ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
TMHMA ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης
2568/2020
(ΓΑΚ/ΕΑΚ 13322/6065/2018)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ελισσάβετ Σπυροπούλου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 24η Σεπτεμβρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος: …, κατοίκου … με ΑΦΜ …, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Πειραιώς Ελένης Κοντοσέα (Α.Μ. ΔΣΠ 1439).
Των εφεσιβλήτων: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει στα … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Καλαμάτας Κυριάκου Σαραβελάκη (Α.Μ. Δ.Σ.Κ. 322) και 2) της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …, με ΑΦΜ …, η οποία δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς την από 23-12-2013 (Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 12761/271/24-12-2013) αγωγή του κατά των εφεσιβλήτων και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 52/2015 οριστική απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την ανωτέρω αγωγή και ήδη ο εκκαλών με την από 12-01-2017 (αριθμ. εκθ. καταθ. του Ειρηνοδικείου Πειραιώς 718/12/27-01-2017) έφεσή του προσβάλλει την προαναφερόμενη απόφαση. Η έφεση αυτή κατατέθηκε στο Δικαστήριο τούτο με Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 13322/6065/21-12-2018, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 19-03-2019, ότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παραστάντων διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθμ. … έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιά …, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο εκκαλών, προκύπτει ότι η συζήτηση της κρινόμενης έφεσης επισπεύδεται με την επιμέλεια του τελευταίου. Προς τούτο, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 19ης-03-2019 επιδόθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως στη δεύτερη εφεσίβλητη. Κατά τη δικάσιμο εκείνη, το δικαστήριο ανέβαλε τη συζήτηση της έφεσης για την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (24-09-2019) και η γραμματέας του δικαστηρίου τούτου ανέγραψε την επίδικη υπόθεση στο οικείο πινάκιο, στη σειρά των υποθέσεων που έπρεπε να συζητηθούν στη σημερινή, μετ’ αναβολή, δικάσιμο, κατά την οποία δεν απαιτείται η εκ νέου κλήτευση της δεύτερης εφεσίβλητης, δεδομένου ότι, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή της στο πινάκιο για τη μετ’ αναβολή δικάσιμο επέχει θέση κλητεύσεως όλων των διαδίκων (άρ. 226 του ΚΠολΔ). Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο ωστόσο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο η δεύτερη εφεσίβλητη δεν εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, και, συνεπώς, πρέπει να δικασθεί ερήμην, αλλά η διαδικασία να προχωρήσει, σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 524 παρ. 4 ΚΠολΔ).
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 52/2015 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, αντιμωλία των εναγομένων, έχει ασκηθεί από τον εν μέρει ηττηθέντα στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας ενάγοντα κατά των αντιδίκων του (άρ. 516§1, 517 ΚΠολΔ), νομότυπα, με την κατάθεση δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (αρθρ. 495§§1,2 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, ήτοι προ πάσης επιδόσεως της εν λόγω απόφασης (αρθρ. 518 ΚΠολΔ), καθώς η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε από τον ενάγοντα στις εναγόμενες την 29η-12-2016 (βλ. την υπ’ αριθμ. 