ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 399 /2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 11062/5561/04-12-2019 αγωγή)
………………………………………
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 27 Οκτωβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον … με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Πλοίων …… και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις, δυνάμει του από 10-03-2020 πληρεξουσίου εγγράφου, που φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής από αρμόδια αρχή κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Νικόλαος Κυπριώτης του Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ 11734), κάτοικος …, που υπέβαλε το υπ’ αριθ. …/02-07-2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων και εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Ιωάννη Γιαννελάκη (ΑΜ/ΔΣΠ 4345).
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «…», με Α.Φ.Μ. … Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, που εδρεύει στον …) και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις, δυνάμει του από 24-06-2020 πληρεξουσίου εγγράφου, που φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής από αρμόδια αρχή κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Αστέριος Σύσιλας του Ιωακείμ (ΑΜ/ΔΣΑ 24250), κάτοικος …, που υπέβαλε το υπ’ αριθ. …/26-06-2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 03-12-2019 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 11062/04-12-2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5561/04-12-2019 και προσδιορίστηκε για να συζητηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εταιρία ισχυρίζεται ότι δυνάμει του από 09-12-2011 ιδιωτικού συμφωνητικού πώλησης με παρακράτηση κυριότητας, πώλησε και παρέδωσε στην εναγομένη εταιρεία το σε αυτή περιγραφόμενο ρυμουλκό πλοίο με το όνομα «…», αντί συνολικού τιμήματος 300.000 ευρώ, έναντι του οποίου η εναγομένη κατέβαλε μέχρι την υπογραφή της σύμβασης το ποσό των 101.450 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 198.550 ευρώ όφειλε να καταβάλει σε δέκα οκτώ (18) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ποσού 11.000 ευρώ η καθεμία, εκτός της τελευταίας, ποσού 9.850 ευρώ, οι οποίες (δόσεις) έπρεπε να καταβληθούν η μεν πρώτη στις 31-01-2012 και οι επόμενες την τελευταία ημέρα κάθε επόμενου μήνα. Ότι σε περίπτωση εξόφλησης του τιμήματος η ίδια όφειλε να χορηγήσει απόδειξη ολοσχερούς εξόφλησης και να προβεί σε άρση της παρακράτησης της κυριότητας. Ότι η εναγομένη έχει εξοφλήσει μόνο πέντε (5) μηνιαίες δόσεις, ποσού 11.000 ευρώ έκαστης, ήτοι έχει καταβάλει το ποσό των 55.000 ευρώ, ενώ έχει προβεί σε μερική εξόφληση της έκτης δόσης, έναντι της οποίας έχει καταβάλει το ποσό των 3.000 ευρώ, ήτοι συνολικά έχει καταβάλει το ποσό των 58.000 ευρώ, ενώ αρνείται παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, η τελευταία των οποίων έλαβε χώρα με την κοινοποίηση σε αυτή την 27-08-2019 της από 20-08-2019 εξώδικης διαμαρτυρίας της, να καταβάλει το υπόλοιπο ποσό των 140.550 ευρώ (198.550 ευρώ – 58.000 ευρώ = 140.550 ευρώ). Κατόπιν αυτών, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, βάσει των διατάξεων περί πώλησης (άρθρα 513 και 532 επ. ΑΚ), άλλως βάσει των διατάξεων περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ. ΑΚ) το συνολικό ποσό των εκατόν σαράντα χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα (140.550) ευρώ, νομιμοτόκως από τη δήλη ημέρα πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης, άλλως από την επίδοση της εξωδίκου οχλήσεώς της σε αυτή την 27-08-2019, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως.
