ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
2942/2021
(αριθμ. εκθ. καταθ. 5121-2409/2020)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Γεώργιο Ξυνόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη – Εισηγητή και Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη και τη Γραμματέα Ιωάννα Κατσαρού – Στάθη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 23 Μαρτίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΕΝΑΓΟΥΣΑ: 1) Η ναυτική εταιρεία που εδρεύει στο Πέραμα Αττικής με την επωνυμία «…» Α.Φ.Μ. … νομίμως εκπροσωπούμενη, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Θεμιστοκλής Σοφός του Ιωάννη με Α.Μ. 018770 του Δ.Σ. Αθηνών, δυνάμει του από 23/11/2020 πληρεξουσίου εγγράφου με ψηφιακή βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του …, νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ: 1) Η Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης που εδρεύει στα … με την επωνυμία «…» νομίμως εκπροσωπούμενη, δυνάμει του από 19/11/2020 πληρεξουσίου εγγράφου με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του δεύτερου εναγόμενου, προσωπικώς και υπό την ιδιότητα του ως νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγόμενης. 2) … για τους οποίους προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος Αλεξάνδρα Λίνα με Α.Μ. 002835 του Δ.Σ. Πειραιώς, δυνάμει του από 19/11/2020 πληρεξουσίου εγγράφου με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του δεύτερου εναγόμενου, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο. 3) … ο οποίος δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο, δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και δεν προκατέθεσε προτάσεις. 4) …, για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Μιχάλης Ιωαννίδης με Α.Μ. 001835 του Δ.Σ. Πειραιώς, δυνάμει του από 18/11/2020 πληρεξουσίου εγγράφου με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του δεύτερου εναγόμενου, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο. 5) … για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος του Αλεξάνδρα Λίνα με Α.Μ. 002835 του Δ.Σ. Πειραιώς και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, δυνάμει του από 19/11/2020 πληρεξουσίου εγγράφου με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του πέμπτου εναγόμενου. 6) … για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος του Αλεξάνδρα Λίνα με Α.Μ. 002835 του Δ.Σ. Πειραιώς και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, δυνάμει του από 19/11/2020 πληρεξουσίου εγγράφου με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του πέμπτου εναγόμενου.
Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 16-7-2020 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης 5121-2409/2020, προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το άρθρο 297 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015,ΦΕΚ Α 87, προκύπτει ότι η παραίτηση κατά τα άρθρα 294 και 296 γίνεται ή με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο του παραιτουμένου ή με δήλωση στις προτάσεις. Στην αμέσως αναφερόμενη πιο πάνω περίπτωση δεν εκδίδεται οριστική απόφαση, αφού επέρχεται κατάργηση της δίκης, σε περίπτωση δε που η υπόθεση, ένεκα και της προκατάθεσης των προτάσεων, προσδιοριστεί προς συζήτηση και συζητηθεί, το δικαστήριο εκδίδει απόφαση που αναγνωρίζει το κύρος της παραίτησης και κηρύσσει καταργημένη τη δίκη, οπότε με την απόφαση αυτή γίνεται και η εκκαθάριση των δικαστικών εξόδων, εφόσον υποβλήθηκε σχετικό αίτημα, το οποίο δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από κατάλογο των εξόδων (ΑΠ 1287/2011, Νομος). Στην υπό κρίση περίπτωση κατά τη δικάσιμο της 23ης/3/2021 ορίστηκε και έλαβε χώρα η συζήτηση της από 16-7-2020 αγωγής με τους ανωτέρω διαδίκους που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 5121-2409/2020, μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, δυνάμει της από 11-2-2021 έκθεσης ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου. Εντούτοις, η ενάγουσα με την από 11-11-2020 και με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου δήλωση παραίτησης που επιδόθηκε στις 13/11/2020 στον τέταρτο εναγόμενο δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της ανωτέρω αγωγής της ως προς τον τέταρτο εναγόμενο (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης Δικ. Επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών … προς τον αντίκλητο αυτού, δικηγόρο Ιωάννη Αθανασούλια), ενώ ο τέταρτος εναγόμενος δεν κατέθεσε προτάσεις. Επομένως, επήλθε κατάργηση της δίκης και η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε ως προς τον τέταρτο εναγόμενο.
