ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
TMHMA ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης
1445/2021
(ΓΑΚ/ΕΑΚ 510/288/2020)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ελισσάβετ Σπυροπούλου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τον Γραμματέα Σωτήριο Σουλούκο.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 9η Φεβρουαρίου 2021 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στον …, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, με ΑΦΜ …, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος, δυνάμει του από 15-09-2020 πληρεξούσιου με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής, Κωνσταντίνος Κουκουλής (ΑΜ ΔΣΑ 8026), που υπέβαλε το Νο … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και η οποία κατά τη συζήτηση της υπόθεσης εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο Ευαγγελία Ζωή Τριήρη (ΑΜ ΔΣΑ 55684). ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος, δυνάμει του από 14-09-2020 πληρεξούσιου με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής, Ιωάννης Γιαννάτος (ΑΜ ΔΣΑ 24164), που υπέβαλε το Νο … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ και η οποία κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 16-01-2020 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 510/2020 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 288/2020, και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπει το άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της από 19-01-2021 πράξης ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.
Κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, μετά την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, η υπόθεση συζητήθηκε κατ’ άρθρο 237 παρ.4 εδ. ζ ΚΠολΔ, και οι διάδικοι παραστάθηκαν κατά τα ως άνω αναφερόμενα.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 681 και 694 ΑΚ προκύπτει ότι με τη σύμβαση έργου ο ένας συμβαλλόμενος, που καλείται εργολάβος, αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο αντισυμβαλλόμενος, που καλείται εργοδότης, να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή με την παράδοση του έργου. Δηλαδή, ο εργολάβος, κατ’ εξαίρεση όσων με τις γενικές διατάξεις ορίζονται για τις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις, υποχρεούται σε προεκπλήρωση της κύριας παροχής του, εκτός αν συμφωνήθηκε διαφορετικά, όπως συμβαίνει, όταν ορίστηκε τμηματική παράδοση του έργου με αντίστοιχη τμηματική καταβολή της οφειλόμενης αμοιβής, αφού η υποχρέωση της προεκπλήρωσης αποτελεί ρύθμιση ενδοτικού δικαίου (ΑΠ 1069/2009 ΤΝΠ Νόμος). Ως έργο νοείται κάθε τελικό αποτέλεσμα της εργασίας και δραστηριότητας του εργολάβου στο οποίο απέβλεψαν τα μέρη της σύμβασης, ενώ ως παράδοση του έργου νοείται η εκπλήρωση της κύριας υποχρέωσης του εργολάβου, που συνίσταται στην εκτέλεση του έργου και στην προσπόρισή του στον εργοδότη, δηλαδή η περιέλευση του έργου στη σφαίρα εξουσίασης του εργοδότη, με την προϋπόθεση, ότι το έργο είναι αυτό που συμφωνήθηκε και όχι εντελώς διαφορετικό, διότι τότε δεν θεωρείται ότι ο εργολάβος προεκπλήρωσε την παροχή του, ώστε να δικαιούται κατά το άρθρ. 694 ΑΚ της συμφωνημένης αμοιβής του (ΑΠ 728/2017, 346/2010 ΤΝΠ Νόμος), η οποία μπορεί κατά την κατάρτιση της σύμβασης να ορισθεί κατ’ αποκοπή, κατά μονάδα, επί τη βάσει προϋπολογισμού, απολογιστικώς, χρονικώς ή και να μείνει ακαθόριστη. Από τα ανωτέρω εκτεθέντα συνάγεται, ότι για να είναι ορισμένη η αγωγή του εργολάβου για καταβολή της αμοιβής του πρέπει να εκτίθενται σε αυτήν η καταρτισθείσα σύμβαση μίσθωσης έργου, το συμφωνηθέν έργο, η συμφωνηθείσα αμοιβή, ο χρόνος παράδοσής του και ότι το έργο που εκτελέστηκε παραδόθηκε στον εργοδότη, ή ότι συμφωνήθηκε, ότι ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει την αμοιβή σε χρόνο προγενέστερο της παράδοσης του έργου, ή ότι συμφωνήθηκε, ότι η παράδοση του έργου και η καταβολή της αμοιβής θα γίνεται κατά τμήματα.
Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα, η οποία διατηρεί επιχείρηση εμπορίας, κατασκευής, τοποθέτησης, συντήρησης και επισκευής ηλεκτρονικών, ηλεκτρικών και πνευματικών συστημάτων μετρήσεων και ελέγχου και αυτοματισμού επί πλοίων και βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, εκθέτει ότι η εναγόμενη, η οποία διατηρεί στην ιδιοκτησία της το πλοίο Ε/Γ-Ο/Γ …, της διαβίβασε σε συνέχεια της μεταξύ τους επικοινωνίας, πρόσκληση προς πρόταση σύμβασης για την εκτέλεση ηλεκτρολογικών και πνευματικών εργασιών επί του ανωτέρω πλοίου της. Ότι για τον σκοπό αυτό μετέβη στην Αλεξανδρούπολη (όπου ναυλοχούσε το πλοίο της εναγομένης) ο αναφερόμενος στην αγωγή συνεργάτης της ενάγουσας, προκειμένου να καταγράψει τις προς εκτέλεση εργασίες, μετά ταύτα δε, η ενάγουσα διαβίβασε στην εναγομένη την υπ’ αριθμ. … τεχνικοοικονομική της προσφορά, στην οποία περιλαμβάνονταν οι εργασίες που έπρεπε να