Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  468/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 11759/5908/20-12-2019 αγωγή)

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 1427/767/14-02-2020 ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή)

………………………………………

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Νοεμβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία … και εκπροσωπείται νόμιμα, στερούμενης ΑΦΜ στην Ελλάδα, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μάρκος Δάρας του Ανδρέα (Α.Μ./Δ.Σ.Α. …), κάτοικος ……. (οδός …) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στους … και εκπροσωπείται νόμιμα από τη Μ. Κ.  Μ., κάτοικο … για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Ευδοκία Κατέχη του Σπυρίδωνος (Α.Μ./Δ.Σ. Κ. 335), κάτοικος Κ. (οδός Πλατεία Γεωργίου Θεοτόκη αριθ. 30) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) … κατοίκου Χ. Κ., με ΑΦΜ …, για τον οποίο κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσιος δικηγόρος του Ευδοκία Κατέχη του Σπυρίδωνος (Α.Μ./Δ.Σ. Κ. 335), κάτοικος Κ. (οδός Πλατεία Γεωργίου Θεοτόκη αριθ. 30) και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο με πληρεξούσιο δικηγόρο και 3) Εταιρείας με την επωνυμία «… που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα από τον … για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Μαρία Κούτη του Αγαμέμνονος (Α.Μ./Δ.Σ.Α. 12930), κάτοικος Αθηνών (οδός Δερβενίων αριθ. 3) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 20-12-2019 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 11759/20-12-2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5908/20-12-2019, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Β) ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΥΣΑΣ ΤΗ ΔΙΚΗ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στους … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ-ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗΣ-ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία …), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Γεωργία Γεωργίου του Γερασίμου  (Α.Μ./Δ.Σ.Α. 19106), κάτοικος Αθηνών (οδός Σαρανταπόρου αριθ. 99, Χαλάνδρι) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ανακοινώνουσα τη δίκη-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 15-01-2020 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 1427/14-02-2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 767/14-02-2020, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση: (Α) η από 20-12-2019 (με γενικό αριθμό κατάθεσης 11759/20-12-2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5908/20-12-2019) αγωγή και (Β) η από 15-01-2020 (με γενικό αριθμό κατάθεσης 1427/14-02-2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 767/14-02-2020) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, οι οποίες, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία [καθόσον οι νέες διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, που εισήχθησαν με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, εφαρμόζονται για τις κατατιθέμενες μετά την 01-01-2016 αγωγές, κατά το άρθρο ένατο του άρθρου 1 (παρ. 1) του Ν. 4335/2015] και αφορούν σε αξιώσεις απορρέουσες από το ίδιο βιοτικό συμβάν, πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται έτσι και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ επιπλέον επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρα 246, 285 εδ. α΄ ΚΠολΔ).

Ι) Η από 23.9.1910 Διεθνής Σύμβαση των Βρυξελλών «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων», που κυρώθηκε με το ν. ΓΩΠΣΤ΄/1911, τυγχάνει εφαρμογής, σε περίπτωση σύγκρουσης πλοίων διαφορετικής εθνικότητας στα ελληνικά ύδατα, όταν τα συγκρουσθέντα πλοία φέρουν τη σημαία πολιτείας που συμβλήθηκε ή προσχώρησε σε αυτήν αργότερα (βλ. τη διάταξη του άρθρου 12 της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης). Εάν ένα από τα εμπλεκόμενα στη σύγκρουση πλοία έχει εθνικότητα μη συμβαλλόμενου κράτους, εφαρμογή έχουν οι κανόνες του δικαίου που ορίζει το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο του κράτους στο οποίο έχει εισαχθεί η δίκη, ή όταν η αγωγή έχει εισαχθεί ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου, το άρθρο 26 ΑΚ και ήδη το άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 11ης Ιουλίου 2007 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη II)». Από τις διατάξεις της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης, που αναφέρονται στην ευθύνη των πλοίων προκειμένου περί συγκρούσεως αυτών (ταυτόσημες ρυθμίσεις με αυτές των διατάξεων της 2-6 διαλαμβάνονται στις διατάξεις των αρ. 235-239 του ΚΙΝΔ), προκύπτει ότι η ευθύνη του πλοιοκτήτη ρυθμίζεται αποκλειστικά από τις ως άνω περί συγκρούσεως πλοίων διατάξεις και όχι από τις γενικές περί αδικοπραξίας διατάξεις, ενώ, αντιθέτως τα υπαίτια πρόσωπα ευθύνονται ατομικά με βάση τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις (ΕφΠειρ 1022/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 της από 23.9.1910 προαναφερθείσας Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών, προκύπτει ότι επί συγκρούσεως πλοίων η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση ρυθμίζεται αναλόγως του βαθμού υπαιτιότητας εκάστου πλοίου. Ειδικότερα σε περίπτωση κοινής υπαιτιότητας κάθε πλοίο αναλόγως του βαθμού υπαιτιότητας που το βαρύνει, ενώ εάν η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα ενός των πλοίων, τότε ο πλοιοκτήτης του καθίσταται υπόχρεος να αποκαταστήσει τις ζημίες, του άλλου πλοίου ή του φορτίου ή των προσώπων (ΑΠ 58/2003, ΕφΠειρ 682/2004 ΕΝΔ 32, 434, ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝΔ 31, 187, ΕφΠειρ 739/2000 ΕΝΔ 29, 57). Εάν η σύγκρουση πλοίων συνέβη από τυχαίο γεγονός ή από ανώτερη βία ή εάν υπάρχει αμφιβολία για την αιτία της, τότε οι ζημίες βαρύνουν αυτούς που τις υπέστησαν. Υπαίτιο είναι το πλοίο, αν υπάρχει πταίσμα του πλοιοκτήτη και/ή των προστηθέντων του, είτε ως προς τον εξοπλισμό ή την κατάσταση του πλοίου, είτε ως προς τους χειρισμούς του ή την κίνησή του και την τήρηση των ως προς αυτά κανόνων, κανονισμών και συναλλακτικών ηθών, στα οποία ανήκουν και οι κανόνες της ναυτικής τέχνης (Λ. Γεωργακόπουλου, Ναυτικό Δίκαιο, σελ. 356-357). Τέλος, με τις διατάξεις της από 20 Οκτωβρίου 1972 Διεθνούς Συμβάσεως του Λονδίνου «περί διεθνών κανονισμών προς αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση», η οποία έχει κυρωθεί  με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 93/1974 και έχει τεθεί σε  ισχύ με το Π.Δ. 94/1977 (ΦΕΚ Α΄ 293), που έχει εκδοθεί δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδότησης, παρασχεθείσας δια του άρθρου 1 παρ. 2 του ως άνω Ν.Δ., έχει δε υπερνομοθετική ισχύ δυνάμει του άρθρου 28 παρ. 1 του, Συντάγματος, και εφαρμόζεται επί πάσης κατηγορίας πλοίων πλεόντων εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων δυνάμει του Π.Δ. 403/1980 (ΦΕΚ Α΄111) «περί εφαρμογής των διατάξεων του Ν.Δ. 93/1974 (…) επί πάσης κατηγορίας πλεόντων εις τα ελληνικά χωρικά ύδατα πλοίων υπό σημαίαν κρατών μη κυρωσάντων ή μη προσχωρησάντων εις την κυρωθείσαν Διεθνή Σύμβασιν», εκδοθέντος κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης, παρασχεθείσας δια του άρθρου 7 του αυτού ως άνω Ν.Δ., ορίζεται ότι: «ΚΑΝΩΝ 1. α) Οι Κανόνες ούτοι θα εφαρμόζωνται εφ’ όλων των πλοίων τόσον εις την ανοικτήν θάλασσαν, όσον και εις άπαντα τα μετ’ αυτής συγκοινωνούντα ύδατα, τα διαπλεύσιμα υπό ποντοπόρων πλοίων (…)». «ΚΑΝΩΝ 2. α) Ουδεμία διάταξις των παρόντων Κανόνων απαλλάσσει οιοδήποτε πλοίον ή τον πλοιοκτήτην, τον πλοίαρχον ή το πλήρωμα αυτού, εκ των συνεπειών οιασδήποτε αμελείας ως προς την συμμόρφωσιν προς τους παρόντας Κανόνας ή αμελείας αφορούσης εις την λήψιν οιωνδήποτε προληπτικών μέτρων υπαγορευομένων υπό της κοινής εμπειρίας ή των ειδικών συνθηκών της περιστάσεως»…«ΚΑΝΩΝ 5. Επιτήρησις (look – out). Παν πλοίον θα τηρή εν παντί χρόνω την πρέπουσα οπτικήν και ακουστικήν επιτήρησιν (look – out) ως και επιτήρησιν δια παντός διαθεσίμου πρόσφορου μέσου κατά τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας, ούτως ώστε να έχη εκτίμησιν της καταστάσεως και του κινδύνου συγκρούσεως… ΚΑΝΩΝ 7. Κίνδυνοι Συγκρούσεως. α) Παν πλοίον θα χρησιμοποιή παν διαθέσιμον και κατάλληλον, κατά τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας, μέσον ίνα εκτιμήση εάν υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως. Υπαρχούσης οιασδήποτε αμφιβολίας, ο τοιούτος κίνδυνος θα θεωρήται ότι υπάρχει…ΚΑΝΩΝ 8. Χειρισμοί προς αποφυγήν συγκρούσεως. α) Οιοσδήποτε χειρισμός εκτελούμενος προς αποφυγήν συγκρούσεως, δέον, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, να είναι σαφής και έκδηλος, να γίνεται εγκαίρως και συμφώνως προς τας υπαγορεύσεις της καλής ναυτικής τέχνης…δ) Χειρισμός εκτελούμενος προς αποφυγήν συγκρούσεως μεθ’ ετέρου πλοίου δέον όπως είναι τοιούτος, ώστε να απολήγη εις διέλευσιν απ’ αυτού εις ασφαλή απόστασιν…».

  1. II) Με τις διατάξεις των εδαφίων α’ και β’ του άρθρου 479 ΑΚ, που ορίζουν ότι: «Αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή επιχείρηση, αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή έως την αξία των μεταβιβαζόμενων στοιχείων για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή στην επιχείρηση. Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει», εισάγεται αναγκαστική εκ του νόμου σωρευτική αναδοχή των χρεών, κατά την έννοια του άρθρου 477 ΑΚ, και δημιουργείται παθητική εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος, δηλαδή ευθύνεται όχι απεριορίστως, αλλά μέχρι της αξίας των μεταβιβαζομένων στοιχείων (ευθύνη pro viribus, ήτοι ευθύνη δια της όλης ιδίας περιουσίας του αποκτώντος, αφού πρόκειται για σωρευτική ex lege αναδοχή χρέους – ΕφΠειρ 682/2004 ΕΝΔ 32 433, ΕφΠειρ 702/1994 ΕλλΔνη 36 677, Φ. Δωρής, Η νομική θέση των δανειστών του πλοίου σε περίπτωση μεταβίβασης της κυριότητας του, εις 1ο Διεθνές Συνέδριο Ναυτικού Δικαίου, Η Προστασία των Ναυτικών Δανειστών, Πειραιάς, 28 – 30 Μαΐου 1992, Πρακτικά και Εισηγήσεις, σ. 305 επ., Γ. Αρχανιωτάκης, Μεταβίβαση περιουσίας ή επιχείρησης – Ένταξη της ΑΚ 479 στο σύστημα προστασίας των δανειστών από την αφερεγγυότητα του οφειλέτη, 1997, σ. 335 επ.). Ο εν λόγω περιορισμός της ευθύνης του αποκτώντος επέρχεται κατόπιν ένστασης αυτού, και δεν αποτελεί στοιχείο της κατ’ αυτού αγωγής η αναφορά και η αξία των μεταβιβασθέντων περιουσιακών αντικειμένων (ΑΠ 318/2008 ΕλλΔνη 2009.482). Συνέπεια όλων των προαναφερθέτων είναι ότι εφόσον ο αποκτών περιουσία ή επιχείρηση προσλαμβάνει τη θέση εις ολόκληρον υπόχρεου, δύναται, κατ’ επιλογή του ενάγοντος δανειστού, να εναχθεί είτε αυτοτελώς είτε συγχρόνως με τον μεταβιβάζοντα είτε διαδοχικώς (Κρητικός, εις ΕρμΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, Τ. II, Γενικό Ενοχικό, 1979, υπό το άρθρο 479, αριθ. 41, Γ. Αρχανιωτάκης, όπ. π., σ. 347) και δεν δύναται να προβάλει ενστάσεις κατά του αποκτώντος που αφορούν τη σχέση του με αυτόν που μεταβίβασε (ΕφΠειρ 618/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, ο αποκτών πρέπει να τελούσε σε γνώση ότι του μεταβιβάστηκε όλη η περιουσία ως σύνολο ή το σημαντικότερο ποσοστό της. Η γνώση αυτή θεωρείται ότι υπάρχει και όταν, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες έγινε η μεταβίβαση, γνώριζε ο αποκτών την εν γένει περιουσιακή κατάσταση του μεταβιβάζοντος και μπορούσε να αντιληφθεί ότι η περιουσία που του μεταβιβάστηκε αποτελούσε το σύνολο αυτής ή το σημαντικότερο ποσοστό της (ΑΠ 451/2012, ΑΠ 910/2010, 909/2010, ΑΠ 1384/2005, ΕφΠειρ 545/2015, ΕφΠειρ 94/2011 ΤΝΠ NOMOΣ). Στην περίπτωση κατά την οποία μεταβιβάστηκε επιχείρηση ή άλλη περιουσιακή ομάδα, ως τέτοια, η γνώση του αποκτώντος προκύπτει απ’ αυτήν την ίδια τη σύμβαση και, ως εκ τούτου, δεν παρίσταται ανάγκη να γίνει ιδιαίτερη επίκληση και απόδειξη αυτής (ΑΠ 829/2003, ΑΠ 591/2002, ΕφΠειρ 726/2010 ΤΝΠ NOMOΣ). Ως «επιχείρηση» η ελληνική νομολογία αντιλαμβάνεται και το εν λειτουργία ευρισκόμενο πλοίο (ΑΠ 1129/1983 ΝοΒ 32.667, ΕφΠειρ 545/2015, ΕφΠειρ 372/2014, ΕφΠειρ 207/2011, ΕφΠειρ 726/2010 ΤΝΠ NOMOΣ), πολύ περισσότερο μάλιστα διότι συνηθέστατος τύπος της εκμετάλλευσης πλοίου είναι η «μονοβάπορη» εταιρεία (ΕΠ 726/2010, ό.π., όπου περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία και τη νομολογία). Από την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 25 εδ. β’ ΑΚ και 4 παρ. 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη I), ο οποίος εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης -πλην της Δανίας- σε συμβάσεις που συνάπτονται από την 17.12.2009 (άρθρο 28), και με βάση το άρθρο 2, έχει οικουμενική εφαρμογή, κατά την έννοια ότι μπορεί να οδηγήσει και στην εφαρμογή του δικαίου ενός κράτους, που δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνάγεται ότι το εάν ο αποκτών από άλλον περιουσία ή επιχείρηση ως σύνολο καθίσταται συνυπόχρεος με τον μεταβιβάζοντα για χρέη της περιουσίας ή της επιχείρησης, διέπεται, ως ενοχική σχέση εκ του νόμου, από το δίκαιο της χώρας με την οποία συνδέεται στενότερα και αρμόζει από το σύνολο των ειδικών συνθηκών, οι οποίες συνεκτιμώνται ανάλογα με τη στενότητα ή χαλαρότητα προς την έννομη σχέση. Μεταξύ των συνδετικών στοιχείων που συγκροτούν τις ειδικές συνθήκες περιλαμβάνονται ο τόπος κατάρτισης και εκτέλεσης της σύμβασης, ο τόπος της επαγγελματικής δραστηριότητας των συμβληθέντων, και προκειμένου περί νομικών προσώπων η πραγματική έδρα τους, έστω και αν είναι διάφορη της καταστατικής. Η ως άνω ενοχική σχέση (ευθύνη) εκ του νόμου δεν διέπεται από το δίκαιο με βάση το οποίο κρίνεται η τυχόν υφιστάμενη υποσχετική σύμβαση περί μεταβίβασης της περιουσίας ή επιχείρησης (λ.χ. πώληση), που είναι κατ’ αρχήν, με βάση το άρθρο 3 του παραπάνω αναφερόμενου Κανονισμού το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη (πρβλ. υπό τις αντίστοιχες διατάξεις της Σύμβασης Ρώμης 1980: ΑΠ 1908/2008, ΕφΠειρ 676/2013 ΕΝΔ 2013.409, ΕφΠειρ 23/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011.715).

