Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ      3824 /2015

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Τακτική Διαδικασία)

………………………………………

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Θεόκλητο Καρακατσάνη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Ναυπλιώτη, Πρωτοδίκη, Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Βασιλική Αναγνωστοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 26-5-2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο … Αττικής, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων δικηγόρων της, Κωνσταντίνου Ματθαίου και Θεοδώρας Πατρινέλλη.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στον Πειραιά, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Κωνσταντίνου Σαρλή.

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 23-12-2013 αγωγή της, που κατατέθηκε με αριθμό … και φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) με τη με γενικό αριθμό κατάθεσης … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση, η οποία προσδιορίστηκε, μετά από αναβολή κατά τη δικάσιμο της 3ης Μαρτίου 2015, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Σύμφωνα με τα άρθρα 404 και 405 ΑΚ, ο οφειλέτης μπορεί να υποσχεθεί στο δανειστή ως ποινή χρηματικό ποσό ή κάτι άλλο (ποινική ρήτρα), για την περίπτωση που δεν θα εκπλήρωνε ή που δεν θα εκπλήρωνε προσηκόντως την παροχή, η δε ποινή καταπίπτει αν ο οφειλέτης αδυνατεί υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή αν περιέλθει σε υπερημερία, ενώ η κατάπτωση της ποινής επέρχεται και αν ακόμη ο δανειστής δεν έχει υποστεί καμιά ζημία. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 407 εδ. β΄ ΑΚ συνάγεται ότι, αν η ποινή συμφωνήθηκε για την περίπτωση της μη προσήκουσας και ιδίως της μη έγκαιρης εκπλήρωση της παροχής, ο δανειστής έχει δικαίωμα να απαιτήσει και την επιπλέον αποδεικνυόμενη ζημία, από τη μη προσήκουσα εκπλήρωση. Η τελευταία αυτή διάταξη έχει την έννοια ότι, αν η ποινή υπερκαλύπτει την προβλεπόμενη ζημία, δεν μπορεί ο δανειστής να ζητήσει την ποινή και επιπλέον το ποσό της αποζημίωσης για τη ζημία αυτή. Εάν δε το ποσό της αποζημίωσης για την επικαλούμενη ζημία υπερβαίνει το ποσό της ποινής, μπορεί ο δανειστής να ζητήσει το επιπλέον τούτο μέρος της αποζημίωσης και την ποινική ρήτρα. Οι παραπάνω όμως διατάξεις είναι ενδοτικού δικαίου και συνεπώς είναι δυνατόν να συμφωνηθεί ότι ο δανειστής θα δικαιούται σωρευτικά την ποινική ρήτρα και την αποζημίωση και όχι μόνο το ποσό κατά το οποίο αυτή υπερβαίνει την ποινική ρήτρα (ΑΠ 1325/2014 και 358/2014 αμφότερες σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 762/2000 ΕλλΔνη 42. 153). Εξάλλου, από τα άρθρα 297 και 298 ΑΚ προκύπτει ότι ο υπόχρεος σε αποζημίωση οφείλει να την παράσχει σε χρήμα. Η δε αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος, δηλαδή εκείνο το οποίο προσδοκά κανείς με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί. Τέλος, στη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ ορίζεται ότι η αγωγή εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 και 117 πρέπει να περιέχει α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν αυτήν σύμφωνα με το νόμο, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι για την πληρότητα της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους, πρέπει να εκτίθενται στην αγωγή τα περιστατικά που προσδιορίζουν την προσδοκία ορισμένου κέρδους, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα και οι ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα τυχόν ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα. Δεν αρκεί δηλαδή η αφηρημένη επανάληψη των ως άνω εκφράσεων του άρθρου 298 ΑΚ ούτε του συνολικώς φερομένου ως διαφυγόντος κέρδους, αλλά απαιτείται η εξειδικευμένη και λεπτομερής κατά περίπτωση μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών, περιστάσεων και μέτρων, που καθιστούν πιθανό το κέρδος ως προς τα επί μέρους κονδύλια, καθώς και ιδιαίτερη επίκληση των κονδυλίων αυτών, ώστε να μπορεί να εκτιμηθεί δικαστικώς ο οικείος ισχυρισμός και να αμυνθεί κατ’ αυτού ο εναγόμενος (ΑΠ 1678/2014 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 2033/2013 Αρμ 2014. 782). Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή της, η οποία νομίμως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) με τη με γενικό αριθμό κατάθεσης … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση, εκθέτει ότι, δυνάμει συμβάσεως θαλάσσιας μεταφοράς που κατήρτισε στις 8-8-2013 με την εναγόμενη ναυτική εταιρεία, η τελευταία ανέλαβε την υποχρέωση να μεταφέρει με πλοία της 1.200.000 (±20%) τόνους μεταλλεύματος λατερίτη από τα Πολιτικά Εύβοιας στο εργοστάσιό της (ενάγουσας) παραγωγής νικελίου στο λιμάνι της Λάρυμνας, για το χρονικό διάστημα από 1η Σεπτεμβρίου 2013 μέχρι 31η Αυγούστου 2014, με δικαίωμα παράτασης (option) για ένα έτος επιπλέον, έναντι ναύλου που ορίσθηκε σε 0,90 ευρώ ανά τόνο· ότι, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους της σύμβασης, η εναγομένη ήταν υποχρεωμένη να έχει διαθέσιμα πλοία για μεταφορά καθ’ όλες τις ημέρες του έτους στην περίπτωση που ανέκυπτε ανάγκη προς έκτακτη μεταφορά μεταλλεύματος σε Σάββατα, Κυριακές και αργίες, με ενδεικτική ποσότητα 120.000 τόνων περίπου μηνιαίως, στην περίπτωση δε υπαίτιας καθυστέρησης εκ μέρους της (εναγομένης) μεταφοράς των φορτίων μεταλλεύματος, με συνέπεια την αδυναμία της ενάγουσας να τροφοδοτήσει το εργοστάσιό της με την απαιτούμενη ποσότητα, η πρώτη (εναγομένη) υποχρεούται στην καταβολή ποινικής ρήτρας, ίσης προς 1.000,00 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης, μέχρι του συνολικού ποσού των 50.000,00 ευρώ, ενώ η ίδια (ενάγουσα) διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει την ένδικη σύμβαση οποτεδήποτε και αζημίως· ότι, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, η εναγομένη καθυστέρησε υπαιτίως να ξεκινήσει τις ανατεθείσες σ’ αυτή ως άνω μεταφορές και τελικά εγκατέλειψε το αναληφθέν επίδικο έργο, με αποτέλεσμα η ίδια (ενάγουσα) να καταγγείλει την καταρτισθείσα μεταξύ τους σύμβαση, να αναγκασθεί να συνάψει για το ίδιο χρονικό διάστημα τη διαλαμβανόμενη στο δικόγραφο σύμβαση καλύψεως, προκειμένου να διενεργηθούν οι απαραίτητες μεταφορές μεταλλεύματος, με υπέρτερο όμως ναύλο από τον ως άνω συμφωνηθέντα με την εναγομένη, και να υποστεί εξ αυτού του λόγου συνολική ζημία ύψους 110.171,44 ευρώ· ότι, λόγω της προεκτιθέμενης υπερημερίας της εναγομένης περί την εκπλήρωση της συμφωνηθείσας παροχής, μειώθηκε η παραγωγή σιδηρονικελίου του εργοστασίου της, κατά τα περιγραφόμενα ειδικότερα στο δικόγραφο, με συνέπεια να υποστεί ζημία ύψους 808.545,56 ευρώ, ενώ κατέπεσε και η συνομολογηθείσα ποινική ρήτρα, η οποία ανήλθε στο συνολικό ποσό των 37.000,00 ευρώ. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η απαράδεκτη, κατ’ άρθρο 223 ΚΠολΔ, μεταβολή του αγωγικού αιτήματος με τις κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της (ενάγουσας), να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει, για τις προμνημονευόμενες αιτίες, το συνολικό ποσό των 955.717,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2 και 18 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 3Β περ. ε΄ Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων, 107 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., 297, 298, 330, 346, 361, 383, 385, 386, 404, 405, 407 και 686 εδ. β΄ ΑΚ, πλην του αιτήματος για την επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους της ενάγουσας ύψους 808.545,56 ευρώ, οφειλομένου εξαιτίας της υπερημερίας της εναγομένης περί την εκτέλεση της συμφωνηθείσας μεταφοράς μεταλλεύματος στο ευρισκόμενο στο λιμάνι της Λάρυμνας εργοστάσιο της πρώτης (ενάγουσας) και της συνακόλουθης μείωσης στην παραγωγή σιδηρονικελίου απ’ αυτό (εργοστάσιο), το οποίο (αίτημα) κρίνεται, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας και γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού της εναγομένης, απορριπτέο ως απαράδεκτο λόγω της αοριστίας του, καθόσον στο δικόγραφο δεν λαμβάνει χώρα η απαιτούμενη κατά νόμο εξειδικευμένη και λεπτομερής μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών και των ειδικών περιστάσεων, που προσδιορίζουν την προσδοκία του προεκτιθέμενου κέρδους με βάση την πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Ειδικότερα, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, το μείγμα της τροφοδοσίας του εργοστασίου της ενάγουσας για την παραγωγή σιδηρονικελίου αποτελείται, κατά προσέγγιση, από 60% μετάλλευμα Εύβοιας, 22% μετάλλευμα Αγ. Ιωάννη Βοιωτίας και 18% μετάλλευμα Καστοριάς, η δε επικαλούμενη από την ενάγουσα απώλεια παραγωγής του τελικού προϊόντος (σιδηρονικελίου) κατά το μήνα Οκτώβριο 2013 αποδίδεται στην οφειλόμενη στην προεκτιθέμενη υπερημερία της εναγομένης, μείωση της τροφοδοσίας του εργοστασίου με μετάλλευμα Καστοριάς – το οποίο έχει τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε νικέλιο-, έπρεπε, για την πληρότητα της αγωγής αναφορικά με το σχετικό κονδύλιο διαφυγόντος κέρδους, να διαλαμβάνεται στο δικόγραφο όχι μόνο η μέση περιεκτικότητα σε νικέλιο του φυσικού λατερίτη συνολικά, αλλά και η περιεκτικότητα σε έκαστο μετάλλευμα προερχόμενο από Εύβοια, Αγ. Ιωάννη Βοιωτίας και Καστοριά, αντίστοιχα, και μάλιστα όχι μόνο για τους δύο μήνες για τους οποίους γίνεται αναφορά στην αγωγή (Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2013), αλλά για χρονικό διάστημα αρκετών μηνών, ώστε να δύναται το Δικαστήριο να εκτιμήσει και διαπιστώσει το οφειλόμενο αιτιωδώς στην υπαίτια μη προσήκουσα εκπλήρωση της επίδικης παροχής από την εναγομένη, διαφυγόν κέρδος της ενάγουσας, συνιστάμενο σε απώλεια της παραγωγής του εργοστασίου της κατά το μήνα Οκτώβριο 2013, την οποία θα προσδοκούσε η τελευταία (ενάγουσα) με πιθανότητα σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων. Το εν λόγω, μάλιστα, αγωγικό κονδύλιο πάσχει αοριστίας και για το λόγο ότι στο μαθηματικό τύπο, με τον οποίο προσδιορίζεται στο δικόγραφο η προεκτιθέμενη απώλεια παραγωγής του εργοστασίου της ενάγουσας, ήτοι «απώλεια παραγωγής = [μηνιαία κατανάλωση φυσικού λατερίτη μηνός Οκτωβρίου 2013 χ (μέση περιεκτικότητα σε Νι του Φ.Λ. μήνα Σεπτεμβρίου – μέση περιεκτικότητα σε Νι του Φ.Λ. μήνα Οκτωβρίου) χ μεταλλουργική απόδοση εργοστασίου τρέχοντος έτους] = [202916,57 tn χ (1,07 – 1,02)% x 76,8] = 78 tn» δεν διευκρινίζεται ο τρόπος υπολογισμού του ποσοστού μεταλλουργικής απόδοσης του εργοστασίου, ώστε να εξετασθεί από το Δικαστήριο η βασιμότητα του εν λόγω κονδυλίου και να μπορέσει η εναγομένη να αμυνθεί κατά της τυχόν ανυπαρξίας ή υπέρογκης αξίωσης της ενάγουσας για την ως άνω αιτία. Ακόμη δε μεγαλύτερη σύγχυση αναφορικά με το ανωτέρω κονδύλιο, γενομένων δεκτών των σχετικών αιτιάσεων της εναγομένης περί αοριστίας αυτού, προκαλεί το ότι ενώ η παραγωγή του εργοστασίου της ενάγουσας αφορά σε κράμα σιδηρονικελίου, όπως διαλαμβάνει η τελευταία στο δικόγραφο, ο υπολογισμός του διαφυγόντος κέρδους της γίνεται σε ποσότητα καθαρού νικελίου. Τέλος, το αίτημα περί επιδικάσεως του ποσού των 110.171,44 ευρώ ως αποζημίωση της ενάγουσας για τη θετική ζημία που υπέστη εξαιτίας της ως άνω σύμβασης καλύψεως που αναγκάσθηκε