Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

   

Αριθμός Απόφασης 319/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

τακτική διαδικασία

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 19 Ιανουαρίου 2021, προκειμένου να αποφανθεί για την αυτεπάγγελτη διόρθωση της με αριθμό 2161/2020 αποφάσεως του παρόντος δικαστηρίου, καθώς και των ταυτάριθμων πρακτικών της από 17.4.2018 δικασίμου συζήτησης της από 17.10.2014 έφεσης (ΓΑΚ/ΕΑΚ 40184/7194/2014), μεταξύ:

Του καλούντος – εκκαλούντος: …, κατοίκου … (ΑΦΜ …), ο οποίος δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Της καθ’ ης η κλήση – εφεσίβλητης: Της εδρεύουσας στον …) ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…», όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η υπόθεση φέρεται προς συζήτηση για την αυτεπάγγελτη διόρθωση της με αριθμό 2161/2020 αποφάσεως του παρόντος δικαστηρίου δυνάμει της από 18.12.2020 Πράξης του Προέδρου Πρωτοδικών Πειραιά Γεώργιου Παντελίδη που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου υπ’ αριθ. κατάθ. 9875/4715/21.12.2020, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

               Το άρθρο 315 ΚΠολΔ ορίζει ότι αν από παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης περιέχονται λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό της διατυπώθηκε κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβώς, το Δικαστήριο που την έχει εκδώσει μπορεί, ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου ή και αυτεπαγγέλτως, να τη διορθώσει με νέα απόφασή του, δικάζοντας κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η απόφαση που διορθώθηκε. Από τη διάταξη αυτή, η οποία ως εξαιρετική υπηρετεί, στα πλαίσια της επιταγής για ασφάλεια δικαίου, τον κύριο σκοπό της δίκης, που είναι η δικαιοσύνη, συνάγεται ότι μπορεί να γίνει διόρθωση των σφαλμάτων της απόφασης που οφείλονται σε ασυμφωνία αυτών που ήθελε το δικαστήριο και εκείνων που έχουν διατυπωθεί στην απόφαση, έστω και αν από τη διόρθωση της ανακρίβειας της διατύπωσης επέρχεται μεταβολή στο διατακτικό, αφού η μεταβολή αυτή, η οποία, επιτρεπόμενη από τον νόμο, δεν ανατρέπει αλλά ορθώς διατυπώνει την αληθή δικαιοδοτική βούληση, δεν αποτελεί παραβίαση του δεδικασμένου. Η δε παραδρομή, στην οποία οφείλονται τα λάθη, αρκεί να προκύπτει από την όλη διάρθρωση της απόφασης και των συμβάντων κατά τη σύνταξή της (βλ. ΟλΑΠ 5/1992 ΝοΒ 1992.708, ΑΠ 1259/2002 ΕλλΔνη 2003.130). Οι παραδρομές πρέπει να προκύπτουν είτε από το κείμενο της απόφασης, όπως επί διάστασης της διατύπωσης του αιτιολογικού και του διατακτικού, είτε από τα δικόγραφα της δίκης, από τα πρακτικά της συζήτησης, τις προτάσεις και τα λοιπά δικόγραφα των διαδίκων, σε τρόπο ώστε να αποκλείεται η διόρθωση βάσει νέων στοιχείων. Διορθώνονται, δηλαδή, ακούσιες πλημμέλειες που παρεισέφρησαν κατά τη σύνταξη ή κατά την καθαρογραφή της απόφασης και προκαλούν προφανή ασυμφωνία μεταξύ δηλωθέντος και βουληθέντος, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η διόρθωση δεν μπορεί να οδηγήσει σε μεταβολή, παραλλαγή ή ανάκληση του περιεχομένου της απόφασης [Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Μακρίδου), ΚΠολΔ Ι (2000) 315 αριθ. 1]. Στη διόρθωση υπόκειται και το προεισαγωγικό τμήμα της αποφάσεως και, συνεπώς, μπορεί για παράδειγμα να συμπληρωθεί και παράλειψη είτε ως προς τα ονόματα και τα λοιπά στοιχεία ταυτότητας των διαδίκων, των τυχόν νόμιμων αντιπροσώπων τους, καθώς και των δικαστικών πληρεξουσίων, είτε στη σημείωση ότι δικάστηκαν ερήμην ή αντιμωλία εάν οφείλεται σε παραδρομή (ΠΠρΑθ 4372/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, για τη διόρθωση των πρακτικών δεν προβλέπει ειδικά ο ΚΠολΔ, σε αντίθεση με τον ΚΠοινΔ, όπου υπάρχει ρητή ρύθμιση (αυτή του άρθρου 145 παρ. 3). Προς κάλυψη του κενού αυτού δε, πρέπει να εφαρμοσθεί αναλογικά και για τα πρακτικά η ως άνω διάταξη του άρθρου 315 ΚΠολΔ (ΕφΑθ 8276/2006 ΕλλΔνη 2007.1497 – πρβλ. ΑΠ 278/1996 ΕλλΔνη 1996.1552, 1553). Και στην περίπτωση αυτή, όμως, πρέπει τα περιεχόμενα σε αυτά (τα πρακτικά) σφάλματα να είναι πρόδηλα και να προκύπτουν είτε από αυτό τούτο το κείμενο της απόφασης ή της απομαγνητοφώνησης ή το σύνολο των στοιχείων της δίκης, τις προτάσεις και τα δικόγραφα των διαδίκων, και όχι από νέα στοιχεία, ενώ, σε κάθε περίπτωση, δεν επιτρέπεται η διόρθωση του περιεχομένου των καταθέσεων των μαρτύρων και, εν γένει, η επανεξέταση των αποδεικτικών μέσων και η επανεκτίμηση της υπόθεσης [βλ. ΕφΑθ 8276/2006 ό.π., ΠΠρΑθ 681/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Μακρίδου), ό.π., άρθρο 315 αριθ. 12). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 318 παρ. 1 ΚΠολΔ, η συζήτηση της αίτησης διόρθωσης της απόφασης (ή των πρακτικών) στο ακροατήριο γίνεται κατά τη διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η απόφαση που διορθώνεται και αφού κληθούν οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση όλοι οι διάδικοι που αναφέρονται στην απόφαση. Η διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί ειδική εφαρμογή της αρχής της «εκατέρωθεν ακροάσεως», πρόδηλο έχει σκοπό την προστασία των συμφερόντων των διαδίκων (εκτός του αιτούντος), οι οποίοι μετείχαν στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προς διόρθωση απόφαση (ή συντάχθηκαν τα υπό διόρθωση πρακτικά) και στους οποίους πρέπει να δίδεται η ευχέρεια να διατυπώσουν προσηκόντως και νομοτύπως τις απόψεις τους περί του θέματος της διόρθωσης. Αν τη διόρθωση την προκάλεσε το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως (άρθρο 317 παρ. 3 ΚΠολΔ), η κλήση των διαδίκων γίνεται με την επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 320 του ίδιου Κώδικα, η διορθωτική απόφαση σημειώνεται, με την επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου, στο πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται (ή των πρακτικών που διορθώνονται), έχει δε αναδρομική δύναμη, καθόσον ανατρέχει στο χρόνο δημοσίευσης (της απόφασης ή των πρακτικών που διορθώνονται -βλ. ΕφΑθ 1662/1987 ΕλλΔνη 1988.538, ΠΠρΑθ 681/2014 ο.π.).

