ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 1675/2020
(Αριθ. καταθ. 7312/1574/2020)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)
————————————
Αποτελούμενο από το Δικαστή Γεώργιο Ξυνόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, ο οποίος ορίσθηκε με κλήρωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 3327/2005.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 30 Οκτωβρίου 2020, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Αλλοδαπής εταιρίας με την επωνυμία … που εδρεύει καταστατικώς στη …, εκπροσωπείται νόμιμα και διατηρεί νόμιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη – Διονύσιου Φιλιώτη.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: …, o οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Γεώργιου Λιανουλόπουλου.
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 29-9-2020 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό 7312/1574/2020 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί καθώς και όσα αναφέρονται στο έγγραφο σημείωμα που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 34 του ΑΚ, ικανότητα δικαίου είναι η ικανότητα του φυσικού προσώπου να έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Όμως και ενώσεις προσώπων για την επιδίωξη ορισμένου σκοπού, καθώς επίσης και σύνολα περιουσίας για την εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού, μπορούν κατά τη διάταξη του άρθρου 61 του ΑΚ να αποκτήσουν προσωπικότητα, αν τηρηθούν οι όροι που αναγράφει ο νόμος, δηλαδή να αποκτήσουν ικανότητα δικαίου, η οποία πάντως δεν εκτείνεται κατά τη διάταξη του άρθρου 62 του ίδιου Κώδικα σε έννομες σχέσεις που προϋποθέτουν ιδιότητες φυσικού προσώπου. Επομένως νομική προσωπικότητα είναι η ικανότητα δικαίου, που απονέμεται από το νόμο σε οργανισμούς που επιδιώκουν ορισμένο σκοπό, οι οποίοι ανάγονται έτσι σε αυτοτελείς φορείς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, δηλαδή σε νομικά πρόσωπα με χωριστή περιουσία από αυτή των μελών τους, που τους προσδίδει αυθύπαρκτη στο χώρο και συνεχή στο χρόνο οντότητα. Η νομική λοιπόν προσωπικότητα είναι δημιούργημα του δικαίου, με την οποία εξυπηρετούνται οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες, όπως προπάντων είναι ο περιορισμός της ευθύνης και των κινδύνων κατά την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας με ανάλογη μείωση και του κόστους από τη συμμετοχή σε αυτή. Εξάλλου, από το άρθρο 2 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007) συνάγεται ότι πτωχευτική ικανότητα έχει η εταιρία εφόσον έχει νομική προσωπικότητα και β) ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό (άρθρο 2 παρ. 1 ΠτΚ). Συνεπώς, οι εμπορικές εταιρίες μόνο αν έχουν νομική προσωπικότητα έχουν πτωχευτική ικανότητα. Από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων συνάγεται ότι στην ελληνική έννομη τάξη, ο όμιλος εταιριών, ως οικονομική και οργανωτική ένωση περισσοτέρων νομικών προσώπων – επιχειρήσεων υπό ενιαία διοίκηση, δεν αποτελεί αναγνωρισμένο νομικό πρόσωπο και στερείται νομικής προσωπικότητας. Η σχετική θέση υιοθετείται τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο. Η νομική δε προσωπικότητα δεν αναγνωρίζεται στο σύνολο του ομίλου, αλλά στα μέλη του ανάλογα με την ειδικότερη μορφή αυτών. Η έλλειψη νομικής προσωπικότητας του ομίλου συνεπάγεται ότι η ένωση δεν αποτελεί αυτοτελές υποκείμενο δικαίου, δεν είναι φορέας εταιρικής περιουσίας και δεν έχει ίδια δικαιοπρακτική και αδικοπρακτική ικανότητα, ούτε αυτοτέλεια έναντι των μελών της. Η διασάφηση αυτή σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ. 