Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης: 55 /2021

Αριθμός κατάθεσης έφεσης: 875-479/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Προϊστάμενo της Τριμελούς Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από την Γραμματέα Χαρίκλεια Φωτεινάτου.

ΣYNEΔPIAΣE δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Ιουλίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΕΚΚΑΛΩΝ: … του … κάτοικος …, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ αρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ του πληρεξουσίου του δικηγόρου Στέφανου Λύρα με Α.Μ 2852 ΔΣΠ.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ: Η εταιρία με την επωνυμία «…» που έχει την έδρα της στην … και διατηρεί γραφεία στην …, εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ αρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Μαρίας Αρβανίτη με Α.Μ 1322 ΔΣΠ.

Ο εκκαλών ζητεί να γίνει δεκτή η από 8-1-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 968-23/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 875-479/2020 κατά της υπ’ αριθμ. 94/2018 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία προσδιορίστηκε για να δικαστεί για την δικάσιμο της 24ης Μαρτίου 2020 και, μετά από ματαίωση κατά την αμέσως προαναφερθείσα δικάσιμο λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 3§1 εδ. α΄ Δ1α/ΓΠ.οικ.18176/2020 – ΦΕΚ 864/Β/15-3-2020), προσδιορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με την υπ’ αριθμ. 3134/2020 πράξη του Προϊσταμένου του Δικαστηρίου (άρθρο 74§2 Ν. 4690/2020).

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Φέρεται προς συζήτηση η από 8-1-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 968-23/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 875-479/2020, η συζήτηση της οποίας, μετά από ματαίωση λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 3§1 εδ. α΄ Δ1α/ΓΠ.οικ.18176/2020 – ΦΕΚ 864/Β/15-3-2020), νομίμως προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο με την υπ’ αριθμ. 3134/17-6-2020 πράξη του Προϊσταμένου του Δικαστηρίου (άρθρο 74§2 Ν. 4690/2020), κατά της υπ’ αριθμ. 94/2018 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621 επ. ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρο 82 ΚΙΝΔ), η οποία ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τα άρθρα  495  παρ. 1 και 2, 513 παρ. 1, 516, 517, παρ. 1 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, εφόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται επίδοση της εκκαλουμένης, για την άσκηση της οποίας ως αφορώσας εργατική διαφορά δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (άρθρο 495§4 ΚΠολΔ), αρμοδίως κατά το άρθρο 51 Ν. 2172/1993, αφού το αίτημα της αγωγής αφορά αμοιβή από παροχή εργασίας σε πλοίο. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω η βασιμότητα των προβαλλομένων λόγων της εφέσεως.

ΙΙ. Με την από 23-12-2016 και με ΓΑΚ-ΕΑΚ : 3927-133/23-12-2016 αγωγή του, ο ενάγων και ήδη εκκαλών ισχυρίστηκε ότι δυνάμει της από 21/1/2015 σύμβασης ναυτικής εξαρτημένης εργασίας, που καταρτίστηκε στην Πάτρα, μεταξύ αυτού και της εναγομένης εταιρείας και ήδη εφεσίβλητης, ναυτολογήθηκε αυθημερόν στην Πάτρα, με την ειδικότητα του υποναύκληρου, στο υπό ελληνική σημαία τουριστικό επιβατικό – οχηματαγωγό πλοίο «…», με αριθμό νηολογίου …, κ.ο.