ΙII) Η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή η επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου χωρίς την έκδοση σχετικής απόφασης που να επιτρέπει τα ασφαλιστικά αυτά μέτρα ήταν δυνατή κατά τη διάταξη του άρθρου 724 ΚΠολΔ, όπως αρχικά ίσχυε μόνο με βάση διαταγή πληρωμής χρηματικής απαίτησης και για το ποσό που όρισε καταβλητέο η διαταγή πληρωμής, πλέον τόκων και εξόδων. Αντίθετα, η οριστική απόφαση στη θέση της διαταγής πληρωμής γινόταν δεκτό ότι δεν αποτελούσε τίτλο για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης, αφού προσέκρουε στο γράμμα του νόμου. Όμως με το Ν. 4335/2015 τροποποιήθηκε η παρ. 1 και ορίστηκε ως τίτλος για την επιβολή των ασφαλιστικών αυτών μέτρων και η οριστική απόφαση για το επιδικαζόμενο για αυτή χρηματικό ποσό, στο οποίο επίσης πρέπει να προστεθούν οι τόκοι και τα έξοδα. Η αίτηση έτσι για την έκδοση κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων απόφασης που να επιτρέπει τα μέτρα αυτά μπορεί να υποστηριχθεί ότι είναι απορριπτέα ελλείψει εννόμου συμφέροντος, όταν για την ασφαλιστέα χρηματική απαίτηση έχει ήδη εκδοθεί οριστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής. Ωστόσο, έννομο συμφέρον μπορεί να δικαιολογηθεί στην περίπτωση που τυχόν θα ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής όχι για ανυπαρξία απαίτησης, αλλά για τυπικούς μόνο λόγους, που όμως αρκεί για να ανακληθούν χωρίς άλλο τα ασφαλιστικά μέτρα που επιβλήθηκαν με τίτλο την ακυρωθείσα διαταγή πληρωμής (Κράνης ΕλλΔνη 2015.975,985). Κατά τα λοιπά ακολουθούνται οι ρυθμίσεις των ασφαλιστικών μέτρων τόσο για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης όσο και για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης με τίτλο οριστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής χρηματικής απαίτησης, αντικείμενο δε της αυτοδύναμης συντηρητικής κατάσχεσης αποτελούν, εφόσον η κατάσχεσή τους δεν αποκλείεται κατά το άρθρο 710 ΚΠολΔ, κινητά ή ακίνητα, εμπράγματα δικαιώματα πάνω σε αυτά και απαιτήσεις (707 ΚΠολΔ), όχι όμως πλοία ή αεροσκάφη, αφού για τη συντηρητική κατάσχεσή τους απαιτείται κατά το άρθρο 709 ΚΠολΔ απόφαση εξειδικεύουσα το κατασχετέο πλοίο ή αεροσκάφος (ΕφΑΔ 2011.754, ΜπέηςΠολΔικον V,1983, άρθρο 724 σελ. 582, άρθρο 709 σελ. 400, Τζίφρας Ασφ. Μέτρα 4, 1985, σελ. 172, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Κράνης) ΕρμΚΠολΔ (2000) άρθρο 709, αριθ.1). Το ίδιο νομολογιακά γίνεται δεκτό και για τη συντηρητική κατάσχεση των ειδικών περιουσιακών στοιχείων, δηλαδή απαιτείται για την κατάσχεσή τους απόφαση που να τα εξειδικεύει (ΜΕφΑθ 1911/2018 ΕφΑΔ 2019.945, Κράνης, Συμβολή στην Ερμηνεία του άρθρου 724 ΚΠολΔ, Αρμ. 2020. 1).

Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, ισχυρίζεται ότι στο πλαίσιο της επαγγελματικής της δραστηριότητας συνήψε στην Α. με τους α) …, κατοίκους Α.ς, σύμβαση ασφάλισης του ιστιοπλοϊκού σκάφους με την ονομασία «… που φέρει σημαία Μ. Β., όπως αυτό αναλυτικά περιγράφεται σε αυτή (αγωγή), το οποίο ανήκει στους τελευταίους, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου σε έκαστο εξ αυτών, με χρονική διάρκεια ενός (1) έτους, από την 01-04-2018 έως την 01-04-2019 και ασφαλιζόμενη αξία το ποσό των 120.000 λιρών Α.ς. Ότι η πρώτη εναγομένη ήταν, κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το παρακάτω περιγραφόμενο ένδικο συμβάν, πλοιοκτήτρια του επιβατηγού-οχηματαγωγού (Ε/Γ-Ο/Γ) πλοίου με την ονομασία … νηολογίου Κ., όπως αυτό αναλυτικά περιγράφεται σε αυτή (αγωγή), ενώ ο δεύτερος εναγόμενος ήταν πλοίαρχος του ανωτέρω πλοίου. Ότι η τρίτη εναγομένη είναι σήμερα πλοιοκτήτρια του προαναφερθέντος πλοίου, το οποίο απέκτησε, δυνάμει του από 27-08-2018 ιδιωτικού συμφωνητικού πώλησης και μεταβίβασης, που συνάφθηκε μεταξύ της πρώτης εναγομένης και αυτής, έναντι του τιμήματος των 530.000 ευρώ. Ότι κατά τις απογευματινές ώρες της 01ης-07-2018, οι ανωτέρω ασφαλισμένοι της κατέπλευσαν με το σκάφος «… στον όρμο Άμμου, στο νησί των Οθωνών και αγκυροβόλησαν έξω από αυτόν. Ότι το πρωί της επόμενης ημέρας (02-07-2018) το πιο πάνω σκάφος τους αγκυροβόλησε μέσα στον κόλπο, με την πλώρη του στραμμένη προς την είσοδο του όρμου, ήτοι προς την ανοικτή θάλασσα και την πρύμνη του προς την προβλήτα. Ότι μετά την αγκυροβόληση υψώθηκε πάνω από το πρωραίο κατάστρωμα μια μαύρη μπάλα αγκυροβολίας προς υπόδειξη και γνωστοποίηση σε τρίτους της κατάστασης του σκάφους ως αγκυροβολημένου. Ότι το σκάφος παρέμεινε αγκυροβολημένο στην ίδια θέση, μέχρι τις πρωινές ώρες της 3ης Ιουλίου 2018. Ότι περί ώρα 11:00 της ημέρας αυτής οι ιδιοκτήτες του σκάφους αυτού παρατήρησαν το προαναφερόμενο Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο … το οποίο εκτελούσε προγραμματισμένο δρομολόγιο της άγονης γραμμής «Κέρκυρα-Διαπόντιοι νήσοι» να εισέρχεται στον όρμο και να προσεγγίζει με την πλώρη του στην προβλήτα, εκπέμποντας τρεις (3) βραχείς συριγμούς, προς υποδήλωση της πρόθεσής του να εκτελέσει χειρισμό αναπόδησης των μηχανών του. Ότι στη συνέχεια το πλοίο εκτέλεσε χειρισμό περιστροφής του προς τα δεξιά κινούμενο παράλληλα προς την προβλήτα, μετά την ολοκλήρωση της οποίας έλαβε θέση με την πλώρη του στην ανοικτή θάλασσα, στο αριστερό μέρος του όρμου κατά την ίδια κατεύθυνση, σε ασφαλή απόσταση πίσω και αριστερά από το ιστιοπλοϊκό σκάφος των ασφαλισμένων, «… ποντίζοντας την άγκυρά του σε απόσταση από την αριστερή πλευρά της πλώρης του. Ότι, ακολούθως, το πλοίο αυτό κινήθηκε πίσω και δεξιά του, προκειμένου να προσεγγίσει με την πρύμνη του την προβλήτα. Ότι τότε εντελώς ξαφνικά και χωρίς να εκπέμψει οποιοδήποτε οπτικό ή ηχητικό σήμα, το πλοίο άλλαξε κατεύθυνση, οι μηχανές του τέθηκαν σε θέση «πρόσω» και κινούμενο προς τα εμπρός άρχισε να πλησιάζει το σκάφος «… με αποτέλεσμα να επιπέσει και να προσκρούσει με την πλώρη του στο πρωραίο κατάστρωμα αυτού, μεταξύ του εμπρόσθιου ιστίου και του ιστού (καταρτιού), το οποίο σκάφος, κατόπιν αυτού ωθείτο προς αβαθή πιεζόμενο κάτω από την ίσαλο γραμμή και προσάραξε στο βυθό της θάλασσας, μολονότι οι ιδιοκτήτες του είχαν θέσει σε λειτουργία τη μηχανή του. Ότι, στη συνέχεια και όταν το πλοίο … προσπάθησε να κινηθεί προς τα πίσω, κατέστη από όλους αντιληπτό ότι η αλυσίδα της άγκυράς του είχε επικαθίσει στην αλυσίδα της άγκυρας του σκάφους …» και είχε εμπλακεί με αυτή. Ότι αμέσως μετά ο … μετέβη στην πλώρη του σκάφους του, με το χειριστήριο της άγκυρας, προς αποτροπή της παράσυρσής της μαζί με το βοηθητικό αλυσέλικτρο. Ότι τα ύφαλα του σκάφους των ασφαλισμένων είχαν επικαθίσει στο βυθό της θάλασσας και για το λόγο αυτό αυτοί αναγκάστηκαν να κόψουν την καδένα της άγκυράς του, προκειμένου να μπορέσει το σκάφος να απομακρυνθεί από το σημείο. Ότι στη συνέχει, το πλοίο … αντί να κινηθεί προς τα πίσω, με σκοπό να απομακρυνθεί από το σκάφος «… κινήθηκε  ακόμη μια φορά προς τα εμπρός, με αποτέλεσμα να ξαναχτυπήσει το τελευταίο. Ότι κατόπιν αυτών το πλοίο … κινήθηκε προς τα πίσω, ενώ το πλοίο …» κατάφερε να απομακρυνθεί από τον όρμο Άμμου και να οδηγηθεί σε ασφαλή ύδατα. Ότι, στη συνέχεια, το ζημιογόνο πλοίο … εξήλθε του όρμου. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος, πλοίαρχος του πλοίου … από έλλειψη προσοχής, που όφειλε υπό τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει και κατά παράβαση της ναυτικής τέχνης και εμπειρίας, καθώς και των διεθνών κανονισμών αποφυγής συγκρούσεων στη θάλασσα, προέβη στις ανωτέρω περιγραφόμενες ζημιογόνες πράξεις και παραλείψεις, ενώ επιπλέον δεν ενδιαφέρθηκε για τη σωματική ακεραιότητα των ασφαλισμένων της και δεν ανήγγειλε το γεγονός της σύγκρουσης στο Λιμενικό Σταθμό Οθωνών, ούτε στο Λιμεναρχείο Κ., ούτε πραγματοποίησε σχετική εγγραφή στο Ημερολόγιο της Γέφυρας του εν λόγω πλοίου. Ότι μετά από μια αρχική εκτίμηση των ζημιών του πλοίου «… περί ώρα 11:20 οι ασφαλισμένοι της επικοινώνησαν με την ίδια (ενάγουσα) προς ενημέρωσή της, ενώ στη συνέχει μετέφεραν το σκάφος στη Μαρίνα Γουβιών και την επόμενη ημέρα (04-07-2018) απευθύνθηκαν στο Λιμεναρχείο Κ., όπου ανέφεραν το ένδικο συμβάν. Ότι κατά τη συνάντηση, την ημέρα εκείνη, στο  Λιμεναρχείο Κ. των ασφαλισμένων της με τον δεύτερο εναγόμενο, ο τελευταίος αναγνώρισε ανεπιφύλακτα την ευθύνη του για το ένδικο συμβάν. Ότι το ιστιοπλοϊκό σκάφος …» επιθεωρήθηκε την 04-07-2018 στη Μαρίνα Γουβιών Κ., από επιθεωρητή που ενεργούσε για λογαριασμό της (της ενάγουσας) και ακολούθως και την 18-07-2018 από τον ίδιο επιθεωρητή, καθώς και από δεύτερο επιθεωρητή, που ενεργούσε για λογαριασμό της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία … που είχε αναλάβει την ασφαλιστική κάλυψη του ζημιογόνου πλοίου … για την αστική ευθύνη του προς τρίτους, ενώ ο επιθεωρητής που ενεργούσε για λογαριασμό της (της ενάγουσας) συνέταξε την από … έκθεση επιθεώρησης, στην οποία ανέφερε τις αναλυτικά περιγραφόμενες στην αγωγή ζημίες, που προκλήθηκαν από την ένδικη σύγκρουση, στο σκάφος …». Ότι οι επισκευές των ζημιών αυτών διενεργήθηκαν στην Κέρκυρα, στη Μαρίνα Γουβιών, κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του 2018 έως και τον Ιούνιο του 2019 και το συνολικό κόστος τους, περιλαμβανομένων των λιμενικών δικαιωμάτων, της ανέλκυσης, της στήριξης στην ξηρά, της καθέλκυσης, των αμοιβών του επιθεωρητή κτλ, ανήλθε στο ποσό των 31.822,65 ευρώ, το οποίο κατέβαλε η ίδια (ενάγουσα), με τον τρόπο που αναλυτικά αναφέρεται στην αγωγή. Ότι την 14-07-2019 συντάχθηκε στην Α. η υπό την ίδια ημερομηνία εξοφλητική απόδειξη, με την οποία οι ασφαλισμένοι της συνομολόγησαν την καταβολή εκ μέρους της σε αυτούς του ασφαλίσματος για την επέλευση της ένδικης ασφαλιστικής περίπτωσης, το οποίο από παραδρομή αναγράφηκε στην εξοφλητική απόδειξη ότι ανήλθε στο ποσό των 30.738,46 ευρώ και όχι στο ακριβές ποσό των 31.822,65 ευρώ, που η ίδια κατέβαλε. Ότι, κατόπιν τούτου οι ασφαλισμένοι της της εκχώρησαν συμβατικά τα δικαιώματά τους κατά οποιουδήποτε υπευθύνου, δυνάμει της ανωτέρω εξοφλητικής απόδειξης, άλλως η ίδια υποκαταστάθηκε στα δικαιώματα αυτά εκ του νόμου.  