.480,83 =) 2.745,78 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται σχετικά το ποσό των 5.336,7 ευρώ έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και ο πρώτος λόγος έφεσης της εκκαλούσας – εναγόμενης πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος. Β) Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων προσελήφθη και ναυτολογήθηκε στο πλοίο «…», κατά τα προεκτεθέντα, από 29.8.2012 έως 15.12.2012, οπότε απολύθηκε, με συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες για την ειδικότητα του ναύτη της Σ.Σ.Ν.Ε. πληρωμάτων μεσογειακών – τουριστικών επιβατηγών πλοίων του έτους 2010, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 3525.10/01/2010 (ΦΕΚ Β΄ 1743/5.11.2010). Το εν λόγω πλοίο είναι επιβατηγό – οχηματαγωγό, με χωρητικότητα σχεδόν 30.000 κόρων και μήκος περίπου 200 μέτρα, κατά το ως άνω δε χρονικό διάστημα πραγματοποιούσε μεσογειακούς πλόες, από το λιμάνι Iskenderun (Ισκεντερούν) της Τουρκίας προς Port Side (Πορτ Σάιντ) ή Dammieta (Νταμιέτα) Αιγύπτου, καθώς και προς τη Χάιφα του Ισραήλ, μεταφέροντας οχήματα με τους οδηγούς τους, ενώ μετέφερε και Σύρους πρόσφυγες από το Ισκεντερούν προς την Αίγυπτο. Το ταξίδι διαρκούσε περίπου 21 ώρες και στο κάθε λιμάνι το πλοίο παρέμενε από 12 έως 18 ώρες, ανάλογα με την επιβατική κίνηση. Οι ναύτες εκτελούσαν βάρδιες καθ’ όλη τη διάρκεια του 24ώρου, ο δε ενάγων εκτελούσε δύο βάρδιες κάθε 24ωρο, ώρες 4.00 – 8.00 και 16.00 – 20.00, πλην όμως η εργασία του δε σταματούσε με τη λήξη της βάρδιας, αλλά συχνά παρατεινόταν, προκειμένου να εκτελέσει εργασίες καθαριότητας, επισκευών και συντήρησης του πλοίου ή / και να συμμετάσχει σε εργασίες κατάπλου, απόπλου, στη φόρτωση και την εκφόρτωση των οχημάτων, αλλά και στην αποβίβαση των προσφύγων από το πλοίο. Βάσει των ανωτέρω ο ενάγων εργαζόταν ημερησίως επί 13 ώρες, ήτοι πραγματοποιούσε 5 ώρες υπερωριακής εργασίας τις καθημερινές και τις Κυριακές και 13 ώρες υπερωριακής εργασίας τα Σάββατα και τις αργίες. Για τα ανωτέρω κατέθεσε με σαφήνεια και πειστικότητα ο ενόρκως βεβαιώσας με επιμέλεια του ενάγοντος μάρτυρας …, ο οποίος κατά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα (και μέχρι τις αρχές Ιουνίου 2013) υπηρέτησε στο πλοίο «…» με την ειδικότητα του Υποπλοιάρχου, ενώ αντίθετα ο ενόρκως βεβαιώσας με επιμέλεια της εναγόμενης μάρτυρας …, που υπηρετούσε επίσης στο ως άνω πλοίο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα με την ειδικότητα του λοστρόμου, κατέθεσε αόριστα για τις ώρες εργασίας του ενάγοντος, επισημαίνοντας ότι ο τελευταίος «δούλευε μεν υπερωριακά όποτε χρειαζόταν, αλλά ποτέ 15 ώρες την ημέρα», ενόψει δε των προεκτεθέντων καθηκόντων του δεν εμφαίνεται πειστικός ο ισχυρισμός της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας ότι ο ενάγων πραγματοποιούσε μόνο τις ώρες υπερωριακής εργασίας για τις οποίες είχε συμφωνήσει να αμείβεται και πολλές φορές ούτε καν αυτές. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 13 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στον λιμένα για όλους τους ναυτικούς που αφορά ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 5, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στον λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού. Όπως διευκρινίζεται δε με το εδάφιο β της ίδιας παραγράφου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους τούτου υπηρεσίας. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή (αμειβόμενη ως υπερωριακή εργασία των καθημερινών) είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΕφΠειρ 425/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ήτοι την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανείων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, τη Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, τη 15η Αυγούστου, τη 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου, όπως προκύπτει από τα σχετικά άρθρα της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε.. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 20 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. «1. Εάν ο ναυτικός διαταχθεί να εκτελέσει πρόσθετη εργασία, πέραν δηλαδή των κεκανονισμένων ωρών, είναι υποχρεωμένος να την εκτελέσει, δεν δύναται όμως η πρόσθετος αυτή εργασία να υπερβαίνει τις τέσσαρες ώρες εντός του 24ώρου. 2. Για την πρόσθετη αυτή εργασία ο εκτελέσας αυτήν ναυτικός δικαιούται σε πρόσθετη αμοιβή (υπερωρία) η οποία υπολογίζεται ως εξής: Tο ποσόν του μισθού ενεργείας του άρθρου 2 παραγρ. 1 διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχολήσεως, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου (4,33) επί τας ώρας της εκάστοτε ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχολήσεως. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού οι ώρες μηνιαίας υποχρεωτικής απασχολήσεως ανέρχονται εις (173). 3. Για κάθε πρόσθετη εργασία πέραν δηλαδή των κεκανονισμένων ωρών, η υπερωριακή αμοιβή των ναυτικών που προκύπτει από την εφαρμογή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, προσαυξάνεται κατά ποσοστό 25%. 3α. Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρο 9 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας του άρθρου 2 παραγρ. 1, προσαυξημένου κατά ποσοστό 50%, για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες». Βάσει των παραπάνω ρυθμίσεων, για την ειδικότητα του ναύτη, όπου ο μισθός ενεργείας ισούται με το ποσό των 1.047,10 ευρώ, η υπερωριακή αμοιβή ανέρχεται στο ποσό των 7,57 ευρώ (με προσαύξηση 25%) και των 9,08 ευρώ (με προσαύξηση 50%), κατά τα ανωτέρω. Για το ως άνω λοιπόν χρονικό διάστημα ο ενάγων δικαιούται: Α) Για υπερωριακή αμοιβή κατά τις καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των (90 ημέρες ˣ 5 ώρες υπερωριακής εργασίας ημερησίως = 450 ώρες ˣ 7,57 ευρώ = ) 3.406,5 ευρώ ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 2.997,72 ευρώ, όπως ο τελευταίος συνομολογεί με την αγωγή του και αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως αναλύσεις του λογαριασμού μισθοδοσίας του, επομένως εξακολουθεί να του οφείλεται ποσό (3.406,5 – 2.997,72 = ) 408,78 ευρώ. Β) Για παροχή εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, αμειβόμενη υπερωριακά, το ποσό των (16 Σάββατα + 2 αργίες = 18 ημέρες ˣ 13 ώρες =  234 ώρες ˣ 9,08 ευρώ = ) 2.124,72 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 1.495,48 ευρώ, όπως ο τελευταίος συνομολογεί με την αγωγή του και αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως αναλύσεις του λογαριασμού μισθοδοσίας του, επομένως εξακολουθεί να του οφείλεται ποσό (2.124,72 – 1.495,48 = ) 609,24 ευρώ. Σημειωτέον ότι ο ισχυρισμός της εναγόμενης περί ολικής εξόφλησης των εν λόγω απαιτήσεων του ενάγοντος, κατόπιν καταβολής σ’ αυτόν ποσού 3.282,3 ευρώ για υπερωριακή αμοιβή τις καθημερινές και Κυριακές και ποσού 1.799,19 ευρώ για αμοιβή εργασίας Σαββάτων και εορτών δεν αποδεικνύεται βάσει των προσκομιζόμενων λογαριασμών μισθοδοσίας και, συνεπώς, η νομίμως επαναφερόμενη με τον δεύτερο λόγο έφεσης πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση εξόφλησης