Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

Αριθμός απόφασης

1415/2021

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. αίτησης: 1839/857/2021)

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Γεωργία Παναγιωτοπούλου,   Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αντιγόνη Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη -Εισηγήτρια, Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη και τη Γραμματέα Ελένη Δαβραδού.

Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 8 Ιουνίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

 

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Δημητρίου Δημητρίου (ΑΜ/ΔΣΠ 003485) συμπαρισταμένης της ασκουμένης Δικηγόρου Δήμητρας Μποροβίλου (ΑΜ/ΔΣΠ 003977).

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη Σαλαμίνα, με ΑΦΜ … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου Αλέξανδρου Ελευθερίου (ΑΜ/ΔΣΑ 016854).

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 15.04.2020 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με γενικό αριθμό κατάθεσης 1839/2021 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 857/2021, προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 11.05.2021, κατόπιν δε νομίμου αναβολής για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί, καθώς και όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

           Από τις διατάξεις των άρθρων 695 έως 697 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι κατά τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων εκδιδόμενες δικαστικές αποφάσεις έχουν προσωρινή ισχύ, δεν επηρεάζουν την κύρια δίκη και μπορεί να ανακληθούν από το δικαστήριο, που τις έχει εκδώσει, ή από το δικαστήριο της κύριας υπόθεσης. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 697 του ΚΠολΔ «Το αρμόδιο για την κύρια υπόθεση δικαστήριο όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία μπορεί, με αίτηση του διαδίκου που έχει έννομο συμφέρον, η οποία υποβάλλεται και αυτοτελώς, να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφαση, που δέχεται ή απορρίπτει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.».  Ως κύρια υπόθεση κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης, ως και αυτής του άρθρου 684 του ΚΠολΔ, η εκκρεμότητα της οποίας αποτελεί προϋπόθεση της αρμοδιότητας του δικαστηρίου για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων οπό αυτό, νοείται εκείνη, η οποία ως περιεχόμενο έχει τη διάγνωση του δικαιώματος, προς εξασφάλιση του οποίου διατάχθηκε το ασφαλιστικό μέτρο. Ακόμη ως κυρία υπόθεση, κατά την εκδίκαση της οποίας δύναται να ζητηθεί η ανάκληση του ασφαλιστικού μέτρου, θεωρείται εκείνη που έχει ως αντικείμενο τη δεσμευτική διάγνωση του ασφαλισθέντος δικαιώματος ή έννομης σχέσεως, όπως και η διώκουσα την αναγνώριση της ανυπαρξίας του ασφαλισθέντος δικαιώματος σχετική αρνητική αναγνωριστική αγωγή, γιατί και κατ` αυτήν, αφενός μεν γίνεται αρνητικά η διάγνωση του ασφαλισθέντος δικαιώματος, αφετέρου δε προστατεύεται ο καθ’ ου λήφθηκε το ασφαλιστικό μέτρο διάδικος, σε περίπτωση κατά την οποία ο υπέρ του οποίου λήφθηκε το ασφαλιστικό μέτρο αρνηθεί να ασκήσει την κυρία αγωγή (βλ. σχετ. Μπέη, Πολιτ. Δικον., υπό το άρθρο 693, σελ. 168). Συνεπώς, θα πρέπει το δικαίωμα που αποτελεί αντικείμενο της διαγνωστικής δίκης να ταυτίζεται με εκείνο που είναι αντικείμενο της δίκης των ασφαλιστικών μέτρων. Απαιτείται επίσης ταυτότητα διαδίκων, δηλαδή να πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα που παρίστανται με την ίδια ιδιότητα (ΕφΘεσ 3308/2003, ΑΡΜ 2004.252, ΕφΠειρ 1165/2001, ΑΡΜ 2003.994). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, το δικάζον την κύρια υπόθεση Δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση του διαδίκου, που έχει έννομο συμφέρον και υποβάλλεται είτε σε κάποια στάση της δίκης για την εκκρεμή κύρια υπόθεση, είτε και αυτοτελώς και χωρίς ακόμη πιθανολόγηση νέων στοιχείων (μεταβολή πραγμάτων), να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει εν όλω ή εν μέρει την διατάσσουσα ασφαλιστικά μέτρα απόφαση, με βάση μόνο τα στοιχεία της δικογραφίας. Η ανάκληση ή μεταρρύθμιση δεν απαιτεί μεταβολή των πραγμάτων, μπορεί δε να βασίζεται και σε νομικά ή ουσιαστικά σφάλματα της απόφασης εξαιτίας των οποίων δεν είναι πλέον δικαιολογημένη η συνέχιση των μέτρων που διέταξε, ενεργεί δε ως υποκατάστατο των καταρχήν απαγορευμένων από το άρθρο 699 ΚΠολΔ ενδίκων μέσων, δηλαδή μπορεί να βασίζεται και σε νομικά ή ουσιαστικά σφάλματα της αποφάσεως, εξαιτίας των οποίων δεν είναι πλέον δικαιολογημένη η συνέχιση των μέτρων που διέταξε (Μον. Εφ. Λαμ. 84/2017 δημ. ΝΟΜΟΣ). Επομένως, με το προαναφερόμενο ένδικο βοήθημα δεν άγεται προς κρίση από το Δικαστήριο η νομιμότητα και κατ` ακολουθία η ορθότητα της απόφασης, που διέταξε το ασφαλιστικό μέτρο, αλλά η νομιμότητα της περαιτέρω ισχύος αυτού, ήτοι το δικαστήριο της κύριας δίκης θα ελέγξει αν κατά το χρόνο κατά τον οποίο καλείται να αποφασίσει ως αρμόδιο δικαστήριο και να διατάξει για πρώτη φορά κάποιο ασφαλιστικό μέτρο, θα διέτασσε το μέτρο αυτό, όπως έχει ήδη διαταχθεί με την απόφαση, της οποίας διώκεται η ανάκληση ή η μεταρρύθμιση, τόσο κατά την έκταση όσο και κατά το είδος του ασφαλιστικού μέτρου. Αν δε το δικαστήριο αυτό κρίνει ότι µε τις συνθήκες που υπάρχουν κατά το χρόνο της συζήτησης ενώπιον του δεν δικαιολογείται η διατήρηση της ισχύος του ασφαλιστικού μέτρου, είτε ολικά είτε εν μέρει, μπορεί να ανακαλέσει αναλόγως την απόφαση που διέταξε το ασφαλιστικό μέτρο, ή να τη μεταρρυθμίσει (βλ. ΑΠ 97/2006, ΧρΙΔ 2006/533, ΕφΑθ 1340/2019, ΕφΔωδ 9/2014 ΤΝΠ- Νόμος, ΕφΠατρ 339/2011 ΑχΝομ 2012. 271, ΕφΘεσ 2217/2006, Αρμ. 2006/1607, ΕφΠειρ 17/2005, ΠειρΝ 2005/261, Τζίφρα, Ασφαλιστικά μέτρα, έκδ. 4η, σελ. 13, 91 επ., Απαλαγάκη, ΚΠολΔ Ερµηνεία κατ` άρθρο, έκδ.2010 υπό άρθρο 697 αρ. 1, Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, τόμος Θ`, 2011 υπό άρθρο 697 αρ. 1-7, Ι. Χαµηλοθώρη, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδ. 2010, σελ. 82-84, Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, Ερµηνεία ΚΠολΔ υπό άρθρο 697 αρ. 1-6). Τα παραπάνω ισχύουν εφόσον το δικαστήριο είναι ανώτερο από το δικαστήριο της αρχικής δίκης, ενώ αν είναι ισόβαθµο πρέπει η αίτηση ανακλήσεως να συζητείται συγχρόνως µε την κύρια υπόθεση ή µεταγενέστερα αυτής, ώστε να υπάρχει πλήρης εποπτεία του νοµικού και πραγµατικού υλικού της όλης υπόθεσης η οποία και δικαιολογεί την ανάκληση για οποιοδήποτε λόγο και από δικαστήριο ισόβαθµο προς αυτό που εξέδωσε την ανακαλούµενη απόφαση.

Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα, επικαλούμενη έννομο συμφέρον και για τους ειδικότερα εκτιθέμενους στο δικόγραφο λόγους, ζητεί να ανακληθεί η, με αριθμό 1647/2020, απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τμήμα ναυτικών διαφορών), που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Εκθέτει δε, ειδικότερα, ότι με την ως άνω δικαστική απόφαση, η οποία εκδόθηκε επί της, από 03.08.2020, με αριθμό κατάθεσης 5934/1301/2020, αίτησης της καθ’ης στην παρούσα δίκη, διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «…», με αριθμό Νηολογίου …, πλοιοκτησίας της, μέχρι του ποσού των ενενήντα χιλιάδων (90.000,00) ευρώ, προς εξασφάλιση απαίτησης της (στη δίκη εκείνη) αιτούσας, συνολικού ποσού 78.528,99€, ενώ προβλέφθηκε παράλληλα η δυνατότητα της ίδιας να ματαιώσει ή σε περίπτωση επιβολής να αντικαταστήσει τη διαταχθείσα συντηρητική κατάσχεση με την παροχή ισόποσης εγγυοδοσίας υπέρ της αντιδίκου της. Από την παραδεκτή στο σημείο τούτο επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δικογραφίας προκύπτει συγκεκριμένα ότι με την ως άνω υπ’ αριθ. 1647/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά πιθανολογήθηκε ότι μεταξύ των μερών είχε συναφθεί τον Δεκέμβριο του 2019 σύμβαση ναύλωσης γυμνού πλοίου και δη του προαναφερθέντος πλοίου «…», πλοιοκτησίας της καθ’ης η αίτηση στη δίκη εκείνη και εν προκειμένω αιτούσας και ότι η τελευταία αφενός παραβίασε, εξ αποκλειστικής της υπαιτιότητας, την υποχρέωση που είχε αναλάβει δυνάμει της σύμβασης αυτής, να παραδώσει στην αντισυμβαλλόμενή της, στον λιμένα της Θάσου, το ναυλωθέν πλοίο, καθώς και να προβεί προηγουμένως στις απαραίτητες εργασίες μετασκευής αυτού, προκειμένου να αυξηθεί, κατά τη συμφωνία τους, η μεταφορική του ικανότητα και αφετέρου ο νόμιμος εκπρόσωπός της παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στην αιτούσα (στη δίκη εκείνη) ότι το εν λόγω πλοίο ήταν αξιόπλοο και κατάλληλο για δρομολόγηση στην πορθμειακή γραμμή  Κεραμωτής – Θάσου, προκειμένου να την πείσει να προβεί στη ναύλωση αυτού. Με την ίδια ως άνω απόφαση πιθανολογήθηκε ότι εξαιτίας της ανωτέρω αντισυμβατικής και παράνομης συμπεριφοράς της καθ’ ης η αίτηση (εν προκειμένω αιτούσας), η αιτούσα (και εν προκειμένω καθ’ης) διατηρεί έναντι αυτής απαίτηση για το ποσό των 25.000€, το οποίο της είχε καταβάλει ως προκαταβολή του συμφωνηθέντος ναύλου, για ποσό 17.600€, που αφορά διοικητικό πρόστιμο που της επιβλήθηκε για τη μη εκτέλεση 88 δρομολογίων στην προαναφερθείσα πορθμειακή γραμμή κατά το χρονικό διάστημα από 04.02.2020 έως και 05.03.2020, για ποσό 21.342,50€ που αφορά διοικητικό πρόστιμο που της επιβλήθηκε από τη λιμενική αρχή της Καβάλας λόγω μη στελέχωσης του Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «…» με την προβλεπόμενη οργανική σύνθεση πληρώματος, για ποσό 638,49€ με το οποίο επιβαρύνθηκε για τέλη πρόσδεσης του πλοίου στον λιμένα του Ρίου για το χρονικό διάστημα  από 01.01.2020 έως 14.05.2020, καθώς και για ποσό 35.200,00€, το οποίο πιθανολογήθηκε ως διαφυγόν κέρδος της από τα μη πραγματοποιηθέντα 88 δρομολόγια στην ως άνω πορθμειακή γραμμή, ήτοι συνολική απαίτηση 99.780,99€, στην οποία με την ίδια απόφαση συμψηφίστηκε το ποσό των 21.252,00€, το οποίο πιθανολογήθηκε ότι αντιστοιχούσε σε απαίτηση της  