Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    1315/2015

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Τακτική Διαδικασία)

………………………………………

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Σοφία Δέδε.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Φεβρουαρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α. ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «…» (….), που εδρεύει στον …… νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κίμωνα Γκιουλιστάνη.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Β. Β. του Α., κατοίκου Α., ο οποίος δεν παραστάθηκε, 2) εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει στον …….και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 3) Ν. Γ. του Ι., κατοίκου ……4) Ι. Σ. του Α., κατοίκου ……..5) Α. Τ. του Χ., κατοίκου …….6) Π. Π. του Θ., κατοίκου Β. Η., 7) Β. Μ. του Ι., κατοίκου Λ. Κ. και 8) Β. Μ. του Κ., κατοίκου Γ. Λ., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν, 9) Ν. Ν., κατοίκου Ν., 10) Μ. Ρ., κατοίκου Κ., 11) Σ. Ρ., κατοίκου Κ., 12) Β. Μ., κατοίκου……., 13) Σ. Γ., κατοίκου ……….., 14) Κ. Μ., κατοίκου Ν., 15) Α. Χ., κατοίκου………, 16) Ε. Χ., κατοίκου …….., 17) Σ. Ρ., κατοίκου Ε., 18) Β. Ρ., κατοίκου Ν., 19) Χ. Ρ., κατοίκου Κ. Α., 20) Η. Ρ., κατοίκου Β. Α., 21) Α. Μ., κατοίκου Πειραιά και 22) Ι. Κ., κατοίκου Πειραιά, οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 23) Μ. Ζ. του Π., κατοίκου Πειραιά και 24) Η. Α. του Δ., κατοίκου  Μ. Λ., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν.

Η ανακόπτουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 1-3-2013 ανακοπή της, που κατατέθηκε με αριθμό …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολή κατά τη δικάσιμο της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Β. ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (ΝΑΤ) ΝΠΔΔ, που εδρεύει στον Πειραιά, νόμιμα εκπροσωπούμενου, το οποίο παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Σωτηρίου Βλαχογιάννη.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Α.Ε. με την επωνυμία ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (Ο.Λ.Π.) Α.Ε., που εδρεύει στον Πειραιά, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κίμωνα Γκιουλιστάνη, 2) εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον Πειραιά, νόμιμα εκπροσωπούμενης, 3) Χ. Ρ., κατοίκου Κ., 4) Η. Ρ., κατοίκου Β. Α., 5) Α. Μ., κατοίκου…….., 6) Ι. Κ., κατοίκου ……., 7) Σ. Γ., κατοίκου……., 8) Κ. Μ., κατοίκου Ν., 9) Α. Χ., κατοίκου …….., 10) Ε. Χ., κατοίκου ……., 11) Σ. Ρ., κατοίκου Ε., 12) Β.  ………. κατοίκου Ν. Α., 13) Ν. Ν., κατοίκου Ν., 14) Μ. Ρ., κατοίκου Κ., 15) Σ. Ρ., κατοίκου Κ. και 16) Β. Μ., κατοίκου ………., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 17) Β. Β., κατοίκου …….. 18) Μ. Ζ., κατοίκου…………., 19) Η. Α., κατοίκου  Μ. Λ., 20) Π. Π., κατοίκου Β. Η., 21) Β. Μ., κατοίκου Λ. Κ., 22) Β. Μ., κατοίκου Γ. Λ., 23) Ν. Γ., κατοίκου  ……. 24) Ι. Σ., κατοίκου Πειραιά και 25) Α. Τ., κατοίκου …… , οι οποίοι δεν παραστάθηκαν.

Το ανακόπτον ζήτησε να γίνει δεκτή η από 12-2-2013 ανακοπή του, που κατατέθηκε με αριθμό …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 21ης Μαΐου 2013 και της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Γ. ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία …., που εδρεύει στην ……., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Αικατερίνης Α..

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Μ. Ζ. του Π., κατοίκου Πειραιά, ο οποίος δεν παραστάθηκε, 2) Ν. Ν., κατοίκου Ν. Πειραιά, 3) Μ. Ρ., κατοίκου Κ., 4) Σπυρίδωνα Ρενιέρη, κατοίκου Κ., 5) Β. Μ., κατοίκου Πειραιά, 6) Σ. Γ., κατοίκου Πειραιά, 7) Κ. Μ., κατοίκου Ν., 8) Αντώνη Χαραλαμπίδη, κατοίκου Πειραιά, 9) Εμμανουήλ Χατζηκορίου, κατοίκου Πειραιά, 10) Σ. Ρ., κατοίκου Ε., 11) Β. Ραυτόπουλου, κατοίκου Ν., 12) Χ. Ρ., κατοίκου Κ., 13) Η. Ρ., κατοίκου Β. Α., 14) Α. Μ., κατοίκου Πειραιά, 15) Ι. Κ., κατοίκου Πειραιά και 16) εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει στον …… , όπως εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 17) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε», η οποία εδρεύει στον Πειραιά, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κίμωνα Γκιουλιστάνη.