Από τις διατάξεις των άρθρων 688-690 του ΑΚ που καθορίζουν λεπτομερώς την ευθύνη του εργολάβου αναλόγως με την φύση των ελαττωμάτων και ελλείψεων, τα οποία φέρει το έργο που εκτελέσθηκε από αυτόν, προκύπτει ότι ο εργοδότης δικαιούται να απαιτήσει: α) σε περίπτωση επουσιωδών ελαττωμάτων είτε τη διόρθωση αυτών είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, β) σε περίπτωση ουσιωδών ελαττωμάτων, τα οποία καθιστούν το έργο άχρηστο η έλλειψης των συνομολογηθεισών ιδιοτήτων, είτε τη διόρθωση, είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, είτε, αντί αυτών, να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και γ) σε περίπτωση κατά την οποία οι ελλείψεις του έργου, οι οποίες ανάγονται είτε σε ουσιώδη είτε σε επουσιώδη ελαττώματα, όσο και σε συμφωνημένες ιδιότητες, που οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, ο εργοδότης δικαιούται αντί υπαναχώρησης ή μειώσεως της αμοιβής να απαιτήσει αποζημίωση για κάθε ζημία, η οποία προήλθε από το γεγονός ότι ο εργολάβος δεν ανταποκρίθηκε υπαιτίως στις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του να κατασκευάσει έργο που να φέρει τις συμφωνημένες ιδιότητες και χωρίς ελαττώματα. Διαγράφεται δηλαδή από τα άρθρα αυτά διαζευκτικά συρροή περισσοτέρων δικαιωμάτων υπέρ του εργοδότη, ο οποίος έχει έτσι το εκλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει οποιοδήποτε από τα παραπάνω παρεχόμενα σε αυτόν δικαιώματα, όταν δε κάνει την επιλογή του ασκώντας ένα από αυτά, δεν μπορεί να παραιτηθεί από αυτό και να ασκήσει το άλλο. Αυτό δε διότι σύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 306 ΑΚ, ο οποίος εφαρμόζεται και επί διαζευκτικής συρροής δικαιωμάτων, η ως άνω επιλογή, που μπορεί να γίνει με άτυπη, μονομερή και απευθυντέα δήλωση προς τον εργολάβο, είναι αμετάκλητη και αναλίσκεται με τη δήλωση του εργοδότη ότι ασκεί ένα από τα πιο πάνω δικαιώματα. Έτσι, ο εργοδότης που επιδιώκει αποζημίωση με βάση το άρθρο 690 ΑΚ οφείλει να επικαλεσθεί και να αποδείξει: α) την κατάρτιση της σύμβασης έργου, β) ότι το έργο εκτελέσθηκε, γ) ότι το εκτελεσθέν έργο έχει ελλείψεις, χωρίς να ενδιαφέρει η διάκριση τους σε ουσιώδεις και επουσιώδεις και δ) την ζημία που υπέστη από τις ελλείψεις του έργου, η οποία τελεί σε λογική ακολουθία με το ποσό της αποζημίωσης που ζητεί. Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι η ενάσκηση της εκ του άρθρου 690 ΑΚ αξίωσης σε υπαιτιότητα του εργολάβου, προϋποθέτει, κατά τη κρατούσα άποψη στη θεωρία και τη νομολογία, εκτελεσθέν και παραδοθέν ή προσφερθέν προς παράδοση έργο έστω και ελαττωματικό (ΑΠ 1409/2010, ΑΠ 852/2003, αμφότερες σε ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ). Η αποζημίωση περιλαμβάνει κατ’ αρχήν τη δαπάνη στην οποία πρέπει να υποβληθεί ο εργοδότης για να αποκαταστήσει τις ελλείψεις του έργου, καθώς, επίσης, το διαφυγόν κέρδος και κάθε περαιτέρω ζημία (ΑΠ 1654/2005, ΑΠ 156/2001, αμφότερες σε ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ). Απαιτείται ακόμη για την ευθύνη του εργολάβου προς αποζημίωση και υπαιτιότητά του, την οποία όμως δεν υποχρεούται να επικαλεσθεί και αποδείξει ο εργοδότης αλλά ο εργολάβος επικαλούμενος έλλειψη υπαιτιότητας του ιδίου ή των προσώπων που χρησιμοποίησε για να εκτελέσει το έργο (ΑΠ 156/2001 ο.π.). Ο εργοδότης, εναγόμενος από τον εργολάβο για να καταβάλει την αμοιβή του, μπορεί να προτείνει κατ’ ένσταση σε συμψηφισμό την αξίωσή του για αποζημίωση από τις ελλείψεις του έργου. Περαιτέρω μόνη η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής δεν συνιστά αδικοπραξία. Είναι όμως δυνατόν μια υπαίτια ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει και ευθύνη από αδικοπραξία. Τούτο συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη προς το γενικό καθήκον, που επιβάλλει το άρθρο 914 ΑΚ, να μην προκαλεί κανείς σε άλλον υπαιτίως ζημία ή και αν ακόμα πιο γενικά όταν η ενέργεια χωρίς να συνιστά παράβαση συγκεκριμένου απαγορευτικού ή επιτακτικού κανόνα δικαίου, είναι αντίθετη στο γενικότερο πνεύμα του ή στις καθόλου επιταγές της έννομης τάξης, εφόσον ενέχει παράβαση των γενικών υποχρεώσεων, που επιβάλλουν να μην προσβάλλει κανείς το πρόσωπο ή τα προστατευόμενα υλικά ή ηθικά αγαθά του άλλου (Ολ. ΑΠ 967/1973 NοB 22.505, ΑΠ 1120/2005 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ). Κατά συνέπεια, όταν το πταίσμα που επέφερε τη ζημία ταυτίζεται κατά το πραγματικό αυτού περιεχόμενο με την παραβίαση της σύμβασης και τη δημιουργία της παρανομίας δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί αδικοπραξίας. Έτσι και στην περίπτωση των υπαιτίων ελλείψεων έργου, που συνίστανται στην από αμέλεια του εργολάβου αδόκιμη