6242Δ/29-12-2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιά …), η δε ένδικη έφεση κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Πειραιά την 27η-01-2017 (βλ. την από 27-01-2017 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ 718/12/2017 έκθεση κατάθεσης δικογράφου), ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της απόφασης. Επομένως, η έφεση αυτή είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (αρθρ. 533§1 ΚΠολΔ) κατά την διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614 επ., 621 επ. ΚΠολΔ), όπως αυτή ισχύει μετά την ισχύ του Ν. 4335/2015). Στην προκείμενη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εκκαλών, με την από 23-12-2013 (Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 12761/271/24-12-2013) αγωγή που άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ζήτησε να υποχρεωθούν οι τελευταίες εταιρείες, να του καταβάλουν µε απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, το συνολικό ποσό των 10.869,70 ευρώ, εντόκως από την απόλυσή του, άλλως από την επίδοση της αγωγής, αξίωση που αντιστοιχεί σε διαφορές υπερωριακής αμοιβής καθημερινών – Κυριακών και Σαββάτων – αργιών, διαφορά αμοιβής για δρομολόγια «εξπρές» αναλογία επιδομάτων εορτών και επίδομα ιματισμού και ερείδεται σε µεταξύ των διαδίκων σύµβαση ναυτικής εργασίας, σε εκτέλεση της οποίας ο ίδιος ναυτολογήθηκε στο υπό ελληνική σηµαία πλοίο «…», κοχ 3.484,29, πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης και εφοπλισμού της δεύτερης εναγομένης, με την ειδικότητα του ναύτη, κατά το διάστημα από 23-01-2012 έως 18-03-2012 και από 22-06-2012 έως 24-12-2012, σύμφωνα με τους όρους της οικείας ΣΣΝΕ των Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Με την εκκαλούμενη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, με απόφαση εν μέρει προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των 3.447 ευρώ με βάση τις διατάξεις της σύμβασης εργασίας με τον νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της απολύσεώς του, ήτοι από τις 24-12-2012 και επιπλέον καταδικάσθηκαν οι εναγόμενες να καταβάλουν τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος ύψους 250 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής ο ενάγων και ήδη εκκαλών παραπονείται για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της, ώστε να γίνει δεκτή η από 23-12-2013 αγωγή στο σύνολό της και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών σε βάρος των εφεσίβλητων.Από την επανεκτίµηση των αποδεικτικών µέσων που προσκοµίζονται και ειδικότερα από την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση που δόθηκε, νοµότυπα, επιµελεία του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, κατόπιν νοµοτύπου κλητεύσεως των εναγοµένων και ήδη εκκαλουσών, καθώς και από όλα τα έγγραφα που προσκοµίζονται και τα οποία λαµβάνονται υπ’ όψιν, έστω και αν δεν πληρούν τους όρους του νόµου είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά µέσα είτε για να χρησιµεύσουν ως δικαστικά τεκµήρια σε συνδυασµό µε τα διδάγµατα της κοινής πείρας, απoδεικvύoνται τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης ναυτικής εργασίας που κατήρτισε ο ενάγων στο Λαύριο, με τη δευτερη εναγόμενη εταιρεία, ναυτολογήθηκε στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο «…», ολικής χωρητικότητας 3.484,29 κόρων, ΔΔΣ …, νηολογίου ……. υπ’ αριθ. … πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, ενώ κατά τον εφοπλισμό, την οικονομική διαχείριση και εμπορική εκμετάλλευση ανήκε κατά τον επίδικο χρόνο στη δεύτερη εναγομένη (γεγονός που δεν αμφισβητήθηκε από τις εναγόμενες), με συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από τη ΣΣΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων του έτους 2011, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3525.1.5.2/01/2011 ΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 1070/31-05-2011). Στο εν λόγω πλοίο ο ενάγων υπηρέτησε κατά το χρονικό διάστημα από 23-01-2012 έως 18-03-2012, οπότε απολύθηκε στον Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει», ενώ την 22η-06-2012 ναυτολογήθηκε εκ νέου στο ίδιο ως άνω πλοίο στο λιμάνι του Πειραιά και υπηρέτησε σε αυτό μέχρι την 24η-12-2012. Καθ’ όλα δε τα ανωτέρω διαστήματα, παρείχε την εργασία του συνεχώς, ως ναύτης. Η οργανική σύνθεση του ως άνω πλοίου, όσον αφορά το προσωπικό του σκάφους, ήταν 1 πλοίαρχος, 1 ύπαρχος, 1 υποπλοίαρχος, 1 ανθυποπλοίαρχος, 1 δόκιμος πλοίαρχος, 1 ναύκληρος, 1 υποναύκληροι, 8 ναύτες και 1 ναυτόπαις. ο ενάγων καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολόγησης του, απασχολούνταν με εργασίες συντήρησης και καθαρισμού του πλοίου, όπως χρωματισμούς, επισκευές διαφόρων ζημιών, καθαρισμούς