ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
611/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Φωτεινή Αναστασάκου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα, Αθανασία Πουλοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 22.9.2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ- ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Της εταιρίας με την επωνυμία «… που εκπροσωπείται νόμιμα και εδρεύει στον … με ΑΦΜ … η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Ανδρέα – Κωνσταντίνο Τζήμα (ΑΜ ΔΣΠ 2230), κάτοικο Πειραιά, Ακτή Μιαούλη 41.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ- ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …, κατοίκου … με ΑΦΜ …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Στέφανο Λύρα (ΑΜ ΔΣΠ 2852), κάτοικο Πειραιά, Ακτή Μιαούλη 17-19, με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Ο εφεσίβλητος- εκκαλών άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά την από 14.12.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 12587/137/2017 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η 76/2019 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού και τα δύο διάδικα μέρη με τις από 6.2.2020 και 14.1.2020 και με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο Πειραιά 1381/31/2020 και 1535/37/2020 εφέσεις τους, αντίστοιχα, των οποίων δικάσιμος ορίστηκε η 5.5.2020 οπότε ματαιώθηκε η συζήτηση, λόγω της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας. Ήδη με την 4326/2020 Πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, διατάχθηκε η οίκοθεν εισαγωγή της υπόθεσης προς νέα συζήτηση κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Νόμιμα φέρονται προς συζήτηση με την 4326/2020 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου οι αντίθετες εφέσεις των διαδίκων, μετά από ματαίωσή τους κατά την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο, λόγω της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας, κατ’ άρθρο 74 του Ν. 4690/2020 («Κύρωση Π.Ν.Π. σχ. με κορωνοϊό/ Επαναλειτουργία δικαστηρίων»).
Οι αντίθετες εφέσεις των διαδίκων κατά της 76/2019 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που δίκασε την ένδικη διαφορά αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών- περιουσιακών διαφορών, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και πρέπει να συνεκδικαστούν (ΚΠολΔ 246), να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους.
Ο ενάγων με αγωγή που άσκησε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ζήτησε να του επιδικασθούν, με βάση τους όρους της οικείας ΣΣΝΕ για τους Β΄ Μηχανοδηγούς, διαφορές υπερωριακής αμοιβής, επιδομάτων εορτών και πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές, συνολικού ποσού 14.117,87 €. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε κατά ένα μέρος την αγωγή, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν, επιδικάζοντας στον ενάγοντα νομιμότοκα το ποσό των 7.112,1 €. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται, ήδη, οι διάδικοι και ζητούν, με τις συνεκδικαζόμενες αντίθετες εφέσεις τους, αντίστοιχα, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, έτσι ώστε, κατά μεν τον ενάγοντα να γίνει δεκτή η αγωγή του καθ’ ολοκληρίαν, κατά δε την εναγομένη, να απορριφθεί αυτή καθ’ ολοκληρίαν.
ΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 6, 11, 13 και 18 της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών-Επιβατηγών πλοίων για το έτος 2014, που έχει κυρωθεί αντίστοιχα με την 3525.1.5/01/2014 (ΦΕΚ Β΄ 1664/24.6.2014) απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, με την οποία ορίζονται οι μηνιαίες αποδοχές των ναυτικών, οι οποίοι υπηρετούν ως μέλη του πληρώματος των Ακτοπλοϊκών-Επιβατηγών πλοίων και διέπονται από τις διατάξεις της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ, προκύπτει ότι οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα για όλους τους ναυτικούς που αφορά ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού. Όπως διευκρινίζεται δε με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους τούτου υπηρεσίας. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή (αμειβόμενη ως υπερωριακή εργασία των καθημερινών) είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΕφΠειρ 50/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ήτοι την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανείων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, τη Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, τη 15η Αυγούστου, τη 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου, όπως προκύπτει από τα σχετικά άρθρα της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε.. Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο, όπως αυτό εξευρίσκεται κατ’ άρθρο 13 παρ. 1 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., προσαυξημένο κατά 50% (άρθρο 13 παρ. 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο, όπως αυτό εξευρίσκεται κατ’ άρθρο 13 παρ. 1 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε., προσαυξημένο κατά 25%, σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 2 [ΕφΔωδ (Μον) 122/2018, ΕφΠειρ (Μον) 55/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].
ΙΙΙ. Από τη διάταξη δε του άρθρου 14 της ιδίας Σ.Σ.Ν.Ε., σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 1, 2, 3 και 7 της 70109/8008/82 Αποφάσεως του Υ.Ε.Ν. «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (Φ.Ε.Κ. Β’ 1/7.1.1982), προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών, αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου, αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 ημίσεως μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως, ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των επιδομάτων αυτών λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού. Ως τέτοιες προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς [ΕφΠειρ(Μον) 18/2016, ΕφΠειρ 71/2014, ΕφΠειρ 506/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], γ) το επίδομα αδείας και οι λοιπές τακτικές παροχές. Επιπλέον, σ’ αυτές συμπεριλαμβάνονται, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως [ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ(Μον) 18/2016, ΕφΠειρ 71/2014, Εφ Πειρ 521/2009, ΕφΠειρ 700/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές (ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 46/2011, ΕφΠειρ 283/2009, ΕφΠειρ 770/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ), όχι όμως το επίδομα ιματισμού [ΑΠ 774/2003, ΑΠ 226/2003, ΕφΠειρ (Μον) 55/2017, ΕφΠειρ 434/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].
- IV. Ειδικότερα, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1-3 και 20 της παραπάνω ΣΣΝΕ επίδομα ιματισμού, δικαιούνται οι ναυτικοί, οι οποίοι αποτελούν το κατώτερο πλήρωμα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, προς αντιμετώπιση των δαπανών της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν. Το επίδομα, όμως, αυτό δεν οφείλεται, εάν η στολή παρέχεται από τον πλοιοκτήτη και δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως, σαφώς, προκύπτει από τις προαναφερθείσες διατάξεις, η κυρία και βασική αιτία χορηγήσεως του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου και συνεπώς, συμφώνως προς τα ανωτέρω, δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν προς υπολογισμό των επιδομάτων εορτών (ΑΠ 774/2003, ΑΠ 226/2003, ΕφΠειρ 55/2017 ό.π.).
