Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός αποφάσεως 2992/2021

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 2694/1262/2020)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(τακτική διαδικασία)

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 25 Μαΐου 2021 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …, κατοίκου …, με ΑΦΜ …, για τον οποίο κατέθεσαν εμπρόθεσμα προτάσεις οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του, δυνάμει των από 30.10.2020 εξουσιοδοτήσεων με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, Κωνσταντίνος Παπαδιαμάντης του Πύρρου (ΑΜ/ΔΣΑ 12.110 – βλ. το υπ’ αριθ. …/6.11.2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΑ) και … (ΑΜ/ΔΣΑ 39.425 – βλ. το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΑ), κάτοικοι …, και εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την ως άνω πληρεξούσια δικηγόρο Ευγενία Κόρδου.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) …, κατοίκου …, επί της οδού …, με …, 2) Της εταιρείας με την επωνυμία «….» , που εδρεύει στον … και έχει εγκατεστημένα γραφεία στον …, με ΑΦΜ …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, για τους οποίους κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους, δυνάμει των από 3.11.2020 πληρεξούσιων εγγράφων, που φέρουν βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, Ιωάννης Κυριάκου του Κωνσταντίνου (ΑΜ/ΔΣΠ 1.381 – βλ. το υπ’ αριθ. …/6.11.2020 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος …, και δεν εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 18.5.2020 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου υπ’ αριθ. κατάθεσης 2694/1262/19.5.2020 και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν τα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της από 27.4.2021 πράξης ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 249 ΚΠολΔ, αν η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται ολικά ή εν μέρει από την ύπαρξη ή την ανυπαρξία μιας έννομης σχέσεως ή την ακυρότητα ή τη διάρρηξη μιας δικαιοπραξίας που συνιστά αντικείμενο άλλης δίκης εκκρεμούς σε πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο ή από ζήτημα που πρόκειται να κριθεί ή κρίνεται από διοικητική αρχή, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζητήσεως εωσότου περατωθεί τελεσίδικα ή αμετάκλητα η άλλη δίκη. Από τη διατύπωση και την έννοια αυτής της διατάξεως, που έχει θεσπισθεί για να αποφεύγεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων αλλά και για να ικανοποιηθεί η αρχή της οικονομίας της δίκης, προκύπτει με σαφήνεια ότι: α) εναπόκειται στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου να διατάξει την αναβολή ή να προχωρήσει περαιτέρω στην έρευνα της διαφοράς (ΑΠ 1390/2002 ΧρΙΔ 2003.42, ΑΠ 215/1999 ΕλλΔνη 1999.635) όταν για το ίδιο θέμα υπάρχει άλλη πολιτική δίκη εκκρεμής ενώπιον του ίδιου ή άλλου δικαστηρίου, ανεξαρτήτως βαθμού, μεταξύ των ίδιων ή διαφορετικών προσώπων, για τον σκοπό εναρμονίσεως της δικαστικής κρίσεως σχετικά με το ίδιο ζήτημα ή από άλλο λόγο, που αφορά στην ορθή εκτίμηση της διαφοράς, β) η αναβολή ή, κατά νομική ακριβολογία, η αναστολή της δίκης χωρεί μετά από αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως όταν υφίσταται εκκρεμές στα πιο πάνω δικαστήρια προδικαστικό ζήτημα της δίκης που απασχολεί το δικαστήριο. Δηλαδή, αν το ζήτημα αυτό συναρτάται με κάποια έννομη σχέση, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τη γέννηση ή την εξακολούθηση της ισχύος του επιδίκου δικαιώματος και προβλέπεται, ακόμη, ότι η αυτοτελής, στη δεύτερη αυτή δίκη, διάγνωση του προδικαστικού ζητήματος, θα γίνει ταχύτερα και ασφαλέστερα και έτσι θα συντελέσει στην επιτάχυνση της πορείας της δίκης που θα αναβληθεί, γ) όταν ο νόμος απαιτεί την εξάρτηση της αναβολής από άλλες έννομες σχέσεις προϋποθέτει ύπαρξη δεσμού νομικής αναγκαιότητας ανάμεσα τους, ώστε να μην είναι δυνατή η διάγνωση της επίδικης διαφοράς, χωρίς την κρίση της υποκείμενης και εξαρτώσας έννομης σχέσεως [ΕφΔυτΜακεδ 44/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5574/2004 ΕλλΔνη 2007.545· Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Μακρίδου) ΚΠολΔ Ι (2000) 249]. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι, στο πλαίσιο στενής φιλικής και οικογενειακής σχέσης που διατηρούσε με τον πρώτο εναγόμενο, συνέστησαν αφανή εταιρεία, με εμφανή εταίρο τον τελευταίο, με σκοπό την αγορά ενός φορτηγού πλοίου μέσω της εταιρείας “…”, την οποία διαχειριζόταν ο πρώτος εναγόμενος και μοναδικός μέτοχός της, με την ειδικότερη συμφωνία να έχει ο ενάγων δικαίωμα συμμετοχής σε ποσοστό 6% στα αποτελέσματα της εκμετάλλευσης του πλοίου και στη μεταπώλησή του, προς τούτο δε αυτός κατέθεσε, κατόπιν υποδείξεως του πρώτου εναγόμενου, σε τραπεζικό λογαριασμό της δεύτερης εναγόμενης – διαχειρίστριας του πλοίου εταιρείας, συμφερόντων του, τον Ιούλιο 2013, το ποσό των 198.000 δολ. ΗΠΑ. Ότι ο πρώτος εναγόμενος, κάνοντας χρήση των ανωτέρω χρημάτων, ως εμφανής εταίρος, αγόρασε έναντι τιμήματος 2.195.000 δολ. ΗΠΑ στο όνομα της ως άνω λιβεριανής εταιρείας το Φ/Γ πλοίο … με αριθμό ΙΜΟ …, κοχ 21.640, το οποίο μετονομάστηκε σε ΟΚ Ι και νηολογήθηκε υπό τη λιβεριανή σημαία με αύξοντα αριθμό 16.159. Ότι στις 19.5.2015 ο πρώτος εναγόμενος, αφού εκμεταλλεύθηκε το πλοίο επί διετία, αποδίδοντας στον ενάγοντα ως συμμετοχή στα κέρδη της αφανούς εταιρείας στις 20.1.2014 το ποσό των 7.200 δολ. ΗΠΑ και στις 21.7.2014 το ποσό των 9.000 δολ. ΗΠΑ, προέβη στην πώληση του πλοίου προς διάλυση, με αντάλλαγμα 3.308.189,85 δολ. ΗΠΑ, το οποίο ιδιοποιήθηκε, προκειμένου να προβεί μονομερώς στην πραγματοποίηση άλλων επενδύσεων, χωρίς ουδέποτε να καταβάλει στον ενάγοντα ποσοστό 6% επ’ αυτού, ήτοι 198.491,38 δολ. ΗΠΑ, ως όφειλε, καθόσον το εισπραχθέν ποσό ήταν καθαρό κέρδος για την ως άνω πλοιοκτήτρια εταιρεία, της οποίας μοναδικός μέτοχος ήταν ο πρώτος εναγόμενος, εμφανής εταίρος της μεταξύ τους αφανούς εταιρείας, παρά τις αναφερόμενες στην αγωγή επανειλημμένες εξώδικες οχλήσεις του ενάγοντος. Επικαλούμενος, τέλος, ο ενάγων ότι με την πώληση του πλοίου η αφανής εταιρεία λύθηκε και ο πρώτος εναγόμενος όφειλε να του καταβάλει το ποσοστό του από τα κέρδη της εταιρείας, ήτοι το 6% επί του ποσού που εισέπραξε από την πώληση του ως άνω πλοίου, άλλως και επικουρικώς ότι το ανωτέρω ποσό των 198.000 δολ. ΗΠΑ δεν συνιστούσε συμμετοχή του ενάγοντος σε αφανή εταιρεία, αλλά δάνειο προς τον πρώτο εναγόμενο, το οποίο καταγγέλλεται με την άσκηση της αγωγής και καθίσταται απαιτητό, άλλως και επικουρικότερα ότι η περιγραφόμενη συμπεριφορά του πρώτου εναγόμενου ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη, ζητεί, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, α) να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος κατά την κύρια βάση της αγωγής να τού καταβάλει το ποσό των 198.491,38 δολ. ΗΠΑ σε ευρώ με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ – δολαρίου κατά το χρόνο της πληρωμής, άλλως με βάση με βάση την ισοτιμία κατά το χρόνο κατάθεσης της αγωγής, ήτοι 183.304,59 ευρώ, τα ποσά δε αυτά νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, β) να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος κατά την πρώτη επικουρική βάση της αγωγής να τού καταβάλει το ποσό των 198.000 δολ. ΗΠΑ εντόκως και σε ευρώ με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ – δολαρίου ΗΠΑ κατά τον χρόνο εξόφλησης, ήτοι 30 ημέρες μετά την επίδοση της αγωγής, και γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι κατά τη δεύτερη επικουρική βάση της αγωγής να τού καταβάλουν εις ολόκληρον το ποσό των 177.101,97 ευρώ, το οποίο αποτελεί με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ – δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο επαγωγής της ζημίας, ήτοι κατά τον χρόνο πώλησης του πλοίου (19.5.2015), σε ευρώ το ποσό των 198.000 δολ. ΗΠΑ, άλλως με βάση την ισοτιμία κατά το χρόνο κατάθεσης της αγωγής το ποσό των 182.850,81 ευρώ, νομιμοτόκως τα ανωτέρω ποσά από την επίδοση της αγωγής. Επίσης, ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τού καταβάλουν το ποσό των 50.