Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός Απόφασης: 215/2021

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 5257/2473/2020)

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 5265/2476/2020)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(ειδική διαδικασία περιουσιακών – εργατικών διαφορών)

 

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 3η Νοεμβρίου 2020, για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

(Α) ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ… του …, ναυτικού Ε.Ν., κατοίκου … με ΑΦΜ …, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Ελένη Κοντοσέα του Αργυρίου (ΑΜ/ΔΣΠ 1439), κάτοικο …, βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η οποία κατέθεσε προτάσεις και υπέβαλε το υπ’ αριθ. …/2.11.2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», πρώην «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Μαρία Αρβανίτη του Κυριάκου (ΑΜ/ΔΣΠ 1322), κάτοικο … βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, που κατέθεσε προτάσεις και υπέβαλε το υπ’ αριθ. …/2.11.2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

(Β) ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», πρώην «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Μαρία Αρβανίτη του Κυριάκου (ΑΜ/ΔΣΠ 1322), κάτοικο … βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, που κατέθεσε προτάσεις και υπέβαλε το υπ’ αριθ. …/2.11.2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ… του …, ναυτικού Ε.Ν., κατοίκου … με ΑΦΜ …, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Ελένη Κοντοσέα του Αργυρίου (ΑΜ/ΔΣΠ 1439), κάτοικο …, βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η οποία κατέθεσε προτάσεις και υπέβαλε το υπ’ αριθ. …/2.11.2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά με την από 13.12.2017 και υπ’ αριθ. εκθ. κατ. 12764/150/2017 αγωγή του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος – εφεσίβλητου κατά της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης – εκκαλούσας. Το Δικαστήριο εκείνο με την υπ’ αριθ. 96/2019 οριστική απόφασή του (ειδική διαδικασία περιουσιακών – εργατικών διαφορών), δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων. Κατά της οριστικής αυτής απόφασης ασκήθηκαν στο Δικαστήριο που την εξέδωσε, απευθυνόμενες στο παρόν: α) η ένδικη από 16.6.2020 υπ’ αριθ. εκθ. κατ. 4983/150/2020 έφεση του ενάγοντος, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, υπ’ αριθ. εκθ. κατ. 5257/2473/2020, και β) η ένδικη από 5.6.2020 υπ’ αριθ. εκθ. κατ. 3274/85/2020 έφεση της εναγόμενης, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, υπ’ αριθ. εκθ. κατ. 5265/2476/2020. Για τη συζήτηση δε αυτών, που γράφτηκαν νόμιμα με τη σειρά τους στο σχετικό πινάκιο, ορίσθηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής που εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων προκατέθεσαν προτάσεις με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι υπό κρίση: α) από 16.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Ειρηνοδικείου 4983/150/15.7.2020 και ΓΑΚ/ΕΑΚ παρόντος Δικαστηρίου 5257/2473/20.7.2020) έφεση του ενάγοντος και β) από 5.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Ειρηνοδικείου 3274/85/5.6.2020 και ΓΑΚ/ΕΑΚ παρόντος Δικαστηρίου 5265/2476/20.7.2020) έφεση της εναγόμενης στρέφονται κατά της υπ’ αριθ. 96/2019 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 82 ΚΙΝΔ και 614 παρ. 3, 621 ΚΠολΔ) και δέχθηκε εν μέρει την από 13.12.2017 (υπ’ αριθ. εκθ. καταθέσεως 12764/150/22.12.2017) αγωγή. Οι εφέσεις έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμες, εφόσον τα εφετήρια κατατέθηκαν προ πάσης επιδόσεως και πάντως πριν τη συμπλήρωση διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης (άρθρα 495 παρ. 1,2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), φέρονται δε αρμόδια ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρο 17Α ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1 γ του Ν. 2172/1993, ως εκ της ναυτικής φύσεως της διαφοράς). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω από ουσιαστική άποψη ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρα 532 και 533 παρ.1 του ΚΠολΔ), κατά την ίδια ειδική διαδικασία, με την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 591 παρ. 7 ΚΠολΔ), αφού συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας (άρθρο 246 ΚΠολΔ).

Με την ένδικη αγωγή του ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 15.928,56 ευρώ, νομιμοτόκως από την ημέρα της τελευταίας απόλυσής του (1.11.2017) και επικουρικώς από την επίδοση της αγωγής, ως αμοιβή παρασχεθείσας υπερωριακής εργασίας και αναλογία επιδομάτων (δώρων) εορτών Χριστουγέννων 2016-2017 και Πάσχα 2017, καθώς και πρόσθετη αμοιβή λόγω πραγματοποίησης δρομολογίων «εξπρές», από την απασχόλησή του ως ναύτη στο αναφερόμενο επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο της εναγόμενης «…», κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στην αγωγή χρονικά διαστήματα που ναυτολογήθηκε σε αυτό, με μηνιαίες αποδοχές τις προβλεπόμενες από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων για τα έτη 2016 και 2017, αντιστοίχως, όπως αυτή κυρώθηκε και ίσχυσε αναδρομικά, καθώς και με τις αντίστοιχες αποδοχές που προβλέπονταν από τη Συλλογική Σύμβαση Πληρωμάτων Μεσογειακών και Τουριστικών Πλοίων του έτους 2017, όπως αυτή κυρώθηκε και ίσχυσε αναδρομικά, για το χρονικό διάστημα που το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια και εκτός του ελλαδικού χώρου, εντός της Μεσογείου. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 13.157,51 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της καταγγελίας εκάστης αντίστοιχης σύμβασης ναυτικής εργασίας. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησαν τις υπό κρίση εφέσεις αμφότεροι οι διάδικοι, παραπονούμενοι για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνισή της, με σκοπό, ο μεν ενάγων να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η αγωγή του, η δε εναγόμενη να απορριφθεί αυτή.

