ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 646/2022
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τακτική διαδικασία)
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αλκιβιάδη Φερεσίδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών ως Πρόεδρο-Εισηγητή, Σταυρούλα Δεδικούση, Πρωτοδίκη ως Μέλος, και Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη ως Μέλος, καθώς και από τη Γραμματέα Ιωάννα Κατσαρού-Στάθη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18 Ιανουαρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των καλούντων-εναγόντων: 1) της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στα …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) … (Α.Φ.Μ. …), κατοίκου …, τους οποίους εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Φραγκίσκος Κοτσώνης του Αθανασίου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …), κάτοικος …, ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε προτάσεις, το από 17-5-2021 ιδιωτικό έγγραφο παροχής πληρεξουσιότητας και το με στοιχεία … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Α.
Της καθ’ ης η κλήση-εναγομένης: της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…» (A.Φ.M. …), που εδρεύει στο …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Θεόδωρος Σιούφας του Βασιλείου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. …) και Γεώργιος Ζούρος του Παναγιώτη (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …) της δικηγορικής εταιρείας με την επωνυμία «…» (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …), κάτοικοι …, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις, το υπ’ αριθμ. … δικαστικό πληρεξούσιο της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Άννας-Κλαυδίας Σουρή και τα με στοιχεία … και … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Π. αντίστοιχα.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 29-10-2019 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία με Γ.Α.Κ. 9747/2019 και Ε.Α.Κ. 4921/2019, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 2553/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου (μη Ναυτικού Τμήματος), με την οποία το εν λόγω Τμήμα κηρύχθηκε αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο παρόν Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Δικαστηρίου. Ήδη δε οι ενάγοντες φέρουν την αγωγή προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Τμήματος του Δικαστηρίου με την από 5-1-2021 κλήση τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία με Γ.Α.Κ. 158/2021 και Ε.Α.Κ. 111/2021 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι διάδικοι δεν παραστάθηκαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νομίμως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Δικαστηρίου η από 29-10-2019 (Γ.Α.Κ. 9747/2019 και Ε.Α.Κ. 4921/2019) αγωγή με την από 5-1-2021 (Γ.Α.Κ. 158/2021 και Ε.Α.Κ. 111/2021) κλήση των εναγόντων κατόπιν εκδόσεως της υπ’ αριθμ. 2553/2020 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου (μη Ναυτικού Τμήματος), με την οποία το εν λόγω Τμήμα κηρύχθηκε αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο παρόν Τμήμα Ναυτικών Διαφορών του Δικαστηρίου.
