Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  1904/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 5772/2704/30-07-2020 αγωγή)

………………………………………

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 18 Μαΐου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου …), με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Α΄ Αθηνών, για τον οποίο προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος Μαρία Σπυράκη (Α.Μ.Δ.Σ.Α. 25532) και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο με πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία  «…», που εδρεύει στον … και ήδη «…» που εδρεύει στην …, όπως νόμιμα εκπροσωπείται), με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Πλοίων, 2) …, πλοιάρχου Ε.Ν., κατοίκου …, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Α΄ … και 3) …, Ναυτικού Ε.Ν., κατοίκου …, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. Α΄ Πειραιά, για τους οποίους προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Γεώργιος Λατσούδης (Α.Μ./Δ.Σ.Π 1009) και δεν εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 30-07-2020 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 5772/30-07-2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 2704/30-07-2020, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι) Η σύμβαση εθνικής θαλάσσιας μεταφοράς επιβάτη εντάσσεται, σύμφωνα με το άρθρο 107 ΚΙΝΔ, στην έννοια της latu sensu ναύλωσης και ως εκ τούτου ρυθμίζεται εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 174-189 ΚΙΝΔ, συμπληρωματικά και από όσες διατάξεις των άρθρων 107-173 ΚΙΝΔ προσαρμόζονται στη φύση της σχέσης (Ι. Κοροτζής, Ναυτικό Δίκαιο, τ. 2ος , εκδ. 2005, άρθρο 107, παρ. 4.1, σελ. 100 Α. Αντάπασης – Λ. Αθανασίου Ναυτικό Δίκαιο, εκδ. 2020, παρ. 1500, σελ. 768). Ήδη διέπεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) 392/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «σχετικά με την ευθύνη των μεταφορέων που εκτελούν θαλάσσιες μεταφορές επιβατών, σε περίπτωση ατυχήματος» [καθώς έχουν παρέλθει αμφότερες οι ημερομηνίες των τεσσάρων ετών από την ημερομηνία εφαρμογής του για τα πλοία κατηγορίας Α΄ και της 31-ης-12-2018 για τα πλοία κατηγορίας Β΄ (άρθρο 11), μέχρι τις οποίες η Ελλάδα είχε διατηρήσει τη δυνατότητα αναβολής της εφαρμογής του], ο οποίος θεσπίζει το ενωσιακό καθεστώς σχετικά με την ευθύνη και την ασφάλιση για τις θαλάσσιες μεταφορές επιβατών, όπως ορίζουν οι συναφείς διατάξεις: α) της Σύμβασης των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους, όπως τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο του 2002 και β) των επιφυλάξεων και των κατευθυντήριων γραμμών του ΙΜΟ για την εφαρμογή της Σύμβασης των Αθηνών, που υιοθέτησε η νομική Επιτροπή του ΙΜΟ στις 19 Οκτωβρίου 2006 (άρθρο 1 παρ. 1), ενώ επεκτείνει την εφαρμογή αυτών των διατάξεων στις θαλάσσιες μεταφορές εντός ενός και μόνο κράτους μέλους με πλοία κατηγορίας Α΄ και Β΄ σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 98/18/ΕΚ και θεσπίζει ορισμένες πρόσθετες απαιτήσεις (άρθρα 1 παρ. 2 και 2). Έτσι το καθεστώς ευθύνης ως προς τους επιβάτες διέπεται από τον εν λόγω κανονισμό, καθώς και από τα άρθρα 1 και 1α, 2 παρ. 2, 3 έως 16, 18, 20 και 21 της Σύμβασης των Αθηνών, που ενσωματώνονται σε αυτόν ως Παράτημα Ι (άρθρο 3 παρ. 1). Δοθέντος, όμως, ότι η Σύμβαση των Αθηνών δεν αποσκοπεί στη ρύθμιση της σύμβασης θαλάσσιας μεταφοράς στο σύνολό της, αλλά αποκλειστικό αντικείμενό της είναι η ευθύνη του θαλάσσιου μεταφορέα επιβατών και αποσκευών, για την πλήρωση των κενών που ανακύπτουν, εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου και όταν αυτό είναι το ελληνικό, οι διατάξεις του ΚΙΝΔ και του ΑΚ (Α. Αντάπασης-Λ. Αθανασίου Ναυτικό Δίκαιο, ό.π.). Στο μέτρο δε που συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας ο επιβάτης μπορεί να επιστηρίξει τις αξιώσεις του για αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης στις διατάξεις των άρθρων 914 επ. και 932 ΑΚ (βλ. Ι. Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., άρθρο 174, παρ. 3, σελ. 471-472). Τούτο συμβαίνει όταν η υπαίτια ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη με την οποία παραβιάζεται σύμβαση, μπορεί πέραν της αξίωσης από τη σύμβαση να θεμελιώσει και αξίωση από αδικοπραξία, όταν και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη θα ήταν παράνομη ως αντίθετη στο κατά το άρθρο 914 επιβαλλόμενο γενικό καθήκον να μην ζημιώνει κάποιος τον άλλον υπαιτίως (ΟλΑΠ 967/1973 ΝοΒ 22, 505), οπότε υπάρχει συρροή συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης και ο δανειστής έχει το δικαίωμα να στηρίξει την αξίωσή του για αποζημίωση είτε στη σύμβαση είτε στην αδικοπραξία, είτε επιβοηθητικά και στις δύο (ΑΠ 1024/2010, ΑΠ 347/2010, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1734/2009 ΧρΙΔ 2011.100). Σε κάθε περίπτωση από τη διατύπωση των διατάξεων των άρθρων 1 πα. 9, 2, 3 παρ. 1, 7 παρ. 1, 8 παρ. 1-3, 12 παρ. 1, 13, 14, 16 παρ. 1, 2α και 3 της Σύμβασης (όπως οι διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 8 έχουν αντικατασταθεί με το άρθρο ΙΙ του Πρωτοκόλλου), σε συνδυασμό με το σκοπό της, που είναι η ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικών με την ευθύνη του θαλάσσιου μεταφορέα για τη διεθνή μεταφορά των επιβατών και των αποσκευών τους, συνάγεται ότι είτε πρόκειται για συμβατική είτε για εξωσυμβατική ευθύνη οι σχέσεις του μεταφορέα και του επιβάτη θαλάσσιας μεταφοράς ρυθμίζονται αποκλειστικά από τους πιο πάνω διεθνείς κανόνες και τα αναφερόμενα στη Σύμβαση όρια ευθύνης ισχύουν για κάθε προβλεπόμενη από αυτήν αξίωση κατά του μεταφορέα, είτε η αξίωση θεμελιώνεται σε συμβατική, είτε σε εξωσυμβατική ευθύνη (ΕφΠειρ 12/2003 ΕΝΔ 2003.141, ΕφΠειρ 181/2001 ΔΕΕ 2001.898, ΑΠ 1002/2002 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 84 εδ. β΄ του ΚΙΝΔ ο πλοιοκτήτης ευθύνεται από τις αδικοπραξίες, που διέπραξε ο πλοίαρχος ή το πλήρωμα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί. Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 914 και 922 ΑΚ συνάγεται ότι ο πλοιοκτήτης (προστήσας) ευθύνεται όταν η αδικοπραξία μέλους του πληρώματος (προστηθέντος) δεν είναι άσχετη ή ξένη με την εκτέλεση της υπηρεσίας που του έχει ανατεθεί, αλλά βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη σχέση με την υπηρεσία αυτή, υπό την έννοια ότι η αδικοπραξία δεν είναι δυνατό να υπάρξει χωρίς την πρόστηση ή όταν η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την τέλεση της αδικοπραξίας (ΑΠ 864/2009 ΕΝΔ 2009.184, ΑΠ 1711/2008 ΕΕμπΔ 2009.875). Τέλος, από το συνδυασμό και των διατάξεων των άρθρων 481, 483 – 486, 922 και 926 ΑΚ συνάγεται ότι ο προστήσας ευθύνεται εις ολόκληρον με τον προστηθέντα, που παράνομα και υπαίτια προκάλεσε την περιουσιακή ή τη μη περιουσιακή ζημία, δημιουργούμενης έτσι παθητικής εις ολόκληρον ενοχής με τις εξ αυτής συνέπειες (ΑΠ 181/2011 ΧρΙΔ 2011.664, ΑΠ 72/2007 ΧρΙΔ 2007.411· Σταθόπουλο στον ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, Τομ. IV, εκδ.1982, υπ’ αρθρ. 922 αρ. 41 και Γεωργιάδη ο.π. υπ’ αρθρ. 926 αρ. 16).

ΙΙ) Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 330 και 914 ΑΚ συνάγεται ότι προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, το παράνομο της πράξης ή παράλειψης αυτού και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της πράξης ή της παράλειψης κα της επελθούσας ζημίας. Η παράνομη έναντι του ζημιωθέντος συμπεριφορά μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία περίπτωση ο υπαίτιος ήταν υποχρεωμένος να ενεργήσει, η υποχρέωση του δε αυτή σε πράξη μπορεί να επιβάλλεται από δικαιοπραξία, από το νόμο ή από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, πράγμα που υπάρχει ιδίως, όταν ο υπαίτιος με ενέργειες του δημιούργησε μια επικίνδυνη κατάσταση από την οποία είναι δυνατό να προκύψει ζημία σε τρίτους. Ειδικότερα, ο χαρακτηρισμός της παράλειψης ως παράνομης συμπεριφοράς προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρέωσης για επιχείρηση της θετικής ενέργειας που παραλείφθηκε, τέτοια δε νομική υποχρέωση μπορεί να προκύψει είτε από δικαιοπραξία, είτε από ειδική διάταξη νόμου, είτε από την αρχή που απορρέει από τα άρθρα 281 και 288 ΑΚ, ήτοι την αρχή της καλής πίστης, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά την παρούσα κοινωνική αντίληψη (ΕφΠειρ 207/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η οποία (αρχή) σε περίπτωση που κάποιος δημιούργησε επικίνδυνη κατάσταση, από την οποία μπορούσε να προέλθει ζημία, του επιβάλλει να επιχειρήσει την ενδεδειγμένη θετική ενέργεια προς αποφυγή της ζημίας (ΑΠ 2247/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 380/2008 ΧρΙΔ 2008, σελ. 880). Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή παράλειψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων το επιζήμιο αποτέλεσμα. Από τη διάταξη δε του άρθρου 298 εδ. β΄ ΑΚ προκύπτει, ότι η απαραίτητη για τη θεμελίωση αξίωσης αποζημίωσης αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της προκληθείσας ζημίας υπάρχει όταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ) : α) η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, κατά την συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων ή τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης (άρθρο 298 ΑΚ), ήταν επαρκώς ικανή (πρόσφορη) να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα και β) επέφερε πράγματι τούτο στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 1396/2010, ΑΠ 605/2009, ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, η αποζημίωση, κατά το άρθρο 298 του ΑΚ, περιλαμβάνει τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος (αποθετική ζημία), λογίζεται δε ως τέτοιο το προσδοκώμενο με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τα περιστατικά που προσδιορίζουν την προσδοκία ορισμένου κέρδους, με βάση την, κατά τον συνήθη πορεία των πραγμάτων, πιθανότητα, καθώς και οι ειδικές περιστάσεις και τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα, πρέπει να εκτίθενται στην αγωγή. Δεν αρκεί δηλαδή η αφηρημένη επανάληψη των ως άνω εκφράσεων του άρθρου 298 ΑΚ, ούτε του συνολικώς φερομένου ως διαφυγόντος κέρδους, αλλά απαιτείται η εξειδικευμένη και λεπτομερής κατά περίπτωση μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών και μέτρων που καθιστούσαν πιθανό το κέρδος ως προς τα επί μέρους κονδύλια αυτών, καθώς και η ιδιαίτερη επίκληση των κονδυλίων αυτών ώστε να μπορεί να διαταχθεί απόδειξη (ΟλΑΠ 20/1992 ΕλλΔνη 1992.1435, ΑΠ 752/2018, ΑΠ 496/2016, ΕφΛαρ 