κατ’ άρθρο 416 ΑΚ τυγχάνει ουσία αβάσιμη και απορριπτέα. Ήτοι, συνολικά, ο ενάγων δικαιούται για τις ώρες υπερωριακής εργασίας που παρείχε στο ως άνω πλοίο κατά το ένδικο χρονικό διάστημα το ποσό των (408,78 + 609,24 =) 1.038,02 ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως δεν έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων και είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος ο 2ος λόγος έφεσης. Γ) Τέλος, κατά το διάστημα της κατά τα ανωτέρω ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο «…» (17.6 – 25.9.2013), αποδείχθηκε ότι το πλοίο μέχρι τις 15.7.2013 εκτελούσε δρομολόγια από το λιμάνι του Πειραιά προς τη Χίο και τη Μυτιλήνη. Συγκεκριμένα, αναχωρούσε από τον Πειραιά κάθε Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 9.00 μ.μ. και έφθανε στη Χίο στις 4.30 – 5.00 π.μ. της επόμενης ημέρας, οπότε αναχωρούσε στις 5.30 π.μ. για Μυτιλήνη, όπου έφθανε στις 8.00 π.μ. Από τη Μυτιλήνη, κάθε Τρίτη και Πέμπτη αναχωρούσε το ίδιο βράδυ, στις 8.00 μ.μ. για Χίο – Πειραιά, όπου έφθανε στις 8.00 π.μ. την επόμενη ημέρα. Κάθε Σάββατο, όμως, αναχωρούσε άμεσα από τη Μυτιλήνη και έφθανε στον Πειραιά στις 7.30 μ.μ. την ίδια ημέρα, για να ξαναφύγει και πάλι για το ίδιο δρομολόγιο. Σημειώνεται ότι τ’ ανωτέρω αποδεικνύονται από την υπ’ αριθ. ……….. ένορκη βεβαίωση του εξετασθέντος επιμελεία του ενάγοντος μάρτυρα …, ο οποίος υπηρέτησε ως ναύτης στο εν λόγω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα 5.7.2013 – 25.9.2013, ενώ τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη ημερολόγια γέφυρας δεν αφορούν στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Κατά το διάστημα αυτό ο ενάγων απασχολούνταν καθημερινά σε καθήκοντα συναφή της ειδικότητάς του εκτελώντας δύο τετράωρες βάρδιες, πλην όμως συχνά παρίστατο η ανάγκη έναρξης κάθε βάρδιας νωρίτερα και λήξης αυτής αργότερα από τον καθοριζόμενο χρόνο αυτής, προκειμένου να συμμετάσχει στο δέσιμο και λύσιμο του πλοίου στα λιμάνια που κατέπλεε, σε εργασίες φόρτωσης και εκφόρτωσης, καθώς και στον καθαρισμό και τη συντήρηση του πλοίου. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του ως άνω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις προαναφερθείσες ακτοπλοϊκές γραμμές, ήταν δε ένα από τα μεγαλύτερα στην κατηγορία του (επιβατηγά – οχηματαγωγά) πλοία, με ολική χωρητικότητα περίπου 31.000 κόρων, μήκος 196 μ., πλάτος 27 μ. και με δυνατότητα μεταφοράς 1.845 επιβατών και 560 οχημάτων, β) των χρονικών περιόδων κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων και γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, ως ναύτη, κρίνεται ότι ο ενάγων, για την εκτέλεση των ως άνω καθηκόντων του, κατά το διάστημα κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκούς πλόες (19.6 – 15.7.2013), απασχολήθηκε, κατά μέσον όρο, κατά 12 ώρες ημερησίως, ήτοι εργαζόταν υπερωριακώς κατά 4 ώρες τις καθημερινές και Κυριακές και κατά 12 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Τα ανωτέρω προκύπτουν από την ως άνω ένορκη κατάθεση του ενόρκως βεβαιώσαντος μάρτυρα του ενάγοντος … (στη με αριθμό ………………. ένορκη βεβαίωσή του), ο οποίος συνυπηρετούσε με τον ενάγοντα στο ίδιο πλοίο,  με την ίδια ειδικότητα, σε τμήμα του επίδικου χρονικού διαστήματος, του οποίου η μαρτυρία συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα κατά τον λόγο γνώσεως και αξιοπιστίας του, σε συνδυασμό με τα διδάγματα κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως, με την επισήμανση ότι ο εν λόγω μάρτυρας έχει γεννηθεί και κατοικεί