ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης: 845/2021
(ΓΑΚ/ΕΑΚ 11669/5856/2019)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(τακτική διαδικασία)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Νοεμβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία … η οποία εδρεύει στη Δημοκρατία των … στερούμενης ελληνικού ΑΦΜ, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Κωνσταντίνος Ντέγκας του Βασιλείου (ΑΜ/ΔΣΑ …), κάτοικος ……. ), δυνάμει του από 26.3.2020 πληρεξούσιου εγγράφου, που φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής από τον ίδιο δικηγόρο, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, ο οποίος υπέβαλε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στην …, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μάρκος Δάρας του Ανδρέα (ΑΜ/ΔΣΑ …, κάτοικος ……… (…), δυνάμει του από 7.7.2020 υπ’ αριθ. … ειδικού πληρεξούσιου του συμβολαιογράφου Αθηνών Κωνσταντίνου Κωνσταντίνου, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, ο οποίος υπέβαλε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 18.12.2019 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης 11669/19.12.2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5856/19.12.2019, μετά δε το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν τα άρθρα 237 και 238 του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε, δυνάμει της από 23.10.2020 Πράξης ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά της από το πινάκιο, η υπόθεση συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η διοίκηση αλλότριων ρυθμίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 730-739 ΑΚ ως ενοχή εξωδικαιοπρακτική, που παράγεται αμέσως από το νόμο μεταξύ του διοικητή και του κυρίου της υπόθεσης και μάλιστα από μόνο το γεγονός ότι ο διοικητής χειρίζεται και διοικεί ξένη υπόθεση χωρίς να έχει δικαίωμα ή σχετική υποχρέωση. Οι διατάξεις αυτές διακρίνουν μεταξύ γνήσιας και μη γνήσιας διοίκησης αλλότριων, ενώ και η γνήσια διοίκηση αλλότριων διακρίνεται σε θεμιτή και αθέμιτη (ΑΠ 784/2005 ΕλλΔνη 2005.1085). Η έννοια της γνήσιας διοίκησης αλλότριων δίνεται από τις διατάξεις του άρθρου 730 ΑΚ, κατά τις οποίες όποιος διοικεί χωρίς εντολή ξένη υπόθεση έχει υποχρέωση να τη διεξάγει προς το συμφέρον του κυρίου και σύμφωνα με την πραγματική ή την εικαζόμενη θέλησή του, δεν λαμβάνεται δε υπόψη αντίθετη θέληση του τελευταίου για τη διοίκηση της υπόθεσής του, αν αντιβαίνει στο νόμο ή στα χρηστά ήθη. Εφόσον ο διοικητής ανέλαβε τη διοίκηση της ξένης υπόθεσης προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή την εικαζόμενη θέληση κυρίου πρόκειται για γνήσια θεμιτή διοίκηση αλλότριων και ο διοικητής έχει κατά το άρθρο 736 ΑΚ το δικαίωμα να ζητήσει από τον κύριο τις δαπάνες της διοίκησης και την ανόρθωση των ζημιών κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως. Πραγματική μεν βούληση υπάρχει, όταν ο κύριος της υπόθεσης έχει εκφρασθεί περί της ανάγκης διενέργειας των πράξεων. Αρκεί, πάντως, η ξένη υπόθεση να διεξάγεται κατ’ αποτέλεσμα σύμφωνα με τη θέλησή του, όπως εκφράσθηκε ή διασαφηνίσθηκε έστω και μεταγενέστερα ή όπως είναι δυνατό να εξωτερικευθεί. Άλλως παραμένει ενδιάθετη και δεν λογίζεται πραγματική (Τασίκας σε Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, 730 αριθ. 28). Εικαζόμενη δε, βούληση είναι όχι εκείνη την οποία μπορεί να εικάσει ο διοικητής, αλλά η βούληση που μπορεί να θεωρηθεί σε παρόμοιες περιστάσεις, αντικειμενικά ερευνώμενες, ως τέτοια του κυρίου της υπόθεσης, διαφορετικά πρόκειται για γνήσια μεν, αθέμιτη όμως διοίκηση αλλότριων και ο διοικητής δικαιούται κατά το άρθρο 737 ΑΚ να ζητήσει μόνο την απόδοση των δαπανών του κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αντίθετα πρόκειται για μη γνήσια διοίκηση αλλότριων όταν ο διοικητής διοικεί την ξένη υπόθεση σαν δική του, γνωρίζοντας ότι πρόκειται για ξένη, οπότε κατά το άρθρο 739 ΑΚ και