Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ

 

Αριθμός απόφασης: 3306/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευφροσύνη – Μαρία Ντόρτου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1η.10.2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της ενάγουσας: … η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Στέφανο Λύρα.

Της εναγομένης: Εταιρείας με τη επωνυμία …” που έχει την έδρα της … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο  της Κυριακή Ξύγγη.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 27.6.2019 και υπ’ αριθμ. κατάθεσης 6020/2987/2019 αγωγή της, η συζήτηση της οποίας ορίσθηκε για την ανωτέρω αναφερόμενη δικάσιμο.Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και στις κατατεθείσες προτάσεις τους. ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Ι. Κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 551/1915 (που κωδικοποιήθηκε με το ΒΔ της 24-7/25-8-1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, κατ’ άρθρον 38 του ΕισΝΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται και επί ναυτικής εργασίας, κατ’ άρθρον 2 του ίδιου νόμου και 66 περ. β’ του ΚΙΝΔ (ν. 3816/1958), ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής σε ναυτικό και θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης, θεωρείται κάθε βλάβη που είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγομένου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, που δεν θα υπήρχε χωρίς την εργασία και την εκτέλεση της υπό τις σχετικές περιστάσεις (ΟλΑΠ 1287/1986 ΝοΒ 35 160, ΑΠ 1616/2003 ΕλλΔνη 2004 767). Επομένως, εμπίπτει στη μορφή του εργατικού ατυχήματος και ο τραυματισμός του παθόντος, ο οποίος προκλήθηκε από εξωτερικό αίτια, και επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή με αφορμή αυτής, υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες. Η υπό τις εν λόγω δε περιστάσεις επελθούσα σωματική βλάβη συνιστά εργατικό ατύχημα, ακόμη, κι όταν αυτή οφείλεται σε αποκλειστική αμέλεια του παθόντος, η οποία δεν διακόπτει τον αιτιώδη σύνδεσμο, παρά μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του παθόντος. Σε περίπτωση αμέλειας του τελευταίου, ο Δικαστής μπορεί να μειώσει την οφειλόμενη, σ` αυτόν, αποζημίωση μέχρι το μισό του ποσού της και αυτό μόνον, όταν η αμέλεια συνίσταται σε αδικαιολόγητη παράβαση από τον παθόντα διατάξεων των ισχυόντων νόμων ή διαταγμάτων, που θέτουν τους όρους ασφαλείας στην εργασία ή των συναφών κανονισμών που εκδόθηκαν από την αρμόδια αρχή (ή εκδόθηκαν από τον κύριο της επιχειρήσεως και κυρώθηκαν από αυτές). Άλλη αμέλεια εκτός από την ανωτέρω ειδική δεν λαμβάνεται υπόψη σε όλες τις περιπτώσεις εργατικών ατυχημάτων, ούτε εφαρμόζεται σ` αυτές, λόγω της ειδικής ρυθμίσεως του ν. 551/1915, το άρθρο 300 ΑΚ (ΑΠ 1823/1990 ΕΕΔ 50.794, ΕφΠειρ 363/2015, 323/2015, δημ. ΝΟΜΟΣ). II. Επιπλέον, όταν η βλάβη συνίσταται σε εκδήλωση νέας ασθένειας ή επιδείνωση προϋπάρχουσας, που είναι συνέπεια της εκτέλεσης της εργασίας υπό τους συμφωνημένους όρους ή τις συνήθεις περιστάσεις, ακόμη και δυσμενείς, αλλά συναφείς με το καθορισμένο είδος εργασίας, χωρίς τη μεσολάβηση εξωτερικού γεγονότος ξένου προς τον οργανισμό του παθόντος, δεν μπορεί να γίνει λόγος για βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής και δεν πρόκειται για ναυτεργατκό ατύχημα. Παρά ταύτα, θεωρείται ότι πληρούται η έννοια του βιαίου συμβάντος, όταν μετά την εκδήλωση της ασθένειας του εργαζομένου, η οποία μπορεί και να προϋπήρχε σε λανθάνουσα κατάσταση, ζητείται απ’ αυτόν η εξακολούθηση της παροχής της εργασίας, έστω και υπό κανονικές συνθήκες ή για μικρό ακόμη χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασής του, εφ’ όσον ενόψει της εξασθένησης των δυνάμεών του, του είδους της εργασίας και των εν γένει περιστάσεων η αξίωση του εργοδότη ή των προστηθέντων προς παροχή της εργασίας καθίσταται αντίθετη προς τις αρχές των άρθρων 288 και 662 ΑΚ. Στην τελευταία περίπτωση για να χαρακτηρισθεί μια δυσμενής εξέλιξη ως εργατικό ατύχημα, κατά την προαναφερθείσα έννοια, πρέπει ο εργοδότης αν και έχει λάβει γνώση της ασθένειας του εργαζομένου, που εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια της εργασίας του, να απαιτεί ή να αποδέχεται την εξακολούθηση της παροχής της. Χωρίς την ύπαρξη βιαίου συμβάντος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν δημιουργείται υποχρέωση του εργοδότη, από τον ως άνω νόμο, προς καταβολή αποζημίωσης στον εργαζόμενο (ΑΠ 961/2018,  ΑΠ 792/2008, ΕφΛαρ58/2015, δημ. ΝΟΜΟΣ).