Η ανακόπτουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 18-2-2013 ανακοπή της, που κατατέθηκε με αριθμό …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 28ης Μαΐου 2013 και της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Δ. ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: Α. … του Φ., κατοίκου Φ. Ι., ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Στέφανου Λύρα.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Β. Β. του Α., κατοίκου Πειραιώς, 2) Ν. Γ. του Ι., κατοίκου …… 3) Ι. Σ. του Α., κατοίκου …….., 4) Α. Τ. του Χ., κατοίκου ……., 5) Π. Π. του Θ., κατοίκου Β. Ν. Η., 6)       Β. Μ. του Ι., κατοίκου Λ. Κ. και 7) Β. Μ. του Κων/νου, κατοίκου Γ. Λ., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν.

Ο ανακόπτων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 19-2-2013 ανακοπή του, που κατατέθηκε με αριθμό … προσδιορίστηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 28ης Μαΐου 2013 και της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Ε. ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1)  Α. του Χ., κατοίκου Κ., 2) Κ. Μ. του Ι., κατοίκου ……., 3) Ε. Σ. του Π., κατοίκου Κ. Α. και 4) Π. Π. του Σ., κατοίκου Ν. Α., οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Μ. Σαρρή.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Α.Ε. με την επωνυμία ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (Ο.Λ.Π.) Α.Ε., που εδρεύει στον Πειραιά, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κίμωνα Γκιουλιστάνη, 2) εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον  …… νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 3) Β. Β. του Α., κατοίκου Πειραιά, 4) Ν. Γ. του Ι., κατοίκου ……. , 5) Ι. Σ. του Α., κατοίκου ……, 6) Α. Τ. του Χ., κατοίκου …….., 7) Π. Π. του Θ., κατοίκου Β. Η., 8) Β. Μ. του Ι., κατοίκου Λ. Κ. και 9) Β. Μ. του Κ., κατοίκου Γ. Λ., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν, 10) Ν. Ν., κατοίκου Ν., 11) Μ. Ρ., κατοίκου Κ., 12) Σ. Ρ., κατοίκου Κ., 13) Β. Μ., κατοίκου ………, 14) Σ. Γ., κατοίκου …….. , 15) Κ. Μ., κατοίκου Ν., 16) Α. Χ., κατοίκου ……., 17) Ε. Χ., κατοίκου ………, 18) Σ. Ρ., κατοίκου Ε., 19) Β. Ρ., κατοίκου Ν., 20) Χ. Ρ., κατοίκου Κ. Α., 21) Η. Ρ., κατοίκου Β. Α., 22) Α. Μ., κατοίκου  …… και 23) Ι. Κ., κατοίκου ……., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 24) Μ. Ζ. του Π., κατοίκου  …… 25) Η. Α. του Δ., κατοίκου  Μ. Λ., 26) Μ. Μ. του Α., κατοίκου  …….. και 27) ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …….., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν.

Οι ανακόπτοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 18-2-2013 ανακοπή τους, που κατατέθηκε με αριθμό …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 4ης Ιουνίου 2013 και της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

ΣΤ. ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, και ειδικώς στην προκειμένη περίπτωση από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, το οποίο παραστάθηκε δια της δικαστικής αντιπροσώπου του Ν.Σ.Κ., Αφροδίτης Χαραλαμποπούλου.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Α.Ε. με την επωνυμία ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (Ο.Λ.Π.) Α.Ε., που εδρεύει στον Πειραιά, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κίμωνα Γκιουλιστάνη, 2) εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον ………, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 3) Β. Β. του Α., κατοίκου …….., 4) Ν. Γ. του Ι., κατοίκου ……., 5) Ι. Σ. του Α., κατοίκου  ………6) Α. Τ. του Χ., κατοίκου …….., 7) Π. Π. του Θ., κατοίκου Β. Η., 8) Β. Μ. του Ι., κατοίκου Λ. Κ. και 9) Β. Μ. του Κ., κατοίκου Γ. Λ., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν, 10) Ν. Ν., κατοίκου Ν., 11) Μ. Ρ., κατοίκου Κ., 12) Σ. Ρ., κατοίκου Κ., 13) Β. Μ., κατοίκου …….., 14) Σ. Γ., κατοίκου …….., 15) Κ. Μ., κατοίκου Ν., 16) Α. Χ., κατοίκου …….., 17) Ε. Χ., κατοίκου …….., 18) Σ. Ρ., κατοίκου Ε., 19) Β. Ρ., κατοίκου Ν., 20) Χ. Ρ., κατοίκου Κ. Α., 21) Η. Ρ., κατοίκου Β. Α., 22) Α. Μ., κατοίκου  ………., και 23) Ι. Κ., κατοίκου …….., οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ιωάννας Γεωργούλια, 24) Μ. Ζ. του Π., κατοίκου  ………, 25) Η. Α. του Δ., κατοίκου  Μ. Λ. και 26) Μ. Μ. του Α., συμβολαιογράφου και κατοίκου Αθηνών, ως υπαλλήλου του πλειστηριασμού, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν.

