ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
1368/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(11766/5915/2019)
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Αντιγόνη – Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 17 Νοεμβρίου 2020, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:
Α. ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. …., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της, Νικόλαος Γερασίμου (ΑΜ/ΔΣΠ 002814), δυνάμει του, από 15.12.2019, πληρεξούσιου εγγράφου κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην περιοχή … του Δήμου …, με ΑΦΜ …, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος Δικηγόρος Μάρκος Δάρας (ΑΜ/ΔΣΑ 011476), δυνάμει πληρεξούσιου εγγράφου κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής την 15.07.2020 και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η, από 16.12.2019, αγωγή της κατά της εναγομένης, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 20.12.2019, με γενικό αριθμό κατάθεσης 11766/2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5915/2019, η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε, δυνάμει της, από 23.10.2020, Πράξης ορισμού Δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Β. ΤΗΣ ΑΣΚΟΥΣΑΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ ΜΕ ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην περιοχή … του Δήμου …, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. …, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος Δικηγόρος Μάρκος Δάρας (ΑΜ/ΔΣΑ 011476), δυνάμει πληρεξούσιου εγγράφου κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής την 15.07.2020 και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ ΜΕ ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος Δικηγόρος Ανάργυρος Κουτσούκος (ΑΜ/ΔΣΠ 001327) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ανακοινούσα τη δίκη – προσεπικαλούσα ζητεί να γίνει δεκτή η, από 14.02.2020 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, με γενικό αριθμό κατάθεσης 1477/2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 794/2020 και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν τα άρθρα 238 και 237 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκαν με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της, από 23.10.2020, πράξης ορισμού Δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, οι υποθέσεις συνεκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου εισάγονται προς συζήτηση: α) η από 16.12.2019, υπ’ αριθ. κατάθεσης 11766/5915/2019, αγωγή και β) η από 14.02.2020, υπ’ αριθ. κατάθεσης 1477/794/2020, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση, οι οποίες πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, διότι αφενός μεν είναι συναφείς, υπάγονται στην αρμοδιότητα του ίδιου Δικαστηρίου και στην ίδια διαδικασία, αφετέρου δε από τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 παρ. 1, 246 του ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 2881/2001 «Πλοίο ή πλωτό ναυπήγημα, νηολογημένο ή όχι, αποτελεί ναυάγιο, αν παύσει να έχει πλευστότητα και παραμένει, ολόκληρο ή κατά μέρος, από την επιφάνεια της θάλασσας. Ναυάγιο αποτελεί και η κατασκευή, η οποία έχει περιέλθει σε κατάσταση, που κάνει αδύνατη την επαναχρησιμοποίηση κατά τον προορισμό της και παραμένει, ολόκληρη ή κατά μέρος, υπό την επιφάνεια της θάλασσας. Ναυάγιο αποτελεί και το φορτίο πλοίου ή πλωτού ναυπηγήματος ή το τμήμα ή παράρτημα πλοίου, πλωτού ναυπηγήματος ή κατασκευής, που παραμένει, ολόκληρο ή κατά μέρος, υπό την επιφάνεια της θάλασσας, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτού: «1. Ο κύριος ναυαγίου, το οποίο αποτελεί κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα σε περιοχή λιμένα, σε διώρυγα ή σε δίαυλο ή παρεμποδίζει την προσόρμιση, την αγκυροβολία, την παραβολή, τη χρήση των κρηπιδωμάτων και γενικά τη λειτουργία τους ή προσβάλλει ή απειλεί να προσβάλει το περιβάλλον, υποχρεούται να το ανελκύσει και απομακρύνει εκτός λιμένα, διώρυγας ή διαύλου, όπως έχει ή κατά τμήματα ή, αν επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να το μετατοπίσει ή καταστρέψει ή με οποιονδήποτε τρόπο εξουδετερώσει, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 2. Ο Οργανισμός προσκαλεί εγγράφως τον κύριο να προβεί στις αναγκαίες κατά την προηγούμενη παράγραφο ενέργειες, για να εξαλειφθεί κάθε κίνδυνος και να αποτραπεί κάθε δυσμενής συνέπεια από την ύπαρξη του ναυαγίου, ορίζοντας εύλογη κατά περίπτωση προθεσμία, που δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις (3) μήνες και δηλώνοντας συγχρόνως ότι σε διαφορετική περίπτωση θα προβεί στις ενέργειες αυτές με ευθύνη και με δαπάνες του κυρίου, οι οποίες σε περίπτωση μη άμεσης καταβολής, καταλογίζονται σε βάρος του και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. Αν ο κύριος δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του, ο Οργανισμός μπορεί, ως νόμιμος εντολοδόχος του, να εκτελέσει τις πράξεις που αναγράφονται στην πρόσκληση είτε με ίδια αυτού μέσα και προσωπικό είτε με ανάθεση των σχετικών εργασιών σε τρίτο.». Περαιτέρω, κατά το άρθρο 681 ΑΚ, με τη σύμβαση έργου ο ένας συμβαλλόμενος, αποκαλούμενος εργολάβος, αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο, ο δε έτερος, αποκαλούμενος εργοδότης, να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή. Ο ενάγων για την καταβολή της αμοιβής εργολάβος, όταν ενάγει τον εργοδότη για την καταβολή της αμοιβής του ή του υπολοίπου αυτής, οφείλει να επικαλεσθεί στην αγωγή του, για το ορισμένο αυτής, κατά το άρθρο 216 παρ.1 ΚΠολΔ, τη σύμβαση μίσθωσης έργου κατά τα ουσιώδη στοιχεία της, ήτοι τη σύμβαση που καταρτίσθηκε, το έργο που συμφωνήθηκε με αυτή να εκτελεσθεί, την εκτέλεση και παράδοση ή την προσφορά του έργου και την αμοιβή που συμφωνήθηκε. Ως έργο, νοείται κάθε τελικό αποτέλεσμα της εργασίας και δραστηριότητας του εργολάβου στο οποίο απέβλεψαν τα μέρη της σύμβασης, ενώ ως παράδοση του έργου νοείται η εκπλήρωση της κύριας υποχρέωσης του εργολάβου, που συνίσταται στην εκτέλεση του έργου και στην προσπόρισή του στον εργοδότη, δηλαδή η περιέλευση του έργου στη σφαίρα εξουσίασης του εργοδότη, ώστε να δικαιούται ο εργολάβος της συμφωνημένης αμοιβής του (ΑΠ 728/2017, ΑΠ 233/2016, ΑΠ 597/2015, ΑΠ 314/2009, ΕφΑθ 5536/2013 Τ.Ν.