χ. 30902, πλοιοκτησίας της εναγομένης, σύμφωνα με τους όρους της ισχύουσας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των Πληρωμάτων των Μεσογειακών Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι απασχολήθηκε σε αυτό, με την ως άνω ειδικότητα, έως 4/4/2015, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι της Σύρου λόγω δεξαμενισμού – ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου κι ότι επαναπροσλήφθηκε στην Πάτρα στις 26/4/2016 στο ίδιο πλοίο με την ίδια ειδικότητα και όρους έως και τις 8/6/2016, οπότε στην Ηγουμενίτσα λύθηκε η σύμβαση εργασίας του με κοινή συναίνεση των μερών στην Ηγουμενίτσα. Ότι προς κάλυψη των αναγκών του πλοίου εργαζόταν κατά μέσο όρο επί 14 τουλάχιστον ώρες κατά τις καθημερινές και ημέρες Σαββάτου, Κυριακής και αργιών, με αποτέλεσμα να του οφείλεται το ποσό των 2.787,12 ευρώ, ως υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, το ποσό των 3.739,86 ευρώ ως υπερωριακή απασχόληση κατά τις καθημερινές και το ποσό των 966,96 ευρώ κατά τις ως υπερωριακή απασχόληση κατά τις Κυριακές, όπως λεπτομερώς αναλύεται στην αγωγή του. Με βάση αυτό το ιστορικό, ο ενάγων, με βάση τις διατάξεις από σύμβαση εργασίας και επικουρικώς κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγηοτυ πλουτισμού ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 7.493,94 ευρώ, που αφορά απαιτήσεις του από υπερωριακή αμοιβή κατά τα Σάββατα και τις αργίες, τις καθημερινές και τις Κυριακές, όπως οι επιμέρους απαιτήσεις του εξειδικεύονται κατά είδος, χρόνο και ποσό στο αγωγικό δικόγραφο, νομιμοτόκως από της απολύσεως του (8.6.2016), άλλως από της κοινοποιήσεως της αγωγής και μέχρι την οριστική εξόφληση και να καταδικαστεί η εναγομένη στην δικαστική του δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία αφού έκρινε ότι αυτή αρμοδίως εισήχθη κατά την διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (ως προκύπτει από τα άρθρα στα οποία παραπέμπει του ισχύοντος ΚΠολΔ μετά την τροποποίηση του με τον Ν. 4335/2015), και ότι είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη καθ’ όλα τα αιτήματά της και τις βάσεις της (πλην της επικουρικής βάσης από αδικαιολόγητο πλουτισμό που απέρριψε ως μη νόμιμη) και ειδικότερα κατά τις διατάξεις των άρθρων 53, 54, 60, 75, 84 ΚΙΝΔ, 341, 345, 346, 361, 648, 653, 655 ΑΚ σε συνδυασμό με τους όρους της οικείας ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών και Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων, καθώς και τα 176 αρ. 1, 907 και 908 αρ. 1 εδ. ε΄ ΚΠολΔ, δέχθηκε αυτή ως εν μέρει ως ουσία αβάσιμη, κρίνοντας ότι το συμφωνηθέν ποσό για κλειστές υπερωρίες καλύπτει μέρος των υπερωριών που αυτός εκτέλεσε, επιδικάζοντας εν τέλει ποσό 488.81 ευρώ με το νόμιμο τόκο από τις 9.6.2015, ως προς το οποίο κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή, και καταδίκασε την εναγόμενη σε καταβολή σε μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εκκαλών με τους λόγους της εφέσεως του, που συνίστανται ο πρώτος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τις υπερωρίες που εργάστηκε και ο δεύτερος σε εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων της ΣΣΝΕ για την υπερωριακή του αμοιβή τις Κυριακές και εντεύθεν του υπολογισμού των αποδοχών που του οφείλονται κατά την επικαλούμενη από τον ίδιο Συλλογική Σύμβαση και την μη εξόφληση του, κατά το ποσό που η εκκαλούμενη δέχθηκε, με το κλειστό ποσό για υπερωρίες που μηνιαίως λάμβανε ο ενάγων, σε αντίθεση με τα όσα δέχθηκε η εκκαλούμενη. Ζητά δε την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, με σκοπό την αποδοχή της αγωγής στο σύνολο της και την επιδίκαση της δικαστικής δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