Με την υπό κρίση αγωγή τους οι καλούντες-ενάγοντες εκθέτουν ότι μεταξύ της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη πλοιοκτήτριας εταιρείας με την επωνυμία «…» και της καθ’ ης η κλήση-εναγομένης τραπεζικής εταιρείας συνήφθη στην Αθήνα στις 15-10-2007 σύμβαση δανείου, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε στην ανωτέρω εταιρεία το ποσό των 9.000.000 δολαρίων Η.Π.Α. ως δάνειο, το οποίο θα χρησιμοποιείτο από τη δανειολήπτρια για την πραγματοποίηση επισκευών μεγάλης κλίμακας στο δεξαμενόπλοιό της με την ονομασία «…». Ότι προς εξασφάλιση της ανωτέρω απαίτησης οι ενάγοντες συμβλήθηκαν στην ίδια σύμβαση με την ιδιότητα των συνεγγυητών υπέρ της δανειολήπτριας εταιρείας, στην οποία (σύμβαση) συμφωνήθηκε ρητά ότι οι εγγυήσεις διέπονται και ερμηνεύονται από τον Ελληνικό νόμο. Ότι η εναγομένη με την ιδιότητα της εκδοχέα απαίτησης από ασφαλιστική αποζημίωση, που διατηρούσε η πλοιοκτήτρια εταιρεία έναντι των ασφαλιστών του σκάφους, διαχειρίστηκε πλημμελώς την εκχωρηθείσα σε αυτήν απαίτηση και, ως εκ τούτου, δεν εισπράχθηκε η πλήρης ασφαλιστική αποζημίωση κατά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή, με αποτέλεσμα να καταστεί ανέφικτη η εξόφληση του προδιαληφθέντος δανείου από πταίσμα της εναγομένης. Ζητούν δε, επικαλούμενοι έννομο προς τούτο συμφέρον, να αναγνωρισθεί η ελευθέρωσή τους από τις δοθείσες εγγυήσεις υπέρ της πρωτοφειλέτριας εταιρείας για την επίδικη οφειλή, που απορρέει από την από 15-10-2007 σύμβαση, καθώς και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο η αγωγή αρμοδίως εισάγεται, για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 7, 9, 14, 18, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, 51 ν. 2172/1993), το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία [σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 12.4 ρήτρα τής μεταξύ των διαδίκων συναφθείσας σύμβασης περί δυνατότητας προσφυγής των εγγυητών σε Ελληνικά δικαστήρια για τις απορρέουσες από αυτήν διαφορές: άρθρα 1 παρ. 1 και 25 παρ. 1 Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012], και είναι ορισμένη -απορριπτομένης της σχετικής ένστασης της εναγομένης, καθόσον η αγωγή περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία εκ του άρθρου 862 ΑΚ στοιχεία και δη την επίδικη σύμβαση και τους όρους αυτής, καθώς και τις συνθήκες υπό τις οποίες φέρεται να θεμελιώνεται πταίσμα της εναγομένης δανείστριας, που κατέστησε αδύνατη την ικανοποίησή της από τους ενάγοντες συνεγγυητές- και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 847 επ., 862 ΑΚ, 70 ΚΠολΔ, καθόσον εφαρμοστέο δίκαιο είναι, εν προκειμένω, το ελληνικό ως το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη [σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 12.1 ρήτρα της σύμβασης εγγύησης: άρθρα 1 παρ. 1 και 3 παρ. 1 Κανονισμού (ΕΕ) 593/2008]. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, με τη σημείωση ότι, εν προκειμένω, δεν τυγχάνει εφαρμογής ο ν. 4640/2019 περί διαμεσολάβησης, καθόσον η αγωγή ασκήθηκε πριν την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του νόμου αυτού, ήτοι πριν τις 30-11-2019.
Η εκδιδόμενη από δικαστήριο κράτους-μέλους της Ε.Ε. απόφαση αναγνωρίζεται στα έτερα Κράτη-Μέλη, χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικασία [άρθρα 2 στοιχείο στ’ και 36 παρ. 1 Κανονισμού (EE) 1215/2012]. Η αναγνώριση άπτεται, διακρινόμενη από την εκτέλεση, του συνόλου των νοητών δικονομικών ενεργειών των δικαστικών αποφάσεων, που παράγονται αυτομάτως, μη εξαρτώμενες από οποιανδήποτε μεταβολή στον εξωτερικό κόσμο. Τέτοια έννομη συνέπεια συνιστά, εν πρώτοις, το δεδικασμένο, τα υποκειμενικά όρια του οποίου διέπονται από το δίκαιο του κράτους προέλευσης της απόφασης με όριο τη δημόσια τάξη του κράτους αναγνώρισης. Το δεδικασμένο επεκτείνεται, πέραν των κύριων ζητημάτων, στα προδικαστικά, που αποτελούν το αναγκαίο υπόβαθρο του διατακτικού της απόφασης και δεσμεύουν τα δικαστήρια των άλλων Κρατών-Μελών να αποφανθούν αντιστοίχως (θετική λειτουργία του δεδικασμένου) και στις καλυπτόμενες ενστάσεις (στην Ελλάδα: βλ. άρθρα 330-331 ΚΠολΔ) (βλ. απόφαση Δ.