από τεχνική άποψη κατασκευή του έργου, δεν μπορεί να γίνει λόγος περί συρροής αξιώσεων αποζημίωσης τόσο από τη σύμβαση (αρθ. 690 ΑΚ), όσον και από αδικοπραξία (αρθρ. 914 ΑΚ), αφού η ζημιογόνος συμπεριφορά του εργολάβου, που πραγματοποιήθηκε όχι ανεξάρτητα ή απλώς εξ αφορμής του παραπάνω έργου, αλλά συνιστά πλημμελή εκτέλεση αυτού, που προϋποθέτει αναγκαίως την περί τούτου σύμβαση και για το λόγο αυτό η ευθύνη του εργολάβου από την παραπάνω συμπεριφορά διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις των άρθρων 688-693 ΑΚ. Τέλος, για τη θεμελίωση και της πρωτογενούς αδικοπρακτικής ευθύνης, ο ενάγων θα πρέπει στο δικόγραφο της αγωγής που να περιλαμβάνει κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ, όλα τα προαναφερόμενα στοιχεία που αποτελούν τις προϋποθέσεις της αποζημίωσής του. Ειδικότερα για την υπαιτιότητα του ζημιώσαντος, απαιτείται να εκτίθενται και πραγματικά περιστατικά που να τη θεμελιώνουν, είτε με την μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, καθόσον δεν είναι αρκετή η αναφορά στην αγωγή, ότι από την παράνομη ενέργεια του εναγομένου επήλθε κάποιο αποτέλεσμα (ΑΠ 1863/2007 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 985/2015 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, στην απαλλαγή του εργολάβου από την ευθύνη του για ελλείψεις του έργου και συνεπώς στην κατάλυση του δικαιώματος του εργοδότη για υπαναχώρηση από τη σύμβαση, οδηγεί, κατά το άρθρο 692 ΑΚ, και η έγκριση του έργου από τον εργοδότη, εκτός αν οι ελλείψεις δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν με κανονική εξέταση, όταν έγινε η παραλαβή του έργου, ή αν ο εργολάβος τις απέκρυψε με δόλο. Έγκριση είναι η επιδοκιμασία του έργου από το εργοδότη, με την οποία αυτός αναγνωρίζει ότι το έργο δεν έχει ελλείψεις. Η έγκριση, που προϋποθέτει πραγματική παράδοση του έργου, μπορεί να είναι ρητή, με την έννοια ότι ο εργοδότης δήλωσε ότι το έργο εκτελέστηκε σύμφωνα με τους όρους και τις προδιαγραφές της εργολαβικής σύμβασης, ή σιωπηρή που μπορεί να συναχθεί από την ανεπιφύλακτη ή χωρίς διαμαρτυρία παραλαβή του έργου από τον εργοδότη, η οποία, περαιτέρω, προκύπτει και από τη μη έγερση αξίωσης κατά του εργολάβου εντός εύλογου χρόνου (ΑΠ 1129/2017 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ). Προκύπτει έτσι όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση του εργοδότη να εξετάσει το έργο, που του παραδίδεται και αναλόγως να το εγκρίνει ή να αρνηθεί την έγκρισή του, αν έχει ελλείψεις, διαφορετικά, αν δηλαδή παραλάβει το έργο χωρίς να το εξετάσει, φέρει αυτός τον κίνδυνο των ελλείψεων και υποχρεούται να καταβάλει στον εργολάβο τη συμφωνημένη αμοιβή του παρά την ύπαρξη ελλείψεων, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις παραπάνω εξαιρέσεις του άρθρο 692 ΑΚ. Η εξέταση του έργου θεωρείται κανονική, αν γίνει είτε από τον ίδιο τον εργολάβο ή από αντιπρόσωπό του ή και από τρίτο πρόσωπο στο οποίο ανατέθηκε η εξέταση και έγκριση του έργου, είτε από ειδικό που έχει τις αναγκαίες γνώσεις, αν κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών και την καλή πίστη οι ελλείψεις του συγκεκριμένου έργου δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτές από οποιονδήποτε (ΑΠ 819/2019 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ). Παρά την έγκριση του εργοδότη ο εργολάβος ευθύνεται για τις ελλείψεις του έργου, αν αυτές δεν μπορούσαν να διαγνωσθούν με την παραπάνω εξέταση αυτού κατά την παραλαβή του και μάλιστα είτε έγινε η “κανονική” εξέταση είτε όχι (ΑΠ 361/2014 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ), είτε όταν ο εργολάβος απέκρυψε τις ελλείψεις αυτές με δόλο. Δόλια δε απόκρυψη κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης υπάρχει όταν ο εργολάβος, κατά τον χρόνο μεταθέσεως του κινδύνου στον εργοδότη, δηλαδή, κατά τον χρόνο της παράδοσης του πράγματος στον εργοδότη και της παραλαβής αυτού από τον τελευταίο, αν και γνωρίζει ή βασίμως υποπτεύεται την ύπαρξη ουσιωδών ελαττωμάτων ή ελλείψεων συμφωνημένων ιδιοτήτων (άρθρα 689 και 534 του ΑΚ) δεν τα γνωστοποιεί στον αγνοούντα αυτά εργοδότη, παρά την υποχρέωσή του προς τούτο από την συναλλακτική καλή πίστη (ΑΠ 1129/2017 ο.π.). Τέλος, η έγκριση του παραδοθέντος έργου, μπορεί να γίνει είτε από τον εργοδότη, είτε από τον άμεσο αντιπρόσωπό του. Εάν η δήλωση βούλησης του αντιπροσώπου αυτού για την έγκριση του έργου γίνει μέσα στα όρια της εξουσίας αντιπροσώπευσης ενεργεί αμέσως υπέρ και κατά του αντιπροσωπευόμενου, σύμφωνα με το άρθρο 211 ΑΚ και συνεπώς είναι σαν να ενέκρινε το παραδοθέν έργο ο ίδιος ο εργοδότης (ΑΠ 1216/2010 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ).