με την επιφύλαξη της τυχόν ευθύνης του από αδικοπραξία έχει και πάλι τις υποχρεώσεις από τη διοίκηση αλλότριων, ενώ δαπάνες έχει δικαίωμα να απαιτήσει μόνο κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Η διοικούμενη υπόθεση μπορεί να είναι εν μέρει ίδια του διοικητή και εν μέρει αλλότρια. Αντικειμενικώς δε λογίζεται αλλότρια η υπόθεση όταν ανήκει, κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών, στον κύκλο των συμφερόντων τρίτου προσώπου. Ενόψει αυτών, στοιχεία της αγωγής, στην πρώτη περίπτωση (της γνήσιας διοίκησης) είναι: 1) η αυθόρμητη ανάληψη της διοικήσεως αλλότριας υπόθεσης, χωρίς τη ρητή εντολή του κυρίου αυτής, 2) η, κατά το συμφέρον του κυρίου και κατά την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση αυτού, διεξαγωγή της υπόθεσης και 3) οι δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε κατά την κανονική διεξαγωγή της υπόθεσης. Αντίθετα ο εναγόμενος (κύριος της υπόθεσης), μπορεί να επικαλεσθεί, κατ’ ένσταση, είτε ότι δεν υπήρξε διοίκηση αλλά εντολή ή νόμιμος λόγος διαχείρισης είτε ότι η διοίκηση δεν έγινε προς το συμφέρον του, αλλά ότι ο διοικητής ενήργησε ιδιοτελώς προς ίδιο συμφέρον, είτε ότι υπήρχε αντίθετη (πραγματική ή εικαζόμενη) βούλησή του την οποία ο διοικητής είχε διαγνώσει ή μπορούσε να διαγνώσει. Την τελευταία ένσταση μπορεί να αντικρούσει ο διοικητής, αντενιστάμενος ότι η αντίθετη θέληση του κυρίου ήταν ενάντια στο νόμο ή τα χρηστά ήθη (ΑΠ 2091/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στοιχεία, περαιτέρω, της αγωγής (ή ανταγωγής) αδικαιολόγητου πλουτισμού για δαπάνες από την κατ’ άρθρο 737 ΑΚ διοίκηση αλλότριων (που πρέπει να εκθέτει και αποδεικνύει ο ενάγων ή αντενάγων διοικητής αλλότριων) αποτελούν, σύμφωνα με τις άνω διατάξεις και εκείνες των άρθρων 106, 111 παρ. 2, 118 περ. 4 και 216 παρ. 1α ΚΠολΔ, μεταξύ άλλων, ο πλουτισμός του εναγόμενου κυρίου της υποθέσεως, η επέλευσή του σε βάρος του ενάγοντος (άρα και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στον πλουτισμό του πρώτου και την επιβάρυνση του δευτέρου) και η έλλειψη νόμιμης αιτίας (ΑΠ 326/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, επί μεταβιβάσεως κυριότητας πλοίου ναυλωμένου, η ναύλωση του πλοίου δεν δεσμεύει τον υπερθεματιστή και εν γένει τον νέο κτήτορα του πλοίου, ο οποίος δεν δεσμεύεται από τις ενέργειες, παραλείψεις, δικαιώματα και υποχρεώσεις των ναυλωτών και των εχόντων δικαιώματα επί του φορτίου, ως και της τέως πλοιοκτήτριας του πλοίου και καθ’ ης η εκτέλεση. Ουδενός, συνεπώς, υφιστάμενου δεσμού μεταξύ του νέου κτήτορα και των εχόντων συμφέροντα επί του φορτίου, του οποίου δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε ως μεσεγγυούχος, πρόδηλο είναι ότι η νομική φύση της θέσεως αυτού έναντι των δικαιούχων των επί του πλειστηριασθέντος πλοίου ευρισκόμενων φορτίων είναι η του διοικητή αλλότριων, εφαρμοζομένων αναλογικώς των διατάξεων των άρθρων 730 επ. ΑΚ. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, ο νέος κτήτορας, ως διοικητής αλλότριων, υποχρεούται βεβαίως ν’ αποδώσει στον κύριο τα πράγματα του φορτίου (άρθρο 734 ΑΚ), αλλά δικαιούται συγχρόνως να ζητήσει και τις δαπάνες στις οποίες υπεβλήθη εκ της διοικήσεως (άρθρο 736 ΑΚ), όπως είναι και οι δαπάνες εκφορτώσεως και μετακινήσεως του φορτίου προς παράδοσή του (ΜΠρΠειρ 738/1980 ΠειρΝ 1980.253). Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των άρθρων 2 και 11 παρ. 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη ΙΙ»), που ισχύει από 11.1.2009, στην εξωσυμβατική ενοχή της διοίκησης αλλότριων, όταν δεν προϋπάρχει υφιστάμενη σχέση μεταξύ των μερών ή όταν δεν έχουν τη συνήθη διαμονή τους στην ίδια χώρα (κατά τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1, 2 του ίδιου Κανονισμού), εφαρμόζεται το δίκαιο της χώρας στην οποία τελείται η συγκεκριμένη πράξη (ΜΠρΠειρ 766/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, το ορισμένο της αγωγής, ως διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, εξετάζεται πριν τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της (ΕφΑθ 5009/1987 ΕλλΔνη 1988.1218) και κρίνεται από τη lex fori, από το δίκαιο δηλαδή της έδρας του Δικαστηρίου που δικάζει (ΠΠρΠειρ 2102/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 785/1997 ΕΝαυτΔ 1998.130, ΠΠρΠειρ 9355/1980 ΝοΒ 28.1598).
Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα αλλοδαπή εταιρεία εκθέτει στην κρινόμενη αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε (άρθρο 224 ΚΠολΔ), ότι, στο πλαίσιο διενεργηθέντος την 4.4.2018 δημόσιου αναγκαστικού πλειστηριασμού, κατέστη πλοιοκτήτρια του υπό σημαία Τόγκο φορτηγού πλοίου … το οποίο, κατά το χρόνο της κατακύρωσης, ήταν έμφορτο με 2.500 μετρικούς τόνους περλίτη, κυριότητας της εναγόμενης, και βρισκόταν σε ναυπηγείο στο Πέραμα. Ότι, προκειμένου να προβεί σε επισκευές επί του πλοίου, έπρεπε προηγουμένως να εκφορτωθεί το υπάρχον φορτίο, για το οποίο η εναγόμενη αδιαφόρησε, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της ενάγουσας προς αυτήν και τους ασφαλιστές του φορτίου και ενώ διευκόλυνε τη δειγματοληψία για τον έλεγχο της ποιότητάς του. Ότι, τελικά, το φορτίο εκφορτώθηκε στον λιμένα της Ελευσίνας, όπου είχε ρυμουλκηθεί το πλοίο, κατόπιν εντολής του … λόγω επικινδυνότητας, και πωλήθηκε από την εναγόμενη τον Ιανουάριο 2019. Ότι, συνεπώς, οι ενέργειες της ενάγουσας κατέτειναν στη διασφάλιση των συμφερόντων της εναγόμενης, σύμφωνα με την πραγματική ή την εικαζόμενη θέλησή της, ώστε η ίδια να εισπράξει το τίμημα της πωλήσεως του φορτίου της και ασφαλιστική αποζημίωση. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, επικαλούμενη κυρίως μεν τις διατάξεις περί γνήσιας διοίκησης αλλότριων, επικουρικά δε, για την περίπτωση της μη γνήσιας άλλως αθέμιτης διοίκησης αλλότριων, τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, η ενάγουσα ζητεί, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να τής καταβάλει, ως αποζημίωση για τις δαπάνες στις οποίες προέβη, όπως αναλυτικά εκτίθενται στην αγωγή (πρακτορειακά έξοδα, ρυμούλκηση του πλοίου, χρήση πλωτού γερανού, έξοδα νηολογίου, αμοιβές, τέλη πρυμνοδέτησης και διάφορα έξοδα), το συνολικό ποσό των 46.512,44 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική δαπάνη της. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αγωγή, που επιδόθηκε στην εναγόμενη εντός της τασσόμενης κατ’ άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά Ι. Π., και για το παραδεκτό της συζήτησης της οποίας κατατέθηκε με το εισαγωγικό δικόγραφο της υπό κρίση αγωγής το από 8.12.2019 ενημερωτικό έγγραφο, υπογεγραμμένο από τον νόμιμο εκπρόσωπο της ενάγουσας και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, για τη δυνατότητα διευθέτησης της διαφοράς με διαμεσολάβηση (άρθρα 3 παρ. 2, 44 περ. β΄ του Ν. 4640/2019), αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 1, 7, 9, 10, 13, 14 παρ. 2, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ και 51 παρ. 1 α, 2 εδ. α και 3 του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Στο σημείο αυτό πρέπει ν’ αναφερθεί ότι η εναγόμενη αμφισβητεί, με σχετικό ισχυρισμό που περιλαμβάνει στην προσθήκη στις προτάσεις της, την ισχύ του αλλοδαπού εγγράφου που η ενάγουσα προσκομίζει προς απόδειξη της νόμιμης σύστασής της και, συνακόλουθα, την ύπαρξη της ενάγουσας και την πληρεξουσιότητα του δικηγόρου που την εκπροσωπεί. Ειδικότερα, η ενάγουσα προσκομίζει προς τούτο με επίκληση επικυρωμένο αντίγραφο, νόμιμα μεταφρασμένο, του από 3.9.2018 «πιστοποιητικού αξιωματούχων της εταιρείας … σύμφωνα με το οποίο η …s”, των Ν. Μ., με την ιδιότητα των εγγεγραμμένων πρακτόρων της ως άνω ενάγουσας αλλοδαπής εταιρείας, η οποία ιδρύθηκε στις Ν. Μ. την 1.2.2008, με αριθμό μητρώου … βρίσκεται σε νόμιμη λειτουργία, εδρεύει στις Ν. Μ. και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Σ. Α., Πρόεδρο, Γραμματέα και Ταμία του Δ.