Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης :   677/2021

(Συνεκδίκαση) Αριθμοί κατάθεσης έφεσης: 7162-3365/2020 και 7164-3366/2020

 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Προϊστάμενo της Τριμελούς Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από την Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

ΣYNEΔPIAΣE δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Νοεμβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) ΕΚΚΑΛΩΝ… κάτοικος …, ΑΦΜ … ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ αρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ του πληρεξουσίου του δικηγόρου ΣΑΞΩΝΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ με Α.Μ 1600 ΔΣΠ.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗ: Η εταιρία με την επωνυμία «… που έχει την έδρα της στην … εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Μαρίας Αρβανίτη με Α.Μ 1322 ΔΣΠ.

Β) ΕΚΚΑΛΟΥΣΑ: Η εταιρία με την επωνυμία «… που έχει την έδρα της στην … εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Μαρίας Αρβανίτη με Α.Μ 1322 ΔΣΠ.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ… κάτοικος …, ΑΦΜ … ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο βάσει δηλώσεως κατ’ αρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ του πληρεξουσίου του δικηγόρου ΣΑΞΩΝΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ με Α.Μ 1600 ΔΣΠ.

Ο εκκαλών ζητά να γίνει δεκτή η από 18-9-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020 κατά της υπ’ αριθμ. 53/2020 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία προσδιορίστηκε για να δικαστεί για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Η εκκαλούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-8-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020 κατά της υπ’ αριθμ. 53/2020 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία προσδιορίστηκε για να δικαστεί για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 246 ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και επί αντίθετων εφέσεων (άρθρο 524 Ι ΚΠολΔ – ΕφΘεσ 168/2017, ΕφΑΔ 2017.1059 ·ΕφΠειρ 38/1995, ΕλλΔνη 1995.1313) οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις από 18-9-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020, καθώς και από 10-8-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020 κατά της υπ’ αριθμ. 53/2020 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς πρέπει να συνεκδικαστούν, διότι κατά την κρίση του Δικαστηρίου με τη συνεκδίκαση διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων και επομένως πρέπει να διαταχθεί η ένωση και η συνεκδίκαση αυτών, όπως ορίζεται στο διατακτικό.

ΙΙ. Φέρονται προς συζήτηση αφενός η από 18-9-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020, και, αφετέρου, η από 10-8-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020, αμφότερες κατά της υπ’ αριθμ. 53/2020 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621 επ. ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρο 82 ΚΙΝΔ), οι οποίες ασκήθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τα άρθρα  495 παρ. 1 και 2, 513 παρ. 1, 516, 517, παρ. 1 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, εφόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται επίδοση της εκκαλουμένης, για την άσκηση των οποίων, δεδομένου ότι αμφότερες αφορούν εργατική διαφορά, δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (άρθρο 495§4 ΚΠολΔ), αρμοδίως κατά το άρθρο 51 Ν. 2172/1993, αφού το αίτημα της αγωγής αφορά αμοιβή από παροχή εργασίας σε πλοίο. Πρέπει, επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές οι εφέσεις και να ερευνηθεί περαιτέρω η βασιμότητα των προβαλλομένων λόγων των εφέσεων.

