Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης:  48/2021

(Αριθ. έκθ. καταθ. αίτ.: 5346/1185/2020)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)

————————————

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή, Θεονύμφη Σουλαδάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, η οποία ορίσθηκε με κλήρωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του N. 3327/2005.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 18η Σεπτεμβρίου 2020, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στο … και έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα και δη στη …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, με Α.Φ.Μ. …,         η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της, Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο (με Α.Μ. Δ.Σ. Αθηνών: 10.658), Δαμιανό Δημητρούλια (με Α.Μ.     Δ.Σ. Αθηνών: 15.537) και Ευγενία Μοσχανδρέου (με Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς: 2.221),    οι οποίοι κατέθεσαν την 28η-09-2020 σημείωμα και προκατέβαλαν τις εισφορές,     που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013, δυνάμει των υπ’ αριθμ. …/28-09-2020, …/18-09-2020 και …/18-09-2020 γραμματίων προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Πειραιώς.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο …, στερούμενης Α.Φ.Μ. στην Ελλάδα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της, Δημήτριο Δημητρίου (με Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς: 3.485) και Αμαλία Σκλαβενίτη (με Α.Μ. Δ.Σ. Αθηνών:   25.815), οι οποίοι κατέθεσαν την 28η-09-2020 σημείωμα και προκατέβαλαν τις εισφορές, που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013, δυνάμει των υπ’ αριθμ. …, αντίστοιχα, γραμματίων προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Πειραιώς.

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 20-07-2020 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε την 21η-07-2020 στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και καταχωρήθηκε με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5346/2020 και   με ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 1185/2020, και η συζήτησή της προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι, παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί και να τους χορηγηθεί προθεσμία, για να καταθέσουν σημειώματα μέχρι την 28η-09-2020 και ώρα 12.00 μ.μ.

  ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 1 εδ. α’ ΚΠολΔ, όπως      αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015      και εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου    για τα κατατιθέμενα από τις 1.1.2016 ένδικα μέσα και αγωγές, όπως στην προκειμένη περίπτωση, ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή    πληρωμής έχει το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο καθ’    ύλην αρμόδιο Δικαστήριο του τόπου έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 2 εδ. α΄ της ανωτέρω ιδίας διάταξης η προθεσμία για την     άσκηση της ανακοπής είναι δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες αν η διαταγή   πληρωμής έχει εκδοθεί κατά προσώπου που έχει την διαμονή ή την έδρα του στην Ελλάδα και τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες αν η διαταγή πληρωμής έχει εκδοθεί   κατά προσώπου που έχει τη διαμονή ή την έδρα του στο εξωτερικό ή η διαμονή      του είναι άγνωστη, ενώ περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδ. α΄ της ανωτέρω ιδίας διάταξης με την επιφύλαξη του άρθρου 631 η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής. Το δικαστήριο, όμως, ο δικαστής του οποίου εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής μπορεί, κατά τη διαδικασία     των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ, να χορηγήσει αναστολή με εγγύηση ή χωρίς      εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση για την ασκηθείσα ανακοπή. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της αναστολής είναι: α) η εμπρόθεσμη άσκηση της, κατ’ αυτής, ανακοπής, η οποία ασκείται με κατάθεση στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται και με επίδοση    αντιγράφου αυτής προς τον καθ’ ου στρέφεται εντός δέκα πέντε (15) εργασίμων ημερών από την επομένη της επίδοσης της διαταγής πληρωμής (ΑΠ 448/2006 ΕλλΔνη 2006. 778, ΑΠ 888/2003, ΑΠ 887/2003, ΑΠ 695/2003 δημοσιευμένες στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»), β) η πιθανολόγηση ευδοκίμησης ενός τουλάχιστον λόγου της ασκηθείσας ανακοπής (ΑΠ 448/2006 ό.π., ΜΠρΘεσ 4040/2007 δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΜΠρΘεσ 32922/2003 Αρμ. 2204.1142, ΜΠρΛαρ 1021/2000 ΑρχΝ 2000.686, ΜΠρΣπαρτ 81/1999 ΔΕΕ 1999.1037, Τζίφρας, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδοση 1995, σελ. 517 – 518) και γ) η πιθανολόγηση ότι με την άμεση εκτέλεση της διαταγής πληρωμής δημιουργείται κίνδυνος να υποστεί ο αιτών ανεπανόρθωτη βλάβη (ΜΠρΘεσ 17404/2013 δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΜΠρΘεσ 4040/2007 ό.π., Β. Βαθρακοκοίλης, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση ΚΠολΔ, άρθρο 632, αρ. 37).

ΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα με την κρινόμενη αίτησή της     και μετά την γενόμενη με το σημείωμά της παραίτηση από το υπό στοιχείο β) αίτημά της περί της κατ’ άρθρο 724 παρ. 2 ΚΠολΔ εκτέλεσης της επιβληθείσας σε βάρος της συντηρητικής κατάσχεσης με βάση την παρακάτω αναφερόμενη διαταγή πληρωμής, άλλως, της ανάκλησής της, ζητεί να ανασταλεί η εκτέλεση της εκδοθείσας σε βάρος της, κατόπιν αίτησης της καθ’ ης, υπ’ αριθμ. ……../2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έως     την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας από 20-07-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5339/2502/2020 εμπρόθεσμης ανακοπής της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά της ως άνω διαταγής πληρωμής για    τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους, η συζήτηση της οποίας έχει προσδιοριστεί     για τη δικάσιμο της 03ης-11-2020, επειδή τυχόν εκτέλεση της ανωτέρω διαταγής πληρωμής θα προκαλέσει σ’ αυτήν ανεπανόρθωτη βλάβη. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η καθ’ ης στη δικαστική της δαπάνη.

ΙΙΙ. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση παραδεκτά     εισάγεται ενώπιον του καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδίου Δικαστηρίου αυτού   (άρθρα 683 επ. ΚΠολΔ), το οποίου εξέδωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, για να συζητηθεί κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 632 παρ. 3 εδ. β΄ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 686 επ.     του ίδιου κώδικα, όπως το άρθρο 632 τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου για τα κατατιθέμενα από τις 1.1.2016 ένδικα μέσα και αγωγές, όπως στην προκειμένη περίπτωση και όπως η διάταξη του άρθρου 686 αντικαταστήθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πέμπτο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και    είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 3 ΚΠολΔ, που αναφέρεται στην προηγηθείσα υπό στοιχείο Ι νομική σκέψη της παρούσας, εκτός  από το παρεπόμενο αίτημα περί καταδίκης της καθ’ ης στη δικαστική δαπάνη        της αιτούσας, το οποίο πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, λαμβανομένου υπόψη   ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 84 παρ. 2 στοιχ. β΄ και γ΄ του ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων) η δαπάνη του αιτούντος την αναστολή εκτέλεσης, επιβάλλεται πάντοτε σε βάρος του ιδίου, ανεξαρτήτως της ευδοκίμησης ή απόρριψης της αίτησης (ΜΠρΑθ 1703/2020 ό.π., ΜΠρΛαμ 139/2019 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΜΠρΛαμ 128/2018 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»). Κατόπιν αυτών, η αίτηση,      κατά το μέρος, που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να εξεταστεί στη συνέχεια και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

IV. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623, 624 παρ. 1, 626, 628 παρ. 1 εδ. α΄, 632 παρ. 1 και 633 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως τα άρθρα αυτά ισχύουν μετά από την αντικατάστασή τους από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο      του Ν. 4335/2015, προκύπτει ότι κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624     έως 634 του ίδιου Κώδικα μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις χρεογράφων, εφόσον η εν λόγω απαίτηση       δεν εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή, η απαίτηση δε και το    ποσό αυτής αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή με συνδυασμό τέτοιων εγγράφων, που επισυνάπτονται στην αίτηση (ΑΠ 27/2002 ΕλλΔνη 2000.702,        Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, άρθρο 623, αρ. 3). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 628      παρ. 1 περ. α) ΚΠολΔ, ο δικαστής οφείλει να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής          και να απορρίψει τη σχετική αίτηση, στην περίπτωση, που δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, όπως αν το προσκομιζόμενο προς απόδειξη της απαίτησης έγγραφο δεν έχει συνταχθεί κατά νόμιμο αποδεικτικό τύπο, οπότε δεν εκδίδεται διαταγή πληρωμή, αν δε παρά την έλλειψη αυτή εκδώσει διαταγή πληρωμής, αυτή ακυ-ρώνεται ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη κατά τα άρθρα 632 ή 633 ΚΠολΔ      λόγω διαδικαστικού απαράδεκτου (ΑΠ 976/1992 ΕλλΔνη 25.1043, ΕφΘεσσαλ 611/1996 Αρμ ΝΑ.517), δηλαδή, ανεξάρτητα από την ύπαρξη και τη δυνατότητα απόδειξης της απαίτησης με άλλα αποδεικτικά μέσα. Εξάλλου, με την ανακοπή    κατά της διαταγής πληρωμής, προβάλλονται λόγοι είτε κατά του κύρους της   διαταγής πληρωμής για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης έκδοσής της, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της μη έγγραφης απόδειξης της απαίτησης, για την    οποία εκδόθηκε, είτε κατά της ύπαρξης της απαίτησης. Αν ο λόγος της ανακοπής είναι τυπικός, όπως συμβαίνει με αυτόν της μη έγγραφης απόδειξης της     απαίτησης, για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και του ποσού αυτής, τότε αντικείμενο της δίκης της ανακοπής και, κατά συνέπεια, της                 επ’ αυτής δικαιοδοτικής κρίσης του δικαστηρίου, δεν καθίσταται και το ζήτημα       της ύπαρξης ή μη της απαίτησης, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής,    αφού με μόνη τη διαπίστωση της βασιμότητας του τυπικού αυτού λόγου της ανακοπής γίνεται δεκτό το αίτημα αυτής και ακυρώνεται άνευ ετέρου η           διαταγή πληρωμής (ΟλΑΠ 43/2005 Δνη 2005.1649, ΑΠ 1349/2013 δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»). Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων     438 και 440 του ίδιου Κώδικα προκύπτει ότι τα έγγραφα, που έχουν συνταχθεί    κατά τους νόμιμους τύπους από καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο δημόσιο     υπάλληλο ή λειτουργό ή πρόσωπο, που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία, αποτελούν πλήρη απόδειξη για όλους, μέχρι μεν της προσβολής τους ως       πλαστών ως προς όσα βεβαιώνονται σ’ αυτά ότι έγιναν από το πρόσωπο, που συνέταξε το έγγραφο ή ενώπιόν του, μέχρι δε ανταπόδειξης ως προς όσα βεβαιώνονται σ’  αυτά, των οποίων την αλήθεια όφειλε να διαπιστώσει ο       συντάξας το έγγραφο (ΑΠ 538/2007 δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», AΠ 329/2007 ΝοΒ 2008.1839, ΕφΠειρ 469/2009 ΔΕΕ 2010.192). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 454 του ΚΠολΔ, αναφορικά με τα ξενόγλωσσα έγγραφα,        τα οποία προσκομίζονται για την έκδοση διαταγής πληρωμής, συνυποβάλλεται και επίσημη μετάφραση, επικυρωμένη από το Υπουργείο Εξωτερικών ή άλλο αρμόδιο κατά νόμο πρόσωπο ή από την πρεσβεία ή το προξενείο της Ελλάδας στη χώρα,   στην περιοχή της οποίας έχει συνταχθεί το έγγραφο ή από την πρεσβεία στην Ελλάδα ή το προξενείο της ίδιας χώρας, σε οποιαδήποτε δε περίπτωση το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να μεταφραστεί το έγγραφο στα ελληνικά από πραγματογνώμονα. Εξάλλου, κατά το άρθρο 36 του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013) και υπό τον τίτλο «Περιγραφή του έργου του δικηγόρου» ορίζεται     στην παράγραφο 2 αυτού ότι «2. Ομοίως, στο έργο του δικηγόρου περιλαμβάνονται: α) …,  β) …,  γ) …,  δ) Η μετάφραση εγγράφων που έχουν συνταχθεί σε ξένη   γλώσσα, καθώς και η μετάφραση ελληνικών εγγράφων σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα. Η μετάφραση έχει πλήρη ισχύ έναντι οποιασδήποτε δικαστικής ή άλλης αρχής, εφόσον συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου που μεταφράστηκε και ο δικηγόρος βεβαιώνει ότι έχει επαρκή γνώση της γλώσσας από και προς         την οποία μετάφρασε., ε) …». Με την τελευταία ως άνω διάταξη και δη την περίπτωση δ) αυτής, προκειμένου η από δικηγόρο μετάφραση ξενόγλωσσου   εγγράφου να έχει πλήρη ισχύ έναντι οιασδήποτε δικαστικής αρχής πρέπει αφενός μεν να συνοδεύεται από επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου, που