εκτελεστούν, το κόστος εργατοωρών αυτών, το κόστος μεταφοράς προσώπων και υλικών, διανυκτερεύσεις και λοιπά έξοδα. Ότι εν συνεχεία πραγματοποιήθηκε συνάντηση στα γραφεία της εναγομένης, όπου συζητήθηκαν οι όροι της συνεργασίας των δύο εταιρειών, εν συνεχεία δε η ενάγουσα απέστειλε τις αναφερόμενες στην αγωγή περαιτέρω τεχνικοοικονομικές προσφορές παροχής ηλεκτρολογικών και πνευματικών εργασιών, τις οποίες η εναγόμενη αποδέχτηκε, καταρτισθέντος εν τέλει μεταξύ των διαδίκων του από 08-04-2019 ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο παρατίθεται στην αγωγή. Ότι η ίδια τήρησε τα συμφωνηθέντα κι εκτέλεσε τις συμβατικά καθορισμένες εργασίες, επιπλέον δε απέστειλε στην εναγόμενη την από 08-05-2019 «ενημέρωση προόδου εργασιών», στην οποία περιλαμβανόταν και πρόσθετη εργασία, την οποία η τελευταία αποδέχτηκε. Ότι συμφώνησε μάλιστα να καταβάλει για την πρόοδο των εργασιών το ποσό των 20.000 ευρώ, πλέον του ποσού των 3.483 ευρώ που είχε ήδη καταβάλει ως προκαταβολή. Ότι οι αναληφθείσες εκ μέρους της ενάγουσας εργασίες ολοκληρώθηκαν και παραλήφθηκαν ανεπιφύλακτα από την εναγομένη, η οποία μάλιστα ελέγχθηκε από τον ρωσικό νηογνώμονα και έλαβε σχετικό πιστοποιητικό αξιοπλοΐας για το ανωτέρω πλοίο της. Ότι την 10η-06-2019 (η ενάγουσα) απέστειλε στην εναγομένη μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου επιστολή, στην οποία ανέλυε το οφειλόμενο ποσό για το σύνολο των εργασιών που είχαν εκτελεστεί με βάση το μεταξύ τους συναφθέν ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο, αφαιρουμένης της παρασχεθείσας έκπτωσης και της ήδη καταβληθείσας προκαταβολής, ανερχόταν σε 16.436 ευρώ. Ότι τέλος την 12η-06-2019, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο μεταξύ τους ιδιωτικό συμφωνητικό, η ενάγουσα απέστειλε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τις υπόλοιπες χρεώσεις που αφορούσαν στο κόστος μετακινήσεων προσωπικού και αυτοκινήτων, σε έξοδα μετακινήσεων και διατροφής τεχνικών και γενικά στο σύνολο κόστους πρόσθετων εργασιών, συνολικού ύψους 10.606,44 ευρώ, όπως αυτό επιμερίζεται ειδικότερα στην αγωγή, εν συνεχεία δε, την 03η-07-2019, εξέδωσε το υπ’ αριθμ. 1859/2019 τιμολόγιο, το οποίο απέστειλε στην εναγομένη και στο οποίο παρατίθενται συνολικά οι εργασίες που είχαν εκτελεστεί και το κόστος αυτών, το οποίο ανήλθε συνολικά στο ποσό των 52.483,44 ευρώ, ωστόσο μετά την αφαίρεση της παρασχεθείσας έκπτωσης ύψους 3.101 ευρώ και των ήδη καταβληθέντων ποσών (23.483 ευρώ), ανέρχεται πλέον σε 25.899,44 ευρώ. Ότι ωστόσο η εναγομένη αρνήθηκε να το αποπληρώσει, αντ’ αυτού της δε απέστειλε την από 25-07-2019 εξώδικη διαμαρτυρία της, στην οποία με έωλη επιχειρηματολογία αναγνώριζε μέρος μόνο της οφειλής ύψους 16.186,59 ευρώ και διαμαρτυρόταν για το υπόλοιπο ποσό των 9.712,94 ευρώ. Ότι σε απάντηση αυτού η ίδια απέστειλε τις από 30-07-2019 και 24-08-2019 εξώδικες δηλώσεις και κλήσεις της, στις οποίες αρνήθηκε τα ανωτέρω ισχυριζόμενα από την εναγομένη και αναζήτησε από την τελευταία αποπληρωμή του οφειλομένου ποσού. Ότι παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, η αντίδικός της αρνείται να της εξοφλήσει το συνολικό ποσό των 25.899,44 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη για την ανωτέρω αιτία να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 25.899,44 ευρώ με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από την 03η-07-2019, ότε οχλήθηκε με ηλεκτρονική αλληλογραφία για την καταβολή, άλλως από την 30η-07-2019, ότε οχλήθηκε δι’ εξωδίκου για την καταβολή, άλλως από την 27η-08-2019, ότε οχλήθηκε για δεύτερη φορά δι’ εξωδίκου για την καταβολή, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως, καθώς και να καταδικασθεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρο 51 παρ. 2 εδ. β του Ν. 2172/1993, δυνάμει του οποίου για τις λοιπές, εκτός Αττικής, ναυτικές διαφορές, το Πρωτοδικείο Πειραιά έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα), το οποίο είναι και λειτουργικά αρμόδιο, λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 51 παρ. 1α’, 2, 3Α, 3Β περ. β’ Ν. 2172/1993. Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα τη νομική σκέψη της παρούσας, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης και νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 346, 361, 681 επ., 694, ΑΚ, 176, ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η αγωγή, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι εκ του συνδυασμού των διατάξεων των άρθρων 3 και 44 παρ. 1 περ. β) του Ν. 4640/2019, δεν απαιτείται, ως εκ του χρόνου κατάθεσης της αγωγής, αλλά και του αντικειμένου της διαφοράς, για το παραδεκτό της συζήτησης η προσφυγή στη διαδικασία διαμεσολάβησης, ενώ για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις του (βλ. το υπ’ αριθμ. … διπλότυπο ηλεκτρονικό παράβολο, σε συνδυασμό με την από 29-09-2020 απόδειξη πληρωμής της τράπεζας …).