Κατά το άρθρο 64 παρ. 2 ΚΠολΔ, τα νομικά πρόσωπα παρίστανται στο δικαστήριο με όποιον τα εκπροσωπεί, κατά δε τα άρθρα 65, 67 και 68 ΑΚ, που αναφέρονται στη διοίκηση και στην εκπροσώπηση του νομικού προσώπου, το νομικό πρόσωπο διοικείται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα, ενώ όποιος έχει τη διοίκηση νομικού προσώπου φροντίζει τις υποθέσεις του και το αντιπροσωπεύει δικαστικά και εξώδικα, επιπλέον δε η έκταση της εξουσίας εκείνου που έχει τη διοίκηση προσδιορίζεται από τη συστατική πράξη ή το καταστατικό. Από όλες αυτές τις διατάξεις προκύπτει ότι η έγερση της αγωγής, η οποία αποτελεί διαχειριστική πράξη, ανήκει κατ’ αρχήν στη διοίκηση του νομικού προσώπου. Διάδικος είναι αυτό τούτο το νομικό πρόσωπο, το οποίο μπορεί να εναγάγει και να παραστεί επί δικαστηρίου με τον κατά νόμον ορισμένο αντιπρόσωπο του, με τον οποίο ως το αρμόδιο όργανο εκφράζεται η νόμιμη, έγκυρη προς τούτο, βούληση του νομικού προσώπου. Εάν απουσιάζει η διοίκηση από το νομικό πρόσωπο, δεν μπορεί αυτό να είναι διάδικος. Η ύπαρξη απόφασης του νομικού προσώπου για την έγερση της αγωγής ή η ιδιότητα του προσώπου που το εκπροσωπεί στη δίκη, ως φορέα του σχετικού με την έγερση της αγωγής δικαιώματος, αποτελεί στοιχείο της νομιμοποίησης του, τη συνδρομή του οποίου το δικαστήριο εξετάζει αυτεπάγγελτα, σύμφωνα με το άρθρο 73 ΚΠολΔ, ενώ και ο διάδικος μπορεί να υποβάλει σχετική αμφισβήτηση, από τα έγγραφα που προσκομίζει νόμιμα το νομικό πρόσωπο κατά την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο, που αποτελείτο ακρότατο χρονικό σημείο ολοκλήρωσης των διαδικαστικών προϋποθέσεων (ΑΠ 186/1989, ΕΕμπΔ 1990. 649, ΕφΑΘ 11799/1987, ΕλλΔνη 29. 357). Επιπλέον, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του αρ. 67 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ, αν υπάρχουν ελλείψεις σχετικά με την ικανότητα των διαδίκων για δικαστική παράσταση με το δικό τους όνομα ή σχετικά με τη νόμιμη εκπροσώπηση τους και την άδεια ή την εξουσιοδότηση, που απαιτείται για τη διεξαγωγή της δίκης, εφόσον οι εν λόγω ελλείψεις μπορούν να συμπληρωθούν, το δικαστήριο αναβάλλει την πρόοδο της δίκης και ορίζει προθεσμία για τη συμπλήρωση των ως άνω ελλείψεων (ΑΠ 1979/ 2008, ΕΑ 6528/2009, ΕΑ 968/2005 ΕπισκΕμπΔ 2005). Επιπρόσθετα, κατά το άρθρο 64 ΚΠολΔ «Όποιος είναι ικανός για οποιαδήποτε δικαιοπραξία, μπορεί να παρίσταται στο δικαστήριο με το δικό του όνομα». Η ικανότητα δικαστικής παράστασης ρυθμίζεται στον ΚΠολΔ με βάση την ικανότητα προς δικαιοπραξία (άρθρα 127-137ΑΚ). Η ικανότητα δικαστικής παράστασης συνιστά διαδικαστική προϋπόθεση και ερευνάται αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης, όταν δε λείπει η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Ωστόσο, εάν η ικανότητα δικαστικής παράστασης (όπως ακριβώς και η ικανότητα διαδίκου) έλειπε κατά την άσκηση της αγωγής, ενώ υπάρχει κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η διαδικασία προχωρεί ομαλώς, ενώ εάν υπήρχε κατά την άσκηση της αγωγής αλλά δεν υπάρχει κατά τη συζήτηση κηρύσσεται απλώς απαράδεκτη η συζήτηση της αγωγής (Κεραμεύς-Κονδύλης-Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ, έκδ. 2000, άρθρο 64, παρ. 9, σελ. 131). Περαιτέρω, κατά την παρ. 1 του άρθρου 12 του Ν. 959/1979 «Η ναυτική εταιρεία διοικείται και εκπροσωπείται υπό του διοικητικού αυτής συμβουλίου, το οποίον απαρτίζεται εκ τριών τουλάχιστον μελών», ενώ κατά το άρθρο 13 του ιδίου νόμου «1. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ορίζονται διά της εταιρικής συμβάσεως ή εκλέγονται δια αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μετόχων, επιφυλασσομένης της διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου. 2. Η θητεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι τριετής, εκτός εάν άλλως η εταιρική σύμβασις ορίζη. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου είναι πάντοτε ελευθέρως ανακλητά και επανεκλέξιμα. Εάν λήξη η θητεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου και για οιονδήποτε λόγο δεν εκλεγή νέον διοικητικόν συμβούλιον, η θητεία του παλαιού παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρις εκλογής νέου. 3. Κενωθείσης θέσεως μέλους του διοικητικού συμβουλίου ένεκα παραιτήσεως, θανάτου, εκπτώσεως ή εξοιουδήποτε λόγου, τα αναπομένοντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, εφ` όσον είναι τουλάχιστον δύο, εκλέγουν προσωρινώς σύμβουλον μέχρι λήξεως της θητείας του αντικατασταθέντος. Η τοιαύτη εκλογή υποβάλλεται προς έγκρισιν εις την αμέσως επομένην γενικήν συνέλευσιν. Αι πράξεις των ούτως εκλεγομένων συμβούλων είναι έγκυροι, έστω και αν έτι η εκλογή των δεν ήθελεν εγκριθή υπό της γενικής συνελεύσεως…». Κατά το άρθρο 19 του ως άνω Νόμου «1. Το διοικητικόν συμβούλιον είναι αρμόδιον ν’ αποφασίζη επί παντός θέματος αφορώντος εις την διοίκησιν της εταιρείας, εις την διαχείρισιν της περιουσίας αυτής και εις την εν γένει επιδίωξιν του σκοπού της εμπραγμάτου ασφαλείας υπέρ ετέρων φυσικών ή νομικών προσώπων. 2. Της αρμοδιότητος του διοικητικού συμβουλίου εξαιρούνται μόνον θέματα, άτινα κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου ή της εταιρικής συμβάσεως υπάγονται εις την αποκλειστικήν αρμοδιότητα της γενικής συνελεύσεως. Περαιτέρω, κατά την παρ. 5 του άρθρου 20 του ιδίου Νόμου «1. Το διοικητικόν συμβούλιον δύναται να αναθέτη εν όλω ή εν μέρει, διά αποφάσεως αυτού, την άσκησιν των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων του εις εν ή και περισσότερα μέλη του ή εις τρίτους, καθορίζον άμα και την έκτασιν των εξουσιών τούτων. 2. Η, κατά την προηγουμένην παράγραφον απόφασις, δέον να καταχωρίζεται εις το μητρώον των ναυτικών εταιρειών. 3. Αι πράξεις των οργάνων της εταιρείας εντός των ορίων της κατά νόμον εξουσίας των δεσμεύουν την εταιρείαν έναντι τρίτων, έστω και αν έτι αι πράξεις αύται κείνται εκτός του εταιρικού σκοπού. 4. Περιορισμοί της εξουσίας οργάνου της εταιρείας πηγάζοντες εκ της εταιρικής συμβάσεως ή θεμελιούμενοι εις απόφασιν της γενικής συνελεύσεως δεν αντιτάσσονται προς τρίτους έστω και αν έχουν καταχωρισθή εις το μητρώον ναυτικών εταιρειών. 5. Αι εις το μητρώον καταχωρίσεις και τα βάσει τούτων εκδιδόμενα πιστοποιητικά αποτελούν πλήρη απόδειξιν περί των εκπροσώπων της Εταιρείας. Επιπλέον, δυνάμει του άρθρου 48 παρ. 1 του Ν. 959/1979 συστήθηκε η Υπηρεσία Μητρώου Ναυτικών Εταιρειών, υπαγόμενη στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. Στο μητρώο ναυτικών εταιρειών καταχωρείται καταρχήν η ναυτική εταιρία και στη συνέχεια οι πράξεις και τα γεγονότα, που συνδέονται με τη ζωή της, όπως π.χ. οι πράξεις και τα στοιχεία που αναφέρονται στο διορισμό οργάνων διοίκησης. Η καταχώρηση στο μητρώο ναυτικών εταιρειών γίνεται ύστερα από έλεγχο νομιμότητας που διενεργεί αυτός που τηρεί το μητρώο, ο οποίος εάν αμφιβάλλει για το νομότυπο της εταιρικής σύμβασης δεν προβαίνει στην καταχώρηση, αλλά παραπέμπει την σύμβαση στον Προϊστάμενο του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ειδοποιώντας για αυτό εγγράφως τους ιδρυτές της εταιρείας. Η καταχώρηση της εταιρείας στην τελευταία αυτή περίπτωση γίνεται μόνον μετά από πράξη του Προϊσταμένου Πρωτοδικείου Πειραιώς (άρθρο 53 παρ. 1 και 2 του Ν. 959/1979). Ειδικότερα, ενόψει της αναγκαιότητας οι τρίτοι να γνωρίζουν τα πρόσωπα που έχουν εξουσία διαχείρισης και εκπροσώπησης της ναυτικής εταιρείας, το άρθρο 52 του ανωτέρω νόμου ρητά προβλέπει τη δημοσιότητα των ονομάτων και στοιχείων ταυτότητας τόσο των μελών του διοικητικού