Με την υπό κρίση αγωγή εκτίθεται ότι η ενάγουσα ναυτική εταιρία έχει την πλήρη κυριότητα, αποκλειστική εκμετάλλευση και διαχείριση του αμφίπλωρου οχηματαγωγού πλοίου «…» (Ε/Γ – Ο/Γ …), το οποίο κατασκευάστηκε στο ναυπηγείο συμφερόντων του διαχειριστή αυτής το έτος 2017, μήκους 107 μέτρων, το οποίο μπορεί να μεταφέρει 210 οχήματα και 1.000 επιβάτες, με ικανότητα πλου και σε θάλασσα με πάγο έως 70 εκατοστά, το οποίο έχει δρομολογηθεί στην ακτοπλοϊκή διαδρομή Πέραμα – Σαλαμίνα. Ότι συμφώνησε με την πρώτη εναγομένη – επιχείρηση ναυπηγήσεως και επισκευής πλοίων, που δραστηριοποιείται στα …, τη διενέργεια από την τελευταία προγραμματισμένων εργασιών συντήρησης και δη τον πρώτο προγραμματισμένο δεξαμενισμό αυτού, για την ανανέωση των πιστοποιητικών αξιοπλοΐας του, ήτοι καθαρισμό – βαφή των υφάλων και των εξάλων, καθαρισμό επιστομίων θαλάσσης και ανανέωση (αναγόμωση) πυροσβεστήρων. Ότι στις 10-04-2019 το πλοίο ανελκύστηκε στο ναυπηγείο της εναγομένης που βρίσκεται στα … για την διενέργεια των ως άνω συμφωνημένων εργασιών και για έλεγχο από τον Νηογνώμονα, την έκδοση κατάλληλων Πιστοποιητικών Κλάσης, Πρωτοκόλλου, Γενική Επιθεώρηση και Πιστοποιητικό Υφαλοχρωμάτων. Ότι μετά την εκτέλεση των συμφωνημένων εργασιών, το πλοίο καθελκύσθηκε στις 17/4/2019, στο οποίο επέβαινε και ο Επιθεωρητής του Ινδικού Νηογνώμονα, ο οποίος παρατήρησε κατά την διάρκεια της καθέλκυσης και συγκεκριμένα όταν απελευθερώθηκαν τα στηρίγματα της γάστρας, ασυνήθιστο θόρυβο και έντονους κραδασμούς, για το λόγο δε αυτό ενημέρωσε αμέσως την ενάγουσα πλοιοκτήτρια εταιρία για την πρόθεση του να επιθεωρήσει τα κεντρικά διπύθμενα του πλοίου, λόγω των έντονων κραδασμών και του θορύβου που άκουσε κατά την καθέλκυση. Ότι, κατόπιν της καθέλκυσης, η πρώτη εναγόμενη την διαβεβαίωσε ότι η καθέλκυση πραγματοποιήθηκε με ασφάλεια και άνευ οιουδήποτε ελαττώματος ή ζημίας, ενώ οι προστηθέντες της (προσωπικό) αντιλήφθηκαν τις ζημιές που υπέστη το πλοίο και, περαιτέρω, στις 19/4/2019 η πρώτη εναγόμενη εξέδωσε το σχετικό τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, το οποίο η ενάγουσα εξόφλησε αύθις, πλήρως και ολοσχερώς. Ότι στις 25/4/2019 κατά τη διάρκεια του ελέγχου από τον ίδιο Επιθεωρητή του Νηογνώμονα, διαπιστώθηκαν σοβαρότατες ζημίες στα εσωτερικά διπύθμενα του πλοίου επί της αριστερής πλευράς καθ’ όλο το μήκος αυτών, και ειδικότερα ζημιές στα εσωτερικά ενισχυτικά και ελάσματα επί της αριστερής πλευράς, αλλά και στην δεξιά πλευρά καθ’ όλο το μήκος της που βεβαιώνονται στην από 25/4/2019 σχετική έκθεση του Επιθεωρητή. Ότι οι εν λόγω ζημιές είναι απότοκες της εσφαλμένης εξαρμώσεως των πλευρικών ορίων του πλοίου, η οποία συνέβη κατά τη διάρκεια της καθέλκυσης του πλοίου στο ναυπηγείο της πρώτης εναγομένης, εκτίμηση που διατυπώθηκε και από τον Επιθεωρητή του Νηογνώμονα … στις 30/4/2019, χωρίς να ακολουθηθεί το σχέδιο δεξαμενισμού του πλοίου κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή και ενώ δεν έχει το ναυπηγείο της εναγομένης δυνατότητα (βάσει της άδειας λειτουργίας του και των εγκαταστάσεων του) να αναλάβει τον δεξαμενισμό του συγκεκριμένου πλοίου. Ότι μετά από γνωστοποίηση των ευρημάτων των επιθεωρητών στην πρώτη εναγόμενη, η ενάγουσα ζήτησε την επιθεώρηση του πλοίου από επιθεωρητές της εναγόμενης που πραγματοποιήθηκε στις 10-5-2019 από τους τρίτο και τέταρτο των εναγομένων, οι οποίοι συμφώνησαν ως προς την έκταση της ζημίας, αλλά τόσο κατά την επίσκεψη τους στο πλοίο την 10-5-2019, αλλά και με τα έντυπα τα οποία ζήτησαν στις 20-5-2019, προσπάθησαν να μετατοπίσουν το χρονικό σημείο επέλευσης της ζημίας σε χρόνο προγενέστερο ή μεταγενέστερο, ώστε να μην συμπίπτει ο χρόνος επέλευσης της ζημίας με την περίοδο δεξαμενισμού του πλοίου στα ναυπηγεία της πρώτης εναγόμενης. Ότι οι ζημιές στο πλοίο είχαν ως συνέπεια τη μη εκτέλεση προγραμματισμένων δρομολογίων λόγω απαγόρευσης απόπλου του πλοίου από την αρμόδια λιμενική αρχή της Σαλαμίνας, κατόπιν σχετικού εγγράφου του ίδιου Νηογνώμονα. Ότι το κόστος προσωρινής επισκευής του πλοίου για την επανέκδοση πιστοποιητικών αξιοπλοΐας ανήλθε σε 111.181 ευρώ, ώστε το πλοίο να μπορέσει να επαναδρομολογηθεί στην ίδια ακτοπλοϊκή γραμμή (Παλούκια Σαλαμίνας – Πέραμα) και ότι το συνολικό κόστος των εργασιών, προμήθειας υλικών, δεξαμενισμού για την ριζική αποκατάσταση της ζημίας ανέρχεται σε 2.219.544 ευρώ, για δαπάνες επισκευής του πλοίου (υλικά – εργασίες), δεξαμενισμό και επί μέρους κόστη αυτού, απώλεια εσόδων τεσσάρων μηνών συνολικού ποσού (4 Χ 50.000=) 200.000 ευρώ από