Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ

3139/2015

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

—————————

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεόκλητο Καρακατσάνη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Ναυπλιώτη, Πρωτοδίκη – Εισηγητή, Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του τη 17-02-2015 για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α. Των εναγόντων – καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: α) Α. Τ. του Π., χήρας Β. Β., β) Κ. Β. του Β. και γ) Σ. Β. του Β., κατοίκων απάντων Κ. Αττικής, οι οποίοι παραστάθηκαν μετά της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Βασιλικής Λύτρα.

Των εναγομένων – υπέρ ων (πλην του τετάρτου εναγομένου) η πρόσθετη παρέμβαση: α) εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη Β. Μ. και εκπροσωπείται νόμιμα, β) εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει στη Λ. και έχει εγκαταστήσει νόμιμα στην Ελλάδα γραφείο – υποκατάστημα, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, γ) Β. Τ. του Θ., κατοίκου Ν. Ψ. Αττικής, δ) Ε. Μ. του Α., κατοίκου…… Αττικής, και ε) Ν. Κ. του Λ., κατοίκου….., ο τέταρτος εκ των οποίων παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Κωνσταντίνου Τασιόπουλου, ενώ οι υπόλοιποι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Λατσούδη.

Των προσθέτως παρεμβαινόντων: α) εταιρείας με την επωνυμία «….» και τον διακριτικό τίτλο «….», που εδρεύει στο Ν. Ι. Π. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, και β) Ν. Τ. του Ι., κατοίκου …. Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ανδρέα Τζήμα.

Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 16-06-2014 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 25-11-2014, κατά την οποία η συζήτησή της αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Οι προσθέτως παρεμβαίνοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 16-01-2015 πρόσθετη παρέμβασή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Β. Των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων: α) εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη Β. Μ. και εκπροσωπείται νόμιμα, β) εταιρείας με την επωνυμία «Q. N. C. L.» που εδρεύει στη Λ. και έχει εγκαταστήσει υποκατάστημα στο Π. Φ. Α. με βάση τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975, όπως ισχύει, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, γ) Β. Τ. του Θ., κατοίκου Π. Φ. Αττικής, και δ) Ν. Κ. του Λ., κατοίκου Π. Φ. Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γρηγόριο Τιμαγένη.

Των καθ’ ων η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένων: α) εταιρείας με την επωνυμία «…..» και τον διακριτικό τίτλο «….», που εδρεύει στο Ν. Ι. Π. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, και β) Ν. Τ. του Ι., κατοίκου Κ. Αττικής και διατηρούντος επαγγελματική κατοικία στο Ν. Ι. Π. Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ανδρέα Τζήμα.

Οι προσεπικαλούντες – παρεμπιπτόντως ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 18-12-2014 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο του Δικαστηρίου τούτου συζητήθηκαν οι εξής υποθέσεις: α) η από 16-06-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … αγωγή των Α. Τ. του Π., χήρας Β. Β., Κ. Β. του Β. και Σ. Β. του Β. κατά των εταιρείας με την επωνυμία «…», εταιρείας με την επωνυμία «Q. N. C. L.», Ε. Μ. του Α., Β. Τ. του Θ. και Ν. Κ. του Λ., β) η από 18-12-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή και η σωρευόμενη μ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή των α΄, β΄, γ΄ και ε΄ των εναγομένων της ανωτέρω από 16-06-2014 (κύριας) αγωγής κατά των εταιρείας με την επωνυμία «…..» και Ν. Τ. του Ι. και γ) η πρόσθετη παρέμβαση των καθ’ ων η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένων υπέρ των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων και κατά των εναγόντων της από 16-06-2014 κύριας αγωγής. Οι ως άνω κύρια αγωγή και προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, οι οποίες υπάγονται στην ίδια (τακτική) διαδικασία και έχουν, μάλιστα, μεταξύ τους σχέση κυρίου και παρεπομένου, καθώς και η πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να συνεκδικασθούν κατ’ αρθρ. 246 και 285 ΚΠολΔ λόγω συναφείας και της φύσεως της παρεμβάσεως ως παρεμπίπτουσας αγωγής [ΕφΠειρ 195/2011, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ν. Νίκας), ΚΠολΔ Ι (2000) 80 αριθ. 1].

Με την κρινόμενη από 16-06-2014 (κύρια) αγωγή τους οι ενάγοντες Α. Τ. του Π., χήρα Β. Β., Κ. Β. του Β. και Σ. Β. του Β., ιστορούν τα ακόλουθα: Τη … απεβίωσε ο Β. Β. του Μ., σύζυγος της πρώτης και πατέρας των δεύτερης και τρίτου των εναγόντων. Το ανωτέρω πρόσωπο είχε συνάψει, περί τα τέλη του μηνός Μαΐου του έτους 2011, σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου με τη δραστηριοποιούμενη στο ναυπηγοεπισκευαστικό κλάδο εταιρεία με την επωνυμία «… δυνάμει της οποίας προσελήφθη για να απασχοληθεί με την ειδικότητα του ηλεκτροσυγκολλητή στο υπό σημαία Μ. δεξαμενόπλοιο με την ονομασία «…», το οποίο βρισκόταν πλαγιοδετημένο κατά τον ως άνω χρόνο στην προβλήτα του μόλου της Δ.Ε.Η. στον  Γ. Κ. Αττικής και επί του οποίου η ανωτέρω εταιρεία είχε αναλάβει εργολαβικώς την εκτέλεση ελασματουργικών και σωληνουργικών εργασιών. Πλοιοκτήτρια του ως άνω πλοίου ήταν η πρώτη εναγομένη, η οποία ετύγχανε συνάμα και κυρία του προαναφερόμενου ναυπηγοεπισκευαστικού έργου, δεδομένου ότι το έργο αυτό εκτελείτο κατ’ εντολή και για λογαριασμό της. Διαχειρίστρια του εν λόγω πλοίου ήταν η δεύτερη εναγομένη, η οποία, ενεργώντας ως εκ της ως άνω ιδιότητάς της ως εκπρόσωπος της πρώτης εναγομένης, είχε αναθέσει την εκτέλεση του συγκεκριμένου έργου στην ανωτέρω εργολάβο εταιρεία (….) και είχε ορίσει τεχνικό ασφαλείας για την εκτέλεση του έργου αυτού τον τέταρτο εναγόμενο. Ο τρίτος των εναγομένων είχε την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης αυτών, ενώ ο πέμπτος εναγόμενος, ο οποίος απασχολείτο στην εν λόγω διαχειρίστρια του πλοίου εταιρεία ως αρχιμηχανικός, ήταν αρμόδιος για την επίβλεψη της πορείας των εργασιών επισκευής του πλοίου αυτού. Ο θάνατος του Β. Β. επήλθε συνεπεία πολυοργανικής ανεπάρκειας σε έδαφος εκτεταμένου θερμικού εγκαύματος το οποίο υπέστη αυτός κατά τη … και περί ώρα 09:50 όταν, κατά τη διάρκεια ελασματουργικών εργασιών που πραγματοποιούνταν, στο πλαίσιο της εκτέλεσης του ως άνω ναυπηγοεπισκευαστικού έργου, από συνεργείο της εργοδότριάς του – εργολάβου εταιρείας, του οποίου ήταν μέλος, με χρήση φλόγας στον κλειστό χώρο του μηχανισμού ηλεκτροκίνησης της πρωραίας έλικας του παραπάνω πλοίου, ανεφλέγη ο ρουχισμός (και δη η φόρμα εργασίας) του λόγω της διαρροής αερίου οξυγόνου από τον διαρραγέντα ελαστικό σωλήνα οξυγόνου του εργαλείου φλογοκοπής που χρησιμοποιείτο για την πραγματοποίηση των εργασιών αυτών. Το ανωτέρω θανατηφόρο ατύχημα οφείλεται σε παράνομες και υπαίτιες παραλείψεις τόσο των ως άνω φυσικών προσώπων (τρίτου, τέταρτου και πέμπτου των εναγομένων), για τις οποίες ευθύνονται οι πρώτη και δεύτερη των εναγομένων, όργανα και προστηθέντες των οποίων αποτελούσαν τα εν λόγω φυσικά πρόσωπα, όσο και των οργάνων και προστηθέντων της προαναφερόμενης εργολάβου εταιρείας, μεταξύ των οποίων και ο εργοδηγός του συνεργείου της Α. Π., και συγκεκριμένα στη μη λήψη των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας για την εκτέλεση του προαναφερόμενου ναυπηγοεπισκευαστικού έργου, κατά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή. Συνεπεία της θανάτωσης του συζύγου της η πρώτη ενάγουσα στερήθηκε το δικαίωμα διατροφής, την οποία κατά νόμο θα όφειλε να της καταβάλει αυτός, αν ζούσε, δεδομένου ότι η ίδια στερείτο εισοδημάτων και διατρεφόταν αποκλειστικά από εκείνον. Ενόψει δε του ότι ο υπόχρεος σε διατροφή σύζυγός της διήνυε το εξηκοστό έτος της ηλικίας του και ήταν απολύτως υγιής κατά το χρόνο του ένδικου τραυματισμού του και, επομένως, με βάση το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα, το οποίο ανέρχεται στα 79 έτη, ανεμένετο να ζήσει είκοσι επιπλέον έτη, τα πέντε και ήμισυ τουλάχιστον εκ των οποίων θα εξακολουθούσε να εργάζεται ως ηλεκτροσυγκολλητής, το ποσό της καταβλητέας προς αυτήν διατροφής για το χρονικό διάστημα μεταξύ της … (ημερομηνίας του τραυματισμού του συζύγου της) και της 14-02-2015 (πιθανής ημερομηνίας εκδίκασης της αγωγής), και, επομένως, η αντίστοιχη ζημία της από τη στέρηση της διατροφής αυτής, ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 144.192 €, όσο, δηλαδή, και το ποσό το οποίο θα αποκέρδαινε ο αποβιώσας από την παροχή της εργασίας του κατά τη χρονική αυτή περίοδο (ήτοι 115.200 € ως ημερομίσθια, 14.592 € ως αποδοχές και επιδόματα αδείας και 14.000 € ως επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, όπως τα ανωτέρω ποσά προκύπτουν με βάση τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή). Εξάλλου, άπαντες οι ενάγοντες εβίωσαν μεγάλη στεναχώρια και υπέστησαν ψυχικό κλονισμό εξαιτίας της θανάτωσης του συζύγου και πατέρα τους. Κατόπιν αυτών, ζητούν, όπως το αίτημα της αγωγής τους παραδεκτά, κατ’ άρθρ. 223, 294 και 297 ΚΠολΔ, περιορίσθηκε με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους στο ακροατήριο, που καταχωρίσθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, αλλά και με τις προτάσεις τους, τόσο ως προς μέρος της αιτούμενης από τον καθένα από τους δεύτερη και τρίτο των εναγόντων χρηματικής ικανοποίησης ύψους 150.000 €, όσο και ως προς μέρος της αιτούμενης από την πρώτη ενάγουσα χρηματικής ικανοποίησης ύψους 100.000 € κι αποζημίωσης ύψους 94.192 €, ως προς τα οποία παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της αγωγής τους, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, στη μεν πρώτη ενάγουσα το ποσό των 50.000 € ως αποζημίωση λόγω στέρησης της διατροφής που εδικαιούτο από τον θανατωθέντα συνεπεία του προαναφερόμενου ατυχήματος σύζυγό της, και το ποσό των 249.970 € ως χρηματική της ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστη από τη θανάτωση αυτού, στους δε δεύτερη και τρίτο των εναγόντων το ποσό των 199.970 € ως χρηματική τους ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τη θανάτωση του πατέρα τους, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, επιφυλασσόμενοι ως προς το ποσό των 30 € ο καθένας, του οποίου την επιδίκαση πρόκειται να αξιώσουν ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από την ανωτέρω αιτία παριστάμενοι ως πολιτικώς ενάγοντες στην ποινική δίκη κατά των εναγόμενων φυσικών προσώπων. Τέλος, ζητούν να απαγγελθεί προσωπική κράτηση κατά των τρίτου, τέταρτου και πέμπτου των εναγομένων ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικασθούν άπαντες οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων.Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία κατ’ αρθρ. 5§3, 2§1, 3§1 σε συνδ. με 60§1 και 6§1 του Κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Δεκεμβρίου 2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» [ο οποίος εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκήθηκαν πριν τη 10-01-2015, όπως η κρινόμενη, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 66§1 του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», επιπλέον δε τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής και ως προς τις εναγόμενες αλλοδαπές εταιρείες, ενόψει του ότι η πρώτη εξ αυτών έχει την καταστατική της έδρα στη Μ., ενώ η δεύτερη έχει την κύρια εγκατάστασή της στην Ελλάδα], καθώς αφενός μεν ο τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός είναι η Ελλάδα, αφετέρου δε η κατοικία των εναγόμενων φυσικών προσώπων βρίσκεται επίσης στην Ελλάδα, μεταξύ δε των υποκειμενικά σωρευόμενων στο κρινόμενο αγωγικό δικόγραφο αγωγών υπάρχει τόσο στενή συνάφεια ώστε να ενδείκνυται να συνεκδικασθούν αυτές και να κριθούν συγχρόνως, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος έκδοσης ασυμβίβαστων αποφάσεων που θα μπορούσαν να προκύψουν από τη χωριστή εκδίκασή τους. Επίσης, το Δικαστήριο τούτο είναι καθ’ ύλην (άρθρα 1, 7, 9, 10, 13, 14 και 18 ΚΠολΔ), λειτουργικά (ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς – άρθρο 51§§1 και 3Β΄ περ. ιζ΄ του ν. 2172/1993) και κατά τόπον αρμόδιο, καθώς αφενός μεν ο τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός είναι το Κ. Αττικής, αφετέρου δε η κατοικία των εναγόμενων φυσικών προσώπων και το υποκατάστημα της δεύτερης εναγομένης εταιρείας βρίσκονται στο νομό Αττικής, στο σύνολο του οποίου εκτείνεται η δικαιοδοσία του Πρωτοδικείου Πειραιά για την εκδίκαση των ναυτικών διαφορών, άπαντες δε οι εναγόμενοι συνδέονται μεταξύ τους με το δεσμό της ομοδικίας (άρθρα 35, 22, 25§2, 37§1 ΚΠολΔ και 51§2 ν. 2172/1993). Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις οικείες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 11ης Ιουλίου 2007 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ)», οι οποίες, λόγω του οικουμενικού του χαρακτήρα που ρητά διατυπώνεται στο άρθρο 3 αυτού, αντικαθιστούν τους εθνικούς κανόνες συγκρούσεως των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις εξωσυμβατικές ενοχές που υπάγονται στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του, προς ανεύρεση του εφαρμοστέου δικαίου που διέπει την επίδικη διαφορά, το οποίο είναι το ελληνικό, ως το δίκαιο της χώρας στην οποία επήλθε η ζημία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4§1 του εν λόγω Κανονισμού. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διατάξεις του εφαρμοστέου εν προκειμένω ελληνικού ουσιαστικού δικαίου, η αγωγή τυγχάνει ορισμένη ως προς τα κονδύλια της χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν οι ενάγοντες από τη θανάτωση του συζύγου και πατέρα τους, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγομένων, καθώς δεν αποτελούν στοιχεία της αγωγής με την οποία διώκεται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης στα μέλη της οικογενείας του θανατωθέντος σε ατύχημα, οι συμπαρομαρτούσες συνθήκες, δηλαδή η περιουσιακή κατάσταση των διαδίκων, η κοινωνική τους θέση, οι προσωπικές τους σχέσεις με τον θανατωθέντα, η ηλικία αυτών και του θανόντος κλπ, αφού αυτές αποτελούν περιστατικά που λαμβάνονται υπ’ όψιν για να καθορισθεί το εύλογο χρηματικό ποσό για τη χρηματική ικανοποίηση των εναγόντων. Δεν αποτελούν, δηλαδή, ίδια και αυτοτελή στοιχεία, ώστε η παράθεσή τους να είναι απαραίτητη για την πληρότητα της αγωγής, ούτε περί τούτων διατάσσεται απόδειξη, αλλά το δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτά κατά κρίση ελεύθερη και μη υποκείμενη σε αναιρετικό έλεγχο (βλ. ΑΠ 732/2013, ΑΠ 242/2008, ΔΕΕ 2009,365, ΝοΒ 2009,595, αμφότερες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Ως προς το κονδύλιο, όμως, της αποζημίωσης της πρώτης ενάγουσας λόγω στέρησης της διατροφής που εδικαιούτο από τον θανατωθέντα συνεπεία του προαναφερόμενου ατυχήματος σύζυγό της, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Και τούτο όχι για τους λόγους τους οποίους αναφέρουν στο δικόγραφο των προτάσεών τους ο τέταρτος εναγόμενος και οι προσθέτως παρεμβαίνοντες, οι οποίοι τυγχάνουν απορριπτέοι ως αβάσιμοι [δεδομένου ότι α) για το ορισμένο της αγωγής αποζημιώσεως του δικαιούχου της διατροφής επιζώντος συζύγου δεν απαιτείται να γίνεται στο δικόγραφο αυτής αποτίμηση της συνεισφοράς που θα παρείχε καθένας από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογενείας, αφού η αποτίμηση αυτή μπορεί να θεμελιώσει καταλυτικό της αγωγής ισχυρισμό του εναγομένου (ΑΠ 1136/2014, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ) και β) στο αίτημα της αγωγής για επιδίκαση της αποζημιώσεως για στέρηση διατροφής που αναφέρεται στο μέλλον σε εφάπαξ κεφάλαιο, κατά τους όρους του άρθρου 930§1 ΑΚ, θεωρείται ότι περιέχεται, σε σχέση μείζονος προς έλασσον, το αίτημα για μηνιαίες χρηματικές παροχές. Επομένως, αν ζητείται με την αγωγή επιδίκαση εφάπαξ κεφαλαίου, χωρίς να γίνεται επίκληση σπουδαίου προς τούτο λόγου, δεν απορρίπτεται η αγωγή, αλλά το σχετικό αίτημα γίνεται δεκτό για το ίδιο αιτούμενο ποσό, αλλά καταβλητέο σε μηνιαίες δόσεις, κάθε μία από τις οποίες προκύπτει από απλό μαθηματικό υπολογισμό, εφόσον ορίζεται η χρονική περίοδος της απώλειας της διατροφής και το συνολικό ποσό (ΑΠ 1966/2008, ΕΠολΔ 2009,625, δημοσιευθείσα και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ)], αλλ’ επειδή με την προαναφερόμενη μερική παραίτηση στην οποία προέβη η πρώτη ενάγουσα από το δικόγραφο της υπό κρίσιν αγωγής περιορίζοντας το ανωτέρω κονδύλιο (της αποζημίωσης λόγω στέρησης διατροφής) κατά το ποσό των 94.192 €, κατέστη αόριστο το υπόλοιπο τμήμα του κονδυλίου αυτού (ύψους 50.000 €). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 223 και 295§1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο ενάγων μπορεί να περιορίσει το αίτημα της αγωγής και ότι ο περιορισμός αυτός συνιστά μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής κατά το αίτημα που περιορίσθηκε, το οποίο θεωρείται από την αρχή ότι δεν ασκήθηκε. Με την παραίτηση, όμως, δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της αγωγής, που εμποδίζει τη συγκεκριμενοποίηση της διαφοράς, η οποία έχει αχθεί σε δικαστική κρίση. Όταν το αγωγικό αίτημα συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, ο περιορισμός του επιχειρείται παραδεκτά μόνον εφόσον διευκρινίζεται σε ποια κονδύλια αφορά ή όταν περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του όλου αιτήματος και επέρχεται έτσι αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων (ΟλΑΠ 30/2007, ΕφΑΔ 2008,331, ΝοΒ 2007,2388, ΑΠ 1817/2014, ΑΠ 1893/2013, ΕφΑΔ 2014,161, ΝοΒ 2014,1147, ΑΠ 971/2013, ΑΠ 32/2013, ΑΠ 25/2013, ΕφΑΔ 2013,442, άπασες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση, η πρώτη ενάγουσα ζήτησε με την κρινόμενη αγωγή να της επιδικασθεί αποζημίωση συνολικού ύψους 144.192 € λόγω στέρησης διατροφής κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της … και της 14-02-2015. Όπως δε προαναφέρθηκε, το κονδύλιο αυτό ισούτο με το ποσό το οποίο θα αποκέρδαινε ο αποβιώσας σύζυγός της από την παροχή της εργασίας του κατά την ανωτέρω χρονική περίοδο και συντίθετο από τα επιμέρους κονδύλια των αποδοχών του, ήτοι από τα ποσά των 115.200 € (σύνολο ημερομισθίων), των 14.592 € (σύνολο αποδοχών και επιδομάτων αδείας) και των 14.400 € (σύνολο επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα). Ακολούθως, η εν λόγω ενάγουσα περιόρισε το ως άνω συνολικό κονδύλιο των 144.192 € στο ποσό των 50.000 €, χωρίς να διευκρινίσει ποια από τα προαναφερόμενα τρία επιμέρους κονδύλια αφορούσε ο ως άνω περιορισμός, σε ποιο ποσοστό και ποιο ειδικότερο τμήμα αυτών (ενόψει του ότι τα κονδύλια αυτά αναφέρονται σε αποδοχές τεσσάρων ετών), παρότι κλήθηκε προς τούτο από το Δικαστήριο κατά την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 236 ΚΠολΔ. Ούτε, άλλωστε, δύναται να συναχθεί από το περιεχόμενο των προτάσεων της ως άνω ενάγουσας ή από τη σχετική δήλωση της πληρεξουσίας της δικηγόρου στο ακροατήριο ότι με τη συγκεκριμένη μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής περιορίσθηκαν αναλογικά όλα τα ανωτέρω τρία επιμέρους κονδύλια. Έτσι, όμως, δεν είναι δυνατό να διαγνωσθεί σε περίπτωση που θα κριθούν νόμω ή ουσία βάσιμα κάποια από τα εν λόγω επιμέρους κονδύλια, αν πρόκειται για αυτά ως προς τα οποία παραιτήθηκε η πρώτη ενάγουσα από το δικόγραφο της αγωγής της ή όχι. Καθ’ ο μέρος κρίθηκε ορισμένη, η αγωγή τυγχάνει νόμιμη, καθώς στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 914, 330, 299, 932, 922, 926, 481 επ., 71, 293, 340, 345, 346 ΑΚ, 907, 908§1 περ. δ΄, 951, 1047 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ των ΤΑΧΔΙΚ, Ε.Τ.Α.Α. (Τ.Α.Ν.) και Ε.ΟΠ.Υ.Υ. και το ανάλογο χαρτόσημο (βλ. το υπ’ αριθμ. … διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιώς, το υπ’ αριθμ. … γραμμάτιο είσπραξης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. για λογαριασμό του Ταμείου Νομικών και την υπ’ αριθμ. … απόδειξη του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων/Τομέας Υγείας Δικηγόρων Πειραιά που προσκομίζονται από την πρώτη ενάγουσα, το υπ’ αριθμ. … διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιώς, το υπ’ αριθμ. … γραμμάτιο είσπραξης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. για λογαριασμό του Ταμείου Νομικών και την υπ’ αριθμ. … απόδειξη του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων/Τομέας Υγείας Δικηγόρων Πειραιά που προσκομίζονται από τη δεύτερη ενάγουσα και το υπ’ αριθμ. … διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιώς, το υπ’ αριθμ. … γραμμάτιο είσπραξης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. για λογαριασμό του Ταμείου Νομικών και την υπ’ αριθμ. … απόδειξη του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων/Τομέας Υγείας Δικηγόρων Πειραιά που προσκομίζονται από τον τρίτο ενάγοντα).

Εξάλλου, οι προσεπικαλούμενοι – παρεμπιπτόντως εναγόμενοι, εταιρεία με την επωνυμία «….» και Ν. Τ. του Ι., ασκούν πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των πρώτης, δεύτερης, τρίτου και πέμπτου των εναγομένων της κύριας αγωγής με το από 16-01-2015 ιδιαίτερο δικόγραφο πρόσθετης παρέμβασης, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου κατά τη 19-01-2015 και επιδόθηκε σε όλους τους μέχρι της ασκήσεώς της διαδίκους της κύριας δίκης, όπως προκύπτει από τις μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενες υπ’ αριθμ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Μ. … προς τους πρώτη, δεύτερη, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο των κυρίως εναγομένων και πρώτη, δεύτερη και τρίτο των κυρίως εναγόντων αντιστοίχως. Με την πρόσθετη παρέμβασή τους αυτή, οι προσθέτως παρεμβαίνοντες ζητούν την απόρριψη της κύριας αγωγής επικαλούμενοι έννομο συμφέρον, το οποίο συνίσταται στο ενδεχόμενο να υποχρεωθούν να αποζημιώσουν τους υπέρ ων η πρόσθετη παρέμβαση – κυρίως εναγομένους εάν γίνει δεκτή η κύρια αγωγή, ενόψει, μάλιστα, του ότι ήδη οι τελευταίοι τους έχουν προσεπικαλέσει ως δικονομικούς εγγυητές στη δίκη επί της ανωτέρω (κύριας) αγωγής, σωρεύοντας, μάλιστα, στο δικόγραφο της προσεπικλήσεως παρεμπίπτουσα αγωγή με την οποία τους ζητούν να υποχρεωθούν να καταβάλουν στον καθέναν εξ αυτών, εις ολόκληρον έκαστος, ποσοστό 99% επί του ποσού που θα υποχρεωθούν αυτοί (οι κυρίως εναγόμενοι – υπέρ ων η πρόσθετη παρέμβαση) να καταβάλουν στους κυρίως ενάγοντες. Επίσης, ζητούν να καταδικασθούν οι καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων. Η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση έχει ασκηθεί παραδεκτά και νόμιμα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 68, 80 και 81§1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν, συνεκδικαζόμενη με την κύρια και την παρεμπίπτουσα αγωγή.

Περαιτέρω, τόσο οι εναγόμενοι όσο και οι προσθέτως παρεμβαίνοντες, με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, η οποία καταχωρίσθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά της συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου αλλά και με τις προτάσεις τους, αρνούνται την αγωγή, ισχυριζόμενοι ειδικότερα με τα δικόγραφα των προτάσεών τους ότι η πρόκληση του θανάσιμου τραυματισμού του συζύγου της πρώτης και πατέρα των λοιπών εναγόντων, Β. Β. του Μ., οφείλεται σε συγκλίνουσα αμέλεια του ίδιου του θανόντος και της εργοδότριάς του εταιρείας («….»), η οποία είχε αναλάβει εργολαβικώς την εκτέλεση ελασματουργικών εργασιών στο πλοίο «…» με ίδιο προσωπικό και τεχνικά μέσα, ενώ οι ίδιοι ουδεμία ευθύνη φέρουν για το ένδικο ατύχημα. Επικουρικά, και σε περίπτωση που γίνει δεκτό ότι υφίσταται και δική τους ευθύνη για το εν λόγω ατύχημα, οι εναγόμενοι προβάλλουν ότι ο θανών υπήρξε συνυπαίτιος στην πρόκληση του θανάσιμου τραυματισμού του (κατά ποσοστό 99% σύμφωνα με τους ισχυρισμούς απάντων των εναγομένων, άλλως κατά ποσοστό 95% σύμφωνα με τον σχετικό επικουρικό ισχυρισμό του τέταρτου εναγομένου), όπως ειδικότερα αναλύουν στις προτάσεις τους. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένσταση καταλυτική της αγωγής στηριζόμενη στο άρθρο 300 ΑΚ, η οποία νόμιμα και κατά τρόπο ορισμένο προβάλλεται και πρέπει να ερευνηθεί κατ’ ουσίαν.

Περαιτέρω, με την κρινόμενη από 18-12-2014 προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή και τη σωρευόμενη σ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης, στην οποία ενσωματώνουν παραδεκτώς σε φωτοτυπία την κατ’ αυτών (κύρια) αγωγή των Α. Τ. του Π., χήρας Β. Β., Κ. Β. του Β. και Στέφανου Βερλή του Β., οι πρώτη, δεύτερη, τρίτος και πέμπτος των εναγομένων της ανωτέρω κύριας αγωγής προσεπικαλούν στη δίκη επί της εν λόγω αγωγής την εργοδότρια του θανόντος ηλεκτροσυγκολλητή Β. Β. του Μ., εταιρεία με την επωνυμία «….», η οποία είχε αναλάβει, δυνάμει σχετικής συμβάσεως έργου που συνήψε με τη δεύτερη των κυρίως εναγομένων, την εκτέλεση ελασματουργικών εργασιών επί του πλοίου …, κατά τη διάρκεια των οποίων συνέβη το ένδικο θανατηφόρο ατύχημα, καθώς και το νόμιμο εκπρόσωπο, διαχειριστή, διευθυντή και ομόρρυθμο εταίρο της ανωτέρω εταιρείας, Ν. Τ. του Ι., προκειμένου να παρέμβουν αυτοί στη συγκεκριμένη (κύρια) δίκη, ως δικονομικοί τους εγγυητές. Επικαλούμενοι δε ότι για την τήρηση των μέτρων ασφαλείας κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των ανωτέρω εργασιών υπεύθυνοι ήταν αφενός μεν η πρώτη παρεμπιπτόντως εναγομένη τόσο εκ του νόμου όσο και με βάση την προαναφερόμενη σύμβαση έργου, αφετέρου δε ο δεύτερος παρεμπιπτόντως εναγόμενος, ο οποίος είχε συστήσει και ήταν υπεύθυνος του συνεργείου της πρώτης, το οποίο εκτελούσε τις εν λόγω εργασίες και στο οποίο συμμετείχε ο θανών κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος, και, σε κάθε περίπτωση, ευθύνεται απεριόριστα και εις ολόκληρον για τις πράξεις ή παραλείψεις της ως άνω εταιρείας ως ομόρρυθμος εταίρος της, ζητούν να υποχρεωθούν αυτοί (παρεμπιπτόντως εναγόμενοι), με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να καταβάλουν στον καθέναν εξ αυτών, εις ολόκληρον έκαστος, ποσοστό 99% επί του ποσού που θα υποχρεωθούν αυτοί (οι κυρίως εναγόμενοι – παρεμπιπτόντως ενάγοντες) να καταβάλουν στους κυρίως ενάγοντες μετά τόκων και εξόδων σε περίπτωση που γίνει δεκτή η κύρια αγωγή, καθώς και να καταδικασθούν αυτοί στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η παρεμπίπτουσα αγωγή παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία κατ’ αρθρ. 2§1 σε συνδ. με 60§1 και 6§2 του Κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Δεκεμβρίου 2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» (ο οποίος εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκήθηκαν πριν τη 10-01-2015, όπως η κρινόμενη, σύμφωνα τα προεκτεθέντα), καθώς αφενός μεν η καταστατική έδρα της πρώτης και η κατοικία του δεύτερου των παρεμπιπτόντως εναγομένων βρίσκονται στην Ελλάδα, ενώ, εξάλλου, οι εν λόγω εναγόμενοι δύνανται να εναχθούν στο Δικαστήριο τούτο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί και η κύρια αγωγή, ως προσεπικληθέντες δικονομικοί εγγυητές των εναγομένων της κύριας δίκης, δυνάμει της προαναφερόμενης προσεπικλήσεως που σωρεύεται στο ίδιο δικόγραφο με την κρινόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή. Επίσης, το Δικαστήριο αυτό είναι καθ’ ύλην (άρθρα 1, 7, 9, 10, 13, 14 και 18 ΚΠολΔ), λειτουργικά (ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς – άρθρο 51§§1 και 3Β΄ περ. β΄ και ιζ΄ του ν. 2172/1993) και κατά τόπον αρμόδιο, ως το δικαστήριο της κύριας δίκης (άρθρα 31§1 ΚΠολΔ). Είναι δε ορισμένη και νόμιμη κατά το εφαρμοστέο εν προκειμένω, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, καθώς στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 361, 382 επ., 914, 926 και 927 ΑΚ, 271§1 ν. 4072/2012, ο οποίος εφαρμόζεται και στις εταιρείες, οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του δεν τελούν σε εκκαθάριση ή σε πτώχευση (βλ. αρθρ. 294§1 του ίδιου νόμου, σε συνδυασμό και με τη διάταξη του άρθρου 294§2 αυτού, σύμφωνα με την οποία από την έναρξη ισχύος του εν λόγω νόμου καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 18 – 28, 38, 39, 47 – 50 και 64 του Εμπορικού Νόμου), 69§1 περ. ε΄, 907, 908 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ των ΤΑΧΔΙΚ, Ε.Τ.Α.Α. (Τ.Α.Ν.) και Ε.ΟΠ.Υ.Υ. και το ανάλογο χαρτόσημο (βλ. το υπ’ αριθμ. … διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιώς, το υπ’ αριθμ. … γραμμάτιο είσπραξης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. για λογαριασμό του Ταμείου Νομικών και την υπ’ αριθμ. … απόδειξη του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων/Τομέας Υγείας Δικηγόρων Πειραιά που προσκομίζονται από τους παρεμπιπτόντως ενάγοντες).