ΙΙΙ. Με τον δεύτερο λόγο εφέσεως ο εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων της ΣΣΝΕ για την υπερωριακή του αμοιβή τις Κυριακές και εντεύθεν του υπολογισμού των αποδοχών που του οφείλονται κατά την επικαλούμενη από τον ίδιο ΣΣΝΕ και τη μη εξόφληση του, κατά το ποσό που η εκκαλούμενη δέχθηκε, με το κλειστό ποσό για υπερωρίες που μηνιαίως λάμβανε ο ενάγων, σε αντίθεση με τα όσα δέχθηκε η εκκαλούμενη. Εν προκειμένω, καθώς η επίδικη διαφορά εμφανίζει στοιχεία αλλοδαπότητας τίθεται ζήτημα εφαρμοστέου δικαίου. Στην εν λόγω περίπτωση εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δίκαιο, ως το δίκαιο που επέλεξαν τα μέρη αλλά και το δίκαιο της χώρας που κατοικεί ο  ενάγων  – εκκαλών, αλλά και για τον λόγο ότι η πραγματική έδρα της πλοιοκτήτριας εναγομένης – εφεσίβλητης ευρίσκεται στην Ελλάδα, επιπλέον δε ως το δίκαιο με την οποία συνδέεται η σύμβαση εργασίας στενότερα (άρθρα 3 και 8 παρ. 2β Κανονισμού «Ρώμη Ι», ο οποίος δεν θίγει, κατά τη ρητή του πρόβλεψη τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ούτε τις αναγκαστικού δικαίου προστατευτικές διατάξεις για τον εργαζόμενο – βλ. Παπασιώπη-Πασιά σε Γραμματικάκη – Αλεξίου/Παπασιώπη-Πασιά/Βασιλακάκη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, στ΄έκδοση, σελ. 307, 323 ·Κοροτζή, ΝαυτΔ Ι, σελ. 250 – 252 υπό την ισχύ της Σύμβασης «Ρώμη Ι»). Επομένως, αναπτύσσει ισχύ στην προκειμένη περίπτωση η ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών και Τουριστικών επιβατηγών πλοίων για το έτος 2014 (ΥΑ 3525.1/10/1/2014 – ΦΕΚ Β΄1665/24.6.2014), εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 1§1 και 5 α.ν. 3276/1944, και είναι αυτοδικαίως εφαρµοστέα στην ένδικη σύµβαση ναυτικής εργασίας (άρθρα 83 εδ. α΄ ΚΙΝΔ και 1 παρ. 1,3 και 5 παρ. 1 του α.ν. 3276/1944 «περί συλλογικών συµβάσεων εν τη ναυτική εργασία») αφού δεν έχει επηρεαστεί από την κατάργηση των διατάξεων του ν. 1876/1990 στο πλαίσιο των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, διότι οι διατάξεις αυτές δεν ίσχυαν ουδέποτε στις συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας (ΜΕφΠειρ 321/2019, http://www.efeteio-peir.gr), επιπλέον δε διότι, ως συνομολογούν οι διάδικοι είχε συμφωνηθεί η εφαρμογή της μεταξύ των μερών. Ενόψει αυτών, ο δεύτερος λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, προβλέπει το άρθρο 2§2 της προειρημένης Σ.Σ.Ν.Ε. ότι σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος για τις μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του βασικού μισθού ενεργείας, που προβλέπεται στην ίδια ΣΣΝΕ, ενώ διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΕφΠειρ 741/2005 ΕΝαυτΔ 2005.444, ΕφΠειρ 608/2001 ΕΝαυτΔ 2001.446), αμειβομένη, όμως, όπως ρητώς ορίζει το άρθρο 20 της ίδιας ΣΣΕ, με προσαύξηση 25% και όχι 50%, όπως η υπερωριακή εργασία των καθημερινών, η οποία, στο άρθρο 20§3α της ίδιας ΣΣΕ προβλέπει προσαύξηση 50% μόνο για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες (ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 2006.351 ·ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 2005.345). Περαιτέρω, ως προς τον πρώτο λόγο εφέσεως (εσφαλμένη εκτίμηση αποδείξεων) στο πλαίσιο του οποίου ερευνάται το παραδεκτό και το νόμιμο της αγωγής από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως κατά το μέρος που μεταβιβάστηκε σε αυτό με την ένδικη έφεση (AΠ 1436/2002, ΕλλΔνη 2004. 