συμβουλίου όσο και των προσώπων που εκπροσωπούν την εταιρεία δικαστικά ή εξώδικα και τη δεσμεύουν έναντι τρίτων. Αυτό επιτυγχάνεται με την υποβολή στο μητρώο ναυτικών εταιρειών των σχετικών πράξεων διορισμού των οργάνων διοίκησης της ναυτικής εταιρείας (ήτοι απόφασης συγκρότησης νέου διοικητικού συμβουλίου ή δικαστική απόφαση περί διορισμού προσωρινής διοίκησης). Ειδικότερα, το άρθρο 52 του ανωτέρω νόμου, διαλαμβάνει τα εξής: «Εις το βιβλίον μητρώου καταχωρίζεται κατά χρονολογικήν σειράν η επωνυμία πάσης ναυτικής εταιρείας, γενομένης δεκτής προς καταχώρισιν…2. Εις τον φάκελλον της εταιρείας τηρούνται η εταιρική σύμβασις ως και άπαντα τα έγγραφα τα υποβαλλόμενα προς αναγραφήν εις την μερίδα της εταιρείας. 3. Στη μερίδα της εταιρείας αναγράφονται, αμέσως μετά την καταχώρισή της, η χρονολογία της εταιρικής σύμβασης, η επωνυμία, η έδρα, η διάρκεια και η διεύθυνση της εταιρείας, καθώς και το κεφάλαιό της. Επίσης αναγράφονται τα ονοματεπώνυμα, οι διευθύνσεις της κατοικίας, οι αριθμοί των δελτίων αστυνομικής ταυτότητας ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων ταυτότητας που εκδίδονται με βάση την ειδική νομοθεσία κάθε χώρας και οι αριθμοί φορολογικού μητρώου των μελών του διοικητικού συμβουλίου, των προσώπων τα οποία από κοινού ή χωριστά εκπροσωπούν την εταιρεία δικαστικά και εξώδικα και δεσμεύουν αυτήν έναντι τρίτων, καθώς και του προσώπου που είναι εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή των εγγράφων που κοινοποιούνται προς την εταιρεία. Μεταγενέστερες μεταβολές των ανωτέρω σημειώνονται στη μερίδα της εταιρείας αμέσως μετά την υποβολή των σχετικών εγγράφων. … Στη μερίδα της εταιρείας σημειώνονται επίσης η διάλυση της εταιρείας, ο διορισμός ή η αντικατάσταση εκκαθαριστών, η περί αναβίωσης της εταιρείας απόφαση της γενικής συνέλευσης, καθώς και κάθε δικαστική απόφαση, αναφερόμενη στην κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση, σε γεγονός του οποίου τη σημείωση προβλέπει ο νόμος». Περαιτέρω για το αντιτάξιμο των δημοσιεύσεων αυτών το άρθρο 54 παρ. 1 του ανωτέρω Νόμου προβλέπει «Η ναυτική εταιρεία δεν δύναται να αντιτάξη εις τρίτους πράξεις ή γεγονότα μη αναγραφόμενα εις την μερίδα της, εκτός εάν αποδεικνύη ότι ο τρίτος ετέλει εν γνώσει τούτων..». Από το συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων προκύπτει, ότι η δημοσιότητα, στην οποία υποβάλλεται η πράξη διορισμού μελών διοικητικού συμβουλίου ναυτικής εταιρίας δεν έχει συστατικό, αλλά δηλωτικό χαρακτήρα, γι’ αυτό, αν η απόφαση δεν έχει υποβληθεί στην προβλεπόμενη δημοσιότητα, δεν μπορεί να την επικαλεσθεί η εταιρία, ενώ αντίθετα μπορούν να την επικαλεσθούν κατ’ αυτής οι τρίτοι. Αυτό σημαίνει, ότι η πράξη διορισμού οργάνων διοίκησης ολοκληρώνεται από τη λήψη της σχετικής απόφασης από το αρμόδιο όργανο, πλην όμως, η μη δημοσίευση στο Μητρώο Ναυτικών Εταιρειών πράξεων και στοιχείων, που αναφέρονται στο διορισμό των οργάνων διοίκησης, έχει ως αποτέλεσμα, ότι η ναυτική εταιρία δεν μπορεί να τα αντιτάξει κατά τρίτων, εκτός αν αποδείξει, ότι οι τρίτοι τα γνώριζαν. Τέλος, με τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 96 παρ.1, και 104 του ΚΠολΔ ορίζεται, αντιστοίχως: α) Στα πολιτικά δικαστήρια [..] οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, β) η πληρεξουσιότητα δίνεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με προφορική δήλωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρμόδια αρχή ή από δικηγόρο, μπορεί να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου, που την παρέχει και πρέπει να αναγράφει και τα ονόματα των πληρεξουσίων, γ) για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως τη συζήτηση στο ακροατήριο θεωρείται, ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και, αν δεν υπάρχει, κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως. Το δικαστήριο, εξετάζει αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της. Σύμφωνα δε με το άρθρο 105 του ΚΠολΔ, αν αυτός που παρίσταται ως πληρεξούσιος δεν αποδεικνύει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης και να επιτρέψει σε εκείνον που δεν αποδεικνύει την πληρεξουσιότητά του να συμμετάσχει στη δίκη προσωρινά. Το κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση της έλλειψης. Η οριστική απόφαση δεν επιτρέπεται να εκδοθεί προτού συμπληρωθεί η έλλειψη ή πριν παρέλθει η προθεσμία που ορίσθηκε. Αν δε συμπληρώθηκε η έλλειψη μέσα στην προθεσμία που ορίσθηκε, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης και καταδικάζει εκείνον που παραστάθηκε χωρίς πληρεξουσιότητα να πληρώσει τα έξοδα που προκλήθηκαν από την παράστασή του (βλ. ΑΠ 1473/2009 ΕφΑΔ 2009.1365, ΑΠ 54/2008 ΕφΑΔ 2008.570, ΑΠ 1509/2004 ΕΕΝ 2005.526, ΕφΠατρ 480/2010 ΑχΝομ 2010.363). Με την ως άνω διάταξη του άρθρου 105 του ΚΠολΔ, η ρύθμιση της οποίας αποτελεί έκφανση της αρχής για την έγκριση των πράξεων από το διάδικο, στο όνομα του οποίου ενεργήθηκαν από το δικηγόρο που δεν είχε πληρεξουσιότητα, διευκολύνεται η απόδειξη της πληρεξουσιότητας κατά τρόπο ανάλογο εκείνου της συμπλήρωσης της ικανότητας για δικαστική παράσταση (άρθρο 67 ΚΠολΔ), προς το σκοπό αποτροπής απόρριψης των αιτήσεων παροχής έννομης προστασίας για τυπικούς λόγους και παρέλκυσης, συνακόλουθα, των δικών. Σημειωτέον ότι ο διάδικος για λογαριασμό του οποίου παραστάθηκε ως πληρεξούσιος δικηγόρος πρόσωπο που δεν είχε σχετική πληρεξουσιότητα δικαιούται να εγκρίνει μεταγενεστέρως τις πράξεις του εν λόγω δικηγόρου (βλ. ΑΠ 835/2010 ΕφΑΔ 2010.1223). Η έλλειψη της αναγκαίας πληρεξουσιότητας και, κατ’ επέκταση, το απαράδεκτο ή η ακυρότητα που προκαλεί, καλύπτονται αναδρομικά, αν ο διάδικος, που εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο χωρίς πληρεξουσιότητα, εγκρίνει στη συνέχεια τις μέχρι τότε πράξεις του δικηγόρου, η έγκριση δε αυτή, όταν δεν πρόκειται για ειδική πληρεξουσιότητα, μπορεί να είναι και σιωπηρή, συναγόμενη ιδίως από τη νόμιμη παράσταση του διαδίκου σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, χωρίς επιφύλαξη ως προς το κύρος των προηγούμενων πράξεων, και μάλιστα είναι αδιάφορο αν παρίσταται με τον ίδιο ή άλλο δικηγόρο, αφού η έγκριση αφορά τις πράξεις και όχι το πρόσωπο (ΑΠ 932/2014, 1085/2000, 2018/2009, 36/2006, 1085/2000, 203/2003 άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος).
Στην προκείμενη περίπτωση, η εναγομένη Ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «…», αμφισβήτησε με τις προτάσεις της την ικανότητα δικαστικής παράστασης και τη νόμιμη εκπροσώπηση της ενάγουσας εταιρείας με την επωνυμία «…» στην παρούσα δίκη, επικαλούμενη, ότι το πρόσωπο εκείνο, το οποίο, σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία προκύπτουν από το Μητρώο Ναυτικών Εταιρειών έχει την εξουσία να εκπροσωπεί και να δεσμεύει την εταιρεία έχει ήδη, πριν την άσκηση της αγωγής, αποβιώσει, με αποτέλεσμα η εταιρεία να έχει τόσο κατά το χρόνο αυτό όσο και κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής άλλη διοίκηση και άλλον νόμιμο εκπρόσωπο, πιθανώς τα πρόσωπα που υπογράφουν το έντυπο με τίτλο «έγγραφη ενημέρωση για τη δυνατότητα επίλυσης διαφοράς με διαμεσολάβηση» παρά πόδας του δικογράφου της ένδικης αγωγής και τα οποία έχουν εξουσιοδοτήσει τον υπογράφοντα την αγωγή δικηγόρο να εκπροσωπήσει την εταιρεία στην παρούσα δίκη, τα οποία όμως –ονόματα των νέων μελών του Δ.