369/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ήτοι ο αιτούμενος την επιδίκαση αποζημιώσεως λόγω διαφυγόντος κέρδους πρέπει να προσδιορίζει αυτή με βάση ένα ή περισσότερα αριθμητικά μεγέθη (όπως είναι και η αγοραία τιμή ενός προϊόντος ή η αγοραία αμοιβή μιας υπηρεσίας σε ορισμένο τόπο και χρόνο), τα οποία, κατά την κοινή περί τούτου αντίληψη και το συνήθως συμβαίνον, είναι ή δύνανται να γίνουν γνωστά στους συναλλασσομένους του επαγγελματικού χώρου των διαδίκων και κυρίως εκείνου του εναγομένου, και, έτσι, να είναι περαιτέρω δυνατό να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικής εκτίμησης και απόδειξης (ΑΠ 1403/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, για την πληρότητα της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους, που συνίσταται στην απώλεια εσόδων λόγω διακοπής ή μειωμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, πρέπει, αλλά και αρκεί, να εκτίθενται στο δικόγραφό της όλα εκείνα τα κρίσιμα περιστατικά, που θα πρέπει ακολούθως και να αποδειχθούν, από τα οποία προκύπτει ότι ο ενάγων θα εισέπραττε με πιθανότητα από την επαγγελματική δραστηριότητά του το αιτούμενο ποσό κέρδους κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή με βάση τις ειδικές συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης και ιδίως τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα (ΑΠ  1723/2014, ΑΠ 220/2012 ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον, η μελλοντική περιουσιακή ζημία, την οποία υφίσταται ο παθών, δεν είναι μόνο αποθετική ή διαφυγόν κέρδος για το λόγο ότι συνεπεία της ανικανότητάς του για εργασία δεν έχει πλέον ή έχει μόνο περιορισμένα εισοδήματα. Μπορεί να είναι και μελλοντική θετική ζημία. Η μελλοντική ζημία αποκαθίσταται, εφόσον η επέλευσή της είναι βέβαιη και η έκτασή της μπορεί από τώρα να προσδιορισθεί, όχι όμως όταν είναι ενδεχόμενη και υποθετική (ΑΠ 736/2019, ΑΠ 601/2010, ΕφΠατρ 284/2019, ΕφΑθ 501/2018, ΝΟΜΟΣ). Την επιδίκαση της σχετικής δαπάνης ο παθών μπορεί να ζητήσει και πριν από την πραγματοποίησή της, ήδη αμέσως μετά την προσβολή του σώματος ή της υγείας του (ΕφΠειρ 746/2015, ΕφΠειρ 155/2014, ΝΟΜΟΣ) και επιδικάζεται εντόκως από την επίδοση της αγωγής (ΕφΠειρ 746/2015, ΕφΠειρ 155/2014, ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αγωγή ο ενάγων ισχυρίζεται ότι στις 25-08-2018 και περί ώρα 01:00, κατά τη διάρκεια αποβίβασή του από το επιβατηγό-οχηματαγωγό πλοίο με την ονομασία «…», πλοιοκτησίας της πρώτης ενάγουσας, στο οποίο είχε επιβιβαστεί δυνάμει σχετικής συμβάσεως θαλάσσιας μεταφοράς επιβατών, που συνήψε με την τελευταία, υπέστη σοβαρό τραυματισμό στο αριστερό κάτω άκρο του, υπό της διαλαμβανόμενες στο δικόγραφο της αγωγής συνθήκες, εξαιτίας του οποίου παρέμεινε νοσηλευόμενος κατά το χρονικό διάστημα από 25-08-2018 έως 30-08-2018. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη εις ολόκληρον με τους δεύτερο και τρίτο εναγόμενους-προστηθέντες της πρώτης, υπό την ιδιότητα του πλοιάρχου και ύπαρχου, αντίστοιχα, του ανωτέρω πλοίου να του καταβάλουν 1) το ποσό των 375 ευρώ, το οποίο αφορά σε πλασματική δαπάνη για την παροχή υπηρεσιών αποκλειστικής νοσοκόμας από τη σύντροφό του κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, 2) το ποσό των 7.200 ευρώ, το οποίο αφορά σε πλασματική δαπάνη για την παροχή υπηρεσιών αποκλειστικής νοσοκόμας από τη σύντροφό του, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην οικία του, μετά τον τραυματισμό του, ήτοι από 30-08-2018 έως 30-02-2019, 3) το ποσό των 810 ευρώ, το οποίο αφορά σε δαπάνη βελτιωμένης διατροφής, την οποία έλαβε, κατόπιν ιατρικής συστάσεως, για το χρονικό διάστημα από 30-08-2018 έως 30-11-2018, 4) το ποσό των 1.050 ευρώ, το οποίο αφορά δαπάνη φυσιοθεραπειών, στις οποίες υποβλήθηκε, 5) το ποσό των 10.650 ευρώ, το οποίο αφορά στο κόστος του χειρουργείο, στο οποίο πρέπει να υποβληθεί και σε φυσιοθεραπείες μετά από αυτό, 6) το ποσό των 13.500 ευρώ, το οποίο αφορά σε δαπάνη για την κατασκευή ειδικών ορθοτικών πάτων βάδισης, του οποίους θα φοράει εφ’ όρου ζωής, 7) το ποσό των 6.000 ευρώ (ήτοι 600 ευρώ/εξάμηνο για μια 5ετία), το οποίο αφορά σε κόστος εγχύσεων PRP σε συνδυασμό με υαλουρονικό νάτριο για την αντιμετώπιση πρώιμης αρθρίτιδας,  8) το ποσό των 4.980 ευρώ, το οποίο αφορά σε απώλεια εισοδήματος για έξι (6) μήνες,  9) το ποσό των 7.200 ευρώ, το οποίο αφορά σε δαπάνες οικιακής βοηθού, για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών, που απαιτείται για την αποθεραπεία του, 10) το ποσό των 810 ευρώ, το οποίο αφορά σε δαπάνη βελτιωμένης διατροφής, την οποία θα πρέπει να λαμβάνει για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών για την αντιμετώπιση της εξασθενήσεως του οργανισμού του από την επέμβαση και 11) το ποσό των 100.000 ευρώ, το οποίο αφορά σε χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την σε βάρος του τελεσθείσα από τους εναγόμενους αδικοπραξία, ήτοι να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, το συνολικό ποσό των 152.575 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως. Επιπλέον, ο ενάγων ζητεί να απαγγελθεί κατά των εναγομένων, καθώς και κατά του- κατά την 25-08-2018- νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης ανώνυμης εταιρείας προσωπική κράτηση