1 του ΠτΚ, το οποίο εισάγει στο ελληνικό δίκαιο την αρχή «ένα πρόσωπο, μια περιουσία, μια πτώχευση», οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατή η πτώχευση του συνόλου του ομίλου, ούτε αντίστοιχα η υποβολή κοινής αίτησης για την πτώχευση του συνόλου των εταιριών του (βλ. συνδυαστικά άρθρο 5 ΠτΚ) αλλά μόνο η πτώχευση επιμέρους εταιριών του, εφόσον στο πρόσωπο κάθε μιας συγκεντρώνονται οι αναγκαίες προϋποθέσεις (άρθρο 3 ΠτΚ). Η έλλειψη νομικής προσωπικότητας αποτελεί τον κύριο λόγο για τον οποίο δεν είναι δυνατή η αίτηση κήρυξης σε πτώχευση του συνόλου του ομίλου, ενώ δεν υπάρχουν δικαιοπολιτικοί λόγοι όπως λ.χ. το αίσθημα δικαίου ή η ανάγκη διαφύλαξης των συμφερόντων των πιστωτών του, που να καθιστούν δυνατή την κήρυξη σε πτώχευση του συνόλου, χωρίς την συνδρομή των ουσιαστικών κριτηρίων του Πτωχευτικού Νόμου. Η εφαρμογή των ανωτέρω, σε συνδυασμό με την απορρέουσα από την έλλειψη νομικής προσωπικότητας ανυπαρξία της περιουσίας του ομίλου (βλ. Παμπούκη, Δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρίας, τεύχος Α’ 65, Schmidt , Η σημασία της έννοιας της επιχείρησης στο γερμανικό δίκαιο, ΕλλΔνη 1985.379), περιορίζει την έννοια της πτωχευτικής περιουσίας κάθε εταιρίας που κηρύσσεται σε πτώχευση αμιγώς στα περιουσιακά στοιχεία αυτής, οπουδήποτε και αν βρίσκονται αυτά με βάση την υπερέχουσα στο ελληνικό δίκαιο αρχή της καθολικότητας (άρθρο 16 παρ. 1 ΠτΚ). Το ελληνικό πτωχευτικό δίκαιο, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των αλλοδαπών εννόμων τάξεων, δίνει έμφαση στην περιουσία του ενός φυσικού ή νομικού προσώπου, οπότε και η πτώχευση των μεμονωμένων εταιριών του ομίλου καταλαμβάνει αυτόνομα μόνο την εταιρική περιουσία εκάστης εξ αυτών μέχρι τη στιγμή της πτώχευσης, την οποία και στη συνέχεια ανάγει σε πτωχευτική περιουσία. Ακόμη και στην περίπτωση της πτώχευσης της μητρικής εταιρίας δεν καταλαμβάνεται η συνολική περιουσία του ομίλου, παρά μόνο οι συμμετοχές της στα μέλη του ομίλου/θυγατρικές της εταιρίες, αλλά σε κάθε περίπτωση όχι η περιουσία αυτών, ούτε πολύ περισσότερο επέρχεται συμπτώχευση αυτών (Μ. Βαρελά, Ζητήματα Πτώχευσης στους ομίλους ανωνύμων εταιριών, ΔΕΕ 2009.401). Αλλά και στο πλαίσιο του ενωσιακού δικαίου, ο προηγούμενος Κανονισμός 1346/2000 περί των διασυνοριακών διαδικασιών αφερεγγυότητας δεν περιείχε διατάξεις για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας των ομίλων. Ο νέος Κανονισμός 845/2015, ο οποίος έχει τεθεί σε ισχύ από 26-6-2017, περιέχει κεφάλαιο για τη διαδικασία αφερεγγυότητας μελών ομίλου εταιριών, με σκοπό την αποτελεσματικότερη διαχείριση των διαδικασιών αφερεγγυότητας των εταιριών – μελών του ομίλου και όχι του ομίλου ως συνόλου, ως μία ενιαία διαδικασία. Έτσι, οι όμιλοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται με βάση την νομική έννοια πυρήνα του νομικού προσώπου και όχι με βάση την οικονομική και οργανωτική κεντροποιημένη