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 687 ΑΚ, «Αν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου προβλέπεται με βεβαιότητα κατασκευή ελαττωματική ή αντίθετη προς τη σύμβαση από υπαιτιότητα του εργολάβου, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να τάξει σ’ αυτόν εύλογη προθεσμία για να διορθώσει τις ελλείψεις και αν αυτή περάσει άπρακτη, να εκτελέσει αυτός τη διόρθωση σε βάρος του εργολάβου». Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 688, 689, 690, 693 και 694 ΑΚ προκύπτει ότι η παράδοση του έργου προϋποθέτει περατωθέν έργο που γίνεται με την πρόθεση της συμβατικής εκτελέσεως. Παράδοση και παραλαβή ενός έργου προϋποθέτουν την περάτωση ή εκτέλεση του. Εκτελεσθέν ή περατωθέν είναι ένα έργο εφόσον έχουν επιχειρηθεί όλες οι συμφωνηθείσες εργασίες, τις οποίες οφείλει να πραγματοποιήσει ο εργολάβος. Έργο μη εκτελεσθέν ή περατωθέν δεν μπορεί να παραδοθεί, η εκτέλεση ή περάτωση όμως του έργου δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκη έλλειψη ελαττωμάτων. Ένα έργο θεωρείται περατωθέν ή εκτελεσθέν έστω και αν έχει ελαττώματα ή ελλείψεις. Κατά τη ρύθμιση του Νόμου, η ανυπαρξία ελλείψεων ή ελαττωμάτων δεν αποτελεί προϋπόθεση της εκτελέσεως ή της περατώσεως του. Το ελάττωμα του έργου προϋποθέτει ότι έχουν εκτελεστεί εν γένει οι συμβατικές εργασίες. Ενόσω υπολείπονται ακόμη συμβατικώς οφειλόμενες εργασίες το έργο δεν θεωρείται ως εκτελεσθέν και συνεπώς ελαττωματικό. Όμως είναι δυνατόν, το αρξάμενο αλλά όχι ακόμη εκτελεσθέν έργο να εμφανίζει έλλειψη συμφωνημένων ιδιοτήτων που έπρεπε να είχε ή ελαττώματα, τα οποία δεν έπρεπε να έχει. Στην περίπτωση λοιπόν αυτή είναι αναλόγως και αμέσως εφαρμοστέες οι προαναφερθείσες διατάξεις, που σημαίνει ότι ο εργοδότης στην περίπτωση υπάρξεως ουσιωδών ελαττωμάτων του έργου ή κακοτεχνιών που ο εργολάβος, καλούμενος από τον εργοδότη να αποκαταστήσει σε εύλογη προθεσμία, παραλείπει να συμμορφωθεί προς τούτο, δικαιούται να ασκήσει τα δικαιώματα των προηγουμένων διατάξεων, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να αναμείνει την περάτωση του έργου, γιατί η απαίτηση αυτή θα ήταν αντίθετη προς την καλή πίστη κατά το άρθρο 288 ΑΚ, αφού η πάροδος του χρόνου, το μόνο αποτέλεσμα που θα είχε θα ήταν η διατήρηση και μόνον μιας καταστάσεως βλαπτικής για τα συμφέροντα του εργοδότη (ΑΠ 1182/1987, ΕΕΝ 1988/618, ΕφΘεσ 2385/2010 Νόμος, ΕφΑθ 2554/2004, ΕλλΔ/νη 46 (2005) 268, Ι. Δεληγιάννης – Π. Κορνηλάκης Ειδικό Ενοχικό, Σύμβαση Έργου, έκδοση 1992, παρ. 248, σελ. 228 επ.) ΕφΑθ 6002/2018
Περαιτέρω, κατά την αληθινή έννοια της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ, η οποία έχει έντονο χαρακτήρα δημόσιας τάξης και σκοπεύει στην πάταξη της κακοπιστίας και της ανηθικότητας κατά την άσκηση κάθε δικαιώματος (ΟλΑΠ 17/1997, ΑΠ 1565/1997, ΕλΔ 39, 1296, ΑΠ 1063/1996, ΕλΔ 38, 601), το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε της άσκησής του και η διαμορφωθείσα κατά το διάστημα που μεσολάβησε πραγματική κατάσταση, καθιστούν επαχθή τη μεταγενέστερη άσκησή του και ειδικότερα όταν η ανατροπή της διαμορφωθείσας πραγματικής κατάστασης με την άσκηση του δικαιώματος συνεπάγεται για τον υπόχρεο δυσβάστακτες συνέπειες καθ’ υπέρβαση προφανή των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του δικαιώματος, ώστε για την αποτροπή αυτών να κρίνεται, με γνώμονα την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη επιβεβλημένη η θυσία του αξιουμένου δικαιώματος (πρβλ. ΟλΑΠ 33/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 205/2001, ΕλΔ 42, 1571, ΑΠ 196/2001, ΕλΔ 42, 1570, ΑΠ 1203/2000, ΕλΔ 43, 126, ΑΠ 551/1998, ΕλΔ 39, 1296, ΟλΑΠ 1/1997, ΑΠ 477/1997, ΕΔΠ 1997, 311). Περαιτέρω, μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη, δεν μπορεί να αποτελέσει κατάχρηση δικαιώματος, παρά μόνο αν τούτο μπορεί να συνδυασθεί και με άλλες περιστάσεις, όπως λ.χ. όταν ο δανειστής δεν έχει συμφέρον στην άσκηση του δικαιώματος, ή όταν δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα. Έλλειψη, όμως, συμφέροντος δεν μπορεί να υπάρχει όταν ο δανειστής, όπως έχει δικαίωμα από την σύμβαση, αποφασίζει να εισπράξει την απαίτησή του από τον οφειλέτη του, διότι τούτο αποτελεί δικαίωμα συνυφασμένο με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας (διαχείρισης) μόνον αυτός μπορεί να αποφασίζει (βλ. ΑΠ 1472/2004, Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1050/2001, Αρμ 2002, 1183, ΕφΘεσ 3052/1998, Αρμ 1999, 661). Γίνεται δηλαδή σε τελική ανάλυση στάθμιση των αντιτιθεμένων συμφερόντων των μερών και προκρίνονται εκείνα τα συμφέροντα που παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα για την κοινωνική τάξη και ευρυθμία (ΕφΠειρ 192/2000, ΕΔΠ 2000, 149).