Σύμφωνα με το Β.Δ. 683/1960 «Κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας επί ελληνικών επιβατηγών πλοίων άνω 500 κ.ο.χ.», τα καθήκοντα των ναυτών προσδιορίζονται ως εξής: «Οι Ναύται τελούσιν υπό τας διαταγάς και τον έλεγχον του Ναυκλήρου και βοηθούσιν αυτόν και τον Υποναύκληρον εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων των (άρθρο 62). Ειδικώτερον οι Ναύται εκτελούσι κατά φυλακάς τας εργασίας πηδαλιούχου, οπτήρος, αγγελιοφόρου γεφύρας και εκτός φυλακής τας γενικάς συντηρήσεως και καθαριότητος του σκάφους και του εξαρτισμού αυτού, πρωρατικά έργα, συντήρησιν και χειρισμόν σωσιβίων μέσων, εργασίαν υπολόγου αποθηκαρίου υλικών συντηρήσεως σκάφους, κυτωρού, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εν γένει πάσαν εργασίαν σχετικήν προς την ειδικότητά των (άρθρο 63)». Περαιτέρω, στο άρθρο 133 αυτού (Εργασία γέφυρας) προβλέπεται ότι «1. Η εργασία γεφύρας διεξάγεται κατά φυλακάς κανονικώς εναλλασσομένας. 2. Εκάστη φυλακή αποτελείται: α) εξ ενός Αξιωματικού Καταστρώματος. β) εκ δύο ανδρών Καταστρώματος ήτοι του Πηδαλιούχου και του Οπτήρος. 3. Αι φυλακαί δεν δύνανται να είναι ολιγώτεροι των τριών η δε χρονική διάρκεια εκάστης είναι τετράωρος κατά κανόνα. Εν περιπτώσει κακοκαιρίας ή κινδύνων ναυσιπλοΐας δύναται, κατά την κρίσιν του Πλοιάρχου, να αυξηθή ο αριθμός των ανδρών φυλακής διαιρουμένου του προσωπικού Καταστρώματος εις δύο φυλακάς. 4. Οι τεταγμένοι εις φυλακήν πρέπει να είναι παρόντες όπως αναλάβωσιν εργασίαν 5 λεπτά προ της ώρας ενάρξεως της φυλακής των, ίνα γίνωσιν ενήμεροι των συνθηκών της ναυσιπλοΐας, μετά δε το πέρας της φυλακής των, πλην των υπό του παρόντος Κανονισμού προβλεπομένων εξαιρέσεων, δεν διατίθενται εις άλλας εργασίας, αλλ’ αναπαύονται […]». Περαιτέρω, στο άρθρο 137 αυτού (Κατάπλους. Αγκυροβολία. Άπαρσις. Απόπλους.) προβλέπεται στην παρ. 2 ότι «2. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν, δεν τηρούνται αι συνήθεις ώραι εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται διά την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή διά την κανονικήν άπαρσιν αυτού και πέραν έτι των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρήται υπερωρία». Εξάλλου, στο άρθρο 13 της ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 ΦΕΚ Β 2796/2016: Κύρωση ΣΣΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2016, που επαναλαμβάνεται αυτούσιο και στην ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 ΦΕΚ Β 4005/2017: Κύρωση ΣΣΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων, έτους 2017, ορίζονται τα εξής: «Υπερωριακή αμοιβή. 1. Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολουμένους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της εκάστοτε ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173). 2. Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακής αμοιβής του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%. … 5. Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών. 6. Με βάση τις παραπάνω ρυθμίσεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου καταχωρούνται παρακάτω πίνακες υπερωριακής αμοιβής: ΚΑΤΩΤΕΡΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΚΑΤ/ΤΟΣ… 3. Ναύτης: ΩΡΟΜΙΣΘΙΟ 6,69 – 8,38 – 10,05 […]». Περαιτέρω, στο άρθρο 33 των ως άνω αναφερόμενων και εφαρμοζόμενων στην προκειμένη περίπτωση ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων, ορίζονται τα εξής: «Δρομολόγια Εξπρές. 1. Σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον Πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο. 2. Αν κατ’ εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο κατά τη διαδικασία του Ν. 2932/2001 ή του Κ.Δ.Ν.Δ. η περί εγκρίσεως του οποίου απόφαση κοινοποιείται στην Π.Ν.Ο., καταβάλλεται στον Πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου. 3. Δρομολόγια για τα οποία καταβάλλεται στον Πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου η κατά την επομένη παράγραφο 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού κατά περίπτωση πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. 4. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται δια του αριθμού 8, το δε πηλίκο αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. 5. Ειδικά, προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των (5) δρομολογίων κάθε εβδομάδα ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του κατά την προηγούμενη παράγραφο 2 προσδιορισμού. 6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται σε ημερόπλοια καθώς και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλ. 23.00 μέχρι 07.00 ώρας. 7. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον Πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: α. Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή μετάβαση στον λιμένα ή τους λιμένες προορισμού και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών. β. Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της προβλεπόμενης αμέσως παραπάνω αμοιβής. γ. Εάν είναι μικρότερη των 6 ωρών η αμοιβή είναι ίση προς το ήμισυ της προβλεπόμενης από το παραπάνω εδάφιο β. 8. Ειδικά για τα πλοία δρομολογιακών γραμμών στις οποίες έχει ήδη με οποιονδήποτε τρόπο αναγνωρισθεί και καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για την αιτία αυτή με όρους και προϋποθέσεις ευνοϊκότερες από αυτές που ορίζονται στην παρούσα σύμβαση εξακολουθούν να ισχύουν οι ευνοϊκότεροι αυτοί όροι και προϋποθέσεις, οι οποίοι και θεωρούνται όροι αυτής της σύμβασης.»