να συνάψει, μετά την υπερημερία της εναγομένης, προκειμένου να διενεργηθούν οι απαραίτητες μεταφορές μεταλλεύματος, με υπέρτερο ναύλο από τον συμφωνηθέντα κατά τα ανωτέρω με την τελευταία, πρέπει, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα μείζονα πρόταση της παρούσας, να απορριφθεί ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας ως προς το καλυπτόμενο από την ποινική ρήτρα ποσό αυτής (αποζημίωσης), ύψους 37.000,00 ευρώ, διότι δεν γίνεται επίκληση στην αγωγή υπάρξεως συμφωνίας για το ότι η ενάγουσα θα δικαιούται εκτός από την ποινική ρήτρα και αποζημίωση για το σύνολο της ζημίας. Επομένως, πρέπει η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του και όλων, ανεξαιρέτως, των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και η υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα της εναγομένης, …, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς, Ζαφειρίας Σουρή, που λήφθηκε στα πλαίσια άλλης δίκης και εκτιμάται ως δικαστικό τεκμήριο (ΑΠ 1506/2003 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεως που καταρτίστηκε στις 8-8-2013, μεταξύ της ενάγουσας, η οποία δραστηριοποιείται στους νομούς Εύβοιας, Βοιωτίας, Φθιώτιδας, Καστοριάς και Κοζάνης, εκμεταλλευόμενη τα εγχώρια μεταλλεύματα λατερίτη τα οποία εν συνεχεία επεξεργάζεται στο μεταλλουργικό της εργοστάσιο στη Λάρυμνα Φθιώτιδας όπου παράγει σιδηρονικέλιο, και της εναγόμενης εταιρείας, η τελευταία ανέλαβε, έναντι συμπεφωνημένου ναύλου, την εκτέλεση του έργου της μεταφοράς μεταλλεύματος στο ως άνω εργοστάσιο της ενάγουσας με διαδοχικά ταξίδια, προκειμένου να υπάρχει συνεχής τροφοδότηση των καμίνων του (εργοστασίου) με μετάλλευμα, η οποία είναι απαραίτητη, λόγω του ότι αυτό είναι διαρκούς πυράς εργοστάσιο, όχι μόνο για την κάλυψη της παραγωγικής του διαδικασίας, αλλά πρωτίστως διότι σε περίπτωση έλλειψης λατερίτη υφίσταται άμεσος κίνδυνος καταστροφής ή πρόκλησης σοβαρότατης και δυσχερώς επανορθώσιμης βλάβης των εγκαταστάσεών του, καθώς και πρόκλησης ατυχημάτων εντός αυτού. Ειδικότερα, με την υπ’ αριθ. … διακήρυξη και κατόπιν διενέργειας την 9η Απριλίου 2013 του σχετικού ανοιχτού διαγωνισμού για τη μεταφορά 1.200.000 (±20%) τόνων μεταλλεύματος λατερίτη από τις εγκαταστάσεις της ενάγουσας στα Πολιτικά Εύβοιας στο εργοστάσιό της παραγωγής σιδηρονικελίου στο λιμάνι της Λάρυμνας, επελέγη η εναγομένη ως ανάδοχος, με την οποία και συνήφθη το υπ’ αριθ. πρωτ. … ιδιωτικό συμφωνητικό, η διάρκεια του οποίου καθορίστηκε για ένα έτος, από 1ης Σεπτεμβρίου 2013 μέχρι 31ης Αυγούστου 2014, με δικαίωμα παράτασης (option) για ένα έτος επιπλέον. Ήδη, μάλιστα, προ της συνάψεως του ένδικου συμφωνητικού, η ενάγουσα είχε αποστείλει προς την εναγομένη το υπ’ αριθ. πρωτ. … fax, με το οποίο αφενός μεν της ανακοίνωνε την πρόθεσή της να της αναθέσει τη μεταφορά της ανωτέρω ποσότητας λατερίτη από τα μεταλλεία Εύβοιας προς το εργοστάσιό της στην Λάρυμνα, αφετέρου δε της ανέφερε, όπως επί λέξει διαλαμβάνεται στο εν λόγω fax, ότι «Για το διάστημα που μεσολαβεί από την υπογραφή του παρόντος (ήτοι από 19/6/2013) μέχρι την υπογραφή του σχετικού συμφωνητικού και την άφιξη του πλοίου που θα εκτελεί τη μεταφορά, η εταιρεία σας υποχρεούται να ξεκινήσει άμεσα τη μεταφορά 3.000 tn μεταλλεύματος ανά ημέρα (πενθήμερη εργασία) από τα Βρυσάκια στο εργοστάσιο της Λάρυμνας, με άλλο εφεδρικό πλοίο και για όσο διάστημα απαιτηθεί, με το ανωτέρω τίμημα». Τα προεκτιθέμενα, αν και επιβεβαιώθηκαν εγγράφως από το νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης, …, και έγιναν τοιουτοτρόπως αποδεκτά από αυτήν, εντούτοις η τελευταία δεν εκπλήρωσε την αναληφθείσα ως άνω έγγραφη υποχρέωσή της, όπως άλλωστε και τις υπόλοιπες εκ του επίδικου υπ’ αριθ. πρωτ. … συμφωνητικού