στο κατάστρωμα και το γκαράζ, με τη φόρτωση και την εκφόρτωση των οχημάτων στο πλοίο, καθώς και με την πρόσδεση και απόδεση του πλοίου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το ως άνω πλοίο εκτελούσε κάθε εβδομάδα τρία κυκλικά δρομολόγια άγονης γραμμής και ειδικότερα: α) κατά το χρονικό διάστημα από 23-01-2012 μέχρι τις 06-02-2012 το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο της γραμμής Λαύριο-Αγ. Ευστράτιος- Λήμνος, ήτοι σύμφωνα με το πρόγραμμα δρομολόγησης το πλοίο, κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή, αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου στις 8 μ.μ. με κατεύθυνση προς Άγ. Ευστράτιο, Λήμνο, Καβάλα και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Τετάρτη, Παρασκευή και Δευτέρα, στις 6 ή στις 7.30 π.μ. β) κατά το χρονικό διάστημα από 07-02-2012 έως 14-03-2012, το πλοίο εκτελούσε το ως άνω δρομολόγιο, ήτοι σύμφωνα με το πρόγραμμα δρομολόγησης το πλοίο, κάθε Τρίτη αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου στις 7.00 π.μ. με κατεύθυνση προς Ψαρά Μεστά και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Τρίτη στις 22.15 μ.μ., κάθε Τρίτη αναχωρούσε από το λιμάνι του Λουρίου στις 23.59 μ.μ. με κατεύθυνση προς Άγ. Ευστράτιο, Λήμνο, Καβάλα και επιστροφή στη Λήμνο, όπου έφθανε κάθε Τετάρτη στις 22.45 μ.μ. και αναχωρούσε και πάλι για Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Πέμπτη στις 10.30 π.μ. και αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου στις 14.00 μ.μ. με κατεύθυνση προς Ψαρά, Μεστά και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Παρασκευή στις 05.15 π.μ., αναχωρούσε και πάλι από το λιμάνι του Λαυρίου στις 08.00 π.μ. με κατεύθυνση προς Άγ. Ευστράτιο, Λήμνο, Καβάλα και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Σάββατο στις 18.30 μ.μ. και αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου και πάλι στις 23.00 μ.μ. με κατεύθυνση προς Ψαρά Μεστά και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Κυριακή στις 16.15 μ.μ. και αναχωρούσε και πάλι από το λιμάνι του Λαυρίου στις 18.00 μ.μ. της Κυριακής με κατεύθυνση προς Αγ. Ευστράτιο, Λήμνο, Καβάλα και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Τρίτη στις 05.00 π.μ. γ) κατά το χρονικό διάστημα από 22-06-2012 έως 04-10-2012, το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Λαύριο – Ψαρά – Μεστά Χίου, ήτοι σύμφωνα με το πρόγραμμα δρομολόγησης το πλοίο, κάθε Δευτέρα και Τετάρτη και Παρασκευή, αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου στις 22.00 μ.μ., με κατεύθυνση προς Ψαρά, Μεστά Χίου και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή στις 6.00 π.μ., δ) κατά το χρονικό διάστημα από 05-10-2012 έως 31-10-2012, το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Λαύριο – Αγ. Ευστράτιος – Λήμνος ήτοι σύμφωνα με το πρόγραμμα δρομολόγησης και δη, κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου σικ; 7.00 μ.μ., με κατεύθυνση προς Άγ. Ευστράτιο, Λήμνο, Καβάλα και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Δευτέρα Τετάρτη, Παρασκευή και Κυριακή στις 7.30 π.μ, ε) κατά το χρονικό διάστημα από 01-11-2012 έως 24-12-2012, το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο Λαύριο – Ψαρά – Μεστά Χίου, ήτοι σύμφωνα με το πρόγραμμα δρομολόγησης το πλοίο, κάθε Δευτέρα και Τετάρτη και Παρασκευή, αναχωρούσε από το λιμάνι του Λαυρίου στις 22.00 μ.μ., με κατεύθυνση προς Ψαρά, Μεστά Χίου και επιστροφή στο Λαύριο, όπου έφθανε κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή στις 6.00 π.μ. Το ως άνω πρόγραμμα ακολουθούνταν πάντοτε με εξαίρεση τις ημέρα; με απαγορευτικό απόπλου, όπου το πλοίο αναχωρούσε μετά την άρση του απαγορευτικού (βλ. ημερολόγιο γέφυρας), ενώ ταυτόχρονα μερικές φορές υπήρχαν καθυστερήσεις στην πρόσδεση ή στην απόδεση του πλοίου, λόγω αυξημένης κίνησης στα λιμάνια ή μεγάλου αριθμού Φ/Γ οχηματαγωγών (βλ. ημερολόγιο γέφυρας). Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, μεταξύ των οποίων και η ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα απόδειξης, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ενάγων, ο μάρτυρας, ο οποίος εργάστηκε στο ίδιο πλοίο με την ίδια ειδικότητα και κατά το ίδιο χρονικό διάστημα με τον ενάγοντα, και λαμβανομένων υπόψιν των προαναφερθέντων δρομολογίων του πλοίου, τις συχνές καθυστερήσεις στον απόπλου του πλοίου λόγω αυξημένης κίνησης στα λιμάνια, όπως αυτή αποτυπώνεται στο αναφερόμενο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου και τα διδάγματα της κοινή; πείρας, που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψιν (άρθρο 334 παρ. 4), απoδεικvύεται ότι ο ενάγων, κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του επί του ανωτέρω πλοίου, απασχολούνταν πέραν του νομίμου ωραρίου, υπερωριακώς (ήτοι, πέραν του οχταώρου τις καθημερινές, τα Σάββατα και τις αργίες). Ισχυρή απόδειξη πραγματοποίησης της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος αποτελεί το γεγονός ότι σε αυτόν καταβάλλονταν μηνιαίως χρηματικό ποσό για υπερωρίες όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας. Το γεγονός δε ότι το ως άνω πλοίο τα εν λόγω χρονικά διαστήματα ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος, δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος, αφού αυτή είναι απότοκος της αυξημένης επιβατικής κίνησης στα νησιά, δεδομένου μάλιστα ότι σύμφωνα με τκ; διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΚΙΝΔ, η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (ΕφΠειρ 1/2003, ΕΝΑΥΤΔ 2003, 124, ΜΠΠειρ 2283/2011, αδημ). Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων, κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του ως άνω πλοίου β) βάσει των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων και γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, ως ναύτης, κρίνεται ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησης του, ο ενάγων απασχολείτο επί 11 ώρες την ημέρα. Οι εναγόμενες εταιρίες συνομολογούν μεν με τις προτάσεις τους ότι ο ενάγων παρείχε υπερωριακή εργασία, ισχυρίζονται ωστόσο ότι είχε καταρτισθεί συμφωνία μεταξύ αυτών και του ενάγοντα περί καταβολής μηνιαίως εφάπαξ ποσού, ως κατ’ αποκοπή αμοιβή για υπερωριακή εργασία, έχει δε εξοφληθεί για τις ώρες που εργάστηκε υπερωριακά. Η επικαλούμενη από τις εναγόμενες αυτή συμφωνία είναι μεν έγκυρη κατά τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, υπό την προϋπόθεση ότι οι νόμιμες αποδοχές που δικαιούται ο εργαζόμενος με βάση την εφαρμοσθείσα ΣΣΝΕ για την υπερωριακή εργασία που παρέσχε δεν είναι μεγαλύτερες από τις συμφωνημένες κατ’ αποκοπή αμειβόμενες υπερωρίες και ως εκ τούτου η συμφωνία δεν κωλύει τη διεκδίκηση εκ μέρους του ναυτικού του συνόλου της αμοιβής για υπερωριακή εργασία, εάν ο πραγματικός χρόνος υπερωριακής απασχόλησης αυτού υπερβαίνει το συμφωνηθέντα με τη σύμβαση αριθμό υπερωριών, ενώ εν πάσει περιπτώσει, παραίτηση του εργαζομένου από τη λήψη των δεδουλευμένων αποδοχών του αντίκειται σε διατάξεις δημόσιας τάξης. Επομένως, ο ενάγων παρείχε την εργασία του υπερωριακά επί 3 ώρες ημερησίως και ειδικότερα, ί) για τη ναυτολόγηση του από 23-01-2012 έως 18-03-2012 απασχολήθηκε υπερωριακά για 27 καθημερινές και 7 Κυριακές και συνεπώς δικαιούται το ποσό των 854,76 ευρώ (34 Χ 3 ώρες Χ 8,38) και iί) για 7 Σάββατα και 1 αργία (Καθαρή Δευτέρα) δικαιούται το ποσό των 884,40 ευρώ (8 Χ 11 ώρες Χ 10,05), ήτοι συνολικά το nοσό των 1.739,16 ευρώ, αφαιρουμένων των ημερών που το πλοίο παρέμεινε ακινητοποιημένο σε λιμένα (βλ. Ημερολόγιο γέφυρας ) β) για το χρονικό διάστημα από 22-06-2012 έως 24-12-2012 απασχολήθηκε ο ενάγων επί 11 ώρες την ημέρα, i) για 124 καθημερινές (αφαιρουμένων των ημερών που το πλοίο ήταν ακινητοποιημένο) και 26 Κυριακές και συνεπώς δικαιούται το ποσό των 3.771 ευρώ (150 Χ 3 ώρες Χ 8,38) και ίί) για 27 Σάββατα και 4 αργίες (15η Αυγούστου,14η Σεπτεμβρίου, 28η Οκτωβρίου και 6η Δεκεμβρίου) δικαιούται το ποσό των 3.427,05 ευρώ (31 Χ 11 ώρες Χ 10,05) και συνολικά στο διάστημα αυτό το ποσό των 7.198,05 ευρώ. Συνεπώς δικαιούται ο ενάγων για το συνολικό χρονικό διάστημα της απασχόλησης του, για την ως άνω αιτία, το ποσό των 10.909,05 ευρώ (3,711+ 7.198,05). Αντί των ως άνω ποσών, για το συνολικό χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του στο ως άνω πλοίο για υπερωριακή απασχόληση, ο ενάγων έλαβε όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες αναλύσεις λογαριασμού του συνολικά το ποσό των 5.525,79 ευρώ (eχtra σύμβασης υπερωρίες κλπ και αμοιβή Σάββατα και αργίες από τις προσκομιζόμενες αναλύσεις μισθοδοσίας), συνεπώς γενομένης δεκτής την ένστασης εξοφλήσεως που πρότειναν οι εναγόμενες και επί της οποίας ουδέν αντέκρουσε ο ενάγων, οφείλεται στον ενάγοντα για το υπό κρίση χρονικό διάστημα το υπόλοιπο ποσό των 5.383,26 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως πρόσθετη αμοιβή για την εκ μέρους του παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές, τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολογήσεώς του, το ποσό των 7.003,34 ευρὠ, από το οποίο απέμεινε καταβλητέο, μετά από διαδοχικές καταβολές, μέρος του ύψους και δη 1.477,55 ευρώ, έσφαλε, και, για τον λόγο αυτό, δεκτού εν μέρει ως κατ’ ουσία βάσιμου του πρώτου λόγου έφεσης, πρέπει να εξαφανισθεί, απορριπτομένου ωστόσο του σκέλους του ιδίου λόγου, κατά το οποίο ο ενάγων ισχυρίζεται, ότι τον ανωτέρω αριθμό ωρών εργαζόταν καθ’ όλες τις ημέρες τις ναυτολόγησής του και όχι μόνο κατά τις ανωτέρω αναφερόμενες. Περαιτέρω, για ειδικό επίδομα ιματισμού ο ενάγων σύμφωνα με το άρθρο 5 της οικείας ΣΣΝΕ δικαιούται το ποσό των 56,50 ευρώ μηνιαίως και αν ο πλοιοκτήτης παρέχει στα κατώτερα πληρώματα εξ ιδίων τον ιματισμό δεν καταβάλλεται το ανωτέρω επίδομα. Όμως όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας δεν έχει καταβληθεί το επίδομα ιματισμού σε χρήμα στον ενάγοντα ούτε αποδείχθηκε ότι η εναγομένη του παρείχε εξ ιδίων τον ιματισμό διότι δεν προσκομίστηκε αντίστοιχο τιμολόγιο αγοράς του, ενώ ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός των εναγομένων ότι χορηγήθηκε ο απαραίτητος ιματισμός, ουδόλως αποδείχθηκε και πρέπει να απορριφθεί στην ουσία του. Συνεπώς ο ενάγων για την ανωτέρω αιτία δικαιούται το πόσο των 450,12 ευρώ ( 56,50 Χ 7 μήνες και 29 ημέρες), όπως ορθά έκρινε και η εκκαλουμένη απόφαση. Εν συνεχεία, από τη διάταξη του άρθ. 33 της 31-3-2011 ΣΣΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων που κυρώθηκαν με τις ΥΑ 3525.5/01/2009 (ΦΕΚ Β’ 1928) και 3525.1.5.2/01/ 2011 (ΦΕΚ Β’ 1970), αντίστοιχα, τα οποία τιτλοφορούνται «Δρομολόγια Εξπρές», προκύπτει ότι (α) σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία (του ΥΕΝΑΝΠ ή ΥΘΥΝΑΛ) και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον 6 ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο, εάν δε αυτό κατ’ εξαίρεση δεν καθίσταται δυνατό, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο αυτό (§§ 1 και 2) (β) ως δρομολόγια, για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα η πρόσθετη αυτή αμοιβή, θεωρούνται εκείνα, για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού (§3, δρομολόγια εξπρές) (γ) η πρόσθετη αυτή αμοιβή προβλέπεται για όλα τα εξπρές δρομολόγια, με την παραπάνω έννοια, που αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά – επιβατηγά πλοία που δεν έχουν τακτικές καθημερινές τουλάχιστον 6 αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας, και υπολογίζεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις §§4 και 7, τακτικά δε θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα και ώρα, έστω και αν η ώρα απόπλου δεν είναι η ίδια κάθε ημέρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου (δ) ειδικά, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, η πρόσθετη αυτή αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των 5 δρομολόγια την εβδομάδα (§5, που αποτελεί διάταξη ειδικότερη εκείνης της §3), οι ναυτικοί δηλαδή που εργάζονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία που έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις και εκτελούν περισσότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην προαναφερθείσα §7 του άρθρου αυτού, με την διαφορά ότι ο αριθμός των δρομολογίων εξπρές δεν υπολογίζεται κατά την §4 αλλά κατά τα οριζόμενα στην §5 του ίδιου άρθρου (ε) τέλος, κατ’ εξαίρεση που εισάγεται με την §6 του αυτού