ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης: 1842/2021
(ΓΑΚ/ΕΑΚ αγωγής: 10425/5247/2019)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Θεονύμφη Σουλαδάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών – Εισηγήτρια, Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκες, και τη Γραμματέα, Ελένη Δαβράδου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 10η Νοεμβρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στη …), στερούμενη, ως μη εγκατεστημένη στην Ελλάδα, ελληνικού Α.Φ.Μ., για την οποία προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις, δυνάμει της από 24-02-2020 απόφασης των μελών του Δ.Σ. της, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του Προέδρου της κατά την ΚΠολΔ 96, αριθ. 1, η πληρεξούσια δικηγόρος της, Μάλαμα – Μαρία Παπαδημητρίου (με Α.Μ. Δ.Σ. Αθηνών 32.442), η οποία προσκόμισε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων του Δ.Σ.Π. και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στην Α., Α., αριθμός 4, και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσαν εμπρόθεσμα προτάσεις, δυνάμει του υπ’ αριθ. … πληρεξουσίου του Συμβολαιογράφου Πειραιά, Στέφανου Βασιλάκη και του από … πληρεξουσίου εγγράφου του Κ. Α., που φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του από δικηγόρο κατά την ΚΠολΔ 96, αριθ. 1, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της, Πάρις Ασανάκης (με Α.Μ. Δ.Σ. Πειραιώς: 1.960), Κωνσταντίνος Ανδριόπουλος (με Α.Μ. Δ.Σ. Αθηνών: 15.419) και Ελένη Καράβελα (με Α.Μ. Δ.Σ. Αθηνών: 26.213), οι οποίοι προσκόμισαν τα υπ’ αριθ. …, αντίστοιχα, γραμμάτια προκαταβολής εισφορών & ενσήμων του Δ.Σ.Π. και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 15-11-2019 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης 10425/15.11.2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 5247/15.11.2019, και μετά το πέρας των προθεσμιών, που προβλέπουν τα άρθρα 237 και 238 του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί, δυνάμει της από 21.10.2020 Πράξης ορισμού σύνθεσης και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, και εγγράφηκε με πρωτοβουλία της αρμόδιας Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού στο σχετικό πινάκιο υπό τον αριθμό 2.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης κατά τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους παραστάθηκαν, όπως αναφέρεται ανωτέρω, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 237 παρ. 4 εδ. ζ΄ του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η ενάγουσα αλλοδαπή εταιρεία, με την κρινόμενη αγωγή της, και κατά τη δέουσα εκτίμηση του περιεχομένου αυτής από το Δικαστήριο, εκθέτει ότι με την από 30-04-2008 σύμβαση δανείου, που συνήψε με την εναγομένη τραπεζική εταιρεία, που εδρεύει στην Αθήνα, χορηγήθηκε σ’ αυτήν δάνειο, συνολικού ποσού 10.000.000,00 δολ. Η.Π.Α., προκειμένου να καλύψει μέρος του τιμήματος αγοραπωλησίας, συνολικού ποσού 12.900.000,00 δολ. Η.Π.Α., του υπό σημαία νότιας Κορέας επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου …, το οποίο είχε αγοράσει την 23η-04-2008, όπως και τις δαπάνες μετασκευής του πλοίου αυτού. Ότι την εμπρόθεσμη και ολοκληρωτική εξόφληση κάθε χρεωστικού υπολοίπου της σύμβασης αυτής εγγυήθηκε εγγράφως την ίδια ημέρα, η διαχειρίστριά της στην Ελλάδα ναυτιλιακή εταιρεία … συμφερόντων του κυρίου μετόχου της και νομίμου εκπροσώπου της, Γ. Τ.. Ότι μετά την αγορά του πλοίου της (23η-04-2008), αυτό μεταφέρθηκε στα αναφερόμενα ναυπηγεία στην αλλοδαπή και στην Ελλάδα, με σκοπό να πραγματοποιηθούν οι απαιτούμενες εργασίες μετασκευής του, για τη συνέχιση και ολοκλήρωση των οποίων και προκειμένου να καλύψει τις σχετικές τους δαπάνες, αναγκάστηκε, λόγω της έλλειψης ιδίων κεφαλαίων, και κατόπιν των πιεστικών παροτρύνσεων των αρμοδίων υπαλλήλων – προστηθέντων της εναγομένης για περαιτέρω χρηματοδότηση, να υποβάλλει κατά το χρονικό διάστημα από 02-08-2012 έως και τα τέλη του έτους 2014 συνεχή αιτήματα προς την εναγομένη για τη χρηματοδότηση των εργασιών αυτών του πλοίου της, το οποίο είχε ήδη μετονομαστεί σε …» και νηολογηθεί υπό κυπριακή σημαία. Ότι τελικά υπό τις λεπτομερώς εκτιθέμενες συνθήκες κατάρτισε με την εναγομένη τις από … συμβάσεις δανείων, με τις οποίες αποδέχθηκε τους αναλυτικά σ’ αυτές αναφερόμενους για την εναγομένη ευνοϊκούς όρους, και η εναγομένη χορήγησε σ’ αυτήν περαιτέρω χρηματοδότηση, ύψους 11.000.000,00 δολ. Η.Π.Α., 2.230.000,00 δολ. Η.Π.Α. και 2.750.000,00 δολ. Η.Π.