Το ανακόπτον ζήτησε να γίνει δεκτή η από 28-2-2013 ανακοπή του, που κατατέθηκε με αριθμό …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 17ης Σεπτεμβρίου 2013 και της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Ζ. ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) Α. Τ. του Α., κατοίκου …….., 2) Π. Ε. του Μ., κατοίκου Ν. Σ. και 3) Π. Α. του Π., κατοίκου …… , οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Γεωργίου Σαπουντζάκη.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Α.Ε. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», που εδρεύει στον Πειραιά, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κίμωνα Γκιουλιστάνη και 2) εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε.

Οι ανακόπτοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 11-2-2013 ανακοπή τους, που κατατέθηκε με αριθμό …, προσδιορίστηκε, μετά από αναβολή κατά τη δικάσιμο της 28ης Μαρτίου 2014, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

          Σύμφωνα με το άρθρο 246 ΚΠολΔ, το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων εκκρεμών ενώπιόν του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και, κατά την κρίση του, διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων. Στην προκείμενη περίπτωση, οι υπό κρίση με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης …, …, …, … …, … και … ανακοπές είναι συναφείς μεταξύ τους, καθόσον βάλλουν κατά του ίδιου υπ’ αριθ. … πίνακα κατατάξεως δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών, Μ. Μ., αλλά εν μέρει στρέφονται και κατά των ίδιων προσώπων, είναι δε εκκρεμείς ενώπιον του αυτού (παρόντος) Δικαστηρίου και υπάγονται όλες στην τακτική διαδικασία. Πρέπει, επομένως, κατ’ αυτεπάγγελτη κρίση του Δικαστηρίου, να διαταχθεί η ένωση και συνεκδίκασή τους, αφού, κατά τον τρόπο αυτό, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επέρχεται δε μείωση των εξόδων.

Από τη διάταξη του άρθρου 110 παρ. 2 του ΚΠολΔ απορρέει η θεμελιώδης δικονομική αρχή της ακρόασης όλων των διαδίκων. Η τήρηση της αρχής αυτής, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 271 παρ. 1 και 2 του ιδίου ως άνω Κώδικα, που ορίζει ότι, αν ο εναγόμενος δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτήν κανονικά, το δικαστήριο, αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν σ’ αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα, κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση, επιβάλλει στο δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως αν ο διάδικος που απουσιάζει κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υπόθεσης, έχει κλητευθεί να παραστεί σ’ αυτήν νομοτύπως και εμπροθέσμως και να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση, εφόσον διαπιστώσει ότι δεν έγινε τέτοια κλήτευση ή ότι αυτή δεν έγινε εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, διότι λείπει η απαιτούμενη προδικασία, δηλαδή της κλήσης προς συζήτηση (άρθρα 106, 110 παρ. 3, 111 παρ. 1, 217, 226 παρ. 1, 591 παρ. 1 α΄ ΚΠολΔ, ΕφΠειρ 145/2009 ΕλλΔνη 2010. 211, ΕφΘεσ 632/2009 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στην προκείμενη περίπτωση, ο έβδομος των καθ’ ων στην υπό στοιχείο Α με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπή δεν εμφανίσθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία αυτή (υπόθεση) εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο (άρθρο 233 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ). Επομένως, δεδομένου ότι δεν προκύπτει η κλήτευσή του για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 19ης Νοεμβρίου 2013, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, αφού η ανακόπτουσα δεν προσκομίζει ούτε επικαλείται σχετική έκθεση επίδοσης, πρέπει, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ως άνω ανακοπής ως προς αυτόν. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν ορίζεται, διότι δεν επιτρέπεται η άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου κατά της παρούσας απόφασης (άρθρο 937 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθ. 979 παρ. 2 εδ. α΄ του ίδιου Κώδικα), αφού πρόκειται περί δίκης σχετική με την εκτέλεση (ΑΠ 434/1995 ΕλλΔνη 37. 331, ΕφΛαρ 174/2012 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Τέλος, δεν θα επιδικασθεί δικαστική δαπάνη, λόγω του μη οριστικού χαρακτήρα της απόφασης που κηρύσσει το απαράδεκτο της συζήτησης (ΑΠ 649/1996 ΕλλΔνη 39. 1555).