H εναγόμενη αρνείται αιτιολογημένα την αγωγή και περαιτέρω, κατ’ εκτίμηση των ισχυρισμών της, διατείνεται ότι προέκυψαν σημαντικές βλάβες στο έργο που η ενάγουσα εκτέλεσε και οι οποίες οδήγησαν στην ολοκληρωτική καταστροφή των εκκεντροφόρων της αριστερής κύριας μηχανής του ένδικου πλοίου, ως εκ τούτου, το έργο που η τελευταία εκτέλεσε ήταν παντελώς διάφορο του συμφωνηθέντος. Επιπλέον, ισχυρίζεται επικουρικά, σε περίπτωση που ο ανωτέρω ισχυρισμός δεν γίνει δεκτός, ότι η ίδια δεν κατέβαλε τη συμφωνηθείσα αμοιβή, για τον λόγο ότι νομίμως άσκησε τα εκ της διατάξεως 374 ΑΚ δικαιώματά της, ήτοι κάλεσε την αντίδικό της να αποκαταστήσει το έργο στη συμφωνηθείσα μορφή του, προκειμένου να της καταβάλει τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Έτι περαιτέρω, ισχυρίζεται επικουρικώς, ότι δεν έλαβε χώρα προσηκόντως διαδικασία παράδοσης – παραλαβής του έργου, αλλά ακόμη κι αν έγινε, τα ελαττώματα του έργου ήταν τέτοια, που δε θα μπορούσε να τα είχε διαπιστώσει με «κανονική» εξέταση του έργου, καθώς πρόκειται περί αφανών εργασιών, επομένως ουδέποτε έλαβε χώρα έγκριση του έργου από την ίδια, οπότε η ενάγουσα δεν έχει απαλλαγεί από την ευθύνη της. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί, οι οποίοι επιχειρείται να θεμελιωθούν στις διατάξεις των άρθρων 689, 374 και 692 είναι νόμιμοι και πρέπει να ερευνηθούν κατ’ ουσίαν. Τέλος η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι κάποιες εκ των χρεώσεων που αφορούν σε μετακινήσεις προσωπικού είναι ουσιαστικά αβάσιμες και επιπλέον η χρέωση για την παρουσία των τεχνικών της κατά τη διάρκεια του δοκιμαστικού πλου του ένδικου πλοίου, είναι, πέρα από αβάσιμη και καταχρηστική, καθώς υπερβαίνει τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος, διότι αποτελεί πάγια πρακτική να μην καταβάλλεται αμοιβή κατά τον δοκιμαστικό πλου, επιπλέον δε η ενάγουσα έχει αναλάβει εγγυητική ευθύνη βάσει των μεταξύ τους συναφθέντων ιδιωτικών συμφωνητικών. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί προεχόντως λόγω της αοριστίας του, καθώς η εναγόμενη δεν εκθέτει όλα εκείνα τα πραγματικά περιστατικά που θα θεμελίωναν την εκ της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας και κυρίως δεν εκθέτει ότι η προηγηθείσα συμπεριφορά της ενάγουσας και η διαμορφωθείσα κατά το διάστημα που μεσολάβησε πραγματική κατάσταση ήταν τέτοια, ώστε καλόπιστα οδήγησε την ίδια (εναγόμενη) να πιστέψει ότι η ενάγουσα δε θα προέβαινε στην εν λόγω χρέωση και ότι επομένως καθίσταται επαχθής η εκ των υστέρων άσκηση του δικαιώματός της και συνεπάγεται για την ίδια δυσβάστακτες συνέπειες καθ’ υπέρβαση προφανή των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του δικαιώματος, ώστε για την αποτροπή αυτών να κρίνεται επιβεβλημένη η θυσία του αξιουμένου κονδυλίου, μόνη δε η αναφορά ότι «αποτελεί πάγια πρακτική να μην καταβάλλεται αμοιβή κατά τον δοκιμαστικό πλου» εκ μέρους της εναγομένης, δεν αρκεί για την πληρότητα του εν θέματι ισχυρισμού.
Από τις υπ’ αριθμ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων … και … αντίστοιχα του συμβολαιογράφου Αθηνών Κωνσταντίνου Κωνσταντίνου, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της ενάγουσας, κατόπιν κλήτευσης της αντιδίκου της (βλ. την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Θράκης …), τις υπ’ αριθμ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων … και … αντίστοιχα της συμβολαιογράφου Πειραιώς Άννας – Κλαυδίας Κωνσταντίνου, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της εναγομένης, κατόπιν κλήτευσης της αντιδίκου της (βλ. την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς …), καθώς και από όλα γενικά και χωρίς εξαίρεση τα έγγραφα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικώς κατωτέρω, δίχως να παραλείπεται κάποιο κατά την ουσιαστική κρίση της ένδικης διαφοράς, όπως επίσης και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα διατηρεί επιχείρηση, η οποία σκοπό έχει την εμπορία, κατασκευή, τοποθέτηση, συντήρηση και επισκευή ηλεκτρονικών, ηλεκτρικών και πνευματικών συστημάτων μετρήσεων επί πλοίων, βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, έλεγχο συστημάτων αυτοματισμού πλοίων και βιομηχανίας, αντιπροσώπευση στην Ελλάδα οίκων του εσωτερικού ή του εξωτερικού σχετικά με τα ανωτέρω συστήματα, διενέργεια κάθε φύσεως εργασίας και εμπορικής δραστηριότητας, η οποία σχετίζεται με τους παραπάνω σκοπούς και εμπορία, εισαγωγή, εξαγωγή, αντιπροσωπεία, κατασκευή υλικών, εξαρτημάτων και ανταλλακτικών απαιτούμενων για τις ανωτέρω δραστηριότητες. Η εναγόμενη δραστηριοποιείται στον χώρο της ναυτιλίας και κατά το επίδικο χρονικό διάστημα διατηρούσε στην ιδιοκτησία της το πλοίο Ε/Γ-Ο/Γ …, δυνάμει δε μειοδοτικού διαγωνισμού, συνήψε με το Υπουργείο Ναυτιλίας την υπ’ αριθμ. … σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας για την εξυπηρέτηση της δρομολογιακής γραμμής «Αλεξανδρούπολη – Σαμοθράκη». Στο