την μη εκτέλεση πλόων στην πορθμιακή γραμμή Παλούκια – Πέραμα, κόστος επιθεώρησης του πλοίου, δοκιμαστικού πλου, αμοιβή επιθεωρητών – νηογνώμονα, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι μετά την ζημιά του κατασκευασθέντος το έτος 2017 πλοίου της μειώθηκε η αγοραστική του αξία κατά 40% και επομένως, υπέστη περαιτέρω θετική ζημία εκ του λόγου αυτού ποσού (6.500.000 η αξία του πλοίου πριν το συμβάν Χ 40%=) 2.600.000 ευρώ. Ότι ο δεύτερος εναγόμενος, διαχειριστής της εταιρίας, ο πέμπτος και έκτος των εναγομένων, ευθύνονται ως προστηθέντες της πρώτης εναγόμενης, καθώς η ανέλκυση – καθέλκυση του πλοίου έγινε υπό τις οδηγίες τους προς τον πλοίαρχο του πλοίου και το προσωπικό της πρώτης εναγόμενης με έκδοση και από τον δεύτερο και της σχετικής βεβαίωσης καθέλκυσης. Ότι λόγω της βλάβης στην φήμη της εταιρίας εκ της θέσης σε ακινησία του πλοίου, της ανάκλησης του πιστοποιητικού αξιοπλοΐας και της αναγκαστικής αντικατάστασής του θα πρέπει να της επιδικαστεί ως εύλογη αποζημίωση το ποσό των 500.000 ευρώ από τον τέταρτο εναγόμενο (μετά την παραίτηση από το δικόγραφο ως προς τον τρίτο) και το ποσό των 1.200.000 ευρώ για την ίδια αιτία από την πρώτη, δεύτερο, πέμπτο και έκτο των εναγομένων. Με βάση αυτό το ιστορικό, επικαλούμενη, αφενός, τις διατάξεις περί πλημμελούς εκτέλεσης της σύμβασης έργου και δόλιας απόκρυψης των ελαττωμάτων έργου ως προς την πρώτη εναγόμενη και, αφετέρου (σωρευτικώς), τις περί αδικοπραξίας διατάξεις ως προς την πρώτη και τους υπόλοιπους εναγόμενους, ζητά να υποχρεωθούν η πρώτη, ο δεύτερος, ο πέμπτος και ο έκτος των εναγομένων να της καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, το ποσόν των διακοσίων χιλιάδων (200.000€) ευρώ εκ του ποσού των πέντε εκατομμυρίων τετρακοσίων τριάντα χιλιάδων ευρώ επτακοσίων είκοσι πέντε (5.430.725€) ευρώ και να αναγνωριστεί ότι οφείλουν να της καταβάλουν η πρώτη, ο δεύτερος, ο πέμπτος και ο έκτος των εναγομένων, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, το ποσό των πέντε εκατομμυρίων διακοσίων τριάντα χιλιάδων ευρώ επτακοσίων είκοσι πέντε (5.230.725€) ευρώ εκ του ποσού των πέντε εκατομμυρίων τετρακοσίων τριάντα χιλιάδων ευρώ επτακοσίων είκοσι πέντε (5.430.725€) λόγω θετικής ζημίας, και να αναγνωριστεί ότι της οφείλουν η πρώτη, ο δεύτερος, ο πέμπτος και ο έκτος των εναγομένων να της καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, το ποσό του ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων ευρώ (1.200.000€) και ο τέταρτος εναγόμενος το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000€) ευρώ ως εύλογη ικανοποίηση για την ηθική της βλάβη, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως, να απαγγελθεί κατά του δευτέρου εναγόμενου ως νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης προσωπική κράτηση διάρκειας δώδεκα (12) μηνών, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί και να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί ως προς το καταψηφιστικό σκέλος αυτής, ήτοι για το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000€) ευρώ, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή, για το παραδεκτό της συζήτησης της οποία προσκομίζεται το από 18-11-2020 πρακτικό αποτυχίας διαμεσολάβησης (άρθρο 7§4 Ν. 4640/2019), αρμοδίως εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13, 18, 22, 33, 35 ΚΠολΔ και 51 Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Περαιτέρω, η αγωγή ως προς την δεύτερη κύρια βάση της από αδικοπραξία είναι απορριπτέα ως αόριστη (και εντεύθεν απορριπτέα ως προς το αίτημα περί προσωποκράτησης του δεύτερου εναγόμενου), καθώς το πταίσμα που επέφερε τη ζημία ταυτίζεται, κατά το πραγματικό αυτού περιεχόμενο, με την παραβίαση της σύμβασης και τη δημιουργία της παρανομίας και, επομένως, δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή επί αυτού οι διατάξεις περί αδικοπραξίας, σύμφωνα και με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού. Ως προς την δόλια δε απόκρυψη του ελαττώματος του έργου, ήτοι την (μη επικαλούμενη ρητώς ως απατηλή) συμπεριφορά της εναγομένης και των προστηθέντων – ομοδίκων της ουδόλως εκτίθεται στο αγωγικό δικόγραφο σε τι συνίστατο η πλάνη της ενάγουσας, καθώς, ενώ η ενάγουσα εκθέτει ότι ο επιθεωρητής νηογνώμονας την ενημέρωσε για γεγονότα που υπέπεσαν στην αντίληψη του, που καθιστούσαν επιβεβλημένη την άμεση επιθεώρηση του πλοίου στα διπύθμενα του, ιστορεί ότι με τις «διαβεβαιώσεις» της πρώτης ενάγουσας επείσθη ότι το έργο εκτελέστηκε άρτια, χωρίς να εκθέτει περαιτέρω σε τι