Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

 

Αριθμός απόφασης

400 /2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 4481/2129/02-07-2020 κλήση)

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 596801/4155/15-11-2017 έφεση)

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 4479/2128/02-07-2020 κλήση)

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 596806/4156/15-11-2017 έφεση)

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 27η Οκτωβρίου 2020 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

          Α)  ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …, με ΑΦΜ …/ΔΟΥ ΦΑΕΕ ΑΘΗΝΩΝ και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρου της Αικατερίνη Βακιρτζή (Α.Μ/ΔΣΑ: 36768).

             ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρου της Βασίλειο Ιακωβάκη (Α.Μ/ΔΣΑ: 16928).

Η καλούσα-εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών την από  15-10-2013 (με αριθμό κατάθεσης 13275/18-11-2013) αγωγή της κατά της καθ’ ης η κλήση-εκκαλούσας, καθώς και του … και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 4450/2017 οριστική απόφασή του δίκασε ερήμην των εναγομένων, κατά την τακτική διαδικασία και κατ’ εφαρμογή του τεκμηρίου ομολογίας του άρθρου 271 παρ. 3 ΚΠολΔ,  δέχθηκε εν όλω την ανωτέρω αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής η πρώτη εναγομένη-εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 12-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης στο εκδόν Δικαστήριο 53581/2571/13-10-2017 και στο ως άνω Δικαστήριο 596801/ 4155/ 15-11-2017) έφεση, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 06-12-2019 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο της 31-01-2020. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο, η υπόθεση συζητήθηκε και εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3479/2020 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία το τελευταίο κήρυξε εαυτό αναρμόδιο, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο παρόν Δικαστήριο (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών). Ήδη η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την από 19-06-2020 (Γ.Α.Κ./ Ε.Α.Κ.: 4481/2129/ 02-07-2020 κλήση), η οποία προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί  κατά τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

          Β)  ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …, με ΑΦΜ …/ΔΟΥ ΦΑΕΕ ΑΘΗΝΩΝ και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρου της Αικατερίνη Βακιρτζή (Α.Μ/ΔΣΑ: 36768).

          ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …, κατοίκου …, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο δια της πληρεξουσίας του δικηγόρου Μαρινέλας Ζωγράφη (Α.Μ./Δ.Σ.Π: 4270).

Η καλούσα-εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών την από  15-10-2013 (με αριθμό κατάθεσης 13275/18-11-2013) αγωγή της κατά της Εταιρείας με την επωνυμία «…», καθώς και κατά του καθ’ ου η κλήση-εκκαλούντος, και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 4450/2017 οριστική απόφασή του δίκασε ερήμην των εναγομένων, κατά την τακτική διαδικασία και κατ’ εφαρμογή του τεκμηρίου ομολογίας του άρθρου 271 παρ. 3 ΚΠολΔ,  δέχθηκε εν όλω την ανωτέρω αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής ο δεύτερος εναγόμενος-εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 12-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης στο εκδόν Δικαστήριο 53465/2562/13-10-2017 και στο ως άνω Δικαστήριο 596806/ 4156/ 15-11-2017) έφεση, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 06-12-2019 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο της 31-01-2020. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο, η υπόθεση συζητήθηκε και εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3479/2020 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία το τελευταίο κήρυξε εαυτό αναρμόδιο, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο παρόν Δικαστήριο (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών). Ήδη η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την από 19-06-2020 (Γ.Α.Κ./ Ε.Α.Κ.: 4479/ 2128/ 02-07-2020 κλήση), η οποία προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί  κατά τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι διάδικοι παραστάθηκαν ως προαναφέρεται και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους κατέθεσαν τις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές και στα πρακτικά.

 ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ   

Κατά το άρθρο 528 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 3994/2011: «Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους ανεξάρτητα από την διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Με το ανωτέρω περιεχόμενο, επαναφέρθηκε η διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το ν. 2915/2001, προσαρμοσμένη στο καθεστώς της μιας και μοναδικής συζήτησης και έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσας ανακοπής ερημοδικίας. Η εμπρόθεσμη και παραδεκτή άσκηση έφεσης του δικασθέντος ερήμην πρωτοδίκως επιφέρει την εξαφάνιση της ερήμην απόφασης, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει κάποιος λόγος έφεσης αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή της, κατά το άρθρο 532 ΚΠολΔ, καθόσον αυτή έχει, όπως λέχθηκε, τα αποτελέσματα της καταργηθείσας (αναιτιολόγητης) ανακοπής (ΑΠ 546/2014, ΑΠ 1015/2005) με αποτέλεσμα η υπόθεση να αναδικάζεται από το εφετείο που μετατρέπεται, στην περίπτωση αυτή, ουσιαστικά, σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 495/2017). Η εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης γίνεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους έφεσης. Και με τη διάταξη αυτή εφαρμόζεται η καθιερούμενη από το άρθρο 106 ΚΠολΔ γενική αρχή τα διάθεσης, σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο ενεργεί μόνον ύστερα από αίτηση διαδίκου και αποφασίζει με βάση τους πραγματικούς ισχυρισμούς που προτείνουν και αποδεικνύουν οι διάδικοι και τις αιτήσεις που υποβάλλουν, εκτός αν o νόμος ορίζει διαφορετικά, την οποία αρχή ρυθμίζει ειδικά η διάταξη του άρθρου 522 ΚΠολΔ. Έτσι, στην περίπτωση που o διάδικος ο οποίος δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό, διατυπώνει με την έφεσή του παράπονα για την κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, το εφετείο, εφόσον η έφεση είναι τυπικά παραδεκτή, εξαφανίζει την απόφαση χωρίς ανάγκη να γίνει δεκτός, ως βάσιμος κατ’ ουσίαν, κάποιος λόγος της έφεσης. Όμως, η εξαφάνιση της απόφασης οριοθετείται από το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης, όπως αυτό προσδιορίζεται από τα παράπονα που διατυπώνονται με την έφεση ή τους πρόσθετους λόγους έφεσης του εκκαλούντος, ή την αυτοτελή έφεση ή αντέφεση του εφεσίβλητου και των ισχυρισμών που ο τελευταίος προβάλλει, ως υπεράσπιση, κατά των λόγων της έφεσης, σύμφωνα με το άρθρο 527 αρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς και εκείνων των ζητημάτων, η έρευνα των οποίων προηγείται, ως αναγκαίο προαπαιτούμενο για να ληφθεί απόφαση σχετικά με τα παράπονα της έφεσης και τα οποία κατά νόμο εξετάζει αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο, όπως είναι το ορισμένο ή η νομική βασιμότητα της αγωγής (πρβλ ΑΠ 6/2017, ΑΠ 343/2013). Η επανάληψη της ρύθμισης αυτής στο άρθρο 528 ΚΠολΔ, θα ήταν άσκοπη και νομοτεχνικά περιττή, αν πράγματι ο νομοθέτης ήθελε να ρυθμίσει κατά τον ίδιο τρόπο την έφεση κατά των ερήμην και κατά των αντιμωλία εκδιδομένων αποφάσεων. Επειδή, όμως, τούτο δεν συμβαίνει, δηλαδή o νομοθέτης δεν θέλησε να δώσει στο άρθρο 528 λειτουργία διαφορετική από εκείνη που είχε υπό την ισχύ του ν. 2207/1994, η διατύπωσή του παρέμεινε χωρίς καμία ως προς αυτό μεταβολή, υποδεικνύοντας ότι η έφεση, όταν λειτουργεί ως αναιτιολόγητη ανακοπή, δεν συνεπάγεται την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης στο σύνολό της αλλά στην έκταση που προσδιορίζουν τα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι ως προς τα μη θιγόμενα με το ένδικο μέσο της έφεσης κεφάλαια, δεν μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο η υπόθεση και δεν εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση και παρά την τυχόν γενικότητα της διατύπωσης του διατακτικού της εφετειακής απόφασης (ΑΠ 192/1998) και μόνο κατά τα προσβαλλόμενα «κεφάλαια» μπορεί το εφετείο να εκδώσει, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, και δυσμενέστερη για τον εκκαλούντα απόφαση, χωρίς την άσκηση αντίθετης έφεσης ή αντέφεσης και χωρίς η απόφασή του να προσκρούει στην αρχή του άρθρου 536 του ΚΠολΔ της «μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος». “Κεφάλαιο” θεωρείται η αυτοτελής αίτηση δικαστικής προστασίας, που δημιουργεί χωριστό αντικείμενο δίκης (στο πλαίσιο της ίδιας διαφοράς) και εκκρεμοδικίας και για την οποία (αίτηση) εκδόθηκε χωριστή διάταξη της απόφασης (ΑΠ 579/2018).

