Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης

281/ 2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 8518/3973/2020)

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 2010/1023/2020)

 Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντιγόνη Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 20η Απριλίου 2021,  για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α. ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: … Δ.Ο.Υ. Βύρωνα, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Μιχάλη Ιωαννίδη (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 1835).

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ναυτικής Εταιρείας του Ν. 959/79 με την επωνυμία «… όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Γεωργίου Τρανακίδη (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 2882).

Ο εκκαλών κατέθεσε στη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιά την, από 02.11.2020, με αριθμό κατάθεσης 8889/265/2020, έφεσή του κατά της, με αριθμό 98/2019, οριστικής απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία προσδιορίστηκε (αριθμός κατάθεσης 8518/3973/2020) για τη δικάσιμο της 26.01.2021, κατόπιν δε νομίμου αναβολής για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Β. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ναυτικής Εταιρείας του Ν. 959/79 με την επωνυμία «… όπως νόμιμα εκπροσωπείται, με … Δ.Ο.Υ. Πλοίων, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Γεωργίου Τρανακίδη (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 2882).

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Μιχάλη Ιωαννίδη (Α.Μ./Δ.Σ.Π. 1835).

Η εκκαλούσα κατέθεσε στη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιά την, από 19.02.2020, με αριθμό κατάθεσης 1179/50/2020, έφεσή της κατά της, με αριθμό 98/2019, οριστικής απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία προσδιορίστηκε (αριθμός κατάθεσης 2010/1023/2020) αρχικά για τη δικάσιμο της 09.06.2020 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο της 10.11.2020, οπότε ματαιώθηκε συνεπεία της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω των έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από την πανδημία του Covid-19, ήδη δε η συζήτησή της επαναπροσδιορίστηκε οίκοθεν, δυνάμει της υπ’ αριθ. 150/2021 Πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς για τη δικάσιμο της 02.02.2021, οπότε αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο προκειμένου να συνεκδικαστεί με την υπό στοιχείο Α΄ έφεση και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Νόμιμα φέρονται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου η από  02.11.2020 (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. 8518/3973/2020) έφεση και η από   19.02.2020 (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. 2010/1023/2020) έφεση, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθόσον αμφότερες στρέφονται κατά της υπ΄ αριθμ. 98/2019 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά αφού με τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δευτεροβάθμιας δίκης (άρθρα 31, 246 και 524 παρ.1  ΚΠολΔ).

Η υπό κρίση Α΄ έφεση του εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, κατά της υπ’ αριθμ. 98/2019 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση στη γραμματεία του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 02.11.2020, ήτοι εντός της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευσή της (άρθρα 144, 145§1, 495§§1, 2, 511, 513§1 περ. β’, 518§2 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α 87/23.07.2015 και 520§1 του Κ.Πολ.Δ.), καθόσον από τον φάκελο της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε και οι διάδικοι επικαλούνται τέτοια επίδοση. Είναι, επομένως, παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο αυτό, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρο 17ΑΚΠολΔ), κατά την ίδια ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ), χωρίς να απαιτείται η καταβολή από τον εκκαλούντα παραβόλου άσκησης έφεσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, αφού ως υπόθεση που υπάγεται στη διαδικασία των εργατικών διαφορών εξαιρείται της υποχρέωσης αυτής, κατά το τελευταίο εδάφιο της ως άνω παραγράφου.

Η υπό κρίση Β΄ έφεση της εν μέρει ηττηθείσης εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, κατά της υπ’ αριθμ. 98/2019 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεση στη γραμματεία του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 20.02.2020, ήτοι εντός της καταχρηστικής προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευσή της (άρθρα 144, 145§1, 495§§1, 2, 511, 513§1 περ. β’, 518§2 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α 87/23.07.2015 και 520§1 του Κ.Πολ.Δ.), καθόσον από τον φάκελο της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε και οι διάδικοι επικαλούνται τέτοια επίδοση. Είναι, επομένως, παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο αυτό, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρο 17ΑΚΠολΔ), κατά την ίδια ειδική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ), χωρίς να απαιτείται η καταβολή από τον εκκαλούντα παραβόλου άσκησης έφεσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, αφού ως υπόθεση που υπάγεται στη διαδικασία των εργατικών διαφορών εξαιρείται της υποχρέωσης αυτής, κατά το τελευταίο εδάφιο της ως άνω παραγράφου.