775 ·Νίκας, ΠολΔ ΙΙΙ, σ. 200), αυτή εκδικάζεται κατά την διαδικασία των περιουσιακών διαφορών[άρθρα 591 επ, 614 περ. 3 ΚΠολΔ, όπως αυτά αντικαταστάθηκαν μεταξύ άλλων σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ 87/23-7-2015) και ισχύουν για τα κατατιθέμενα από τις 1-1-2016 ένδικα μέσα και αγωγές σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Κ87/23-7-2015), 82 ΚΙΝΔ] είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, σύμφωνα όμως με τα προδιαλαμβανόμενα στον προηγούμενο λόγο έφεσης για τον υπολογισμό της υπερωριακής απασχόλησης, κατά τις διατάξεις των άρθρων 53, 54, 60, 75, 84 του ΚΙΝΔ, 341, 345, 346, 361, 648, 653, 655, 659, 680 ΑΚ σε συνδυασμό προς τις σχετικές διατάξεις της προειρημένης ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών και Τουριστικών επιβατηγών πλοίων για το έτος 2014 (ΥΑ 3525.1/10/1/2014 – ΦΕΚ Β΄1665/24.6.2014). Περαιτέρω, από την υπ’ αριθμ. …/27.09.2018 ένορκη βεβαίωση του … του …, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Ληξουρίου, Νικόλαου Ξυδιά του Φωτοϊωάννη, την οποία επαναπροσάγει και επικαλείται ο εκκαλών και η οποία ελήφθη μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης/εφεσίβλητης, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. …΄/24.09.2018 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά …, (οι διάδικοι δεν εξέτασαν μάρτυρές ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου) και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν και τα οποία χρησιμεύουν για άμεση απόδειξη και για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού επιτρέπεται το εμμάρτυρο, λαμβανομένων υπ’ όψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, αποδείχθηκαν τα εξής : Δυνάμει της από 21/1/2015 σύμβασης ναυτικής εξαρτημένης εργασίας, που καταρτίστηκε στην Πάτρα, μεταξύ του εκκαλούντος και της εφεσίβλητης εταιρίας, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε αυθημερόν στην Πάτρα με την ειδικότητα του υποναύκληρου στο υπό ελληνική σημαία τουριστικό επιβατικό – οχηματαγωγό πλοίο «…», με αριθμό νηολογίου …, κ.ο.χ. 30902, πλοιοκτησίας της εφεσίβλητης, σύμφωνα με τους όρους της ισχύουσας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας των Πληρωμάτων των Μεσογειακών Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων, όπου και εργάστηκε με την ως άνω ειδικότητα έως τις 4/4/2015, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι της Σύρου λόγω δεξαμενισμού – ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου. Ακολούθως, επαναπροσλήφθηκε στην Πάτρα στις 26/4/2016 στο ίδιο πλοίο με την ίδια ειδικότητα και όρους έως και τις 8/6/2016, οπότε στην Ηγουμενίτσα λύθηκε η από 26/4/2016 σύμβαση εργασίας του με κοινή συναίνεση των μερών. Το εν λόγω πλοίο διενεργούσε τακτικώς πλόες μετ’ επιστροφής από το λιμένα της Πάτρας προς την Ηγουμενίτσα και την Ανκόνα Ιταλίας μεταφέροντας επιβάτες και οχήματα στην εν λόγω ακτοπλοϊκή γραμμή. Όπως προελέχθη, η προειρημένη ΣΣΝΕ προβλέπει τα ελάχιστα όρια των νόμιμων τακτικών αποδοχών και των υπερωριών. Στις εγγράφως καταρτισθείσες ως άνω ατομικές συμβάσεις ναυτολόγησης καθορίστηκαν οι αποδοχές του ενάγοντος με βάση την άνω Σ.Σ.Ν.Ε. ως κλειστός μισθός στα 3.275,68 ευρώ μικτά στον οποίο συμφωνήθηκε να συμπεριλαμβάνεται ο βασικός μισθός, το επίδομα Κυριακών, το επίδομα Σαββάτων και αργιών, το επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, το επίδομα υπερωριών και τα λοιπά επιδόματα και αποδοχές δεδουλευμένων που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας, αλλά και ότι κάθε ποσό που θα καταβάλει η εφεσίβλητη εταιρία στον εκκαλούντα πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από τον ενάγοντα υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της εταιρείας σχετικές με την ίδια σύμβαση