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, να διαταχθεί η προσωπική κράτηση του πρώτου εναγόμενου λόγω της αδικοπραξίας, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας, και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική δαπάνη του. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της [19.5.2020], σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ (βλ. τις υπ’ αριθ. …/19.5.2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …, τις οποίες προσάγει με επίκληση ο ενάγων), για το παραδεκτό της συζήτησης της οποίας έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 του Ν. 4640/2019, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 65 Ν. 4647/2019 (ΦΕΚ Α΄ 204/16.12.2019), προϋπόθεση έγγραφης ενημέρωσης του ενάγοντος για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση, όπως προκύπτει από το από 4.5.2020 σχετικό έγγραφο, νομίμως υπογεγραμμένο από τον ενάγοντα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, που έχει επισυναφθεί στο κατατεθέν αγωγικό δικόγραφο, με την επισήμανση ότι, σύμφωνα με το άρθρο 74 παρ. 14 Ν. 4690/2020, η έναρξη ισχύος των άρθρων 6 και 7 του Ν. 4640/2019, σχετικά με την Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης (ΥΑΣΔ), μετατέθηκε αναδρομικώς για την 1η.7.2020 ως προς τις υποθέσεις της περ. β΄ του άρθρου 44 του Ν. 4640/2019, με συνέπεια να μην υφίσταται στην προκείμενη υπόθεση υποχρέωση προσφυγής σε αυτήν (ΥΑΣΔ), απορριπτομένου ως αβάσιμου του ισχυρισμού των εναγόμενων, προβληθέντος με τις προτάσεις τους, περί απαραδέκτου της συζήτησης αυτής, και για το καταψηφιστικό αντικείμενο της οποίας έχει κατατεθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το e-παράβολο με κωδικό …, σε συνδυασμό με το από 24.5.2021 αποδεικτικό πληρωμής της «…»), παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία ενώπιον του αρμοδίου τούτου Δικαστηρίου (άρθρα 7, 9, 10, 14 παρ. 2, 22, 25 παρ. 2, 37 παρ. 1 ΚΠολΔ και 51 παρ. 1 περ. α, 2, 3Α, 3Β περ. ε του Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκείμενης διαφοράς (άρθρα 3 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1, 4 παρ. 1, 7 παρ. 1α,2, 8 παρ. 1, 63 παρ. 1 εδ. β΄,γ΄ και 66 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», καθόσον η δεύτερη εναγόμενη έχει την καταστατική της έδρα στην αλλοδαπή (…), αλλά την πραγματική της έδρα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στον Πειραιά, όπου διατηρεί νόμιμα εγκατεστημένο γραφείο, ενώ, επιπρόσθετα, οι εναγόμενοι δεν αμφισβητούν με τις προτάσεις τους τη διεθνή δικαιοδοσία του Δικαστηρίου αυτού, θεμελιούμενης και σιωπηρής παρέκτασης, με βάση το άρθρο 26 του ως άνω Κανονισμού (βλ. Ν. Νίκα/ Ε. Σαχπεκίδου, Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία, έκδ. 2016, άρθρο 26, αριθ. 1-14, σελ. 428-430). Περαιτέρω, όμως, από την επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας αλλά και από τους ισχυρισμούς, προτάσεις και ενστάσεις των διαδίκων προέκυψε ότι έχει ασκηθεί από τον αυτό ενάγοντα κατά των ιδίων εναγομένων, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η από 20.6.2019 υπ’ αριθμ. καταθ. 5670/2817/21.6.2019 αγωγή, με την οποία, αναφερόμενος ο ενάγων στη σύσταση αφανούς εταιρείας με τον πρώτο εναγόμενο, κατά τα ανωτέρω, στην κατ’ επανάληψη πρόσκλησή του προς αυτόν για την παροχή στοιχείων σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων που του είχε εμπιστευθεί, ήτοι του ποσού των 198.000 δολ. ΗΠΑ, καθώς και με την εκμετάλλευση του πλοίου, το τίμημα από την πώλησή του και την τύχη του εισπραχθέντος ποσού, και επικαλούμενος το δικαίωμα ελέγχου και πληροφόρησης των εταιρικών υποθέσεων, αλλά και παροχής λογοδοσίας, ζήτησε: α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του παράσχουν πληροφορίες για την πορεία