διάρκειας δώδεκα (12) μηνών, ως μέσο εκτέλεσης της εκδοθησομένης απόφασης. Τέλος, ο ενάγων ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή, η οποία επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ στους εναγόμενους (βλ. τις με αριθμούς … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …) παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 14 § 2, 22, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1 περ. α΄, 2, 3Α και 3Β περ. δ΄ Ν. 2172/1993 λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία και είναι ορισμένη, πλην α) του αιτήματος περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης σε βάρος του -κατά το χρόνο του ατυχήματος -νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης, το οποίο τυγχάνει απορριπτέο ως αόριστο, καθόσον πέραν του γεγονότος ότι αυτός δεν κατονομάζεται, στην υπό κρίση αγωγή δεν περιγράφεται η αδικοπρακτική του συμπεριφορά, β) του αιτήματος περί επιδίκασης του ποσού των 4.980 ευρώ, το οποίο αφορά απώλεια εισοδήματος, το οποίο τυγχάνει αόριστο και ως εκ τούτου απορριπτέο, καθόσον ο ενάγων δεν επικαλείται τα κρίσιμα περιστατικά (που θα πρέπει ακολούθως και να αποδειχθούν), που προσδιορίζουν την προσδοκία του αιτούμενου από αυτόν κέρδους, με βάση την, κατά τον συνήθη πορεία των πραγμάτων, πιθανότητα, καθώς και τις ειδικές περιστάσεις και τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα, τα οποία απαιτούνται για την πληρότητα της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους, που συνίσταται στην απώλεια εσόδων, λόγω διακοπής άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην υπό στοιχεία ΙΙ μείζονα σκέψη. Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 392/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 «σχετικά με την ευθύνη των μεταφορέων που εκτελούν θαλάσσιες μεταφορές επιβατών, σε περίπτωση ατυχήματος» (η οποία τυγχάνει εφαρμογής στην ένδικη περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του π.δ. 103/1999, βάσει της περιοχής που το πλοίο της πρώτης εναγομένης εκτελούσε πλόες – βλ. σχετ. και ΜΠρΠειρ 2206/2020 ανηρτημένη στην ιστοσελίδα του Πρωτοδικείου Πειραιά), 1, 3 παρ. 2, 4 παρ. 1 και 2, 14 της Διεθνούς Σύμβασης των Αθηνών, σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους, 84, 105, 106, 174 ΚΙΝΔ, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχείο Ι μείζονα σκέψη, 297, 298, 299, 330 εδ. β΄, 345, 346, 481 επ., 914, 922, 926, 929, 930 παρ. 3 και 932 ΑΚ, σύμφωνα και με όσα αναλυτικά εκτίθενται στις ανωτέρω μείζονες σκέψεις, 15 § 4 Ν. 3709/2008, 176, 907, 908 και 1047 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το με κωδ. 359959483951 0127 0062 e παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών).

Από όλα τα έγγραφα, που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τις υπ’ αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων … του …, αντίστοιχα, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Βασιλικής Ανδριοπούλου, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία του ενάγοντος, κατόπιν νομίμου κλητεύσεως των εναγομένων (βλ. τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …, αντίστοιχα), από τις υπ’ αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς, Γεωργίας Βούλγαρη, οι οποίες ελήφθησαν με πρωτοβουλία των εναγομένων, κατόπιν νομίμου κλητεύσεως του ενάγοντος (βλ. τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά …), οι οποίες (άπασες οι ανωτέρω ένορκες βεβαιώσεις) λαμβάνονται υπόψη ως ιδιαίτερα αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 1312/2019, ΝΟΜΟΣ), από τις υπ’ αριθ. … και … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, … …, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς Ελένης Γεωργορούδη, οι οποίες στην παρούσα δίκη λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, αφού δόθηκαν στο πλαίσιο άλλης δίκης (ΑΠ 777/2020, ΝΟΜΟΣ), από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες (ΑΠ 354/2017), η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αριθ. 2, 448 παρ. 2, 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη  από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και από όλη γενικά την αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στο πλαίσιο σύμβασης θαλάσσιας μεταφοράς επιβατών, που καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγόμενης, ο ενάγων επιβιβάστηκε από το λιμάνι Εύδηλο Ικαρίας στις 24-08-2018, στο Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «…» (…) με προορισμό το λιμάνι του Πειραιά. Το ανωτέρω πλοίο ανήκει στην πλοιοκτησία της πρώτης εναγομένης, οι δε δεύτερος και τρίτος εναγόμενοι απασχολούνταν σε αυτό ως πλοίαρχος και ύπαρχος, αντίστοιχα. Το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 01:00 και πλαγιοδέτησε στην προβλήτα της Πύλης 7 του λιμένος. Ακολούθως, και μετά από μικρή καθυστέρηση ξεκίνησε η αποβίβαση των επιβατών, μέσω του καταπέλτη και της δεξιάς πρυμναίας ράμπας, στην οποία είχε τοποθετηθεί – προσαρμοστεί έξωθεν του πλοίου και σε συνέχεια αυτής μετακινούμενη σκάλα-ράμπα, η οποία βρίσκεται σε μόνιμη βάση στο συγκεκριμένο σημείο της προβλήτας και χρησιμοποιείται από το πλήρωμα του πλοίου για την αποβίβαση και επιβίβαση των επιβατών. Αρχικά, αποβιβάστηκαν από το πλοίο η σύντροφος του ενάγοντος, …, ο