ναυτικής εργασίας. Συνεπώς, δυνάμει και των ως άνω συμβάσεων, είχε επιπλέον συμφωνηθεί ότι τα ποσά που θα καταβάλλονται από την εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη στον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα και τα οποία δεν προβλέπονται από την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε. θα καλύπτουν πιθανή υπερωριακή εργασία. Η εν λόγω συμφωνία, η οποία συνηθίζεται στις συμβάσεις ναυτικής εργασίας είναι έγκυρη (άρθρο 361 ΑΚ), με την προϋπόθεση ότι οι προβλεπόμενες εκ του νόμου αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από το «κλειστό» ποσό που συμφωνήθηκε ως προς τις υπερωρίες (ΑΠ 1700/1998, ΕΝαυτΔ 1999.465· ΑΠ 1013/2003 ΕΝαυτΔ 2003.345· ΕφΠειρ 50/2016, Νομος) και, ως εκ τούτου, η αμοιβή για την υπερωριακή εργασία που παρασχέθηκε από τον ενάγοντα έγκυρα συμψηφίζεται με το ποσό που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του νόμιμου και του μεγαλύτερου μισθού που συμφωνήθηκε να καταβάλλεται σε αυτόν από την εναγομένη εργοδότριά του, το δε ανωτέρω αυτό ποσό (της διαφοράς μεταξύ του νόμιμου και του υψηλότερου μισθού, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται οι πάγιες υπερωρίες που κάλυπτε ο ενάγων κατά τις καθημερινές και κατά τα Σάββατα και τις αργίες) θα αφαιρεθεί από την αμοιβή υπερωριακής εργασίας που δικαιούται ο ενάγων με βάση τις υπερωρίες που απασχολήθηκε πράγματι στο πλοίο της εναγομένης, εφόσον το δεύτερο υπερβαίνει σε ύψος το πρώτο. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί, εάν οι προβλεπόμενες αμοιβές εκ του νόμου για υπερωρίες που πράγματι διενήργησε ο ενάγων και ήδη εκκαλών ήταν μεγαλύτερες ή όχι από το ποσό που ελάμβανε μηνιαίως για «κλειστές υπερωρίες», ως προς τις οποίες η εναγόμενη προβάλλει ένσταση εξόφλησης και κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό συμψηφισμού που κατά τον χρόνο κατάρτισης του (όπως επί «κλειστού» μισθού) μπορεί να αφορά και μελλοντικές απαιτήσεις που μόλις γεννηθούν και συνυπάρξουν αποσβένονται αυτοδίκαια, κατά τα συμφωνηθέντα, σύμφωνα με τα άρθρα 440 επ. ΑΚ (Μπαλής, ΕνοχΔ, §145, σ. 457 ·Πολυζωγόπουλος σε Γεωργιάδη Σταθόπουλου, ΕρμΑΚ, άρθρο 440, αριθμ. 14). Η ανωτέρω συλλογική σύμβαση εργασίας προβλέπει απασχόληση επί 40 ώρες την εβδομάδα με νόμιμες υπερωρίες έως 4 ώρες την ημέρα με προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%, ήτοι ποσό 7,89 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας τις καθημερινές και τις Κυριακές (για την εργασία κατά τις οποίες λαμβάνει το ανωτέρω επίδομα 22% επί του μισθού) και με προσαύξηση 50% τις αργίες τα Σάββατα, ήτοι ποσό 9,48 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας τις ημέρες αυτές [όπως ρητώς αυτά ορίζονται για τη συγκεκριμένη ειδικότητα (υποναύκληρος) βλ. και Κοροτζή, ΝαυτΔ Ι, σελ. 318 – 319)]. Σημειώνεται ότι είναι αδιάφορη η διατύπωση ή μη επιφύλαξης κατά την είσπραξη του μισθού και την υπογραφή της σχετικής βεβαίωσης είσπραξης προκειμένου περί νομίμων αποδοχών, καθώς από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 3, 174, 180, 679 ΑΚ, 8 του Ν. 2112/1920 και 8 παρ. 4 του ΝΔ 4020/1959 συνάγεται αρχή του εργατικού δικαίου κατά την οποία κάθε παραίτηση του εργαζομένου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλης εκ της εργασίας αυτού παροχής, οπωσδήποτε και αν έλαβε χώρα, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (ΑΠ 857/2018, Νομος, ΑΠ 843/2002, ΕλλΔνη 2002.1659, Ζερδελής, Εργατικό Δίκαιο Ι, 2006, σελ. 742 – 743). Εν προκειμένω, ο ενάγων εργάστηκε από 21.01.2015 έως 04.04.2015 