στη …, είναι Έλληνας υπήκοος και από κανένα στοιχείο δεν αποδεικνύεται ότι δεν γνωρίζει την ελληνική γλώσσα, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα. Περαιτέρω, κατά τις ημέρες 17.6.2013 – 18.6.2013 και 16.7.2013 – 19.7.2013, εκτελέσθηκαν εργασίες συντήρησης του πλοίου. Κατά τις ημέρες Δευτέρα 17.6 και Τρίτη 18.6.2013 δεν αποδεικνύεται υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος, διότι από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη – εκκαλούσα ημερολόγια γέφυρας προκύπτει ότι ο ενάγων ναυτολογήθηκε στις 17.6.2013 και ώρα 16.00, συμμετείχε δε στις γενικές εργασίες συντήρησης του πλοίου στις 18.6.2013 επί 8ωρο, ώρες 8.00 – 16.00, ενώ για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα δεν υπάρχει αντίθετη μαρτυρία από τον ενόρκως βεβαιώσαντα μάρτυρα του ενάγοντος …. Αντίθετα, στο χρονικό διάστημα από την Τρίτη 16.7 έως την Παρασκευή 19.7.2013, κατά το οποίο εκτελέσθηκαν στο πλοίο γενικές εργασίες συντήρησης και επισκευές, ο ενάγων απασχολήθηκε, κατά μέσο όρο, κατά 10 ώρες ημερησίως, ήτοι εργάσθηκε υπερωριακώς κατά 2 ώρες. Υπό τις αμέσως προαναφερόμενες παραδοχές, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται εκ της υπερωριακής εργασίας του στο ως άνω πλοίο με την ως άνω ειδικότητα, α) κατά το διάστημα από 19.6.2013 έως 15.7.2013, επί 23 καθημερινές και Κυριακές της ως άνω περιόδου, το ποσό των (23 × 4 ώρες ημερησίως × 8,38 ευρώ =) 770,96 ευρώ και β) κατά το διάστημα 16.7.2013 – 19.7.2013, επί 4 καθημερινές της ως άνω περιόδου, το ποσό των (4 × 2 ώρες ημερησίως × 8,38 ευρώ =) 67,04 ευρώ, ήτοι συνολικά (770,96 + 67,04 =) 838 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, ο ενάγων έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 468,59 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί με την αγωγή του και προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, επομένως του οφείλεται η διαφορά, ποσού (838 – 468,59 =) 369,41 ευρώ. γ) Επί 4 Σάββατα και αργίες, του ως άνω διαστήματος από 19.6.2013 έως 15.7.2013, το ποσό των (4 ημέρες × 12 ώρες την ημέρα × 10,05 ευρώ =) 482,4 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη το ποσό των 303,71 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί με την αγωγή του και προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, επομένως του οφείλεται η διαφορά, ποσού (482,4 – 303,71 =) 178,69 ευρώ. Επομένως, συνολικά για τις ως άνω αιτίες, ο ενάγων δικαιούται το ποσό των (369,41 + 178,69 =) 548,1 ευρώ. Περαιτέρω, κατά το χρονικό διάστημα της εργασίας του ενάγοντος από 20.7 έως 25.9.2013, το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια μεταξύ των λιμένων Οράν της Αλγερίας και Αλικάντε της Ισπανίας, ενώ εκτελέστηκαν και λίγα ταξίδια από Οράν Αλγερίας προς Μασσαλία με επιστροφή. Κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα αποδείχθηκε ότι ο ενάγων ασχολήθηκε καθημερινά με τα ανατεθειμένα σε αυτόν βάσει της ειδικότητάς του καθήκοντα, εκτελώντας δύο τετράωρες βάρδιες ημερησίως, η διάρκεια των οποίων, ωστόσο, συχνά παρατεινόταν, προκειμένου να συμμετέχει στις εργασίες απόπλου και κατάπλου, φόρτωσης και εκφόρτωσης, καθαριότητας και πλυσίματος με μάνικες του γκαράζ και των εξωτερικών καταστρωμάτων, καθώς και σε εργασίες συντήρησης του πλοίου. Λαμβανομένου υπόψη του πολύ μεγάλου μεγέθους του πλοίου, κατά τα προαναφερθέντα, καθώς και του αριθμού των επιβατών και των οχημάτων που μετέφερε σε κάθε ταξίδι, κρίνεται ότι ο ενάγων εργαζόταν επί 13 ώρες καθημερινά, ήτοι εργαζόταν υπερωριακώς κατά