- V. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 33 της ως άνω ΣΣΝΕ συνάγεται ότι δρομολόγια εξπρές θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού κατά περίπτωση πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Τα δρομολόγια αυτά, σε αντίθεση με εκείνα που προβλέπονται από τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 33 της ως άνω ΣΣΝΕ που είναι ειδική σε σχέση με την ως άνω διάταξη της παραγράφου 3 που είναι γενική, αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία που δεν έχουν τακτικές καθημερινές τουλάχιστον έξι αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας, γι’ αυτό και προβλέπεται πρόσθετη αμοιβή για όλα τα εξπρές δρομολόγια. Τακτικά θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι της αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα ώρα (έστω και αν η ώρα κάθε ημέρα δεν είναι η ίδια, αρκεί να είναι προκαθορισμένη), σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, χωρίς να ασκεί επιρροή, για τον χαρακτηρισμό του δρομολογίου ως τακτικού, η ύπαρξη τυχόν καθυστερήσεων κατά την εκτέλεσή του (ΕφΠειρ 587/2011, 34/2008, 111/2007, 1/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες της πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό 8, το δε πηλίκο αποτελεί τον αριθμό δρομολογίων για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή στον Πλοίαρχο και το πλήρωμα υπολογιζόμενη, εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδίου (δηλαδή η μετάβαση στο λιμένα προορισμού και επιστροφής στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών με το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ενδιαφερομένου, το 1/2 του ποσού αυτού αν η διάρκεια αυτή είναι από 6 έως 12 ώρες και το 1/4 αυτού αν η εν λόγω διάρκεια είναι μικρότερη από 6 ώρες (παρ. 4). Αντίθετα, κατά τη διάταξη της παραγράφου 5 του εν λόγω άρθρου της ως άνω ΣΣΝΕ, που, ως προελέχθη, είναι ειδικότερη της διάταξης της παραγράφου 3, με αποτέλεσμα να κατισχύει της παραγράφου αυτής, στις περιπτώσεις επιβατηγών ακτοπλοϊκών που έχουν τακτικές σε καθημερινή βάση αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, δηλαδή αναχωρήσεις τουλάχιστον τις έξι ημέρες της εβδομάδας, προβλέπεται ειδικός τρόπος υπολογισμού της πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση των δρομολογίων αυτών, ο οποίος συνίσταται στο ότι ο αριθμός των δρομολογίων για τα οποία καταβάλλεται αυτή ισούται με τον αριθμό των πέρα των πέντε πραγματοποιούμενων δρομολογίων εβδομαδιαίως. Δηλαδή, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που εκτελούν καθημερινώς περισσότερα από πέντε (τουλάχιστον έξι) κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας έξι ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην παράγραφο 7, η οποία δεν υπολογίζεται κατά την παράγραφο 4, αλλά όπως ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 33 της ΣΣΝΕ. Η αμοιβή αυτή, κατά την παράγραφο 7 του ως άνω άρθρου της εν λόγω ΣΣΝΕ, του πλοιάρχου και του πληρώματος του ακτοπλοϊκού πλοίου, υπολογίζεται ως εξής: α) εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδίου (δηλαδή η μετάβαση στο λιμένα ή τους λιμένες προορισμού και επιστροφή στο λιμάνι αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών για κάθε δρομολόγιο πέραν των πέντε εβδομαδιαίως. Δηλαδή, εάν εκτελεσθούν 6 τακτικά δρομολόγια την εβδομάδα, η πρόσθετη αμοιβή ανέρχεται στο 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών, ενώ αν εκτελεσθούν 7 τακτικά δρομολόγια, η αμοιβή ανέρχεται στα 2/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών, β) αν είναι μικρότερη των 12 ωρών η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού, η αμοιβή είναι ίση με το ήμισυ της προβλεπόμενης αμέσως προηγούμενης αμοιβής, δηλαδή ανέρχεται στα 4/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (βλ. ΕφΠειρ 111/2007, ΕφΠειρ 1/2003 ό.π.). Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας «πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο». Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 «Περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως» (ΦΕΚ Α 359/3.12.1974), στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως «το κατά ημέραν και ώραν ιδιαίτερον ταξίδιον προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής», ο δε λιμένας αφετηρίας ως «ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του» (ΜονΕφΠειρ 620/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για δε το ορισμένο της αγωγής με την οποία διώκεται η καταβολή της πρόσθετης αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, απαιτείται η μνεία των κυκλικών πλόων που εκτελούσε το πλοίο σε εβδομαδιαία βάση και των τακτικών καθημερινών αναχωρήσεών του ή της λειτουργίας του ως ημερόπλοιου (ΜονΕφΠειρ 17/2013 ΠειρΝομ 2013.167), ενώ ακόμη και όταν η αγωγική αυτή αξίωση στηρίζεται στον εσφαλμένο υπολογισμό του συνόλου των κατά μήνα καταβλητέων αποδοχών του ενάγοντος και όχι στον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία έπρεπε να καταβληθεί η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή, πρέπει, πάντως, ο αριθμός αυτός να προσδιορίζεται κατά εβδομάδα, μήνα και συνολικά ανά έτος (ΜονΕφΠειρ 376/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, από την επανεκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που προσκομίζονται από τους διαδίκους και ειδικότερα της … ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών, Γεωργίου Βασιλείου, που λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης, όπως προκύπτει από την … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, …, των … αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκαν με επιμέλεια της εναγομένης, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος, όπως προκύπτει από την … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, … και από τα έγγραφα, τα οποία και πάλι οι διάδικοι προσκομίζουν νομίμως με επίκληση, λαμβανόμενα υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και τις ομολογίες των διαδίκων που συνάγονται από τις προτάσεις τους (άρθρο 261 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 σε συνδ. με το άρθρο 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), απορριπτομένου ως μη νόμιμου του έκτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο διατυπώνεται το παράπονο ότι κατά τον υπολογισμό των υπερωριών του ενάγοντος δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη «τα διδάγματα της κοινής πείρας» από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε στον Πειραιά στις 11.01.2016 μεταξύ του ενάγοντος και της εναγομένης, ο ενάγων ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο λιμάνι της Ραφήνας για να εργασθεί ως Β΄ Μηχανοδηγός στο Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «… νηολογίου με αριθμό … και κοχ. 49686, πλοιοκτησίας της εναγομένης. Ο ενάγων υπηρέτησε επί του προαναφερόμενου πλοίου έως τις 13.10.2016, που η σύμβασή του λύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης, με διακοπή από 27.05.2016 έως 29.05.2016, διάστημα κατά το οποίο απολύθηκε από το ανωτέρω πλοίο λόγω αδείας και υπηρέτησε επί δύο ημέρες, ήτοι από 27.05.2016 έως 28.5.2016, στο πλοίο «… επαναυτολογούμενος στο «… στις 30.05.2016. Στις συμβάσεις αυτές συνομολογήθηκε ο ενάγων να λαμβάνει τον προβλεπόμενο μισθό από την ισχύουσα ΣΣΝΕ (Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας) για τα πληρώματα ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων και δη που αντιστοιχεί στην ειδικότητά του, όπως προκύπτει άλλωστε από τη σχετική αναφορά στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος. Κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, τις πάσης φύσεως αποδοχές του ρύθμιζε η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών-Επιβατηγών πλοίων για το έτος 2014, την εφαρμογή της οποίας δεν αμφισβήτησε η εναγομένη. Κατά τη διάρκεια της ως άνω ναυτολόγησης του ενάγοντος, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε καθημερινά ακτοπλοϊκά, κυκλικά, δρομολόγια από το λιμάνι της Ραφήνας, που ήταν και το λιμάνι αφετηρίας προς τα νησιά Άνδρο, Τήνο, Μύκονο, με επιστροφή στο λιμάνι αφετηρίας (Ραφήνα) μέσω των ίδιων νησιών, αντιστρόφως. Ειδικότερα, από 11.1.2016 έως 6.7.2016 αναχωρούσε καθημερινά από το λιμάνι της Ραφήνας στις 7:50, με προορισμό τα ως άνω νησιά και επέστρεφε στη Ραφήνα στις 18:30. Κατά το ως άνω χρονικό διάστημα (11.1.2016- 6.7.2016) και ειδικότερα τις ημερομηνίες 11.03.2016 (Παρασκευή), 24.03.2016 (Πέμπτη), 27.03.2016 (Κυριακή), 15.04.2016 (Παρασκευή), 17.04.2016 (Κυριακή), 22.04.2016 (Παρασκευή), 24.04.2016 (Κυριακή), από 26.04.2016 (Μ. Τρίτη) έως 28.04.2016, από 02.05.2016 (Δευτέρα του Πάσχα) έως 04.05.2016, 13.05.2016 (Παρασκευή), 15.05.2016 (Κυριακή), 20.05.2016 (Παρασκευή), 22.05.2016 (Κυριακή), 03.06.2016 (Παρασκευή), 05.06.2016 (Κυριακή), 10.06.2016 (Παρασκευή), 12.06.2016 (Κυριακή), 17.06.2016 (Παρασκευή), 20.06.2016 (Δευτέρα), 24.06.2016 (Παρασκευή), 26.06.2016 (Κυριακή), 27.06.2016 (Δευτέρα), 01.07.2016 (Παρασκευή), 03.07.2016 (Κυριακή) και 04.07.2016 (Δευτέρα) εκτελούσε το ανωτέρω δρομολόγιο, πλην όμως μετά την άφιξη του πλοίου στη Ραφήνα στις 18.30 αναχωρούσε εκ νέου στις 19:15 με προορισμό την Άνδρο, όπου κατέπλεε στις 21:15. Στη συνέχεια, απέπλεε και πάλι για τη Ραφήνα, όπου έφθανε περίπου στις 23:30. Δηλαδή, κατά τις προαναφερόμενες ημερομηνίες εκτελούσε δύο τακτικά δρομολόγια από τη Ραφήνα ημερησίως. Περαιτέρω, κατά το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, από 07.07.2016 έως 10.09.2016, το πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο από το λιμάνι της Ραφήνας προς Άνδρο, Τήνο, Μύκονο και Πάρο με επιστροφή στη Ραφήνα μέσω των ανωτέρω νησιών, αναχωρώντας καθημερινά από το λιμάνι της Ραφήνας στις 16:50, φτάνοντας στην Πάρο στις 00:15, απ’ όπου αναχωρούσε στις 07:15, φτάνοντας πάλι Ραφήνα στις 14:30. Στις 11.09.2016 το πλοίο εκτέλεσε το δρομολόγιο από το λιμάνι της Ραφήνας με ώρα αναχώρησης στις 22.00 προς τα νησιά Άνδρο, Τήνο, Μύκονο, όπου έφθασε στις 02:00. Ακολούθως, το διάστημα από 13.09.2016 έως 13.10.2016 το πλοίο εκτελούσε το δρομολόγιο από το λιμάνι της Ραφήνας προς Άνδρο, Τήνο, Μύκονο με επιστροφή στη Ραφήνα μέσω των ανωτέρω νησιών, αναχωρώντας καθημερινά από το λιμάνι της Ραφήνας στις 16:50, φτάνοντας στην