και από 26.04.2015 έως 08.06.2015, απασχολούμενος ως υποναύκληρος σε καθημερινή βάση έχοντας την ευθύνη ως βοηθός ναύκληρου για την υπηρεσία καταστρώματος και την επίβλεψη του κατώτερου προσωπικού με σταθερό ωράριο από 08:00 έως 17:30 και με μισή ώρα διάλειμμα το μεσημέρι για φαγητό, ενώ το πλοίο διενεργούσε τα ανωτέρω τακτικά ταξίδια με τους προαναφερθέντες ενδιάμεσους λιμένες ημερησίως, η δε επιπλέον εργασία του αφορούσες εργασίες κατά την φορτοεκφόρτωση οχημάτων και την προσάραξη σε λιμένες. Ειδικότερα, απασχολούνταν με την καθαριότητα και την τάξη των καταστρωμάτων, είχε μαζί με το ναύκληρο την επίβλεψη των μηχανημάτων αγκυροβολίας κατά τον απόπλου και κατάπλου του πλοίου στα λιμάνια, μεριμνούσε για την καθαριότητα και τον ευπρεπισμό των τόπων εργασίας που διενεργείται κυρίως από τους ναύτες τους οποίους ο ναύκληρος/υποναύκληρος επιβλέπει, ενώ σε κάθε λιμάνι που προσέγγιζε το πλοίο, μαζί με τους ναύτες επέβλεπε και βοηθούσε στη φόρτωση και εκφόρτωση των οχημάτων, καθώς και στο δέσιμο και λύσιμο των κάβων. Με τα ανωτέρω καθήκοντα απασχολούνταν κατά μέσο όρο για δώδεκα ώρες ανά ημέρα απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των Σαββάτων και αργιών. Ο δε αγωγικός ισχυρισμός του εκκαλούντος, για εσφαλμένη εκτίμηση του οποίου παραπονείται με τον δεύτερο λόγο εφέσεως περί απασχόλησης του σε καθημερινή βάση επί δεκατέσσερις ώρες συνολικά, ήτοι επί έξι ώρες υπερωριακώς, είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, αφού χρεία τόσων υπερωριών δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχε, ενώ η ως άνω απασχόληση του προκύπτει και από τον πίνακα οργάνωσης χρόνου εργασίας στο πλοίο ανά θέση, βαθμό, τόπο όπου ευρίσκεται το πλοίο. Επίσης, ο εν λόγω ισχυρισμός του ενάγοντος ελέγχεται ως ουσία αβάσιμος και εκ της λύσης της σύμβασης εργασίας του εκκαλούντος με την εφεσίβλητη με κοινή συναίνεση, χωρίς την διατύπωση οποιασδήποτε καταγγελίας εκ μέρους του στις λιμενικές αρχές, δεδομένου ότι αυτός, παρά τα όσα ισχυρίζεται, προέβαινε σε διαδοχικές νέες συμβάσεις ναυτολόγησης σε πλοία συμφερόντων της εφεσίβλητης από το έτος 2002. Επιπλέον δε είναι αντίθετος και στα διδάγματα της κοινής πείρας, καθώς η εξακολουθητική απασχόληση επί 14 ώρες σε καθημερινή βάση σε βαριές εργασίες, όπως του υποναύκληρου, θα επέφερε μετά βεβαιότητας την φυσική εξάντληση του εκκαλούντος. Επίσης, σε αντίθεση με τα όσα διατείνεται ο εκκαλών, το ποσό που αφορά υπερωρίες δεν προκύπτει από το τελικό ποσό του συμφωνηθέντος κλειστού μισθού, καθώς ανά μήνα υπάρχουν διαφοροποιήσεις ως προς τον αριθμό των ημερών εργασίας, τις αργίες εκάστου μηνός, τα Σάββατα/Κυριακές, ενώ και η ένορκη βεβαίωση δεν κρίνεται πειστική, δεδομένου ότι ο ενόρκως βεβαιών αναφέρεται σε εργασίες συντήρησης που διενεργούσε το προσωπικό του πλοίου (ματσακόνι, βάψιμο) κατά τον χρόνο παραμονής του τελευταίου σε λιμένες, εργασίες που δεν συνηθίζονται στην ακτοπλοΐα το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, δεδομένου ότι ο ενάγων, όπως προελέχθη, στις 4/4/2015 απολύθηκε στο λιμάνι της Σύρου λόγω δεξαμενισμού – ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου και επαναπροσλήφθηκε στην Πάτρα στις 26/4/2016 στο ίδιο πλοίο, το οποίο διέκοψε τους πλόες του ακριβώς για τον λόγο αυτό (συντήρηση) σε χρονική περίοδο που είναι περιορισμένη η κίνηση στην συγκεκριμένη ακτοπλοϊκή γραμμή. Επομένως, δοθέντος ότι ο ενάγων εργαζόταν, πέραν του οκταώρου, κατά τα δύο ανωτέρω επίδικα χρονικά διαστήματα, 4 επιπλέον ώρες, κατά μέσο όρο, ανά ημέρα, ο ενάγων δικαιούται κατά νόμο για την υπερωριακή του απασχόληση, σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα, για τις επικαλούμενες στην αγωγή αιτίες [υπερωριακή απασχόληση κατά τις αργίες (εν προκειμένω Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου, 1η Μαΐου, Αγίου Γεωργίου – άρθρο 10 Σ.