Π. Νόμος). Η υποχρέωση αμοιβής προκύπτει είτε σαφώς από τη σύμβαση είτε λογίζεται σιωπηρά συμφωνημένη, κατ` άρθρο 682 ΑΚ, λογίζεται δε πως έχει συμφωνηθεί σιωπηρά, αν το έργο συνηθίζεται να εκτελείται μόνο με αμοιβή. Στην αμοιβή περικλείεται το εργολαβικό κέρδος, οι δαπάνες κατασκευής του έργου, η αξία της απαιτούμενης προς τούτο εργασίας κλπ. Το ύψος της αμοιβής μπορεί να καθορίζεται από τους συμβαλλομένους κατά τους εξής τρόπους: α) αμοιβή κατ΄αποκοπή. Με αυτό τον τρόπο η συνολική αμοιβή του εργολάβου καθορίζεται επακριβώς εκ των προτέρων σε ορισμένο πάγιο ποσό. β) αμοιβή επί τη βάσει προϋπολογισμού, ήτοι με βάση πίνακα που καταρτίζεται πριν από την εκτέλεση του έργου και περιέχει υπολογισμό του κόστους του έργου, λεπτομερή έκθεση των εργασιών που πρέπει να εκτελεστούν και των υλικών που θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή του έργου και που καθορίζει τις κατ’ ιδίαν αξίες αυτών σε συμβατικές καθορισμένες κατηγορίες, γ) απολογιστικώς. Κατά το σύστημα αυτό του καθορισμού του ύψους της αμοιβής καταβάλλονται στον εργολάβο τα πραγματικά έξοδα για την προμήθεια των υλικών, πρώτων υλών και τις αμοιβές του εργατικού προσωπικού και επί πλέον η προσθήκη ενός ποσού για γενικά έξοδα και καθαρή εργολαβική αμοιβή, που συνήθως υπολογίζεται σε ποσοστό επί του αθροίσματος των ως άνω πραγματικών εξόδων. Ο εργολάβος προμηθεύεται τα υλικά, τις πρώτες ύλες κλπ. και απασχολεί το προσωπικό με χρήματα του εργοδότου, τα οποία καταβάλλονται είτε προκαταβολικά είτε κατά τμήματα, κατά την πρόοδο των εργασιών του έργου. Το τελικό ύψος της αμοιβής καθορίζεται κατά την περάτωση του έργου ή τμημάτων αυτού, οπότε ο εργολάβος υποχρεούται να εμφανίσει στον εργοδότη λεπτομερή απολογισμό για τα έξοδα που έγιναν και να παραδώσει τα αποδεικτικά έγγραφα για τις δαπάνες. Ο τρόπος αυτός υπολογισμού του ύψους της αμοιβής ενδείκνυται σε περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι δυνατή η πρόβλεψη των ποσοτήτων των υλικών και της εργασίας που θα απαιτηθούν για κάθε μονάδα του έργου ή δεν είναι δυνατή η επιμέτρηση του όλου έργου. δ)χρονική αμοιβή, ε)αμοιβή με ποσοστά και στ) αύξηση της αμοιβής (βλ. Ερμ ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου υπό άρθρο 681, σελ. 597,598). Περαιτέρω, η εργολαβική αμοιβή μπορεί να είναι εκ των προτέρων ορισμένη ή να καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ύψος της και ως προς τον τρόπο υπολογισμού της. Στην τελευταία περίπτωση και μόνον, ο καθορισμός της αμοιβής θα γίνει είτε κατά τα άρθρα 371-373 ΑΚ είτε με αντικειμενικά δεδομένα, όπως με τις ισχύουσες διατιμήσεις ή με την ειθισμένη αμοιβή, αυτή δηλαδή που συνηθίζεται να καταβάλλεται από άλλους εργοδότες για όμοιες εργασίες σε εργολάβους της ίδιας κατηγορίας, με τις ίδιες συνθήκες τόπου και χρόνου. Εάν δεν υπάρχει διατίμηση ή ειθισμένη αμοιβή, τότε εφαρμόζεται η διάταξη του άρθ. 379 ΑΚ, δηλαδή ο προσδιορισμός της αμοιβής γίνεται από τον εργολάβο με δίκαιη κρίση και σε διαφορετική περίπτωση από το αρμόδιο δικαστήριο (βλ. ΑΠ 1383/2010 ΕλλΔνη 2011 1060, ΑΠ 682/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 346/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1070/2009 ΝοΒ 2010 950, ΑΠ 1336/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 508/2008 ΝοΒ 2008 2088, ΑΠ 543/2007 ΝοΒ 2007 2065, ΑΠ 1367/03 ΕλλΔνη 45.1056, ΑΠ 1693/02 ΧρΙΔ 3.121, ΑΠ 940/02 ΕλλΔνη 44.1359, ΕφΑθ 372/2019, ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 196/2015, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2016.36, ΕφΠειρ 548/2015, ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ Μον 5536/2013 ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδης-Σταθόπουλος ΑΚ, άρθρ 681 αριθ 6-17 και 55-57). Τέλος, από το άρθρο 425 ΑΚ, κατά το οποίο, τα έξοδα της εξοφλητικής απόδειξης φέρει ο οφειλέτης, αν δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση, προκύπτει ότι τα έξοδα που βεβαιώνουν την εξόφληση (μερική ή ολική) της απαίτησης με την έκδοση εξοφλητικής αποδείξεως ή τιμολογίου από τον δανειστή που ικανοποιείται από την εξόφληση, τέτοια δε είναι και τα τέλη χαρτοσήμου ή ο φόρος προστιθέμενης αξίας, εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων του άρθρου 525 ΑΚ και βαρύνουν τον οφειλέτη. Στην περίπτωση δε που ο δανειστής, όπως συμβαίνει συνήθως στην πράξη, έχει προκαταβάλει τα έξοδα αυτά, μπορεί να στραφεί κατά του οφειλέτη και να τα αναζητήσει κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 904 επ.ΑΚ). Και τούτο, εφόσον βεβαίως δεν υπάρχει μεταξύ τους διαφορετική συμφωνία, την οποία οφείλει να επικαλεστεί και αποδείξει ο οφειλέτης, ή δεν υφίσταται ειδική διάταξη που υπερισχύει της γενικής τοιαύτης του άρθρου 525 ΑΚ, με την οποία ορίζεται διαφορετικά (ΑΠ 1100/1996 ). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 4, 8 παρ. 1, 14 παρ. 1, 16 παρ. 1 και 2, 19 παρ.1, 21, 35 παρ.1 και 36 του ν.2859/2000 “Κύρωση Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας” (ΦΕΚ Α 248), ο οποίος κωδικοποίησε σε ενιαίο κείμενο τον ν. 1642/1986 (ΦΕΚ Α 125), που εισήγαγε στη χώρα τον ανωτέρω φόρο (ΦΠΑ), όπως οι διατάξεις αυτές τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα και, ως ειδικές, υπερισχύουν των διατάξεων του ενδοτικού δικαίου, όπως είναι και η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 425 του ΑΚ, σαφώς προκύπτει, ότι στην περίπτωση σύμβασης έργου, κατά την οποία ο εργολάβος παρέχει τις υπηρεσίες του στον εργοδότη για την εκτέλεση του έργου έναντι αμοιβής, για την οποία είναι υπόχρεος στην έκδοση τιμολογίων και την απόδοση προς το Δημόσιο του αναλογούντος σε αυτά Φ.Π.Α (ο οποίος, σημειωτέον, επιρρίπτεται στον εργοδότη, ως λήπτη των παρεχόμενων σε αυτόν υπηρεσιών και υπόχρεο συνεπεία τούτου στην καταβολή του), εφόσον ο εργολάβος προβεί, μέσα στα χρονικά όρια που τίθενται από τις σχετικές διατάξεις του ως άνω νόμου, στην έκδοση των σχετικών τιμολογίων, που τον υποχρεώνουν στην απόδοση του αναλογούντος σ` αυτά Φ.Π.Α. στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., χωρίς ωστόσο να έχει προεισπράξει τον φόρο αυτό από τον εργοδότη, δικαιούται να τον αναζητήσει απ` αυτόν, κατά τις ως άνω διατάξεις, και επικουρικά, κατ` εκείνες του αδικαιολόγητου πλουτισμού, εκτός αν ο εργοδότης επικαλεστεί και αποδείξει ειδική συμφωνία μεταξύ αυτού και του εργολάβου, με την οποία ο τελευταίος αναλαμβάνει την τοιαύτη υποχρέωσή του (ΑΠ 1113/2017 και ΑΠ 1598/2011). Σε περίπτωση όμως που κατά τον χρόνο εκδίκασης της διαφοράς δεν έχει εκδοθεί το σχετικό τιμολόγιο ή η απόδειξη παροχής υπηρεσιών από τον εργολάβο, όπως συμβαίνει στην περίπτωση που ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά τον χρόνο είσπραξης της αμοιβής του εργολάβου ύστερα από επιταγή δημοσίας αρχής, όπως δικαστικής απόφασης, ο εργολάβος οφείλει να εκδώσει κατά τον χρόνο είσπραξης της αμοιβής (δηλαδή στο μέλλον) τιμολόγιο ή απόδειξη ή άλλο στοιχείο που προβλέπεται από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, στο οποίο θα αναγράψει τη φορολογική αξία (την ως άνω επιδικασθείσα αμοιβή) και το ποσό του φόρου χωριστά (ΑΠ 80/1999). Η εν λόγω απαίτηση του εργολάβου έναντι του εργοδότη για την οφειλή του ΦΠΑ μπορεί να καταστεί αντικείμενο δίκης, κατά τη διάταξη του άρθρου 69 παρ.1 περ. ε του ΚΠολΔ. Επομένως, για την κατά τα ανωτέρω αναγνώριση της ως άνω οφειλής του ΦΠΑ δεν αρκεί η εξόφληση στο μέλλον της σχετικής οφειλής από τον υπόχρεο εργοδότη αλλά απαιτείται επί πλέον και η έκδοση από τον εργολάβο, κατά τον χρόνο είσπραξης της αμοιβής, του κατά τη φορολογική νομοθεσία απαραίτητου φορολογικού στοιχείου. Ο φόρος δε στην περίπτωση αυτή θα υπολογιστεί με βάση το ποσοστό που θα ισχύει κατά τον χρόνο της εξόφλησης (ΑΠ 1113/2017). Εν προκειμένω, με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα εκθέτει ότι στο πλαίσιο του αντικειμένου της δραστηριότητάς της, το οποίο συνίσταται κυρίως στην ανέλκυση, καθέλκυση και διαχείμαση σκαφών, καθώς και την παροχή υπηρεσιών ναυαγιαιρεσίας, επιθαλάσσιας αρωγής και αντιρρύπανσης σε σκάφη, ανέλαβε, την 03.05.2016, τη ναυαγιαιρεσία του υπό ελληνική σημαία ιστιοπλοϊκού επαγγελματικού σκάφους, τύπου καταμαράν, «…», με αριθμό Νηολογίου …, πλοιοκτησίας της εναγομένης, το οποίο προσάραξε, την 02.05.2016, σε βραχώδη περιοχή και συνετρίβη ολοσχερώς, σε απόσταση 1,5 ν.