Σ., όνομα του νέου νομίμου εκπροσώπου και πράξη εκλογής/διορισμού αυτών- η ενάγουσα δεν τα έχει καταχωρίσει και δεν έχουν δημοσιευθεί στο Μητρώο Ναυτικών Εταιρειών, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντιταχθούν από αυτή προς την ίδια (εναγομένη), η οποία δεν τα γνώριζε. Ο εν λόγω ισχυρισμός, που δεν συνιστά, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, ένσταση, αλλά αμφισβήτηση, προβλήθηκε παραδεκτά ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού. Από την επισκόπηση, δε, του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτουν τα κάτωθι: Με την από 24-03-2010 σύμβαση, η οποία καταχωρήθηκε στο μητρώο Ναυτικών Εταιρειών στις 06-04-2010 με αύξοντα αριθμό … συνεστήθη μεταξύ των … και του αποβιώσαντος, ήδη από τις 19-07-2017, … (βλ. την υπ’ αριθ. …./10/2017 ληξιαρχική πράξη θανάτου) η ενάγουσα ναυτική εταιρεία, με την επωνυμία «…», που έχει έδρα στον ……….., σκοπό την κυριότητα, διαχείριση ή εκμετάλλευση ιδιόκτητων ελληνικών εμπορικών πλοίων και διάρκεια μέχρι την 31-12-2030. Το μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω εταιρείας συμφωνήθηκε με την εταιρική σύμβαση στο ποσό των 10.000 ευρώ, διαιρούμενο σε 100 ανώνυμες μετοχές ονομαστικής αξίας 100 ευρώ εκάστης, από τις οποίες οι … κατείχαν ποσοστό 25% έκαστη, ποσοστό 20% κατείχε ο αποβιώσας …, ενώ οι … κατείχαν ποσοστό 20% και 10%, αντίστοιχα. Περαιτέρω, βάσει του καταστατικού, ορίστηκε ότι η εταιρεία θα διοικείται και θα εκπροσωπείται από τριμελές διοικητικό συμβούλιο και δη από μέλη που θα εκλέγονται από τη γενική συνέλευση (όροι 4.1.1. και 5.1.1. του καταστατικού). Στο πρώτο διοικητικό συμβούλιο ως Πρόεδρος και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας ορίστηκε ο …, ως αντιπρόεδρος η …, ενώ ως Γραμματέας ορίστηκε η …, ενώ επιπλέον ορίστηκε ότι η θητεία του διοικητικού αυτού συμβουλίου θα είναι τριετής. Σημειωτέον δε ότι στον όρο 4.2 του καταστατικού της εταιρείας προβλέφθηκε ρητώς ότι σε περίπτωση που κενωθεί θέση συμβούλου, λόγω παραίτησης ή θανάτου ή από οποιονδήποτε λόγο έκπτωσης όλα τα εναπομείναντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εκλέγουν προσωρινώς σύμβουλο μέχρι να λήξει η θητεία του αντικατασταθέντος συμβούλου και η εκλογή αυτή υποβάλλεται για έγκριση στην αμέσως επόμενη Γ.Σ. Ακολούθως, η θητεία του ανωτέρω Δ.Σ. έληξε στις 24-03-2013, ήτοι προ του θανάτου του Προέδρου του Δ.Σ., ενώ από τη λήξη της θητείας του Δ.Σ. εξέπνευσε και η προθεσμία σύγκλησης της Γ.Σ. των μετόχων της εταιρείας. Επομένως, μετά το θάνατο του … στις 19-07-2017, σε συνδυασμό με την ήδη επελθούσα λήξη της θητείας του Δ.Σ. προέκυψε πραγματική έλλειψη διοίκησης της εταιρείας, καθώς οι …, ως εναπομείναντα δύο (2) μέλη του Δ.Σ., δεν είχαν τη δυνατότητα, με βάση το καταστατικό της εταιρείας να συγκαλέσουν Γ.Σ. για τη διεξαγωγή αρχαιρεσιών για την ανάδειξη Δ.Σ. [αφού αυτό προβλέπει υποχρεωτικά για την περίπτωση αυτή τρία (3) μέλη του Δ.Σ.], με αποτέλεσμα η εταιρεία να περιέλθει σε αδράνεια και δη αδυναμία να ανταποκριθεί σε τυχόν τρέχουσες συναλλαγές και εν γένει στη διαχείριση των επειγουσών υποθέσεών της. Για το λόγο αυτό, τα ανωτέρω εναπομείναντα μέλη του Δ.Σ. … άσκησαν την από 03-12-2019 αίτηση, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία ζήτησαν το διορισμό προσωρινού τριμελούς διοικητικού συμβουλίου, με σκοπό την εντός εξαμήνου από την εκδοθησόμενη απόφαση σύγκληση της Γ.Σ. των μετόχων, με θέμα την εκλογή νέου Δ.