Από την εκτίμηση της με αριθμό …/3.9.2018 ένορκης βεβαίωσης του …, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κύμης Αικατερίνης Μάγκου, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο εκκαλών – εφεσίβλητος, η οποία λήφθηκε νόμιμα κατ’ άρθρα 421 επ. και 591 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθρο 82 ΚΙΝΔ με επιμέλεια του ιδίου ύστερα από προηγούμενη κλήτευση της αντιδίκου του (βλ. τη με αριθμό …/28.8.2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, …), καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν για να χρησιμεύσουν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίσθηκε μεταξύ του ενάγοντος και της εναγόμενης, νομίμως εκπροσωπούμενης, πλοιοκτήτριας εταιρείας του, υπό ελληνική σημαία, επιβατηγού-οχηματαγωγού πλοίου με το όνομα «…», υπ’ αριθ. νηολογίου …, κ.ο.χ. 18.236, με ΙΜΟ 9227429, ο ενάγων, απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος ναυτικού φυλλαδίου με αριθμό …΄ και εγγεγραμμένο μέλος της ΠΕΝΕΝ από 7.7.2006, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά την 1.7.2016 στο ως άνω πλοίο, ως Ναύτης, με τις αποδοχές και τους όρους εργασίας που προβλέπονταν από την ισχύουσα Σ.Σ.Ν.Ε. έτους 2016 για τα πληρώματα ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων (Υ.Α. 2242.5-1.5/72672/2016 – ΦΕΚ Β΄ 2796/5.9.2016), μέχρι την 2.11.2016, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας. Την 30.11.2016 προσλήφθηκε και πάλι και ναυτολογήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά με την ίδια ειδικότητα και με τις ως άνω αποδοχές και τους όρους εργασίας, έως την 15.1.2017, οπότε απολύθηκε στην Πάτρα λόγω κλεισίματος ναυτολογίου. Την ημέρα εκείνη, το πλοίο «…» άρχισε να εκτελεί δρομολόγια από το λιμάνι της Πάτρας προς την Ηγουμενίτσα και το Μπάρι Ιταλίας, ο δε ενάγων, δυνάμει νέας σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που κατήρτισε με την εναγόμενη, ναυτολογήθηκε αυθημερόν (15.1.2017) στο λιμάνι της Πάτρας επί του ανωτέρω πλοίου, με την ίδια ειδικότητα του Ναύτη. Ως μηνιαίες αποδοχές του συμφωνήθηκαν οι προβλεπόμενες στη Συλλογική Σύμβαση Πληρωμάτων Μεσογειακών και Τουριστικών Πλοίων του έτους 2017 (Υ.Α. 2242.5-1.10/77059/2017 – ΦΕΚ Β΄ 4006/17.11.2017). Την 3.4.2017 απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω κλεισίματος ναυτολογίου, την ίδια δε ημέρα επαναπροσλήφθηκε, ενώ το πλοίο επανήλθε στα ακτοπλοϊκά δρομολόγια, για να απολυθεί την 5.4.2017 στον Πειραιά «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου. Τέλος, την 19.5.2017, δυνάμει νέας συμβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίστηκε στον Πειραιά προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ως άνω πλοίο με την ίδια ειδικότητα του Ναύτη, με συμφωνηθείσες αποδοχές τις προβλεπόμενες στη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων του έτους 2017 (Υ.Α. 2242.5-1.5/77056/2017 – ΦΕΚ Β΄ 4005/17.11.2017), μέχρι την 1.11.2017, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά λόγω αδείας (βλ. προσκομιζόμενο σε φωτοαντίγραφο και επικαλούμενο από τον ενάγοντα ναυτικό φυλλάδιο αυτού). Κατά τη διάρκεια των ως άνω ναυτολογήσεών του στο παραπάνω πλοίο, αυτό εκτελούσε, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομισθέντες πίνακες δρομολογίων, τα ακόλουθα δρομολόγια με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, και συγκεκριμένα: Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2016 έως 9.9.2016: ΔΕΥΤΕΡΑ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν) 23.10. ΤΡΙΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 3.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. ΤΕΤΑΡΤΗ: Σύρος (αφ.) 02.05 – (αν.) 02.20, Πειραιάς (αφ.) 06.10 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΠΕΜΠΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΣΑΒΒΑΤΟ: Κως (αφ.) 04.40 – (αν.) 05.10, Ρόδος (αφ.) 08.10 – (αν.) 09.30, Κως (αφ.) 12.05 – (αν.) 12.30, Κατάπολα (αφ.) 15.35 – (αν.) 15.55, Πειραιάς (αφ.) 21.10 – (αν.) 23.55. ΚΥΡΙΑΚΗ: Κατάπολα (αφ.) 05.05 – (αν.) 05.25, Πάτμος (αφ.) 07.25 – (αν.) 07.45, Λέρος (αφ.) 08.35 – (αν.) 08.55, Κως (αφ.) 10.20 – (αν.) 10.50, Ρόδος (αφ.) 13.25 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. Β) Κατά το χρονικό διάστημα από 10.9.2016 έως 21.12.2016: ΔΕΥΤΕΡΑ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΤΡΙΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35. ΤΕΤΑΡΤΗ: Σύρος (αφ.) 02.05 – (αν.) 02.20, Πειραιάς (αφ.) 06.10 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΠΕΜΠΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΣΑΒΒΑΤΟ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) -. ΚΥΡΙΑΚΗ: Ρόδος (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. Σημειώνεται ότι την 30.11.2016, ημέρα Τετάρτη, δεν εκτελέστηκε το δρομολόγιο από Πειραιά. Το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά την 1.12.2016 ώρα 07.00 για Σύρο (10.20) – Πάτμο (14.40) – Λέρο (15.20) – Κω (17.15) – Ρόδο (20.25) και αναχώρησε άμεσα στις 22.30 για να φθάσει στον Πειραιά στις 11.55 της 2.12.2016. Από τις 3.12.2016 μέχρι και τις 11.12.2016 δεν εκτελέσθηκαν δρομολόγια, λόγω συμμετοχής του πληρώματος στην απεργία που κήρυξε η ΠΝΟ. Στις 12.12.2016, ημέρα Δευτέρα, το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά στις 23.30, έφθασε στη Ρόδο στις 12.15 της επομένης (13.12.2016) και αναχώρησε και πάλι από Ρόδο στις 17.00 της ίδιας ημέρας για Κω (20.05 – 20.35), Λέρο (22.15 – 22.35), Πάτμο (23.35 – 23.55), Σύρο (04.05 – 04.20), Πειραιά (08.05). Στις 17.12.2016 (Σάββατο) αναχώρησε από τη Ρόδο στις 12.00 για Κω (14.45 – 15.05) – Πειραιά (23.35) και στη συνέχεια αναχώρησε από τον Πειραιά την Κυριακή 18.12.2016 και ώρα 02.00 για Σύρο – Πάτμο – Λέρο – Κω – Ρόδο, όπου έφθασε στις 13.35 της Κυριακής και αναχώρησε και πάλι στις 17.00 της ίδιας ημέρας. Στις 19.12.2016 αναχώρησε από τον Πειραιά στις 17.00 για τη Ρόδο (04.00 της 20.12.2016). Από τη Ρόδο αναχώρησε στις 06.00 της 20.12.2016 και έφθασε στον Πειραιά στις 17.00 της ίδιας ημέρας. Γ) Κατά το διάστημα από 21.12.2016 έως 14.1.2017, το πλοίο της εναγόμενης εκτελούσε καθημερινά δρομολόγια από το λιμάνι του Πειραιά προς Ηράκλειο Κρήτης και επιστροφή. Συγκεκριμένα, καθημερινά αναχωρούσε εναλλάξ, τη μία ημέρα από τον Πειραιά και την επόμενη από το Ηράκλειο, στις 21.00 μ.μ. και έφθανε στον προορισμό του στις 06.00 π.