Μύκονο στις 21:20, απ’ όπου αναχωρούσε στις 6:55, επιστρέφοντας πάλι Ραφήνα στις 11:30. Σημειώνεται ότι δεν εκτελέσθηκαν δρομολόγια του ανωτέρω πλοίου από 27.01.2016 έως και 30.01.2016 και 04.02.2016- 05.02.2016, λόγω απεργίας της ΠΝΟ, στις 06.02.2016 και 23.03.2016, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, την 01.05.2016, λόγω Πρωτομαγιάς, από 07.05.2016 έως και 09.05.2016 λόγω απεργίας της ΠΝΟ και κατά τις ημερομηνίες 12.09.2016, 21.09.2016, 22.09.2016 και 23.09.2016, ως συνομολογείται. Ως εκ της ειδικότητας του ως Β’ μηχανοδηγού, ο ενάγων εργαζόταν στο μηχανοστάσιο, κατ’ αρχήν, δύο τετράωρες βάρδιες την ημέρα, υπό τις εντολές του πλοιάρχου και των άλλων προϊσταμένων του αξιωματικών, καθημερινά και Σάββατα, Κυριακές και αργίες και ανεξάρτητα αν το πλοίο ήταν εν πλω ή ευρίσκετο σε λιμάνι. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι εργαζόταν και όταν δεν απασχολείτο σε βάρδια και δη εκτελούσε καθημερινά πλείστες υδραυλικές εργασίες σε όλο το πλοίο, αφού δεν υπήρχε υδραυλικός, ενώ ήταν και υποχρεωμένος να ευρίσκεται πάντοτε στο μηχανοστάσιο σε κάθε απόπλου και κατάπλου του πλοίου σε λιμάνι, ώστε να παρακολουθεί με προσοχή τη λειτουργία των μηχανών του πλοίου και να βοηθάει (σχετικά με την υποχρέωση αυτή του ενάγοντος, βλ. και ά. 72 του ΒΔ 683/1960). Επίσης, ενόσω το πλοίο ήταν εν πλω εκτελούσε λίπανση και παρακολούθηση των κυρίων μηχανών και των βοηθητικών μηχανημάτων, του μηχανισμού πηδαλίου, έχοντας τον απόλυτο χειρισμό των μηχανημάτων αυτών και μεριμνούσε για την καλή λειτουργία της μηχανής (τροφοδότηση, κυκλοφορία υδάτων, αριθμός στροφών κλπ). Εκτελούσε, επίσης, καθαρισμό των διαχωριστήρων λαδιού και πετρελαίου, φίλτρων και εκτελούσε καθαρισμό του χώρου του μηχανοστασίου. Επίσης, απασχολούνταν με τη σφυροκόπηση, τους καθαρισμούς και τις αποσκωριάσεις, καθώς και βαψίματα στους χώρους του μηχανοστασίου (πλύσιμο, χρωματισμοί σε όλες τις μεταλλικές επιφάνειες), εκτελούσε εργασίες συντήρησης της μηχανής και επιδιόρθωνε τυχόν βλάβες αυτής. Με βάση τα πιο πάνω περιστατικά που έγιναν δεκτά, ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, ήταν 10 ώρες κατά τα χρονικά διαστήματα, από 11.1.2016 έως 6.7.2016 και από 11.9.2016 έως 13.10.2016 (πλην των ημερών κατά τις οποίες υπήρχε διπλό δρομολόγιο, κατά τα προαναφερόμενα, οπότε εργαζόταν κατά μέσο όρο επί 12 ώρες) και 12 ώρες κατά το διάστημα από 07.07.2016 έως 10.09.2016, οπότε και τα δρομολόγια λόγω θέρους ήταν διευρυμένα και η επιβατική κίνηση αυξημένη, συμπεριλαμβανομένων για όλα τα προαναφερθέντα χρονικά διαστήματα των Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη. Στην κρίση του αυτή, δηλαδή, σχετικά με τις ώρες ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, το Δικαστήριο αυτό κατέληξε λαμβάνοντας υπόψη τις καταθέσεις των μαρτύρων της εναγομένης, που υποστηρίζουν στις ένορκες βεβαιώσεις τους ότι ο ενάγων δεν εργαζόταν πέραν του οκταώρου του, την ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα του ενάγοντος, κατά τον οποίο ο ενάγων εργαζόταν, ανάλογα με τα χρονικά διαστήματα, (θερινά ή χειμερινά), από 11 έως και 14 ώρες ημερησίως, συνεκτιμώμενες, κατά το μέτρο της αξιοπιστίας τους, δοθέντος ότι ο μάρτυρας της εναγομένης, Ε. Απόκοτος, δεν αναφέρει πού εργάζεται σήμερα, ώστε να κριθεί η αξιοπιστία του, ενώ ο έτερος μάρτυράς της, Γ. Μάμας, είναι ο Αρχιμηχανικός της και, πέραν της εργασιακής του εξαρτήσεως από αυτή, αυτός δεν είχε άμεση αντίληψη για όσα κατέθεσε, σχετικά με το ημερήσιο ωράριο εργασίας του ενάγοντος, ενώ ο μάρτυρας του ενάγοντος έχει ασκήσει κατά της εναγομένης ομοίου περιεχομένου αγωγή, σε συνδυασμό και με όλα τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, τα οποία έχουν αναφερθεί παραπάνω, από τα οποία προκύπτουν οι συνθήκες και περιστάσεις, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στην ως άνω ακτοπλοϊκή γραμμή με συνεχή δρομολόγια και πολλούς λιμένες προσέγγισης ημερησίως, λαμβανομένης υπόψη και της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος, η διάρκεια της οποίας, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν μεγαλύτερη κατά τη θερινή περίοδο και μικρότερη τη χειμερινή. Επομένως, ο τέταρτος λόγος της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο αυτή εκφράζει παράπονα για την πλημμελή εκτίμηση των ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ανταπόδειξης, κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος. Απορριπτέος, όμως, ως μη νόμιμος τυγχάνει και ο επαναφερόμενος με το πρώτο σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης ισχυρισμός της εναγομένης ότι η προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα ένορκη βεβαίωση είναι άκυρη και δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη για το λόγο ότι και ο μάρτυρας αυτός (Α. Μαντάς) έχει ασκήσει κατά της εναγόμενης εταιρίας όμοια με την ένδικη αγωγή του ενάγοντος (εργατική) αγωγή και άρα ότι έχει συμφέρον από τη δίκη. Και τούτο γιατί η διάταξη του άρθρου 400 παρ. 3 ΚΠολΔ, την οποία επικαλείται η εναγομένη και η οποία διάταξη προέβλεπε ότι δεν εξετάζονται ως μάρτυρες πρόσωπα που μπορεί να έχουν συμφέρον από τη δίκη, καταργήθηκε με το άρθρ. 1 άρθρ. δεύτερο παρ. 1 του Ν. 4335/2015 (βλ. και ΑΠ 2118/2017 ΤΝΠΔΣΑ, ΑΠ 908/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Διαφορετικό δε, βεβαίως, είναι το ζήτημα της στάθμισης της αξιοπιστίας κάθε μάρτυρα και της αποδεικτικής βαρύτητας της κατάθεσής του (ΕφΑθ 5415/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Π. Γέσιου – Φαλτσή σε Γέσιου-Φαλτσή/Απαλαγάκη/Αρβανιτάκη, Η νέα διαδικασία του ΚΠολΔ, 2004, § 7 αριθ. 11, Ποδηματά, Αρμ 2006.378). Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι η ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των ως άνω καθορισμένων ορίων δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον η πληρότητα αυτή είναι απότοκος της αυξημένης επιβατικής κίνησης στα ως άνω νησιά του Αιγαίου, δεδομένου μάλιστα ότι η πληρότητα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του Κώδικα Δημόσιου Ναυτικού Δικαίου (ΝΔ 187/1973) αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία [βλ. ΕφΔωδ (Μον) 122/2018, ΕφΠειρ 131/2016, ΕφΠειρ (Μον) 56/2015, 71/2014 και ΕφΠειρ 1/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Άλλωστε, το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγράφονταν στο βιβλίο υπερωριών και προσθέτων αμοιβών πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγομένη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων και ότι ο ενάγων υπέγραφε το εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών του (ΕφΠειρ 131/2016, ΕφΠειρ 85/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, η ανεπιφύλακτη υπογραφή του στο ανωτέρω βιβλίο, στο αρχείο ωρών εργασίας/ανάπαυσης και στους μισθοδοτικούς λογαριασμούς λάμβανε χώρα αναγκαστικά υπό το φόβο της απόλυσής του, εάν διαμαρτυρόταν. Το γεγονός αυτό δεν συνιστά, ούτε συνεπάγεται παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματα του που πηγάζουν είτε από τον νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ούτε το γεγονός ότι καθ’ όλο το επίδικο διάστημα δεν παρουσιάστηκε βλάβη στις μηχανές του πλοίου, δύναται να αποκλείσει την υπερωριακή εργασία του ενάγοντος και των λοιπών εργαζομένων στις μηχανές, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εναγομένη, προσκομίζοντας προς τούτο με επίκληση τα ημερολόγια μηχανής του πλοίου. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι η εναγομένη με τους σχετικούς λόγους της έφεσής της, παραπονείται μόνο για τον αριθμό των ωρών που πρωτοδίκως κρίθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν υπερωριακώς και συνακόλουθα ότι η εκκαλουμένη δεν συνυπολόγισε την ορθή αναλογία της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος κατά τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών αλλά και της πρόσθετης αμοιβής για τα δρομολόγια εξπρές. Αντιθέτως, το ύψος του εκάστοτε νομίμου ωρομισθίου του ενάγοντος και οι επιμέρους υπολογισμοί της αμοιβής, που δικαιούται για τις αιτίες αυτές, δεν αμφισβητούνται ειδικώς. Κατόπιν των ανωτέρω, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην ως άνω ΣΣΝΕ, ο ενάγων δικαιούται για την υπερωριακή του απασχόληση: Α. Αμοιβή υπερωριακής αμοιβής κατά τα Σάββατα και αργίες. Κατά το διάστημα από 11.01.2016 έως 06.07.2016 και από 11.09.2016 έως 13.10.2016, ως προαναφέρθηκε, εργαζόταν κατά μέσο όρο επί δέκα ώρες την ημέρα για 25 Σάββατα και 6 αργίες (Κ. Δευτέρα 14.03.16, 25.03.2016, Μ. Παρασκευή 29.04.2016, 02.05.2016 Αγίου Γεωργίου, Αναλήψεως 09.06.2016 και Ύψωση Σταυρού 14.09.2016), έχοντας αφαιρεθεί οι ήμερες που, ως ανωτέρω μνημονεύθηκε το πλοίο έμεινε ακινητοποιημένο στο λιμάνι, είτε λόγω απεργίας ΠΝΟ, είτε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών ή αδείας του ενάγοντος και δε νοείται υπερωριακή απασχόληση. Ήτοι συνολικά εργάσθηκε για 30 ημέρες Χ 10 ώρες/ημέρα Χ 10,11 €/ώρα (3.033 €) και 1 ημέρα, αυτή της αργίας της Δευτέρας του Πάσχα (02.05.2016), οπότε λόγω διπλού δρομολογίου εργάσθηκε 12 ώρες Χ 10,11(=121,32), οπότε έπρεπε να έχει λάβει 3.154,32 € (3.033+ 121,32). Επίσης, κατά το διάστημα από 07.07.2016 έως 10.09.2016, θερινή περίοδο, όπως προαναφέρθηκε, ο ενάγων εργαζόταν επί 12 ώρες κατά μέσο όρο ημερησίως για 10 Σάββατα και 1 αργία (15 Αυγούστου). Ήτοι, συνολικά εργάσθηκε για 11 ημέρες Χ 12 ώρες/ημέρα ( = 132 ώρες) Χ 10,11 €/ώρα=1.334,52 €. Ήτοι, συνολικά έπρεπε να λάβει (3.154,32 + 1.334,52=) 4.488,84 €, έναντι των οποίων έχει λάβει 4.187,26 € , ως εκ τούτου, εξακολουθεί να του οφείλεται ποσό (4.488,84 – 4.187,26=) 301,58 €. Β. Αμοιβή υπερωριακής αμοιβής κατά τις καθημερινές και Κυριακές. Κατά το χρονικό διάστημα από 11.01.2016 έως 06.07.2016 και από 11.09.2016 έως 13.10.2016, πλην των ημερών που, ως ανωτέρω μνημονεύθηκε το πλοίο έμεινε ακινητοποιημένο στο λιμάνι, είτε λόγω απεργίας ΠΝΟ, είτε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών ή αδείας του ενάγοντος και δε νοείται υπερωριακή απασχόληση, αυτός εργαζόταν κατά μέσο όρο επί 10 ώρες ημερησίως τις καθημερινές και Κυριακές, πραγματοποιώντας δύο ώρες καθημερινή υπερωρία (10- 8), πλην των ημερών, που ως προεκτέθηκε, το πλοίο εκτελούσε διπλά δρομολόγια, οπότε εργαζόταν για 12 ώρες ημερησίως, πραγματοποιώντας 4 ώρες