Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ     3305 /2015

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Τακτική Διαδικασία)

………………………………………

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεόκλητο Καρακατσάνη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Ναυπλιώτη, Πρωτοδίκη, Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 3-3-2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α. ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: … του …, κατοίκου Β. Αττικής, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Γεωργίου Θεοδωρόπουλου.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) εταιρείας με την επωνυμία «…» με έδρα στις …, νομίμως εκπροσωπούμενης από τον Μ. Δ., κάτοικο Πειραιά και 2) … του …, κατοίκου Πειραιά, από τους οποίους η πρώτη παραστάθηκε δια και ο δεύτερος μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, Βασιλείου Αθανασίου.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 1-4-2013 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης …, προσδιορίσθηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 1ης Οκτωβρίου 2013 και της 7ης Οκτωβρίου 2014, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Β. ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΥΣΑΣ ΔΙΚΗ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…» με έδρα στις …, νομίμως εκπροσωπούμενης από τον … του …, κάτοικο Πειραιά, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Βασιλείου Αθανασίου.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Ανάργυρου Κουτσούκου.

Η ανακοινώνουσα δίκη – προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 25-7-2014 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της, που κατατέθηκε με Γενικό Αριθ. Κατ. 36383/2014 και με αριθ. κατ. …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολή κατά τη δικάσιμο της 7ης Οκτωβρίου 2014, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφηκε στο πινάκιο.

Γ. ΤΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Ανάργυρου Κουτσούκου.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: … του …, κατοίκου Β. Αττικής, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Γεωργίου Θεοδωρόπουλου.

Η παρεμβαίνουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 6-10-2014 πρόσθετη παρέμβασή της, που κατατέθηκε με Γενικό Αριθ. Κατ. … και με αριθ. κατ. …, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

   Οι υπ’ αριθ. καταθέσεως: α) … αγωγή, β) … ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή και γ) … πρόσθετη παρέμβαση είναι προδήλως συναφείς μεταξύ τους, έχοντας σχέση κυρίου (αγωγή) και παρεπομένου (ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή και παρέμβαση), επιπλέον δε είναι εκκρεμείς ενώπιον του αυτού (παρόντος) Δικαστηρίου και υπάγονται στην ίδια (τακτική) διαδικασία. Πρέπει, επομένως, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 31 παρ. 1 και 246 του ΚΠολΔ, να διαταχθεί η ένωση και συνεκδίκασή τους, αφού, κατά τον τρόπο αυτό, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ επέρχεται και μείωση των εξόδων.

Α. Κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από την τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 118 του ίδιου Κώδικα, πρέπει να περιέχει, α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν κατά νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα και, συγκεκριμένα, λεπτομερή αναφορά των πραγματικών περιστατικών επί των οποίων ο τελευταίος στηρίζει την αξίωσή του και το δικαίωμά του να προτείνει αυτή κατά του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου περί του οποίου ερίζουν οι διάδικοι, το οποίο πρέπει να περιγράφεται κατά τρόπο τόσο πιστό και επαρκή, ώστε να μη γεννάται αμφιβολία για την ταυτότητά του και γ) ορισμένο αίτημα. Από τις ως άνω διατάξεις, σε συνδυασμό με αυτήν του άρθρου 111 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, καθιερώνεται, μεταξύ άλλων, ως ουσιώδες και απαραίτητο στοιχείο της αγωγής, η ιστορική βάση, δηλαδή η ακριβής εξιστόρηση όλων των πραγματικών γεγονότων, από τα οποία, με βάση τους κανόνες του ουσιαστικού δικαίου και ειδικότερα από την εφαρμοστέα νομική διάταξη, πηγάζει το επιδιωκόμενο δικαίωμα και η επικαλούμενη από τον ενάγοντα έννομη συνέπεια. Αν δεν περιέχονται στο αγωγικό δικόγραφο όλα τα ανωτέρω γεγονότα ή περιέχονται αυτά με ασάφειες ή ελλείψεις, τότε η αγωγή καθίσταται αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, η δε αοριστία αυτή της αγωγής συνιστά έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης και, γι’ αυτό, οδηγεί στην απόρριψη αυτής (αγωγής) και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου, ως απαράδεκτης, γιατί τούτο (απαράδεκτο της αγωγής) ανάγεται στην προδικασία, η οποία αφορά τη δημόσια τάξη (ΑΠ 1629/2001 ΕλλΔνη 43. 418, 365/2000 ΕλλΔνη 41. 301, ΕφΑθ 2855/2008 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα, με την από 1-4-2013 και με αριθμό κατάθεσης … υπό κρίση αγωγή της (εφεξής : κύρια αγωγή), εκθέτει ότι, στις 19-6-2011 και περί ώρα 16:00΄, στο λιμάνι Λαυρίου, εντός του ανήκοντος στην κυριότητα της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, ταχύπλοου σκάφους αναψυχής ιδιωτικής χρήσης “…”, υπ’ αριθ. νηολογίου …, με σημαία Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, επισυνέβη το περιγραφόμενο στο δικόγραφο ατύχημα, που οφειλόταν αποκλειστικώς σε υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά του δευτέρου εναγομένου, κυβερνήτη του ως άνω σκάφους, και είχε ως συνέπεια το σοβαρό τραυματισμό της ιδίας (ενάγουσας). Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί, όπως παραδεκτά περιορίστηκε κατ’ άρθρο 223 παρ. 1 του ΚΠολΔ το καταψηφιστικό αίτημά της με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, να υποχρεωθούν με προσωρινά εκτελεστή απόφαση οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να της καταβάλουν, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα του επίδικου ατυχήματος, άλλως από την καταβολή εκ μέρους της (ενάγουσας) των προκληθεισών απ’ αυτό (ατύχημα) και τον επακόλουθο τραυματισμό της δαπανών, επικουρικά δε από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής, το συνολικό ποσό των 1.056.180,12 ευρώ, που αφορά σε αποζημίωση για τη θετική ζημία που υπέστη από τη σε βάρος της προπεριγραφόμενη αδικοπραξία, σε ειδική αποζημίωση κατ’ άρθρο 931 ΑΚ, λόγω της εξ αυτής (αδικοπραξίας) προκληθείσας μόνιμης αναπηρίας της και των ειδικώς αναφερομένων στο αγωγικό δικόγραφο συνεπειών της, καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2 και 18 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 22, 37 παρ. 1 και 74 περ. 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1α, 3Β περ. δ΄ Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και, συνακόλουθα, έχει και διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπό κρίση διαφοράς (άρθρα 3 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η κρινόμενη αγωγή, η οποία αφορά σε ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, ήτοι σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (Σ. Βρέλλη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2001, σελ. 1-2, Ηλ. Κρίσπη, Ιδ. Διεθνές δίκαιο, σελ. 12), είναι ερευνητέα κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 εδ. α΄, 2 παρ. 1, 3, 14, 15, 31 και 32 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές της 11.7.2007, καθόσον υφίσταται εν προκειμένω σχετική σιωπηρή συμφωνία, μεταγενέστερη της επέλευσης του ζημιογόνου γεγονότος, αφού η ενάγουσα θεμελιώνει ρητά τις αξιώσεις της στο ημεδαπό δίκαιο, χωρίς να υφίσταται επ’ αυτού αμφισβήτηση εκ μέρους των εναγομένων (βλ. και ΕφΠειρ 27/2001 ΕΝΔ 30. 19). Κατ’ ακολουθίαν, η αγωγή είναι νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 297, 298, 299, 330, 346, 481, 914, 922, 931, 932 εδ. α΄ και β΄ ΑΚ, 84 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., 907 και 908 παρ. 1 στοιχ. δ΄ του ΚΠολΔ, πλην αφενός των αφορώντων σε ταξίδια στο Λονδίνο προς αποκατάσταση της υγείας της ενάγουσας, κατά τα χρονικά διαστήματα από 30-5-2012 έως 4-6-2012 και από 22-7-2012 έως 25-7-2012, κονδυλίων ύψους 5.782,95 ευρώ και 4.241,24 ευρώ, αντίστοιχα, κατά τα οποία αυτή (αγωγή) κρίνεται, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη της παρούσας, απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της, καθόσον η ενάγουσα δεν εξειδικεύει τα επιμέρους ποσά που χρειάστηκε να δαπανηθούν για έκαστη αιτία με αφορμή τα εν λόγω ταξίδια, με αποτέλεσμα να αποστερείται από τους εναγομένους το δικαίωμα να αμυνθούν και να καθίσταται αδύνατο για το Δικαστήριο να τάξει τις προσήκουσες αποδείξεις και, τελικά, να κρίνει επί της επίδικης διαφοράς, αφετέρου του αιτήματος περί επιδικάσεως νομίμων τόκων από την ημέρα του επίδικου ατυχήματος, άλλως από την καταβολή εκ μέρους της ενάγουσας των προκληθεισών απ’ αυτό (ατύχημα) και τον επακόλουθο τραυματισμό της δαπανών, το οποίο πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμο, διότι τις ως άνω ημερομηνίες δεν υφίσταται κατά το νόμο δήλη ημέρα καταβολής της αιτούμενης αποζημίωσης, ώστε να οφείλουν οι εναγόμενοι τόκους υπερημερίας μετά την παρέλευσή τους, η δε ενάγουσα δεν επικαλείται σχετική προηγούμενη όχληση των τελευταίων (άρθρα 340, 341 και 345 ΑΚ, ΑΠ 47/2006 ΕλλΔνη 2006. 1364, 1253/2003 ΕλλΔνη 2004. 487, ΕφΠειρ 162/2004 ΕΝΔ 2004. 32). Επομένως, η υπό κρίση αγωγή πρέπει, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. … σειρά VI διπλότυπο είσπραξης τύπου Β της ΔΟΥ ΙΓ΄ Αθηνών, με τα επικολληθέντα σ’ αυτό ένσημα υπέρ του Τ.Ν. και του Ε.Τ.Α.Α.).