μ. από τη βόρεια είσοδο του διαύλου Λευκάδας, καθώς και την περισυλλογή όλων των επικίνδυνων υγρών και, επικίνδυνων και μη, στερεών αποβλήτων και την πραγματοποίηση όλων των απαραίτητων ενεργειών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση πιθανής θαλάσσιας ρύπανσης από το συμβάν, σύμφωνα με τις έγγραφες εντολές του Υπουργείου Ναυτιλίας και του Λιμεναρχείου Λευκάδας, αλλά και κατόπιν ρητής ανάθεσης του έργου σε αυτήν από τον νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης. Ότι κατά το χρονικό διάστημα από 03.05.2016 έως και την 08.05.2016 προσέφερε προσηκόντως και αποτελεσματικώς τις ανωτέρω υπηρεσίες της στο ένδικο πλοίο, κάνοντας χρήση του αναφερόμενου στην αγωγή εξοπλισμού και απασχολώντας το αναγκαίο προς τούτο προσωπικό, κοινοποιώντας καθημερινά, τόσο προς την αρμόδια Λιμενική Αρχή, όσο και προς την εναγόμενη πλοιοκτήτρια, αλλά και την ασφαλιστική εταιρεία του σκάφους «…», αναλυτική αναφορά των εργασιών της, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο υπό κρίση δικόγραφο, ενώ παράλληλα, από τις 03.05.2016 έως και τις 06.05.2016, προσέφερε υπηρεσίες θαλάσσιας αρωγής και στο ιστιοπλοϊκό σκάφος «…», το οποίο είχε προσαράξει δίπλα στο ένδικο σκάφος και το οποίο εν τέλει διασώθηκε. Ότι μετά την ολοκλήρωση του συμφωνηθέντος έργου ναυαγιαιρεσίας και απορρύπανσης και συγκεκριμένα την 08.06.2016 κοινοποίησε στην εναγομένη αναλυτική αναφορά για το κόστος των υπηρεσιών της, οι οποίες κοστολογήθηκαν με βάση τις δημοσιευμένες στο ΦΕΚ 1815/2006 χρεώσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας («περί αποζημιώσεων στελεχών ΛΣ σε περιπτώσεις περιστατικών ρύπανσης»), ωστόσο η τελευταία αρνήθηκε να της καταβάλει την αμοιβή που συμφωνήθηκε μεταξύ τους σιωπηρά μετά την εκτέλεση του έργου, αμοιβή, η οποία εξάλλου, σε αντίστοιχες περιπτώσεις έργων που αφορούν την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος, κατά τις οποίες οποιαδήποτε χρονοτριβή μπορεί να αποβεί μοιραία, είθισται να συνομολογείται μετά την ολοκλήρωση του έργου. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, η ενάγουσα ζητεί, κύρια με βάση τη σύμβαση έργου που συνήψε με την εναγομένη και επικουρικά με βάση τις περί αδικοπραξιών διατάξεις, άλλως και σε περίπτωση που η μεταξύ τους σύμβαση κριθεί ότι είναι άκυρη, με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 122.319,00€, πλέον ΦΠΑ 24% ποσού 29.356,56€, ήτοι συνολικά το ποσό των 151.676,56€, το οποίο αντιστοιχεί στις υπηρεσίες που προσέφερε και τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε, όπως αναλυτικώς καταγράφονται στον επισυναπτόμενο στην αγωγή πίνακα χρεώσεων, νομιμότοκα από την επομένη της ολοκλήρωσης του συμφωνηθέντος έργου, άλλως από την επομένη επίδοσης της αγωγής, έως την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση. Ζητεί, επίσης, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στη δικαστική της δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αγωγή, η οποία επιδόθηκε στην εναγομένη εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 215παρ.2 ΚΠολΔ (βλ. την υπ’ αριθ. …/30.12.2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Κερκύρας …), παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθ. 41 ΚΠολΔ, 51§§1 περ.α, 2 εδ.β, §3 Α, Β περ. ιε του Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, είναι δε επαρκώς ορισμένη, καθώς εκτίθενται σε αυτή τα στοιχεία που αφορούν την περιγραφή του εν λόγω έργου ναυαγιαιρεσίας και αντιρρύπανσης, με αναλυτική αναφορά των εργασιών που εκτελέσθηκαν, του εξοπλισμού και των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν και των αντίστοιχων δαπανών, αφού ενσωματώνονται στην αγωγή οι σχετικώς συνταχθείσες καταστάσεις χρεώσεων, στις οποίες αναφέρεται χωριστά η κάθε είδους εργασία, υπηρεσία και δαπάνη, καθώς και η τιμή μονάδος αυτών, αντιστοίχως, επιπλέον δε η με αριθμητικό υπολογισμό προκύπτουσα συνολική αμοιβή της ενάγουσας (ΑΠ 700/2019, ΕφΠειρ 83/2015, ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω η αγωγή τυγχάνει νόμιμη, ως προς την κύρια και την επικουρική βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού, στηριζόμενη στις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη διατάξεις, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 297, 298, 340, 345, 346, 361, 681επ., 694 ΑΚ, 907, 908 και 176 Κ.Πολ.Δ., με την επισήμανση ότι η αγωγική αξίωση της ενάγουσας για το επιμέρους ποσό των 29.456,56 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε Φ.Π.Α. 24%, για τα αιτούμενα αγωγικά κονδύλια, δύναται να καταστεί αντικείμενο δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 69 παρ.1 περ.ε’ ΚΠολΔ, αδιαφόρως του ότι η έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων δεν είχε λάβει χώρα κατά τη συζήτηση της αγωγής, σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, υπό τον όρο ότι κατά τον χρόνο είσπραξης του ποσού αυτού στο μέλλον με την εξόφληση της επιδικασθησόμενης από το Δικαστήριο αμοιβής της ενάγουσας, θα εκδοθούν τα αντίστοιχα φορολογικά στοιχεία, ως αναγκαία προϋπόθεση της καταβολής (ΑΠ 1113/2017, ΑΠ 80/1999, ΕφΑθ 729/2018 ΤΝΠ Νόμος). Στο πλαίσιο όμως αυτό, το παρεπόμενο αίτημα τοκοδοσίας ως προς το παραπάνω ποσό, είναι νόμιμο όχι από τον αιτούμενο χρόνο της περάτωσης του έργου, ούτε και από αυτόν της επίδοσης της αγωγής, αλλά από τον μεταγενέστερο χρόνο της έκδοσης των αντίστοιχων φορολογικών στοιχείων (λ.χ. τιμολογίων, αποδείξεων παροχής υπηρεσιών κλπ.) και της παράδοσής τους στην εναγομένη, ειδάλλως, η ως άνω έναρξη της τοκοδοσίας προσκρούει στον σκοπό των οικείων φορολογικών διατάξεων, που είναι η διασφάλιση της απόδοσης του ΦΠΑ στο Δημόσιο από την έκδοση από την ενάγουσα της σχετικής απόδειξης ή τιμολογίου και παράδοσής τους στην εναγομένη, συμπεριλαμβανομένου του οφειλόμενου ΦΠΑ (ΕφΠατρ 124/2017 ΤΝΠ Nόμος), καθόσον το αιτούμενο ποσό τοκοφορίας περιέχεται ως έλασσον στο μείζον προσδιοριζόμενο με το αγωγικό δικόγραφο χρονικό διάστημα τοκοδοσίας (ΑΠ 1288/1996 ΕλλΔνη 1997.1141, ΕφΠειρ 878/2004 ΕλλΔνη 2005.283, ΕφΠειρ 996/2003 ΕΔΠ 2006.109, ΕφΑθ 6715/2001, ΕφΑθ 6717/2001 αδημ. στον νομικό Τύπο, ΜονΠρΘεσ 156/2016 ΤΝΠ Νόμος). Όσον αφορά δε την επικουρική βάση που επιχειρείται να θεμελιωθεί στις περί αδικοπραξιών διατάξεις, τούτη πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, δοθέντος ότι υπαίτια πράξη ή παράλειψη, η οποία συνιστά συμβατική αθέτηση και γεννά ενδοσυμβατική ευθύνη του οφειλέτη, μπορεί μεν να θεμελιώσει και αδικοπρακτική ευθύνη του, εάν και χωρίς τη συμβατική σχέση η ενέργειά του (πράξη ή παράλειψη) θα ήταν καθεαυτή παράνομη κατά την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, εν προκειμένω ωστόσο η αθέτηση της σύμβασης καθ’ εαυτήν δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις της αδικοπραξίας, οι συνέπειές της δε, ρυθμίζονται από τις διατάξεις για τη μη εκπλήρωση της παροχής ή την αθέτηση ενοχής εν γένει και όχι από τις περί αδικοπραξιών διατάξεις. Κατόπιν τούτων πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω η αγωγή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (βλ. το υπ’ αριθ. … ηλεκτρονικό παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ. σε συνδυασμό με την, από 16.03.2018 ηλεκτρονική απόδειξη πληρωμής).