αδελφός της, … και η μητέρα των τελευταίων, …, ενώ στη συνέχεια ακολουθούσε ο ενάγων, πίσω από άλλους αποβιβαζόμενους. Ο ενάγων, κατεβαίνοντας τη ράμπα εξόδου επιβατών και πριν φτάσει στο τέλος της, ήτοι ευρισκόμενος κοντά στο σημείο που αυτή ακουμπούσε στο έδαφος, γλίστρησε κατά το βηματισμό του, λόγω ύπαρξης στο συγκεκριμένο σημείο γλιστερής ουσίας, που είχε ως αποτέλεσμα την ολισθηρότητα της ράμπας, με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία του και να τραυματιστεί στο αριστερό του πόδι στο σημείο της κνήμης. Τη στιγμή εκείνη και ενώ κανένας από το πλήρωμα του πλοίου δεν βρισκόταν κοντά στο συγκεκριμένο σημείο πτώσης του, προσέτρεξαν για να τον βοηθήσουν η σύντροφός του και η οικογένειά της, οι οποίοι είχαν ήδη αποβιβαστεί, η αδελφή του, που βρισκόταν στο σημείο, αναμένοντας να παραλάβει τον ενάγοντα και τους ανωτέρω από το σημείο με το αυτοκίνητό της, καθώς και ακόμη ένα πρόσωπο, ονόματι …, ο οποίος βρισκόταν έξωθεν του καταπέλτη του εν λόγω πλοίου, προκειμένου να παραλάβει συγγενικό του πρόσωπο και ο οποίος προσπάθησε να βοηθήσει τον ενάγοντα να σηκωθεί. Σημειωτέον δε ότι ο …, στην αντίληψη του οποίου είχε υποπέσει νωρίτερα η ολισθηρότητα της ράμπας των επιβατών, αφού είχε ήδη δει άλλα τρία (3) άτομα να γλιστρούν, πριν από τον ενάγοντα, λογόφερε, κατόπιν του τραυματισμού του ενάγοντος, με ναύτη που προσήλθε στο σημείο για να δει τι συνέβη, ενώ ο τελευταίος σε διαμαρτυρίες του … για την ολισθηρότητα της ράμπας του απάντησε «Τα παράπονά σας στον Ύπαρχο» (βλ. την από 06-09-2018 ένορκη κατάθεση του μάρτυρα … στην Ειρηνοδίκη Πειραιά, …, η μαρτυρία του οποίου κρίνεται αξιόπιστη, καθόσον υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του περιστατικού, ενώ επιπλέον δεν συνδέεται με τον ενάγοντα με οποιαδήποτε σχέση), χωρίς να ενημερώσει ο ίδιος τον Ύπαρχο ή τους λιμενοφύλακες για το συμβάν. Πράγματι, ο … κατάφερε να σηκώσει τον ενάγοντα από το έδαφος και να τον απομακρύνει από το σημείο, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποβίβαση των λοιπών επιβατών, μεταφέροντάς τον σε μικρή απόσταση από το πλοίο, οπότε και ο ίδιος αποχώρησε, ενώ στη συνέχεια ο ενάγων με τη βοήθεια της συντρόφου του, του αδελφού της, της μητέρας της και της αδελφής του και με μεγάλη δυσκολία κατά τη βάδιση επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο της αδελφής του και μεταφέρθηκε από αυτή κατευθείαν στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του … «……» στην …, που εκείνη την ημέρα εφημέρευε, χωρίς όμως να προηγηθεί ενημέρωση του πλοιάρχου, ή του ύπαρχου του πλοίου ή των λιμενικών οργάνων που εκτελούσαν διατεταγμένη υπηρεσία στον ευρύτερο χώρο της Πύλης 7 του λιμένα για τον τραυματισμό του. Στο Νοσοκομείο υποβλήθηκε σε ακτινολογική και ορθοπεδική εξέταση, όπου διαπιστώθηκε ότι στο αριστερό πόδι του είχε υποστεί κάταγμα έξω σφύρου και έσω σφύρου (αμφισφύριο) με υπερξάρθημα αριστερής ποδοκνημικής. Στη συνέχεια, εισήχθη στην Ορθοπεδική Κλινική του ανωτέρω Νοσοκομείου και μετά από ενδελεχή απεικονιστικό έλεγχο, υποβλήθηκε σε ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση με πλάκα και βίδες στο έξω σφυρό και με μία (1) βίδα στο έσω σφυρό, ενώ τοποθετήθηκε και γυψονάρθηκας κνημοποδικός αριστερά. Ο ενάγων εξήλθε του Νοσοκομείου την 30-08-2018, ενώ του συστάθηκε χειρουργική θεραπεία, βάδιση χωρίς φόρτιση, λήψη αντιπηκτικής αγωγής για ένα (1) μήνα, εξετάσεις (γενικής) αίματος κάθε δέκα (10) ημέρες, αφαίρεση ραμμάτων σε τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες από το χειρουργείο, ενώ επιπλέον κρίθηκε ότι χρήζει αναρρωτικής άδειας ενός (1) μήνα, ενώ πραγματοποίησε και φυσιοθεραπείες για τέσσερις (4) περίπου μήνες μετά την έξοδό του από το Νοσοκομείο  (βλ. την από 01-06-2020 ιατρική γνωμάτευση του Ορθοπεδικού Χειρουργού-Αρθροσκόπου Ιατρού, …, σε συνδ. με το υπ’ αριθ. … εξιτήριο του … «…»). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι, μολονότι το γεγονός ότι από την ανωτέρω ιατρική γνωμάτευση του Ορθοπεδικού Χειρουργού-Αρθροσκόπου Ιατρού, …, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων υποβλήθηκε σε φυσιοθεραπείες μετά την έξοδό του από το Νοσοκομείο, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προκύπτει ο αριθμός των συνεδριών που ο ενάγων πραγματοποίησε, καθώς και το ποσό που δαπάνησε για αυτές τις φυσιοθεραπείες και ως εκ τούτου το αγωγικό αίτημα περί επιδίκασης σε αυτόν του ποσού των 1.050 ευρώ, για την ανωτέρω αιτία, τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο κατ’  ουσίαν. Η ως άνω σωματική βλάβη του ενάγοντος κρίθηκε από τον Ιατροδικαστή Πειραιά, ο οποίος εξέτασε τον ενάγοντα στο πλαίσιο της διενεργηθείσας προανάκρισης ως βαριά σωματική βλάβη (βλ. την υπ’ αριθ. … ιατροδικαστική έκθεση του Ιατροδικαστή …). Περαιτέρω, τις πρωινές ώρες της 25-08-2018 ο ενάγων επικοινώνησε, μέσω της πληρεξουσίας του δικηγόρου με τους υπευθύνους τις πρώτης εναγόμενης εταιρείας και ανέφερε τον τραυματισμό του, πλην όμως η τελευταία αρνήθηκε ότι έλαβε χώρα το ζημιογόνο αυτό γεγονός, ισχυριζόμενη αφενός μεν ότι αυτό δεν είχε καταγραφεί στο βιβλίο του πλοίου, αφετέρου ότι η μεταφορά του ενάγοντος στο νοσοκομείο δεν έγινε με το ΕΚΑΒ από το λιμάνι του Πειραιά. Πέραν δε των ανωτέρω, ο ενάγων στις 29-08-2018 προέβη σε