μ. της επόμενης ημέρας. Δ) Από 15.1.2017 έως 2.4.2017, το πλοίο εκτελούσε μεσογειακά δρομολόγια, με αφετηρία το λιμάνι της Πάτρας, αρχικά προς Ηγουμενίτσα – Μπάρι Ιταλίας και επιστροφή. Κάθε δεύτερη ημέρα αναχωρούσε από την Πάτρα στις 18.00 για Ηγουμενίτσα (23.59) – Μπάρι (09.30 της επόμενης ημέρας). Από το Μπάρι αναχωρούσε αυθημερόν στις 19.00 και επέστρεφε στην Πάτρα, μέσω Ηγουμενίτσας στις 13.00 περίπου της επόμενης ημέρας, από όπου αναχωρούσε και πάλι αυθημερόν, στις 18.00 για Ηγουμενίτσα – Μπάρι Ιταλίας. Από 12.3.2017 μέχρι και 2.4.2017, το επίδικο πλοίο εκτελούσε τα μεσογειακά δρομολόγιά του από Πάτρα προς Ανκόνα Ιταλίας. Ε) Από 3.4.2017 έως 5.4.2017, από 19.5.2017 έως 27.6.2017 και από 6.9.2017 έως 31.10.2017: ΔΕΥΤΕΡΑ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΤΡΙΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.25, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. ΤΕΤΑΡΤΗ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΠΕΜΠΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.30 – (αν.) 22.45. ΣΑΒΒΑΤΟ: Πάτμος (αφ.) 02.30 – (αν.) 02.50, Λέρος (αφ.) 03.45 – (αν.) 04.05, Κάλυμνος (αφ.) 05.00 – (αν.) 05.20, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) -. ΚΥΡΙΑΚΗ: Ρόδος (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Κάλυμνος (αφ.) 21.20 – (αν.) 21.40, Λέρος (αφ.) 22.30 – (αν.) 22.50, Πάτμος (αφ.) 23.40 – (αν.) 23.59. Σημειώνεται ότι την 17.5.2017 (Τετάρτη) το δρομολόγιο από Πειραιά – Ρόδο και επιστροφή παρέμεινε ανεκτέλεστο, λόγω απεργίας της Π.Ν.Ο. Την 19.5.2017 (Παρασκευή), το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά στις 23.55 για την Πάτμο (07.30 – 07.50) – Λέρο (08.20 – 08.40) – Κω (10.15 – 10.35) – Ρόδο (13.30 της 20.5.2017). Από τη Ρόδο αναχώρησε στις 17.00 της Κυριακής (20.5.2017) για τον Πειραιά, όπου έφθασε στις 04.00 της 21.5.2017 και αναχώρησε και πάλι για τη Ρόδο στις 07.00 της ίδιας ημέρας. Έφθασε στη Ρόδο στις 18.00 της ίδιας ημέρας και αναχώρησε και πάλι αυθημερόν, στις 20.00 της 21.5.2017, για τον Πειραιά. Την 4.6.2017 (Κυριακή), το δρομολόγιο από τη Ρόδο παρέμεινε ανεκτέλεστο. Την 5.6.2017 (Δευτέρα) το πλοίο αναχώρησε από τη Ρόδο στις 07.00 για Κω (09.45 – 10.15) – Κάλυμνο (11.30 – 11.45) – Λέρο (12.40 – 12.55) – Πάτμο (13.50 – 14.05) – Σύρο (17.45 – 18.00) – Πειραιά (21.20 – 23.30) – Σύρο (02.50 – 03.05) – Πάτμο (06.25 – 06.40) – Λέρο (07.35 – 07.50) – Κω (09.15 – 09.45) – Ρόδο (12.15 – 17.00). Στ) Κατά το χρονικό διάστημα από 28.6.2017 έως 5.9.2017: ΔΕΥΤΕΡΑ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.50 – (αν.) 23.10. ΤΡΙΤΗ: Πάτμος (αφ.) 03.15 – (αν.) 03.35, Λέρος (αφ.) 04.35 – (αν.) 04.55, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Λέρος (αφ.) 22.15 – (αν.) 22.35, Πάτμος (αφ.) 23.35 – (αν.) 23.55. ΤΕΤΑΡΤΗ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.30 – (αν.) 22.45. ΠΕΜΠΤΗ: Πάτμος (αφ.) 02.30 – (αν.) 02.50, Λέρος (αφ.) 03.45 – (αν.) 04.05, Κάλυμνος (αφ.) 05.00 – (αν.) 05.20, Κως (αφ.) 06.35 – (αν.) 07.05, Ρόδος (αφ.) 10.10 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Κάλυμνος (αφ.) 21.20 – (αν.) 21.40, Λέρος (αφ.) 22.30 – (αν.) 22.50, Πάτμος (αφ.) 23.40 – (αν.) 23.59. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: Σύρος (αφ.) 04.00 – (αν.) 04.20, Πειραιάς (αφ.) 08.05 – (αν.) 19.00, Σύρος (αφ.) 22.30 – (αν.) 22.45. ΣΑΒΒΑΤΟ: Κάλυμνος (αφ.) 03.20 – (αν.) 03.40, Κως (αφ.) 04.40 – (αν.) 05.10, Ρόδος (αφ.) 08.10 – (αν.) 09.30, Κως (αφ.) 12.05 – (αν.) 12.30, Κατάπολα (αφ.) 15.35 – (αν.) 15.55, Πειραιάς (αφ.) 21.10 – (αν.) 23.55. ΚΥΡΙΑΚΗ: Κατάπολα (αφ.) 05.05 – (αν.) 05.25, Πάτμος (αφ.) 07.25 – (αν.) 07.45, Λέρος (αφ.) 08.35 – (αν.) 08.55, Κως (αφ.) 10.20 – (αν.) 10.50, Ρόδος (αφ.) 13.25 – (αν.) 17.00, Κως (αφ.) 20.05 – (αν.) 20.35, Κάλυμνος (αφ.) 21.20 – (αν.) 21.40, Λέρος (αφ.) 22.30 – (αν.) 22.50, Πάτμος (αφ.) 23.40 – (αν.) 23.59. Σημειώνεται ότι την 1.9.2017 (Παρασκευή), το πλοίο αναχώρησε από τον Πειραιά στις 19.00 για Σύρο (22.50 – 23.10) – Πάτμο (03.15 – 03.35) – Κω (05.35 – 06.00) και Ρόδο (08.30). Ο ενάγων, καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολόγησής του, απασχολούνταν καθημερινά με ανατιθέμενα σε αυτόν καθήκοντα συναφή με την ειδικότητά του, δηλαδή ως ναύτης βάρδιας, οι οποίες (βάρδιες) άλλαζαν κάθε δεκαπέντε ημέρες περίπου, ενώ κάθε σαράντα πέντε ημέρες εκτελούσε καθήκοντα ημερεργάτη – «ντεϊμάνη» (dayman) για άλλες δεκαπέντε ημέρες. Ειδικότερα, ως ναύτης βάρδιας, κατά τη διάρκεια του πλου είτε βρισκόταν στο τιμόνι του πλοίου είτε περιφερόταν στο γκαράζ και τα καταστρώματα, επιμελούμενος γενικά της ασφάλειας του πλοίου, του φορτίου και των επιβατών (ρύθμιση ρολογιών πυρασφάλειας, καθαριότητα κ.λπ.). Σημειώνεται ότι το μήκος του «…» φθάνει τα 200 μέτρα και το πλάτος του τα 25, μπορεί δε να μεταφέρει περισσότερους από 1.600 επιβάτες. Μετά την πρόσδεση του πλοίου σε κάθε λιμάνι, ήταν επιφορτισμένος με τη φόρτωση, έχμαση και εκφόρτωση των οχημάτων στα γκαράζ του πλοίου, που είναι συνολικά τέσσερα, εκ των οποίων τα δύο πολύ μεγάλα, σύμφωνα και με τις προβλέψεις του Γενικού Κανονισμού Λιμένα με αριθ. 14 «περί φόρτωσης οχημάτων στα οχηματαγωγά πλοία» (ΦΕΚ Β΄ 5/14.1.1997). Όταν ήταν «ντεϊμάνης», ήταν πάντοτε σε ετοιμότητα για το δέσιμο και λύσιμο του πλοίου στα λιμάνια που κατέπλεε. Επιπλέον, μετά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι (του Πειραιά, της Ρόδου, του Ηρακλείου), όπου παρέμενε κατά τη διάρκεια της ημέρας, και πριν την αναχώρηση αυτού, ασχολούνταν με καθαρισμούς του καταστρώματος του πλοίου, όπως και με εργασίες συντήρησης αυτού (μικροεπισκευές, χρωματισμοί κ.ά.). Κατά την εκτέλεση φυλακών, οι ναύτες του πλοίου χωρίζονταν σε ζεύγη που εκτελούσαν δύο τετράωρες βάρδιες έκαστο, πλην όμως συχνά παρίστατο η ανάγκη έναρξης κάθε βάρδιας νωρίτερα και λήξης αυτής αργότερα από τον καθοριζόμενο χρόνο αυτής. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων, κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του ως άνω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις προαναφερθείσες ακτοπλοϊκές γραμμές, με συχνές προσεγγίσεις σε ενδιαμέσους λιμένες, κατά δε το διάστημα από τα μέσα Ιανουαρίου 2017 έως τις αρχές Απριλίου του ίδιου έτους στη γραμμή Πάτρα – Ιταλία, β) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, ως ναύτη και δ) του γεγονότος ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα υπηρετούσαν στο ένδικο πλοίο, όταν αυτό εκτελούσε ακτοπλοϊκά δρομολόγια, δώδεκα ναύτες, ένας ναύκληρος, δύο υποναύκληροι και δύο ναυτόπαιδες, και όταν εκτελούσε μεσογειακούς πλόες ένας ναύκληρος, οχτώ ναύτες και ένας ναυτόπαις, κρίνεται ότι ο ενάγων, για την εκτέλεση των ως άνω καθηκόντων του, απασχολήθηκε, κατά μέσο όρο, κατά 12 ώρες ημερησίως, ήτοι εργαζόταν υπερωριακώς κατά 4 ώρες τις καθημερινές και