Α., αντίστοιχα. Ότι την εμπρόθεσμη και ολοκληρωτική εξόφληση κάθε χρεωστικού υπολοίπου από τις ανωτέρω συμβάσεις εγγυήθηκαν εγγράφως οι μέτοχοι της ως άνω αναφερομένης διαχειρίστριας εταιρείας της, Γ. Τ., Δ. – Μ. Τ., Έ. Σ. Τ. και Λ. Τ., ενώ επιπλέον στην από 04-03-2015 σύμβαση δανείου συμβλήθηκαν ως εγγυήτριές της και η ανωτέρω διαχειρίστρια εταιρεία της, όπως και η εταιρεία … Ότι προς εξασφάλιση των απαιτήσεών της από την 04-03-2015 σύμβαση δανείου η εναγομένη είχε το δικαίωμα να εγγράψει σε βάρος του πλοίου της τρίτη την τάξη προτιμώμενη υποθήκη, όπως και προσημειώσεις υποθήκης επί των λεπτομερώς αναφερομένων ακινήτων, ιδιοκτησίας των ως άνω μετόχων – εγγυητών της. Ότι η εναγομένη, παρά τις ανωτέρω εξασφαλίσεις της απαίτησής της από την προαναφερόμενη σύμβαση, ενεργώντας, κατά τα αναφερόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, αντίθετα με την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και κατά παράβαση των οριζομένων στις διατάξεις ΑΚ 178 και 179, ζήτησε και επιπλέον εξασφαλίσεις της εν λόγω απαίτησής της, και προς τούτο την υποχρέωσε να καταρτίσουν και τις από 04-03-2015 δύο πρόσθετες πράξεις της ανωτέρω από 04-03-2015 δανειακής σύμβασης, δια των οποίων αυτή εγγυήθηκε, ευθυνόμενη ως πρωτοφειλέτρια, την εμπρόθεσμη και ολοκληρωτική εξόφληση κάθε χρεωστικού υπολοίπου πίστωσης, προερχόμενου: (α) από την από 27-02-2003 σύμβαση πίστωσης σε ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, αρχικού ποσού 1.100.000 δολ. Η.Π.Α., ή του ισόποσου αυτού σε ευρώ των 1.200.000,00, όπως και από τις τροποποιητικές πρόσθετες πράξεις της σύμβασης αυτής υπ’ αριθμ. …, που καταρτίστηκαν μεταξύ της εναγομένης, και της παναμαϊκής εταιρείας … ως «δανειζομένης» και (β) από την από 26-01-2010 σύμβαση δανείου, αρχικού ποσού 2.850.000,00 ευρώ, που καταρτίστηκε μεταξύ της εναγομένης και των Δ. – Μ. Τ.-, Γ. Τ., Έ. Σ. Τ. και Λ. Τ., ως «δανειζομένων». Ότι οι εργασίες μετασκευής του πλοίου της καθυστέρησαν κατά πολύ να περαιωθούν από τον αρχικό της προϋπολογισμό, αφού ολοκληρώθηκαν την 25η-04-2016, ήτοι μετά την παρέλευση οκτώ (8) ετών από την έναρξή τους (μέσα του έτους 2008), με αποτέλεσμα αυτή να επιβαρυνθεί με περαιτέρω δαπάνες, που υπερέβησαν χωρίς υπαιτιότητά της τον αρχικό της προϋπολογισμό, καθόσον η μη έγκαιρη αποπεράτωση των ως άνω εργασιών μετασκευής είχε ως συνέπεια τόσο τη μη επωφελή εκ μέρους της εκμετάλλευση του πλοίου της, όσο και τη μη αποπληρωμή εκ μέρους της του ήδη υφισταμένου χρέους της προς την εναγομένη, αλλά και την περαιτέρω σταδιακή του αύξηση. Ότι η επιβράδυνση διεκπεραίωσης των σχετικών εργασιών μετασκευής οφείλεται στις αναφερόμενες υπαίτιες και παράνομες πράξεις της εναγομένης, η οποία στα πλαίσια των συμβατικών της υποχρεώσεων από τις ανωτέρω από … συμβάσεις δανείων, λόγω της υπερέχουσας, έναντι της ιδίας – οφειλέτριας, εξουσιαστικής της θέσης, καθυστερούσε συστηματικά να προβεί στην έγκριση και εκταμίευση των πρόσθετων χρηματοδοτήσεων, όπως και στην εκτέλεση των σχετικών εντολών πληρωμής, με αποτέλεσμα, κατά το χρονικό διάστημα, που μεσολαβούσε από την υποβολή των σχετικών αιτήσεών της μέχρι και την έγκριση των χρηματοδοτήσεων αυτών, η ίδια να επιβαρύνεται με την εξόφληση και περαιτέρω χρεών, πέραν των ήδη υφισταμένων, για την κάλυψη των οποίων αναγκαζόταν να ζητήσει εκ νέου από την εναγομένη και περαιτέρω χρηματοδότηση, αφού στο μεσοδιάστημα είχε δημιουργήσει και άλλες υποχρεώσεις της σε τρίτους (προμηθευτές, καταβολή των δεδουλευμένων των συνεργείων επισκευής των ναυπηγείων, κ.ά.). Ότι οι εργασίες μετασκευής του πλοίου της ολοκληρώθηκαν τελικά την 25η-04-2016, οπότε το πλοίο αμέσως μετά δρομολογήθηκε στην ακτοπλοϊκή γραμμή Ηγουμενίτσα – Πρίντεζι, όμως, περί τα τέλη Ιουνίου 2016, κατόπιν επιθεώρησης, που έγινε σ’ αυτό στο Λιμένα Ηγουμενίτσας, αυτό τέθηκε σε αργία και απαγορεύθηκε ο απόπλους του, λόγω της μη καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του πληρώματός του, ποσού 120.000,00 ευρώ. Ότι ακολούθως η εναγομένη με την από 08-02-2017 εξώδικη δήλωσή της προς αυτήν κατήγγειλε όλες τις ανωτέρω συμβάσεις δανείων, πλην της αρχικής (από 3-04-2008), και αιτήθηκε ενώπιον του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος αυτής, ως πρωτοφειλέτριας, όπως και των ανωτέρω εγγυητών υπέρ της τελευταίας, για την ικανοποίηση μέρους της συνολικής απαίτησής της, ποσού 2.500.000 δολ. Η.Π.Α., η οποία έγινε δεκτή και εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. … διαταγή πληρωμής του Δικαστή του ανωτέρω Δικαστηρίου, σε εκτέλεση της οποίας και μετά από επίσπευση της εναγομένης, κατασχέθηκε αναγκαστικά, δυνάμει της υπ’ αριθμ. … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσπρωτίας, Θ. Κ., το πλοίο της, το οποίο τελικά εκπλειστηριάσθηκε αναγκαστικά την 2α-08-2017 και κατακυρώθηκε, αντί του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος, ποσού 14.000.014,00 δολ. Η.Π.Α., λόγω έλλειψης άλλου πλειοδότη, στη μοναδική υπερθεματίστρια αλλοδαπή εταιρεία …, η οποία ανήκει στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων της αλλοδαπής εταιρείας … συμφερόντων του …, η οποία μετά την έκδοση της ανωτέρω διαταγής πληρωμής είχε προτείνει στην ίδια να συνάψουν σύμβαση ναύλωσης του πλοίου της με όρους γυμνής ναύλωσης για χρονική περίοδο τεσσάρων ετών (1461 ημερών), αντί ημερησίου μισθώματος 10.000,00 ευρώ, με δικαίωμα αγοράς από αυτήν του πλοίου της κατά τη λήξη της τετραετίας και με ταυτόχρονη και ολοσχερή εξόφληση αποπληρωμής του τιμήματός του. Ότι η εναγομένη, ως ενυπόθηκη δανείστρια, αν και είχε ενημερωθεί από την ίδια για την ανωτέρω πρόταση της υποψήφιας ναυλώτριας, η οποία θα ήταν επωφελής για τα συμφέροντα της επιχείρησής της, όπως και για την ικανοποίηση των σε βάρος της ανωτέρω επιδίκων απαιτήσεων της εναγομένης, αφού αν η ίδια ναύλωνε το πλοίο στην ανωτέρω υποψήφια ναυλώτρια εταιρεία, θα αποκόμιζε μετά βεβαιότητας από την είσπραξη των μισθωμάτων του το ποσό των 7.780.000,00 δολ. Η.