ΙΙΙ. Με την από 23-12-2016 και με ΓΑΚ-ΕΑΚ : 3926-132/23-12-2016 αγωγή του, ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη – εκκαλούσα εταιρία να του καταβάλει με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, το συνολικό ποσό των 13.471,23 ευρώ, εντόκως από την ημέρα που κάθε μερικότερο κονδύλι κατέστη απαιτητό, άλλως από την κάθε απόλυσή του, άλλως από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής, με βάση τις διατάξεις περί σύμβασης εργασίας, άλλως και επικουρικά με βάση τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, αξίωση που αντιστοιχεί σε διαφορές υπερωριακής αμοιβής καθημερινών-Κυριακών και Σαββάτων-αργιών, διαφορά αμοιβής για δρομολόγια εξπρές, μη χορηγηθείσες  διανυκτερεύσεις, αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2017 και αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2018 και αποζημίωση λόγω απολύσεως στις 2.10.2017 και στις 26.3.2018. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία αφού έκρινε ότι αυτή αρμοδίως εισήχθη κατά την διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών και ότι είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη καθ’ όλα τα αιτήματά της και τις βάσεις της (πλην της επικουρικής βάσης από αδικαιολόγητο πλουτισμό που απέρριψε ως μη νόμιμη) και ειδικότερα κατά τις διατάξεις των άρθρων 53 επ., 60, 72, 74, 75, 76 ΚΙΝΔ, 341, 345, 346, 361, 648, 653, 655, 680 ΑΚ, υπ’ αριθμ. 19040 της 7/9-12-1981 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, υπ’ αριθμ. 70109/8008 της 14ης – 12- 1981/7ης-01-1982 σε συνδυασμό με τους όρους της ΣΣΝΕ πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων για το έτος 2016 (ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 – ΦΕΚ Β΄2796/5.9.2016) και ίδιας ΣΣΝΕ έτους 2017 για την δεύτερη χρονική περίοδο απασχόλησής του (2242.5-1.5/77056/2017 – ΦΕΚ Β΄4005/17.11.2017), καθώς και τα άρθρα 176 αρ. 1, 907 και 908 αρ. 1 εδ. ε΄ ΚΠολΔ, δέχθηκε αυτή ως εν μέρει ως ουσία αβάσιμη, επιδικάζοντας εν τέλει ποσό 7.259,46 ευρώ με το νόμιμο τόκο κατά τις διακρίσεις που γίνονται στο σκεπτικό της, κήρυξε την απόφαση εν μέρει προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των 3.500, και καταδίκασε την εναγόμενη σε καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εκκαλών με την από 18-9-2020 έφεση (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020 με τους λόγους της εφέσεως του, που συνίστανται ο πρώτος, δεύτερος, τρίτος και τέταρτος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τις υπερωρίες που o εκκαλών εργάστηκε και τον ορθό μέσο όρο υπερωριών στις τακτικές αποδοχές για την εξεύρεση του δώρου εορτών, του μέσου όρου εξπρές δρομολογίων του πλοίου, καθώς και τον ορθό μέσο όρο υπερωριών στις τακτικές αποδοχές για την εύρεση του ποσού αποζημίωσης λόγω απόλυσης που δικαιούταν, αντίστοιχα, και ο πέμπτος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, αναφορικά με την (εσφαλμένη κατά τον εκκαλούντα) απόρριψη του κονδυλίου αποζημίωσης απόλυσης κατά το δεύτερο χρονικό διάστημα εργασίας του. Ζητά δε την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, με σκοπό την αποδοχή της αγωγής στο σύνολο της και την επιδίκαση της δικαστικής δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας. Επίσης, κατά της παραπάνω απόφασης παραπονείται  η εκκαλούσα με την από 10-8-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020 έφεση της με τους λόγους της, που συνίστανται ο πρώτος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τις υπερωρίες που ο ενάγων και ήδη εκκαλών/εφεσίβλητος εργάστηκε και του ποσού που του επιδικάστηκε για τον λόγο αυτό, ο δεύτερος και ο τρίτος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τον μέσο όρο υπερωριών που το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε και επιδίκασε διαφορά από αναλογία επιδόματος δώρου Πάσχα και Χριστουγέννων και επίδομα εξπρές επίδομα και ο τέταρτος λόγος σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την επιδίκαση αποζημίωσης απόλυσης κατά την πρώτη χρονική περίοδο απασχόλησής του, ισχυριζόμενη ότι δεν εκτιμήθηκαν ορθώς οι ισχυρισμοί της περί υποχρεωτικού δεξαμενισμού λόγω ετήσιας επιθεώρησης και μετασκευής του πλοίου που συνιστά λόγο υποχρεωτικής διακοπής των δρομολογίων κατά τα άρθρα 173 και 175 ΚΔΝΔ και επομένως ανικανότητας του πλοίου προς πλου που συνιστά λόγο μη καταβολής αποζημίωσης (άρθρο 69 ΚΙΝΔ). Ζητά δε την εξαφάνισή της εκκαλουμένης, με σκοπό την απόρριψη της αγωγής στο σύνολο της (χωρίς όμως να προσβάλλει – ούτε αυτή – το κονδύλιο περί διανυκτερεύσεων με λόγο έφεσης, ώστε να μεταβιβαστεί στο Δικαστήριο το εν λόγω κονδύλιο – άρθρο 522 ΚΠολΔ) και την επιδίκαση της δικαστικής δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