δεσμεύσεις της. Έτσι, ενώ σ’ αυτό (συμφωνητικό) προβλεπόταν η έναρξη της ισχύος του από 1η Σεπτεμβρίου 2013, η εναγομένη άρχισε να εκτελεί μεταφορές από τη 2α Οκτωβρίου 2013 και μέχρι την 23η Οκτωβρίου, οπότε και εγκατέλειψε την αναληφθείσα από αυτήν εργολαβία. Κατά το διάστημα αυτό μετέφερε μετάλλευμα ποσότητας 70.894 τόνων αντί της προβλεπομένης στη σύμβαση ενδεικτικής ποσότητας των 120.000 τόνων περίπου μηνιαίως (άρθρο 4 του συμφωνητικού). Εξάλλου, η ενάγουσα, ήδη από τις 13-9-2013, είχε γνωστοποιήσει με επιστολή της στην εναγομένη ότι πέραν της 20ης Σεπτεμβρίου 2013, κατά την οποία ανέμενε πλοίο της τελευταίας προς μεταφορά, δεν θα της δινόταν άλλη παράταση. Ακόμη όμως και μετά από την ανωτέρω προειδοποίηση, η εναγομένη, όπως προαναφέρθηκε, δεν απέστειλε κάποιο πλοίο το μήνα Σεπτέμβριο προς εκπλήρωση των συμφωνηθέντων με την επίδικη σύμβαση. Λόγω δε της συνεχιζόμενης αυτής συμπεριφοράς της, η ενάγουσα αναγκάστηκε να της αποστείλει εκ νέου επιστολή, την 1-10-2013, στην οποία της εφιστούσε την προσοχή ως προς το σοβαρότατο κίνδυνο που είχε προκαλέσει στη λειτουργία του εργοστασίου της, δίδοντας της μία ακόμη παράταση προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, μέχρι την Παρασκευή 4-10-2013. Μάλιστα, οι δυσχέρειες που δημιουργήθηκαν στην παραγωγική διαδικασία του εργοστασίου της ενάγουσας εξαιτίας της προπεριγραφόμενης αντισυμβατικής συμπεριφοράς της εναγομένης, οδήγησαν την πρώτη στην αποστολή σ’ αυτή εκ νέου της υπ’ αριθ. πρωτ. … επιστολής, με την οποία γίνεται αναφορά στην ανεπαρκή κάλυψη των αναγκών τροφοδοσίας του εργοστασίου και στην επιβάρυνση της ενάγουσας με αυξημένο κόστος μεταφοράς της απαραίτητης ποσότητας μεταλλεύματος, λόγω της χρησιμοποίησης εκτάκτως απ’ αυτήν εμβόλιμων πλοίων προς τούτο, ενώ καλείται η εναγομένη να προβεί σε άμεση εκτέλεση του μεταξύ τους καταρτισθέντος συμφωνητικού, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα ελάμβανε χώρα καταγγελία αυτού, από υπαιτιότητά της (εναγομένης), λόγω μη εκπλήρωσης των αναληφθεισών από την ίδια δι’ αυτού (συμφωνητικού) υποχρεώσεων. Σε απάντηση των ανωτέρω η εναγομένη απέστειλε στην ενάγουσα την από 15-10-2013 επιστολή της, στην οποία αναφέρεται στις προσπάθειές της για ανεύρεση πλοίου προς εκτέλεση του ανατεθειμένου σε αυτήν έργου μεταφοράς. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν αναιρεί ότι η εναγομένη υπαιτίως δεν φρόντισε να έχει διαθέσιμο πλοίο για την πραγματοποίηση των ανατεθεισών μεταφορών από της ενάρξεως της ισχύος του συμφωνητικού την 1-9-2013, ως είχε δεσμευτεί μ’ αυτό και δεδομένου ότι ήταν σε γνώση της η ανάθεση σ’ αυτή του συγκεκριμένου έργου ήδη από τον Ιούνιο του 2013 (βλ. το αποσταλέν σ’ αυτή από την ενάγουσα ως άνω υπ’ αριθ. πρωτ. … fax), ικανότατο δηλαδή χρονικό διάστημα για την εξεύρεση πλοίου προς εκτέλεση των εν λόγω μεταφορών. Άλλωστε, στον όρο 4 του ένδικου συμφωνητικού αναφέρεται ρητά ότι ο ανάδοχος αποδέχεται την υποχρέωση να έχει διαθέσιμα πλοία για μεταφορά μεταλλεύματος καθ’ όλες τις ημέρες του έτους στην περίπτωση που ανέκυπτε ανάγκη της εταιρείας προς έκτακτη μεταφορά μεταλλεύματος σε Σάββατα, Κυριακές και αργίες. Ας σημειωθεί, μάλιστα, ότι η εναγομένη στην από 18-10-2013 επιστολή της, που νομίμως προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, αναγνωρίζει την ύπαρξη του προβλήματος που η ίδια δημιούργησε από τη μη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεών της, καθώς επίσης και τη δυσκολία που επέφερε στη τροφοδοσία του εργοστασίου της ενάγουσας. Εντέλει, η εναγομένη, κατόπιν των συνεχών κατά τα ανωτέρω οχλήσεων εκ μέρους της ενάγουσας, απέστειλε τελικώς το πλοίο Μ/S …, το οποίο πραγματοποίησε μεταφορές από τη 2α Οκτωβρίου έως την 23η Οκτωβρίου 2013, όπως προαναφέρθηκε, οπότε και αυτό αποχώρησε λόγω επιθεώρησης, χωρίς όμως η εναγομένη να το αντικαταστήσει με άλλο πλοίο ως είχε υποχρέωση σύμφωνα με τον προδιαληφθέντα όρο 4 του συμφωνητικού. Οι συνολικά μεταφερθείσες ποσότητες ωστόσο, ως ήδη αναφέρθηκε, υπολείπονταν των συμφωνηθεισών, δηλαδή η εναγομένη μετέφερε σε διάστημα δυο μηνών μετάλλευμα 70.894 τόνων, όπως συνομολογείται και από την ίδια, αντί της συμβατικής της δέσμευσης περί τις 120.000 τόνους μηνιαίως. Από την παραπάνω δε μη προσήκουσα εκπλήρωση της υποχρέωσης της εναγομένης, δημιουργήθηκε ο προεκτιθέμενος σοβαρός κίνδυνος στη λειτουργία του εργοστασίου της ενάγουσας, όπως άλλωστε η τελευταία είχε πλήρως και εγκαίρως ενημερώσει αυτή (εναγομένη) μέσω επιστολών και προφορικών γνωστοποιήσεων. Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω και δεδομένου ότι στις 24-10-2013 η εναγομένη εγκατέλειψε πλήρως την εκτέλεση του αναληφθέντος απ’ αυτή έργου, η ενάγουσα προέβη στην από 25-10-2013 εξώδικη καταγγελία του ένδικου συμφωνητικού, κοινοποιηθείσα στην εναγομένη στις 30-10-2013 (βλ. το υπ’ αριθ. … αποδεικτικό επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …), σύμφωνα με τον όρο 5 αυτού (συμφωνητικού), δυνάμει του οποίου προβλέπεται το δικαίωμά της για ακύρωση – λύση του συμφωνητικού, αν για λόγους που δεν αφορούν την ίδια, παρατηρούνται επαναλαμβανόμενα περιστατικά καθυστέρησης στη φορτοεκφόρτωση με υπαιτιότητα της εναγομένης, με αποτέλεσμα να μηv εκτελείται ο συμφωνηθείς κύκλος των εργασιών μεταφοράς, και με τον όρο 13 παρ. 2, κατά τον οποίο η ενάγουσα διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει την ένδικη σύμβαση οποτεδήποτε και αζημίως για αυτήν, σε περίπτωση παραβάσεως εκ μέρους της εναγομένης οιουδήποτε όρου της, δεδομένου ότι όλοι οι όροι της θεωρούνται ουσιώδεις. Σημειωτέον ότι η εναγομένη, αφότου έλαβε γνώση της ανωτέρω καταγγελίας, απέστειλε στην ενάγουσα την από 31-10-2013 επιστολή της, όπου αναγνωρίζει και συνομολογεί το πρόβλημα που η ίδια προκάλεσε στη λειτουργία του εργοστασίου της, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι: «γνωρίζοντας ότι δεν μπορείτε να αναμείνετε έως τις 10-15/11/2013 την έλευση των δύο παραπάνω πλοίων, επειδή θα δημιουργούνταν μεγάλο πρόβλημα στην τροφοδοσία του εργοστασίου..». Συνεπώς, η προπεριγραφόμενη μη προσήκουσα εκπλήρωση της συμφωνηθείσας παροχής εκ μέρους της εναγομένης συνιστά αντισυμβατική της συμπεριφορά, η οποία οφείλεται σε υπαιτιότητά της, εξαιτίας της οποίας περιήλθε αυτή σε υπερημερία. Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε, στο άρθρο 4 της ένδικης σύμβασης, με σαφή και μη καταλείποντα αμφιβολία τρόπο, ορίζεται ότι σε περίπτωση υπαίτιας καθυστέρησης εκ μέρους της εναγομένης μεταφοράς των φορτίων μεταλλεύματος με συνέπεια η ενάγουσα να μην δύναται να τροφοδοτήσει το εργοστάσιό της με την απαιτούμενη ποσότητα, η πρώτη (εναγομένη) υποχρεούται στην καταβολή αποζημίωσης (ποινικής ρήτρας) προς 1.000 ανά ημέρα καθυστέρησης μέχρι του συνολικού ποσού € 50.000. Επειδή λοιπόν, όπως προεκτέθη, η υπαίτια παράλειψη της εναγομένης να μεταφέρει τις συμφωνηθείσες ποσότητες μεταλλεύματος είχε ως αποτέλεσμα την έλλειψη τροφοδοσίας του εργοστασίου της ενάγουσας με τις αναγκαίες για τη λειτουργία του ποσότητες, κατέπεσε η ανωτέρω ποινική ρήτρα και ως εκ τούτου η πρώτη (εναγομένη) της οφείλει το ποσό των € 1.000 ανά ημέρα καθυστέρησης και συνολικά το ποσό των € 37.000, αναλυόμενου ως εξής: {€ 1.000 x 30 ημέρες καθυστέρησης μηνός Σεπτεμβρίου + € 1.000 χ 7 ημέρες καθυστέρησης μηνός Οκτωβρίου (μη συνυπολογιζομένου του χρονικού διαστήματος από 2 Οκτωβρίου έως και 23 Οκτωβρίου κατά το οποίο η εναγομένη εκτέλεσε μεταφορές) =} 37.000,00 ευρώ. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν ο ισχυρισμός που προέβαλε η εναγομένη με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, περί υπάρξεως μεταξύ αυτής και της ενάγουσας συμφωνίας αφέσεως του προερχομένου από την εν λόγω ποινική ρήτρα χρέους της, ενόψει του ότι δεν προέκυψε από οιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο σαφής και ρητή βούληση της ενάγουσας να συναινέσει στη με τον ανωτέρω τρόπο απόσβεση της επίδικης ενοχής, ούτε βέβαια συνεπάγεται τούτο, παρά τα περί του αντιθέτου ιστορούμενα από την εναγομένη, το γεγονός ότι αυτή (ενάγουσα), παρά την καθυστέρηση της τελευταίας στην εκπλήρωση των συμβατικών της υποχρεώσεων, ξεκίνησε εντέλει να παραλαμβάνει το έργο της στις 2-10-2013, δεδομένου, εκτός των άλλων, ότι και στην αποσταλείσα από την ίδια (ενάγουσα) υπ’ αριθ. πρωτ. … ως άνω επιστολή της προς την εναγομένη, με την οποία καλείται αυτή να προβεί σε άμεση εκτέλεση του μεταξύ τους καταρτισθέντος συμφωνητικού, λαμβάνει χώρα σαφής επιφύλαξη της πρώτης (ενάγουσας) παντός νομίμου δικαιώματός της, καθώς και αποζημιώσεώς της για τυχόν απώλεια εσόδων από υπαιτιότητα της εναγομένης. Επίσης, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη η ερειδόμενη στο άρθρο 409 ΑΚ αίτηση της εναγομένης περί μειώσεως της ποινής που συμφωνήθηκε κατά τα ανωτέρω για την υπαίτια καθυστέρησή της να εκπληρώσει προσηκόντως τη συμφωνηθείσα παροχή, αφού το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας το μέγεθος της ποινής σε σχέση με την αξία του συνομολογηθέντος εργολαβικού ανταλλάγματος, την οικονομική κατάσταση των μερών, τα συμφέροντα της ενάγουσας που επλήγησαν από την αθέτηση της ένδικης σύμβασης, την έκταση της συμβατικής παράβασης της εναγομένης και το βαθμό του πταίσματος της τελευταίας, κρίνει ότι η προεκτιθέμενη ποινή δεν είναι δυσανάλογα μεγάλη ώστε να πρέπει να μειωθεί (βλ. και ΑΠ 811/2013 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 762/2000 ό.π., Εφ Πειρ 12/2005 ΠειρΝομ 2005. 32). Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε, η ενάγουσα για την κάλυψη των αναγκών της σε μετάλλευμα Εύβοιας, το οποίο αποτελεί περί το 60% της συνολικής τροφοδοσίας του εργοστασίου της, και ενόψει του κινδύνου να μείνει τούτο χωρίς την αναγκαία τροφοδοσία με σοβαρότατες ζημίες για την εταιρεία αλλά και επιπτώσεις στην ασφάλεια των εγκαταστάσεων, λόγω της υπαίτιας κατά τα ανωτέρω μη προσήκουσας εκπλήρωσης της υποχρέωσης της εναγομένης να μεταφέρει τις συμφωνηθείσες ποσότητες μεταλλεύματος, ήτοι περί τους 120.000 τον. μηνιαίως, αναγκάσθηκε, μη έχοντας άλλη επιλογή, να ναυλώσει άλλα πλοία καταβάλλοντας υψηλότερο από το συνομολογηθέντα ναύλο. Ειδικότερα, όπως αποδεικνύεται από τις σχετικώς προσκομιζόμενες από την ενάγουσα φορτωτικές, ναύλωσε το πλοίο … της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΥΒΟΪΚΟΥ ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», το πλοίο … I της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «… 10 ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το πλοίο … της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «ΜΕΛΙΣΣΩΝΑΣ ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», τα οποία πραγματοποίησαν τις εξής μεταφορές: α) το μήνα Σεπτέμβριο 2013, μεταφέρθηκαν 54.362 τόνοι μεταλλεύματος με το πλοίο … με ναύλο 1,132 €/τόνο και κατεβλήθη το συνολικό ποσό των 61.537,78 ευρώ και 47.909 τόνοι με τα πλοία … και … 1 με τιμή 1,80 €/τόνο και κατεβλήθη το συνολικό ποσό των 86.236,20 ευρώ και β) το μήνα Οκτώβριο 2013, μεταφέρθηκαν 61.450 τόνοι μεταλλεύματος με το πλοίο … 1 με τιμή 1,80 €/τον και κατεβλήθη το συνολικό ποσό των 110.610 ευρώ, ήτοι, για τη μεταφορά συνολικής ποσότητας 163.721 (=54.362 + 47.909 + 61.450) τόνων μεταλλεύματος Εύβοιας η ενάγουσα κατέβαλε το ποσό των 258.383,98 ευρώ (=61.537,78 + 86.236,20 + 110.610), ενώ αν η ίδια αυτή ποσότητα των 163.721 τόνων μεταλλεύματος είχε μεταφερθεί από την εναγόμενη, βάσει του μεταξύ τους καταρτισθέντος ένδικου ιδιωτικού συμφωνητικού, θα είχε καταβάλει το ποσό των 147.348,90 ευρώ (=163.721 τον. x 0,90 €/τον.) και δεν θα είχε επιβαρυνθεί με το επιπλέον ποσό των 111.035,08 ευρώ, το οποίο ισούται με τη διαφορά μεταξύ των δύο ανωτέρω ποσών, δηλαδή αφενός μεν του ποσού των 258.383,98 ευρώ που κατέβαλε για τη μεταφορά της ποσότητας αυτής μεταλλεύματος με τα πλοία …, … και … , αφετέρου δε του ποσού των 147.348,90 ευρώ που θα είχε καταβάλει στην εναγομένη βάσει του επίδικου συμφωνητικού. Η διαφορά αυτή των 111.035,08 ευρώ αποτελεί τη θετική ζημία που υπέστη η ενάγουσα από την προεκτιθέμενη υπερημερία της εναγομένης, τη ζημία δε αυτή οφείλει η τελευταία να αποκαταστήσει, με την καταβολή στην πρώτη, κατ’ άρθρα 383, 385, 386 και 686 εδ. β΄ ΑΚ, της εν λόγω διαφοράς ως αποζημίωσης, μόνο όμως, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αρχή της παρούσας, κατά το ποσό κατά το οποίο αυτή υπερβαίνει την προμνημονευόμενη ποινική ρήτρα. Κατ’ ακολουθίαν, στην ενάγουσα οφείλεται για τις ανωτέρω αιτίες το συνολικό ποσό των {(111.035,08 – 37.000=) 74.035,08 + 37.000=} 111.035,08 ευρώ, ελλείψει, όμως, αιτήματος για το μείζον αυτό ποσό, πρέπει να της επιδικασθεί το αιτούμενο έλασσον (άρθρο 106 του ΚΠολΔ), ήτοι αυτό των 110.171,44 ευρώ. Όσα δε ισχυρίζεται η εναγομένη κατ’ άρθρο 300 ΑΚ περί συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας στην πρόκληση και την έκταση της ανωτέρω ζημίας της, κρίνονται απορριπτέα ως αβάσιμα κατ’ ουσίαν, καθόσον δεν προκύπτει από κάποιο προσκομιζόμενο αποδεικτικό στοιχείο ότι με βάση τις ισχύουσες τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2013 περιστάσεις, θα μπορούσε η ενάγουσα να εξεύρει μεταφορέα, ο οποίος να αναλαμβάνει την εκτέλεση των ως άνω μεταφορών με ναύλο ανάλογο με αυτόν που είχε προσφέρει η εναγομένη με το επίδικο συμφωνητικό. Άλλωστε, στην προσκομιζόμενη από την τελευταία υπ’ αριθ. κατ. 3686/2013 αίτησή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων), η ίδια (εναγομένη) συνομολογεί την ανάγκη χρησιμοποιήσεως από την ενάγουσα άλλων πλοίων με υπέρτερο από τον συμφωνηθέντα ναύλο (βλ. σελ. 7 της εν λόγω αιτήσεως που αναφέρει: «…προκειμένου, λοιπόν, να καλύψει τις ανάγκες του εργοστασίου της, αναγκάζεται να χρησιμοποιεί το πλοίο «…» πληρώνοντας ναύλο ενός ευρώ και εβδομήντα λεπτών (1,70) ανά τόνο!!!!»), όπως και στην από 27-10-2013 επιστολή της προς την ενάγουσα, που νομίμως προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η τελευταία, στην οποία επί λέξει αναφέρει ότι: «… λάβετε υπόψη σας ότι από τον Αύγουστο έως και τον Οκτώβριο είναι σχεδόν αδύνατη η εξεύρεση πλοίων, αφού λόγω των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα έχουν όλα δουλειά και υψηλά ναύλα». Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να γίνει δεκτή και από ουσιαστική άποψη, και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 110.171,44 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, κατόπιν και του σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της εναγομένης, ανάλογα με την έκταση της ήττας της (άρθρα 178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό, τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των εκατόν δέκα χιλιάδων εκατόν εβδομήντα ενός ευρώ και σαράντα τεσσάρων λεπτών (110.171,44), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το οποίο καθορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων εκατό (5.100,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά, στις 2-10-2015 και δημοσιεύθηκε