Π.Α., ενώ κατά τη λήξη της σύμβασης αυτής με την πώληση του πλοίου στην ανωτέρω ναυλώτρια θα εξοφλούσε πλήρως και ολοσχερώς τις οφειλές της από τις επίδικες δανειακές συμβάσεις, εντούτοις η εναγομένη δεν έκανε αποδεκτή τη ρύθμιση της οφειλής της με την εκχώρηση σ’ αυτήν των αξιώσεών της από την ανωτέρω σύμβαση και την απευθείας καταβολή σ’ αυτήν των οφειλομένων μισθωμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια της μίσθωσης, αλλά αντίθετα προέβη με επίσπευσή της στον εκπλειστηριασμό του πλοίου ενεργώντας αντίθετα κατά την καλή πίστη και τα κρατούντα συναλλακτικά ήθη (άρθρα 281, 919, 914 ΑΚ), ενώ είχε την υποχρέωση να μεριμνήσει για τα συμφέροντα της επιχείρησής της, την οποία η ίδια ως πιστωτικό ίδρυμα είχε χρηματοδοτήσει, ώστε να είχε αποφευχθεί η απώλεια του ανωτέρω περιουσιακού στοιχείου της. Με βάση τα ανωτέρω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, η ενάγουσα ζητεί: (1) να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει σ’ αυτήν το ισόποσο σε ευρώ των 24.000.000,000 δολαρίων Η.Π.Α., με την επίσημη ισοτιμία δολαρίου Η.Π.Α./ευρώ κατά την ημέρα πληρωμής του, στο οποίο ποσό ανερχόταν η πραγματική αγοραία αξία του ως άνω πλοίου κατά την ημερομηνία διενέργειας του πλειστηριασμού του, πλέον νομίμων τόκων από την επίδοση της αγωγής, (2) να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει σ’ αυτήν το ποσό των 14.610.000,00 ευρώ (= 10.000,00 ημερήσιος ναύλος του πλοίου Χ 1.461 ημέρες ναύλωσης αυτού), άλλως, το ισόποσο αυτού κατά το χρόνο πληρωμής σε δολάρια Η.Π.Α., με την επίσημη ισοτιμία δολαρίων Η.Π.Α./ευρώ, το οποίο η ίδια απώλεσε από τα ημερήσια μισθώματα, που μετά βεβαιότητας θα εισέπραττε από την ναύλωσή του πλοίου της στην υποψήφια μισθώτρια εταιρεία και (3) να αναγνωριστεί η ακυρότητα των από 04-03-2015 πρόσθετων πράξεων δανείου, που συνήψε με την εναγομένη κατά παράβαση των ΑΚ 178, 179. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.
ΙI. Σύμφωνα με το άρθρο 169 του ΚΠολΔ, το Δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του εναγομένου ή του διαδίκου εναντίον του οποίου ασκήθηκε κύρια παρέμβαση ή ένδικο μέσο, μπορεί να υποχρεώσει σε εγγυοδοσία τον ενάγοντα, ή το διάδικο, που άσκησε κύρια παρέμβαση ή ένδικο μέσο, για τα έξοδα της διαδικασίας, που γίνεται στο ίδιο δικαστήριο, αν αυτό κρίνει ότι υπάρχει προφανής κίνδυνος αδυναμίας να εκτελεστεί η ενδεχόμενη καταδίκη του διαδίκου αυτού στη δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του. Από τη διάταξη αυτή, που αποσκοπεί στην εξασφάλιση του εναγομένου (του καθ’ ου η κύρια παρέμβαση ή του καθ’ ου ασκήθηκε το ένδικο μέσο) για την είσπραξη των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του οικείου δικαστηρίου, προκύπτει ότι: (α) για να υπάρξει υποχρέωση προς παροχή εγγυοδοσίας του ενεργούντος την επιθετική πράξη διαδίκου υπέρ του αντιδίκου του, απαιτείται να υποβληθεί αίτηση του τελευταίου, και μάλιστα κατά τη συ- ζήτηση επί ποινή απαραδέκτου (άρθρο 263 περ. γ΄ του ΚΠολΔ), (β) κριτήριο της υποχρέωσης εγγυοδοσίας είναι εδώ η προφανής οικονομική αδυναμία του επιτιθέμενου διαδίκου, ανεξάρτητα από τις πιθανότητες ουσιαστικής κρίσης της διαφοράς υπέρ του ενός ή του άλλου διαδίκου μέρους. Ο σχετικός κίνδυνος πρέπει να είναι προφανής και τούτο ισχύει, λόγου χάρη, όταν ο επιτιθέμενος διάδικος στερείται εμφανούς περιουσίας, είναι άγνωστης διαμονής, αναξιόχρεος λόγω πολλαπλών χρεών έναντι τρίτων ή και του ίδιου του διαδίκου και ήδη αιτούντος και εν γένει αφερέγγυος (ΕφΠειρ 56/2016 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 682/2005 ΠειρΝομ 2005.526, ΠΠρΑθ 5012/2018 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»), προκύπτει δε ο κίνδυνος αυτός από τα υπάρχοντα στοιχεία, χωρίς να απαιτείται η διεξαγωγή προς τούτο απόδειξης (ΑΠ 1876/2009, ΑΠ 990/2008 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 650/2015 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»), (γ) για να διαταχθεί η ανωτέρω εγγυοδοσία πρέπει, κατά την κρίση του δικα- στηρίου, που δικάζει και σχηματίζεται με ελεύθερη απόδειξη προαποδεικτικώς από τα στοιχεία, που έχουν τεθεί υπ’ όψιν του, να υπάρχει προφανής κίνδυνος για τη μη εκτέλεση της διάταξης για τα δικαστικά έξοδα σε περίπτωση ενδεχόμενης καταδίκης σ’ αυτά του υποχρέου διαδίκου στην εγγυοδοσία (ΕφΠειρ 56/2016 ό.