καθ’ης (και εν προκειμένω αιτούσας) για προβλεπόμενη στο συμφωνητικό ναύλωσης αποζημίωση χρήσης, για το χρονικό διάστημα από 22.01.2020 έως 11.03.2020. Περαιτέρω, από τα ίδια έγγραφα προκύπτει ότι η καθ’ης η κρινόμενη αίτηση άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την, από 19.01.2021, με αριθμό κατάθεσης 1106/576/2021, αγωγή κατά της αιτούσας και του νομίμου εκπροσώπου της, …, με αντικείμενο τις ίδιες ακριβώς αξιώσεις, για την εξασφάλιση των οποίων διατάχθηκε το ως άνω ασφαλιστικό μέτρο, καθώς επίσης και την αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, ως προς την οποία είχε απορριφθεί η αίτησή της λόγω μη πιθανολόγησης της βασιμότητάς της, ερειδόμενες στην ίδια βιοτική και νομική αιτία και δη την εκτιθέμενη ως άνω αντισυμβατική και παράνομη συμπεριφορά της αιτούσας και του νομίμου εκπροσώπου της. Προσέτι δε προκύπτει ότι η αιτούσα από την πλευρά της έχει ασκήσει ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την, από 11.12.2020 με αριθμό κατάθεσης 9605/4578/2020, αγωγή κατά της καθ’ ης, με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί: α) ότι στις 31.12.2019 παραδόθηκε στην εναγομένη και κατ΄ουσίαν η ναυτική διεύθυνση του πλοίου και ότι η τελευταία κατέστη εφοπλίστρια υπό την έννοια των άρθρων 105 και 106 του ΚΙΝΔ, β) ότι δια της ως άνω παραδόσεως τροποποιήθηκε σιωπηρά η συμφωνία ως προς την εκ μέρους της υποχρέωση παράδοσης του πλοίου στον λιμένα της Θάσου, γ) επικουρικά ότι η ως άνω συμβατική της υποχρέωση κατέστη αδύνατη, εξ αποκλειστικής υπαιτιότητας της εναγομένης, και δη λόγω της περιγραφόμενης στο ιστορικό της αγωγής αντισυμβατικής και παράνομης συμπεριφοράς του νομίμου εκπροσώπου της, δ) ότι η σύμβαση ναύλωσης καταγγέλθηκε στις 21.01.2020 εξ αποκλειστικής υπαιτιότητας της εναγομένης και ότι εξ αυτού του λόγου η ίδια ουδόλως υποχρεούται να καταβάλει στην εναγομένη οποιαδήποτε αποζημίωση, άμεσα ή έμμεσα συνδεόμενη με την ανώμαλη εξέλιξη της ανωτέρω συμβατικής σχέσης,  ε) ότι η ίδια δικαιούται να παρακρατήσει το ποσό της καταβληθείσας προκαταβολής ύψους 25.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την οριστική αποδρομολόγηση του πλοίου από την πορθμειακή γραμμή Ρίου – Αντιρρίου, εξαιτίας της παράνομης και υπαίτιας καταγγελίας της σύμβασης εκ μέρους της εναγομένης, άλλως λόγω κατάπτωσης ποινικής ρήτρας, στ) ότι η εναγομένη οφείλει να της καταβάλει το ποσό των 15.777,96€ ως αποζημίωση για την εκ μέρους της καταβολή μισθών και ασφαλιστικών εισφορών του πληρώματος του πλοίου «…» για το διάστημα από 31.12.2019 έως 20.01.2020, ζ) ότι η εναγομένη οφείλει να της καταβάλει το ποσό των 58.926€ ως συμβατική αποζημίωση για τη χρήση του εν λόγω πλοίου από τις 21.01.2020 έως τις 22.05.2020, άλλως ως αποζημίωση εξ αδικοπραξίας και η) ότι η εναγομένη οφείλει να της καταβάλει το ποσό των 30.000€ ως χρηματική ικανοποίηση για την τρώση της εμπορικής φήμης και του ονόματος της εταιρείας της εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της εναγομένης. Με βάση το προεκτεθέν περιεχόμενο της αγωγής που άσκησε η αιτούσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου σαφώς συνάγεται ότι δεν υφίσταται ταυτότητα του δικαιώματος που εισάγεται με αυτή, ως αντικείμενο της διαγνωστικής δίκης και του ασφαλισθέντος δικαιώματος της καθ’ης, ήτοι το παρόν Δικαστήριο δεν αποτελεί δικαστήριο της κύριας υπόθεσης υπό την έννοια της διάταξης του άρθρου 697 Κ.Πολ.Δ, για την εφαρμογή της οποίας απαιτείται η ταύτιση των ως άνω δικαιωμάτων και δεν αρκεί η εκκρεμοδικία αγωγής για οποιαδήποτε συναφή υπόθεση. Τούτο δε,  παρά το γεγονός ότι με την ως άνω αγωγή σωρεύεται, μεταξύ άλλων, αίτημα αρνητικό αναγνωριστικό των αξιώσεων της καθ’ ης που συνδέονται με την ανώμαλη εξέλιξη της συμβατικής τους σχέσης (το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν αναφέρεται με τρόπο σαφή και ορισμένο σε συγκεκριμένες αξιώσεις), καθώς το αίτημα αυτό αφορά τις ασφαλισθείσες αξιώσεις κατά το μέρος που θεμελιώνονταν στη σύμβαση ναύλωσης, ωστόσο αυτές, όπως προεκτέθηκε, θεμελιώνονταν παράλληλα και σε αδικοπρακτική βάση (συρροή δικαιοπρακτικής και αδικοπρακτικής ευθύνης) και δη στην εκ μέρους του νομίμου εκπροσώπου της αιτούσας εν γνώσει του παράσταση του ψευδούς γεγονότος της αξιοπλοΐας του πλοίου της πλοιοκτήτριας εταιρείας και της καταλληλότητάς του για την εκτέλεση δρομολογίων στην ως άνω πορθμειακή γραμμή με σκοπό παράνομου περιουσιακού οφέλους, η οποία πιθανολογήθηκε ως βάσιμη από το δικαστήριο των ασφαλιστικών μέτρων, ως προς την οποία (αδικοπρακτική βάση), δεν εισάγονται αυτές -με αντίστοιχο αρνητικό αναγνωριστικό αίτημα- ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την ως άνω ασκηθείσα ενώπιόν του τακτική αγωγή. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, λαμβανομένων υπόψην και όσων αναπτύχθηκαν σχετικά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, αρμόδιο για την ανάκληση του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης, που διατάχθηκε με την υπ’ αριθ. 1647/2020 απόφαση, ως δικαστήριο της κύριας υπόθεσης, είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η ως άνω, υπ’ αριθ. κατ. 1106/576/2021 αγωγή της καθ’ης κατά της αιτούσας και του νομίμου εκπροσώπου της, …, η οποία έχει ως αντικείμενο τις απαιτήσεις προς εξασφάλιση των οποίων διατάχθηκε το αιτούμενο να ανακληθεί ασφαλιστικό μέτρο και όχι το παρόν Δικαστήριο, το οποίο δεν έχει συνεπώς αρμοδιότητα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 697 του ΚΠολΔ, ως ισχύει κατόπιν της τροποποίησης του με τον Ν.4335/2015. Μετά ταύτα, κατ΄εφαρμογήν του άρθρου 46 του ΚΠολΔ και λαμβανομένου υπόψην ότι η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η έρευνα της οποίας προηγείται από κάθε άλλο θέμα, πρέπει το παρόν Δικαστήριο να κηρυχθεί καθ` ύλην αναρμόδιο και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, προκειμένου να συνεκδικαστεί με την υπ’ αριθ. κατάθεσης 1106/576/2021 αγωγή κατά της αιτούσας και του νομίμου εκπροσώπου της, …, που εκκρεμεί ενώπιόν του. Δικαστικά έξοδα δεν θα επιδικαστούν διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαιτέρα δυσχερής (άρθ. 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

  Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Κηρύσσει εαυτό καθ` ύλην αναρμόδιο.

Παραπέμπει την υπόθεση για εκδίκαση στο αρμόδιο Μονομελές

Πρωτοδικείο Πειραιά.

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη των διαδίκων.

 

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στις             2021 και δημοσιεύθηκε στις      ……………..2021, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