Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός Απόφασης

431/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

—————-

                ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή, Αικατερίνη Τσέλιου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα, Ελένη Χαριτοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Ιανουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου …, με Α.Φ.Μ. …, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Γεωργίου Κοντοσέα, με Α.Μ. Δ.Σ.Π. 9235.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Αλλοδαπής Εταιρείας με την επωνυμία “…”, που εδρεύει στη …), νομίμως εκπροσωπουμένης, 2) Αλλοδαπής Εταιρείας, με την επωνυμία “…)”, που εδρεύει στην πόλη του … και είναι νομίμως εγκατεστημένη στη …, νομίμως εκπροσωπουμένης, με Α.Φ.Μ. …, 3) …, κατοίκου …, με Α.Φ.Μ. …, οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους, Αικατερίνης Πρωτόπαπα, με Α.Μ. Δ.Σ.Α. 15604.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 31.10.2019 αγωγή του, που κατατέθηικε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 4.11.2019, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης 9939/2019 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης 4996/2019, προσδιορίσθηκε προς συζήτηση στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία εγγράφηκε στο οικείο πινάκιο, απ’ όπου εκφωνήθηκε στη σειρά της.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

                Κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.7/25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, κατ’ άρθρο 38 του ΕισΝΑΚ, ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής σε εργαζόμενο και θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης, θεωρείται κάθε βλάβη, που είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγόμενου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, που δεν θα υπήρχε χωρίς την εργασία και την εκτέλεσή της υπό τις σχετικές περιστάσεις (ΟλΑΠ 1287/1986 ΝοΒ 35.160, ΑΠ 1616/2003 ΕλλΔνη 2004.767). Έτσι, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ατύχημα από βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, όταν η εκδήλωση της ασθένειας ή και η επιδείνωση προϋπάρχουσας πάθησης ή νοσηρής κατάστασης του εργαζομένου είναι συνέπεια της εκτέλεσης της εργασίας υπό τους συνηθισμένους όρους και περιστάσεις, που συμφωνήθηκαν και είναι συμφυείς με το καθορισμένο είδος εργασίας, χωρίς τη μεσολάβηση άλλου εξωτερικού γεγονότος, ξένου προς τον οργανισμό του παθόντος (βίαιου συμβάντος), που αποτελεί και η εκτέλεση της εργασίας κάτω από έκτακτες και δυσμενείς συνθήκες. Η κρίση για το εάν οι όποιες συνθήκες εργασίας είναι έκτακτες, όλως εξαιρετικές ή ανώμαλες, θα πρέπει να σχηματιστεί αφενός μεν από τη σύγκρισή τους με τους κανονικούς όρους εργασίας του συγκεκριμένου ναυτικού, όπως αυτοί προκύπτουν, όχι από το τι ισχύει γενικά στη ναυτική εργασία αλλά από την συγκεκριμένη ατομική σύμβαση εργασίας, από την εφαρμοζόμενη Σ.Σ.Ε. και από τη γενική εργατική νομοθεσία στο βαθμό, που αυτή ρυθμίζει και τη ναυτική εργασία, λαμβανομένων υπόψη βέβαια και των ιδιαίτερων συνθηκών της τελευταίας αφετέρου δε από το εάν (οι συνθήκες εργασίας) επέφεραν υπέρμετρη καταπόνηση του οργανισμού του εργαζομένου (ερευνώνται στην προκειμένη περίπτωση και παράγοντες, όπως η ηλικία, η υγεία του ναυτικού, η φύση και το είδος της παρεχόμενης εργασίας) ούτως ώστε να προκαλέσουν ή να διευκολύνουν την εκδήλωση της νόσου τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή (ΕφΠειρ 111/2013 ΤΝΠ Νόμος). Πάντως, γίνεται δεκτό ότι συντρέχουν οι όροι του ως άνω βιαίου συμβάντος, όταν μετά την εκδήλωση της ασθένειας του εργαζομένου, η οποία μπορεί και να προϋπήρχε σε λανθάνουσα κατάσταση, συνεχίζεται η απ’ αυτόν παροχή της εργασίας, έστω και υπό κανονικές συνθήκες και για μικρό ακόμη χρόνο, με αποτέλεσμα την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασής του, εφόσον, ενόψει της εξασθένησης των δυνάμεων του εργαζομένου, του είδους της εργασίας και των εν γένει περιστάσεων, είναι αντίθετη προς τις αρχές των άρθρου 288 και 662 του ΑΚ, η από τον εργοδότη (και τους προστηθέντες του) αξίωση εξακολούθησης της εργασίας, γιατί οι ίδιες συνθήκες εκτέλεσης της εργασίας, που ήταν πριν κανονικές, μετά τον κλονισμό της υγείας του εργαζομένου έχουν πλέον το χαρακτήρα των ασυνήθων και εξαιρετικών. Στην τελευταία περίπτωση, βασική προϋπόθεση για τη μετατροπή των κανονικών συνθηκών εργασίας σε ασυνήθιστες και εξαιρετικώς δυσμενείς μετά την εκδήλωση της νόσου του εργαζομένου είναι η παραβίαση της έναντι αυτού υποχρεώσεως πρόνοιας του εργοδότη και γι’ αυτό ακριβώς δεν υπάρχει τέτοια παραβίαση και συνακόλουθα εργατικό ατύχημα με την ως άνω έννοια, όταν ο εργοδότης δεν γνωρίζει ούτε αγνοεί υπαίτια ότι ο εργαζόμενος είναι ασθενής και, γενικότερα, ότι η κατάσταση της υγείας του δεν επιτρέπει την εξακολούθηση της απασχολήσεώς του. Σημειωτέον ότι βασική πηγή πληροφόρησης αποτελεί ο ίδιος ο πάσχων εργαζόμενος, αφού αυτός γνωστοποιεί την ένταση και το είδος των συμπτωμάτων της ασθένειας και με βάση αυτή την πληροφόρηση ο εργοδότης οφείλει να αξιολογήσει την περίπτωση και να ενεργήσει αναλόγως. Σε κάθε όμως περίπτωση, ο εργοδότης δύναται να έχει άμεση γνώση, όταν τα συμπτώματα αυτά είναι έκδηλα και εμφανή. Έτσι, χωρίς την ύπαρξη βίαιου συμβάντος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν δημιουργείται υποχρέωση του εργοδότη από τον ως άνω νόμο