π., ΕφΑθ 132/1999 ΕλλΔνη 40.1125), (δ) το δικαστήριο, που δέχεται τη διακωλυτική της δίκης ένσταση για εγγυοδοσία, καθορίζει όχι μόνο το μέγεθος αυτής, αλλά και την προθεσμία εντός της οποίας οφείλει ο υπόχρεος να την καταβάλει, ενώ αν αυτή παρέλθει άπρακτη, το δικαστήριο με αίτηση εκείνου, που ζήτησε την εγγυοδοσία, ανακαλεί την αγωγή, κύρια παρέμβαση ή το ένδικο μέσο. Η ανάκληση, μάλιστα, αυτή θεωρείται, ότι αφορά το δικόγραφο και όχι το δικαίωμα προς άσκηση της αγωγής, της κύριας παρέμβασης ή του ένδικου μέσου (άρθρα 171, 172 και 162 του ΚΠολΔ), ε) Το βάρος απόδειξης των προϋποθέσεων της εν λόγω δικονομικής αναβλητικής ένστασης, που εισάγει εξαιρετικού χαρακτήρα δικονομικό κανόνα, φέρει ο εναγόμενος, ο καθ’ ου η κύρια παρέμβαση ή εκείνος κατά του οποίου ασκείται το ένδικο μέσο, ενώ αυτή (ένσταση) είναι βάσιμη, αν αποδειχθεί πλήρως, χωρίς να αρκεί απλή πιθανολόγηση (ΑΠ 1269/2019 ΧρΙΔ 2020.211, ΑΠ 304/2016 στην Τρ.Νομ.Πληρ. «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 167/2015 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1875/2014 ΧρΙΔ 2015/283, ΑΠ 1709/2013 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1876/2009 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 308/2009 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 990/2008 στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ»). Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 169 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με την εξαίρεση του άρθρου 170 αριθμ. 1 του ιδίου Κώδικα, είναι συμβατή με το άρθρο 20 του Συντάγματος, αλλά και προς το Κοινοτικό Δίκαιο, και συγκεκριμένα το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) ή της Σύμβασης της Ρώμης (4.11.1950), σύμφωνα με την οποία: “κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσή του δικαστεί δίκαια, δημόσια και εντός λογικής προθεσμίας, από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο….”, έχει δε ως σκοπό όχι μόνο τη διασφάλιση της απαίτησης για τα δικαστικά έξοδα, αλλά και την περιστολή της καταχρηστικής προσφυγής στη δικαιοσύνη. Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα δικαιώματα του ανθρώπου έχει κρίνει ότι δεν προσβάλλεται το θεμελιακό δικαίωμα για ελεύθερη πρόσβαση στα δικαστήρια με τη διατασσόμενη εγγυοδοσία για τα δικαστικά έξοδα (σχετ. ΑΠ 990/2008 ΕλλΔνη 49.739, ΕφΠειρ 56/2016 ό.π., ΠΠρΑθ 5012/2018 ό.π., ΠΠρΠειρ 681/2021 αδημ. στον νομικό τύπο, ΠΠρΠειρ 4625/2017 αδημ. στον νομικό τύπο). Το είδος δε της αγωγής, ως αναγνωριστικής ή καταψηφιστικής, είναι αδιάφορο (βλ. ΑΠ 990/2008 ό.π., ΕφΠειρ 56/2016 ό.π.). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 162, 163 και 164 του ΚΠολΔ η εγγυοδοσία, εκτός αντίθετης συμφωνίας των διαδίκων, γίνεται με κατάθεση μετρητών χρημάτων στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και μόνον κατόπιν αίτησης του υπόχρεου μπορεί να επιτραπεί από το δικαστήριο (όπως η εγγύηση), αντί δια χρημάτων, να δοθεί με έναν από τους αναφερόμενους, στο άρθρο 164 του ΚΠολΔ, τρόπους (ΕφΠειρ 1373/1992 αδημ. στον νομικό τύπο, ΕφΘεσ 567/1983 Αρμ 38.744, ΠΠρΑθ 619/2016 δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΠΠρΑθ 9164/1989 Δ 23.32, ΠΠρΑθ 3764/1988 ΝοΒ 38.110, ΠΠρΘεσ 16/1985 ΝοΒ 33.851) και αφορά μόνο τα δικαστικά έξοδα συγκεκριμένου βαθμού δικαιοδοσίας και όχι τυχόν αξιώσεις αποζημίωσης από τη διενέργεια του δικαστικού αγώνα (ΕφΠειρ 56/2016 ό.π.). Τέλος, από τα άρθρα 176, 189, 190 παρ. 3 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι σε περίπτωση, που ηττάται ο διάδικος, όπως όταν απορρίπτεται η αγωγή του, καταδικάζεται στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του αντιδίκου του, μετά την υποβολή από τον τελευταίο σχετικού αιτήματος, ακόμη και όταν δεν έχει υποβληθεί κατάλογος εξόδων. Κατά δε τις διατάξεις των άρθρων 68 παρ. 1 και 63 παρ. 1 περ. η) του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), προκύπτει ότι για τη σύνταξη προτάσεων κατά την (πρώτη) συζήτηση της υπόθεσης, η αμοιβή του δικηγόρου του εναγομένου είναι ίση με την αμοιβή της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του ιδίου Κώδικα και σε περίπτωση μη ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας, καθορίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της δίκης 0,05%, όταν η αξία του αντικειμένου της αγωγής ανέρχεται πέραν από το ποσό των 25.000.001 ευρώ, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Η καταψήφιση στη δικαστική δαπάνη του διαδίκου, που ηττήθηκε, δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας και είναι συνέπεια της αρχής της ήττας (σχ. ΑΠ 859/2002 ΕλλΔνη 44. 1260, ΕφΑθ 798/2007 ΕλλΔνη 49.239).
ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη με τις νόμιμα και εμπρόθεσμα κατατεθειμένες προτάσεις της, και πριν από κάθε άλλο ισχυρισμό, προέβαλε, κατ’ ένσταση, το αίτημα να υποχρεωθεί η ενάγουσα να παράσχει εγγυοδοσία, ποσού 74.128,26 ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα της προκειμένης δίκης, για το λόγο ότι, ενόψει της έλλειψης οικονομικής δυνατότητας της ενάγουσας και της εν γένει αφερεγγυότητάς της, υπάρχει προφανής κίνδυνος αδυναμίας εκτέλεσης της εκδοθησόμενης απόφασης κατά τη διάταξη της ενδεχόμενης καταδίκης αυτής στα δικαστικά έξοδα. Το αίτημα αυτό, το οποίο έχει χαρακτήρα δικονομικής αναβλητικής της δίκης ένστασης, η οποία, ως δικονομικό ζήτημα, ερευνάται κατά το δίκαιο του δικάζοντος δικαστηρίου (lex fori, βλ. σχετ. ΕφΠειρ 56/2016 ό.π.), παραδεκτά προβάλλεται κατ’ άρθρο 263 περ. γ΄ του ΚΠολΔ ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, και είναι νόμιμο, σύμφωνα με τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην προεκτεθείσα υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη της παρούσας, στηριζόμενο στις διατάξεις των άρθρων 169, 162, 163, 171 και 172 του ΚΠολΔ, απορριπτομένου ως μη νόμιμου του ισχυρισμού της ενάγουσας περί του αντιθέτου, η οποία υποστηρίζει ότι η διάταξη του άρθρου 169 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διά- ταξη του άρθρου 172 του ιδίου Κώδικα, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 20 του Συντάγματος, καθόσον, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη της παρούσας, η διάταξη του άρθρου 169 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με την εξαίρεση του άρθρου 170 αριθμ. 1 του ιδίου Κώδικα, είναι συμβατή τόσο με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 20 του Συντάγματος, αλλά και προς το Κοινοτικό Δίκαιο, και συγκεκριμένα το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.) ή της Σύμβασης της Ρώμης (4.11.1950), έχει δε ως σκοπό, όχι μόνο τη διασφάλιση της απαίτησης για τα δικαστικά έξοδα, αλλά και την περιστολή της καταχρηστικής προσφυγής στη δικαιοσύνη. Περαιτέρω, το αίτημα αυτό πρέπει να γίνει δεκτό ως και κατ’ ουσίαν βάσιμο, αφού, ανεξάρτητα από τις πιθανότητες ουσιαστικής κρίσης της επίδικης διαφοράς, από όλα χωρίς εξαίρεση τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους και τεθέντα υπόψη του παρόντος Δικαστηρίου αποδεικτικά στοιχεία, αποδείχθηκε η οικονομική αδυναμία της ενάγουσας για την αντι- μετώπιση των πάσης φύσεως οικονομικών υποχρεώσεών της και συνακόλουθα η αφερεγγυότητά της, με αποτέλεσμα να υφίσταται προφανής κίνδυνος για τη μη εκτέλεση της διάταξης της εκδοθησομένης απόφασης για τα δικαστικά έξοδα, σε περίπτωση ενδεχόμενης καταδίκης της ενάγουσας σε αυτά. Ειδικότερα, απo-δείχθηκε ότι η ενάγουσα αλλοδαπή εταιρεία, που εδρεύει στη Δ. Ν. Μ. και δεν είναι εγκαταστημένη στην Ελλάδα (βλ. το πρώτο φύλλο του αγωγικού δικογράφου, όπου η ενάγουσα αναφέρει επί λέξει «στερούμενη, ως μη εγκατεστημένη στην Ελλάδα, ελληνικού ΑΦΜ»), τελεί σε προφανή οικονομική αδυναμία, αφού, πέραν της επίδικης απαίτησης της εναγομένης, έχει και άλλα πολλαπλά και σημαντικά χρέη σε τρίτους. Ειδικότερα, από την επισκόπηση του με αριθμό … πίνακα κατατάξεως δανειστών της Συμβολαιογράφου Ηγουμενίτσας, Λουκίας Αθανασίου, όπως αυτός διορθώθηκε στη συνέχεια με το με αριθμό … πίνακα κατατάξεως της ιδίας Συμβολαιογράφου, προκύπτει ότι στον ως άνω πλειστηριασμό του πλοίου αναγγέλθηκαν και οι παρακάτω πιστωτές της ενάγουσας για τις κατωτέρω απαιτήσεις τους, που δεν έχουν ικανοποιηθεί μέχρι και σήμερα από την ενάγουσα, η οποία εξακολουθεί να οφείλει την πληρωμή τους (δεν αμφισβητείται ειδικά από την ενάγουσα με την προσθήκη των προτάσεών της κατ’ άρθρα 261 εδ. β΄ και 352 παρ. 1 ΚΠολΔ, συναγομένης προς τούτο της ομολογίας αυτής ως προς τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά). Συγκεκριμένα, στο επιτευχθέν εκπλειστηρίασμα ανήγγειλαν τις απαιτήσεις τους οι παρακάτω πιστωτές της εναγομένης και δη: (1) ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς (Ο.Λ.Π. Α.Ε.), για απαιτήσεις του, ποσών 78.928,31 ευρώ και 22.039,39 ευρώ, (2) η ΔΟ.Υ. Πλοίων Πειραιά, δια του Προϊσταμένου της, για απαίτησή της, ποσού 513.759,49 ευρώ, (3) το υποκατάστημα …, ως εκπρόσωπος του …., για απαίτησή του, ποσού 89.827,89 ευρώ, (4) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 378.163,50 ευρώ, (5) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 40.000,00 ευρώ, (6) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 55.661,72 δολ. ΗΠΑ, (7) η αλλοδαπή εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 800.000,00 δολ. ΗΠΑ, (8) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 5.577,50 ευρώ, (9) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 33.000,00 ευρώ, (10) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 76.900,00 ευρώ, (11) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 169.845,00 ευρώ, (12) ο Γεράσιμος Καραβίδας για απαίτησή του, ποσού 12.147,89 ευρώ, (13) ο … για απαίτησή του, ποσού 148.443,20 ευρώ, (14) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 33.833,00 δολ. ΗΠΑ, (15) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 279.839,00 δολ. ΗΠΑ, πλέον 11.400,00 ευρώ, που επιδικάστηκε σ’ αυτήν με την υπ’ αριθμ. 236/2017 αμετάκλητη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, (16) η δικηγόρος Αθηνών, Μάλαμα – Μαρία Παπαδημητρίου (και υπογράφουσα την κρινόμενη αγωγή) για απαίτησή της, ποσού 275.212,35 ευρώ, (16) η Κυπριακή Δημοκρατία (Υπουργείο Μεταφοράς, Επικοινωνιών και Έργων, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας) για απαίτησή της, ποσού 6.696,63 ευρώ, (17) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 14.433,18 ευρώ, (18) οι Χ. Π. και Α. Π. για απαιτήσεις τους, ποσών 11.023,64 ευρώ και 5.978,27 ευρώ, αντίστοιχα, (19) η εταιρεία … για απαίτησή της, ποσού 7.168,16 ευρώ και (20) ο Ε.