Β. Η ως άνω εναγόμενη εταιρεία, με την από 25-7-2014 (αριθμός κατάθεσης …) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, αφού εκθέτει ότι η ανωτέρω ενάγουσα άσκησε εναντίον αυτής και του νομίμου εκπροσώπου της, Δ. Μ. του Κ., ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, την υπό στοιχείο α΄ αναφερόμενη κύρια αγωγή, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει κατά λέξη, και ότι η ίδια ήταν ασφαλισμένη στην καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το εν λόγω ατύχημα, σε ό, τι αφορά στην ευθύνη της για ζημίες προξενηθείσες σε τρίτους από τη λειτουργία του φερόμενου ως ζημιογόνου σκάφους, προσεπικαλεί την τελευταία, ώστε να παρέμβει στην υπό στοιχείο α΄ κύρια δίκη και να υποστηρίξει τα αιτήματά της σε αυτήν, και ζητεί, όπως παραδεκτά περιορίστηκε κατ’ άρθρο 223 παρ. 1 του ΚΠολΔ το καταψηφιστικό αίτημά της με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η εις βάρος της κύρια αγωγή, να υποχρεωθεί η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλει, από το ποσό που θα καταβάλει η ίδια στην ενάγουσα της εν λόγω κύριας αγωγής, δυνάμει της απόφασης που θα εκδοθεί επί της τελευταίας, το ποσό που καλύπτεται από την ένδικη ασφαλιστική σύμβαση, ήτοι αυτό των 300.000,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από το χρόνο καταβολής του ποσού αυτού στην ως άνω ενάγουσα εκ μέρους της. Με το περιεχόμενο και τα αιτήματα αυτά και με τη σημείωση ότι, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 91 και 92 KΠολΔ, η ανακοίνωση δίκης δεν αποτελεί μορφή αιτήσεως παροχής ένδικης προστασίας και δεν δημιουργεί υποχρέωση του Δικαστηρίου ν’ αποφανθεί επ’ αυτής (AΠ 1012/1991 EλλΔνη 34. 571, ΕφΑΘ 5601/2009 ΕλλΔνη 2011. 222), η υπό κρίση προσεπίκληση μετά της ενωμένης σ’ αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής αρμοδίως εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 31 παρ. 1, 89 και 283 ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία. Δεδομένου δε ότι αφορά σε ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, ήτοι σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, είναι ερευνητέα, σύμφωνα με τη σχετική ρητή συμβατική πρόβλεψη του άρθρου 2.3.9 των όρων αστικής ευθύνης, που έχουν ενσωματωθεί στην ένδικη σύμβαση ασφάλισης και αποτελούν περιεχόμενό της, κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατ’ άρθρα 2, 3 παρ. 1 και 6 παρ. 2 του Κανονισμού Ε.Ε. 593/2008, που αντικατέστησε την από 19-6-1980 Σύμβαση της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» και εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνήφθησαν μετά τις 17 Δεκεμβρίου 2009, όπως εν προκειμένω. Κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή είναι νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 259 και 262 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., 1, 2, 3, 7, 11 και 25 Ν. 2496/1997 «Ασφαλιστική σύμβαση, τροποποιήσεις της νομοθεσίας για την ιδιωτική ασφάλιση και άλλες διατάξεις», 346 ΑΚ (βλ., πάντως, για το ότι, κατά το άρθρο αυτό 346 ΑΚ, ο ασφαλισμένος δικαιούται να ζητήσει τόκους από την επίδοση της παρεμπίπτουσας αγωγής και όχι από τον τυχόν μεταγενέστερο χρόνο της καταβολής, ΑΠ 277/1999 ΕλλΔνη 1999. 1311, χωρίς τούτο, όμως, να καθιστά μη νόμιμο το ως άνω αγωγικό αίτημα, αφού στο μείζον, που είναι νόμιμο, περιέχεται και το έλασσον, που ζητείται), 69 παρ. 1 περ. δ΄ και ε΄, 88, 907 και 908 παρ. 1 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. 14222366 σειρά VI διπλότυπο είσπραξης τύπου Β της ΔΟΥ ΙΓ΄ Αθηνών, με τα επικολληθέντα σ’ αυτό ένσημα υπέρ του Τ.Ν. και του Ε.Τ.Α.Α.).