συνίσταντο αυτές οι διαβεβαιώσεις και πως αυτές ήραν τις διαπιστώσεις του επιθεωρητή του Νηογνώμονα που η ίδια είχε προς τούτο προσλάβει και ο οποίος την είχε εμφατικά ενημερώσει για ανάγκη άμεσης επιθεώρησης του πλοίου. Ομοίως, ως προς τον τέταρτο εναγόμενο γίνεται λόγος στο αγωγικό δικόγραφο για προσπάθεια του τελευταίου να μετατοπίσει το χρονικό σημείο επέλευσης της ζημίας σε χρόνο προγενέστερο ή μεταγενέστερο, ώστε να μην συμπίπτει με την περίοδο δεξαμενισμού του πλοίου στα ναυπηγεία της πρώτης εναγόμενης, χωρίς να εκτίθεται κάποια ειδικότερη ενέργεια του προς τούτο, λαμβανομένου υπόψη και του ότι πρόκειται για τεχνικό σύμβουλο της πρώτης εναγόμενης που προσλήφθηκε για να εκθέσει την άποψη του ως εμπειρογνώμονας σε τεχνικά ζητήματα που απαιτούν ειδικές γνώσεις ναυπηγικής. Συνεπώς, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αόριστη αναφορικά με τον δεύτερο, τέταρτο, πέμπτο και έκτο των εναγομένων και να επιβληθούν τα έξοδα σε βάρος της ενάγουσας, λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθρο 63§1 β΄και γ΄ Ν. 4194/2013). Ενόψει αυτών, η αγωγή είναι νόμιμη μόνο ως προς την πρώτη εναγόμενη κατά τις διατάξεις των άρθρων 681, 690, 306, 297, 298, 330, 334, 346 ΑΚ, 907, 176 ΚΠολΔ, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού, πλην του κονδυλίου για απώλεια εσόδων τεσσάρων μηνών συνολικού ποσού (4 Χ 50.000=) 200.000 ευρώ από την μη εκτέλεση πλόων στην πορθμιακή γραμμή Παλούκια – Πέραμα, καθώς η ενάγουσα ουδόλως εκθέτει έστω και στοιχειωδώς, τα συγκεκριμένα περιστατικά, περιστάσεις και μέτρα, που καθιστούν πιθανό το κέρδος ώστε να μπορεί να διαταχθεί απόδειξη (ΟλΑΠ 20/1992 ΕλλΔνη 1992.1435) και ειδικότερα, πως προκύπτουν τα μηνιαία έσοδα 50.000 ευρώ από την εκμετάλλευση του συγκεκριμένου πλοίου, εάν αυτά προέρχονται από ναύλους ή από μέρισμα λόγω συμμετοχής στην κοινοπραξία και ποιος είναι ο μέσος όρος των μηνιαίων καθαρών κερδών του πλοίου (μετά από αφαίρεση των εξόδων) ή του μερίσματος που εισπράττει ανά μήνα. Επομένως, η αγωγή πρέπει να εξεταστεί στην ουσία της κατά την διάδικο, τη βάση, και τα αιτήματα και κονδύλια που κρίθηκε νόμιμη, καθώς έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. προσκομιζόμενο ηλεκτρονικό παράβολο με αριθμό … και αποδεικτικό καταβολής του) για το καταψηφιστικό αίτημα, ενώ κατά το σκέλος που τράπηκε περαιτέρω σε αναγνωριστικό δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, καθώς η διάταξη του άρθρου 42 του Ν. 4640/2019 που καθιερώνει δικαστικό ένσημο και στις αναγνωριστικές αγωγές που εκδικάζονται από το Πολυμελές Πρωτοδικείο δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής, ως αντίθετη στα άρθρα 4 και 20 του Συντάγματος, διότι, λαμβανομένου υπόψη του ότι στην καθ’ ύλην αρμοδιότητά του υπάγονται αγωγές με αντικείμενο άνω των 250.000 ευρώ κατ’ άρθρο 14§2 σε συνδυασμό με άρθρο 18 ΚΠολΔ, ως προϋπόθεση προσφυγής στη δικαιοσύνη, αποτελεί συνταγματικά ανεπίτρεπτο περιορισμό που παρεμποδίζει την ανοιχτή πρόσβαση κάθε πολίτη στη δικαιοσύνη ισοδυναμώντας με έμμεση κατάργηση του προστατευόμενου από το άρθρο 20 Σ, αλλά και από την ΕΣΔΑ δικαιώματος παροχής εννόμου προστασίας, καθώς προσβάλλει την ίδια την υπόσταση του δικαιώματος (ΠΠρΑθ 1796/2021 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΠΠΠατρ 94/2020 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΘεσ 4609/2020, ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ).
Η εναγόμενη αρνείται την αγωγή, ισχυριζόμενη ότι η ζημία είναι προγενέστερη της ανέλκυσης του πλοίου και ότι δεν είναι δυνατό να έχει προκληθεί κατά την καθέλκυση, ότι οι εγκαταστάσεις και η άδεια λειτουργίας της επιτρέπουν την ανέλκυση/καθέλκυση πλοίου της χωρητικότητας της ενάγουσας και ότι, σε κάθε περίπτωση, το κόστος επισκευής του πλοίου είναι 53.252 ευρώ και όχι 111.181 ευρώ, ότι οι επικαλούμενες στην αγωγή ως «εργασίες ριζικής αποκατάστασης» της ζημίας δεν είναι αναγκαίες και ότι το πλοίο μετά τις επισκευές που έχει διενεργήσει ήδη η ενάγουσα (και τις οποίες η τελευταία χαρακτηρίζει ως «προσωρινής αποκατάστασης») έχει καταστεί πλήρως αξιόπλοο, αμφισβητώντας περαιτέρω ως προς τις εν λόγω εργασίες την ανάγκη δεξαμενισμού του πλοίου, τα κόστη αυτών, την απώλεια εσόδων που επικαλείται η ενάγουσα, ισχυριζόμενη ότι τα έσοδα καταβάλλονται στο πλοίο ανεξαρτήτως δεξαμενισμού του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στις προτάσεις της. Επιπλέον, προβάλλει ένσταση περί έγκρισης του έργου, εκθέτοντας ότι η ενάγουσα, παρά τα όσα η ίδια εκθέτει στην αγωγή της ότι υπέπεσαν στην αντίληψη του επιβαίνοντος στο πλοίο κατά την καθέλκυση – επιθεωρητή του νηογνώμονα, αλλά και του τεχνικού της διευθυντή, …, του πλοιάρχου και του πληρώματος του πλοίου, δεν διατύπωσε οποιαδήποτε διαμαρτυρία ή παρατήρηση ως προς τον τρόπο ανέλκυσης και στήριξης του πλοίου, το οποίο και παρέλαβε ανεπιφύλακτα μετά την καθέλκυση του, προέβη δε σε άμεση εξόφληση του τιμολογίου της πρώτης εναγόμενης που η τελευταία εξέδωσε δύο μέρες μετά την καθέλκυση, χωρίς να διατυπώσει κάποια επιφύλαξη. Η ένσταση αυτή περί (σιωπηρής) έγκρισης του έργου είναι νόμιμη κατ’ άρθρο 692 ΑΚ (ΑΠ 1129/2017 ο.