άρθρου, οι διατάξεις του δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται, οι ναυτικοί δηλαδή δεν δικαιούνται την πρόσθετη αυτή αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, σε ημερόπλοια, δηλαδή τα πλοία που εκτελούν πλόες από 07.00′ έως 23.00′ και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν, κατ’ εξαίρεση δηλαδή της εξαίρεσης αυτής (επάνοδο στον κανόνα) τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή 23.00′ μέχρι 07.00΄ της ώρας (της επομένης ημέρας). Εν προκειμένω, κατά το χρονικό διάστημα από 06-02-2012 μέχρι 14-03-2012, όπως προκύπτει από τους πίνακες δρομολογίων που προσκομίζουν οι εναγόμενες, κάθε Τρίτη λιμάνι αφετηρίας ήταν το Λαύριο από όπου αναχωρούσε το πλοίο στις 07.00, αφού είχε παραμείνει εκεί περί τις 2 ώρες ήτοι 4 ώρες προ της συμπλήρωσης του υποχρεωτικού 6ώρου. Εν συνέχεια, από την προαναφερόμενη αναχώρηση του, το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο προς τον Αγ. Ευστράτιο, Λήμνο και Καβάλα, ενώ επέστρεφε στο λιμάνι του Λαυρίου την Πέμπτη στις 10.30 και απέπλεε για Ψαρά, Μεστά Χίου στις 14.00, ήτοι 3,5 ώρες προ τη συμπλήρωσης του 6ώρου. Περαιτέρω, με την ολοκλήρωση του ως άνω ι, δρομολογίου του επέστρεφε στο Λαύριο στις 05.15 της Παρασκευής και αναχωρούσε στις 08.00, ήτοι 2 ώρες και 45 λεπτά προ της συμπλήρωσης του 6ωρου, προς Αγ. Ευστράτιο. Επέστρεφε εκ νέου στο Λαύριο μετά την ολοκλήρωση του ως άνω δρομολογίου στις 18.30 του Σαββάτου και αναχωρούσε στις 23.00, ήτοι 4 ώρες και 30 λεπτά προ της συμπλήρωσης του νομίμου 6ωρου, για Ψαρά και κατέπλεε και πάλι στο Λαύριο στις 16.15 της Κυριακής ενώ αναχωρούσε για Αγ. Ευστράτιο στις 18,00 της ίδιας μέρας, ήτοι 1 ώρα και 45 λεπτά προ της συμπλήρωσης του νομίμου εξαώρου. Τα κυκλικά ταξίδια του πλοίου αυτού διαρκούσαν τουλάχιστον 12 ώρες και παρατείνονταν και πέραν της 11ης νυχτερινής συνεπώς, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ως άνω νομική σκέψη, το πλοίο εκτέλεσε (15,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης / 8 = 1,9375 Χ 5 εξπρές δρομολόγια εβδομαδιαίως Χ 4 εβδομάδες =) 38,75 εξπρές δρομολόγια. Επομένως, η πρόσθετη αμοιβή που δικαιούται ο ενάγων για την ως άνω αιτία ήταν 1/30 για κάθε εξπρές δρομολόγιο επί του συνόλου των τακτικών μηνιαίων αποδοχών (βασικός μισθός 1.157,99 + επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας 254,76 + αντίτιμο τροφής 96,05 + επίδομα ανθυγιεινής εργασίας 35,22 + επίδομα αδείας 417,12 + μέσος όρος τακτικά παρεχόμενης υπερωριακής εργασίας 869,58 κατά την ως άνω χρονική περίοδο από 06-02- 2012 μέχρι 14-03-2012 [υπολογιζόμενη ως εξής 1.739,16, αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση / 56 ηµέρες Χ 28] + επίδομα άγονης γραμμής 347,40) 3.178,12 Χ 1/30 Χ 38,75 εξπρές δρομολόγια = 4.105,07 ευρώ. Επομένως, συνολικά για την ως άνω αιτία ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 4.105,07 ευρώ και όχι το ποσό των 3.745,08 ευρώ, όπως εσφαλμένα έκρινε η εκκαλουμένη απόφαση, εκ των οποίων ουδέν ποσόν έχει λάβει, ωστόσο πρέπει να του επιδικαστεί το ποσό των 1.072,07 ευρώ που αιτήθηκε, όπως έκρινε και η πρωτόδικη απόφαση. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 των ανωτέρω Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας: «1. Στα πληρώµατα των πλοίων που αναφέρεται η παρούσα Συλλογική σύμβαση καταβάλλεται ως δώρο ο μισθός ενός μηνός επ’ ευκαιρία των εορτών Χριστουγέννων και του Νέου Έτους και ο μισθός 15 ημερών επ’ ευκαιρία των εορτών Πάσχα. 2. Τα δώρο εορτών υπολογίζονται επί των πράγματι καταβαλλομένων παγίων και στοθερών αποδοχών, ήτο μισθού ενεργείας και επιδομάτων, περιλαμβανομένων και των υπερωριών». Σύμφωνα δε με την με αριθμό 70109/8008 απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας της 14 Δεκεμβρίου 1981/7 Ιανουαρίου 1982 (ΦΕΚ Β’ 1) παρ. 2: Το επίδομα Χριστουγέννων είναι ίσο με έναν μηνιαίο μισθό και το επίδομα Πάσχα είναι ίσο με μισό μηνιαίο μισθό. Τα ανωτέρω επιδόματα καταβάλλονται στο ακέραιο εφόσον η σχέση του εργασίας του ναυτικού με τον υπόχρεο πλοιοκτήτη διήρκεσε καθ’ όλη την χρονική περίοδο, εκ μεν την περίπτωση του επιδόματος εορτών