Κυριακές και κατά 12 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Κατά τη διάρκεια ειδικά των μεσογειακών πλόων (Πάτρα – Ηγουμενίτσα – Ανκόνα ή Μπάρι Ιταλίας), ο ενάγων απασχολούνταν επιπλέον ώρες πέραν του νόμιμου ωραρίου του κατά τ’ ανωτέρω προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των πολύωρων δρομολογίων του,. Σημειώνεται ότι η εναγόμενη δεν προσκομίζει ούτε επικαλείται οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο (έγγραφα, μαρτυρικές καταθέσεις) σχετικά με το ποσοστό πληρότητας του πλοίου κατά τη διάρκεια των μεσογειακών πλόων την επίδικη περίοδο. Τα ανωτέρω προκύπτουν από την ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος του ενάγοντος … (στη με αριθμό …/3.9.2018 ένορκη βεβαίωσή του), ο οποίος συνυπηρετούσε με τον ενάγοντα στο ίδιο πλοίο, με την ίδια ειδικότητα, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, του οποίου η μαρτυρία συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα κατά το λόγο γνώσεως και αξιοπιστίας του, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι έχει ασκήσει και αυτός παρόμοιου περιεχομένου αγωγή κατά της ίδιας εναγόμενης, χωρίς αυτό να τον καθιστά εξαιρετέο μάρτυρα, σε συνδυασμό με τα διδάγματα κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως. Εξάλλου, απόδειξη παροχής υπερωριακής εργασίας εκ μέρους του ενάγοντος αποτελεί και το γεγονός ότι η εναγόμενη – εργοδότρια εταιρεία τού κατέβαλε μηνιαίως χρηματικό ποσό για υπερωρίες, όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους, με επίκληση, λογαριασμούς μισθοδοσίας, και ομολογείται από την ίδια. Από την ανωτέρω μαρτυρία, συγκρινόμενη και εκτιμώμενη σε συνδυασμό με τα λοιπά προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα, δεν αποδεικνύεται αληθής ο αγωγικός ισχυρισμός περί δεκατετραώρου καθημερινής απασχολήσεως του ενάγοντος καθ’ όλα τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα ναυτολογήσεώς του επί του ανωτέρω πλοίου, ούτε ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι ο ενάγων εργαζόταν συνολικά από οκτώ έως δέκα ώρες ημερησίως, με συνέπεια να μη δικαιούται πρόσθετης υπερωριακής αμοιβής, πέραν εκείνης που του είχε ήδη καταβληθεί. Πρέπει, ειδικότερα, να σημειωθεί ότι η υπηρεσία που εκτελούσε κατά την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου από όλους τους λιμένες προορισμού, ναι μεν, σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 137 του Κανονισμού, δεν συνιστά υπερωρία, πλην όμως, σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 1 των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, που, ως ειδικότερη ρύθμιση, κατισχύει του προαναφερθέντος άρθρου, προβλέπεται δικαίωμα υπερωριακής αμοιβής για την εκτέλεση των εργασιών αυτών (βλ. ενδεικτικά ΜονΕφΠειρ 602/2015, 85/2015 και 23/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το γεγονός, εξάλλου, ότι το ως άνω πλοίο τα εν λόγω χρονικά διαστήματα ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία, δεδομένου μάλιστα ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του Κώδικα Δημόσιου Ναυτικού Δικαίου (Ν.Δ. 187/1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (ΕφΠειρ 180/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Τέλος, όσον αφορά τις καταστάσεις «ΩΡΕΣ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ», που προσκομίζει η εναγόμενη, από τα ως άνω στοιχεία προέκυψε ότι οι σχετικές επ’ αυτών εγγραφές δεν είναι ακριβείς, όπως βασίμως ισχυρίζεται ο ενάγων, ο οποίος πράγματι εργαζόταν υπερωριακώς, όπως προεκτέθηκε, και η τήρηση αυτών είχε μόνον τυπικό χαρακτήρα, από το γεγονός δε ότι ο ενάγων υπέγραφε τους εν λόγω πίνακες χωρίς επιφύλαξη, υπό τον φόβο τυχόν απόλυσής του σε περίπτωση διαμαρτυρίας του, δεν μπορεί να συναχθεί δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των αγωγικών του ισχυρισμών. Σε κάθε περίπτωση, και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας και του αρχείου ωρών ανάπαυσης ναυτικού ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (άφεση χρέους) είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (η παραίτηση) έλαβε χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΜονΕφΠειρ 176/2016 και 56/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 1/2003 ΕΝαυτΔ 31.123), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγόμενης, που επαναφέρονται με τον πρώτο λόγο της έφεσής της. Υπό τις αμέσως προαναφερόμενες παραδοχές, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται εκ της υπερωριακής εργασίας του στο ως άνω πλοίο με την ως άνω ειδικότητα, κατά τα διαστήματα που το πλοίο εκτελούσε τα αναλυτικώς αναφερόμενα ακτοπλοϊκά δρομολόγια και σύμφωνα με τις αντίστοιχες αποδοχές που προβλέπονταν βάσει των σχετικών ρυθμίσεων της ΣΣΝΕ του έτους 2016 και 2017, τα ακόλουθα ποσά: α) Επί 230 καθημερινές και 43 Κυριακές της ως άνω περιόδου, το ποσό των (273 X 4 ώρες ημερησίως X 8,38 Ευρώ =) 9.150,96 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη το ποσό των 5.845,48 Ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, επομένως του οφείλεται η διαφορά, ποσού 3.305,48 ευρώ. β) Επί 57 Σάββατα και αργίες του ως άνω διαστήματος, και συγκεκριμένα τις ημερομηνίες 2, 9, 16, 23 και 30.7.2016, 6, 13, 20, 27 και 15.8.2016, 3, 10, 17, 24 και 14.9.2016, 1, 8, 15, 22, 29 και 28.10.2016, 17, 24, 25, 26 και 31.12.2016, 7, 14, 1 και 6.1.2017, 20, 27 και 25.5.2017, 3, 10, 17 και 24.6.2017, 1, 8, 15, 22 και 29.7.2017, 5, 12, 19, 26 και 15.8.2017, 2, 9, 16, 23, 30 και 14.9.2017 και 7, 14, 21 και 28.10.2017, το ποσό των (57 X 12 X 10,05 Ευρώ =) 6.874,2 Ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη το ποσό των 5.027,56 Ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, επομένως του οφείλεται η διαφορά, ποσού 1.846,64 Ευρώ. Επομένως, συνολικά για τις ως άνω αιτίες, ο ενάγων δικαιούται το ποσό των (3.305,48 + 1.846,64 =) 5.152,12 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι για το διάστημα 15.1.2017 – 2.4.2017, που το πλοίο εκτελούσε μεσογειακούς πλόες με δρομολόγια από την Πάτρα προς την Ιταλία, και σύμφωνα με τις αντίστοιχες αποδοχές που προβλέπονταν βάσει των σχετικών ρυθμίσεων της αντίστοιχης ΣΣΝΕ του έτους 2017, ο ενάγων δικαιούται για την υπερωριακή του