πλαίσιο της δραστηριότητάς τους αυτής και σε συνέχεια επικοινωνίας που είχαν μεταξύ τους, η εναγόμενη ζήτησε από την ενάγουσα να αποστείλει τεχνικούς της στην Αλεξανδρούπολη, προκειμένου να προβούν σε έλεγχο του πλοίου της και να αποτυπώσουν μελλοντικές εργασίες που θα έπρεπε να εκτελεστούν επ’ αυτού. Η εν λόγω επίσκεψη έλαβε χώρα την 02η-03-2019 και ο τεχνικός της ενάγουσας … διενήργησε έλεγχο επί του πλοίου της εναγομένης, μετά την ολοκλήρωση του οποίου, η ενάγουσα απέστειλε την υπ’ αριθμ. … τεχνικοοικονομική προσφορά της στην εναγομένη, η οποία περιλάμβανε τις ηλεκτρολογικές και πνευματικές εργασίες που θα έπρεπε να εκτελεστούν επί της αριστερής κύριας μηχανής του πλοίου, το κόστος αυτών και τους γενικούς όρους συνεργασίας των μερών. Ομοίως την 06η-03-2019 η ενάγουσα διαβίβασε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην εναγομένη τον τιμοκατάλογό της για εργασίες που υλοποιούνταν εκτός Νομού Αττικής (κόστος μετακινήσεων, διανυκτερεύσεων κλπ). Στις 15-03-2019 η εναγόμενη πρότεινε στην ενάγουσα να πραγματοποιηθεί συνάντηση στα γραφεία της, πρόταση που η ενάγουσα αποδέχτηκε αυθημερόν. Μετά από αυτή τη συνάντηση, η εναγόμενη απέστειλε στις 20-03-2019 την υπ’ αριθμ. … τεχνικοοικονομική προσφορά της, η οποία περιλάμβανε ηλεκτρολογικές και πνευματικές εργασίες επί της δεξιάς κύριας μηχανής του πλοίου, το κόστος αυτών και γενικούς όρους, καθώς και την υπ’ αριθμ. … τεχνικοοικονομική προσφορά της, αναφορικά με την επιθεώρηση των πνευματικών μονάδων του συστήματος χειρισμού των δύο κύριων μηχανών του πλοίου και τα συστήματα προλιπάνσεως των κύριων μηχανών. Η επικοινωνία μεταξύ των διαδίκων μερών συνεχίστηκε και η ενάγουσα απέστειλε στις 02-04-2019, κατόπιν αιτήματος της εναγομένης, την υπ’ αριθμ. … τεχνικοοικονομική προσφορά της για την προμήθεια και αντικατάσταση των μονάδων ελέγχου και αντικατάστασης των κύριων κουζινέτων (main bearings) των δύο κύριων μηχανών του πλοίου. Τελικά συνήφθη στην Αλεξανδρούπολη το από 08-04-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των διαδίκων, σύμφωνα με το οποίο η εναγόμενη ανέθεσε στην ενάγουσα την εκτέλεση των ηλεκτρομηχανολογικών εργασιών που καταγράφονται σε αυτό και οι οποίες περιγράφονται αναλυτικότερα στις τεχνικοοικονομικές προσφορές (της ενάγουσας) με αριθμούς …, …, … και … στο πλοίο της εναγομένης στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Το κόστος των προς εκτέλεση εργασιών συμφωνήθηκε ως εξής: ποσό 17.812,50 για τις εργασίες στη δεξιά κύρια μηχανή, ποσό 16.007,50 ευρώ για τις εργασίες στην αριστερή κύρια μηχανή και ποσό 1.016,50 ευρώ για λοιπές εργασίες, ήτοι συνολικά 34.836,50 ευρώ, στην προσφορά δε αυτή περιλαμβάνεται έκπτωση της ενάγουσας ποσοστού 5%. Αναφορικά με τον τρόπο πληρωμής συμφωνήθηκε ότι η ενάγουσα θα ελάμβανε ποσοστό 10% ως προκαταβολή με την ανάθεση του έργου, μέρος του τιμήματος ανά εβδομάδα μέχρι το 80% του συνόλου και η εξόφληση θα ελάμβανε χώρα πριν την αναχώρηση των τεχνικών της. Ως προβλεπόμενη διάρκεια των εργασιών ορίσθηκε το διάστημα έξι εβδομάδων από την έναρξή τους, σε συνάρτηση με τον χρόνο εγκατάστασης της νέας αριστερής μηχανής του πλοίου, ενώ επίσης συμφωνήθηκε, ότι στα νέα συστήματα που θα προμηθευθεί και θα εγκαταστήσει η ενάγουσα, παρέχεται εγγύηση καλής λειτουργίας 12 μηνών από τον χρόνο εγκατάστασης – παράδοσης τους εν λειτουργία, υπό την προϋπόθεση ότι η δυσλειτουργία του νέου συστήματος δε θα προέλθει από κακό χειρισμό του προσωπικού του πλοίου ή από δυσλειτουργία των συστημάτων που συνεργάζονται με αυτό. Η εναγόμενη μάλιστα πριν την έναρξη των εργασιών έλαβε από το Κεντρικό Λιμεναρχείο Αλεξανδρούπολης την υπ’ αριθμ. πρωτ… «άδεια διενέργειας εργασιών χωρίς χρήση φλόγας σε πλοίο». Η εκτέλεση των εργασιών ξεκίνησε από την ενάγουσα, η οποία ενημέρωνε αναλυτικά την εναγομένη για την πρόοδο των εργασιών, για τις πρόσθετες εργασίες που προέκυπταν κατά την εκτέλεση του έργου, καθώς και για τα έξοδα μετακίνησης των συνεργείων της, όπως εμφαίνεται και στις από 08-05-2019, 09-05-2019 και 29-05-2019 ενημερώσεις της μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ειδικά μάλιστα στην τελευταία αυτή ενημέρωση (της 29ης-05-2019), ρητά γινόταν μνεία, ότι «το κόστος υλοποίησης των ανωτέρω εργασιών και προμήθειας αναλώσιμων υλικών ανέρχεται στο ποσό των 3.550 ευρώ + ΦΠΑ. Στο εν λόγω ποσό δεν συμπεριλαμβάνονται: α) οι τυχόν εργασίες και τα υλικά που θα απαιτηθούν για την επισκευή – αντικατάσταση φθαρμένων μονάδων – καλωδιώσεων κλπ του ΜSB που θα διαπιστωθεί ότι απαιτείται η επισκευή τους ή η αντικατάστασή τους…. και β) το κόστος μετακίνησης και μεταφοράς των τεχνικών μας από την έδρα μας προς τον λιμένα της Αλεξανδρούπολης και αντιστρόφως. Το εν λόγω κόστος θα υπολογισθεί με βάση τον τιμοκατάλογο της εταιρείας μας. Το κόστος διαμονής και διατροφής του προσωπικού μας στην Αλεξανδρούπολη κατά την υλοποίηση των ανωτέρω εργασιών βαρύνει