Η εναγομένη, με τις προτάσεις που κατέθεσε, αρνείται καταρχήν την αγωγή κατά το μέρος που με αυτήν η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι μεταξύ τους έλαβε χώρα σιωπηρή συμφωνία ως προς το ύψος της εργολαβικής της αμοιβής, περαιτέρω δε αρνείται το ύψος της επικουρικώς αιτούμενης από την ενάγουσα ειθισμένης αμοιβής, ως υπερβολικό και αναπόδεικτο, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι οι επίδικες υπηρεσίες και δαπάνες της ενάγουσας πραγματοποιήθηκαν προεχόντως για τη διάσωση του πλοίου «…» και δευτερευόντως αφορούσαν στο δικό της πλοίο. Περαιτέρω η εναγομένη ισχυρίζεται ότι οι επίδικες αξιώσεις έχουν υποπέσει στη διετή παραγραφή του άρθρου 290 του Κ.Ι.Ν.Δ., για τις αξιώσεις για αμοιβές και έξοδα από επιθαλάσσια αρωγή, καθώς από το τέλος του έτους εντός του οποίου γεννήθηκαν (31.12.2016) έως την επίδοση σε αυτήν της υπό κρίση αγωγής (30.12.2019), παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δυο ετών. Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει νομικά αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος, διότι στη διετή παραγραφή του άρθρου 290 αριθ. 3 του Κ.Ι.Ν.Δ. υπόκεινται αποκλειστικά οι περιοριστικά απαριθμούμενες στη διάταξη του άρθρου αυτού αξιώσεις, ήτοι οι αξιώσεις από επιθαλάσσια αρωγή ή διάσωση για την πληρωμή της αμοιβής και των εξόδων. Στις αξιώσεις αυτές δεν περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις από σύμβαση έργου με αντικείμενο την αποτροπή κινδύνου θαλασσίας ρύπανσης, ούτε και τη ναυαγιαιρεσία, καθώς η εν λόγω διάταξη του ΚΙΝΔ ρυθμίζει την παραγραφή των αξιώσεων από θαλάσσια αρωγή ή διάσωση, ήτοι αυτών που προέρχονται από υπηρεσίες βοήθειας που παρασχέθηκαν σε κινδυνεύον πλοίο και επέφεραν ωφέλιμο αποτέλεσμα και συνεπώς δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην επίδικη περίπτωση, κατά την οποία οι υπηρεσίες της ενάγουσας παρασχέθηκαν στο πλαίσιο συμφωνίας για ανέλκυση ή κατ΄ άλλο τρόπο διάσωση ναυαγίου ή λειψάνων πλοίου (ναυαγιαιρεσία), η οποία δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Οι ως άνω απαιτήσεις, εφόσον οι δικαιούχοι τους έχουν την ιδιότητα του εμπόρου (όπως συμβαίνει με τις επιχειρήσεις αντιμετώπισης θαλάσσιας ρύπανσης), υπόκεινται στην παραγραφή για τις αξιώσεις των εμπόρων, των βιομηχάνων και των χειροτεχνών για εμπορεύματα που χορήγησαν, για την εκτέλεση εργασιών και για την επιμέλεια υποθέσεων άλλων, καθώς και για τις δαπάνες που έκαναν (άρθρο 250 αρ. 1 Α.Κ.). Η παραγραφή αυτή αρχίζει μόλις λήξει το έτος εντός του οποίου γεννήθηκαν οι απαιτήσεις αυτές και κατέστη δυνατή η δικαστική επιδίωξή τους (άρθρο 253 σε συνδ. με 251 Α.Κ). Τέλος, η εναγομένη προβάλει σε συμψηφισμό αξίωσή της, ποσού 21.745,00€, έναντι της ενάγουσας, προερχόμενη από την εκ μέρους της τελευταίας παράβαση της υποχρέωσης που υπείχε βάσει της μεταξύ τους σύμβασης, αλλά και σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών ηθών, να μεριμνά για την ασφάλεια και την αποτροπή αφαίρεσης και κλοπής των μεγάλης αξίας οργάνων και εξαρτημάτων του σκάφους της, συνεπεία της οποίας (παράβασης) αφαιρέθηκαν από αυτό τα αναφερόμενα στις προτάσεις της όργανα, εξαρτήματα και λοιπά αντικείμενα, συνολικής αξίας 21.745,00€. Ο ισχυρισμός αυτός συνιστά νόμιμη ένσταση συμψηφισμού, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 440-442 ΑΚ, ερευνητέα περαιτέρω και κατ’ ουσίαν.
Β. Με το κρινόμενο δικόγραφο ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε αναγκαστική παρέμβαση η εναγόμενη της ανωτέρω κύριας αγωγής εκθέτει ότι σε βάρος της ασκήθηκε κύρια αγωγή το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει επακριβώς. Ότι, δυνάμει του με αριθμό 10165061 ασφαλιστηρίου συμβολαίου σκαφών, που είχε καταρτισθεί στις 11.07.2015 στην Καλλιθέα Αττικής, με την προσεπικαλούμενη, για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών, με έναρξη από την 11.07.2015, το οποίο παρατάθηκε για διάστημα έξι (6) μηνών, ήτοι έως την 11.07.2016, καθώς και της με αριθμό 10024882 πρόσθετης πράξης, η τελευταία είχε ασφαλίσει το ως άνω σκάφος («…»), πλοιοκτησίας της, έναντι των κινδύνων, μεταξύ άλλων, πρόκλησης θαλάσσιας ρύπανσης, ανέλκυσης, απομάκρυνσης ή καταστροφής του ναυαγίου του σκάφους αυτού, μέχρι του ποσού των 150.000 ευρώ. Ενόψει τούτων, της ανακοινώνει τη, μεταξύ αυτής και της κυρίως ενάγουσας εκκρεμή δίκη, στην οποία την προσεπικαλεί ως δικονομική εγγυήτρια και ζητεί να παρέμβει υπέρ της και να καταδικαστεί στη δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο η υπό κρίση ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε παρέμβαση είναι παραδεκτή και νόμιμη (άρθρα 31 παρ. 1, 88, 89, 91, 118, 215 παρ. 1, 217, 226 ΚΠολΔ) και πρέπει να συνεξεταστεί, με την κύρια αγωγή, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, και κατ΄ ουσίαν. Η καθ΄ης η προσεπίκληση περιορίστηκε στην απόκρουση της προσεπίκλησης αρνούμενη την ευθύνη της, χωρίς να ασκήσει παρέμβαση υπέρ της προσεπικαλούσας, μη καθιστάμενη έτσι διάδικος στην κύρια δίκη, αλλά μόνο στη δίκη της προσεπίκλησης (βλ. Νίκα σε Ερμ. ΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, υπό άρθρο 89, με τις εκεί παραπομπές στη νομολογία).