ΙΙΙ. Ακόμη, από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχημα έχει δικαίωμα να ασκήσει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 ΑΚ πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έλαβε χώρα, σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με τη μη τήρηση των διατάξεων αυτών, διαφορετικά, εάν δηλαδή δεν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να ασκήσει σχετική αγωγή για την αξίωση αποζημίωσης, κατ’ άρθρον 3 του ν. 551/1915. Ειδικότερα, τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες, οι οποίες ειδικώς προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των εργαζομένων. Επομένως, δεν αρκεί ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (ΟλΑΠ 26/1995, ΑΠ 1109/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 289/2004 ΝοΒ 2005.284, ΕλΔνη 2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 274/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 598/2002 ΕΝΑ 30,377). Πολλώ μάλλον, οι διατάξεις του Β.Δ 683/1960 (άρθρα 3 § 1, 4 §§ 3 και 6, 13, 26 §§ 1 και 2, 27, 28 § 1, 30 § 1, 35, 52 § 2) με το οποίο εγκρίθηκε ο κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και του ΚΔΝΔ (άρθρο 104), δεν αποτελούν ειδικούς όρους ασφαλείας του προσωπικού του πλοίου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 16 παρ. 1 ν. 551/1915, αφού με αυτές καθορίζονται η ιεραρχία και τα καθήκοντα του προσωπικού των ελληνικών επιβατηγών πλοίων μεγάλης χωρητικότητος και γενικά το σύστημα με το οποίο πρέπει να διεξάγεται η εργασία στα πλοία ώστε να εκπληρωθεί με ευρυθμία, τάξη και ασφάλεια η αποστολή τους ως μέσων μεταφοράς μέσω θαλάσσης (άρθρο 1) και δεν καθορίζονται όροι ασφάλειας για τους εργαζόμενους ναυτικούς (ΕφΠειρ 459/2015, δημ. ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε, όμως, περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση για πλήρη αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) αυτού ή των προστηθέντων απ’ αυτόν προσώπων, που κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 ΑΚ), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τήρησης επιβαλλόμενων όρων ασφαλείας, ενώ η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη κατά το Ν.551/1915 δεν επεκτείνεται και στην χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον γι’ αυτήν απαιτείται υπαιτιότητα. Έτσι, σε περίπτωση ναυτεργατικού ατυχήματος ο παθών έχει το επιλεκτικό δικαίωμα να αξιώσει έναντι του υπόχρεου προς αποζημίωση είτε την περιορισμένη κατ’ αποκοπή αποζημίωση του άρθρου 3 του ν. 551/1915 είτε την πλήρη αποζημίωση του κοινού δικαίου κατά τα άρθρα 297, 298, 914, 922, 928-932 του ΑΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του ν. 551/1915, εφόσον, όμως, στη δεύτερη περίπτωση, το ατύχημα οφείλεται στη μη τήρηση των διατάξεων ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών περί ειδικών όρων ασφαλείας των εργαζομένων ή σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του. Συνεπώς, ο παθών έχει επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει την μία ή την άλλη αξίωση, οι αξιώσεις δηλαδή αυτές συρρέουν διαζευκτικώς, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση επιλογής της μιας απ’ αυτές τις αξιώσεις αποζημίωσης (κοινού δικαίου ή του ν. 551/1915) αποκλείεται να ζητήσει ο δικαιούχος ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 ΑΚ, που αφορά την διαζευκτική ενοχή, χωρίς όμως να αποκλείεται η επικουρική άσκηση της μιας σε σχέση με την άλλη, που ασκείται κυρίως (ΑΠ 1132/1997 ΕλΔνη 40 621, ΑΠ 600/1996 ΕλΔνη 40 117, ΕφΠειρ 281/2011 ΕΝαυτΔ 2011, 304, I. Ληξιουριώτη «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις» σελ. 578-579). IV. Εξάλλου, από το άρθρο 3 παρ. 1 – 5 του ν. 551/1915, προκύπτει ότι αναγνωρίζονται πέντε διακεκριμένες περιπτώσεις αποζημίωσης, η οποία χορηγείται στον παθόντα (ή τους κληρονόμους του) από βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής, εργάτη ή υπάλληλο, δηλαδή λόγω: α) θανάτου του παθόντος, β) πλήρους και διαρκούς ανικανότητας προς εργασία, γ) πλήρους αλλά πρόσκαιρης ανικανότητας, δ) μερικής διαρκούς ανικανότητας και ε) μερικής αλλά πρόσκαιρης ανικανότητας. Για κάθε μία από τις παραπάνω περιπτώσεις αποζημίωσης ο νόμος αναγράφει ιδιαίτερο συνδυασμό, με βάση τον οποίο υπολογίζεται η εφάπαξ και όχι σε περιοδικές παροχές προηγούμενη αποζημίωση, χωρίς να προβλέπεται περίπτωση μικτής αποζημίωσης, αποτελούμενης δηλαδή από αποζημιώσεις διαφόρων, που δυνατόν να συντρέχουν, περιπτώσεων από αυτές που παραπάνω διακεκριμένα αναφέρονται. Ειδικότερα, δε από τη διάταξη του άρθρου 4 του ΚΝ 551/1915 προκύπτει ότι, για τον υπολογισμό της αποζημιώσεως λαμβάνεται υπόψη η “πραγματική” αντιμισθία του παθόντος, χωρίς διάκριση βασικού μισθού ή αμοιβής από υπερωρίες ή άλλες έκτακτες εργασίες και επομένως υπολογίζονται όλες οι αποδοχές του σε χρήμα ή είδος. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 3 ίδιου Νόμου, σε περίπτωση πλήρους πρόσκαιρης ανικανότητας, μέχρι δύο (2) χρόνια, η αποζημίωση είναι ημερήσια και ίση προς το μισό του ημερομισθίου που ελάμβανε ο παθών, κατά το χρόνο του ατυχήματος και για κάθε ημέρα του χρονικού διαστήματος της πλήρους ανικανότητός του. Για τον καθορισμό της αποζημιώσεως αυτής, υπολογίζεται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ενάγοντος, δηλαδή, ο βασικός μισθός, το επίδομα Κυριακών, το αντίτιμο τροφής, το επίδομα αδείας, το δώρο πλοιοκτήτη και η πρόσθετη αμοιβή για τακτική υπερωριακή του εργασία, χωρίς να είναι αναγκαίο, στην περίπτωση αυτή, να γίνει υπολογισμός των ετησίων αποδοχών του παθόντος (όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις θανάτου, πλήρους διαρκούς και μερικής διαρκούς ανικανότητας) (βλ. ΕφΠειρ. 323/2015, ο.π.).IV. Περαιτέρω, στο άρθρο 66 του ΚΙΝΔ ορίζεται ότι, όταν ο ναυτικός ασθενήσει, δικαιούται το μισθό και νοσηλεύεται με δαπάνες του πλοίου. Επίσης, αν η σύμβαση ναυτολόγησης λυθεί εξαιτίας της ασθένειας και ο ναυτικός νοσηλεύεται εκτός του πλοίου, δικαιούται νοσήλια και μισθό, εφόσον διαρκεί η ασθένεια, όχι όμως περισσότερο από τέσσερις μήνες. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και όταν συμβεί ατύχημα από βίαιο συμβάν, μάλιστα, αν ο ναυτικός υπέστη από αυτό ανικανότητα για εργασία, εφαρμόζονται και οι ειδικές διατάξεις για την αποζημίωση εκείνων που έπαθαν ατύχημα στην εργασία τους, ως προεκτέθηκε. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι ο ναυτικός όταν η ασθένεια του προήλθε από εργατικό ατύχημα, κατά την προεκτεθείσα έννοια, δικαιούται μισθό ασθένειας, νοσήλια και αποζημίωση για το εργατικό ατύχημα, αν απ’ αυτό έμεινε ισόβια ή πρόσκαιρα ανίκανος για εργασία. Έτσι, στην τελευταία περίπτωση, ο ναυτικός έχει αυτοτελείς και ανεξάρτητες αξιώσεις, οι οποίες δεν συνδέονται αναγκαίως, ούτε έχουν αντικείμενο την ίδια παροχή, αλλά αποβλέπουν στην επίτευξη άλλου σκοπού. Μάλιστα, για την προστασία του ναυτικού, που ασθένησε κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του δεν είναι αναγκαία η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ εργασίας και ασθένειας, σε αντίθεση με τη θεμελίωση της αξίωσης αποζημίωσης που απορρέει από εργατικό ατύχημα, που σημαίνει ότι ασθένεια η οποία εμφανίσθηκε κατά τη διάρκεια της εργασίας του ναυτικού στο πλοίο, θεωρείται ως απότοκος της εργασίας του σε αυτό (ΕφΠειρ 360/2017, δημ. ΝΟΜΟΣ). Ο μισθός δε ασθενείας έχει χαρακτήρα αποδοχών και δεν είναι αποζημιωτικός, παρά την, μάλλον από παραδρομή, εσφαλμένη διατύπωση του άρθρου μόνου του π.δ. 1212/1981. Συνίσταται σε ό, τι ο ναυτικός αποκόμιζε στο πλοίο από την εργασία του πριν από την ασθένεια, δηλαδή στο βασικό μισθό, στα επιδόματα, στο αντίτιμο τροφής, στα δώρα εορτών, ακόμη και στα φιλοδωρήματα, που τυχόν του κατέβαλε ο πλοιοκτήτης, δηλαδή υπολογίζεται με βάση την ισχύουσα ΣΣΝΕ, εκτός αν υπάρχει κλειστός μισθός (ΕφΠειρ 323/2015, ο.π.).Εν προκειμένω, η ενάγουσα ισχυρίζεται με την υπό κρίση αγωγή της, ότι την 9.5.2018, δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας, προσελήφθη για αόριστο χρόνο επί  του υπό Ελληνική σημαία επιβατηγού — τουριστικού πλοίου … υπό αύξοντα αριθμό νηολογίου Ναυπλίου με αριθμ. 