Κατόπιν αυτών, η ενάγουσα ζητεί, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, που έλαβε χώρα με τις νόμιμα και εμπρόθεσμα κατατεθειμένες προτάσεις της (άρθρα 223 εδ. β΄, 294, 295 παρ. 1 εδ. β΄ και 297 ΚΠολΔ) Α) να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να της καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος (η πρώτη εξ αυτών ως πλοιοκτήτρια του πλοίου, κατά το χρόνο της ένδικης σύγκρουσης, ο δεύτερος εξ αυτών ως προσωπικά υπαίτιος των ανωτέρω παρανόμων πράξεων και παραλείψεων και η τρίτη εξ αυτών ως αποκτήσασα την κυριότητα του πλοίου … το οποίο φέρει πλέον την ονομασία … ενώ γνώριζε ότι δεν υπήρχαν άλλα εμφανή και αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία στην πωλήτρια εταιρία) το συνολικό ποσό των 30.738,46, [παραιτούμενη από το ποσό των 1.084,19 (31.822,65 ευρώ -30.738,46 ευρώ), το οποίο καταλογίζει στο ποσό των 3.737,43 ευρώ, που αντιστοιχεί στο αγωγικό κονδύλιο εξόδων ελλιμενισμού και περιορίζει πλέον στο ποσό των 2.653,24 ευρώ (3.737,43 ευρώ -1.084,19 ευρώ)], λόγω συμβατικής εκχώρησης της σχετικής απαίτησης προς αυτή, άλλως λόγω υποκατάστασής της στα δικαιώματα των ασφαλισμένων της εκ του νόμου (άρθρο 79 παρ. 2 του Maritime Insurance Act του 1908, άλλως άρθρο 14 παρ. 1 του Ν. 2496/1997), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, Β) να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση του επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου … ιδιοκτησίας της τρίτης εναγομένης, κατά τη διάταξη του άρθρου 724 ΚΠολΔ και Γ) να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να της καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 36.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στα έξοδα φύλαξης του πλοίου μετά τη συντηρητική του κατάσχεση και για 2 έτη (1.500 ευρώ χ 24 μήνες), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Π.Δ. 280/2000 σε συνδ. με το άρθρο 69 παρ. 1 εδ. δ΄ ΚΠολΔ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, η ενάγουσα ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς και αρμοδίως  εισάγεται για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην, λόγω του αιτουμένου ποσού (άρθρα 9, 10, 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον, λόγω του γεγονότος ότι η ένδικη σύγκρουση έλαβε χώρα στη θαλάσσια περιοχή της νήσου των Οθωνών (242 Κ.Ι.Ν.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ.1 περ.α΄, 3 περ. Α και Β υποπερ. ιστ΄ του Ν.2172/1993). Περαιτέρω, το Δικαστήριο αυτό έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκειμένης διαφοράς [άρθρο 1 παρ. 1 γ΄ της από 10-5-1952 Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών αφορώντων εις τα αρμόδια δια την επίλυσιν ιδιωτικών διαφορών εκ συγκρούσεως πλοίων δικαστήρια», που κυρώθηκε στην Ελλάδα με το Ν.Δ.4407/1964 και ισχύει στην ημεδαπή από την 15-3-1965, η εφαρμογή της οποίας προηγείται του Κανονισμού 1215/2012 (ΕΕ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (άρθρο 71 Ι του ανωτέρω Κανονισμού)]. Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς επίλυση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση και συγκεκριμένα από σύγκρουση πλοίων διαφορετικής εθνικότητας (βλ. Κρίσπη Ιδ. Διεθν. Δικ. Γεν. Μερ., παρ. 2), τίθεται θέμα εφαρμοστέου δικαίου, που διέπει την επίδικη διαφορά. Σχετικά με το ζήτημα αυτό πρέπει να αναφερθούν τα εξής: Στην περίπτωση σύγκρουσης πλοίων διαφόρου εθνικότητας παράγεται ενοχή από αδίκημα, η οποία – εφόσον όλες οι χώρες, των οποίων την σημαία έχουν τα συγκρουσθέντα πλοία έχουν κυρώσει την από 23-9-1910 Διεθνή Σύμβαση των Βρυξελλών «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων», όπως εν προκειμένω, διέπεται από την ως άνω Σύμβαση και συμπληρωματικά εφαρμόζονται, κατ’ άρθρο 26 ΑΚ, οι διατάξεις του δικαίου της πολιτείας στα χωρικά ύδατα της οποίας έγινε η σύγκρουση (ΕφΠειρ 335/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 1252/1998, Ε.Ν.Δ. 26, 424, Γεωργιάδη-Σταθοπούλου, ΕρμΑΚ, υπ’ άρθρ. 26, παρ. 6), ήτοι εν προκειμένω το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο. Περαιτέρω, η αγωγή είναι ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού των εναγομένων και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 3, 6 και 12 της προαναφερθείσας Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 345, 346 ΑΚ, 70 και 176 ΚΠολΔ, οι οποίες εφαρμόζονται συμπληρωματικά ως lex fori, διότι η ανωτέρω σύμβαση δεν περιέχει ρυθμίσεις αναφορικά με το είδος και την έκταση της αποζημιώσεως, καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 479 (αναφορικά με την τρίτη εναγόμενη) και 914 επ. ΑΚ (αναφορικά με τον δεύτερο εναγόμενο, αφού ως προς το υπαίτιο της σύγκρουσης πρόσωπο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της ανωτέρω συμβάσεως, αλλά οι γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην υπό στοιχείο Ι μείζονα σκέψη της παρούσας, πλην α) του αιτήματος περί περίληψης στην εκδοθησομένη απόφαση διαταγής συντηρητικής κατάσχεσης του επιδίκου πλοίου, η οποία (διαταγή) θα αναπληρώσει την έλλειψη της απαιτούμενης από τη διάταξη του άρθρου 709 ΚΠολΔ περιγραφής του επιδίκου πλοίου στην παρούσα απόφαση, προκειμένου με τον τρόπο αυτό η τελευταία να αποτελέσει αυτοδύναμο τίτλο εγγραφής συντηρητικής κατάσχεσης, κατά το άρθρο 724 ΚΠολΔ (σημειωτέον ότι το εν λόγω αίτημα δεν εκτιμάται από το παρόν Δικαστήριο ως αίτημα χορήγησης ασφαλιστικού μέτρου, δεδομένου ότι δεν εκτίθενται στην αγωγή τα απαιτούμενα για αυτό στοιχεία), το οποίο πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, διότι  εξαιτίας της ρύθμισης του άρθρου 709 ΚΠολΔ- στο οποίο ορίζεται ότι η συντηρητική κατάσχεση πλοίου μπορεί να γίνει μόνο αν στην απόφαση αναφέρεται ειδικά το πλοίο επί του οποίου πρόκειται να επιβληθεί -η διάταξη του άρθρου 724 ΚΠολΔ δεν δύναται να εφαρμοστεί επί συντηρητικών κατασχέσεων πλοίων, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχείο ΙΙΙ μείζονα σκέψη, καθώς η οριστική απόφαση, στην οποία αναφέρεται το τελευταίο αυτό άρθρο, μετά την τροποποίησή του με το Ν. 4335/2015 και με την οποία επιδικάζεται στο δανειστή η απαίτηση, από τη φύση της, δεν αναφέρει ποιο πλοίο μπορεί να κατασχεθεί συντηρητικά με αυτή, ούτε όμως και ο δικαστής που εκδίδει την απόφαση έχει περιθώριο να σταθμίσει τη σκοπιμότητα ή όχι της συντηρητικής κατάσχεσης του συγκεκριμένου πλοίου, από καμία δε διάταξη νόμου δεν προβλέπεται η δυνατότητα του δικαστηρίου που καλείται να κρίνει την απαίτηση του δανειστή, να διατάξει τη συντηρητική κατάσχεση του πλοίου, προκειμένου να υφίσταται περιγραφή του επιδίκου πλοίου, με απώτερο σκοπό η εκδοθησομένη απόφαση να αποτελέσει αυτοδύναμο τίτλο εγγραφής συντηρητικής κατάσχεσης· κατόπιν τούτου, απορριπτέο ως  μη νόμιμο τυγχάνει και το αίτημα της ενάγουσας περί καταδίκης των εναγομένων στην καταβολή του ποσού των 36.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στα έξοδα φύλαξης του πλοίου μετά τη συντηρητική του κατάσχεση και για 2 έτη (1.500 ευρώ χ 24 μήνες), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Π.Δ. 280/2000 και 69 παρ. 1 εδ. δ΄ ΚΠολΔ, β) του παρεπόμενου αιτήματος περί κήρυξης της εκδοθησομένης απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το οποίο μετά την τροπή του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, τυγχάνει απορριπτέο ως μη νόμιμο, εφόσον στις αποφάσεις επί αναγνωριστικών αγωγών δεν νοείται αναγκαστική, άρα ούτε και προσωρινή εκτέλεση (ΕφΠειρ 1014/1992 Αρχ. Ν. 44. 63, Ι. Μπρίνια, Αναγκ. Εκτ., παρ. 47, VII, σελ. 132-133, Κ. Κεραμέα, Αστ. Δικ. Δικ. ΙΙ, 1978, παρ. 58, σελ. 66). Περαιτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αξίωση της ενάγουσας κατά της τρίτης εναγομένης, διέπεται ως ενοχική σχέση (ευθύνη) εκ του νόμου, από το δίκαιο που, εκ του συνόλου των ειδικών συνθηκών, συνδέεται στενότερα με αυτή τη σχέση και εντεύθεν αρμόζει σ’ αυτή με βάση την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 25 εδ. β’ ΑΚ και 4 παρ. 