καταγγελία προς το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και Ναυτιλιακής Πολιτικής, το οποίο ακολούθως διαβίβασε αυτή στο Λιμενικό Σώμα. Η ίδια δε ως άνω πληρεξούσια δικηγόρος στις 30-08-2018 απέστειλε στην πρώτη εναγομένη μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (e-mail) δια του οποίου καταλόγιζε υπαιτιότητα στους προστηθέντες της για την ολισθηρότητα της προαναφερθείσας ράμπας του πλοίου. Επιπρόσθετα, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι ο εν λόγω τραυματισμός του ενάγοντος οφείλεται σε υπαιτιότητα του δευτέρου και τρίτου των εναγομένων, οι οποίοι αν και ήταν υπεύθυνοι έχοντας ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, ως εκ της θέσεώς τους, ο μεν πρώτος ως πλοίαρχος του πλοίου,  για την ασφάλεια όλων των επιβατών, ο δε δεύτερος, ως ύπαρχος του πλοίου για την τήρηση όλων των μέτρων για την ασφαλή αποβίβαση των επιβατών, από αμέλειά τους δεν φρόντισαν να εξασφαλίσουν την ασφαλή αποβίβαση αυτών από την πρυμναία πλαϊνή ράμπα και τη μετακινούμενη ράμπα και ειδικότερα δεν μερίμνησαν ώστε η επιφάνεια της ράμπας να είναι καθαρή τόσο κατά την έναρξη όσο και κατά τη διάρκεια της αποβίβασης των επιβατών, ούτε είχαν δώσει εντολή σε μέλος του πληρώματος του πλοίου να εποπτεύει την κατάσταση της ράμπας κατά τη διάρκεια της αποβίβασης για την αποτροπή πιθανού ατυχήματος. Ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι το ένδικο ατύχημα δεν συνέβη καθόσον α) αυτό δεν καταγράφηκε στο ημερολόγιο της γέφυρας του πλοίου ενώ επιπλέον δεν δηλώθηκε στις αρμόδιες λιμενικές αρχές, β) ότι η μετακινούμενη ράμπα διέθετες αντιολισθητικές ραβδώσεις και ότι η πλάγια πρυμναία ράμπα επιβατών ευρέθη χωρίς προβλήματα, σύμφωνα με την από 26-09-2018 έκθεση έκτακτης ναυπηγικής επιθεώρησης που διενήργησε στο πλαίσιο της προανάκρισης ο επιθεωρητής Ν/Γ τομέα …, δεν δύνανται να οδηγήσουν σε αντίθετο συμπέρασμα, εφόσον τόσο η ύπαρξη λιπαρής ουσίας επί της ράμπας, όσο και ο τραυματισμός του ενάγοντος αποδεικνύονται από τις ένορκες καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων …, …, …, … και …. Σημειωτέον δε ότι το γεγονός ότι το ένδικο συμβάν δεν καταγράφηκε στο ημερολόγιο της γέφυρας του πλοίου και δεν ενημερώθηκαν άμεσα οι λιμενικές αρχές αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι η πληρεξούσια δικηγόρος του ενάγοντος ενημέρωσε, όπως ήδη αναφέρθηκε, την αμέσως επόμενη του ατυχήματος ημέρα την πρώτη εναγομένη. Περαιτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ισχυρισμός των εναγομένων περί συνυπαιτιότητας του ενάγοντος κατά ποσοστό 95% στην επέλευση του ενδίκου ατυχήματος, λόγω παράλειψής του να κρατηθεί από τα κάγκελα της ράμπας, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν, καθόσον η χρήση χειρολαβών σε μια ελεγχόμενη επιφάνεια, ήτοι σε μια επιφάνεια με μικρή κλίση, όπως ήταν η εν λόγω ράμπα, δεν συνιστά μέτρο επιμέλειας, που θα όφειλε να απαιτηθεί βάσει των περιστάσεων της υπό κρίση περίστασης, ενώ επιπλέον θα πρέπει να σημειωθεί ότι από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε ότι ο ενάγων κατά την αποβίβασή του κρατούσε δύο ή και τρεις αποσκευές και ότι για το λόγο αυτό έχασε την ισορροπία του, γεγονός που θα είχε αποτραπεί εάν είχε κάνει χρήση των χειρολαβών της ράμπας. Επιπλέον, το γεγονός ότι ο τραυματισμός του ενάγοντος δεν έγινε αντιληπτός από τα όργανα του λιμενικού, δεν δύναται να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το ένδικο ατύχημα δεν έλαβε χώρα, δεδομένου ότι τα όργανα αυτά βρίσκονταν σε πιο μακρινή απόσταση από τη ράμπα του πλοίου, καθώς εκτελούσαν τροχονομική υπηρεσία στην ευρύτερη περιοχή της Πύλης 7 για τη διευκόλυνση της απομάκρυνσης των οχημάτων και των επιβατών από το λιμένα του Πειραιά, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθούν το συμβάν (βλ. τις ένορκες προανακριτικές καταθέσεις των …). Από τα ίδια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο ενάγων κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής «……..», ήτοι από τις 25-08-2018 έως τις 30-08-2018, είχε την ανάγκη συμπαράστασης τρίτου προσώπου, ήτοι έχρηζε της συνδρομής αποκλειστικού νοσοκόμου-βοηθού επί 12ώρου ημερησίως, ήτοι από τις 08:00 έως τις 20:00, προκειμένου να μεριμνήσει για τις ανάγκες του. Για την εξυπηρέτηση των αναγκών του καθ’ όλο το παραπάνω διάστημα, ήτοι συνολικά για πέντε (5) ημέρες, η σύντροφός του, …, η οποία τον συνόδευσε κατά τη μετάβασή του στο ανωτέρω νοσοκομείο, όπου παρέμεινε καθ’ όλο το διάστημα της εκεί νοσηλείας του, του παρείχε την απαιτούμενη βοήθεια και φροντίδα που αυτός χρειαζόταν καθ’ υπέρβαση των συντροφικών καθηκόντων. Επομένως, ο ενάγων αν απασχολούσε τρίτο πρόσωπο θα του κατέβαλε το ποσό των εβδομήντα πέντε (75) ευρώ ημερησίως, το οποίο καταβάλλεται συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις για την προσφορά ίδιων υπηρεσιών, για δώδεκα (12) -κατά μέσο όρο- ώρες ημερησίως. Συνεπώς, ο ενάγων για την ως άνω αιτία ζημιώθηκε με το ποσό των (75 ευρώ Χ 5 ημέρες) = 375 ευρώ, οι δε εναγόμενοι δεν απαλλάσσονται, καθώς το γεγονός ότι τις υπηρεσίες αυτές κάλυψε η σύντροφός του δεν μπορεί να οδηγήσει σε ωφέλειά τους, κατ’ άρθρο 930 παρ. 3 ΑΚ (ΑΠ 89/2019, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1132/2018, ΝΟΜΟΣ). Ομοίως, ο ενάγων από την επομένη ημέρα της εξόδου του από το νοσοκομείο, δηλαδή από τις 30-08-2018 έως 30-11-2018 έχρηζε της συνδρομής αποκλειστικού νοσοκόμου-βοηθού επί 12ώρου ημερησίως, ήτοι από τις 08:00 έως τις 20:00, προκειμένου αυτός να μεριμνήσει για τις ανάγκες του, όπως ατομική καθαριότητα, αγορά προϊόντων, μαγείρεμα, σιδέρωμα, βοήθεια στη μετακίνηση κτλ.  