Σ. αυτής. Στο εν λόγω έγγραφο, που φέρει την εταιρική σφραγίδα της … και υπογράφεται για λογαριασμό της από τη Β. Λ., έχει τεθεί η επισημείωση (Apostille) της Σύμβασης της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961, που πιστοποιεί τη γνησιότητα της υπογραφής, την ιδιότητα με την οποία ενήργησε η υπογράφουσα και την ταυτότητα της σφραγίδας που αυτό φέρει. Σύμφωνα, επομένως, με το άρθρο 456 ΚΠολΔ και την από 5.10.1961 Σύμβαση της Χάγης, που κυρώθηκε με τον ν. 1497/1984, από το εν λόγω αλλοδαπό δημόσιο έγγραφο, σε συνδυασμό με την από 26.3.2020 εξουσιοδότηση του ανωτέρω Σ. Α., που φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, από τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Ντέγκα (ΑΜ/ΔΣΑ …), αποδεικνύεται τόσο η σύσταση και η ύπαρξη της ενάγουσας αλλοδαπής εταιρείας με έδρα τις Ν. Μ., όπως και στην αγωγή αναφέρεται, όσο και η πληρεξουσιότητα του δικηγόρου που την εκπροσωπεί [σχετ. βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Τέντε), ΚΠολΔ Ι (2000), 456, πρβλ. ΕφΘεσ 2846/2000 Αρμ 2001.537]. Επομένως, ο σχετικός ισχυρισμός της εναγόμενης κρίνεται αβάσιμος και απορριπτέος. Επιπλέον, το Δικαστήριο τούτο έχει διεθνή δικαιοδοσία, ενόψει του διασυνοριακού στοιχείου της επίδικης υπόθεσης, καθώς η έδρα της εναγόμενης βρίσκεται στην Ελλάδα [άρθρα 1 παρ. 1 εδ. α, 4 παρ. 1 και 63 παρ. 1, 66 παρ. 1, 80 και 81 του Κανονισμού 1215/2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις («Βρυξέλλες Ια»]. Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις οικείες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 11ης Ιουλίου 2007 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη II)» (οι οποίες, λόγω του οικουμενικού χαρακτήρα του ανωτέρω Κανονισμού που ρητά διατυπώνεται στο άρθρο 3 αυτού, αντικαθιστούν τους εθνικούς κανόνες συγκρούσεως των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις εξωσυμβατικές ενοχές που υπάγονται στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής τους) προς ανεύρεση του εφαρμοστέου δικαίου που διέπει την επίδικη διαφορά, το οποίο είναι εν προκειμένω το ελληνικό, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 11 παρ. 3 του Κανονισμού, δεδομένου ότι οι επίδικες πράξεις τελούνται στην Ελλάδα. Με βάση τα ανωτέρω, η αγωγή, το ορισμένο της οποίας κρίνεται σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε, από τη lex fori, είναι ορισμένη, κατά την κύρια και τις επικουρικές της βάσεις, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγόμενης, καθόσον περιέχει όλα τ’ αναγκαία στοιχεία, όπως αυτά παρατίθενται ανωτέρω στη μείζονα πρόταση της παρούσας, ορισμένα δε κρίνονται και τα αιτούμενα κονδύλια, τα οποία αναλυτικά προσδιορίζονται κατ’ είδος και αιτία και παρατίθενται εκτενώς, χωρίς ν’ απαιτούνται για τη θεμελίωσή τους περαιτέρω στοιχεία, π.χ. ειδική αναφορά του τρόπου καθορισμού τους, όπως αβασίμως υπολαμβάνει η εναγόμενη. Είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 730, 733, 736, 737, 904, 713, 721, 722, 723, 340, 345, 346 ΑΚ και 176, 191 παρ. 2, 907, 908 περ. στ΄ ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με κωδικό … e-παράβολο, σε συνδυασμό με την από 13.7.2020 βεβαίωση πληρωμής e-παραβόλου της «…»).
Από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα Α. Α., που λήφθηκε με επιμέλεια της ενάγουσας ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά Άννας – Κλαυδίας Κωνσταντίνου, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου της (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά Ι. Π.), καθόσον η διαζευκτική αναφορά δύο ημερών (14 ή 15 Ιουλίου) λήψης της ένορκης βεβαίωσης, σε συγκεκριμένη, ωστόσο, ώρα ενώπιον της ανωτέρω συμβολαιογράφου, δεν δημιουργεί πρόσκομμα στο δικονομικό δικαίωμα της εναγόμενης να παραστεί κατά τη λήψη της, καθώς και απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα αλλοδαπή εταιρεία πλειοδότησε, για ποσό 400.020,00 δολαρίων ΗΠΑ, στον αναγκαστικό πλειστηριασμό του φορτηγού πλοίου … με σημαία (κατά το χρόνο εκείνο) Μ., Τ., και ΙΜΟ 9127980, κ.