την εταιρεία σας». Στην ως άνω ενημέρωσή της η ενάγουσα εξέθεσε επίσης την πρόοδο των εργασιών και το κόστος των επισκευών για τις τούδε εκτελεσθείσες εργασίες, διευκρίνισε ότι το κόστος των επιπρόσθετων εργασιών θα ανέλθει τελικά στο ποσό των 5.082 ευρώ, επανέλαβε ότι δεν συμπεριλαμβάνεται στα ποσά που εκεί αναφέρονται για τις εκτελούμενες εργασίες το κόστος των μετακινήσεων των τεχνικών της και ζήτησε να της καταβληθεί, πλέον του ποσού των 3.483 ευρώ (το οποίο είχε ζητηθεί από την ενάγουσα με την από 08-04-2019 επιστολή της μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και είχε ήδη καταβληθεί από την εναγομένη) το ποσό των 20.000 ευρώ, το οποίο πράγματι καταβλήθηκε στις 30-05-2019, ανερχομένης ούτως συνολικά της ήδη καταβληθείσας προκαταβολής στο ποσό των 23.483 ευρώ. Ομοίως την 10η-06-2019, η ενάγουσα ενημέρωσε την εναγομένη ότι το κόστος των εργασιών που διενεργήθηκαν στο πλοίο ανέρχεται σε 39.919 ευρώ, ως εκ τούτου, αφαιρουμένου του ποσού των 23.483 ευρώ που κατά τα ανωτέρω είχε ήδη καταβληθεί, υπολείπεται ποσό 16.436 ευρώ. Τέλος, την 12η-06-2019, η ενάγουσα απέστειλε στην εναγομένη ενημέρωση αναφορικά με τις λοιπές χρεώσεις, ήτοι, έξοδα μετακινήσεων τεχνικού προσωπικού προς και από την Αλεξανδρούπολη (ανερχόμενα σε 4.333,50 ευρώ), κόστος μετακινήσεων φορτηγού αυτοκινήτου (807 χλμ Χ 2 φορές Χ 2 μετακινήσεις Χ 0,45 ευρώ/χλμ), έξοδα διαμονής και διατροφής των τεχνικών (ανερχόμενα σε 638,84 ευρώ) και κόστος πρόσθετων εργασιών που ανέκυψαν κατά τη διάρκεια των επισκευών (ανερχομένων σε 4.181,50 ευρώ), συμπεριλαμβανομένου του δοκιμαστικού πλου, ο οποίος πραγματοποιήθηκε την 10η-09-2019 (με κόστος 1.060,50 ευρώ), ανερχομένων συνολικά όλων των ανωτέρω στο ποσό των 10.606,44 ευρώ, για την εξόφληση του οποίου, η ενάγουσα ζήτησε τα στοιχεία για την τιμολόγησή του και ρώτησε εάν το πλοίο απαλλάσσεται από την καταβολή ΦΠΑ. Μετά την ολοκλήρωση των αναληφθεισών εργασιών από τους τεχνικούς της ενάγουσας εντός του συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος, η τελευταία εξέδωσε το υπ’ αριθμ. πρωτ. … πιστοποιητικό, στο οποίο βεβαίωνε για την καλή λειτουργία των συστημάτων που επιθεώρησε και για τις δοκιμές (εν όρμω και εν πλω, όπως προεκτέθηκε) που πραγματοποιήθηκαν. Το πιστοποιητικό αυτό χρησιμοποίησε η εναγόμενη, μεταξύ άλλων, ενώπιον του Ρωσικού Νηογνώμονα και κατά το σχετικό έλεγχο που ο τελευταίος διενήργησε επί του πλοίου της, προκειμένου να επιτραπεί ο απόπλους του. Μετά ταύτα, η ενάγουσα εξέδωσε το υπ’ αριθμ. … τιμολόγιο για το σύνολο των εργασιών και υπηρεσιών που παρείχε στην εναγομένη, με αναγραφόμενο συνολικό ποσό 52.483,44 ευρώ, μείον παρασχεθείσας έκπτωσης ποσού 3.101 ευρώ, ήτοι 49.382,44 ευρώ, εκ των οποίων η ίδια συνομολογεί ότι έχει λάβει προκαταβολή ποσού 23.483 ευρώ, απομένει ως εκ τούτου ποσό 25.899,44 ευρώ, το οποίο η εναγόμενη αρνήθηκε να καταβάλει. Αντ’ αυτού, απέστειλε την από 25-07-2019 στην ενάγουσα από κοινού με: α) την εταιρεία με την επωνυμία «…», β) το υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…» και γ) τον …, εξώδικη διαμαρτυρία και πρόσκληση, στην οποία, αφού αναγνώρισε ότι οφείλει στην ενάγουσα το ποσό των 16.186,50 ευρώ, διαβεβαίωσε αυτήν ότι προτίθεται να το εξοφλήσει άμεσα και δη μετά τη νομότυπη και προσήκουσα παράδοση σε αυτήν του συνολικού έργου, καθώς και των αντίστοιχων τιμολογίων, τα οποία θα έπρεπε (κατ’ αυτήν) να έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 11 Ν. 4308/2014. Αναφορικά με τους λόγους που αρνήθηκε να καταβάλει το υπόλοιπο της οφειλής, η εναγόμενη εξέθεσε ότι το συνεργείο της ενάγουσας μετακινήθηκε δύο φορές οδικώς προς την Αλεξανδρούπολη με δική της αποκλειστικά πρωτοβουλία, χωρίς να ζητηθεί η συναίνεσή της για την ενέργεια αυτή, αμφισβητώντας επομένως το ύψος των οδοιπορικών εξόδων και ότι η χρέωση της ενάγουσας για την παρουσία των τεχνικών της κατά τον δοκιμαστικό πλου είναι αβάσιμη, διότι συνιστά πάγια τακτική, εντεταγμένη στα προκείμενα συναλλακτικά ήθη και ότι ουδόλως καταβάλλεται αμοιβή για την παρουσία τεχνικών κατά τον δοκιμαστικό πλου, καθόσον αυτός διενεργείται προς διαπίστωση της καλής λειτουργίας του πλοίου, άρα και της ορθής ή μη εκτέλεσης του συμφωνηθέντος έργου, πράγμα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παροχής της ενάγουσας. Επ’ αυτών των ισχυρισμών, οι οποίοι προβλήθηκαν και στην ένδικη αγωγή, λεκτέα τυγχάνουν τα εξής: από όλες τις ενημερώσεις που είχε λάβει η εναγόμενη, προέκυπτε ότι στα ποσά των προσφορών που αναφέρονταν στις εργασίες και στα ανταλλακτικά που θα χρησιμοποιούσε η ενάγουσα για την διεκπεραίωση του αναληφθέντος από αυτήν έργου, δεν περιλαμβανόταν το κόστος μετακινήσεων των τεχνικών της προς την Αλεξανδρούπολη, καθώς και το κόστος των δοκιμών εν πλω, ενώ για την κοστολόγηση των πρόσθετων εργασιών, δεν ετέθη ως προϋπόθεση η προηγούμενη έγκριση της εναγομένης, αλλά η υποβολή σχετικής προσφοράς προς αυτήν, εφόσον απαιτηθεί κάτι τέτοιο και η συμφωνία με τον τιμοκατάλογό της (ενάγουσας), ο οποίος ήταν ήδη γνωστός στην εναγομένη. Τα ανωτέρω προκύπτουν από όλες τις προεκτεθείσες προσφορές της ενάγουσας και τους ενσωματωμένους σε αυτές «Γενικούς Όρους», ενώ ειδική αναφορά για τις δοκιμές εν πλω γίνεται στον υπ’ αριθμ. 