Γ. Η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη, επικαλούμενη έννομο συμφέρον, άσκησε επικουρικά, για την περίπτωση απόρριψης των προβαλλόμενων από την ίδια ισχυρισμών κατά της ανωτέρω προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής, τη με αριθμό κατ. … παρέμβαση υπέρ της εναγόμενης εταιρείας και κατά της ενάγουσας της υπό στοιχείο α΄ κύριας αγωγής, με την οποία, αφού εκθέτει ότι η πρώτη (εναγόμενη εταιρεία) ήταν ασφαλισμένη στην ίδια, με ισχυρή κατά το χρόνο του επιδίκου ναυτικού ατυχήματος σύμβαση ασφαλίσεως, για την αστική της ευθύνη για ζημίες που θα προκαλούνταν σε τρίτους από τη λειτουργία του στην κύρια αγωγή αναφερθέντος ταχύπλοου σκάφους, ζητεί ν’ απορριφθεί η εν λόγω αγωγή. Με το περιεχόμενο και αίτημα αυτό, η ως άνω παρέμβαση αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση, κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 31 παρ. 1 και 80 ΚΠολΔ). Εντούτοις, σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα, ασκείται με την αίρεση της απόρριψης των προβαλλόμενων από την παρεμβαίνουσα ισχυρισμών κατά της ως άνω υπό στοιχείο β΄ προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής, και, συνεπώς, πρέπει εξ αυτού του λόγου ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη, καθόσον, ως προς την πρόσθετη παρέμβαση, ισχύουν οι διατάξεις που αφορούν στην άσκηση της αγωγής (άρθρο 81 παρ. 1 ΚΠολΔ) και, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠολΔ, η τελευταία (αγωγή) δεν επιτρέπεται ν’ ασκηθεί υπό αίρεση (βλ. και ΠΠρΑθ 7368/1991 Αρμ 1992. 824). Σημειωτέον ότι στην απόφαση δεν θα περιληφθεί διάταξη ούτε περί απόρριψης της ασκηθείσας πρόσθετης παρέμβασης, καθόσον η τελευταία δεν περιέχει αίτημα παροχής έννομης προστασίας για την παρεμβαίνουσα, ούτε υποβάλλεται δικαίωμά της προς διάγνωση (Β. Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση, Τ. Α΄, 1996, υπ’ άρθρο 80, αριθ. 3, σελ. 560), ούτε περί επιβολής δικαστικής δαπάνης εις βάρος της ηττηθείσας προσθέτως παρεμβαίνουσας, διότι δεν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα από την καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση (άρθρα 182 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 126 παρ. 1 στοιχ. δ΄ και 139 παρ. 1 στοιχ. δ΄ του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι, σε περίπτωση επιδόσεως εγγράφου σε νομικό πρόσωπο, πρέπει να παραδίδεται το έγγραφο αυτό σ’ εκείνον που είναι εκπρόσωπός του κατά το νόμο ή το καταστατικό, του οποίου (εκπροσώπου) η ιδιότητα και το ονοματεπώνυμο πρέπει να αναγράφονται στη σχετική έκθεση που συντάσσεται από το δικαστικό επιμελητή. Εάν τα στοιχεία αυτά δεν αναγράφονται στην ανωτέρω έκθεση η γενόμενη επίδοση είναι άκυρη (ΑΠ 769/2002, ΕφΠατρ 1129/2004 αμφότερες σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 270 παρ. 2 εδ. γ΄ ΚΠολΔ, ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρεις για κάθε πλευρά και μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας δεν μπορεί να λάβει υπόψη ένορκη βεβαίωση αν δεν αποδεικνύεται ότι αυτή έγινε μετά από νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες, εφόσον πρόκειται για βεβαίωση στην ημεδαπή, η κλήτευση δε του αντιδίκου και ο χρόνος αυτής, ο έλεγχος της νομιμότητας των οποίων ανήκει στο δικαστήριο, πρέπει να αποδεικνύεται από τον επικαλούμενο και προσκομίζοντα την ένορκη βεβαίωση διάδικο (ΑΠ 546/2011 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 1625/1990 ΕΕΝ 1991. 711, ΕφΠειρ 300/1996 ΕΝΔ 1996. 354). Στην προκειμένη περίπτωση, από την εκτίμηση της ανωμοτί εξέτασης του δευτέρου εναγομένου της υπό στοιχείο α΄ κύριας αγωγής και των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα στη συνέχεια, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, μεταξύ των οποίων η προσκομιζόμενη από την καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη, υπ’ αριθ. … ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του ναυτικού επιθεωρητή …, και τα έγγραφα της σχηματισθείσας για το επίδικο ατύχημα ποινικής δικογραφίας, στα οποία περιλαμβάνεται και η επικαλούμενη από την ενάγουσα της κύριας αγωγής, από 20-9-2012 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του …, πλοιάρχου Ε.Ν., τα οποία (έγγραφα της ποινικής δικογραφίας) λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. και ΑΠ 1506/2003 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 714/1993 ΕλλΔνη 1995. 95, 96), από την επισκόπηση των φωτογραφιών που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, καθώς και από την περιεχόμενη στην προσθήκη των προτάσεων των εναγομένων της κύριας αγωγής ομολογία τους αναφορικά με τις συνθήκες πρόκλησης του επίδικου ατυχήματος, μη λαμβανομένων υπόψη, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα μείζονα πρόταση της παρούσας, αφενός μεν των υπ’ αριθ. … και … ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης, … και …, αντιστοίχως, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, καθόσον δεν αποδεικνύεται ότι αυτές έλαβαν χώρα μετά από νόμιμη κλήτευση της προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας, αφού στην προσκομιζόμενη σχετικά υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, …, δεν αναφέρεται ότι η από 5-2-2015 κλήση για εξέταση μαρτύρων επιδόθηκε στον …, με την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας, για λογαριασμό της, αλλά μόνο ότι επιδόθηκε στον τελευταίο ατομικά, αφετέρου δε της υπ’ αριθ. … ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα των εναγομένων στην κύρια αγωγή, …, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Λαυρίου, που προσκομίζεται με το δικόγραφο της κατατεθείσας μετά τη συζήτηση της αγωγής προσθήκης στις προτάσεις τους (εναγομένων), δεδομένου ότι η εν λόγω προσθήκη περιορίζεται, κατ’ άρθρο 237 παρ. 4 του ΚΠολΔ, στην αξιολόγηση των αποδείξεων και στην αντίκρουση ισχυρισμών που προβλήθηκαν οψίμως σύμφωνα με το άρθρο 269 παρ. 2 του ΚΠολΔ (βλ. και ΑΠ 546/2011 ό.π.), η δε ως άνω ένορκη βεβαίωση δεν αφορά σε αντίκρουση τέτοιων ισχυρισμών ούτε, άλλωστε, επικαλούνται κάτι τέτοιο οι προσκομίζοντες αυτή, εναγόμενοι της κύριας αγωγής, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 19η Ιουνίου 2011 και περί ώρα 16:00΄, κατά τη διάρκεια πρυμνοδέτησης στο λιμάνι του Λαυρίου, έμπροσθεν του Ναυτικού Ομίλου Λαυρίου, του ταχύπλοου σκάφους αναψυχής ιδιωτικής χρήσεως “…”, με αριθμό νηολογίου …, με σημαία Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, 11,07 κ.ο.χ., 12,90 μέτρων, το οποίο φέρει μια μηχανή CATERPILLAR 2 χ 375 HP και ανήκει στην ιδιοκτησία της πρώτης εναγόμενης εταιρείας (στην κύρια αγωγή), νομίμως εκπροσωπούμενης από τον δεύτερο εναγόμενο, ο τελευταίος, κυβερνήτης του ως άνω σκάφους, έδωσε εντολή στην ενάγουσα, η οποία επέβαινε σ’ αυτό, να πάει στο πίσω μέρος του (σκάφους), ώστε να δέσει η ίδια τα σχοινιά του, ενώ εκείνος ανέβηκε στη γέφυρα για να εκτελέσει τις αναγκαίες κινήσεις από τα χειριστήρια που βρίσκονται εκεί. Ακολούθως, ευρισκόμενος στη γέφυρα του σκάφους, ζήτησε από κάποιον περαστικό, που βρισκόταν την στιγμή εκείνη στην προβλήτα, να πετάξει το προσδεδεμένο στο κρηπίδωμα αριστερό σχοινί στο σκάφος, κατά την κίνηση που έκανε προς τα πίσω, και από την ενάγουσα ζήτησε να πιάσει το σχοινί αυτό για να το δέσει στις δέστρες του σκάφους. Η τελευταία, έχοντας εμπιστοσύνη στον δεύτερο εναγόμενο, για τον οποίο γνώριζε, έχουσα και συγγενική σχέση μαζί του (ξαδέλφια), ότι ήταν εξοικειωμένος με το σκάφος και τον προσήκοντα τρόπο που αυτό έπρεπε να κινηθεί και να δεθεί, υπάκουσε και πήρε θέση κοντά στις δέστρες για να πιάσει το σχοινί, που βρισκόταν στην προβλήτα, σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες του. Εντούτοις, ο περαστικός πέταξε εκ παραδρομής στο σκάφος το δεξί σχοινί αντί για το αριστερό, οπότε ο δεύτερος εναγόμενος είπε στην ενάγουσα να το αφήσει, προκειμένου να επαναλάβει την κίνηση. Πράγματι, σύμφωνα με τις οδηγίες του, αυτή άφησε το σχοινί, το οποίο έμεινε εντός του σκάφους, ενώ η ίδια παρέμεινε στο σημείο αυτό, περιμένοντας τις επόμενες οδηγίες του δευτέρου εναγομένου. Αυτός, όμως, ξεκίνησε αμέσως κίνηση με τη μηχανή ξανά προς τα εμπρός και το ευρισκόμενο εντός του σκάφους σχοινί, αφού τεντώθηκε, τυλίχτηκε γύρω από τα πόδια της ενάγουσας, η οποία, έντρομη και φωνάζοντας, προσπάθησε να απελευθερωθεί, αλλά κατάφερε να βγάλει μόνο το δεξί της πόδι, ενώ το σχοινί παρέμεινε τυλιγμένο στο αριστερό, παρασύροντάς την προς τις δέστρες του σκάφους με μεγάλη δύναμη, ώστε ήταν αδύνατον να αντιδράσει, με αποτέλεσμα από τη σφοδρή πρόσκρουση του αριστερού της ποδιού στη δέστρα να αποκολληθεί το πάνω μέρος του πέλματός της από το υπόλοιπο πόδι της. Ευρισκόμενη αυτή σε σοκ από τον αφόρητο πόνο, συνέχιζε να καλεί σε βοήθεια και να φωνάζει τον δεύτερο εναγόμενο, που άκουσε εντέλει τις φωνές της και την είδε πεσμένη στο κατάστρωμα και, αφού έσβησε τις μηχανές, κατέβηκε στο σημείο όπου βρισκόταν, τοποθέτησε το ακρωτηριασμένο μέλος της σε ένα κουβά με πάγο και νερό και κάλεσε ασθενοφόρο, το οποίο την παρέλαβε περίπου δέκα λεπτά μετά το ατύχημα και τη μετέφερε στο νοσοκομείο «ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ», συνοδεία οχήματος του Λιμεναρχείου Λαυρίου. Στο νοσοκομείο αυτό χειρουργήθηκε κατεπειγόντως, προκειμένου να σταματήσει η αιμορραγία του ποδιού της και να αποκατασταθεί η βλάβη, πλην όμως οι χειρουργοί ιατροί έκριναν ότι, λόγω της βαρύτητας του τραυματισμού του ιστού και του δέρματος, το αριστερό της κάτω άκρο δεν ήταν βιώσιμο και έπρεπε να ακρωτηριαστεί στο ύψος της ποδοκνημικής άρθρωσης, όπως και έπραξαν. Στο ίδιο νοσοκομείο παρέμεινε έως τις 27 Ιουνίου 2011, οπότε και έλαβε εξιτήριο, ενώ για τη νοσηλεία της τις ημέρες αυτές κατέβαλε το ποσό των 149,68 ευρώ (υπ’ αριθ. 1681-27/06/2011 δελτίο παροχής υπηρεσιών). Αυθημερόν εισήλθε στο θεραπευτήριο Metropolitan, κατόπιν συνεννόησης με τους θεράποντες ιατρούς, προκειμένου να υποβληθεί στην κατάλληλη θεραπεία για την επούλωση και αποκατάσταση του ακρωτηριασμένου αριστερού της άκρου, όπου και παρέμεινε έως τις 14 Ιουλίου 2011, οπότε και πήρε εξιτήριο. Ενδιαμέσως, είχε επισκεφθεί, με τη σύμφωνη γνώμη των θεραπόντων ιατρών, την εταιρεία “…” στο Λονδίνο, προκειμένου να προμηθευτεί ειδικό πρόθεμα σιλικόνης για να τοποθετηθεί στο κολόβωμα του αριστερού άκρου της. Για την ως άνω νοσηλεία της στο Θεραπευτήριο Metropolitan κατέβαλε το συνολικό ποσό των 5.848,76 ευρώ (βλ. το από 20-7-2011 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών). Την 1η Αυγούστου 2011, η ενάγουσα παρήγγειλε, κατόπιν συστάσεως των θεραπόντων ιατρών, ειδικό υβριδικό κνημοποδικό νάρθηκα φόρτισης στον τένοντα της επιγονατίδας, αξίας ποσού 3.930,14 ευρώ, τον οποίο προμηθεύτηκε τελικά τον Ιανουάριο του 2012 (υπ’ αριθ. … απόδειξη λιανικής πώλησης της εταιρείας «…»), αναγκαίο για την αντιμετώπιση του τραυματισμού της (βλ. και την από 11η Αυγούστου 2011 ιατρική γνωμάτευση του διευθυντή του Ορθοπεδικού Τμήματος του Κοργιαλένειου Μπενάκειου Νοσοκομείου, …). Εξάλλου, η ενάγουσα υποβλήθηκε σε είκοσι κινησιοθεραπείες, σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες των θεραπόντων ιατρών, από τον φυσικοθεραπευτή …, καταβάλλοντας σε αυτόν ποσό 1.500,00 ευρώ (υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών). Μάλιστα, το ίδιο χρονικό αυτό διάστημα, την ενάγουσα παρακολουθούσε ο χειρουργός ορθοπεδικός …, προκειμένου να διαπιστώνει την ομαλή μετεγχειρητική της πορεία, με αμοιβή ύψους 400 ευρώ (υπ’ αριθ. … απόδειξη παροχής υπηρεσιών), ενώ επιπλέον απαιτήθηκε δαπάνη για αγορά περπατητήρα και ζεύγους βακτηρίων αγκώνα, ποσού 70 ευρώ (υπ’ αριθ. … απόδειξη είσπραξης της εταιρείας … και υπ’ αριθ. Β … απόδειξη είσπραξης της εταιρείας …., αντίστοιχα). Κατά τη διάρκεια, εξάλλου, της αποθεραπείας της η ενάγουσα δοκίμασε αρκετά διάφανα δοκιμαστικά δείγματα από σιλικόνη (νάρθηκες ποδιού και σιλικόνη), τα οποία της χορηγούσε η ως άνω εταιρεία “…” κατά την πρόοδο της επούλωσης του τραύματος, ώστε να καταλήξουν σε τεχνητό άκρο που να επιτρέπει την κίνησή της. Η διαδικασία αυτή ήταν αναγκαία και αναπόδραστη λόγω της δυσκολίας του σημείου του ακρωτηριασμού (μη τυπικός ακρωτηριασμός τύπου …) αλλά και της καταστροφής της ποδοκνημικής άρθρωσης κατά το ατύχημα. Ειδικότερα, με δεδομένο ότι η προσθήκη οποιουδήποτε τεχνητού μέλους πρέπει να εφαρμόζει απόλυτα στο σημείο που θα τοποθετηθεί, εν προκειμένω το είδος του τραυματισμού και η συνεχής μεταβολή που προκαλούσε η επούλωση του τραύματος, καθιστούσε δύσκολη τη διαμόρφωση του τελικού δείγματος, το οποίο διαφοροποιούνταν διαρκώς ειδικά τον πρώτο καιρό της θεραπείας (βλ. και την από Αύγουστο 2012 επιστολή του τεχνικού προσθετικών & ορθωτικών κατασκευών Matthew Hughes της κλινικής “…” με ακριβή μετάφραση αυτής στην ελληνική γλώσσα). Έτσι, η ενάγουσα χρειάστηκε να μεταβεί στο Λονδίνο, όπου παρέμεινε για το χρονικό διάστημα από 17-11-2011 έως 16-12-2011, για θεραπεία αλλά και για αναγκαίες δοκιμές για την προσθήκη τεχνητού άκρου. Στο ταξίδι της αυτό, τα έξοδά της, με βάση την επίσημη ισοτιμία ευρώ – λίρας Αγγλίας κατά το χρόνο της δαπάνης, ανέρχονταν για εισιτήρια της ίδιας και των θυγατέρων της, που τη συνόδευαν λόγω της αδυναμίας της να κινηθεί μόνη της και να αυτοεξυπηρετηθεί, στο ποσό των 3.013,47 ευρώ, για διαμονή στο ποσό των 10.393,27 ευρώ, για διατροφή και φάρμακα στο ποσό των 1.526,02 ευρώ και για τις μετακινήσεις από και προς την κλινική, από και προς το ξενοδοχείο και από και προς το αεροδρόμιο στο ποσό των 1.533,83 ευρώ, ήτοι στο συνολικό ποσό των 16.466,59 ευρώ. Τo συνολικό κόστος δε στο οποίο υποβλήθηκε αναφορικά με τα δοκιμαστικά δείγματα (πέντε συνολικά επί 455,88 ευρώ έκαστο εξ αυτών, βλ. τα υπ’ αριθ. …, …, …, … και … τιμολόγια), το «safoot» πολλαπλών χρωμάτων (νάρθηκας ποδιού από σιλικόνη – προσθετικό άκρο ύψους 7.589,62 ευρώ, βλ. το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο), τα οποία προμηθεύτηκε από την εταιρεία “…”, και την επιγονατίδα τένοντα (υπ’ αριθ. … τιμολόγιο της εταιρείας “…” ύψους 5.265,00 ευρώ), ανήλθε σε 15.134,02 ευρώ. Τέλος, την 26η Μαρτίου 2013, απαιτήθηκε δαπάνη της ενάγουσας ύψους 1.532,00 ευρώ για φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνει στα πλαίσια της αποθεραπείας της (βλ. την υπ’ αριθ. … απόδειξη λιανικής πώλησης της εταιρείας «….»). Κατ’ ακολουθίαν, η ενάγουσα, για τις ιατρικές υπηρεσίες που δέχθηκε και τις σχετικές ενέργειες που έλαβαν χώρα προς αποκατάσταση της υγείας της, υποβλήθηκε σε δαπάνες συνολικού ύψους 45.031,19 ευρώ. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε κατά τα ανωτέρω, υπαίτιος για την πρόκληση του προπεριγραφόμενου ατυχήματος και τον εντεύθεν σοβαρό τραυματισμό της ενάγουσας είναι ο δεύτερος εναγόμενος, ο οποίος, ως χειριστής και κυβερνήτης του ως άνω ταχύπλοου σκάφους, παρότι όφειλε, διότι είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, να φροντίσει για την ασφαλή πρόσδεση του σκάφους και την ασφάλεια των επιβαινόντων επ’ αυτού, κατ’ άρθρα 1 παρ. α΄, ζ΄ββ, θ΄ ν. 2743/1999, 104 και 235 παρ. 1 ιστ΄ Ν.Δ. 187/1973 «Περί Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», και μπορούσε υπό τις δεδομένες συνθήκες, χειριζόταν αυτό (σκάφος) χωρίς να επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή ώστε να εκπληρώσει τις εν λόγω υποχρεώσεις του. Συγκεκριμένα, αν και γνώριζε τις ελλειπείς γνώσεις και τη μειωμένη εμπειρία της ενάγουσας αναφορικά με τη ναυσιπλοΐα σκάφους, εντούτοις της ζήτησε να συνδράμει στην πρόσδεση του ανωτέρω σκάφους του και, μάλιστα, δεν ήλεγξε προσηκόντως, πριν θέσει σε λειτουργία τη μηχανή του (σκάφους), ότι η πρώτη (ενάγουσα) είναι ασφαλής για την έναρξη της κίνησης αυτού, ήτοι αν έχει φύγει από το σημείο των σκοινιών και βρίσκεται σε ικανή απόσταση από αυτά, ούτε φρόντισε να της δώσει τις αναγκαίες οδηγίες να πετάξει τα σχοινιά στην προβλήτα, σε κάθε δε περίπτωση να απομακρυνθεί από αυτά, με αποτέλεσμα, με την πρόσω κίνηση του σκάφους, η πρύμνη του να απομακρυνθεί από το κρηπίδωμα και το άτακτα ριγμένο στα πόδια της από την ενάγουσα σχοινί να τεντωθεί, παρασύροντας το αριστερό της πόδι προς το μεταλλικό εξάρτημα της δέστρας του σκάφους στη δεξιά πλευρά της πρύμνης αυτού και προκαλώντας τον προεκτιθέμενο σοβαρό τραυματισμό της. Σύμφωνα δε με την από 6 Μαρτίου 2013 ιατρική γνωμάτευση του θεράποντος ιατρού …, χειρουργού ορθοπεδικού, τραυματιολόγου και διευθυντή Ορθοπεδικών Ιατρείων ΕΛ.ΑΣ., την οποία νομίμως προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η ενάγουσα, η τελευταία, παρά τις προπεριγραφόμενες ενέργειες που έλαβαν χώρα προς αντιμετώπιση του τραυματισμού της, δεν έχει εισέτι επιτύχει ικανοποιητική βάδιση χωρίς χρήση βοηθήματος (μπαστούνι ή βακτηρία) και βαδίζει με χωλότητα. Συνακόλουθα, ο ίδιος ως άνω ιατρός βεβαιώνει ρητώς με την εν λόγω γνωμάτευσή του ότι το ποσοστό αναπηρίας της ενάγουσας, σύμφωνα με τον πίνακα του ν. 1813/243/1988 περί καθορισμού σε εκατοστιαία αναλογία του βαθμού μείωσης της ικανότητας για εργασία εξαιτίας παθήσεων, νόσων και βλαβών, ανέρχεται στο 50%, εάν δε συνυπολογιστεί σε αυτό η ανταλγική οσφυαλγία λόγω ανισοσκελίας και βράχυνσης του πάσχοντος σκέλους κατά τρία εκατοστά, καθώς και ανώμαλης κινητικότητας της σπονδυλικής στήλης εξαιτίας της δυσκολίας βάδισης με το πρόθεμα, ποσοστού 30%, το συνολικό ποσοστό αναπηρίας της ανέρχεται σε 80%. Μάλιστα, στην ανωτέρω ιατρική γνωμάτευση σημειώνεται περαιτέρω ότι είναι αδύνατο η ενάγουσα να επιστρέψει στις πρότερες επαγγελματικές, κοινωνικές και αθλητικές δραστηριότητές της, καθόσον η προαναφερθείσα κινητική της αναπηρία έχει μόνιμο χαρακτήρα, που προϊόντος του χρόνου θα βαίνει επιδεινούμενη. Κρίνεται, κατά συνέπεια, ότι η προκληθείσα λόγω του ένδικου ατυχήματος αναπηρία της ενάγουσας, η οποία γεννήθηκε την 6η Ιανουάριου 1958 στον Πειραιά, έχει σπουδάσει οπτικός και είναι σήμερα μέτοχος και πρόεδρος της δραστηριοποιούμενης στον ασφαλιστικό τομέα ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….», έγγαμη και μητέρα δύο ενήλικων κοριτσιών, ήδη δε από το 1986 εκλέγεται στις δημοτικές εκλογές του Δήμου Πειραιώς και έχει εκτίσει θητεία Αντιδημάρχου, υπευθύνου Παιδικών Σταθμών, θα επιδράσει στην επαγγελματική, καθώς και στην κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα και πορεία της (ενάγουσας) και, ως εκ τούτου, συντρέχει, προς αποκατάσταση των δυσμενών αυτών επιπτώσεων, νόμιμη περίπτωση επιδικάσεως σε αυτήν πρόσθετης ειδικής, κατ’ άρθρο 931 ΑΚ, αποζημίωσης, το ύψος της οποίας, συνεκτιμωμένων όλων των ανωτέρω λόγων, ανέρχεται στο εύλογο ποσό των 100.000,00 ευρώ. Εξάλλου, συνεπεία του προπεριγραφόμενου ατυχήματός της και του εντεύθεν επελθόντος σοβαρού τραυματισμού της, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται, κατά ελεύθερη εκτίμηση, βάσει των κανόνων της κοινής πείρας και λογικής, ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 100.000,00 ευρώ, το οποίο κρίνεται από το Δικαστήριο εύλογο, ενόψει των συνθηκών του ατυχήματος, της βαρύτητας του πταίσματος του δευτέρου εναγομένου, του είδους, της έκτασης και των επιπτώσεων του τραυματισμού της ενάγουσας, των ψυχικών και σωματικών πόνων που υπέστη και θα υποστεί η τελευταία, της ηλικίας της και της εν γένει κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων (η πρώτη των εναγομένων, πλοιοκτήτρια εταιρεία, όσο και ο δεύτερος εξ αυτών, μέτοχος στην ανώνυμη εταιρεία «….» και γενικός διευθυντής στην εταιρεία «….», τυγχάνουν οικονομικά εύρωστοι). Κατόπιν όλων των προδιαλαμβανομένων, πρέπει η κύρια αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και από ουσιαστική άποψη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον έκαστος, το συνολικό ποσό των (45.031,19 + 100.000,00 + 100.000,00=) 245.031,19 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής. Ωστόσο, το αίτημα περί κηρύξεως της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, γιατί η καθυστέρηση της εκτέλεσης δεν θα επιφέρει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, ούτε συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων της τελευταίας, κατόπιν και του σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθεί εις βάρος των εναγομένων, ανάλογα με την έκταση της ήττας τους (άρθρα 178 παρ. 1, 180 παρ. 3 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας.