ο.χ. 2.086, στις 4.4.2018 και απέκτησε αυτό κατά κυριότητα με βάση την υπ’ αριθ. … περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης πλοίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς Ελένης Τσούμα. Η αλλαγή της πλοιοκτησίας ολοκληρώθηκε στις 30.4.2018 (βλ. σχετ. το από 30.4.2018 προσωρινό έγγραφο εθνικότητας της Ναυτιλιακής Αρχής του Τόγκο). Εντός του πλοίου αυτού βρισκόταν φορτίο δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) τόνων περλίτη, κυριότητας της εναγόμενης εταιρείας, η οποία έχει ως καταστατικό της σκοπό, μεταξύ άλλων, την έρευνα, αναζήτηση και εκμετάλλευση αργυρομεταλλευμάτων, βαρυτίνης και κάθε συνυπάρχοντος ορυκτού, μεταλλευτικού και βιομηχανικού προϊόντος. Το φορτίο αυτό φορτώθηκε χύδην στο ως άνω πλοίο, που ναύλωσε η εναγόμενη από την τότε πλοιοκτήτριά του, εταιρεία … δυνάμει του από 4.1.2016 ναυλοσυμφώνου κατά ταξίδι, στη Μήλο (κόλπος Αδάμαντα) την 15.1.2016, εκδόθηκε σχετικά η οποία 15.1.2016 υπ’ αριθ. … φορτωτική, σε τρία (3) πρωτότυπα, στην οποία αναγραφόταν ως φορτώτρια η εταιρεία … [εναγόμενη], παραλήπτρια η εδρεύουσα στο Μ. Ι. εταιρεία …”, και απέπλευσε με προορισμό τη Σαβόνα Ιταλίας. Η παραλήπτρια εταιρεία είχε αγοράσει το φορτίο [2.500 μ.τ. CHT 2.5-0.8 χύδην ακατέργαστος περλίτης] έναντι συνολικού τιμήματος 229.500 ευρώ (βλ. το υπ’ αριθ. 6850/9009616/15.1.2016 τιμολόγιο), πλην όμως το τίμημα ουδέποτε καταβλήθηκε και η εν λόγω πώληση ματαιώθηκε, καθόσον, λόγω μηχανικής βλάβης, το πλοίο κατέπλευσε ρυμουλκούμενο στον Πειραιά και συγκεκριμένα στον θαλάσσιο χώρο του Περάματος, έμπροσθεν Ναυπηγείου Ατσαλάκη, την 26.1.2016, όπου και κατασχέθηκε αναγκαστικά δυνάμει της υπ’ αριθ. … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά Αικατερίνης Αγγελοπούλου, σε εκτέλεση του Α΄ απογράφου εκτελεστού της υπ’ αριθ. 5770/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασίας περιουσιακών – εργατικών διαφορών), εκδοθείσας επί αγωγών των επισπευδόντων ναυτικών κατά της προηγούμενης πλοιοκτήτριας, αλλοδαπής (λετονικής) εταιρείας με την επωνυμία “… και εκπλειστηριάστηκε κατά τα ανωτέρω. Εξάλλου, η προηγούμενη πλοιοκτήτρια είχε κληθεί, με το υπ’ αριθ. Πρωτ. … έγγραφο του … να απομακρύνει το ως άνω φορτηγό πλοίο εκτός της λιμενικής περιοχής … άμεσα και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 5.1.2018, λόγω κινδύνου βύθισής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2881/2001, μετά δε την αλλαγή της πλοιοκτησίας ο … εξακολούθησε να οχλεί τηλεφωνικά περί τούτου τη νέα πλοιοκτήτρια. Περαιτέρω, μετά τον πλειστηριασμό, η ενάγουσα ενημερώθηκε στις 17.4.2018 από την εδρεύουσα στον Πειραιά Εταιρεία Επιθεωρητών … ότι ενεργούσαν για λογαριασμό των ασφαλιστών του επί του πλοίου ευρισκόμενου φορτίου και ότι επιθυμούσαν να προβούν σε δειγματοληψία για έλεγχο της ποιότητάς του, ενώ οι Άγγλοι δικηγόροι των ασφαλιστών (“Clyde & Co”) επικοινώνησαν μαζί της στις 18.4.2018 δηλώνοντας ότι επιθυμούσαν, πέραν της δειγματοληψίας, την εκφόρτωση του φορτίου. Η ενάγουσα απάντησε με το από 24.4.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ότι το πλοίο επρόκειτο να μετακινηθεί, με την ολοκλήρωση της αλλαγής πλοιοκτησίας, ήταν δε πρόθυμη να συζητήσει για την εκφόρτωση του φορτίου πριν τη μετακίνηση, η οποία, σε κάθε περίπτωση, έχρηζε προσοχής λόγω της μη ύπαρξης σε ισχύ πιστοποιητικών αξιοπλοΐας. Πράγματι, το πλοίο, δεδομένης της επιθυμίας του … περί άμεσης απομάκρυνσής του από τον λιμενικό χώρο δικαιοδοσίας του, λόγω του επικείμενου κινδύνου βύθισής του, μετακινήθηκε την 8η Μαΐου 2018, ρυμουλκούμενο, καθόσον, λόγω βλάβης που είχε υποστεί στον μειωτήρα στροφών της κύριας μηχανής του, δεν ήταν δυνατή η αυτοδύναμη πλεύση του, και πλαγιοδετήθηκε επί του πλοίου …», στον λιμένα της