προς καταβολή αποζημίωσης στον εργαζόμενο (ΑΠ 1424/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1690/2013 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1602/2012 ΕΝαυτΔ 2013.17, ΕφΠειρΜον 23/2013 ΠειρΝ 2013.164, ΕφΠειρ 764/2012 ΕΝαυτΔ 2013.22). Εξάλλου, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος οφείλεται, κατ’ αρχήν, η προβλεπόμενη από το άρθρο 3 του ως άνω νόμου αποζημίωση, για την οποία η ευθύνη του εργοδότη είναι αντικειμενική, δηλαδή αυτός ευθύνεται σε καταβολή της ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματός του ή πταίσματος των προστηθέντων από αυτόν προσώπων. Πλήρη αποζημίωση κατά το κοινό δίκαιο έχει το δικαίωμα, κατά το άρθρο 16 παρ. 1 του ν. 551/1915, να ζητήσει ο παθών από εργατικό ατύχημα, μόνον, όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις για τους όρους ασφάλειας και σε αιτιώδη μ’ αυτές συνάφεια. Τέτοιες διατάξεις είναι ειδικότερα εκείνες, που προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφάλειας των εργαζομένων και όχι τρίτων. Περαιτέρω, στον Κανονισμό «περί εργασίας επί των Ελληνικών Φορτηγών Πλοίων, ολικής χωρητικότητας 800 κόρων και άνω», που εκδόθηκε με εξουσιοδότηση του άρθρου 67 του κωδικοποιημένου με το από 11/3/52 Β.Δ., εγκρίθηκε δε με το Β.Δ. 806/1970, περιέχονται διατάξεις, που θεσμοθετούν όρους ασφαλείας των, επί των πλοίων εργαζομένων ναυτικών, όπως η διάταξη του άρθρου 10 αυτού, σύμφωνα με την οποία ο πλοίαρχος λαμβάνοντας γνώση ασθενείας ή ατυχήματος κάποιου από τους επιβαίνοντες, μεριμνά να παρασχεθούν αμέσως στον πάσχοντα οι πρώτες βοήθειες (εδ. 1). Παρέχει την, κατά τον πρόχειρο ιατρικό οδηγό, ενδεικνυόμενη βοήθεια και ζητεί, εν ανάγκη, με τον ασύρματο του πλοίου, ιατρική συνδρομή, τηλεγραφώντας τα συμπτώματα της νόσου (εδαφ. 2). Σε περίπτωση βαρείας ασθενείας ή ατυχήματος, οφείλει «συν τη παροχή των πρώτων βοηθειών να επιζητήσει την προσέγγιση με άλλο πλοίο που να διαθέτει ιατρό ή την αποστολή καταλλήλων μέσων μεταφοράς του πάσχοντος ή να καταπλεύσει εφόσον είναι δυνατό στον πλησιέστερο λιμένα και να συνεννοηθεί με Λιμενική ή Προξενική Αρχή για την εισαγωγή του πάσχοντος σε Νοσοκομείο ή Κλινική (εδαφ. 3α). Με τη διάταξη αυτή, θεσμοθετούνται σαφώς ειδικοί κανόνες ασφαλείας των απασχολουμένων στο πλοίο ναυτικών, η μη τήρηση των οποίων προσδίδει σ’ εκείνον, που έγινε ανίκανος προς εργασία ή σε περίπτωση θανάτου αυτού στα κατά νόμο δικαιούμενα πρόσωπα, αξίωση πλήρους αποζημιώσεως, κατά τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου, κατά τα προεκτεθέντα (ΕφΠειρ 283/2011 ΕΝΑΥΤΔΙΚ 2011.300). Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αγωγή του, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι με σύμβαση ναυτικής εργασία, που κατήρτισε στη Βούλα Αττικής στις 15.5.2018 με τη δεύτερη εναγόμενη, νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας τυγχάνει ο τρίτος εξ αυτών και η οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της πρώτης εναγόμενης, πλοιοκτήτριας του πλοίου υπό σημαία νήσων …, κόρων ολικής χωρητικότητας 91.373, προσλήφθηκε για χρονικό διάστημα επτά μηνών, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο ανωτέρω πλοίο υπό την ειδικότητα του Πλοιάρχου Α’, έναντι “κλειστού” μηνιαίου μισθού ποσού 11.250,00€. Ότι ναυτολογήθηκε στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας στις 16.5.2018 και υπηρέτησε έως τις 6.12.2018, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι Jintang της Κίνας λόγω ασθενείας, η οποία εκδηλώθηκε και στη συνέχεια επιδεινώθηκε κατά τη διάρκεια της ναυτολογήσεώς του. Ότι προ της προσλήψεώς του είχε υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις και σε καρδιολογικό έλεγχο και αφού διαπιστώθηκε ότι ήταν υγιής, εκδόθηκαν τα απαιτούμενα ιατρικά πιστοποιητικά. Ότι στις 18.6.2018 και ενώ το πλοίο βρισκόταν εν πλω προς το λιμένα Gijon της Ισπανίας, αισθάνθηκε έντονο ίλιγγο, παρουσίασε εφίδρωση, βήχα και πυρετό. Ότι επειδή οι ίλιγγοι κι η αδιαθεσία συνεχίζονταν, εξετάσθηκε από ιατρό στον ανωτέρω λιμένα, η οποία εσφαλμένα διέγνωσε ότι έπασχε από ίωση, χορηγώντας του ανάλογη φαρμακευτική αγωγή. Ότι επειδή πλέον των ανωτέρω συμπτωμάτων εμφάνισε καταβολή δυνάμεων, βάρος στο στήθος και δυσχέρεια στην αναπνοή, αντιλαμβανόμενος ότι πάσχει από καρδιολογικό πρόβλημα και λόγω του ότι το πλοίο επρόκειτο να ταξιδέψει για τη Βαλτιμόρη των Η.Π.Α., ενημέρωσε τη δεύτερη εναγόμενη για την κατάσταση της υγείας του. Ότι παρόλα αυτά δεν αποναυτολογήθηκε και στις 30.6.2018 και περί ώρα 18.00 μ.μ. κι ενώ το πλοίο βρισκόταν εν πλω στον Ατλαντικό ωκεανό, ευρισκόμενος στη γέφυρα μαζί με τον Α’ μηχανικό, εκδήλωσε έντονη εφίδρωση, δυσφορία και έντονο μούδιασμα και στα δύο χέρια, έντονο ίλιγγο και κατέρρευσε. Ότι με τη βοήθεια του Α’ μηχανικού και λοιπών μελών του πληρώματος μεταφέρθηκε στην καμπίνα του, όπου παρέμεινε κλινήρης για αρκετή ώρα και όταν συνήλθε, μελέτησε τον ιατρικό οδηγό του πλοίου, ακολουθώντας τις οδηγίες για την περίπτωση εκδήλωσης καρδιακής νόσου. Ότι επικοινώνησε εκ νέου με τη δεύτερη εναγόμενη, ανέφερε το συμβάν και ζήτησε την απόλυσή του κατά την άφιξη του πλοίου στη Βαλτιμόρη και την παλιννόστηση στην Ελλάδα. Ότι, όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε, εκείνη την ημέρα υπέστη έμφραγμα του μυοκαρδίου, το οποίο διαπιστώθηκε μετά την απόλυση και την επιστροφή του στην Ελλάδα. Ότι ο υπάλληλος πληρωμάτων της δεύτερης εναγόμενης προσπάθησε να τον καθησυχάσει και τον έπεισε να παραμείνει