διοίκηση που χαρακτηρίζει κάθε όμιλο. Οι επιμέρους εταιρίες που εντάσσονται σε έναν όμιλο αποτελούν αυτοτελή υποκείμενα δικαίου είτε αυτές είναι υποκείμενες σε έλεγχο θυγατρικές είτε η ασκούσα τον έλεγχο μητρική. Τέλος, ο Πρότυπος Νόμος (1998) της Επιτροπής για το Διεθνές Εμπόριο των Ηνωμένων Εθνών (UNCITRAL) προκρίνει στο ζήτημα της πτώχευσης του ομίλου επιχειρήσεων τον συντονισμό εργασιών σε δύο επίπεδα, διαδικαστικά και ουσιαστικά και δεν περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις για την πτώχευση ομίλου επιχειρήσεων (Ε. Περάκη, Πτωχευτικό Δίκαιο, 2012, σελ. 167). Για κάθε εταιρία μέλος του ομίλου ανοίγει χωριστή διαδικασία και έπειτα ανακύπτει ζήτημα συνεργασίας. Συστάσεις για την αντιμετώπιση της πτώχευσης ομίλου επιχειρήσεων περιλαμβάνονται στο τρίτο μέρος του Νομοθετικού Οδηγού της UNCITRAL του 2012 (Uncitral Legislative Guide on Insolvency Law, Part three: Treatment of enterprise groups). Και στο πλαίσιο αυτό της UNCITRAL, αρχή των σχετικών ρυθμίσεων αποτελεί το άθικτο της νομικής προσωπικότητας κάθε μέλους του ομίλου με δυνατότητα όμως σύγχρονης κήρυξης των πτωχεύσεων, συντονισμό των εργασιών τους, ενιαία εξυγιαντική χρηματοδότηση του ομίλου (post commencement finance), σε ορισμένες δε περιπτώσεις και ενοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού (substantive consolidation).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα ισχυρίζεται με την κρινόμενη αίτησή της, ότι εταιρία … και οι συνδεδεμένες με αυτή (μητρική εταιρία) στον ίδιο εταιρικό όμιλο εταιρίες, μεταξύ των οποίων και η αιτούσα εταιρία, ζήτησαν στις 6-11-2028 από το Πτωχευτικό Δικαστήριο για τη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης των Η.Π.Α. την υπαγωγή τους στο καθεστώς εξυγίανσης του κεφαλαίου 11 (Chapter 11) του Πτωχευτικού Κώδικα των Η.Π.Α., υποβάλλοντας στη συνέχεια, στις 16-1-2019, προς έγκριση στο ίδιο Δικαστήριο, σχέδιο αναδιοργάνωσης, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο αμερικανικό δίκαιο διαδικασία. Ότι στις 29-3-2019 το προαναφερθέν Πτωχευτικό Δικαστήριο ενέκρινε το σχέδιο αναδιοργάνωσης του ομίλου των ανωτέρω εταιριών, εκδίδοντας σχετική Διαταγή Επιβεβαίωσης του Κοινού Σχεδίου Αναδιοργανώσεως της εταιρίας … και των συνδεδεμένων με αυτή (μητρική εταιρία) στον ίδιο εταιρικό όμιλο εταιριών (συμπεριλαμβανομένης και της αιτούσας εταιρίας), με ημερομηνία ενάρξεως ισχύος αυτού την 3η-4-2019. Ότι το ως άνω εγκριθέν σχέδιο τυγχάνει εκτελεστό και δεσμευτικό για όλους τους (αναγγελθέντες ή μη) δανειστές των ανωτέρω εταιριών, οι οποίοι δικαιούνται να ικανοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο υπό τους όρους αυτού, απαγορευομένης οποιασδήποτε άλλης δικαστικής ή εξώδικης ενέργειας για την ικανοποίηση των δανειστών. Ότι κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του αναφερόμενου στην οικεία μείζονα σκέψη ν. 3858/2010 για τη «διασυνοριακή πτώχευση» και με βάση τις εξουσίες διοίκησης της περιουσίας από τον ίδιο τον οφειλέτη, στο πλαίσιο του σχεδίου αναδιοργάνωσης, χωρίς να απαιτείται διορισμός συνδίκου, οι οποίες (εξουσίες) παρέχονται στο πλαίσιο της προαναφερθείσας αλλοδαπής πτωχευτικής διαδικασίας, η αιτούσα έχει ασκήσει, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, την από 7-8-2020 (αριθ. καταθ. 6053/2833/2020) αίτησή της, η οποία εμπεριέχεται αυτούσια στην κρινόμενη αίτηση, προκειμένου να αναγνωριστεί ως αλλοδαπή κύρια διαδικασία η προαναφερθείσα πτωχευτική διαδικασία, η οποία κατέληξε στην έκδοση της από 29-3-2019 Διαταγής του Πτωχευτικού Δικαστηρίου για τη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης των Η.Π.Α., περί επιβεβαίωσης του κοινού σχεδίου αναδιοργανώσεως της εταιρίας … και των συνδεδεμένων με αυτή (μητρική εταιρία) στον ίδιο εταιρικό όμιλο εταιριών. Περαιτέρω, επικαλούμενη αφενός μεν την επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης σε βάρος της, δυνάμει της από 28-9-2020 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. 6022/2020 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε κατόπιν αίτησης του καθ’ ου – επισπεύδοντος την εκτέλεση, για απαίτηση ύψους 149.500 ευρώ που στηρίζεται στην υπ’ αριθ. 3022/2017 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία εργατικών διαφορών), αφετέρου δε επείγουσα ανάγκη για την προστασία των περιουσιακών στοιχείων της οφειλέτριας εταιρίας, ζητεί μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της προαναφερθείσας από 7-8-2020 (αριθ. καταθ. 6053/2833/2020) αίτησής της, να ανασταλεί η ως άνω αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται σε βάρος της. Τέλος, η αιτούσα ζητεί να καταδικαστεί ο καθ’ ου στη δικαστική της δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, η κρινόμενη αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 683 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ) κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (683 έως 703 ΚΠολΔ). Ενόψει δε του είδους της ένδικης διαφοράς ως ναυτικής, αφού η αιτούσα εταιρία, εγκατεστημένη νόμιμα στην Ελλάδα βάσει των διατάξεων του α.ν. 89/1967, έχει πτωχευτική ικανότητα κατά το ελληνικό δίκαιο (ελλείψει κανόνων διεθνούς πτωχευτικού δικαίου), εφόσον έχει την πραγματική της έδρα στην ελληνική επικράτεια (ΕφΠειρ 161/2003 ΠειρΝομ 2003.185, ΕφΠειρ 74/2011 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ), όπως έγινε δεκτό με την υπ’ αριθ. 3022/2017 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου (ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών), η οποία κατέστη τελεσίδικη με την υπ’ αριθ. 523/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά και έχει αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία και το φυσικό εφοδιασμό πετρελαϊκών προϊόντων και κυρίως ναυτιλιακών, λιπαντικών και συναφών ειδών (άρθρο 51 παρ. 3Β εδ. ι’ του Ν. 2172/1993), καθιδρύεται λειτουργική αρμοδιότητα και δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου (άρθρο 3 ΚΠολΔ σε συνδ. με 9 ν. 3858/2010), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του καθ’ ου. Εξάλλου, η κρινόμενη αίτηση αφορά αλλοδαπή διαδικασία που αναφέρεται σε σχέδιο αναδιοργάνωσης – αναδιάρθρωσης ομίλου εταιριών, ήτοι σε θεσμό που βρίσκεται στον πυρήνα του πτωχευτικού δικαίου ως άλλος τρόπος πραγμάτωσης της ευθύνης του οφειλέτη, μέσω αξιοποίησης της περιουσίας και διάσωσης της επιχείρησής του. Σύμφωνα, όμως, με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ο όμιλος εταιριών δεν αναγνωρίζεται στο ελληνικό αλλά και στο ενωσιακό δίκαιο ως νομικό πρόσωπο και ως εκ τούτου στερείται νομικής προσωπικότητας, συνεπώς δεν μπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση ή να τεθεί σε αναδιοργάνωση – αναδιάρθρωση σε μία ενιαία διαδικασία αφερεγγυότητας, δηλαδή με ένα κοινό σχέδιο αναδιάρθρωσης να καταληφθεί το σύνολο των περιουσιών του ομίλου. Στην προκείμενη δε περίπτωση, από το περιεχόμενο της αυτουσίως ενσωματωθείσας στο κρινόμενο δικόγραφο, αίτησης του άρθρου 15 του ν. 3858/2010, η οποία κατά τα προαναφερθέντα εκκρεμεί ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, συνάγεται ότι στο πλαίσιο της προβλεπόμενης από το δίκαιο των Η.Π.Α. αναδιοργάνωσης της επιχείρησης (κεφάλαιο 11 του Bankruptcy Code του 1978, όπως αυτό τροποποιήθηκε με προσθήκη κεφαλαίου με άρθρο 13, σύμφωνα με το νόμο της 15ης Μαρτίου 2005 με τίτλο «Bunkruptcy Abuse Prevention and Consumer Protection Act of 2005»), υποβλήθηκαν αιτήσεις από την μητρική εταιρία … και τις συνδεδεμένες με αυτή θυγατρικές εταιρίες, συμπεριλαμβανομένης και της αιτούσας εταιρίας, για την υποβολή του ομίλου, ως οικονομικής και οργανωτικής ένωσης περισσοτέρων νομικών προσώπων – επιχειρήσεων υπό ενιαία διοίκηση, σε καθεστώς ενιαίας αναδιοργάνωσης δια της έγκρισης σχετικού κοινού σχεδίου. Η προαναφερθείσα δε διαδικασία έλαβε χώρα στο Πτωχευτικό Δικαστήριο της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, στην οποία (περιφέρεια) ανήκει η έδρα της …, μητρικής εταιρίας του ομίλου. Ενόψει των ανωτέρω, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, η προαναφερθείσα αλλοδαπή διαδικασία, αφορώσα την αναδιάρθρωση, λόγω αφερεγγυότητας, ομίλου εταιριών, δεν μπορεί να αναγνωριστεί στην Ελλάδα ούτε να στηρίξει τη λήψη μέτρων προσωρινής προστασίας (όπως ζητείται με την κρινόμενη αίτηση), ως αντικείμενη στη δημόσια τάξη κατ’ άρθρο 6 του ν. 3858/2010. Και τούτο διότι η ανωτέρω διαδικασία αφορά ένωση περισσοτέρων νομικών προσώπων, η οποία όμως τόσο κατά το ελληνικό όσο και κατά το ενωσιακό δίκαιο δεν έχει νομική προσωπικότητα και συνεπώς δεν αποτελεί αυτοτελή οντότητα ούτε φορέα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Εξάλλου, η ανωτέρω αλλοδαπή διαδικασία δεν μπορεί να αναγνωριστεί ούτε στο πλαίσιο εκτίμησης αυτής ως αφορώσας πτώχευση (και) της αιτούσας, υπό την ιδιότητα της ως ανεξάρτητου νομικού προσώπου, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη διαδικασία έλαβε χώρα στην περιφέρεια της έδρας της μητρικής εταιρίας, με μια ενιαία διαδικασία για όλες τις εταιρίες του ομίλου και καταλαμβάνει την συνολική περιουσία του τελευταίου, υπαχθείσα για το λόγο αυτό σε κοινό σχέδιο αναδιάρθρωσης των εταιριών του ομίλου, το οποίο εντέλει εγκρίθηκε με μια απόφαση – διαταγή του προαναφερθέντος αλλοδαπού Πτωχευτικού Δικαστηρίου.
Κατόπιν των ανωτέρω, η ένδικη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη, η δε δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφιστεί στο σύνολό της, μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 KΠολΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
- ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
- ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
- ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 9 Δεκεμβρίου 2020.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
(για τη δημοσίευση)