Περαιτέρω, οι παρεμπιπτόντως εναγόμενοι αρνούνται την παρεμπίπτουσα αγωγή, ισχυριζόμενοι ειδικότερα με το δικόγραφο των προτάσεών τους ότι ουδεμία ευθύνη φέρουν αυτοί για την πρόκληση του ένδικου θανατηφόρου ατυχήματος.

Από τη συνεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων Μ. Α., … του …, Ι. Μ. του Α. και Α. Φ. του Δ. στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασής του, της υπ’ αριθμ. … ένορκης βεβαίωσης του Ν. Α. Κ. (D. A. K.) του Π. Κ. (P. C.), η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, παραδεκτώς δε λαμβάνεται υπ’ όψιν κατ’ αρθρ. 270§2 εδ. γ΄ ΚΠολΔ, καθώς τηρήθηκε η νόμιμη προδικασία, ήτοι η κλήτευση των αντιδίκων των πρώτης, δεύτερης, τρίτου και πέμπτου των εναγομένων προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς … προς την υπογράφουσα την αγωγή, ως πληρεξούσια δικηγόρος των κυρίως εναγόντων, …, των υπ’ αριθμ. … και … ενόρκων βεβαιώσεων των Α. Κ. του … και … Λ. του Π. αντιστοίχως, οι οποίες συντάχθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς Μαρίας Κελτεμλίδου, παραδεκτώς δε λαμβάνονται υπ’ όψιν κατ’ αρθρ. 270§2 εδ. γ΄ ΚΠολΔ, καθώς τηρήθηκε η νόμιμη προδικασία, ήτοι η κλήτευση των αντιδίκων των προσθέτως παρεμβαινόντων – προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων (ήτοι των κυρίως εναγόντων – καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση και των κυρίως εναγομένων – προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων) προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών, όπως προκύπτει από τις προαναφερόμενες υπ’ αριθμ. …, …, …, …, …, …, … και … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Μ. … προς τους πρώτη, δεύτερη και τρίτο των κυρίως εναγόντων και πρώτη, δεύτερη, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο των κυρίως εναγομένων αντιστοίχως, της υπ’ αριθμ. … ένορκης βεβαίωσης του Ι. Μ. του Α., η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, παραδεκτώς δε λαμβάνεται υπ’ όψιν κατ’ αρθρ. 270§2 εδ. γ΄ ΚΠολΔ, καθώς τηρήθηκε η νόμιμη προδικασία, ήτοι η κλήτευση των αντιδίκων των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων (ήτοι των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων, ως εκ περισσού δε κλητεύθηκαν και οι κυρίως ενάγοντες και ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων) προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθμ. … και … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς Γ. Β. προς πρώτη και δεύτερο των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων αντιστοίχως (καθώς και από τις υπ’ αριθμ. …, …, … και … εκθέσεις επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή προς τους πρώτη, δεύτερη και τρίτο των κυρίως εναγόντων και τον τέταρτο των κυρίως εναγομένων) και της υπ’ αριθμ. 5932/29-01-2015 ένορκης βεβαίωσης του Δ. Στάμου του Κωνσταντίνου, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Βενίτη – Πολιτσοπούλου, παραδεκτώς δε λαμβάνεται υπ’ όψιν κατ’ αρθρ. 270§2 εδ. δ΄ ΚΠολΔ προς αντίκρουση των ανωτέρω ενόρκων βεβαιώσεων των Α. Κ. του … και … Λ. του Π. που προσκομίσθηκαν από τους αντιδίκους των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων, καθώς τηρήθηκε η νόμιμη προδικασία, ήτοι η κλήτευση των ως άνω αντιδίκων των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων (ήτοι των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων, ως εκ περισσού δε κλητεύθηκαν και οι κυρίως ενάγοντες και ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων) προ δύο τουλάχιστον εργασίμων ημερών, όπως προκύπτει από τις προαναφερόμενες υπ’ αριθμ. … και … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς Γ. Β. προς πρώτη και δεύτερο των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων αντιστοίχως (καθώς και από τις υπ’ αριθμ. …, …, … και … εκθέσεις επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή προς τους πρώτη, δεύτερη και τρίτο των κυρίως εναγόντων και τον τέταρτο των κυρίως εναγομένων), καθώς και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς, ωστόσο, να λαμβάνεται υπ’ όψιν η από 24-02-2015 επιστολή του Χ. Σ., γενικού διευθυντή της εταιρείας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «…», προς τη δεύτερη των κυρίως εναγομένων, επειδή η εμπεριεχόμενη στην ως άνω επιστολή δήλωση αποτελεί μαρτυρία τρίτου που δόθηκε χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις των διατάξεων του ΚΠολΔ για την εξέταση των μαρτύρων ή τη λήψη ενόρκων βεβαιώσεων· επομένως, η ως άνω ανώμοτη μαρτυρία αποτελεί ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν ούτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ενόψει του ότι δόθηκε προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στην προκείμενη δίκη και, ειδικότερα, προς αντίκρουση της κατάθεσης του προαναφερόμενου μάρτυρα Μ. Α., που εξετάσθηκε ενόρκως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με την επιμέλεια των κυρίως εναγόντων (βλ. ΟλΑΠ 8/1987, Δίκη 1987,530, ΝοΒ 1988,75, ΑΠ 1405/2014, ΑΠ 1092/2013, ΧρΙδΔ 2014,37, ΑΠ 624/2013, ΑΠ 394/2012, άπασες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Τη … και περί ώρα 20:00 απεβίωσε στο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής «Κ.Α.Τ.», στη Β΄ Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του οποίου νοσηλευόταν μέχρι τότε από την 04-06-2011, ο γεννηθείς κατά τη … Β. Β. του Μ., σύζυγος της πρώτης και πατέρας των δεύτερης και τρίτου των εναγόντων (βλ. το από 14-07-2014 αντίγραφο της υπ’ αριθμ. … ληξιαρχικής πράξης γάμου που συντάχθηκε από τον Ειδικό Ληξίαρχο Πειραιώς και το υπ’ αριθμ. πρωτ. … πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών που εκδόθηκε από το Δήμο Κ. – Δ. Αττικής, αμφότερα τα οποία προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από τους κυρίως ενάγοντες). Ο θάνατος του ανωτέρω προσώπου επήλθε συνεπεία πολυοργανικής ανεπάρκειας σε έδαφος εκτεταμένου θερμικού εγκαύματος συνολικής επιφάνειας 60,5% και, ειδικότερα, εκτεταμένων εγκαυμάτων κάτω άκρων άμφω, αντιβραχίων άμφω, οσχέου, άκρων χειρών άμφω, κοιλιακής χώρας, θωρακικής χώρας και κεφαλής, καθώς και εισπνευστικού εγκαύματος (βλ. το υπ’ αριθμ. πρωτ. …11 ακριβές αντίγραφο της υπ’ αριθμ. … ληξιαρχικής πράξης θανάτου που συντάχθηκε από τον Ληξίαρχο του Δήμου Κ. – Δ., το από … ακριβές αντίγραφο της υπ’ αριθμ. πρωτ. … ιατρικής γνωμάτευσης του Διευθυντή της Β΄ Μ.Ε.Θ. του Νοσοκομείου Κ.Α.Τ., Ι. Α., το από … αντίγραφο της υπ’ αριθμ. πρωτ. …/… έγγραφης αναγγελίας θανάτου που συντάχθηκε από την ιατρό πνευμονολόγο – εντατικολόγο, Επιμελήτρια Α΄ της Β΄ Μ.Ε.Θ. του Νοσοκομείου Κ.Α.Τ., Σ. Σ., και το από … αντίγραφο της  υπ’ αριθμ. … ιατροδικαστικής έκθεσης νεκροψίας – νεκροτομής του ιατροδικαστή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πειραιώς, Β. Δ., άπαντα τα οποία προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από τους κυρίως ενάγοντες). Ο θανών υπέστη τα ανωτέρω εκτεταμένα εγκαύματα κατά τη …, όταν ανεφλέγη ο ρουχισμός του, υπό τις κατωτέρω περιγραφόμενες συνθήκες, ενώ εργαζόταν επί του υπό σημαία Μ. φορτηγού δεξαμενοπλοίου με την ονομασία «…», αριθμό νηολογίου Βαλέτας …, αριθμό ΙΜΟ …, Δ.Δ.Σ. …, ολικής χωρητικότητας 3.586 κόρων και καθαρής χωρητικότητας 1.583 κόρων, πλοιοκτησίας της πρώτης των κυρίως εναγομένων, το οποίο τελούσε υπό τη διαχείριση της δεύτερης των κυρίως εναγομένων, όπως συνομολογείται στο δικόγραφο των προτάσεών τους, ως μέλος συνεργείου της εργοδότριάς του, πρώτης των προσεπικαλουμένων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων, σε εκτέλεση ναυπηγοεπισκευαστικού έργου το οποίο είχε ανατεθεί στην τελευταία. Αμέσως μετά τον τραυματισμό του ο εν λόγω εργαζόμενος διακομίσθηκε στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ», όπου τα τραύματά του αντιμετωπίσθηκαν με σχάσεις δεξιάς κνήμης, αριστερού μηρού και κνήμης, αριστερού και δεξιού αντιβραχίου. Την 03-06-2011 διασωληνώθηκε λόγω αναπνευστικής ανεπάρκειας και την επομένη (04-06-2011) διακομίσθηκε υπό καταστολή και μηχανική υποστήριξη της αναπνοής στο νοσοκομείο Κ.Α.Τ., στη Β΄ Μ.Ε.Θ. του οποίου νοσηλεύθηκε μέχρι την ημερομηνία του θανάτου του, κατά τα προεκτεθέντα. Αναφορικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη το ατύχημα που προκάλεσε το θανάσιμο τραυματισμό του Β. Β., από τα αποδεικτικά στοιχεία που τέθηκαν υπ’ όψιν του Δικαστηρίου προκύπτουν τα ακόλουθα: Η πλοιοκτήτρια του ως άνω πλοίου, πρώτη των κυρίως εναγομένων, τυγχάνει αλλοδαπή εταιρεία, εδρεύουσα στη Μ., ενώ και η δεύτερη των κυρίως εναγομένων είναι αλλοδαπή εταιρεία, με έδρα στη Λ., έχει, όμως, εγκαταστήσει στην Ελλάδα γραφείο/υποκατάστημα, υπαχθείσα στις διατάξεις των α.ν. 89/1967, 378/1968 και του άρθρου 25 του ν. 27/1975, όπως αντικατασταθέν ισχύει, με σκοπό όπως απασχολείται αποκλειστικά με τη διαχείριση, εκμετάλλευση, ναύλωση, διακανονισμό αβαριών, μεσιτεία αγοραπωλησιών ή ναυπηγήσεων ή ναυλώσεων πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία πάνω από 500 κόρους ολικής χωρητικότητας, με εξαίρεση τα επιβατηγά ακτοπλοϊκά πλοία και τα εμπορικά πλοία που εκτελούν εσωτερικούς πλόες, καθώς και με την αντιπροσώπευση πλοιοκτητριών εταιρειών, ως και επιχειρήσεων που έχουν σαν αντικείμενο εργασιών τις ίδιες με τις προαναφερόμενες δραστηριότητες. Μέσω δε του ως άνω γραφείου/υποκαταστήματός της, η εν λόγω εταιρεία δύναται να ασχολείται στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, με την επιμέλεια θεμάτων που αφορούν αποκλειστικά και μόνο τα πλοία τα οποία ανήκουν σ’ αυτήν ή τα πλοία που διαχειρίζεται ή εκμεταλλεύεται ή τα πλοία των επιχειρήσεων που αντιπροσωπεύει και έχουν σχέση με τη συντήρηση, τις επισκευές, τις μετασκευές, τον εφοδιασμό, την κλάση των παραπάνω πλοίων, είτε οι σχετικές συμβάσεις και εργασίες συνάπτονται και εκτελούνται στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό [βλ. την υπ’ αριθμ. 1241.2218/6/22489/08-02-1996 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας (Φ.Ε.Κ. 52/22-02-1996 Τεύχος Αναπτυξιακών Πράξεων και Συμβάσεων), με την οποία εγκρίθηκε η εγκατάσταση του ως άνω γραφείου/υποκαταστήματος στην Ελλάδα και την τροποποιητική αυτής υπ’ αριθμ. 3122.1/2218/21/22489 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών – Εμπορικής Ναυτιλίας (Φ.Ε.Κ. 49/16-03-2006 Τεύχος Αναπτυξιακών Πράξεων και Συμβάσεων)]. Κατά το μήνα Μάιο του έτους 2011, το ανωτέρω αναφερόμενο πλοίο «…», πλαγιοδέτησε στην προβλήτα του μόλου της Δ.Ε.Η. στον  Γ. Κ. Αττικής, προκειμένου να υποβληθεί σε προγραμματισμένες εργασίες επισκευής. Πράγματι, μεταξύ των μηνών Μαΐου και Ιουνίου του έτους 2011, εκτελέσθηκαν ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες επί του εν λόγω πλοίου από συνεργεία δέκα (10) συνολικά εργολάβων, διαφόρων ειδικοτήτων, και συγκεκριμένα, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «….» (πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων) που πραγματοποίησε από την 24-05-2011 και επί τριάντα ημέρες σωληνουργικές – ελασματουργικές εργασίες στους χώρους του καταστρώματος, των αμπαριών, του μηχανοστασίου, των βρεχάμενων και των στεγανών του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «….» που πραγματοποίησε από την 24-05-2011 και επί εικοσιπέντε ημέρες εργασίες καθαρισμών στους χώρους του μηχανοστασίου, του καταστρώματος και των δεξαμενών έρματος του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «…» που πραγματοποίησε από την 24-05-2011 και για απροσδιόριστο χρόνο μηχανουργικές εργασίες στους χώρους του μηχανοστασίου, του καταστρώματος και των δεξαμενών έρματος του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «….» που πραγματοποίησε από την 24-05-2011 και επί ένα μήνα σωληνουργικές και ελασματουργικές εργασίες στους χώρους του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «…» που πραγματοποίησε από την 24-05-2011 και για απροσδιόριστο χρόνο μηχανουργικές εργασίες στους χώρους του μηχανοστασίου και του καταστρώματος του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «….» που πραγματοποίησε από την 31-05-2011 και για απροσδιόριστο χρόνο μηχανουργικές εργασίες στο χώρο του μηχανοστασίου του πλοίου, από το συνεργείο της ατομικής επιχείρησης της … που πραγματοποίησε από την … και επί δεκαπέντε ημέρες ξυλουργικές εργασίες στους χώρους των κοιτωνίσκων του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «….» που πραγματοποίησε από την … και επί τριάντα ημέρες εργασίες επιθεώρησης των σωστικών λέμβων του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «…» που πραγματοποίησε από την 03-06-2011 και επί είκοσι ημέρες μονωτικές εργασίες στους χώρους των κοιτωνίσκων του πλοίου, από το συνεργείο της εταιρείας με την επωνυμία «….» που πραγματοποίησε από την 07-06-2011 και επί μία εβδομάδα εργασίες επισκευής των ψυκτικών – κλιματιστικών μέσων στους χώρους ενδιαίτησης του πλοίου (βλ. το υπ’ αριθμ. φακέλου … έγγραφο του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς/Β΄ Λιμενικού Τμήματος Κ., τις σχετικές άδειες εργασιών που εκδόθηκαν από το Κ.Λ.Πειραιώς/Β΄ Λ.Τ. Κ. και τις αντίστοιχες αιτήσεις του πλοιάρχου του πλοίου M. R. που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από τους προσεπικαλούμενους – παρεμπιπτόντως εναγόμενους – προσθέτως παρεμβαίνοντες). Η εκτέλεση των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν από το συνεργείο της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων ανατέθηκε σ’ αυτήν από τη δεύτερη των κυρίως εναγομένων, η οποία ενεργούσε, ως διαχειρίστρια του πλοίου, κατ’ εντολή και για λογαριασμό της πρώτης των κυρίως εναγομένων, με σύμβαση έργου που καταρτίσθηκε μεταξύ τους κατά τις αρχές του μηνός Μαΐου του έτους 2011, γεγονός που συνομολογείται από αμφότερες τις συμβαλλόμενες πλευρές. Όπως προκύπτει δε από τη μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενη έγγραφη αποτύπωση της πρότασης (προσφοράς) της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων, η οποία απεστάλη προς τη δεύτερη των κυρίως εναγομένων σε ηλεκτρονική μορφή κατά τη 10-05-2011 και έγινε αποδεκτή από την τελευταία, μεταξύ των υποχρεώσεων που ανέλαβε με την ως άνω σύμβαση η εργολάβος εταιρεία ήταν η χορήγηση των υλικών (ελασμάτων), των συστημάτων φωτισμού και εξαερισμού, του εξοπλισμού (εργαλείων) και των αναλώσιμων που θα απαιτούντο για την εκτέλεση των χαλυβουργικών εργασιών, καθώς και η πληρωμή των αμοιβών του εργατικού προσωπικού της, ενώ η κυρία του έργου είχε την υποχρέωση να προβεί η ίδια και με δικές της δαπάνες στην έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια (gas free), το διορισμό τεχνικού ασφαλείας, τον καθαρισμό των δεξαμενών και των υπόλοιπων χώρων του πλοίου στους οποίους θα εκτελούνταν εργασίες, την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και να παραχωρήσει τη χρήση των γερανών του πλοίου στην εργολάβο. Σε εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεών της, η κυρία του έργου (πρώτη των κυρίως εναγομένων) προέβη, μεταξύ άλλων, και στις ακόλουθες ενέργειες διά της εκπροσώπου της – διαχειρίστριας του πλοίου (δεύτερης των κυρίως εναγομένων): α) ανέθεσε τον έλεγχο των χώρων του πλοίου στους οποίους θα εκτελούνταν θερμές εργασίες (δηλαδή εργασίες με χρήση φλόγας) από το συνεργείο της προαναφερόμενης εργολάβου (πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων) στον χημικό ναυτιλίας Θ. Κ., ο οποίος, αφού έλεγξε τους χώρους αυτούς κατά τις πρωινές ώρες της … και διαπίστωσε ότι ήταν ελεύθεροι από επικίνδυνα αέρια, τους έκρινε ασφαλείς για τον άνθρωπο και για την εκτέλεση θερμών εργασιών και εξέδωσε το σχετικό πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για είσοδο ανθρώπου – εκτέλεση εργασιών (gas free certificate) και β) όρισε τεχνικό ασφαλείας, όπως άλλωστε υποχρεούτο και εκ του νόμου, σύμφωνα με τα κατωτέρω εκτιθέμενα, αρχικά μεν (23-05-2011) το ναυπηγό – μηχανικό – μηχανολόγο Γ. Κ. και στη συνέχεια (…) το ναυπηγό – μηχανολόγο – μηχανικό Ε. Μ. (τέταρτο των κυρίως εναγομένων). Εξάλλου, η πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων, συμμορφούμενη με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις της εκ της προαναφερόμενης συμβάσεως έργου, μετέφερε στο πλοίο τα απαιτούμενα υλικά, τα συστήματα φωτισμού και εξαερισμού και τον εξοπλισμό (εργαλεία) που θα χρησιμοποιούσε κατά την εκτέλεση του έργου που της ανατέθηκε, επιπλέον δε προχώρησε στην πρόσληψη εργατικού προσωπικού για τη στελέχωση του συνεργείου της διά του οποίου θα προέβαινε στην πραγματοποίηση των συμφωνηθεισών εργασιών. Έτσι, προσέλαβε, μεταξύ άλλων, και τον μετέπειτα αποβιώσαντα Β. Β., προκειμένου να απασχοληθεί στο ως άνω πλοίο με την ειδικότητα του ηλεκτροσυγκολλητή. Η σχετική σύμβαση εξαρτημένης εργασίας συνήφθη τη … (βλ. το μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενο πίνακα προσωπικού που κατατέθηκε από την εργολάβο εταιρεία στην αρμόδια Λιμενική Αρχή). Στον εν λόγω εργαζόμενο είχαν, μάλιστα, ανατεθεί από την εργοδότριά του καθήκοντα εργοδηγού της ειδικότητας των ηλεκτροσυγκολλητών της. Τούτο ρητώς αναφέρεται στην από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του έτερου ηλεκτροσυγκολλητή του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων … Λ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς και την από … έκθεση εξέτασης κατηγορουμένου του Α. Π., ο οποίος ετύγχανε εργοδηγός της ειδικότητας των ελασματουργών του ως άνω συνεργείου, ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς. Προκύπτει δε, επιπλέον, και από το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος εργαζόμενος (Β. Β.) παρέλαβε, ως εκπρόσωπος της ως άνω εργολάβου εταιρείας, το υπ’ αριθμ… δελτίο ελέγχου που συντάχθηκε από την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 3850/2010 μικτή επιτροπή ελέγχου Κ. για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων μετά τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου από τα μέλη της εν λόγω επιτροπής στους χώρους του πλοίου … όπου εκτελούνταν επισκευαστικές εργασίες από το συνεργείο της προαναφερόμενης εργολάβου εταιρείας. Αλλά και οι τεχνικοί επιθεωρητές εργασίας του Κέντρου Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕ.Π.Ε.Κ.) Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου, Π.ς Σ., χημικός μηχανικός, και Κ. Χ., ναυπηγός μηχανικός, δέχονται στην από … τεχνική έκθεση που συνέταξαν σχετικά με το ένδικο ατύχημα ότι ο Β. Β. είχε την ιδιότητα του εργοδηγού των ηλεκτοσυγκολλητών του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων. Περαιτέρω, όπως προεκτέθηκε, η εκτέλεση των ελασματουργικών εργασιών επί του πλοίου ξεκίνησε την 24-05-2011. Μεταξύ των ελασματουργικών εργασιών, που πραγματοποιούνταν από την πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων ήταν και αυτή της αντικατάστασης των φθαρμένων ελασμάτων στο χώρο των αλύσεων (chain locker) και στο χώρο της πρωραίας δεξαμενής ζυγοσταθμίσεως (fore peak). Ο συγκεκριμένος χώρος συνορεύει και έχει κοινό έλασμα (τη φρακτή του υπ’ αριθμ. 138 νομέως) με το χώρο όπου συνέβη το ένδικο ατύχημα δηλαδή με το χώρο όπου βρίσκεται ο μηχανισμός ηλεκτροκίνησης της πρωραίας έλικας του πλοίου (bowthrust room), ο οποίος εκτείνεται κατά μήκος από τον υπ’ αριθμ. 133 έως τον υπ’ αριθμ. 138 νομέα και κατά πλάτος από 1,34 μέτρα δεξιά έως 1,34 μέτρα αριστερά από την κεντρική γραμμή του πλοίου (center line), έχει δε συνολικό μήκος 3,25 μέτρα, συνολικό πλάτος 2,68 μέτρα και ύψος 6,6 μέτρα. Η πρόσβαση στο χώρο του μηχανισμού ηλεκτροκίνησης της πρωραίας έλικας του πλοίου γίνεται από το εξωτερικό κατάστρωμα και, ακολούθως, από το δωμάτιο του λοστρόμου (πρόστεγο – καμπούνι) που βρίσκεται στο αμέσως κατωτέρω κατάστρωμα και επικοινωνεί με το bowthrust room με μία κλίμακα ανόδου – καθόδου (βλ. την από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ., ο οποίος διορίσθηκε ως πραγματογνώμονας από το Β΄ Λ.Τ. Κ. του Κ.Λ. Πειραιώς στο πλαίσιο της διενεργηθείσας προανάκρισης για το ένδικο ατύχημα. Αντιθέτως, στην προαναφερόμενη από … τεχνική έκθεση αυτοψίας και έρευνας των αιτίων του εν λόγω ατυχήματος, που συντάχθηκε από τους τεχνικούς επιθεωρητές εργασίας του Κέντρου Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕ.Π.Ε.Κ.) Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου, Π. Σ. και …, αναφέρεται ότι οι διαστάσεις του χώρου του bowthrust room ήταν 3,2 μέτρα μήκος, 3,8 μέτρα πλάτος και 5,5 μέτρα ύψος). Σύμφωνα δε με το συνημμένο στην από 15-01-2015 τεχνική έκθεση που συνέταξαν ο ναυπηγός – μηχανολόγος – ηλεκτρολόγος Μ. Θ. και ο ναυπηγός – μηχανολόγος – μηχανικός Δ. Π. σχετικά με τα αίτια του ένδικου θανατηφόρου ατυχήματος και τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη αυτό, κατόπιν σχετικής εντολής του τέταρτου του κυρίως εναγομένων, σχεδιάγραμμα, στο οποίο απεικονίζονται ο χώρος του bowthrust room και το δωμάτιο του λοστρόμου μαζί με το χώρο εισόδου σ’ αυτόν από το εξωτερικό κατάστρωμα του πλοίου, μεταξύ του δωματίου λοστρόμου και του bowthrust room υπάρχει μόνιμο άνοιγμα ύψους 2 μέτρων και πλάτους 1,2 μέτρων. Την … ολοκληρώθηκαν οι ελασματουργικές εργασίες αντικατάστασης ελασμάτων στους χώρους των αλύσεων και της πρωραίας δεξαμενής ζυγοσταθμίσεως. Την ίδια ημέρα ο Α. Π., ο οποίος ετύγχανε ο ένας από τους δύο εργοδηγούς του συνεργείου της εργολάβου εταιρείας, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα (και συγκεκριμένα εκτελούσε καθήκοντα εργοδηγού της ειδικότητας των ελασματουργών, ενώ καθήκοντα εργοδηγού της ειδικότητας των ηλεκτροσυγκολλητών εκτελούσε ο Β. Β.), ενημέρωσε τον μετέπειτα θανόντα ότι περατώθηκαν οι εργασίες τοποθέτησης των νέων ελασμάτων και ότι μπορούν να αρχίσουν οι εργασίες συγκόλλησής τους (βλ. ενδεικτικά την από … έκθεση εξέτασης κατηγορουμένου του Α. Π. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς). Σημειωτέον ότι τόσο οι χώροι των αλύσεων (chain locker) και της πρωραίας δεξαμενής ζυγοσταθμίσεως (fore peak), στους οποίους διενεργήθηκαν ελασματουργικές εργασίες κατά την …, όσο και ο χώρος όπου βρίσκεται ο μηχανισμός ηλεκτροκίνησης της πρωραίας έλικας του πλοίου (bowthrust room), στον οποίο θα συνεχίζονταν οι εργασίες αυτές την επομένη (…), σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ελέγχθηκαν κατά την … και περί ώρα 10:40 από τον χημικό ναυτιλίας Θ. Κ. και ευρέθησαν ελεύθεροι από επικίνδυνα αέρια, καθώς η περιεκτικότητά τους, μεταξύ άλλων, σε οξυγόνο ήταν εντός των επιτρεπτών ορίων (19,5 έως 22,5% του όγκου του κάθε χώρου). Κατόπιν αυτού, οι παραπάνω χώροι κρίθηκαν από τον προαναφερόμενο χημικό ναυτιλίας ασφαλείς για τον άνθρωπο και για την εκτέλεση θερμών εργασιών (δηλαδή εργασιών με χρήση φλόγας) και εκδόθηκε από αυτόν το μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενο υπ’ αριθμ. … πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για είσοδο ανθρώπου – εκτέλεση εργασιών (gas free certificate) με ισχύ μέχρι τη … και ώρα 22:00. Στο έγγραφο του παραπάνω πιστοποιητικού επισημαίνεται ειδικώς ότι σε περίπτωση οποιασδήποτε φυσικής ή ατμοσφαιρικής αλλαγής που επηρεάζει τη συγκέντρωση αερίων στους παραπάνω χώρους ή για κάθε αμφιβολία, θα έπρεπε να σταματήσει κάθε εργασία και να διεξαχθεί επανέλεγχος. Προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι απαιτούμενες εργασίες συγκόλλησης των νέων ελασμάτων, έπρεπε να προηγηθεί η κατασκευή δαπέδου εργασίας σε τέτοιο ύψος ώστε ο ηλεκτροσυγκολλητής να έχει πρόσβαση σε όλη την περιοχή των ελασμάτων που έπρεπε να συγκολληθούν. Τούτο θα γινόταν μέσω σταθερού  ικριώματος σε πρόβολο, το οποίο θα στηριζόταν σε μεταλλικά μπρακέτα συγκολλημένα στα μη αντικατασταθέντα ελάσματα του τοιχώματος της φρακτής του υπ’ αριθμ. 138 νομέως (βλ. αρθρ. 44 του π.δ. 70/1990). Για την κατασκευή του συγκεκριμένου ικριώματος έπρεπε να ακολουθηθεί η κατωτέρω διαδικασία: α) καθαρισμός των σημείων του τοιχώματος της φρακτής του υπ’ αριθμ. 138 νομέως όπου θα γινόταν η τοποθέτηση των δύο μπρακέτων από τη χρωστική ουσία (βαφή) που υπήρχε επ’ αυτού με τη χρήση εργαλείου φλογοκοπής (= εργαλείου οξυγονοκοπής = σαλμού), β) συγκόλληση των μεταλλικών μπρακέτων επί των καθαρισθέντων σημείων του τοιχώματος σε απόσταση τριών περίπου μέτρων μεταξύ τους, γ) τοποθέτηση ξύλινων μαδεριών επί των μπρακέτων για τη δημιουργία δαπέδου εργασίας πλάτους 0,65 έως 0,75 μέτρων. Για την πρόσβαση στα σημεία συγκόλλησης των μπρακέτων είχαν τοποθετηθεί πάνω στον ηλεκτροκινητήρα της πρωραίας έλικας του πλοίου, ο οποίος βρισκόταν στο κατώτερο τμήμα του χώρου, δύο διαγώνια μαδέρια (βλ. την από … τεχνική έκθεση των τεχνικών επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και …). Επίσης, μεταξύ του άνω μέρους της κλίμακας καθόδου και του οριζόντιου ενισχυτικού του τοιχώματος, και σε ύψος 3,5 μέτρων από το δάπεδο του bowthrust room και 2,5 μέτρων από τα μαδέρια που ήταν τοποθετημένα επί του ηλεκτροκινητήρα, είχε τοποθετηθεί ένα ξύλινο μαδέρι (βλ. την από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ.). Περαιτέρω, έως την ημέρα του ένδικου ατυχήματος (…) δεν είχαν πραγματοποιηθεί εργασίες εντός του χώρου όπου συνέβη αυτό. Μόνο κατά τη προηγούμενη ημέρα (…) είχε απασχοληθεί εκεί ο βοηθός ελασματουργός Α. Κ. για μικρό χρονικό διάστημα, ήτοι μεταξύ της 16:45 και της 17:00 ώρας, κάνοντας χρήση του εργαλείου οξυγονοκοπής, το οποίο δεν φρόντισε να απομακρύνει από το χώρο μετά τη λήξη της εργασίας του. Έτσι, το εν λόγω εργαλείο παρέμεινε, μέχρι την επόμενη ημέρα (…), εντός του χώρου του bowthrust room. Πάντως, η παροχή του οξυγόνου και του προπανίου έκλεινε από διακόπτες του διανομέα που βρισκόταν επί του εξωτερικού κυρίου καταστρώματος του πλοίου, με την παύση των εργασιών κάθε απόγευμα, ανοιγόταν δε πάλι την επομένη με την άφιξη των εργαζομένων και την έναρξη των εργασιών. Το ίδιο συνέβη και κατά το απόγευμα της …, μετά την ολοκλήρωση της εργασίας του Α. Κ.. Το επόμενο πρωινό (δηλαδή αυτό της …, ημέρας του ατυχήματος) οι διακόπτες αερίων του διανομέα ανοίχθηκαν με την έναρξη των εργασιών, μεταξύ της 07:00 και της 07:30 ώρας (βλ. την από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ.). Περί ώρα 09:00 έως 09:15 της ίδιας ημέρας, ο Β. Β. κατήλθε με τον έτερο ηλεκτροσυγκολλητή Γεώργιο Λ. στο χώρο του bowthrust room, μεταφέροντας τα απαραίτητα εργαλεία, προκειμένου να του υποδείξει, ως εργοδηγός, τις εργασίες που έπρεπε να εκτελέσει ο τελευταίος (συγκόλληση αντικατασταθέντων ελασμάτων της φρακτής) καθώς και την απαιτούμενη προεργασία (κατασκευή ικριώματος) (βλ. την από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του … Λ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς, την από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ. και την από … τεχνική έκθεση των τεχνικών επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και …). Φθάνοντας στον ανωτέρω χώρο, άκουσαν τον χαρακτηριστικό συριγμό που παράγει ένας ελαστικός σωλήνας μεταφοράς πεπιεσμένου αερίου όταν έχει τρυπήσει. Ελέγχοντας τους σωλήνες παροχής αερίων του εργαλείου οξυγονοκοπής, διαπίστωσαν ότι είχε διαρραγεί αυτός της παροχής οξυγόνου (χρώματος μπλε). Αμέσως, ο Β. Β. έδωσε εντολή στον Γεώργιο Λ. να κλείσει το διακόπτη παροχής αερίων από το διανομέα του κυρίου καταστρώματος. Παράλληλα, ο ίδιος παρέμεινε στο χώρο της διαρροής προκειμένου να κρατά με τα χέρια του τσακισμένο τον ως άνω σωλήνα για να περιορίσει τη διαρροή, μέχρι να διακοπεί η παροχή οξυγόνου από το διανομέα. Τούτο το ανέφερε ο ίδιος ο μετέπειτα θανών στη σύζυγό του, πρώτη των κυρίως εναγόντων, μετά το ατύχημα και όσο διατηρούσε τις αισθήσεις του (βλ. συγκεκριμένα το περιεχόμενο της κατάθεσης της πρώτης των κυρίως εναγόντων, Α. Τ., όπως αυτό αναφέρεται στην από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ.). Εν συνεχεία, ο μετέπειτα θανών έδωσε εντολή στον Γεώργιο Λ. να ανεβάσει το εργαλείο φλογοκοπής και τους ελαστικούς σωλήνες του στο κατάστρωμα προκειμένου να επισκευάσει τη διαπιστωθείσα βλάβη. Ο ίδιος εξακολούθησε να παραμένει στο χώρο του bowthrust room προκειμένου να προβεί σε κάποιες μετρήσεις επί του χώρου αυτού (βλ. την από 22-06-2011 έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα της πρώτης των κυρίως εναγόντων ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς). Εν τέλει, το εργαλείο οξυγονοκοπής επισκευάσθηκε στο χώρο του δωματίου του λοστρόμου από τον βοηθό ελασματουργού Α. Κ. και έναν ακόμη εργαζόμενο (βλ. την από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του Α. Κ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς). Η επισκευή έγινε με την αποκοπή του διαρραγέντος τμήματος του σωλήνα παροχής οξυγόνου και την ένωση (μάτιση) των δύο υπολοίπων τμημάτων του με ειδικό εξάρτημα (βλ. την εμπεριεχόμενη στην από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ. φωτογραφία με αριθμό συνημμένου 17 και την εμπεριεχόμενη στην από … τεχνική έκθεση των τεχνικών επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και … υπ’ αριθμ. 