Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός απόφασης

3766/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 13 Οκτωβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της καλούσας – ανακόπτουσας : Ναυτιλιακής ανώνυμης εταιρείας πλοίων αναψυχής με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στη …, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Στυλιανής Μακανίκα, που προσκόμισε το υπ’ αριθμό …/16-10-2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.

Της καθ’ ης η κλήση – ανακοπή : Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στην …, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «….», νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Πάρη Ασανάκη, που προσκόμισε το υπ’ αριθμό …/15-10-2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ.

H καλούσα – ανακόπτουσα, με την από 29-1-2020 κλήση της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 1002/3-2-2020 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 563/3-2-2020, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί αρχικά για τη δικάσιμο της 26ης-5-2020, οπότε ματαιώθηκε λόγω της αναστολής λειτουργίας των Δικαστηρίων, δυνάμει του άρθρου 4ου της υπ’ αριθμό Δ1α/Γ.Π.οικ.21159/2020 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β 1074/27-3-2020), επανα-προσδιορίσθηκε, ακολούθως, οίκοθεν προς συζήτηση, δυνάμει του άρθρου 74 § 2 Ν. 4690/2020, στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, βάσει της υπ’ αριθμό 4325/7-9-2020 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο, επαναφέρει προς συζήτηση την από 30-8-2017 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 569212/30-8-2017 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 1831/30-8-2017, η οποία προσδιορίσθηκε αρχικά να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 17ης-4-2018 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο της 8ης-10-2019, οπότε συζητήθηκε και εξεδόθη η υπ’ αριθμό 1522/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο αρμόδιο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του παρόντος Δικαστηρίου.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.

  ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η ανακόπτουσα, με την κρινόμενη ανακοπή της, η οποία νόμιμα εισάγεται προς συζήτηση με την από 29-1-2020 κλήση της, καθώς με την υπ’ αριθμό 1522/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών παραπέμφθηκε η υπόθεση προς εκδίκαση στο παρόν, καθ’ ύλη, κατά τόπο και λειτουργικά, αρμόδιο Δικαστήριο, εκθέτει ότι με επίσπευση της καθ’ ης, δυνάμει του υπ’ αριθμό … αποσπάσματος της υπ’ αριθμό … κατασχετήριας έκθεσης πλοίου του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών … κατασχέθηκε αναγκαστικά και την 30η-8-2017 εκτίθεται σε πλειστηριασμό το υπό Ελληνικής σημαίας πλοίο με το όνομα «…» (…), πλοιοκτησίας της. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί, κατ’ εκτίμηση αυτής, και δεδομένου ότι το αίτημα της ανακοπής μπορεί να περιέχεται οπουδήποτε στο δικόγραφο, ακόμη και στο ιστορικό μέρος της, αρκεί να διατυπώνεται σαφώς και ορισμένως, βλ. ΑΠ 941/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, την ακύρωση των προαναφερόμενων πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης για το λόγο ότι δεν κοινοποιήθηκαν σε αυτήν και στον πλοίαρχο του πλοίου, καθώς και τη διόρθωσή τους ως προς την εκτίμηση της αξίας του πλοίου και τον ορισμό νέας ημερομηνίας πλειστηριασμού. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, το δικόγραφο της ανακοπής, στο οποίο σωρεύεται αφενός ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ και αφετέρου ανακοπή του άρθρου 954 § 4 ΚΠολΔ αρμόδια, καθ’ ύλη και κατά τόπο, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 933 §§ 1 και 3 και 954 § 4 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 §§ 1 εδ. α΄ και 3 Ν. 2172/1993 λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), πλην, όμως, η μεν πρώτη ανακοπή εκδικάζεται κατά την προκείμενη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 937 § 3 ΚΠολΔ), η δε δεύτερη κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων των άρθρων 686 επ. (1011 Α § 2 ΚΠολΔ, όπως το εν λόγω άρθρο προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο 8ο § 3 Ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση, όπου η επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε μετά την 1η-1-2016 και συγκεκριμένα, στις 12-7-2017) και ως εκ τούτου, εφόσον δεν υπάγονται στο ίδιο είδος διαδικασίας, απαραδέκτως, κατ’ άρθρο 218 § 1 περ. δ΄ ΚΠολΔ, σωρεύονται στο ίδιο δικόγραφο (βλ. ΕφΔωδ 128/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 285/1998 ΕλλΔνη 1998, σελ. 894). Παρά ταύτα, δεν πρέπει να διαταχθεί ο χωρισμός των ανακοπών και η παραπομπή της δεύτερης ως άνω ανακοπής σε άλλη δικάσιμο του παρόντος Δικαστηρίου για να δικασθεί κατά την προσήκουσα διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, για λόγους οικονομίας της δίκης. Ειδικότερα, με βάση την αρχή της οικονομίας της δίκης, από την οποία διαπνέεται ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, γίνεται δεκτό ότι, αν η αγωγή ή η ανακοπή είναι απαράδεκτη ή νομικά αβάσιμη, και γενικώς αν υπάρχει για αυτή πρόδηλη έλλειψη κάποιας προϋπόθεσης, από αυτές που εξετάζονται σε μεταγενέστερο στάδιο, και, στην προκείμενη περίπτωση, μετά την παραπομπή στο αρμόδιο Δικαστήριο, επιβάλλεται η άμεση απόρριψή της και όχι η παραπομπή της στο αρμόδιο Δικαστήριο για να απορριφθεί από αυτό για τον ίδιο λόγο (βλ. ΕφΔωδ 128/2007 ό.π., ΠΠρΑθ 1033/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση, η δεύτερη ως άνω σωρευόμενη ανακοπή του άρθρου 954 § 4 ΚΠολΔ έπρεπε να έχει ασκηθεί με ποινή απαραδέκτου μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κατάσχεση (άρθρο 1011 Α § 2 ΚΠολΔ), η οποία έλαβε χώρα στις 18-7-2017, συμπεριλαμβανομένου του χρονικού διαστήματος από 1-31 Αυγούστου, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 998 § 3 ΚΠολΔ, επιτρέπεται η διενέργεια πλειστηριασμού εντός του παραπάνω διαστήματος και η απόφαση της διορθωτικής ανακοπής του άρθρου 954 § 4 ΚΠολΔ πρέπει να δημοσιεύεται πριν τον ορισθέντα πλειστηριασμό, αλλιώς θα ήταν κενή περιεχομένου. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως εκπρόσθεσμη, σύμφωνα με το βάσιμο ισχυρισμό της καθ’ ης, που λαμβάνεται άλλωστε αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο. Σημειωτέον ότι ο ανωτέρω μοναδικός λόγος της ανακοπής, όπως διατυπώνεται, ήτοι η εσφαλμένη εκτίμηση της αξίας του κατασχεθέντος πλοίου και της τιμής πρώτης προσφοράς αυτού, καθώς και η χωριστή εκτίμηση για κάθε κινητό, εντός αυτού, πράγμα, παρέχει μόνο το δικαίωμα στον έχοντα έννομο συμφέρον να ασκήσει την προαναφερόμενη διορθωτική ανακοπή (ΑΠ 1687/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και δεν καθιστά άκυρη την έκθεση κατάσχεσης, εκτός εάν η πλημμέλεια της περιγραφής είναι ιδιαίτερα σοβαρή και δημιουργεί αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του κατασχεμένου που δε μπορεί να αντιμετωπισθεί με απλή διόρθωση της έκθεσης κατάσχεσης, αλλά με την ακυρωτική ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 433/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3738/2011 ΕλλΔνη 2012, σελ. 496, ΕφΠειρ 824/2004 ΕλλΔνη 2006, σελ. 865), στοιχεία, όμως, που δεν επικαλείται η ανακόπτουσα με την υπό κρίση ανακοπή της, παρά τα όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζεται με τις προτάσεις της, καθώς νέοι λόγοι ανακοπής δε μπορούν να προταθούν για πρώτη φορά με τις προτάσεις (ΑΠ 640/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, με την οποία ζητείται η ακύρωση της κατασχετήριας έκθεσης και του αποσπάσματος αυτής έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, καθόσον η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 19-7-2017 (βλ. την υπ’ αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …, δεδομένου ότι η τήρηση των προθεσμιών της ανακοπής, που ορίζονται από το άρθρο 934 ΚΠολΔ, προϋποθέτει ότι ο καθ’ ου η εκτέλεση έχει πραγματικά λάβει γνώση της προσβαλλόμενης πράξης, βλ. ΕφΑιγαίου 80/2020, ΜΠρΑθ 986/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και η υπό κρίση ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στις 30-8-2017 και επιδόθηκε στην καθ’ ης αυθημερόν (βλ. την υπ’ αριθμό … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …), ήτοι εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της κατασχετήριας έκθεσης (άρθρο 934 § 1 περ. α΄ σε συνδυασμό με 1011Α § 2  ΚΠολΔ, λόγω μη συνυπολογισμού στην παραπάνω προθεσμία, κατ’ άρθρο 147 § 2 ΚΠολΔ, του μεσολαβούντος χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου 2019 (βλ. σχετικά ΑΠ 1737/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατόπιν αυτών, η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ πρέπει να εξετασθεί ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του προβαλλόμενου λόγου της.