  1. IV. Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της εναγομένης και της ανωμοτί εξέτασης του ενάγοντος που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν και τα οποία χρησιμεύουν για άμεση απόδειξη και για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού επιτρέπεται το εμμάρτυρο, λαμβανομένων υπ’ όψη και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, αποδείχθηκαν τα εξής : Ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος την 14η/6/2017 ναυτολογήθηκε ως επίκουρος στο υπό ελληνική σημαία και με αριθμό νηολογίου … πλοίο «…», ολικής χωρητικότητας 14640 κόρων, πλοιοκτησίας της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης – εκκαλούσας, όπου και υπηρέτησε μέχρι τις 2.10.2017, οπότε απολύθηκε από τον πλοίαρχο «λόγω διακοπής δρομολογίων» στο λιμάνι του Περάματος. Ακολούθως, ναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο στις 25.01.2018 με την ειδικότητα πλέον του θαλαμηπόλου, όπου και απασχολήθηκε έως τις 26.03.2018, οπότε απολύθηκε στον Πειραιά. Μεταξύ των διαδίκων, συμφωνήθηκε ο ενάγων να αμείβεται σύμφωνα με τους όρους της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων και εφαρμοστέα για την πρώτη περίοδο (14.06.2017 – 02.10.2017)  είναι η ΣΣΝΕ του έτους 2016 (ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 – ΦΕΚ Β΄2796/5.9.2016),        για την δε δεύτερη περίοδο (25.01.2018-26.03.2018) αυτή του έτους 2017 (2242.5-1.5/77056/2017 – ΦΕΚ Β΄ 4005/17.11.2017). Για μεν το πρώτο διάστημα (14.06.2017-02.10.2017) εργασίας του ενάγοντος/εκκαλούντος – εφεσίβλητου το πλοίο, με αφετηρία το λιμάνι του Πειραιά, εκτελούσε τα εξής ακτοπλοϊκά δρομολόγια: κάθε Δευτέρα αναχωρούσε στις 14:00 από τον Πειραιά για Πάρο, Νάξο, Πάτμο, Άγιο Κήρυκο (άφιξη 00.50 Τρίτης), Βαθύ Σάμου, Χίο, Λέσβο, Λήμνο και Καβάλα (άφιξη 18.30 Τρίτης και αναχώρηση 20.00 της ίδιας μέρας), με επιστροφή στον Πειραιά και ενδιάμεσους προορισμούς κατά την επιστροφή του τη Λήμνο, Λέσβο (άφιξη 04.35 Τετάρτης), Χίο, Βαθύ Σάμου, Άγιο Κήρυκο και Πάτμο. Κατέπλεε στον Πειραιά στις 23:00 το βράδυ της Τετάρτης και αναχωρούσε άμεσα στις 23:55 για Πάτμο (άφιξη 07.45 Πέμπτης), Άγιο Κήρυκο, Φούρνους, Βαθύ με επιστροφή στον Πειραιά στις 04.30 το πρωί της Παρασκευής με ενδιάμεσους προηγούμενους προορισμούς κατά την επιστροφή τους Φούρνους, Άγιο Κήρυκο, Πάτμο, Νάξο και Πάρο. Την Παρασκευή στις 14:00 απέπλεε από το λιμάνι του Πειραιά για Πάρο, Νάξο, Πάτμο, Άγιο Κήρυκο (άφιξη 00.50΄ Σαββάτου), Φούρνους, Βαθύ Σάμου, Χίο, Λέσβο, Λήμνο και Καβάλα με επιστροφή στον Πειραιά από τα ίδια λιμάνια αντίστροφα και κατέπλεε στον Πειραιά στις 04.30΄ το πρωί της Δευτέρας. Κατά το εν λόγω διάστημα της υπηρεσίας του στο πλοίο με την ειδικότητα του επίκουρου, ο ενάγων/εκκαλών – εφεσίβλητους απασχολούνταν με τα συναφή με την ειδικότητά του καθήκοντα, ειδικότερα δε εκτελούσε εργασίες καθαριότητας/τακτοποίησης των καμπινών και χώρων του πλοίου, λάμβανε μέρος στην υποδοχή των επιβατών, υπό τις οδηγίες και τις εντολές του προϊσταμένου του – Αρχιθαλαμηπόλου, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες του πλοίου. Στο εν λόγω πλοίο εκείνη