ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
1996/202
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
——————————
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 31-05-2021 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Ειρήνης Κοντοσέα με Α.Μ. 003415 του Δ.Σ. Πειραιώς.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρίας με την επωνυμία «… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Ανδρονίκη Μανατάκη με Α.Μ. 010657 του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 11-11-2019 και με αριθμό κατάθεσης 11146/5597/2019 αγωγή του, η οποία προσδιορίστηκε, κατόπιν αναβολής, για τη δικάσιμο της 6η-2-2020, οπότε ματαιώθηκε η συζήτηση λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων εξαιτίας του ιού COVID-19. Mε πράξη του Προέδρου της Τριμελούς Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς ορίσθηκε νέα δικάσιμος κατά προτεραιότητα για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, χωρίς όμως να απαιτείται να επιδοθεί κλήση για τη συζήτηση της υπόθεσης, καθώς η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο που έγινε από τον γραμματέα, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 74 παρ.2 του ν. 4690/2020, που περιλαμβάνει διατάξεις για την επαναλειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων μετά την αναστολή λειτουργίας τους προς αντιμετώπιση του ιού COVID-19 κατά το διάστημα από 13.3.2020 έως 31.5.2020.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ο ενάγων εκθέτει στην κρινόμενη αγωγή του ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας που κατήρτισε με την εναγομένη, πλοιοκτήτρια εταιρία του υπό ελληνικής σημαίας επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία …», Νηολογίου … με αριθμό … κ.ο.χ. … ναυτολογήθηκε στο ανωτέρω πλοίο με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, σύμφωνα με τους όρους της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε., προσέφερε δε την εργασία του από 4-1-2018 έως 20-2-2018 οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει», από 1-4-2018 έως 1-11-2018 οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει», από 13-2-2019 έως 11-8-2019 και από 10-9-2019 έως 25-10-2019 οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει». Περαιτέρω, αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του επί του ανωτέρω πλοίου, το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο …ς – Ηράκλειο Κρήτης, προς κάλυψη των δημιουργουμένων αναγκών, λόγω των συνθηκών, που περιγράφει στην αγωγή του, μεταξύ των οποίων και της πραγματοποίησης δρομολογίων «εξπρές», απασχολήθηκε όλες τις ημέρες της εβδομάδος, συμπεριλαμβανομένων των Σαββάτων και των Κυριακών, υπερωριακά, εντός των πλαισίων των ειδικώς καθοριζομένων καθηκόντων της ειδικότητάς του. Ότι διατηρεί αξιώσεις σε βάρος της εναγομένης για διαφορές επί των νομίμων αποδοχών του, για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης, για διαφορά επιδομάτων εορτών καθώς και για διαφορά επί της αμοιβής των δρομολογίων εξπρές. Με βάση τα ανωτέρω, ζητεί με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 25.128,19 ευρώ για διαφορά αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης, καθώς και να αναγνωρισθεί, κατόπιν παραδεκτής τροπής του αιτήματος, η υποχρέωση της να του καταβάλει το ποσό των 735,31 ευρώ για διαφορές επί των νομίμων αποδοχών του, το ποσό των 5.926,04 ευρώ για διαφορές επιδομάτων εορτών και το ποσό των 1.086,32 ευρώ για δρομολόγια εξπρές, άπαντα τα κονδύλια με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση, δεδομένου ότι προσκομίσθηκε το κατ’ άρθρο 3 παρ.2 του Ν. 4640/2019 έγγραφο ενημέρωσης για τη δυνατότητα επίλυσης διαφοράς με διαμεσολάβηση, ενώπιον του καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιου Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 25§2 και 33 του ΚΠoλΔ και άρθρο 51 παρ.3Α του Ν.2.172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρο 614 επ. ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 82 του Κ.Ι.Ν.Δ.). Η αγωγή κρίνεται επαρκώς ορισμένη, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την εναγομένη, αφού όταν ζητείται η καταβολή υπερωριακής αμοιβής στο ναυτικό, αρκεί να προκύπτουν οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής του και δεν είναι αναγκαίο να αναφέρονται στην αγωγή οι κατ’ ιδίαν εργασίες, ο χρόνος που έγιναν αυτές (ούτε δρομολόγια του πλοίου, ο προορισμός του, τα ενδιάμεσα λιμάνια και η ώρα απασχόλησης του), αν υπήρχε ανάγκη και το πρόσωπο που έδωσε την εντολή. Στην ένδικη αγωγή αναφέρονται, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για όλες τις αξιώσεις από ναυτεργατική σύμβαση και συγκεκριμένα ο χρόνος σύναψής της, το είδος της εργασίας και η συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αμοιβής του ενάγοντα, η διάρκεια της καθημερινής του απασχόλησης και για όλο το κρίσιμο διάστημα, από την οποία, με σαφήνεια και ακρίβεια προκύπτουν οι ώρες της κανονικής, αλλά και της υπερωριακής εργασίας του, στοιχεία που, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 είναι αρκετά και καθιστούν έτσι πλήρως ορισμένη την αγωγή (ΑΠ 1686/2007, ΕφΛαμ 22/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η αγωγή κρίνεται νόμιμη, στηριζόμενη, στις διατάξεις των άρθρων 297 εδ. α’, 330 εδ. α’, 340, 341, 345 εδ. α’, 346 εδ. α’, 479, 481, 648, 653, 655 εδ. α’, β’, 904 επ. ΑΚ, , 1, 2, 37, 53, 54, 60, 62, 63, 84, 105-106 του ΚΙΝΔ, 1, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς», στις διατάξεις των Σ.Σ.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων ετών 2017 και 2019, καθώς επίσης και στα άρθρα 70, 176, 907, 908 παρ. 1 ε’, 910 αριθ. 4 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω η αγωγή ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, χωρίς να απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου για το αιτούμενο προς καταψήφιση ποσό κατά το μέρος που υπερβαίνει το ποσό της αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου, σύμφωνα με το αρθρ. 71 του ΕισΝΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το αρθρ. 14 παρ.1 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το αρθρ. 2 του Ν. 3994/2011 (βλ. το υπ’ αριθ. … ηλεκτρονικό παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ. σε συνδυασμό με την από 24-11-2020 απόδειξη ηλεκτρονικής συναλλαγής της Εθνικής Τράπεζας.
Από την εκτίμηση των υπ’ αριθ. … ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων απόδειξης, οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς …), των υπ’ αριθ…. ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ανταπόδειξης, οι οποίες ελήφθησαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς Ζωής Βενίτη, μετά από νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου … … καθώς και από όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως έγγραφα των διαδίκων, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, τις ομολογίες των διαδίκων και τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Σε εκτέλεση διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν μεταξύ των διαδίκων στον …, ο ενάγων ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου στο με ελληνική σημαία ε/γ-ο/γ πλοίο …» και απασχολήθηκε από 4-1-2018 έως 20-2-2018, από 1-4-2018 έως 1-11-2018, από 13-2-2019 έως 11-8-2019 και από 10-9-2019 έως 25-10-2019 οπότε απολύθηκε στον … «αμοιβαία συναινέσει». Στις έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας που υπογράφηκαν από τους διαδίκους συμφωνήθηκε να αμείβεται ο ενάγων με κλειστό μισθό ανερχόμενο στο ποσό των 2.721,87 για το έτος 2018 και στο ποσό των 2.776,28 ευρώ για το έτος 2019. Στον καταβαλλόμενο κλειστό μισθό συμφωνήθηκε να συμπεριληφθούν βασικός μισθός, επίδομα Κυριακών, επίδομα Σαββάτων και αργιών, επίδομα αδείας και τροφοδοσίας, τυχόν επίδομα εταιρίας και «όλα τα διάφορα επιδόματα που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας», η οποία στην προκειμένη περίπτωση συμφωνήθηκε επίσης, ρητά να είναι εκείνη των πληρωμάτων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, εφαρμοστέα δηλαδή τυγχάνει η εκάστοτε Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών επιβατηγών Πλοίων. Κατά το χρονικό διάστημα από 4.1.2018 έως 1.11.2018, ίσχυσε αποκλειστικώς η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017, που κυρώθηκε μεν στις 27.10.2017 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/77056/2017 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β 4005/17.11.2017) και έτσι κατέστη εφεξής και μέχρι τη λήξη της χρονικής διάρκειάς της γενικά υποχρεωτική. Πάντως, η αναδρομική ισχύς που εγκύρως δίδεται στις ΣΣΝΕ κατά τη σύναψή τους καταλαμβάνει μόνον όσες ατομικές συμβάσεις καταρτίστηκαν πριν την υπογραφή τους και δεν είχαν λυθεί ή λήξει μέχρι τότε (ΜονΕφΠειρ. 371/2016, 376/2016, 719/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 1132/2005, ΕΝαυτΔ 2005/425, ΕφΠειρ. 457/2000, ΔΕΕ 2000/895). Για το λόγο αυτό την από 4.1.2018 ατομική σύμβαση ναυτικής εργασίας ουδέποτε κατέλαβαν οι ρυθμίσεις της επόμενης ΣΣΝΕ (του έτους 2018), που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/80350/2018 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018) και έτσι κατέστη γενικά υποχρεωτική, αφού κατά την υπογραφή της εν λόγω ΣΣΝΕ (31.10.2018) η εργασιακή σύμβαση του ενάγοντος είχε, όπως δεν αμφισβητείται, λυθεί. Επομένως, ενόψει του ότι στην τελευταία από τις επίδικες σύμβαση ναυτολόγησης έγινε ρητή παραπομπή στην «εκάστοτε ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας», η αμοιβή του ενάγοντος κατά το χρονικό διάστημα από 4.1.2018 έως και 1.11.2018 προσδιορίστηκε από τους όρους της τελευταίας εν ισχύ ΣΣΝΕ (της από 27.10.2017), που δια της ως άνω παραπομπής κατέστησαν συμβατικοί όροι της. Τούτο δε καθόσον, με δεδομένο ότι στις ΣΣΝΕ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 9 του Ν. 1876/1990 για την επιβίωση των κανονιστικών όρων της [χερσαίας] συλλογικής σύμβασης που έληξε (ΑΠ 1107/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αν ατομική σύμβαση ναυτικής εργασίας συναφθεί σε χρόνο μεταγενέστερο της λήξης της ισχύος της τελευταίας σχετικής ΣΣΝΕ και ταυτόχρονα συμφωνηθεί να καταστούν περιεχόμενό της οι όροι της «εκάστοτε» ΣΣΝΕ, το εργασιακό καθεστώς διέπεται πλέον, αν η συμβατική παραπομπή δε γίνει σε άλλη συγκεκριμένη ΣΣΝΕ, από την, ελλείψει νεότερης, τελευταία ισχύσασα ΣΣΝΕ εωσότου συναφθεί νέα ΣΣΝΕ (ΜονΕφΠειρ. 205/2019, αδημ.), που θα καταλάβει την ατομική σύμβαση, εφόσον βέβαια η τελευταία κατά την υπογραφή της συλλογικής σύμβασης με αναδρομική ισχύ δεν έχει λήξει ή λυθεί. Αντίστοιχα, για το χρονικό διάστημα από 13.2.2019 έως 25.10.2019 ίσχυσε αποκλειστικώς η η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 12-8-2019 (ΦΕΚ Β΄3170/12.8.2019) και έτσι κατέστη εφεξής και μέχρι τη λήξη της χρονικής διάρκειάς της γενικά υποχρεωτική, οι φορείς όμως της συλλογικής αυτονομίας που την συνομολόγησαν περιέλαβαν σ’ αυτήν ρήτρα (την ακροτελεύτια) περί αναδρομικής από 1.1.2019 ισχύος της, με αποτέλεσμα οι ρυθμίσεις της ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής των ναυτικών να καταλαμβάνουν και τους διαδίκους, κανονιστικώς μεν οπωσδήποτε μετά την κύρωσή της αλλά ενοχικώς και πριν από αυτήν, δεδομένου ότι αμφότεροι ήταν κατά το έτος 2019 μέλη των συλλογικών οργανώσεων που συνυπέγραψαν τη συγκεκριμένη ΣΣΝΕ και, ειδικότερα, ο μεν ενάγων μέλος της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας (ΠΝΟ), όπως πιστοποιείται από το γεγονός της παρακρατήσεως από τις μηνιαίες αποδοχές του εισφοράς υπέρ αυτής, η δε εναγόμενη μέλος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), όπως και η ίδια δεν αμφισβητεί. Και τούτο διότι κατά την ορθότερη άποψη, ratione personae, η ΣΣΝΕ ισχύει και πριν την υπουργική κύρωσή της και δεσμεύει από την υπογραφή της αναδρομικά τις οργανώσεις που συμβλήθηκαν για τη σύναψή της και τα μέλη τους, ενώ οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι, που είναι τρίτοι ως προς τα συμβληθέντα μέρη, δεσμεύονται μόνο μετά από αυτήν και τη νόμιμη δημοσίευση της κυρωτικής υπουργικής απόφασης, οπότε η ισχύς της επεκτείνεται μεν και πέραν των οργανώσεων που συμβλήθηκαν αλλά μόνο για το μέλλον (ΑΠ 1905/1987, ΕΕΔ 1989/275 = Δνη 1988/1387 = ΕΕΝ 1989/49 = ΕΝαυτΔ 1989/181, ΑΠ 1263/1987, ΕΕΝ 1988/669 = ΕΕΔ 1988/1126, ΑΠ 1267/1987, ΕΕΝ 1988/673 = ΕΕΔ 1988/1128, ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η τελευταία σύμβαση λύθηκε μετά την ισχύ της ως άνω ΣΣΕ εργασίας και κατά συνέπεια καταλαμβάνεται από την ισχύ της τελευταίας. Κατά την ΣΣΝΕ του έτους 2017 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 § 2) ο μηνιαίος μισθός ενέργειας του θαλαμηπόλου ορίστηκε σε 1.157,99 ευρώ, το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε 254,76 ευρώ, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε 35,22 € και οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε 417,13 {[1.157,99 € + 254,76 €=1.412,75 : 22) + 19,21 ημερήσιο αντίτιμο τροφής €] Χ 5 ημέρες = 417,13 €}, το δε ωρομίσθιο του θαλαμηπόλου καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό 6,69 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε 8,37 ευρώ και 10,04 ευρώ αντίστοιχα. Στις ανωτέρω αποδοχές δεν συμπεριλαμβάνεται το αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας ύψους 19,21 € την ημέρα διότι ο ενάγων σιτιζόταν στο πλοίο. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος κατά τις ναυτολογήσεις του το έτος 2018 ανέρχονταν σε 1.865,1 ευρώ, δηλαδή σε χρηματικό ποσό που υπολειπόταν του συμβατικού κλειστού μισθού του (2.721,84 €). Επομένως, για το ως άνω χρονικό διάστημα ο ενάγων δικαιούνταν το συνολικό ποσό των 16.226,37 ευρώ [1.865,1 Χ 8,7 μήνες (261 ημέρες/30)]. Από τις αποδείξεις πληρωμής που προσκομίζει η εναγομένη αποδεικνύεται ότι ο ενάγων έλαβε συνολικά για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα το ποσό των 16.360,4 ευρώ και για το λόγο αυτό του δεν του οφείλεται το ποσό των 430,03 ευρώ. Αντίστοιχα, για τις ναυτολογήσεις που έλαβαν χώρα το έτος 2019 ο μηνιαίος μισθός ενέργειας του θαλαμηπόλου ορίστηκε σε 1.204,77 ευρώ, το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε 265,05 ευρώ, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε 36,64 € και οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε 433,95 {[1.204,77 € + 265,05 : 22) + 19,98 €] Χ 5 ημέρες = 433,95 €}, το δε ωρομίσθιο του θαλαμηπόλου καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό 6,96 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε 8,70 ευρώ και 10,44 ευρώ αντίστοιχα. Το αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας ύψους 19,98 € την ημέρα, δεν περιλαμβάνεται στις μηνιαίες αποδοχές διότι ο ενάγων, όπως εκτέθηκε, σιτιζόταν στο πλοίο. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος κατά τις ναυτολογήσεις του το έτος 2019 ανέρχονταν σε 1.940,44 ευρώ, δηλαδή σε χρηματικό ποσό που υπολειπόταν του συμβατικού κλειστού μισθού του (2.776,28 €). Επομένως, δικαιούνταν για το ως άνω χρονικό διάστημα το συνολικό ποσό των 12.865,11 ευρώ [6,63 μήνες (199 ημέρες/30)]. Από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις πληρωμής προκύπτει ότι ο ενάγων έλαβε συνολικά για το ίδιο χρονικό διάστημα το ποσό των 12.806,72 ευρώ και για τον λόγο αυτό δικαιούται τη διαφορά ύψους 58,40 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το πλοίο της εναγόμενης εταιρίας αναχωρούσε καθημερινά από … ώρα 21.00 και κατέπλεε ώρα 6.15,της επόμενης ημέρας, στο λιμάνι του Ηρακλείου από το οποίο απέπλεε με προορισμό τον … ώρα 21.00 όπου κατέφθανε την ίδια ώρα, 6.15, της επόμενης ημέρας. Kατ’ εξαίρεση στις 27-4-2018 εκτελέσθηκε πρόσθετο δρομολόγιο, καθόσον μετά την άφιξη στις 6:15 στο λιμάνι του Ηρακλείου αναχώρησε στις 8:00 με προορισμό τον … όπου κατέπλευσε στις 17:00. Επίσης, στις 6-4, 12-7, 19-7, 26-7, 31-7, 4-8, 7-8, 11-8, 21-8, 23-8, 28-8, 30-8/208 μετά την άφιξη του πλοίου στον … την 6:15, εκτελέσθηκε πρόσθετο δρομολόγιο, καθόσον αναχώρησε στις 10:00 με προορισμό το Ηράκλειο όπου κατέπλευσε στςι 18:45. Στις 5-7, 28-7, 2-8, 9-8, 16-8, 19-8, 26-8 και 2-9/2018 μετά την άφιξη του στο Ηράκλειο στις 6:15 εκτέλεσε πρόσθετο δρομολόγιο αναχωρώντας στις 10:00 με προορισμό τον … όπου κατέπλευσε στις 18:45. Στις 13-8-2018 μετά την άφιξη του στο Ηράκλειο στις 6:15 εκτέλεσε πρόσθετο δρομολόγιο αναχωρώντας στις 8:30 με προορισμό Θήρα όπου αφίχθη στις 12:10 και επέστρεψε στο Ηράκλειο στις 18:45. Περαιτέρω, δεν εκτελέστηκαν τα προγραμματισμένα δρομολόγια στις 24-1-2018, 7-4-2018, 8-8-2018, 3-9-2018 ,26-9-2018,29-9-2018, , 13-2-2019, 14-2-2019, 23-2-2019, 24-2-2019, 29-3-2019, 27-4-2019, 28-4-2019, 13-9-2019, 24-9-2019, ήτοι για συνολικά 18 ημέρες. Η οργανική σύνθεση του πλοίου άρθρου (σύμφωνα με το άρθρο του 6 π.δ. 177/1974, που αφορά την οργανική σύνθεση πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών πλοίων), προέβλεπε την ναυτολόγηση ενός προϊστάμενου αρχιθαλαμηπόλου, ενός αρχιθαλαμηπόλου, 25-26 θαλαμηπόλων και δεκαεπτά επίκουρων, ωστόσο από τις καταθέσεις των μαρτύρων και από όσα οι διάδικοι ισχυρίζονται, δεν καθίσταται απολύτως σαφές ποιος ήταν ο ακριβής αριθμός των ναυτολογημένων κατά τον επίδικο χρόνο ναυτικών με τις άνω ιδιότητες. Επίσης, αποδεικνύεται ότι κατά τη θερινή περίοδο οι άνω ειδικότητες είχαν αυξημένο αριθμό και στη χειμερινή μειώνονταν κατά το ήμισυ. Λαμβάνοντας υπόψη τους αριθμούς αυτούς, τα δρομολόγια που εκτελούσε το πλοίο, με δεδομένο ότι βάσει των πινάκων δρομολογίων του πλοίου η μεταξύ των ταξιδιών παραμονή του στα λιμάνια της αφετηρίας ή του προορισμού του λάμβανε χώρα πάντοτε κατά τη διάρκεια της ημέρας, με αποτέλεσμα την ανυπαρξία επιβατικής κίνησης και συνακόλουθα ανάγκης απασχόλησης του ενάγοντος στο πόστο του (υποδοχή) κατά τις ώρες αυτές, την ικανότητά του να μεταφέρει έως 1.500 επιβάτες, την διάρκεια του πλου (εννέα ώρες) χωρίς ενδιάμεσα λιμάνια, το ότι κάθε θαλαμηπόλος είχε, βοηθούμενος από έναν επίκουρο θαλαμηπόλο, να φροντίσει για την καθαριότητα, μετά την αποχώρηση των επιβατών και την προετοιμασία 14 καμπινών το χειμώνα και 25-28 το καλοκαίρι, ανάλογα με την εποχή, τις περισσότερες κατά την περίοδο με την μειωμένη κίνηση, όταν μειωνόταν και ο αριθμός των υπηρετούντων ναυτικών, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά επί εννέα 10 ημερησίως, καθ’ όλα τα χρονικά διαστήματα, πλην εκείνων στα οποία πραγματοποιούνταν επιπλέον δρομολόγια. Συγκεκριμένα, όταν το πλοίο εκτελούσε ένα ταξίδι διάρκειας εννέα ωρών (21.00 με 06.15) και ο αριθμός των ναυτολογημένων θαλαμηπόλων ήταν μειωμένος, οι θαλαμηπόλοι που εκτελούσαν βάρδια ξεκινούσαν περί ώρα 06.00 το πρωί, όταν εκκενώνονταν οι καμπίνες, το καθάρισμά τους και την προετοιμασία αυτών για τους επόμενους επιβάτες, εργασία που διαρκούσε μέχρι ώρα 11.00, στη συνέχεια άρχιζαν εκ νέου εργασία περί ώρα 19.00 στην υποδοχή των επιβατών και μετά τον απόπλου, ο ενάγων ειδικότερα, εργαζόταν στο σελφ-σέρβις εστιατόριο του πλοίου που λειτουργούσε μέχρι ώρα 23.00 και ο ίδιος μετά τον καθαρισμό του χώρου, αποχωρούσε προς ανάπαυση περί ώρα 24.00. Οι ίδιες, δέκα ώρες απαιτούνταν και στον υπόλοιπο χρόνο που υπηρετούσαν περισσότεροι ναυτικοί καθώς τότε ήταν μεν περισσότεροι αλλά αύξανε σημαντικά και ο αριθμός των επιβατών, επομένως και των χρησιμοποιούμενων καμπινών. Έτσι κατά τα εν λόγω χρονικά διαστήματα ο ενάγων εργαζόταν επί 10 ώρες καθημερινά εκ των οποίων η δύο ώρες είναι υπερωριακή εργασία τις καθημερινές ημέρες και τις Κυριακές ενώ το σύνολό αυτών είναι υπερωριακή εργασία τα Σάββατα και τις αργίες. Κατά την περίοδο που εκτελούνταν επιπλέον πλόες με αυξημένη επιβατική κίνηση ο ενάγων προκειμένου να εκτελέσει τα καθήκοντά του απασχολείτο επί 12 ώρες καθημερινά εκ των οποίων οι 4 ώρες αποτελούσαν υπερωριακή εργασία τις καθημερινές και Κυριακές ενώ και οι 12 ώρες ήταν υπερωριακή εργασία τα Σάββατα και τις αργίες. Αποδείχθηκε στη συνέχεια ότι οι θαλαμηπόλοι ανά δυο άτομα εκτελούσαν φυλακές πυρασφάλειας διάρκειας δώδεκα ωρών, από ώρα 06.00 έως ώρα 18.00 και από ώρα 18.00 έως ώρα 06.00, με συνέπεια όταν το πλοίο ανάμενε στο λιμάνι από ώρα 06.15 έως τον απόπλου του ώρα 21.00, ο εκτελών την εν λόγω βάρδια δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από αυτό και ήταν σε ετοιμότητα, εργαζόμενος με τα αναγκαία για τη σίτισή του διαλλείματα. Η εν λόγω υπηρεσία επαναλαμβανόταν επί πέντε, περίπου, φορές στη διάρκεια του μήνα κατά τα (δυο) διαστήματα με τον μειωμένο αριθμό ναυτολογημένων μελών πληρώματος και επί δυο, περίπου, φορές τους λοιπούς μήνες, ενώ το σύνολο των δώδεκα ωρών που διαρκούσε η εν λόγω βάρδια δεν ήταν υπερωριακή εργασία, πλέον του νομίμου ωραρίου για τον εκτελούντα αυτήν, καθώς συνέπιπτε και με την βάρδια που εκτελούσε με την ειδικότητά του. Εξάλλου, το γεγονός ότι, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα το πλοίο ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, δεδομένου μάλιστα ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του ΝΔ 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου» (ΚΔΝΔ, ΦΕΚ Α 261/3.10.1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν υποδηλώνει ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (ΜονΕφΠειρ. 23/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 180/2008, ΕΝαυτΔ 2008/308 = ΠειρΝομ. 2009/197, ΕφΠειρ. 1/2003, ΕΝαυτΔ 2003/124), ενώ και το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγόμενη, διά του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 107 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 εκάστης των ως άνω ΣΣΝΕ, καθώς και το ότι ο ενάγων υπέγραφε στο εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (ΜονΕφΠειρ. 716/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 526/2012, ΕΝαυτΔ 2012/381, ΕφΠειρ. 452/2010, ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας και του βιβλίου υπερωριών ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (νοούμενη ως άφεση χρέους) είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (παραίτηση) λαμβάνει χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 166/2016, ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 495/2006, ΔΕΕ 2006/948, ΜονΕφΠειρ. 739/2015, ο.π., ΜονEφΠειρ. 698/2014, Δνη 2015/504, ΜονΕφΠειρ. 626/2014, ο.π., ΜονΕφΠειρ. 361/2013, ΕΝαυτΔ 2013/208), απορριπτομένων συνεπώς ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ειδικότερων ισχυρισμών της εναγομένης. Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα και σύμφωνα και με το αίτημα στο οικείο κεφάλαιο της αγωγής (άρθρο 106 ΚΠολΔ), στον ενάγοντα οφείλεται λόγω υπερωριακής απασχόλησης: Για το έτος 2018: α) κατά το χρονικό διάστηµα από 4/1/2018 έως 20/2/2018 και από 1/4/2018 έως 1/11/2018 απασχολήθηκε µε την ειδικότητα του θαλαμηπόλου 4 ημέρες κατά τις οποίες το πλοίο εκτέλεσε διπλά δρομολόγια και συγκεκριμένα 3 Σάββατα (28.7, 4.8, 11.8) και μία αργία (6.4) οπότε εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως, ενώ για τα λοιπά 34 Σάββατα και 7 αργίες (6, 13, 20, 27/1, 3, 10, 17/2, 7, 14, 21, 28/4, 5, 12, 19, 26/5, 2, 9, 16, 23, 30/6, 7, 14, 21/7, 18, 25,/8, 1, 8, 15, 22, 29/9 και 6, 13, 20, 27/10 του έτους 2018 και τις αργίες των 9.4.2018, 23.4.2018, 1.5.2018, 17.5.2018, 15.5.2018, 14.9.2018 και 28.10.2018) εργάσθηκε επί 10 ώρες ημερησίως, οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 4.598,32 ευρώ (458 ώρες Χ 10,04 ευρώ/ώρα). Eπίσης, 19 καθημερινές και Κυριακές (27.4, 5.7., 12.7.,19.7., 26.7., 31.7., 2.8., 7.8., 9.8., 13.8., 16.8., 19.8., 21.8., 23.8., 26.8., 28.8., 30.8.2018, 2.9. και 3.9.2018 κατά τις οποίες εκτέλεσε διπλό δρομολόγιο, ο ενάγων εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως, ενώ τις υπόλοιπες 199 καθημερινές και Κυριακές εργάσθηκε 10 ώρες ημερησίως και πραγματοποίησε συνολικά 474 ώρες υπερωριακής απασχόλησης, οπότε δικαιούται το ποσό των 3.967,38 ευρώ (474 ώρες Χ 8,37 ευρώ/ώρα). Κατά τα χρονικά διαστήματα από 13.2.2019 έως 11.8.2019 και από 10.9.2019 έως 25.10.2019 απασχολήθηκε υπερωριακά δύο Σάββατα (3.8.2019 και 10.8.2019) κατά τα οποία εκτελέσθηκαν διπλά δρομολόγια και εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως, ενώ τα υπόλοιπα 29 Σάββατα και τις 7 αργίες (16.3., 23/2, 2, 9, 16, 23, 30/3, 6, 13, 20, 27/4, 4, 11, 18, 25/5, 1, 8, 15, 22, 29/6, 6, 13, 20, 27/7, 21, 28/9 και 5, 12, 19/10 και τις αργίες 11.3.2019, 25.3.2019, 26.4.2019, 29.4.2019, 1.5.2019, 6.6.2019 και 14.9.2019) εργάσθηκε επί 10 ώρες ημερησίως παρέχοντας συνολικά 456 ώρες υπερωριακής εργασίας. Συνεπώς, δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 4.760,64 ευρώ (456 ώρες Χ 10,44 ευρώ/ώρα). Κατά τις 10 καθημερινές που το πλοίο εκτέλεσε διπλά δρομολόγια (4.7.2019, 11.7.2019, 12.7.2019, 18.7.2019, 25.7.2019, 26.7.2019, 30.7.2019, 1.8.2019, 6.8.2019, 8.8.2019) εργάσθηκε 12 ώρες ημερησίως, ενώ τις λοιπές 184 καθημερινές και Κυριακές 10 ημερησίως, και παρείχε συνολικά 408 ώρες υπερωριακής εργασίας, οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του το ποσό των 3.549,6 ευρώ (408 ώρες Χ 8,70 ευρώ/ώρα). Συνολικά εποµένως δικαιούται το ποσό των 16.875,94 ευρώ έναντι του οποίου έχει λάβει ποσό ύψους 9.393,9 ευρώ για υπερωριακή απασχόληση. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει ως κατ΄ουσίαν βάσιμη η ένσταση εξόφλησης λόγω καταβολής (άρθρο 416 ΑΚ) που προέβαλε η εναγομένη και να αφαιρεθεί το ποσό των 9.393,9 ευρώ που κατέβαλε για υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος, απομένοντος υπολοίπου ύψους 7.482,04 ευρώ. Η εναγόμενη ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι τα ποσά που κατέβαλε ως «έκτακτες αμοιβές» πρέπει να συμψηφισθούν με τις απαιτήσεις του ενάγοντος για υπερωριακή αμοιβή, με βάση ειδική μεταξύ τους συμφωνία, περιεχόμενη στις μεταξύ τους συμβάσεις ναυτικής εργασίας, ότι κάθε ποσό που θα καταβαλλόταν από την εταιρία στο ναυτικό πέραν των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών που προβλέπονταν από την εκάστοτε εφαρμοστέα Σ.Σ.Ν.Ε. θα μπορούσε να συμψηφισθεί με αξιώσεις από τυχόν υπερωρίες που θα πραγματοποιούσε ο ναυτικός ή με άλλες υποχρεώσεις της εταιρίας από τη σύμβαση. Επί του ζητήματος αυτού προκύπτει ότι στις μεταξύ των διαδίκων υπογραφείσες συμβάσεις ναυτικής εργασίας περιέχεται ο υπ’ αριθ. 1 συμπληρωματικός όρος σύμφωνα με τον οποίο «Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες νόμιμες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Ο συμφωνηθείς αυτός όρος περί συμβατικού συμψηφισμού, ακριβέστερα καταλογισμού των υπέρτερων της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. καταβαλλόμενων στο ναυτικό ποσών με τις απαιτήσεις του για αμοιβή υπερωριών είναι έγκυρος. Όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μισθοδοτικές καταστάσεις του ενάγοντος για τα επίδικα χρονικά διαστήματα, καταβάλλονταν σε αυτόν τακτικά, κάθε μήνα, ως μέρος των αποδοχών μισθοδοσίας αφενός ορισμένο ποσό υπό την ονομασία «έκτακτες αποδοχές», αφετέρου ποσό υπό την ονομασία «υπερωρίες μισθοδοσίας» και «Σάββατα και αργίες». Δεν αποδείχθηκε ότι οι «έκτακτες αποδοχές» καταβάλλονταν στον ενάγοντα ως αμοιβή για εργασία που δεν περιλαμβανόταν στα καθήκοντά του, αλλά είχε τον χαρακτήρα «επιμίσθιου» κατά τα ανωτέρω δηλαδή δινόταν ως ανταμοιβή για τον ζήλο και τη δραστηριότητα του ναυτικού, η δε αμοιβή που δινόταν για «υπερωρία μισθοδοσίας» και «Σάββατα και αργίες» αφορούσε την καταβολή παγίως κάθε μήνα ενός ποσού για την υπερωριακή εργασία που θα παρείχε. Επίσης, όπως προκύπτει από την ως άνω σύμβαση ναυτικής εργασίας, περιέχεται σ’ αυτή ο υπ’ αριθ. 4 όρος που έχει ως εξής: «Σε περίπτωση που για οποιαδήποτε αιτία πιστωθούν στο λογαριασμό μισθοδοσίας του ναυτικού ποσά που δεν δικαιούται αυτός, είτε γιατί δεν προβλέπονται από την παρούσα σύμβαση εργασίας, είτε γιατί δεν πραγματοποιήθηκε η εργασία του, είτε γιατί δεν δικαιολογείται το πιστωθέν ποσό από την όλη εργασιακή σχέση, η εταιρία ή ο πλοίαρχος δικαιούται να καταλογίσει τα αχρεωστήτως πιστωθέντα ποσά στον επόμενο λογαριασμό μισθοδοσίας». Έτσι, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, συντρέχουν οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων θεμελιώνεται η δυνατότητα σχετικού συμβατικού συμψηφισμού, εφόσον προσδιορίσθηκε συγκεκριμένα στις προαναφερθείσες συμβάσεις, με την ως άνω διατύπωση του υπ’ αρ. 4 όρου της, ότι οι υπέρτερες αποδοχές οι οποίες θα καταβάλλονταν στον ενάγοντα μπορούσαν να καταλογίζονται (συμψηφίζονται) με την οφειλόμενη από την εναγομένη αμοιβή για υπερωριακή εργασία. Επιπλέον, από το περιεχόμενο της ειδικής αυτής συμφωνίας, που ερμηνεύεται όπως απαιτεί η καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη των συναλλακτικών ηθών (άρθρα 173 και 200 του Α.Κ.), προκύπτει ότι τα συμβληθέντα μέρη συμφώνησαν ώστε να συμψηφίζονται τα ως άνω χορηγούμενα ποσά με την πρόσθετη αμοιβή από υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, διότι διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να τεθεί στην ως άνω σύμβαση ναυτικής εργασίας τέτοιος όρος, αφού, όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχε άλλο ποσό που καταβαλλόταν στον ενάγοντα το οποίο να υπερέβαινε τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του, ώστε να συμψηφίζεται με την αμοιβή των υπερωριών που αυτός θα πραγματοποιούσε. Σημειωτέον, ότι η ως άνω κρίση δεν αναιρείται από το ότι οι ως άνω «έκτακτες αμοιβές», αντιστοιχούσαν σε ποσοστό επί των εκάστοτε μηνιαίων εισπράξεων των κυλικείων (μπαρ) και των εστιατορίων του πλοίου, οι οποίες καταβάλλονταν από την εναγομένη και όχι από τρίτο, στα μέλη του πληρώματος της υπηρεσίας ενδιαιτημάτων, ενόψει του ότι αυτές είχαν παρασχεθεί σε όλα τα μέλη αυτά, ανεξαρτήτως της απασχόλησης τους στα κυλικεία (μπαρ) και τα εστιατόρια του πλοίου. Μάλιστα, οι ως άνω χρηματικές παροχές (έκτακτες αμοιβές) δεν προέκυψε ότι συνδέονται με κάποια ειδικότερη εργασία, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων (ΕφΠειρ 48/2021 δημ. στη βάση δεδομένων του Δικαστηρίου). Επομένως, κατά παραδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της σχετικής ένστασης συμψηφισμού της εναγομένης, πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό που δικαιούται συνολικά για την προαναφερθείσα υπερωριακή εργασία του, το άνω ποσό των 2.682,61 ευρώ που η εναγόμενη του κατέβαλε ως έκτακτες αμοιβές, απομένοντος συνολικού οφειλόμενου υπολοίπου ύψους 4.799,43 ευρώ (7.482,04 – 2.682,61).
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το εν λόγω πλοίο, κατά τις ως άνω χρονικές περιόδους συνολικής απασχόλησης του ενάγοντος, πραγματοποιούσε έως και πέντε (5) κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα (περίπτωση που ρυθμίζεται από τη διάταξη της § 3 του ως άνω άρθρου 33), καθένα των οποίων διαρκούσε πάνω από δώδεκα (12) ώρες, απέπλεε δε από το λιμάνι αφετηρίας, που ήταν ο …ς, πριν τη συμπλήρωση παραμονής έξι (6) ωρών σ’ αυτό και επέστρεφε σ’ αυτό, χωρίς να παραμείνει στο λιμάνι προορισμού έξι ώρες. Συγκεκριμένα κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες, χωρίς να αμφισβητείται από την εναγομένη, πραγματοποίησε πρόσθετα δρομολόγια και δη στις 6.4.2018 αφίχθη στον … στις 06:15 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 27.4.2018 αφίχθη στις 17:00 και αναχώρησε στις 21:00 (2 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 5.7.2018 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (3,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 12.7.2018 αφίχθη 6:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης, στις 19.7.2018 αφίχθη στον … στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 26.7.2018 αφίχθη στον … στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 28.7.2018 αφίχθη στον … στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (3,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 31.7.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 2.8.2018 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (3,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 4.8.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 7.8.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 9.8.2018 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 09:00 (3,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης), στις 11.8.2018 αφίχθη στις 6:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες), στις 16.8.2018 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (3,75 ώρες), στις 19.8.2019 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (2,25 ώρες), στις 21.8.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες), στις 23.8.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες), στις 26.8.2018 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (3,75 ώρες), στις 28.8.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες), στις 30.8.2018 αφίχθη στις 06:15 και αναχώρησε στις 10:00 (2,25 ώρες) και στις 2.9.2018 αφίχθη στις 18:45 και αναχώρησε στις 21:00 (3,75 ώρες). Επομένως, το έτος 2018 πραγματοποίησε συνολικά 59 ώρες πρόωρης αναχώρησης που αντιστοιχούν σε 7,38 δρομολόγια εξπρές (59/8). Το έτος 2019 το πλοίο εκτέλεσε έκτακτα δρομολόγια στις ακόλουθες ημερομηνίες: στις 4.7.2019, 11.7. και 12.7, 30.7, 3.8, 6.8 και 10.8.2019 αφίχθη στον … στις 06:00 και αναχώρησε στις 10:00, εκτελώντας 2 ώρες πρόωρης αναχώρησης κάθε φορά, στις 18.7., 25.7., 26.7., 1.8. και 8.8.2019 αφίχθη στις 17:45 και αναχώρησε στις 21:00 εκτελώντας 2,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης κάθε φορά και συνολικά για το έτος 2019 οι ώρες πρόωρης αναχώρησης ανήλθαν σε 27,75 ώρες, που αντιστοιχούν σε (27,75/8) 3,47 δρομολόγια εξπρές. Στο ύψος των αποδοχών του με βάση τις οποίες υπολογίζεται η πρόσθετη αμοιβή των δρομολογίων «εξπρές» συμπεριλαμβάνεται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (βλ. ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004, σελ. 214, ΕφΠειρ 740/2015 και ΕφΠειρ 739/2015 στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 587/2011, ΕΝΔ 2012, σελ. 19, ΕφΠειρ 377/2011, ΕΝΔ 2011, σελ. 262). Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές συμπεριλαμβάνονται η αμοιβή για την υπερωριακή εργασία, οι αποδοχές αδείας (με το αντίτιμο τροφής), το ημερήσιο αντίτιμο τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ναυτικού, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτούσια (βλ. ΕφΠειρ 231/2013, ΕΝΔ 2013, σελ. 220, ΕφΠειρ 377/2011, ό.π.), ενώ το επίδομα ιματισμού δεν συγκαταλέγεται στις πάγιες και σταθερές, τακτικές αποδοχές, επί των οποίων υπολογίζεται, μεταξύ άλλων, η οφειλόμενη κατά τα ανωτέρω αποζημίωση, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον, κατά τα προλεχθέντα, η κύρια και βασική αιτία χορηγήσεώς του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕργΔ 2005, σελ. 237, ΑΠ 226/2003, ΕΕργΔ 2004, σελ. 790, ΕφΠειρ 434/2013, ΕΝΔ 2013, σελ. 24, ΕφΠειρ 377/2011, ό.π.), χωρίς επίσης να συνυπολογίζεται στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ο μέσος όρος ανά μήνα των έκτακτων αμοιβών, καθώς οι αμοιβές αυτές δεν δημιουργούσαν σύμφωνα με τον υπ’ αριθμ. 1 συμπληρωματικό όρο που περιλαμβάνεται στις ατομικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας του ενάγοντος, αξίωση προς τακτική καταβολή τους, αφού σύμφωνα με τη βούληση της συμβαλλόμενης εναγόμενης, η εν λόγω παροχή δεν αποτελούσε επαύξηση του μισθού που συμφωνήθηκε, υφισταμένης απλά δυνατότητας και όχι υποχρέωσης της εταιρείας προς καταβολή της, ενώ περαιτέρω δια της καταβολής της μπορούσαν να εξοφλούνται διάφορες υποχρεώσεις της εταιρίας, όπως η αξίωση προς καταβολή υπερωριών. Συνεπώς, ποσά που καταβάλλονταν προς απόσβεση απαίτησης δεν είναι ορθό να δημιουργούν υποχρέωση προς τακτική καταβολή τους, διότι ο σκοπός καταβολής τους τυγχάνει διάφορος της παροχής ανταλλάγματος της εργασίας του μισθωτού και για το λόγο αυτό η καταβολή τους σκοπό είχε να μειώσει το χρέος του εργοδότη και όχι να το αυξήσει, συνυπολογίζοντας αυτές ως μέρος των οφειλόμενων στον εργαζόμενο τακτικών αποδοχών. Ομοίως δεν συνυπολογίζονται στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές τα δώρα εορτών, έστω κι αν ο εργοδότης επιλέγει αντί να τα καταβάλει άπαξ ως σύνολο στον μισθωτό κατά τον χρόνο στον οποίο αντιστοιχούν, να τα καταβάλλει ως αναλογία στον μισθό του κάθε μήνα, καθώς ο χαρακτήρας των δώρων εορτών, όπως ορίζεται κατά τα ανωτέρω στις σχετικές διατάξεις, είναι να καταβάλλονται «επ’ ευκαιρία» των εορτών, προκειμένου να ενισχυθεί ο μισθωτός τα Χριστούγεννα και το Πάσχα όταν οι δαπάνες του κατά τεκμήριο αυξάνονται και όχι σαν τακτική μηνιαία αποδοχή και δη ως αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας που προσφέρει κάθε μήνα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση για το έτος 2018 οι μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος (με βάση την ΣΣΝΕ ακτοπλοϊκών του έτους 2017) ανέρχονταν συνολικά σε 3.628,66 ευρώ (βασικός μισθός 1157,99 + επ. κυρ. 254,76 + 576,3 αντίτιμο τροφής, [παρά το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε επαρκής τροφοδοσία του πληρώματος (άρθρο 18 παρ. 2 της ΣΣΝΕ), σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν προηγουμένως] + βαρ και ανθυγ. 35,22 ευρώ + επίδομα αδείας 452,05 ευρώ [1.157,99 ευρώ μισθός ενεργείας + 254,76 ευρώ επίδομα Κυριακών + 576,3 ευρώ μηνιαίο αντίτιμο τροφής (το οποίο προσμετράται πάντα για τον υπολογισμό του επιδόματος αδείας σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 2 ΣΣΕ, 1.989,05 ευρώ Χ 1/22 = 90,41 ευρώ Χ 5 ημέρες = 452,05 ευρώ) (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)] + 1.152,34 ευρώ ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του [(8.565,7 € καθ’ όλη τη χρονική περίοδο των ναυτολογήσεών του το έτος 2018 : 223 ημέρες Χ 30). Επομένως, η αμοιβή που δικαιούται αυτός για την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές ανέρχεται στο χρηματικό ποσό των 892,65 ευρώ (3.628,66 € Χ 1/30 Χ 7,38 δρομολόγια εξπρές). Για το έτος 2019 με βάση την ΣΣΝΕ ακτοπλοϊκών του έτους 2018 που ίσχυε κατά την ως άνω χρονική περίοδο, οι τακτικές αποδοχές του ενάγοντος ανέρχονταν συνολικά σε 3.650,74 ευρώ (βασικός μισθός 1.204,77 + επίδομα Κυριακών + 265,05 + 599,4 αντίτιμο τροφής, [παρά το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε επαρκής τροφοδοσία του πληρώματος, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν προηγουμένως] + βαρ και ανθυγ. 36,64 ευρώ + επίδομα αδείας 470,28 ευρώ [1.204,77 ευρώ μισθός ενεργείας + 265,05 ευρώ επίδομα Κυριακών + 599,4 ευρώ μηνιαίο αντίτιμο τροφής (το οποίο προσμετράται πάντα για τον υπολογισμό του επιδόματος αδείας σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 2 ΣΣΕ= 2.069,22 ευρώ Χ 1/22 = 94,05 ευρώ Χ 5 ημέρες = 470,28 ευρώ) (ΤριμΕφΠειρ. 53/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)] + 1.074,6 ευρώ ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του [(8.310,24 € καθ’ όλη τη χρονική περίοδο των ναυτολογήσεών του το έτος 2019 ÷ 232 ημέρες Χ 30). Συνεπώς, για τα 3,47 δρομολόγια εξπρές που εκτέλεσε το πλοίο δικαιούται πρόσθετη αμοιβή ύψους 422,26 ευρώ (3.650,74/30 Χ 3,47). Έναντι των ως άνω ποσών η εναγομένη κατέβαλε, όπως προκύπτει από το κωδικό με την ονομασία «διπλά δρομολόγια» στις αποδείξεις πληρωμής, το συνολικό ποσό των 1.081,64 (724,79 + 356,85) ευρώ. Επομένως, ο ενάγων διατηρεί αξίωση για πρόσθετη αμοιβή λόγω της εκτέλεσης δρομολογίων εξπρές ύψους (1.314,91 – 1.081,64), 233,27 ευρώ γενομένης δεκτής ως εν μέρει κατ’ ουσίαν βάσιμης της σχετικής ένστασης της εναγομένης.
Επιπροσθέτως, ο ενάγων δικαιούται, για τα χρονικά διαστήματα απασχόλησής του, από 4.1.2018 έως 20.2.2018 και από 1.4.2018 έως 30.4.2018, αναλογία επιδόματος Πάσχα, το οποίο ισούται με 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού για κάθε 8 ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης, δεδομένου ότι η σχέση εργασίας του με την εναγομένη εργοδότρια δε διήρκησε καθόλη τη χρονική περίοδο από 1-1 έως 30-4, σύμφωνα με το άρ. μόνο παρ. 3 της Υ.Α. 70.109/8.008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς», σε συνδυασμό με το άρ. 14 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε. Και συγκεκριμένα, δικαιούται με βάση τις μηνιαίες τακτικές αποδοχές του το ποσό των 1.218,34 ευρώ [3.748,75 ευρώ € οι πάγιες τακτικές αποδοχές του ÷ 2 = 1.874,37 € ÷ 15 = 124,95 € Χ 9,75 οκταήμερα=1.218,34 €] [τακτικές αποδοχές υπολογιζόμενες με βάση τη ΣΣΕ 2017, βασικός μισθός 1157,99 + επ. κυρ. 254,76 + 576,3 αντίτιμο τροφής, [παρά το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε επαρκής τροφοδοσία του πληρώματος (άρθρο 18 παρ. 2 της ΣΣΝΕ), σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν προηγουμένως] + βαρ και ανθυγ. 35,22 ευρώ + επίδομα αδείας 452,05 ευρώ + + 1.152,34 ευρώ ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του το έτος 2018 + 120,09 ευρώ ο μέσος όρος δρομολογίων εξπρές (892,65 ευρώ σύνολο αμοιβής δρομολογίων εξπρές έτους 2018/223 ημέρες Χ 30). Το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 της ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, στα οποία κατ’ άρθρο 1 § 3 περ. Ε αυτής συγκαταλέγονται και οι θαλαμηπόλοι, επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε 657,63 ευρώ, απομένοντος υπολοίπου ύψους 560,71 ευρώ (1.218,34-657,63).Για το χρονικό διάστημα από 13.2.2019 έως 30.4.2019, ο ενάγων δικαιούται για αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα, με βάση τις μηνιαίες τακτικές αποδοχές του, το ποσό των 1.188,79 ευρώ [3.705,34 ευρώ οι πάγιες τακτικές αποδοχές του ÷ 2 = 1.852,67 € ÷ 15 = 123,51 € Χ 9,625 οκταήμερα=1.188,79 €] [τακτικές αποδοχές υπολογιζόμενες με βάση τη ΣΣΕ 2019, βασικός μισθός 1.204,77 + επίδομα Κυριακών + 265,05 + 599,4 αντίτιμο τροφής, [παρά το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε επαρκής τροφοδοσία του πληρώματος, άρθρο 18 παρ. 2 της ΣΣΝΕ] + βαρ και ανθυγ. 36,64 ευρώ + επίδομα αδείας 470,28 ευρώ + 1.074,6 ευρώ ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του το έτος 2019 + 54,60 ευρώ ο μέσος όρος δρομολογίων εξπρές (422,26 ευρώ σύνολο αμοιβής δρομολογίων εξπρές έτους 2019/232 ημέρες Χ 30). Το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 της ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, στα οποία κατ’ άρθρο 1 § 3 περ. Ε αυτής συγκαταλέγονται και οι θαλαμηπόλοι, επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη. Έναντι του ποσού αυτού έλαβε 661,71 ευρώ, απομένοντος υπολοίπου ύψους 527,09 ευρώ (1.188,79 -661,71). Αντίστοιχα, η αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων για το έτος 2019 ισούται με 2/25 του μηνιαίου μισθού, για κάθε δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσης του, δεδομένου ότι η σχέση εργασίας του με την εναγομένη εργοδότρια δε διήρκησε καθ’ όλη τη χρονική περίοδο από 1-5 έως 31-12, σύμφωνα με το άρ. μόνο παρ. 3 της Υ.Α. 70.109/8.008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς», σε συνδυασμό με το άρ. 14 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε. Κατόπιν των ανωτέρω, ο ενάγων δικαιούται με βάση τις τακτικές αποδοχές του ύψους 3.748,75 ευρώ για αναλογία επιδόματος δώρου εορτών Χριστουγέννων του έτους 2018 το ποσό των 2.918 ευρώ [3.748,75 € πάγιες τακτικές αποδοχές Χ 2/25 = 299,9 € Χ 9,73 δεκαεννεαήμερα=2.918 €]. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων εισέπραξε το έτος 2018 για δώρο εορτών Χριστουγέννων το ποσό των 1.589,47 ευρώ και κατά συνέπεια δικαιούται τη διαφορά ύψους 1.328,55 (2.918 – 1.589,47) ευρώ. Ομοίως, το έτος 2019 ο ενάγων δικαιούται με βάση τις τακτικές αποδοχές του ύψους 3.705,34 ευρώ για αναλογία επιδόματος δώρου εορτών Χριστουγέννων το ποσό των 2.323,98 ευρώ [3.705,34 € πάγιες τακτικές αποδοχές Χ 2/25 = 296,43 € Χ 7,84 δεκαεννεαήμερα=2.323,98 €]. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων εισέπραξε το έτος 2019 για δώρο εορτών Χριστουγέννων το ποσό των 1.097,49 ευρώ και κατά συνέπεια δικαιούται τη διαφορά ύψους 1.226,50 (2.323,98 – 1.097,49) ευρώ
Κατόπιν όσων εκτέθηκαν πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και από ουσιαστική άποψη και να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (4.799,43), καθώς και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της να καταβάλει το ποσό των τριών χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ και πενήντα δύο λεπτών (3.934,52). Τα ανωτέρω επιμέρους ποσά πρέπει να καταβληθούν, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι στις 25-10-2019, σύμφωνα με το αγωγικό αίτημα, πλην των κονδυλίων που αφορούν στη διαφορά επιδόματος εορτής Πάσχα και Χριστουγέννων, τα οποία πρέπει να επιδικασθούν νομιμοτόκως από την 1η Μαΐου και την 1η Ιανουαρίου αντίστοιχα του επόμενου έτους που αφορούν. Περαιτέρω, η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί εν μέρει προσωρινά εκτελεστή, λόγω του αντικειμένου της, ως απαιτήσεων από σύμβαση εργασίας (άρ. 907, 908 παρ. 1 εδ. ε’ του Κ.Πολ.Δ.). Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης, λόγω της ήττας της, (άρ. 176, 191 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.), σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ και πενήντα δύο λεπτών (3.934,52), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λύσης της εργασιακής σχέσης στις 25.10.2019, πλην των κονδυλίων που αφορούν στη διαφορά επιδόματος εορτής Πάσχα και Χριστουγέννων, τα οποία πρέπει να επιδικασθούν νομιμοτόκως από την 1η Μαΐου και την 1η Ιανουαρίου αντίστοιχα του επόμενου έτους που αφορούν.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (4.799,43), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λύσης της εργασιακής σχέσης στις 25.10.2019 μέχρι την εξόφληση του.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση, κατά την ανωτέρω διάταξή της, προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000).
Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, τα οποία καθορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον …, στις
, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