ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 192/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αλκιβιάδη Φερεσίδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, ο οποίος ορίσθηκε με κλήρωση.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Ιανουαρίου 2022 χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας: της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη … όπως εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Απόστολος Τουρκαντώνης του Ιωάννη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 22802) της δικηγορικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΟΥΡΚΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΙ ΒΑΡΥΤΗ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 80559), κάτοικος …, ο οποίος κατέθεσε σημείωμα και το με στοιχεία … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Π.
Των καθ’ ων η αίτηση: 1) της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στα …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) της εταιρείας με την επωνυμία «…» (A.Φ.M. …1), η οποία εδρεύει στην …, οδός …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, τις οποίες εκπροσώπησαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους Χρήστος Στέφας του Ηλία (Α.Μ. Δ.Σ.Π. 1334) και Κωνσταντίνος Τασιόπουλος του Γεωργίου (Α.Μ. Δ.Σ.Π. 3403) της δικηγορικής εταιρείας με την επωνυμία «ΣΤΕΦΑΣ-ΤΑΣΙΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (Α.Μ. Δ.Σ.Π. 30038), οι οποίοι κατέθεσαν κοινό σημείωμα και τα με στοιχεία … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Π. αντίστοιχα.
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 4-11-2021 αίτησή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία με Γ.Α.Κ. 8771/2021 και Ε.Α.Κ. 1990/2021, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 10ης-12-2021 και κατόπιν αναβολής για εκείνη που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτησή της η αιτούσα αλλοδαπή εταιρεία, που εδρεύει στη … και έχει ως αντικείμενο την αγορά, πώληση και εμπορική εκμετάλλευση επαγγελματικών σαφών αναψυχής, εκθέτει ότι συμφώνησε το καλοκαίρι 2020 με τον … να του πωλήσει και μεταβιβάσει το υπό Ελληνική σημαία σκάφος αναψυχής με την ονομασία «…» (μετονομασθέν αργότερα σε «…») (αριθμός νηολογίου …, αριθμός Ι.Μ.Ο. 8503151). Ότι, ειδικότερα, συμφώνησαν η πώληση να γίνει μέσω της μεταβίβασης όλων των μετοχών της δεύτερης καθ’ ης πλοιοκτήτριας του πλοίου, που κατείχε η αιτούσα μέσω δύο εταιρειών χαρτοφυλακίου (της εδρεύουσας στην … «…» και της εδρεύουσας στα … «…») στον … και, συγκεκριμένα, σε δύο εταιρείες χαρτοφυλακίου (holding) συμφερόντων του, την πρώτη καθ’ ης και την εταιρεία με την επωνυμία «…». Ότι, προς τούτο, με το από 27-7-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό, που συνήψαν η αιτούσα και η πρώτη καθ’ ης, η πρώτη μεταβίβασε στη δεύτερη ποσοστό 67% των μετοχών της που κατείχε στη δεύτερη καθ’ ης πλοιοκτήτρια του πλοίου (μέσω των εταιρειών «…» κατά ποσοστό 51% και «…» κατά ποσοστό 49%) αντί τιμήματος 20.000.000 ευρώ και με το από 27-7-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό, που συνήψαν η αιτούσα και η εταιρεία με την επωνυμία «…», η πρώτη μεταβίβασε στη δεύτερη ποσοστό 33% των μετοχών της που κατείχε στη δεύτερη καθ’ ης πλοιοκτήτρια του πλοίου (μέσω των εταιρειών «…» κατά ποσοστό 51% και «…» κατά ποσοστό 49%) αντί τιμήματος 8.300.000 ευρώ. Ότι πίσω από την εικονική πώληση των μετοχών με βάση τα δύο ως άνω ιδιωτικά συμφωνητικά υποκρυπτόταν η πώληση του ως άνω πλοίου. Ότι, αν και η πρώτη καθ’ ης παρέλαβε