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών, με την, από 18.12.2017 (12796/154/2017) αγωγή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά, όπως αυτή διορθώθηκε, εξέθετε ότι στον Πειραιά, στις 16.11.2016, με άτυπη σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου που κατήρτισε με την εναγομένη, πλοιοκτήτρια του υπό Ελληνική σημαία, επιβατηγού/οχηματαγωγού πλοίου «…», με αριθμό Νηολογίου …, κ.ο.χ. 1820,68, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του Ναυτόπαιδος, στο ως άνω πλοίο, το οποίο εκτελούσε κυκλικά δρομολόγια από Πειραιά προς Αίγινα, Μέθανα και Πόρο, αντί των μηνιαίων αποδοχών και επιδομάτων που προβλέπονταν από τη ΣΣΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων του έτους 2016, η οποία συμφωνήθηκε ρητά με την εναγομένη να εφαρμόζεται στην ένδικη σύμβαση εργασίας του, σε κάθε όμως περίπτωση τύγχανε εφαρμοστέα λόγω των ακτοπλοϊκών δρομολογίων που εκτελούσε το πλοίο, επί καθημερινής βάσης, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, με εξαίρεση τα αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα κατά τα οποία βρισκόταν ελλιμενισμένο λόγω επισκευών. Ότι ο ίδιος απασχολήθηκε στο ένδικο πλοίο έως την 12.10.2017, οπότε απολύθηκε, λόγω ετήσιας επιθεώρησης, εκτελώντας καθ΄όλο το διάστημα της ναυτολόγησής του τις αναλυτικά εκτιθέμενες στην αγωγή εργασίες, στο πλαίσιο των καθηκόντων της ειδικότητάς του και κατόπιν σχετικής εντολής του Πλοιάρχου του πλοίου, εργαζόμενος καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, κατά μέσον όρο επί 12 ώρες κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες, καθώς και κατά το χρονικό διάστημα από 01.12.2016 έως 15.12.2016 κατά το οποίο αυτό ήταν ελλιμενισμένο λόγω επισκευών και επί 8 ώρες κατά το χρονικό διάστημα από 13.02.2017 έως 23.03.2017 κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν επίσης σε ακινησία λόγω επισκευών, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, στο οποίο ενσωματώνεται αναλυτικός πίνακας με τις ώρες εργασίες καθ’ εκάστη ημέρα του επίδικου διαστήματος. Ότι η εναγομένη του κατέβαλε μέρος μόνον της νόμιμης υπερωριακής αμοιβής, ενώ ουδέποτε του κατέβαλε την προβλεπόμενη από την ως άνω ΣΣΕ αμοιβή για φορτοεκφόρτωση/έχμαση οχημάτων, στην οποία ως μέλος του πληρώματος καταστρώματος συμμετείχε συνεχώς και αδιαλείπτως και την οποία υπολογίζει με βάση τα μεταφερόμενα από το πλοίο οχήματα, κατά μέσον όρο, ανά μήνα κατά το επίδικο διάστημα. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, ο ενάγων ζητούσε, με βάση την ατομική σύμβαση εργασίας του και τις διατάξεις της ΣΣΕ ακτοπλοΐας που τη διέπουν, να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει για διαφορά υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 6.346,72€, για διαφορά δώρων εορτών το ποσό των 1.305,50€ και για αμοιβή φορτοεκφορτώσεων το ποσό των 3.405,38€, ήτοι συνολικά το ποσό των 11.057,60€, νομιμότοκα από την επομένη της τελευταίας απόλυσής του από το πλοίο, άλλως από την επίδοση της αγωγής του έως την πλήρη εξόφληση. Επικουρικά δε, ήτοι για την περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι το πλοίο εκτελούσε τοπικές διαπορθμεύσεις μεταξύ λιμένων εσωτερικού αποστάσεως έως τριάντα (30) ναυτικών μιλίων, ο ενάγων ζητούσε να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει την προβλεπόμενη από τη ΣΣΕ Πληρωμάτων Πορθμείων Εσωτερικού του έτους 2014 υπερωριακή αμοιβή, ήτοι διαφορά συνολικού ποσού 6.521,23€, άλλως να του καταβάλει το ποσό αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, καθώς και να καταδικαστεί η τελευταία στη δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την υπ’ αριθ. 98/2019 οριστική απόφασή του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, κατά την κύρια βάση της, ως ουσιαστικά βάσιμη υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 9.110,72 ευρώ, νομιμότοκα από την επομένη της απόλυσής του από το ένδικο πλοίο. Κατά της απόφασης αυτής στρέφεται ο ενάγων, με την υπό στοιχείο Α΄ έφεσή του, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ζητώντας να εξαφανιστεί, άλλως να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη και να γίνει δεκτή ολικά η αγωγή του. Επίσης, κατά της ίδιας απόφασης στρέφεται η εναγομένη, με την υπό στοιχείο Β΄ έφεσή της, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων ζητώντας να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί η αγωγή του ενάγοντος.

