Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός απόφασης

3161/2020

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αλεξάνδρα Μητσοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη, και Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Ελένη Δαβράδου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Ιουλίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της ενάγουσας : Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στην …, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Δημητρίου Πράσσου και κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 20-11-2019, τις από ίδιας ημερομηνίας προτάσεις της δια του ως άνω πληρεξούσιου δικηγόρου της, δυνάμει του υπ’ αριθμό …/18-12-2018 πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Πειραιά Στέφανου Βασιλάκη. Ο ως άνω πληρεξούσιος δικηγόρος προσκόμισε το υπ’ αριθμό …/20-11-2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.

Του εναγόμενου : …, κατοίκου …, και κατά πρόσφατη δήλωσή του …, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο δια των πληρεξούσιων δικηγόρων του Νικολάου Αναγνωστόπουλου, Χρήστου Φίλια και Παναγιώτας Κιούση και κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 20-11-2019, τις από ίδιας ημερομηνίας προτάσεις του δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Νικολάου Αναγνωστόπουλου, δυνάμει της από 3-7-2020 εξουσιοδότησης, στην οποία βεβαιώνεται το γνήσιο της υπογραφής του. Οι ως άνω πληρεξούσιοι δικηγόροι προσκόμισαν τα με αριθμούς …/19-11-2019 και …/6-7-2020 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 12-6-2019 αγωγή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5258/12-6-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 2609/12-6-2019, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί αρχικά για τη δικάσιμο της 24ης-3-2020, δυνάμει της από 24-2-2020 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, οπότε ματαιώθηκε λόγω της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων, και εισήχθη, ακολούθως, οίκοθεν προς συζήτηση στη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, δυνάμει της υπ’ αριθμό 3133/17-6-2020 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, εγγράφηκε δε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 246 του ΚΠολΔ, το Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων εκκρεμών ενώπιόν του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, εάν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων. Η παραπάνω διάταξη σκοπό έχει να εξυπηρετήσει την αρχή της οικονομίας της δίκης, ώστε να επιταχυνθεί η διεξαγωγή της και να επέλθει μείωση των εξόδων, καθώς και να αποτραπεί η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων. Στην περίπτωση δε που οι δίκες αυτές δεν έχουν προσδιορισθεί στην ίδια δικάσιμο, το Δικαστήριο αναβάλλει σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 249  ΚΠολΔ τη συζήτηση για να προσδιορισθούν όλες οι υποθέσεις στην ίδια δικάσιμο και έτσι να ενωθούν και να συνεκδικασθούν (ΕφΑθ 5190/2000 ΑρχΝ 2001, σελ. 239). Επομένως, η εν λόγω αναβολή διατάσσεται όχι μόνο με σχετική επισημείωση στο πινάκιο, αλλά και μετά τη συζήτηση της πρώτης διαφοράς στο ακροατήριο, με απόφαση του Δικαστηρίου (ΑΠ 383/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1407/2000 ΕλλΔνη 2001, σελ. 736). Η συνεκδίκαση μπορεί να διαταχθεί και όταν η συνεκδικαστέα διαφορά έχει εγγραφεί στο πινάκιο άλλης μεταγενέστερης δικασίμου, οπότε στην περίπτωση αυτή αναβάλλεται η πρώτη διαφορά προκειμένου να συνεκδικαστεί με την άλλη (ΕφΑθ 5190/2000 ό.π.). Ωστόσο, στο πλαίσιο της νέας τακτικής διαδικασίας, όπως ισχύει μετά το Ν. 4335/2015, προϋποτίθεται ότι η δεύτερη διαφορά δε θα έχει ήδη προσδιοριστεί για τυπική συζήτηση μέχρι την έκδοση της απόφασης περί αναβολής για συζήτηση (βλ. Κ. Μακρίδου, Τακτική διαδικασία στα πρωτοβάθμια δικαστήρια, άρθρα 208-320 ΚΠολΔ, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2019, 246 αριθ. 2, σελ. 145, Α. Πανταζόπουλος, Η αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης μετά τον ν. 4335/2015 ΕλλΔνη 2018, σελ. 1620). Δεν απαιτείται δε να συντρέχουν οι προϋποθέσεις ομοδικίας, ούτε οι προϋποθέσεις της σώρευσης, αφού είναι επιτρεπτή η συνεκδίκαση και αν ακόμη οι υπό συνεκδίκαση δίκες διεξάγονται μεταξύ διαφόρων προσώπων (ΕφΑθ 5190/2000 ό.π.). Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή της, εκθέτει ότι, δυνάμει της από 19-7-2007 σύμβασης χρηματοδότησης, που συνήφθη μεταξύ των εταιρειών … και … ως δανειοληπτριών και της …., ως (αρχικής) δανείστριας αφενός και ως αντιπροσώπου της δανείστριας, εμπιστευματοδόχου εξασφάλισης και αρχικού συμβαλλόμενου μέρους αντιστάθμισης αφετέρου, όπως αυτή τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθμό 1 προσθήκη της 11ης-6-2009, την υπ’ αριθμό 2 προσθήκη της 24ης-6-2010, το πιστοποιητικό μεταβίβασης της 15ης-4-2011 και την υπ’ αριθμό 3 προσθήκη της 16ης-1-2013, συμφωνήθηκε η χορήγηση δανείου μέχρι του ποσού των 24.964.200 δολαρίων ΗΠΑ και κατόπιν μεταγενέστερης συμφωνίας μέχρι του ποσού των 22.230.000 δολαρίων ΗΠΑ, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η αγορά εκ μέρους των δανειοληπτριών δύο, ναυπηγούμενων τότε, δεξαμενόπλοιων, ήτοι των πλοίων … και …, τα οποία μετά την αγορά τους νηολογήθηκαν επ’ ονόματι των δύο δανειοληπτριών αντίστοιχα, στα νηολόγια Λιβερίας, με τους ειδικότερα διαλαμβανόμενους σε αυτήν όρους. Ότι δυνάμει της από 19-7-2007 σύμβασης εγγύησης, που συνήφθη μεταξύ της αρχικής δανείστριας, αντιπροσώπου και εμπιστευματοδόχου ασφάλειας και του εναγόμενου, ως προσωπικού εγγυητή, ο τελευταίος εγγυήθηκε προς την αρχική δανείστρια ρητά, αμετάκλητα και ανεπιφύλακτα, ως αυτοφειλέτης, τη νόμιμη και εμπρόθεσμη εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων των δανειοληπτριών έναντι αυτής, σύμφωνα με τη σύμβαση χρηματοδότησης και τα εξασφαλιστικά έγγραφα, με τους ειδικότερα αναφερόμενους σε αυτήν όρους. Ότι δυνάμει του προαναφερόμενου από 15-4-2011 πιστοποιητικού μεταβίβασης, η ως άνω πιστώτρια τραπεζική εταιρεία «….» προέβη στη μεταβίβαση του συνόλου των απορρεουσών εκ της ανωτέρω συμφωνίας δικαιωμάτων και απαιτήσεών της σε βάρος των δανειοληπτριών προς την ενάγουσα, έναντι του καταβληθέντος ποσού των 22.230.000 δολαρίων ΗΠΑ, με ρητή πρόβλεψη συμφωνίας προαίρεσης για την επαναμεταβίβαση της έννομης σχέσης με πρωτοβουλία της ενάγουσας. Ότι, μεταξύ άλλων, με το πιστοποιητικό μεταβίβασης οι δανειολήπτριες και ο εναγόμενος, ως προσωπικός εγγυητής, οι οποίοι συνομολόγησαν τους όρους της συμφωνίας μεταβίβασης, αναγνώρισαν ότι το ποσό της χρηματοδότησης είχε εκταμιευθεί πλήρως και το ανεξόφλητο κεφάλαιο του δανείου ανερχόταν κατά το χρόνο υπογραφής του πιστοποιητικού μεταβίβασης στο ποσό των 17.539.200 δολαρίων ΗΠΑ. Ότι, στη συνέχεια, στις 9-10-2011 και δυνάμει της υπ’ αριθμό …/9-10-2011 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, η «… ….» υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της «….» (η οποία είχε παραμείνει εμπιστευματοδόχος εξασφαλίσεων και αντιπρόσωπος του ως άνω δανείου, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας μεταβίβασης), όπως αυτές απορρέουν από την ένδικη σύμβαση χρηματοδότησης. Ότι, ακολούθως, στις 22-11-2013, καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. η υπ’ αριθμό …/22-11-2013 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, με την οποία εγκρίθηκε η συγχώνευση των ανώνυμων τραπεζικών εταιρειών «…» και «… ….» και ως εκ τούτου, η πρώτη κατέστη καθολική διάδοχος της δεύτερης λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση. Ότι, ακόμη, δυνάμει της από 23-11-2018 συμφωνίας ανάληψης, που υπεγράφη μεταξύ της ενάγουσας και της «….», ως αντιπροσώπου και εμπιστευματοδόχου εξασφάλισης της αρχικής δικαιοπαρόχου «….», κατέστη αυτή αντιπρόσωπος και εμπιστευματοδόχος εξασφάλισης σε σχέση με την ως άνω σύμβαση χρηματοδότησης και συνεπώς, νομιμοποιείται να ασκήσει επ’ ονόματί της τα δικαιώματα που προβλέπονται στη σύμβαση χρηματοδότησης και εγγύησης και στα λοιπά εξασφαλιστικά έγγραφα κατά των δανειοληπτριών και του εγγυητή. Ότι στις 16-1-2013 οι δανειολήπτριες είχαν καταστεί υπερήμερες ως προς την αποπληρωμή των καταβλητέων τοκοχρεωλυτικών δόσεων και ενόψει αυτού υπέγραψαν την προαναφερόμενη, υπ’ αριθμό 3, προσθήκη της σύμβασης χρηματοδότησης, αναφορικά με τον τρόπο αποπληρωμής των δανειακών δόσεων, αλλά παρά τα συμφωνηθέντα κατέστησαν εκ νέου υπερήμερες, κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι, κατόπιν τούτου, με την από 3-1-2019 επιστολή – έγγραφη ειδοποίησή της κατήγγειλε, στις 2-1-2019, τη σύμβαση χρηματοδότησης, κηρύσσοντας άμεσα ληξιπρόθεσμο και απαιτητό όλο το ανεξόφλητο ποσό του δανείου, κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και ζήτησε την άμεση πληρωμή του ληξιπρόθεσμου ποσού των 24.595.294,47 δολαρίων ΗΠΑ, με τη ρητή επιφύλαξη ότι ενδεχομένως θα υπάρξουν και άλλες χρεώσεις τόκων υπερημερίας και άλλων οφειλόμενων ποσών, σύμφωνα με τη σύμβαση, και ότι οι τόκοι θα συνεχίσουν να χρεώνονται  μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ότι, καθώς τόσο οι δανειολήπτριες, όσο και ο εναγόμενος, κώφευσαν, τους απέστειλε εκ νέου την από 7-1-2019 εξώδικη δήλωση – πρόσκληση, με το ίδιο περιεχόμενο με την ως άνω από 3-1-2019 καταγγελία, χωρίς αποτέλεσμα. Ότι τα οφειλόμενα ληξιπρόθεσμα και απαιτητά ποσά, που παρέλειψαν να καταβάλουν οι δανειολήπτριες, καθώς και το σύνολο της οφειλής από το δάνειο, κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, βεβαιώνονται μηχανογραφικά από τους λογαριασμούς του δανείου που ανοίχθηκαν και τηρήθηκαν από 15-4-2011 για την παρακολούθηση του δανείου και τα αντίστοιχα ηλεκτρονικά τηρούμενα επίσημα λογιστικά βιβλία της ενάγουσας, τα οποία, κατά τους συμβατικούς όρους, αποτελούν πλήρη απόδειξη κατά των δανειοληπτριών και του εναγόμενου ως προς την ύπαρξη και το ύψος της οφειλής, και αντίγραφα των οποίων επισυνάπτονται στην αγωγή. Ότι, στις 21-5-2019, το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού του δανείου σε οριστική καθυστέρηση, στον οποίο μεταφέρθηκαν στις 2-1-2019 τα υφιστάμενα υπόλοιπα των δύο λογαριασμών παρακολούθησης του δανείου, μετά το κλείσιμό τους, και επισυνάπτεται στην αγωγή, ανερχόταν σε 27.236.852,23 δολάρια ΗΠΑ. Ότι ο εναγόμενος, έχοντας εγγυηθεί την πιστή και ακριβόχρονη εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων των δανειοληπτριών, που απορρέουν από τη σύμβαση χρηματοδότησης, οφείλει να της καταβάλει, ενεχόμενος ως πρωτοφειλέτης, το παραπάνω ποσό, όπως εξειδικεύεται κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα σε αυτήν. Με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούμενη τη μη συμμόρφωση του εναγόμενου από τις υποχρεώσεις του από τη σύμβαση εγγύησης και ήδη, με τις προτάσεις της, ότι δυνάμει της από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νόμιμα δημοσιευθείσας σε περίληψη στις 16-9-2019, στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο 10, με αριθμό 271, της δημοσίευσης επέχουσας θέσης αναγγελίας, μεταβίβασε μετά από τιτλοποίηση τις απαιτήσεις εκ της ως άνω, από 19-7-2007, σύμβασης δανείου και της από ίδιας ημερομηνίας σύμβασης εγγύησης στην εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…», και ως εκ τούτου, συνεχίζει την παρούσα δίκη ως μη δικαιούχος διάδικος, κατ’ άρθρο 225 ΚΠολΔ), ζητεί να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή του να της καταβάλει για μέρος του οφειλόμενου ποσού του κεφαλαίου του δανείου (προς αποφυγή υπέρογκων εξόδων) το ισάξιο σε ευρώ κατά την ημερομηνία πληρωμής του ποσού των 2.500.000 δολαρίων ΗΠΑ, υπολογιζόμενου του ισάξιου αυτού με βάση την τιμή πώλησης συναλλάγματος δολαρίου ΗΠΑ, όπως αυτή θα προκύπτει από το αντίστοιχο δελτίο τιμών συναλλάγματος της Τράπεζας της Ελλάδος, με το νόμιμο τόκο από 4-1-2019, επόμενη της ημερομηνίας κοινοποίησης της καταγγελίας της σύμβασης, άλλως από την επίδοση της αγωγής, πλέον τόκων επιδικίας, μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Η κρινόμενη αγωγή, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 215 § 2 ΚΠολΔ, στον εναγόμενο (βλ. τις με αριθμούς …/27-6-2019 και …/27-6-2019 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών … στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά και στον ίδιο τον εναγόμενο στην κατοικία του στον ……. ή στην εταιρεία «….», που εδρεύει στην ίδια διεύθυνση, ως συμβατικά διορισμένη αντιπρόσωπο και αντίκλητό του αντίστοιχα, και την υπ’ αριθμό …/27-6-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών … στην κατοικία του στην …, επί της συμβολής των οδών …), και για το αντικείμενο της οποίας καταβλήθηκε το αντίστοιχο τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθμό … e-παράβολο της ΓΓΠΣ του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με το από 7-7-2020 αποδεικτικό πληρωμής της Τράπεζας Πειραιώς).