την χρονική περίοδο μαζί με τον ενάγοντα και υπό αντίστοιχες αρμοδιότητες συνυπηρετούσαν άλλοι 4 επίκουροι και 15 θαλαμηπόλοι και, επομένως, ενόψει του ότι το πλοίο ήταν δρομολογημένο στην προαναφερθείσα ακτοπλοϊκή γραμμή, με προσεγγίσεις σε πολλά ενδιάμεσα λιμάνια, συνεπεία της συχνής επιβίβασης ταξιδιωτών, της θερινής περιόδου, οπότε η κίνηση στην εν λόγω ακτοπλοϊκή γραμμή ήταν πολύ αυξημένη και της καταβολής εφάπαξ ανά μήνα ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, τόσο τις καθημερινές και Κυριακές όσο και τα Σάββατα και τις αργίες, κρίνεται ότι ο ενάγων και ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος απασχολούμενος με τα ανωτέρω καθήκοντα εξυπηρέτησης των επιβατών, εργαζόταν κατά μέσο όρο για 12 ώρες την ημέρα, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, ήτοι παρείχε σε καθημερινή βάση τετράωρη υπερωριακή εργασία, όπως ορθώς έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη και την κατάθεση του προϊσταμένου του τελευταίου μάρτυρας ανταπόδειξης. Ο δε αγωγικός ισχυρισμός του εκκαλούντος – εφεσίβλητου, για εσφαλμένη εκτίμηση του οποίου παραπονείται με τους ανωτέρω λόγους εφέσεως περί απασχόλησης του σε καθημερινή βάση επί δεκατέσσερις ώρες συνολικά, ήτοι επί έξι ώρες υπερωριακώς, είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, αφού χρεία τόσων υπερωριών δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχε, ως εκ του προσωπικού που αποδείχθηκε ότι απασχολούνταν στο πλοίο με συναφείς ειδικότητες (επίκουροι – θαλαμηπόλοι), ομοίως δε απορριπτέοι είναι και οι αντίστοιχοι ισχυρισμοί και λόγοι εφέσεως της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης – εκκαλούσας Επιπλέον δε είναι αντίθετος και στα διδάγματα της κοινής πείρας, καθώς η εξακολουθητική απασχόληση επί 14 ώρες σε καθημερινή βάση θα επέφερε μετά βεβαιότητας την φυσική εξάντληση του εκκαλούντος. Περαιτέρω, κατά το δεύτερο διάστημα απασχόλησης του εκκαλούντος εφεσίβλητου στο ίδιο πλοίο(25.01.2018-26.03.2018), το τελευταίο εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς-Χίος-Μυτιλήνη με επιστροφή. Ειδικότερα, αναχωρούσε     κάθε          Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή στις 21.00 το βράδυ από το λιμάνι του Πειραιά και μετά την ολοκλήρωση του κυκλικού δρομολογίου κατέπλεε στο λιμάνι    του Πειραιά, αντίστοιχα, την Τετάρτη, την Παρασκευή και τη Δευτέρα στις 07.00΄ το πρωί. Ο ενάγων, κατά το δεύτερο αυτό το διάστημα της υπηρεσίας του στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, απασχολούνταν με εργασίες καθαριότητας των καμπινών, λάμβανε μέρος στην υποδοχή των επιβατών, εργαζόταν στο εστιατόριο σελφ σέρβις, στην τραπεζαρία, πάντα υπό τις οδηγίες του προϊσταμένου του- Αρχιθαλαμηπόλου, ο οποίος προσάρμοζε το ημερήσιο πρόγραμμά του στις εκάστοτε ανάγκες του πλοίου. Κατά το εν λόγω (δεύτερο) χρονικό διάστημα απασχόλησης του, ο ενάγων απασχολούνταν κατά μέσο όρο για 10 ώρες την ημέρα, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, ήτοι παρείχε σε καθημερινή βάση 2 ώρες υπερωριακή εργασία, ο δε ισχυρισμός του ενάγοντος περί 12ωρης καθημερινής