Με το μοναδικό λόγο της ακυρωτικής ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ η ανακόπτουσα ζητεί την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης, διότι η κατασχετήρια έκθεση και το απόσπασμα αυτής δεν επιδόθηκε στην ίδια και τον πλοίαρχο, με συνέπεια να μην έχει λάβει γνώση των εν λόγω ενεργειών και της διενέργειας πλειστηριασμού και να έχει απωλέσει τα νόμιμα δικαιώματά της για τη δικαστική προσβολή και ακύρωση του πλειστηριασμού. Ο λόγος αυτός είναι νόμιμος, στηριζόμενος στα άρθρα 995 § 1 ΚΠολΔ αναφορικά με τη μη επίδοση στην ανακόπτουσα, και στα άρθρα 159 § 3 και 1011 § 2 ΚΠολΔ, αναφορικά με τη μη επίδοση στον πλοίαρχο (βλ. Ρεντούλη σε Χ. Απαλαγάκη, ΕρμΚΠολΔ, εκδ. 2019, άρθρο 1011, σελ. 3314, για το ότι η παράλειψη αυτή μπορεί να οδηγήσει σε ακυρότητα της κατάσχεσης μόνο με τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης), πλην του σκέλους του που βάλει κατά του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης, επίδοση του οποίου δεν προβλέπεται στα ανωτέρω πρόσωπα (άρθρο 995 § 4 ΚΠολΔ, όπως είχε αντικατασταθεί και ίσχυε με το άρθρο 8ο του άρθρου 1ου Ν. 4335/2015). Πρέπει, συνεπώς, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμος να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική βασιμότητά του.

Από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν με επίκληση, τα οποία λαμβάνονται υπόψη του Δικαστηρίου, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα (άρθρα 432 επ. ΚΠολΔ), είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 § 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Αντίγραφο της υπ’ αριθμό … κατασχετήριας έκθεσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών … επιδόθηκε στις 19-7-2017 στην …, ως κατά σύμβαση αντίκλητο της ανακόπτουσας (βλ. την προαναφερόμενη υπ’ αριθμό … έκθεση επίδοσης του ως άνω δικαστικού επιμελητή), όπως συνομολογεί, άλλωστε, και η ίδια η ανακόπτουσα με τις προτάσεις της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Αντίθετα, δεν επιδόθηκε στον πλοίαρχο του πλοίου, σύμφωνα με το άρθρο 1011 § 2 ΚΠολΔ, χωρίς, όμως, να αποδεικνύεται ότι η ανακόπτουσα υπέστη, από την εν λόγω παράβαση, δικονομική βλάβη. Ειδικότερα, η δυνατότητα γνώσης της επιβληθείσας κατάσχεσης από την ανακόπτουσα εξασφαλίσθηκε από την προαναφερόμενη επίδοση προς την αντίκλητό της, ενώ, ουδόλως, επηρεάστηκε η δυνατότητα άμυνάς της τόσο κατά της παραπάνω πράξης της εκτέλεσης, η οποία ασκήθηκε με την κρινόμενη ανακοπή, όσο και κατά της πράξης του πλειστηριασμού, με δεδομένο ότι, όπως, η ίδια εκθέτει στην υπό κρίση, από 30-8-2017, ανακοπή της ο πλειστηριασμός είχε ορισθεί για την ίδια ημέρα, ήτοι για τις 30-8-2017, και άρα, αυταπόδεικτα προκύπτει ότι είχε λάβει γνώση αυτού ώστε να ασκήσει τα απαραίτητα ένδικα βοηθήματα για την ακύρωσή του. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί ο ανωτέρω λόγος της ανακοπής, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμος, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, και ενόψει του ότι νέοι λόγοι ανακοπής δε δύνανται να προβληθούν με τις προτάσεις, πρέπει να απορριφθούν οι σωρευόμενες στο ίδιο δικόγραφο ανακοπές των άρθρων 933 και 954 § 4 ΚΠολΔ στο σύνολό τους. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματός της με τις προτάσεις της (άρθρο 106 ΚΠολΔ), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ανακόπτουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 189 και 191 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει τις σωρευόμενες στο ίδιο δικόγραφο ανακοπές των άρθρων 933 και 954 § 4 ΚΠολΔ.

Επιβάλλει σε βάρος της ανακόπτουσας τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 9 Δεκεμβρίου 2020 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