Από τις εκθέσεις επίδοσης, υπ’ αριθ. … και … των δικαστικών επιμελητών του Πρωτοδικείου ……., Ν. Ν., του Πρωτοδικείου Α., Β. Σ., του Πρωτοδικείου Γ., Ν. Λ., και του Πρωτοδικείου Μ., Ε. Ε., αντιστοίχως, υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, Β. Δ., υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, Σ. Γ., υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, Ι. Τ., υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, Ι. Χ., υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, Θ. Λ., υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, Α. Θ., και υπ’ αριθ. … του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, Ν. Τ., που νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι ανακόπτοντες, αποδεικνύεται ότι ακριβή επικυρωμένα αντίγραφα των υπό κρίση με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης …, …, …, …, … και … ανακοπών, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τις αρχικώς ορισθείσες δικασίμους, κατά τις οποίες η συζήτηση αναβλήθηκε για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα στους 1ο, 3ο έως και 6ο, 8ο, 23ο και 24ο των καθ’ ων της υπό στοιχείο Α με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, στους 17ο έως και 25ο των καθ’ ων της υπό στοιχείο Β με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, στον 1ο των καθ’ ων της υπό στοιχείο Γ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, στους 3ο έως και 9ο, και 24ο έως και 27η των καθ’ ων της υπό στοιχείο Ε με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, στους 3ο έως και 9ο, και 24ο έως και 26η των καθ’ ων της υπό στοιχείο ΣΤ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής και στη 2η των καθ’ ων της υπό στοιχείο Ζ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής (άρθρα 126 παρ. 1 περ. α΄, δ΄, 127, 128, 129 παρ. 1 και 2, 142 παρ. 1, 229, 585 παρ. 1 και 591 παρ. 1α ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθ. 979 παρ. 2 εδ. α΄, 937 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα, όπως η παράγραφος 3 του άρθρου 937 προστέθηκε με το άρθρο 19 παρ. 4 του ν. 4055/2012). Επομένως, λαμβανομένου υπόψη ότι η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθρο 226 παρ. 4 εδ. γ΄ ΚΠολΔ), οι καθ’ ων οι ανακοπές, που δεν παρέστησαν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά που ήταν εγγεγραμμένη στο πινάκιο και δεν έλαβαν μέρος στη συζήτηση, πρέπει να δικασθούν ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ). Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν αυτοί παρόντες (άρθρο 979 παρ. 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ σε συνδ. με 937 παρ. 3, 643 παρ. 2 και 649 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 61 παρ. 1 του ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8 εδ. α΄ του ν. 4205/2013 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 242/6-11-2013), ο δικηγόρος για την άσκηση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων και για την παράστασή του ενώπιον των δικαστηρίων και γενικά για την παροχή υπηρεσιών που σχετίζονται με την έναρξη και τη διεξαγωγή της δίκης, υποχρεούται να προκαταβάλει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο τις εισφορές που αναφέρονται στη διάταξη αυτή. Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 61 παρ. 4 του ίδιου ως άνω Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8 εδ. γ΄ του ν. 4205/2013 και ισχύει από την 01-11-2013 (βλ. την παράγραφο 11 του άρθρου 165 του ως άνω Κώδικα, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 13 εδ. δ΄ του ν. 4205/2013), ο δικηγόρος για την κατάθεση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων, καθώς και για την παράστασή του κατά τη συζήτηση των ανωτέρων ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων ενώπιον των δικαστηρίων και δικαστών οφείλει, στο πλαίσιο της υποχρέωσης προκαταβολής της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου (61), να καταθέτει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής, αλλιώς η αντίστοιχη διαδικαστική πράξη είναι απαράδεκτη. Κατά το άρθρο, τέλος, 260 παρ. 1 ΚΠολΔ, «αν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης δεν εμφανίζονται όλοι οι διάδικοι ή εμφανίζονται, αλλά δεν μετέχουν κανονικά στη συζήτηση, η συζήτηση ματαιώνεται». Αν η μη εμφάνιση ή η μη προσήκουσα εμφάνιση των διαδίκων διαπιστωθεί μετά τη συζήτηση της υπόθεσης κατά τη μελέτη αυτής (υπόθεσης) ή τη διάσκεψη, η ματαίωση της συζήτησης κηρύσσεται με δικαστική απόφαση (ΕφΑθ 8862/2000 ΕλλΔνη 43. 846, 7480/1998 ΕλλΔνη 40. 1118, 9289/1992 Αρμ 1993. 156). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου (άρθρο 233 εδ. α΄ του ΚΠολΔ), δεν εμφανίσθηκαν οι καθ’ ων της υπό στοιχείο Δ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του ανακόπτοντος δεν προσκόμισε ούτε μετά την προς τούτο κλήση από το παρόν Δικαστήριο, κατά τη διάταξη του άρθρου 227 ΚΠολΔ (βλ. τη σχετική σημείωση της Γραμματέως του Δικαστηρίου στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας), το σχετικό γραμμάτιο καταβολής των εισφορών της παραγράφου 1 του άρθρου 61 του Κώδικα Δικηγόρων προς τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο και, κατ’ ακολουθίαν, η εκπροσώπηση των ανακόπτοντος από αυτόν κρίνεται απαράδεκτη, με συνέπεια την ερημοδικία του (άρθρα 270 παρ. 1 εδ. τελευταίο, 271 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ). Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην προπαρατεθείσα μείζονα πρόταση, να κηρυχθεί η συζήτηση της ως άνω ανακοπής ματαιωθείσα.