1, κοχ …, χωρητικότητα εκτόπισης 180,00, ως ναυτόπαις, με μηνιαίες αποδοχές σύμφωνα με την εν ισχύ ΣΣΕ Πληρωμάτων επαγγελματικών τουριστικών σκαφών του Ν. 4256/14. Ότι την 7.6.2018, κατά την εκτέλεση της εργασίας της και εντός του ανωτέρω πλοίου, υπό τις συνθήκες που περιγράφονται σ’ αυτήν, υπέστη σωματική βλάβη, η οποία επιδεινώθηκε, διότι ο Πλοίαρχος του πλοίου δεν την απέλυσε εγκαίρως, κατά παράβαση του καθήκοντος προνοίας και των ισχυόντων νόμων, κανονισμών και διαταγμάτων. Ότι εν τέλει την απέλυσε την 29.6.2018 τύποις λόγω «ασθένειας» στην πραγματικότητα όμως λόγω ατυχήματος – τραυματισμού. Κατόπιν αυτών, κατ’ ορθή εκτίμηση του αιτητικού, ζητεί με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή να υποχρεωθεί η εναγομένη, να της καταβάλει α) ως πρόσθετη αμοιβή υπερωριών το ποσό των (555,84 + 972,72 =) 1.528,56 ευρώ, β) κατά κύρια βάση, πλήρη αποζημίωση λόγω εργατικού ατυχήματος για πρόσκαιρη ολική αναπηρία, εκ ποσού 20.925,03 ευρώ, άλλως κατά επικουρική βάση, την κατ’ αποκοπή αποζημίωση εκ ποσού 10.462,51 ευρώ, γ) ως μισθούς ασθενείας το ποσό των 698 ευρώ και δ) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εκ της παράνομης συμπεριφοράς των προστηθέντων της εναγομένης, ποσό 10.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την απόλυσή της την 29.6.2018, άλλως από την επίδοση της κρινόμενης μέχρι εξοφλήσεως και να καταδικασθεί στα δικαστικά της έξοδα.Η αγωγή αυτή, αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (α. 16§1 περ. 3 και 25§2 Κ.Πολ.Δ. άρθρο 51 § 3Α του Ν. 2172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα, των εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3 στοιχ. α και 621 επ. Κ.Πολ.Δ., όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρου 1 του Ν. 4335/2015) και είναι επαρκώς ορισμένη και κατ’ αρχάς νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των προαναφερθεισών άρθρων, καθώς και σε αυτές των άρθρων 299, 345, 346, 914, 932, 922 ΑΚ, 176, 907, 908 Κ.Πολ.Δ., 66 ΚΙΝΔ, ΣΣΝΕ Πληρωμάτων επαγγελματικών τουριστικών σκαφών του Ν. 4256/14 έτους 2018, η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.8/69740/2018. Αναφορικά όμως με την αξίωση αποζημίωσης λόγω εργατικού ατυχήματος, πρέπει να γίνει δεκτή ως νόμιμη, μόνο ως προς την επικουρική της βάση, κατ’ άρθρον 3 του Ν. 551/1915 και ν’ απορριφθεί αντίστοιχα, κατά την κύρια βάση της, για πλήρη αποζημίωση των κοινών διατάξεων του ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του Ν. 551/1915, καθόσον για την εφαρμογή τους, θα έπρεπε, κατά τα ως άνω, να επικαλεστεί η ενάγουσα, ότι το ατύχημα οφειλόταν σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή ότι δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, οι οποίες ειδικώς προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των εργαζομένων, δοθέντος εν προκειμένω, ότι η ενάγουσα επικαλείται απλώς παράβαση του καθήκοντος προνοίας και των ισχυόντων νόμων, κανονισμών και διαταγμάτων εν γένει. Πρέπει συνεπώς να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δοθέντος ότι δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου, εφόσον κατά τη διάταξη του άρθρου 15 παρ. 2 του α.ν. 551/1915, οι αγωγές με τις οποίες διώκεται η καταβολή αποζημίωσης από εργατικό ατύχημα και για την ταυτότητα του νομικού λόγου και οι αγωγές με τις οποίες ζητείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης από εργατικό ατύχημα, δεν υποβάλλονται στο προβλεπόμενο από τον Ν ΓπΟΗ/1912 τέλος δικαστικού ενσήμου (ΑΠ 691/2006 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΔυτΜακ 36/2007 Αρμ 2008,936), ενώ τα λοιπά καταψηφιστικά αιτήματά της δεν υπερβαίνουν το προβλεπόμενο επί εργατικών διαφορών ελάχιστο όριο απαλλαγής από την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου (ήτοι το ποσό των 20.000 ευρώ [Βλ. άρθρ. 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 του ν. 2479/1997 και όπως το δεύτερο εδάφιο αυτού προστέθηκε με τα άρθρα 34 και 45 του Ν. 4446/2016 (ΦΕΚ A 240/22.12.2016)].Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του παρόντος και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου, της υπ’ αριθμ. … ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα απόδειξης Φ. Σ.  Φ., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς Ι. Α. που λήφθηκε μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου κατ’ άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. (βλ. υπ’ αριθμ. … έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Κ. Κ.), όλων των νομίμως προσκομιζομένων μετ’ επικλήσεως εγγράφων των διαδίκων, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως φωτογραφίες, (άρθρα 448§3, 457§4 Κ.Πολ.Δ.), από τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις ομολογίες των διαδίκων αποδείχθησαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:Δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας, καταρτισθείσας στο Π. Φάληρο την 9.5.2018, η ενάγουσα προσλήφθηκε για αόριστο χρόνο επί του υπό Ελληνική σημαία επιβατηγού — τουριστικού πλοίου … υπό αύξοντα αριθμό νηολογίου Ναυπλίου με αριθμ. 1, κοχ …, χωρητικότητας εκτόπισης 180,00, πλοιοκτησίας της εναγομένης, ως ναυτόπαις και ναυτολογήθηκε αυθημερόν σ’ αυτό υπό του πλοίαρχου, υπηρετώντας σ’ αυτό έως και την 29.6.2018, οπότε και απολύθηκε για τον λόγο που θα αναφερθεί κατωτέρω. Σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες αποδείξεις πληρωμής, το ύψος των αποδοχών της  ενάγουσας, διαμορφώθηκε βάσει της ΣΣΕ  Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Φορτηγών πλοίων μέχρι 500 κοχ του έτους 2010 και όχι βάσει της τελευταίας σε ισχύ Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των Πληρωμάτων των επαγγελματικών τουριστικών σκαφών του Ν. 4256/14 του έτους 2018, η οποία σημειωτέον είναι δυσμενέστερη σε σχέση με την παραπάνω εφαρμοζόμενη. Σε κάθε δε περίπτωση δεν αποδείχθηκε, από οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο, ότι είχε συμφωνηθεί κλειστός μισθός, παρά τους ισχυρισμούς της εναγομένης, αντιθέτως από το φυλλάδιο ναυτικό της ενάγουσας ρητώς αναγράφεται μισθός βάσει «Σ.Σ.».Κατά το άνω διάστημα ναυτολόγησης της, το πλοίο εκτέλεσε δύο ταξίδια (κρουαζιέρες) διάρκειας από 18.5.2018 έως 25.5.2018 και από 9.6.2018 έως 16.6.2018, ήτοι για συνολικά 16 ημέρες, ενώ τις υπόλοιπες μέρες βρισκόταν ελλιμενισμένο στο λιμάνι της Ζέας. Κατά τη διάρκεια των πλόων, η ενάγουσα απασχολείτο σε εργασίες καθαρισμού των εσωτερικών και εξωτερικών χώρων του πλοίου, ήτοι με καθαρισμό των καμπινών των επιβατών, των τουαλετών, με το σερβίρισμα του πρωινού, μεσημεριανού και βραδινού γεύματος των επιβατών και του πληρώματος, καθώς και με την πρόσδεση και απόδεση του πλοίου. Σύμφωνα με τις παραδοχές του μάρτυρα ανταπόδειξης, κατά τη διάρκεια του ναύλου, τα μέλη του πληρώματος απασχολούνταν οπωσδήποτε επί 12 ώρες ημερησίως.Καθ’ ο χρόνο το πλοίο βρισκόταν ελλιμενισμένο, ήτοι για 35 ημέρες, η υπηρεσία της ξεκινούσε καθημερινώς στις 8.00 το πρωί, σύμφωνα με το ημερολόγιο του πλοίου, χωρίς όμως η απασχόλησή της να υπερβαίνει το νόμιμο (8ωρο) ωράριο, αφού δεν προέκυψαν ιδιαίτερες και έκτακτες συνθήκες που να δικαιολογούν επιπλέον παρεχόμενη εργασία. Καίτοι ο μάρτυρας ανταπόδειξης καταθέτει ότι η υπηρεσία του πληρώματος τελείωνε νωρίτερα, ήτοι περίπου στις 14.00, ο ισχυρισμός αυτός δεν επαληθεύεται από τις εγγραφές στο ημερολόγιο του πλοίου, αντιθέτως, από την επισκόπησή του προκύπτει, ότι για την πρόωρη αποχώρηση μέλους του πληρώματος από το πλοίο (προ της συμπλήρωσης οκταώρου), προηγείτο σχετική αίτηση του ναυτικού και χορήγηση άδειας από τον πλοίαρχο. Εν όψει αυτών, δοθέντος ότι κατ’ άρθρο 4 της ως άνω εφαρμοστέας ΣΣΕ «1. Οι ώρες εργασίας των μελών του πληρώματος, … καθορίζονται σε σαράντα (40) την εβδομάδα, δηλαδή (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι και της Παρα­σκευής, του Σαββάτου και της Κυριακής θεωρουμένων ως ημερών αργίας.2.Η απασχόληση του πληρώματος, πέραν των ως άνω ρητώς καθοριζομένων ημερών και ωρών, θα αμείβεται υπερωριακά, εκάστης ώρας υπολογιζόμενης ίσης προς το 1/173ον (το ένα εκατοστό εβδομηκοστό τρίτον) του μισθού ενεργείας εκάστου ναυτικού προσηυξημένου κατά 25%. 3.Κατά τις ημέρες Σαββάτων και Αργιών όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 9, της παρούσης, όταν το πλήρωμα εργάζεται αμείβεται υπερωριακά εκάστης ώρας υπολο­γιζόμενης ίσης προς το 1/173ον του μισθού ενεργείας, προσαυξημένου κατά ποσοστό 50%.4. α) Επίδομα Κυριακών. Σε όλους τους ναυτολογούμε­νους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπο επιδόματος δια τις μέχρι οκταώρου ερ­γασίας κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατό (22%) επί του μισθού ενεργείας του άρθρου 1 της παρούσης σύμβασης. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλή­ρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας. β) Στην άνω α περίπτωση για την πέραν του οκταώρου απασχόληση καταβάλλεται στο πλήρωμα υπερωριακή αμοιβή ως η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου ορίζει (1/173 του μισθού ενεργείας αυξημένο κατά 50%), η ενάγουσα δικαιούται, σύμφωνα με την ανωτέρω ΣΣΕ, για το διάστημα που το πλοίο ναυλοχούσε, ως πρόσθετη υπερωριακή αμοιβή α) για 3 Σάββατα, το ποσό των 7.07€ πρόσθετη αμοιβή υπερωριών ναυτόπαιδος Χ 3 Χ 12 ώρες = 254,52 ευρώ, β) για 11 καθημερινές, 5,89€ πρόσθετη αμοιβή Χ 11 Χ 4 ώρες = 259,16 ευρώ και γ) για 2 Κυριακές, 7,07 Χ 2 Χ 4 ώρες = 56,56 ευρώ και συνολικά 570,24 ευρώ και για το διάστημα που βρισκόταν ελλιμενισμένο για 4 Σάββατα και 1 αργία (της Αναλήψεως:17.5) το ποσό των (7,07€ Χ 5 Χ 8 ώρες =) 282,8 ευρώ. Κατά συνέπεια, η ενάγουσα ως πρόσθετη υπερωριακή αμοιβή δικαιούται να λάβει το ποσό των 853,04 ευρώ.