π.), σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη της παρούσας και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία της. Η εναγόμενη αρνείται αιτιολογημένα την εν λόγω ένσταση, ισχυριζόμενη ότι η διαπίστωση της επικαλούμενης ζημιάς στα διπύθμενα του πλοίου προϋπέθετε άνοιγμα των φρακτών και εξαερισμού του για τουλάχιστον 72 ώρες και κατόπιν εξέταση της όλης κατασκευής από ειδικό του πλοίου και αρνείται ότι η καταβολή και μόνο της συμφωνηθείσας αμοιβής της πρώτης εναγόμενης – εργολάβου συνιστά και ανεπιφύλακτη παραλαβή του έργου, αλλά καλόπιστη εκπλήρωση της συμβατικής της υποχρέωσης ως εργοδότριας, ισχυριζόμενη ειδικότερα ότι ουδέποτε παρέλαβε το έργο, αλλά ότι μόλις αντιλήφθηκε τις ζημιές κατά την επιθεώρηση του πλοίου αμέσως κάλεσε την πρώτη εναγόμενη για επιθεώρηση της ζημιάς. Επιπλέον, ήδη με την αγωγή της καθ’ υποφοράν και με τις προτάσεις της προτείνει περαιτέρω αντένσταση περί δόλιας απόκρυψης των ελαττωμάτων του έργου (ΕφΑιγ 43/2019 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 77/2009 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ), ισχυριζόμενη ότι και υπό την εκδοχή ότι η συμπεριφορά της συνιστά σιωπηρή έγκριση του έργου, οι εργαζόμενοι της στο ναυπηγείο αντιλήφθηκαν τους κραδασμούς και τον θόρυβο κατά την καθέλκυση, πλην όμως την διαβεβαίωσαν για το άψογο της καθέλκυσης και, επομένως δολίως της απέκρυψαν το ελάττωμα. Η αντένσταση αυτή είναι απορριπτέα ως αόριστη, καθώς, σύμφωνα και με τα προεκτιθέμενα για την περί αδικοπραξίας αγωγική βάση, ουδόλως εκτίθεται, είτε στην αγωγή καθ’ υποφοράν, είτε στις προτάσεις της ενάγουσας, ποιες ήταν οι δόλιες ενέργειες απόκρυψης των ελαττωμάτων του έργου και εν προκειμένω των ζημιών που προκλήθηκαν από την επικαλούμενη ως πλημμελή καθέλκυση του πλοίου, λαμβανομένων υπόψη και των όσων η ενάγουσα εκθέτει περί άμεσης διάγνωσης και έκθεσης σε αυτήν των φόβων του πραγματογνώμονα για αναγκαίο έλεγχο των διπύθμενων του πλοίου, χωρίς να επικαλείται συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις της πρώτης εναγόμενης που έπεισαν την ενάγουσα, έστω και παροδικώς, ότι η γνώμη του ειδικού που η ίδια προσέλαβε ήταν εσφαλμένη, ώστε παρά ταύτα να προβεί σε έγκριση του έργου. Στην προκειμένη περίπτωση, κρίσιμα ζητήματα για την διάγνωση της ένδικης διαφοράς είναι το εάν είναι δυνατό να προκληθούν οι περιγραφόμενες στην αγωγή ζημιές σε αμφότερες τις πλευρές της γάστρας του πλοίου από πλημμελή καθέλκυση αυτού ή εάν είναι ενδεχόμενο να έχουν προκληθεί από άλλη αιτία, λαμβανομένων υπόψη των κατασκευαστικών δεδομένων του πλοίου, καθώς και το εφικτό ή μη ασφαλούς καθέλκυσης του συγκεκριμένου πλοίου στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της πρώτης εναγόμενης και του ενδεδειγμένου τρόπου καθέλκυσης του πλοίου στο συγκεκριμένο ναυπηγείο, καθώς και το εάν ήταν προβλέψιμη η πρόκληση τους ήδη από την στήριξη του πλοίου μετά την ανέλκυση του. Περαιτέρω, ερευνητέα είναι και η πραγματική έκταση των ζημιών καθώς και εάν για την αποκατάσταση των ζημιών αυτών απαιτούνται οι επικαλούμενες στην αγωγή ως «εργασίες ριζικής αποκατάστασης» της ζημίας με δεξαμενισμό του πλοίου ή είναι επαρκείς οι ήδη διενεργηθείσες (καλούμενες στο αγωγικό δικόγραφο ως «προσωρινής αποκατάστασης»), ενόψει της κλάσης και του τύπου του πλοίου και, ενόψει αυτών, ο καθορισμός του συνολικού κόστους αποκατάστασης των ζημιών. Επίσης, για την εκτίμηση του ισχυρισμού περί έγκρισης των ζημιών, λαμβανομένης υπόψη και της καταβολής της αμοιβής του εργολάβου, ερευνητέος είναι ο χρόνος που απαιτείται για την διαπίστωση των επικαλούμενων στην αγωγή ζημιών στο πλοίο και εάν η διαπίστωση τους απαιτεί ειδικές ναυπηγικές γνώσεις ή όχι, δεδομένων και των φωτογραφιών που προσκομίζουν εκατέρωθεν οι διάδικοι μετ’ επικλήσεως προς απεικόνιση τους. Τα εν λόγω θέματα αποτελούν εξειδικευμένο ζήτημα, καθόσον για την επίλυση και τη διερεύνησή του, απαιτούνται ιδιάζουσες γνώσεις της επιστήμης. Συνεπώς, το Δικαστήριο κρίνει ότι, πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 368 επ. ΚΠολΔ, να διαταχθεί πραγματογνωμοσύνη από δύο εξειδικευμένους ναυπηγούς, οι οποίοι για τη σύνταξη του πορίσματος τους θα χρησιμοποιήσουν όλα τα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας σχέδια του πλοίου – έγγραφα – φωτογραφίες και κάθε στοιχείο που αυτοί κρίνουν χρήσιμο, ώστε να αιτιολογήσουν το πόρισμα τους.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