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη I). Μεταξύ των συνδετικών στοιχείων που συγκροτούν τις ειδικές συνθήκες περιλαμβάνονται ο τόπος κατάρτισης και εκτέλεσης της σύμβασης, ο τόπος της επαγγελματικής δραστηριότητας των συμβληθέντων και προκειμένου περί νομικών προσώπων η πραγματική έδρα τους, έστω και αν είναι διάφορη της καταστατικής. Η ως άνω ενοχική σχέση (ευθύνη) εκ του νόμου δεν διέπεται από το δίκαιο με βάση το οποίο κρίνεται η τυχόν υφιστάμενη υποσχετική σύμβαση περί μεταβίβασης της περιουσίας ή επιχείρησης (λ.χ. πώληση), που είναι κατ’ αρχήν, με βάση το άρθρο 3 του παραπάνω αναφερόμενου Κανονισμού το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη (πρβλ. υπό τις αντίστοιχες διατάξεις της Σύμβασης Ρώμης 1980: ΑΠ 1908/2008 ΤΝΠ NOMOΣ, ΕΠ 676/2013 ΕΝΔ 2013.409, ΕΠ 23/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011.715). Επομένως, σύμφωνα με τα αναπτυχθέντα στην υπό στοιχείο ΙΙ μείζονα σκέψη της παρούσας, η τρίτη εναγόμενη ευθύνεται σωρευτικά με την μεταβιβάσασα εταιρία – πρώτη εναγόμενη για την ένδικη οφειλή της τελευταίας προς την ενάγουσα και μέχρι την αξία του μεταβιβασθέντος πλοίου, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 479 ΑΚ, αφού το ελληνικό δίκαιο εφαρμόζεται στην κρινόμενη περίπτωση, ως το δίκαιο, το οποίο συνδέεται στενότερα με την ένδικη ενοχή, λόγω, ιδίως, της πραγματικής έδρας των συμβληθέντων και του τόπου κατάρτισης της σύμβασης πώλησης. Περαιτέρω, ως προς την νομιμοποίηση της ενάγουσας εφαρμοστέο κρίνεται το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση ασφάλισης και εκχώρησης, δυνάμει της οποία αυτή υποκαταστάθηκε στις αξιώσεις των ασφαλισμένων της, ήτοι το αγγλικό δίκαιο. Ειδικότερα, στη σελ. 10 του ασφαλιστηρίου συμβολαίου και στον όρο 20 αυτού ορίζεται ότι «Τα μέρη είναι ελεύθερα να επιλέξουν το εφαρμοστέο δίκαιο σε αυτή τη σύμβαση ασφάλισης.  Με τη επιφύλαξη ότι δεν ορίζεται διαφορετικά στο τμήμα με τις πληροφορίες για τους ασφαλιζόμενους κινδύνους (Shedule), αυτή η σύμβαση ασφάλισης θα διέπεται και θα ερμηνεύεται σύμφωνα με το αγγλικό δίκαιο». Εν προκειμένω, ούτε η ενάγουσα επικαλείται αλλά ούτε και από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι τα μέρη όρισαν εφαρμοστέο δίκαιο, με αποτέλεσμα εφαρμοστέο να τυγχάνει το αγγλικό δίκαιο. Ειδικότερα, το Αγγλικό Δίκαιο της ναυτικής ασφάλισης περιέχεται κωδικοποιημένο στον Αγγλικό Νόμο περί θαλάσσιας Ναυτικής Ασφαλίσεως του 1906 (Marine Insurance Act 1906) οι δε διατάξεις του, ερμηνευόμενες και εμπλουτιζόμενες διαρκώς από τη Νομολογία των Αγγλικών Δικαστηρίων (case Law) και τους Άγγλους συγγραφείς και ερμηνευτές του Δικαίου (Authorities) ισχύουν αναλλοίωτες μέχρι σήμερα. Οι διατάξεις του ως άνω Αγγλικού Νόμου (ΜΙΑ 1906), έχουν εφαρμογή σε κάθε περίπτωση ασφάλισης πλοίων ή πλωτών ναυπηγημάτων ή θαλασσίων μέσων αδιακρίτως μεγέθους, τύπου και προορισμού, περιλαμβανομένων και των θαλαμηγών πλοίων και των σκαφών αναψυχής. Αποτελεί διεθνή συναλλακτική συνήθεια στον κλάδο ασφάλισης πλοίων, σκαφών και φορτίων να διέπεται η ασφάλιση, πέραν των διατάξεων του ανωτέρω εφαρμοστέου νόμου και από έντυπους κωδικοποιημένους όρους ασφάλισης εκπονημένους κατά κανόνα από τον συλλογικό φορέα των Άγγλων Ασφαλιστών, που εδρεύει στο Λονδίνο με την επωνυμία Ινστιτούτο Ασφαλιστών του Λονδίνου (Institute of London Underwriters). Σε περίπτωση σύμβασης ναυτικής ασφάλισης, διεπομένης από το Αγγλικό Δίκαιο, αυτή ερμηνεύεται βάσει των διατάξεων του περί ναυτικής ασφάλισης νόμου, του κοινού δικαίου και της Αγγλικής πρακτικής, σε συνδυασμό προς τους εκάστοτε εντύπους όρους ασφάλισης του Ινστιτούτου των Ασφαλιστών, οι οποίοι προσιδιάζουν στο ασφαλιζόμενο αντικείμενο και κατά τη συμφωνία των μερών ενσωματώνονται στο ασφαλιστήριο (ΕφΠειρ 232/2011 ΕΝΑΥΤΔ 2011.204). Τέλος, το ζήτημα της αυτοδίκαιης ή μη υποκατάστασης του ασφαλιστή με την καταβολή του ασφαλίσματος στα δικαιώματα του ασφαλισμένου κατά του προξενήσαντος την ζημία τρίτου, εκ του οποίου εξαρτάται και το της νομιμοποίησης ή μη δικαίωμα του ασφαλιστή να στραφεί κατά του υπαίτιου της ζημίας για το διαφέρον, κρίνεται κατά το δίκαιο που διέπει την ασφαλιστική σύμβαση. Από την παράγραφο 79 του νόμου περί θαλάσσιας ασφάλισης του 1906 (Marine Insurance Act 1906) προκύπτει ότι η υποκατάσταση (subrogation) συνίσταται στο δικαίωμα του ασφαλιστή να ασκήσει προς ίδιο συμφέρον όλα τα δικαιώματα και μέσα ένδικης προστασίας, τα οποία έχει ο ασφαλισμένος έναντι του ζημιώσαντος τρίτου σε σχέση προς το ασφαλισμένο αντικείμενο. Το δικαίωμα υποκατάστασης ανακύπτει από τότε που ο ασφαλιστής θα καταβάλει στον ασφαλισμένο το ποσό της αποζημίωσης. Έχει δε τη δυνατότητα να ζητήσει δια της αγωγής του όλο το καλύπτον τη ζημία ποσό, ανεξαρτήτως αν έχει πληρώσει λιγότερα στον ασφαλισμένο. Δικαιούται, όμως, να κρατήσει μόνο το ποσό το οποίο έχει πράγματι καταβάλει. Το υπόλοιπο ανήκει στον ασφαλισμένο, εκτός αν αυτός εκχώρησε στον ασφαλιστή τα δικαιώματά του ή υπήρχε εξ αρχής διαφορετική συμφωνία. Επομένως, ο ασφαλισμένος έχει καθήκον να μην προβεί σε ενέργειες που δύνανται να βλάψουν τα δικαιώματα του ασφαλιστή. Έτσι δε δύναται να συμβιβαστεί ή να ζητήσει ένδικη προστασία χωρίς τη συναίνεση του ασφαλιστή. Στο πλαίσιο του αγγλικού δικονομικού δικαίου, σε αντίθεση με τη ρύθμιση που εισάγει η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 Ν. 2496/1997 (ταυτόσημη κατά περιεχόμενο με την προϊσχύσασα ρύθμιση του άρθρου 210 ΕμπΝ), η οποία ορίζει ότι, σε περίπτωση καταβολής του ασφαλίσματος, ο ασφαλιστής υποκαθίσταται αυτοδικαίως στις έναντι του τρίτου ζημιώσαντος αξιώσεις του ασφαλισμένου στην έκταση του ασφαλίσματος που κατέβαλε, προβλέπεται ότι ο θεσμός της υποκατάστασης του καταβάλλοντος την ασφαλιστική αποζημίωση ασφαλιστή λειτουργεί μόνο μεταξύ των συμβαλλομένων (ασφαλιστή και ασφαλιζομένου) και όχι έναντι τρίτων και επί ασφαλιστικής υποκατάστασης η αγωγή κατά του υπόχρεου τρίτου δε δύναται να ασκηθεί επ’ ονόματι του ασφαλιστή, παρά μόνον αν έχει γίνει εκ μέρους του ασφαλισμένου εκχώρηση των δικαιωμάτων του. Άλλως ο ασφαλιστής ασκεί την αγωγή επ’ ονόματι του ασφαλισμένου, ο οποίος δε μπορεί να αρνηθεί τη συναίνεσή του σε αυτό. Σε περίπτωση εκχώρησης (assignment of claim), η θέση του ασφαλιστή διαφοροποιείται και δικαιούται να ασκήσει την κατά του τρίτου αγωγή επ’ ονόματί του. Σε κάθε περίπτωση ο ασφαλιστής νομιμοποιείται ενεργητικά να ασκήσει, είτε επ’ ονόματι του ασφαλισμένου είτε ιδίω ονόματι, αναλόγως της περίπτωσης, αγωγή κατά του υπόχρεου τρίτου μόνο αν πράγματι κατέβαλε στον ασφαλισμένο την αποζημίωση και μέχρι του ποσού της καταβολής. Τα ανωτέρω αποδίδουν ενδοτικό δίκαιο και ισχύουν εφόσον τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει άλλως (ΑΠ 276/1982, ΕφΠειρ 7/2015, ΕφΠειρ 320/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι η υπό κρίση αγωγή διαλαμβάνει αγωγική βάση, στηριζομένη σε απαίτηση των ζημιωθέντων ασφαλισμένων πλοιοκτητών έναντι των προξενήσαντων τη ζημία τρίτων, ασκούμενη από την ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία λόγω ασφαλιστικής υποκατάστασης της τελευταίας στα δικαιώματα των ασφαλισμένων πλοιοκτητών, το ζήτημα της νομιμότητας της υποκαταστάσεως της ασφαλιστικής εταιρείας – με την καταβολή του ασφαλίσματος – στα δικαιώματα των ασφαλισμένων, κατά των προξενήσαντων την ζημία τρίτων, εκ του οποίου εξαρτάται και το της νομιμοποιήσεως ή μη δικαίωμα της ασφαλιστικής εταιρείας να στραφεί κατά των υπαιτίων της ζημίας για το διαφέρον, θα πρέπει να κριθεί σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει την ασφαλιστική σύμβαση, ήτοι σύμφωνα με το αγγλικό ουσιαστικό δίκαιο. Περαιτέρω, δεδομένου ότι, σύμφωνα με το ιστορικό της αγωγής και έτσι όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του επικαλούμενου και προσκομιζόμενου «εντύπου απαλλαγής» των ασφαλισμένων πλοιοκτητών, οι τελευταίοι εκχωρούν στην ενάγουσα κάθε σχετιζόμενη με τις ζημίες αξίωσή τους εναντίον όποιου ήθελε αποδειχθεί υπαίτιος στην πρόκληση αυτών, αφού η εκχωρηθείσα απαίτηση διέπεται από το αγγλικό ουσιαστικό δίκαιο, πληρούται η τιθέμενη από η διάταξη του άρθρου 79 του «Marine Insurance Act 1906», προϋπόθεση της συμβατικής εκχωρήσεως της επιδίκου απαιτήσεως στην ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία κατά την εκ μέρους της καταβολή του ασφαλίσματος, έτσι ώστε να μην περιορίζεται η λειτουργία της υποκαταστάσεως στις μεταξύ των συμβαλλομένων (ασφαλιστή και ασφαλισμένων) σχέσεις, αλλά να επεκτείνεται και έναντι των τρίτων, συνεπώς δε, η ενάγουσα νομιμοποιείται ενεργητικώς ως προς τη άσκηση της υπό κρίσιν αγωγής, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού των εναγομένων. Κατόπιν τούτων, πρέπει η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη,  να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, λόγω του αναγνωριστικού της χαρακτήρα (άρθρο 33 ν. 4446/2016).