εργασίας, είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθώς αποδείχθηκε ότι το εν λόγω χρονικό διάστημα η επιβατική κίνηση ήταν μειωμένη λόγω χειμώνα και το πλοίο δεν προσάρασσε σε πολλούς ενδιάμεσους λιμένες. Από την άλλη πλευρά, απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι κρίνονται και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της εφεσίβλητης – εκκαλούσας περί μη υπερωριακής του απασχόλησης κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα λόγω πλεονάζοντος προσωπικού, αφού δεν αποδείχθηκε ότι το προσωπικό του πλοίου στην συγκεκριμένη ειδικότητα ήταν σε θέση με οκτάωρη απασχόληση να καλύψει τις ανάγκες του πλοίου. Τέλος, ο ισχυρισμός του εκκαλούντος – εφεσίβλητου περί εξοντωτικής απασχόλησης του επί δεκατετράωρο στο θερινό δρομολόγιο και δωδεκάωρο στο χειμερινό ελέγχεται ως ουσία αβάσιμος και εκ της λύσης της σύμβασης εργασίας του εκκαλούντος με την εφεσίβλητη όλες τις φορές με κοινή συναίνεση, χωρίς την διατύπωση οποιασδήποτε καταγγελίας εκ μέρους του στις λιμενικές αρχές, δεδομένου ότι αυτός, παρά τα όσα ισχυρίζεται, προέβαινε σε διαδοχικές νέες συμβάσεις ναυτολόγησης σε πλοία συμφερόντων της εφεσίβλητης από το έτος 2003. Η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2016 προβλέπει απασχόληση επί 40 ώρες την εβδομάδα με νόμιμες υπερωρίες έως 4 ώρες την ημέρα με προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%, ήτοι ποσό 6,71 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας τις καθημερινές και τις Κυριακές και με προσαύξηση 50% τις αργίες τα Σάββατα, ήτοι ποσό 8,06 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας τις ημέρες αυτές [όπως ρητώς αυτά ορίζονται για τη συγκεκριμένη ειδικότητα (επίκουρος) βλ. και Κοροτζή, ΝαυτΔ Ι, σελ. 318 – 319)]. Επίσης, η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2017 προβλέπει απασχόληση επί 40 ώρες την εβδομάδα με νόμιμες υπερωρίες έως 4 ώρες την ημέρα με προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%, ήτοι ποσό 8,37 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας τις καθημερινές και τις Κυριακές και με προσαύξηση 50% τις αργίες τα Σάββατα, ήτοι ποσό 10,04 ευρώ για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας τις ημέρες αυτές [όπως ρητώς αυτά ορίζονται για τη συγκεκριμένη ειδικότητα (θαλαμηπόλος)]. Έτσι, κατά το μεν αιτούμενο από τον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα – εφεσίβλητο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του από 14.06.2017 έως 02.10.2017, οπότε ο ίδιος εργαζόταν, κατά μέσο όρο, 12 ώρες καθημερινά, ήτοι υπερωριακώς 4 ώρες κατά μέσο όρο, πέραν του οκταώρου ημερησίως για 93 καθημερινές και Κυριακές, δικαιούται το ποσό των (93 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωρία Χ 6,71 € ωρομίσθιο ΣΣΕ=) 2.496,12 €. Επίσης, για το ίδιο διάστημα έχει εργασθεί για 16 Σάββατα και 2 αργίες (15η Αυγούστου, 14η Σεπτεμβρίου) ομοίως, επί 12 ώρες/ημέρα και δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των (18 ημέρες Χ 12 ώρες Χ 8,06 € ωρομίσθιο ΣΣΕ =) 1.740,96 €. Ήτοι, συνολικά, για υπερωριακή εργασία του οφείλεται το ποσό των (2.496,12 + 1.740,96=) 4.237,08 