μεταφράστηκε, αφ’ ετέρου δε ο δικηγόρος, που διενήργησε τη μετάφραση, να βεβαιώνει την επάρκεια της εκ μέρους του γνώσης τόσο της γλώσσας από την οποία μετέφρασε     το έγγραφο αυτό, όσο και την επάρκεια της γνώσης εκ μέρους του της γλώσσας       προς την οποία έκανε τη μετάφραση. Ως τέτοια βεβαίωση επάρκειας της γλώσσας, κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου ως ορθή, δεν δύναται να εκτιμηθεί      η υπογραφή του δικηγόρου κάτω από τη φράση ο μεταφράσας, δεδομένης της      σαφούς πλέον διατύπωσης του νόμου (άρθρο 36 παρ. 2 περ. δ) του Ν. 4194/2013) έναντι της διατύπωσης της προϊσχύουσας διάταξης του άρθρου 53 του προηγούμενου Κώδικα περί δικηγόρων (Ν.Δ. 3026/1954), που όριζε ότι «Μεταφράσεις των εν τη ξένη γλώσση συντεταγμένων εγγράφων, γενόμεναι υπό Δικηγόρου, λαμβάνονται υποχρεωτικώς υπ’ όψιν, εφ’ όσον συνοδεύονται υπό του  μεταφρασθέντος  εγγράφου,  φέροντος επ’ αυτού χρονολογημένην και ενυπόγραφον του μεταφράσαντος δικηγόρου  βεβαίωσιν, ότι η  μετάφρασις αφορά αυτό τούτο        το έγγραφον. Αι μετάφρασις ισχύουν ως τα αντίγραφα κατά το άρθρον 52».          Από τη διατύπωση και μόνον του νέου άρθρου προκύπτει ότι ο νομοθέτης, προκειμένου η από το δικηγόρο μετάφραση να έχει πλήρη ισχύ, απαιτεί, όπως συνοδεύεται από τη σχετική αυτού βεβαίωση για την επάρκεια της εκ μέρους του γνώσης τόσο της γλώσσας από την οποία μετέφρασε το έγγραφο αυτό, όσο και       την επάρκεια της γνώσης εκ μέρους του της γλώσσας προς την οποία έκανε τη μετάφραση (βλ. ΜΠρΠειρ δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»).

V. Στην προκειμένη περίπτωση, από τις ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ένορκες εξετάσεις των μαρτύρων, …, οι οποίοι εξετάστηκαν μετά από αίτημα και με επιμέλεια της αιτούσας κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, και από την ένορκη εξέταση της μάρτυρα,  …, η οποία εξετάστηκε μετά από αίτημα και με επιμέλεια    της καθ’ ης, από την υπ’ αριθμ… ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα, …, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς, …, η οποία ελήφθη μετά τη συζήτηση της αίτησης την 23-09-2020    και πριν από την κατάθεση από τους διαδίκους των από 28-09-2020 σημειω-   μάτων τους με επιμέλεια της καθ’ ης (σημειώνεται ότι τα στοιχεία της ανωτέρω μάρτυρα γνωστοποίησαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της καθ’ ης, όπως και την  ώρα, τόπο κατάθεσης της μάρτυρα και το όνομα του ανωτέρω Συμβολαιογράφου   με προφορική δήλωσή τους κατά τη συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), καθώς και από την εκτίμηση όλων χωρίς εξαίρεση των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία εκτιμώνται, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η καθ’ ης η αίτηση  εταιρεία, που εδρεύει στο …, κατέθεσε ενώπιον της Γραμματείας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από    30-06-2019 αίτησή της, με την οποία ζήτησε να εκδοθεί σε βάρος της αιτούσας διαταγή πληρωμής, με την οποία να υποχρεωθεί η τελευταία να της καταβάλει         το ποσό των 327.404,35 δολαρίων Η.Π.Α., το οποίο όφειλε σ’ αυτήν ως τίμημα    των αναφερομένων ποσοτήτων καυσίμων, τα οποία είχε πωλήσει και παραδώσει       στο πλοίο της, με βάση την αναφερόμενη μεταξύ τους καταρτισθείσα σύμβαση      πώλησης καυσίμων. Η καθ’ ης με την προαναφερόμενη αίτησή της για την έκδοση   της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής επικαλέστηκε και προσκόμισε ενώπιον    του ανωτέρω Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς προς έκδοση       της αιτουμένης διαταγής πληρωμής για την απόδειξη της ως άνω απαίτησής της       τα παρακάτω έγγραφα κατ’ άρθρα 623 και 626 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν      μετά τον Ν. 4335/2015, τα οποία έχουν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα και συγκεκριμένα: 1) την ηλεκτρονική αλληλογραφία, που αντάλλαξε με την αιτούσα     στις 15 και 16 Αυγούστου 