Από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και νομίμως προσκομίζουν και τα οποία εκτιμώνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις προσκομιζόμενες, με επίκληση, από την ενάγουσα υπ’ αριθ. …/06.03.2018 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Όλγας Νασοπούλου και υπ’ αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πρέβεζας Αγλαΐας Τριάντη, που δόθηκαν κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της εναγομένης (βλ. ως προς την πρώτη την υπ’ αριθ. …/01.03.2018 έκθεση επίδοσης και ως προς τις δύο τελευταίες την υπ’ αριθ. …/01.03.2018 έκθεση επίδοσης προς την εναγομένη του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά …, σε συνδυασμό με την από 01.03.2018 εξώδικη κλήση), από την προσκομιζόμενη, με επίκληση, από την εναγομένη υπ’ αριθ. …/17.07.2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Λευκάδας Ιωάννας ΚΟΚΜΟΤΟΥ, που δόθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας (βλ. την υπ’ αριθ. …/14.07.2020 έκθεση επίδοσης προς την ενάγουσα του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς …, σε συνδυασμό με την, από 14.07.2020, εξώδικη κλήση) καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψην από το Δικαστήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: η ενάγουσα τυγχάνει εταιρεία δραστηριοποιούμενη επί σειρά ετών στον τομέα παροχής υπηρεσιών ανέλκυσης, καθέλκυσης και διαχείμασης σκαφών, θαλάσσιας αρωγής σε κινδυνεύοντα πλοία, ναυαγιαιρεσίας, αντιρρύπανσης και συναφών υπηρεσιών, διαθέτει δε προς άσκηση της δραστηριότητας αυτής τον κατάλληλο εξοπλισμό, καθώς και εκπαιδευμένο και τεχνικά καταρτισμένο προσωπικό, συνεργαζόμενη και με τρίτες εξειδικευμένες στις εργασίες αυτές επιχειρήσεις (υπεργολάβους), ενώ τυγχάνει πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία Ε/Φ πλοίου με την ονομασία «…», τύπου … («…»), πολυεστερικής κατασκευής, μήκους εννέα (9) μέτρων και του ταχύπλοου σκάφους «…». Η εναγομένη είναι πλοιοκτήτρια του, υπό ελληνική σημαία, επαγγελματικού – τουριστικού σκάφους «…» (…), Νηολογίου …, κ.ο.χ. 20,43, τύπου γάστρας catamaran, κατασκευασμένου από ενισχυμένο πλαστικό, φέροντος δύο μηχανές μάρκας Volvo Penta, ιπποδύναμης 29 ΗΡ εκάστης. Κατά τις απογευματινές ώρες της 02.05.2016 και σε απόσταση περίπου ενός ναυτικού μιλίου βόρεια της εισόδου του βόρειου διαύλου του λιμένα Λευκάδας, το Ε/Γ-Τ/Ρ «…», με κυβερνήτη τον Ρώσο υπήκοο …, στον οποίο είχε ναυλωθεί το σκάφος για το διάστημα από 30.04.2016 έως 14.05.2016 και επιβαίνοντες άλλα οκτώ άτομα, έμεινε ακυβέρνητο λόγω μηχανικής βλάβης και απώλειας του κεντρικού του ιστίου, ο κυβερνήτης δε του σκάφους κάλεσε, μέσω VHF, το Ε/Γ-Τ/Ρ «…», σημαίας Γαλλίας, το οποίο βρισκόταν στον λιμένα της Λευκάδας και άμεσα κατέπλευσε στο σημείο, προκειμένου να ρυμουλκήσει το ακυβέρνητο σκάφος. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ρυμούλκησης το «…» έμεινε επίσης ακυβέρνητο λόγω μηχανικής βλάβης, με συνέπεια τα δύο πλοία να παρασυρθούν από τους ανέμους στη χαρτογραφημένη βραχοσειρά … («…»), όπου και προσάραξαν. Από την προσάραξη δεν προκλήθηκε τραυματισμός σε κανέναν από τους επιβαίνοντες, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στην ακτή με τη συνδρομή κυρίως των αλιευτικών σκαφών «…» και «…», που έσπευσαν για βοήθεια, ούτε δημιουργήθηκε θαλάσσια ρύπανση, ενώ το σκάφος «…», λόγω εισροής υδάτων, ημιβυθίστηκε λίγες ώρες μετά το συμβάν. Ο Προϊστάμενος του Κέντρου Επιχειρήσεων του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος απέστειλε σήμα με στοιχεία … προς τους Πλοιάρχους και τις πλοιοκτήτριες των σκαφών, κοινοποιώντας τους τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 11 και 12 του π.δ. 55/98, περί λήψης όλων των απαραίτητων μέτρων πρόληψης της ρύπανσης και προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος, καθώς και την υποχρέωση κατάθεσης προς έγκριση σχετικού σχεδίου ανέλκυσης των σκαφών. Ο νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης αιτήθηκε αρχικά προς το Λιμεναρχείο Λευκάδας, όπως ο ίδιος κατέθεσε προανακριτικά, να επιτραπεί η αποκόλληση του σκάφους του με τη βοήθεια αλιευτικών σκαφών και του συνεργείου δυτών που είχε προταθεί από το Λιμεναρχείο, πλην όμως η αίτησή του δεν έγινε δεκτή, με την αιτιολογία ότι δεν είχαν εκδοθεί οι απαραίτητες άδειες. Έτσι η εναγομένη, αναμένοντας παράλληλα την άφιξη στο σημείο του συμβάντος και του Πραγματογνώμονος της ασφαλιστικής του σκάφους εταιρείας «…», ο οποίος κατέφθασε τις μεσημεριανές ώρες της 3ης Μαΐου, συμφώνησε με την ενάγουσα τη διάσωση του ημιβυθισμένου σκάφους της, εάν τούτο ήταν εφικτό και τη διενέργεια όλων των απαραίτητων εργασιών απορρύπανσης και προστασίας της θαλάσσιας περιοχής του συμβάντος. Συγκεκριμένα ο νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης, …, απηύθυνε στην ενάγουσα έγγραφη εντολή επέχουσα θέση πρότασης για κατάρτιση σύμβασης έργου, την οποία η τελευταία σιωπηρώς αποδέχθηκε, με το ακόλουθο περιεχόμενο: «ως ιδιοκτήτης του σκάφους … εξουσιοδοτώ τον εκπρόσωπο της εταιρίας … να αναλάβει την αντιρρυπαντική προστασία του ναυαγισμένου σκάφους μου με ό,τι αυτό συνεπάγεται με τους νόμους της ελληνικής και διεθνούς νομοθεσίας», όμοιου δε περιεχομένου εντολή δόθηκε και από τον πλοιοκτήτη του έτερου προσαράξαντος πλοίου. Προς εκτέλεση του ως άνω έργου η ενάγουσα ανέθεσε στον …, επιστημονικό και τεχνικό σύμβουλο της εταιρείας με την επωνυμία «Μετόπη – Σύμβουλοι Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος», τον γενικό συντονισμό, την ευθύνη και επίβλεψη όλων των εργασιών, λόγω και της πολυετούς εμπειρίας του σε παρόμοια περιστατικά. Οι εργασίες της ενάγουσας ξεκίνησαν στις 4 Μαΐου 2016, καθότι η 3η Μαΐου ήταν αργία και, σύμφωνα με την ενημέρωση που παρείχε η ίδια στους πλοιοκτήτες, για τον λόγο αυτόν το πλήρωμα των πλωτών γερανών που ήταν διαθέσιμοι στην περιοχή απουσίαζε. Σημειωτέον ότι το ένδικο πλοίο, μετά από τις προσκρούσεις του στη βραχώδη ξέρα, υπό την επίδραση των δυνατών ανέμων που επικρατούσαν την ημέρα του συμβάντος και τις αμέσως επόμενες, έσπασε σε πολλά τμήματα, που διασκορπίστηκαν στη θάλασσα και κατά μήκος της ακτής, με αποτέλεσμα να παρίσταται απαραίτητη, στο πλαίσιο της υποχρέωσης απορρύπανσης, η περισυλλογή αυτών από το προσωπικό της ενάγουσας και η μεταφορά τους, με γερανοφόρο όχημα, στις εγκαταστάσεις της στο Άκτιο. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι, στις 3 Μαΐου 2016, η ενάγουσα προέβη στον σχεδιασμό και την προετοιμασία των απαιτούμενων υλικών και μέσων για την αποτελεσματική πραγματοποίηση της ναυαγιαιρεσίας. Με όχημα ιδιοκτησίας της μετέφερε φορητή μπαγκαζιέρα, στην οποία είχε εναποθέσει εκατόν πενήντα (150) μέτρα πλωτών φραγμάτων και τα απαραίτητα παρελκόμενά τους (αγκυροβόλια, απορροφητικά υλικά κλπ.), στον λιμενίσκο υποδοχής σκαφών βόρεια του διαύλου της γέφυρας της Λευκάδας. Οι εργασίες εντός του θαλασσίου χώρου ξεκίνησαν τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Μαΐου 2016, με τη δια θαλάσσης ρυμούλκηση με το σκάφος Ε/Π – Α/Κ «…» των πλωτών φραγμάτων μήκους 150 μέτρων και ύψους 0,75 μέτρων, τα οποία με τη συνδρομή των πιο ευέλικτων και με μικρό βύθισμα σκαφών της ενάγουσας, «… τύπου … και «…», προσδέθηκαν γύρωθεν του σημείου στο οποίο είχαν προσαράξει τα σκάφη «…» και «…». Επίσης, τοποθετήθηκαν όλα τα απαραίτητα απορροφητικά φράγματα στα άκρα τους ώστε να αποφευχθεί πιθανή διαφυγή ρυπογόνων ουσιών. Την ίδια ημέρα, οι υπεύθυνοι της ενάγουσας παρατήρησαν ότι πολλά από τα τεμαχισμένα μέρη του επίδικου σκάφους είχαν συγκεντρωθεί περιμετρικά εντός των φραγμάτων και παρουσιαζόταν άμεση ανάγκη επαναδιάταξης αυτών, ώστε να αποφευχθεί τυχόν διαρροή και άλλων συντριμμιών αυτού στην ανοικτή θάλασσα και στις ακτές της Λευκάδας. Εν συνεχεία, κατά τις μεσημβρινές ώρες, μέλη της αντιρρυπαντικής ομάδας της ενάγουσας, τα οποία είχαν ήδη επιβιβαστεί και καταπλεύσει στο σημείο προσάραξης με τα δύο (2) προαναφερθέντα σκάφη της, προέβησαν σε μεταφορά μέρους των συντριμμιών του «…» επί της ξέρας, ώστε να καταστεί εφικτή η περισυλλογή και η μεταφορά τους στην ξηρά με τη βοήθεια πλωτού γερανού. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν περί ώρα 19:00′, ενώ στην περιοχή παρέμεινε μέχρι την επόμενη ημέρα, για λόγους ασφαλείας, ένα (1) σκάφος και ένα (1) άτομο, ως φύλακας, καθώς επίσης και μία μικρή ομάδα δύο (2) τεχνικών με ένα (1) όχημα και το σκάφος «…» στην ηπειρωτική περιοχή απέναντι από το σημείο προσάραξης. Την επόμενη ημέρα, 5 Μαΐου 2016, περί ώρα 07:00′, η ομάδα αντιρρύπανσης μαζί με τον Υπεύθυνο Εργασιών της ενάγουσας, …, μετέβησαν εκ νέου, από τις πρώτες πρωινές ώρες, στο σημείο του συμβάντος. Παράλληλα, μεταφέρθηκαν δια ξηράς με φορτηγό όχημα της ενάγουσας τα απαραίτητα υλικά για τη διεξαγωγή της ναυαγιαιρεσίας των υπολειμμάτων του «…», τα οποία είχαν ήδη τοποθετηθεί ασφαλώς επί της ξέρας από την προηγούμενη ημέρα. Από τις 08.00 π.μ. η ομάδα αντιρρύπανσης της ενάγουσας πραγματοποίησε διαδικασίες απορρύπανσης από τα επιπλέοντα τεμάχια του πλοίου, με στόχο να εντοπιστεί και το EPIRB αυτού, το οποίο είχε ενεργοποιηθεί από το πρωί της ίδιας ημέρας και έδινε σήμα κινδύνου στο Υπουργείο Ναυτιλίας. Πράγματι, το EPIRB εντοπίστηκε περί ώρα 14.30 μ.μ. ανάμεσα στα συντρίμμια και περισυλλέχθηκε. Επίσης, ευρέθη και η μοναδική ανοξείδωτη δεξαμενή καυσίμων του πλοίου, η οποία είχε μεν αποκολληθεί από το πλοίο, ωστόσο βρισκόταν άθικτη κάτω από άλλα συντρίμμια του σκάφους και λόγω του βάρους και του όγκου της κρίθηκε ότι ήταν απαραίτητη η συνδρομή πλωτού γερανού για τη περισυλλογή της και την ασφαλή μεταφορά της στην ξηρά. Λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, της ισχυρής αποθαλασσίας («ρεστίας»), που έφτανε περίπου τα δύο (2) μέτρα και των ισχυρών (6-7 μποφόρ) δυτικών ανέμων που επικρατούσαν στην περιοχή, οι εργασίες στις 5 Μαΐου 2016 ολοκληρώθηκαν περί ώρα 15.30′, οπότε και επέστρεψε η ομάδα της ενάγουσας στη χερσαία έδρα της, ενώ, όπως και την προηγούμενη ημέρα, ένα (1) άτομο παρέμεινε στο σημείο του ναυαγίου ως φύλακας και δυο (2) άτομα μαζί με το σκάφος «…», στην περιοχή της Λευκάδας απέναντι από το σημείο προσάραξης. Στις 6 Μαΐου 2016, προσήλθε εκ νέου ολόκληρη η ομάδα της ενάγουσας στην περιοχή προκειμένου να συνεχιστούν οι εργασίες απορρύπανσης και ναυαγιαιρεσίας του «…». Στο σημείο είχε προσέλθει το ρυμουλκό και ο πλωτός γερανός που είχε ναυλώσει η ενάγουσα από την εταιρεία «…», σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης που κατήρτισε με την τελευταία, στις 3 Μαΐου 2016. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε η ναυαγιαιρεσία του «…», το οποίο διασώθηκε χωρίς σοβαρές βλάβες, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της 6ης Μαΐου 2016, συγκεντρώνονταν από τους τεχνικούς της ενάγουσας τα υπολείμματα του «…» για να μην αποτελέσουν εμπόδιο στη διαδικασία ανέλκυσης του «…» στον πλωτό γερανό, διαδικασία η οποία ολοκληρώθηκε επιτυχώς και το διασωθέν σκάφος μεταφέρθηκε με τη βοήθεια του πλωτού γερανού της «Ελτέρ» και ρυμουλκού της ίδιας εταιρείας στις χερσαίες εγκαταστάσεις της ενάγουσας στο Άκτιο. Μέχρι το βράδυ της ίδιας ημέρας ολοκληρώθηκε η συγκέντρωση των συντριμμιών του «…», ωστόσο, λόγω του γεγονότος ότι αρκετά από αυτά παρέμεναν εντός του θαλασσίου χώρου, και όχι επάνω στην ξέρα, παρουσιάστηκε ανάγκη παροχής βοήθειας από εξειδικευμένο καταδυτικό συνεργείο, το οποίο προσήλθε την επόμενη ημέρα. Στις 7 Μαΐου 2016 ξεκίνησαν από τις πρώτες πρωινές ώρες (08.00 π.