Σ.Ν.Ε.), τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις καθημερινές] ως προς τις 96 καθημερινές και Κυριακές, που περιλαμβάνονται στο ανωτέρω χρονικό διάστημα, (96 ημέρες επί 4 ώρες υπερωρία ανά ημέρα), ήτοι για 384 ώρες απλής υπερωριακής εργασίας, οι οποίες, βάσει της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε., κατά τα προεκτιθέμενα αμείβονται με 7,89 ευρώ ανά ώρα (βλ. αρθρ. 20, παρ. 4, Πίνακας Ι), το ποσό των (384 ώρες επί 7,89 €=) 3.029,76 €. Περαιτέρω, κατά τα 17 Σάββατα και 4 αργίες του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, ο εκκαλών παρείχε (21 ημέρες επί 12 ώρες) 252 ώρες υπερωριακής εργασίας Σαββάτων και αργιών, που αμείβονται, βάσει της ίδιας Σ.Σ.Ν.Ε., με 9,48 € ανά ώρα. Κατά συνέπεια, ο εκκαλών έπρεπε να λάβει για την αιτία αυτή το ποσό των (252 ώρες επί 9,48€=) 2.388,96 €. Συνολικά δε για υπερωριακή απασχόληση κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα έπρεπε να λάβει το ποσό των (3.029,76 + 2.388,96=) 5.418,72 €. Έναντι του ποσού αυτού, ο εκκαλών έλαβε για την αιτία αυτή, κατά τους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης, το ποσό των (3.228,82 για καθημερινές και Κυριακές+ 1.701,09 για Σάββατα και αργίες) 4.929,91€, που θα ληφθεί υπόψη δεδομένου ότι αυτό το ποσό καταλογίζει η εφεσίβλητη στις αποδοχές του εκκαλούντος (άρθρο 106 ΚΠολΔ), το οποίο σε κάθε περίπτωση υπολείπεται του συνολικού ποσού που προκύπτει από τα σχετικά ποσά που αναγράφονται στις προσκομισθείσες (από 31/1/2015 – 28/2/2015 – 31-3-2015 – 25/4/2015 – 25/4/2015 – 30/4/2015 – 31/05/2015 – 8/6/2015) αποδείξεις μισθοδοσίας για τα επίδικα χρονικά διαστήματα της εργασίας του [(300,99 + 820,89 + 820,89 + 109,45 + 247,15 + 136,81 + 820,89 + 218,90 =)] 3.457,97 ευρώ για καθημερινές και Κυριακές + 1.701,09 για Σάββατα και αργίες) 4.929,91 €]. Ως εκ τούτου, για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του εκκαλούντος, ο εκκαλών δικαιούται το επιπλέον ποσό των (5.418,72 € – 4.929,91€=488,81€) τετρακοσίων ογδόντα οκτώ ευρώ, και ογδόντα ενός λεπτών. Επομένως, το πρωτόδικο δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια, έστω και με εσφαλμένη εν μέρει αιτιολογία κατά το νομικό χαρακτηρισμό της ένστασης εξώδικου συμβιβασμού, η οποία αντικαθίσταται από την παρούσα (άρθρο 534 ΚΠολΔ) και απέρριψε τους ανωτέρω ισχυρισμούς του ενάγοντος περί πραγματοποίησης περισσότερων ωρών και ήδη εκκαλούσας ως κατ’ ουσία αβάσιμους ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, επιδικάζοντας το συνολικό ποσό τετρακοσίων ογδόντα οκτώ ευρώ, και ογδόντα ενός λεπτών (488,81€), εντόκως από την επομένη της λύσης της σύμβασης εργασίας (9.6.2015 – ΕφΠειρ 18/2016, Νομος). Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί και ο πρώτος λόγος της εφέσεως ως κατ’ ουσία αβάσιμος και η έφεση στο σύνολο της. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εκκαλών στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 184 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.-

Δέχεται τυπικά την έφεση.-

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.-

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.-

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 12.1.2021.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