Επομένως ο ενάγων, αν απασχολούσε τρίτο πρόσωπο θα του κατέβαλε το ποσό των τριάντα πέντε (35) ευρώ ημερησίως, το οποίο καταβάλλεται συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις για την προσφορά ίδιων υπηρεσιών, για  δώδεκα (12) -κατά μέσο όρο- ώρες, ημερησίως. Συνεπώς, ο ενάγων για την ως άνω αιτία ζημιώθηκε με το ποσό των (92 Χ 35) = 3.220 ευρώ, χωρίς να χρειάζεται συμπαράσταση τρίτου προσώπου για περισσότερες ώρες ημερησίως και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα το επιπλέον αιτούμενο ποσό να κρίνεται υπερβολικό και μη ανταποκρινόμενο στις ανάγκες του και ως εκ τούτου να τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν. Σημειωτέον δε ότι οι εναγόμενοι δεν απαλλάσσονται, καθώς το γεγονός ότι τις υπηρεσίες αυτές κάλυψε η σύντροφός του δεν μπορεί να οδηγήσει σε ωφέλειά τους, κατ’ άρθρο 930 παρ. 3 ΑΚ, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε. Επιπλέον, το αγωγικό κονδύλιο, ποσού 810 ευρώ, για λήψη από τον ενάγοντα βελτιωμένης διατροφής από 30-08-2018 μέχρι 30-11-2018, λόγω του τραυματισμού του τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προκύπτει ότι  ο τελευταίος εξερχόμενος του Νοσοκομείου του δόθηκαν οδηγίες από το θεράποντα ιατρό του, οι οποίες αφορούσαν την λήψη βελτιωμένης διατροφής, ούτε οι προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από αυτόν ένορκες εξετάσεις μαρτύρων ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Βασιλικής Ανδριοπούλου κάνουν λόγο για λήψη κάποιας ιδιαίτερης διατροφής (ΕφΠειρ 529/2020, ΕφΔωδ 199/2019, ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου σημειώνεται ότι αφενός η βελτιωμένη διατροφή χορηγείται μόνο όταν αυτό επιβάλλεται για ιατρικούς λόγους, αφετέρου ότι σε κάθε περίπτωση, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, οι διατροφικές συνήθειες του σύγχρονου μέσου πολίτη καλύπτουν τις διατροφικές ανάγκες ακόμα και ενός εξασθενημένου οργανισμού, εφόσον περιλαμβάνουν γαλακτοκομικά, κρέας, ψάρι και φρούτα, με συνέπεια η συνήθης διατροφή να καλύπτει τη βελτιωμένη με την έννοια που δίνεται από τον ενάγοντα (ΕφΑιγ 1/2021, ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 22/2010, Επιδικία 2011/47, Αθ. Κρητικό, Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδ. 1998, παρ. 221). Επιπλέον, αποδεικνύεται ότι κατά την εξέταση της κατάστασης του ποδιού του ενάγοντος την 01-06-2020 από τον Ορθοπεδικό Χειρουργό-Αρθροσκόπο Ιατρό, … διαπιστώθηκαν τα κάτωθι « 1. περιορισμός κίνησης αριστερής ποδοκνημικής άρθρωσης σε σχέση με δεξιά υγιή και άλγος στην κίνηση που υστερεί 5 μοιρών σε πελματιαία κάμψη και 5 μοιρών σε ραχιαία έκταση. 2. Ο ασθενής δεν μπορεί να περπατήσει χωρίς χωλότητα πάνω των δύο (2) ωρών, ενώ είναι αδύνατο να τρέξει και να γυμναστεί, όπου χωλαίνει σημαντικά. 3.  Ακτινογραφικά στην αριστερή ποδοκνημική – κάτω 3μόριο κνήμης διαπιστώνεται πώρωση του κατάγματος του έξω σφυρού και του έσω, ενώ λόγω διάστασης της κνημοπερονιαίας συνδέσμωσης εμφανίζει ήδη στοιχεία πρώιμης αρθρίτιδας στην αριστερή ποδοκνημική (πρόσθιο οστεόφυτο από σύνδρομο έξω πρόσκρουσης)» (βλ. την από 01-06-2020 ιατρική γνωμάτευση του ανωτέρω Ιατρού). Επιπλέον, ο ανωτέρω ιατρός στην ως άνω γνωμάτευσή του αναφέρει «Λόγω της βαριάς κάκωσης της αριστερής ποδοκνημικής και της διάστασης της κνημοπερονιαίας συνδέσμωσης, με συνοδό χόνδρινη βλάβη αστραγάλου, ο ασθενής χρειάζεται άμεσα χειρουργείο, αρθροσκοπίκης αποκατάστασης χόνδρινης βλάβης αστραγάλου, αφαίρεση οστεοφύτου και αφαίρεσης των υλικών οστεοσύνθεσης». Ο ενάγων με την υπό κρίση αγωγή ζητεί την αποκατάσταση των δαπανών για το χειρουργείο, στο οποίο πρόκειται να υποβληθεί, ήτοι ζητεί την αποκατάσταση της μελλοντικής κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής θετικής του ζημίας, η οποία, ωστόσο, δύναται να αποκατασταθεί, αφού  η επέλευσή της είναι βέβαιη και η έκτασή της μπορεί να προσδιορισθεί και δεν είναι ενδεχόμενη και υποθετική, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχεία ΙΙ μείζονα σκέψη. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων πράγματι την 10-11-2020 εισήλθε στην …, προκειμένου να υποβληθεί στην εν λόγω επέμβαση, όπου και παρέμεινε μέχρι την 11-11-2021 (βλ. το από 11-11-2020 εξιτήριο της ανωτέρω Κλινικής). Για την ανωτέρω επέμβαση ο ενάγων κατέβαλε: 1) για προεγχειρητικό έλεγχο (εξετάσεις αιματολογικές, καρδιολογικός έλεγχος, ακτινογραφίες θώρακος και πάσχουσας περιοχής) το ποσό των 271,56 ευρώ, 2) για νοσηλεία δύο (2) ημερών το ποσό των 391,05 ευρώ, 3) για φάρμακα νοσηλείας το ποσό των 155,38 ευρώ, 4) για υλικά το ποσό των 52,47 ευρώ, (για τις ανωτέρω δαπάνες βλ. την υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών της ….), 5) για αμοιβή ιατρού-ορθοπεδικού (…) το ποσό των 4.000 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής Υπηρεσιών του εν λόγω ιατρού, η οποία λαμβάνεται υπόψη, αφού οι εναγόμενοι με την προσθήκη αντίκρουσή τους