ναυτολογημένος. Ότι συνέχισε να υποφέρει από καταβολή δυνάμεων, υπέρταση και δυσχέρεια στην αναπνοή, συμπτώματα, τα οποία αντί να υποχωρούν με την πάροδο του χρόνου οξύνονταν και όταν πλέον αισθανόταν ότι ήταν αδύνατον να εκτελέσει τα καθήκοντά του, ζήτησε την απόλυσή του, η οποία και έγινε στις 6.12.2018 στο λιμάνι Jintang της Κίνας. Ότι αμέσως μετά την παλιννόστησή του επισκέφθηκε ιατρό καρδιολόγο, ο οποίος του χορήγησε θρομβολυτική αγωγή και του συνέστησε περαιτέρω καρδιολογική διερεύνηση. Ότι υπεβλήθη σε υπερηχοκαρδιογράφημα και σε στεφανιογραφία στις 18.2.2019 και διαπιστώθηκε ότι πάσχει από βαρεία στεφανιαία νόσο, του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και στις 7.5.2019 υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση αορτοστεφανιαίας τριπλής παράκαμψης (bypass) του πρόσθιου κατιόντα της περισπωμένης και του οπίσθιου κατιόντα κλάδου της δεξιάς στεφανιαίας αρτηρίας. Ότι έκτοτε βρίσκεται υπό συνεχή ιατρική παρακολούθηση και φαρμακευτική αγωγή, όμως, οι παθήσεις, που του προκάλεσε το έμφραγμα, που υπέστη την 30η.6.2018 λόγω της μη άμεσης αντιμετώπισής του είναι μη αναστρέψιμες για την άσκηση του επαγγέλματός του καθώς και κάθε άλλου οικονομικά και κοινωνικά ισοδύναμου. Ότι η ανωτέρω περιγραφείσα προσβολή της υγείας του και η ανικανότητα προς εργασία συνιστούν εργατικό ατύχημα, καθόσον προκλήθηκαν εξ αφορμής της εργασίας του στο πλοίο της πρώτης εναγομένης υπό συνθήκες έκτακτες και μη κανονικές. Ότι μετά την εκδήλωση της νόσου του, την οποία κατέστησε γνωστή στους εναγόμενους, συνέχισε να παρέχει τις υπηρεσίες του, με αποτέλεσμα η νόσος του να επιδεινωθεί και να υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου στις 30.6.2018. Ότι, επιπλέον, συνεπεία του γεγονότος ότι το πλοίο βρισκόταν εν πλω στον Ατλαντικό ωκεανό δεν κατέστη δυνατό να τύχει άμεσης και έγκαιρης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ενώ σύμφωνα με την ιατρική επιστήμη εάν εντός δύο ωρών από την εκδήλωση του εμφράγματος είχε υποβληθεί σε θρομβόλυση ή σε χειρουργική αποκατάσταση της κυκλοφορίας του αίματος στις φραγμένες αρτηρίες, δεν θα είχαν προκληθεί οι ανωτέρω μη αναστρέψιμες βλάβες της καρδιάς του. Ότι συνεπεία της επιδείνωσης της παθήσεώς του, του προκλήθηκε πλήρης διαρκής ανικανότητα για εργασία, η οποία πρόκειται να διαρκέσει στον υπόλοιπο βίο του κι, επομένως, υποχρεούνται οι εναγόμενοι να του καταβάλουν αποζημίωση λόγω πλήρους διαρκούς ανικανότητας, ποσού 212.093,62€. Ότι, επίσης, δικαιούται τους μισθούς ασθενείας τεσσάρων μηνών, για το χρονικό διάστημα από την απόλυσή του από το πλοίο την 6η.12.2018 έως την 6η.4.2018, που διήρκησε κατ’ ελάχιστο η νοσηλεία του, ποσού 46.642,80€. Ότι, τέλος, δικαιούται ως δαπάνες νοσηλείας το συνολικό ποσό των 1.155,80€, κατά τα ειδικότερα αναλυόμενα στην αγωγή. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος να του καταβάλουν το ποσό των διακοσίων πενήντα εννέα χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα δύο ευρώ και είκοσι δύο λεπτών (259.892,22€), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και, τέλος, να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή της δικαστικής του δαπάνης. Η αγωγή, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγεται ενώπιον του παρόντος, έχοντος διεθνή δικαιοδοσία προς επίλυση ιδιωτικής διαφοράς από διεθνή έννομη σχέση Δικαστηρίου (άρθρα 1α’, 3 παρ. 1, 12 παρ. 1, 16 αριθ. 3, 42 παρ. 2 ΚΠολΔ). Σημειωτέον ότι στην προκείμενη, υπέχουσα στοιχεία αλλοδαπότητας, διαφορά, λόγω της κείμενης στην αλλοδαπή έδρας της πρώτης και δεύτερης εναγομένης, εφαρμοστέο τυγχάνει το ελληνικό δίκαιο (άρθρο 25 ΑΚ), ως το στενότερα συνδεόμενο με την ένδικη διαφορά, ενόψει της ελληνικής ιθαγένειας του ενάγοντος και του τρίτου εναγομένου και του τόπου κατάρτισης της σύμβασης στη Βούλα Αττικής. Επισημαίνεται δε, ότι από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 25, 26 ΑΚ και 1, 16 του Ν. 551/1915 προκύπτει ότι η από εργατικό ατύχημα ευθύνη του εργοδότη έναντι του υπ’ αυτού απασχολούμενου παθόντος είναι διαφορετική και δεν ταυτίζεται με την ευθύνη από αδικοπραξία, έχει δε ως προϋπόθεση ότι το βίαιο συμβάν, το οποίο αποτελεί τον πυρήνα της έννοιας του ως άνω ατυχήματος, πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την εργασία, δεν ρυθμίζεται από τη διάταξη του άρθρου 26 του ΑΚ αλλά από το δίκαιο, που διέπει τις ενοχές από σύμβαση και, συγκεκριμένα, εκείνο, που καθορίζεται από το άρθρο 25 του ΑΚ (ΑΠ 1078/1998 ΕΕργΔ 1999.996, ΕφΠειρ 641/2018 ΕΝΑΥΤΔ 2018.184). Περαιτέρω, η κρινόμενη αγωγή παραδεκτώς φέρεται, για να δικαστεί με την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 αριθ. 3α’, 621 επ. ΚΠολΔ, 82 ΚΙΝΔ). Είναι επαρκώς ορισμένη, καθώς περιέχει όλα τα απαραίτητα πραγματικά περιστατικά για τη νομική θεμελίωση και δικαστική εκτίμησή της (άρθρο 216 σε συνδ. με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ) και ορισμένο αίτημα και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 297 εδ. α’, 330, 346, 914, 926 ΑΚ, 1, 2, 3 περ. 1, 4, 7 ν. 551/1915, 66 ΚΙΝΔ, 1 παρ. 1 και 2 ν. 762/1978, 176, 907, 908 παρ. 1 δ’ ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει η αγωγή να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, ενόψει του ότι έχει καταβληθεί το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (βλ. το υπ’ αριθ. 31714665495003160024 ηλεκτρονικό παράβολο με το από 15.1.2020 ηλεκτρονικό παράβολο πληρωμής της Εθνικής Τράπεζας).