14 φωτογραφία, στις οποίες απεικονίζεται ο διαρραγείς σωλήνας οξυγόνου μετά την επισκευή του). Μετά την αποκατάσταση της βλάβης, ανοίχθηκε και πάλι ο διακόπτης παροχής οξυγόνου του διανομέα του καταστρώματος και μεταφέρθηκε το εργαλείο φλογοκοπής με τους ελαστικούς σωλήνες του στο χώρο του bowthrust room, στον οποίο κατήλθε συγχρόνως και ο Α. Κ.. Ο Β. Β. μάζεψε τους ελαστικούς σωλήνες του ως άνω εργαλείου και τους στερέωσε στην κλίμακα καθόδου για να μην κρέμονται και εμποδίζουν τις εργασίες που επρόκειτο να διεξαχθούν (βλ. την από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του Α. Κ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς). Εν συνεχεία, προέβη ο ίδιος (ο Β. Β.) στον καθαρισμό από τη χρωστική ουσία του αριστερού σημείου του τοιχώματος της φρακτής του υπ’ αριθμ. 138 νομέως, όπου θα γινόταν η συγκόλληση του ενός από τα δύο μεταλλικά μπρακέτα του ικριώματος. Για την εργασία του αυτή χρησιμοποίησε το εργαλείο φλογοκοπής χωρίς να συμβεί κάποιο απρόοπτο. Ακολούθως, έδωσε το εργαλείο στον Α. Κ. για να το χρησιμοποιήσει ο τελευταίος στον καθαρισμό του δεξιού σημείου του τοιχώματος της φρακτής, όπου θα γινόταν η συγκόλληση του δεύτερου από τα δύο μεταλλικά μπρακέτα του ικριώματος, ενώ συγχρόνως έδωσε εντολή στον Γεώργιο Λ. να μεταβεί στο κατάστρωμα για να ανοίξει το διακόπτη του αδρανούς αερίου (αργκόν) με το οποίο θα τροφοδοτείτο το εργαλείο ηλεκτροσυγκόλλησης που θα χρησιμοποιείτο για τη συγκόλληση των μεταλλικών μπρακέτων αρχικά και των ελασμάτων στη συνέχεια. Ενώ ο Α. Κ. χειριζόταν τον σαλμό άκουσε τον Β. Β., ο οποίος εκείνη τη στιγμή δεν χειριζόταν κανένα εργαλείο, να φωνάζει ότι καίγεται και να καλεί σε βοήθεια. Στρέφοντας το βλέμμα του προς αυτόν, τον είδε να τρέχει προς την κλίμακα ανόδου έχοντας ζωστεί με φωτιά στο κάτω μέρος της φόρμας εργασίας του (βλ. την από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του Α. Κ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς καθώς και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του ίδιου εργαζομένου). Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι μεταξύ α) των όσων αναφέρει ο Α. Κ. στην προαναφερόμενη από … προανακριτική του κατάθεση και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωσή του σχετικά με τη θέση στην οποία βρισκόταν αυτός και ο μετέπειτα θανών συνάδελφός του καθώς και την εργασία που εκτελούσε ο καθένας τους αμέσως πριν την ανάφλεξη του ρουχισμού του τελευταίου, β) της περιγραφής του ένδικου ατυχήματος στην από … τεχνική έκθεση των τεχνικών επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και … και γ) της περιγραφή του ατυχήματος στην από 1… έκθεση του ναυπηγού μηχανικού Η. Δ., υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Ειδικότερα, όπως προεκτέθηκε, ο Α. Κ. ιστορεί στις ως άνω κατάθεση και ένορκη βεβαίωσή του ότι αφενός μεν ο θανών είχε χρησιμοποιήσει ο ίδιος αμέσως πριν απ’ αυτόν το εργαλείο φλογοκοπής, αφετέρου δε ότι η φόρμα εργασίας του θανόντος ανεφλέγη όταν πλέον το ως άνω εργαλείο χειριζόταν εκείνος (ο Α. Κ.). Επιπλέον, αναφέρει στην ένορκη βεβαίωσή του ότι κατά τη στιγμή της ανάφλεξης του ρουχισμού του Β. Β., αυτός μεν (ο Α. Κ.) εργαζόταν με τον σαλμό πατώντας πάνω σε ένα μηχάνημα, ο δε τραυματισθείς συνάδελφός του στεκόταν ακριβώς πίσω του, σε μικρή απόσταση, πατώντας σε μεταλλική πλατφόρμα του πλοίου που βρισκόταν μισό μέτρο χαμηλότερα από το σημείο στο οποίο πατούσε ο ίδιος. Αντιθέτως, οι τεχνικοί επιθεωρητές εργασίας Π.ς Σ. και Κ. Χ. αναφέρουν στην από … τεχνική έκθεσή τους, επικαλούμενοι όσα ο ίδιος ο Α. Κ. τους δήλωσε, ότι ο ως άνω εργαζόμενος είχε ολοκληρώσει τον καθαρισμό του αριστερού σημείου του τοιχώματος της φρακτής του υπ’ αριθμ. 138 νομέως με τη χρήση του εργαλείου φλογοκοπής και το είχε παραδώσει στον μετέπειτα θανόντα για να κάνει την αντίστοιχη εργασία στο δεξιό σημείο του τοιχώματος της ως άνω φρακτής, όταν τον άκουσε να φωνάζει ότι καίγεται. Σύμφωνα, δηλαδή, με την εκδοχή αυτή, ο ρουχισμός του Β. Β. ανεφλέγη σε χρόνο κατά τον οποίο τον σαλμό χειριζόταν ο ίδιος (και όχι ο Α. Κ.) και συγκεκριμένα μόλις αυτός άναψε το σαλμό. Τέλος, ο ναυπηγός μηχανικός Η. Δ. αναφέρει στην από 1… έκθεσή του, επικαλούμενος όσα του δήλωσε ο Α. Κ., ότι ο μετέπειτα θανών χρησιμοποίησε πρώτος το εργαλείο οξυγονοκοπής, μετά την επισκευή του, και έκαψε μ’ αυτό τη βαφή του τοιχώματος της φρακτής, την οποία εν συνεχεία καθάρισε με τον εξοπλισμό του ηλεκτροσυγκολλητή (ματσακόνι), προκειμένου να προχωρήσει κατόπιν στη συγκόλληση των μεταλλικών μπρακέτων του ικριώματος· ότι όσο ο Β. Β. χειριζόταν το ανωτέρω εργαλείο δεν ήλθαν σε επαφή τα ρούχα του με φλόγα ή άλλη θερμή εστία· ότι, ακολούθως, έδωσε το εργαλείο στον Α. Κ., ενώ ο ίδιος παρέμεινε στο χώρο αναμένοντας τον Γεώργιο Λ. να ανοίξει την παροχή του αδρανούς αερίου (αργκόν) για να προχωρήσει στη συγκόλληση των μεταλλικών μπρακέτων· ότι, αφού πήρε στα χέρια του το εργαλείο, ο Α. Κ. άρχισε να καθαρίζει μ’ αυτό ένα τεμάχιο ελάσματος, το οποίο είχε πέσει και παρεμβληθεί μεταξύ του παλαιού (υφιστάμενου) ελάσματος και του καινούριου και δεν επέτρεπε να γίνει σωστή εφαρμογή μεταξύ τους· ότι, ενώ ο Α. Κ. έκοβε (καθάριζε με ξύρισμα) το παρεμβληθέν τεμάχιο ελάσματος, ευρισκόμενος στη σκάλα ανόδου του bowthrust room και σε ύψος 2,5 περίπου μέτρων ψηλότερα από τον μετέπειτα θανόντα, εκτοξεύθηκαν διάπυρα μεταλλικά τεμάχια, ένα από τα οποία έπεσε στο κάτω μέρος της φόρμας εργασίας του θανόντος και τα υποδήματά του, τα οποία ανεφλέγησαν άμεσα. Ανεξάρτητα πάντως από τις όποιες μεταξύ τους διαφοροποιήσεις, οι τρεις ανωτέρω εκδοχές συγκλίνουν στο ότι το εργαλείο οξυγονοκοπής χρησιμοποιήθηκε αμέσως πριν την ανάφλεξη των ενδυμάτων του Β. Β., τόσο από τον ίδιο όσο και από τον Α. Κ.. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι μόλις ο Α. Κ. είδε τον Β. Β. να εγκαταλείπει το χώρο του bowthrust room φλεγόμενος, έσπευσε να τον ακολουθήσει για να τον συνδράμει. Τελικά, τον πρόφθασε στο δωμάτιο του λοστρόμου όπου, με τη βοήθεια ενός ακόμη εργαζομένου, κατόρθωσε να κατασβέσει τη φωτιά αφαιρώντας τα ρούχα του καιόμενου συναδέλφου του (βλ. την από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του Α. Κ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς). Όλα τα ανωτέρω (δηλαδή η χρήση του εργαλείου φλογοκοπής από τους Β. Β. και Α. Κ., η ανάφλεξη του ρουχισμού του Β. Β. και η κατάσβεση της φωτιάς) συνέβησαν μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι η φωτιά είχε ήδη κατασβεσθεί όταν επέστρεψε στο χώρο του προστέγου από το εξωτερικό κατάστρωμα, όπου είχε μεταβεί για να ανοίξει το διακόπτη του αδρανούς αερίου (αργκόν), ο Γ. Λ.ς (βλ. την από … έκθεση ένορκης εξέτασης μάρτυρα του … Λ. ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση αυτού). Από το σημείο δε στο οποίο κατασβέσθηκε η φωτιά, το οποίο απείχε λίγα μόλις μέτρα από εκεί όπου βρισκόταν ο Β. Β. όταν ανεφλέγησαν τα ενδύματά του, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το όλο συμβάν εκτυλίχθηκε σε πολύ σύντομο χρόνο, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η κατάσβεση της φωτιάς ήταν άμεση. Περαιτέρω, το περιστατικό αντιλήφθηκε ο ναύκληρος του πλοίου, ο οποίος εργαζόταν κοντά στο σημείο, και έσπευσε να παράσχει τις πρώτες βοήθειες στον τραυματισθέντα. Ακολούθως, φορώντας αναπνευστική συσκευή εισήλθε στους χώρους του προστέγου και του bowthrust room για να τους ελέγξει. Παράλληλα, η ομάδα αντιμετώπισης πυρκαγιάς του πλοίου βρισκόταν σε επιφυλακή, έτοιμη να επέμβει προς κατάσβεση ενδεχόμενης πυρκαγιάς με τη χρήση δύο μανίκων πυρκαγιάς και ενός πυροσβεστήρα, που βρίσκονταν πλησίον του προστέγου. Ο ναύκληρος, με τη βοήθεια ενός ναύτη, κατέσβεσε μια μικρή εστία πυρκαγιάς χρησιμοποιώντας τη μία από τις ανωτέρω μάνικες. Επακολούθησε, έλεγχος των χώρων στους οποίους εκτυλίχθηκε το προπεριγραφόμενο περιστατικό και δεν βρέθηκαν άλλοι τραυματίες ή οιαδήποτε ζημιά του πλοίου. Με τη χρήση φορείου και γερανού του πλοίου και με τη βοήθεια των υπολοίπων μελών του συνεργείου της εργολάβου εταιρείας ο μετέπειτα θανών μεταφέρθηκε στη στεριά, όπου, περί ώρα 09:54, τον παρέλαβε ασθενοφόρο για να τον μεταφέρει στο Νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ». Εν τω μεταξύ, ο πέμπτος των κυρίως εναγομένων, αρχιμηχανικός της διαχειρίστριας του πλοίου (δεύτερης των κυρίως εναγομένων), ο οποίος είχε ενημερωθεί αμέσως για το ατύχημα, αφού όταν συνέβη αυτό βρισκόταν στη μέση του καταστρώματος και κατευθυνόταν στο σημείο των εκτελούμενων εργασιών, ενημέρωσε με τη σειρά του τον πλοίαρχο, ο οποίος έδωσε άμεσα εντολή στον ηλεκτρολόγο του πλοίου να κλείσει την παροχή αέρα και ηλεκτρισμού στο πρόστεγο. Όλα τα ανωτέρω συνέβησαν περί ώρα 09:45 και έχουν καταγραφεί από τον πλοίαρχο στο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου, απόσπασμα του οποίου, σχετικά με τα γεγονότα της …, προσκομίζεται σε επίσημη μετάφραση νομίμως επικυρωμένη. Για την ανεύρεση των αιτίων του ένδικου θανατηφόρου ατυχήματος διεξήχθη έρευνα τόσο από το Β΄ Λιμενικό Τμήμα Κ. του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς όσο και από το Κέντρο Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕ.Π.Ε.Κ.) Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Στο πλαίσιο της έρευνας αυτής, συντάχθηκαν οι προαναφερόμενες από 1… έκθεση του διορισθέντος από το ως άνω Λιμενικό Τμήμα πραγματογνώμονα, ναυπηγού μηχανικού Η. Δ., και από … έκθεση των τεχνικών επιθεωρητών εργασίας του ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου, Π. Σ.υ, χημικού μηχανικού, και …, ναυπηγού μηχανικού. Ο Η. Δ., επισκέφθηκε το πλοίο … την ίδια την ημέρα του ατυχήματος και διενήργησε αυτοψία στους χώρους αυτού και ιδιαίτερα στο χώρο του bowthrust room και του προστέγου, κατά την οποία βρήκε α) στο εξωτερικό κατάστρωμα του πλοίου και πλησίον της εξόδου του προστέγου: τα υποδήματα του θανόντος με εμφανή σημεία καψιμάτων, τα γυαλιά του, επίσης καμένα, ένα μαδέρι ικριώματος εμφανώς καμένο στο μέγιστο μήκος του, για την κατάσβεση της φωτιάς του οποίου είχε χρησιμοποιηθεί πυροσβεστήρας ξηράς κόνεως, έναν χρησιμοποιημένο πυροσβεστήρα ξηράς κόνεως και μία αναπνευστική συσκευή οξυγόνου καθώς και μέρος του εξοπλισμού εργασίας του συνεργείου μέλος του οποίου ήταν ο τραυματισθείς εργαζόμενος [ήτοι ένα τεμάχιο ελαστικού σωλήνα παροχής οξυγόνου και το εργαλείο φλογοκοπής που χρησιμοποιήθηκε κατά το ένδικο ατύχημα, με εμφανή σημεία φθορών, ήτοι σχισιμάτων, μικρορωγμών και καψιμάτων, καθώς και πολλές ενώσεις (μπαλώματα) στους ελαστικούς σωλήνες παροχής αερίων], και β) εντός του χώρου όπου συνέβη το ατύχημα: δύο ξύλινα μαδέρια σκαλωσιάς, με ίχνη καψιμάτων σε ορισμένα σημεία τους, τοποθετημένα χιαστί επί των ηλεκτροκινητήρων σε ύψος 2,5 μέτρων περίπου από το δάπεδο του χώρου, ένα ματσακόνι (εργαλείο ηλεκτροσυγκολλητή που χρησιμεύει στο ξύσιμο της βαφής ελασμάτων) στο άκρο του ενός μαδεριού και πλησίον του πρωραίου ελάσματος της φρακτής του νομέα 138, τα άκαυστα υαλοϋφάσματα με τα οποία είχαν καλυφθεί οι ηλεκτροκινητήρες του μηχανισμού πρωραίας έλικας για να προστατευθούν από φλόγες και καύτρες, τα οποία είχαν υποστεί επιφανειακό κάψιμο, συσκευή ηλεκτροσυγκόλλησης (τύπου αργκόν), το δοχείο με τα εργαλεία και τα μέσα ατομικής προστασίας του ηλεκτροσυγκολλητή … Λ. και δύο τεμάχια σιδηρών γωνιών (μεταλλικών μπρακέτων) διαστάσεων 75 x 75 χιλιοστών και μήκους 800 περίπου χιλιοστών η καθεμία. Αντιθέτως, δεν βρέθηκε η καμένη φόρμα εργασίας του παθόντος. Επιπλέον, ο πραγματογνώμονας προέβη σε σχετική δοκιμή της λειτουργίας του εργαλείου φλογοκοπής, συνδέοντάς το με την παροχή οξυγόνου και εμβαπτίζοντάς το σε δοχείο νερού, κατά την οποία διαπίστωσε ότι στο σημείο σύνδεσης του σαλμού με τον ελαστικό σωλήνα παροχής οξυγόνου υπήρχε διαρροή του ως άνω αερίου. Επίσης, σημείωσε ότι ο χώρος του bowthrust room ήταν καθαρός από πετρελαιοειδή – προϊόντα υδρογονανθράκων, ενώ δεν υπήρχε και αιθάλη σ’ αυτόν, γεγονός ενδεικτικό του ότι δεν υπήρξε διαρροή αερίου προπανίου. Μόνο στον πυθμένα του ως άνω χώρου βρέθηκε μικρή ποσότητα νερού, η ύπαρξη της οποίας δικαιολογείται από το γεγονός ότι η κατάσβεση της φωτιάς από τα μέλη του πληρώματος του πλοίου έγινε με τη χρήση μάνικας νερού. Εξάλλου, ο πραγματογνώμονας παρατήρησε ότι ο χώρος του bowthrust room ήταν πανταχόθεν κλειστός, χωρίς δυνατότητα φυσικού εξαερισμού, δεν βρήκε, όμως, κατά τη διεξαγωγή της αυτοψίας, μηχανισμό ή σύστημα προσαγωγής ή απαγωγής αέρα για την εξασφάλιση του εξαερισμού του, αλλ’ ούτε και πυροσβεστήρες ή άλλο μέσο πυρόσβεσης (μάνικα, δοχείο νερού) εντός αυτού. Τέλος, επισήμανε, κατόπιν σχετικών ερωτήσεων που ο ίδιος υπέβαλε στους προαναφερόμενους εργαζόμενους Γεώργιο Λ. και Α. Κ. καθώς και στο νόμιμο εκπρόσωπο της εργοδότριάς τους εταιρείας (δεύτερο των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων), ότι οι ως άνω εργαζόμενοι αγνοούσαν τους κινδύνους που μπορεί να προέλθουν από τη χρήση του οξυγόνου ή τον εμπλουτισμό ενός χώρου με αυτό το αέριο, η ενημέρωση δε του προσωπικού της ανωτέρω εταιρείας για τους κινδύνους που προκύπτουν κατά την εργασία και δη κατά τη χρήση αερίων φλογοκοπής διενεργήθηκε μετά το ένδικο ατύχημα. Αφού έλαβε υπ’ όψιν του τα πορίσματα της ανωτέρω αυτοψίας, τις προανακριτικές καταθέσεις του πλοιάρχου του πλοίου (καθώς και όσα ο ίδιος ο πλοίαρχος καταχώρισε στο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου), του εργοδηγού των ελασματουργών της εργολάβου εταιρείας, πρώτης προσεπικαλούμενης – παρεμπιπτόντως εναγομένης – προσθέτως παρεμβαίνουσας, Α. Π., του ηλεκτροσυγκολλητή … Λ., του βοηθού ελασματουργού Α. Κ., του τεχνικού ασφαλείας, τέταρτου των κυρίως εναγομένων (Ε. Μ.), του αρχιμηχανικού της δεύτερης των κυρίως εναγομένων, πέμπτου εναγομένου (Ν. Κ.), του νομίμου εκπροσώπου της εργολάβου εταιρείας, δεύτερου προεσπικαλούμενου – παρεμπιπτόντως εναγομένου – προσθέτως παρεμβαίνοντος (Ν. Τ.), της συζύγου του μετέπειτα θανόντος, πρώτης των κυρίως εναγόντων (Α. Τ.), καθώς και όσα δήλωσαν προσωπικά στον ίδιο τα προαναφερόμενα πρόσωπα και τα υπόλοιπα στοιχεία της σχηματισθείσας για το ένδικο ατύχημα δικογραφίας, ο ανωτέρω πραγματογνώμονας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι συνεπεία της διαρροής οξυγόνου από τον ελαστικό σωλήνα του εργαλείου φλογοκοπής, η περιεκτικότητα του αέρα εντός του χώρου του bowthrust room σε οξυγόνο υπερέβη τα επιτρεπτά όρια (19,5 – 22,5%), με επακόλουθο να υπεροξυγονωθεί και ο ρουχισμός του παθόντος εργαζομένου (ποσοστό συγκέντρωσης οξυγόνου σ’ αυτόν άνω του 22 – 23%), ο οποίος ήταν ο μόνος που είχε παραμείνει σ’ αυτόν αδιάλειπτα από τη διαπίστωση της ως άνω διαρροής και έπειτα, και έτσι να αναφλεγεί άμεσα με το που ήρθε σε επαφή με κάποιο από τα διάπυρα μεταλλικά τεμάχια που εκτοξεύθηκαν κατά τη χρήση του σαλμού από τον Α. Κ. και να αρχίσει να καίγεται με ταχείς ρυθμούς. Κατόπιν αυτών, ο προαναφερόμενος πραγματογνώμονας απέδωσε το θανατηφόρο ατύχημα στην παράλειψη τήρησης σειράς μέτρων ασφαλείας και συγκεκριμένα: α) την παράλειψη συντήρησης του εξοπλισμού εργασίας του συνεργείου της εργολάβου εταιρείας, μέλος του οποίου αποτελούσε και ο τραυματισθείς εργαζόμενος, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4§2 του π.δ. 395/1994, όπως αντικαταστάθηκε με το π.δ. 89/1999 με νέα παράγραφο 3 και όπως κωδικοποιήθηκε στη συνέχεια με το ν. 3850/2010 (αρθρ. 38§3Β και 45§3), και την εξ αυτού του λόγου ύπαρξη της οπής από την οποία διέρρεε το οξυγόνο στον ελαστικό σωλήνα του οξυγόνου, β) την παράλειψη απομάκρυνσης των ελαστικών σωλήνων παροχής οξυγόνου και λοιπών αερίων από το χώρο του bowthrust room μετά την παύση των εργασιών κατά την προηγούμενη ημέρα (…), κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 15 του π.δ. 70/1990, γ) την ανυπαρξία συνεχούς επαρκή και ισχυρού εξαερισμού του κλειστού χώρου του bowthrust room κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 8§1 εδ. 1.7 της Υ.Α. 3232/41/1989 και του άρθρου 2§1.1 της Υ.Α. 3116/1993, δ) την ανυπαρξία μέσων πυρόσβεσης κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 14§1 και 71§4β του π.δ. 70/1990, 7§5 του π.δ. 95/1978 και 2 παράρτημα 1 §1.6 της Υ.Α. 3116/1993, ε) την παράλειψη λήψης μέτρων για το συντονισμό των εργασιών των απασχολούμενων στο χώρο του ένδικου ατυχήματος συνεργείων (ηλεκτροσυγκολλητών και ελασματουργών), κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 4§1 του π.δ. 70/1990, στ) την παράλειψη ενημέρωσης του τεχνικού ασφαλείας για την κοπή και συγκόλληση στο συγκεκριμένο κλειστό χώρο, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 71§4 του π.δ. 70/1990 και ζ) την παράλειψη ενημέρωσης των εργαζομένων σχετικά με τις ιδιότητες και τις επιπτώσεις των χρησιμοποιούμενων αερίων καθώς και σχετικά με τα δελτία – φύλλα δεδομένων ασφαλείας των αερίων κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 6§§1-4 του π.δ. 395/1994, 4§16 του π.δ. 70/1990, 37§2 και 42§6 του ν. 3850/2010. Σημειώνει δε ο πραγματογνώμονας ότι παρά την εμπειρία τους, αν ο μετέπειτα θανών και τα άλλα πρόσωπα που εργάζονταν μαζί του κατά την ώρα του ένδικου ατυχήματος είχαν ενημερωθεί για τα ανωτέρω και ειδικά για τους κινδύνους υπεροξυγόνωσης του χώρου εργασίας και γενικότερα για τους κινδύνους από τη χρήση οξυγόνου, θα είχαν προβεί μετά βεβαιότητας στις ακόλουθες ενέργειες, παρά το φόρτο και την ένταση της εργασίας τους: 1. Διακοπή της εργασίας, 2. Εξαερισμό του κλειστού χώρου, 3. Κλήση εκ νέου του χημικού ναυτιλίας για να προβεί σε επανέλεγχο του χώρου και να διαπιστώσει αν η συγκέντρωση αερίων – οξυγόνου βρισκόταν εντός των επιτρεπτών ορίων, ώστε να εκδώσει νέο πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια (gas free certificate), 4. Αντικατάσταση του φθαρμένου εξοπλισμού και 5. Επανέναρξη των εργασιών κατόπιν ενημέρωσης και σύμφωνης γνώμης του τεχνικού ασφαλείας. Συνοψίζοντας, ο εν λόγω πραγματογνώμονας ισχυρίσθηκε ότι το ατύχημα που προκάλεσε το θανατηφόρο τραυματισμό του Β. Β. θα είχε αποφευχθεί αν ο εξοπλισμός εργασίας που χρησιμοποίησε αυτός και οι συνάδελφοί του ήταν συντηρημένος και είχαν αντικατασταθεί τα φθαρμένα μέρη του, είχαν απομακρυνθεί εκτός του κλειστού χώρου του bowthrust room οι ελαστικοί σωλήνες παροχής αερίων μετά την παύση των εργασιών της προηγούμενης ημέρας, υπήρχε επαρκής και ισχυρός εξαερισμός του χώρου αυτού, υπήρχε πυρόσβεση και οποιοδήποτε πυροσβεστικό μέσο, υπήρχε συντονισμός των εργασιών ώστε να αποφευχθεί η ταυτόχρονη εργασία εντός του ανωτέρω χώρου δύο συνεργείων – ειδικοτήτων (ηλεκτροσυγκολλητές και ελασματουργοί), είχε ενημερωθεί τηλεφωνικά ο τεχνικός ασφαλείας και είχαν γνώση οι εργαζόμενοι των κινδύνων που απορρέουν από τη χρήση του εξοπλισμού εργασίας τους, θεώρησε δε υπεύθυνη για την παράλειψη τήρησης των σχετικών μέτρων ασφαλείας την εργοδότρια του τραυματισθέντος εργαζομένου πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων. Περαιτέρω, οι τεχνικοί επιθεωρητές εργασίας του ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου, Π.ς Σ. και Κ. Χ., στο πλαίσιο της διερεύνησης των αιτίων του ένδικου ατυχήματος, επισκέφθηκαν το πλοίο … την … (ημέρα του ατυχήματος) προκειμένου να προβούν στην εξέταση του χώρου όπου εργαζόταν ο μετέπειτα θανών και να διαπιστώσουν τις συνθήκες εργασίας αυτού. Με βάση τα πορίσματα της αυτοψίας που διενήργησαν στον ως άνω χώρο και την περιγραφή των κρίσιμων γεγονότων από το νόμιμο εκπρόσωπο της εργολάβου εταιρείας, δεύτερο προσεπικαλούμενο – παρεμπιπτόντως εναγόμενο – προσθέτως παρεμβαίνοντα (Ν. Τ.), τον Κωνσταντίνο Χατζημάρκου (υπεύθυνο του προσωπικού της εργολάβου εταιρείας – βλ. τους πίνακες προσωπικού που κατατέθηκαν από την ανωτέρω εταιρεία στην αρμόδια Λιμενική Αρχή), τον ηλεκτροσυγκολλητή Γεώργιο Λ., τον βοηθό ελασματουργού Α. Κ., τον εργοδηγό των ελασματουργών Α. Π., τη σύζυγο του τραυματισθέντος εργαζομένου, πρώτη των κυρίως εναγόντων (Α. Τ.), και τον τεχνικό ασφαλείας, τέταρτο των κυρίως εναγομένων (Ε. Μ.), οι ως άνω τεχνικοί επιθεωρητές του ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Β. Β. δεν εξήλθε από το χώρο του bowthrust room παρότι είχε διαπιστωθεί η διαρροή στο σωλήνα του οξυγόνου, με αποτέλεσμα να εκτεθεί για αρκετό χρονικό διάστημα σε περιβάλλον υπεροξυγονωμένο, δηλαδή σε περιβάλλον στο οποίο το ποσοστό συγκέντρωσης οξυγόνου στον όγκο του ατμοσφαιρικού αέρα υπερβαίνει το όριο του 21% (που αποτελεί συγχρόνως και τη συνήθη περιεκτικότητα του ατμοσφαιρικού αέρα σε οξυγόνο), γεγονός που είχε ως συνέπεια να εμποτισθούν τα ρούχα του με οξυγόνο σε αντίστοιχο ποσοστό, να αναφλεγούν με την έναυση της φλόγας του σαλμού και να καούν ταχύτατα, σε αντίθεση με τα ρούχα του Α. Κ., τα οποία δεν ανεφλέγησαν, επειδή ο εν λόγω εργαζόμενος δεν είχε παραμείνει στο χώρο του ατυχήματος για ικανό για τον εμποτισμό τους με οξυγόνο χρόνο. Κατόπιν αυτών, οι προαναφερόμενοι τεχνικοί επιθεωρητές απέδωσαν το θανατηφόρο ατύχημα σε μία αλληλουχία εσφαλμένων ενεργειών και παραλείψεων και συγκεκριμένα: α) τη χρησιμοποίηση εργαλείου οξυγονοκοπής με εμφανή σημεία φθοράς, όπως τα τρία μπαλώματα που απεικονίζονται στις σχετικές φωτογραφίες (δύο στον ελαστικό σωλήνα του οξυγόνου και ένα σε αυτόν του προπανίου), σε κλειστό χώρο κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 4§2 του π.δ. 395/1994, β) την παραμονή του εργαλείου φλογοκοπής στον κλειστό χώρο του bowthrust room επί μακρό χρόνο, χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί διακοπή της παροχής αερίων από τον κεντρικό διανομέα αερίων κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 15§5 εδ. ζ΄ του π.δ. 70/1990, γ) την παράλειψη εγκατάστασης συστήματος αερισμού – εξαερισμού εντός του χώρου εργασιών, παρότι επρόκειτο να εκτελεσθούν θερμές εργασίες σε κλειστό χώρο, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 11§2 εδ. α΄ του π.δ. 70/1990, δ) την ανυπαρξία μέσων πυρόσβεσης κατάλληλων για την άμεση κατάσβεση της φωτιάς (φορητός πυροσβεστήρας ή μάνικα με υπό πίεση νερό ή έστω ένα δοχείο με νερό) πλησίον των θέσεων εργασίας στο χώρο του ατυχήματος, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 15§1 και 71§4 εδ. β΄ του π.δ. 70/1990, ε) την παράλειψη ενημέρωσης τόσο του μετέπειτα θανόντος όσο και των υπόλοιπων δύο εργαζομένων (Α. Κ. και … Λ.) για τους κινδύνους ανάφλεξης και αυτανάφλεξης και μεγάλης ταχύτητας καύσης των υλικών σε υπεροξυγονωμένο περιβάλλον και, γενικότερα, τους κινδύνους από τη χρήση αερίου οξυγόνου καθώς και τα μέτρα προστασίας που έπρεπε να ληφθούν κατά τη χρήση του αερίου αυτού κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4§16 του π.δ. 70/1990 και 6 του π.δ. 395/1994, και, τέλος, στ) την εμπλοκή του μετέπειτα θανόντος, εν γνώσει της εργοδότριάς του εταιρείας, σε εργασία με τη χρήση εργαλείου οξυγονοκοπής, παρότι αυτός είχε την ειδικότητα του ηλεκτροσυγκολλητή, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 5 του π.δ. 395/1994. Επεσήμαναν δε οι τεχνικοί επιθεωρητές ότι αν είχαν λάβει την απαιτούμενη ενημέρωση ο τραυματισθείς εργαζόμενος και τα άλλα πρόσωπα που εργάζονταν μαζί του κατά την ώρα του ένδικου ατυχήματος, θα έπρεπε: 1. Να εγκαταλείψουν αμέσως τον κλειστό χώρο του bowthrust room, 2. Να κλείσουν την παροχή οξυγόνου και προπανίου από το διανομέα, 3. Να απομακρύνουν το εργαλείο οξυγονοκοπής και τους ελαστικούς σωλήνες του εκτός του ανωτέρω κλειστού χώρου, 4. Να προβούν στον εξαερισμό του χώρου αυτού, 5. Να ζητήσουν από τον χημικό ναυτιλίας να μετρηθούν οι συγκεντρώσεις των αερίων (οξυγόνου και προπάνιου) στον αέρα εντός του χώρου του bowthrust room και, μετά απ’ όλα αυτά, 6. Να προχωρήσουν στην εκτέλεση των προγραμματισμένων εργασιών τους με τη σύμφωνη γνώμη του χημικού ναυτιλίας.Στο σημείο τούτο πρέπει να γίνει ειδική μνεία στις προαναφερόμενες νομοθετικές διατάξεις, την παράβαση των οποίων διαπίστωσαν οι ανωτέρω πραγματογνώμονας και τεχνικοί επιθεωρητές, καθώς και κάθε άλλης διάταξης που ρυθμίζει τις υποχρεώσεις των εμπλεκόμενων σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες προσώπων σχετικά με την τήρηση των απαιτούμενων μέτρων για την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων. Κατ’ αρχήν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3§7 του ν. 3551/2007 (Μητρώο επιχειρήσεων ναυπήγησης, μετατροπής, επισκευής και συντήρησης πλοίων) «Κατά την εκτέλεση των εργασιών της παραγράφου 1 (ήτοι εργασιών ναυπήγησης, μετατροπής, επισκευής και συντήρησης πλοίων) τηρούνται υποχρεωτικά οι διατάξεις του ν. 1568/1985 και των κατ’ εξουσιοδότησή του κανονιστικών πράξεων, όπως ιδίως του π.δ. 70/1990 και του π.δ. 17/1996».Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διατάξεις του ν. 1568/1985 (Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων), οι οποίες εφαρμόζονται, εφόσον δεν ορίζεται αλλιώς, σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και για την εφαρμογή των οποίων ως τόπος εργασίας νοείται κάθε χώρος όπου βρίσκονται ή μεταβαίνουν οι εργαζόμενοι εξαιτίας της εργασίας τους και που είναι κάτω από τον έλεγχο του εργοδότη (αρθρ. 1§§1 και 4): Α) ο τεχνικός ασφαλείας παρέχει στον εργοδότη υποδείξεις και συμβουλές, γραπτά ή προφορικά, σε θέματα σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και την πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων, τις γραπτές του δε υποδείξεις τις καταχωρεί σε ειδικό βιβλίο της επιχείρησης, το οποίο σελιδοποιείται και θεωρείται από την Επιθεώρηση Εργασίας, και ο εργοδότης έχει υποχρέωση να λαμβάνει γνώση ενυπογράφως των υποδείξεων που καταχωρούνται στο βιβλίο αυτό (αρθρ. 6§1, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 14§1 του ν. 3850/2010 με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν οι ισχύουσες διατάξεις για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων). Μεταξύ των καθηκόντων του τεχνικού ασφαλείας είναι και ο έλεγχος της ασφάλειας των εγκαταστάσεων και των τεχνικών μέσων πριν από τη λειτουργία τους, καθώς και των παραγωγικών διαδικασιών και μεθόδων εργασίας πριν από την εφαρμογή τους, η επίβλεψη της εφαρμογής των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και πρόληψης των ατυχημάτων και η σχετική ενημέρωση των αρμοδίων προϊσταμένων των τμημάτων και της διεύθυνσης της επιχείρησης (αρθρ. 6§2 περ. β΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 14§2 περ. β΄ του ν. 3850/2010). Για την επίβλεψη των συνθηκών εργασίας, ο τεχνικός ασφαλείας έχει υποχρέωση, μεταξύ άλλων, να επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας από πλευράς υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, να αναφέρει στον εργοδότη οποιαδήποτε παράλειψη των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας, να προτείνει μέτρα αντιμετώπισής της και να επιβλέπει την εφαρμογή τους, να επιβλέπει την ορθή χρήση των ατομικών μέσων προστασίας, να μεριμνά ώστε οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση να τηρούν τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και να τους ενημερώνει και καθοδηγεί για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου που συνεπάγεται η εργασία τους (αρθρ. 7§§1 περ. α΄ και β΄ και 2 περ. α΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 15§§1 περ. α΄ και β΄ και 2 περ. α΄ του ν. 3850/2010), Β) ο εργοδότης έχει υποχρέωση να λαμβάνει κάθε μέτρο που απαιτείται ώστε να εξασφαλίζονται οι εργαζόμενοι και οι τρίτοι που παρευρίσκονται στους τόπους εργασίας από κάθε κίνδυνο που μπορεί να απειλήσει την υγεία ή τη σωματική τους ακεραιότητα, να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφαλείας της εργασίας, να γνωστοποιεί στους εργαζομένους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους και να ενημερώνει τους εργαζομένους για τη νομοθεσία που ισχύει σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και για τον τρόπο εφαρμογής της από την επιχείρηση (αρθρ. 32 περ. Α΄ §§1,3,5 και 7). Επίσης, οφείλει να παίρνει μέτρα, ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η έκθεση των εργαζομένων σε κάθε φυσικό, χημικό και βιολογικό παράγοντα που ενυπάρχει κατά την εργασία και είναι δυνατό να είναι επιβλαβής για την υγεία των εργαζομένων ή επικίνδυνος από άλλη άποψη, ανεξάρτητα από τη φυσική του κατάσταση, όσο είναι πρακτικά δυνατό (αρθρ. 26§1 σε συνδ. με 24 περ. 1, τα οποία είναι ταυτόσημα με τα αρθρ. 38§1 και 36§1 του ν. 3850/2010). Ειδικότερα, πρέπει να λαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής μέτρα: να ελέγχει τη συγκέντρωση ή ένταση των παραγόντων στους χώρους εργασίας και τα επίπεδα έκθεσης των εργαζομένων σ’ αυτούς πριν αρχίσει η λειτουργία μηχανών ή εγκαταστάσεων και σε τακτά χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους, και να ενεργεί τακτικό έλεγχο και συντήρηση των μέσων, συσκευών ή συστημάτων που χρησιμοποιούνται για τον ανωτέρω σκοπό, ώστε αυτά να λειτουργούν σωστά και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των διατάξεων του εν λόγω νόμου (αρθρ. 26§3 περ. α΄ και β΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 38§3 περ. α΄ και β΄ του ν. 3850/2010). Εξάλλου, Γ) οι εργαζόμενοι αφενός μεν δικαιούνται να έχουν πληροφόρηση από τον εργοδότη για τους πιθανούς κινδύνους που συνδέονται με την έκθεσή τους σε παράγοντες, για τα τεχνικά μέτρα πρόληψης που πρέπει να τηρούνται και για τις προφυλάξεις που πήρε ο εργοδότης και πρέπει να τηρούν οι εργαζόμενοι (αρθρ. 28§1 περ. α΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 40§1 περ. α΄ του ν. 3850/2010), αφετέρου δε έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας, να χρησιμοποιούν τα ατομικά μέσα προστασίας, να διατηρούν τις διατάξεις και τους μηχανισμούς ασφάλειας και να παρακολουθούν τα σχετικά σεμινάρια σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας (αρθρ. 32 περ. Β΄ §§1,2,3 και 4).Σύμφωνα δε με τις διατάξεις του π.δ. 70/1990 (Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων σε ναυπηγικές εργασίες), οι οποίες εφαρμόζονται σε ναυπηγικές και ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες (αρθρ. 1), υπόχρεοι για τη λήψη και τήρηση μέτρων υγιεινής και ασφάλειας κατά την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών είναι ο κύριος του έργου, δηλαδή ο πλοιοκτήτης, εφοπλιστής, νομέας, κάτοχος του πλοίου όπου εκτελείται ύστερα από εντολή του και για λογαριασμό του ναυπηγοεπισκευαστικό έργο, ο οποίος μπορεί να εκπροσωπείται από το νόμιμο εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του ή τον πλοίαρχο του πλοίου (αρθρ. 2 περ. 3), ο εργολάβος, δηλαδή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμβάλλεται με μίσθωση έργου με τον κύριο του έργου και αναλαμβάνει την εκτέλεση ολόκληρου ναυπηγοεπισκευαστικού έργου ή τμήματός του (αρθρ. 2 περ. 4), ο υπεργολάβος, δηλαδή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμβάλλεται με μίσθωση έργου με τον εργολάβο ή άλλον υπεργολάβο και αναλαμβάνει την εκτέλεση ολόκληρου ναυπηγοεπισκευαστικού έργου ή τμήματός του (αρθρ. 2 περ. 5), ο παρέχων το χώρο, δηλαδή ο ιδιοκτήτης ή ο εκμεταλλευόμενος τον χώρο ή τις εγκαταστάσεις όπου εκτελείται ναυπηγοεπισκευαστικό έργο (αρθρ. 2 περ. 6), ο τεχνικός ασφαλείας και οι εργαζόμενοι (αρθρ. 3). Συγκεκριμένα: Α) Ο εργολάβος ή υπεργολάβος ολόκληρου του έργου, ανεξάρτητα εάν αυτό εκτελείται ολικά ή κατά τμήματα με υπεργολάβους, πέραν των γενικών υποχρεώσεων εργοδοτών του άρθρου 32 του ν. 1568/85 έχει, μεταξύ άλλων, και τις ακόλουθες: 1. Να οργανώνει, επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση της εργασίας σε κάθε φάση ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας. Ιδιαίτερα να λαμβάνει μέτρα για το συντονισμό των εργασιών που εκτελούνται από περισσότερα του ενός συνεργεία. 2. Να συνεργάζεται με τον κύριο του έργου, τους άλλους εργολάβους και υπεργολάβους, τον τεχνικό ασφάλειας, τον μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας κατά την εκτέλεση των εργασιών για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και υγιεινή των εργαζομένων. 3. Να ορίζει τεχνικό ασφάλειας με τις αρμοδιότητες του άρθρου 9 όταν εκτελούνται εργασίες σε πλοία ή άλλες πλωτές κατασκευές χωρητικότητας άνω των 1.600 κόρων ολικής χωρητικότητας ή όταν ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων είναι μεγαλύτερος των 15. 4. Να τηρεί σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης τις υποδείξεις του τεχνικού ασφάλειας και του μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας. 5. Όταν ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων είναι μεγαλύτερος του 100, να αναθέτει την εκπόνηση και να υλοποιεί τη μελέτη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας συμπεριλαμβανομένου και του σχεδίου διαφυγής και διάσωσης των εργαζομένων σε περίπτωση κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 1568/1985. 6. Να ελέγχει την ατμόσφαιρα εργασίας όπως καθορίζεται στα άρθρα 14 και 22 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος. 7. Να διακόπτει την εργασία όταν διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας ή όταν γίνει σχετική υπόδειξη διακοπής εργασιών από τον τεχνικό ασφάλειας. 8. Να χρησιμοποιεί μηχανές, συσκευές, εργαλεία, ανυψωτικά μέσα και μηχανήματα αφού διαπιστώσει ότι πληρούν τους κανόνες ασφάλειας. Στα ανωτέρω πρέπει να αναγράφονται εκτός των στοιχείων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις και τα στοιχεία του εργολάβου που τα χρησιμοποιεί… 15. Να αναθέτει την εκτέλεση εργασιών και το χειρισμό μηχανημάτων σε άτομα που έχουν την προβλεπόμενη από τη νομοθεσία άδεια όταν απαιτείται. 16. Να διαφωτίζει τους εργαζόμενους για τους σχετικούς με την εργασία κινδύνους, τον τρόπο αποφυγής τους, την ισχύουσα νομοθεσία και να τους παρέχει κατά την πρόσληψη τις αναγκαίες για την ασφαλή εκτέλεση της εργασίας τους οδηγίες… 19. Να χορηγεί τα κατά περίπτωση απαιτούμενα ατομικά μέσα προστασίας και να επιβλέπει τη χρησιμοποίησή τους από τους εργαζόμενους (αρθρ. 4 περ. 1 -8, 15, 16 και 19). Β) Ο κύριος του έργου, ανεξάρτητα αν αναθέτει την εκτέλεση του έργου σε έναν ή περισσότερους εργολάβους ή υπεργολάβους, έχει τις ακόλουθες υποχρεώσεις: 1. Πριν την έναρξη των ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών σε πλοία ή άλλα πλωτά ναυπηγήματα εκτελεί τις παρακάτω εργασίες και ενημερώνει για την εκτέλεσή τους καθώς και για κάθε επερχόμενη μεταβολή τους εργολάβους και υπεργολάβους: α) Καθαρισμό δεξαμενών και σωλήνων και απομόνωση σωληνώσεων όπου απαιτείται. β) Έλεγχο συγκέντρωσης αερίων και έκδοση σχετικών πιστοποιητικών (GAS FRΕΕ) όπου απαιτείται. 2. Συνεργάζεται με τον τεχνικό ασφάλειας και τον μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας καθώς και με τους εργολάβους, υπεργολάβους για τη σωστή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας και την αποφυγή ατυχημάτων στις εργασίες που πραγματοποιούνται τόσον από τα συνεργεία των εργολάβων όσον και από τα μέλη του πληρώματος του πλοίου. 3. Ενημερώνει το γενικό εργολάβο ή τους εργολάβους και υπεργολάβους για τα πυροσβεστικά μέσα που διαθέτει το πλοίο και τα οποία είναι έτοιμα για χρήση. 4. Απομακρύνει από τους κλειστούς χώρους του πλοίου τις φιάλες πεπιεσμένων καυσίμων αερίων και οξυγόνου οι οποίες χρησιμοποιούνται από το πλήρωμα του πλοίου και τις τοποθετεί σε ασφαλείς χώρους (αρθρ. 5§Α). Σε περίπτωση που ο κύριος του έργου αναθέτει την εκτέλεση των εργασιών σε περισσότερους του ενός εργολάβους ή υπεργολάβους είναι υπεύθυνος για την τήρηση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στον εργολάβο ή υπεργολάβο ολόκληρου του έργου, και δη των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 περ. 1, 3, 4, 5, 6, 7, 9, 10, 11, 12, 13, 14α, 17, 18, 23 επιπρόσθετα από τις αναφερόμενες στην παράγραφο Α του άρθρου 5 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος (αρθρ. 5§Β). H σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του ανωτέρω π.δ. εκπροσώπηση, δεν αίρει τις προβλεπόμενες από την νομοθεσία πάσης φύσεως ευθύνες του κυρίου του έργου (αρθρ. 5§Γ). Γ) Ο εργολάβος ή υπεργολάβος τμήματος του έργου έχει για το τμήμα του έργου που ανέλαβε να εκτελέσει, πέραν των γενικών υποχρεώσεων εργοδοτών του άρθρου 32 του ν. 1568/1985, μεταξύ άλλων, και τις ακόλουθες: 1. Να οργανώνει, επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση της εργασίας σε κάθε φάση ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας. 2. Να συνεργάζεται με τον κύριο του έργου, τους άλλους εργολάβους και υπεργολάβους, τον τεχνικό ασφάλειας και τον μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας κατά την εκτέλεση των εργασιών για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια και υγιεινή των εργαζομένων. 3. Να τηρεί σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης τις υποδείξεις του τεχνικού ασφάλειας και του μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας. 4. Να υλοποιεί όσον αφορά το προσωπικό του τη μελέτη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας και του σχεδίου διαφυγής και διάσωσης των εργαζομένων σε περίπτωση κινδύνου. 5. Να ελέγχει επιπρόσθετα από τον κύριο του έργου ή τον εργολάβο ολόκληρου του έργου την ατμόσφαιρα εργασίας όπως καθορίζεται στα άρθρα 14 και 22 του παρόντος Διατάγματος. 6. Να διακόπτει την εργασία όταν διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας ή όταν γίνει σχετική υπόδειξη διακοπής εργασιών από τον τεχνικό ασφάλειας, τον κύριο του έργου ή τον εργολάβο ολόκληρου του έργου. 7. Να χρησιμοποιεί μηχανές, συσκευές, εργαλεία, ανυψωτικά μέσα και μηχανήματα αφού διαπιστώσει ότι πληρούν τους κανόνες ασφάλειας. Στα ανωτέρω πρέπει να αναγράφονται εκτός των στοιχείων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις και τα στοιχεία του… 10. Να αναθέτει την εκτέλεση εργασιών και το χειρισμό μηχανημάτων σε άτομα που έχουν την προβλεπόμενη από τη νομοθεσία άδεια όταν απαιτείται. 11. Να διαφωτίζει τους εργαζόμενους που απασχολεί για τους σχετικούς με την εργασία κινδύνους, τον τρόπο αποφυγής τους, την ισχύουσα νομοθεσία και να τους παρέχει κατά την πρόσληψη και κατά τη διάρκεια της απασχόλησης οδηγίες για την ασφαλή εκτέλεση των εργασιών… 14. Να χορηγεί τα κατά περίπτωση απαιτούμενα ατομικά μέσα προστασίας και να επιβλέπει τη χρησιμοποίησή τους από τους εργαζόμενους (αρθρ. 6 περ. 1 – 7, 10, 11 και 14). Δ) Ο τεχνικός ασφάλειας, εκτός από τις αρμοδιότητες που πηγάζουν από άλλες διατάξεις, έχει, μεταξύ άλλων, και τις ακόλουθες: 1. Να δίνει οδηγίες σύμφωνα με του κανόνες της επιστήμης και της τέχνης για την εκτέλεση των εργασιών, για την κατασκευή και εργασία επί ικριωμάτων και για την εγκατάσταση πίνακα διανομής ηλεκτρικού ρεύματος. Πρέπει επίσης να επιβλέπει για την τήρηση των οδηγιών αυτών πριν από την έναρξη των εργασιών και κατά την διάρκεια εκτέλεσής τους… 4. Να δίνει οδηγίες σε περίπτωση σοβαρών ή επικινδύνων εργασιών και εάν χρειάζεται να απαιτεί τη σύνταξη μελέτης επί μέρους μέτρων ασφάλειας για τις εργασίες αυτές. 5. Να υποδεικνύει εγγράφως στον κύριο του έργου ή στους εργολάβους ή υπεργολάβους, τα απαιτούμενα μέτρα ασφάλειας κατά περίπτωση και φάση του έργου. Ειδικότερα για τις περιπτώσεις που ορίζονται στα άρθρα 14 παρ. η΄ και 22 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος να εκδίδει καθημερινά άδειες εκτέλεσης εργασιών αφού προηγουμένως προβεί στους απαιτούμενους ελέγχους. 6. Σε περίπτωση που διαπιστώνει μη συμμόρφωση προς τις υποδείξεις του, υποδεικνύει την διακοπή των εργασιών που εγκυμονούν κινδύνους πρόκλησης ατυχήματος, ενημερώνοντας παράλληλα την Λιμενική Αρχή η οποία εκδίδει την άδεια εκτέλεσης εργασιών και την Αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας (αρθρ. 9§Α περ. 1 και 4 – 6). Ε) Οι εργαζόμενοι σε ναυπηγικές και ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, πέραν από τις υποχρεώσεις των εργαζόμενων που περιγράφονται στο άρθρο 32 του ν. 1568/1985, έχουν, μεταξύ άλλων, και τις παρακάτω: 1. Να χρησιμοποιούν τα μέσα ατομικής προστασίας και όλες τις διατάξεις και μηχανισμούς ασφάλειας που προβλέπονται για την προστασία τους και την προστασία των άλλων εργαζομένων… 3. Να μην κυκλοφορούν ή αναπαύονται κατά τα διαλείμματα της εργασίας σε επικίνδυνα μέρη όπως κλειστοί χώροι, χώροι που περιέχουν εύφλεκτες ουσίες, επικίνδυνα αέρια, λειτουργούσες μηχανές, σε ικριώματα ή σιδηροτροχές ανυψωτικών. 4. Να φορούν ενδύματα κατάλληλα για το είδος της εργασίας που εκτελούν (αρθρ. 10 περ. 1,3 και 4). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 12§§1 περ. δ΄, 2,3 και 6, 13§§1,2 περ. β΄,3,7 και 14 περ. α΄ και η΄ σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 2 περ. 17, απαγορεύεται η είσοδος σε χώρους, στους οποίους μπορεί να σωρευτούν τοξικά, αδρανή, ασφυξιογόνα, εύφλεκτα, καυστικά ή άλλα επικίνδυνα αέρια ή πιθανό να υπάρχει έλλειψη οξυγόνου, τέτοιοι δε θεωρούνται και οι κλειστοί χώροι, δηλαδή οι χώροι που από τη φύση τους είναι πανταχόθεν κλειστοί ή έχουν περιορισμένοι δυνατότητα φυσικού αερισμού, όπως είναι ενδεικτικά το στεγανό σύγκρουσης (forepeak), ο χώρος ασφαλείας (cofferdam), οι δεξαμενές φορτίου, τα διπύθμενα, το αντλιοστάσιο, οι αγωγοί διέλευσης σωληνώσεων (τουνέλια), οι δεξαμενές έρματος, οι δεξαμενές λιπαντικών, οι δεξαμενές καταλοίπων και οι δεξαμενές καυσίμων. Πριν την έναρξη εργασιών στους παραπάνω αναφερόμενους χώρους θα πρέπει να γίνει καθαρισμός του χώρου και εξαερισμός. Οι εγκαταστάσεις καθαρισμού της ατμόσφαιρας του εργασιακού περιβάλλοντος πρέπει να είναι διατεταγμένες ώστε οι επικίνδυνοι χημικοί παράγοντες να απομακρύνονται ακίνδυνα και να μη συγκεντρώνονται σε άλλες θέσεις εργασίας. Μετά τον εξαερισμό του χώρου εκδίδεται από χημικό ναυτιλίας πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια (GAS FREE) για την είσοδο εργαζομένων στο χώρο και την εκτέλεση των απαιτουμένων εργασιών. Προκειμένου να εκδοθεί πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για εκτέλεση θερμών εργασιών σε δεξαμενές ή άλλους κλειστούς χώρους για τους οποίους απαιτείται τέτοιο πιστοποιητικό, στους χώρους αυτούς πρέπει, μεταξύ άλλων, η περιεκτικότητα σε οξυγόνο να είναι από 19,5% έως 22,5% κατ’ όγκο. Πριν εκδοθεί από χημικό ναυτιλίας πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για εκτέλεση θερμών εργασιών σε ένα χώρο απαγορεύεται να μπουν στο χώρο αυτό: α) γυμνό φως ή φλόγα ή άλλο πυρακτωμένο αντικείμενο, β) φωτιστικό που δεν είναι αντιεκρηκτικού τύπου, γ) ηλεκτρικός εξοπλισμός ή αγωγός που δεν είναι αντιεκρηκτικού τύπου, δ) οποιοδήποτε άλλο εργαλείο ή εφόδιο (π.χ. ιμάντες, άξονες, υποδήματα εργασίας) που είναι δυνατόν να προξενήσει σπινθήρα, ε) εφόδια ή υλικά (π.χ. συνθετικό υφαντό ένδυμα ή μετάξι) που είναι δυνατόν να δημιουργήσουν στατικό ηλεκτρισμό ή στ) οποιαδήποτε άλλη πηγή θερμότητας. Εάν μετά την έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια δημιουργηθεί αμφιβολία εάν και κατά πόσο μια δεξαμενή, ένας κλειστός χώρος ή ένα δίκτυο σωληνώσεων είναι ελεύθερα από αέρια, η εργασία δεν πρέπει να αρχίζει ή να συνεχιστεί πριν εκδοθεί νέο πιστοποιητικό. Κατά την εκτέλεση εργασιών στις δεξαμενές και τους κλειστούς χώρους του άρθρου 12§1 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, μετά την έκδοση των απαιτούμενων πιστοποιητικών πρέπει, πέραν από τις απαιτήσεις του άρθρου 11 του ίδιου π.δ., να προβλέπεται ανάλογος και επαρκής εξαερισμός, όπου δε είναι αναγκαίο για την πρόληψη κινδύνου, η ατμόσφαιρα του χώρου εργασίας πρέπει να ελέγχεται από τον τεχνικό ασφαλείας σε τακτικά χρονικά διαστήματα για τον προσδιορισμό των εν λόγω βλαβερών παραγόντων. Εξάλλου, στις διατάξεις του άρθρου 15 περ. 1,5,7 ορίζεται ότι κατά την εκτέλεση θερμών εργασιών σε δεξαμενές ή άλλους κλειστούς χώρους πρέπει, επί πλέον των προβλεπομένων στο άρθρο 14 του ανωτέρω π.δ., να τηρούνται, μεταξύ άλλων, τα εξής: 1. Να υπάρχει σε ετοιμότητα και πλησίον των θέσεων εργασίας ικανός αριθμός κατάλληλων πυροσβεστήρων και τουλάχιστον ένας από τους εργαζόμενους να είναι εξοικειωμένος με την χρήση τους. 5. Στις εργασίες συγκόλλησης και κοπής με αέριο σε κλειστούς χώρους πρέπει να τηρούνται τα εξής: α) Τα αέρια που χρησιμοποιούνται για την κοπή ή συγκόλληση να προσάγονται στους υπ’ όψιν χώρους από ασφαλή θέση εκτός των χώρων αυτών. β) Να είναι δυνατή η διακοπή παροχής αερίου από σημείο ευρισκόμενο εκτός του κλειστού χώρου (βλ. και αρθρ. 7§7.2 του Παραρτήματος της κατωτέρω αναφερόμενης υπ’ αριθμ. 3116.3/08/11-06-1993 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Βιομηχανίας Έρευνας & Τεχνολογίας). γ) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά και χρήση φιαλών πεπιεσμένων αερίων σε κλειστούς χώρους. δ) Οι συσκευές συγκόλλησης ή κοπής πεπιεσμένων αερίων πρέπει να διαθέτουν βαλβίδες αντεπιστροφής τοποθετημένες πλησίον του εργαλείου σε απόσταση έως 1,5 μέτρων. Εφόσον οι φιάλες βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από το εργαλείο, πρέπει να διαθέτουν και διάταξη «φλογοπαγίδων» για αντιμετώπιση του κινδύνου από  πιθανή αναρρόφηση (βλ. και αρθρ. 7§7.1 του Παραρτήματος της υπ’ αριθμ. 3116.3/08/11-06-1993 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Βιομηχανίας Έρευνας & Τεχνολογίας). ε) Οι εργαζόμενοι πρέπει να χειρίζονται τα εργαλεία και τα παρελκόμενα των συσκευών κοπής ή συγκόλλησης με τρόπο που θα αποτρέπεται η διαφυγή άκαυστου εύφλεκτου αερίου ή οξυγόνου μέσα στον κλειστό χώρο εργασίας. ζ) Κατά τη διακοπή της εργασίας οι ελαστικοί σωλήνες (λάστιχα) οξυγόνου και καυσίμων αερίων αποσυνδέονται από τις φιάλες ή από τις λήψεις τους στο κατάστρωμα εφόσον τα αέρια αποθηκεύονται σε μεγάλες δεξαμενές και μαζί με τα εργαλεία μεταφέρονται εκτός των κλειστών χώρων. 7. Κατά τη διάρκεια θερμών εργασιών σε δεξαμενές ή άλλους κλειστούς χώρους, ο τεχνικός ασφάλειας πρέπει να διενεργεί συχνούς ελέγχους για τον προσδιορισμό αναφλέξιμων ατμών και σε περίπτωση διαπίστωσης επικίνδυνων συγκεντρώσεων διακόπτονται οι εργασίες αμέσως και επαναλαμβάνονται μόνον εφόσον εκδοθεί νέο πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για την εκτέλεση θερμών εργασιών. Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 17§2, αν για οποιονδήποτε λόγο (π.χ. διαρροή) η περιεκτικότητα του χώρου εργασίας σε οξυγόνο γίνει μεγαλύτερη από 23% κατ’ όγκο, πρέπει αμέσως να διακοπούν οι εργασίες «εν θερμώ» και ο χώρος να θεωρηθεί ότι περιέχει εύφλεκτο αέριο και να ακολουθηθούν οι διαδικασίες εξαερισμού και έκδοσης πιστοποιητικού, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 18§3, η εργασία σε στενούς και κλειστούς χώρους πρέπει κατά το δυνατόν να οργανώνεται έτσι ώστε να μην απασχολούνται ταυτόχρονα εργαζόμενοι με διαφορετικό αντικείμενο εργασίας, εκτός αν υπάρχει ανάγκη συντονισμού των διαφορετικών εργασιών. Τέλος, με τις διατάξεις του άρθρου 71§§4, 6 περ. α΄ και β΄ και 7 ορίζεται ότι οι εργασίες κοπής, συγκόλλησής και γενικά όσες απαιτούν χρήση γυμνής φλόγας, εκτελούνται μόνον όπου υπάρχει συνεχής παρακολούθηση για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν ανάφλεξης και επιτρέπεται να γίνονται μόνο μετά από εντολή του υπεύθυνου των εργασιών και αφού ενημερωθεί ο τεχνικός ασφάλειας ή εφόσον δεν προβλέπεται τεχνικός ασφάλειας άλλο κατάλληλο πρόσωπο οριζόμενο από τον κύριο του έργου. Σαν μέτρα ασφάλειας για την πρόληψη πυρκαϊών κατά την εκτέλεση των εργασιών αυτών αναφέρονται ενδεικτικά: α. H τοποθέτηση ειδικών άφλεκτων παραπετασμάτων κάτω και γύρω από τις περιοχές, όπου εκτελούνται συγκολλήσεις. β. H ύπαρξη επί τόπου πυροσβεστήρων ειδικών κατά περίπτωση τύπων, σε επαρκή αριθμό και έτοιμων για άμεση χρήση. γ. H συνεχής παρακολούθηση της περιοχής εργασίας υψηλής θερμοκρασίας και της γύρω από αυτή περιοχής κατά τη διάρκεια των εργασιών αλλά και επί αρκετό χρόνο μετά τη λήξη τους ώστε να εξασφαλισθεί η άμεση αντιμετώπιση τυχόν έναρξης φωτιάς. Σε χώρους επικίνδυνους για πυρκαϊά, όπως σε αποθήκες καυσίμων, αερίων, χρωμάτων, διαλυτικών, και άλλων εύφλεκτων υλικών, απαιτείται η λήψη πρόσθετων ειδικών μέτρων πρόληψης πυρκαϊάς όπως, μεταξύ άλλων: α. Ο έλεγχος τυχόν ύπαρξης εύφλεκτων αερίων. Ο έλεγχος διενεργείται τόσο πριν την έναρξη των εργασιών όσο και κατά την διάρκειά τους. β. H μέριμνα για συνεχή καλό εξαερισμό και διατήρηση της θερμοκρασίας των χώρων σε χαμηλά επίπεδα ώστε να αποκλείεται αυτανάφλεξη. Οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι ενήμεροι για τις θέσεις όπου βρίσκεται ο εξοπλισμός πυρόσβεσης, να γνωρίζουν καλά τον τρόπο λειτουργίας και την περιοχή καταλληλότητας κάθε διατιθέμενου μέσου. Σύμφωνα, τέλος, με τις διατάξεις του π.δ. 17/1996 (Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 92/383/ΕΟΚ), οι οποίες εφαρμόζονται σε όλες τις επιχειρήσεις, εγκαταστάσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και για την εφαρμογή των οποίων ως εργαζόμενος νοείται κάθε πρόσωπο που απασχολείται από έναν εργοδότη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ασκούμενων και των μαθητευομένων, εκτός από το οικιακό υπηρετικό προσωπικό, ως εργοδότης νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο συνδέεται με σχέση εργασίας με τον εργαζόμενο και έχει την ευθύνη για την επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση, ως επιχείρηση νοείται κάθε επιχείρηση, εκμετάλλευση, εγκατάσταση και εργασία του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ανεξαρτήτως κλάδου οικονομικής δραστηριότητας στον οποίο κατατάσσεται και ως τόπος εργασίας νοείται κάθε χώρος όπου βρίσκονται ή μεταβαίνουν οι εργαζόμενοι εξαιτίας της εργασίας τους και που είναι κάτω από τον έλεγχο του εργοδότη (αρθρ. 1§3 και 2§§1,2,3 και 5, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 2§1 και 3§1 περ. α΄,β΄,γ΄ και ε΄ του ν. 3850/2010): Α) Ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων, να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης, καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων, να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφαλείας της εργασίας, να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους, να εξασφαλίζει τη συντήρηση και την παρακολούθηση της ασφαλούς λειτουργίας μέσων και εγκαταστάσεων (αρθρ. 7§§1,5,6 περ. γ΄,δ΄ και στ΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 42§§1,5,6 περ. γ΄,δ΄ και στ΄ του ν. 3850/2010), να συντηρεί τους τόπους εργασίας, τα μηχανολογικά μέσα και τον εξοπλισμό και να μεριμνά για την κατά το δυνατό άμεση αποκατάσταση των ελλείψεων που έχουν σχέση με την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων, εφόσον δε από τις ελλείψεις αυτές προκαλείται άμεσος και σοβαρός κίνδυνος για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, πρέπει να διακόπτει αμέσως την εργασία στο σημείο που εμφανίζονται οι ελλείψεις, μέχρι την αποκατάστασή τους, να ενημερώνει το συντομότερο δυνατό τους εργαζόμενους που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε σοβαρό και άμεσο κίνδυνο, σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν, να λαμβάνει μέτρα και να δίνει οδηγίες στους εργαζόμενους, ώστε να μπορούν σε περίπτωση σοβαρού, άμεσου και αναπόφευκτου κινδύνου να διακόπτουν την εργασία ή/και να εγκαταλείπουν αμέσως το χώρο εργασίας και να μεταβαίνουν σε ασφαλή χώρο και να μη ζητά από τους εργαζόμενους, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, δικαιολογούμενες από τις περιστάσεις, να αναλάβουν πάλι την εργασιακή δραστηριότητά τους, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται σοβαρός και άμεσος κίνδυνος (αρθρ. 9§3 περ. α΄,β΄,γ΄ και δ΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 45§3 περ. α΄,β΄,γ΄ και δ΄ του ν. 3850/2010), να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους στην επιχείρηση να λαμβάνουν, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες όσον αφορά τη νομοθεσία που ισχύει σχετικά με την υγιεινή και την ασφάλεια της εργασίας και για τον τρόπο εφαρμογής της από την επιχείρηση, τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία, καθώς και τα μέτρα και τις δραστηριότητες προστασίας και πρόληψης που αφορούν είτε την επιχείρηση εν γένει, είτε κάθε είδος θέσης εργασίας ή/και καθηκόντων, τα μέτρα που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος (αρθρ. 11§1, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 47§1 του ν. 3850/2010), να εξασφαλίζει σε κάθε εργαζόμενο κατάλληλη και επαρκή εκπαίδευση στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας, ιδίως υπό τη μορφή πληροφοριών και οδηγιών επ’ ευκαιρία, μεταξύ άλλων, και της πρόσληψής του (αρθρ. 12§1 περ. α΄, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 48§1 περ. α΄ του ν. 3850/2010), να εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι σε εξωτερικές επιχειρήσεις που εκτελούν εργασίες στην επιχείρησή του έχουν λάβει τις κατάλληλες οδηγίες, όσον αφορά τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία κατά τις δραστηριότητες τους στην επιχείρηση (αρθρ. 12§3, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 48§3 του ν. 3850/2010), ενώ Β) οι εργαζόμενοι έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας και να φροντίζουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους για την ασφάλεια και την υγεία τους καθώς και για την ασφάλεια και την υγεία των άλλων ατόμων που επηρεάζονται από τις πράξεις ή παραλείψεις τους κατά την εργασία σύμφωνα με την εκπαίδευση τους και τις κατάλληλες οδηγίες του εργοδότη τους, και ειδικότερα, να χρησιμοποιούν σωστά τον ατομικό προστατευτικό εξοπλισμό που τίθεται στη διάθεσή τους καθώς και τις μηχανές, τις συσκευές, τα εργαλεία, τις επικίνδυνες ουσίες, τα μεταφορικά και άλλα μέσα, να αναφέρουν αμέσως στον εργοδότη ή/και σε όσους ασκούν αρμοδιότητες τεχνικού ασφάλειας και γιατρού εργασίας, όλες τις καταστάσεις που μπορεί να θεωρηθεί εύλογα ότι παρουσιάζουν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία, καθώς και κάθε έλλειψη που διαπιστώνεται στα συστήματα προστασίας, να συντρέχουν τον εργοδότη και όσους ασκούν αρμοδιότητες τεχνικού ασφάλειας και γιατρού εργασίας όσον καιρό χρειαστεί, ώστε ο εργοδότης να μπορεί να εγγυηθεί ότι το περιβάλλον και οι συνθήκες εργασίας είναι ασφαλείς και χωρίς κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία εντός του πεδίου δραστηριότητάς τους, και να παρακολουθούν τα σχετικά σεμινάρια ή άλλα επιμορφωτικά προγράμματα σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας (αρθρ. 13§§1,2 περ. α΄, β΄, δ΄ και στ΄ και 3, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§§1,2 περ. α΄, β΄, δ΄ και στ΄ και 3 του ν. 3850/2010).Πέραν, όμως, των διατάξεων του ν. 1568/1985 και των π.δ. 70/1990 και του π.