εργασία το συνολικό ποσό των 229,71 ευρώ. Ειδικότερα, στον ενάγοντα καταβλήθηκαν οι δικαιούμενες από αυτόν υπερωριακές αμοιβές για την τετράωρη υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, όπως με την αγωγή του συνομολογεί, όχι όμως και κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Για τα 11 Σάββατα (21, 28.1, 4, 11, 18, 25.2, 4, 11, 18, 25.3 και 1.4) και τη 1 αργία (27.2) του επίδικου χρονικού διαστήματος, ήτοι για 12 ημέρες κατά τις οποίες εργάσθηκε υπερωριακά 12 ώρες ημερησίως και πραγματοποίησε συνολικά 144 ώρες υπερωριακής εργασίας, αμειβόμενες προς 9,08 €/ώρα (άρθρο 20 ΣΣΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων έτους 2017), εδικαιούτο το ποσό των 1.307,52 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού η εναγόμενη τού κατέβαλε το συνολικό ποσό των 1.077,81 ευρώ, όπως ο ενάγων συνομολογεί με την αγωγή του, με συνέπεια να τού οφείλεται η διαφορά, ποσού (1.307,52 – 1.077,81 =) 229,71 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως και, αφού έκανε δεκτή ως εν μέρει κατ’ ουσία βάσιμη την προβληθείσα από την εναγόμενη ένσταση εξόφλησης (άρθρο 416 ΑΚ), επιδίκασε στον ενάγοντα για την αιτία αυτή το συνολικό ποσό των 229,71 ευρώ, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνοψίζοντας, με βάση τα ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι ο ενάγων εδικαιούτο για το πρώτο ως άνω χρονικό διάστημα (εκτέλεσης ακτοπλοϊκών πλόων) το ποσό των 2.719,30 ευρώ για υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές και Κυριακές και το ποσό των 1.625,53 ευρώ για εργασία τα Σάββατα και τις αργίες έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο 1ος λόγος έφεσης του ενάγοντος να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος κατ’ ουσίαν. Αντίθετα, είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος ο 1ος λόγος έφεσης της εναγόμενης, με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται για το λόγο ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδίκασε στον ενάγοντα αμοιβή για υπερωριακή εργασία, την οποία δεν εδικαιούτο. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 33 των αντίστοιχα εφαρμοζόμενων στην προκειμένη περίπτωση ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του 2016, που κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β΄ 2796/2016), και του 2017, που κυρώθηκε με την ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 (ΦΕΚ Β΄ 4005/2017), σε συνδυασμό προς εκείνες του άρθρου 2 του Π.Δ. 814/1974 «Περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως» (ΦΕΚ Α΄ 359/3 Δεκεμβρίου 1974), εκδοθέντος δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως παρασχεθείσας δια του άρθρου 170 παρ. 1 ΚΙΝΔ, συνάγεται ότι, προκειμένου περί πλοίου, το οποίο εκτελεί κυκλικά ταξίδια και προς εξυπηρέτηση καθορισμένου δρομολογίου αποπλέει από τον λιμένα αφετηρίας ή προορισμού προ της παρελεύσεως εξαώρου από του κατάπλου, χωρίς να συμπληρώνει κατά τη διάρκεια ενός πλήρους ταξιδιού συνεχή παραμονή έξι ωρών εντός ενός των εν λόγω λιμένων, ή έχει τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από του αφετηρίου λιμένος, χωρίς να εκτελεί κατά κύριο λόγο ημερινούς πλόες (από 7ης πρωινής μέχρι 23ης νυκτερινής – ημερόπλοιο), ή είναι πλοίο γραμμών συνδεουσών δύο τουλάχιστον λιμένες εντός των ορίων του αυτού νομού (τοπικών), το οποίο εκτελεί δρομολόγια κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00 – 07.00), ή επεκτείνει τα δρομολόγια κατά τις ώρες αυτές, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις της ως άνω συλλογικής συμβάσεως, δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από του κατάπλου καθ’ εβδομάδα δια του αριθμού 8 ή το γινόμενο του αριθμού των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου καθ’ εβδομάδα αντιστοίχως επί το 1/30ό ή 1/60ό ή 1/120ό του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν τα κυκλικά ταξίδια διαρκούν τουλάχιστον 12 ώρες ή τουλάχιστον 6 ώρες ή μέχρι 6 ώρες αντιστοίχως. Ειδικότερα, προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, όπως προκύπτει από την παρ. 5 του άρθρου αυτού, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή, για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του ως άνω κατά την παρ. 2 προσδιορισμού. Δηλαδή, κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που εκτελούν περισσότερα από πέντε (5) κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα (6 ή 7), είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην παρ. 7, η οποία δεν υπολογίζεται κατά την παρ. 4, αλλά όπως ορίζεται στην παρ. 5. Επομένως, λαμβάνουν στην περίπτωση κατά την οποία η διάρκεια του κάθε δρομολογίου (κυκλικού ταξιδιού) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, πρόσθετη αμοιβή ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών για κάθε δρομολόγιο. Δηλαδή, αν εκτελούν 6 τακτικά δρομολόγια την εβδομάδα λαμβάνουν ως πρόσθετη αμοιβή το 1/30 των ως άνω αποδοχών, και, αν εκτελούν 7 τακτικά δρομολόγια, λαμβάνουν τα 2/30. Αν εκτελούν όμως πέντε (5) δρομολόγια ή λιγότερα των πέντε (5), τότε έχει εφαρμογή η προαναφερθείσα παρ. 4 του άρθρου αυτού [ΕφΠειρ(Μον) 293/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 716/2011 ΕΝαυτΔ 2012.107]. Στην προκειμένη περίπτωση, από όλα ανεξαιρέτως τα αποδεικτικά μέσα που προσκομίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου από τους διαδίκους και ανωτέρω αναφέρθηκαν, αποδείχθηκαν περαιτέρω τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Όπως συνομολογούν οι διάδικοι, καθόσον δεν αμφισβητήθηκε ειδικά (βλ. άρθρο 261 ΚΠολΔ), τα κατωτέρω επίδικα χρονικά διαστήματα το αναφερόμενο πλοίο πραγματοποίησε αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας του πριν τη συμπλήρωση έξι ωρών από την άφιξή του σε αυτό και, συνεπώς, σύμφωνα και με τα αναλυτικά αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, πραγματοποίησε «δρομολόγια εξπρές», ως ακολούθως: α. Τις εβδομάδες από 27.6.2016 μέχρι και 4.9.2016, κατά τα Σάββατα 2, 9, 16, 23 και 30.7, 6, 13, 20 και 27.8, 3.9, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι αφετηρίας του, τον Πειραιά, στις 21.10΄ και αναχώρησε στις 23.55΄ της ίδιας ημέρας, ήτοι παρέμεινε επί 2.45΄ ώρες και πραγματοποίησε 3.15΄, άλλως 3.25΄ ώρες πρόωρης αναχώρησης την κάθε φορά και, επί δέκα εβδομάδες, πραγματοποίησε συνολικά 32,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης, β. Την εβδομάδα από 12.12.2016 μέχρι 18.12.2016, το Σάββατο, 17.12, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά στις 23.35΄ και αναχώρησε στις 02.00΄ της 18.12.2016, ήτοι παρέμεινε στο λιμάνι αφετηρίας επί 2.25΄ ώρες και πραγματοποίησε πρόωρη αναχώρηση διάρκειας 3.35΄ ή 3.58΄ ωρών, γ. Την εβδομάδα από 15.5.2017 μέχρι 21.5.2017, την Κυριακή, 21.5, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά στις 04.00΄ και αναχώρησε στις 07.00΄ της ίδιας ημέρας, ήτοι παρέμεινε στο λιμάνι αφετηρίας επί 3 ώρες και πραγματοποίησε 3 ώρες πρόωρης αναχώρησης, δ. Την εβδομάδα από 5.6.2017 μέχρι 11.6.2017, τη Δευτέρα, 5.6, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά στις 21.20΄ και αναχώρησε στις 23.30΄ της ίδιας ημέρας, ήτοι παρέμεινε στο λιμάνι αφετηρίας επί 2.10΄ ώρες και πραγματοποίησε 3.50΄, άλλως 3.83΄ ώρες πρόωρης αναχώρησης, ε. Τις εβδομάδες από 26.6.2017 μέχρι 3.9.2017, κάθε Σάββατο, το πλοίο κατέπλεε στον Πειραιά στις 21.10΄ και αναχωρούσε και πάλι στις 23.55΄ της ίδιας ημέρας, ήτοι παρέμενε επί 2.45΄ ώρες και πραγματοποιούσε 3.15΄, άλλως 3.25΄ ώρες πρόωρης αναχώρησης κάθε φορά και, επί τις 10 εβδομάδες του ανωτέρω διαστήματος, πραγματοποίησε συνολικά 32,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης. Επομένως, το πλοίο πραγματοποίησε συνολικά 75,41 ώρες πρόωρης αναχώρησης, από τις οποίες, διαιρούμενες με τον συντελεστή 8, προκύπτει ο αριθμός των εξπρές δρομολογίων, ήτοι 9,43 εξπρές δρομολόγια, για τα οποία ο ενάγων δικαιούται να λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 33 παρ. 7 της ΣΣΝΕ, το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του. Σχετικά αποδείχθηκε ότι στην από 1.7.2016 σύμβαση ναυτικής εργασίας του ενάγοντος είχε συμφωνηθεί «κλειστός» μισθός, ανερχόμενος στο ποσό των 3.117,21 ευρώ (μεικτά) μηνιαίως. Ωστόσο, η συμφωνία αυτή (περί αμοιβής με πάγιο μηνιαίο μισθό – «κλειστό») είναι έγκυρη κατ’ άρθρο 361 ΑΚ με την προϋπόθεση ότι οι νόμιμες αποδοχές βάσει της οικείας ΣΣΕ δεν είναι μεγαλύτερες από τον «κλειστό» μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, αν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η συμφωνία δεν είναι έγκυρη και ο εργαζόμενος δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 225/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝαυτΔ 2009.283), όπως εν προκειμένω, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού ισχυρισμού της εναγόμενης. Συγκεκριμένα, η ελάχιστη μηνιαία νόμιμη αμοιβή που προβλέπεται από τις οικείες ΣΣΝΕ ανερχόταν στο ποσό των 4.627,91 ευρώ [βασικός μισθός ναύτη 1.157,99 ευρώ + επίδομα Κυριακών 254,76 ευρώ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ + επίδομα αδείας 417,13 ευρώ + μηνιαίο αντίτιμο της παρεχόμενης σε είδος τροφής 576,30 ευρώ + μέσος όρος τακτικά παρεχόμενης υπερωριακής εργασίας (9.150,96 + 6.874,2 = 16.025,16 ευρώ : 339 ημέρες συνολικής εργασίας ×30 =) 1.418,15 + κατά μέσο όρο μηνιαία αμοιβή για την έχμαση των οχημάτων 642,85 ευρώ + παγίως συμφωνηθείσα αμοιβή για το κούρδισμα των ρολογιών ασφαλείας 125,51 ευρώ]. Ως εκ τούτου, ο ενάγων δικαιούται αμοιβής δρομολογίων «εξπρές», και συγκεκριμένα ποσό 1.454,7 ευρώ [9,43 εξπρές δρομολόγια × 1/30 των συνολικών νόμιμων μηνιαίων αποδοχών αυτού, ποσού 4.627,91 ευρώ]. Έναντι του ανωτέρω ποσού ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη για τα ως άνω χρονικά διαστήματα, όπως αποδεικνύεται ιδίως από τις προσκομισθείσες μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη αναλυτικές καταστάσεις μισθοδοσίας – αποδείξεις πληρωμής εκάστου μηνός, το συνολικό ποσό των 829,4 ευρώ. Συνεπώς, κατά μερική παραδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της ένστασης εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη, του οφείλεται η διαφορά, ήτοι το ποσό των (1.454,7 – 829,4 =) 625,3 ευρώ και όχι το ποσό των 492,81 ευρώ που κατ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Σημειώνεται ότι για τον προηγηθέντα υπολογισμό συνυπολογίστηκε και ο μέσος όρος αμοιβών υπερωριακής εργασίας, όπως η αμοιβή προέκυψε κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επιδίκασε μικρότερο ποσό στον ενάγοντα για την παραπάνω αιτία έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και, συνεπώς, ο 2ος λόγος έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται, διότι η εκκαλούμενη επιδίκασε λιγότερα των δικαιουμένων ως αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές» πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος, ενώ ο 2ος λόγος έφεσης με τον οποίο η εκκαλούσα παραπονείται για το λόγο ότι επιδικάστηκε για την ανωτέρω αιτία αμοιβή, χωρίς να οφείλεται λόγω ολικής εξόφλησης, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 14 της ανωτέρω ΣΣΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες του άρθρου μόνου παρ. 2, 3 και 7 της υπ’ αριθμόν 70109/8008/14.12.81-7.1.82 Αποφάσεως του ΥΕΝ «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/7 Ιανουαρίου 1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών, αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου, αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως, ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου, αντιστοίχως, προς υπολογισμό των οποίων λαμβάνονται υπόψη ο καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα προ του Πάσχα, αντιστοίχως, το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας ως και πάσα άλλη παροχή καταβαλλομένη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικώς καθ’ έκαστο μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς καθ’ ορισμένα χρονικά διαστήματα. Μέρος των πάγιων και σταθερών αποδοχών αποτελούν και: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας, τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή για νόμιμη υπερωριακή εργασία, η οποία εφόσον δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το αντίτιμο τροφής είτε σε χρήμα παρέχεται είτε αυτουσίως, δ) το επίδομα αδείας. Στην προκειμένη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των ίδιων ανωτέρω