Πάσχα, από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου εκ δε την περίπτωση του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων από 1η Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου έκαστου έτους. Σύμφωνα δε με την παρ. 3 «… εκ των ανωτέρω ναυτικών εκείνοι των οποίων η σχέση εργασίας μετά του υπόχρεου σε καταβολή επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα εργοδότη δεν διήρκεσε καθ’ όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, δικαιούνται: α) Ως επίδομα εορτών Χριστουγέννων, ποσό ίσο με 2/25 του μηνιαίου ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα διαρκείας της εργασιακής σχέσεως αυτών, και β) Ως επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηναίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσεως αυτών εντός των εις την παρ. 2 της παρούσης χρονικών περιόδων. Για το χρονικό διάστημα μικρότερα του 19ήμερου ή του 8ήμερου αντιστοίχως δικαιούνται ανάλογο κλάσμα. Εν προκειμένω, η εργασιακή σχέση του ενάγοντος δε διήρκεσε καθόλο το χρονικό διάστημα από 01-01-2012 μέχρι 30-04-2012, παρά εκείνος παρείχε την εργασία του από 23-01-2012 μέχρι 18-03-2012. Συνεπώς ο ενάγων για τις 56 ημέρες εργασίας το ανωτέρω χρονικό διάστημα δικαιούται το ποσό των 733,64 ευρώ (βασικός μισθός 1.157,99 + επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας 254,76 + αντίτιμο τροφής 576,30 + επίδομα ανθυγιεινής εργασίας 35,22 + επίδομα αδείας 417,12 + μέσος όρος τακτικά παρεχόμενης υπερωριακής εργασίας 931,69 κατά την ως άνω χρονική περίοδο από 23-01-2012 μέχρι 18-03-2012, [υπολογιζόμενη ως εξής 1.739,16, αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση / 56 ημέρες Χ 30] + επίδομα άγονης γραμμής 347,40 = συνολικές τακτικές αποδοχές 3.720,48 Χ 1/2 Χ 1/15 X / οχταήμερα (ήτοι : 56/8). Αντί του ποσού αυτού (868,11 ευρώ) ο ενάγων έλαβε το ποσό των 609,48 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από την κατάσταση μισθοδοσίας του και όπως συνομολογείται και στην αγωγή του, επομένως του οφείλεται η διαφορά, ήτοι το ποσό των 258,63 ευρώ και όχι το ποσό των 78,49 ευρώ που εσφαλμένα έκρινε η εκκαλομένη απόφαση. Όσον αφορά το επίδομα εορτής Χριστουγέννων 2011, ο ενάγων δικαιούται για το επίδικο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης του (από 22-06-2012 έως 24-12-2012) 3.720,48 ευρώ μηνιαίες τακτικές οιιοδοχέις κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα Χ 2/25 Χ 9,789 (186 ηµέρες : 19ημερα διαστήματα υπηρεσίας) = 2.913,58 ευρώ. Έναντι αυτού έχει λάβει το ποσό των 1.940,17 ευρώ (227,20 + 1.712,97), όπως αποδείχτηκε από τη σχετική προσκομιζόμενη βεβαίωση μισθοδοσίας και κατά συνέπεια, του οφείλεται ακόμη υπόλοιπο εκ ποσού 973,41 ευρώ (2.913,58 – 1.940,17) και όχι το ποσό των 368.84 ευρώ που εσφαλμένα κρίθηκε από την εκκαλουμένη. Σημειώνεται ότι στις ανωτέρω τακτικές αποδοχές επί των οποίων υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών, δεν συνυπολογίζονται τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται ως πρόσθετη αμοιβή για την πραγματοποίηση των εξπρές δρομολογίων του πλοίου, για το επίδομα ιματισμού καθώς και ως συμμετοχή στα ποσοστά από τις εισπράξεις του κυλικείου, για τον λόγο ότι είτε δεν έχουν τα στοιχεία του πάγιου και του σταθερού, είτε δίδονται για την εύρυθμη λειτουργία του πλοίου και όχι ως αντάλλαγμα στην παρεχόμενη εργασία του ναυτικού (ΜΕΠ 346/2016 αδημος., 412/2014 ΤΝΠ Νόμος), απορριπτομένου ως εκ τούτων του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του ενάγοντος ως μη νόμιμου. Επομένως πρέπει να γίνει δεκτός ως εν μέρει βάσιμος ο παραδεκτά προβληθείς δεύτερος λόγος της έφεσης. Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει η υπό κρίση έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή και ως βάσιμη κατ’ ουσία, κατά παραδοχή και ως ουσιαστικά βάσιμων των λόγων αυτής κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, για την ενότητα της εκτέλεσης (ΑΠ 748/1984 ΕλλΔ/νη 1985.642, ΕφΑθ 654/2008ΕλλΔ/νη2009.661, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔ/νη 2007.1507, Σαμουήλ, Η Έφεση, έκδ. 5η, αριθ. 1143, σελ. 430-431, Βαθρακοκοίλης, ό.