Σ., την επιμέλεια των επειγουσών υποθέσεων της εταιρείας και την εν γένει εκπροσώπηση της εταιρείας σε δημόσιες και δικαστικές αρχές. Η αίτηση αυτή έγινε δεκτή, δυνάμει της υπ’ αριθ. 4154/17-12-2019 απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας), με την οποία διορίστηκε προσωρινό διοικητικό συμβούλιο της ενάγουσας αποτελούμενο από τους α) …, 2) … και 3) …. Περαιτέρω, με την ανωτέρω απόφαση ορίστηκε ότι το προσωρινό διοικητικό συμβούλιο θα έχει πλήρεις εξουσίες και αρμοδιότητες εκπροσώπησης, σύμφωνα με το νόμο και το καταστατικό, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα επείγοντα θέματα που αφορούν την εταιρεία και να προβεί μεταξύ άλλων στις εξής ενέργειες α) να προσκαλέσει νομίμως τους μετόχους της εταιρείας στη σύγκληση έκτακτης Γ.Σ., με θέμα την ανάδειξη Δ.Σ., εντός έξι (6) μηνών από το διορισμό του με τη δημοσίευση της απόφαση και β) να χειριστεί τα επείγοντα εταιρικά θέματα, να διενεργεί κάθε πράξη τακτικής διοίκησης και διαχείρισης των υποθέσεων της εταιρείας, η οποία απαιτείται για την επίτευξη των καταστατικών της σκοπών, να εκπροσωπεί την εταιρεία σε δημόσιες και δικαστικές αρχές, να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της και να επιδιώκει την ικανοποίηση των νομίμων αξιώσεών της έναντι τρίτων στο πλαίσιο των υφιστάμενων σχέσεών της με αυτούς, μέχρι τη νόμιμη συγκρότηση σε σώμα του νέου Δ.Σ. της εταιρείας. Η ανωτέρω απόφαση, στην οποία αναφέρονται τα ονόματα και τα στοιχεία ταυτότητας των μελών του διορισθέντος προσωρινού διοικητικού συμβουλίου δεν υποβλήθηκε στην τασσόμενη από τη διάταξη του άρθρου 52 του Ν. 959/1979 δημοσίευση στο Μητρώο Ναυτικών Εταιρειών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, γεγονός που αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη από την εναγομένη υπ’ αριθ. πρωτ. …/…/02/31362/27-05-2020 βεβαίωση του Μητρώου Ναυτικών Εταιρειών, στην οποία αναγράφονται ως μέλη του Δ.Σ. της ενάγουσας εταιρείας, τα ανωτέρω αναφερόμενα πρόσωπα, των οποίων η θητεία έληξε την στις 24-03-2013, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να μην μπορεί να επικαλεσθεί έναντι των τρίτων την ύπαρξη διοίκησής της μη δημοσιευμένης, εκτός αν αποδείξει, ότι αυτοί γνώριζαν την εκλογή της και τη συγκρότησή της σε σώμα, προϋπόθεση, που δεν συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση, καθόσον δεν προβλήθηκε σχετικός ισχυρισμός, πολύ περισσότερο, δε, δεν αποδείχθηκε. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι η θητεία της διορισθείσας με την ανωτέρω απόφαση εκουσίας δικαιοδοσίας προσωρινής διοίκησης, η οποία και χορήγησε ακολούθως στον υπογράφοντα τις προτάσεις για λογαριασμό της ενάγουσας εταιρίας δικηγόρο Νικόλαο Κυπριώτη πληρεξουσιότητα να την εκπροσωπεί κατά τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα επί της υπό κρίση αγωγής έχει πλέον λήξει και παύσει το λειτούργημά της, αφού παρήλθε το χρονικό διάστημα των έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης, εντός του οποίου έπρεπε να ενεργήσει, χωρίς να ολοκληρωθεί το έργο, για το οποίο διορίσθηκε, ήτοι να συγκληθεί η γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, προκειμένου να εκλέξει νέο οριστικό Διοικητικό Συμβούλιο (σημειωτέον ότι η ενάγουσα εταιρεία δεν επικαλείται ότι έλαβαν χώρα τα ανωτέρω, ούτε με τις προτάσεις της, ούτε με την προσθήκη αντίκρουσή της, που κατατέθηκαν την 26-06-2010 και την 15-07-2020, αντίστοιχα, ήτοι μετά την πάροδο του ανωτέρω εξαμήνου), με αποτέλεσμα να μην είναι βέβαιο ότι όντως υφίσταται διοίκηση της εταιρείας (οριστική ή προσωρινή) και νόμιμος εκπρόσωπος αυτής κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, όπως κατά τα προεκτεθέντα απαιτείται, ώστε ένα νομικό πρόσωπο να υπάρχει σε οποιαδήποτε ενέργεια και να μπορεί να παρασταθεί ενώπιον δικαστηρίου, ο οποίος (νόμιμος εκπρόσωπος) θα είχε εν προκειμένω κατά νόμο την αντιπροσωπευτική εξουσία να την εκπροσωπήσει στη δίκη επί της κρινόμενης υπόθεσης. Ούτε όμως είναι βέβαιο ότι η νυν διοίκηση της εταιρίας (εφόσον υφίσταται) θα χορηγήσει πληρεξουσιότητα στον ίδιο δικηγόρο