μέσο όρο 5 ώρες τις καθημερινές και τις Κυριακές και 13 ώρες τα Σάββατα και τις αργίες. Οι συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές του ήταν οι προβλεπόμενες για την ειδικότητα του Ναύτη από τη ΣΣΕ των πληρωμάτων των μεσογειακών – τουριστικών πλοίων του έτους 2010. Για το ανωτέρω χρονικό διάστημα, λοιπόν, ο ενάγων δικαιούτο: α) Για υπερωριακή εργασία τις καθημερινές και Κυριακές το ποσό των (57 ημέρες × 5 ώρες υπερωριακής εργασίας ημερησίως = 285 ώρες × 7,57 ευρώ/ώρα ως αμοιβή υπερωριακής εργασίας = ) 2.157,45 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη το ποσό των 1.816,8 ευρώ, όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη λογαριασμούς μισθοδοσίας του, συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού (2.157,45 – 1.816,8 =) 340,65 ευρώ. β) Για υπερωριακή εργασία Σαββάτου και αργιών το ποσό των [(9 Σάββατα και 2 αργίες =) 11 ημέρες × 13 ώρες υπερωριακής εργασίας ημερησίως = 143 ώρες × 9,08 ευρώ/ώρα ως αμοιβή υπερωριακής εργασίας =] 1.298,44 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη το ποσό των 905,52 ευρώ, όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη λογαριασμούς μισθοδοσίας του, συνεπώς δικαιούται τη διαφορά ποσού (1.298,44 – 905,52 =) 392,92 ευρώ. Σημειώνεται ότι ο ενάγων δεν προσκομίζει τον λογαριασμό μισθοδοσίας του για τον μήνα Αύγουστο 2013, τον οποίο, ωστόσο, προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η εκκαλούσα – εναγόμενη και από τον οποίο προκύπτει ότι, πέραν των συνομολογούμενων από αυτόν ληφθέντων για τις ανωτέρω αιτίες ποσών, έλαβε επιπλέον τον μήνα Αύγουστο 2013 το ποσό των 825,13 ευρώ ως αμοιβή υπερωριακής εργασίας τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των 411,60 ευρώ για εργασία τα Σάββατα και τις αργίες, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εκκαλούσα. Τέλος, για το χρονικό διάστημα απασχόλησής του στο πλοίο «…» και συγκεκριμένα για το χρονικό διάστημα από 17.6.2013 έως και 19.7.2013 (33 ημέρες εργασίας), ο ενάγων εδικαιούτο να λάβει ως αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2013 ποσό ίσο με τα 2/25 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του για κάθε 19ήμερο εργασίας του κατά το επίδικο χρονικό διάστημα. Συνεπώς, για 1,73 19ήμερα (33 : 19), ενόψει του ότι οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των [1.157,99 ευρώ ο μισθός ενεργείας + 254,76 ευρώ το επίδομα Κυριακών + 35,22 ευρώ το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας+ 576,30 ευρώ το αντίτιμο τροφής + (321,08 + 96,05 =) 417,13 ευρώ οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας + 1.200,36 ευρώ ο μέσος όρος της μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής [(770,96 + 67,04 + 482,4 =) 1.320,4 : 33 ημέρες εργασίας × 30 ημέρες) = ] 3.641,76 ευρώ, εδικαιούτο να λάβει το ποσό των (3.641,76 × 2/25 = 291,34 × 1,73 =) 504,01 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 371,72 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από την εναγομένη (σε ανυπόγραφο αντίγραφο) αναλυτική απόδειξη μισθοδοσίας, περί καταβολής στον ενάγοντα επιδόματος εορτής Χριστουγέννων έτους 2013, για την περίοδο 33 ημερών ναυτολόγησής του στο πλοίο «…», καθώς και τη βεβαίωση πίστωσης του ως άνω λογαριασμού μισθοδοσίας του, που φέρει αριθμό …, με το χρηματικό ποσό των 603,59 ευρώ [ήτοι του αναλογούντος καθαρού ποσού 327,68 ευρώ για την ως άνω αιτία, μετά την αφαίρεση των νομίμων κρατήσεων, από το μικτό ποσό των 371,72 ευρώ, πλέον των αναλογούντων καθαρών ποσών για δώρο Χριστουγέννων