Όπως αποδείχθηκε δε περαιτέρω, το ως άνω ταχύπλοο σκάφος ήταν, κατά την ημερομηνία που επισυνέβη το επίδικο ατύχημα, ασφαλισμένο, όσον αφορά στην αστική ευθύνη της παρεμπιπτόντως ενάγουσας έναντι τρίτων για σωματικές βλάβες, υλικές ζημιές και θαλάσσια ρύπανση, που ενδέχετο να προκύψουν από τη λειτουργία του προαναφερόμενου σκάφους κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου, στην παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, δυνάμει συμβάσεως που καταρτίστηκε μεταξύ των ανωτέρω διαδίκων στις 31-5-2010. Η διάρκεια της αρχικής ασφάλισης συμφωνήθηκε εξάμηνη, με έναρξη στις 31-5-2010 και λήξη στις 30-11-2010, σε απόδειξη δε αυτής εκδόθηκε το υπ’ αριθ. … Ασφαλιστήριο Σκαφών Αναψυχής. Κατά τη λήξη της εν λόγω ασφαλιστικής σύμβασης συνήφθη νέα μεταξύ των ιδίων συμβαλλομένων, με τους ίδιους με την προηγούμενη ασφάλιση όρους, κινδύνους και ποσά, για περαιτέρω 6μηνη περίοδο με έναρξη στις 30-11-2010 και λήξη στις 31-5-2011. Σε απόδειξη της νέας αυτής σύμβασης εκδόθηκε η υπ’ αριθ. … Πρόσθετη Πράξη Ασφάλισης επί του προηγούμενου βασικού – αρχικού ασφαλιστηρίου. Η τελευταία ως άνω σύμβαση ανανεώθηκε κατά τη λήξη της για ακόμη 6 μήνες, πάντα με τις ίδιες καλύψεις, όρους, αιρέσεις, περιορισμούς και ασφαλιστικά ποσά, με έναρξη στις 31-5-2011 και λήξη στις 30-11-2011. Σε απόδειξη δε της νέας αυτής ασφαλιστικής σύμβασης εκδόθηκε η υπ’ αριθ. … Πρόσθετη Πράξη Ασφάλισης επί του ανωτέρω αρχικού ασφαλιστηρίου. Εξάλλου, υπό το με τίτλο «…», όρο 2.2.3 των Όρων Ασφάλισης Αστικής Ευθύνης του ως άνω ασφαλιστήριου συμβολαίου, ρητά οριζόταν ότι «η παρούσα κάλυψη θα ισχύει υπό τον όρο ότι θα πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από….. και το νόμο 2743 (ΦΕΚ 211 13/10/99), καθότι θα τηρείται η ισχύουσα νομοθεσία και οι διατάξεις που αφορούν την άδεια του σκάφους». Μεταξύ δε των νομίμων διατάξεων, προς τις οποίες θα έπρεπε να είχε υπάρξει πλήρης συμμόρφωση του επίδικου σκάφους κατά το χρόνο επέλευσης του ασφαλιζόμενου κινδύνου, ώστε να ίσχυε η παρεχόμενη με το ασφαλιστήριο κάλυψη αστικής ευθύνης της παρεμπιπτόντως ενάγουσας, περιλαμβάνονταν: (α) η διάταξη του άρθρου 234 του ΚΔΝΔ (ν.δ. 187/1973), η οποία προβλέπει ότι «1. Πλοίαρχος ημεδαπού ή υπό ξένην σημαίαν πλοίου, ενεργών απόπλουν του υπό την διοίκησίν του πλοίου άνευ προηγουμένου ελέγχου των ναυτιλιακών εγγράφων και αδείας απόπλου της οικείας Λιμενικής Αρχής, τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον δύο μηνών. 2. Εις την ιδίαν ποινήν υπόκειται και ο πράκτωρ ή ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτου ή του εφοπλιστού, όστις εν γνώσει δεν ενεργεί προς παρεμπόδισιν του τοιούτου απόπλου ως και ο επόμενος εν ιεραρχία αξιωματικός του πλοίου, όστις εν γνώσει δέχεται τον άνευ ελέγχου της Λιμενικής Αρχής απόπλουν» και (β) η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 9 Ν. 2743/99, η οποία ορίζει ότι «2. Πριν από τον απόπλου, ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης κάθε ιδιωτικού πλοίου αναψυχής με ελληνική σημαία οφείλει να καταθέτει στη λιμενική αρχή του λιμένα αφετηρίας και κάθε λιμένα προσέγγισης κατάσταση με τα στοιχεία των επιβαινόντων, απλό αντίγραφο της οποίας πρέπει να φέρει μαζί με τα λοιπά έγγραφα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Ως λιμένας αφετηρίας θεωρείται ο ελληνικός λιμένας από τον οποίο αρχίζει το ταξίδι ή ο πρώτος ελληνικός λιμένας στον οποίο προσεγγίζει το ιδιωτικό πλοίο αναψυχής, όταν το ταξίδι αρχίζει στην αλλοδαπή.» Επίσης, με τον όρο 2.2.8 περίπτωση (19) των εν λόγω Όρων Ασφάλισης Αστικής Ευθύνης και τον υπό τίτλο «ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ», ρητά μεταξύ άλλων συμφωνήθηκε ότι: «Η παρούσα ασφάλιση δεν καλύπτει ΕΥΘΥΝΗ για ή αναφορικά με….. 19. Ατυχήματα ή ζημιές που προκλήθηκαν σε τρίτους ή στα προσωπικά τους αντικείμενα, εφόσον μεταφέρονται με το σκάφος που αναφέρεται στον πίνακα ασφαλίσεως, κατά παράβαση της άδειας ναυσιπλοΐας και των Νόμων. Επομένως, με βάση τους ανωτέρω έντυπους όρους της επίδικης ασφαλιστικής σύμβασης, που ενσωματώθηκαν στο σχετικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του, προκύπτει ότι η από την παρεμπιπτόντως εναγομένη κάλυψη του ασφαλιστικού κινδύνου των ζημιών σε τρίτους από τη χρήση του ασφαλισμένου σκάφους, εξαρτήθηκε από την τήρηση των διαλαμβανομένων στους όρους αυτούς προϋποθέσεων εκ μέρους της αντισυμβαλλόμενης εταιρείας και των αρμοδίων οργάνων της. Εν προκειμένω, το σκάφος “…” της παρεμπιπτόντως ενάγουσας δεν ήταν προσδεμένο στη θέση ελλιμενισμού του, όταν έλαβε χώρα το ένδικο ατύχημα, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η ίδια, αλλά ολοκλήρωνε τον πλου αναψυχής που παρανόμως είχε εκτελεσθεί, ήτοι άνευ προηγούμενης θεώρησης των ναυτιλιακών εγγράφων του σκάφους, χωρίς την υποβολή στη Λιμενική Αρχή Λαυρίου θεωρημένης κατάστασης πληρώματος και επιβαινόντων σ’ αυτό και δίχως να του χορηγηθεί νόμιμη άδεια απόπλου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 234 του ΝΔ 187/73 (Κώδικας Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου), και εκτελούσε χειρισμούς για την επαναπρόσδεσή του στη θέση ελλιμενισμού του στο λιμάνι Λαυρίου. Κατ’ ακολουθίαν, η παρεμπιπτόντως ενάγουσα, με την εκτέλεση του ως άνω παράνομου πλου, παραβίασε και τις δύο ανωτέρω διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, που διέπουν τη νόμιμη μετακίνηση και κυκλοφορία των πλοίων και σκαφών στα ελληνικά χωρικά ύδατα, και εξ αυτού του λόγου, κατά τον χρόνο του επίδικου συμβάντος, δεν είχαν πληρωθεί οι συμβατικές προϋποθέσεις για την παροχή της συμφωνημένης κάλυψης. Συγχρόνως δε, ενόψει του ότι ο τραυματισμός της κυρίως ενάγουσας έλαβε χώρα επί του ασφαλισμένου σκάφους καθ’ ον χρόνο η τελευταία μεταφερόταν επ’ αυτού στα πλαίσια παράνομου πλου, ήτοι χωρίς το σκάφος να έχει εφοδιασθεί με άδεια ναυσιπλοΐας, έπεται ότι ένεκα της προεκτιθέμενης συμβατικής εξαίρεσης ουδέποτε ιδρύθηκε δικαίωμα αποζημιώσεως της παρεμπιπτόντως ενάγουσας υπό το επίδικο ασφαλιστήριο για το εν λόγω ατύχημα, σύμφωνα με τον ως άνω όρο 2.2.8 περίπτωση (19) των προσαρτημένων σ’ αυτό (ασφαλιστήριο) Όρων Ασφάλισης Αστικής Ευθύνης. Συγκεκριμένα, όπως αποδείχθηκε, το σκάφος “…” ελλιμενιζόταν (και συνεχίζει να ελλιμενίζεται) στο Λιμάνι Λαυρίου, μεταξύ άλλων θαλαμηγών σκαφών, υπό “πρυμνοδέτηση” (η πρύμνη προς το κρηπίδωμα και η πλώρη προς τη θάλασσα), στο νότιο κρηπίδωμα της τσιμεντένιας προβλήτας που εκτείνεται μπροστά από τα γραφεία του φορέα διαχείρισης του λιμένα Λαυρίου (Ο.Λ.Λ.) και από τις εγκαταστάσεις του Ναυτικού Ομίλου Λαυρίου, ασφαλίζεται δε στη μόνιμη θέση ελλιμενισμού του με συνολικά έξι σχοινιά (βλ. και τη νομίμως προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από την καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη, από 21-12-2012 υπ’ αριθ. … ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του ναυτικού επιθεωρητή …). Τα δύο απ’ αυτά χρησιμοποιούνται για την πρόσδεση της πλώρης του σκάφους (ένα από τη δεξιά πλευρά και ένα άλλο από την αριστερή), ενώ τα άλλα τέσσερα χρησιμοποιούνται για την πρόσδεση της πρύμνης του σκάφους στο κρηπίδωμα (δύο από την αριστερή πλευρά και δύο από τη δεξιά). Το ένα άκρο των σχοινιών της πλώρης είναι συνεχώς προσαρμοσμένο σε μόνιμα ποντισμένο βάρος (ρεμέντζο), ενώ το άλλο άκρο τους (ελεύθερα άκρα) παραλαμβάνονται από τη θάλασσα και προσδένονται στις δέστρες της πλώρης (δεξιά και αριστερά) του σκάφους. Κατά την απόδεση και αναχώρηση του σκάφους από τη θέση ελλιμενισμού του τα προς το σκάφος άκρα των πρωραίων και πρυμναίων ρεμέντζων λύνονται από τις δέστρες του και αφήνονται επί τόπου, προκειμένου να παραληφθούν κατά την επιστροφή του σκάφους για επαναπρόσδεση. Τα πρωραία ρεμέντζα ρίπτονται στη θάλασσα όπου και βυθίζονται στο νερό, ενώ τα πρυμναία ρεμέντζα είτε ομοίως αφήνονται να βυθιστούν στη θάλασσα, είτε ρίπτονται στην αποβάθρα. Για την ανάκτηση δε των πρωραίων ρεμέντζων, πριν από τη ρίψη τους στο νερό, δένεται (ή είναι μόνιμα προσδεμένο σ’ αυτά) άλλο σχοινί, το οποίο μεταφέρεται προς την πρύμνη του σκάφους και προσδένεται στο κρηπίδωμα. Η διενέργεια του παράνομου κατά τα ανωτέρω πλου του σκάφους “…” στις 19 Ιουνίου 2011, κατά την ολοκλήρωση του οποίου και, ειδικότερα, κατά τη διαδικασία πρυμνοδέτησης του σκάφους στη μόνιμη θέση ελλιμενισμού του στο Λιμάνι Λαυρίου, έλαβε χώρα ο προπεριγραφόμενος τραυματισμός της κυρίως ενάγουσας, αποδείχθηκε, εκτός των άλλων, ιδίως από την προανακριτική κατάθεση του έχοντος ιδία αντίληψη και γνώση περί των συνθηκών του ένδικου ατυχήματος, ως αυτόπτη μάρτυρα, επαγγελματία ναυτικού, Κωνσταντίνου Καββαθά, ο οποίος ανέφερε ότι, ΄΄στις 19-6-2011 και περί ώρα 17:00΄, οπότε ευρισκόμουν εντός του σκάφους «…» που ήταν δεμένο στο λιμένα Λαυρίου, έμπροσθεν …, το σκάφος «…», προερχόμενο από ταξίδι προφανώς, επιχείρησε να πρυμνοδετήσει στη θέση δίπλα από το σκάφος στο οποίο επέβαινα΄΄, καθώς και από τις νομίμως προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη, αναρτημένες στο διαδίκτυο ειδήσεις (iNewsgr.com) σχετικά με το συμβάν, με πληροφορίες από σχετική δημοσιογραφική έρευνα, στα πλαίσια της οποίας είχαν δώσει συνέντευξη ο αυτόπτης μάρτυρας … και ο δεύτερος των κυρίως εναγομένων. Η ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου περί επέλευσης του επίδικου ατυχήματος κατά τη διενέργεια του παράνομου πλου του σκάφους «…» και όχι κατά τη διαδικασία της διόρθωσης απλώς της πρόσδεσης αυτού, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η παρεμπιπτόντως ενάγουσα, δεν αναιρείται από τις προανακριτικές καταθέσεις του νομίμου εκπροσώπου της, δευτέρου κυρίως εναγομένου, της κυρίως ενάγουσας και του …, οι οποίες δεν παρέχουν πίστη στο Δικαστήριο, ως μη ενισχυόμενες από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο, καθόσον ουδεμία εξ αυτών (καταθέσεων) δικαιολογεί επαρκώς την απόφαση του πρώτου (δευτέρου κυρίως εναγομένου) να επαναπροσδέσει το ήδη δεμένο, ακινητοποιημένο και με σβηστές μηχανές σκάφος του, ισχυριζόμενος δήθεν ότι σε περίπτωση δυσμενών καιρικών συνθηκών (την κρίσιμη ημέρα δεν επικρατούσαν τέτοιες – βλ. προσκομιζόμενο από την παρεμπιπτόντως εναγομένη πιστοποιητικό Ε.Μ.Υ.) υπήρχε κίνδυνος το σκάφος να κινηθεί προς τα πίσω και να χτυπήσει στο κρηπίδωμα ή να προσκρούσει σε παρακείμενα σκάφη. Εντούτοις, όπως ο ίδιος (δεύτερος κυρίως εναγόμενος) ανέφερε στην προανακριτική του κατάθεση και βεβαιώνεται και με την διενεργηθείσα στα πλαίσια της προανάκρισης από 20-9-2012 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του …, τα προς το σκάφος άκρα των πρωραίων ρεμέντζων κατέληγαν σε θηλιές (στη ναυτική διάλεκτο ονομάζονται «γάσες» και χρησιμεύουν για την ευχερή και ταχεία πρόσδεση με «καπέλωμά» τους στη δέστρα του σκάφους), πριν από την κατασκευή των οποίων (θηλιών) γίνεται ακριβής μέτρηση του μήκους του ρεμέντζου και στη συνέχεια η γάσα κατασκευάζεται σε σημείο, που αφού περαστεί στη δέστρα του σκάφους, εξασφαλίζει απόσταση ασφαλείας της πρύμνης από το κρηπίδωμα και καθιστά αδύνατη τη μετακίνηση του σκάφους προς τα πίσω, με αποτέλεσμα να καθίσταται έωλος ο ως άνω ισχυρισμός περί κινδύνου πρόσκρουσης του σκάφους στο κρηπίδωμα. Ενόψει όλων των ανωτέρω δεν εξηγήθηκε με τις εν λόγω καταθέσεις ούτε με την ανωμοτί εξέταση του δευτέρου εναγομένου της κύριας αγωγής στο