των υποθέσεων της αφανούς εταιρείας για κάθε έτος από το 2013 έως και το 2018, ιδίως για τις διαχειριστικές πράξεις στις οποίες προέβησαν αναφορικά με όλα τα ποσά που εισέπραξαν από την πώληση του πλοίου ΟΚ Ι μέχρι την ημέρα άσκησης της αγωγής και ιδίως αναφορικά με την επένδυσή του, β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι για κάθε έτος από το έτος 2013 έως και το έτος 2018 να του ανακοινώσουν λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση εσόδων – εξόδων, καθώς και το προκύπτον υπόλοιπο ποσό για τη διαχειριστική χρήση του έτους 2015 (εντός του οποίου εισπράχθηκε το αντίτιμο από την πώληση του πλοίου), στον οποίο θα επισυνάπτονται τα αντίστοιχα προς τις εισπράξεις και δαπάνες δικαιολογητικά, γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι για τα έτη 2013 έως και 2018 σε έλεγχο όλων των στοιχείων, εγγράφων και βιβλίων που σχετίζονται με τις συναλλαγές της αφανούς εταιρείας, σχετικά με τις πράξεις αγοράς και εκμετάλλευσης του πλοίου, έστω κι αν είναι απόρρητα ή ανεπίσημα, καθώς και να καταρτίσουν περίληψη της περιουσιακής κατάστασης της εταιρείας, αλλά και να του προσκομίσουν αντίγραφα όλων των σχετικών βιβλίων και λοιπών στοιχείων αυτής, που έχουν σχέση με τις πράξεις ή την επιχείρηση, που αποτελούν αντικείμενο της αφανούς εταιρείας, ήτοι την αγορά και εκμετάλλευση του πλοίου. Επί της άνω αγωγής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 2465/2020 απόφαση του παραπάνω δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή, ως μη νόμιμη σε σχέση με τη δεύτερη εναγόμενη και ως ουσιαστικά αβάσιμη σε σχέση με τον πρώτο εναγόμενο. Ειδικότερα κρίθηκε ότι δεν αποδείχθηκε η ύπαρξη αφανούς εταιρείας, με συνέπεια ο εναγόμενος να μην υποχρεούται σε παροχή πληροφόρησης για τις εταιρικές υποθέσεις έναντι του ενάγοντος, περαιτέρω δε ότι η κατάθεση του ποσού των 198.000 δολ. ΗΠΑ έγινε από τον ενάγοντα σε λογαριασμό της δεύτερης εναγόμενης, η οποία είχε αναλάβει τη διαχείριση του πλοίου βάσει σχετικής σύμβασης και λειτουργούσε ως άμεση αντιπρόσωπος της πλοιοκτήτριας, επομένως ότι ο εναγόμενος δεν διαχειρίστηκε ατομικά περιουσιακό στοιχείο του ενάγοντος και, συνεπώς, δεν έχει υποχρέωση λογοδοσίας έναντι αυτού. Σε βάρος της ως άνω απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά έχει ήδη ασκηθεί η από 30.10.2020 υπ’ αριθ. κατάθ. 8454/733/2020 έφεση του ενάγοντος. Ενόψει αυτών, σύμφωνα και με όσα στη νομική σκέψη προαναφέρθηκαν, το δικαστήριο κρίνει αναγκαίο για την εναρμόνιση των δικαστικών κρίσεων σχετικά με το επίδικο ζήτημα της σύστασης αφανούς εταιρείας, αλλά και της όλης συμπεριφοράς του πρώτου εναγόμενου κατά τη διισχυριζόμενη συνεργασία του με τον ενάγοντα, την πρόληψη εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων και την ορθή εκτίμηση της ένδικης διαφοράς, να μην προβεί εισέτι στην περαιτέρω διερεύνηση της υποθέσεως. Άλλωστε, η ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ασκηθείσα αγωγή εκκρεμεί ήδη στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, με συνέπεια να μην παρελκύεται η παρούσα δίκη ούτε να επιβραδύνεται η διαδικασία από την αναστολή. Επομένως, συντρέχει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, νόμιμη περίπτωση όπως αναβληθεί (ανασταλεί), κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ, η συζήτηση της υπό κρίση αγωγής και η έκδοση αποφάσεως επί της παρούσας δίκης, γενομένου δεκτού και του σχετικού αιτήματος των εναγόμενων, που υποβλήθηκε με τις προτάσεις τους, μέχρι τελεσιδίκου περατώσεως της επί της άνω αγωγής δίκης, η οποία αποτελεί πρόκριμα της παρούσας, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 249 ΚΠολΔ.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής, κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της από 20.6.2019 υπ’ αριθμ. καταθ. 5670/2817/21.6.2019 αγωγής ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά του ενάγοντος κατά των εναγόμενων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