Οι υπό στοιχεία Α και Β εφέσεις, που εκκρεμούν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατόπιν των από 19-06-2020 (με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 4481/2129/02-07-2020 και Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.:4479/2128/02-07-2020) κλήσεων των εναγομένων, αντίστοιχα και συγκεκριμένα α) η από 12-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης στο εκδόν Δικαστήριο 53581/2571/13-10-2017 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 596801/ 4155/ 15-11-2017 έφεση της πρώτης εναγομένης και β) η από 12-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης στο εκδόν Δικαστήριο 53465/2562/13-10-2017 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 596806/ 4156/ 15-11-2017 έφεση του δευτέρου εναγόμενου, οι οποίες προσβάλλουν την με αριθμό 4450/2017 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε ερήμην των εναγομένων, κατά την τακτική διαδικασία, έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμες, εφόσον από τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους με επίκληση έγγραφα προκύπτει ότι δεν έλαβε χώρα η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης. Συνεπώς, οι ως άνω εφέσεις πρέπει να συνεκδικαστούν, αφού συντρέχουν προς τούτο όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις (άρθρο 246 ΚΠολΔ), να γίνουν τυπικά και κατ’ ουσίαν δεκτές, εφόσον ασκήθηκαν από διαδίκους οι οποίοι δικάσθηκαν ερήμην, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη οριστική απόφαση μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιουμένων των εκκαλούντων να προβάλουν όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσαν να προτείνουν πρωτοδίκως, περαιτέρω δε να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, να δικασθεί από την αρχή η από 15-10-2013 (με αριθμό κατάθεσης 13275/18-11-2013) αγωγή και να ερευνηθεί αυτή ως προς το νόμω και κατ’ ουσίαν βάσιμό της (άρθρο 533 παρ. 1 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη, δεδομένου ότι έχουν κατατεθεί και τα νόμιμα παράβολα του Δημοσίου των εβδομήντα πέντε (75) ευρώ, για τις ανωτέρω εφέσεις, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ (βλ. σχετικά επισυναπτόμενα παράβολα στα δικόγραφα των εφέσεων).