αμφισβητούν μεν την αποδεικτική της αξία, επιφυλασσόμενοι των νομίμων δικαιωμάτων τους, πλην όμως δεν την προσβάλλουν ως πλαστή, με την επιπλέον επισήμανση ότι στην από υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών της …. αναφέρεται αόριστα αμοιβή ιατρού-ορθοπαιδικό 1.000 ευρώ), 6) για αμοιβή Ορθοπεδικού Χειρουργού (…) για βοήθεια σε χειρουργείο το ποσό των 1.000 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών του εν λόγω ιατρού), 7) για αμοιβή αναισθησιολόγου (…) το ποσό των 1.000 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών της … … …), ήτοι για τις ανωτέρω αιτίες ο ενάγων ζημιώθηκε κατά το συνολικό ποσό των 6.870,46 ευρώ, πλην όμως εν προκειμένω θα του επιδικαστεί το συνολικό ποσό των 6.748,90 ευρώ, δεδομένου ότι το αιτούμενο με την αγωγή ποσό για προεγχειρητικό έλεγχο (εξετάσεις αιματολογικές, καρδιολογικός έλεγχος, ακτινογραφίες θώρακος και πάσχουσας περιοχής) ανέρχεται στο ποσό των 150 ευρώ, απορριπτομένου του επιπλέον αιτηθέντος με την αγωγή ποσού ως αβάσιμου κατ’ ουσίαν. Επιπλέον, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων κατέβαλε για σαράντα (40) φυσικοθεραπείες στον Φυσικοθεραπευτή, …, το ποσό των 2.000 ευρώ (βλ. την υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών του εν λόγω φυσικοθεραπευτή), γενομένου δεκτού ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού αγωγικού κονδυλίου. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο ενάγων μετά το πέρας 6μήνου από το χειρουργείο, βάση πελματογραφήματος και ανάλυσης βάδισης, θα χρειαστεί να  προμηθευτεί ειδικούς ορθοδοτικούς πάτους βάδισης, τους οποίους θα φορά για τα επόμενα δύο (2) έτη. Το κόστος αυτό ορίζεται στο ποσό των 300 ευρώ κατ’ έτος, ήτοι ο ενάγων θα δαπανήσει για την αιτία αυτή το ποσό των 600 ευρώ (300 ευρώ χ 2 έτη). Επιπλέον, αποδεικνύεται ότι θα απαιτηθούν και εγχύσεις PRP (Platelet rich plasma), σε συνδυασμό με υαλουρονικό νάτριο, για τις οποίες απαιτείται δαπάνη, ύψους 600 ευρώ ανά 6μηνο για δύο έτη (600 ευρώ χ 4 εξάμηνα), ήτοι δαπάνη συνολικού ποσού 2.400 ευρώ, απορριπτομένων αμφότερων των ανωτέρω αιτημάτων ως προ το υπερβάλλον ως προώρως ασκηθέντων. Περαιτέρω, εξαιτίας της ανωτέρω χειρουργικής επέμβασης ο ενάγων χρειάστηκε για ένα μήνα μετά τη χειρουργική επέμβαση  κατ’ οίκον φροντίδα, που του πρόσφερε η σύντροφός του …, στην οποία κατέβαλε το ποσό των 600 ευρώ (βλ. τη σχετική απόδειξη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος), κατά το οποίο και ζημιώθηκε, ενώ το επιπλέον αιτούμενο από αυτόν ποσό κρίνεται υπερβολικό και μη ανταποκρινόμενο στις ανάγκες του και ως εκ τούτου τυγχάνει απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο. Τέλος, το αγωγικό κονδύλιο, ποσού 810 ευρώ, για λήψη από τον ενάγοντα βελτιωμένης διατροφής για τρεις (3) μήνες μετά από την έξοδό του από το Νοσοκομείο τυγχάνει απορριπτέο ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προκύπτει ότι όταν αυτός εξήλθε από το νοσοκομείο οι θεράποντες ιατροί του έδωσαν οδηγίες για λήψη βελτιωμένης διατροφής. Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, οι διατροφικές συνήθειες του σύγχρονου μέσου πολίτη καλύπτουν τις διατροφικές ανάγκες ακόμα και ενός εξασθενημένου οργανισμού, με συνέπεια η συνήθης διατροφή να καλύπτει τη βελτιωμένη με την έννοια που δίνεται από τον ενάγοντα. Εξάλλου, βάσει των συνθηκών, που έγινε το ατύχημα, της βαρύτητας του τραυματισμού του ενάγοντος, του είδους, της έντασης και των συνεπειών της σωματικής του βλάβης, της ηλικίας του, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών, λαμβανομένου υπόψη και του αποκλειστικού πταίσματος των εναγομένων στην πρόκληση του ατυχήματος, πρέπει να επιδικαστεί στον ενάγοντα ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, γενομένου δεκτού εν μέρει ως κατ’ ουσία βάσιμου του σχετικού κονδυλίου. Κατόπιν των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρον έκαστος, το συνολικό ποσό των τριάντα χιλιάδων εννιακοσίων σαράντα τριών ευρώ και ενενήντα λεπτών (30.943,90€), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως. Επιπλέον, το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση της απόφασης είναι δυνατόν να προκαλέσει σημαντική ζημιά στον ενάγοντα της εν λόγω αγωγής ˙ για το λόγο αυτό πρέπει να διαταχθεί η προσωρινή, κατά ένα μέρος, εκτέλεση της απόφασης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Επιπλέον, το αίτημα για προσωπική κράτηση των δευτέρου και τρίτου των εναγομένων πρέπει να απορριφθεί, δεδομένου ότι δεν προέκυψαν από τη διαδικασία οι προς τούτο απαιτούμενοι ειδικοί όροι, όπως λ.χ. κακή τους πίστη, αφερεγγυότητα, αποστέρηση της περιουσίας τους κλπ, η δε απαγγελία προσωπικής κράτησης λόγω αδικοπραξίας είναι δυνητική και απόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου (ΕφΠειρ 29/2007, ΝΟΜΟΣ). Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εναγομένων ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας κάθε μέρους (άρθρα 178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των τριάντα χιλιάδων εννιακοσίων σαράντα τριών ευρώ και ενενήντα λεπτών (30.943,90 €), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση εν μέρει προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις

 

H ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