Ε.Ε. της 15ης-11-2012 Gothaer C-456/11). Εμπίπτον στα ως άνω όρια νέο ένδικο βοήθημα (αγωγή, ανταγωγή, ανακοπή, αίτηση, κύρια παρέμβαση ή ένσταση συμψηφισμού) προσκρούει στην αρνητική λειτουργία του δεδικασμένου ως αρνητικής διαδικαστικής προϋπόθεσης και απορρίπτεται για τον λόγο αυτό ως απαράδεκτο (βλ. απόφαση Δ.Ε.Κ. της 30ης-11-1976 De Wolf C-42/76). Η κατ’ ένσταση ή και αυτεπάγγελτη λήψη υπόψη τού ως άνω δεδικασμένου καθορίζεται πάντως από το δίκαιο του κράτους αναγνώρισης της απόφασης (lex fori) (στην Ελλάδα: βλ. άρθρο 331 ΚΠολΔ). Εξάλλου, η αναγνώριση και η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων δικαστηρίων άλλων Κρατών-Μελών δεν μπορούν να αποκλεισθούν εξαιτίας της μη συνδρομής προβλεπόμενων εκ του εσωτερικού δικαίου πρόσθετων προϋποθέσεων (Π. Αρβανιτάκης/Ε. Βασιλακάκης «Κανονισμός 1215/2012-Κατ’ άρθρο ερμηνεία» υπό άρθρο 36 σελ. 616, 618-619). Στην προκειμένη περίπτωση, η καθ’ ης η κλήση-εναγομένη με τις προτάσεις της αρνείται την αγωγή και προβάλλει ένσταση δεδικασμένου που απορρέει από τελεσίδικη απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου και συγκεκριμένα του High Court of Justice του Λονδίνου, που εκδόθηκε στις 30-10-2020, ένσταση η οποία είναι νόμιμη, ερειδόμενη στο άρθρο 36 Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Σημειωτέον ότι επί της εν λόγω απόφασης, που εκδόθηκε επί αγωγής που είχε ασκηθεί πριν τη λήξη της μεταβατικής περιόδου αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. στις 31-12-2020, εφαρμόζεται ο Κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012, σύμφωνα με το άρθρο 67 της «Συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας» (ΕΕ L 29 της 31ης-1-2020). Επικουρικά, η καθ’ ης η κλήση-εναγομένη υποβάλλει αίτημα αναβολής συζήτησης της υπόθεσης κατ’ άρθρον 249 ΚΠολΔ έως το τελεσίδικο πέρας της δίκης, που έχει ανοίξει με την ασκηθείσα και ήδη συζητηθείσα από 11-7-2019 (Γ.Α.Κ. 63790/2019, Ε.Α.Κ. 2001/2019) αγωγή που έχει ασκήσει ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (τακτική διαδικασία) η πλοιοκτήτρια εταιρεία με την επωνυμία «…» και ο ώδε δεύτερος ενάγων κατά της ώδε εναγομένης για αποζημίωση εξ αδικοπραξίας με βάση τα ίδια πραγματικά περιστατικά, επί της οποίας εκκρεμεί η έκδοση απόφασης.
Από όλα τα δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι -καθώς και από α) την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από τους καλούντες-ενάγοντες υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του …, που δόθηκε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της καθ’ ης η κλήση-εναγομένης (βλ. τη με στοιχεία … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς …) και β) τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την καθ’ ης η κλήση-εναγομένη υπ’ αριθμ. … ένορκες βεβαιώσεις των … αντίστοιχα, που δόθηκαν ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Ρούσκα κατόπιν νομίμων κλητεύσεων των καλούντων-εναγόντων (βλ. τις με στοιχεία … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς … αντίστοιχα) και οι οποίες λαμβάνονται υπόψη προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και μάλιστα ανεξαρτήτως του αριθμού αυτών, καθόσον δόθηκαν στο πλαίσιο άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων (ΟλΑΠ 8/2016 ΝοΒ σελ. 1828, ΑΠ 2245/2009 ΝοΒ 2010 σελ. 1233, ΑΠ 315/2008 ΝοΒ 2008 σελ. 1584, ΑΠ 1505/2009 Τ.Ν.Π. Δ.Σ.Α. «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»)- αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Η εταιρεία με την επωνυμία «…», που εδρεύει …, την οποία εκπροσωπεί και δεσμεύει ως Μόνος Διευθυντής και αξιωματούχος (Πρόεδρος και Ταμίας αυτής) ο δεύτερος καλών-δεύτερος ενάγων, είναι πλοιοκτήτρια του υπό σημαία Λιβερίας χημικού δεξαμενόπλοιου με την ονομασία «…», χωρητικότητας 10.000 τόνων. Η πλοιοκτήτρια εταιρεία συνήψε στην Αθήνα στις 15-10-2007 με την καθ’ ης η κλήση-εναγόμενη τράπεζα σύμβαση δανείου ποσού 9.000.000 δολαρίων Η.Π.Α. Η σύμβαση συντάχθηκε στην αγγλική γλώσσα και υπόκειται στο αγγλικό δίκαιο ως προς το δάνειο, στο ελληνικό δε δίκαιο ως προς τις εγγυήσεις. Το δάνειο ελήφθη για την πραγματοποίηση επισκευών μεγάλης κλίμακας στο δεξαμενόπλοιο «…», το οποίο είχε αγορασθεί το 2005 με εκτεταμένες ζημιές μετά από έκρηξη και είχε ρυμουλκηθεί από το … στον Πειραιά, για να επισκευαστεί. Τη σύμβαση δανείου συνεγγυήθηκαν τόσο η πρώτη καλούσα-πρώτη ενάγουσα εταιρεία, που εδρεύει …, είναι η διαχειρίστρια εταιρεία του δεξαμενόπλοιου «…» και εκπροσωπείται στην Ελλάδα από τον δεύτερο καλούντα-δεύτερο ενάγοντα, όσο και ο ίδιος ο δεύτερος καλών-δεύτερος ενάγων ατομικά. Στο πλαίσιο της δανειακής σύμβασης και ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου, η ως άνω πλοιοκτήτρια εταιρεία, πέραν της παροχής υποθήκης επί του ως άνω πλοίου, εκχώρησε στην καθ’ ης η κλήση-εναγόμενη τράπεζα τις αξιώσεις της από τις ασφάλειες του πλοίου. Στην υπ’ αριθμ. 12 ρήτρα της σύμβασης δανείου ρητά είχε ορισθεί ότι οι εγγυήσεις θα διέπονταν και ερμηνεύονταν σύμφωνα με τον Ελληνικό νόμο και ότι τα δικαστήρια του Πειραιά θα είχαν μη αποκλειστική δικαιοδοσία ως προς την εναγόμενη τράπεζα για τη διευθέτηση οποιασδήποτε διαφωνίας που θα μπορούσε να προκύψει από ή σε σχέση με την εγγύηση που δόθηκε. Η δε τράπεζα διατηρούσε το δικαίωμα να κινήσει διαδικασία σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα προκύψει από την εγγύηση στα δικαστήρια της Ελλάδας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας. Συνεπώς, οι ενάγοντες συνεγγυητές δεν είχαν δικαίωμα εκ της συμβάσεως να κινήσουν καμιά δικαστική διαδικασία σε άλλη χώρα εκτός της Ελλάδας, σε σχέση με θέμα που θα προέκυπτε από ή σε σχέση με τις δοθείσες εγγυήσεις. Λόγω καθυστερήσεως στην εκτέλεση των επισκευών, καθυστέρησε η έναρξη αποπληρωμής του δανείου. Οι επισκευές ολοκληρώθηκαν και το δεξαμενόπλοιο «…» τέθηκε σε εκμετάλλευση από την πρώτη ενάγουσα διαχειρίστριά του τον Ιούνιο του 2009. Εκμισθώθηκε σχεδόν αμέσως και δη την 1η-8-2009 με μακροχρόνια χρονοναύλωση σε ναυλωτή της Υεμένης με την επωνυμία «…», μια εταιρεία ελευθέρας ζώνης του Ντουμπάι, που είχε ως έργο τη μεταφορά κρατικών πετρελαίων μεταξύ λιμένων της Υεμένης, κυρίως από το διυλιστήριο του … στο λιμάνι της …. Λόγω της χρονικής καθυστέρησης στην έναρξη εκμετάλλευσης του πλοίου και μειωμένης απόδοσης από την εκμίσθωση του πλοίου, μετά από διαδοχικές μεταθέσεις του χρόνου έναρξης αποπληρωμής του δανείου και μετά από διαπραγματεύσεις, το δάνειο αναδιαρθρώθηκε τον Ιούνιο του 2010 με επέκταση του χρόνου αποπληρωμής στα δέκα έτη, σε τριμηνιαίες δόσεις ποσού 100.000 δολαρίων Η.Π.Α. μετά των τόκων η καθεμία και πρόσθετη εμπράγματη εξασφάλιση που παρείχε ο δεύτερος ενάγων ως συνεγγυητής επί προσωπικής ακίνητης περιουσίας του. Για τον σκοπό αυτό υπογράφηκαν: α) το από 29 Ιουλίου 2008 πρώτο συμπληρωματικό συμφωνητικό, β) το από 22 Σεπτεμβρίου 2008 δεύτερο συμπληρωματικό συμφωνητικό, γ) το από 25 Φεβρουαρίου 2009 τρίτο συμπληρωματικό συμφωνητικό και δ) το από 30 Ιουνίου 2010 τέταρτο συμπληρωματικό συμφωνητικό. Από τον Ιούνιο 2010 οι δόσεις του δανείου καταβάλλονταν κανονικά και εμπρόθεσμα μέχρι τη δέσμευση του δεξαμενόπλοιου «…» στην Υεμένη τον Φεβρουάριο του 2015, που είχε ως συνέπεια, στη συνέχεια, την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου (εισροή υδάτων στο μηχανοστάσιο από αμέλεια πληρώματος), που οδήγησε τελικά την πλοιοκτήτρια σε δήλωση εγκατάλειψης του πλοίου στους ασφαλιστές λόγω ολικής απώλειας επί τη βάσει της υπερβολικά υψηλής δαπάνης επισκευής που υπερέβαινε την ασφαλισμένη αξία. Από την υπογραφή της δανειακής σύμβασης το πλοίο «…» καλυπτόταν με τέσσερις ασφαλιστικές συμβάσεις, από τις οποίες τρεις καταρτίστηκαν απευθείας από την πλοιοκτήτρια και τη διαχειρίστρια (ως συνδικαιούχες του ασφαλίσματος κατά ποσοστό 50% η καθεμία) και αφορούσαν στους κινδύνους του πλοίου και μία (τα ασφάλιστρα της οποίας χρεώθηκε η πλοιοκτήτρια) καταρτίστηκε από την εναγόμενη τράπεζα ως ασφάλιση των κινδύνων της ενυπόθηκης δανείστριας. Μόνη δε η πλοιοκτήτρια είχε εκχωρήσει, όπως προαναφέρθηκε, ως εγγύηση τα δικαιώματά της από τα ασφαλιστήρια συμβόλαια στην εναγόμενη δανείστρια τράπεζα, η οποία ως εκδοχέας είχε από τη σύμβαση δικαίωμα να προβεί σε απευθείας διεκδίκηση της ασφαλιστικής αποζημίωσης σε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης από πλευράς της πλοιοκτήτριας και υποχρέωση να «επανεκχωρήσει» τα δικαιώματα από τις ασφάλειες στην πλοιοκτήτρια μετά την πλήρη εξόφλησή της («καταπιστευτική εκχώρηση»). Πιο συγκεκριμένα, το δεξαμενόπλοιο «…» καλυπτόταν από τρεις ασφαλιστικές συμβάσεις, οι οποίες έγιναν μέσω του μεσιτικού γραφείου με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …….. και συνεργάζεται με μεσίτες ασφαλειών στο εξωτερικό. Οι ασφάλειες του πλοίου ήταν οι εξής: 1) Ασφάλεια Σκάφους και Μηχανής (Hull & Machinery) (H&M), 2) Ασφάλεια κάλυψης απαιτήσεων τρίτων (Protection and Indemnity) (P&Ι) και 3) Ασφάλιση κατά κινδύνων πολέμου (War Risks). Επίσης, καταρτίστηκε (μέσω του μεσιτικού γραφείου με την επωνυμία «…») και ασφάλεια υπέρ της ενυπόθηκης δανείστριας εναγομένης «Ασφάλεια κάλυψης συμφερόντων του ενυπόθηκου δανειστή (Mortgagees Interest Insurance (M.I.I.)». Στις 4-2-2015, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της … της Υεμένης, πραγματοποιώντας το 175° έμφορτο ταξίδι του και προσέγγισε τον τερματικό σταθμό Αριθ. 2 της εταιρείας με την επωνυμία «… …» για εκφόρτωση. Στις 5-2-2015, μόλις ολοκληρώθηκε η εκφόρτωση, η «… …» προέβαλε τον ισχυρισμό ότι το πλοίο, όταν προσόρμισε στην προβλήτα, προσέκρουσε στον τερματικό σταθμό και προκλήθηκαν ζημιές στον σταθμό Αρ.2. Το πλοίο κρατήθηκε με ένοπλους φρουρούς και μεταφέρθηκε στο αγκυροβόλιο. Ζητήθηκε δε εγγυητική επιστολή τοπικής τραπέζης ύψους 6.000.000 δολαρίων Η.Π.Α., προκειμένου να επιτραπεί ο απόπλους. Άμεσα γνωστοποιήθηκε το γεγονός στην ασφάλεια «…» η οποία, σύμφωνα με τα ανωτέρω, ασφάλιζε τους κινδύνους από απαιτήσεις τρίτων. Η ασφαλιστική εταιρεία επιχείρησε, αρχικά, να απελευθερώσει το πλοίο μέσω τοπικού δικαστηρίου, το οποίο όμως ήταν υπό τον έλεγχο των ανταρτών … της Υεμένης. Στο τοπικό δικαστήριο η «… …» πέτυχε την έκδοση αποφάσεως σύμφωνα με την οποία, το πλοίο θα μπορούσε να απελευθερωθεί μόνο με την κατάθεση τραπεζικής εγγυητικής επιστολής τοπικής τράπεζας ύψους 6.000.000 δολαρίων Η.Π.Α. Η απαίτηση αυτή για μια άνευ όρων εγγύηση, η οποία θα μπορούσε να καταπέσει με μία απλή απόφαση του τοπικού δικαστηρίου, ελεγχόμενου από τους αντάρτες …, οι οποίοι επεδίωκαν τρόπους χρηματοδότησής τους δεν έγινε αποδεκτή από την ασφαλιστική εταιρεία. Έτσι, το πλοίο παρέμεινε υπό κράτηση στη … από τις 5-2-2015. Η απροσδιόριστη χρονική διάρκεια της δέσμευσης του πλοίου, σε συνδυασμό με την ένταση των πολεμικών συγκρούσεων, σταδιακά κατέστησε αφόρητες τις συνθήκες διαβιώσεως του πληρώματος τους αμέσως επόμενους μήνες. Η εξάντληση των προμηθειών, η κατανάλωση των καυσίμων για τις γεννήτριες και η αδυναμία εφοδιασμού με τρόφιμα και καύσιμα λόγω του πολέμου, σε συνδυασμό με την αφόρητη ζέστη (η θερμοκρασία στο πλοίο ήταν πάνω από τους 45 βαθμούς Κελσίου) ανάγκασαν τον Υποπλοίαρχο, τους δύο Μηχανικούς-Αξιωματικούς μηχανής και άλλα μέλη του πληρώματος να εγκαταλείψουν το πλοίο στις 16 και στις 20 Ιουλίου 2015. Λόγω του αποκλεισμού της περιοχής από αέρα και θάλασσα λόγω του εμφυλίου πολέμου δεν ήταν δυνατή η αντικατάστασή τους από νέο κατάλληλο πλήρωμα. Εξ ανάγκης ο χειρισμός όλων των απαραίτητων λειτουργιών των μηχανημάτων γίνονταν από το εναπομείναν κατώτερο πλήρωμα, το οποίο είχε παραμείνει στο πλοίο μαζί με τον πλοίαρχο. Υπό τις ανωτέρω συνθήκες, το βράδυ της 30ης Ιουλίου 2015 πριν το σβήσιμο του ηλεκτρικού ρεύματος, ο τεχνίτης μηχανικός ενήργησε άντληση των υδροσυλλεκτών του χώρου του μηχανοστασίου, χρησιμοποιώντας τον αναρροφητήρα ύδατος. Αφού μειώθηκε η στάθμη του υδροσυλλέκτη, σταμάτησε τη λειτουργία και έφυγε από το μηχανοστάσιο, αλλά αμέλησε να κλείσει τις βαλβίδες θαλάσσης Κατά τη διάρκεια της νύχτας, το μηχανοστάσιο, που ήταν αφύλακτο, πλημμύρισε λόγω εισροής θαλασσίων υδάτων. Στις 31-7-2015, η πλοιοκτήτρια εταιρεία συνήψε με την εταιρεία με την επωνυμία «… (…)» σύμβαση διασώσεως «LOF», που περιελάμβανε τον οικονομικό όρο «SCOPIC», σύμφωνα με τον οποίο ο ναυαγοσώστης αμείβεται για τις εργασίες διάσωσης. Στις 18-8-2015, συμφωνήθηκε μεταξύ της «…» και της «… ..» διακανονισμός ύψους 1.250.000 δολαρίων Η.Π.Α., ποσό που κατέβαλε η ασφαλιστική εταιρεία «…» στην «….» και το πλοίο απελευθερώθηκε από την κράτηση στις 8-9-2015. Ήταν αδύνατον, όμως, να αποπλεύσει με δικές του δυνάμεις λόγω της πλημμύρας του μηχανοστασίου. Η πλοιοκτήτρια εταιρεία ανέθεσε στην εταιρεία τεχνικών συμβούλων με την επωνυμία «…» να διερευνήσουν την έκταση των ζημιών και να υπολογίσουν το κόστος επισκευής με βάση τα σχέδια του πλοίου και όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, μεταξύ των οποίων φωτογραφίες του πλοίου που ελήφθησαν από το ρυμουλκό, καταθέσεις του πλοιάρχου και του τεχνίτη, παρουσία των εκπροσώπων των ασφαλιστών και εμπεριστατωμένης μελέτης όλων των δεδομένων. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας οι εμπειρογνώμονες της «…» εξέδωσαν στις 27-5-2016 λεπτομερή έκθεση σχετικά με την αιτία της ζημίας και το κόστος αποκατάστασης. Τα αιτία της ζημίας καταλογίστηκαν σε αμέλεια του πληρώματος (παράλειψη να κλείσουν τις βαλβίδες θαλάσσης) και το κόστος των επισκευών υπολογίστηκε αναλυτικά με βάση το κόστος ανταλλακτικών και εργασίας στο ποσό των 9.526.576 δολαρίων Η.Π.Α, ποσό που υπερέβαινε την ασφαλισμένη αξία των 8.600.000 δολαρίων Η.Π.Α. Το γεγονός αυτό οδήγησε τον Ιούνιο του έτους 2016 την πλοιοκτήτρια εταιρεία να κοινοποιήσει στους ασφαλιστές «Εγκατάλειψη του πλοίου λόγω τεκμαρτής ολικής απώλειας» (total loss), γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση αξίωσης στην καταβολή του ασφαλίσματος ολικής απώλειας του πλοίου, δηλαδή του ποσού των (8.600.000 + 2.150.000 =) 10.750.000 δολαρίων Η.