δ. 17/1996, οι οποίες τηρούνται υποχρεωτικά κατά την εκτέλεση ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 3§7 του ν. 3551/2007, εφαρμογής εν προκειμένω τυγχάνουν και άλλες νομοθετικές διατάξεις που περιέχουν ρυθμίσεις σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, και συγκεκριμένα οι διατάξεις του π.δ. 395/1994 (ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζόμενους κατά την εργασία τους σε συμμόρφωση με την Οδηγία 89/655/ΕΟΚ), του π.δ. 95/1978 (Περί μέτρων υγιεινής και ασφάλειας των απασχολουμένων εις εργασίας συγκολλήσεων) και της υπ’ αριθμ. 3116.3/08/11-06-1993 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Βιομηχανίας Έρευνας & Τεχνολογίας (Απαιτούμενος ελάχιστος εξοπλισμός συνεργείων για ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες σε πλοία επισκευαζόμενα στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Πειραιά – Δ. – Κ. – Π.  Σ.). Έτσι, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 395/1994, οι οποίες εφαρμόζονται σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ανεξαρτήτως κλάδου οικονομικής δραστηριότητας, στον οποίο κατατάσσονται (αρθρ. 1§2), ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε ο εξοπλισμός εργασίας που τίθεται στη διάθεση των εργαζομένων μέσα στην επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση, αφενός μεν να είναι κατάλληλος για την προς εκτέλεση εργασία ή κατάλληλα προσαρμοσμένος προς το σκοπό αυτό, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια και η υγεία των εργαζομένων κατά τη χρησιμοποίησή του (αρθρ. 3), αφετέρου δε να διατηρείται, με την κατάλληλη συντήρηση, σε επίπεδο τέτοιο που να ανταποκρίνεται, ανάλογα με την περίπτωση, στις διατάξεις του εν λόγω προεδρικού διατάγματος καθ’ όλη τη διάρκεια της χρησιμοποίησής του (αρθρ. 4§2, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή και την αναρίθμησή της σε §3 με το άρθρο 2 του π.δ. 89/1999). Επίσης, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε η χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας που ενδέχεται να παρουσιάσει ιδιαίτερο κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων, να γίνεται μόνον από τους εργαζόμενους στους οποίους έχει ανατεθεί η χρήση του (αρθρ. 5 περ. 1). Επιπλέον, στα πλαίσια της ενημέρωσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν στη διάθεσή τους τις επαρκείς πληροφορίες και, όταν απαιτείται, γραπτές οδηγίες χρήσης σχετικά με τον εξοπλισμό εργασίας που χρησιμοποιείται κατά την εργασία, οι οποίες πρέπει να είναι κατανοητές για τους ενδιαφερόμενους εργαζόμενους και να περιέχουν κατ’ ελάχιστο κατάλληλες πληροφορίες σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων σχετικά με: α) τις συνθήκες χρήσης του εξοπλισμού εργασίας, β) τις προβλεπτέες έκτακτες καταστάσεις και γ) τα συμπεράσματα που συνάγονται, ενδεχομένως, από την πείρα που έχει αποκτηθεί κατά τη χρήση του εξοπλισμού εργασίας (αρθρ. 6§1-3). Τέλος, στα πλαίσια της εκπαίδευσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι στους οποίους έχει ανατεθεί η χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας εκπαιδεύονται επαρκώς, ιδιαίτερα για τους κινδύνους που, ενδεχομένως, δημιουργούνται κατά τη χρησιμοποίησή του (αρθρ. 7 περ. 1).Σύμφωνα δε με τις διατάξεις του π.δ. 95/1978, οι οποίες πρέπει να τηρούνται υποχρεωτικώς από τους βιομηχάνους, βιοτέχνες και παντός είδους επιχειρηματίες και εργοδότες επί εργασιών οξυγονοκολλήσεως, οξυγονοκοπής και ηλεκτροσυγκολλήσεως διά τόξου πέραν των γενικών όρων υγιεινής και ασφαλείας των πάσης φύσεως βιομηχανικών και βιοτεχνικών εργοστασίων, εργαστηρίων κλπ που καθορίζονται από τη νομοθεσία (αρθρ. 1), τα παρελκόμενα των φιαλών οξυγονοκολλήσεως (ήτοι οι μανοεκτονωτές, οι αγωγοί αερίων, οι καυστήρες κλπ) πρέπει να πληρούν τις καθοριζόμενες από τις ισχύουσες προδιαγραφές προϋποθέσεις καταλληλότητας και αντοχής, να διατηρούνται σε άριστη κατάσταση και να συντηρούνται τακτικά από ειδικό πρόσωπο, κατά τη χρησιμοποίηση ή εναποθήκευσή τους δε πρέπει να τοποθετούνται σε τέτοιες θέσεις ώστε να αποφεύγεται η μηχανική ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο φθορά τούτων. Η προσαρμογή των μονίμων ή ελαστικών αγωγών επί των αντίστοιχων υποδοχών μανοεκτονωτού και καυστήρα πρέπει να ενεργείται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται απόλυτη στεγανότητα και να αποκλείεται απόσπαση εξ αυτών (αρθρ. 5§§1 και 2). Επιπλέον, επί εργασιών συγκολλήσεων πρέπει να εξασφαλίζεται πλήρης και κανονικός αερισμός των θέσεων εργασίας και τέλεια και άμεση απαγωγή των παραγομένων κατά τις συγκολλήσεις αερίων, ούτως ώστε να αποκλείεται η εισπνοή τους από τους εργαζόμενους ή και ενδεχομένως η δημιουργία εκρηκτικού μίγματος, ενώ στους χώρους εργασίας όπου εκτελούνται τέτοιου είδους εργασίες πρέπει να υφίσταται επαρκής αριθμός κατάλληλων πυροσβεστήρων και λοιπών μέσων άμεσης και αποτελεσματικής καταστολής πυρκαγιάς (αρθρ. 7§§2 και 5). Εξάλλου, η εκτέλεση εργασιών συγκολλήσεως ή οξυγονοκοπής πρέπει να ανατίθεται σε άτομα που κατέχουν τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία ουσιαστικά και τυπικά προσόντα, ενώ πριν από την έναρξη κάθε εργασίας τέτοιου είδους οι χειριστές των κατά περίπτωση συσκευών πρέπει να ελέγχουν τόσο τις συσκευές όσο και τα παρελκόμενα αυτών προς διαπίστωση τυχόν βλάβης, φθοράς ή διαρροής, ο ίδιος δε έλεγχος πρέπει να ενεργείται και μετά τη λήξη των ανωτέρω εργασιών (αρθρ. 9§§1 και 3). Τέλος, οι απασχολούμενοι σε εργασίες συγκολλήσεων ή οξυγονοκοπής πρέπει να εφοδιάζονται από τον εργοδότη με κατάλληλες στολές εργασίας, δερμάτινο περίζωμα (εμπροσθέλλα), προστατευτικές έγχρωμες και αθραύστες διόπτρες, δερμάτινες περικνημίδες (γκέτες), χειρόκτια και κάλυμμα κεφαλής (σκούφο). Ειδικά για τις εργασίες ηλεκτροσυγκολλήσεως, οι διόπτρες αντικαθίστανται με ειδικές προσωπίδες, εφοδιασμένες με έγχρωμα πλακίδια απορροφητικά της επικίνδυνης ακτινοβολίας. Τα ανωτέρω προστατευτικά μέσα πρέπει να χορηγούνται για κάθε θέση εργασίας τόσο στον χειριστή και τον βοηθό του όσο και σε τυχόν μαθητευόμενους (αρθρ. 10§1).Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 3116.3/08/11-06-1993 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Βιομηχανίας Έρευνας & Τεχνολογίας, με τις οποίες καθορίζεται ο ελάχιστος εξοπλισμός των συνεργείων ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών σε πλοία που επισκευάζονται στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Πειραιά – Δ. – Κ. _ Π.  Σ. (αρθρ. 1), επί εργασιών σε κλειστούς χώρους απαιτείται να λειτουργούν δύο τουλάχιστον ανεμιστήρες εισαγωγής και απαγωγής αέρα ανά εξαεριζόμενο χώρο, ικανής παροχής ανάλογης με τον όγκο του εξαεριζόμενου χώρου [Η παροχή εκάστου ανεμιστήρα πρέπει να είναι 30 V (m3/h), όπου 30 ο απαιτούμενος αριθμός εναλλαγών του αέρα την ώρα και V ο όγκος του κλειστού χώρου]. Ο ανεμιστήρας εισαγωγής αέρα πρέπει να είναι συνδεδεμένος με εύκαμπτο αγωγό κατάλληλης διαμέτρου και μήκους μέχρι του απώτερου, από τη θέση του ανεμιστήρα απαγωγής, σημείου. Επίσης, επί θερμών εργασιών απαιτείται η ύπαρξη δύο τουλάχιστον πυροσβεστήρων ικανής ποσότητας, τύπου CO2 ή κόνεως, για κάθε χώρο εργασίας  (βλ. αρθρ. 1§§1.1 και 1.6 του Παραρτήματος της ως άνω Κ.Υ.Α.). Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η υπ’ αριθμ. 3232/41/27-04-1989 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, την παράβαση της διάταξης του άρθρου 8§1 εδ. 1.7 της οποίας επικαλείται ο πραγματογνώμονας Η. Δ. (ανυπαρξία συνεχούς επαρκή και ισχυρού εξαερισμού του κλειστού χώρου του bowthrust room), έχει παύσει να ισχύει μετά την έκδοση του π.δ. 70/1990 (πλην του άρθρου 7 αυτής και του άρθρου 4 εδ. 6 του Παραρτήματός της, τα οποία εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έκδοση του ανωτέρω π.δ.), σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 αυτής.Από το σύνολο των προαναφερόμενων διατάξεων συνάγεται ότι κατά την εκτέλεση των ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών επί του πλοίου «…», πλοιοκτησίας της πρώτης των κυρίως εναγομένων, καθ’ ο χρόνο αυτό βρισκόταν πλαγιοδετημένο στην προβλήτα του μόλου της Δ.Ε.Η. στον  Γ. Κ. Αττικής (Μάιος – Ιούνιος του έτους 2011), η οποία είχε ανατεθεί από την ως άνω πλοιοκτήτρια – κυρία του έργου, διά της εκπροσώπου της, κατ’ άρθρο 2 περ. 3 εδ. β΄ του π.δ. 70/1990, διαχειρίστριας του πλοίου εταιρείας (δεύτερης των κυρίως εναγομένων), σε περισσότερους του ενός εργολάβους, δεδομένου ότι κατά τον ως άνω χρόνο εκτελούνταν στο ως άνω πλοίο επισκευαστικές εργασίες από συνεργεία δέκα (10) συνολικά εργολάβων, διαφόρων ειδικοτήτων, μεταξύ των οποίων και αυτό της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων, υπόχρεοι για τη λήψη και τήρηση των σχετικών μέτρων υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων ήταν η κυρία του έργου (πρώτη των κυρίως εναγομένων), οι εργολάβοι που είχαν αναλάβει την εκτέλεση των επιμέρους εργασιών, ειδικά δε ως προς το τμήμα του όλου έργου που είχε αναλάβει η πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων η ίδια η εν λόγω εργολάβος, ο τεχνικός ασφαλείας και οι εργαζόμενοι. Συγκεκριμένα:Α) η πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων είχε, ως εργολάβος τμήματος του όλου ναυπηγοεπισκευαστικού έργου και συνάμα ως εργοδότρια του μετέπειτα θανόντος εργαζομένου της, για το τμήμα του έργου που ανέλαβε να εκτελέσει, δηλαδή για τις σωληνουργικές – ελασματουργικές εργασίες στους χώρους του καταστρώματος, των αμπαριών, του μηχανοστασίου, των βρεχάμενων και των στεγανών του ένδικου πλοίου, τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, κρίσιμες εν προκειμένω υποχρεώσεις: α) να λάβει κάθε μέτρο που απαιτείτο για την εξασφάλιση των εργαζομένων της που παρευρίσκονταν στους τόπους εργασίας επί του πλοίου από κάθε κίνδυνο που μπορούσε να απειλήσει την υγεία ή τη σωματική τους ακεραιότητα (αρθρ. 32 περ. Α΄§1 ν. 1568/1985, αρθρ. 7§§1 και 5 π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 42§§1 και 5 ν. 3850/2010), β) να οργανώνει, επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση της εργασίας σε κάθε φάση καθώς και την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφαλείας ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας (αρθρ. 6 περ. 1 π.δ. 70/1990 και 7§6 περ. γ΄ π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 42§6 περ. γ΄ ν. 3850/2010), γ) να τηρεί σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης τις υποδείξεις του τεχνικού ασφάλειας και του μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας (αρθρ. 6 περ. 3 π.δ. 70/1990) και να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων αυτών εκ μέρους του προσωπικού της (αρθρ. αρθρ. 32 περ. Α΄§3 ν. 1568/1985), δ) να ελέγχει επιπρόσθετα από την κυρία του έργου την ατμόσφαιρα εργασίας όπως καθορίζεται στα άρθρα 14 και 22 του π.δ. 70/1990 (αρθρ. 6 περ. 5 π.δ. 70/1990), και ειδικότερα να ελέγχει τη συγκέντρωση ή ένταση στους χώρους εργασίας κάθε επικίνδυνου για τους εργαζομένους φυσικού, χημικού και βιολογικού παράγοντα που ενυπάρχει κατά την εργασία πριν την έναρξη αυτής και σε τακτά χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκειά της (αρθρ. 26§§1 και 3 περ. α΄ και β΄ σε συνδ. με 24 περ. 1 ν. 1568/1985, τα οποία είναι ταυτόσημα με τα αρθρ. 38§§1 και 3 περ. α΄ και 36§1 του ν. 3850/2010 αντιστοίχως), σε χώρους δε επικίνδυνους για πυρκαγιά, όπως σε αποθήκες χρωμάτων, διαλυτικών και άλλων εύφλεκτων υλικών, να διενεργεί έλεγχο τυχόν ύπαρξης εύφλεκτων αερίων τόσο πριν την έναρξη των εργασιών όσο και κατά τη διάρκειά τους (αρθρ. 71§6 περ. α΄ π.δ. 70/1990), ε) να θέσει στη διάθεση των εργαζομένων της εξοπλισμό (μηχανές, συσκευές και εργαλεία) που να είναι κατάλληλος για την προς εκτέλεση εργασία και να πληροί τους κανόνες ασφαλείας, να διατηρεί, με την κατάλληλη συντήρηση, τον εξοπλισμό αυτό ασφαλή καθ’ όλη τη διάρκεια της χρησιμοποίησής του και να μεριμνά για την άμεση αποκατάσταση τυχόν φθορών και βλαβών του (αρθρ. 6 περ. 7 π.δ. 70/1990, αρθρ. 7§6 περ. στ΄ και 9§3 περ. α΄ π.δ. 17/1996, τα οποία είναι ταυτόσημα με τα αρθρ. 42§6 περ. στ΄ και 45§3 περ. α΄ του ν. 3850/2010 αντιστοίχως, 3, 4§3 π.δ. 395/1994). Ειδικότερα δε ως προς τα παρελκόμενα των εργαλείων κοπής και συγκόλλησης, και δη ως προς τους ελαστικούς σωλήνες αερίων, η εργολάβος έπρεπε να μεριμνά ώστε αυτοί να πληρούν τις καθοριζόμενες από τις ισχύουσες προδιαγραφές προϋποθέσεις καταλληλότητας και αντοχής, να διατηρούνται σε άριστη κατάσταση και να συντηρούνται τακτικά από ειδικό πρόσωπο, να τοποθετούνται κατά τη χρησιμοποίηση ή εναποθήκευσή τους σε τέτοιες θέσεις ώστε να αποφεύγεται η μηχανική ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο φθορά τους, και επιπλέον η προσαρμογή τους επί του καυστήρα του κάθε εργαλείου να ενεργείται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται απόλυτη στεγανότητα και να αποκλείεται απόσπαση εξ αυτών (αρθρ. 5§§1 και 2 π.δ. 95/1978), στ) να αναθέσει την εκτέλεση εργασιών και το χειρισμό μηχανημάτων (όπως λ.χ. εργαλείων συγκολλήσεως ή οξυγονοκοπής) σε άτομα που είχαν την προβλεπόμενη από τη νομοθεσία άδεια, εφόσον αυτή απαιτείτο, και προσόντα, τυπικά και ουσιαστικά (αρθρ. 6 περ. 10 π.δ. 70/1990 και 9§1 π.δ. 95/1978) και να λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε η χρησιμοποίηση του εξοπλισμού εργασίας που ενδέχετο να παρουσιάσει ιδιαίτερο κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων της, να γίνεται μόνον από εκείνους τους εργαζόμενους στους οποίους είχε ανατεθεί η χρήση του (αρθρ. 5 περ. 1 π.δ. 395/1994), ζ) να διαφωτίσει τους εργαζόμενους που απασχολούσε για τους σχετικούς με την εργασία, και ιδιαίτερα με τη χρήση του σχετικού εξοπλισμού, τους κινδύνους, τον τρόπο αποφυγής τους και την ισχύουσα νομοθεσία και να τους παράσχει, ιδίως επ’ ευκαιρία της πρόσληψης αλλά και κατά τη διάρκεια της απασχόλησής τους, κατάλληλη και επαρκή εκπαίδευση στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας, και δη σαφείς οδηγίες και πληροφορίες για την ασφαλή εκτέλεση των εργασιών (αρθρ. 6 περ. 11 π.δ. 70/1990, αρθρ. 32 περ. Α΄§§5 και 7 ν. 1568/1985, αρθρ. 7§6 περ. δ΄, 9§3 περ. γ΄, 11§1 και 12§1 περ. α΄ π.δ. 17/1996, τα οποία είναι ταυτόσημα με τα αρθρ. 42§6 περ. δ΄, 45§3 περ. δ΄, 47§1 και 48§1 περ. α΄ ν. 3850/2010 αντιστοίχως, 7 περ. 1 π.δ. 395/1994), η) να χορηγήσει στους εργαζομένους της τα απαιτούμενα ατομικά μέσα προστασίας [ήτοι κατάλληλες στολές εργασίας, δερμάτινο περίζωμα (εμπροσθέλλα), προστατευτικές έγχρωμες και αθραύστες διόπτρες ή ειδικές προσωπίδες εφοδιασμένες με έγχρωμα πλακίδια απορροφητικά της επικίνδυνης ακτινοβολίας, δερμάτινες περικνημίδες (γκέτες), χειρόκτια και κάλυμμα κεφαλής (σκούφο)] και να επιβλέπει τη χρησιμοποίησή τους από αυτούς (αρθρ. 6 περ. 14 π.δ. 70/1990 και 10§1 π.δ. 95/1978), θ) να διακόψει την εργασία αν διαπίστωνε ότι δεν τηρούντο τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας ή ότι υφίσταντο ελλείψεις σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων της ή γινόταν σχετική υπόδειξη διακοπής εργασιών από τον τεχνικό ασφάλειας ή την κυρία του έργου (αρθρ. 6 περ. 6 π.δ. 70/1990 και αρθρ. 9§3 περ. α΄ π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 45§3 περ. α΄ του ν. 3850/2010), ι) να απαγορεύσει στο προσωπικό της την είσοδο και την εργασία σε κλειστούς χώρους, σε χώρους δηλαδή πανταχόθεν κλειστούς ή με περιορισμένη δυνατότητα φυσικού αερισμού, πριν τον καθαρισμό και τον εξαερισμό των χώρων αυτών και την έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια (gas free) από χημικό ναυτιλίας. Ακόμη, όμως, και μετά την έκδοση του ως άνω πιστοποιητικού, αν για οιονδήποτε λόγο δημιουργείτο αμφιβολία σχετικά με το αν ένας κλειστός χώρος παρέμενε ελεύθερος από αέρια, η ως άνω εργολάβος είχε την υποχρέωση να διακόψει την εκτέλεση κάθε είδους εργασίας, πόσο μάλλον θερμής, εκ μέρους του προσωπικού της, στο χώρο αυτό μέχρι την έκδοση νέου πιστοποιητικού (αρθρ. 12§§1 περ. δ΄, 2,3 και 6 και 13§§1 και 7, 14 περ. α΄ σε συνδ. με 2 περ. 17 π.δ. 70/1990). Την υποχρέωση διακοπής των εργασιών «εν θερμώ» και, ακολούθως, εξαερισμού και έκδοσης νέου πιστοποιητικού είχε η εν λόγω εργολάβος ειδικά στην περίπτωση αύξησης της περιεκτικότητας κάποιου χώρου εργασίας σε οξυγόνο σε ποσοστό μεγαλύτερο του 23% κατ’ όγκο (αρθρ. 17§2 π.δ. 70/1990), ια) να μεριμνήσει για την εξασφάλιση ανάλογου και επαρκή εξαερισμού των ανωτέρω κλειστών χώρων κατά τη διάρκεια της εργασίας του εργατικού προσωπικού της σ’ αυτούς (αρθρ. 14 περ. α΄ π.δ. 70/1990) με την εγκατάσταση δύο τουλάχιστον ανεμιστήρων εισαγωγής και απαγωγής αέρα ανά εξαεριζόμενο χώρο, ικανής παροχής ανάλογης με τον όγκο του εξαεριζόμενου χώρου, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 1§1.1 του Παραρτήματος της υπ’ αριθμ. 3116.3/08/11-06-1993 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Βιομηχανίας Έρευνας & Τεχνολογίας). Ειδικά δε σε χώρους επικίνδυνους για πυρκαγιά, όπως σε αποθήκες χρωμάτων, διαλυτικών και άλλων εύφλεκτων υλικών, η ως άνω εργολάβος είχε την υποχρέωση να μεριμνήσει για συνεχή καλό εξαερισμό και διατήρηση της θερμοκρασίας τους σε χαμηλά επίπεδα ώστε να αποκλείεται αυτανάφλεξη (αρθρ. 71§6 περ. β΄ π.δ. 70/1990). Επίσης, σε χώρους όπου εκτελούντο εργασίες συγκόλλησης θα έπρεπε να εξασφαλίσει πλήρη και κανονικό αερισμό των θέσεων εργασίας και τέλεια και άμεση απαγωγή των παραγομένων κατά τις συγκολλήσεις αερίων, ούτως ώστε να αποκλείεται η εισπνοή τους από τους εργαζόμενους ή και ενδεχομένως η δημιουργία εκρηκτικού μίγματος (αρθρ. 7§2 π.δ. 95/1978).ιβ) να εξασφαλίσει την ύπαρξη σε ετοιμότητα και πλησίον των θέσεων εργασίας στους παραπάνω κλειστούς χώρους κατάλληλων πυροσβεστήρων σε επαρκή αριθμό και έτοιμων για άμεση χρήση, με τη χρήση των οποίων ένα τουλάχιστον από τα εκεί εργαζόμενα μέλη του προσωπικού της θα έπρεπε να είναι εξοικειωμένο (αρθρ. 15 περ. 1 και 71§4 περ. β΄ π.δ. 70/1990). Κατά την εκτέλεση δε θερμών εργασιών στους εν λόγω χώρους θα έπρεπε να μεριμνήσει ώστε οι πυροσβεστήρες να είναι ικανής ποσότητας, τύπου CO2 ή κόνεως και τουλάχιστον δύο για κάθε χώρο εργασίας (βλ. αρθρ. 1§1.6 του Παραρτήματος της υπ’ αριθμ. 3116.3/08/11-06-1993 κοινής απόφασης των Υπουργών Εργασίας, Εμπορικής Ναυτιλίας και Βιομηχανίας Έρευνας & Τεχνολογίας). Επιπλέον, θα έπρεπε να εξασφαλίσει την ύπαρξη επαρκούς αριθμού κατάλληλων πυροσβεστήρων και λοιπών μέσων άμεσης και αποτελεσματικής καταστολής πυρκαγιάς σε κάθε χώρο όπου εκτελούντο εργασίες συγκολλήσεων (αρθρ. 7§5 π.δ. 95/1978), ιγ) να μεριμνά για την αποσύνδεση των ελαστικών σωλήνων οξυγόνου και καυσίμων αερίων από τις φιάλες ή από τις λήψεις τους στο κατάστρωμα και τη μεταφορά τους, μαζί με τα εργαλεία και τα παρελκόμενα των συσκευών κοπής ή συγκόλλησης, εκτός των ανωτέρω κλειστών χώρων (αρθρ. 15 περ. 5ζ π.δ. 70/1990), ιδ) να μεριμνά για την οργάνωση της εργασίας εντός στενών και κλειστών χώρων κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην απασχολούνται ταυτόχρονα σ’ αυτούς εργαζόμενοι με διαφορετικό αντικείμενο εργασίας, εκτός της περιπτώσεως ύπαρξης ανάγκης συντονισμού των διαφορετικών εργασιών (αρθρ. 18§3 π.δ. 70/1990) και ιε) να μεριμνά ώστε οι εργασίες που απαιτούν χρήση γυμνής φλόγας (κοπή, συγκόλληση κλπ) να εκτελούνται μόνον (i) υπό συνεχή παρακολούθηση για την πρόληψη και αντιμετώπιση τυχόν ανάφλεξης, (ii) κατόπιν εντολής του υπευθύνου των εργασιών και (iii) μετά από προηγούμενη ενημέρωση του τεχνικού ασφαλείας (αρθρ. 71§΄§4,6 περ. α΄ και β΄ και 7 π.δ. 70/1990).Β) η πρώτη των κυρίως εναγομένων είχε, ως κυρία του έργου, που είχε αναθέσει την εκτέλεση των επιμέρους ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών σε περισσότερους του ενός εργολάβους, τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, κρίσιμες εν προκειμένω υποχρεώσεις: α) να προβεί, πριν την έναρξη των ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών στο πλοίο της, στον έλεγχο συγκέντρωσης αερίων και την έκδοση των σχετικών πιστοποιητικών (gas free) όπου απαιτείτο (αρθρ. 5§Α περ. 1β΄ π.δ. 70/1990), β) να συνεργασθεί με τον τεχνικό ασφαλείας και τους εργολάβους για τη σωστή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφαλείας και την αποφυγή ατυχημάτων στις εργασίες που πραγματοποιούνταν επί του πλοίου της από τα συνεργεία των εργολάβων (αρθρ. 5§Α περ. 2 π.δ. 70/1990), γ) να ενημερώσει τους εργολάβους για τα πυροσβεστικά μέσα που διέθετε το πλοίο και ήταν έτοιμα για χρήση (αρθρ. 5§Α περ. 3 π.δ. 70/1990), δ) να οργανώνει, επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση της εργασίας σε κάθε φάση ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας, ιδιαίτερα δε να λαμβάνει μέτρα για το συντονισμό των εργασιών που εκτελούντο από περισσότερα του ενός συνεργεία (αρθρ. 5§Β σε συνδ. με 4 περ. 1 π.δ. 70/1990), ε) να ορίσει τεχνικό ασφαλείας με τις αρμοδιότητες του άρθρου 9 του π.δ. 70/1990, ενόψει του ότι το πλοίο της στο οποίο εκτελούντο οι προαναφερόμενες ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες είχε ολική χωρητικότητα άνω των 1.600 κόρων (αρθρ. 5§Β σε συνδ. με 4 περ. 3 π.δ. 70/1990), στ) να τηρεί σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης τις υποδείξεις του τεχνικού ασφάλειας και του μελετητή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας (αρθρ. 5§Β σε συνδ. με 4 περ. 4 π.δ. 70/1990), ζ) να ελέγχει την ατμόσφαιρα εργασίας όπως καθορίζεται στα άρθρα 14 και 22 του π.δ. 70/1990 (αρθρ. 5§Β σε συνδ. με 4 περ. 6 π.δ. 70/1990), η) να διακόψει την εργασία αν διαπίστωνε ότι δεν τηρούντο τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας ή γινόταν σχετική υπόδειξη διακοπής εργασιών από τον τεχνικό ασφάλειας (αρθρ. 5§Β σε συνδ. με 4 περ. 7 π.δ. 70/1990) και θ) να εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι που απασχολούνταν από τους εργολάβους κατά την εκτέλεση των ανατεθειμένων σ’ αυτούς ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών επί του πλοίου της είχαν λάβει τις κατάλληλες οδηγίες, όσον αφορά τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία κατά τις δραστηριότητες τους στο εν λόγω πλοίο (αρθρ. 12§3 π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 48§3 του ν. 3850/2010),Γ) ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων είχε, ως τεχνικός ασφαλείας, τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, κρίσιμες εν προκειμένω υποχρεώσεις: α) να παρέχει υποδείξεις και συμβουλές σε θέματα σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και την πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων και να δίνει οδηγίες, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης, για την εκτέλεση των εργασιών (ιδίως αν αυτές ήταν σοβαρές και επικίνδυνες) και για την κατασκευή και εργασία επί ικριωμάτων (αρθρ. 6§1 ν. 1568/1985, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 14§1 ν. 3850/2010, και 9§Α περ. 1 και 4 π.δ. 70/1990). Επιπλέον, είχε την υποχρέωση να υποδεικνύει εγγράφως στην κυρία του έργου και στους εργολάβους τα απαιτούμενα μέτρα ασφάλειας κατά περίπτωση και φάση του έργου (αρθρ. 9§Α περ. 5 π.δ. 70/1990), β) να ελέγχει τις εγκαταστάσεις και τα τεχνικά μέσα πριν από τη λειτουργία τους και τις μεθόδους εργασίας πριν από την εφαρμογή τους (αρθρ. 6§2 περ. β΄ ν. 1568/1985, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 14§2 περ. β΄ του ν. 3850/2010), γ) να επιβλέπει τόσο την εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και πρόληψης των ατυχημάτων όσο και την τήρηση των οδηγιών του για την εκτέλεση των εργασιών και για την κατασκευή και εργασία επί ικριωμάτων πριν από την έναρξη των εργασιών και κατά την διάρκεια εκτέλεσής τους (αρθρ. 6§2 περ. β΄ ν. 1568/1985, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 14§2 περ. β΄ του ν. 3850/2010, και 9§Α περ. 1 π.δ. 70/1990). Ειδικότερα, είχε υποχρέωση να επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας από πλευράς υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, να αναφέρει στην κυρία του έργου και τους εργολάβους οποιαδήποτε παράλειψη των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας, να προτείνει μέτρα αντιμετώπισής της και να επιβλέπει την εφαρμογή τους καθώς και να επιβλέπει την ορθή χρήση των ατομικών μέσων προστασίας (αρθρ. 7§1 περ. α΄ και β΄ ν. 1568/1985, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 15§1 περ. α΄ και β΄ ν. 3850/2010), δ) να μεριμνά ώστε τα μέλη των συνεργείων που εργάζονταν επί του πλοίου να τηρούν τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και να τα ενημερώνει και καθοδηγεί για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου που συνεπάγεται η εργασία τους (αρθρ. 7§2 περ. α΄ ν. 1568/1985, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 15§2 περ. α΄ του ν. 3850/2010), ε) κατά την εκτέλεση εργασιών στους κλειστούς χώρους του άρθρου 12§1 του π.δ. 70/1990, μετά την έκδοση των απαιτούμενων πιστοποιητικών και όπου ήταν αναγκαίο για την πρόληψη κινδύνου, να εκδίδει καθημερινά άδειες για την εκτέλεση των εργασιών αυτών μετά τη διενέργεια ελέγχου της ατμόσφαιρας των χώρων αυτών για τον προσδιορισμό βλαβερών φυσικών και χημικών παραγόντων και την καταγραφή των αποτελεσμάτων του ελέγχου και των σχετικών οδηγιών του σε πίνακα (αρθρ. 9§Α περ. 5 σε συνδ. με 14 περ. η΄ π.δ. 70/1990) και στ) να υποδείξει, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις υποδείξεις του, τη διακοπή των εργασιών που εγκυμονούσαν κινδύνους πρόκλησης ατυχήματος, ενημερώνοντας παράλληλα τη Λιμενική Αρχή που είχε εκδώσει την άδεια εκτέλεσης εργασιών και την Αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας (αρθρ. 9§Α περ. 6 π.δ. 70/1990).Δ) ο σύζυγος της πρώτης και πατέρας των λοιπών κυρίως εναγόντων είχε, ως εργαζόμενος σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, κρίσιμες εν προκειμένω υποχρεώσεις:α) να εφαρμόζει τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας και να φροντίζει, ανάλογα με τις δυνατότητές του, για την ασφάλεια και την υγεία του καθώς και για την ασφάλεια και την υγεία των άλλων ατόμων που επηρεάζονταν από τις πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εργασία και σύμφωνα με την εκπαίδευσή του και τις κατάλληλες οδηγίες της εργοδότριάς του (αρθρ. 32 περ. Β΄ §1 ν. 1568/1985 και 13§1 π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§1 ν. 3850/2010), β) να χρησιμοποιεί τα μέσα ατομικής προστασίας και όλες τις διατάξεις και μηχανισμούς ασφαλείας που προβλέπονταν για την προστασία του και την προστασία των άλλων εργαζομένων και να χρησιμοποιεί σωστά τις μηχανές, συσκευές, εργαλεία και επικίνδυνες ουσίες (αρθρ. 32 περ. Β΄ §§2 και 3 ν. 1568/1985, 10 περ. 1 π.δ. 70/1990 και 13§2 περ. α΄ και β΄ π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§2 περ. α΄ και β΄ ν. 3850/2010), γ) να φορά ενδύματα κατάλληλα για το είδος της εργασίας που επρόκειτο να εκτελέσει (αρθρ. 10 περ. 4 π.δ. 70/1990), δ) να μην παραμένει κατά τα διαλείμματα της εργασίας σε επικίνδυνα μέρη όπως κλειστοί χώροι, χώροι που περιέχουν εύφλεκτες ουσίες ή επικίνδυνα αέρια (αρθρ. 10 περ. 3 π.δ. 70/1990), ε) να αναφέρει αμέσως στην εργοδότριά του και στον τεχνικό ασφαλείας όλες τις καταστάσεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν εύλογα ότι παρουσίαζαν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία (13§2 περ. δ΄ π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§2 περ. δ΄ ν. 3850/2010), στ) να συντρέχει την εργοδότριά του και τον τεχνικό ασφαλείας, ώστε η εργοδότριά του να μπορεί να εγγυηθεί ότι το περιβάλλον και οι συνθήκες εργασίας είναι ασφαλείς και χωρίς κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία εντός του πεδίου δραστηριότητάς της (13§2 περ. στ΄ π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§2 περ. στ΄ ν. 3850/2010) και ζ) να έχει παρακολουθήσει σχετικά σεμινάρια και άλλα επιμορφωτικά προγράμματα σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας (αρθρ. 32 περ. Β΄ §4 ν. 1568/1985 και 13§3 π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§3 ν. 3850/2010).