Εξάλλου, η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 762/1978 ορίζει τα εξής: “Αξιώσεις του ναυτικού εκ του παρόντος νόμου κατά του, συμφώνως πρός τας προηγουμένας παραγράφους, συνάψαντος της σύμβασιν αντιπροσώπου του εργοδότου, υπόκεινται εις εξάμηνον παραγραφήν, εκτός των αξιώσεων ένεκα εργατικού ατυχήματος, αίτινες υπόκεινται εις παραγραφήν τριάκοντα μηνών, των παραγραφών τούτων αρχομένων από της καθ` οιονδήποτε τρόπον λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως”, ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 66 ΚΙΝΔ, εάν η σύμβαση ναυτολογήσεως λυθεί λόγω ασθενείας, ο ναυτικός δικαιούται μισθού, εφόσον διαρκεί η ασθένεια, όχι όμως πέραν των τεσσάρων μηνών, ο οποίος, εάν η ασθένεια προεκλήθη συνεπεία εργατικού ατυχήματος, οφείλεται επιπροσθέτως της αποζημιώσεως του Ν. 551/1915. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι η αξίωση περί μισθών ασθενείας του ναυτικού, εάν στρέφεται κατά των ως άνω προσώπων, παραγράφεται μετά έξι μήνες από της λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως, έστω και εάν η ασθένεια υπήρξε απότοκος εργατικού ατυχήματος, αφού πρόκειται περί αυτοτελών και ανεξαρτήτων αξιώσεων, οι οποίες δεν έχουν ως αντικείμενο την ίδια παροχή, εξυπηρετούν διάφορο σκοπό και έχουν διάφορο χρόνο παραγραφής (ΕφΠειρ 464/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 352/2007 ΕΝΔ 35.312). Στην κρινόμενη περίπτωση η δεύτερη και ο τρίτος των εναγομένων με το δικόγραφο των προτάσεών τους και με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, διατείνονται ότι η ασκηθείσα αξίωση περί μισθών ασθενείας έχει παραγραφεί, όσον αφορά τους ίδιους, διότι η ένδικη σύμβαση λύθηκε στις 6.12.2018, ενώ η αγωγή τους επιδόθηκε στις 7.11.2019. Ο ισχυρισμός αυτός είναι νόμιμος, ερειδόμενος στην προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 του ν. 762/1978 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα απόδειξης, που νομότυπα εξετάσθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, των εγγράφων, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι και λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη ή για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για κάποια εκ των οποίων γίνεται κατωτέρω ειδικότερη μνεία, χωρίς να παραλείπεται κανένα από την εκτίμηση της ουσίας της διαφοράς και, ιδίως, της υπ’ αριθ. …/18.12.2019 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, την οποία προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ενάγων και η οποία ελήφθη κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των εναγομένων (βλ. την υπ’ αριθ. …/12.12.2019 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, …), καθώς και των υπ’ αριθ. …/13.1.2020 και …/13.1.2010 ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς, Φωτεινής Ιωάννη Σαρρή, τις οποίες προσκομίζουν και επικαλούνται οι εναγόμενοι μετά από νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου τους (βλ. την υπ’ αριθ. …/8.1.2020 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, …), μη λαμβανομένης υπόψη της από 13.1.2020 ένορκης βεβαίωσης, που ελήφθη ενώπιον της συμβολαιογράφου της πόλης Taguig της Δημοκρατίας των Φιλιππίνων, την οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι εναγόμενοι, διότι δεν προκύπτει από το κείμενό της ο χρόνος λήψης της, ενώ ο ενάγων κλήθηκε για να παρασταθεί περί ώρα 11.00 π.μ. (βλ. το έγγραφο γνωστοποίησης μαρτύρων – πρόσκληση), δεδομένου ότι ο τελευταίος δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη της, ώστε είναι νομικά ανυπόστατη (ΕφΠειρ 826/2014 ΤΝΠ Νόμος) και, τέλος, των διδαγμάτων της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγέλτως, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 15.5.2018 σύμβασης ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, που συνήφθη στη Βούλα Αττικής, μεταξύ της δεύτερης εναγόμενης εταιρείας αφενός, υπό την ιδιότητα της εργοδότριας, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος τυγχάνει ο τρίτος εναγόμενος και η οποία ενεργεί ως αντιπρόσωπος της πρώτης εναγόμενης στην Ελλάδα και του ενάγοντος αφετέρου, ο τελευταίος προσλήφθηκε, για να εργαστεί υπό την ειδικότητα του πλοιάρχου στο υπό σημαία νήσων Μάρσαλ Φ/Γ πλοίο “…”, πλοιοκτησίας της πρώτης εναγομένης, λιμένα νηολόγησης …, κόρων ολικής χωρητικότητας 91.373, έναντι μηνιαίου μισθού 2.900,00€ για 40 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως, κλειστής υπερωρίας ποσού 2.250,00€ για 103 ώρες υπερωρίας, 1.500,00€ για 70 ώρες επιπλέον υπερωριακής εργασίας, μηνιαίο επίδομα αδείας ποσού 450,00€, συνεισφορά της πλοιοκτήτριας στην κοινωνική ασφάλιση