Ελευσίνας, περιοχή Κρόνος, επ’ αυτού δε τοποθετήθηκε πλήρωμα για να παρακολουθεί την κατάστασή του. Σε μεταγενέστερη επικοινωνία της ενάγουσας και του πληρεξούσιου δικηγόρου της με τους δικηγόρους των ασφαλιστών του φορτίου και τους ως άνω Επιθεωρητές, η πλοιοκτήτρια διά της διαχειρίστριας του πλοίου εταιρείας … γνωστοποίησε τη συναίνεσή της στη δειγματοληψία, η οποία και πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουνίου 2018, παρουσία εκπροσώπων της ως άνω εταιρείας Επιθεωρητών, του Τελωνείου, της εναγόμενης ως κυρίας του φορτίου, όπως δεν αμφισβητείται, καθόσον είχε στην κατοχή της την πρωτότυπη φορτωτική, και της πλοιοκτήτριας. Ωστόσο, αν και ήδη από τις 21.5.2018 και κατ’ επανάληψη στη συνέχεια ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας είχε ενημερώσει, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για την επιβάρυνση, από άποψη κόστους και καθυστερήσεων, της πλοιοκτήτριας εταιρείας συνεπεία της μη εκφόρτωσης, η κυρία του φορτίου εναγόμενη εταιρεία απέφευγε να λάβει σαφή θέση και να προβεί στην εκφόρτωση, καθόσον βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τους ασφαλιστές του φορτίου, επιδιώκοντας την ασφαλιστική της κάλυψη, διότι θεωρούσε ότι δεν μπορούσε να αξιοποιήσει εμπορικά το φορτίο. Πλην όμως, προκειμένου να προβεί η πλοιοκτήτρια στις απαιτούμενες επιθεωρήσεις και επισκευές επί του πλοίου και την έκδοση των αναγκαίων πιστοποιητικών αξιοπλοΐας, έπρεπε να προηγηθεί η εκφόρτωση του φορτίου. Η αδιαφορία της εναγόμενης έθετε σε κίνδυνο, πέραν της ασφάλειας του σκάφους, το ίδιο το φορτίο, καθόσον, σε ενδεχόμενη βύθιση του πλοίου, θα καταστρεφόταν ολοσχερώς. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την από 22 Ιουνίου 2018 επιθεώρηση γενικής κατάστασης του πλοίου, που διενήργησε ο ναυπηγός μηχανολόγος μηχανικός …), η επιθεώρηση της κατάστασης του κύτους, των διπύθμενων και πλευρικών δεξαμενών του σκάφους ήταν ανέφικτη λόγω της κατάστασης φόρτου του πλοίου, με συνέπεια να δημιουργείται κίνδυνος, καθόσον, πιθανή διαρροή θαλασσινού νερού εντός του κύτους λόγω φθοράς δεν θα μπορούσε ν’ αντιμετωπισθεί, ούτε εσωτερικά (με απάντληση υδάτων), λόγω της μη προσβασιμότητας στους χώρους του αμπαριού, αλλά και στις δεξαμενές του πλοίου, ούτε εξωτερικά (με χρήση δυτών), λόγω της μη δυνατότητας εντοπισμού της περιοχής διαρροής. Συνεπώς, ήταν απαραίτητη η άμεση εκφόρτωση και ο μετέπειτα δεξαμενισμός του πλοίου, για την ασφάλεια αυτού και του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Τα ανωτέρω διεμήνυσε η ενάγουσα διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της στην εναγόμενη τόσο με το από 19.6.2018 ηλεκτρονικό μήνυμα όσο και με την από 28.6.2018 εξώδικη δήλωση, που κοινοποιήθηκε στην τελευταία αυθημερόν, με την οποία ζητούσε, εντός προθεσμίας τριών ημερών, να τής γνωστοποιηθεί το αποτέλεσμα της από 1.6.2018 δειγματοληψίας, καθώς και της προγενέστερης από Οκτωβρίου 2017 όμοιας, και να την ενημερώσει για την πρόθεση και τον χρόνο παραλαβής του φορτίου. Σε απάντηση της από 28.6.2018 εξώδικης δήλωσης, η εναγόμενη κοινοποίησε στην ενάγουσα στις 23.7.2018 την από 20.7.2018 εξώδικη απάντηση, με την οποία δήλωσε ότι ουδέποτε είχε εγκαταλείψει το φορτίο, αντίθετα βρισκόταν σε διαρκείς διαπραγματεύσεις με την ασφαλιστική της εταιρεία για την καλύτερη για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη αντιμετώπιση της κατάστασης, που χωρίς δική της υπαιτιότητα είχε δημιουργηθεί. Στο πλαίσιο αυτό η ενάγουσα άσκησε την από 18.7.2018 υπ’ αριθ. κατάθ. 