έτους 2013 στον ενάγοντα εκ της εργασίας του στο πλοίο «…» (313 ευρώ) της εναγομένης]. Σημειώνεται ότι ο ενάγων – εφεσίβλητος δεν αμφισβήτησε ειδικά ούτε στο πρωτοβάθμιο ούτε στο παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο τις ως άνω προσαγόμενες αποδείξεις καταβολής. Επομένως, γενομένης εν μέρει δεκτής κατ’ ουσίαν της σχετικής παραδεκτώς προταθείσας πρωτοδίκως και νόμιμης κατ’ άρθρο 416 ΑΚ ένστασης εξόφλησης της εναγόμενης, που επαναφέρει με τον τρίτο λόγο έφεσής της, οφείλεται στον ενάγοντα η διαφορά, ποσού (504,01 – 371,72 =) 132,29 ευρώ. Συνολικά, εκ της εργασίας του στο πλοίο «…» ο ενάγων δικαιούται να λάβει το συνολικό ποσό των (548,1 + 340,65 + 392,92 + 132,29 =) 1.413,96 ευρώ. Η εκκαλουμένη έκρινε σχετικά ότι ο ενάγων, για το ένδικό χρονικό διάστημα ναυτολόγησής του στο πλοίο αυτό δικαιούται να λάβει το συνολικό ποσό των (501,22 + 1.165,78 + 804,52 + 407,38 =) 2.878,9 ευρώ, επομένως έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και ο σχετικός τρίτος λόγος έφεσης πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως και κατ’ ουσίαν βάσιμος. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν η υπό κρίση έφεση, κατά τους αντίστοιχους λόγους της, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της και εν συνεχεία, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και δικαστεί κατ’ ουσίαν (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει δεκτή ως ορισμένη η αγωγή, πλην του κεφαλαίου αυτής με το οποίο ο ενάγων αιτείται αναλογία δώρου Χριστουγέννων από τη ναυτολόγησή του στο πλοίο «…» κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2013 έως και 12.6.2013, και νομικά βάσιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 39, 53, 54, 60 εδ. α, 72, 76 ΚΙΝΔ, 341, 345, 346, 361, 648 επ. ΑΚ, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2011, της ΣΣΝΕ πληρωμάτων μεσογειακών – τουριστικών επιβατηγών πλοίων του έτους 2010 και της ΥΑ 70.109/8.008 που ανωτέρω αναλυτικώς αναφέρθηκαν, να γίνει δε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν η αγωγή και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (2.745,78 + 1.038,02 + 1.413,96=) 5.197,76 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Το αίτημα της αγωγής περί κήρυξης της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής είναι πλέον άνευ αντικειμένου. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος – εφεσιβλήτου, τέλος, και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγόμενης – εκκαλούσας, λόγω της εν μέρει ήττας της και αναλογικώς προς αυτήν, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό [άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 69 παρ. 1 εδ. α, 68 παρ. 1 και 63 παρ. 1 του Ν. 4194/2013 (Κώδικα Δικηγόρων)].

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

            ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 219/2015 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε τη διαφορά κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών.

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ επί της ουσίας την υπόθεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των πέντε χιλιάδων εκατόν ενενήντα επτά ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτών (5.197,76 €), νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης – εκκαλούσας μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εφεσιβλήτου και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει σε τετρακόσια (400) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