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 80, 81, 88, 89 και 277 αριθ. 4 ΚΠολΔ συνάγεται ότι αν ο εναγόμενος προσεπικαλέσει στη δίκη εκείνον κατά του οποίου σε περίπτωση ήττας του, δικαιούται να αναχθεί και ζητήσει αποζημίωση, για το ποσό που ενδεχομένως θα υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα και συγχρόνως ενώσει μαζί με την προσεπίκληση και αγωγή αποζημιώσεως, ο δε προσεπικληθείς και με την παρεμπίπτουσα αγωγή εναγόμενος, προσήλθε στη δίκη, αλλά δεν παρενέβη σε αυτή, ούτε επικουρικώς, περιορισθείς μόνο στην απόκρουση της προσεπικλήσεως και την άρνηση της υποχρεώσεώς του για αποζημίωση, δεν καθίσταται διάδικος στην κύρια δίκη, μεταξύ ενάγοντος και εναγομένου, ούτε δημιουργείται ομοδικία μεταξύ αυτού (προσεπικληθέντα) και του προσεπικαλέσαντα αυτόν, εναγομένου (ΑΠ 1961/1986, ΕλλΔνη 29.282). Περαιτέρω η παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης, που ενώνεται με την προσεπίκληση του δικονομικού εγγυητή, ερευνάται ως προς την ουσία της μόνο μετά την παραδοχή της κύριας αγωγής, υπό την αίρεση της ευδοκίμησης της οποίας ασκείται. Αν στην προσεπίκληση δεν ενωθεί αγωγή αποζημίωσης ή η ενωθείσα αγωγή απορριφθεί, ή ο προσεπικαλών παραιτηθεί από την ενωμένη αγωγή, το Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί περαιτέρω με την προσεπίκληση, δεδομένου ότι οι συνέπειές της επέρχονται από τον νόμο (ΑΠ 348/1978, ΕφΑΘ 1506/1990 ΑρχΝ 42.323, ΕφΑΘ 11789/1987 ΑρχΝ 40.40), ενώ όταν η παρεμπίπτουσα αγωγή τυγχάνει νόμω (ή ουσία) αβάσιμη, και συνεπώς δεν δικαιολογεί ούτε την άσκηση προσεπικλήσεως, τότε τόσον η αγωγή αυτή, όσο και η προσεπίκληση, απορρίπτεται πριν από οποιαδήποτε ουσιαστική έρευνα της κύριας αγωγής, αφού κι αν ακόμη ευδοκιμήσει η τελευταία, ο προσεπικαλούμενος δεν υποχρεούται από τον νόμο σε αποζημίωση του προσεπικαλούντο (ΕφΑΘ 2385/1979 ΝοΒ 28.102). Συνεπώς, το νόμω ή ουσία αβάσιμο της παρεμπίπτουσας αγωγής συμπαρασύρει και την προσεπίκληση (βλ. ΠΠρΑθ 615/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΑθ 5227/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 234/1991 ΠειρΝ 1991, 395). Εν προκειμένω, η πρώτη εναγόμενη της ως άνω υπό στοιχείο Α΄ (κυρίας) αγωγής εκθέτει, με την υπό στοιχείο Β΄ προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της (η οποία περιγράφεται στο δικόγραφό της ως «ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση-παρεμπίπτουσα αγωγή», πλην όμως, εν προκειμένω, δεν αποτελεί ανακοίνωση δίκης, καθώς ναι μεν η ανακοίνωση δίκης διαφέρει από την προσεπίκληση, αλλά η τελευταία περιέχει ούτως ή άλλως τα στοιχεία της ανακοίνωσης δίκης και τότε μόνο ισχύει ως τέτοια, όταν δεν έχει ασκηθεί παραδεκτώς ως προσεπίκληση [βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/(-Νίκα), ΚΠολΔ Ι (2000), 91 αρ. 1 και 3], όπως το περιεχόμενο του δικογράφου της εκτιμάται από το παρόν Δικαστήριο, ότι η ενάγουσα της υπό στοιχείο Α αγωγής άσκησε εναντίον της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την ανωτέρω υπό στοιχείο Α΄ αγωγή, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει κατά λέξη, με την οποία αυτή ζητεί να υποχρεωθεί η ίδια (πρώτη εναγομένη) να της καταβάλει το συνολικό ποσό που εκτίθεται στην αγωγή με αιτία την ευθύνη της για την πρόκληση ζημιών σε σκάφος ασφαλισμένων της (της ενάγουσας), λόγω συγκρούσεως αυτού με πλοίο που της ανήκε. Ότι, περαιτέρω το πλοίο αυτό ήταν ασφαλισμένο, κατά το χρόνο που έλαβε χώρα η εν λόγω σύγκρουση, για την προς τρίτους εκ της λειτουργίας του ζημίες στην καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, δυνάμει ισχύοντος ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, προσεπικαλεί την καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, ώστε να παρέμβει στην υπό στοιχείο Α΄ εκκρεμή κυρία δίκη και να υποστηρίξει τα αιτήματά της σε αυτήν, ζητεί δε, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η σε βάρος της κυρία αγωγή, να υποχρεωθεί αυτή (η παρεμπιπτόντως εναγόμενη) να της καταβάλει, νομιμοτόκως οποιοδήποτε ποσό καταβάλει η ίδια στην ενάγουσα της κυρίας αγωγής, δυνάμει της απόφασης που θα εκδοθεί επ’ αυτής (κυρίας αγωγής), να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και, τέλος, να επιβληθούν τα δικαστικά της έξοδα στην καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη. Με το περιεχόμενο αυτό, η προσεπίκληση με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή, παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο, κατά την τακτική διαδικασία (άρθρα 31 παρ. 1, 69 παρ. 1 περ. ε’, 89 και 283 του ΚΠολΔ). Όμως, η υπό κρίση προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή πρέπει να απορριφθεί, για το λόγο ότι η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα, με επιμέλεια της οποίας προσδιορίστηκε προς συζήτηση η προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή για την παρούσα δικάσιμο, δεν προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις μέσα σε εκατό (100) ημέρες από την κατάθεση της προσεπίκλησης-παρεμπίπτουσας αγωγής, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του Άρθρου Δεύτερου του Άρθρου 1 του Ν. 4335/2015. Κατ’ ακολουθία θα πρέπει η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα να δικαστεί ερήμην, κατ’ άρθρο 272 παρ. 1 ΚΠολΔ ως αντικαταστάθηκε με το δεύτερο άρθρο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 ΦΕΚ Α 87/23.7.2015 με έναρξη ισχύος σύμφωνα με την παρ. 4 του ένατου άρθρου του άρθρου 1 του ίδιου νόμου 4335/2015  την 1.1.2016, να απορριφθεί η παρεμπίπτουσα αγωγή της ως ουσία αβάσιμη και κατά συνέπεια να απορριφθεί και η προσεπίκληση, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη. Επίσης, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας (άρθρα 501 παρ.1, 502 παρ. 2 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της προσεπικαλούμενης-παρεμπιπτόντως εναγομένης, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 και 68 του Ν. 4194/2013), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

Από τα έγγραφα που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, χωρίς να ληφθούν υπόψη α) οι προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την πρώτη εναγομένη από 15-07-2020 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων … οι οποίες ελήφθησαν, χωρίς την παρουσία της ενάγουσας, ενώπιον της Δικηγόρου Κ. Ελεωνόρας – Σπυριδούλας Ζηνιάτη, κατά τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 6 του Ν. 4690/2020 (βλ. τις υπ’ αριθ… αποδείξεις κατάθεσης ένορκης βεβαίωσης του Δικηγορικού Συλλόγου Κ.),  διότι δεν πληρούται η απαιτούμενη από τη διάταξη του άρθρου 422 ΚΠολΔ προϋπόθεση της προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας, από την οποία (προϋπόθεση) εξαρτάται το παραδεκτό του εν λόγω αποδεικτικού μέσου· ειδικότερα, προς απόδειξη της κλήτευσης η πρώτη εναγόμενη προσκομίζει την  υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, Β. Κ., από την οποία προκύπτει ότι επιδόθηκε στην ενάγουσα η από 08-07-2020 κλήση της πρώτης εναγομένης, με την οποία η τελευταία της γνωστοποίησε ότι προτίθεται να εξετάσει μάρτυρες, την κάλεσε δε να παρευρίσκεται κατά την εξέτασή τους στις 15-07-2020, ημέρα Τετάρτη και ώρα 13:00-15:00. Ο κατά το ανωτέρω προσδιορισμός όμως της ώρας λήψης των ενόρκων βεβαιώσεων (ήτοι ώρα 13:00-15:00), συνεπάγεται ασάφεια της σχετικής κλήτευσης, αφού σε αυτή δεν ορίζεται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο η ώρα της εξέτασης, ώστε να παρέχεται στην ενάγουσα η δυνατότητα να παρασταθεί σε αυτή, η οποία (ασάφεια) έχει ως συνέπεια η σχετική κλήτευση να θεωρείται μη προσήκουσα, και οι ένορκες βεβαιώσεις, που έγιναν χωρίς την παρουσία της ενάγουσας, να είναι ανύπαρκτες ως αποδεικτικό μέσο και να μην λαμβάνονται υπόψη (πρβλ ΑΠ 1321/2014, ΑΠ 275/2013, ΕφΘεσ 1302/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΑθ 549/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), β) η προσκομιζόμενη από την πρώτη εναγομένη, με την προσθήκη των προτάσεών της, από 04-08-2020 ένορκη βεβαίωση του Μιχαήλ-Σπυρίδωνος Καλούδη, η οποία ελήφθη χωρίς την παρουσία της ενάγουσας, ενώπιον της Δικηγόρου Κ. Ελεωνόρας – Σπυριδούλας Ζηνιάτη, κατά τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ. 6 του Ν. 4690/2020 (βλ. την υπ’ αριθ. ΔΣΚΕΡΚ ΕΒ 0000029 20/15-07-2020 απόδειξη κατάθεσης ένορκης βεβαίωσης του Δικηγορικού Συλλόγου Κ.), η οποία προσκομίζεται απαραδέκτως, αφού αυτή δεν δόθηκε προς αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις, όπως απαιτείται βάσει της διάταξης του άρθρου 237 παρ. 2 εδ. γ΄ ΚΠολΔ, αλλά προς αντίκρουση των αγωγικών ισχυρισμών, σε κάθε δε περίπτωση η εν λόγω ένορκη βεβαίωση δόθηκε χωρίς να πληρούται η απαιτούμενη από τη διάταξη του άρθρου 422 ΚΠολΔ προϋπόθεση της προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας, αφού από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, Β. Κ., προκύπτει ότι την 09-07-2020 επιδόθηκε στην ενάγουσα η από 08-07-2020 κλήση της πρώτης εναγομένης, με την οποία η τελευταία της γνωστοποίησε ότι προτίθεται να εξετάσει μάρτυρες, την κάλεσε δε να παρευρίσκεται κατά την εξέτασή τους στις 04-08-2020, ημέρα Τρίτη και ώρα 11:00-13:00. Ο κατά το ανωτέρω προσδιορισμός όμως της ώρας λήψης των ενόρκων βεβαιώσεων (ήτοι ώρα 13:00-15:00), συνεπάγεται ασάφεια της σχετικής κλήτευσης, με συνέπεια η εν λόγω ένορκη βεβαίωση, που έγινε χωρίς την παρουσία της ενάγουσας να είναι ανύπαρκτη ως αποδεικτικό μέσο, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, από τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα είναι ασφαλιστική εταιρεία, που εδρεύει στην Α. και έχει ως κύρια δραστηριότητα, μεταξύ άλλων, την παροχή υπηρεσιών ασφαλιστικής κάλυψης σε σκάφη έναντι των κινδύνων ζημιών και απώλειας αυτών, των μηχανών και του εξοπλισμού τους από θαλάσσιους κινδύνους. Στο πλαίσιο της προεκτεθείσας δραστηριότητάς της, δυνάμει του με αριθμό … ασφαλιστηρίου συμβολαίου, που καταρτίστηκε στο Π. της Α.ς, μεταξύ της ενάγουσας και των 1) … του …ς, η πρώτη ανέλαβε την ασφαλιστική κάλυψη του ιστιοπλοϊκού σκάφους «… που φέρει σημαία Μ. Β., είναι εγγεγραμμένο στα νηολόγια Βρετανίας, Τμήμα ΙΙΙ, με αριθμό … μάρκας Hanse, μοντέλου 400, μήκους 11,99μ., πλάτους 4,05 μ. και φέρει μια μηχανή ντηζελοκίνητη, μάρκας Volvo D2-40, ιπποδύναμης 29,4 KW (40.0 HP), το οποίο ανήκει στους ανωτέρω κατά πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου σε έκαστο εξ αυτών, έναντι, μεταξύ άλλων, των ιδίων ζημιών αυτού, της μηχανής και του εξοπλισμού του από θαλάσσιους και άλλους κινδύνους και έναντι της αστικής ευθύνης του. Το ανωτέρω ασφαλιστήριο συμβόλαιο είχε χρονική διάρκεια ενός (1) έτους, ήτοι από την 1η Απριλίου 2018 έως την 01-04-2019 και ασφαλιζόμενη αξία το ποσό των 120.000 λιρών Α.ς. Η πρώτη εναγομένη ήταν κατά τον παρακάτω αναφερόμενο επίδικο χρόνο πλοιοκτήτρια του επιβατηγού-οχηματαγωγού (Ε/Γ-Ο/Γ) πλοίου … νηολογίου Κ., με αριθμό 33, … κ.κ.χ. … μήκους ολικού 40,80 μ., μήκους νηολόγησης 36,30 μ., πλάτους νηολόγησης 7,80 μ., βάθους νηολόγησης 2,34 μ., Δ.Δ.