3 και 4 όρο των Γενικών Όρων που εστάλησαν στις 02-04-2019 με σχετική επιστολή της ενάγουσας. Αποδεικνύεται επομένως, ότι αβάσιμα η εναγόμενη προβάλλει τους ανωτέρω ισχυρισμούς στην προαναφερθείσα εξώδικη διαμαρτυρία της και εν συνεχεία στην ένδικη αγωγή της, αφ’ ης στιγμής μάλιστα, που ποτέ δεν προέβαλε κάποια αντίρρηση ή διαμαρτυρία κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου, ούτε ως προς τις χρεώσεις της ενάγουσας, ούτε ως προς την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, παρότι η ίδια είχε τον έλεγχο και την επίβλεψη του έργου, ενώ επιπλέον κανένα στοιχείο δεν εισφέρεται, από το οποίο να προκύπτει ότι ο δοκιμαστικός πλους εθιμοτυπικά βαρύνει την ενάγουσα. Ως εκ τούτου οι ανωτέρω ισχυρισμοί πρέπει να απορριφθούν. Περαιτέρω, η εναγόμενη διατείνεται ότι προέκυψαν σημαντικές βλάβες στο έργο που η ενάγουσα εκτέλεσε και οι οποίες οδήγησαν στην ολοκληρωτική καταστροφή των εκκεντροφόρων της αριστερής κύριας μηχανής του ένδικου πλοίου, ως εκ τούτου, το έργο που η τελευταία εκτέλεσε ήταν παντελώς διάφορο του συμφωνηθέντος, και, για τον λόγο αυτό δεν καταβάλλει το υπόλοιπο της οφειλόμενης αμοιβής. Ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται πρώτη φορά με την υπό κρίση αγωγή, καθώς στην ως άνω αναφερθείσα από 25-07-2019 εξώδικη διαμαρτυρία και πρόσκλησή της η εναγόμενη αναφέρει ότι η εταιρεία με την επωνυμία «…» και ο … ευθύνονται για τις σημαντικές βλάβες που διαπιστώθηκαν κατά την επαναδρομολόγηση του πλοίου της στη γραμμή Αλεξανδρούπολης – Σαμοθράκης, τους οποίους μάλιστα κάλεσε επανειλημμένως να αποκαταστήσουν, επικαλούμενη την εγγυητική τους ευθύνη. Επιπλέον ισχυρίζεται επικουρικά ότι, η ίδια δεν κατέβαλε τη συμφωνηθείσα αμοιβή, για τον λόγο ότι νομίμως άσκησε τα εκ της διατάξεως 374 ΑΚ δικαιώματά της, ήτοι κάλεσε την αντίδικό της να αποκαταστήσει το έργο στη συμφωνηθείσα μορφή του, προκειμένου να της καταβάλει τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοί της εναγομένης κρίνονται αντιφατικοί, καθώς αφενός μεν στην από 25-07-2019 εξώδικη διαμαρτυρία της θεωρεί υπεύθυνους για τις βλάβες στο πλοίο της την εταιρεία με την επωνυμία «…» και τον …, τους οποίους καλεί να προβούν στην αποκατάστασή τους, αφετέρου, στην υπό κρίση αγωγή της, υπεύθυνη για τις ίδιες αυτές σημαντικές βλάβες θεωρεί την ενάγουσα. Η εναγόμενη προσκομίζει την από … βεβαίωση της εταιρείας … και το υπ’ αριθμ. … παραστατικό της εταιρείας …, εκ των οποίων προκύπτουν οι βλάβες που διαπιστώθηκαν στο πλοίο της και οι εργασίες που έγιναν προς αποκατάστασή τους. Ωστόσο, από μια απλή επισκόπηση των εγγράφων αυτών, προκύπτει ότι οι βλάβες δεν σχετίζονται με τις εργασίες που η ενάγουσα εκτέλεσε και αφορούσαν στην εγκατάσταση και λειτουργία των ηλεκτροπνευματικών συστημάτων του πλοίου, αλλά εντοπίστηκαν σε διαφορετικές λειτουργίες του (κακό κούμπωμα μηχανών και governor, υπερβολική βύθιση της ΑΡ Κ/Μ, έντονο κάπνισμα, ρυθμίσεις σε δύο ρυθμιστές στροφών ηλεκτρομηχανής κλπ). Εν συνεχεία αυτών, στην ως άνω αναφερθείσα από 25-07-2019 εξώδικη δήλωση – πρόσκληση της εναγομένης, η ενάγουσα απάντησε με την από 30-07-2019 εξώδικη δήλωση – κλήση της, με την οποία αρνήθηκε τα όσα αφορούσαν στην ίδια και κάλεσε την εναγόμενη να της καταβάλει το οφειλόμενο ποσό των 25.899,44 ευρώ. Η εναγόμενη επανήλθε με την από 03-09-2019 εξώδικη διαμαρτυρία και πρόσκλησή της, στην οποία εξέθεσε ότι την 05-08-2019 προκλήθηκε στην αριστερή μηχανή του πλοίου της έκτακτη βλάβη, κατά την οποία καταστράφηκαν οι εκκεντροφόροι άξονές της, λόγω ελλιπούς λίπανσής της και ότι από τη βλάβη αυτή της προκλήθηκε ζημία ύψους 1.000.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των διαφυγόντων κερδών της. Επέμεινε παράλληλα, ότι η ενάγουσα σχετίζεται άμεσα με την εταιρεία «…» και τον …, ως εκ τούτου φέρει και αυτή ευθύνη για την αποκατάσταση της ζημίας της. Τον ισχυρισμό της αυτό επαναφέρει και στην υπό κρίση αγωγή, κάνοντας λόγο για εγγυητική ευθύνη της ενάγουσας για το σύνολο του παρασχεθέντος έργου, όχι μόνο από την ίδια αλλά και από την εταιρεία «…». Ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός της εναγομένης από κανένα στοιχείο δεν επιρρωνύεται. Όπως ήδη εκτέθηκε, στο από 08-04-2019 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των διαδίκων, η ενάγουσα δεσμεύθηκε ότι στα νέα συστήματα που θα προμηθευθούν και θα εγκατασταθούν από την ίδια, παρέχεται εγγύηση καλής λειτουργίας 12 μηνών από τον χρόνο εγκατάστασης – παράδοσης τους εν λειτουργία, υπό την προϋπόθεση ότι η δυσλειτουργία του νέου συστήματος δε θα προέλθει από κακό χειρισμό του προσωπικού του πλοίου ή από δυσλειτουργία των συστημάτων που συνεργάζονται με αυτό. Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι η ενάγουσα ευθύνεται για όλες τις βλάβες στο πλοίο, ανεξαρτήτως αν σημειώθηκαν σε συστήματα που η ίδια εγκατέστησε ή αν οφείλονται σε κακό χειρισμό του προσωπικού της ή των συστημάτων που συνεργάζονται με αυτά είναι άνευ ερείσματος στα μεταξύ των διαδίκων συμφωνηθέντα. Έτι περαιτέρω, η εναγόμενη ισχυρίζεται επικουρικώς, ότι δεν έλαβε χώρα προσηκόντως διαδικασία παράδοσης – παραλαβής του έργου, αλλά ακόμη κι αν έγινε, τα ελαττώματα του έργου ήταν τέτοια, που δε θα μπορούσε να τα είχε διαπιστώσει με «κανονική» εξέταση του έργου, καθώς πρόκειται περί αφανών εργασιών, επομένως ουδέποτε έλαβε χώρα έγκριση του έργου από την ίδια, οπότε η ενάγουσα δεν έχει απαλλαγεί από την ευθύνη της. Και αυτός ο ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί, δοθέντος ότι στο από 08-04-2019 συμφωνητικό των διαδίκων δεν αναφέρεται ότι η παράδοση και παραλαβή του έργου πρέπει να γίνει εγγράφως. Η παράδοση – παραλαβή του έργου άλλωστε δεν είναι απαραίτητο να έχει πανηγυρικό χαρακτήρα, και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, εναγόμενη παρέλαβε το έργο μαζί με το σχετικό πιστοποιητικό της ενάγουσας, στο οποίο εκτίθενται οι εκτελεσθείσες εργασίες και ακολούθως έλαβε την έγκριση του Ρωσικού Νηογνώμονα, ώστε να μπορέσει να δρομολογήσει το πλοίο της στη γραμμή Αλεξανδρούπολη – Σαμοθράκη, χωρίς άλλωστε ποτέ να προβάλλει οποιαδήποτε αντίρρηση ή διαφοροποίηση. Απορριπτέα ως εκ τούτου τυγχάνει και η προβληθείσα από την εναγόμενη και εκτιμηθείσα ως ένσταση του μη εκπληρωθέντος συναλλάγματος, με την οποία αρνείται να καταβάλει στην ενάγουσα την εργολαβική της αμοιβή μέχρι την αποκατάσταση από την τελευταία των κακοτεχνιών του έργου και μέχρι την παράδοση αυτού (έργου) σύμφωνα με την συμφωνία και τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης, αφού σύμφωνα με τις ανωτέρω παραδοχές, το έργο παραδόθηκε στην εναγομένη, ενώ η τελευταία δεν επικαλείται, ούτε εξάλλου αποδείχθηκε, ότι το εκτελεσθέν έργο είναι παντελώς διάφορο του συμφωνηθέντος, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στην ανωτέρω μείζονα σκέψη. Η απλή δε αναφορά της ύπαρξης ελαττωμάτων και κακοτεχνιών, που δε συνοδεύεται ρητά και από τη νομότυπη άσκηση των δικαιωμάτων που της παρέχει ο νόμος, αλυσιτελώς προβάλλεται και συνεπώς δεν ασκεί επιρροή στην παρούσα δίκη. Κατόπιν τούτων πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αγωγή και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το υπόλοιπο της συμφωνηθείσας αμοιβής, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των 25.899,44 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της από 30-07-2019 εξώδικης πρόσκλησής της, ήτοι από 20-08-2019 (δοθέντος ότι με το από 03-07-2019 μήνυμα δια ηλεκτρονικής αλληλογραφίας εκ του οποίου η ενάγουσα αιτείται την τοκοφορία της απαίτησής της, η ίδια γνωστοποίησε μεν το ύψος της απαίτησής της, ζήτησε όμως διευκρινίσεις περί του εάν η εναγόμενη απαλλάσσεται για το ποσό αυτό από την καταβολή ΦΠΑ ώστε να εκδοθεί το αντίστοιχο τιμολόγιο, ως εκ τούτων η ανωτέρω επικοινωνία δε δύναται να θεωρηθεί όχληση) και ακολούθως να απορριφθεί το αίτημα της εναγομένης περί αναβολής της υπόθεσης και παραπομπής της προς συνεκδίκαση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ενώπιον του οποίου έχει ασκήσει την από 07-09-2020 και με Γ.Α.Κ. 6733/2020 και Α.Κ.Δ. 3171/2020 αγωγή της κατά της εδώ ενάγουσας και άλλων εναγομένων. Και τούτο διότι αφενός μεν η διάταξη του άρθρου 246 ΚΠολΔ δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων δικών που εκκρεμούν ενώπιόν του, υπό τις προϋποθέσεις που εκεί τίθενται, οι οποίες κρίνεται ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω, καθώς οι δίκες εκκρεμούν σε διαφορετικά δικαστήρια, η προδικασία που απαιτείται για καθεμία εξ αυτών δυνάμει της διάταξης του άρθρου 6 του Ν. 4640/2019 είναι διαφορετική και το αντικείμενο της διαφοράς δεν συμπίπτει, επιπλέον δε, μετά την εισαγωγή του Ν. 4335/2015, η αναβολή και συνεκδίκαση διαφορετικών δικών που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία, πρέπει να γίνεται υπό τους περιορισμούς των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ. Τέλος, η εναγόμενη, η οποία ηττάται, πρέπει να καταδικασθεί να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας (άρθρο 176 ΚΠολΔ.), σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό της παρούσας.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το χρηματικό ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων οχτακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (25.899,44), από την επομένη της επίδοσης της από 30-07-2019 εξώδικης πρόσκλησής της, ήτοι από 20-08-2019 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις -07-2021.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