Φ.Κ.Α. για απαίτησή του, ποσού 423.708,17 ευρώ. Επίσης, στο ανωτέρω επιτευχθέν πλειστηρίασμα, εκτός από την απαίτηση της εναγομένης, ποσού 2.500.000,00 δολ. ΗΠΑ, για την οποία είχε εκδοθεί η υπ’ αριθμ. … διαταγή πληρωμής, με βάση την οποία και μετά από επίσπευση της εναγομένης εκπλειστηριάσθηκε το πλοίο της ενάγουσας, αναγγέλθηκαν και οι παρακάτω απαιτήσεις της εναγομένης, συνολικού ποσού 16.098.282,97 ευρώ, ήτοι: α) ποσού 10.681.199,19 δολ. ΗΠΑ, για το υπόλοιπο κεφαλαίου και τόκων, που προέρχεται από την από 29-04-2013 καταρτισθείσα σύμβαση δανείου μεταξύ των διαδίκων, β) ποσού 2.493.790,00 δολ. ΗΠΑ, για κεφάλαιο και τόκους, που προέρχεται από την από 15-05-2014 καταρτισθείσα σύμβαση δανείου μεταξύ των διαδίκων και γ) ποσού 2.923.293,79 δολ. ΗΠΑ, για κεφάλαιο και τόκους, που προέρχεται από την από 04-03-2015 σύμβαση δανείου. Συνεπώς, με βάση τα αναφερόμενα, αλλά και με όσα διαλαμβάνονται εκτενώς στην προηγηθείσα υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη της παρούσας, και ανεξάρτητα από τις πιθανότητες ουσιαστικής κρίσης της επίδικης διαφοράς υπέρ της ενάγουσας ή της εναγομένης, αποδείχθηκε ότι υπάρχει προφανής κίνδυνος αδυναμίας της ενάγουσας, λόγω των αναφερομένων ως άνω πολλαπλών χρεών της έναντι των παραπάνω πιστωτών της, να εκτελεστεί, σε περίπτωση ενδεχόμενης καταδίκης της από το δικαστήριο, στη δικαστική δαπάνη της εναγομένης (βλ. ΕφΠειρ 56/2016 ό.π., ΕφΠειρ 682/2005 ό.π., ΠΠρΑθ 5012/2018 ό.π., σχετικά με το ότι θεωρείται ότι είναι προφανής ο σχετικός κίνδυνος αδυναμίας εκτέλεσης της ενδεχόμενης καταδίκης του διαδίκου στη δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του (άρθρο 169 ΚΠολΔ), όταν ο επιτιθέμενος διάδικος είναι αναξιόχρεος λόγω πολλαπλών χρεών του έναντι τρίτων ή και του ίδιου του διαδίκου και αιτούντος και εν γένει αφερέγγυος, όπως στην προκειμένη περίπτωση). Η κρίση δε αυτή του Δικαστηρίου δεν αναιρείται από τα διαλαμβανόμενα στην προσθήκη των προτάσεων της ενάγουσας, η οποία, προκειμένου να θεμελιώσει τη φερεγγυότητά της, ώστε να απορριφθεί το σχετικό ως άνω αίτημα της εναγομένης (άρθρο 169 ΚΠολΔ), επικαλέστηκε ότι ο βασικός μέτοχος της εταιρείας της και εγγυητής όλων των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων, Γ. Τ., διαθέτει μεγάλη ακίνητη περιουσία, σημαντικής πραγματικής αξίας, όπως τούτο αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα με επίκληση από αυτήν αντίγραφα των Ε.Ν.Φ.Ι.Α. και Ε9. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός της ενάγουσας τυγχάνει απορριπτέος ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος, διότι από την επισκόπηση όλων των νομίμως προσκομιζομένων με επίκληση εγγράφων αυτής και της εναγομένης αποδεικνύεται ότι η ακίνητη πε-ριουσία του ανωτέρω μετόχου της ενάγουσας και εγγυητή των επιδίκων δανειακών συμβάσεων, όπως και των λοιπών μετόχων αυτής και εγγυητών των ανωτέρω συμβάσεων, Δ. – Μ. Τ., Έ. Σ. Τ. και Λ. Τ., βαρύνονται με εμπράγματα βάρη. Ειδικότερα, με την υπ’ αριθμ. 95/2015 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιά έγινε δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η από 20-05-2015 και με αριθμό κατάθεσης 95/2015 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων της εναγομένης (τότε καθ’ ης) κατά απάντων των ανωτέρω μετόχων της ενάγουσας (καθ’ ων η αίτηση) και διατάχθηκε προς εξασφάλιση κάθε απαίτησης της εναγομένης – δανείστριας, που απορρέει από τις προσωπικές εγγυήσεις εκάστου αυτών και σε εξασφάλιση της προαναφερομένης από 04-03-2015 σύμβασης δανείου, η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης δεύτερης (2ης) σειράς μέχρι του συνολικού ποσού του 1.600.000,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, επί των αναφερομένων, στην ανωτέρω απόφαση, εμπραγμάτων δικαιωμάτων των καθ’ ων επί των παρα- κάτω οριζοντίων ιδιοκτησιών πολυκατοικίας, η οποία έχει ανεγερθεί επί οικο- πέδου με …, εμβαδού 454,30 τ.μ., που βρίσκεται στο …, και συγκεκριμένα: 1) επί των υπό στοιχεία (1), (2), (3), (4), (5), (6), (7), (8) οριζοντίων ιδιοκτησιών του υπογείου ορόφου (8 συνολικά θέσεων στάθμευσης), 2) επί οριζόντιας ιδιοκτησίας (καταστήματος) του ισογείου ορόφου, 3) επί οριζόντιας ιδιοκτησίας του παταριού, 4) επί οριζόντιας ιδιοκτησίας του ημι-ορόφου, 5) επί των υπό στοιχεία Α.1 και Α.2 οριζοντίων ιδιοκτησιών του πρώτου ορόφου, 6) επί των υπό στοιχεία Β.1 και Β.2 οριζοντίων ιδιοκτησιών του δευτέρου ορόφου, 7) επί των υπό στοιχεία Γ1 και Γ2 οριζοντίων ιδιοκτησιών του τρίτου ορόφου, 8) επί των υπό στοιχεία Δ1 και Δ2 οριζοντίων ιδιοκτησιών του τετάρτου ορόφου, 9) επί οριζόντιας ιδιοκτησίας του πέμπτου ορόφου και 10) επί του δώματος. Περαιτέρω, με την υπ’ αριθμ. 96/2015 απόφαση ασφαλι-στικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιά έγινε δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η από 20-05-2015 και με αριθμό κατάθεσης 96/2015 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων της εναγομένης κατά των πρώτου, δευτέρου και τέταρτης των ανωτέρω μετόχων της ενάγουσας και διατάχθηκε προς εξασφάλιση κάθε απαίτησης της εναγομένης – δανείστριας, που απορρέει από τις προσωπικές εγγυήσεις εκάστου αυτών υπέρ της ενάγουσας και σε εξασφάλιση της προαναφερομένης από 04-03-2015 σύμβασης δανείου, η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης μέχρι του συνολικού ποσού των 300.000,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, επί των αναφερομένων, στην ανωτέρω απόφαση, εμπραγμάτων δικαιωμάτων των παραπάνω μετόχων (καθ’ ων) επί των παρακάτω οριζοντίων ιδιοκτησιών πολυκατοικίας, η οποία έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου με …, εμβαδού 491,72 τ.μ. και μετά από νεότερη καταμέτρηση 491,75 τ.μ., που βρίσκεται στο Δ. Α. ( Κ.) Α., στη θέση Π. και επί της …, και συγκεκριμένα: 1) της υπό στοιχείο (Υ) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος υπογείου, 2) της υπό στοιχεία (Ι) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος ισογείου ορόφου, 3) της υπό στοιχείο (Α) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του πρώτου ορόφου, 4) της υπό στοιχεία (Β) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου, 5) της υπό στοιχεία (Γ) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος τρίτου ορόφου και 6) του ποσοστού 67/1000 εξ αδιαιρέτου, που αναλογούν σε 32,95 τ.μ. επί του οικοπέδου. Επίσης, με την υπ’ αριθμ. 943/2013 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιά, όπως αυτή μεταρρυθμίστηκε ακολούθως με την υπ’ αριθμ. 99/2015 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου, διατάχθηκε προς εξασφάλιση κάθε απαίτησης της εναγομένης – δανείστριας, που απορρέει από τις προσωπικές εγγυήσεις υπέρ της ενάγουσας του δευτέρου ως άνω μετόχου της και σε εξασφάλιση της προαναφερομένης από 29-04-2013 σύμβασης δανείου, η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης μέχρι του συνολικού ποσού των 260.000,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, επί του δικαιώματος επικαρπίας του δευτέρου ως άνω μετόχου επί ενός ακινήτου – μονοκατοικίας, που ανήκει κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου κατά ψιλή κυριότητα στην Έ. – Σ. Τ. και κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου κατά ψιλή κυριότητα στην Ε. Ε. Τ., που βρίσκεται στη θέση Ρ. του Δ.Δ. Κ. του Δ. Κ. του Ν. Β., και ειδικότερα του κτιρίου ένα (1), συνολικής επιφάνειας 156,07 τ.μ. Περαιτέρω, με την υπ’ αριθμ. 102/2015 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιά έγινε δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η από 27-05-2015 και με αριθμό κατάθεσης 102/2015 αίτηση ασφαλι- στικών μέτρων της εναγομένης κατά της ανωτέρω μετόχου της ενάγουσας, Λ. Τ., και διατάχθηκε προς εξασφάλιση κάθε απαίτησης της εναγομένης – δανείστριας, που απορρέει από την παραπάνω από 04-03-2015 σύμβαση δανείου, στην οποία συμβλήθηκε ως εγγυήτρια και η ανωτέρω μέτοχος, η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης πρώτης (1ης) σειράς μέχρι του συνολικού ποσού των 269.714,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, επί μιας αυτοτελούς, ανεξάρτητης και διακεκριμένης οριζόντιας ιδιοκτησίας (μονοκατοικίας) με όλα τα συστατικά και παραρτήματά της, αποτελούμενης από υπόγειο και ισόγειο, που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου, εμβαδού 13.495,55 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση Ρ. του Δ.Δ. Κ. του Δ. Κ. του Νομού Β.ς. Επίσης, με την υπ’ αριθμ. 972/2013 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιά, όπως αυτή μεταρρυθμίστηκε στη συνέχεια με την υπ’ αριθμ. 100/2015 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιά, η εναγομένη – δανείστρια ενέγραψε προς εξασφάλιση κάθε απαίτησής της, που απορρέει από την παραπάνω από 29-04-2013 σύμβαση δανείου, προση- μείωση υποθήκης μέχρι του συνολικού ποσού των 546.000,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, επί του ποσοστού 1/2 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στον ανωτέρω πρώτο μέτοχο της ενάγουσας, Γ. Τ., και επί του ποσοστού 1/2 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στην Έ. Σ., . Γ. Τ., το γένος Ν. Φ., ενός ακινήτου, που βρίσκεται στη θέση … της περιοχής του προσεισμικού χωριού Διχάλια της κτηματικής περιφέρειας της Δημοτικής Ενότητας Σ. του Δ. Κ., επιφάνειας σύμφωνα με νεότερη κατα- μέτρηση 6.050 τ.μ., μετά της εντός αυτού διώροφης κατοικίας με υπόγειο, συνολικής επιφάνειας 213,23 τ.μ. Περαιτέρω, με την υπ’ αριθμ. 938/2013 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, όπως αυτή μεταρρυθμίστηκε με την υπ’ αριθμ. 