μ.) οι εργασίες περισυλλογής των συντριμμιών και τοποθέτησής τους σε σχηματισμό «πακέτων» επί του πλωτού γερανού, παράλληλα δε, πραγματοποιήθηκε και η ανέλκυση της δεξαμενής καυσίμων του «…», η οποία περιείχε διακόσια (200) λίτρα πετρελαιοειδών αποβλήτων. Παράλληλα, μέλη της ομάδας της ενάγουσας, σε συνεργασία με το καταδυτικό συνεργείο με το οποίο συνεργαζόταν, ολοκλήρωσαν τις εργασίες συγκέντρωσης και ανέλκυσης των συντριμμιών που είχαν εντοπιστεί βυθισμένα σε διάφορα σημεία του βυθού σε αποστάσεις από το ναυάγιο έως και εκατόν πενήντα (150) μέτρων περιμετρικά αυτού. Οι ως άνω εργασίες ολοκληρώθηκαν περί ώρα 16.10, οπότε ανασύρθηκαν και συγκεντρώθηκαν όλα τα συντρίμμια επί του πλωτού γερανού και των δυο (2) σκαφών της ενάγουσας και μεταφέρθηκαν προς προσωρινή εναπόθεση σε κοντινό εργοτάξιο της «Ελτέρ». Εξάλλου, την ίδια ημέρα, δεδομένου και έπειτα από σχετική έγκριση που έλαβε η ενάγουσα από το Λιμεναρχείο Λευκάδας, πραγματοποιήθηκαν και όλες οι διαδικασίες αφαίρεσης των πλωτών φραγμάτων, τα οποία απομακρύνθηκαν δια θαλάσσης με τη βοήθεια ειδικού σκάφους έλξης και μεταφέρθηκαν στις χερσαίες εγκαταστάσεις της. Στις 8 Μαΐου 2016 η ενάγουσα παρείχε εργασίες με αντικείμενο τον εντοπισμό, την περισυλλογή και εν τέλει την απομάκρυνση των υπολοίπων τεμαχίων του «…», τα οποία δεν είχαν εγκλωβιστεί εντός των πλωτών φραγμάτων και τα οποία είχαν εκβρασθεί στην ξηρά κατά μήκος της παράκτιας ζώνης μήκους περί τα δύο (2) χιλιόμετρα, με την οποία συνορεύει ο δρόμος που συνδέει τη Λευκάδα με το Άκτιο. Παράλληλα, η ομάδα αντιρρύπανσης ανέλαβε και την περισυλλογή όλων των εναπομείναντων μικρών υπολειμμάτων του εν λόγω σκάφους από την ξέρα και σε μικρό βάθος θάλασσας πέριξ αυτής. Οι ως άνω εργασίες ολοκληρώθηκαν περί ώρα 13.30′, οπότε και εναποτέθηκε το σύνολο των μη επικίνδυνων στερεών αποβλήτων (τεμαχίων και υλικών του «…») σε γερανοφόρο όχημα στη στεριά και μεταφέρθηκαν στην εγκατάσταση διαχείμασης της ενάγουσας, όπου είχε διαμορφωθεί ειδικός χώρος για τη συγκέντρωσή τους. Όλες τις προαναφερθείσες εργασίες κοινοποιούσε καθημερινά η ενάγουσα, με αναλυτικές αναφορές συνοδευόμενες από σχετικές φωτογραφίες, τόσο στην αρμόδια Λιμενική Αρχή, όσο και στην προσεπικληθείσα ασφαλιστική εταιρεία και στον αντίκλητο της εναγομένης, η οποία παραλάμβανε ανεπιφύλακτα αυτές, χωρίς ουδέποτε να αμφισβητήσει τις σχετικές καταγραφές, ενώ το Λιμεναρχείο Λευκάδας παρακολουθούσε και αποδεχόταν ανεπιφύλακτα τις συνεχείς αναφορές της ενάγουσας για την εξέλιξη της διαδικασίας απορρύπανσης και τον προγραμματισμό των εργασιών της, μετά την ολοκλήρωση δε αυτών ο Λιμενάρχης Λευκάδας χορήγησε σε αυτήν το υπ’ αριθ. πρωτ. … έγγραφο, στο οποίο βεβαίωνε την αποτελεσματική και εξαιρετικού επιπέδου εκτέλεση εκ μέρους της του αναληφθέντος έργου. Εκ του συνόλου των ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα εκπλήρωσε τη συμβατική της υποχρέωση προς εκτέλεση του συμφωνηθέντος με την εναγομένη έργου για τη ναυαγιαίρεση του πλοίου «…» και την απορρύπανση της θαλάσσιας περιοχής, έργο που συνηθίζεται να εκτελείται μόνο με αμοιβή (682 ΑΚ), η δε εναγομένη ενέκρινε σιωπηρά το έργο, όπως σαφώς συνάγεται από την ανεπιφύλακτη παραλαβή των ημερήσιων αναφορών για τις επί μέρους εργασίες κατά το μέρος που αφορούν στο σκάφος της και τη μη αμφισβήτηση αυτών, καθώς και από την εκ μέρους της όχληση της προσεπικληθείσας ασφαλιστικής εταιρείας προς καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης για τις εν λόγω εργασίες. Προσέτι δε αποδείχθηκε ότι κατά την ανάθεση του επίδικου έργου στην ενάγουσα τα μέρη δεν καθόρισαν την αμοιβή της, ούτε ως προς το ύψος, ούτε ως προς τον τρόπο υπολογισμού της, λόγω και της φύσης του έργου, το οποίο απαιτούσε την άμεση λήψη μέτρων περιβαλλοντικής προστασίας, συνεπώς δε, οφείλεται στην ενάγουσα, σύμφωνα και με όσα σχετικώς αναπτύχθηκαν στη μείζονα σκέψη, η ειθισμένη αμοιβή, ήτοι η αμοιβή που συνηθίζεται να καταβάλλεται υπό τις ίδιες συνθήκες τόπου, χρόνου κλπ. σε εργολάβους της ίδιας κατηγορίας, για όμοιες εργασίες. Ο αγωγικός ισχυρισμός κατά τον οποίον τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν σιωπηρά, μετά την εκτέλεση του έργου, την αιτούμενη με την αγωγή εργολαβική αμοιβή, κρίνεται κατ’ ουσίαν αβάσιμος, λαμβανομένων υπόψην και του συνόλου των ειδικών περιστάσεων της επίδικης συμβάσεως και ιδίως του ότι η ενάγουσα παρείχε παράλληλα υπηρεσίες σε δύο σκάφη που προσάραξαν στην ίδια θαλάσσια περιοχή και καθότι τέτοια σιωπηρή συμφωνία δεν μπορεί να συναχθεί μόνον με βάση την από 05.08.2016 ηλεκτρονική επιστολή του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης προς την υπάλληλο της ασφαλιστικής εταιρείας του σκάφους, με την οποία ζητεί από την τελευταία την καταβολή της προβλεπόμενης ασφαλιστικής αποζημίωσης σημειώνοντας παράλληλα ότι θεωρεί εύλογες τις, σύμφωνες με ΦΕΚ του έτους 2006 του Υπουργείου Ναυτιλίας, χρεώσεις της ενάγουσας, καθώς η δήλωση αυτή απευθύνεται στην ασφαλιστική εταιρεία, στο πλαίσιο των σχέσεων ασφαλιστή και λήπτη της ασφάλισης, ενώ η ενάγουσα δεν επικαλείται ούτε αποδεικνύει συγκεκριμένη συμπεριφορά της εναγομένης προς την ίδια, από την οποία σαφώς να συνάγεται τέτοια συμφωνία. Συνεπώς οφείλεται στην ενάγουσα η ειθισμένη αμοιβή, που καταβάλλεται σε εργολάβους που αναλαμβάνουν αντίστοιχα έργα και η οποία δέον όπως υπολογιστεί απολογιστικώς, όπως δηλαδή υπολογίζεται σε ανάλογες περιπτώσεις, με βάση τα πραγματικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η ενάγουσα και τις αμοιβές που κατέβαλε στο προσωπικό που παρείχε εργασία, με την προσθήκη επιπλέον ποσού για γενικά έξοδα, καθώς και την καθαρή εργολαβική αμοιβή. Ωστόσο, για τον ως άνω προσδιορισμό της αμοιβής της ενάγουσας, κρίνεται απαραίτητο να διευκρινιστούν