2019, 2) την υπό στοιχεία … επιβεβαίωση παραγγελίας της αιτούσας, 3) το υπ’ αριθμ. … τιμολόγιο πωλήσεως καυσίμων, συνοδευόμενο από τα υπ’ αριθμ. …/23-08-2019 αποδεικτικά δελτία παράδοσης καυσίμων, 4) το από 02-10-2019 ηλεκτρονικό μήνυμα της αιτούσας περί μερικής εξόφλησης της ένδικης οφειλής      της και 5) τους «Πρότυπους Όρους και Προϋποθέσεις Πωλήσεως». Δυνάμει      των εν λόγω εγγράφων, τα οποία είχαν μεταφραστεί από την αγγλική γλώσσα       προς την ελληνική γλώσσα από τον καταθέσαντα την ανωτέρω αίτηση προς      έκδοση της διαταγής πληρωμής και υπογράφοντα δικηγόρο της, Δημήτριο Δημητρίου, δικηγόρο του Δ.Σ. Πειραιώς, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. ……./09-07-2020 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκε η καθ’ ης η αίτηση την έκδοση διαταγής πληρωμής και ήδη αιτούσα να καταβάλει στην αιτούσα την έκδοση διαταγής πληρωμής και      ήδη καθ’ ης το ποσό των 327.404,35 δολαρίων Η.Π.Α. ή το ισάξιο αυτού ποσό         σε ευρώ κατά το χρόνο πληρωμής του ανωτέρω υπ’ αριθμ. … τιμολογίου πωλήσεως καυσίμων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 291 επ. ΑΚ, με τον νόμιμο τόκο από την παρέλευση τριάντα ημερών από την παράδοση των καυσίμων, όπως και το ποσό των 3.800,00 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα έκδοσης της ως      άνω διαταγής πληρωμής. Ακολούθως, την 16η-07-2020 η καθ’ ης η αίτηση    επέδωσε στην αιτούσα το με αριθμό …./2020 πρώτο αντίγραφο εξ απογράφου εκτελεστού της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, και στη συνέχεια η αιτούσα κατέθεσε ενώπιον της Γραμματείας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) την από 20-07-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5339/2502/2020 ανακοπή της εναντίον της καθ’ ης η ανακοπή και ήδη καθ’ ης      η αίτηση, με την οποία ζητεί να ακυρωθεί η ως άνω προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής για τους σ’ αυτήν εκτιθέμενους λόγους. Η ανακοπή αυτή, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί, την 03η-11-2020, πιθανολογείται ότι ασκήθηκε εμπρόθεσμα και είναι παραδεκτή. Με τον όγδοο λόγο της κρινόμενης ως άνω ανακοπής και κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου αυτού, η ανακόπτουσα     και ήδη αιτούσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής πάσχει ακυρότητας, δεδομένου ότι η καθ’ ης η ανακοπή και ήδη καθ’ ης η αίτηση με την προαναφερόμενη αίτησή της για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής επικαλέστηκε και προσκόμισε για την απόδειξη της ως άνω απαίτησής της έγγραφα, που δεν πληρούν τους όρους του άρθρου 623 ΚΠολΔ, και ειδικότερα κατά          τους ισχυρισμούς της η προαναφερομένη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε δυνάμει των         ως άνω αναφερομένων πέντε εγγράφων, τα οποία είχαν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα και προσκομίστηκαν με την ανωτέρω αίτησή της προς έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής σε μετάφραση από την αγγλική γλώσσα στην ελληνική γλώσσα, πλην, όμως, στις προσκομισθείσες μεταφράσεις των εγγράφων αυτών, ο δικηγόρος, που διενήργησε τη μετάφραση, δεν βεβαιώνει την επάρκεια της εκ μέρους του γνώσης τόσο της αγγλικής γλώσσας από την οποία μετέφρασε τα έγγραφα αυτά, όσο και την επάρκεια της γνώσης εκ μέρους του της ελληνικής γλώσσας προς την οποία έκανε τη μετάφραση, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη διάταξη του άρθρου 36 παρ. 2 περ. δ) του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013).   Κατά τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο ΙV νομική σκέψη της παρούσας, προκειμένου για ξενόγλωσσα έγγραφα, απαιτείται, όπως αυτά υποβάλλονται μαζί     με επίσημη μετάφρασή τους, επικυρωμένη από το Υπουργείο Εξωτερικών ή άλλο αρμόδιο κατά το νόμο πρόσωπο. Επιπλέον, κατά την ως άνω προαναφερομένη διάταξη, προκειμένου η διενεργηθείσα από δικηγόρο μετάφραση εγγράφου, που έχει συνταχθεί σε ξένη γλώσσα, να έχει πλήρη ισχύ έναντι οποιοσδήποτε Δικαστικής       ή άλλης Αρχής, πρέπει, όπως ο μεταφράσας δικηγόρος να βεβαιώνει ότι έχει   επαρκή γνώση της γλώσσας από και προς την οποία μετέφρασε, γεγονός, όμως,    που στην προκειμένη περίπτωση, δεν πιθανολογήθηκε ότι συντρέχει, αφού τέτοια βεβαίωση δεν πιθανολογήθηκε ότι συνόδευε και τις μεταφράσεις των ανωτέρω εγγράφων, που προσκομίστηκαν από την καθ’ ης η αίτηση με την αίτησή της για      την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, προκειμένου αυτή να αποδείξει με βάση τα ως άνω προσκομιζόμενα ιδιωτικά της έγγραφα, πέντε τον αριθμό και ιδίως το υπ’ αριθμ. … τιμολόγιο πωλήσεως καυσίμων, την ως άνω επίδικη απαίτησή της κατά της αιτούσας (σημειώνεται ότι τούτο δεν αμφισβη-  τήθηκε ειδικά από την καθ’ ης η αίτηση με το από 28-09-2020 σημείωμα, που κατέθεσε, συναγομένης ως εκ τούτου έμμεσης ομολογίας της ως προς την       έλλειψη της ως άνω βεβαίωσης, κατ’ άρθρο 261 εδ. β΄ ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 530/2015, ΑΠ 166/2004, δημοσιευμένες στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»), αφού η καθ’ ης     απλά περιορίστηκε να αναφέρει στο ανωτέρω σημείωμά της ότι η βεβαίωση            της επαρκούς γνώσης της ξένης γλώσσας δεν απαιτείται να είναι πανηγυρική,   χωρίς, όμως, η ίδια να επικαλεστεί ότι είχε προσκομίσει τέτοια βεβαίωση με την αίτησή της για την έκδοση της ως άνω διαταγής πληρωμής). Όμως, δεδομένου        ότι προς έκδοση διαταγής πληρωμής απαιτείται, όπως το προσκομιζόμενο προς απόδειξη της απαίτησης έγγραφο, δυνάμει του οποίου ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, να έχει συνταχθεί κατά νόμιμο αποδεικτικό τύπο, πιθανολογείται περαιτέρω ότι θα γίνει δεκτός ο ως άνω λόγος ανακοπής, διότι στην προκειμένη περίπτωση δεν συντρέχει η διαδικαστική προϋπόθεση της έγγραφης απόδειξης της απαίτησης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής. Περαιτέρω, πιθανολογείται ότι η επίσπευση της ένδικης εκτέλεσης θα προκαλέσει στην     αιτούσα ανεπανόρθωτη βλάβη, με αποτέλεσμα να επιβάλλεται η αναστολή εκτέλεσης της ως άνω προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, δίχως την καταβολή εκ μέρους της αιτούσας εγγυήσεως, όπως ειδικότερα ορίζεται κατωτέρω. Δεδομένων δε       των ανωτέρω και εφόσον παρέλκει η εξέταση διερεύνησης των υπολοίπων λόγων ανακοπής (ΕφΠειρ 526/2003 ΔΕΕ 2004.59, ΕφΑθ 5824/2001 ΕλλΔνη 2002.189, Β. Βαθρακοκοίλης, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 633, αρ. 2), πρέπει         με βάση τα προαναφερόμενα, η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή                 ως και ουσιαστικά βάσιμη και να ανασταλεί η εκτέλεση της υπ’ αριθμ. …/2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έως      την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) από 20-07-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5346/1185/2020 ανακοπής. Τέλος, η αιτούσα πρέπει   να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η αίτηση με βάση τη διάταξη του άρθρου 84 παρ. 2 στοιχ. β΄ και γ΄ του ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι στο σκεπτικό κρίθηκε ως απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την εκτέλεση της υπ’ αριθμ. …/2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έως την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 20-07-2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5339/2502/2020 ανακοπής της αιτούσας κατά της καθ’ ης η αίτηση, που ασκήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών), η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο της 03ης-11-2020.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αιτούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η αίτηση, το ύψος των οποίων καθορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, την 18η Ιανουαρίου 2021.

  Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                                                              Για τη Δημοσίευση