Ο ν. 2881/2001 «Ρύθμιση θεμάτων ανέλκυσης ναυαγίων και άλλες διατάξεις» ορίζει τα εξής: α) Στο άρθρο 1: «Εννοιολογικοί προορισμοί: … §2. Με τον όρο «Οργανισμός» στις επόμενες διατάξεις νοείται το κατά περίπτωση αρμόδιο νομικό πρόσωπο του δημόσιου τομέα ή η δημόσια υπηρεσία, που ασκεί τη διοίκηση και διαχείριση λιμένα, διώρυγας ή διαύλου», β) Στο άρθρο 2: «Ναυάγια σε λιμένες, διώρυγες, διαύλους: §1. Ο κύριος ναυαγίου, το οποίο αποτελεί κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα σε περιοχή λιμένα, σε διώρυγα ή σε δίαυλο ή παρεμποδίζει την προσόρμιση, την αγκυροβολία, την παραβολή, τη χρήση των κρηπιδωμάτων και γενικά τη λειτουργία τους ή προσβάλλει ή απειλεί να προσβάλει το περιβάλλον, υποχρεούται να το ανελκύσει και απομακρύνει εκτός λιμένα, διώρυγας ή διαύλου, όπως έχει ή κατά τμήματα ή, αν επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να το μετατοπίσει ή καταστρέψει ή με οποιονδήποτε τρόπο εξουδετερώσει, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. §2. Ο Οργανισμός προσκαλεί εγγράφως τον κύριο να προβεί στις αναγκαίες κατά την προηγούμενη παράγραφο ενέργειες, για να εξαλειφθεί κάθε κίνδυνος και να αποτραπεί κάθε δυσμενής συνέπεια από την ύπαρξη του ναυαγίου, ορίζοντας εύλογη κατά περίπτωση προθεσμία, που δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις (3) μήνες και δηλώνοντας συγχρόνως ότι σε διαφορετική περίπτωση θα προβεί στις ενέργειες αυτές με ευθύνη και με δαπάνες του κυρίου, οι οποίες σε περίπτωση μη άμεσης καταβολής, καταλογίζονται σε βάρος του και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων… §3. Η πρόσκληση επιδίδεται από δικαστικό επιμελητή, στον κύριο ή στον αντιπρόσωπό του, στους δανειστές που αναγράφονται στο ναυτικό υποθηκολόγιο ή στο βιβλίο κατασχέσεων του λιμένα νηολόγησης και, αν πρόκειται για ναυάγιο αλλοδαπού πλοίου, στους δανειστές, που αναγράφονται στο βιβλίο της Λιμενικής Αρχής του λιμένα, όπου βρίσκεται το ναυάγιο… §4. Αν ο κύριος δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του, ο Οργανισμός μπορεί, ως νόμιμος εντολοδόχος του, να εκτελέσει τις πράξεις που αναγράφονται στην πρόσκληση είτε με ίδια αυτού μέσα και προσωπικό είτε με ανάθεση των σχετικών εργασιών σε τρίτο. §5. Αν η εκτέλεση των πράξεων αυτών από τον Οργανισμό κρίνεται, λόγω των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδύνατη ή απρόσφορη ή ασύμφορη, ο Οργανισμός μπορεί να εκποιήσει το ναυάγιο ή τμήματα αυτού με ανοικτό πλειοδοτικό διαγωνισμό. Ο πλειοδότης υποχρεούται να ανελκύσει και απομακρύνει το ναυάγιο μέσα στην οριζόμενη στη διακήρυξη προθεσμία. Από την κατακύρωση και την καταβολή του τιμήματος, ο πλειοδότης θεωρείται ότι παραλαμβάνει το ναυάγιο, αποκτά την κυριότητά του ελεύθερη από κάθε δικαίωμά τρίτου και μπορεί, αν συντρέχει λόγος, να ζητήσει την καταχώριση περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης ή τη διαγραφή από το νηολόγιο… Η κυριότητα του πλειοδότη τελεί υπό τη διαλυτική αίρεση της μη εμπρόθεσμης ανέλκυσης και απομάκρυνσης του ναυαγίου. Η ανέλκυση και απομάκρυνση του ναυαγίου πιστοποιείται από τον Οργανισμό. Ο Οργανισμός αφαιρεί από το τίμημα τις δαπάνες εκποίησης, αυξημένες κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) και καταθέτει το υπόλοιπο στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του κυρίου, ο οποίος και καλείται να παραλάβει το οικείο γραμμάτιο παρακαταθήκης. Για την κατάθεση ειδοποιείται η αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, οι δανειστές που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 και, αν είχε επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση στο ναυάγιο, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού. Στην τελευταία περίπτωση η κατάθεση γίνεται με τον όρο να αποδοθεί το τίμημα ύστερα από εντολή του υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Με