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού έχει λάβει 1.513,07 €, όπως ο ίδιος εκθέτει στο αγωγικό δικόγραφο και, ως εκ τούτου, εξακολουθεί να του οφείλεται ποσό ύψους 2.724,01 €. Επιπλέον, κατά το δεύτερο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο ίδιο πλοίο (από 25.01.2018 έως 26.03.2018), περίοδο κατά την οποία ο ίδιος εργαζόταν, κατά μέσο όρο, επί 10 ώρες καθημερινά, ήτοι υπερωριακώς 2 ώρες κατά μέσο όρο, πέραν του οκταώρου ημερησίως για 50 καθημερινές και Κυριακές, δικαιούται  για την αιτία αυτή το ποσό των (50ημέρες Χ 2 ώρες υπερωρία Χ 8,37 € ωρομίσθιο ΣΣΕ=) 837€. Επίσης, για το ίδιο διάστημα έχει εργαστεί για 9 Σάββατα και 2 αργίες (Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου) ομοίως, για 10 ώρες κάθε φορά, δικαιούμενος (11 ημέρες Χ 10 ώρες Χ 10,04 € ωρομίσθιο ΣΣΕ) 1.104,40 €. Κατά συνέπεια, την δεύτερη περίοδο απασχόλησής του για υπερωριακή εργασία του οφείλεται το ποσό των (837 + 1.104,40=) 1.941,4 €. Έναντι του ποσού αυτού έχει λάβει 1.131,57 €, όπως ο ίδιος δηλώνει και αφαιρεί το ποσό αυτό από το συνολικά αιτούμενο και, επομένως, του οφείλεται για την αιτία αυτή ποσό (1.941,4-1.131,57 =) 809,83 €. Επομένως, συνολικά για υπερωριακή απασχόληση του οφείλεται το ποσό των (2.724,01 + 809,83 =) 3.533,84 €. Περαιτέρω, με βάση το άρθρο 14 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. και τις πράγματι καταβαλλόμενες πάγιες και σταθερές αποδοχές του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος – εφεσίβλητου θα υπολογιστεί το επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2017, για την απασχόληση του το πρώτο χρονικό διάστημα (από 14.06.2017 έως 02.10.2017), ως προς το οποίο ο ενάγων δικαιούται αναλογία που υπολογίζεται στο ποσό των [(μισθός ενεργείας 928,36€ + αμοιβή Κυριακής 204,24€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα τροφής 576,30€ + μέσος όρος τακτικά παρεχόμενης υπερωρίας μηνιαίως 1145,15 €=) 2.889,27 € Χ 2/25 Χ (111 ημέρες/19=) 5,84=] 1.349,87€, έναντι του οποίου έχει λάβει το ποσό των 956,04 € και, επομένως, εξακολουθεί να του οφείλεται το ποσό των (1.349,87 – 956,04=) 393,83 € για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων. Επιπλέον, ως δώρο Πάσχα 2018 για το δεύτερο διάστημα απασχόλησής του (από 25.01.2018 έως 26.03.2018) δικαιούται να λάβει το 1/15 του μισού των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του για κάθε 8ήμερο εργασίας του. Δεδομένου ότι οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα ανέρχονταν στο ποσό των [(μισθός ενεργείας 1.157,99€ + αμοιβή Κυριακής 254,76€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα τροφής 576,30€ + μέσος όρος τακτικά παρεχόμενης υπερωρίας μηνιαίως 954,78=)] 2.979,05 €, δικαιούται να λάβει το ποσό των (2.979,05€ : 2 = 1.489,52 : 15= 99,30€ Χ 7,63 8ήμερα=) 757,65 ευρώ. Έναντι του ανωτέρω ποσού, η εναγομένη του κατέβαλε 544,46 € και, επομένως, του οφείλεται το ποσό των (757,65 – 544,46 =) 213,21€. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησής του στο ίδιο πλοίο από 14.06.2017 έως 02.10.2017, ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, πραγματοποιούσε λιγότερα από πέντε κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, τα οποία διαρκούσαν πάνω από δώδεκα ώρες το καθένα, ενώ απέπλεε από το λιμάνι αφετηρίας που ήταν ο Πειραιάς, πριν την συμπλήρωση παραμονής έξι ωρών σε αυτό. Ειδικότερα, κάθε Τετάρτη είχε άφιξη στον Πειραιά στις 23.00΄ και άμεση αναχώρηση στις 23.55΄, ήτοι αναχωρούσε πρόωρα κατά 5,1 ώρες, πραγματοποιώντας, έτσι 0,64 δρομολόγια εβδομαδιαίως (5,1 ώρες πρόωρης αναχώρησης         : 8 =0,64 δρομολόγια, άρθρο 33 §§ 3 και 4      ίδιας ΣΣΝΕ), συνολικά δε πραγματοποιήθηκαν το επίδικο διάστημα (0,64 Χ 15 εβδομάδες επίδικου διαστήματος=) 9,6 «εξπρές» δρομολόγια, για καθένα από τα οποία ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως αμοιβή το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, οι οποίες (μηνιαίες αποδοχές του) ανέρχονται στο ποσό των [μισθός ενέργειας 928,36 € + επίδομα Κυριακών 204,24 € + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + άδεια μετά τροφοδοσίας 353,46€ + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 576,30€ + μέσος όρος μηνιαίων υπερωριών 1.145,15 €=] 3.242,73 € και, επομένως, δικαιούται να λάβει για την αιτία αυτή το ποσό των (1/30 Χ 3.242,73 € Χ 9,6 δρομολόγια εξπρές=) 1.054,97 €, έναντι του οποίου έλαβε 524,95 €, όπως αναφέρει ο ίδιος στο δικόγραφο της αγωγής του. Επομένως, του οφείλεται για την αιτία αυτή το ποσό των 530,02 €. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών – εφεσίβλητος στις ο ενάγων στις 02.10.2017 απολύθηκε στο Πέραμα λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου και επαναναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο στις 23.01.2018, ήτοι μετά την πάροδο των 60 ημερών που ορίζεται από το άρθρο 27 της οικείας ΣΣΝΕ. Ο ισχυρισμός της τελευταίας περί μη προσέλευσης του όταν κλήθηκε από την ίδια ελέγχεται ως αβάσιμος δεδομένου ότι δεν εκθέτει, ούτε και απέδειξε κλήση του για ανάληψη καθηκόντων, αντίθετα ο ίδιος ευρίσκονταν σε ετοιμότητα προς εργασία, μη έχοντας ναυτολογηθεί σε έτερο πλοίο το διάστημα μεταξύ των δύο ναυτολογήσεων και αιτούνταν την επαναπρόσληψη του από την εφεσίβλητη – εκκαλούσα, όπως ορθά έκρινε η εκκαλούμενη. Ομοίως, ουδόλως προέκυψε ο υποχρεωτικός δεξαμενισμός λόγω ετήσιας επιθεώρησης και μετασκευής του πλοίου και επομένως ανικανότητας του πλοίου προς πλου (όπως και η μη διενέργεια δρομολογίων) για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την απόλυση του εκκαλούντος – εφεσίβλητου μέχρι την επαναπρόσληψη του, όπως ισχυρίζεται με την έφεση της η εφεσίβλητη – εκκαλούσα και, επομένως, ο σχετικός ισχυρισμός ελέγχεται ως ουσία αβάσιμος. Κατά συνέπεια, ο τελευταίος δικαιούται να λάβει για την αιτία αυτή το ποσό των [(μισθός ενέργειας 928,36 € + επίδομα Κυριακών 204,24 € + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + άδεια μετά τροφοδοσίας 353,46 € + μηνιαίο αντίτιμο τροφής 576,30 € + μέσος όρος μηνιαίων υπερωριών 1.145,15 €=) 3.242,73 € οι μηνιαίες αποδοχές : 30 ημέρες Χ 22 ημέρες =] 2.378 €. Τέλος, η δεύτερη ένδικη σύμβαση ναυτικής εργασίας λύθηκε «αμοιβαία συναινέσει», ως αναγράφεται επί του ναυτικού του φυλλαδίου, ήτοι