Περαιτέρω, όπως προεκτέθηκε, το ένδικο θανατηφόρο ατύχημα προκλήθηκε κατά την εκτέλεση ελασματουργικών εργασιών εντός του χώρου όπου βρίσκεται ο μηχανισμός ηλεκτροκίνησης της πρωραίας έλικας του πλοίου (bowthrust room) με τη χρήση φλόγας και δη σε χρόνο κατά τον οποίο είτε ο ίδιος ο μετέπειτα θανών Β. Β. είτε ο βοηθός ελασματουργού Α. Κ. χειριζόταν το εργαλείο φλογοκοπής (= εργαλείο οξυγονοκοπής = σαλμό). Κατά τη χρήση του ως άνω εργαλείου ανεφλέγη ο ρουχισμός (και δη η φόρμα εργασίας) του Β. Β. μόλις ο τελευταίος άναψε το εργαλείο αυτό (κατά μία εκδοχή) ή επειδή έπεσε στη φόρμα εργασίας του ένα από τα διάπυρα μεταλλικά τεμάχια που εκτοξεύονταν κατά τη χρήση του εν λόγω εργαλείου από τον Α. Κ. που εργαζόταν σε μικρή απόσταση απ’ αυτόν (κατά τη δεύτερη εκδοχή). Η φόρμα εργασίας του μετέπειτα θανόντος εργαζομένου ήταν βαμβακερή, καθώς σε διαφορετική περίπτωση (αν δηλαδή το υλικό κατασκευής της ήταν συνθετικό), θα είχε κολλήσει πάνω στο σώμα αυτού μετά την ανάφλεξή της και δεν θα μπορούσε να αφαιρεθεί από τους συναδέλφους του κατά την κατάσβεση της φωτιάς, όπως αντιθέτως συνέβη σύμφωνα με τα προαναφερόμενα. Υπό φυσιολογικές συνθήκες μόνη η έναυση της φλόγας του εργαλείου οξυγονοκοπής ή η πτώση ενός από τα εκτοξευθέντα διάπυρα μεταλλικά τεμάχια επί της ως άνω βαμβακερής φόρμας δεν θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάφλεξη της (βλ. την προαναφερόμενη από 15-01-2015 τεχνική έκθεση των Μ. Θ. και …). Επομένως, η μόνη αιτία στην οποία μπορεί να αποδοθεί η ανάφλεξη του ρουχισμού εργασίας του Β. Β. είναι η συγκέντρωση μεγάλης ποσότητας οξυγόνου σ’ αυτόν (και δη σε ποσοστό μεγαλύτερο του 21% κατ’ όγκο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην από … τεχνική έκθεση των επιθεωρητών εργασίας του ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου, Π. Σ.υ και …, ή του 22 – 23% κατ’ όγκο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην από 1… έκθεση του διορισθέντος από το Β΄ Λιμενικό Τμήμα Κ. του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς πραγματογνώμονα, Η. Δ.). Η αύξηση της περιεκτικότητας του ρουχισμού του μετέπειτα θανόντος σε οξυγόνο οφείλεται στην προαναφερόμενη διαρροή από τον ελαστικό σωλήνα παροχής του ως άνω αερίου στο εργαλείο οξυγονοκοπής. Τούτο αποτελεί κοινή παραδοχή όχι μόνο του πραγματογνώμονα Η. Δ. και των επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και …, αλλά και των τεχνικών συμβούλων του τέταρτου των κυρίως εναγομένων Μ. Θ. και …. Ως προς την ορθότητα του πορίσματος αυτού ουδείς αντίλογος προβάλλεται, άλλωστε, από κάποιον από τους διαδίκους. Αντιθέτως, αμφισβήτηση υφίσταται τόσο εκ μέρους των κυρίως εναγομένων όσο και εκ μέρους των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων ως προς την περαιτέρω παραδοχή του πραγματογνώμονα Η. Δ. και των επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και … σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο συσσωρεύθηκε περίσσεια οξυγόνου στη φόρμα εργασίας του Β. Β.. Όπως προεκτέθηκε, οι ανωτέρω πραγματογνώμονας και επιθεωρητές εργασίας αποδίδουν τη συγκέντρωση μεγάλης ποσότητας του συγκεκριμένου αερίου στον ρουχισμό του μετέπειτα θανόντος στην έκθεσή του για μεγάλο χρονικό διάστημα σε περιβάλλον υπεροξυγονωμένο. Ισχυρίζονται, δηλαδή, ότι συνεπεία της διαρροής οξυγόνου από τον ελαστικό σωλήνα του εργαλείου φλογοκοπής, αυξήθηκε η συγκέντρωση του ανωτέρω αερίου στην ατμόσφαιρα του χώρου του bowthrust room σε ποσοστό ανώτερο του επιτρεπτού ορίου, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να εμποτισθούν τα ρούχα του παραπάνω εργαζομένου με το συγκεκριμένο αέριο σε αντίστοιχο ποσοστό, επειδή αυτός δεν φρόντισε να απομακρυνθεί από τον ανωτέρω κλειστό χώρο μετά τη διαπίστωση της διαρροής αλλά παρέμεινε σ’ αυτόν καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μέχρι και την ανάφλεξη της φωτιάς. Το πόρισμα, ωστόσο, αυτό τυγχάνει εσφαλμένο. Και τούτο διότι αν ο εμποτισμός του ρουχισμού του Β. Β. με οξυγόνο, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό ώστε να καταστεί αυτός (ο ρουχισμός) εύφλεκτος, οφειλόταν στην αύξηση της συγκέντρωσης του αερίου αυτού στο χώρο του bowthrust room σε επίπεδο ανώτερο του επιτρεπτού (23% κατ’ όγκο), τούτο θα σήμαινε, με βάση τα προεκτεθέντα, ότι ο χώρος αυτός περιείχε εύφλεκτο αέριο (βλ. αρθρ. 17§2 π.δ. 70/1990). Σε μια τέτοια περίπτωση, με την πρόκληση σπινθήρα ή την έναυση φλόγας εντός του συγκεκριμένου χώρου εργασίας (όπως και έγινε, αφού, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, πριν την ανάφλεξη του ρουχισμού του μετέπειτα θανόντος είχε γίνει χρήση του εργαλείου φλογοκοπής τόσο από τον ίδιο τον θανόντα όσο και από τον Α. Κ.), θα εκδηλωνόταν έκρηξη ή εκτεταμένη πυρκαγιά σε όλο το χώρο αυτό και όχι μεμονωμένα στο ρουχισμό του Β. Β.. Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο θα είχαν πάρει φωτιά όχι μόνο τα υπόλοιπα αντικείμενα και οργανικά υλικά που βρίσκονταν στον εν λόγω χώρο (τα οποία, άλλωστε, θα είχαν καταστεί εξίσου εύφλεκτα με το ρουχισμό του τραυματισθέντος εργαζομένου, αφού θα είχαν εμποτισθεί με οξυγόνο κατά τον ίδιο τρόπο που θα είχε συμβεί αυτό στον ως άνω ρουχισμό), αλλά και ο έτερος εργαζόμενος (Α. Κ.) που εργαζόταν εκείνη τη στιγμή εκεί, ευρισκόμενος, μάλιστα, σε μικρή απόσταση από τον μετέπειτα θανόντα συνάδελφό του. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συνέβη. Αντιθέτως, ο μεν Α. Κ. εξήλθε ανέπαφος από το χώρο του bowthrust room, και δη όχι για λόγους προφύλαξης, αλλά για να σπεύσει να συνδράμει τον καιόμενο συνάδελφό του, στους χώρους δε του πλοίου στους οποίους εκτυλίχθηκε το ένδικο περιστατικό (bowthrust room και δωμάτιο λοστρόμου) ουδεμία ζημία διαπιστώθηκε κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε στη συνέχεια από το πλήρωμα αυτού, όπως προεκτέθηκε. Εξάλλου, κατά την αυτοψία που διενήργησαν στο χώρο του ατυχήματος κατά τη 16-06-2011 οι τεχνικοί σύμβουλοι του τετάρτου των κυρίως εναγομένων, Μ. Θ. και Δ. Π., εστίασαν την έρευνά τους στην αναζήτηση τυχόν ενδείξεων μεγάλης συγκέντρωσης οξυγόνου, ιδιαίτερα στο κατώτερο επίπεδο του bowthrust room, καθώς και ιχνών έκρηξης. Ωστόσο, κατά τον έλεγχο των κινητήρων και των επιστομίων που βρίσκονται κάτω από το σημείο στο οποίο στεκόταν ο Β. Β. κατά την ανάφλεξη της φόρμας εργασίας του, διαπιστώθηκε η ύπαρξη ελάχιστης ποσότητας (φιλμ) γράσου – λιπαντελαίων, η οποία, όμως, δεν είχε καεί. Αν είχε αυξηθεί η περιεκτικότητα του ως άνω χώρου εργασίας σε οξυγόνο λόγω της προαναφερόμενης διαρροής, η συγκέντρωση του αερίου αυτού θα ήταν μεγαλύτερη στα χαμηλότερα σημεία του εν λόγω χώρου, επειδή είναι βαρύτερο από τον ατμοσφαιρικό αέρα (βλ. την από 1… έκθεση του πραγματογνώμονα Η. Δ.). Αυτό θα είχε ως συνέπεια την καύση των ανωτέρω λιπαντικών, δεδομένου ότι αυτά αυταναφλέγονται σε υπεροξυγονωμένο περιβάλλον (βλ. την από 15-01-2015 τεχνική έκθεση των Μ. Θ. και …). Σε κάθε περίπτωση, τα λιπαντικά αυτά θα είχαν καεί και αν είχε εκδηλωθεί έκρηξη ή εκτεταμένη πυρκαγιά στο χώρο του bowthrust room εξ αφορμής της πρόκλησης σπινθήρα ή της έναυσης φλόγας. Επιπροσθέτως, κατά τον έλεγχο του υπόλοιπου χώρου του bowthrust room οι τεχνικοί σύμβουλοι του τέταρτου των κυρίως εναγομένων διαπίστωσαν ότι οι ηλεκτρικοί κινητήρες, τα καλώδια και τα χρωματικά επιχρίσματα των τοιχωμάτων του χώρου αυτού είχαν παραμείνει άθικτα. Μόνο στα σημεία περιμετρικά των αντικατασταθέντων ελασμάτων, εκεί, δηλαδή, όπου είχαν διενεργηθεί εργασίες φλογοκοπής, παρατήρησαν κάψιμο της βαφής των τοιχωμάτων. Επίσης, τοπικά καψίματα, μεγέθους 1-2 χιλιοστών υπήρχαν στο χρώμα των δαπέδων κάτω από τα σημεία όπου είχαν διενεργηθεί ελασματουργικές εργασίες. Αυτά, όμως, προκλήθηκαν από τα πυρακτωμένα ρινίσματα κοπής και συγκόλλησης των αντικατασταθέντων ελασμάτων. Τέτοια ρινίσματα, άλλωστε, βρέθηκαν διάσπαρτα στο κατώτερο δάπεδο του χώρου του bowthrust room και στις γωνίες του. Τέλος, οι ως άνω τεχνικοί σύμβουλοι δεν διαπίστωσαν την ύπαρξη αιθάλης στην οροφή και τις γωνίες του ως άνω χώρου, αλλ’ ούτε και άλλα ίχνη έκρηξης ή πυρκαγιάς σ’ αυτόν. Τα μόνα αντικείμενα, λοιπόν, που έφεραν ίχνη φωτιάς, απ’ όσα βρίσκονταν εντός του χώρου του bowthrust room, ήταν το μαδέρι ικριώματος, που βρήκε εν συνεχεία ο πραγματογνώμονας Η. Δ. στο εξωτερικό κατάστρωμα του πλοίου και ήταν εμφανώς καμένο στο μέγιστο μήκος του, τα δύο ξύλινα μαδέρια σκαλωσιάς, που ήταν τοποθετημένα χιαστί επί των ηλεκτροκινητήρων σε ύψος 2,5 μέτρων περίπου από το δάπεδο του ως άνω χώρου και έφεραν ίχνη καψιμάτων σε ορισμένα σημεία τους, και τα άκαυστα υαλοϋφάσματα, με τα οποία είχαν καλυφθεί οι ηλεκτροκινητήρες του μηχανισμού πρωραίας έλικας για να προστατευθούν από φλόγες και καύτρες τα οποία είχαν υποστεί επιφανειακό κάψιμο (βλ. την προαναφερόμενη από 1… έκθεση του πραγματογνώμονα Η. Δ.). Ωστόσο, το κάψιμο της επιφάνειας των υαλοϋφασμάτων δεν είχε προκληθεί από πυρκαγιά αλλά από τα πυρακτωμένα ρινίσματα κοπής και συγκόλλησης των αντικατασταθέντων ελασμάτων, για την προστασία των ηλεκτροκινητήρων του μηχανισμού πρωραίας έλικας από τα οποία (ρινίσματα), άλλωστε, είχαν τοποθετηθεί τα υαλοϋφάσματα αυτά. Από την ίδια αιτία προκλήθηκαν, επίσης, τα ίχνη καψιμάτων που έφεραν σε ορισμένα σημεία τους τα δύο ξύλινα μαδέρια σκαλωσιάς που βρέθηκαν τοποθετημένα χιαστί επί των ως άνω ηλεκτροκινητήρων. Αντιθέτως, το εκτεταμένο κάψιμο που έφερε το μαδέρι ικριώματος, που βρήκε ο πραγματογνώμονας στο εξωτερικό κατάστρωμα του πλοίου, υποδηλώνει ότι το μαδέρι αυτό είχε πάρει φωτιά, γεγονός, όμως, που από μόνο του δεν συνεπάγεται την εκδήλωση εκτεταμένης πυρκαγιάς ή έκρηξης στο χώρο του ατυχήματος, ενόψει, μάλιστα, και όσων προαναφέρθηκαν σχετικά με την ανυπαρξία οιουδήποτε άλλου ίχνους τέτοιας πυρκαγιάς ή έκρηξης εντός του bowthrust room. Με βάση, λοιπόν, τα προεκτεθέντα, αποδεικνύεται ότι η συγκέντρωση οξυγόνου στην ατμόσφαιρα του χώρου στον οποίο εργαζόταν ο μετέπειτα θανών δεν είχε αυξηθεί, συνεπεία της διαρροής του ελαστικού σωλήνα του εργαλείου φλογοκοπής, σε τέτοιο βαθμό ώστε να υπερβαίνει το επιτρεπτό όριο. Πρέπει, επομένως, να αποκλεισθεί η εκδοχή της ανάφλεξης της φόρμας εργασίας του Β. Β. εξαιτίας του εμποτισμού της με οξυγόνο κατά την παραμονή του επί ικανό χρόνο στο υπεροξυγονωμένο περιβάλλον του χώρου εργασίας του, αφού υπεροξυγόνωση της ατμόσφαιρας του ως άνω χώρου δεν αποδεικνύεται ότι υπήρξε. Συνακόλουθα, η μόνη αιτία στην οποία δύναται να αποδοθεί η προαναφερόμενη ανάφλεξη είναι ο εμποτισμός του ρουχισμού του μετέπειτα θανόντος εργαζομένου με οξυγόνο ή ο εγκλωβισμός του ως άνω αερίου εντός του ρουχισμού του (τι από τα δύο συνέβη θα μπορούσε να διαπιστωθεί μόνον αν είχαν βρεθεί τα υπολείμματα της καμένης φόρμας, από την εξέταση των οποίων θα προέκυπτε αν η φωτιά ξεκίνησε από την εξωτερική ή την εσωτερική πλευρά της) κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτός είχε πιάσει με τα χέρια του τον ελαστικό σωλήνα παροχής οξυγόνου του εργαλείου οξυγονοκοπής προκειμένου αρχικά μεν να εντοπίσει το σημείο διαρροής και στη συνέχεια να την περιορίσει (τη διαρροή) κρατώντας τσακισμένο τον ως άνω σωλήνα πλησίον του σώματός του, μέχρι να διακοπεί η παροχή του παραπάνω αερίου από το διανομέα του καταστρώματος, όπως ο ίδιος ανέφερε αργότερα στη σύζυγό του, πρώτη των κυρίως εναγόντων. Κατά τον ως άνω κρίσιμο χρόνο, κατά τον οποίο ο εν λόγω εργαζόμενος κρατούσε με τα χέρια του τον παραπάνω ελαστικό σωλήνα, το σώμα του, και κατ’ επέκταση και ο ρουχισμός του, βρισκόταν σε επαφή σχεδόν με την οπή του ανωτέρω σωλήνα, με αποτέλεσμα το διαρρέον οξυγόνο να επικάθεται επί του ρουχισμού αυτού ή να εγκλωβίζεται εντός του απευθείας, προτού, δηλαδή, προλάβει να διαχυθεί στην ατμόσφαιρα. Κατά τον ίδιο τρόπο προφανώς είχε προηγουμένως εμποτισθεί με οξυγόνο και το μαδέρι που κάηκε. Δηλαδή, το μαδέρι αυτό βρισκόταν σε άμεση επαφή με την οπή του ελαστικού σωλήνα από την οποία διέρρεε το οξυγόνο μέχρι να τον ανασηκώσει ο Β. Β.. Από το σύνολο των ανωτέρω συνάγονται τα εξής: (i) Εφόσον ο εμποτισμός του ρουχισμού του τραυματισθέντος εργαζομένου με οξυγόνο (η ο εγκλωβισμός οξυγόνου εντός αυτού) και συνακόλουθα η ανάφλεξη αυτού δεν οφείλεται στην υπεροξυγόνωση της ατμόσφαιρας του χώρου του bowthrust room, αφού τέτοια υπεροξυγόνωση δεν αποδεικνύεται ότι υπήρξε, αλλά στην αιτία που προεκτέθηκε, η πρόκληση του ένδικου ατυχήματος και κατ’ επέκταση ο θανάσιμος τραυματισμός του Β. Β. δεν συνέχεται αιτιωδώς με ενδεχόμενη παράλειψη εγκατάστασης συστήματος αερισμού – εξαερισμού στον ως άνω χώρο (τέτοια παράλειψη, άλλωστε, δεν αποδεικνύεται ότι υπήρξε, παρά τα αναφερόμενα στην από … έκθεση των τεχνικών επιθεωρητών εργασίας Π. Σ.υ και … και την από 1… έκθεση του πραγματογνώμονα Η. Δ., αφού τα δύο υπόλοιπα μέλη του συνεργείου της ανωτέρω εργολάβου εταιρείας που εργάζονταν στο χώρο του bowthrust room μαζί με τον Β. Β., Γ. Λ.ς και Α. Κ., κατέθεσαν ενόρκως κατά την … ενώπιον των προανακριτικών οργάνων του Κ.Λ. Πειραιώς ότι στο χώρο αυτό λειτουργούσε ανεμιστήρας), αλλ’ ούτε και με την παράλειψη απομάκρυνσης του εργαλείου οξυγονοκοπής και του ελαστικού σωλήνα παροχής οξυγόνου του ως άνω εργαλείου από τον εν λόγω χώρο μετά την παύση των ελασματουργικών εργασιών που διενεργήθηκαν εκεί κατά την προηγούμενη ημέρα (…). Εφόσον, δηλαδή, το οξυγόνο επικάθησε επί του ρουχισμού του μετέπειτα θανόντος ή εγκλωβίσθηκε εντός αυτού ενόσω ο τελευταίος κρατούσε με τα χέρια του τον ελαστικό σωλήνα πλησίον του σώματός του, σε επαφή σχεδόν με την οπή διαρροής του ως άνω αερίου, η υπεροξυγόνωση του εν λόγω ρουχισμού δεν θα είχε αποφευχθεί ακόμη και αν λειτουργούσε στο χώρο του ένδικου ατυχήματος σύστημα εξαερισμού. Εξάλλου, παρότι το εργαλείο οξυγονοκοπής και ο ελαστικός σωλήνας παροχής οξυγόνου αυτού παρέμειναν στο χώρο του bowthrust room και μετά τη λήξη των εργασιών της …, η ποσότητα οξυγόνου που διαχύθηκε στην ατμόσφαιρα του προαναφερόμενου χώρου από την οπή του παραπάνω σωλήνα, στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την έναρξη των εργασιών της επόμενης ημέρας, ήταν ασήμαντη (λόγω και του κλεισίματος της παροχής του ως άνω αερίου από τον αντίστοιχο διακόπτη του διανομέα που βρισκόταν επί του εξωτερικού κυρίου καταστρώματος του πλοίου). Γι’ αυτό, άλλωστε, η συγκέντρωση οξυγόνου στον ατμοσφαιρικό αέρα του bowthrust room δεν υπερέβη το επιτρεπτό όριο.(ii) Όπως προεκτέθηκε, η κατάσβεση της φωτιάς του ρουχισμού του Β. Β. ήταν άμεση. Επομένως, ακόμη και αν υφίσταντο περισσότερα πυροσβεστικά μέσα στον υπερκείμενο του bowthrust room χώρο (δηλαδή στο δωμάτιο του λοστρόμου, όπου υπήρχε τουλάχιστον ένας πυροσβεστήρας ξηράς κόνεως, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια για την κατάσβεση της φωτιάς του προαναφερθέντος ξύλινου μαδεριού που, όπως προεκτέθηκε), η φωτιά δεν θα είχε κατασβεσθεί συντομότερα. Το γεγονός δε ότι μέσα στον ελάχιστο χρόνο που μεσολάβησε μεταξύ της ανάφλεξης της φόρμας εργασίας του τραυματισθέντος εργαζομένου και της κατάσβεσης της φωτιάς ο τελευταίος υπέστη θανάσιμα εγκαύματα οφείλεται στην επιτάχυνση της καύσης του βαμβακερού υφάσματος της φόρμας εξαιτίας της συγκέντρωσης μεγάλης ποσότητας οξυγόνου σ’ αυτήν. Σημειωτέον, άλλωστε, ότι οι συνάδελφοι του μετέπειτα θανόντος επέλεξαν να μη χρησιμοποιήσουν τον υπάρχοντα πυροσβεστήρα για να σβήσουν τη φωτιά που κατέκαιγε τα ρούχα του, αφού η χρήση αυτού δεν ενδείκνυται για την κατάσβεση πυρκαγιάς σε άνθρωπο, αλλά προτίμησαν να αφαιρέσουν τα φλεγόμενα ρούχα του. Εξάλλου, εντός του χώρου του bowthrust room δεν υφίσταντο κατάλληλα σημεία στα οποία θα μπορούσαν να τοποθετηθούν πυροσβεστικά μέσα ώστε να εξασφαλισθεί η ταχύτερη κατάσβεση της πυρκαγιάς. Και τούτο διότι αφενός μεν δεν είχε καν ολοκληρωθεί η κατασκευή σταθερού δαπέδου εργασίας στο χώρο αυτό ώστε να εναποτεθούν εκεί τα όποια μέσα πυρόσβεσης, αφετέρου δε η τοποθέτηση των μέσων αυτών στο κατώτερο δάπεδο του ως άνω χώρου θα τα καθιστούσε άχρηστα, αφού σε περίπτωση πυρκαγιάς καθένας από τους ευρισκόμενους στο χώρο αυτό θα έπρεπε να κινηθεί προς την έξοδο, ήτοι προς την αντίθετη κατεύθυνση, όπως, άλλωστε, ενστικτωδώς έπραξε και ο καιόμενος εργαζόμενος. Συνακόλουθα, ούτε η ανυπαρξία (επαρκών) μέσων πυρόσβεσης τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με το θανάσιμο τραυματισμό του ως άνω εργαζομένου. (iii) Αντιθέτως, η πρόκληση του ένδικου ατυχήματος συνδέεται αναμφίβολα αιτιωδώς με την κακή κατάσταση του εξοπλισμού εργασίας που είχε τεθεί στη διάθεση των μελών του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων εργολάβου εταιρείας. Ειδικότερα, όπως διαπιστώθηκε από τον διορισθέντα από το Β΄ Λιμενικό Τμήμα Κ. του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς πραγματογνώμονα, Η. Δ., κατά την αυτοψία που διενήργησε στους χώρους του πλοίου … την ίδια την ημέρα του ατυχήματος, ο ελαστικός σωλήνας παροχής οξυγόνου του εργαλείου φλογοκοπής που χρησιμοποιήθηκε κατά το ένδικο ατύχημα έφερε εμφανείς φθορές, ήτοι σχισίματα, μικρορωγμές και καψίματα, επιπλέον δε, στο σημείο σύνδεσης του ανωτέρω σωλήνα με το σαλμό δεν υπήρχε απόλυτη στεγανότητα, αφού παρατηρήθηκε διαρροή οξυγόνου κατά τη σχετική δοκιμή που διενεργήθηκε. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, παρότι κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε από τα μέλη της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του ν. 3850/2010 μικτής επιτροπής ελέγχου Κ. για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων κατά την … στους χώρους του πλοίου …, όπου εκτελούνταν επισκευαστικές εργασίες από το συνεργείο της προαναφερόμενης εργολάβου εταιρείας, δεν διαπιστώθηκε καμία σχετική παράβαση ή παραλείψεις ως προς την τήρηση των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας εκ μέρους της εν λόγω εταιρείας (βλ. το ανωτέρω αναφερόμενο υπ’ αριθμ… δελτίο ελέγχου σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμ. πρωτ. … έγγραφο του Κ.Ε.Π.Ε.Κ. Πειραιά και Νοτίου Αιγαίου προς τον τέταρτο των κυρίως εναγομένων), άρα και ως προς την κατάσταση του εξοπλισμού εργασίας που είχε διαθέσει αυτή στα μέλη του συνεργείου της, κατά το χρονικό διάστημα των πέντε ημερών που μεσολάβησε μεταξύ του ως άνω ελέγχου και του ένδικου ατυχήματος, ο συγκεκριμένος εξοπλισμός, και δη ο ελαστικός σωλήνας παροχής οξυγόνου του εργαλείου οξυγονοκοπής, υπέστη φθορές και βλάβες (λόγω της επαφής του με τα διάπυρα τεμάχια που εκτοξεύονταν κατά την εκτέλεση των ελασματουργικών εργασιών, της τριβής του με αιχμηρές μεταλλικές επιφάνειες και της πτώσης βαρέων μεταλλικών αντικειμένων επ’ αυτού), με αποτέλεσμα να έχει καταστεί ακατάλληλος για την προς εκτέλεση εργασία και να μην πληροί πλέον τους κανόνες ασφαλείας. Και τούτο διότι υφίστατο πλέον κίνδυνος να δημιουργηθεί ανά πάσα στιγμή οπή επί του ανωτέρω ελαστικού σωλήνα και να διαρρεύσει απ’ αυτήν οξυγόνο εξαιτίας των σχισιμάτων, μικρορωγμών και καψιμάτων που έφερε αυτός σε όλο του το μήκος, πράγμα το οποίο συνέβη τελικά με τα προαναφερόμενα δυσμενή επακόλουθα. Όφειλε, επομένως, η ως άνω διάδικος, διά του αρμοδίου προστηθέντος οργάνου της, να προβεί εγκαίρως στην αντικατάσταση του ως άνω φθαρμένου ελαστικού σωλήνα με καινούριο, ο οποίος να πληροί τις καθοριζόμενες από τις ισχύουσες προδιαγραφές προϋποθέσεις καταλληλότητας και αντοχής, αφού αυτή είχε εκ του νόμου την υποχρέωση, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, να διατηρεί, με την κατάλληλη συντήρηση, τον εξοπλισμό που είχε θέσει στη διάθεση των εργαζομένων της ασφαλή καθ’ όλη τη διάρκεια της χρησιμοποίησής του και να μεριμνά για την άμεση αποκατάσταση τυχόν φθορών και βλαβών του. Αρμόδιος προς τούτο ήταν ο εργοδηγός της ειδικότητας των ελασματουργών, Α. Π. και όχι ο μετέπειτα θανών Β. Β., δεδομένου ότι το εργαλείο οξυγονοκοπής ανήκει στον εξοπλισμό των ελασματουργών και όχι των οξυγονοκολλητών. Ο εν λόγω προστηθείς της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων όφειλε να ελέγξει τόσο κατά τη λήξη των εργασιών της … όσο και πριν την έναρξη των εργασιών της … την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το εργαλείο φλογοκοπής που χειριζόταν ο βοηθός ελασματουργός Α. Κ. και, διαπιστώνοντας την ακαταλληλότητά του, να μεριμνήσει για την ολική αντικατάσταση του φθαρμένου σωλήνα παροχής οξυγόνου του εν λόγω εργαλείου. Αν είχε προβεί στην ενέργεια αυτή, το ατύχημα της … δεν θα είχε συμβεί. Ακόμη, όμως, και αν ο ως άνω εργοδηγός των ελασματουργών δεν είχε προβεί στην εξ ολοκλήρου αντικατάσταση του ως άνω ελαστικού σωλήνα, αλλά στην επισκευή του με τον τρόπο που επέλεξε να το κάνει ο Α. Κ. κατά την … [αποκοπή του διαρραγέντος τμήματος του σωλήνα και ένωση (μάτιση) των δύο υπολοίπων τμημάτων του με ειδικό εξάρτημα], πάλι θα είχε αποφευχθεί το ένδικο ατύχημα και ο θανάσιμος τραυματισμός του Β. Β., αφού ο τελευταίος δεν θα είχε εμπλακεί στη διαδικασία αποκατάστασης της βλάβης του εν λόγω σωλήνα. (iv) Προσέτι, η πρόκληση του ως άνω ατυχήματος τελεί σε αιτιώδη συνάφεια και με το γεγονός ότι τόσο ο μετέπειτα αποβιώσας Β. Β. όσο και οι έτεροι δύο εργαζόμενοι, Α. Κ. και Γ. Λ.ς, που εργάζονταν στο χώρο του bowthrust room κατά τις πρωινές ώρες της … τελούσαν σε άγνοια σχετικά με τις ιδιότητες του αερίου οξυγόνου και τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση αυτού καθώς και με τα μέτρα προστασίας που έπρεπε να λάβουν κατά τη χρήση του εν λόγω αερίου. Η άγνοια των μελών του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων εργολάβου εταιρείας αναφορικά με τα ανωτέρω ζητήματα αποδεικνύεται από όσα ανέφεραν στον πραγματογνώμονα Η. Δ. τόσο οι Α. Κ. και Γ. Λ.ς όσο και ο διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της ως άνω εταιρείας Ν. Τ. (δεύτερος των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων). Ειδικότερα, σε σχετικές ερωτήσεις του ως άνω πραγματογνώμονα, οι μεν ανωτέρω δύο εργαζόμενοι απάντησαν ότι δεν γνώριζαν τους κινδύνους που εγκυμονεί η χρήση αερίου οξυγόνου, ο δε Ν. Τ. δήλωσε ότι η σχετική ενημέρωση πραγματοποιήθηκε προς όλο το προσωπικό της εταιρείας, χωρίς να διακρίνει μεταξύ εργοδηγών και υπολοίπων εργαζομένων, μετά το ένδικο ατύχημα. Από κανένα δε από τα αποδεικτικά στοιχεία που τέθηκαν υπ’ όψιν του Δικαστηρίου δεν προέκυψε ότι ο Β. Β., σε αντίθεση με τους λοιπούς συναδέλφους του, ήταν ενήμερος για τους κινδύνους αυτούς και τον τρόπο αποφυγής τους. Όπως δε επεσήμανε τόσο ο πραγματογνώμονας Η. Δ. στην από 1… έκθεσή του όσο και οι τεχνικοί επιθεωρητές εργασίας Π.ς Σ. και Κ. Χ. στην από … έκθεσή τους, αν ο μετέπειτα θανών και τα άλλα πρόσωπα που εργάζονταν μαζί του κατά την ώρα του ένδικου ατυχήματος είχαν ενημερωθεί για τα ανωτέρω, θα είχαν προβεί μετά βεβαιότητας στη διακοπή της εργασίας τους και την εγκατάλειψη του χώρου του bowthrust room αμέσως μετά τη διαπίστωση της διαρροής οξυγόνου από τον ελαστικό σωλήνα του εργαλείου οξυγονοκοπής, δεν θα προέβαιναν δε στην επανέναρξη των εργασιών προτού διενεργηθεί επανέλεγχος του χώρου από το χημικό ναυτιλίας και διαπιστωθεί ότι η συγκέντρωση αερίου οξυγόνου στο χώρο εργασίας τους βρισκόταν εντός των επιτρεπτών ορίων. Ανεξαρτήτως δε του ότι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η συγκέντρωση του ως άνω αερίου στον ατμοσφαιρικό αέρα του bowthrust room δεν υπερέβη ποτέ τα επιτρεπτά όρια, η έξοδος του Β. Β. στο χώρο του ανοικτού καταστρώματος του πλοίου και η εκεί παραμονή του καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβούσε μεταξύ της διακοπής και της επανέναρξης των εργασιών, θα είχαν επιτρέψει τον εξαερισμό του ρουχισμού του και, συνακόλουθα, τη μείωση της ποσότητας του οξυγόνου που είχε συσσωρευθεί σ’ αυτόν στο κανονικό επίπεδο. Σε κάθε δε περίπτωση, αν ο τραυματισθείς εργαζόμενος τελούσε σε γνώση του κινδύνου ανάφλεξης και μεγάλης ταχύτητας καύσης ενός υπεροξυγονωμένου υλικού, θα είχε αποφύγει να έλθει σε επαφή με το σημείο του ανωτέρω ελαστικού σωλήνα από το οποίο διέρρεε οξυγόνο ή, ακόμη και αν είχε ενεργήσει όπως ενήργησε, θα είχε στη συνέχεια εξέλθει του χώρου του bowthrust room προκειμένου να εξαερισθεί ή (αν ήταν δυνατόν) να αντικατασταθεί η φόρμα εργασίας του. Σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω ενέργειες αν είχε προβεί ο Β. Β., θα είχε αποτραπεί το ένδικο ατύχημα. Με βάση όσα προεκτέθηκαν, η πρόκληση του ένδικου ατυχήματος και, συνακόλουθα, ο θανάσιμος τραυματισμός του Β. Β. πρέπει να αποδοθεί σε συγκλίνουσα αμέλεια τόσο των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων, όσο και των πρώτης, δεύτερης, τέταρτου και πέμπτου των κυρίως εναγομένων, αλλά και του ίδιου του θανόντος. Και τούτο επειδή: 1) η πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων παρέλειψε να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα για την εξασφάλιση των μελών του συνεργείου της από κάθε κίνδυνο που μπορούσε να απειλήσει την υγεία ή τη σωματική τους ακεραιότητα και, ειδικότερα, παρέλειψε: α) να προβαίνει σε καθημερινό έλεγχο της καταλληλότητας του εξοπλισμού εργασίας που είχε θέσει στη διάθεση των εργαζομένων της (και συγκεκριμένα του εργαλείου φλογοκοπής και του ελαστικού σωλήνα παροχής οξυγόνου αυτού) καθώς και στην ενδεδειγμένη συντήρηση και την άμεση αποκατάσταση των φθορών και βλαβών αυτού, ώστε να διατηρείται ασφαλής καθ’ όλη τη διάρκεια της χρησιμοποίησής του, και β) να διαφωτίσει τους εργαζομένους που απασχολούσε, μεταξύ των οποίων και τον Β. Β., για τους σχετικούς με την εργασία τους, και ιδιαίτερα με τη χρήση του αερίου οξυγόνου, κινδύνους και τον τρόπο αποφυγής τους, κατά παράβαση των ανωτέρω αναφερόμενων υπό στοιχ. Αα΄, Αβ΄, Αε΄ και Αζ΄ υποχρεώσεων που είχε ως εργολάβος του προαναφερόμενου τμήματος του όλου ναυπηγοεπισκευαστικού έργου και συνάμα ως εργοδότρια του μετέπειτα θανόντος εργαζομένου της. Υπεύθυνος για τον έλεγχο της καταλληλότητας, τη συντήρηση και την αποκατάσταση των βλαβών του εργαλείου οξυγονοκοπής και των παρελκομένων αυτού (ελαστικών σωλήνων παροχής αερίων κλπ) ήταν, όπως προεκτέθηκε, ο προστηθείς της ως άνω διαδίκου εργοδηγός της ειδικότητας των ελασματουργών, Α. Π., ενώ για την ενημέρωση των εργαζομένων της για τους εργασιακούς κινδύνους και τα μέτρα προστασίας έναντι αυτών ευθυνόταν ο ίδιος ο νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της, δεύτερος των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων. 2) η πρώτη των κυρίως εναγομένων παρέλειψε αφενός μεν να επιβλέπει και επιθεωρεί την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών σε κάθε φάση ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας, αφετέρου δε να εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι που απασχολούνταν από τους εργολάβους κατά την εκτέλεση των ανατεθειμένων σ’ αυτούς ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών επί του πλοίου της είχαν λάβει τις κατάλληλες οδηγίες αναφορικά με τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία τους κατά την απασχόλησή τους στο πλοίο της …, κατά παράβαση των προαναφερόμενων υπό στοιχ. Βδ΄ και Βθ΄ υποχρεώσεων που είχε ως κυρία του έργου, που είχε αναθέσει την εκτέλεση των επιμέρους ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών σε περισσότερους του ενός εργολάβους. Ειδικότερα, η ως άνω διάδικος είχε την υποχρέωση να ελέγχει σε καθημερινή βάση την καταλληλότητα και την ασφάλεια του εξοπλισμού εργασίας των συνεργείων των ανωτέρω εργολάβων, μεταξύ των οποίων και αυτού της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων, καθώς και να εξασφαλίσει ότι είχε παρασχεθεί η δέουσα ενημέρωση στα μέλη των ως άνω συνεργείων για τους σχετικούς με την εργασία τους κινδύνους και τον τρόπο αποφυγής τους, και συγκεκριμένα ότι τα μέλη του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων είχαν ενημερωθεί για τους κινδύνους που απέρρεαν από τη χρήση αερίου οξυγόνου και τα μέτρα που έπρεπε να τηρούν για την προστασία τους από τους ανωτέρω κινδύνους· σε περίπτωση δε που διαπίστωνε ότι οι ανωτέρω εργαζόμενοι δεν είχαν λάβει την απαιτούμενη ενημέρωση, όφειλε να μεριμνήσει ώστε να τους την παράσχει η ίδια. Υπεύθυνη δε για την εκπλήρωση των ως άνω υποχρεώσεων της πρώτης των κυρίως εναγομένων ήταν η εκπρόσωπος αυτής και διαχειρίστρια του ένδικου πλοίου, δεύτερη των κυρίως εναγομένων, η οποία είχε αναλάβει την εποπτεία των εκτελούμενων εργασιών κατ’ εντολή και για λογαριασμό της πρώτης. Η εν λόγω διάδικος (δεύτερη των κυρίως εναγομένων) είχε αναθέσει με τη σειρά της στον αρχιμηχανικό της (Ν. Κ.), πέμπτο των κυρίως εναγομένων, την επίβλεψη της πορείας των ως άνω εργασιών εν γένει, άρα και την επιμέρους υποχρέωση του ελέγχου της τήρησης των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας εκ μέρους των εργολάβων. Επομένως, στα καθήκοντα του ως άνω προστηθέντα της δεύτερης των κυρίως εναγομένων συμπεριλαμβανόταν και ο έλεγχος της καταλληλότητας του εξοπλισμού και η εξασφάλιση της επαρκούς ενημέρωσης του προσωπικού της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων – προσθέτως παρεμβαινόντων για τα προαναφερόμενα ζητήματα. Αντιθέτως, ο τρίτος κυρίως εναγόμενος (Β. Τ.