Σ. SW 3793, κατασκευασμένου από χάλυβα και φέροντος δύο (2) μηχανές μάρκας DEUTZMNM, τύπου TBD 234 V16, συνολικής ιπποδύναμης 1.510 KW (755 KW έκαστη). Ο δεύτερος εναγόμενος, κατά τον ίδιο χρόνο, ήταν πλοίαρχος του παραπάνω πλοίου, ενώ η τρίτη εναγομένη είναι πλοιοκτήτρια του προαναφερθέντος πλοίου, το οποίο απέκτησε δυνάμει του από 27-08-2018 ιδιωτικού συμφωνητικού πώλησης και μεταβίβασης, που καταρτίστηκε μεταξύ της πρώτης εναγομένης και αυτής, έναντι του τιμήματος των 530.000 ευρώ. Περαιτέρω, κατά τις απογευματινές ώρες της 01-07-2018, ημέρα Κυριακή, στο πλαίσιο των θερινών τους διακοπών οι ασφαλισμένοι της ενάγουσας 1) … και 2) …, κατέπλευσαν με το σκάφος τους …» στον όρμο Άμμου, στο νησί των Οθωνών και αγκυροβόλησαν έξω από αυτόν. Το πρωί της επόμενης ημέρας (02-07-2018) το πιο πάνω σκάφος τους αγκυροβόλησε μέσα στον κόλπο, εντός της περιοχής του αγκυροβολίου, σε σημείο υποδεικνυόμενο στο χάρτη του λιμανιού, σε στίγμα 3950.420Ν 1924.151Ε, σύμφωνα με τα οικεία βιβλία πλοήγησης (Greek Water Pilot, ήτοι Πλοηγός Ελληνικών Υδάτων, Heikell, 12η Έκδοση 2014), με την πλώρη του στραμμένη προς την είσοδο του όρμου, ήτοι προς την ανοικτή θάλασσα και την πρύμνη του προς την προβλήτα. Μετά από την αγκυροβολία του υψώθηκε πάνω από το κατάστρωμα μια μαύρη μπάλα αγκυροβολίας προς υπόδειξη και γνωστοποίηση σε τρίτους της κατάστασης του σκάφους ως αγκυροβολημένου. Το σκάφος παρέμεινε αγκυροβολημένο στο σημείο αυτό μέχρι τις πρωινές ώρες της 03ης Ιουλίου, ημέρα Τρίτη, ενώ οι ασφαλισμένοι της ενάγουσας βρίσκονταν επ’ αυτού. Ένα άλλο σκάφος αναψυχής, υπό Ιταλική σημαία, βρισκόταν αγκυροβολημένο περίπου τριάντα (30) μέτρα μακριά προς βορρά από το σκάφος …». Ο καιρός ήταν αίθριος  και οι άνεμοι που έπνεαν νότιοι νοτιοανατολικοί ασθενείς έως σχεδόν μέτριοι (έντασης 3-4 βαθμών της κλίμακας μποφόρ), ενώ η ορατότητα ήταν καλή. Περί ώρα 11:00 το Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο … το οποίο εκτελούσε προγραμματισμένο δρομολόγιο της άγονης γραμμής «Κέρκυρα-Διαπόντιοι νήσοι» προσέγγισε τον όρμο και εξέπεμψε τρεις (3) βραχείς συριγμούς, ως ένδειξη της πρόθεσής του να εκτελέσει χειρισμό αναπόδισης των μηχανών του. Στη συνέχεια το πλοίο αυτό εκτέλεσε χειρισμό περιστροφής του προς τη δεξιά πλευρά του, κινούμενο παράλληλα προς την προβλήτα, μετά την ολοκλήρωση της οποίας έλαβε θέση με την πλώρη του προς την ανοικτή θάλασσα, στα αριστερό μέρος του όρμου κατά την ίδια κατεύθυνση, σε ασφαλή απόσταση πίσω και αριστερά από το ιστιοπλοϊκό σκάφος των ασφαλισμένων της ενάγουσας, ποντίζοντας την άγκυρά του από την αριστερή πλευρά της πλώρης του. Ακολούθως, το πλοίο … κινήθηκε προς τα πίσω και δεξιά του, προκειμένου να προσεγγίσει με την πρύμνη του προς την προβλήτα, όπου ανέμεναν επιβάτες προς επιβίβαση από την πρύμνη του. Τη στιγμή λοιπόν που το πλοίο εκινείτο προς τα πίσω, ώστε να φτάσει στην προβλήτα, εντελώς ξαφνικά και χωρίς να εκπέμψει οποιοδήποτε οπτικό ή ηχητικό σήμα, αυτό άλλαξε κατεύθυνση, οι μηχανές του τέθηκαν σε θέση «πρόσω» και άρχισε να κινείται με κατεύθυνση προς το σκάφος  «… με μικρή ταχύτητα, με αποτέλεσμα η πλώρη του να προσκρούσει στο πρωραίο κατάστρωμα του σκάφους αυτού, μεταξύ του εμπρόσθιου ιστίου (τζένοας) που ήταν μαζεμένο και του ιστού (καταρτιού) αυτού και το σκάφος να εξωθηθεί στις πλευρές του πάνω στα βράχια, να προσαράξει και να αδυνατεί για το λόγο αυτό να εκτελέσει οποιοδήποτε ελιγμό. Στη συνέχεια, το πλοίο … προσπάθησε να κινηθεί προς τα πίσω αλλά τότε κατέστη αντιληπτό στους επιβαίνοντες σε αμφότερα τα πλοία ότι η αλυσίδα της άγκυράς του είχε επικαθήσει στην αλυσίδα της άγκυρας του σκάφους …» και είχε εμπλακεί με αυτή. Αμέσως, ο … πήγε στην πλώρη του σκάφους του με τα χειριστήρια της άγκυρας και απελευθέρωσε την αλυσίδα αυτής, προς αποτροπή της παράσυρσής της, μαζί με το βοηθητικό αλυσέλικτρο. Το  σκάφος …» ξέφυγε από τα βράχια και το πλήρωμα του πλοίου … προσπάθησε να φέρει ένα κάβο γύρω από την αλυσίδα της άγκυρας του σκάφους «… πλην όμως δεν τα κατάφερε, με αποτέλεσμα οι ιδιοκτήτες του τελευταίου σκάφους να αναγκαστούν να κόψουν την καδένα της άγκυρας, κατόπιν και των σχετικών υποδείξεων (με χειρονομίες) του πληρώματος του  πλοίου …. Το τελευταίο αυτό πλοίο κινήθηκε και πάλι προς το μέρος του ιστιοπλοϊκού σκάφους των ασφαλισμένων της ενάγουσας και το ώθησε για δεύτερη φορά σε ρηχά νερά. Στη συνέχεια, το πλοίο … κινήθηκε και πάλι προς τα πίσω και τότε προχώρησε μέσα στον κόλπο. Τη στιγμή εκείνοι οι ιδιοκτήτες του ιστιοπλοϊκού σκάφους έσπευσαν να φύγουν από τα ρηχά νερά του κόλπου και κατευθύνθηκαν προς ασφαλή ύδατα. Αφού το σκάφος …» είχε εξέλθει του όρμου Άμμου, το πλοίο … εξήλθε και αυτό του όρμου και απομακρύνθηκε από του Οθωνούς, με νότια κατεύθυνση προς το Μαθράκι, χωρίς να καλέσουν τους ασφαλισμένους της ενάγουσας στο δίαυλο 16 του VHF και δίχως ο δεύτερος εναγόμενος, πλοίαρχος του ως άνω πλοίου, να αναγγείλει τα γεγονός της σύγκρουσης των δύο (2) πλοίων στο Λιμενικό Σταθμό Οθωνών και στο Λιμεναρχείο Κ. και δίχως να πραγματοποιήσει σχετική εγγραφή στο Ημερολόγιο της Γέφυρας του πλοίου. Μετά από μια αρχική εκτίμηση των ζημιών του σκάφους «… περί ώρα 11:35 οι … και η … επικοινώνησαν με την ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία και την ενημέρωσαν για το επίδικο συμβάν, ενώ επιπλέον επικοινώνησαν και με τη Μαρίνα Γουβιών Κ.. Αφού έλαβαν οδηγίες από την ενάγουσα να καταπλεύσουν στην ανωτέρω μαρίνα προς ενδελεχή επιθεώρηση των ζημιών του σκάφους τους εν συνεχεία και δεδομένου ότι το σκάφος δεν είχε άγκυρα, το κατηύθυναν στη μαρίνα αυτή και την επόμενη ημέρα (04-07-2018) απευθύνθηκαν στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Κ., όπου ανέφεραν το ένδικο συμβάν, ενώ ο αξιωματικός υπηρεσίας τους υπέδειξε να υποβάλουν αναφορά συμβάντος, μεταφρασμένη στο Ελληνικά. Επιπλέον, κατά την ημέρα εκείνη, μετά την εξέταση της …  ως μάρτυρα, καθώς και των λιμενικών του Λιμενικού Σταθμού Οθωνών, … που βρίσκονταν σε υπηρεσία στον όρμο Άμμου Οθωνών, κατά το χρόνο του συμβάντος και των μελών του πληρώματος του πλοίου … … ως μαρτύρων και του δεύτερου εναγομένου, ως κατηγορουμένου για παράβαση των άρθρων 273 και 274 του ΠΚ (κοινώς επικίνδυνη βλάβη), 225 (παράβαση Κανονισμού προς αποφυγή συγκρούσεων) και 235 παρ. θ΄ (παράβαση υπηρεσιακών υποχρεώσεων πλοιάρχου) του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (Κ.Δ.Ν.Δ.), ο τελευταίος συνελήφθη περί ώρα 13:40, ενώ στη συνέχεια και περί ώρα 17:41 αφέθηκε ελεύθερος, κατόπιν προφορικής εντολής του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Κ.. Ακολούθως, την 11-07-2018 και κατ΄ εντολή του Λιμεναρχείου, η … προσκόμισε σε αυτό την υπό την ίδια ημερομηνία αναφορά του περιστατικού ως προς τις συνθήκες της προπεριγραφείσας σύγκρουσης, μεταφρασμένη από την ελληνική στην αγγλική γλώσσα και συντάχθηκε αυθημερόν έκθεση εγχειρίσεως του λιμεναρχείου αυτού. Με βάση τα όσα εκτέθηκαν αποκλειστική υπαιτιότητα για την σύγκρουση των παραπάνω πλοίων φέρει το πλοίο της πρώτης εναγομένης … με αποτέλεσμα η τελευταία, ως πλοιοκτήτριά του, να καθίσταται υπόχρεη να αποκαταστήσει τις ζημίες του ιστιοφόρου σκάφους «… απορριπτομένης της ενστάσεως των εναγομένων περί συνυπαιτιότητας του ασφαλισμένου σκάφους και των συνιδιοκτητών του στην πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης. Ειδικότερα, αποδείχτηκε ότι, ο δεύτερος εναγόμενος, πλοίαρχος του ανωτέρω πλοίου … από έλλειψη προσοχής, που όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει και κατά παράβαση των κανόνων της ναυτικής τέχνης και των Κανόνων 5, 7 και 8 της από 20 Οκτωβρίου 1972 Διεθνούς Συμβάσεως του Λονδίνου «περί διεθνών κανονισμών προς αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση», όπως αυτοί αναπτύσσονται στην ανωτέρω υπό στοιχείο Ι μείζονα σκέψη, δεν είχε πλήρη οπτική και ακουστική επαφή, καθώς και την πλήρη επιτήρηση του πλοίου, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθεί έγκαιρα τον κίνδυνο σύγκρουσης αυτού με άλλο πλοίο και ως εκ τούτου να μην εκτελέσει τον παραμικρό χειρισμό αποφυγής της σύγκρουσης, αλλά αντίθετα κινήθηκε προς το μέρος του σκάφους «… δίχως να μειώσει την ταχύτητά του κατά την προσέγγιση του πλοίου σε αυτό (το σκάφος) και δίχως να ακινητοποιήσει πλήρως το πλοίο, ως όφειλε, πριν από το εν λόγω σκάφος, με αποτέλεσμα να επέλθει η ένδικη σύγκρουση. Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι, την ημέρα του επίδικου συμβάντος, το πλοίο … έλαβε θέση,  κατόπιν ελιγμών,  με την πλώρη του προς την είσοδο του όρμου (ήτοι προς την ανοικτή θάλασσα) και άρχισε να ποντίζει την πρωραία άγκυρά του αριστερά του, όταν διαπιστώθηκε ότι η τελευταία είχε εμπλακεί με την καδένα (αλυσίδα) της άγκυρας του ιστιοπλοϊκού σκάφους των ασφαλισμένων της ενάγουσας «… το οποίο τραβούσε προς το μέρος του, οπότε σταμάτησε τη διαδικασία αγκυροβολίας προς απεμπλοκή των αγκύρων. Περαιτέρω, οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι το πλοίο άρχισε να ανεβάζει την άγκυρά του, προκειμένου να φέρει στην επιφάνεια της θάλασσας την αλυσίδα του ιστιοπλοϊκού σκάφους, στο οποίο δεν υπήρχε κανείς για να βοηθήσει, καθώς και ότι κατά το ανέβασμα της άγκυρας του πλοίου διαπιστώθηκε ότι η καδένα του ιστιοπλοϊκού σκάφους ήταν ένα ναυτικό σκοινί, το οποίο μόλις ξεκίνησε ο υπεύθυνος αγκυροβολίας να το ξεμπλέξει από την άγκυρα του πλοίου, εμφανίστηκε ο  … στο κατάστρωμα του σκάφους και το έκοψε, με αποτέλεσμα τον απεγκλωβισμό των πλοίων. Τέλος, ισχυρίζονται ότι μετά την απεμπλοκή των αγκύρων των πλοίων, το σκάφος των ασφαλισμένων της ενάγουσας αναχώρησε για την μαρίνα Γουβιών της Κ., χωρίς οι τελευταίοι να αναφέρουν οποιαδήποτε ζημία στο σκάφος τους στις Λιμενικές αρχές των Οθωνών, δίνοντας την εντύπωση ότι ουδεμία ζημία επισυνέβη στο σκάφος τους, ενώ δεν προσπάθησαν καν να περισυλλέξουν την άγκυρα του πλοίου τους, η οποία ελλείψει και σημαντήρα άγκυρας ήταν δυσχερές να ανευρεθεί. Οι ανωτέρω δε ισχυρισμοί των εναγομένων δεν αποδεικνύονται από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα. Αντίθετα, οι ισχυρισμοί της ενάγουσας αποδεικνύονται α) από την από 04-07-2018 έκθεση ένορκης εξέτασης της …, ως μάρτυρα ενώπιον του Κεντρικού Λιμεναρχείου Κ., 2) την από 11-07-02018 αναφορά του περιστατικού της ιδίας προς το παραπάνω λιμεναρχείο, 3) την από 11-07-2018 αναφορά του περιστατικού του … προς το ίδιο λιμεναρχείο, 4) την από … έκθεση επιθεώρησης του ναυπηγού μηχανικού …, στην οποία αναφέρονται οι ζημίες του σκάφους, όπως θα εκτεθεί στη συνέχεια. Περαιτέρω, οι ισχυρισμοί των εναγομένων ότι οι ασφαλισμένοι της ενάγουσας α) δεν είχαν τοποθετήσει σημαντήρα άγκυρας προς επισήμανση της θέσης της ποντισμένης άγκυράς τους στο βυθό, β) δεν είχαν τοποθετήσει σήμανση αγκυροβολίας και γ) δεν υπήρχε κανείς στο κατάστρωμα προς άσκηση της δέουσας οπτικής και ακουστικής επιτήρησης του πλοίου, τυγχάνουν οι μεν δεύτερος και τρίτος ως ουσιαστικά αβάσιμοι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, ο δε πρώτος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, δεδομένου ότι οι ανωτέρω δεν είχαν τέτοια υποχρέωση, λαμβανομένου επιπλέον υπόψη ότι η θέση πόντισης της άγκυρας φαίνεται σε κάθε περίπτωση από την κατεύθυνση της αλυσίδας της από το όκιο του καταστρώματος μέχρι τη θάλασσα. Περαιτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί του τρίτου εναγομένου, οι οποίοι περιέχονται στην από 04-07-2019 έκθεση ένορκης εξέτασής του ενώπιον του Σημ/ρου Λ.