ακροατήριο για ποιο λόγο χρειάστηκε ο τελευταίος, κατά την επικαλούμενη απ’ αυτόν διόρθωση της πρόσδεσης του σκάφους, να λύσει τα σταθερά, όπως αναφέρθηκε, πρωραία ρεμέντζα του, καθώς και να πετάξει στην προβλήτα τους πρυμναίους κάβους, περιμένοντας κάποιον τυχαία διερχόμενο να τα επιστρέψει στο σκάφος. Τα ζητήματα δε αυτά που ανακύπτουν σχετικά με την υποτιθέμενη προσπάθεια διόρθωσης της πρόσδεσης του ανωτέρω ήδη προσδεμένου σκάφους, για την οποία, ας σημειωθεί, δεν κάνει ρητή αναφορά ο … στην προανακριτική κατάθεσή του, δεν απετέλεσαν αντικείμενο ερεύνης στην ως άνω από 20-9-2012 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του …, η οποία επικεντρώθηκε στην υπαίτια πρόκληση και τα αποτελέσματα του επίδικου ατυχήματος και όχι στο αν προηγήθηκε ο απόπλους του σκάφους ή μια προσπάθεια απλώς να διορθωθεί η πρόσδεσή του. Επομένως, η προεκτιθέμενη διενέργεια του παράνομου πλου του ασφαλιζόμενου σκάφους, κατά το χρόνο της επέλευσης του ανωτέρω ατυχήματος, συνιστά, όπως αποδείχθηκε, παράβαση των προαναφερόμενων όρων της ασφαλιστικής σύμβασης, η οποία (παράβαση) επέφερε εν προκειμένω, γενομένης δεκτής ως βάσιμης κατ’ ουσίαν της παραδεκτώς προβληθείσας (άρθρα 262 παρ. 1 και 269 παρ. 1 ΚΠολΔ), ερειδόμενης στις διατάξεις των άρθρων 361 ΑΚ και 25 εδ. α΄ ν. 2496/1997, ενστάσεως της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας, την άρση της ασφαλιστικής κάλυψης, παρεχομένου στην τελευταία του δικαιώματος να αρνηθεί τη δέσμευσή της από την ένδικη ασφαλιστική σύμβαση και την υποχρέωσή της προς καταβολή της αιτούμενης αποζημίωσης. Μάλιστα, όπως προκύπτει σαφώς από το περιεχόμενο του ως άνω όρου 2.2.3 των Όρων Ασφάλισης Αστικής Ευθύνης του επίδικου ασφαλιστήριου συμβολαίου, η απαλλαγή της παρεμπιπτόντως εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας εκ των συμβατικών της υποχρεώσεων, δεν προϋποθέτει να υφίσταται μεταξύ της παραβάσεως του εν λόγω όρου και της επέλευσης του ασφαλιζόμενου κινδύνου αιτιώδης συνάφεια, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η παρεμπιπτόντως ενάγουσα, παρά μόνο η απαιτούμενη κατά λογική αναγκαιότητα χρονική σύμπτωση μεταξύ των δύο ανωτέρω γεγονότων. Εξάλλου, δεν προέκυψε από κάποιο προσκομιζόμενο αποδεικτικό στοιχείο η βασιμότητα των όσων ισχυρίζεται οψίμως η παρεμπιπτόντως ενάγουσα με την προσθήκη στις κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της περί αποδοχής – αναγνώρισης της ευθύνης της από την ένδικη ασφαλιστική σύμβαση για το εν λόγω ατύχημα εκ μέρους της παρεμπιπτόντως εναγομένης, επικαλούμενη δύο επιμέρους καταβολές της τελευταίας προς την κυρίως ενάγουσα, ύψους 30.000 και 50.000 ευρώ, αντίστοιχα, για την κάλυψη των προκληθεισών εκ του ατυχήματος αναγκαίων ιατρικών δαπανών, δεδομένου, εκτός των άλλων, ότι, όπως αποδείχθηκε, οι καταβολές αυτές έγιναν πριν την υποβολή της προαναφερθείσας από 21.12.2012 υπ’ αριθ. … έκθεσης του ναυτικού επιθεωρητή …, από την οποία προέκυψε η επέλευση του επίδικου ατυχήματος κατά τη διενέργεια παράνομου πλου του ασφαλισμένου σκάφους, έλαβαν δε χώρα από την παρεμπιπτόντως εναγομένη, ως τρίτη, για λογαριασμό του δευτέρου εναγομένου της κύριας αγωγής, κατά την άτυπη μεταξύ τους συμφωνία και μετά τις σχετικές προτροπές και παρακλήσεις εκ μέρους του τελευταίου (βλ. τη νομίμως προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από την παρεμπιπτόντως εναγομένη, από 1-12-2011 επιστολή του Δ. Μ. προς τις αρμόδιες υπηρεσίες της για καταβολή του ποσού των 30.000 ευρώ στην κυρίως ενάγουσα), στα πλαίσια της μακρόχρονης επαγγελματικής συνεργασίας και καλής σχέσης μεταξύ των διαδίκων, αφού η μεν κυρίως ενάγουσα κατέχει τη θέση της προέδρου του Δ.Σ. της εταιρείας ασφαλιστικής πρακτόρευσης με την επωνυμία «…» (με δ.τ. «…»), με την οποία η παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία διατηρεί μακροχρόνια αρμονική επαγγελματική συνεργασία στα πλαίσια μεταξύ τους καταρτισθείσας σύμβασης πρακτορείας, ο δε δεύτερος των κυρίως εναγομένων, …, μετέχει στη διοίκηση της ως άνω εταιρείας «…» με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου (βλ. το προσκομιζόμενο ΦΕΚ με τη διοικητική συγκρότηση της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας). Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης, κατόπιν και του σχετικού αιτήματός της, σε βάρος της προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την ένωση και συνεκδίκαση: α) της από 1-4-2013 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγής, β) της από 25-7-2014, με Γενικό Αριθ. Κατ. και με αριθ. κατ. …, ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης μετά της ενωμένης σ’ αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής και γ) της από 6-10-2014, με Γενικό Αριθ. Κατ. … και με αριθ. κατ. …, πρόσθετης παρέμβασης.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό, τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ως άνω υπό στοιχείο α΄ αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των διακοσίων σαράντα πέντε χιλιάδων τριάντα ενός ευρώ και δέκα εννέα λεπτών (245.031,19), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγομένους στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων (8.500,00) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ως άνω υπό στοιχείο β΄ προσεπίκληση μετά της ενωμένης σ’ αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης, τα οποία καθορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων εκατό (5.100,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 10-8-2015 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των μετεχόντων της δίκης, στις

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