καθημερινή υπερωρία (12-8). Ειδικότερα, για 27 καθημερινές και Κυριακές του διαστήματος αυτού που, ως αναφέρθηκε, το πλοίο πραγματοποιούσε διπλά δρομολόγια κι ο ενάγων εργαζόταν κατά μέσο όρο για 12 ώρες ημερησίως, δικαιούνταν να λάβει 27 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωρία Χ 8,43 €/ώρα = 910,44 €. Για τις υπόλοιπες 132 ήμερες του διαστήματος αυτού (Κυριακές και καθημερινές) Χ 2 ώρες υπερωριακής απασχόλησης καθ’ εκάστην Χ 8,43 €/ώρα=2.225,52 €, όφειλε να έχει λάβει. Τέλος, κατά το διάστημα από 07.07.2016 έως 10.09.2016, θερινή περίοδο, ως προεκτέθηκε, ο ενάγων εργαζόταν επί 12 ώρες κατά μέσο όρο ημερησίως για 55 καθημερινές και Κυριακές, ως εκ τούτου δικαιούνταν να λάβει 55 ημέρες Χ 4 ώρες Χ 8,43/ώρα= 1.854,6 €. Συνολικά δε για την υπερωριακή του εργασία κατά το ανωτέρω διάστημα, δικαιούται να λάβει το ποσό των (910,44 +2.225,52 + 1.854,6=) 4.990,56 €, έναντι του οποίου ουδέν έχει εισπράξει. Γ. Αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2016. Ως αναλογία δώρου Πάσχα για το χρονικό διάστημα εργασίας του στην εναγομένη από 11.01.2016 έως 30.04.20 16 (111 ημέρες), δικαιούται να λάβει το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του ανά 8ήμερο απασχολήσεως, όπου ο μηνιαίος μισθός του είναι το ποσό των 3.535,91 € [βασικός μισθός 1.166,39 €, επίδομα Κυριακών 256,61 €, ειδικό επίδομα 19,81 € (άρθρο 8 παρ. 15 της ΣΣΝΕ), ανθυγιεινό επίδομα 35,22 €, επίδομα άδειας μετά τροφής 419,45 € (β. μισθ. 1.166,39 + επιδ. Κυρ. 256,61 = 1.423 : 22 Χ 5 ημερ.= 323,4 € + τροφ. 5 ημερών 96,05 (19,21 Χ 5)], επίδομα έξτρα εργασιών 35,48 € (άρθρο 8 παρ. 16 ΣΣΝΕ) +τροφοδοσία 576,30 € + μέσος όρος υπερωριακή αμοιβής 1.026,65], ήτοι θα έπρεπε να λάβει 1.635,36 € [(3.535,91 /2) /15 Χ 13,875 8ήμερα (111/8)], έναντι του οποίου έχει λάβει 1.132,16 €, ως εκ τούτου εξακολουθεί να του οφείλεται το ποσό των 503,20 €, με την επισήμανση ότι στις μηνιαίες αυτές τακτικές αποδοχές δεν είναι συνυπολογιστέα η πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές, αφού αυτή, μη καταβαλλόμενη σταθερά και μόνιμα, δεν έχει χαρακτήρα τακτικής παροχής και την οποία ούτε ο ενάγων έχει συνυπολογίσει στα δώρα εορτών, ούτε το επίδομα ιματισμού, σύμφωνα και με την προαναφερόμενη νομική σκέψη (μείζονα υπό στ. ΙΙΙ), όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη. Ως εκ τούτου αβάσιμα επικαλείται και συνυπολογίζει στην αγωγή του ο ενάγων το εν λόγω επίδομα, απορριπτομένου του δεύτερου λόγου της έφεσής του, κατά το δεύτερο σκέλος του, ως αβάσιμου. Δ. Αναλογία Δώρου Χριστουγέννων έτους 2016. Για το χρονικό διάστημα της υπηρεσίας του ενάγοντος από 1.5.2016 έως 13.10.2016 (166 ημέρες), αυτός δικαιούται να λάβει αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων υπολογιζόμενη σε 2 ημερομίσθια για κάθε 19ήμερο εργασίας (166/19=8,74). Συνεπώς για 166 ημέρες εργασίας, ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 2.472,31 € (3.535,91 μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25=282,87 Χ 8,74 19ήμερα), έναντι του οποίου έχει λάβει ποσό 1.662,55 €, όπως προκύπτει από τις σχετικές αποδείξεις μισθοδοσίας, ως εκ τούτου εξακολουθεί να του οφείλεται ποσό (2.472,31 – 1.662,55) 809,76 €. Σημειώνεται δε ότι με τις κρινόμενες εφέσεις δεν διατυπώνεται παράπονο ή αμφισβήτηση για την ορθότητα όλων των ανωτέρω μαθηματικών υπολογισμών που έγιναν και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Έτσι, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι οφείλονται στον ενάγοντα για τις ως άνω αιτίες, ήτοι για υπερωριακή αμοιβή Σαββάτων και αργιών, υπερωριακή αμοιβή καθημερινών και Κυριακών, αναλογία δώρου Πάσχα 2016 και αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2016, τα ως άνω ποσά, των 301,58 €, 4.990,56 €, 503,20 € και 809,76 €, αντίστοιχα, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθώς και στην εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των αντίστοιχων λόγων έφεσης του ενάγοντος (εκκαλούντος) και της εναγομένης (εκκαλούσας). Ε. Διαφορά πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές. Στη συνέχεια, ο ενάγων ζητεί να λάβει πρόσθετη αμοιβή για εξπρές δρομολόγια και παραθέτει όλα τα προσδιοριστικά εκείνα στοιχεία του τρόπου εξευρέσεως των επικαλούμενων δρομολογίων, ιδίως με την σαφή περιγραφή και επίκληση των συγκεκριμένων συνθηκών της πραγματοποιήσεώς τους, καθορίζοντας ότι πρόκειται για δρομολόγια εξπρές της παρ. 5 του άρθρου 33 της οικείας ΣΣΝΕ, αναφέροντας τα κυκλικά δρομολόγια, άνω των 5, που το πλοίο πραγματοποιούσε εβδομαδιαίως, τα οποία επεκτείνονταν και κατά τις νυκτερινές ώρες, η διάρκεια των οποίων άλλοτε υπερέβαινε τις 12 ώρες και άλλοτε όχι, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Συνεπώς, απορριπτέος κρίνεται ο έβδομος λόγος έφεσης της εναγομένης, κατά το δεύτερο σκέλος του, με τον οποίο η εκκαλούσα επαναφέρει την προταθείσα στον πρώτο βαθμό ένσταση αοριστίας του κεφαλαίου της αγωγής περί καταβολής πρόσθετης αμοιβής για τα δρομολόγια εξπρές, σύμφωνα και με την προαναφερόμενη νομική σκέψη (υπό στ. V). Κατά τα λοιπά, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα 11.1.2016 έως 6.7.2016 το πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο που προαναφέρθηκε, αναχωρώντας καθημερινά από Ραφήνα στις 07:50, επιστρέφοντας πάλι στη Ραφήνα στις 18:30, ενώ κατά τις προαναφερόμενες ημερομηνίες (11.03.2016, 24.03.2016, 27.03.2016, 15.04.2016, 17.04.2016, 22.04.2016, 24.04.2016, από 26.04.2016 έως και 28.04.2016, από 02.05.2016 έως και 04.05.2016, 13.05.2016, 15.05.2016, 20.05.2016, 22.05.2016, 27.5.2016, 29.5.2016, 03.06.2016, 05.06.2016, 10.06.2016, 12.06.2016, 17.06.2016, 20.06.2016, 24.06.2016, 26.06.2016, 27.06.2016, 01.07.2016, 03.07.2016 και 04.07.2016), που το πλοίο εκτελούσε διπλό δρομολόγιο, μετά την άφιξή του στη Ραφήνα στις 18:30, αναχωρούσε εκ νέου στις 19:15, με προορισμό την Άνδρο, όπου κατέπλεε στις 21:15 και στη συνέχεια απέπλεε και πάλι για Ραφήνα, όπου έφθανε στις 23:30. Ειδικότερα, κατά την εβδομάδα από 7.3.16 έως 13.3.16 εκτελέστηκαν οκτώ δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι τρία δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων το ένα εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινό), την εβδομάδα από 21.3.2016 έως 27.3/2016, έγιναν οκτώ δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι τέσσερα δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα δύο εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 11.4.2016 έως 17.4.2016, έγιναν 7 δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι 2 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, τα οποία δύο ήταν και εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 18.4.2016 έως 24.4.2016, έγιναν 7 δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι 2 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, τα οποία δύο ήταν και εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 25.4.2016 έως 1.5.2016, έγιναν 9 δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι 4 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα τρία εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 2.5.2016 έως 8.5.2016, έγιναν 8 δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι 3 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα τρία εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 9.5.2016 έως 15.5.2016 έγιναν 8 δρομολόγια, ήτοι 3 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα 2 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 16.5.2016 έως 22.5.2016 έγιναν 9 δρομολόγια, ήτοι 4 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα 2 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 23.5.2016 έως 29.5.2016 έγιναν 9 δρομολόγια, ήτοι 4 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα 2 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), πλην όμως ο ενάγων δεν ήταν ναυτολογημένος στο πλοίο από 27.05.2016 έως 29.05.2016, που πραγματοποιήθηκαν τα ως άνω 2 εξπρές δρομολόγια, με αποτέλεσμα να μη δικαιούται αμοιβή για αυτά τα 2 εξπρές, την εβδομάδα από 30.5.2016 έως 5.6.2016 έγιναν 9 δρομολόγια, ήτοι 4 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα 2 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 6/6/2016 έως 12.6.2016 έγιναν 9 δρομολόγια, ήτοι 4 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα 2 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 13.6.2016 έως 19.6.2016 έγιναν 8 δρομολόγια, ήτοι 3 δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων το 1 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 20.6.2016 έως 26.6.2016 το πλοίο εκτέλεσε δέκα δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι πέντε δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα τρία εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά), την εβδομάδα από 27.6.2016 έως 3.7.2016 το πλοίο εκτέλεσε δέκα δρομολόγια εβδομαδιαίως, ήτοι πέντε δρομολόγια εβδομαδιαίως επιπλέον των 5, εκ των οποίων τα 3 εξπρές, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών (βραδινά). Με βάση τα παραπάνω, το πλοίο κατά το ανωτέρω διάστημα εκτέλεσε 28 συνολικά εξπρές δρομολόγια, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών, στα οποία αντιστοιχεί το ποσό των 825,16 € (υπολογιζόμενο ως εξής, μηνιαίες αποδοχές 3.535,91 € /30=117,86 /4=29,47 Χ 28 δρομολόγια), έναντι των οποίων έχει λάβει 387,59 € και επομένως δικαιούται τη διαφορά των 437,57 € (825,16 – 387,59), γενομένης εν μέρει δεκτής ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της νόμιμα υποβληθείσας ένστασης εξόφλησης της εναγομένης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, συνεπώς, το οποίο δέχθηκε ότι οι πλόες του πλοίου αυτού ήταν, κατά το ανωτέρω διάστημα (11.1.2016 έως 6.7.2016), κατά κύριο λόγο ημερινοί, ορθά κατ’ αρχήν ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 33 παρ. 6 της προαναφερθείσας ΣΣΝΕ. Με την παραδοχή του, όμως, στη συνέχεια, ότι η κατά λίγα λεπτά υπέρβαση του ορίου της 23ης ώρας, κατά τα ως άνω 28 συνολικά, (βραδινά) δρομολόγια, διάρκειας μικρότερης των 6 ωρών, που εκτελέστηκαν από τις 18:30 έως τις 23:30, κατά τις ως άνω ημερομηνίες, δεν αναιρεί το χαρακτηρισμό του ένδικου πλοίου ως ημερόπλοιου και επέκεινα ότι ο ενάγων δεν δικαιούται το επίδομα αυτό, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε την ως άνω διάταξη. Και τούτο γιατί από τη γραμματική διατύπωση και μόνο της άνω διάταξης σαφώς προκύπτει ότι οποιαδήποτε επέκταση εντός των άνω ωρών δρομολογίου πλοίου, έστω και ημερόπλοιων, ήτοι από 23.00 έως 07.00, θεωρείται επέκταση κατά τις νυχτερινές ώρες και συνεπώς ο ενάγων δικαιούται το εν λόγω επίδομα για τα δρομολόγια αυτά (ΑΠ 345/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, από 07.07.2016 έως 10.09.2016, το πλοίο, ως εκ των ανωτέρω δρομολογίων προκύπτει, εκτελούσε επτά κυκλικά δρομολόγια εβδομαδιαίως, τα οποία επεκτείνονταν και κατά τις νυκτερινές ώρες, η διάρκεια των οποίων υπερέβαινε τις 12 ώρες. Τα 2 εκ των 7 πραγματοποιηθέντων δρομολογίων την εβδομάδα, θεωρούνται δρομολόγια εξπρές. Όλο δε το ανωτέρω διάστημα διάρκειας 9,42 εβδομάδων (66 ημέρες /7) εκτελέστηκαν (9,42 εβδομάδες Χ 2) 18,84 δρομολόγια εξπρές, έκαστο εκ των οποίων πληρωτέο προς 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, οι οποίες προηγούμενα υπολογίσθηκαν σε 3.535,91 €. Ως εκ τούτου, ο ενάγων δικαιούνταν να λάβει για την αιτία αυτή 2.220,55 € (μηνιαίες αποδοχές 3.536,91 € Χ 1/30 Χ 18,84 δρομολόγια εξπρές), έναντι των οποίων έχει λάβει 1.713,55 € και επομένως δικαιούται τη διαφορά των 507 € (2.220,55 – 1.713,55), όπως δέχθηκε και η εκκαλουμένη, γενομένης εν μέρει δεκτής ως κατ’ ουσίαν βάσιμης της νόμιμα υποβληθείσας ένστασης εξόφλησης. Συνολικά δε για αμοιβή εξπρές δρομολογίων δικαιούται το ποσό των 944,57 € (437,57 + 507). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που επιδίκασε στον ενάγοντα άλλα ποσά για το επίδομα των δρομολογίων εξπρές, έσφαλε και συνεπώς ο τρίτος λόγος έφεσης του ενάγοντος, κατά το δεύτερο σκέλος του, πρέπει να γίνει μερικά δεκτός ως κατ’ ουσίαν βάσιμος. Αντίθετα, ο ίδιος λόγος έφεσης του ενάγοντος, κατά το πρώτο σκέλος αυτού, με το οποίο ζητά να συνυπολογιστούν περισσότερες υπερωρίες στην αμοιβή για τα εξπρές και ο αντίστοιχος λόγος έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο ζητά να συνυπολογιστούν λιγότερες υπερωρίες στην αμοιβή για τα εξπρές, κρίνονται απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε μερικώς την αγωγή και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 7.112,1 €, κατά το σχετικά μερικά βάσιμο αντίστοιχα λόγο έφεσης του ενάγοντος – εκκαλούντος, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων. Επομένως, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεσή του, κατά τον ανωτέρω λόγο, αντίστοιχα, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς όλα τα κεφάλαιά της, για την ενότητα της εκτέλεσης (ΑΠ 748/1994, ΕφΑθ 44/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), να κρατηθεί και να δικαστεί κατ’ ουσίαν η υπόθεση και η αγωγή, η οποία είναι ορισμένη και νόμιμη, ως προς την κύρια βάση της, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρονται στη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε (υπό στ. II, III, IV και V) και σε αυτές των άρθρων 648, 653, 655, 659, 669, 680, 340, 341, 345, 346 ΑΚ, 907, 908 παρ. 1, 910, 176 ΚΠολΔ, να γίνει εν μέρει δεκτή, ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 7.549,67 (7.112,1 + 437,57), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απολύσεώς του (14.10.2016). Τέλος, λόγω της κατ’ ουσίαν απορρίψεως της εφέσεως της εναγομένης- εκκαλούσας, πρέπει αυτή να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου- ενάγοντος του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματος του τελευταίου (ΚΠολΔ 176, 183, 191 παρ. 2). Επίσης, λόγω της εξαφανίσεως της εκκαλουμένης, της αναδικάσεως της υπόθεσης και της μερικής αποδοχής της αγωγής, πρέπει να καταδικασθεί η εναγομένη, λόγω της ήττας της, αλλά και κατά την έκταση αυτής, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 178, 183, 191 παρ. 2).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις από 6.2.2020 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς 1381/31/2020) και από 14.1.2020 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς 1535/37/2020) αντίθετες εφέσεις.
Ι. ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ (1381/31/2020)
Δέχεται κατά το τυπικό της μέρος και
Απορρίπτει την έφεση ως προς το ουσιαστικό της μέρος.
Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσιβλήτου, τα οποία καθορίζει για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας στο ποσό των τριακοσίων είκοσι (320) €.
ΙΙ. ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΦΕΣΗΣ (1535/37/2020)
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την έφεση.
Εξαφανίζει την 76/2019 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά.
Κρατεί την υπόθεση.
Δικάζει την από 14.12.2017 (αρ. έκθ. κατ. 12587/137/2017) αγωγή.
Δέχεται εν μέρει αυτήν.
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των επτά χιλιάδων πεντακοσίων σαράντα εννιά ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (7.549,67 €), με το νόμιμο τόκο από την 14.10.2016.
Καταδικάζει την εναγομένη σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια πενήντα (650) €.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις ………….
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