ς), ο οποίος τυγχάνει νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης των κυρίως εναγομένων, ουδεμία υποχρέωση είχε, νόμιμη ή συμβατική, να επιβλέπει ο ίδιος και να εξασφαλίζει την τήρηση των μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεση των εργασιών επισκευής του πλοίου …. 3) Ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων παρέλειψε να επιβλέψει την εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφαλείας της εργασίας και πρόληψης των ατυχημάτων και ειδικότερα να ελέγξει την καταλληλότητα του εξοπλισμού του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων και να διενεργήσει έλεγχο της ατμόσφαιρας του χώρου στον οποίο θα απασχολείτο αυτό πριν την έναρξη των εργασιών της …, καθώς επίσης και να ενημερώσει τα μέλη του ως άνω συνεργείου για τους κινδύνους που απέρρεαν από τη χρήση αερίου οξυγόνου και να τα καθοδηγήσει για την αποτροπή των κινδύνων αυτών, κατά παράβαση των ανωτέρω αναφερόμενων υπό στοιχ. Γβ΄, Γγ΄, Γδ΄ και Γε΄ υποχρεώσεων που είχε ως τεχνικός ασφαλείας. Ειδικότερα, ο εν λόγω διάδικος ορίσθηκε τεχνικός ασφαλείας κατά την εκτέλεση των ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών επί του πλοίου … μέχρι το πέρας των εργασιών αυτών και με ημερήσιο ωράριο απασχόλησης από 11:00 μέχρι 13:00 (δύο ώρες), δυνάμει σχετικής συμβάσεως που κατήρτισε με τη δεύτερη των κυρίως εναγομένων κατά την …, σε αντικατάσταση του προηγούμενου τεχνικού ασφαλείας … Κ., ο οποίος παραιτήθηκε την ίδια ημέρα. Κατά την ημέρα αυτή επισκέφθηκε το ως άνω πλοίο προκειμένου να ενημερωθεί από τον απερχόμενο τεχνικό ασφαλείας για τις εκτελούμενες εργασίες και τις οδηγίες που είχαν δοθεί και διενήργησαν από κοινού επιθεώρηση σε όλους τους χώρους του πλοίου όπου εκτελούνταν εργασίες, μεταξύ των οποίων και στο χώρο των αλύσεων (chain locker) και στο χώρο της δεξαμενής έρματος πρύμα της φρακτής συγκρούσεως (deep tank), στους οποίους το συνεργείο της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων πραγματοποιούσε τότε ελασματουργικές εργασίες. Κατά την επιθεώρηση του κυρίου καταστρώματος, έλεγξε και τον κύριο και βοηθητικό εξοπλισμό πολλών από τα συνεργεία που εργάζονταν επί του ως άνω πλοίου, όπως ο ίδιος συνομολογεί στις προτάσεις του. Παρότι ο προηγούμενος τεχνικός ασφαλείας είχε ήδη συντάξει μελέτη εκτίμησης κινδύνου (βλ. την από 23-05-2011 μελέτη αντιμετώπισης επικινδυνότητας εργασιών στο πλοίο …), ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων εκπόνησε συμπληρωματική μελέτη εκτίμησης κινδύνου με την ανάληψη των καθηκόντων του, την οποία κατέθεσε στην αρμόδια λιμενική αρχή, ενώ αντίγραφό της παρέμεινε στο πλοίο προς ενημέρωση όλων των εμπλεκόμενων μερών. Στη μελέτη του αυτή, με την οποία υποδείκνυε, μεταξύ άλλων, και τα μέτρα ασφαλείας που θα έπρεπε να τηρούνται κατά την εκτέλεση των ελασματουργικών εργασιών, επεσήμανε ότι τα λάστιχα (ελαστικοί σωλήνες) των εργαλείων κοπής θα έπρεπε να διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Κατά την 31-05-2011 και την … επισκέφθηκε το πλοίο στις 11:00 και απασχολήθηκε σ’ αυτό μέχρι τις 13:00 κάθε ημέρας. Κατά την εκεί παρουσία του εξέδωσε γενικές και ειδικές, γραπτές και προφορικές οδηγίες προς τα διάφορα επισκευαστικά συνεργεία. Τις γραπτές του οδηγίες τις καταχώρισε στο Βιβλίο Υποδείξεων Τεχνικού Ασφαλείας που τηρείτο στο πλοίο (βλ. και το μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενο απόσπασμα του ως άνω βιβλίου στο οποίο εμπεριέχονται οι γραπτές υποδείξεις που καταχωρίσθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από … έως …). Επίσης, επιθεώρησε όλους τους χώρους στους οποίους εκτελούνταν εργασίες καθώς και τους γειτονικούς τους χώρους, όπου αυτό απαιτείτο με βάση το είδος των εκτελούμενων εργασιών. Ειδικότερα, την … επιθεώρησε και το δωμάτιο πρωραίας έλικας (bowthrust room), επειδή οι ελασματουργικές εργασίες που πραγματοποιούνταν στο χώρο των αλύσεων (chain locker) επρόκειτο να συμπεριλάβουν και τμήμα του ελάσματος της κοινής φρακτής μεταξύ των δύο χώρων (δηλαδή της φρακτής του υπ’ αριθμ. 138 νομέως σύμφωνα με τα προεκτεθέντα). Κατά την επιθεώρησή του εκτελούνταν εργασίες φλογοκοπής τμήματος της ως άνω εγκάρσιας φρακτής από την πλευρά του χώρου των αλύσεων. Μάλιστα, καθ’ υπόδειξή του τοποθετήθηκαν προληπτικά τα άκαυστα υαλοϋφάσματα που προαναφέρθηκαν επί των κινητήρων της πρωραίας έλικας με σκοπό την προστασία τους από τα υπολείμματα κοπής και συγκόλλησης των ελασμάτων. Από τα ανωτέρω, τα οποία συνομολογούνται στο δικόγραφο των προτάσεων του τέταρτου των κυρίως εναγομένων, συνάγεται ότι ο τελευταίος τελούσε εις γνώση του ότι στο χώρο του bowthrust room επρόκειτο να εκτελεσθούν άμεσα (είτε αργότερα την ίδια ημέρα, …, είτε την επομένη, …) ελασματουργικές εργασίες από το συνεργείο της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων. Ενόψει δε του ότι ο ως άνω χώρος (bowthrust room) ανήκει στους κλειστούς χώρους του άρθρου 12§1 του π.δ. 70/1990, αφού για να θεωρηθεί ένας χώρος ως τέτοιος δεν απαιτείται να είναι πανταχόθεν κλειστός, αλλ’ αρκεί να έχει περιορισμένη δυνατότητα φυσικού αερισμού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 περ. 17 του ως άνω προεδρικού διατάγματος, όπως συμβαίνει εν προκειμένω (αφού το μοναδικό άνοιγμα του εν λόγω χώρου είναι αυτό με το οποίο επικοινωνεί με τον υπερκείμενο χώρο του δωματίου του λοστρόμου, το οποίο έχει διαστάσεις 1,2 μέτρα πλάτος και 2 μέτρα ύψος, όπως προεκτέθηκε), ο τέταρτος των εναγομένων θα έπρεπε να εκδώσει άδεια πριν την έναρξη των εργασιών της … για την εκτέλεση των εργασιών αυτών εντός του ανωτέρω χώρου, αφού προηγουμένως είχε προβεί στον έλεγχο της ατμόσφαιρας του συγκεκριμένου χώρου για τον προσδιορισμό βλαβερών φυσικών και χημικών παραγόντων (βλ. τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 9§Α περ. 5 και 14 περ. η΄ του π.δ. 70/1990), ανεξαρτήτως, μάλιστα, του γεγονότος ότι για την εκτέλεση θερμών εργασιών εντός του χώρου αυτού είχε εκδοθεί από το χημικό ναυτιλίας Θ. Κ. το ανωτέρω αναφερόμενο υπ’ αριθμ. … πιστοποιητικό απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια για είσοδο ανθρώπου – εκτέλεση εργασιών (gas free certificate) με ισχύ μέχρι την 22:00 ώρα της …. Προκειμένου να εκδώσει την ανωτέρω άδεια, ο εν λόγω τεχνικός ασφαλείας θα έπρεπε να επισκεφθεί το πλοίο, και ειδικότερα το χώρο του bowthrust room, πριν την έναρξη των εργασιών της …, δηλαδή νωρίτερα από την έναρξη του ωραρίου εργασίας του (11:00 π.μ.), πράγμα που αν είχε πράξει θα είχε διαπιστώσει ο ίδιος τη διαρροή οξυγόνου από τον αντίστοιχο ελαστικό σωλήνα του εργαλείου φλογοκοπής και θα είχε υποδείξει την άμεση εγκατάλειψη του ανωτέρω χώρου από τον μετέπειτα αποβιώσαντα Β. Β. και τους λοιπούς εργαζόμενους και τη διακοπή των εργασιών μέχρι την αποκατάσταση της ως άνω βλάβης και τη διαπίστωση του ότι η συγκέντρωση οξυγόνου στην ατμόσφαιρα του συγκεκριμένου χώρου ευρισκόταν εντός των επιτρεπτών ορίων. Σε κάθε περίπτωση θα είχε εποπτεύσει τη διαδικασία αποκατάστασης της βλάβης του ελαστικού σωλήνα και θα είχε αποτρέψει τον Β. Β. από το να προβεί στις εσφαλμένες ενέργειες που οδήγησαν στην ανάφλεξη του ρουχισμού του και την πρόκληση του θανάσιμου τραυματισμού του. Σημειωτέον ότι μεταξύ της δεύτερης και του τέταρτου των κυρίως εναγομένων είχε μεν συμφωνηθεί ότι η καθημερινή του παρουσία και απασχόληση στο πλοίο θα περιοριζόταν εντός του διώρου μεταξύ της 11:00 και της 13:00 ώρας, ο ελάχιστος, όμως, ημερήσιος χρόνος υποχρεωτικής απασχόλησης του τεχνικού ασφαλείας και παρουσίας του επί του συγκεκριμένου δεξαμενοπλοίου κατά το χρονικό διάστημα που εκτελούνταν σ’ αυτό εργασίες για τις οποίες προβλεπόταν από την ισχύουσα νομοθεσία έκδοση πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια διάρκειας το πολύ 36 ωρών (το οποίο και είχε πράγματι εκδοθεί, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, με ισχύ από ώρα 10:40 της … μέχρι ώρα 22:00 της …) έπρεπε να είναι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 2§§1 και 2 και 4 της υπ’ αριθμ. 16935/Δ10.104/31-08-2010 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας – Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης – Προστασίας του Πολίτη, πέντε (5) ώρες, δεδομένου ότι το εν λόγω πλοίο δεν υπαγόταν στην κατηγορία της μεσαίας αλλά της υψηλής επικινδυνότητας. Ακόμη, όμως, και αν δεν απαιτείτο να επισκεφθεί το πλοίο τις πρωινές ώρες της … και προ τις έναρξης των εργασιών στο χώρο του bowthrust room για την ανωτέρω αιτία, ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων όφειλε να επιβλέπει καθημερινά τόσο την εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και πρόληψης των ατυχημάτων που είχε υποδείξει όσο και την τήρηση των οδηγιών του για την εκτέλεση των εργασιών σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 6§2 περ. β΄ ν. 1568/1985, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 14§2 περ. β΄ του ν. 3850/2010, και 9§Α περ. 1 π.δ. 70/1990. Όφειλε, επομένως, να ελέγχει καθημερινά τον κύριο και βοηθητικό εξοπλισμό των συνεργείων που εργάζονταν επί του πλοίου …, όπως, άλλωστε, είχε πράξει κατά την επιθεώρηση που διενήργησε την …, ιδίως δε έπρεπε να ελέγχει αν οι ελαστικοί σωλήνες των εργαλείων κοπής που χρησιμοποιούνταν κατά την εκτέλεση των ελασματουργικών εργασιών διατηρούνταν σε καλή κατάσταση, όπως ο ίδιος είχε επισημάνει ειδικά στη συμπληρωματική μελέτη εκτίμησης κινδύνου που εκπόνησε με την ανάληψη των καθηκόντων του, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν. Σε τέτοιον έλεγχο ούτε ισχυρίζεται ο εν λόγω διάδικος ούτε αποδεικνύεται ότι προέβη κατά την προηγούμενη ημέρα του ατυχήματος, πράγμα το οποίο αν είχε πράξει θα είχε μετά βεβαιότητας διαπιστώσει ότι ο ελαστικός σωλήνας παροχής αερίου οξυγόνου του εργαλείου οξυγονοκοπής που χρησιμοποιήθηκε κατά το ένδικο ατύχημα είχε καταστεί ακατάλληλος για την προς εκτέλεση εργασία και δεν πληρούσε πλέον τους κανόνες ασφαλείας, λόγω των εμφανών φθορών (σχισιμάτων, μικρορωγμών και καψιμάτων) που είχε υποστεί σε όλο του το μήκος, και θα είχε υποδείξει την άμεση αντικατάστασή του. Τέλος, ο τέταρτος των κυρίως εναγομένων υποχρεούτο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη διάταξη του άρθρου 7§2 περ. α΄ ν. 1568/1985 (το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 15§2 περ. α΄ του ν. 3850/2010), να παράσχει ενημέρωση στους εργαζόμενους που εκτελούσαν ελασματουργικές εργασίες επί του πλοίου (άρα και τα μέλη του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων) σχετικά με τις ιδιότητες του αερίου οξυγόνου, τους κινδύνους που απέρρεαν από τη χρήση του και τα μέτρα προστασίας που έπρεπε να λάβουν έναντι των κινδύνων αυτών, υποχρέωσή του, όμως, την οποία παρέλειψε να εκπληρώσει.Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το ατύχημα από το οποίο επήλθε ο θάνατος του Β. Β. οφείλεται στην παράνομη και υπαίτια (αμελή) συμπεριφορά των πρώτης, δεύτερης, τέταρτου και πέμπτου των κυρίως εναγομένων καθώς και των πρώτης και δεύτερου των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων, οι οποίοι δεν επέδειξαν (η πρώτη των κυρίως εναγομένων διά της προστηθείσας της δεύτερης των κυρίως εναγομένων και κατ’ επέκταση διά του προστηθέντος της τελευταίας πέμπτου των κυρίως εναγομένων, η δεύτερη των κυρίως εναγομένων διά του προστηθέντος της πέμπτου των κυρίως εναγομένων και η πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων διά του προστηθέντος της Α. Π. και του νομίμου αντιπροσώπου της δεύτερου των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων) την προσοχή και επιμέλεια που απαιτείται από το μέσο συνετό και σώφρονα συναλλασσόμενο κατά την εκτέλεση των συναφών με το επάγγελμά τους (των εναγομένων) καθηκόντων, με αποτέλεσμα να μην προβλέψουν, αν και μπορούσαν, το προαναφερόμενο αποτέλεσμα. Συνυπαίτιος, ωστόσο, για την πρόκληση του θανάσιμου τραυματισμού του υπήρξε και ο αποβιώσας. Ειδικότερα: 4) ο Β. Β., σύζυγος της πρώτης και πατέρας των λοιπών κυρίως εναγόντων, από έλλειψη της προσοχής και της επιμέλειας που όφειλε να επιδείξει ως μέσος συνετός και σώφρων εργαζόμενος σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, προέβη σε παράνομες πράξεις και παραλείψεις οι οποίες συνέβαλαν αιτιωδώς στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος. Συγκεκριμένα, ο εν λόγω εργαζόμενος είχε αναλάβει, ως εργοδηγός της ειδικότητας των ηλεκτροσυγκολλητών του συνεργείου της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων – προσθέτως παρεμβαινόντων, το συντονισμό της εργασίας που έπρεπε να εκτελέσουν εντός του κλειστού χώρου του bowthrust room εργαζόμενοι με διαφορετικό αντικείμενο εργασίας (δηλαδή ο βοηθός ελασματουργού Α. Κ. και ο ηλεκτροσυγκολλητής Γ. Λ.ς). Ήταν, επομένως, υπεύθυνος, ως εκ της ως άνω ιδιότητάς του, όχι μόνο για τη δική του ασφάλεια και υγεία αλλά και για την ασφάλεια και την υγεία των ανωτέρω εργαζομένων που τελούσαν υπό τις οδηγίες του. Ενόψει δε του ότι το εργαλείο φλογοκοπής δεν ανήκει στον εξοπλισμό εργασίας της ειδικότητάς του (ηλεκτροσυγκολλητής), αλλά σ’ αυτόν της ειδικότητας των ελασματουργών, όφειλε, ευθύς μόλις διαπίστωσε τη διαρροή οξυγόνου από τον αντίστοιχο ελαστικό σωλήνα του ανωτέρω εργαλείου, να προβεί σε διακοπή των εργασιών και να απευθυνθεί στον αρμόδιο εργοδηγό (δηλαδή τον Α. Π.) προκειμένου ο τελευταίος να προβεί στις δέουσες ενέργειες τόσο για την αποκατάσταση της βλάβης του εν λόγω εργαλείου όσο και για την αποτροπή ενδεχόμενου κινδύνου από την ως άνω επιπλοκή (διαρροή οξυγόνου). Ωστόσο, αυτός επέλεξε να προβεί ο ίδιος, με τη συνδρομή των δύο έτερων εργαζομένων που τελούσαν κατά τον κρίσιμο χρόνο υπό τις οδηγίες του, στην αποκατάσταση της ως άνω βλάβης, παραλείποντας να ειδοποιήσει τον προαναφερόμενο εργοδηγό των ελασματουργών ή να αναφέρει το γεγονός στην εργοδότριά του ή τον τεχνικό ασφαλείας, παρότι εύλογα θα μπορούσε να αντιληφθεί, λόγω της πολυετούς επαγγελματικής εμπειρίας του στο ναυπηγοεπισκευαστικό κλάδο, ότι η βλάβη ενός εργαλείου που παράγει φλόγα και λειτουργεί με τη χρήση εύφλεκτων αερίων ενέχει κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Προκειμένου δε να το αντιληφθεί αυτό, δεν απαιτείτο ειδική ενημέρωση για τους κινδύνους που εγκυμονεί η χρήση αερίου οξυγόνου, η οποία πράγματι δεν του παρασχέθηκε από την εργοδότριά του εταιρεία, ή την κυρία του έργου ή από τον τεχνικό ασφαλείας, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα. Εξάλλου, μετά την επισκευή της βλάβης, συνέχισε τις εργασίες, αναλαμβάνοντας, μάλιστα, κάποια στιγμή, να χειρισθεί ο ίδιος το ως άνω εργαλείο, παρότι δεν προκύπτει ότι είχε τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα προς τούτο. Στις ανωτέρω ενέργειές προέβη ο Β. Β., παραβιάζοντας έτσι τις ανωτέρω αναφερόμενες υπό στοιχ. Δα΄, Δε΄ και Δστ΄ υποχρεώσεις του, επειδή υπερεκτίμησε τις δυνατότητές του λόγω της πολυετούς (άνω των τριάντα ετών) επαγγελματικής εμπειρίας του και με προφανή σκοπό εξοικονόμησης χρόνου εργασίας. Περαιτέρω, ακόμη και αν δεν έλαβε τη δέουσα ενημέρωση από την εργοδότριά του εταιρεία και τους λοιπούς υπόχρεους προς τούτο κατά την πρόσληψή του και κατά τη διάρκεια της απασχόλησής του στο ένδικο πλοίο, ο μετέπειτα αποβιώσας εργαζόμενος όφειλε να έχει ο ίδιος μεριμνήσει ώστε να επιμορφωθεί σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας του κατά τη μακρά διάρκεια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του (συμμετέχοντας λ.χ. σε σχετικά σεμινάρια ή άλλα επιμορφωτικά προγράμματα, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 32 περ. Β΄ §4 του ν. 1568/1985 και 13§3 του π.δ. 17/1996, το οποίο είναι ταυτόσημο με το αρθρ. 49§3 ν. 3850/2010), μεταξύ των οποίων και σε θέματα που αφορούσαν τις ιδιότητες των αερίων που χρησιμοποιούνται κατά την εκτέλεση ελασματουργικών εργασιών, τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση αυτών και τα μέτρα προστασίας έναντι των κινδύνων αυτών, ενόψει, μάλιστα, και του γεγονότος ότι, λόγω της εμπειρίας του, του αναθέτονταν πλέον και καθήκοντα εργοδηγού της ειδικότητάς του. Η επιμόρφωσή του αυτή δεν θα έπρεπε να εξαντλείται σε ζητήματα που αφορούσαν αποκλειστικά την ειδικότητά του, αλλά να επεκτείνεται και στα αντίστοιχα ζητήματα αναφορικά με τη συναφή ειδικότητα των ελασματουργών, δεδομένου, μάλιστα, ότι στο πλαίσιο των εκτέλεσης των καθηκόντων του ως εργοδηγού αναλάμβανε και την εποπτεία και καθοδήγηση των εργαζομένων και αυτής της ειδικότητας στο πλαίσιο του συντονισμού των εργασιών ελασματουργών και ηλεκτροσυγκολλητών που απασχολούνταν ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο. Αν, επομένως, ο μετέπειτα θανών είχε φροντίσει να επιμορφωθεί κατάλληλα, θα γνώριζε τους κινδύνους που διέτρεχαν αυτός και οι εργαζόμενοι που βρίσκονταν υπό τις οδηγίες του λόγω της διαρροής οξυγόνου από τον ελαστικό σωλήνα παροχής του ως άνω αερίου του εργαλείου φλογοκοπής και τις ενέργειες στις οποίες έπρεπε να προβεί για να προστατευθούν από τους κινδύνους αυτούς. Κατόπιν αυτών, η συνυπαιτιότητα του αποβιώσαντος Β. Β. στην πρόκληση του θανάσιμου τραυματισμού του προσδιορίζεται σε ποσοστό 40 %. Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη η ένσταση των κυρίως εναγομένων περί συνυπαιτιότητας του αποβιώσαντος εργατοτεχνίτη – ηλεκτροσυγκολλητή στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται ότι τόσο η πρώτη των κυρίως εναγόντων, σύζυγος του αποβιώσαντος, όσο και τα τέκνα αυτού, δεύτερη και τρίτος των κυρίως εναγόντων, συνδέονταν με τον αποβιώσαντα, ο οποίος κατά το χρόνο του θανάτου του διήγε το εξηκοστό έτος της ηλικίας του, με δεσμούς αμοιβαίας στοργής και αγάπης. Από τους ανωτέρω, η πρώτη και η δεύτερη διέμεναν στην ίδια οικία με τον αποβιώσαντα, ενώ ο τρίτος διατηρούσε μ’ αυτόν στενές σχέσεις και τακτική επαφή, ενόψει και του ότι οι οικίες τους βρίσκονταν σε μικρή απόσταση μεταξύ τους. Ο δε βίαιος και αιφνίδιος θάνατός του κατέλειπε στα ανωτέρω μέλη της οικογένειάς του δυσαναπλήρωτο κενό, με συνέπεια να υποστούν αυτά ψυχική οδύνη, για την ανακούφιση της οποίας δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης. Αφού, περαιτέρω, ληφθεί υπ’ όψιν α) η ηλικία του θανόντος και των εναγόντων, β) ο στενός συγγενικός αλλά και συναισθηματικός σύνδεσμος των εναγόντων με αυτόν, γ) ο βαθμός και το είδος της αμέλειας που βαρύνει τους προαναφερόμενους κυρίως εναγομένους, αλλά και η συνυπαιτιότητα του θανόντος στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος, δ) όλες οι εν γένει συνθήκες του ένδικου ατυχήματος, ε) η καλή προ του ατυχήματος κατάσταση της υγείας του θανόντος, στ) ο ψυχικός πόνος που δοκίμασαν και δοκιμάζουν οι παραπάνω ενάγοντες από τον αιφνίδιο θάνατό του και ζ) η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών, το ποσό της ανάλογης χρηματικής ικανοποίησης που δικαιούται ο καθένας των κυρίως εναγόντων πρέπει να καθορισθεί στις εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (70.000 €). Για την καταβολή του ποσού αυτού ενέχονται εις ολόκληρον οι πρώτη, δεύτερη, τέταρτος και πέμπτος των κυρίως εναγομένων ως συναίτιοι του ένδικου θανατηφόρου ατυχήματος.Πρέπει, επομένως, η από 16-06-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … κύρια αγωγή, καθ’ ο μέρος κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να απορριφθεί μεν ως ουσία αβάσιμη ως προς τον τρίτο των κυρίως εναγομένων, να γίνει δε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη ως προς τους πρώτη, δεύτερη, τέταρτο και πέμπτο των κυρίως εναγομένων και να υποχρεωθούν οι εν λόγω εναγόμενοι να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας τους, το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ (70.000 €) σε καθέναν των κυρίως εναγόντων, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Ωστόσο, το αίτημα περί της κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, γιατί η καθυστέρηση της εκτέλεσης δεν θα επιφέρει σημαντική ζημία στους κυρίως ενάγοντες, ούτε συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Εξάλλου, το αίτημα περί προσωπικής κρατήσεως των τέταρτου και πέμπτου των κυρίως εναγομένων πρέπει να απορριφθεί, γιατί, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν συντρέχει αφερεγγυότητα των τελευταίων. Τέλος, πρέπει αφενός μεν να καταδικασθούν οι πρώτη, δεύτερη, τέταρτος και πέμπτος των κυρίως εναγομένων να πληρώσουν, εις ολόκληρον ο καθένας και ανάλογα με το ποσοστό της ήττας τους, μέρος της δικαστικής δαπάνης των κυρίως εναγόντων, αφετέρου δε να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες, λόγω της ήττας τους, να πληρώσουν τη δικαστική δαπάνη του τρίτου των κυρίως εναγόντων, με βάση και το σχετικό αίτημα του τελευταίου (άρθρα 176, 178§1, 180§3 και 191§§1,2 του ΚΠολΔ). Εξάλλου, καθόσον η κύρια αγωγή απορρίφθηκε ως προς τον τρίτο των κυρίως εναγομένων και έγινε εν μέρει δεκτή ως προς τους πρώτη, δεύτερη και πέμπτο των κυρίως εναγομένων, η από 16-01-2015 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των ανωτέρω εναγομένων πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να καταδικασθούν οι κυρίως ενάγοντες στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης των προσθέτως παρεμβαινόντων που προκλήθηκε από αυτήν (την πρόσθετη παρέμβαση). Περαιτέρω, όσον αφορά την από 18-12-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή και τη σωρευόμενη σ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης των πρώτης, δεύτερης, τρίτου και πέμπτου των κυρίως εναγομένων, λεκτέα τα εξής: Όπως προεκτέθηκε, το ατύχημα από το οποίο επήλθε ο θάνατος του Β. Β. οφείλεται στην παράνομη και υπαίτια (αμελή) συμπεριφορά και των πρώτης και δεύτερου των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων, οι οποίοι ενέχονται εις ολόκληρον με τους πρώτη, δεύτερη, τέταρτο και πέμπτο των κυρίως εναγομένων για την καταβολή της ανωτέρω χρηματικής ικανοποίησης προς έκαστο των κυρίως εναγόντων. Σύμφωνα δε με τα εκτενώς προαναφερθέντα, και αφού ληφθεί υπ’ όψιν για τον επιμερισμό της ευθύνης μεταξύ εκείνων από τους ανωτέρω συνοφειλέτες οι οποίοι τυγχάνουν διάδικοι στη δίκη περί αναγωγής και την μεταξύ τους κατανομή του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης που επιδικάσθηκε σε κάθε κυρίως ενάγοντα το πταίσμα και η αιτιώδης συμβολή καθενός εξ αυτών για την παραγωγή του επιζήμιου αποτελέσματος, το ποσοστό ευθύνης της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων, με βάση τις προεκτεθείσες παράνομες και υπαίτιες παραλείψεις του προστηθέντος της Α. Π. και του νομίμου εκπροσώπου της, δεύτερου των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων, οι οποίες συνιστούν συγχρόνως και υπαίτια πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεων της πρώτης των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων που απέρρεαν από τη σύμβαση έργου που κατήρτισε με την πρώτη των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων (και συνάμα πρώτη των κυρίως εναγομένων), ανέρχεται σε 80%, των δε πρώτης, δεύτερης και πέμπτου των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων σε 20%. Για το λόγο αυτό ευθύνεται η πρώτη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων, εις ολόκληρον με τον ομόρρυθμο εταίρο της δεύτερο των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγόμενων, να καταβάλει σε καθέναν από τους πρώτη, δεύτερη και τέταρτο των παρεμπιπτόντως εναγόντων(και συνάμα πρώτη, δεύτερη και πέμπτο των κυρίως εναγομένων αντιστοίχως) το 80% των ποσών που αυτοί υποχρεούνται να καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής (κεφάλαιο, τόκους, δικαστικά έξοδα), τόσο με βάση τη διάταξη του άρθρου 927 ΑΚ (ως προς άπαντες τους προαναφερόμενους παρεμπιπτόντως ενάγοντες) όσο και ως αποζημίωση λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης των απορρεουσών από την προαναφερόμενη σύμβαση έργου υποχρεώσεών της (ως προς την πρώτη των παρεμπιπτόντως εναγόντων). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή και παρεμπίπτουσα αγωγή να απορριφθεί μεν ως ουσία αβάσιμη ως προς τον τρίτο των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων, δεδομένου ότι ως προς αυτόν απορρίφθηκε η κύρια αγωγή, να γίνει δε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη ως προς τους πρώτη, δεύτερη και τέταρτο των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων και να υποχρεωθούν οι παρεμπιπτόντως εναγόμενοι να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας τους, σε καθέναν από τους ανωτέρω παρεμπιπτόντως ενάγοντες το 80% των ποσών που αυτοί θα καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής (κεφάλαιο, τόκους, δικαστικά έξοδα) δυνάμει της παρούσας απόφασης. Ωστόσο, ενόψει του ότι η απόφαση αυτή δεν κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή ως προς τη διάταξή της με την οποία υποχρεώθηκαν οι πρώτη, δεύτερη και πέμπτος των κυρίως εναγομένων να καταβάλουν χρηματική ικανοποίηση στους κυρίως ενάγοντες, δεν συντρέχει αντίστοιχα λόγος να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εν λόγω απόφαση ως προς τη διάταξή της με την οποία υποχρεώνονται οι παρεμπιπτόντως εναγόμενοι να καταβάλουν στους ανωτέρω κυρίως εναγόμενους (και συνάμα παρεμπιπτόντως ενάγοντες) το προαναφερόμενο ποσοστό των ποσών που οι τελευταίοι υποχρεούνται να καταβάλουν στους ενάγοντες της κύριας αγωγής ως χρηματική ικανοποίηση. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί το σχετικό αίτημα των παρεμπιπτόντως εναγόντων. Τέλος, πρέπει αφενός μεν να καταδικασθούν οι παρεμπιπτόντως εναγόμενοι να πληρώσουν, εις ολόκληρον ο καθένας και ανάλογα με το ποσοστό της ήττας τους, μέρος της δικαστικής δαπάνης των πρώτης, δεύτερης και τέταρτου των παρεμπιπτόντως εναγόντων, αφετέρου δε να καταδικασθεί ο τρίτος των παρεμπιπτόντως εναγόντων, λόγω της ήττας του, να πληρώσει τη δικαστική δαπάνη των παρεμπιπτόντως εναγομένων, με βάση και το σχετικό αίτημα των τελευταίων (άρθρα 176, 178§1, 180§3 και 191§§1,2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, την από 16-06-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … κύρια αγωγή, την από 18-12-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή και τη σωρευόμενη μ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή και την από 16-01-2015 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … πρόσθετη παρέμβαση.