Περαιτέρω, στις 7.6.2018 και ενώ το επίδικο πλοίο βρισκόταν ελλιμενισμένο στο λιμάνι της Μαρίνας Ζέας, η ενάγουσα, εν ώρα υπηρεσίας, κατά την κάθοδο της από την εσωτερική κλίμακα, που οδηγεί στις πρυμναίες καμπίνες, γλίστρησε και έπεσε στο δάπεδο, με αποτέλεσμα να αισθανθεί πόνο στο δεξιό κάτω άκρο και στη μέση της. Αμέσως, ο ναύκληρος, που βρισκόταν εκεί, την οδήγησε στο σαλόνι του πλοίου, για να καθίσει σε κάποια καρέκλα και να ξεκουραστεί. Ο Πλοίαρχος ενημερώθηκε για το συμβάν και μίλησε προσωπικά με την ενάγουσα. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η τελευταία τραυματίστηκε και στη μέση, βασιζόμενο προεχόντως στην ένορκη εξέταση του ναυκλήρου Σ. Φ., που δόθηκε προανακριτικώς, ο οποίος είχε ιδία αντίληψη του συμβάντος και έσπευσε άμεσα να την βοηθήσει,  ενώ η απότομη κλίση της κλίμακας, την οποία προσπάθησε να κατέλθει η ενάγουσα, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, συνέβαλε στη σφοδρότητα του τραυματισμού της (βλ. σχετική φωτογραφία). Εκ μόνου του γεγονότος αυτού, και σύμφωνα με τα αναφερόμενα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη, ο τραυματισμός της ενάγουσας συνιστά εργατικό ατύχημα, διότι, σύμφωνα με τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, αυτή τραυματίσθηκε κατά την εκτέλεση της ναυτικής εργασίας της, ο δε τραυματισμός και η προκληθείσα, εξ αυτού, σωματική της βλάβη, οφειλόταν σε αιφνίδιο και απρόβλεπτο γεγονός, που προκλήθηκε από εξωτερικό αίτιο. Περαιτέρω, δεν συνέτρεξε, στην πρόκληση του ενδίκου ατυχήματος, δόλος ή οποιαδήποτε αμελής συμπεριφορά της ενάγουσας, κατά την αναφερόμενη στη μείζονα σκέψη της παρούσας έννοια, δηλαδή αδικαιολόγητη παράβαση, εκ μέρους της, διατάξεων των ισχυόντων νόμων ή διαταγμάτων, για τους όρους ασφαλείας στην εργασία ή των συναφών κανονισμών, που εκδόθηκαν από την αρμόδια αρχή (ή εκδόθηκαν από τον κύριο της επιχειρήσεως και κυρώθηκαν από αυτές). Συνεπώς, ο ισχυρισμός – ένσταση της εναγομένης περί συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας που συνίσταται απλώς σε αμελή συμπεριφορά της κατά την επέλευση του συμβάντος, χωρίς να επιστηρίζεται στην ως άνω απαιτούμενη ειδική αμέλεια, πρέπει σε κάθε περίπτωση ν’ απορριφθεί.Περαιτέρω, επειδή την 9η.6.2018 επίκειτο η εκτέλεση ναύλου, η ενάγουσα συμφώνησε να συμμετάσχει στο ταξίδι. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ο Πλοίαρχος δεν έδωσε την δέουσα σημασία στον τραυματισμό της ενάγουσας, διότι η ίδια υποτίμησε τον προκληθέντα από την πτώση πόνο στη μέση της και δεν επέμεινε σε χορήγηση άδειας. Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, οι πόνοι εύλογα δεν υποχώρησαν, καίτοι δε η ενάγουσα ενημέρωσε τον Πλοίαρχο, ο τελευταίος της συνέστησε να κάνει υπομονή μέχρι την ολοκλήρωση του ναύλου.  Η ενάγουσα στο ανωτέρω χρονικό διάστημα λάμβανε παυσίπονα, για να είναι αποτελεσματική στην εκτέλεση των καθηκόντων της. Την 16η.6.2018, το ταξίδι ολοκληρώθηκε, ωστόσο η κατάσταση της υγείας της ενάγουσας επιδεινωνόταν, με συνέπεια την 19η.6.2018 να προσέλθει αυτοβούλως στα ΤΕΠ του Θεραπευτηρίου … όπου διεγνώσθη, κατόπιν αναφερόμενης από 15ημέρου πτώσης, κάκωση οσφυικής και ιερής χώρας σπονδυλικής στήλης άνευ οστικής συμμετοχής, χωρίς νευρολογική σημειολογία και συνεστήθη αποφυγή εργασίας για 15 ημέρες (βλ. από 26.3.2018 βεβαίωση του Ορθοπεδικού Χειρούργου Ε. Σ. του ανωτέρω Θεραπευτηρίου). Από το έγγραφο αυτό, του οποίου η γνησιότητα και το περιεχόμενο δεν αμφισβητείται από την εναγομένη, επιβεβαιώνεται η πτώση και ο τραυματισμός της στη μέση, σε καμία περίπτωση δε δεν μπορεί να αποδοθεί αιτιωδώς σε προϋπάρχουσα ασθένεια, αφού η ενάγουσα είχε ήδη συμμετάσχει στο προγενέστερο ταξίδι το Μάιο του 2018, χωρίς να έχει εμφανισθεί οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας. Το γεγονός ότι δεν προσκομίσθηκε, ούτε έγινε επίκληση της πραγματοποιηθείσας από 19.6.2018 εξέτασης στην προηγηθείσα από 11.1.2019 εκδίκαση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία η ενάγουσα και εκεί αιτούσα ζητούσε τη συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας της εναγομένης και προσωρινή επίδικαση απαιτήσεων, ουδεμία επιρροή έχει στην παρούσα δίκη, αφού το παρόν Δικαστήριο  δεν δεσμεύεται, με δύναμη δεδικασμένου, από τα πορίσματα της δίκης ασφαλιστικών (για την οποία εξεδόθη η υπ’αριθμ. 