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 3, 5 του α.ν. 3276/1944 “περί συλλογικών συμβάσεων στη ναυτική εργασία”, ο οποίος εκδόθηκε στο Κάιρο και αναδημοσιεύτηκε στην Ελλάδα στις 6-7-1945 (ΦΕΚ Α`. 172), σύμφωνα με το άρθρο 8 της 21/1945 Συντακτικής Πράξης και εξακολουθεί να ισχύει, προκύπτει ότι οι συναπτόμενες μεταξύ οργανώσεων εφοπλιστών και εργατών θαλάσσης, από τις κρινόμενες από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας (Υ.Ε.Ν.) ως περισσότερο αντιπροσωπευτικές, συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, που κυρώθηκαν με απόφαση του Υ.Ε.Ν. και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποκτούν χαρακτήρα κανονιστικής διοικητικής πράξης και θέτουν κανόνες δικαίου, που δεσμεύουν όχι μόνο τις συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, αλλά και όλες τις τυχόν υφιστάμενες μη συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι αφορούν πλοία τα οποία ανήκουν στην ίδια κατηγορία, η οποία προβλέφθηκε από τη συλλογική σύμβαση. Περαιτέρω, στο άρθρο 170 του ν. δ. 187/1973 “περί Κωδικός Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου” και υπό τον τίτλο “κατηγορίαι δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότης δρομολογήσεως”, ορίστηκε στην παραγρ. 1 ότι “διά π.δ. εκδιδομένου προτάσει του αρμοδίου υπουργού καθορίζονται: α) αι κατηγορίαι των προς εξυπηρέτησιν της μεταξύ των ελληνικών λιμένων μεταφοράς επιβατών δρομολογιακών γραμμών, β) η αρμοδιότης προς δρομολόγησιν πλοίων και καθορισμόν δρομολογίων εις τας γραμμάς αυτάς…..”. Βάσει της ως άνω εξουσιοδοτήσεως εκδόθηκε το π.δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, με το άρθρο 1 του οποίου ορίστηκε, ότι κατά την εφαρμογή του διατάγματος τούτου και υπό τον όρο “δρομολογιακή γραμμή” νοείται η σειρά των λιμένων προσεγγίσεως του επιβατηγού πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής (περιπτ.ε`). Εξάλλου, με την ΥΑ 2242.5-1.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β΄ 2796/05.09.2016) κυρώθηκε, για το έτος 2016, η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων και με την ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 (ΦΕΚ Β΄ 4005/17.11.2017) κυρώθηκε η αντίστοιχη ΣΣΝΕ για το έτος 2017, οι οποίες εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 38 αυτών, σε όλα τα επιβατηγά πλοία που εκτελούν πλόες αποστάσεως άνω των 30 ναυτικών μιλίων, ενώ για τα πλοία που εκτελούν πλόες αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων (πορθμεία), εφαρμόζεται για το έτος 2016 (από 01.02.2016) η ΣΣΕ Εργασίας Πληρωμάτων Πορθμείων Εσωτερικού, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5/5568/2017 ΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 355/09.02.2017) και για το έτος 2017 (από 01.02.2017) η αντίστοιχη ΣΣΝΕ, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.6/6695/2018 ΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 305/02.02.2018). Όπως συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις, με τον όρο της εκτελέσεως πλόων μεταξύ λιμένων εσωτερικού μέχρι 30 ναυτικών μιλίων ή άνω των 30 ναυτικών μιλίων από την αφετηρία στον λιμένα προορισμού, νοείται το σύνολο της δρομολογιακής γραμμής, όπως αυτή προκύπτει από την περί δρομολογήσεως του πλοίου σχετική διοικητική πράξη, είναι δε αδιάφορο εάν κατά την εκτέλεσή του το δρομολόγιο πραγματοποιείται εκάστοτε εξ ολοκλήρου ή εν μέρει. Περαιτέρω, το μήκος της δρομολογιακής γραμμής, το οποίο έχει σημασία για την εφαρμοστέα εκάστοτε συλλογική σύμβαση ή υπουργική απόφαση, δηλαδή εάν θα εφαρμοστούν οι ΣΣΕ για πλοία, που εκτελούν πλόες αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων ή οι αναφερόμενες σε ακτοπλοϊκά πλοία, τα οποία εκτελούν μεγαλύτερες διαδρομές, εξευρίσκεται λαμβανομένων υπόψη και των αποστάσεων των ενδιαμέσων λιμένων, στους οποίους προσεγγίζει το πλοίο κατά τους ορισμούς της περί δρομολογήσεως αυτού διοικητικής πράξης, αναφέρεται δε σε καθαρώς τεχνικής φύσεως ζήτημα, γι` αυτό και λαμβάνεται υπόψη η περί τούτου βεβαίωση της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας, κατά τις γενόμενες επίσημες μετρήσεις. Εξ άλλου, η εφαρμογή για το πλήρωμα των ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, εφόσον το πλοίο, με βάση την οικεία διοικητική πράξη, έχει δρομολογηθεί για να εκτελεί πλόες αποστάσεως άνω των 30 ναυτικών μιλίων υπό την προεκτεθείσα έννοια, είναι, ως ευνοϊκότερη για τον εργαζόμενο ναυτικό, γενική και καθολική και όταν ακόμη το ίδιο πλοίο εκτελεί παραλλήλως και πλόες πορθμείου, δηλαδή δρομολόγια αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων (ΕφΠατρ 125/2008 ΕΠΙΣΚΕΔ 2008/550, ΕφΠατρ 100/2007 ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2007/523, ΕφΠατρ 1024/2007 ΑΧΑΝΟΜ 2008/642).