τα ακόλουθα ασαφή και αμφίβολα σημεία, τα οποία ανακύπτουν εκ του γεγονότος ότι, όπως προεκτέθηκε, κατά το ίδιο διάστημα και στην ίδια θαλάσσια περιοχή, η ενάγουσα παρείχε παράλληλα, δυνάμει ανεξάρτητης σύμβασης έργου, υπηρεσίες θαλάσσιας αρωγής στο πλοίο «…», πλοιοκτησίας της εταιρείας «…», με αποτέλεσμα να δημιουργείται ασάφεια ως προς τον τρόπο και τη χρονική διάρκεια που παρασχέθηκαν εκ μέρους της οι επί μέρους υπηρεσίες σε έκαστο πλοίο και κατ’ επέκταση ως προς την αμοιβή, η οποία απολογιστικώς πρέπει να υπολογιστεί και επιδικαστεί σε αυτήν. Συγκεκριμένα από το εισφερθέν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αποδεικτικό υλικό δεν προκύπτει με σαφήνεια ιδίως εάν κατά το επίδικο διάστημα [και ιδίως για το χρονικό διάστημα έως και την 06.05.2016, οπότε σύμφωνα με τις αναφορές της ενάγουσας, αλλά και τις σχετικές καταγραφές στο Ημερολόγιο Συμβάντων του Λιμεναρχείου Λευκάδος, ολοκληρώθηκαν οι εργασίες που αφορούσαν στο πλοίο «…»] όλα τα άτομα που εμφανίζονται να απαρτίζουν την ομάδα αντιρρύπανσης της ενάγουσας, όπως αυτά κατονομάζονται στις συνημμένες στην αγωγή καταστάσεις χρεώσεων, παρείχαν τις υπηρεσίες τους παράλληλα σε αμφότερα τα σκάφη (… και …) και σε καταφατική περίπτωση ποια ήταν η πραγματική διάρκεια ημερήσιας απασχόλησής τους, άλλως η μέση ημερήσια απασχόλησή τους με έκαστο σκάφος ή εάν οι εργασίες είχαν κατανεμηθεί με τρόπο ώστε ορισμένα εκ των μελών της ομάδας να είναι επιφορτισμένα αποκλειστικά με το έργο της ναυαγιαίρεσης και συλλογής των θραυσμάτων του επίδικου σκάφους, εάν τα άτομα που βρίσκονταν σε επιφυλακή, σε όχημα, στη Λευκάδα, απασχολούνταν στο πλαίσιο και των δύο συμβάσεων έργου (ως προς το βοηθητικό σκάφος που παρέμενε σε επιφυλακή στη θαλάσσια περιοχή του ναυαγίου μετά την ολοκλήρωση των ημερήσιων εργασιών και το άτομο που παρέμενε εντός αυτού, ως φύλακας, η ίδια η ενάγουσα διευκρινίζει ότι οι συγκεκριμένες υπηρεσίες παρέχονταν μόνο στο πλαίσιο της σύμβασης για το σκάφος «…»), εάν τα αντιρρυπαντικά μέτρα που λήφθησαν από την ενάγουσα και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε, στο σύνολό του, αφορούσε στην εκτέλεση αμφοτέρων των έργων, ειδικότερα δε όσον αφορά την τοποθέτηση πλωτών φραγμάτων εάν αυτά ήταν αναγκαία -και στην έκταση που τοποθετήθηκαν- για την αποτροπή ρύπανσης του θαλασσίου περιβάλλοντος από το επίδικο πλοίο, αν το αντλητικό συγκρότημα που περιλαμβάνεται στις καταστάσεις χρέωσης χρησιμοποιήθηκε και για το επίδικο σκάφος, δεδομένου ότι από τα αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι η δεξαμενή καυσίμων αυτού ανελκύστηκε χωρίς να προηγηθεί απάντληση καυσίμων, εάν ο αναφερόμενος χρόνος χρήσης των πλοίων που αναγράφονται στις καταστάσεις χρέωσης αφορούσε, στο σύνολό του, εργασίες που γίνονταν για αμφότερα τα σκάφη, άλλως ποια ήταν η χρονική διάρκεια, ανά ημέρα, άλλως η μέση ημερήσια διάρκεια χρήσης των πλοίων για κάθε σκάφος αντίστοιχα. Για τη διευκρίνιση των ανωτέρω πραγματικών ζητημάτων κρίνεται αναγκαίο να διαταχθεί, κατ΄ άρθρο 254§1 του Κ.Πολ.Δ., η επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να προσκομιστούν από την ενάγουσα τα ημερολόγια των πλοίων που αναφέρει στην αγωγή της ότι χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του επίδικου έργου, κατά παραδοχήν και του σχετικού αιτήματος επίδειξης εγργάφων που υποβλήθηκε νομίμως (450§2, 451 ΚΠολΔ) από την εναγομένη, όπως επίσης και να προσκομιστούν από τους διαδίκους άλλα έγγραφα ή ένορκες βεβαιώσεις, κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της αντίδικης πλευράς, βάσει των οποίων να αποδεικνύονται τα ανωτέρω πραγματικά ζητήματα, ώστε να προσδιοριστεί από το Δικαστήριο το ύψος της ειθισμένης αμοιβής της ενάγουσας, είτε με βάση τις δημοσιευμένες στο ΦΕΚ 1815/2006 χρεώσεις του Υπουργείου Ναυτιλίας («περί αποζημιώσεων στελεχών ΛΣ σε περιπτώσεις περιστατικών ρύπανσης) που η ίδια επικαλείται, είτε με βάση διαφορετικές χρεώσεις που κρίνει αυτό ότι ισχύουν σε ανάλογες περιπτώσεις έργων, άλλως, ήτοι σε περίπτωση που εκ των αποδεικτικών μέσων που θα προσκομισθούν δεν καθίσταται εφικτό, λόγω του τρόπου και των ειδικότερων συνθηκών εκτέλεσης των συγκεκριμένων έργων στα ως άνω πλοία και της κοινής εντολής από τους πλοιοκτήτες αυτών για την προστασία της ίδιας θαλάσσιας περιοχής, να επιμερισθούν, χρονικά (με ακρίβεια άλλως κατά μέσον όρον ημερησίως) και κατ’ είδος, οι εργασίες που παρασχέθηκαν, ο εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε, το προσωπικό που απασχολήθηκε, οι δαπάνες που απαιτήθηκαν σε έκαστο πλοίο χωριστά, ήτοι στην περίπτωση που δεν δύναται να προσδιοριστεί η ειθισμένη αμοιβή για συγκεκριμένες κατά χρονική μονάδα και είδος εργασίες, να προσδιοριστεί από το Δικαστήριο η εύλογη αμοιβή της ενάγουσας (371 ΑΚ). Τέλος, δεν πρέπει να περιληφθεί στην παρούσα διάταξη περί ορισμού δικαστικής δαπάνης, γιατί η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ, αντιμωλία των διαδίκων, την από 16.12.2019, υπ’ αριθ. κατάθεσης 11766/5915/2019, αγωγή και την από 14.02.2020, υπ’ αριθ. κατάθεσης 1477/794/2020, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση.
ΑΝΑΒΑΛΕΙ την έκδοση της οριστικής του απόφασης.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης της αγωγής και της συνεκδικαζόμενης προσεπίκλησης, προκειμένου κατά τη νέα συζήτηση να προσκομισθούν, με επιμέλεια της ενάγουσας, τα ημερολόγια των αναφερόμενων στις συνημμένες στην αγωγή καταστάσεις χρεώσεων πλοίων της ενάγουσας, καθώς και έγγραφα αποδεικτικά μέσα και ένορκες βεβαιώσεις, βάσει των οποίων να αποδεικνύονται τα πραγματικά ζητήματα που εκτίθενται στο σκεπτικό της παρούσας.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 7 Ιουλίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