με σχετική δήλωση στο κεντρικό λιμένα της χώρας, στις αρχές των οποίων ο εκκαλών – εφεσίβλητος, έμπειρος ναυτικός και απασχολούμενος σε πλοία συμφερόντων της εφεσίβλητης εκκαλούσας ασφαλώς και θα δήλωνε την επικαλούμενη μονομερή και αναίτια καταγγελία από τον πλοίαρχο, που θα συνιστούσε αναίτια απόλυση μετά από 15 χρόνια απασχόλησης του σε πλοία της εναγομένης και, επομένως, διατάραξη της επαγγελματικής του ασφάλειας. Κατά συνέπεια, ο σχετικός ισχυρισμός του εκκαλούντος – εφεσίβλητου που δεν αποδεικνύεται από κάποιο άλλο αποδεικτικό μέσο, πλην της ανωμοτί εξέτασης του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ελέγχεται ως ουσία αβάσιμος και ορθώς απορρίφθηκε το σχετικό κονδύλι από την εκκαλούμενη με το ίδιο σκεπτικό. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις η εκκαλούμενη, υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα –εκκαλούντα – εφεσίβλητο για όλους τους παραπάνω λόγους, πλέον του κονδυλίου των διανυκτερεύσεων που δεν μεταβιβάστηκε στο Δικαστήριο, το ποσό των (3.533,84 + 210,56 +393,83 + 213,21+ 530,02 + 2.378 =) 7.259,46 € εντόκως αναφορικά με την αμοιβή για την υπερωριακή απασχόληση του εκκαλούντος – εφεσίβλητου και την αμοιβή του για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, δρομολόγια εξπρές, από το τέλος του μήνα όπου κάθε επιμέρους κονδύλι κατέστη απαιτητό, για την αποζημίωση απόλυσης από την επομένη ημέρα αυτής (ΕφΠειρ 18/2016, Νομος), ενώ για το επίδομα δώρου Χριστουγέννων από το τέλος του έτους που αφορά. Επομένως, όλοι οι λόγοι των κρινόμενων εφέσεων πρέπει να απορριφθούν ως ουσία αβάσιμοι και αμφότερες οι εφέσεις στο σύνολο τους. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εκκαλών της από 18-9-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020 έφεσης στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 184 ΚΠολΔ) και η εκκαλούσα της από 10-8-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020 στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, ομοίως λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 184 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Διατάσσει την συνεκδίκαση της από 18-9-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020 έφεσης, καθώς και της από 10-8-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020.-

Δικάζοντας επί της από 18-9-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 7383-226/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7162-3365/2020 έφεσης:

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.-

Δέχεται τυπικά την έφεση.-

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.-

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.-

Δικάζοντας επί της από 10-8-2020 (ΓΑΚ – ΕΑΚ κατάθεσης στο Ειρηνοδικείο: 6090-186/2020) με ΓΑΚ – ΕΑΚ προσδιορισμού 7164-3366/2020 έφεσης:

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.-

Δέχεται τυπικά την έφεση.-

Απορρίπτει αυτή κατ’ ουσίαν.-

Καταδικάζει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.-

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 19.3.2021.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