Στην προκειμένη περίπτωση με την από 18.12.2020 Πράξη του Προέδρου Πρωτοδικών Πειραιά (ΓΑΚ/ΕΑΚ 9875/4715/2020) ζητείται η οίκοθεν διόρθωση της με αριθμό 2161/2020 απόφασης του Δικαστηρίου αυτού (τακτική διαδικασία-τμήμα ναυτικών διαφορών), στο προεισαγωγικό τμήμα αυτής, καθώς και των ταυτάριθμων από 17.4.2018 πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης της συζήτησης της από 17.10.2014 υπ’ αριθ. κατάθεσης δικογράφου 40184/7194/2014 έφεσης, διότι από παραδρομή αναγράφεται ότι ο καλών-εκκαλών … παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Παρασκευής Κερχουλά δυνάμει δήλωσης του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ενώ το ορθό είναι ότι παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου του Ντανίλο Π. Κούλιτς (ΑΜ/ΔΣΑ 26398) δυνάμει δήλωσης του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Με το περιεχόμενο αυτό και αίτημα, η ως άνω αίτηση παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, με την οποία εκδόθηκε η υπό διόρθωση απόφαση, και είναι νόμω βάσιμη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 315 επ. του ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι, λόγω της αυτεπάγγελτης κίνησης της διαδικασίας διόρθωσης, την οποία ο ανωτέρω Πρόεδρος Πρωτοδικών έκρινε αναγκαία, και της μη εξέτασης μαρτύρων, η ανωτέρω υπόθεση εντάχθηκε στο πινάκιο προς εκφώνηση ανεξαρτήτως της μη υποβολής έγγραφης δήλωσης των πληρεξούσιων δικηγόρων των διαδίκων την προτεραία της δικασίμου [βλ. άρθρο 1 α/α 4 της υπ’ αριθ. Πρωτ. Δ1α/ΓΠ.οικ.: 3060/16.1.2021 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 89/2021), σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 8/17.1.2021 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου Πειραιώς], οι οποίοι (διάδικοι), σε κάθε περίπτωση, δεν εξαρτούν άμεσο ή έμμεσο έννομο συμφέρον από τη συγκεκριμένη διόρθωση, δεδομένου του αντικειμένου της κρινόμενης Πράξης. Συνεπώς, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, αφού κλητεύθηκαν νόμιμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 318 παρ. 1 του ΚΠολΔ οι διάδικοι που αναφέρονται στην υπό διόρθωση απόφαση (βλ. αντιστοίχως το από 29.12.2020 αποδεικτικό επίδοσης του Αστ/κού … και το από 22.12.2020 αποδεικτικό επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων του Πρωτοδικείου Πειραιώς …). Οι τελευταίοι δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την προαναφερθείσα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και, για το λόγο αυτό, πρέπει να δικασθούν ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 318 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