ανεπιφύλακτα το πλοίο διά της υπογραφής σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής, εξόφλησε μεν το ποσό του τιμήματος του δεύτερου ιδιωτικού συμφωνητικού ύψους 8.300.000 ευρώ, αλλά δεν έχει εισέτι εξοφλήσει εν όλω το ποσό του τιμήματος του πρώτου ιδιωτικού συμφωνητικού ύψους 20.000.000 ευρώ. Ότι, ειδικότερα, έναντι των 20.000.000 ευρώ η πρώτη καθ’ ης έχει καταβάλει 16.000.000 ευρώ, ενώ ως προς το υπόλοιπο των 4.000.000 ευρώ, που δεν της έχει καταβάλει, έχει καταστεί υπερήμερη από τις 31-12-2020, που ήταν καταβλητέο το ποσό αυτό σύμφωνα με το ιδιωτικό συμφωνητικό ταυτόχρονα με την παράδοση του πλοίου. Ότι ακολούθησαν διαπραγματεύσεις που διακόπηκαν τον Απρίλιο 2021, λίγο πριν αυτές ολοκληρωθούν. Ότι προς επίλυση της διαφοράς έχει προσφύγει σε Διαιτησία στο Λονδίνο σύμφωνα με τους όρους του ιδιωτικού συμφωνητικού. Επικαλούμενη δε επείγουσα περίπτωση λόγω του γεγονότος ότι η πρώτη καθ’ ης είναι αλλοδαπή εταιρεία και η δεύτερη καθ’ ης έχει ως μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο το ως άνω πλοίο, το οποίο ανά πάσα στιγμή μπορεί να αποπλεύσει από τα Ελληνικά χωρικά ύδατα και να ματαιωθεί κατά αυτόν τον τρόπο η προοπτική μελλοντικής ικανοποίησης της αξίωσής της, ζητεί να διαταχθεί προς εξασφάλιση της ως άνω απαίτησής της σε βάρος των καθ’ ων ύψους 4.000.000 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων η συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας των καθ’ ων στην Ελλάδα (ευθυνομένων της μεν πρώτης καθ’ ης ως αντισυμβαλλομένης της αιτούσας στο επίδικο ιδιωτικό συμφωνητικό, της δε δεύτερης καθ’ ης με αντίθετη κάμψη της νομικής της προσωπικότητας) είτε βρίσκεται στα χέρια τους, είτε στα χέρια τρίτων και δη του ως άνω επαγγελματικού σκάφους αναψυχής «…» μέχρι του ποσού των 5.000.000 ευρώ, να απαγορευθεί στην πρώτη καθ’ ης η διάθεση και η μεταβολή της νομικής και της πραγματικής κατάστασης των μετοχών της που κατέχει στη δεύτερη καθ’ ης, να απαγορευθεί η καταχώριση στο βιβλίο μετόχων της δεύτερης καθ’ ης του ονόματος τυχόν νέου μετόχου κατόπιν κατάρτισης συμφωνίας μεταβίβασης των μετοχών της σε οποιονδήποτε τρίτο, καθώς και να καταδικασθούν οι καθ’ ων στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.
Με αυτό το περιεχόμενο η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 683 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1, 2, 3 και 5 ν. 2172/1993, που καθιερώνει τη λειτουργική αρμοδιότητα των δικαστηρίων του Πειραιά για υποθέσεις ναυτικού δικαίου. Έχει δε διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπόθεσης κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 683-703 ΚΠολΔ) σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 ως προς τη δεύτερη καθ’ ης και τα άρθρα 3 και 37 ΚΠολΔ ως προς την πρώτη καθ’ ης (Π. Αρβανιτάκης/Ε.Βασιλακάκης «Κανονισμός 1215/2012-Κατ’ άρθρο ερμηνεία» υπό άρθρο 8 αριθμ. 11 σελ. 210) σε συνδυασμό με τα άρθρα 1 παρ. 1 και 8 παρ. 2 της Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών του 1952 «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων» (που κυρώθηκε με το ν.