ποσού 2.900,00€, ενώ βάσει των από 16.5.2018 παραρτημάτων συμφωνήθηκε η καταβολή μπόνους λιμενικού ελέγχου ποσού 250,00€, μηνιαίως, ήτοι σε περίπτωση, που δεν καταγραφεί καμία έλλειψη στο πλοίο σε καμία λιμενική αρχή και, τέλος, μπόνους επαναπρόσληψης ποσού 1.000,00€ για κάθε μήνα υπηρεσίας. Προ της προσλήψεως ο ενάγων είχε υποβληθεί σε πλήρη ιατρικό έλεγχο, που περιλάμβανε ακτινολογικές, οφθαλμολογικές, ωτορινολαρυγγολογικές και καρδιολογικές εξετάσεις, βάσει των οποίων κρίθηκε ικανός να εργαστεί ως πλοίαρχος χωρίς κανένα περιορισμό (βλ. την από 18.4.2018 έκθεση/πιστοποιητικό ιατρικής εξέτασης, που προσκομίζεται στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική). Πράγματι, σε εκτέλεση της ανωτέρω συμβάσεως ναυτολογήθηκε στις 16.5.2018 στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας και υπηρέτησε έως τις 6.12.2018, οπότε αποναυτολογήθκε στο λιμάνι Jingtang της Κίνας (βλ. το έγγραφο ταυτότητας  και φυλλάδιο καταγραφής ναυτικού, που προσκομίζεται σε αντίγραφο στην αγγλική γλώσσα και σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι δύο ημέρες πριν καταπλεύσει το πλοίο στην πόλη Gijon της Ισπανίας, ο ενάγων δεν αισθανόταν καλά, όπως δε καταθέτει ο εκ μέρους του ενόρκως εξετασθείς μάρτυρας, ήταν ωχρός και ιδρωμένος, είχε βήχα, ίλιγγο, εμφάνιζε αιμωδίες στα χέρια του και κατόπιν θερμομέτρησης διαπιστώθηκε ότι η θερμοκρασία του ήταν 37,5. Έλαβε κάποιο αναλγητικό φάρμακο, καθώς και αντιβίωση και όταν το πλοίο κατέπλευσε στο προαναφερθέν λιμάνι, αφού ενημέρωσε την εργοδότριά του ότι χρειάζεται να επισκεφθεί ιατρό παθολόγο (βλ. το από 21.6.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), επισκέφθηκε με τη συνοδεία του τοπικού πράκτορα ιατρό, η οποία κατά τη διάρκεια της εξέτασης διαπίστωσε ότι η εικόνα του ήταν βελτιωμένη σε σχέση με τα συμπτώματα, που της περιέγραψε ο ενάγων ότι εμφάνισε τις προηγούμενες ημέρες, ήταν απύρετος, ο φάρυγγας ήταν σε φυσιολογική κατάσταση χωρίς αδενοπάθειες, η δε καρδιοπνευμονική του εξέταση κρίθηκε φυσιολογική. Γνωμάτευσε δε ότι έπασχε από κρυολόγημα του ανώτερου αναπνευστικού, του συνέστησε τη συνέχιση λήψης αντιβίωσης έως τη συμπλήρωση μίας εβδομάδας κι επιπλέον του βλεννολυτικού φαρμάκου Flumil (βλ. την από 21.6.2018 ιατρική έκθεση). Μάλιστα, την ίδια ημέρα απεστάλη προς τη δεύτερη εναγόμενη η ανωτέρω ιατρική έκθεση με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, συνοδευόμενη με τη σημείωση “Όλα καλά”. Ο μάρτυρας του ενάγοντος, συνεχίζοντας την κατάθεσή του, αναφέρει ότι στις 30.6.2018 και ενώ το πλοίο ήταν εν πλω, βρισκόταν μαζί με τον ενάγοντα στη γέφυρα, προγραμματίζοντας τις εργασίες ενόψει της άφιξης στο λιμάνι της Βαλτιμόρης, όταν ο πλοίαρχος άρχισε να ιδρώνει έντονα, να νιώθει αιμωδίες στα χέρια, να αδυνατεί να αναπνεύσει και να παραπατά. Τον βοήθησε να μη χάσει την ισορροπία του και πέσει στο έδαφος, έλαβε μέτρηση της αρτηριακής του πίεσης, η οποία ήταν υψηλή και του χορήγησε δύο ασπιρίνες. Όταν συνήλθε, διάβασαν τον ιατρικό οδηγό, που υπήρχε στο πλοίο και όλα τα συμπτώματα παρέπεμπαν σε καρδιολογικό επεισόδιο. Στη συνέχεια, έλαβε άλλη μία ασπιρίνη και παρέμεινε ξαπλωμένος και επικοινώνησαν με τα γραφεία της δεύτερης εναγόμενης, ενημερώνοντάς την για το περιστατικό. Ωστόσο, όπως καταθέτει, η κατάσταση της υγείας του πλοιάρχου δεν βελτιώθηκε εντεύθεν, καθώς και τις επόμενες ημέρες εξακολούθησε να νιώθει αδύναμος, να έχει υψηλή αρτηριακή πίεση, βρόγχο στην αναπνοή και βήχα. Ζήτησε δε να αντικατασταθεί αλλά το αίτημά του δεν έγινε δεκτό. Επίσης, καταθέτει ότι επικοινώνησε μαζί του, όταν επέστρεψαν στην Ελλάδα και πληροφορήθηκε ότι είχε υποστεί έμφραγμα, τον χρόνο επέλευσης του οποίου οι ιατροί τοποθετούσαν χρονικά στις 30.6.2018. Προς περαιτέρω απόδειξη των ισχυρισμών του ο ενάγων προσκομίζει μετ’ επικλήσεως το από 10.7.2019 ιατρικό σημείωμα του ιατρού καρδιολόγου, …, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο ενάγων τον επισκέφθηκε στις 10.12.2018 και του περιέγραψε συμπτώματα ζάλης και θωρακικής δυσφορίας, που αισθάνθηκε δύο φορές το μήνα Ιούλιο του έτους 2018, κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του. Μάλιστα, λόγω του ότι τα συμπτώματα αυτά κρίθηκαν ύποπτα για πιθανή στεφανιαία νόσο ο ιατρός του συνέστησε περαιτέρω διερεύνηση. Στο σημείο αυτό πρέπει βεβαίως να επισημανθεί μία ανακολουθία, καθώς ο ενάγων ιστορεί την εμφάνιση συμπτωμάτων στις 18.6.2018 και 30.6.2018, ενώ ο ιατρός κάνει λόγο για εμφάνιση συμπτωμάτων το μήνα Ιούλιο του έτους 2018. Κατόπιν των ανωτέρω συστάσεων, ο ενάγων υποβλήθηκε σε υπερηχοκαρδιογράφημα τόσο στις 13.2.2019 όσο και στις 14.2.2019 και μεταγενέστερα και δη στις 18.2.2019, εισήχθη στο Γενικό Νοσοκομείο “…”, προκειμένου να υποβληθεί σε στεφανιογραφικό έλεγχο στα πλαίσια διερεύνησης καρδιακής ανεπάρκειας. Υποβλήθηκε σε προγραμματισμένο καρδιολογικό προληπτικό έλεγχο, από τον οποίο προέκυψε αριστερή κοιλία αυξημένων διαστάσεων, κλάσμα εξώθησης 45%, ακινησία οπίσθιου μεσοκοιλιακού διαφράγματος και κατωτέρου τοιχώματος. Στις 18.2.2019 διενεργήθηκε στεφανιογραφικός έλεγχος, από τον οποίο προέκυψε 80% στένωση στο εγγύς τμήμα της δεξιάς στεφανιαίας αρτηρίας και χρόνια ολική απόφραξή της στο πέρας του πρώτου τριτημορίου. Ο πρόσθιος κατιόντας κλάδος παρουσίασε χρόνια ολική απόφραξη στο πέρας του τριτημορίου και ο τρίτος διαγώνιος κλάδος παρουσίασε 70% στένωση εγγύς. Η περισπωμένη εμφάνισε 90% στένωση αμέσως πριν την έκφυση του μεγάλου επιχειλίου και χρόνια ολική απόφραξη περιφερικότερα στη μεσότητά της. Εξήχθη δε από το νοσοκομείο στις 19.2.2019 με διάγνωση στεφανιαία νόσο 3 αγγείων και ισχαιμική καρδιοπάθεια (βλ. το ενημερωτικό σημείωμα του καρδιολογικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου “…”). Μάλιστα, ο ενάγων προσκομίζει το από 28.2.2019 ιατρικό σημείωμα του ιατρού καρδιολόγου, …, ο οποίος βεβαιώνει ότι ο ενάγων πάσχει από σοβαρού βαθμού στεφανιαία νόσο 3 αγγείων και έχει συσταθεί η διενέργεια εγχείρησης αορτοστεφανιαίας παράκαμψης (by pass). Επίσης, γνωματεύει ότι πάσχει από ισχαιμική καρδιοπάθεια με επηρεασμένη τη λειτουργικότητα της αριστεράς κοιλίας, κλάσμα εξώθησης 30% σε έδαφος εμφράγματος μυοκαρδίου, που έλαβε χώρα με αβληχρά συμπτώματα στο χρονικό διάστημα μεταξύ Μαΐου και Δεκεμβρίου 2018, δεδομένου ότι ο προληπτικός καρδιολογικός έλεγχος, που έγινε τον Μάιο του 2018 ήταν χωρίς παθολογικά ευρήματα, ενώ επίσης διέγνωσε σοβαρού βαθμού ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας. Ακολούθως, ο ενάγων εισήχθη στην Α’ Καρδιοχειρουργική Κλινική του νοσηλευτικού ιδρύματος “Υγεία”, όπου στις 8.5.2019 υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης και έλαβε τα εξής μοσχεύματα: αριστερή έσω μαστική αρτηρία στον πρόσθιο κατιόντα κλάδο, φλεβικό μόσχευμα στον τρίτο επιχείλιο κλάδο της περισπωμένης, φλεβικό μόσχευμα στον οπίσθιο κατιόντα κλάδο της δεξιάς στεφανιαίας. Η μεταγεχειρητική του πορεία ήταν ομαλή και στις 14.5.2019 έλαβε εξιτήριο με οδηγίες και φαρμακευτική αγωγή (βλ. την υπ’ αριθ. πρωτ. …/23.5.2019 ιατρική βεβαίωση του νοσηλευτικού ιδρύματος “……….”). Εξαιτίας των ανωτέρω προβλημάτων υγείας ο ενάγων κρίθηκε από την αρμόδια επιτροπή του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ως ανάπηρος σε ποσοστό 67% για το χρονικό διάστημα από 25.9.2019 έως 30.9.2020 (βλ. το αντίγραφο της από 25.11.2019 γνωστοποίησης αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας του Ε.Φ.Κ.Α.). Από τα ανωτέρω ιατρικά πιστοποιητικά δεν μπορεί φυσικά να τεθεί υπό αμφισβήτηση το γεγονός ότι ο ενάγων αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας, το οποίο περιγράφεται από τους θεράποντες ιατρούς ως στεφανιαία νόσος – ισχαιμική μυοκαρδιοπάθεια. Από τα προσκομιζόμενα από τους εναγόμενους έγγραφα, που περιέχουν ιατρικές πληροφορίες σχετικά με τη στεφανιαία νόσο αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας προκύπτει ότι αυτή είναι μια συχνή και σοβαρή πάθηση της καρδιάς, η οποία οφείλεται σε σκλήρυνση και στένωση των στεφανιαίων αγγείων, τα οποία διοχετεύουν αίμα στον καρδιακό μυ, μπορεί δε να εκδηλωθεί είτε με τη μορφή στηθάγχης είτε με τη μορφή εμφράγματος. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις η στεφανιαία νόσος προκαλείται από τη σταδιακή δημιουργία της λεγόμενης αθηρωματικής πλάκας με την εναπόθεση λιπαρών ουσιών στο εσωτερικό τοίχωμα των στεφανιαίων αγγείων, η οποία μπορεί να αρχίσει από την παιδική ακόμη ηλικία. Οι πιο σημαντικοί παράγοντες, που ευνοούν την εμφάνισή της είναι το κάπνισμα, η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η καθιστική ζωή, η υπερχοληστερολαιμία, το άγχος και η κληρονομικότητα, ενώ οι άνδρες έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση στην εμφάνιση της νόσου. Το έμφραγμα μπορεί να συμβεί μετά από έντονη προσπάθεια αλλά και σε ηρεμία ή στον ύπνο. Όπως αποδεικνύεται, ο ενάγων δεν είχε εμφανίσει πριν την 30η.6.2018 οποιοδήποτε άλλο σύμπτωμα, δεδομένου ότι τα συμπτώματα της 18ης.6.2018 αφενός οφείλονταν σε κοινό κρυολόγημα και αφετέρου αντιμετωπίσθηκαν με τη λήψη της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Ούτε από τις γενικές εξετάσεις, στις οποίες είχε υποβληθεί πριν από τη ναυτολόγησή του προέκυψε η ύπαρξη προδιάθεσης για έμφραγμα. Πλην όμως, αυτός δεν είχε υποβληθεί σε εξειδικευμένες εξετάσεις ούτε προσκομίζει το ιατρικό ιστορικό του (εξετάσεις αίματος για τη διαπίστωση σακχαρώδους διαβήτη ή υπερχολη-στεροναιμίας, ιστορικό εμφράγματος μυοκαρδίου σε συγγενή του πρώτου βαθμού κ.