να εκπροσωπήσει το νομικό πρόσωπο στη δίκη, στον οποίο παρείχε στο παρελθόν την εντολή η διορισθείσα προσωρινή διοίκηση, της οποίας η θητεία έχει ήδη λήξει, ή θα εγκρίνει τις εν τω μεταξύ επιχειρηθείσες διαδικαστικές πράξεις, που αφορούν την έως τώρα διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα, ή θα ανακαλέσει το εν λόγω πληρεξούσιο, ούτε σε κάθε περίπτωση μπορεί να γίνει εν προκειμένω λόγος περί σιωπηρής έγκρισης, διότι τούτο προϋποθέτει νόμιμη παράσταση της ανωτέρω διαδίκου στο παρόν στάδιο της διαδικασίας, όπερ αμφισβητείται και τυγχάνει ερευνητέο, αφού δεν προκύπτει από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα. Συνεπώς, πρόκειται περί ελλείψεων αναφορικά με την ικανότητα δικαστικής παράστασης και τη νόμιμη εκπροσώπηση της ενάγουσας εταιρίας, καθώς και την ύπαρξη πληρεξουσιότητας του δικηγόρου της ενάγουσας, οι οποίες μπορούν να συμπληρωθούν εντός προθεσμίας, που θα ορισθεί με την παρούσα απόφαση, δια της προσκομιδής από την εν λόγω διάδικο των απαραίτητων εγγράφων, προβλεπομένης σε αμφότερες τις περιπτώσεις της σχετικής δυνατότητας στο Δικαστήριο τούτο να αναβάλλει προς το σκοπό αυτό την πρόοδο της δίκης και την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπόθεσης, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, αναφορικά με τη νόμιμη εκπροσώπηση της ενάγουσας εταιρίας θα πρέπει, με επιμέλεια της τελευταίας, να προσκομισθούν, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την επίδοση της παρούσας έγγραφα, εκ των οποίων να αποδεικνύεται ότι υφίσταται διοίκηση αυτής (οριστική ή προσωρινή, της οποίας η θητεία δεν έχει λήξει), που την εκπροσωπεί στη δίκη (πρακτικό γενικής συνέλευσης των μετόχων της για την εκλογή διοικητικού συμβουλίου, δικαστική απόφαση ή προσωρινή διαταγή για το διορισμό προσωρινού διοικητικού συμβουλίου, καθώς και οι αντίστοιχες καταχωρίσεις στο Μητρώο Ναυτικών Εταιρειών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής), ενώ όσον αφορά την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, θα πρέπει να προσκομισθεί από την ίδια διάδικο εντός της αυτής προθεσμίας έγγραφο του νομίμου εκπροσώπου της κατά το χρόνο συζήτησης της υπόθεσης περί παροχής πληρεξουσιότητας κατά τους όρους του άρθρου 96 ΚΠολΔ στο δικηγόρο που ενεργεί για λογαριασμό της ενώπιον αυτού του δικαστηρίου. Σημειωτέον ότι η έλλειψη της πληρεξουσιότητας, ενόψει της ειδικής ρύθμισης της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 105 του ΚΠολΔ, δεν εμπίπτει στις τυπικές παραλείψεις για τις οποίες παρέχεται δυνατότητα συμπλήρωσης και μετά τη συζήτηση (άρθρο 227 του ΚΠολΔ), γιατί, αντίθετη εκδοχή, θα κατέληγε ουσιαστικά στην καταστρατήγηση του άρθρου αυτού (105 ΚΠολΔ, βλ. σχετ. ΕφΠειρ 627/1987 ΕλλΔνη 1998.741). Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 67 παρ. 1 και 105 παρ. 1 του ΚΠολΔ και τους σχετικούς ισχυρισμούς της εναγομένης, να αναβληθεί η πρόοδος της δίκης και να ταχθεί προθεσμία προς συμπλήρωση των ως άνω ελλείψεων. Τέλος, δεν πρέπει να περιληφθεί στην παρούσα απόφαση διάταξη περί δικαστικών εξόδων, γιατί η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την πρόοδο της δίκης, προκειμένου να συμπληρωθούν, με επιμέλεια της ενάγουσας, οι ελλείψεις που αφορούν τη νόμιμη εκπροσώπησή της και την ύπαρξη της πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του δικηγόρου που ενεργεί για λογαριασμό της ενώπιον αυτού του δικαστηρίου, διά της προσκομιδής των ειδικότερα αναφερομένων στο σκεπτικό εγγράφων, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών, αρχομένης από την επίδοση της παρούσας απόφασης.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 24-2-2021.
H ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