1376/43/2018 αίτησή της κατά της ήδη εναγόμενης ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ελευσίνας, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, με αίτημα τη χορήγηση άδειας εκφόρτωσης του φορτίου και πώλησης αυτού, η οποία απορρίφθηκε ως νόμω αβάσιμη, με την υπ’ αριθ. 12/2019 (τελεσίδικη) απόφαση του Ειρηνοδικείου Ελευσίνας, πρωτίστως διότι η αιτούσα, ως διοικητής αλλότριων, δεν χρειαζόταν άδεια του Δικαστηρίου, παρά μόνο όφειλε να ειδοποιήσει την κυρία του φορτίου, τάσσοντας εύλογη προθεσμία σ’ αυτήν λόγω της υπερημερίας της, για την πρόθεσή της να εκπλειστηριάσει το φορτίο με εκούσιο δημόσιο πλειστηριασμό (1021 ΚΠολΔ), τηρώντας τις νόμιμες διατυπώσεις, και στη συνέχεια να καταθέσει δημόσια το τίμημα – εκπλειστηρίασμα στο ΤΠκΔ, ενώ απορρίφθηκε και το αίτημά της για κάλυψη των δαπανών της με παρακράτηση από το τίμημα της πώλησης. Εν τέλει, η εναγόμενη προέβη στην πώληση του φορτίου στην «…», έναντι συνολικού τιμήματος 17.465,21 ευρώ (βλ. το υπό στοιχεία ΑΜΛΗ-… τιμολόγιο πώλησης, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η εναγόμενη), εκφορτώθηκε δε αυτό κατά το χρονικό διάστημα από 7 έως 10 Ιανουαρίου 2019, αφού προηγουμένως το πλοίο μεθορμίστηκε στον Κεντρικό Λιμένα Ελευσίνας. Τα έξοδα για τη μεθόρμιση του πλοίου και την εκφόρτωση (μετακίνηση του πλοίου στο λιμάνι ρυμουλκούμενου από δύο ρυμουλκά, έξοδα πλοηγού, τελωνειακές διατυπώσεις, έγγραφα, προετοιμασία και λειτουργία των καλυμμάτων των κυτών, πρόσδεση πλοίου, διατυπώσεις σημαίας και έξοδα πιστοποιητικών κλάσης), συνολικού ύψους 10.000,00 ευρώ, κατέβαλε η εναγόμενη στην ενάγουσα εταιρεία. Με βάση τα ανωτέρω, η ενάγουσα ενήργησε προς το συμφέρον και κατ’ αποτέλεσμα σύμφωνα με την πραγματική βούληση της εναγόμενης, όπως αυτή εκφράσθηκε και διασαφηνίσθηκε έστω και μεταγενέστερα, με την από 20.7.2018 εξώδικη απάντησή της προς την ενάγουσα, άλλως την εικαζόμενη βούληση αυτής, δεδομένου ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η διατήρηση, προστασία και οικονομική αξιοποίηση του φορτίου, μέσω της είσπραξης ασφαλιστικής αποζημίωσης ή / και μέσω της πώλησής του, συνιστά κατ’ αντικειμενική εκτίμηση τη βούληση της κυρίας του φορτίου. Οι ενέργειες δε της ενάγουσας και οι δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε, χωρίς να τη συνδέει οποιαδήποτε έννομη σχέση (λ.χ. εντολή) με την εναγόμενη, τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με τη διοίκηση αλλότριων, αφού, εάν το πλοίο ήταν κενό φορτίου, η ενάγουσα θα προέβαινε σε άμεση επισκευή του στα ναυπηγεία Ατσαλάκη στο Πέραμα Πειραιά, όπου βρισκόταν ήδη κατά τον χρόνο του πλειστηριασμού, και στη συνέχεια θα προέβαινε στην έκδοση των πιστοποιητικών αξιοπλοΐας και την εμπορική του εκμετάλλευση. Η μεταφορά του -με τη χρήση ρυμουλκών, λόγω της αβαρίας στην κύρια μηχανή του- στην Ελευσίνα (θέση Κρόνος), όπου δεν διενεργούνται επισκευές πλοίων (βλ. την ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα Α. Α., υπεύθυνου για την εν γένει διαχείρισή του υπαλλήλου της διαχειρίστριας εταιρείας “…”) και η φύλαξή του με πλήρωμα που τοποθέτησε, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα μέχρι την εν τέλει διευθέτηση του ζητήματος και πώληση του φορτίου, οφειλόταν στην ύπαρξη του φορτίου και αποσκοπούσε στη διαφύλαξή του. Συγκεκριμένα, η ενάγουσα προέβη στις ακόλουθες δαπάνες, που συνδέονται αιτιωδώς με τη διαχείριση του επίδικου φορτίου: 1. Πρακτορειακά έξοδα στον Πειραιά, Πέραμα – Ναυπηγείο Ατσαλάκη για την περίοδο από 3.5.2018 έως 8.5.2018, ευρώ 287,19, του πρακτορείου …”, απορριπτομένου κατ’ ουσίαν του υπόλοιπου για την αιτία αυτή αιτούμενου ποσού των 200,00 ευρώ, διότι αφορούσε σε «διαδικασίες για την ανάληψη της πρακτορείας», ήτοι σε έξοδα στα οποία η ενάγουσα θα υποβαλλόταν σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως της ύπαρξης του φορτίου, 2. Πρακτορειακά έξοδα στην Ελευσίνα, περιοχή Κρόνος, από 8.5.2018 έως 31.5.2018, ευρώ 830,00, του πρακτορείου …”, 3. Ρυμούλκηση του πλοίου άνευ μηχανής και πληρώματος, από το Πέραμα στην Ελευσίνα, την 8.5.2018, και, συγκεκριμένα, χρήση των ρυμουλκών (της …, έναντι αμοιβής 6.000 ευρώ για τη ρυμούλκηση και έναντι αμοιβής 4.000 ευρώ για την αναμονή στην περιοχή Κρόνος, Ελευσίνα, ήτοι έναντι συνολικής αμοιβής ευρώ 10.000, όπως αυτή προκύπτει