Περαιτέρω, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εναγόμενου, παριστάμενος στο ακροατήριο κατά την (τυπική) συζήτηση της υπόθεσης, υπέβαλε αίτημα να αναβληθεί η εκδίκαση της υπό κρίση αγωγής προκειμένου να συνεκδικαστεί με αντίθετη και απολύτως συναφή αγωγή που ο εναγόμενος άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατά την τακτική διαδικασία, εναντίον της εταιρείας με την επωνυμία «…», προσκομίζοντας ταυτόχρονα το δικόγραφο της εν λόγω από 22-6-2020, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 3949/1894/22-6-2020, αγωγής, καθώς και τις με αριθμούς …/1-7-2020 και …/1-7-2020 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών … στην εταιρεία με την επωνυμία «….» ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της εναγόμενης και στην «…» ως αντίκλητο της εναγόμενης αντίστοιχα. Με την αγωγή αυτή ο ενάγων ζητεί να αναγνωρισθεί ότι η από 19-7-2007, παρασχεθείσα από αυτόν, προσωπική εγγύηση υπέρ των δανειοληπτριών εταιρειών είναι ανυπόστατη, άλλως άκυρη, άλλως ότι συντρέχει περίπτωση ελευθέρωσής του, άλλως ότι η άσκηση κάθε δικαιώματος ικανοποίησης της δικαιοπαρόχου της εναγόμενης «…» εκ της σύμβασης εγγύησης είναι καταχρηστική, καθώς και να διαταχθεί η συνεκδίκαση της εν λόγω αγωγής με την κρινόμενη. Από την επισκόπηση του περιεχομένου και του αιτητικού των δύο ως άνω αγωγών, επομένως, προκύπτει ότι αυτές τελούν σε απόλυτη συνάφεια και αλληλεξάρτηση μεταξύ τους, δεδομένου ότι τα παρατιθέμενα και διερευνούμενα πραγματικά περιστατικά που περιλαμβάνονται στις δύο αυτές αγωγές είναι εν πολλοίς ταυτόσημα και πηγάζουν από την ίδια έννομη σχέση. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη στην αρχή της παρούσας, η συζήτηση της υπό κρίση αγωγής πρέπει να αναβληθεί, προκειμένου να ενωθεί και συνεκδικασθεί με την από 22-6-2020 αντίθετη αγωγή του εναγόμενου κατά της εταιρείας με την επωνυμία «….», η οποία εκκρεμεί στο στάδιο του προσδιορισμού δικασίμου, καθόσον έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, μειώνονται τα έξοδα, εξοικονομείται χρόνος και δικαστικός μόχθος και αποτρέπεται το ενδεχόμενο να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις. Διάταξη σχετική με τη δικαστική δαπάνη δε θα διαληφθεί στην παρούσα καθώς δεν είναι οριστική (ΕφΑθ 5190/2000 ό.π.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Αναβάλλει τη συζήτηση της αγωγής, προκειμένου να ενωθεί και συνεκδικασθεί με την από 22-6-2020 συναφή αγωγή του εναγόμενου, που έχει κατατεθεί στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 3949/1894/22-6-2020, και εκκρεμεί στο στάδιο προσδιορισμού δικασίμου.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις ………….., και δημοσιεύθηκε στις ………………, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, μετά την προαγωγή και αναχώρηση της Προέδρου Πρωτοδικών Αλεξάνδρας Μητσοπούλου, με νέα σύνθεση, αποτελούμενη από την Πρόεδρο Πρωτοδικών …………………………………. και τους Πρωτοδίκες ……………………….……… και ……………………..….., με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.

…. ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