Με την από 15-10-2013 αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση, η ενάγουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, ήδη εφεσίβλητη και των δύο εφέσεων, εξέθετε ότι είχε συνάψει σύμβαση ασφάλισης α) με την εδρεύουσα στην … εταιρεία με την επωνυμία «….», με την οποία ασφαλίστηκαν εμπορεύματα που η τελευταία είχε αγοράσει από τις εδρεύουσες στην … εταιρείες με τις επωνυμίες «…» και «…» και β) με την εδρεύουσα στο … εταιρεία με την επωνυμία «….», με την οποία ασφαλίστηκαν εμπορεύματα, που η τελευταία είχε αγοράσει από την εδρεύουσα στη … εταιρία με την επωνυμία «…». Ότι η πρώτη εκ των ως άνω ασφαλισμένων εταιρειών, καθώς και η εταιρεία με την επωνυμία «…», κατόπιν σύναψης (η τελευταία) σύμβασης παραγγελίας μεταφοράς με την πωλήτρια εταιρεία «…», ανέθεσαν στην πρώτη εναγομένη παραγγελιοδόχο διεθνών μεταφορών, έναντι αμοιβής, την ανεύρεση μεταφορέα για τη μεταφορά εμπορευμάτων με φορτηγά αυτοκίνητα, όπως αυτά λεπτομερώς περιγράφονται στην αγωγή, που αφορούσαν (τα εμπορεύματα) στην μεν πρώτη περίπτωση εξαρτήματα εγκατάστασης χυτηρίου παραγωγής και πρώτη ύλη πέτρες κράμματος μαγγανίου, στη δε δεύτερη περίπτωση ελαστικά υλικά και μέρη προοριζόμενα για εγκαταστάσεις ανελκυστήρων, αξίας 14.759 δολαρίων ΗΠΑ και 16.117 ευρώ, αντίστοιχα, από την … στις εγκαταστάσεις της αγοράστριας εταιρείας «…» στα … και από τη … στον …. Ότι στο πλαίσιο των παραπάνω συμβάσεων η πρώτη εναγομένη συμβλήθηκε στο όνομά της, αλλά για λογαριασμό της αγοράστριας εταιρείας «…» και της πωλήτριας «…» με τον δεύτερο εναγόμενο, που ανέλαβε τη μεταφορά των εμπορευμάτων αυτών, με φορτηγό δικής του ιδιοκτησίας, εκδόθηκαν δε σχετικές φορτωτικές CMR, προς επιβεβαίωση της κατάρτισής τους. Ότι στις 18-11-2012 τα άνω φορτηγά έφτασαν στο λιμάνι της Βενετίας, όπου φορτώθηκαν στο Ε/Γ-Ο/Γ … της εταιρείας με την επωνυμία «…», προκειμένου να μεταφερθούν δια θαλάσσης στην Πάτρα, από όπου θα συνέχιζαν οδικώς για τους τελικούς τόπους προορισμού τους. Ότι στις 19-11-2012, όταν το πλοίο αυτό βρισκόταν σε απόσταση 4-5 ναυτικών μιλιών από το νότιο λιμένα της Πάτρας εκδηλώθηκε πυρκαγιά στο χώρο φόρτωσης των οχημάτων του, με αποτέλεσμα μέρος των ανωτέρω μεταφερόμενων εμπορευμάτων να καταστραφεί από την πυρκαγιά ολοσχερώς. Ότι η εκδήλωση της πυρκαγιάς αυτής, αλλά και η μη έγκαιρη κατάσβεσή της οφειλόταν σε εμπορικό πταίσμα της εκναυλώτριας εταιρίας και του προσωπικού της, όπως αυτό αναφέρεται αναλυτικά σε αυτή. Ότι μετά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου κατέβαλε, σύμφωνα με τους όρους της ασφαλιστικής σύμβασης ως ασφάλισμα για τη ζημία των εμπορευμάτων, στις 27-03-2013 στην ασφαλισμένη της  «…» το ποσό των 3.930 ευρώ και στις 02-04-2013 στην ασφαλισμένη της «….» το ποσό των 16.027 ευρώ, που αντιστοιχούν στη συνήθη αξία αυτών, και έτσι, συνεπεία της καταβολής αυτής, υποκαταστάθηκε αυτοδικαίως εκ του νόμου και με βάση τον όρο εκχώρησης στις εξοφλητικές αποδείξεις, στα δικαιώματα των ως άνω αγοραστριών και ασφαλισμένων εταιριών κατά των εναγομένων. Με βάση τα παραπάνω ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι ευθυνόμενοι η πρώτη εξ αυτών ως παραγγελιοδόχος μεταφοράς, όσον αφορά τη ζημία της εταιρίας «…» και ως ενδιάμεση παραγγελιοδόχος μεταφοράς όσον αφορά τη ζημία της εταιρείας «….», ο δε δεύτερος ως μεταφορέας να της καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 19.957 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τις 20-11-2012, ήτοι από την επομένη του περιστατικού, άλλως για το ποσό των 3.930 ευρώ από τις 27-02-2013 και για το ποσό των 16.027 ευρώ από τις 02-04-2013, άλλως από την επομένη της επίδοσης της κρινόμενης αγωγής και έως την ολοσχερή εξόφληση, καθώς και να καταδικαστούν αυτοί στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 23 παρ. α΄ και 34 της Διεθνούς Σύμβασης της Γενεύης της 19-05-1956, που αφορά τη διεθνή μεταφορά εμπορευμάτων διεθνώς (CMR), της από 25 Αυγούστου 1924 Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών «για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές», όπως αυτή έχει τροποποιηθεί από τα τροποποιητικά πρωτόκολλα των Βρυξελλών της 23ης Φεβρουαρίου 1968 και της 21ης Δεκεμβρίου 1979 («Κανόνες Χάγης-Βίσμπυ»), η οποία έχει κυρωθεί με το νόμο 2107/1992, 95 επ. ΕμπΝ, 14 του Ν. 2496/1997, 340, 346, 481 Α.Κ., 176, 191 παρ. 2, 907, 908 παρ. 1, εκτός από το αίτημα να επιδικαστούν τόκοι από 20-11-2012, άλλως από τις 02-04-2013, διότι κατά τους χρόνους αυτούς δεν είχε λάβει χώρα όχληση των εναγομένων. Στη συνέχεια, λόγω της ερημοδικίας των εναγομένων και κατ’ εφαρμογή του τεκμηρίου ομολογίας του άρθρου 271 παρ. 3 ΚΠολΔ, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού απέρριψε ό,τι έκρινε απορριπτέο δέχθηκε την ανωτέρω αγωγή και υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 19.957 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή και καταδίκασε τους εναγόμενους στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία όρισε στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ. Κατά της απόφασης αυτοί παραπονούνται οι εκκαλούντες με τις από 12-10-2017 εφέσεις τους και ζητούν για τους αναφερόμενους σε αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1α της Διεθνούς Σύμβασης της Γενεύης της 19.5.1956 που αφορά στη διεθνή μεταφορά εμπορευμάτων οδικώς (C.M.R.) και κυρώθηκε με τον ν. 559/1977, «όταν το περιέχον τα πράγματα όχημα μεταφερθεί για μέρος του ταξιδιού από τη θάλασσα, σιδηροδρομικώς, από εσωτερικά ύδατα ή αεροπορικώς, χωρίς να εκφορτωθούν τα πράγματα (με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 14), τότε εφαρμόζεται η C.M.R.  για ολόκληρη τη μεταφορά». Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 559/1977 (C.M.R.) υποχρεωτικά σε κάθε μεταφορά πραγμάτων που γίνεται με αυτοκίνητα και ο τόπος παραλαβής τους βρίσκεται σε χώρα διαφορετική από εκείνη που βρίσκεται ο τόπος παράδοσης, αφορά δε κυρίως στις διεθνείς οδικές μεταφορές για τμήμα των οποίων το φορτηγό αυτοκίνητο μεταφέρεται με πορθμείο. Το είδος της μεταφοράς αυτής δεν θεωρείται κατά τη C.M.R. συνδυασμένη (ή μικτή) μεταφορά, αφού αντικείμενο της μεταφοράς δεν είναι τα μεταφερόμενα πράγματα, αλλά το αυτοκίνητο με το φορτίο του. Γι’ αυτό και η διάταξη έχει ως προϋπόθεση για την εφαρμογή της τη μη εκφόρτωση των πραγμάτων από το αυτοκίνητο και τοποθέτησή τους στο άλλο μεταφορικό μέσο (Ι. Ρόκας, Αστική ευθύνη στην οδική μεταφορά πραγμάτων, έκδ. 1984, σελ. 104-106, ΕφΠειρ 1256/1988, ΠειρΝ 10, 476). Τον κανόνα του παραπάνω άρθρου 2 της C.M.R., της εφαρμογής δηλαδή και για το τμήμα της μεταφοράς του αυτοκινήτου με το φορτίο του από τη θάλασσα, κάμπτει η ίδια διάταξη μόνο αν η τυχόν ζημία ή απώλεια ή καθυστέρηση των μεταφερομένων πραγμάτων: α) δεν οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη του οδικού μεταφορέα, αλλά β) οφείλεται σε γεγονός που θα μπορούσε να συμβεί μόνο κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του αυτοκινήτου με το άλλο μεταφορικό μέσο και γ) εξ αιτίας αυτού (του άλλου μεταφορικού μέσου). Αν υπάρξουν σωρευτικά οι παραπάνω προϋποθέσεις, τότε ο οδικός μεταφορέας θα ευθύνεται, όπως θα ευθυνόταν ο μεταφορέας του άλλου μεταφορικού μέσου, αν υπήρχε μια σύμβαση μεταφοράς αυτού του άλλου μεταφορέα και του αποστολέα, σύμφωνα με τις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις που διέπουν τη σύμβαση μεταφοράς του μεταφορέα του άλλου μεταφορικού μέσου. Επομένως, σε περίπτωση καταστροφής φορτίου από πυρκαγιά που μεταδόθηκε εξαιτίας του πλοίου και δεν οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη του οδικού μεταφορέα, δεν είναι εφαρμοστέα η C.M.R. και η διάταξη του άρθρου 17 αυτής, αλλά στην περίπτωση αυτή οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του δικαίου που διέπει τις θαλάσσιες μεταφορές και κατά πλάσμα δικαίου θεωρεί ο νόμος ότι ο οδικός μεταφορέας έχει τη θέση (από άποψη αστικής ευθύνης) του μεταφορέα του άλλου μεταφορικού μέσου και εν προκειμένω του θαλάσσιου μεταφορέα (Ι. Ρόκας, ό.α., σελ. 108-111, ΕφΠειρ 176/1990 ΕλλΔνη 33, 406). Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου παρ. 2 του Ν. 2107/1992, που επικύρωσε τη Διεθνή Σύμβαση των Βρυξελλών της 25.8.1924 για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές (Κανόνες της Χάγης) και τα τροποποιητικά αυτής πρωτόκολλα των Βρυξελλών της 23.2.1968 (Κανόνες του Βίσμπυ) και της 21.12.1979, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 περ. β΄, 5 παρ. 2 και 10 παρ. 2 της ως άνω Δ.Σ., όπως ισχύει μετά τις τροποποιήσεις της με τα παραπάνω πρωτόκολλα, προκύπτει ότι η εν λόγω Διεθνής Σύμβαση εφαρμόζεται από 23.6.1993 στην Ελλάδα και έχει ισχύ στις θαλάσσιες μεταφορές που τα λιμάνια φόρτωσης-εκφόρτωσης βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη, εφόσον έχει εκδοθεί φορτωτική θαλάσσιας μεταφοράς, καθώς και στις θαλάσσιες μεταφορές μεταξύ ελληνικών λιμένων, είτε εκδόθηκε φορτωτική είτε όχι (Ι. Κοροτζή, Η ευθύνη του θαλασσίου μεταφορέα σύμφωνα με τους Κανόνες Χάγης-Βίσμπυ, έκδ. 1994, 1.2 σελ. 12, 13, Α. Κιάντου-Παμπούκη, Η κύρωση των Κανόνων Χάγης-Βίσμπυ και το δίκαιο της ναυλώσεως, ΕΝΔ 21, 287 επ. και ιδίως 290, Στ. Στυλιανού, Η έκταση εφαρμογής στην Ελλάδα της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών, ΕΝΔ 22, 1, 7, ΕφΠειρ 1023/1997 αδημ.). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, σε περίπτωση διεθνούς θαλάσσιας μεταφοράς, δηλαδή μεταφοράς πραγμάτων διά θαλάσσης που τα λιμάνια φόρτωσης και εκφόρτωσης βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη, δίχως η μεταφορά αυτή να καλύπτεται από φορτωτική εκδοθείσα από τον θαλάσσιο μεταφορέα σε εκτέλεση του ναυλοσυμφώνου, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 2107/1992 (Κανόνες Χάγης-Βίσμπυ) αλλά οι διατάξεις περί ναυλώσεως κ.λπ. του ΚΙΝΔ και συγκεκριμένα οι διατάξεις των άρθρων 107 επομ. του ΚΙΝΔ.

ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 134 του ΚΙΝΔ, ο εκναυλωτής, δηλαδή ο θαλάσσιος μεταφορέας, υποχρεούται σε κάθε επιμέλεια του φορτίου κυρίως δε ως προς τη φόρτωση, τη στοιβασία, τη φύλαξη, την καλή διατήρηση, τη μεταφορά και την εκφόρτωση, ευθυνόμενος σε αποζημίωση για κάθε ζημία η οποία οφείλεται στην απώλεια ή βλάβη των μεταφερομένων πραγμάτων και η οποία προκλήθηκε κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της παραλαβής αυτών προς μεταφορά και της παραδόσεώς των στον παραλήπτη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 139 του ΚΙΝΔ, που είναι αυστηρού δικαίου (jus cogens), εάν υπάρχει ευθύνη του εκναυλωτού (θαλάσσιου μεταφορέα), σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 134 του ΚΙΝΔ, για ολική ή μερική απώλεια των μεταφερθέντων διά θαλάσσης πραγμάτων, ο εκναυλωτής υποχρεούται να αποζημιώσει τον δικαιούχο αυτών, δηλαδή να αποκαταστήσει την αξία που είχαν τα πράγματα του αυτού γένους και της αυτής ποιότητας στο λιμάνι προορισμού των, δηλαδή στο λιμάνι εκφορτώσεώς των από το πλοίο κατά τον χρόνο ενάρξεως της εκφορτώσεώς των από το πλοίο (βλ. Εμπορ. Κώδικα Α. Τούση 1976 στο άρθρο 139 του ΚΙΝΔ σελ. 343, 344 με παραπομπές στη νομολογία, Ιδιωτ. Ναυτικό Δίκαιο Νικ. Καμβύση στα άρθρ. 139 και 140 του ΚΙΝΔ, σελ. 400 έως 402, Ναυτικό Δίκαιο Νικ. Δελούκα 1979 παραγρ. 214 σελ. 346 έως 348, Ερμ.Εμπ. και Ναυτ. Δικαίου Στ. Σταυρόπουλου 1980 στο άρθρο 139 σελ. 409, ΑΠ 504/2003 ΕΝΔ 31, 257, ΕφΠειρ 762/2002 ΕΝΔ 30, 455, ΕφΠειρ 1293/1995 Νομολ. Ναυτ. τμημ. ΕφΠειρ 1994- 95 σελ. 237). Περαιτέρω, εκτός από τα βασικά πρόσωπα τα οποία μετέχουν στη σύμβαση μεταφοράς, δηλαδή τον αποστολέα ή φορτωτή, τον αγωγιάτη ή μεταφορέα και τον παραλήπτη, μπορεί να παρεμβληθεί στη σύμβαση αυτή και τέταρτο πρόσωπο, ο παραγγελιοδόχος μεταφοράς, ο οποίος διαφέρει από τον μεταφορέα, κατά το ότι ο τελευταίος διενεργεί ο ίδιος τη μεταφορά, ενώ ο παραγγελιοδόχος αναλαμβάνει τη μέριμνα απέναντι στον φορτωτή ή στον παραλήπτη να εξεύρει μεταφορέα, με τον οποίο συνάπτει ο ίδιος τη σύμβαση μεταφοράς στο όνομά του και πάντοτε για λογαριασμό του τελευταίου. Ο παραγγελιοδόχος μεταφοράς ευθύνεται για τους ίδιους λόγους που ευθύνεται και ο μεταφορέας ως εγγυητής των πράξεων του μεταφορέα ή του μεσολαβούντος άλλου παραγγελιοδόχου μεταφοράς κατά τα άρθρα 97 και 98 του Εμπ. Νόμου και, επομένως, και για απώλεια και βλάβη των εμπορευμάτων (βλ. Ρούσου, Η Σύμβαση Παραγγελίας, ΕπιθΕμπΔικ ΜΒ, 574, Λ. Εμπ. Δίκαιο παρ. 20, ΕφΠειρ 1168/1997 ΕΝΔ 26, 100, ΕφΠειρ 106/1994 ΕπιθΕμπΔικ ΜΕ, 629, ΕφΠειρ 299/1996 ΕπιθΕμπΔικ ΜΙ, 370, ΕφΠειρ 176/1990 ΕλλΔνη 33, 405, ΕφΑθ 6509/1992 ΕπιθΕμπΔικ ΜΓ, 633, ΕφΠειρ 852/1992 ΕπιθΕμπΔικ ΜΔ, 49). Η ρύθμιση αυτή του Εμπορικού Νόμου έχει ανάλογη εφαρμογή και στη θαλάσσια μεταφορά ενόψει του ότι οι διατάξεις του ΚΙΝΔ περιέχουν διατάξεις για τους παραγγελιοδόχους που μεσολαβούν στη ναύλωση ή τη θαλάσσια μεταφορά (βλ. Νικ. Δελούκα, Ναυτ. Δικ. 1979, παρ. 274 σελ. 475, Κιάντου-Παμπούκη, Ο Ναυτικός Πράκτορας, ΕΝΔ 15, 1 και 5, Ποταμιάνο, Η Σύμβαση Θαλάσσιας Μεταφοράς, 1962, παραγρ. 8, ΑΠ 320/1964 ΝΟΒ 15, 30, ΕφΠειρ 1168/1997 ΕΝΔ 26, 100, ΕφΠειρ 299/1966 ΕπιθΕμπΔικ ΜΙ, 370, ΕφΠειρ 1156/1991 ΕπιθΕμπΔικ ΜΒ, 499, ΕφΑθ 6509/1992 ΕπΕμπΔικ ΜΓ, 633, ΕφΠειρ Ι 76/1990 ΕλλΔνη 33, 405).

ΙΙΙ. Το άρθρο 141 ΚΙΝΔ ορίζει ότι η εκ μέρους του εκναυλωτή (μεταφορέα) οφειλόμενη αποζημίωση για βλάβη ή απώλεια του φορτίου δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό που ορίζεται εκάστοτε με διάταγμα κατά δέμα ή κατά μονάδα, εκτός αν συμφωνήθηκε μεγαλύτερο ποσό ή αν η φύση και η αξία των φορτωθέντων πραγμάτων δηλώθηκαν από τον φορτωτή πριν από την φόρτωση, η δε δήλωση έγινε εγγράφως. Σε εκτέλεση της διάταξης αυτής εκδόθηκε και ισχύει το π.δ. 425/1995, με το οποίο έχει οριστεί το ανώτατο ποσό αποζημίωσης για απώλεια ή βλάβη φορτίου σε 250.000 δρχ. και ήδη 733,68 ευρώ κατά μονάδα ή δέμα. Ως δέμα, κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, νοείται μια συσκευασία αυθυπόστατη, που περιέχει ένα ή περισσότερα αντικείμενα, η οποία (συσκευασία) καθιστά αδύνατη τη διακρίβωση του περιεχομένου της με εξωτερική επισκόπηση και θεώρηση. Συνέπειες του χαρακτηρισμού τούτου είναι αφενός μεν ότι το δέμα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μονάδα υπολογισμού για φορτία που μεταφέρονται χύδην, αφετέρου δε ότι ως δέμα δεν μπορεί να θεωρηθεί αντικείμενο μεμονωμένο που μεταφέρεται χωρίς συσκευασία (ΑΠ 884/2005, ΕφΠειρ 76/2006 ΠειρΝομ 2006.466, ΕφΠειρ 137/1990 ΕλλΔνη 1992.399, ΕφΠειρ 1303/1986, ΕΝαυτΔ 1990.249).