Δέχεται εν μέρει την από 16-06-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … κύρια αγωγή καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά των πρώτης, δεύτερης, τέταρτου και πέμπτου των κυρίως εναγομένων και απορρίπτει αυτήν καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά του τρίτου των κυρίως εναγομένων.

Καταδικάζει τους κυρίως ενάγοντες να πληρώσουν τη δικαστική δαπάνη του τρίτου των κυρίως εναγομένων, την οποία ορίζει στο ποσό των ένδεκα χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (11.500 €).

Υποχρεώνει τους πρώτη, δεύτερη, τέταρτο και πέμπτο των κυρίως εναγομένων να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων ευρώ (70.000 €) σε καθέναν των κυρίως εναγόντων, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Καταδικάζει τους ανωτέρω κυρίως εναγομένους να πληρώσουν, εις ολόκληρον ο καθένας, μέρος της δικαστικής δαπάνης των κυρίως εναγόντων, το οποίο ορίζει στο ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων ευρώ (8.700 €).

Δέχεται εν μέρει την από 16-01-2015 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των πρώτης, δεύτερης, τρίτου και πέμπτου των κυρίως εναγομένων.

Καταδικάζει τους κυρίως ενάγοντες να πληρώσουν μέρος της δικαστικής δαπάνης των προσθέτως παρεμβαινόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300 €).

Δέχεται εν μέρει την από 18-12-2014 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή και τη σωρευόμενη μ’ αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή ως προς τους πρώτη, δεύτερη και τέταρτο των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων και απορρίπτει αυτήν ως προς τον τρίτο των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων.

Καταδικάζει τον τρίτο των προσεπικαλούντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων να πληρώσει τη δικαστική δαπάνη των προσεπικαλούμενων – παρεμπιπτόντως εναγομένων, την οποία ορίζει στο ποσό των δεκατριών χιλιάδων τετρακοσίων ευρώ (13.400 €).

Υποχρεώνει τους παρεμπιπτόντως εναγόμενους να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, στους πρώτη, δεύτερη και τέταρτο των παρεμπιπτόντως εναγόντων το 80% των ποσών που θα καταβάλουν οι τελευταίοι στους ενάγοντες της κύριας αγωγής (κεφάλαιο, τόκους, δικαστικά έξοδα) δυνάμει της παρούσας απόφασης.

Καταδικάζει τους παρεμπιπτόντως εναγόμενους να πληρώσουν, εις ολόκληρον ο καθένας, μέρος της δικαστικής δαπάνης των πρώτης, δεύτερης και τέταρτου των παρεμπιπτόντως εναγόντων, το οποίο ορίζει στο ποσό των έξι χιλιάδων εννιακοσίων ευρώ (6.900 €).

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 09-06-2015 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των μετεχόντων της δίκης, στις 04-08-2015.

 

Ο Πρόεδρος                                                                   Η Γραμματέας