Από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ιδιαιτέρως παρακάτω, χωρίς να παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις προσκομιζόμενες, με επίκληση, από τον ενάγοντα, υπ’ αριθ. … και … ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, που δόθηκαν κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της εναγομένης (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών … και την, από 03.05.2019, εξώδικη κλήση προς την εναγομένη), οι οποίες τυγχάνουν νόμιμες και παραδεκτές, παρά το γεγονός ότι δόθηκαν χωρίς την παρουσία πληρεξούσιου δικηγόρου, καθώς κατά την ορθότερη γνώμη, που υιοθετεί και το παρόν Δικαστήριο, ακόμη και μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015 η υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου αφορά μόνο τις διαδικασίες επ’ ακροατηρίου, η δε διαδικασία λήψης ένορκης βεβαίωσης έχει χαρακτήρα διαδικαστικής πράξης της αποδεικτικής διαδικασίας και το όργανο που είναι κατά νόμο επιφορτισμένο με τη λήψη της δεν αποτελεί δικαιοδοτικό όργανο, ώστε να είναι αναγκαία η ενώπιόν του παράσταση του διαδίκου με πληρεξούσιο δικηγόρο, κατά δε την εφαρμοστέα εν προκειμένω διάταξη της §2 του άρθρου 422 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το Ν. 4335/2015, η οποία ως ειδικότερη κατισχύει εκείνης του άρθρου 94§§1-2 του ιδίου Κώδικα, οι διάδικοι δικαιούνται να παρίστανται κατά τη βεβαίωση και αυτοπροσώπως (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 205/2019, Π. Γιαννόπουλο, σημείωμα σε ΕΠολΔ 2017/540, Β. Χατζηϊωάννου, σημείωμα σε ΝοΒ 2015/1739 επομ., Β. Φούρκα, Η εφαρμογή του αρθ. 94 ΚΠολΔ μετά τις τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 {πότε επιτρέπεται η αυτοπρόσωπη παράσταση διαδίκου προς επιχείρηση διαδικαστικών πράξεων στην πολιτική δίκη}, σε ΕΠολΔ 2016/172 επομ. [195], Χ. Απαλαγάκη [-Π. Ρεντούλη], Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τόμος πρώτος, 2016, άρθρο 422, αρ. 1, σελ. 1088, αντίθετοι οι Π. Γιαννόπουλος – Χ. Τριανταφυλλίδης, ο.π., σελ. 681), από τις προσκομιζόμενες, με επίκληση, από την εναγομένη υπ’ αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Άννας – Κλαυδίας Εράσμου Κωνσταντίνου, που δόθηκαν κατόπιν νόμιμης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά …, σε συνδυασμό με την, από 06.05.2019, εξώδικη κλήση προς τον ενάγοντα) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψην αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: ο ενάγων, Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, κατήρτισε στον Πειραιά, την 16.11.2016, προφορική σύμβαση ναυτικής εργασίας  αορίστου χρόνου με εκπρόσωπο της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του, με Ελληνική σημαία, επιβατηγού/οχηματαγωγού πλοίου «…», με αριθμό Νηολογίου …, κ.ο.χ. 1820,68, το οποίο εκτελούσε πλόες Αργοσαρωνικού, δυνάμει της οποίας ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ως άνω πλοίο, με την ειδικότητα του Ναυτόπαιδος, υπηρέτησε δε σε αυτό έως την 12.10.2017, οπότε απολύθηκε με την αιτιολογία «Ετήσια Επιθεώρηση». Οι διάδικοι συμφώνησαν να καταβάλλονται στον ενάγοντα οι προβλεπόμενες από την ισχύουσα ΣΣΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων μηνιαίες αποδοχές, γεγονός που συνομολογεί μεν η εναγομένη,  πλην όμως ισχυρίζεται ότι κατέβαλλε στα μέλη του πληρώματος του ένδικου πλοίου της τις αποδοχές της ως άνω ΣΣΝΕ, προκειμένου να εργάζονται με ισότιμους οικονομικούς όρους σε σχέση με τους ναυτικούς των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων και δη από ελευθεριότητα, καθώς εφαρμοστέα, ως εκ της απόστασης του λιμένος του Πειραιά με το απώτατο σημείο των πλόων που εκτελούσε το πλοίο (Πόρος Τροιζηνίας), η οποία, σύμφωνα με τη σχετική, από 04.12.1995, βεβαίωση της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού, ανέρχεται σε 29,8 ναυτικά μίλια, ήτοι είναι κατώτερη των 30 ναυτικών μιλίων, ήταν η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Πορθμείων Εσωτερικού, ενώ αρνείται την ύπαρξη ειδικής συμφωνίας με τον ενάγοντα περί εφαρμογής της ΣΣΕ της ακτοπλοΐας. Ο ισχυρισμός, ωστόσο, αυτός της εναγομένης, περί εφαρμογής της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Πορθμείων Εσωτερικού, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, καθώς στην επίδικη σύμβαση εργασίας, βάσει των εγκεκριμένων δρομολογίων που εκτελούσε το πλοίο «…» δεν εφαρμόζεται η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Πορθμείων Εσωτερικού. Και τούτο διότι ως πλόες αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων ή άνω των 30 ναυτικών μιλίων από την αφετηρία, στον λιμένα προορισμού, νοείται το σύνολο της δρομολογιακής γραμμής, όπως αυτή προκύπτει από τη σχετική διοικητική πράξη περί δρομολογήσεως του συγκεκριμένου πλοίου και είναι αδιάφορο αν το δρομολόγιο κατά την εκτέλεσή του πραγματοποιείται κάθε φορά εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος. Περαιτέρω, το μήκος της δρομολογιακής γραμμής, το οποίο έχει σημασία για την εφαρμοστέα κάθε φορά ΣΣΕ ή ΥΑ, προκύπτει αφού συνυπολογισθούν και οι αποστάσεις των ενδιάμεσων λιμένων, στους οποίους προσεγγίζει το πλοίο κατά τα αναφερόμενα στη διοικητική πράξη δρομολόγησης αυτού (βλ. ΑΠ 461, 462/2010, σε ΤΝΠ Νόμος). Εν προκειμένω δε, από το, από 04.12.1995, έγγραφο του Διοικητή της Δ/νσης Ναυτιλ. Μελετών της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού προς τη δεύτερη εναγομένη προκύπτει η απόσταση μεταξύ λιμένος Πειραιώς και Πόρου Τροιζηνίας, που είναι το απώτατο σημείο δρομολόγησης του εν λόγω πλοίου, η οποία ανέρχεται σε 29,8 ναυτικά μίλια, η οποία ωστόσο δεν αποτελεί, σύμφωνα με τα ανωτέρω, το μήκος της δρομολογιακής γραμμής του πλοίου, αφού δεν συνυπολογίζονται σε αυτήν οι αποστάσεις των ενδιάμεσων λιμένων, στους οποίους προσέγγιζε το πλοίο κατά τα αναφερόμενα στη διοικητική πράξη δρομολόγησης αυτού. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το ένδικο πλοίο, εκτός από τα χρονικά διαστήματα από 16.11.2016 έως 14.12.2016 και από 13.02.2017 έως 24.03.2017, κατά τα οποία  βρισκόταν σε ακινησία λόγω επισκευής, εκτελούσε δρομολόγια ημερόπλοιου και δη καθημερινά από ένα έως τρία κυκλικά δρομολόγια από Πειραιά προς νησιά του Αργοσαρωνικού, κάποιες ημέρες την εβδομάδα έως την Αίγινα και άλλες έως τα Μέθανα και τον Πόρο, με επιστροφή στον Πειραιά μέσω των ίδιων λιμένων, όπως τα δρομολόγια αυτά αναλυτικά προκύπτουν από τον προσκομιζόμενο πίνακα δρομολογίων της Κοινοπραξίας Πλοίων Σαρωνικού.  Αποδείχθηκε, επίσης, ότι στην οργανική σύνθεση του πλοίου  προβλέπονταν και υπηρετούσαν πράγματι, ως προσωπικό καταστρώματος, 1 πλοίαρχος, 1 ανθυποπλοίαρχος, 1 ναύκληρος, 4 ναύτες και 1 ναυτόπαις, ο ενάγων δε ειδικότερα, ως μοναδικός ναυτόπαις, προσερχόταν στο πλοίο κάθε πρωί, μία ώρα πριν την έναρξη του δρομολογίου, ήτοι κατά την έναρξη της διαδικασίας φόρτωσης των οχημάτων και επιβίβασης των επιβατών στην οποία συμμετείχαν όλα τα μέλη του κατώτερου πληρώματος καταστρώματος. Ο αγωγικός ισχυρισμός κατά τον οποίον ο ενάγων προσερχόταν στο πλοίο καθημερινά δύο ώρες πριν την έναρξη του δρομολογίου δεν αποδείχθηκε, καθότι δεν γίνεται επίκληση συγκεκριμένων εργασιών με τις οποίες ήταν αυτός επιφορτισμένος πριν την έναρξη της διαδικασίας φόρτωσης των οχημάτων στο πλοίο, οι δε συνάδελφοί του στις σχετικές ένορκες βεβαιώσεις αναφέρουν αορίστως ότι αυτός άρχιζε την εργασία του μία ώρα πριν τη φόρτωση προκειμένου να προετοιμάσει το πλοίο για τη φόρτωση χωρίς ωστόσο να προσδιορίζουν συγκεκριμένα τις εργασίες που απαιτούνταν για την εν λόγω προετοιμασία. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι ο ενάγων ασκούσε ανελλιπώς τα καθήκοντα της ειδικότητάς του, σύμφωνα με τις ειδικότερες εντολές που λάμβανε από τον Πλοίαρχο του πλοίου αλλά και από τον άμεσο Προϊστάμενό του και συγκεκριμένα συμμετείχε στη διαδικασία φόρτωσης/εκφόρτωσης και έχμασης των οχημάτων στα γκαράζ του πλοίου σε κάθε λιμάνι του δρομολογίου, ενώ κατά τη διάρκεια που το πλοίο ήταν εν πλω βοηθούσε τους ναύτες στις μικροσυντηρήσεις και τις εργασίες καθαρισμού του πλοίου, ασχολούμενος ειδικότερα με την καθαριότητα των διαδρόμων και του γκαράζ, προσέτι δε εκτελούσε περιπολίες σε όλους τους χώρους του πλοίου, ενώ μετά τον τελικό κατάπλου στο τελευταίο λιμάνι του δρομολογίου καθάριζε το γκαράζ και ακολούθως αποβιβαζόταν από το πλοίο και μετέβαινε στην οικία του. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος, αλλά και της διάρκειας των δρομολογίων του πλοίου, η οποία κυμαινόταν, ανάλογα με τον αριθμό των κυκλικών δρομολογίων που εκτελούσε και τους λιμένες που αυτό προσέγγιζε, από έξι έως εννέα και μέχρι έντεκα ώρες ημερησίως, και λαμβανομένου υπ’όψιν του ότι κατά τη διάρκεια πλεύσης του πλοίου ο ενάγων πραγματοποιούσε αθροιστικά δύο ώρες διάλειμμα όπως ο ίδιος συνομολογεί και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο ενάγων, κατά τις επίδικες χρονικές περιόδους κατά τις οποίες το πλοίο εκτελούσε πλόες, εργαζόταν, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, κατά μέσον όρο επί δέκα (10) ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, από τις οποίες οι 2 ώρες μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και της Κυριακής εργασίας του έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, για τα δε Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Έτσι, κατά το χρονικό διάστημα από 15.12.2016 έως 10.10.2017 (εκτός από τις 29/12 {απαγορευτικό απόπλου} , 16/5, 17/5, 18/5, 19/5 {απεργία} κατά τις οποίες ο ενάγων δεν εργάστηκε, καθώς και το διάστημα από 13.02.2017 έως 24.03.2017 κατά το οποίο ο ενάγων συνομολογεί ότι δεν πραγματοποίησε υπερωρία, με εξαίρεση ένα Σάββατο {18/3} και μία αργία {27/2} κατά τις οποίες εργάστηκε 8 ώρες), ο ενάγων εργάσθηκε: 206 καθημερινές και Κυριακές, κατά μέσον όρο επί 10 ώρες ημερησίως, δικαιούμενος για την υπερωριακή του απασχόληση, επί 2 ώρες ημερησίως, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη της παρούσας ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, το συνολικό ποσό των [(206ημέρες Χ 2 ώρες=) 412 ώρες Χ 6,71€=] 2.764,52€ και 37 Σάββατα και 12 αργίες (2016: 25/12, 26/12, 2017: 1/1, 6/1, 27/2 {Κ.Δευτέρα}, 25/3, 14/4 {Μ.Παρασκευή}, 17/4 {Δευτέρα του Πάσχα}, 1/5, 25/5 {της Αναλήψεως}, 15/8 και 14/9), κατά μέσον όρο επί 10 ώρες ημερησίως, δικαιούμενος για όλες τις ώρες της εργασίας του, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες ΣΣΝΕ, το ποσό των [(49ημέρεςΧ10ώρες=) 490 ώρες Χ 8,06€=] 3.949,40€. Κατά το χρονικό διάστημα από 16.11.2016 έως 14.12.2016, κατά το οποίο το πλοίο ήταν σε ακινησία, λόγω επισκευής, όπως αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα από την εναγομένη αποσπάσματα του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου, τα μέλη του πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, εργάζονταν με ωράριο από 08.00 έως 17.00, ήτοι επί εννέα (9) ώρες ημερησίως (εκτός από την 23/11 οπότε εργάστηκαν επί 6 ώρες, την 24/11 κατά την οποία δεν εργάστηκαν, 3 Κυριακές {20/11, 27/11, 4/12} κατά τις οποίες δεν εργάστηκαν και την 11/12 οπότε εργάστηκαν 7 ώρες), ενώ επί 3 Σάββατα (19/11, 26/11, 3/12) εργάστηκαν με ωράριο από 08.00 έως 15.00. Επομένως, κατά το ως άνω διάστημα ακινησίας του πλοίου ο ενάγων εργάστηκε 20 καθημερινές και Κυριακές, επί 9 ώρες ημερησίως δικαιούμενος για την υπερωριακή απασχόληση μίας ώρας ημερησίως το ποσό των (20ώρεςΧ6,71€=) 134,20€ και 3 Σάββατα, επί 7 ώρες ημερησίως, δικαιούμενος για όλες τις ώρες της εργασίας του το ποσό των (21 Χ 8,06€=) 169,26€. Συνολικά, επομένως, ο ενάγων, για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές δικαιούται το ποσό των (2.764,52 +134,20=) 2.898,72€, έναντι του οποίου έλαβε συνολικά, όπως αποδεικνύεται από τις μισθοδοτικές του καταστάσεις και συνομολογείται από τον ίδιο, το ποσό των 409,10€ (Δεκέμβριος 2016:107,32€, Αύγουστος 2017:301,78€) και συνεπώς δικαιούται ακόμη το ποσό των 2.489,62€, ενώ για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες δικαιούται το συνολικό ποσό των (3.949,40+169,26=) 4.118,66€, έναντι του οποίου έλαβε συνολικά, όπως αποδεικνύεται από τις μισθοδοτικές του καταστάσεις και συνομολογείται από τον ίδιο το ποσό των 2.938,67€ (2016: Δεκέμβριος 104,60€, 2017: Ιανουάριος 365,36€, Φεβρουάριος 146,14€, Μάρτιος 85,25€, Απρίλιος 365,36€, Μάιος 328,82€, Ιούνιος 365,36€, Ιούλιος 365,36€, Αύγουστος 365,36€, Σεπτέμβριος 365,36€,  Οκτώβριος 81,70€) και συνεπώς δικαιούται ακόμη το ποσό των 1.179,99€. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται ως υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 1.626,02€ για υπερωριακή εργασία του ενάγοντος κατά τα Σάββατα και τις αργίες και το ποσό των 4.720,70€ για την υπερωριακή του εργασία κατά τις καθημερινές και Κυριακές έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων γενομένου δεκτού του σχετικού λόγου έφεσης της εκκαλούσας-εναγομένης. Περαιτέρω, η εναγομένη επαναφέρει με λόγο έφεσης τον ισχυρισμό κατά τον οποίον ο ενάγων δεν δικαιούνταν επιδόματος έχμασης καθώς στην επίδικη σύμβαση δεν είχε εφαρμογή η ΣΣΕ της ακτοπλοΐας, ισχυρισμός ωστόσο που τυγχάνει κατά τα ανωτέρω απορριπτέος. Όσον αφορά δε τον αριθμό των οχημάτων που διακινήθηκαν από το πλοίο κατά την επίδικη περίοδο δεν προσκομίζονται από τους διαδίκους έγγραφα αποδεικτικά μέσα, όπως μηνιαίες αναφορές του Πλοιάρχου του πλοίου ή σχετικές καταστάσεις από το Λιμεναρχείο, από το εισφερθέν ωστόσο αποδεικτικό υλικό και δη το προσκομιζόμενο από την εναγομένη εγχειρίδιο εχμάσεως οχημάτων του ένδικου πλοίου, από το οποίο προκύπτει η επιφάνεια του ανώτερου χώρου οχημάτων (732 τ.μ.) και του κατώτερου καταστρώματος για ΙΧΕ οχήματα (311 τ.μ.), καθώς και η επιφάνεια που καταλαμβάνουν οι μεταφερόμενοι τύποι οχημάτων (ΙΧΕ, φορτηγά, νταλίκες κ.α.), από τον πίνακα δρομολογίων του πλοίου, τις προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα ένορκες βεβαιώσεις, αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψην αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, αποδεικνύεται ότι κατά τους μήνες Ιανουάριο, Απρίλιο και Μάιο του 2017, το ένδικο πλοίο, με πληρότητα οχημάτων σε ποσοστό 50%, μετέφερε κατά τους μήνες αυτούς, κατά μέσον όρο ανά μήνα, 120 φορτηγά-νταλίκες, 2.400 επιβατηγά αυτοκίνητα και 1.500 δίκυκλα, για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οποίων απασχολούνταν κάθε φορά 6 άτομα και συγκεκριμένα 1 ναύκληρος, 4 ναύτες και 1 ναυτόπαις. Επομένως, η διανεμητέα αμοιβή μεταξύ των μελών του πληρώματος καταστρώματος ανέρχεται για τους ως άνω τρεις μήνες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 της προαναφερόμενης ΣΣΝΕ του έτους 2017, για τα 360 φορτηγά/νταλίκες που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο στο ποσό των (360 X 1,87€ =) 673,20€, για τα 7.200 επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο στο ποσό των (7.200 X 0,54€=) 3.888,00€ και για τα 9.000 δίκυκλα στο ποσό των (9.000Χ0,25€=) 2.250,00€, ήτοι συνολικά στο ποσό των 6.811,20€. Το ποσό αυτό τυγχάνει διανεμητέο στα ως άνω μέλη του πληρώματος, εκ των οποίων ο ναύκληρος δικαιούται το αναλογούν σε αυτόν ποσοστό προσαυξημένο κατά 10%, του απομένοντος υπολοίπου ανακατανεμομένου εξ ίσου μεταξύ των υπολοίπων μελών του κατωτέρου πληρώματος καταστρώματος και συνεπώς ο ενάγων δικαιούται για την ανωτέρω αιτία το ποσό των [(6.811,20€:6=) 1.135,20€ + 10% = 1.248,72€(αμοιβή Ναυκλήρου), ήτοι διανεμητέο υπόλοιπο στα 5 μέλη του πληρώματος: (6.811,20-1.248,72=) 5.562,48€: 5=] 1.112,50€. Κατά τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 2017, το ένδικο πλοίο είχε πληρότητα οχημάτων κατά ποσοστό 100% και ειδικότερα διακινήθηκαν κατά τους μήνες αυτούς, κατά μέσον όρο ανά μήνα, 240 φορτηγά-νταλίκες, 4.800 επιβατηγά αυτοκίνητα και 3.000 δίκυκλα, για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οποίων απασχολούνταν κάθε φορά 6 άτομα και συγκεκριμένα 1 ναύκληρος, 4 ναύτες και 1 ναυτόπαις. Επομένως, η διανεμητέα αμοιβή μεταξύ των μελών του πληρώματος καταστρώματος ανέρχεται για τους ως άνω τέσσερις μήνες, για τα 960 φορτηγά/νταλίκες που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο στο ποσό των (960 X 1,87€ =) 1.795,20€, για τα 19.200 επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο στο ποσό των (19.200 X 0,54€=) 10.368,00€ και για τα 12.000 δίκυκλα στο ποσό των (12.000Χ0,25€=) 3.000,00€, ήτοι συνολικά στο ποσό των 15.163,20€. Για την ανωτέρω αιτία ο ενάγων δικαιούται το ποσό των [ (15.163,20€:6=) 2.527,20€ + 10%=2.779,92€(αναλογούσα στον Ναύκληρο αμοιβή), ήτοι διανεμητέο υπόλοιπο στα 5 μέλη του πληρώματος: (15.163,20-2.779,92=) 12.383,28€: 5=] 2.476,66€. Συνολικά, επομένως, για την αιτία αυτή ο ενάγων δικαιούται το ποσό των (1.112,50 + 2.476,66=) 3.589,16€, έναντι του οποίου η εναγομένη ουδέν του κατέβαλε. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται, για αμοιβή φορτοεκφόρτωσης/έχμασης, το συνολικό ποσό των 1.541,10€, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων γενομένου δεκτού του σχετικού λόγου έφεσης του εκκαλούντος-ενάγοντος. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούνταν για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2016, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 16.11.2016 έως και 31.12.2016, το ποσό των [928,36€ μισθός ενεργείας + 204,24€ επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 353,45€ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + 557,00€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής {σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 16.11.2016 έως και 31.12.2016: 854,08€:46 ημέρες Χ 30} = 2.654,57€ μηνιαίες  αποδοχές Χ 2/25 = 212,37€  Χ 2,421 δεκαεννεαήμερα =] 514,15€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 335,64€, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή ποσού 178,51 ευρώ. Για Δώρο Πάσχα 2017 ο ενάγων δικαιούνταν το ποσό των  [928,36€ μισθός ενεργείας + 204,24€ επίδομα Κυριακών + 