Από τα προσκομιζόμενα στο φάκελο της δικογραφίας οίκοθεν διόρθωσης απόφασης και πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης έγγραφα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Επί της από 17.10.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 40184/2014 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 7194/2014 έφεσης του … κατά της εδρεύουσας στον ….. ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…», νομίμως εκπροσωπουμένης, με την οποία προσέβαλε την υπ’ αριθ. 110/2014 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία (έφεση) συζητήθηκε, κατόπιν επαναφοράς της με την από 31.1.2018 με γενικό αριθμό κατάθεσης 1144/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 492/2018 κλήση (μετά παραπομπή) του εκκαλούντος, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη δικάσιμο της 17.4.2018, εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, η υπ’ αριθ. 2161/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου και συντάχθηκαν συναφώς τα ταυτάριθμα με αυτήν απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης. Κατά τη συγκεκριμένη δικάσιμο δε, όπως προκύπτει από το απομαγνητοφωνημένο κείμενο, στο ακροατήριο ο ως άνω καλών – εκκαλών εκπροσωπήθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Εν τούτοις, από προφανή παραδρομή του δικάσαντος την υπόθεση Δικαστηρίου και της γραμματέως της έδρας, στο εισαγωγικό μέρος τόσο της ως άνω απόφασης όσο και των ανωτέρω πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης μνημονεύθηκε ως παρασταθείσα στο ακροατήριο με δήλωση για λογαριασμό του προαναφερόμενου καλούντος-εκκαλούντος η δικηγόρος Παρασκευή Κερχουλά (ΑΜ/ΔΣΑ 15888), ενώ, όπως, προκύπτει από τη σχετική δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και τις από 16.4.2018 κατατεθείσες προτάσεις, σε συνδυασμό με το σχετικό γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων, ο καλών-εκκαλών εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ντανίλο Π. Κούλιτς (ΑΜ/ΔΣΑ 26398), ο οποίος, άλλωστε, είχε συντάξει και καταθέσει τις ως άνω έφεση και κλήση μετά παραπομπή. Η διόρθωση του συγκεκριμένου σφάλματος δε, δεν επηρεάζει, μεταβάλλει ή αλλοιώνει, ούτε κατ’ ελάχιστο, το περιεχόμενο της οικείας δικανικής κρίσης, ως αυτή ενσωματώθηκε στην ως άνω απόφαση. Μετά ταύτα, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, πρέπει να διορθωθεί το κείμενο του εισαγωγικού τμήματος τόσο της υπ’ αριθ. 2161/2020 απόφασης τακτικής διαδικασίας του παρόντος Δικαστηρίου, όσο και των ταυτάριθμων με αυτή πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν ορίζεται, καθόσον η διορθωτική αυτή απόφαση δεν υπόκειται, κατ’ άρθρο 319 ΚΠολΔ, σε ανακοπή.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ χωρίς τη δικονομική παρουσία των διαδίκων της από 17.10.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 40184/2014 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 7194/2014 έφεσης ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου.

ΔΙΟΡΘΩΝΕΙ ΟΙΚΟΘΕΝ τη με αριθμό 2161/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου στο εισαγωγικό μέρος της, καθώς και τα ταυτάριθμα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, όπου αναγράφεται ο παρασταθείς με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ πληρεξούσιος δικηγόρος του καλούντος – εκκαλούντος Ηλία Μηστριώτη, από την εσφαλμένα αναγραφόμενη Παρασκευή Κερχουλά (ΑΜ/ΔΣΑ 15888) στο ορθό Ντανίλο Π. Κούλιτς (ΑΜ/ΔΣΑ 26398 – κάτοικος Αθήνας, οδός Αμερικής αριθ. 23).

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη με την επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου σημείωση της διορθωτικής τούτης αποφάσεως στο πρωτότυπο της απόφασης και των πρακτικών που διορθώνονται.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