λπ.), από τα οποία θα μπορούσε να προκύψει τέτοια προδιάθεσή του. Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα ιατρικά δεδομένα και την αργή εξέλιξη της στεφανιαίας νόσου, που αποτελεί την αιτία του εμφράγματος του μυοκαρδίου, ο ενάγων υπέστη το έμφραγμα του μυοκαρδίου, λόγω ενδογενούς βλάβης προϋπάρχουσας στον οργανισμό του, που εκδηλώθηκε εξ αφορμής της σωματικής του καταπόνησης λόγω της παροχής της εργασίας του, η οποία, όμως, ήταν συμφωνημένη εξ υπαρχής και για την οποία αυτός αμειβόταν. Άλλωστε και ο ίδιος συνομολογεί ότι οι συνθήκες εργασίας του δεν ήταν ακραίες και ιδιαίτερα επιβαρυντικές. Συνεπώς, εφόσον αποδεικνύεται ότι υπέστη το έμφραγμα μυοκαρδίου έχοντας υποστεί τη σωματική καταπόνηση, που αντιστοιχεί στις κανονικές συνθήκες εργασίας του, αυτό δεν αποτελεί, σύμφωνα με όσα στη μείζονα σκέψη εκτέθηκαν, εργατικό ατύχημα, αφού πρόσφορη αιτία για την ασθένεια, που εκδηλώθηκε ήταν η βαθμιαία και προοδευτική εξασθένηση των καρδιακών λειτουργιών του υπό κανονικές, σύμφωνα με τη σύμβαση ναυτολόγησής του και την ειδικότητά του ως πλοιάρχου, συνθήκες εργασίας, που προσιδίαζαν στη φύση του επαγγέλματός του. Δηλαδή αποδείχθηκε ότι η ασθένειά του δεν προκλήθηκε από γεγονός αιφνίδιο και απρόβλεπτο ούτε η αιτία εμφάνισης είναι άσχετη με τη βαθμιαία εξασθένηση και φθορά του οργανισμού του  λόγω της φύσης της εργασίας του, οι δε συνθήκες εργασίας κάτω από τις οποίες εκδηλώθηκε αυτή δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως όλως εξαιρετικές, έκτακτες, ασυνήθεις και πολύ δυσμενείς, στις οποίες ως πρόσφορη αιτία οφείλεται η εκδήλωση της πάθησής του. Ενδεικτικό δε είναι ότι στο ενημερωτικό σημείωμα του καρδιολογικού τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου “…” γίνεται λόγος για χρόνια ολική απόφραξη της δεξιάς στεφανιαίας αρτηρίας στο πέρας του πρώτου τριτημορίου, για χρόνια ολική απόφραξη στο πέρας του πρώτο τριτημορίου του πρόσθιου κατιόντα κλάδου, καθώς και για χρόνια ολική απόφραξη της περισπωμένης περιφερικότερα στη μεσότητά της. Περαιτέρω, ο ενάγων δεν παρείχε επαρκείς εξηγήσεις, ως προς τη μη αναφορά στην εργοδότρια εταιρεία του συμβάντος κατά τον χρόνο που αυτό συνέβη ούτε, εξάλλου, επικαλείται λόγους, που καθιστούσαν αναγκαία τη συνέχιση της ναυτολόγησής του ή της απόκρυψης του περιστατικού και γενικότερα της κατάστασης της υγείας του καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από τότε που ισχυρίζεται ότι συνέβη, στις 30.6.2018 μέχρι την απόλυσή του στις 6.12.2018. Ειδικότερα, ο εξετασθείς με ένορκη βεβαίωση για λογαριασμό των εναγομένων μάρτυρας – υπεύθυνος πληρωμάτων της δεύτερης εναγομένης, ανέφερε ότι πληροφορήθηκε το περιστατικό της 21ης.6.2018, οπότε ο ενάγων αιτήθηκε ιατρικής βοήθειας αλλά έκτοτε αυτός δεν παραπονέθηκε για κάποιο πρόβλημα υγείας ούτε ζήτησε να επισκεφθεί ιατρό ούτε ν’ απολυθεί για το λόγο αυτό. Εξάλλου, στις 30.9.2018 και περί ώρα 17.49 μ.μ., δηλαδή την ημέρα, κατά την οποία ο ενάγων, κατά τους ισχυρισμούς του, εμφάνισε λυποθυμικές τάσεις και υπέστη το έμφραγμα, ο ίδιος αποστέλλει κανονικά την απογευματινή αναφορά του προς τη δεύτερη εναγόμενη (βλ. το από 30.9.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου). Ακόμα όμως και αν θεωρηθεί αληθής ο ισχυρισμός του ότι το εν λόγω μήνυμα απεστάλη πριν την επέλευση του επίδικου συμβάντος, το οποίο τοποθετεί χρονικά περί ώρα 18.00 μ.μ., αποδείχθηκε ότι και τις επόμενες ημέρες ήταν πλήρως λειτουργικός και ικανός να ασκήσει τα καθήκοντά του επαρκώς, όσα δε κατέθεσε ο μάρτυράς του περί επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του κρίνονται αναληθή. Ειδικότερα, στις 1.7.2018 αποστέλλει προς το Τμήμα πληρωμάτων της εργοδότριάς του ηλεκτρονικό μήνυμα με αίτημα την άδεια μελών του πληρώματος, ενώ με έτερο μήνυμα της ίδιας ημέρας ρυθμίζει τα θέματα εξόδου του πληρώματος στην ξηρά, στο λιμάνι της Βαλτιμόρης. Ακολούθως, με μήνυμά του προς την εργοδότριά του στις 3.7.2018 αποστέλλει στην απογευματινή αναφορά, κατά την οποία, μεταξύ άλλων, ενημερώνει για την άφιξη του πλοίου στη Βαλτιμόρη στις 4.7.2018. Μάλιστα, στις 18.7.2018 και 19.7.2018 σε συνεννόηση με τον ιατρό της Υπηρεσίας τηλεϊατρικής βοήθειας σε πλοία λαμβάνει και εκτελεί οδηγίες, αναφορικά με πρόβλημα υγείας, που αντιμετώπιζε μέλος του πληρώματός του (βλ. τα ηλεκτρονικά μηνύματα με τις ανωτέρω ημερομηνίες). Περαιτέρω, ο ενόρκως εξετασθείς για λογαριασμό των εναγομένων μάρτυρας – αρχιμηχανικός, ο οποίος επιβιβάσθηκε στο πλοίο την 1η Σεπτεμβρίου 2018, για να παρασταθεί κατά την επιθεώρηση, που θα λάμβανε χώρα στο λιμάνι Krishnapatnam της Ινδίας, κατέθεσε ότι ο ενάγων φαινόταν υγιής, ήταν πλήρως ενεργός και δεν του είπε πως είχε ζητήσει να απολυθεί λόγω κάποιου προβλήματος υγείας, ενώ επίσης δεν έλαβε κάποια πληροφόρηση σε σχέση με πρόβλημα υγείας του ούτε από τον Α’ μηχανικό, με τον οποίο βρισκόταν σε καθημερινή συνεργασία. Αντιθέτως, το πρώτο μήνυμα, που απέστειλε, με το οποίο αιτείτο τη διευθέτηση της αντικατάστασής του στο επόμενο λιμάνι εκφόρτωσης, έλαβε χώρα στις 14.9.2018, στο οποίο όμως και πάλι ουδείς λόγος γίνεται για αποναυτολόγηση λόγω προβλήματος υγείας ή για ανάγκη άμεσης αντικατάστασης (βλ. το από 14.9.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς το Τμήμα Πληρωμάτων της δεύτερης εναγομένης). Ουδόλως ζήτησε την αποναυτολόγησή του στο λιμάνι της Βαλτιμόρης ή σε άλλο λιμάνι, που προσέγγισε το πλοίο έως τον λιμένα εκφόρτωσης (Krishnapatnam, Πορτ Σαΐντ, Σιγκαπούρη) για φόρτωση και ανεφοδιασμό, όπως θα ήταν αναμενόμενο, αν η κατάσταση της υγείας του έβαινε επιδεινούμενη ούτε αιτήθηκε την εξέτασή του από ιατρό στα ανωτέρω λιμάνια. Επίσης, ενώ αναφέρει στην αγωγή του ότι ήταν σίγουρος, πως αντιμετωπίζει καρδιολογικό πρόβλημα, δεν αποδείχθηκε ότι αναζήτησε ιατρική συμβουλή μέσω ασυρμάτου ούτε έκανε χρήση κάποιων από τις δυνατότητες, που αποτελούν και τους ελάχιστους όρους ασφαλείας, σύμφωνα με το από 11.3.52 Β.Δ., που εγκρίθηκε με το Β.Δ. 806/1970, όπως αναφέρεται στη νομική σκέψη της παρούσας. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ουδεμία αμελής και παράνομη εργοδοτική συμπεριφορά των εναγομένων ή των προστηθέντων από αυτούς προσώπων συνέτρεξε, δυνάμενη αιτιωδώς να προκαλέσει την επιδείνωση της υγείας του αντιδίκου τους, διότι αυτοί δεν παρέβησαν το γενικότερο καθήκον πρόνοιας για την εξασφάλιση συνθηκών προστασίας της υγείας του εργαζομένου τους και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν ήταν ενήμεροι περί της ύπαρξης κάποιου προβλήματος υγείας του, ο οποίος αποτελούσε και τη μοναδική πηγή πληροφόρησής τους, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι τους είχε ενημερώσει τηλεφωνικώς, όπως ισχυρίζεται ή με κάποιο άλλον τρόπο. Επισημαίνεται δε ότι δεν διαλανθάνει της προσοχής του Δικαστηρίου το γεγονός ότι, ενώ ο ενάγων μέμφεται τους αντιδίκους του για την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του και προτού υποβληθεί σε στεφανιογραφικό έλεγχο στις 18.2.2019, αναζητά και πάλι εργασία στο πλοίο “…” πλοιοκτησίας της πρώτης εξ αυτών, το οποίο διαχειρίζεται η δεύτερη, καθώς προσήλθε στις 13.2.2019, για να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις ενόψει επικείμενης ναυτολόγησης (βλ. την από 11.2.2019 αίτηση του Τμήματος Πληρωμάτων προς την Ιατρική Ναυτική Φροντίδα), στο οποίο τελικώς δεν ναυτολογήθηκε, διότι κρίθηκε μη ικανός λόγω των προβλημάτων της υγείας του (βλ. την από 13.2.2019 ιατρική εξέταση ναυτικού για ναυτολόγηση). Από τούτο επιρρωνύεται εξάλλου η κρίση του Δικαστηρίου περί έλλειψη γνώσης εκ μέρους των εναγομένων αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του ενάγοντος, καθώς σε αντίθετη περίπτωση ουδέν συμφέρον είχαν να επιδιώκουν τη ναυτολόγησή του. Ενόψει των ανωτέρω η κρινόμενη αγωγή πρέπει ν’ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και για τον λόγο αυτό παρέλκει η εξέταση της ουσιαστικής βασιμότητας της ένστασης παραγραφής της αξίωσης των μισθών ασθενείας. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί στον ενάγοντα, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 191 παρ. 2  ΚΠολΔ), η δικαστική δαπάνη των εναγομένων, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας, η οποία, μάλιστα, πρέπει να επιμεριστεί, κατ’ ίσα μέρη, σε καθέναν ξεχωριστά δικαιούμενο εναγόμενο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 180 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ. και άρθρο 480 ΑΚ), η οποία εφαρμόζεται αναλογικά στην προκειμένη περίπτωση, που δεν προβλέπεται από το νόμο, κατά την οποία περισσότεροι διάδικοι νικούν (ΑΠ 831/1980 ΝοΒ 29.85, ΕφΑθ 9136/2005 ΕλλΔνη 2009.1117, Ορφανίδης σε ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, άρθ. 180, αριθ. 5).

 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

                    ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του ενάγοντος τη δικαστική δαπάνη των εναγομένων, την οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων διακοσίων ευρώ (5.200,00€).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στις   Μαρτίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