Σ. Π. Μ. δεν κρίνονται πειστικοί από το παρόν Δικαστήριο. Ειδικότερα, ο ανωτέρω ισχυρίζεται ότι την ημέρα του επιδίκου συμβάντος, εντός της λιμενολεκάνης και έμπροσθεν της προβλήτας πρόσδεσης βρίσκονταν αγκυροβολημένα πλέον του σκάφους των ασφαλισμένων της ενάγουσας …» και άλλα τρία (03) ιστιοφόρα σκάφη, τα οποία στους προειδοποιητικούς του συριγμούς για απομάκρυνσή τους, προκειμένου αυτός να προσεγγίσει τον μόλο, απομακρύνθηκαν. Επιπλέον, καταθέτει ότι το σκάφος …» παρά τους συνεχιζόμενους και προβλεπόμενους από τον Διεθνή Κανονισμό Αποφυγής Συγκρούσεων (Δ.Κ.Α.Σ.) συριγμούς του και παρά τις εντολές απομάκρυνσής του από τα εκτελούντα Υπηρεσία Λιμενικά Όργανα του Λ/Σ Οθωνών, παρέμεινε στη θέση του και ότι επειδή ο καιρός άρχισε να επιδεινώνεται (Νότιοι άνεμοι 04 μποφόρ) και μεταξύ των επιβατών υπήρχαν ηλικιωμένοι αποφάσισε να επιχειρήσει χειρισμό προσέγγισης, παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο σκάφος εξακολουθούσε να παρεμποδίζει. Τέλος, ισχυρίζεται ότι τη στιγμή της αγκυροβολίας του και μη γνωρίζοντας πού είχε αγκυροβολήσει το ανωτέρω σκάφος η άγκυρά του υπό διακυβέρνηση πλοίου του … μπλέχτηκε με την άγκυρα του ανωτέρω σκάφους, με αποτέλεσμα το τελευταίο να παρασυρθεί μέσω της αλυσίδας του και παρασυρόμενο να έρθει σε επαφή το άλμπουρό του με την πλώρη του πλοίου …. Οι ισχυρισμοί του όμως αυτοί αναιρούνται από τις μαρτυρικές καταθέσεις των λιμενικών του Λιμενικού Σταθμού Οθωνών, Π. Κ. και …, οι οποίοι εκτελούσαν διατεταγμένη υπηρεσία στον εν λόγω λιμένα κατά το χρόνο της ένδικης σύγκρουσης και οι οποίοι στις από 04-07-2018 ένορκες καταθέσεις τους αναφέρουν ότι κατά την προσέγγιση του Ε/Γ-Ο/Γ … δεν παρατήρησαν κάτι περίεργο όσον αφορά τον κατάπλου, πέραν της απομάκρυνσής του για αδιευκρίνιστο λόγο και την επαναπροσέγγισή του στο λιμένα, ήτοι δεν αναφέρουν περί συνεχών συριγμών του ζημιογόνου πλοίου, προκειμένου να απομακρυνθούν τέσσερα (4) συνολικά σκάφη, ενώ επιπλέον δεν αναφέρουν ότι το ιστιοφόρο σκάφος …» παρέμεινε στο χώρο αγκυροβολίας του, παρά τις συστάσεις και τις προσταγές των ιδίων προς τους ασφαλισμένους της ενάγουσας. Περαιτέρω, το ιστιοπλοϊκό σκάφος …» από την ανωτέρω περιγραφείσα σύγκρουση υπέστη τις κάτωθι ζημίες: 1) το πηδάλιο είχε εμφανή σημεία βλάβης στο οπίσθιο άκρο του, 2) στην αριστερή πλευρά του σκάφους, κάτωθεν της ισάλου γραμμής αυτού, υπήρχαν αποξέσεις, προκληθείσες από την επ’ αυτών επίπτωση της πλώρης του πλοίου  … 3) στην κουπαστή της αριστεράς πλευράς του σκάφους δύο (2) στύλοι και η βάση τους είχαν παραμορφωθεί από την επίπτωση του πλοίου … 4) Ο ιστός (το κατάρτι) έφερε βαθιά σκαψίματα και αποξέσεις λόγω της πρόσκρουσης της πλώρης του επιβατηγού-οχηματαγωγού, 5) Ο ατέρμων (φλόκος) έφερε βαθιές αποξέσεις και τρύπες προκληθείσες από την πλώρη του πλοίου … 6) Ο σάκος του κυρίου ιστίου (μαϊστρας) έφερε ζημίες από την άσκηση πίεσης από την πλώρη του επιβατηγού-οχηματαγωγού, 7) η άγκυρα και η αλυσίδα του σκάφους είχαν αποκοπεί κατά το συμβάν και 8) ο εργάτης της άγκυρας και η μηχανή του σκάφους έφεραν εμφανή σημεία καταπόνησης και υπερφόρτισης (βλ. την από … έκθεση επιθεώρησης του ναυπηγού μηχανικού …, ο οποίος, ενεργώντας για λογαριασμό της ενάγουσας  επιθεώρησε το σκάφος την 04-07-2018 στη Μαρίνα Γουβιών Κ. και ακολούθως την 18-07-2018 από κοινού με τον επιθεωρητή, Θ. Α., που ενεργούσε για λογαριασμό της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία … που είχε αναλάβει την ασφαλιστική κάλυψη του πλοίου … για την αστική ευθύνη του προς τρίτους). Οι επισκευές του σκάφους διενεργήθηκαν στην Κέρκυρα, στη μαρίνα Γουβιών, κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του έτους 2018 έως τον Ιούνιο του έτους 2019 και το συνολικό κόστος τους ανήλθε στο ποσό των 31.822,65 ευρώ, το οποίο καλύφθηκε από την ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία. Ειδικότερα, το ποσό των 31.822,65 ευρώ, το οποίο κατέβαλε η ενάγουσα, δυνάμει του προαναφερόμενου ασφαλιστηρίου συμβολαίου που είχε συνάψει με τους ασφαλισμένους της … και …, λόγω επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης στο σκάφος …» αναλύεται ως εξής: 1) καθέλκυση 259,16 ευρώ, 2) αντικατάσταση ράουλου τζένοας 3.500 ευρώ, 3) επισκευή σήματος (lazy jack) 124 ευρώ, 4) αμοιβή του ναυτικού επιθεωρητή, Κ. Κ., για την επιθεώρηση των ζημιών του ιστιοπλοϊκού σκάφους και τη σύνταξη έκθεσης επιθεώρησης 1.400 ευρώ, 5) αμοιβή του ιδίου επιθεωρητή για την έκδοση πιστοποιητικού αξιοπλοϊας του σκάφους 558 ευρώ, 6) επισκευές του σκάφους 21.739,38 ευρώ, 7) ανέλκυση του σκάφους και χρήση τακαρίας 376,96 ευρώ, 8) μίσθωση γερανού 127,72 ευρώ, 9) έξοδα ελλιμενισμού και παραμονής (03-07-2018 έως 03-02-2019) 3.737,43 ευρώ. Ειδικότερα, 1) για το ποσό των 259,16 ευρώ, που αφορά την καθέλκυση του σκάφους εκδόθηκε από την εταιρεία με την επωνυμία ….» η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών, ποσού 259,16 ευρώ (209 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 50,16 ευρώ)· η ενάγουσα κατέβαλε το ανωτέρω ποσό στους ασφαλισμένους της με τραπεζική μεταφορά την 03-02-2018 στο λογαριασμό που τηρούν στην Τράπεζα …» και οι τελευταίοι το απέδωσαν στην …», 2) για το ποσό των 3.500 ευρώ, που αφορά την αντικατάσταση του ράουλου της τζένοας, εκδόθηκε από την εταιρεία … η υπ’ αριθ. 000122/13-11-2018 απόδειξη λιανικής πώλησης, ποσού 3.500 ευρώ (2.822,58 ευρώ + Φ.Π.Α. 24% 677,42 ευρώ)· η ενάγουσα κατέβαλε το ανωτέρω ποσό στην ως άνω εταιρεία με τραπεζική μεταφορά την 05-09-2018 στον υποδειχθέντα από αυτήν λογαριασμό, που τηρεί στην Τράπεζα … 3) για το ποσό των 124 ευρώ, που αφορά στην επισκευή του σήματος (lazy jack) εκδόθηκε από την διενεργήσασα την επισκευή ατομική επιχείρηση με την επωνυμία … η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών, συνολικής αξίας 124 ευρώ (100 ευρώ +24% Φ.Π.Α. 24 ευρώ)· η ενάγουσα κατέβαλε το ανωτέρω ποσό στους ασφαλισμένους της με τραπεζική μεταφορά την 10-06-2019 στο λογαριασμό που τηρούν στην Τράπεζα …» και οι τελευταίοι το απέδωσαν στην ανωτέρω ατομική επιχείρηση, 4) για το ποσό των 1.400 ευρώ, που αφορά στην αμοιβή του ναυτικού επιθεωρητή Κ. Κ. για την επιθεώρηση των ζημιών του σκάφους και την εκ μέρους του σύνταξη έκθεσης επιθεώρησης εκδόθηκε από αυτόν και υπό τον διακριτικό τίτλο της ατομικής επιχείρησής του «… το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο, ποσού 1.400 ευρώ· η ενάγουσα κατέβαλε το ανωτέρω ποσό στον υποδειχθέντα από τον Κ. Κ. λογαριασμό, με τραπεζική μεταφορά διενεργηθείσα την 16-08-2019 στο λογαριασμό που της υπέδειξε στην … 5) για το ποσό των 558 ευρώ, που αφορά στην έκδοση του πιστοποιητικού αξιοπλοϊας του παραπάνω σκάφους, μετά από τη διενέργεια των επισκευών του, εκδόθηκε από τον Κ. Κ. το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο, ποσού 558 ευρώ (450 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 108 ευρώ)· η ενάγουσα κατέβαλε το ανωτέρω ποσό στον υποδειχθέντα από τον Κ. Κ. λογαριασμό της … με μεταφορά που έλαβε χώρα τη 10-06-2019, 6) το ποσό των 21.739,38 ευρώ, για τις επισκευές του εν λόγω σκάφους, αναλύεται, με βάση το σχετικό κατάλογο εργασιών του ναυπηγείου της Μαρίνας Γουβιών, ως εξής: αφαίρεση και επανεγκατάσταση του ιστού, ρύθμιση και έλεγχος, συνολικού ποσού 1.612 ευρώ (1.300 ευρώ + ΦΠΑ 24% 312 ευρώ), αφαίρεση εξαρτημάτων και τμημάτων του παλαιού ιστού και επανεγκατάστασή τους στο νέο ιστό, συνολικού ποσού  1.612 ευρώ (1.300 ευρώ + ΦΠΑ 24% 312 ευρώ), αντικατάσταση συρμάτων στην αριστερή πλευρά, συνολικού ποσού 496 ευρώ (400 ευρώ + ΦΠΑ 24% 96 ευρώ), αφαίρεση και επανατοποθέτηση ιστίων, συνολικού ποσού 372 ευρώ (300 ευρώ + ΦΠΑ 24% 72 ευρώ), αντικατάσταση ζημιωθέντων στυλίσκων και της βάσης τους, συνολικού ποσού 372 ευρώ (300 ευρώ + ΦΠΑ 24% 72 ευρώ), επισκευή του πηδαλίου, αποξέσεων και αντικατάσταση της ζημιωθείσας κουπαστής, συνολικού ποσού 1.116 ευρώ (900 ευρώ + ΦΠΑ 24% 216 ευρώ), αντικατάσταση φερμουάρ του σάκου της μαϊστρας, συνολικού ποσού 100 ευρώ (80,65 ευρώ + ΦΠΑ 24% 19,35 ευρώ), τελικός καθαρισμός μετά τις επισκευές, συνολικού ποσού 310 ευρώ (250 ευρώ + ΦΠΑ 24% 60 ευρώ), επιθεώρηση του εργάτη της άγκυρας, συνολικού ποσού 260,40 ευρώ (210 ευρώ + ΦΠΑ 24% 50,40 ευρώ), νέος ιστός (συμπεριλαμβανομένων μεταφοράς και συσκευασίας), συνολικού ποσού 11.904 ευρώ (9.600 ευρώ + ΦΠΑ 24% 2.304 ευρώ), σύρμα 10mm (25 μέτρα), συνολικού ποσού 248,98 ευρώ (200,79 ευρώ + ΦΠΑ 24% 48,19 ευρώ), σύρμα 7mm (13 μέτρα), συνολικού ποσού 71,99 ευρώ (58,06 ευρώ + ΦΠΑ 24% 13,93 ευρώ), σούστα 5/8 (2 τμχ), συνολικού ποσού 69,01 ευρώ (55,65 ευρώ + ΦΠΑ 24% 13,36 ευρώ), σούστα 1/2 (1 τμχ), συνολικού ποσού 22 ευρώ (17,74 ευρώ + ΦΠΑ 24% 4,26 ευρώ), μπάλα πρωραίου κορακιού (Stemball) 10mm (2 τμχ), συνολικού ποσού 63,76 ευρώ (51,42 ευρώ + ΦΠΑ 24% 12,34 ευρώ), μπάλα πρωραίου κορακίου (Stemball) 7mm (1 τμχ), συνολικού ποσού 20,22 ευρώ (16,31 ευρώ + ΦΠΑ 24% 3,91 ευρώ), κουπαστή (toe rail), συνολικού ποσού 293,64 ευρώ (236,81 ευρώ + ΦΠΑ 24% 56,83 ευρώ), αριστερή βάση (pulpit port), συνολικού ποσού 333,45 ευρώ (268,91 ευρώ + ΦΠΑ 24% 64,54 ευρώ), στυλίσκοι κουπαστής (2 χ 88,04 έκαστος), συνολικού ποσού 218,34 ευρώ (176,08 ευρώ + ΦΠΑ 24% 42,26 ευρώ), έξοδα αποστολής, συνολικού ποσού 208,39 ευρώ (168,06 ευρώ + ΦΠΑ 24% 40,33 ευρώ), νέα άγκυρα και εξαρτήματα, συνολικού ποσού 735 ευρώ (592,74 ευρώ + ΦΠΑ 24% 142,26 ευρώ), καδένας άγκυρας 100m 80mm, συνολικού ποσού 545 ευρώ (439,52 ευρώ + ΦΠΑ 24% 105,48 ευρώ), νέο χειριστήριο, συνολικού ποσού 153,76 ευρώ (124 ευρώ + ΦΠΑ 24% 29,76 ευρώ), κρίκος 10 mm, συνολικού ποσού 50 ευρώ (40,32 ευρώ + ΦΠΑ 24% 9,68 ευρώ), επισκευή πρότονου, συνολικού ποσού 200 ευρώ (161,29 ευρώ + ΦΠΑ 24% 38,71 ευρώ), Furlex 2400 304 s, συνολικού ποσού 137,10 ευρώ (110,56 ευρώ + ΦΠΑ 24% 26,54 ευρώ), σύρμα 10 mm (16,5 μέτρα), συνολικού ποσού 164,34ευρώ (132,53 ευρώ + ΦΠΑ 24% 31,81 ευρώ) και αμοιβή μεταφορικής εταιρείας, συνολικού ποσού 50 ευρώ (40,32 ευρώ + ΦΠΑ 24% 9,68 ευρώ). Για τις προπεριγραφείσες επισκευές, συνολικής αξίας 21.739,38 ευρώ, εκδόθηκαν από την ατομική επιχείρηση … που τις εκτέλεσε τα παρακάτω τιμολόγια παροχής υπηρεσιών α) το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, συνολικού ποσού 16.088,23 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. 24% και β) το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, συνολικού ποσού 5.651,15 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. 