Στην προκείμενη περίπτωση με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη, αφού περιέχει όλα τα απαιτούμενα κατά νόμο στοιχεία και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 107 επ. ΚΙΝΔ, 2 παρ. 1α΄ της Διεθνούς Σύμβασης της Γενεύης, που αφορά στη διεθνή μεταφορά εμπορευμάτων οδικώς (C.M.R.), 1 παρ. 1 ν. 559/1977, 2 παρ. 2 του Ν. 2107/1992, 97, 99 Εμπ.Ν., 1, 2, 3, 7, 14 του Ν. 2496/1997, 681, 455, 460, 462, 297, 298, 481 επ., 334, 340, 345 ΑΚ, 74, 219, 907, 908 και 176 ΚΠολΔ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στις υπό στοιχεία Ι και ΙΙ νομικές σκέψεις της παρούσας, εκτός από το αίτημα να επιδικαστούν τόκοι από 20-11-2012, επομένη της εκδήλωσης της επίμαχης πυρκαγιάς, άλλως από τις 27-02-2013 και 02-04-2013, ημερομηνίες καταβολής του ασφαλίσματος, αφού αυτές δεν συνιστούν δήλη ημέρα, ενώ η διάταξη του άρθρου 111 ΕισΝΑΚ δεν έχει εφαρμογή επί της αξίωσης του υποκατασταθέντος ασφαλιστή κατά του τρίτου, οφειλέτη του ασφαλισμένου, διότι η αξίωση αυτή του ασφαλιστή δεν πηγάζει από την ασφαλιστική σύμβαση, αλλά από την αυτοδικαίως, κατά το άρθρο 14 του Ν. 2496/1997, μεταβιβασθείσα σε αυτόν απαίτηση του ασφαλισμένου δανειστή (ΑΠ 1717/2007). Πρέπει, συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