δ. 4570/1966), απορριπτομένης της ένστασης έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας ως προς την πρώτη καθ’ ης. Η δε αίτηση είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 330, 513 επ. ΑΚ, 682, 704, 705, 706 και 707 επ., 711-713, 731, 732 ΚΠολΔ, καθόσον εφαρμοστέο δίκαιο είναι, εν προκειμένω, το ελληνικό ως το δίκαιο της χώρας με το οποίο η σύμβαση προδήλως συνδέεται στενότερα από το σύνολο των περιστάσεων (πώληση μετοχών που αφορούν υπό Ελληνική σημαία πλοίο, έδρα δεύτερης καθ’ ης πλοιοκτήτριας εταιρείας στην Ελλάδα) [άρθρο 4 παρ. 3 Κανονισμού (ΕΕ) 593/2008]. Πρέπει, επομένως, η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Οι καθ’ ων η αίτηση με προφορική δήλωση των πληρεξούσιων δικηγόρων τους στο ακροατήριο και με το σημείωμά τους αρνούνται την αίτηση και προβάλλουν α) ένσταση έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της δεύτερης καθ’ ης, με την οποία δεν συμβλήθηκε η αιτούσα, ισχυρισμός που συνιστά άρνηση και όχι ένσταση, καθότι τυχόν ευθύνη της δεύτερης καθ’ ης είναι θέμα πιθανολόγησης κατωτέρω, διότι συναρτάται προς το ουσία βάσιμο της αίτησης και β) ένσταση συμψηφισμού με απαιτήσεις της πρώτης καθ’ ης έναντι της αιτούσας, η οποία είναι νόμιμη, ερειδόμενη στο άρθρο 440 επ. ΑΚ, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα της αιτούσας …, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, και όλων των εγγράφων που προσκομίζουν οι διάδικοι, καθώς και από την προσκομιζόμενη από τις καθ’ ων υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του …, που δόθηκε ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Ιωάννης Κανελλοπούλου χωρίς κλήτευση της αιτούσας και παραδεκτώς λαμβάνεται υπόψη κατά την προκείμενη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Η αιτούσα αλλοδαπή εταιρεία, που εδρεύει στη … και έχει ως αντικείμενο την αγορά, πώληση και εμπορική εκμετάλλευση επαγγελματικών σαφών αναψυχής, συμφώνησε το καλοκαίρι 2020 με τον … να του πωλήσει και μεταβιβάσει το υπό Ελληνική σημαία σκάφος αναψυχής με την ονομασία πρώην «…» και ήδη «…» (αριθμό νηολογίου …, αριθμό Ι.Μ.Ο. 8503151). Ειδικότερα, πιθανολογείται ότι συμφώνησαν η πώληση να γίνει μέσω της μεταβίβασης όλων των μετοχών της δεύτερης καθ’ ης πλοιοκτήτριας του πλοίου, που κατείχε η αιτούσα μέσω δύο εταιρειών χαρτοφυλακίου (της εδρεύουσας στην … «…» και της εδρεύουσας στα … «…») στον … και, συγκεκριμένα, σε δύο εταιρείες χαρτοφυλακίου (holding) συμφερόντων του, την πρώτη καθ’ ης και την εταιρεία με την επωνυμία «…», όπως κατέθεσε και ο μάρτυρας της αιτούσας στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου. Προς τούτο, με το από 27-7-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό (Memorandum of Agreement), που συνήψαν η αιτούσα και η πρώτη καθ’ ης, η πρώτη μεταβίβασε στη δεύτερη ποσοστό 67% των μετοχών της που κατείχε στη δεύτερη καθ’ ης πλοιοκτήτρια του πλοίου (μέσω των εταιρειών «…» κατά ποσοστό 51% και «…» κατά ποσοστό 49%) αντί τιμήματος 20.000.000 ευρώ και με το από 27-7-2020 ιδιωτικό συμφωνητικό (Memorandum of Agreement), που συνήψαν η αιτούσα και η εταιρεία με την επωνυμία «…», η πρώτη μεταβίβασε στη δεύτερη ποσοστό 33% των μετοχών της που κατείχε στη δεύτερη καθ’ ης πλοιοκτήτρια του πλοίου (μέσω των εταιρειών «…» κατά ποσοστό 51% και «…» κατά ποσοστό 49%) αντί τιμήματος 8.300.000 ευρώ. Πιθανολογείται δε ότι πίσω από την εικονική πώληση των μετοχών με βάση τα δύο ως άνω ιδιωτικά συμφωνητικά υποκρυπτόταν η πώληση του ως άνω πλοίου. Ωστόσο, αν και η πρώτη καθ’ ης παρέλαβε ανεπιφύλακτα το πλοίο διά της υπογραφής σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής, εξόφλησε μεν το ποσό του τιμήματος του δεύτερου ιδιωτικού συμφωνητικού ύψους 8.300.000 ευρώ, αλλά δεν έχει εξοφλήσει εν όλω το ποσό του τιμήματος του πρώτου ιδιωτικού συμφωνητικού ύψους 20.000.000 ευρώ. Ειδικότερα, έναντι των 20.000.000 ευρώ η πρώτη καθ’ ης έχει καταβάλει στην αιτούσα 16.000.000 ευρώ, ενώ δεν της έχει καταβάλει το υπόλοιπο των 4.000.000 ευρώ από τις 31-12-2020, οπότε κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό σύμφωνα με το ιδιωτικό συμφωνητικό. Προς τούτο, προσέφυγε σε Διαιτησία στο Λονδίνο κατά της πρώτης καθ’ ης και του μεσεγγυούχου (εταιρείας με την επωνυμία «…»). Ωστόσο, σύμφωνα με τον όρο 17 του ως άνω από 27-7-2020 ιδιωτικού συμφωνητικού, που συνήψαν η αιτούσα και η πρώτη καθ’ ης, το ως άνω ποσό των 4.000.000 ευρώ, μόλις κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήταν καταβλητέο από την αγοράστρια (πρώτη καθ’ ης) στον μεσεγγυούχο (εταιρεία με την επωνυμία «…») και, στη συνέχεια, ο μεσεγγυούχος έπρεπε να προχωρήσει στις ακόλουθες πληρωμές: i) το ποσό του 1.570.000 ευρώ θα κρατούνταν από τον μεσεγγυούχο από το πιστωθέν τίμημα πώλησης και θα καταβαλόταν στην πλοιοκτήτρια (δεύτερη καθ’ ης) και ii) το ποσό των 2.430.000 ευρώ θα καταβαλόταν από τον μεσεγγυούχο στην πωλήτρια. Συνεπώς, ως προς το ποσό του 1.570.000 ευρώ η αιτούσα δεν έχει απαίτηση κατά της πρώτης καθ’ ης, αλλά κατά του ως άνω μεσεγγυούχου, που δεν είναι διάδικος στη δίκη αυτή. Εξάλλου, στο κεφάλαιο 2.1 του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού αναφέρεται ότι η αιτούσα πωλήτρια δηλώνει ότι το πλοίο είναι ελεύθερο βαρών κατά την πώληση και ότι, εάν μετά την πώληση βρεθούν χρέη, βάρη κλπ που προϋπήρχαν αυτής, υπεύθυνη για την άρση τους θα ήταν η αγοράστρια αιτούσα (βλ. ιδίως όρο 2.1.8 στο κεφάλαιο 2.1 του ιδιωτικού συμφωνητικού). Ωστόσο, από τα προσκομιζόμενα έγγραφα των καθ’ ων η αίτηση σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του … πιθανολογείται ότι μετά τη μεταβίβαση των μετοχών η πρώτη καθ’ ης ανακάλυψε την ύπαρξη προϋφιστάμενων χρεών του πλοίου από επιθεωρήσεις, βεβαιωμένες οφειλές, αναλώσιμα, προμήθειες, ρουχισμό πληρώματος, τέλη τηλεπικοινωνιών, αμοιβές ναυτικών πρακτόρων, υπηρεσίες γερανού, ανταλλακτικά κύτους, λιμενικά τέλη κλπ συνολικού ύψους 506.809,89 ευρώ, αλλά και την ύπαρξη οφειλής έναντι της εταιρείας με την επωνυμία «…» ύψους 25.4016,10 ευρώ (βλ. την προσκομιζόμενη από τις καθ’ ων σχετική από 24-2-2021 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων), ποσά τα οποία κάλυψε η δεύτερη καθ’ ης. Επίσης, από τις προσκομιζόμενες από τις καθ’ ων εκτυπώσεις των από 1-12-2020, 2-12-2020, 4-12-2020 μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, που αντηλλάγησαν μεταξύ της αιτούσας και της πρώτης καθ’ ης, πιθανολογείται ότι υπήρχε επιπλέον οφειλή συνολικού ύψους 274.248,05 ευρώ για μισθούς του πληρώματος του ως άνω πλοίου, προμήθειες πληρώματος, παραλαβή του πλοίου στα ναυπηγεία «…» τον Νοέμβριο 2020, δόσεις ασφάλισης και αλληλασφάλισης του πλοίου κλπ, έναντι του οποίου (συνολικού ποσού ύψους 274.248,05 ευρώ) η πρώτη καθ’ ης κατέβαλε το ποσό των 250.000 ευρώ, το οποίο συμφώνησαν η αιτούσα και η πρώτη καθ’ ης να αφαιρεθεί από τα 4.000.000 ευρώ. Συνεπώς, το ποσό που απέμενε να καταβάλει η πρώτη καθ’ ης στη μεσεγγυούχο σύμφωνα με το ιδιωτικό τους συμφωνητικό ανερχόταν στα (4.000.000 -1.570.000 -506.809,89 -25.406,10 -250.000 =) 1.647.784,01 ευρώ μείον τους τόκους και τα έξοδα επί της ως άνω απαίτησης της «…» για την προϋφιστάμενη οφειλή ποσού 25.406,10 ευρώ κατά κεφάλαιο. Μάλιστα, από την προσκομιζόμενη από τις καθ’ ων εκτύπωση του από 6-4-2021 μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του πληρεξούσιου δικηγόρου της αιτούσας Λεωνίδα Κύρρη, που κατέθεσε στην παρούσα δίκη ως μάρτυράς της στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο της πρώτης καθ’ ης Πάνο Ξανθόπουλο πιθανολογείται ότι ο υπογράφων το ηλεκτρονικό μήνυμα πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας αναγνωρίζει ότι «το τελικό πληρωτέο υπόλοιπο στην πωλήτρια είναι 1.632.000 ευρώ» και όχι 4.000.000 ευρώ, όπως αιτείται η αιτούσα με την υπό κρίση αίτησή της. Αλλά και στην προσκομιζόμενη από τις καθ’ ων από 29-4-2021 τροποποίηση υπ’ αριθμ. 