35,22€ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21€Χ30) + 353,45€ αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας + 594,22€ μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής {σύνολο δικαιούμενης αμοιβής υπερωριών κατά τη χρονική διάρκεια ναυτολόγησης του ενάγοντος από 01.01.2017 έως και 30.04.2017: 2.376,86€ : 120 ημέρες Χ 30} = 2.691,79€ μηνιαίες  αποδοχές : 30 Χ15=] 1.345,90€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 704,17€, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή ποσού 641,73€. Επισημαίνεται δε ότι το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1-3 και 20 της ως άνω Συλλογικής Σύμβασης επίδομα ιματισμού, που δικαιούνται οι ναυτικοί, οι οποίοι αποτελούν το κατώτερο πλήρωμα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, προς αντιμετώπιση των δαπανών της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν, εσφαλμένως συνυπολογίζεται από τον ενάγοντα στα οφειλόμενα δώρα εορτών, καθώς αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αλλά η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου και, συνεπώς, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών (Α.Π.774/2003 ΔΕΝ 59.1300, Α.Π.226/2003 ΔΕΝ 59.1138, Εφ.Πειρ.434/2013 (Μον.) Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.53/2013, Εφ.Πειρ. 661/2012 (Μον.), Εφ.Πειρ.517/2011, Εφ.Πειρ. 500/2011, Εφ.Πειρ.55/2011, Εφ.Πειρ.54/2011 αδημ. σε νομικό τύπο, Εφ.Πειρ.377/2011 ΕΝΔ 2011.262, Εφ.Πειρ.723/2010 αδημ., Εφ.Πειρ.283/2009 ΕΝΔ 2009.102). Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση, και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των ως άνω δελτίων μισθοδοσίας του ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την παροχή της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (άφεση χρέους) είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (η παραίτηση) έλαβε χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγομένης. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, πρέπει οι υπό κρίση εφέσεις να γίνουν δεκτές και κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και, αφού κρατηθεί η υπόθεση προς κατ’ ουσίαν εκδίκαση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535§1 ΚΠολΔ), να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη κατά την κύρια βάση της και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα για υπόλοιπο αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές και Κυριακές το ποσό των 2.489,62€ και κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 1.179,99€, για πρόσθετη αμοιβή φορτοεκφόρτωσης οχημάτων το ποσό των 3.589,16€, για διαφορά αναλογίας Δώρου Χριστουγέννων 2016 το ποσό των 178,51€ και για διαφορά Δώρου Πάσχα 2017 το ποσό των 641,73€, ήτοι συνολικά το ποσό των 8.079,01€, νομιμότοκα ως ακολούθως: για την αμοιβή της υπερωριακής απασχόλησης από την πρώτη ημέρα του επομένου του μηνός εντός του οποίου αυτή παρασχέθηκε, για την πρόσθετη αμοιβή φορτοεκφορτώσεων από την επομένη της ημέρας απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από την 13.10.2017, για την αναλογία Δώρου Χριστουγέννων από την 01.01.2017 και για το Δώρο Πάσχα 2017 από την 01.05.2017, έως την πλήρη εξόφληση. Τέλος, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας κάθε διαδίκου, πρέπει να καταδικαστεί η εκκαλούσα – εφεσίβλητη – εναγομένη σε μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος- εφεσιβλήτου – ενάγοντος, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (άρθρα 178§1, 180, 183, 191§2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις από 02.11.2020 (με αριθμό κατάθεσης 8518/3973/2020) και από 19.02.2020 (με αριθμό κατάθεσης 2010/1023/2020) εφέσεις, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τις εφέσεις.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ τη, με αριθμό 98/2019, οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και τη δικάζει κατ’ ουσίαν

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την, από 18.12.2017, αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των οκτώ χιλιάδων εβδομήντα εννέα ευρώ και ενός λεπτού (8.079,01€), νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη-εκκαλούσα-εφεσίβλητη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος-εκκαλούντος-εφεσιβλήτου, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00€).

 

      ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 14  Ιανουαρίου 2022, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