Από το σύνολο των νομίμως επικαλούμενων και προσκομιζόμενων εγγράφων αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Τον Αύγουστο του έτους 2012, η εταιρεία με την επωνυμία «…» με έδρα στην … αγόρασε από την εταιρεία με την επωνυμία «…», που έχει την έδρα της στην …, εξαρτήματα εγκατάστασης χυτηρίου παραγωγής, για τα οποία εκδόθηκαν τα υπ’ αριθ. … τιμολόγια της πωλήτριας, συνολικής αξίας 14.759 δολαρίων ΗΠΑ. Το παραπάνω εμπόρευμα είχε συσκευαστεί και είχε στοιβαχθεί σε δύο (2) ξυλοκιβώτια συνολικού μικτού βάρους 270 κιλών, προκειμένου να μεταφερθεί οδικώς από το … της …ς στις εγκαταστάσεις της αγοράστριας στα …. Ειδικότερα, στο με αριθμό … ξυλοκιβώτιο, μικτού βάρους 124 χλγ, είχαν στοιβαχθεί εμπορεύματα αξίας 5.296,73 δολαρίων ΗΠΑ και στο με αριθμό …/… ξυλοκιβώτιο, μικτού βάρους 146 χλγ είχαν στοιβαχθεί εμπορεύματα αξίας 9.462,58 δολαρίων ΗΠΑ. Επίσης τον Νοέμβριο του έτους 2012, η ανωτέρω εταιρεία με την επωνυμία «…» αγόρασε από την εταιρεία με την επωνυμία «…», που έχει την έδρα της στην … 2.000 χλγ πρώτης ύλης πέτρες κράματος μαγγανίου, για την οποία εκδόθηκε το υπ’ αριθ. …/15-11-2012 τιμολόγιο της πωλήτριας, αξίας 6.200 ευρώ. Το παραπάνω εμπόρευμα, μικτού βάρους 2.050 χλγ είχε συσκευαστεί σε σακιά, τα οποία είχαν στοιβαχθεί σε δύο (2) παλέτες, προκειμένου να μεταφερθεί οδικώς από το … της …ς στις εγκαταστάσεις της αγοράστριας στα ….  Η αγοράστρια εταιρεία «…» προκειμένου να μεταφερθούν τα παραπάνω εμπορεύματα από την … στις εγκαταστάσεις της στα … κατήρτισε με πρώτη εναγομένη εταιρεία, με την επωνυμία «…» (ήδη εκκαλούσα της υπό στοιχείο Α έφεσης) σύμβαση παραγγελίας μεταφοράς, με την οποία, η πρώτη ανέθεσε στη δεύτερη να μεριμνήσει για την ανεύρεση μεταφορέα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η ανωτέρω μεταφορά. Σε εκτέλεση της σύμβασης αυτής η πρώτη εναγομένη ενεργώντας στο όνομά της, αλλά για λογαριασμό της αγοράστριας εταιρείας κατάρτισε με τον δεύτερο εναγόμενο, … (ήδη εκκαλούντος της υπό στοιχείο Β έφεσης), σύμβαση μεταφοράς, δυνάμει της οποίας αυτός ανέλαβε να μεταφέρει τα ως άνω εμπορεύματα στα …. Σε εκτέλεση των παραπάνω συμβάσεων παραγγελίας μεταφοράς και μεταφοράς, αντίστοιχα, τα παραπάνω εμπορεύματα παραδόθηκαν για μεταφορά την 14-11-2012. Το με αριθμό … ξυλοκιβώτιο, μικτού βάρους 124 χλγ με τα εξαρτήματα εγκατάστασης χυτηρίου της εταιρείας «…», παραδόθηκε στον οδηγό του με αριθμό κυκλοφορίας … Δ.Χ. φορτηγού με επικαθήμενο (trailer) …, εκμετάλλευσης του δευτέρου εναγομένου και φορτώθηκε σε αυτό. Για την παραπάνω μεταφορά, εκδόθηκε η από 14-11-2012 φορτωτική CMR. Επιπλέον, το με αριθμό …/… ξυλοκιβώτιο με τα εξαρτήματα εγκατάστασης χυτηρίου του οίκου «…»,  μικτού βάρους 146 χλγ, καθώς και οι δύο (2) παλέτες με πρώτη ύλη πέτρες κράματος μαγγανίου της εταιρείας «…», που είχε αγοράσει η … παραδόθηκαν στον οδηγό του με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγού με επικαθήμενο (trailer) …, ιδιοκτησίας και εκμεταλλεύσεως του δευτέρου εναγομένου και φορτώθηκαν σε αυτό. Για την παραπάνω μεταφορά εκδόθηκε η υπ’ αριθ. …/2012 φορτωτική CMR. Περαιτέρω, η «…», προκειμένου να ασφαλίσει τα εν λόγω εμπορεύματα έναντι κινδύνων κατά τη μεταφορά τους σύναψε σύμβαση ασφάλισης με την ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία, με την επωνυμία «….» (ήδη εφεσίβλητη στις υπό στοιχεία Α και Β εφέσεις), με αντικείμενο την ασφάλιση αυτών έναντι κινδύνου κατά τη μεταφορά τους και μέχρι την αξία των 25.000 ευρώ, αλλά με απαλλαγή της ασφαλίστριας, κατά το ποσό των 200 ευρώ για κάθε ζημία, για το χρονικό διάστημα από 01-07-2012 έως 01-07-2013. Για τη σύμβαση αυτή εκδόθηκε το με αριθμό … ασφαλιστήριο μεταφορών. Περαιτέρω, τον Νοέμβριο του έτους 2012 η εταιρεία με την επωνυμία «….», με έδρα το … αγόρασε από την εταιρεία με την επωνυμία «…», που έχει την έδρα της στο … …ς, ελαστικά, υλικά και μέρη, προοριζόμενα για εγκαταστάσεις ανελκυστήρων, για τα οποία εκδόθηκαν τα υπ’ αριθ. … τιμολόγια της πωλήτριας, συνολικής αξίας 16.117 ευρώ. Το παραπάνω εμπόρευμα είχε συσκευαστεί σε έντεκα (11) παλέτες (που περιείχαν 13 χαρτοκιβώτια) και εννέα (9) χαρτοκιβώτια, συνολικού μικτού βάρους 1.282 χλγ, προκειμένου να μεταφερθούν από τη … στην Ελλάδα. Η πωλήτρια, για τη μεταφορά των παραπάνω εμπορευμάτων από τη … στην Ελλάδα, κατάρτισε με την εταιρία με την επωνυμία «…» σύμβαση παραγγελίας μεταφοράς, δυνάμει της οποίας αυτή ανέλαβε να εξεύρει μεταφορέα και να συνάψει με αυτόν το όνομά της, αλλά για λογαριασμό της πωλήτριας σύμβαση μεταφοράς των πιο πάνω εμπορευμάτων. Στη συνέχεια η εταιρεία «…» κατάρτισε με την πρώτη εναγομένη, σύμβαση παραγγελίας μεταφοράς, δυνάμει της οποίας αυτή ανέλαβε να εξεύρει μεταφορέα και να συνάψει με αυτόν στο όνομά της, αλλά για λογαριασμό της πωλήτριας σύμβαση μεταφοράς των πιο πάνω εμπορευμάτων από την … στον Ασπρόπυργο. Σε εκτέλεση της πιο πάνω σύμβασης η πρώτη εναγομένη, ενεργώντας στο όνομά της, αλλά για λογαριασμό της πωλήτριας, κατάρτισε σύμβαση μεταφοράς με τον δεύτερο εναγόμενο, δυνάμει της οποίας αυτός ανέλαβε τη μεταφορά των εμπορευμάτων από τη … στον Ασπρόπυργο, όπου θα τα παραλάμβανε η πρώτη εναγομένη και θα μεριμνούσε για την μεταφορά τους στο …. Σε εκτέλεση των ως άνω συμβάσεων τα προαναφερθέντα εμπορεύματα παραδόθηκαν προς μεταφορά την 15-11-2012 στο … της …ς, στον οδηγό του με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγού με επικαθήμενο (trailer) …, εκμεταλλεύσεως του δευτέρου εναγομένου. Για την παραπάνω μεταφορά εκδόθηκε η με αριθμό 26312419 φορτωτική CMR. Συνεπώς, εν προκειμένω, η εταιρεία  «…» ενήργησε ως παραγγελιοδόχος μεταφοράς,  η πρώτη εναγομένη ως ενδιάμεσος παραγγελιοδόχος και ο δεύτερος εναγόμενος ως μεταφορέας. Περαιτέρω, η «….», προκειμένου να ασφαλίσει τα εν λόγω εμπορεύματα έναντι κινδύνων κατά τη μεταφορά τους σύναψε σύμβαση ασφάλισης με την ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία, με την επωνυμία «….» (ήδη εφεσίβλητη στις υπό στοιχεία Α και Β εφέσεις), με αντικείμενο την ασφάλιση αυτών έναντι κινδύνου κατά τη μεταφορά τους και μέχρι την αξία των 250.000 ευρώ, αλλά με απαλλαγή της ασφαλίστριας, κατά το ποσό των 150 ευρώ για κάθε ζημία, για το χρονικό διάστημα από 01-01-2012 έως 01-01-2013. Για τη σύμβαση αυτή εκδόθηκε το με αριθμό … ασφαλιστήριο μεταφορών. Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και δη το μεσημέρι της 18-11-2012, τα παραπάνω φορτηγά, ήτοι α) το με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγό με επικαθήμενο (trailer) … και β) το με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγό με επικαθήμενο (trailer) …, εκμεταλλεύσεως αμφοτέρων του δευτέρου εναγομένου (και ήδη δευτέρου εκκαλούντος της υπό στοιχεία ΙΙ εφέσεως) κατέφτασαν στο λιμάνι της Βενετίας και επιβιβάστηκαν στο Ε/Γ-Ο/Γ … της …, έμφορτα, ήτοι χωρίς να εκφορτωθούν από τα φορτηγά τα εμπορεύματα και χωρίς να εκδοθεί για αυτά θαλάσσια φορτωτική. Το ως άνω πλοίο αναχώρησε από τη Βενετία στις 12:00 μεσημβρινή της 18-11-2012, με προορισμό το λιμάνι της Πάτρας και με προοριζόμενη ώρα άφιξης, περίπου τα μεσάνυκτα της επόμενης ημέρας, 19-11-2012, από όπου τα ανωτέρω φορτηγά θα συνέχιζαν τα ταξίδια τους, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε. Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω και όπως αναφέρεται και στην ανωτέρω υπό στοιχείο Ι μείζονα σκέψη, εφόσον στην ένδικη περίπτωση, πρόκειται για διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές, δηλαδή μεταφορές πραγμάτων δια θαλάσσης, που τα λιμάνια φόρτωσης και εκφόρτωσης βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη, δίχως οι μεταφορές αυτές να καλύπτονται από φορτωτικές εκδοθείσες από τον θαλάσσιο μεταφορέα σε εκτέλεση του ναυλοσυμφώνου, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 2107/1992 (κανόνες Χάγης-Βίσμπυ), αλλά οι διατάξεις περί ναυλώσεως κλπ του ΚΙΝΔ και συγκεκριμένα οι διατάξεις των άρθρων 107 επ. του ΚΙΝΔ. Ακολούθως και ενώ το πλοίο βρισκόταν περί τα 4-5 μίλια από τον προορισμό του, στο νότιο λιμάνι της Πάτρας, περί ώρα 23:55 εκδηλώθηκε σε αυτό πυρκαγιά και συγκεκριμένα στο πρωραίο τμήμα του γκαράζ με αριθμό 3, στο πρώτο επίπεδο. Μετά από σχετική ενημέρωση του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πατρών έσπευσαν σε αυτό ρυμουλκά και πλοιάρια της Πυροσβεστικής και του Λιμενικού προς κατάσβεση πυρκαγιάς και ρυμούλκησής του στον προβλήτα του λιμένα Πατρών. Στις 00:43 της 20-11-2011 το ως άνω πλοίο προσέδεσε στην προβλήτα του νοτίου λιμένα της Πάτρας, όπου αποβιβάστηκαν οι επιβάτες και επενέβη η Πυροσβεστική προς κατάσβεση της φωτιάς και την εκφόρτωση των οχημάτων. Το μεσημέρι της 20-11-2012 ολοκληρώθηκε η κατάσβεση της πυρκαγιάς, ενώ η εκφόρτωση των οχημάτων ολοκληρώθηκε το βράδυ της ίδιας ημέρας και περί ώρα 20:20. Κατά την εκφόρτωση των φορτηγών διαπιστώθηκαν τα κάτωθι: α) Το με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγό με επικαθήμενο (trailer) … έφερε περιορισμένες ζημίες από τη φωτιά και τα νερά πυρόσβεσης. Έτσι το με αριθμό …/… ξυλοκιβώτιο με τα εξαρτήματα εγκατάστασης χυτηρίου του οίκου …, μικτού βάρους 146 χλγ και οι δύο παλέτες με πρώτη ύλη πέτρες κράματος μαγγανίου «…», που μεταφέρονταν με το πιο πάνω όχημα, μεταφέρθηκαν στις εγκαταστάσεις της πρώτης εναγομένης και από εκεί στις εγκαταστάσεις της αγοράστριας εταιρείας «…» για να ελεγχθούν, πλην όμως διαπιστώθηκε ότι το περιεχόμενό τους δεν είχε ζημίες και παραλήφθηκαν από την αγοράστρια και β) το με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγό με επικαθήμενο (trailer) … είχε υποστεί εκτεταμένες ζημίες από την πυρκαγιά και δη τα εμπορεύματα που είχαν στοιβαχθεί στο επικαθήμενο (μεταξύ των οποίων τόσο το με αριθμό … ξυλοκιβώτιο, μικτού βάρους 124 χλγ με τα εξαρτήματα εγκατάστασης χυτηρίου του οίκου …, όσο και τα εμπορεύματα της πωλήτριας εταιρίας «…», ήτοι ελαστικά, υλικά και μέρη, προοριζόμενα για εγκαταστάσεις ανελκυστήρων) είχαν καταστραφεί από την πυρκαγιά και τα νερά της πυρόσβεσης, με συνέπεια να θεωρούνται ολικά κατεστραμμένα και ακατάλληλα για κάθε χρήση. Έτσι την 27-11-2012 τα πιο πάνω εμπορεύματα απορρίφθηκαν προς καταστροφή στο ΧΥΤΑ Πατρών. Η εκδήλωση της πυρκαγιάς οφείλεται σε ίδιον πταίσμα και δη σε αμέλεια της πλοιοκτήτριας εταιρίας με την επωνυμία «…». Ειδικότερα, αιτία πρόκλησης της ζημιογόνου αυτής πυρκαγιάς υπήρξε το γεγονός ότι για τον εφοδιασμό των φορτηγών με ηλεκτρικό ρεύμα στο γκαράζ του εν λόγω πλοίου, η ανωτέρω, τη συγκεκριμένη ημέρα και κατά τον παραπάνω πλου, χρησιμοποιούσε, εκτός από μπαλαντέζες με καλώδιο μαύρου χρώματος, και μπαλαντέζες με καλώδιο λευκού χρώματος, το οποίο όμως (λευκό καλώδιο) δεν ενδείκνυται για υγρούς χώρους και θερμαίνεται γρήγορα σε περίπτωση υπερβάλλοντος ηλεκτρικού φορτίου, οι ακροδέκτες δε αυτών δεν έκαναν καλή επαφή με τις παροχές ρεύματος του πλοίου, ενώ παράλληλα δεν φρόντισε για τη συντήρηση και την αντικατάσταση των παροχών ηλεκτρικού ρεύματος του πλοίου, παρότι είχε προς τούτο υποχρέωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 27 του π.δ. 177/2000, και μπορούσε, ώστε να διατηρείται αυτό κατάλληλο προς πλου. Περαιτέρω, και εξαιτίας της παροχής εκ μέρους της του ακατάλληλου αυτού εξοπλισμού, ήτοι των λευκών καλωδίων με ακροδέκτες που δεν έκαναν καλή επαφή με τις παροχές ρεύματος, μία τέτοια μπαλαντέζα συνδέθηκε με το με αριθμό κυκλοφορίας … ΕΑ φορτηγό-ψυγείο, από το οποίο ξεκίνησε η πυρκαγιά, η οποία στη συνέχεια, εκκινώντας από το σημείο πάνω από το ανωτέρω φορτηγό, εξαπλώθηκε και στον υπόλοιπο κλειστό χώρο του γκαράζ. Από τη μπαλαντέζα αυτή, με καλώδιο λευκού χρώματος, που ανευρέθηκε στα υπολείμματα της πυρκαγιάς πλησίον του παραπάνω οχήματος, έλειπε παντελώς το φις σύνδεσης με το εν λόγω φορτηγό, τα καλώδια ήταν γυμνά και η γόμωσή τους (πλαστικό περίβλημα) ήταν καμένη. Από την άλλη πλευρά της σύνδεσης, ήτοι με τη σταθερή εγκατάσταση του πλοίου, από το φις έλειπε ένας ακροδέκτης και γύρω από τη θέση του το πλαστικό είχε καρβουνιάσει, ο δε ακροδέκτης είχε απομείνει στη λήψη σταθερής εγκατάστασης με κωδικό DP2, όπου είχε συνδεθεί η πιο πάνω μπαλαντέζα, η λήψη δε αυτή βρέθηκε κατεστραμμένη και η ασφάλειά της στη θέση «ΟΝ». Εξάλλου, η εν λόγω μπαλαντέζα παρουσίαζε σε πολλά σημεία φθορές, οι οποίες είχαν καλυφθεί με μονωτική ταινία. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά προκύπτουν ιδίως από τις διαπιστώσεις του ηλεκτρολόγου-μηχανικού Ανδρέα Μπαχρά και του μηχανολόγου-μηχανικού Ανδρέα Παπαγεωργίου, που περιέχονται στη με ημερομηνία 02-03-2013 προσκομιζόμενη έκθεση πραγματογνωμοσύνης τους, η οποία εκπονήθηκε δυνάμει του με ημερομηνία 20-11-2012 εγγράφου διορισμού τους, του Κεντρικού Λιμεναρχείου  Πατρών, που αποτελεί το πλέον αξιόπιστο και ασφαλές για την ένδικη υπόθεση αποδεικτικό μέσο. Επομένως, εξάγεται το συμπέρασμα ότι κατά τη σύνδεση της προπεριγραφόμενης μπαλαντέζας με το παραπάνω φορτηγό αυτοκίνητο-ψυγείο και τη διαμέσου αυτής παροχή προς το τελευταίο ηλεκτρικού ρεύματος από τη σταθερή εγκατάσταση του πλοίου, δεν έγινε καλή επαφή μεταξύ μπαλαντέζας και λήψης, καθώς ο ακροδέκτης της μπαλαντέζας ήταν ελαττωματικός, με αποτέλεσμα, λόγω του είδους των παρεχόμενων καλωδίων (λευκών) και ιδίως της ανωτέρω μπαλαντέζας με λευκό καλώδιο, που ήταν ακατάλληλη προς χρήση, ως φθαρμένη και πρόχειρα καλυμμένη με μονωτική ταινία, να δημιουργηθεί ηλεκτρικό τόξο και να προκληθεί απανθράκωση του πλαστικού περιβλήματος, είτε της μπαλαντέζας είτε του σημείου λήψης, με επακόλουθο την εκδήλωση της επίμαχης πυρκαγιάς. Το γεγονός ότι οι ανωτέρω πραγματογνώμονες, στην προμνησθείσα έκθεσή τους, δεν καταλήγουν σε συμπέρασμα καταλογισμού ευθύνης στην πλοιοκτήτρια εταιρεία, δεν ανατρέπει το πιο πάνω πόρισμα, δεδομένου ότι τούτο θεμελιώνεται επί των αντικειμενικών ευρημάτων, καταγεγραμμένων με σαφήνεια στην εν λόγω έκθεση. Άλλωστε, όπως κατέθεσε και ο ύπαρχος του ανωτέρω πλοίου, …, στη με ημερομηνία 24-11-2012 κατάθεσή του ενώπιον των οργάνων του Λιμεναρχείου Πατρών , ηλεκτρικό ρεύμα παρείχε στα φορτηγά το πλοίο με δικά του καλώδια παροχής, από τις πρίζες που βρίσκονται στις πλευρές του, δεξιά και αριστερά και στις κολώνες. Η χρήση δε και καλωδίων λευκού χρώματος επιβεβαιώνεται και από τη με ημερομηνία 24-11-2012 κατάθεση, ενώπιον της ίδιας Αρχής, του …, προϊσταμένου-ηλεκτρολόγου στο πλοίο αυτό, ο οποίος κατέθεσε ότι τα περισσότερα (σ.σ. πλην όμως όχι όλα) από τα καλώδια σύνδεσης ήταν μαύρου χρώματος. Συνεπώς, με βάση τις παραπάνω παραδοχές η εκδήλωση της πυρκαγιάς και η συνακόλουθη ολοσχερής καταστροφή του επίδικου φορτίου οφείλεται αιτιωδώς, αποκλειστικά, σε πράξεις και παραλείψεις της πλοιοκτήτριας εταιρείας, η οποία δεν φρόντισε για τη συντήρηση ή αντικατάσταση των παροχών ηλεκτρικού ρεύματος του πλοίου, οι οποίες συνιστούν διοικητικό (εμπορικά) και όχι ναυτικό πταίσμα, αφού αφορά σε υποχρέωση καταλληλότητας του ηλεκτρολογικού εξοπλισμού του πλοίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ 177/2000, και όχι στη μη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την προφύλαξη του επίδικου φορτίου (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 767/2009 ΔΕΕ 2010, 82). Ένεκα του πταίσματος αυτού θεμελιώνεται ενδοσυμβατική ευθύνη του θαλάσσιου μεταφορέα, που είναι η πλοιοκτήτρια εταιρεία, ακολούθως δε της πρώτης εναγομένης (παραγγελιοδόχου μεταφοράς αναφορικά με την πρώτη ζημία και ενδιαμέσου παραγγελιοδόχου μεταφοράς αναφορικά με τη δεύτερη ζημία), καθώς και του δευτέρου εναγομένου (οδικού μεταφορέα), υπό την ανωτέρω ιδιότητά τους, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες υπό στοιχεία Ι και ΙΙ μείζονες σκέψεις της παρούσας, οι οποίοι ευθύνονται όπως και ο θαλάσσιος μεταφορέας, κατά νομικό πλάσμα, ενόψει και του ότι δεν αποδείχθηκε η επέλευση της ζημίας αιτιωδώς από πράξη ή παράλειψη του δευτέρου εναγομένου-οδικού μεταφορέα. Συνεπώς, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, δεν συντρέχει απαλλαγή από την ευθύνη των εναγομένων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 138 ΚΙΝΔ, η οποία αναφέρεται στην ευθύνη του εκναυλωτή για ίδιον αυτού πταίσμα σε περίπτωση πυρκαγιάς, η οποία (ευθύνη του εκναυλωτή) υφίσταται εν προκειμένω, αφού, όπως προαναφέρθηκε, η επίμαχη πυρκαγιά οφείλεται σε πταίσμα της πλοιοκτήτριας εταιρείας, με αποτέλεσμα την ανατροπή του διαλαμβανόμενου στη διάταξη του άρθρου 138 ΚΙΝΔ μαχητού τεκμηρίου περί απαλλαγής της σε περίπτωση πυρκαγιάς και την προβλεπόμενη σε αυτή (διάταξη) αναβίωση της ευθύνης της επί τη βάσει του προρρηθέντος πταίσματός της (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 447/2005 ΕΝαυτΔ 2005, 331) και έχει ως αποτέλεσμα τη θεμελίωση ευθύνης και των εναγομένων, όπως ήδη αναφέρθηκε, απορριπτομένων, συνεπώς, των σχετικών ισχυρισμών των τελευταίων.  Άλλωστε η ύπαρξη πταίσματος της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας για το ανωτέρω περιγραφόμενο συμβάν έχει κριθεί τελεσίδικα δυνάμει της υπ΄ αριθ. 1241/2019 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Περαιτέρω, όπως προαναφέρθηκε, όλο το επίδικο φορτίο που ήταν στοιβαγμένο στο επικαθήμενο του με αριθμό κυκλοφορίας … ΔΧ φορτηγού με επικαθήμενο (trailer) … αυτοκινήτου του δεύτερου εναγομένου, καταστράφηκε ολοσχερώς από την πυρκαγιά. Ακολούθως, η ενάγουσα, ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «…», κατέβαλε α) στην αγοράστρια εταιρία με την επωνυμία «…», στις 27-02-2013, το ασφάλισμα, δυνάμει της προαναφερόμενης σύμβασης ασφάλισης,  ήτοι 3.930 ευρώ, που αντιστοιχεί στη συνολική συνήθη αξία των επίδικων εμπορευμάτων, ελλείψει χρηματιστηριακής ή τρέχουσας τιμής, μετά την αφαίρεση του ποσού της συμφωνηθείσας απαλλαγής της (ενάγουσας), ύψους 200 ευρώ και β)  στην αγοράστρια εταιρία με την επωνυμία «….», στις 02-04-2013, το ασφάλισμα, δυνάμει της προαναφερόμενης σύμβασης ασφάλισης,  ήτοι 16.027 ευρώ, που αντιστοιχεί στη συνολική συνήθη αξία των επίδικων εμπορευμάτων, ελλείψει χρηματιστηριακής ή τρέχουσας τιμής, μετά την αφαίρεση του ποσού της συμφωνηθείσας απαλλαγής της (ενάγουσας), ύψους 150 ευρώ. Με τον τρόπο αυτό η ενάγουσα υποκαταστάθηκε εκ του νόμου, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, στα δικαιώματα των ανωτέρω αγοραστριών, νομιμοποιούμενη να ασκήσει στη συνέχεια όλα τα δικαιώματα αυτών, όπως και έκανε ασκώντας την ένδικη αγωγή κατά της πρώτης εναγομένης (παραγγελιοδόχου μεταφοράς στην πρώτη περίπτωση και ενδιαμέσου παραγγελιοδόχου μεταφοράς στη δεύτερη περίπτωση) και του δεύτερου εναγομένου (οδικού μεταφορέα). Tέλος, περί του ισχυρισμού των εναγομένων ότι το επίδικο εμπόρευμα, που καταστράφηκε αποτελούσε «δέμα» και το στηριζόμενο επί του ισχυρισμού τούτου συναφές αίτημα περιορισμού της αποζημιώσεως πρέπει να σημειωθεί ότι αυτός (ο ισχυρισμός), πέραν της αοριστίας του, αφού δεν προκύπτει εάν ζητείται να προσδιορισθεί η αποζημίωση σε ένα δέμα (όλο το εντός του φορτηγού) ή σε περισσότερα δέματα και εάν ζητείται ο προσδιορισμός της αποζημίωσης σε περισσότερα δέματα συσκευασμένα σε επιμέρους κιβώτια, ούτε μνημονεύεται ο αριθμός των κιβωτίων, ώστε να καταστεί εφικτός ο υπολογισμός της κατά νόμο αποζημίωσης, είναι απορριπτέος και ως μη νόμιμος, διότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων του Ν.Δ. 425/1995 και του άρθρου 141 Κ.Ι.Ν.Δ.-με τις οποίες θεσπίζεται μετριασμός της ευθύνης του εκναυλωτή, όταν το μεταφερόμενο εμπόρευμα είναι συσκευασμένο σε δέμα ή πρόκειται περί χύδην φορτίου- το επίδικο εμπόρευμα δεν αποτελούσε το προβλεπόμενο από τις ανωτέρω διατάξεις «δέμα», εφόσον δεν αποτελούσε συσκευασία που δεν επέτρεπε την με εξωτερική απλώς επισκόπηση εξακρίβωση του περιεχομένου του, παρά αντιθέτως, όπως αποδεικνύεται τόσο τις φωτογραφίες, που επισυνάπτονται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όσο και  από την κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσας, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την υπ’ αριθ. 3479/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, είχε φορτωθεί στο αμάξωμα του οχήματος του δεύτερου εναγομένου, το οποίο (αμάξωμα) καλυπτόταν με μουσαμά, ώστε η επιθεώρησή του από τα όργανα του εν λόγω εκναυλωτή να είναι ευχερής με απλό παραμερισμό του ανωτέρω καλύμματος, έτσι μάλιστα που να γίνεται εκτίμηση και της αξίας αυτού, αλλά και διότι δεν πρόκειται περί χύδην φορτίου (βλ. ΑΠ 884/2005, ΕφΠειρ 1303/1986 ΕΝαυτΔ 1990, 249). Κατ’ ακολουθία όλων αυτών, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρος έκαστος, το συνολικό ποσό των δέκα εννέα χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα επτά (19.957) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως. Τέλος, πρέπει οι εναγόμενοι (εκκαλούντες), λόγω της ήττας τους, να καταδικαστούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας (εφεσίβλητης) και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να επιστραφούν στους εκκαλούντες τα κατατεθέντα από αυτούς παράβολα (άρθρο 495 παρ. 5 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 12-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης στο εκδόν Δικαστήριο 53581/2571/13-10-2017 και στο παρόν Δικαστήριο 596801/ 4155/ 15-11-2017) έφεση της πρώτης εναγομένης και β) την από 12-10-2017 και με αριθμό κατάθεσης στο εκδόν Δικαστήριο 53465/2562/13-10-2017 και στο παρόν Δικαστήριο 596806/ 4156/ 15-11-2017) έφεση του δευτέρου εναγόμενου.

ΔΕΧΕΤΑΙ τις ανωτέρω εφέσεις τυπικά και στην ουσία τους.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθ. 4450/2017 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε  ερήμην των εναγομένων, κατά την τακτική διαδικασία.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 15-10-2013 (με αριθμό κατάθεσης 13275/18-11-2013) αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον έκαστος, το συνολικό ποσό των δέκα εννέα χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα επτά (19.957) ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους – εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας – εφεσίβλητης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, ποσού εβδομήντα πέντε (75) ευρώ για κάθε μία από τις εφέσεις, στους καταθέσαντες (εκκαλούντες).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 24-2-2021

 

H ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