24%. Η ενάγουσα εξόφλησε τα ανωτέρω ποσά ως ακολούθως: 1) στην ατομική επιχείρηση …, κατέβαλε το ποσό των 16.088,23 ευρώ, με τραπεζική μεταφορά την 15-08-2018 στο λογαριασμό, που τηρεί στην … 2) στην ανωτέρω ατομική επιχείρηση …, κατέβαλε το ποσό των 4.062,15 ευρώ, με τραπεζική μεταφορά την 10-06-2019 στο λογαριασμό, που τηρεί στην ….» και 3) στους ασφαλισμένους της κατέβαλε το ποσό των 1.846,88 ευρώ, με τραπεζική μεταφορά την 31-05-2019 στο λογαριασμό, που τηρούν στην Τράπεζα …» και από το παραπάνω ποσό οι τελευταίοι απέδωσαν το ποσό των 1.589 ευρώ στην ατομική επιχείρηση … Όσον αφορά το απομένον ποσό των 257,88 ευρώ (1846,88-1.589) με αυτό εξοφλήθηκαν έξοδα ελλιμενισμού, όπως θα αναφερθεί κατωτέρω. Με τις προαναφερθείσες μεταφορές εξοφλήθηκαν πλήρως τα προαναφερθέντα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών της ανωτέρω ατομικής επιχείρησης (16.088,23 + 4.062,15 + 1.589 = 21.739,38), 7) για το ποσό των 376,96 ευρώ, που αφορά στην ανέλκυση του σκάφους και στη χρήση τακαρίας, εκδόθηκε από τη Μαρίνα Γουβιών η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών, ποσού 376,96 ευρώ (304 + 24% Φ.Π.Α. 72,96 ευρώ), 8) για το ποσό των 127,72 ευρώ, που αφορά στη μίσθωση γερανού, εκδόθηκε από τη μαρίνα Γουβιών η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών, ποσού 127,72 ευρώ (103 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 24,72 ευρώ), 9) για το ποσό των 3.737,43 ευρώ, που αφορά σε έξοδα ελλιμενισμού και παραμονής από την 03-07-2018 έως την 03-02-2019 εκδόθηκαν από τη μαρίνα Γουβιών οι παρακάτω αποδείξεις παροχής υπηρεσιών 1) η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-07-2018 έως 03-08-2018 , ποσού 678,28 ευρώ (547 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 131,28 ευρώ), 2) η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-08-2018 έως 03-09-2018, ποσού 678,28 ευρώ (547 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 131,28 ευρώ), 3) η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-09-2018 έως 03-10-2018, ποσού ευρώ 660,67 ευρώ (532,80 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 127,87 ευρώ), 4)  η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-10-2018 έως 03-11-2018, ποσού ευρώ 414,16 ευρώ (334 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 80,16 ευρώ), 5) η υπ’ αριθ. … για χρήση αποθηκευτικού χώρου από … έως 27-08-2018 , ποσού 19,84 ευρώ (16 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 3,84 ευρώ), 6) η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-11-2018 έως 03-12-2018, ποσού 414,16 ευρώ (334 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 80,16 ευρώ), 7) η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-12-2018 έως 03-01-2019, ποσού 414,16 ευρώ (334 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 80,16 ευρώ) και 8)  η υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ελλιμενισμό από 03-01-2019 έως 03-02-2019, ποσού 437,72 ευρώ (353 ευρώ + 24% Φ.Π.Α. 84,72 ευρώ). Η ενάγουσα την 05-10-2018 κατέβαλε στη Μαρίνα Γουβιών το ποσό των 2.955,91 ευρώ, με μεταφορά σε λογαριασμό που αυτή τηρούσε στην «… Με το ποσό αυτό εξόφλησε α) το προαναφερθέν ποσό των 376,96 ευρώ, που αφορά στην ανέλκυση του σκάφους και χρήση τακαρίας (Α.Π.Υ. …), β) το ποσό των 127,72 ευρώ, που αφορά στη μίσθωση γερανού (Α.Π.Υ. …) και γ) τα ποσά των 678,28 ευρώ (Α.Π.Υ. …), 678,28 ευρώ (Α.Π.Υ. …), 660,67 (Α.Π.Υ. …), 414,16 ευρώ (Α.Π.Υ. …) και 19,84 ευρώ (Α.Π.Υ. …). Όσον αφορά τις λοιπές αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, που προαναφέρθηκαν για έξοδα ελλιμενισμού [Α.Π.Υ. …, ποσού 414,16 ευρώ (334 + 24% Φ.Π.Α. 80,16), Α.Π.Υ. …, ποσού 414,16 ευρώ (334 + 24% Φ.Π.Α. 80,16) και Α.Π.Υ. …, ποσού ευρώ 437,72 (353 + 24% Φ.Π.Α. 84,72)], η ενάγουσα κατέβαλε τα σχετικά ποσά στους ασφαλισμένους της, οι οποίοι στη συνέχεια τα απέδωσαν στη Μαρίνα Γουβιών, όπως αποδεικνύεται από τα παρακάτω παραστατικά: 1) ποσό 104,76 ευρώ, με μεταφορά την 06-12-2018 στο λογαριασμό που τηρούν στην Τράπεζα …», 2) ποσό 708,52 ευρώ, με μεταφορά τη 15-03-2019 στο λογαριασμό που τηρούν στην παραπάνω Τράπεζα, 3) ποσό 302,86 ευρώ, με μεταφορά την 22-07-2019 στο λογαριασμό που τηρούν στην ίδια Τράπεζα, 4) από το ποσό των 1.846,88 ευρώ, με μεταφορά την 31-05-2019 στο λογαριασμό που τηρούν στην ανωτέρω Τράπεζα, οι ασφαλισμένοι αφού κατέβαλαν το ποσό των 1.589 ευρώ στην ατομική επιχείρηση … για τα έξοδα επισκευής του σκάφους, εν συνεχεία απέδωσαν το απομένον ποσό των 257,88 ευρώ (1.846,88-1589) προς εξόφληση των εξόδων ελλιμενισμού στη Μαρίνα Γουβιών. Όλες οι ανωτέρω δαπάνες συνιστούν θετικές ζημίες των ασφαλισμένων της ενάγουσας, που συνδέονται αιτιωδώς με την ένδικη σύγκρουση, ως περαιτέρω συνέπειες αυτής, καθώς ήταν αναγκαίες για την διαπίστωση των ζημιών του σκάφους και την αποκατάσταση τους, απορριπτομένων των περί των αντιθέτων ισχυρισμών των εναγομένων σχετικά με το κονδύλιο των 1.400 ευρώ, που αντιστοιχεί στην αμοιβή του ναυτικού επιθεωρητή Κ. Κ. για την εκ μέρους του επιθεώρηση των ζημιών του σκάφους και τη σύνταξη έκθεσης επιθεώρησης, καθώς και το κονδύλιο των 3.737,43 ευρώ, που αντιστοιχεί στα έξοδα ελλιμενισμού του σκάφους, η δε σχετική από την τρίτη εναγόμενη ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους αναφορικά με το τελευταίο κονδύλιο προβάλλεται αορίστως και είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, αφού η επίκληση του συνυπολογιστέου κέρδους αποτελεί ανατρεπτική της αγωγής ένσταση του εναγομένου, η οποία οδηγεί στην απόρριψη της αγωγής σε σχέση με το μέρος του αξιούμενου ποσού αποζημίωσης, το οποίο καλύπτεται από το κέρδος, που αποκομίζει ο ενάγων από το επιζήμιο γεγονός (ΟλΑΠ 54 και 55/1990, ΑΠ 1857/2005, Περάκης σε Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, 298 αριθ. 14), ο σχετικός δε ισχυρισμός πρέπει να είναι πλήρης και ορισμένος, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 262 παρ. 1 ΚΠολΔ και ειδικότερα ο ενιστάμενος οφείλει, εκτός από άλλα, να αναφέρει και την αξία που έχει το αντικείμενο, που αποτελεί το κέρδος του ενάγοντος, γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, είναι αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτίμησης (ΕφΠειρ 112/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 527/1997 ΕλλΔνη 1999.354). Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι την 14-07-2019 συντάχθηκε στο Π. της Α.ς η με την ίδια ημερομηνία εξοφλητική απόδειξη, με την οποία οι ασφαλισμένοι της ενάγουσας δήλωσαν την εκ μέρους της τελευταίας καταβολή σε αυτούς του ασφαλίσματος για την επέλευση της προαναφερόμενης ασφαλιστικής περίπτωσης. Στην ανωτέρω εξοφλητική απόδειξη, ωστόσο, αναγράφηκε ότι το ποσό που καταβλήθηκε σε αυτούς ανήλθε σε 30.738,46 ευρώ αντί του ορθού 31.822,65 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι με το ανωτέρω από 14-07-2019 ιδιωτικό έγγραφο, που φέρει τον τίτλο «έντυπο απαλλαγής» οι ασφαλισμένοι της ενάγουσας εκχώρησαν στην τελευταία κάθε απαίτηση αποζημίωσης που έχουν κατά παντός υπαιτίου για την ανωτέρω ζημία μέχρι του προαναφερόμενου ποσού. Η εκχώρηση αυτή αναγγέλθηκε στους εναγόμενους με την άσκηση της υπό κρίση αγωγής. Επομένως, συνεπεία της καταβολής της ασφαλιστικής αποζημίωσης και της εκχώρησης που επακολούθησε, η ενάγουσα υποκαταστάθηκε, κατά την παράγραφο 79 του νόμου περί θαλάσσιας ασφαλίσεως του 1906 (Marine Insurance Act), στα δικαιώματα των ασφαλισμένων της κατά παντός υπαιτίου κατά το καταβληθέν ποσό των 30.738,46 ευρώ, αναφορικά με τη θετική ζημία, που οι τελευταίοι υπέστησαν για να αποκαταστήσουν τις ζημίες του σκάφους τους. Επιπρόσθετα, αποδείχθηκε ότι η τρίτη εναγομένη στις 27-08-2018 συνήψε με την πρώτη εναγομένη ιδιωτικό συμφωνητικό πώλησης του ζημιογόνου σκάφους, έναντι του ποσού των 530.000 ευρώ, το οποίο ποσό εξοφλήθηκε από την τρίτη εναγομένη. Η μεταβίβαση του πλοίου εκτελέστηκε στις 10-09-2018 με την παράδοση του πλοίου και την καταχώρηση της μεταβίβασης στα νηολόγια Κ.. Η πρώτη εναγομένη μεταβίβασε το ως άνω σκάφος ως σύνολο περιουσίας στην τρίτη εναγομένη, η οποία γνώριζε, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, ότι αυτό ήταν το μοναδικό της περιουσιακό στοιχείο, η δε γνώση της προκύπτει από τη ίδια τη σύμβαση, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην υπό στοιχείο ΙΙ μείζονα σκέψη της παρούσας. Συνεπώς, σύμφωνα και με τη διάταξη του άρθρου 479 ΑΚ η τρίτη εναγομένη- αγοράστρια του ζημιογόνου πλοίου ευθύνεται σε ολόκληρο με την πρώτη, μέχρι την αξία του σκάφους κατά το χρόνο της μεταβίβασης. Μετά την εκ μέρους της αγορά του εν λόγω πλοίου, η τρίτη εναγομένη το μετονόμασε σε …» και το ενέγραψε στο νηολόγιο …….. με αριθμό 12577, ενώ μετά από νεώτερη καταμέτρησή του το σκάφος έχει κ.ο.χ. 214,55 και κ.κ.χ. 88,15, ενώ φέρει πλέον δύο (2) μηχανές μάρκας Baudouin 12M26.2, συνολικής ιπποδύναμης 1.088 ΚW (544 KW έκαστη). Κατόπιν των ανωτέρω, και μετά από την παραίτηση της ενάγουσας από το ποσό των 1.084,19 (31.822,65 ευρώ – 30.738,46 ευρώ), το οποίο καταλογίζει στο ποσό των 3.737,43 ευρώ, που αντιστοιχεί στο αγωγικό κονδύλιο εξόδων ελλιμενισμού το οποίο περιορίζεται πλέον στο ποσό των 2.653,24 ευρώ (3.737,43 ευρώ -1.084,19 ευρώ)], πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως εν μέρει ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 30.738,46 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, οι εναγόμενοι πρέπει να καταδικαστούν στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας της (άρθρα 178,  191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 και 68 του Ν. 4194/2013), κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενο στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ Α) την από 20-12-2019 (με γενικό αριθμό κατάθεσης 11759/20-12-2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5908/20-12-2019) αγωγή και (Β) την από 15-01-2020 (με γενικό αριθμό κατάθεσης 1427/14-02-2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 767/14-02-2020) ανακοίνωση δίκης προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, ερήμην της ανακοινώνουσας τη δίκη-προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Α) ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 20-12-2019 (με γενικό αριθμό κατάθεσης 11759/20-12-2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5908/20-12-2019) αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση των εναγομένων να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των τριάντα χιλιάδων επτακοσίων τριάντα οκτώ ευρώ και σαράντα έξι λεπτών (30.738,46€), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων εκατό (1.100) ευρώ.

Β) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 15-01-2020 (με γενικό αριθμό κατάθεσης 1427/14-02-2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 767/14-02-2020) ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή.

ΟΡΙΖΕΙ το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της ανακοινώνουσας τη δίκη-προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας, στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την   ανακοινώνουσα τη δίκη – προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η ανακοίνωση της δίκης – προσεπικαλούμενης – παρεμπιπτόντως εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις

 

H ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