932/2019 απορριπτική απόφαση), η δε εξέτασή της στο εν λόγω Θεραπευτήριο, πράγματι, βάσει αυτού του εγγράφου, έλαβε χώρα στις 19.6.2018. Ωστόσο, στο ημερολόγιο του πλοίου ουδεμία μνεία γίνεται ως προς την ανωτέρω ιατρική γνωμάτευση, με συνέπεια να δημιουργείται εύλογος προβληματισμός, ως προς το εάν ο Πλοίαρχος έλαβε τελικά γνώση του εγγράφου αυτού για να χορηγήσει την συστηνόμενη άδεια. Στο σημείο αυτό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει η κατάθεση του μάρτυρα της  εναγομένης στο ακροατήριο, σύμφωνα με την οποία, κατόπιν σχετικής ερώτησης, αν δηλαδή για τις 19 Ιουνίου που ήταν η εξέταση γνώριζε κάτι, απάντησε ότι « ..Μετά την επίσκεψή της στο … με τον Σ. Φ. σε συζήτηση που έγινε στην κουζίνα κάποια στιγμή μου είπαν ότι πήγαμε στο … και τους λέω τι έγινε; Απλά ήθελα να επαληθεύσω αν είμαι καλά ή όχι. Πήγε στο …. Τους λέω να το πούμε στον πλοίαρχο. Δεν υπάρχει λόγος, οι εξετάσεις είναι μια χαρά, δεν υπάρχει λόγος. Της το ξανά είπα δεύτερη φορά αλλά βέβαια είναι προσωπικό της κι εκείνη θεώρησε ότι είναι εντάξει…Τη ρώτησα τι έγινε και τον Σ. Φ. που πήγαν μαζί και μου είπαν ότι οι απαντήσεις ήταν πολύ καλές, δεν χρειάστηκε άδεια». Παρά ταύτα, καίτοι δεν διευκρινίστηκε στο Δικαστήριο ο λόγος που δεν της χορηγήθηκε άδεια στις 19.6.2018, εκφεύγει της λογικής, αφενός με την ανωτέρω ιατρική γνωμάτευση να συστήνεται 15ημερη αποφυγή εργασίας, λόγω κάκωσης οσφυικής και ιερής χώρας σπονδυλικής στήλης και η ενάγουσα να επιλέγει, παρά το επί μακρόν έντονα αισθητό άλγος, να μην την χρησιμοποιήσει και να επικαλεστεί ότι «οι εξετάσεις είναι μια χαρά», αφού η προσκόμισή της θα λειτουργούσε επ’ ωφελεία της και αφετέρου, να λαμβάνει γνώση μέλος του πληρώματος της εξέτασης και να μην ενημερώνεται ο Πλοίαρχος. Κατά την κρίση του παρόντος, εκ των ανωτέρω, συνάγεται ότι ο Πλοίαρχος γνώριζε εξ αρχής την πτώση της και τραυματισμό της στη μέση, καθώς και για την επιδείνωση της υγείας της, ανεξάρτητα από την ύπαρξη της ανωτέρω ιατρικής βεβαίωσης, αφού η ίδια παραπονιόταν και είχε γίνει εμφανής η δυσκολία στις κινήσεις της κατά την εκτέλεση της δεύτερης κρουαζιέρας, χωρίς ωστόσο να την απολύσει. Εν τέλει, μετά από έντονες διαμαρτυρίες της ενάγουσας, την 27η.6.2018, ο Πλοίαρχος, την απάλλαξε των καθηκόντων της και της έδωσε εντολή να επισκεφθεί ιατρό. Εν όψει αυτών η ενάγουσα άμεσα αποβιβάσθηκε από το πλοίο και μετέβη στο ιδιωτικό νοσοκομείο … που εξετάσθηκε κλινικά και με τεστ Laseque από τον Χειρουργό Ορθοπαιδικό Ε. Ε., ο οποίος διαπίστωσε οξεία οσφυαλγία, με ριζίτιδα αριστερά, υπαισθησία άμφω, αμμωδίες αριστερού σκέλους και έκπτωση μυϊκής ισχύος. Για τον λόγο αυτό, της συνέστησε να υποβληθεί, άμεσα, σε μαγνητική τομογραφία της οσφυϊκής μοίρας και της σπονδυλικής στήλης και παράλληλα να απόσχει από την εργασία της για δεκαπέντε ημέρες. Την επόμενη ημέρα, η ενάγουσα πραγματοποίησε, στο ίδιο νοσοκομείο, την μαγνητική τομογραφία και ενημέρωσε για την ασθένεια της τον Πλοίαρχο, ο οποίος, την επόμενη ημέρα, προχώρησε στην απόλυση της, τύποις «λόγω ασθένειας», αλλά στην πραγματικότητα λόγω ατυχήματος στο πλοίο. Κατόπιν, στις 3/10/2018 εξετάσθηκε στο τακτικό εξωτερικό ορθοπεδικό ιατρείο του Γενικού Νοσοκομείου Αττικής «ΚΑΤ», όπου αφού υποβλήθηκε στις απαιτούμενες εξετάσεις ευρέθη πάσχουσα από οσφυαλγία — ισχιαλγία λόγω κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου 05 — II. Της συνεστήθη δε αναρρωτικά άδεια 15 ημερών και επανεξέταση. Ακολούθως στις 25/10/2018 και 8/11/2018 αντίστοιχα, μετέβη εκ νέου στο ως άνω Νοσοκομείο, όπου διαπιστώθηκε και πάλι ότι πάσχει από χαμηλή οσφυαλγία – ισχιαλγία λόγω κήλης μεσοσπονδυλίου δίσκου 05 – II και της χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και αναρρωτική άδεια 15 ημερών την πρώτη φορά και 15 ημερών τη δεύτερη. Τέλος την 8/11/18 εξετάσθηκε από την Ανώτατη Ναυτική Υγειονομική Επιτροπή (Α.Ν.Υ.Ε), η οποία με την υπ’ αριθμ. 7549/2018 απόφασή της διέγνωσε ότι παρουσιάζει κάκωση οσφύος – δισκοπάθεια 05 – II, συνοδό ανταλγική σκολίωση, ριζίτιδα II (ΑΡ). Μέτριου βαθμού λειτουργικές διαταραχές. Εκρίθη δε ολικά ανίκανη για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος επί τουλάχιστον τρεις μήνες. Ως εκ τούτου, συνεπεία του ανωτέρω – κατά τη διάρκεια της εργασίας της -τραυματισμού της και της συνέχισης παροχής εργασίας, καίτοι ο προστηθείς  της εναγομένης Πλοίαρχος είχε λάβει γνώση της κατάστασης της υγείας της, αποδεχόμενος την εξακολούθηση της παροχής της, και της συνακόλουθης επιδείνωσή της κατέστη πλήρως και κατ’ αρχάς πρόσκαιρα ανίκανη για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος, καθώς και παντός ετέρου κοινωνικώς και οικονομικώς ισοδυνάμου προς αυτό από 29 Ιουνίου του 2018 έως 8.2.2019, ήτοι για 223 ημέρες.Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, η ενάγουσα δικαιούται ως αποζημίωση τις μηνιαίες τακτικές αποδοχές της, σύμφωνα με την προαναφερόμενη ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Φορτηγών πλοίων μέχρι 500 κοχ του έτους 2010 , οι οποίες ανέρχονταν, κατά την ημέρα του ατυχήματος,  στο συνολικό ποσό των (995,3 ευρώ βασικός μισθός (815,82 ευρώ μισθός ενεργείας + 179,48 ευρώ επίδομα Κυριακών) + 16,54 ευρώ επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας + 465,05 ευρώ αποζημίωση της άδειας μετά τροφοδοσίας (995,3 βασικός μισθός Χ 22/8 + 12,89 Χ8) + 386,7 ευρώ αντίτιμο τροφής (12,89 Χ 30) + 501,78 ευρώ κατά μέσο όρο μηνιαίως για υπερωριακή εργασία (853,04€/51 ημέρες απασχόλησης Χ 30) 2.365,37 ευρώ. Με βάση το ποσό αυτό των 2.365,37 ευρώ μηνιαίως,  η ημερήσια  αποζημίωση  ανέρχεται  σε 78,84 ευρώ (2365,37€/30), το δε ήμισυ αυτής σε 39,42 ευρώ και συνολικά η οφειλόμενη στον ενάγοντα  αποζημίωση  για  τις  223 ημέρες της πλήρους (ολικής) ανικανότητας της προς εργασία ανέρχεται σε 8.790,66 ευρώ. Περαιτέρω, η ενάγουσα δικαιούτο, κατά το άρθρο 66 του ΚΙΝΔ, να λάβει, λόγω του τραυματισμού της και της νοσηλείας της εκτός νοσοκομείου ή κλινικής, τους μισθούς ασθενείας τεσσάρων μηνών, έκαστος των οποίων είναι ίσος με το μισθό ενεργείας και το ανάλογο ημερήσιο αντίτιμο τροφής  (άρθρο 2 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 6 της παραπάνω ΣΣΝΕ), οι οποίοι ανέρχονται στο συνολικό ποσό [815,82 ευρώ μισθός ενέργειας +12,89 ευρώ επίδομα τροφής Χ 30 ημέρες =1.202,52 ευρώ) Χ 4 μήνες=] 4.810,08 ευρώ. Η ενάγουσα αναγνωρίζει την καταβολή του ποσού των 4.310 ευρώ και ακριβέστερα 4.311,24 ευρώ, το οποίο όμως, από την επισκόπηση των αποδείξεων μισθοδοσίας, αντιστοιχεί σε καθαρό ποσό, χωρίς τις σχετικές κρατήσεις, ενώ οι μικτές αποδοχές της, βάσει των ανωτέρω διαμορφώνονταν πράγματι στο ποσό των 1.202,52 ευρώ. Ως εκ τούτου, πρέπει το εν λόγω κονδύλιο ν’ απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο.Βάσει των ανωτέρω αποδειχθέντων, η ενάγουσα εξαιτίας του τραυματισμού της υπέστη ηθική βλάβη, διότι δοκίμασε πόνο και στενοχώρια, ψυχικό και σωματικό άλγος. Προς αποκατάστασή της δικαιούται χρηματική ικανοποίηση, το ύψος της οποίας ενόψει της υπαιτιότητας της εναγομένης, της ηλικίας της ενάγουσας (27 ετών), του είδους του τραυματισμού της, της οικονομικής κατάστασης των διαδίκων και της κοινωνικής κατάστασης του ενάγοντος, καθώς και των εν γένει συνθηκών κάτω από τις οποίες έγινε το ατύχημα, όπως ανωτέρω περιγράφηκαν, κατά τη κρίση του Δικαστηρίου, ορίζεται στο χρηματικό ποσό των 3.000 ευρώ.

Πρέπει συνεπώς, η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των (853,04+ 8.790,66+ 3.000 =) 12.643,7 με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής, πλην της επιδικασθείσας αμοιβής υπερωριών, οπότε η τοκοφορία εκκινεί από την επομένη της απόλυσής της (30.6.2018), μέχρι πλήρους εξοφλήσεως, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, για μέρος της καταψηφιστικής διάταξης (άρθρα 908§1ε και 910 περ. 4 Κ.Πολ.Δ.), γιατί η καθυστέρηση στην εκτέλεση  μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία σ’ αυτήν, ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της εναγομένης, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (α. 178 Κ.Πολ.Δ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των  δώδεκα χιλιάδων εξακοσίων σαράντα τριών ευρώ και εβδομήντα λεπτών (12.643,7€), νομιμοτόκως με τις διακρίσεις που αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας μέχρι πλήρους εξοφλήσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη  σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την ………..………… 2020.

 

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                              Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