π., τόμος 3ος, άρθ. 535, αριθ. 3), καθώς και ως προς τη διάταξή της για τη δικαστική δαπάνη στο σύνολό της, ενόψει της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού αυτής για όλα τα κεφάλαια της απόφασης (ΑΠ 192/1998 ΕλλΔνη 1998.825, Μαργαρίτης σε ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, άρθ. 535, αριθ. 1, άρθ. 522, αριθ. 13 και άρθ. 520, αριθ. 24, Βαθρακοκοίλης, ό.π., άρθ. 535, αριθ. 4). Στη συνέχεια αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 533 παρ 1 ΚΠολΔ, να δικασθεί η από 23-12-2013 και με Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 12761/271/24-12-2013 αγωγή και ακολούθως να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εταιρείες (η πρώτη μέχρι την αξία του πλοίου, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της πρώτης εναγομένης περί μη ευθύνης της καθώς δεν είναι πλέον κυρία του πλοίου, για τον λόγο ότι το επίδικο πλοίο μεταβιβάσθηκε την 25η-05-2015, ήτοι μετά το επίδικο χρονικό διάστημα, αλλά και μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης) να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 8.137,49 ευρώ (5.383,26 + 450,12 + 1.072,07 + 258,63 + 973,41) νομιμοτόκως από της αποναυτολογήσεως αυτού (24-12-2012). Η ένσταση της πρώτης εφεσίβλητης, ότι υφίσταται εκκρεμοδικία από την άσκηση της από 01-06-2016 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ 2836/1571/01-06-2016 αγωγής ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, η οποία κωλύει την επιδίκαση της υπό κρίση αξίωσης του ενάγοντος πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθώς η ως άνω αγωγή του ενάγοντος στρέφεται κατά διαφορετικού προσώπου και έχει διαφορετικό αίτημα από την κρινόμενη, δοθέντος ότι με αυτήν ζητείται η αναγνώριση του προνομίου της αξίωσης του ενάγοντος. Τέλος πρέπει να εισπημανθεί αναφορικά με τον ισχυρισμό της πρώτης εφεσίβλητης σύμφωνα με τον οποίο, με την υπ’ αριθμ. 51/2012 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χανίων έχει διαταχθεί το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης αυτής και έχει επικυρωθεί η από 05-09-2012 συμφωνία αυτής με τους δανειστές της, στη συμφωνία δε αυτή γίνεται μνεία περί περιορισμού της ευθύνης της πρώτης εφεςσίβλητης έναντι των μελλοντικών πιστωτών της (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εκκαλών) κατά ποσοστό 20% της απαίτησής τους, δεν μπορεί να προβληθεί παραδεκτά κατά το στάδιο αυτό της διαδικασίας, αλλά δύναται να αποτελέσει πιθανώς περιεχόμενο σχετικής ένστασης κατά το στάδιο της εκτέλεσης της απόφασης και συνεπώς το αίτημα της πρώτης εφεσίβλητης να αναγνωρισθεί ότι έχει έναντι των ενδίκων αξιώσεων του εκκαλούντος περιορισμένη ευθύνη σε ποσοστό 20%, διαγραφομένου οριστικά του υπολοίπου ποσοστού 80% και εξοφλητέου του ισόποσου του ποσοστού 20% επί των ενδίκων αξιώσεων σε 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, της πρώτης δόσης καταβαλλομένης εντός διμήνου από την κοινοποίηση τελεσίδικης απόφασης, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εναγομένων λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος του πρώτου, όπως ειδικότερα διαλαμβάνεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης εφεσίβλητης και κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσίαν την υπό κρίση έφεση
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 52/2015 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσα κατά τη διαδικασία τω εργατικών διαφορών.
ΔΙΑΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσίαν.
ΔΙΚΑΖΕΙ την από από 23-12-2013 και με Γ.Α.Κ./Α.Κ.Δ 12761/271/24-12-2013 αγωγή.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα (η πρώτη μέχρι την αξία του πλοίου) το συνολικό ποσό των οχτώ χιλιάδων εκατόν τριάντα επτά ευρώ και σαράντα εννέα λεπτών του ευρώ (8.137,49), με τον νόμιμο τόκο από την 24η-12-2012 και μέχρι την εξόφληση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις εναγόμενες – εφεσίβλητες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντα – εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την – -2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