με βάση το από 5.6.2018 πιστοποιητικό υπηρεσιών (χρεωστικό σημείωμα) της κοινοπραξίας, με αναλυτική περιγραφή των παρασχεθεισών από έκαστο των ρυμουλκών υπηρεσιών, και υπολογίζεται (κατόπιν έκπτωσης) σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο ταρίφας ρυμουλκών της ανωτέρω κοινοπραξίας, χρονικής περιόδου 1.1.2018-31.12.2018, με επιπρόσθετη χρέωση για απασχόληση των ρυμουλκών πέραν της μίας (1) ώρας, 4. Χρήση πλωτού γερανού (… της εταιρείας … για την τοποθέτηση δύο αγκυρών, στη θέση Κρόνος, Ελευσίνα (την 8.5.2018), ευρώ 5.000, 5. Έξοδα νηολογίου και αμοιβή αντιπροσώπων … για έκδοση πιστοποιητικών ασφαλείας σε ισχύ που επέτρεψαν τη ρυμούλκηση του πλοίου έμφορτου, άνευ μηχανής και πληρώματος, την 8.5.2018, ήτοι πιστοποιητικών ασφάλισης αστικής ευθύνης για ρύπανση, οργανικής σύνθεσης, βεβαιώσεων αξιοπλοΐας, καταλληλότητας για ρυμούλκηση, επιθεώρησης κ.λπ., συνολικού ποσού ευρώ 1.770, 6. Έξοδα νηολογίου και αμοιβή αντιπροσώπων ως ανωτέρω, για την έκδοση πιστοποιητικού χωρητικότητας, απαραίτητου για τη ρυμούλκηση του πλοίου, την 8.5.2018, συνολικού ποσού ευρώ 3.196, 7. Αμοιβή προσωπικού για την πρόσδεση, την 8.5.2018, συνολικά ευρώ 500 (200 ευρώ … κατά το διάστημα από 8.5.2018 έως 10.1.2019, συνολικού ποσού ευρώ 11.700, υπολογιζόμενοι προς 1.500 ευρώ μηνιαίως κλειστά, σύμφωνα με την ατομική του σύμβαση εργασίας, δεδομένου ότι κατά τους κανονισμούς της σημαίας του πλοίου και τους διεθνείς κανονισμούς ασφαλείας απαιτείτο η επί του πλοίου ναυτολόγηση ενός τουλάχιστον διπλωματούχου ναύτη καθ’ όλη τη διάρκεια που το πλοίο θα ήταν δεμένο στην περιοχή Κρόνος, Ελευσίνα, για λόγους ασφαλείας, 9. Έξοδα τροφοδοσίας και νερού του ναυτολογηθέντος επί του πλοίου πιο πάνω ναύτη, για το διάστημα 8.5.2018 – 31.12.2018 προς 300,00 ευρώ μηνιαίως και για το πιο πάνω διάστημα συνολικά ευρώ 2.400, 10. Καταβληθέντα τέλη στον … για πρυμνοδέτηση πλωτών ναυπηγημάτων για την περίοδο από 5.4 έως 8.5.2018, συνολικά ευρώ 982,50, 11. Καταβληθέντα τέλη στον Οργανισμό Λιμένος Ελευσίνας Α.Ε. (ΟΛΕ) για δικαιώματα ελλιμενισμού για την περίοδο από 8.5.2018 έως 31.12.2018 στη θέση Κρόνος, συνολικά ευρώ 8.146,75. Ωστόσο, το αιτούμενο ποσό 1.500 ευρώ ως αμοιβή για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης την 22.6.2018 από τον επιθεωρητή … της εταιρείας “… πρέπει ν’ απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο, διότι η σχετική δαπάνη αποσκοπούσε πρωτίστως στη διαπίστωση της γενικής κατάστασης του πλοίου, κρίνεται δε περιττή και όχι αναγκαία για τη διαφύλαξη του φορτίου. Συνολικά, επομένως, η ενάγουσα δαπάνησε για τη διαφύλαξη και οικονομική αξιοποίηση του επίδικου φορτίου κυριότητας της εναγόμενης, προς το συμφέρον της, το συνολικό ποσό των 44.812,44 ευρώ, το οποίο η τελευταία οφείλει να τής καταβάλει.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη κατά την κύρια βάση αυτής και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των σαράντα τεσσάρων χιλιάδων οχτακοσίων δώδεκα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (44.812,44 €), νομιμοτόκως από την επομένη επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχει σημαντικός λόγος να κηρυχθεί η απόφαση αυτή προσωρινά εκτελεστή και το σχετικό αίτημα πρέπει ν’ απορριφθεί. Τέλος, η εναγόμενη λόγω της ήττας της και κατά την έκταση αυτής πρέπει να καταδικαστεί σε μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας (άρθρα 178, 189 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 58, 63 παρ.1 i α και 68 παρ. 1 Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των σαράντα τεσσάρων χιλιάδων οχτακοσίων δώδεκα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (44.812,44 €), νομιμοτόκως από την επομένη επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Καταδικάζει την εναγόμενη σε μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων οχτακοσίων (1.800) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