Π.Α. Οι ενάγοντες ισχυρίζονται με την αγωγή τους ότι η εναγομένη από πταίσμα της κατέστησε αδύνατη την ικανοποίησή της από την ασφαλιστική αποζημίωση ολικής απώλειας πλοίου ύψους 10.750.000 δολαρίων Η.Π.Α. και την εντεύθεν εξόφληση του ένδικου δανείου (αφού το ποσό αυτό υπερκάλυπτε το ανεξόφλητο υπόλοιπο του δανείου ύψους -κατά τη γέννηση της αξίωσης- 6.850.000 δολαρίων Η.Π.Α. περίπου) και ζητούν την απελευθέρωσή τους από αυτό ως συνεγγυητών σύμφωνα με το άρθρο 862 ΑΚ, που συμφωνήθηκε ως εφαρμοστέο στην ένδικη σύμβαση. Ωστόσο, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εναγομένη, ο ισχυρισμός αυτός έχει κριθεί και έχει απορριφθεί σε άλλη δίκη μεταξύ των διαδίκων. Ειδικότερα, στις 31-10-2018 (ήτοι πριν την άσκηση της υπό κρίση αγωγής) άνοιξε ενώπιον του High Court of Justice του Λονδίνου δίκη επί αγωγής (με στοιχεία …) της ώδε εναγομένης δανείστριας τράπεζας κατά της πλοιοκτήτριας «…» ως δανείστριας και κατά των ώδε εναγόντων ως συνεγγυητών του επίδικου δανείου, με την οποία η τράπεζα ζητούσε να υποχρεωθούν οι εκεί εναγόμενοι να της καταβάλουν εις ολόκληρον το ανεξόφλητο υπόλοιπο του δανείου ύψους 8.919.527,67 δολαρίων Η.Π.Α. (περιλαμβανομένων κεφαλαίου και τόκων) (βλ. το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από την εναγομένη από 31-10-2019 εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης «Claim Form» σε νόμιμη μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική γλώσσα). Όπως σημειώθηκε ανωτέρω, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 12 ρήτρας της σύμβασης δανείου η τράπεζα είχε δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον δικαστηρίου οποιασδήποτε χώρας για την επίλυση διαφοράς αναφυόμενης από τη σύμβαση. Αμφότεροι οι ώδε ενάγοντες συνεγγυητές επιβεβαίωσαν στις 23-11-2018 την προς αυτούς επίδοση της αγωγής της τράπεζας, που είχε ασκηθεί ενώπιον του High Court of Justice του Λονδίνου, και την πρόθεσή τους να αμφισβητήσουν την απαίτηση της τράπεζας (βλ. τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από την εναγομένη «Acknowledgments of Service» σε νόμιμη μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική γλώσσα). Σε επόμενο στάδιο της δίκης ενώπιον του High Court of Justice του Λονδίνου οι εκεί εναγόμενοι και ώδε ενάγοντες συνεγγυητές, αμυνόμενοι κατά της εναντίον τους αγωγής, προέβαλαν ενώπιον του Αγγλικού δικαστηρίου ισχυρισμούς ταυτόσημους με εκείνους που προβάλλουν με την υπό κρίση αγωγή και δη ότι η τράπεζα από πταίσμα της άσκησε πλημμελώς τα δικαιώματα και τις εξουσίες της από τη σύμβαση δανείου με τη «…» και την εκχώρηση των ασφαλιστικών αποζημιώσεων του πλοίου, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η ικανοποίηση της απαίτησής της έναντι της «…» και, κατόπιν τούτου, ζήτησαν την ελευθέρωσή τους από την εγγυητική τους ευθύνη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 862 του Ελληνικού ΑΚ (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την εναγομένη από 17 Ιουλίου 2019 τροποποιημένη αντίκρουση «Amended Points of Defence» των εκεί εναγομένων σε νόμιμη μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική γλώσσα και ιδίως τις παρ. 7, 7Α, 30 και 31 αυτής). Μετά δε τη διενέργεια των αποδείξεων κατά το Αγγλικό δίκαιο, η αγωγή συζητή0θηκε ενώπιον του Δικαστή του High Court of Justice του Λονδίνου στις 19-21 Οκτωβρίου 2020 και στις 30-10-2020 εκδόθηκε η απόφασή του, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή της τράπεζας, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό των εκεί εναγομένων περί ύπαρξης πταίσματος της τράπεζας στη διεκδίκηση του ποσού της ασφαλιστικής αποζημίωσης λόγω ολικής απώλειας πλοίου και της εντεύθεν ελευθέρωσής τους από το δάνειο ως συνεγγυητών κατ’ εφαρμογή του άρθρου 862 του Ελληνικού ΑΚ (βλ. τις παρ. 111-118 της προσκομιζόμενης μετ’ επικλήσεως από την εναγομένη από 30-10-2020 απόφασης του High Court of Justice του Λονδίνου σε νόμιμη μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική γλώσσα, σε συνδυασμό με το προσκομιζόμενo μετ’ επικλήσεως από την εναγομένη από 4-12-2020 διατακτικό «Order» της απόφασης σε νόμιμη μετάφραση από την Αγγλική στην Ελληνική γλώσσα). Επίσης, με την ίδια απόφαση απορρίφθησαν οι ισχυρισμοί των εκεί εναγομένων περί αθέτησης από πλευράς της τράπεζας οποιουδήποτε οφειλόμενου υπό το Αγγλικό δίκαιο καθήκοντός της έναντι της πλοιοκτήτριας ως αποτελέσματος του από εκείνη (την τράπεζα) χειρισμού των ασφαλιστικών αποζημιώσεων του πλοίου, καθώς και περί παραβίασης από πλευράς της τράπεζας των άρθρων 281, 288 και 330 του Ελληνικού ΑΚ (βλ. παρ. 101, 104, 110, 1222, 132 της απόφασης). Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή καταλαμβάνεται από το δεδικασμένο της Αγγλικής απόφασης (η τελεσιδικία της οποίας δεν αμφισβητείται από τους ώδε ενάγοντες) λόγω της ταυτότητας διαδίκων, του αντικειμένου και της νομικής αιτίας [άρθρα 36 Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 και 324 ΚΠολΔ], απορριπτομένου του ισχυρισμού των εναγόντων, που προβάλλεται με την προσθήκη-αντίκρουση στις προτάσεις τους, ότι ο εκ του άρθρου 862 ΑΚ ισχυρισμός τους προβλήθηκε ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου απλώς ως αρνητικός της εγγυητικής τους ευθύνης ισχυρισμός επί της αγωγής καταβολής του υπολοίπου του δανείου, ενώ στην υπό κρίση αγωγή ενώπιον του Ελληνικού δικαστηρίου δύναται να εισαχθεί προς δικαστική διάγνωση η εκ του άρθρου 862 ΑΚ καταλυτική της εγγυητικής τους ευθύνης ένσταση με τη μορφή της διαπλαστικής αγωγής αυτή τη φορά, καθόσον το δεδικασμένο εκτείνεται επί των ενστάσεων που χρησίμευσαν προς απόκρουση του διά της αγωγής ασκούμενου δικαιώματος ως δικαιοκωλυτικές ή καταργητικές αυτού, ανεξάρτητα του εάν το δικαίωμα επί του οποίου ερείδονται οι ενστάσεις αυτές μπορούσε να ασκηθεί και διά αγωγής (ΑΠ 525/1996 ΕλλΔνη 1997 σελ. 80). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή να απορριφθεί ως απαράδεκτη, δεκτής γενομένης της ένστασης δεδικασμένου ως ουσία βάσιμης. Τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η κλήση-εναγομένης, όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό, βαρύνουν τους καλούντες-ενάγοντες λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 180, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων επί της από 29-10-2019 (Γ.Α.Κ. 9747/2019 και Ε.Α.Κ. 4921/2019) αγωγής, που φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Δικαστηρίου με την από 5-1-2021 (Γ.Α.Κ. 158/2021 και Ε.Α.Κ. 111/2021) κλήση των εναγόντων.
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει στους καλούντες-ενάγοντες τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η κλήση-εναγομένης, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των επτακοσίων πενήντα (750) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 15 Φεβρουαρίου 2022.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 28-2-2022.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