1 του ως άνω ένδικου από 27-7-2020 ιδιωτικού συμφωνητικού (μνημονίου συμφωνίας), υπογεγραμμένη από τον νόμιμο εκπρόσωπο της αιτούσας …, πιθανολογείται ότι αναφέρεται ότι η απαίτηση της αιτούσας κατά της πρώτης καθ’ ης ανέρχεται στο ως άνω ποσό του 1.632.000 ευρώ, απορριπτομένου (και εξ αυτού του του αποδεικτικού μέσου) του δια της παρούσας αιτήσεως διατυπούμενου ισχυρισμού της αιτούσας ότι η οφειλή της πρώτης καθ’ ης έναντί της ανέρχεται στα 4.000.000 ευρώ. Περαιτέρω, παρά τη συμβατική υποχρέωση της αιτούσας να παραδώσει το πλοίο στην πρώτη καθ’ ης σε καλή κατάσταση, πιθανολογείται ότι διαπιστώθηκε από την αγοράστρια ότι το πλοίο είχε φθορές και ζημίες και έχρηζε εκτεταμένων επισκευών, προκειμένου να επανέλθει σε καλή κατάσταση. Όπως κατέθεσε ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της δεύτερης καθ’ ης-πλοιοκτήτριας του επίδικου πλοίου … στην ως άνω υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωσή του το πλοίο κατά την παράδοσή του ήταν ανεπαρκώς συντηρημένο και σε κακή κατάσταση και χρειάζονταν ευρείας κλίμακας εργασίες συντήρησης και επισκευών, προκειμένου το πλοίο να ανακτήσει τις προδιαγραφές που έπρεπε να έχει ως σκάφος υπερπολυτελείας και να μπορεί να εκανυλώνεται με τους ναύλους που αρμόζουν σε τέτοια σκάφη. Οι εκτεταμένης αυτές εργασίες επισκευής και συντήρησης πιθανολογείται ότι αφορούν μεταξύ άλλων επιθεωρήσεις και πιστοποιήσεις, μέσα ασφαλείας, όργανα πλοήγησης στη γέφυρα, αντικατάσταση των φώτων πλοήγησης πρυμναίου κυρίως ιστίου, τη λέμβο castoldi, το jet ski, τα παιχνίδια νερού, μέσα καθαριότητας και υγιεινής, δεξαμενισμό για επιθεώρηση και καθαρισμό, επισκευές στη μηχανή και στα ηλεκτρολογικά του πλοίου, συντήρηση του ανοικτού καταστρώματος, του καταστρώματος γέφυρας, του καταστρώματος VIP, του κυρίου καταστρώματος, της κυρίας σκάλας, του χαμηλότερου καταστρώματος και των καμπινών πληρώματος κλπ. Το δε κόστος όλων των ανωτέρω εργασιών επισκευής πιθανολογείται ότι ανέρχεται στο ποσό των 10.000.000 ευρώ. Οι εργασίες πιθανολογείται ότι ξεκίνησαν στα τέλη Δεκεμβρίου 2020 στο ναυπηγείο … και αναμένεται να διαρκέσουν μέχρι τα τέλη Μαΐου 2022 (βλ. την προσκομιζόμενη από τις καθ’ ων βεβαίωση του ναυπηγού …), χρονική περίοδος, μάλιστα, κατά την οποία δεν είναι δυνατή η εκμετάλλευση του πλοίου και η εντεύθεν αποκόμιση κερδών. Τις ανωτέρω απαιτήσεις της πρώτης καθ’ ης έναντι της αιτούσας νομίμως προτείνει σε συμψηφισμό η πρώτη έναντι της δεύτερης και πρέπει η σχετική ένσταση της πρώτης καθ’ ης να γίνει δεκτή ως και ουσία βάσιμη. Εφόσον δε αυτές υπερβαίνουν κατά πολύ την απαίτηση της αιτούσας, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη. Τα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η αίτηση, όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό, βαρύνουν την αιτούσα λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 180, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 84 παρ. 2 εδ. β’ Κώδικα Δικηγόρων).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση.
Επιβάλλει στην αιτούσα τα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η αίτηση, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 4-2-2022.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ ..…ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΜΟΝΟ