ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 172/2021
(Αριθ. καταθ. 7486/1612//2020)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)
————————————
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ελένη Αντωνοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, η οποία ορίσθηκε με κλήρωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 3327/2005.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18 Δεκεμβρίου 2020, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Εταιρίας με την επωνυμία … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ … η οποία παραστάθηκε μετά δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Μαρίας Καράλη με Α.Μ. Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών 029516.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Εταιρίας με την επωνυμία … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Θεοδώρου Μακρή με Α.Μ. Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών 026682.
Η αιτούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 5.10.2020 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό 7486/1612//2020 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 27.11.2020 και κατόπιν αναβολής, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί, καθώς και όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα που κατέθεσαν, εντός της χορηγηθείσας προθεσμίας έως την 23.12.2020.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 682 και 688 ΚΠολΔ σαφώς συνάγεται ότι η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επιτρέπεται και διατάσσεται σε περίπτωση υπάρξεως επικειμένου κινδύνου που απειλεί το επίδικο δικαίωμα ή την απαίτηση και προς αποτροπή αυτού, ή σε περίπτωση συνδρομής επείγουσας περιπτώσεως, που επιβάλλει την ταχεία και άμεση λήψη δικαστικών προφυλακτικών μέτρων, πριν ή κατά τη διάρκεια της τακτικής διαγνωστικής δίκης. Σε περίπτωση ανυπαρξίας ή σε περίπτωση μη πιθανολογήσεως των πραγματικών αυτών προϋποθέσεων δεν δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, τα οποία αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, κατά τον οποίο τα εξαναγκαστικά μέτρα κατά της περιουσίας ή του προσώπου κάποιου, διατάσσονται και λαμβάνονται μόνον, μετά την οριστική και τελεσίδικη διάγνωση της απαιτήσεως και υπό τις εγγυήσεις και διατυπώσεις της τακτικής διαδικασίας. Ο αιτών μάλιστα τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων οφείλει με βάση τις διατάξεις των άρθρων 111, 118 αριθ. 4 και 688 ΚΠολΔ να διαλάβει στην αίτησή του, με ποινή απαραδέκτου, που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπάγγελτα ως (ρύθμιση) αναγόμενη στην προδικασία, μεταξύ άλλων και συνοπτικά τα πραγματικά περιστατικά που πιθανολογούν, εκτός από το δικαίωμα για την εξασφάλιση ή διατήρηση του οποίου ζητείται το ασφαλιστικό μέτρο και το οφειλόμενο χρηματικό ποσό, όταν πρόκειται για χρηματικές απαιτήσεις, (και) τον επικείμενο κίνδυνο που απειλεί το δικαίωμα ή την επείγουσα περίπτωση που επιβάλλει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ειδικότερα, ως επικείμενος κίνδυνος νοείται η πιθανολόγηση πως επίκειται προσεχής αποξένωση του οφειλέτη από την κατασχετή περιουσία του, έτσι ώστε να είναι αδύνατη η επίσπευση εναντίον του αναγκαστικής εκτελέσεως, όταν ο αιτών (δανειστής) αποκτήσει εκτελεστό τίτλο, μετά τον τερματισμό της διαγνωστικής δίκης (ΜΠρΑθ 23867/1993 ΝοB 42.233, ΜΠρΧαλκ 686/1991 Δ 23.262, ΜΠρΑθ 12407/1985 Δ 16.725, Κεραμεύς–Πολυζωγόπουλος: “Τα ασφαλιστικά μέτρα, στο ελληνικό αστικό δικονομικό δίκαιο στο συλλογικό έργο «Η δραστικότητα της δικαιοσύνης» παρ. 3, 4 σελ 260). Το γεγονός ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν έχει εμφανή περιουσιακά στοιχεία και είναι ελαττωμένης περιουσιακής καταστάσεως δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου, διότι ανάγκη για να εξασφαλισθεί η αξίωση, δεν δημιουργείται όταν ο οφειλέτης είναι κάτοχος μικρής περιουσίας, παρά όταν αυτός επιχειρεί να αποξενωθεί από αυτήν, άλλως όταν προβαίνει σε συγκεκριμένες θετικές ή αποθετικές ενέργειες ή κινήσεις που δείχνουν ότι επίκειται προσεχής αποξένωση. Ενώ επείγουσα περίπτωση συντρέχει όταν λ.χ. συρρέουν βάσιμες πληροφορίες ή επιβεβαιωμένες φήμες ή λαμβάνουν χώρα ενέργειες που καταδεικνύουν την πρόθεση του οφειλέτη να προβεί σε άμεση και προσεχή αποξένωση από την περιουσία του κατά την τρέχουσα στιγμή ή όταν προτίθεται να κλείσει τον τυχόν τραπεζικό του λογαριασμό. Επί πλέον δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση η πιθανή μεταβολή στο μέλλον της περιουσιακής καταστάσεως κάποιου, διότι με αυτήν την εκδοχή θα δικαιολογείτο η λήψη ασφαλιστικών μέτρων (και ιδία υπό την εξεταζόμενη μορφή της συντηρητικής κατάσχεσης) σε κάθε εκκρεμή διαφορά, ενόψει της ενδεχόμενης, κατά την κοινή πείρα και λογική, μεταβολής ή ελαττώσεως της περιουσιακής κατάστασης του διαδίκου. Συνεπώς, όταν ο νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθιστης ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, δικαιολογούμενη από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών συγκεκριμένου κινδύνου ματαιώσεως της απαιτήσεως ή επείγουσας περιπτώσεως της παρούσας στιγμής (ΜΠρΘεσ 19987/2005 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 7810/2003 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΜΠΠειρ 6460/2003 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 3066/1999 Δ30.523). Τέλος, η συμπλήρωση με το σημείωμα ή με παραπομπή στην κυρία αγωγή, που δεν ενσωματώνεται στην αίτηση, δεν είναι παραδεκτή (ΜΠρΑθ 22493/1994 ΕλλΔνη 37.707, 23867/1993 ΝοΒ 42.233, Ι. Χαμηλοθώρη: Ασφαλιστικά μέτρα, 2000, αριθμοί 96, σελ. 65 και σελ. 187).
Με την υπό κρίση αίτηση, όπως αυτή διορθώθηκε – συμπληρώθηκε με δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου της κατά την εκδίκαση της υπόθεσης κατ’ άρθρο 223 ΚΠολΔ, αλλά και με το νομίμως κατατεθειμένο σημείωμά της, η αιτούσα εκθέτει ότι, τον Ιούλιο του 2015 κατόπιν προφορικής ανάθεσης εκτέλεσης εργασιών προμήθειας και τοποθέτησης ξυλείας (Teak) στο κατάστρωμα του πλοίου … με … …, πλοιοκτησίας της καθ’ ης και των αναφερόμενων, μόνο κατά ημεροχρονολογία και όχι κατά περιεχόμενο, στην υπό κρίση αίτηση, έγγραφων προσφορών της, που υποβλήθηκαν στην καθ ής την 10.7.2015, για εργασίες ύψους 27.000,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ, την 4.8.2015 για συμπληρωματικές εργασίες στο κατάστρωμα ύψους 8.800,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ, την 21.7.2015 για επιπρόσθετες εργασίες διαμόρφωσης εσωτερικού χώρου του σκάφους, σε συνδυασμό με την από 1.9.2015 τροποποιητική αυτής προσφορά ύψους 215.000,00 ευρώ, αλλά και την τελική προσφορά – παράδοση εργασιών ύψους 73.376,00 ευρώ, προέβη σε εργασίες, τις οποίες παρέδωσε, παραμένοντας έως σήμερα ανεξόφλητο, τελικώς, το συνολικό ποσό των 133.920,00 ευρώ, κατόπιν περιορισμού της απαίτησης. Με βάση τα ανωτέρω, επικαλούμενη επικείμενο κίνδυνο, ματαιώσεως της ικανοποίησης της αξίωσής της λόγω, κατά τα εκτιθέμενα στην αίτηση, α) της αντισυμβατικής συμπεριφοράς της καθ’ ης, β) του γεγονότος ότι είναι αφερέγγυα, αφού δεν διαθέτει άλλη αξιόχρεη φανερή περιουσία, αλλά και γ) του ότι δεν διαθέτει άλλο περιουσιακό στοιχείο στην Ελλάδα, πλην του ανωτέρω πλοίου, το οποίο βρίσκεται στο ναυπηγείο …, για εκτέλεση εργασιών, την φύση των οποίων αγνοεί και οι οποίες μπορεί να συντελέσουν στην μείωση της αξίας του πλοίου, ζητά να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο η συντηρητική κατάσχεση του, …, έτους κατασκευής 1992, ολικού μήκους 22,40 μέτρων, μέχρι του ποσού των 250.000,00 ευρώ, προς εξασφάλιση απαίτησής της ύψους 133.920,00 ευρώ κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 683-703 ΚΠολΔ (άρθρο 682 παρ. 1 ΚΠολΔ), ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο ( άρθρ. 3, 9, 14 παρ. 2, 591 παρ. 1 εδ α’, 683 παρ. 1και 4 ΚΠολΔ) και συνακόλουθα έχει και διεθνή δικαιοδοσία για την εκδίκασή της (άρθρο 35 Κανονισμού ΕΕ 1215/2012, «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις») – (για τη θεμελίωση της δωσιδικίας της περιουσίας κατοίκου αλλοδαπής σε περίπτωση πλοίου που ναυλοχεί σε ελληνικό λιμένα όπου πρόκειται να εκτελεστούν τα ασφαλιστικά μέτρα βλ. Εφ.Πειρ. 928/2007, Δ.Ε.Ε.2008, 1165, Μ.Π.Καβ. 440/2011, Ε.Ν.Δ.2011, 189, Μ.Π.Ροδ. 44/2009, Δημοσίευση Νόμος, Μ.Π.Πειρ. 8280/2006, Ε.Εμπ.Δ. 2006, 1017- ως εκ του τόπου εκτελέσεως του αιτούμενου ασφαλιστικού μέτρου (άρθ. 682 παρ. 4 ΚΠολΔ). Επισημαίνεται, ότι και χωρίς τη θεμελίωση διεθνούς δικαιοδοσίας κατά τις παραπάνω διατάξεις, τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να διατάξουν ασφαλιστικά μέτρα, προκειμένου να αποφευχθεί αναπότρεπτη βλάβη του αιτούντος (ΜΠΚαβ 440/2011, δημοσίευση Νόμος). Ακολούθως, ως προς τη διερεύνηση των διαδικαστικών προϋποθέσεων για την έγκυρη έναρξη, διεξαγωγή της δίκης και έκδοση απόφαση κατ’ ουσία – οι οποίες εξετάζονται πριν τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αίτησης (Εφ.Αθ. 5009/1987, Ελλ.Δνη 29, 1218), εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δικονομικό δίκαιο (lex fori), το δικονομικό δίκαιο δηλαδή της χώρας του Δικαστηρίου που δικάζει (Εφ.Πειρ. 542/2012, Ε.Ν.Δ. 2012, 418, Εφ.Αθ. 5419/2007, δημοσίευση Νόμος, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ. ΚΠολΔ, άρθρο 682, αρ. 1 σελ 1323), το οποίο εν προκειμένω καθορίζει, εκτός άλλων, το ορισμένο της αίτησης, τα είδη των προσωρινών μέτρων που μπορεί να ληφθούν, εάν το ζητούμενο αποτελεί πράγματι ασφαλιστικό μέτρο και το ζήτημα της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης μεταξύ των διαδίκων. Ωστόσο, όπως προκύπτει από την αυτεπάγγελτη περί τούτου έρευνα του Δικαστηρίου αυτού, και πρίν την ουσιαστική έρευνα όσον αφορά στην ύπαρξη του ασφαλιστέου δικαιώματος, δηλαδή της απαίτησης της αιτούσας σε βάρος της καθ’ ης, η αίτηση παρίσταται κατ` άρθρα 111, 118, 216 και 688 Κ.Πολ.Δ. και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, απορριπτέα ως αόριστη, δεδομένου ότι σε αυτήν δεν αναφέρεται κατά τρόπο συγκεκριμένο και εξατομικευμένο σε τι συνίσταται η επείγουσα περίπτωση ή ο επικείμενος κίνδυνος, που καθιστούν αναγκαία, κατά τον παρόντα χρόνο, πέντε έτη μετά τη σύναψη της ένδικης σύμβασης έργου, τη λήψη του αιτουμένου ασφαλιστικού μέτρου της εγγραφής συντηρητικής κατάσχεσης, και, ειδικότερα, διότι δεν εκτίθενται έστω και συνοπτικά τα πιθανολογούντα τη συνδρομή του επικειμένου κινδύνου ή της επείγουσας περιπτώσεως παρόντα πραγματικά περιστατικά κάποιου συγκεκριμένου κινδύνου ματαιώσεως των ένδικων απαιτήσεων ή επείγουσας περιπτώσεως της παρούσας στιγμής, από τα οποία να προκύπτει ότι η καθ’ ης είναι κατάχρεη εταιρία και για τη ματαίωση της ικανοποίησης των πιστωτών της, είτε έχει αρχίσει να εκποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία και επιδιώκει να αποξενωθεί από αυτά, είτε επίκειται άμεση αναγκαστική εκποίησή τους για την πληρωμή άλλων χρεών της καθ’ ης, οπότε θα είναι αδύνατη η επίσπευση σε βάρος της τελευταίας αναγκαστικής εκτελέσεως, όταν η αιτούσα θα αποκτήσει εκτελεστό τίτλο για την εναντίον αυτής απαίτησή της. Η επικαλούμενη ελαττωμένη περιουσιακή κατάσταση της καθ’ ης (σημειώνεται ότι δεν αποτελεί επικείμενο κίνδυνο, στην περίπτωση που ζητείται κάποιο συντηρητικό ασφαλιστικό μέτρο, η ανυπαρξία περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή η μειωμένη περιουσιακή κατάστασή του – ΜΠρΑθ 31951/1996 Αρμ 37.1499, ΜΠρΑθ 22493/1994 ΕλλΔνη 37.707, ΜΠρΧαλκ 686/1991 Δίκη 23.262) δεν αρκεί, και αληθής υποτιθέμενη, να δικαιολογήσει, όπως προαναφέρθηκε, τη λήψη του συγκεκριμένου ασφαλιστικού μέτρου. Επιπρόσθετα, η ένδικη αίτηση πάσχει αοριστίας και ως προς την έκθεση στο δικόγραφο των πραγματικών περιστατικών, τα οποία πρέπει να είναι όσα είναι νομικώς ικανά και αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η προστασία, η οποία πρέπει να γίνεται με σαφήνεια, ώστε να εξατομικεύεται η επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της αξίωσης, της οποίας η εξασφάλιση αιτείται. Στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα, η οποία στηρίζει την απαίτησή της στο άρθρο 681 και 694 ΑΚ για την καταβολή της εργολαβικής αμοιβής της, οφείλει να επικαλεσθεί για το ορισμένο αυτής, κατά το άρθρο 216 παρ.1 ΚΠολΔ, τον χρόνο και τόπο της κατάρτισης της σύμβασης έργου, το αντικείμενο του έργου, με αναλυτική περιγραφή των επιμέρους εργασιών, τη συμφωνηθείσα αμοιβή και πως αυτή συμφωνήθηκε κατά την κατάρτιση της σύμβασης, ήτοι εφάπαξ (κατ` αποκοπή), κατά μονάδα παραγόμενου έργου, επί τη βάσει προϋπολογισμού, απολογιστικώς, χρονικώς, με ποσοστά ή και να καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ποσό και τον τρόπο υπολογισμού και τέλος τη μη καταβολή της, στοιχεία όμως που δεν περιγράφονται επαρκώς στην ένδικη αίτηση. (ΕφΑθ 372/2019, ΕφΛαρ 214/2015, δημοσίευση Νόμος)
Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει η αίτηση να απορριφθεί, κατά παραδοχή και του σχετικού ισχυρισμού της καθ’ ης και τα δικαστικά έξοδα της τελευταίας να επιβληθούν σε βάρος της αιτούσας λόγω της ήττας της (άρ. 176, 191 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
- ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
- ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
- ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης σε βάρος της αιτούσας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 12 Φεβρουαρίου 2021.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
(για τη δημοσίευση)