101/2015 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, η εναγομένη ενέ- γραψε προς εξασφάλιση κάθε απαίτησής της, που απορρέει από την παραπάνω από 29-04-2013 σύμβαση δανείου, προσημείωση υποθήκης μέχρι του συνολικού ποσού των 1.300.000,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, επί: Α) του ποσοστού κυριότητας 1/2 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στο Γ. Τ., του ποσοστού κυριότητας 1/4 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στη σύζυγο του τελευταίου, Έ. Σ. Τ., και του ποσοστού κυριότητας 1/4 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στη Λ. Τ., ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στην Κ. Α., και δη μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο της πόλης της Κηφισιάς της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κηφισιάς, μέσα στο … οικοδομικό τετράγωνο, στη θέση … και ειδικότερα στην οδό Θέτιδος, πλησίον του τέρματος της οδού Αρτέμιδος, έκτασης 422,56 τ.μ., στο οποίο υπάρχει μία παλαιά και υπό κατεδάφιση ισόγεια οικία, έκτασης 33,81 τ.μ. και μια αποθήκη, έκτασης 6,15 τ.μ. και Β) του ποσοστού κυριότητας 1/2 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στο Γ. Τ., του ποσοστού κυριό- τητας 1/4 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στη σύζυγο του τελευταίου, Έ. Σ. Τ., και του ποσοστού κυριότητας 1/4 εξ αδιαιρέτου, που ανήκει στη Λ. Τ., ενός οικοπέδου, που βρίσκεται και αυτό στην Κ. Α., μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο της πόλης της Κηφισιάς της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Κηφισιάς, και δη μέσα στο … οικοδομικό τετράγωνο, στην ίδια ως άνω θέση … και ειδικότερα στην οδό Θέτιδος, πλησίον του τέρματος της οδού Αρτέμιδος, έκτασης 215,71 τ.μ., στο οποίο υπάρχει μία παλαιά και υπό κατεδάφιση ισόγεια αποθήκη, έκτασης 13,52 τ.μ. Επίσης, με την υπ’ αριθμ. 198/2014 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά, όπως αυτή μεταρρυθμίστηκε με την υπ’ αριθμ. 105/2015 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, η εναγομένη – δανείστρια ενέγραψε προσημείωση υποθήκης μέχρι του ποσού των 260.000,00 ευρώ, πλέον τόκων, εισφορών πάσης φύσεως και εξόδων, προς εξασφάλιση της απαίτησής της κατά της ενάγουσας, που απορρέει από την από 29-04-2013, όπως αυτή τροποποιήθηκε από την από 16-05-2014 πρώτη τροποιητική πράξη αυτής, επί του δικαιώματος ψιλής κυριότητας επί ενός ακινήτου (μονοκατοικίας), που ανήκει στην ανωτέρω μέτοχο της ενάγουσας, Έ. Σ. Τ., και στην ανήλικη αδελφή της, Ε. Ε. Τ., κατ’ ισομοιρία και εξ αδιαιρέτου, το οποίο (ακίνητο) βρίσκεται στη θέση Ρ. του Δ.Δ. Κ. του Δ. Κ. του Ν. Β., και συγκεκριμένα του κτιρίου 1, εμβαδού 156,07 τ.μ., που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου, έκτασης 13.495,55 τ.μ. Συνεπώς, ενόψει όλων των προαναφερθέντων, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι υπάρχει προφανής κίνδυνος σε περίπτωση απόρριψης της αγωγής, η ενδεχόμενη καταδίκη της ενάγουσας στα δικαστικά έξοδα της δίκης να μην καταστεί δυνατόν να εκτελεστεί. Εξάλλου, σε περίπτωση ενδεχόμενης ήττας της ενάγουσας, η δικαστική δαπάνη, που πρέπει να επιδικαστεί στην εναγομένη κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 176 και 189 του ΚΠολΔ (και με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 179 του ιδίου Κώδικα) ανέρχεται, ενόψει των αγωγικών αιτημάτων, συνολικού ποσού 40.892.515,00 ευρώ [= 22.232.515,00 ευρώ [= 24.000.000,00 δολ. ΗΠΑ, με βάση την τρέχουσα ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο ΗΠΑ] + 14.610.000,00 ευρώ + 1.200.000,00 ευρώ + 2.850.000,00 ευρώ) τουλάχιστον στο ποσό των 25.000,00 ευρώ (άρθρα 63 παρ. 1 περ. η) και 68 παρ. 1 και 84 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013)].
Επομένως, κατόπιν των ανωτέρω αναφερομένων, πρέπει, γενομένης δεκτής της περί εγγυοδοσίας ένστασης της εναγομένης, να υποχρεωθεί η ενάγουσα να παράσχει εγγυοδοσία, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την νόμιμη κοινοποίηση σε αυτήν της παρούσας απόφασης με κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον δεν αιτείται άλλον τρόπο παροχής αυτής κατά τους οριζόμενους στο άρθρο 164 του ΚΠολΔ, του ελάχιστου ποσού των δικαστικών εξόδων της, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, διαδικασίας, τα οποία ανέρχονται σε 25.000,00 ευρώ, καταθέτοντας στη συνέχεια το σχετικό γραμμάτιο μέσα στην ίδια προθεσμία στη Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 162 και 163 ΚΠολΔ), και να αναβληθεί για το λόγο αυτό η συζήτηση της κρινόμενης αγωγής μέχρι η ενάγουσα να καταθέσει την ανωτέρω εγγύηση (άρθρο 171 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ τη συζήτηση της αγωγής.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την ενάγουσα να παράσχει εγγυοδοσία για την καταβολή των δικαστικών εξόδων της δίκης αυτής, καταθέτοντας στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000,00) ευρώ, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την νόμιμη κοινοποίηση σε αυτήν της παρούσας απόφασης, καταθέτοντας στη συνέχεια το σχετικό γραμμάτιο μέσα στην ίδια προθεσμία στη Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στον Πειραιά, την 30η Αυγούστου 2021 και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 06η-Σεπτεμβρίου 2021.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