- ΘΕΩΡΕΙ ότι δεν ασκήθηκε η από 16-7-2020 αγωγή που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 5121-2409/2020 ως προς τον τρίτο εναγόμενο και κηρύσσει καταργημένη την εκκρεμή δίκη ως προς τον τελευταίο.-
- ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.-
- ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς τον δεύτερο, τέταρτο, πέμπτο και έκτο των εναγομένων.-
- ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στη δικαστική δαπάνη του δεύτερου, πέμπτου και έκτου των εναγομένων, την οποία ορίζει στο ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ, καθώς και του τέταρτου εναγόμενου την οποία ορίζει στο ποσό των επτά χιλιάδων πεντακοσίων (7.500) ευρώ. –
- ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου, με την επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων, να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, ώστε οι πραγματογνώμονες, αφού επισκεφθούν και θεωρήσουν το επίδικο πλοίο στα διπύθμενά του ή σε όποιο άλλο σημείο αυτού κρίνουν σκόπιμο, καθώς και τις ναυπηγικές εγκαταστάσεις της πρώτης εναγόμενης, λάβουν φωτογραφίες, και αφού λάβουν υπόψη τα σχέδια – διαγράμματα, εκθέσεις επιθεώρησης, πιστοποιητικά και όλα τα έγγραφα (ημερολόγιο κλπ) του πλοίου, όλες τις τεχνικές εκθέσεις που επικαλούνται οι διάδικοι και τα έγγραφα των επιθεωρητών του πλοίου από τον Νηογνώμονα από της ναυπήγησης του, τις φωτογραφίες που προσκομίζουν οι διάδικοι, όλα τα έγγραφα για την νόμιμη λειτουργία του ναυπηγείου της πρώτης εναγόμενης, την αγωγή και τις προτάσεις των αντιδίκων, καθώς και κάθε στοιχείο που αυτοί κρίνουν χρήσιμο, αποφανθούν : A) Εάν προκλήθηκαν οι περιγραφόμενες στην αγωγή ζημιές σε αμφότερες τις πλευρές της γάστρας του πλοίου από πλημμελή καθέλκυση αυτού ή εάν προκλήθηκαν από άλλη αιτία (σε προγενέστερο ή και μεταγενέστερο χρόνο από αυτόν της καθέλκυσης), λαμβανομένων υπόψη των κατασκευαστικών δεδομένων του πλοίου, καθώς και το εφικτό ή μη ασφαλούς καθέλκυσης του συγκεκριμένου πλοίου στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της πρώτης εναγόμενης και του ενδεδειγμένου τρόπου καθέλκυσης του πλοίου στο συγκεκριμένο ναυπηγείο, καθώς και εάν ήταν προβλέψιμη η πρόκληση των ένδικων ζημιών ήδη από την στήριξη του πλοίου, μετά την ανέλκυση του. Β) Ποιά είναι η πραγματική έκταση των ζημιών και εάν για την αποκατάσταση των ζημιών αυτών απαιτούνται οι επικαλούμενες στην αγωγή ως «εργασίες ριζικής αποκατάστασης» της ζημίας με δεξαμενισμό του πλοίου ή είναι επαρκείς οι ήδη διενεργηθείσες («προσωρινής αποκατάστασης»), ενόψει της κλάσης και του τύπου του πλοίου και, ενόψει αυτών, ο καθορισμός του συνολικού κόστους αποκατάστασης των ζημιών. Γ) Για τον χρόνο που απαιτείται για την διαπίστωση των επικαλούμενων στην αγωγή ζημιών στο πλοίο και εάν η διαπίστωση τους απαιτεί ειδικές ναυπηγικές γνώσεις.-
- Διορίζει πραγματογνώμονες τον …, ναυπηγό – μηχανολόγο – μηχανικό, κάτοικο … και τον …, ναυπηγό – μηχανολόγο – μηχανικό, κάτοικο … οι οποίοι υποχρεούνται: α) να δώσουν τον όρκο του πραγματογνώμονα, εντός προθεσμίας τριάντα (30) εργασίμων ημερών από την προς αυτούς κοινοποίηση της παρούσας, ενώπιον του Δικαστηρίου και σε ημέρα και ώρα που θα ορισθεί αρμοδίως, κατόπιν σχετικής κλήσεως του επιμελέστερου των διαδίκων, συνταχθησομένης περί της ορκωμοσίας αυτής σχετικής εκθέσεως, και β) να γνωμοδοτήσουν επί των ανωτέρω τεθέντων ερωτημάτων, αφού προηγουμένως λάβουν γνώση όλων των ανωτέρω εγγράφων και όσων οι ίδιοι θεωρήσουν ως αναγκαία, και ενεργήσουν κάθε άλλη αναγκαία πράξη, με πλήρως αιτιολογημένη έγγραφη έκθεσή τους συνοδευόμενη με σχέδιο και φωτογραφίες, η οποία πρέπει να κατατεθεί στην Γραμματεία του ιδίου Δικαστηρίου μέσα σε προθεσμία ενενήντα (90) ημερών από της ορκίσεώς τους.-
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά, την 1η Δεκεμβρίου 2021.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι αυτών, με την παρουσία και της Γραμματέα της έδρας, στις 13 Δεκεμβρίου 2021.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