αποδεικτικών μέσων αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων δικαιούται τα ακόλουθα ποσά για επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα: Α) Αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων ετών 2016 και 2017, για τα χρονικά διαστήματα από 1.7.2016 έως 2.11.2016 (124 ημέρες εργασίας), από 30.11.2016 έως 31.12.2016 (32 ημέρες εργασίας) και από 19.5.2017 έως 1.11.2017 (167 ημέρες εργασίας), ήτοι συνολικά για 323 ημέρες εργασίας, ποσό 6.293,96 ευρώ [μηνιαίες αποδοχές, όπως υπολογίσθηκαν ανωτέρω, ποσού 4.627,91 ευρώ × 2/25 X 17 δεκαεννεαήμερα (323 ημέρες : 19)], εκ των οποίων 3.039,81 ευρώ αντιστοιχούν στο δώρο Χριστουγέννων έτους 2016 και 3.254,15 ευρώ αντιστοιχούν στο δώρο Χριστουγέννων έτους 2017. Έναντι του ποσού αυτού, η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 1.477,07 ευρώ για το 2016 και το ποσό των 1.707,40 ευρώ για το 2017, ήτοι συνολικά το ποσό των 3.184,47 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από την ομολογία του ενάγοντος στην υπό κρίση αγωγή, σε συνδυασμό με τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από την εναγόμενη αναλυτικές αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος. Επομένως, γενομένης δεκτής ως εν μέρει βάσιμης κατ’ ουσία της ένστασης εξόφλησης που προβάλλει η εναγόμενη, οφείλεται στον ενάγοντα για την αιτία αυτή η διαφορά, ποσού (6.293,96 – 3.184,47 =) 3.109,49 ευρώ. Β) Αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2017 έως 14.1.2017 και από 3.4.2017 έως 5.4.2017 (17 ημέρες εργασίας), ποσό 327,81 ευρώ [(μηνιαίες αποδοχές, όπως υπολογίσθηκαν ανωτέρω, ποσού 4.627,91 ευρώ : 2) × 1/15 × 2,125 οκταήμερα (17 ημέρες : 8) = 327,81]. Έναντι του ποσού αυτού, ο ενάγων έλαβε από την εναγόμενη το ποσό των 165,04 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, επομένως, γενομένης δεκτής ως εν μέρει βάσιμης κατ’ ουσία της ένστασης εξόφλησης που προβάλλει η εναγόμενη, του οφείλεται η διαφορά, ποσού (327,81 – 165,04 =) 162,77 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι για τις ως άνω αιτίες οφείλονται αντιστοίχως ποσά 2.325,88 και 199,62 ευρώ έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και, επομένως, ο τρίτος λόγος έφεσης του ενάγοντος ως προς την αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και ο τρίτος λόγος έφεσης της εναγόμενης ως προς την αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτοί ως και ουσιαστικά βάσιμοι.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, γενομένης δεκτής της έφεσης του ενάγοντος στο σύνολό της και ως ουσιαστικά βάσιμης και γενομένης δεκτής της έφεσης της εναγόμενης κατά τον αντίστοιχο λόγο της και ως ουσιαστικά βάσιμης, πρέπει η εκκαλουμένη απόφαση να εξαφανιστεί (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) στο σύνολό της, χάριν της ενότητας της αναγκαστικής εκτελέσεως, να κρατηθεί η αγωγή και να δικαστεί κατ’ ουσία από το Δικαστήριο τούτο, αφού δε γίνει δεκτή ως ορισμένη και νομικά βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 53, 54, 84 ΚΙΝΔ, 340 επ., 361, 648 επ. ΑΚ, 176 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/1982), τις διατάξεις των ΣΣΝΕ πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων των ετών 2016 και 2017 που ανωτέρω αναλυτικώς αναφέρθηκαν, καθώς και της ΣΣΝΕ πληρωμάτων μεσογειακών και τουριστικών πλοίων του έτους 2017, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (5.152,12 + 229,71 + 625,3 + 3.109,49 + 162,77 =) 9.279,39 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τη 1.11.2017, επομένη της τελευταίας απολύσεως του ενάγοντος (άρθρο 655 του ΑΚ), εκτός από το επίδομα Χριστουγέννων 2017 ποσού (3.254,15 – 1.707,40 =) 1.546,75 ευρώ, το οποίο είναι καταβλητέο με το νόμιμο τόκο από την 1.1.2018, ήτοι από μεταγενέστερο χρονικό σημείο εκείνου που αναφέρεται με την αγωγή ως αφετήριο της τοκοφορίας, και μέχρι την εξόφληση [ΕφΠειρ (Μον) 191/2015, 441/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], όπως το κεφάλαιο περί τόκων ερευνάται χωρίς ειδικό παράπονο, ως αναγκαίως συνεχόμενο με τα εκκληθέντα από την εναγόμενη και μεταβιβασθέντα κεφάλαια της εκκαλούμενης απόφασης [ΑΠ 1699/1991 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (Μαργαρίτης), ΚΠολΔ Ι (2000) 522 αριθ. 2, 18]. Το αίτημα να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή καθίσταται πλέον άνευ αντικειμένου, γιατί η απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ως τελεσίδικη, μπορεί σε κάθε περίπτωση να εκτελεστεί (άρθρα 321, 904 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος, λόγω της μερικής νίκης του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου – ενάγοντος πρέπει να καταδικαστεί η εφεσίβλητη – εκκαλούσα – εναγόμενη στην καταβολή μέρους των δικαστικών του εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 176, 178 αρ. 1, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Ενώνει και συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων: α) την από 16.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Ειρηνοδικείου 4983/150/15.7.2020 και ΓΑΚ/ΕΑΚ παρόντος Δικαστηρίου 5257/2473/20.7.2020) έφεση του ενάγοντος και β) την από 5.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Ειρηνοδικείου 3274/85/5.6.2020 και ΓΑΚ/ΕΑΚ παρόντος Δικαστηρίου 5265/2476/20.7.2020) έφεση της εναγόμενης.

Δέχεται αυτές τυπικά και κατ’ ουσίαν.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 96/2019 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών).

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσία.

Δέχεται την αγωγή ως εν μέρει ουσιαστικά βάσιμη.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των εννιά χιλιάδων διακοσίων εβδομήντα εννιά ευρώ και τριάντα εννιά λεπτών (9.279,39 €), με το νόμιμο τόκο από τη 1.11.2017, εκτός από το επίδομα Χριστουγέννων 2017, ποσού 1.546,75 ευρώ, το οποίο είναι καταβλητέο με το νόμιμο τόκο από την 1.1.2018, και μέχρι την εξόφληση.

Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου – ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ, σε βάρος της εφεσίβλητης – εκκαλούσας – εναγόμενης.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις  25-1-2021.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