την επιφύλαξη της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου, το τίμημα αποδίδεται στον κύριο μετά παρέλευση έξι (6) μηνών από την ημέρα που ο Οργανισμός θα δηλώσει ότι έγινε η ανέλκυση και απομάκρυνση του ναυαγίου. Μετά την παρέλευση έτους από την ημέρα αυτήν, ο Οργανισμός δικαιούται να αναλάβει το τίμημα, αν δεν ζητηθεί αυτό από τον κύριο ή δεν ασκήσουν δικαιώματα δανειστές… §7. Αν ο διαγωνισμός αποβεί άκαρπος, επαναλαμβάνεται μέσα σε δύο (2) μήνες. Αν αποβεί άκαρπος και ο επαναληπτικός διαγωνισμός, ο Οργανισμός μπορεί να προκηρύξει ανοικτό μειοδοτικό διαγωνισμό για την ανέλκυση και απομάκρυνση του ναυαγίου ή τμημάτων αυτού από τον μειοδότη, στον οποίο και θα μεταβιβάσει το ναυάγιο κατά κυριότητα. Ο Οργανισμός έχει το δικαίωμα αυτό και όταν ο πλειοδότης του πρώτου ή επαναληπτικού διαγωνισμού δεν εκτελέσει την υποχρέωση, την οποία ανέλαβε σύμφωνα με την παράγραφο 5. Στην περίπτωση μειοδοτικού διαγωνισμού εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του δεύτερου, τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 5 και η διάταξη της παραγράφου 6. §8. Ο κύριος, ο δανειστής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 και όποιος έχει έννομο συμφέρον για το ναυάγιο, δικαιούται να δηλώσει σε οποιοδήποτε στάδιο των ανωτέρω διαδικασιών και μέχρι την κατακύρωση, ότι αναλαμβάνει να εκτελέσει ό, τι ορίζεται στην πρόσκληση, καταθέτοντας επαρκή εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών, που έγιναν από τον Οργανισμό, καθώς και των δαπανών, που απαιτούνται για την εκτέλεση των σχετικών εργασιών στην καθοριζόμενη σύμφωνα με την παράγραφο 2 προθεσμία. Η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Οργανισμού αν ο κύριος, ο δανειστής ή ο τρίτος δεν εκτελέσει τις καθορισμένες στην πρόσκληση εργασίες. Στην περίπτωση που ασκηθεί το ανωτέρω δικαίωμα, αναστέλλεται η άσκηση των δικαιωμάτων του Οργανισμού για διάστημα ίσο προς την προθεσμία, που έχει οριστεί και για μία μόνο φορά. §9. Σε περίπτωση που, κατά την κρίση του Οργανισμού, προκαλείται από την αναβολή της άμεσης ανέλκυσης, απομάκρυνσης ή εξουδετέρωσης του ναυαγίου, σοβαρός κίνδυνος στην κίνηση του λιμένα, διώρυγας ή διαύλου ή στην ασφάλεια των εγκαταστάσεών τους ή αναιρείται ουσιωδώς η λειτουργία τους ή προσβάλλεται σοβαρά ή απειλείται σοβαρή προσβολή του θαλάσσιου περιβάλλοντος ή αποκλείεται ή δυσχεραίνεται ουσιωδώς η συγκοινωνία από τη θάλασσα και ο κύριος δεν προβαίνει αμέσως στις ενέργειες, που ορίζονται στην παράγραφο 1, ο Οργανισμός μπορεί κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων να εκτελέσει αμέσως ή να μεριμνήσει για την άμεση εκτέλεση των απαραίτητων ενεργειών με οποιονδήποτε τρόπο, από αυτούς που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους, κρίνει ότι είναι πιο πρόσφορος», γ) Στο άρθρο 3: «Επικίνδυνα και επιβλαβή πλοία σε λιμένες, διώρυγες, διαύλους. 1. Ο κύριος ή ο εφοπλιστής πλοίου, το οποίο παραμένει στην περιοχή λιμένα, διώρυγας ή διαύλου και η όλη κατάστασή του δημιουργεί κίνδυνο βύθισής του ή κίνδυνο στη ναυσιπλοΐα ή προσβάλλει ή απειλεί να προσβάλει το περιβάλλον, υποχρεούται να το απομακρύνει εκτός λιμένα, διώρυγας ή διαύλου ή, αν επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να το εξουδετερώσει με οποιονδήποτε τρόπο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. §2. Ο Οργανισμός προσκαλεί εγγράφως τον κύριο ή και τον εφοπλιστή να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες, ορίζοντας εύλογη αρχική προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τους δύο (2) μήνες και δηλώνοντας συγχρόνως ότι σε διαφορετική περίπτωση θα αναλάβει να προβεί στην απομάκρυνση ή εξουδετέρωση του πλοίου με ευθύνη και δαπάνες τους, οι οποίες, σε περίπτωση μη άμεσης καταβολής, καταλογίζονται σε βάρος τους και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων. §3. Η πρόσκληση του Οργανισμού επιδίδεται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του προηγούμενου άρθρου στον κύριο ή στον εφοπλιστή ή στον αντιπρόσωπό τους ή στον πλοίαρχο ή στον πράκτορα του πλοίου, εφόσον υπάρχουν, και στους δανειστές που αναφέρονται στην παράγραφο αυτήν. §4. Ο κύριος και ο εφοπλιστής του πλοίου ευθύνονται εις ολόκληρον για κάθε ζημιά που προκαλείται εξαιτίας της κατάστασης του πλοίου, καθώς και για κάθε ζημιά ή δαπάνη που προκαλείται εξαιτίας της απομάκρυνσης ή εξουδετέρωσής του. §5. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου. §6. Αν έχει επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση και ο δανειστής ασκήσει το κατά την παράγραφο 8 του προηγούμενου άρθρου δικαίωμα, οι δαπάνες του για την απομάκρυνση του πλοίου και την εξάλειψη των κινδύνων και των επιβλαβών συνεπειών προαφαιρούνται από το πλειστηρίασμα. §7. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε πλωτά ναυπηγήματα, φορτία και άλλες κατασκευές, που βρίσκονται ή έχουν τοποθετηθεί, έστω και προσωρινά, στη θάλασσα ή έχουν εγκατασταθεί στο θαλάσσιο βυθό», δ) Στο άρθρο 5: «Επιβλαβή πλοία λόγω ακινησίας: §1. Ο κύριος ή ο εφοπλιστής πλοίου, το οποίο παραμένει στην περιοχή λιμένα, διώρυγας ή διαύλου ή σε άλλο μέρος των χωρικών υδάτων χωρίς άδεια και εμποδίζει την προσόρμιση, την αγκυροβολία, την παραβολή, την κίνηση και γενικά τη λειτουργία τους ή την ελεύθερη ναυσιπλοΐα ή την προσέγγιση στην ακτή ή την άσκηση ναυτικών ή άλλων δραστηριοτήτων, υποχρεούται να το απομακρύνει χωρίς καθυστέρηση και να εξαλείψει κάθε επιβλαβή από αυτό συνέπεια, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. §2. Αν ο υπόχρεος αδρανήσει, ο Οργανισμός ή η Λιμενική Αρχή μπορεί να το μετακινήσει προσωρινά σε άλλη θέση στην περιοχή του ίδιου ή άλλου λιμένα, διώρυγας ή διαύλου ή των χωρικών υδάτων, ύστερα από συνεννόηση με τον οικείο Οργανισμό ή και τη Λιμενική Αρχή. Ο κύριος και ο εφοπλιστής του πλοίου ευθύνονται εις ολόκληρον για κάθε ζημιά που προκαλείται εξαιτίας της ακινησίας του πλοίου, καθώς και για κάθε ζημιά ή δαπάνη που προκαλείται εξαιτίας της μετακίνησής του. §3. Αν το πλοίο παραμείνει στην κατά την προηγούμενη παράγραφο προσωρινή θέση περισσότερο από έξι (6) μήνες, χωρίς ο κύριος ή ο εφοπλιστής να το χρησιμοποιήσει κατά τον προορισμό του ή να ενεργήσει εμφανείς υλικές πράξεις, πρόσφορες για τη χρησιμοποίησή του αυτήν και την απομάκρυνσή του, αν και η θέση που καταλαμβάνει είναι αναγκαία για την εξυπηρέτηση άλλων πλοίων ή για την ικανοποίηση άλλων αναγκών του λιμένα, της διώρυγας ή του διαύλου ή της ναυσιπλοΐας ή για την προσέγγιση στην ακτή ή για την άσκηση ναυτικών ή άλλων δραστηριοτήτων, ο Οργανισμός ή η Λιμενική Αρχή προσκαλεί εγγράφως τον κύριο ή, κατά την κρίση τους, και τον εφοπλιστή, να το απομακρύνει και να εξαλείψει κάθε επιβλαβή συνέπεια, ορίζοντας εύλογη κατά περίπτωση προθεσμία, που δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα (1) μήνα και δηλώνοντας συγχρόνως ότι σε διαφορετική περίπτωση θα προβεί για λογαριασμό του στην εκποίηση του πλοίου με ανοικτό πλειοδοτικό διαγωνισμό, για να απομακρυνθεί αυτό από τον πλειοδότη. §4. Στις κατά την προηγούμενη παράγραφο ενέργειες μπορεί να προβεί ο Οργανισμός ή η Λιμενική Αρχή και όταν η προσωρινή μετακίνηση από την ίδια, σύμφωνα με την παράγραφο 2, κρίνεται, λόγω των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδύνατη, απρόσφορη ή ασύμφορη. §5. Η προθεσμία των παραγράφων 3 και 4 μπορεί να παραταθεί μέχρι ένα (1) μήνα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθεί επιπλέον παράταση μέχρι δύο (2) μήνες από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας. §6. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως 6 και 8 του άρθρου 2 και των παραγράφων 3, 4 και 6 του άρθρου 3… §8. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε πλωτά ναυπηγήματα, φορτία και άλλες κατασκευές, που βρίσκονται ή έχουν τοποθετηθεί, έστω και προσωρινά, στη θάλασσα ή έχουν εγκατασταθεί στο θαλάσσιο βυθό» και ε) στο άρθρο 9, όπως η παράγραφος 2 αυτού τροποποιήθηκε με το άρθρο 30§2 του ν. 3153/2003: «§2. Κατάσχεση, δήμευση, πλειστηριασμός, μεσεγγύηση, διαταγή μη μεταβολής της κατάστασης, υποθήκη, ενέχυρο, προνόμιο ή άλλο δικαίωμα δεν εμποδίζει τον κύριο ή άλλον κατά περίπτωση υπόχρεο να εκτελέσει τις υποχρεώσεις, που προβλέπονται στο νόμο αυτόν, ούτε τον Οργανισμό να ενεργήσει ό, τι προβλέπεται στο νόμο αυτόν… §7. Για τα θέματα ανέλκυσης, απομάκρυνσης, ή εξουδετέρωσης ναυαγίων ή πλοίων, ο Οργανισμός ή η Λιμενική Αρχή, ανάλογα, ενεργεί μετά από γνώμη Επιτροπής, στην οποία συμμετέχει εκπρόσωπος της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, της τοπικής αυτοδιοίκησης, της Λιμενικής Αρχής, του τοπικού εμπορικού επιμελητηρίου και του Οργανισμού που έχει τη διοίκηση και διαχείριση του πλησιέστερου προς τη θέση του ναυαγίου λιμένα. Στην Επιτροπή προεδρεύει ο εκπρόσωπος του Οργανισμού ή της Λιμενικής Αρχής…». Με τις ανωτέρω διατάξεις ο νομοθέτης μεριμνά για τη διασφάλιση ενός θαλάσσιου περιβάλλοντος απαλλαγμένου όχι μόνο από ναυάγια αλλά από πλοία τα οποία δεν είναι μεν ακόμη ναυάγια, παραμένουν όμως στους λιμένες εκ διαφόρων λόγων (ακυβερνησία, προσάραξη) και είναι ενδεχόμενο να καταστούν ναυάγια και να δημιουργήσουν κινδύνους για το θαλάσσιο περιβάλλον και τη ναυσιπλοΐα. Ειδικότερα, καθιερώνεται η υποχρέωση ανελκύσεως ναυαγίων, πλοίων ή πλωτών ναυπηγημάτων, πλωτών κατασκευών, τμημάτων ή παραρτημάτων πλοίων και του φορτίου αυτών, καθώς και απομάκρυνσης των επιβλαβών και επικίνδυνων πλοίων, είτε ευρισκόμενων σε περιοχές λιμένων, διωρύγων ή διαύλων, είτε εκτός αυτών σε άλλη θαλάσσια περιοχή. Η υποχρέωση αυτή γεννάται εφόσον το πλοίο αποτελεί κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα ή παρεμποδίζει τη χρήση του λιμένα ή την προσέγγιση στην ακτή ή προσβάλλει ή απειλεί να προσβάλει το περιβάλλον και συνίσταται κατ’ αρχήν στην υποχρέωση του κυρίου του να το ανελκύσει και να το απομακρύνει εκτός λιμένος, διώρυγας ή διαύλου ή, εάν επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να το μετατοπίσει ή καταστρέψει ή με οποιοδήποτε τρόπο εξουδετερώσει. Υπόχρεος μεν για την ανέλκυση του ναυαγίου και την απομάκρυνση του επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου είναι κατ’ αρχήν ο κύριος του πλοίου, ανατίθεται όμως στον αρμόδιο Οργανισμό (σύμφωνα με το άρθρο 1§2) αφενός μεν η ευθύνη για την κίνηση, εποπτεία και ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας ανελκύσεως του πλοίου από τα κατά νόμο υπόχρεα πρόσωπα, αφετέρου δε αυτοτελής υποχρέωση ανελκύσεως του ναυαγίου και απομάκρυνσης του επιβλαβούς και επικίνδυνου πλοίου σε περίπτωση μη συμμορφώσεως του κυρίου αυτού προς τις υποχρεώσεις του. Εάν ο κύριος δεν συμμορφωθεί με τις ανωτέρω υποχρεώσεις του, ο Οργανισμός μεθίσταται εκ του νόμου σε θέση εντολοδόχου του κυρίου και όχι απλώς δύναται αλλά υποχρεούται να εκτελέσει ο ίδιος τις ενέργειες ανελκύσεως με ευθύνη και δαπάνες του κυρίου, οι οποίες καταλογίζονται και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημοσίων εσόδων. Η εκτέλεση των πράξεων ανελκύσεως από τον Οργανισμό μπορεί να γίνει είτε με ίδια αυτού μέσα είτε με ανάθεση των σχετικών εργασιών σε τρίτους. Αν η εκτέλεση των πράξεων ανελκύσεως κρίνεται από τον Οργανισμό, ενόψει των συνθηκών, ως αδύνατη ή απρόσφορη, ο τελευταίος δύναται να εκποιήσει το ναυάγιο ή επιβλαβές ή επικίνδυνο πλοίο σε ανοικτό πλειοδοτικό διαγωνισμό, οπότε ο πλειοδότης αναλαμβάνει εκείνος την υποχρέωση ανελκύσεως του ναυαγίου ή απομακρύνσεως του πλοίου μέσα στην οριζόμενη από τη διακήρυξη του διαγωνισμού προθεσμία, από την κατακύρωση δε και την καταβολή του τιμήματος ο πλειοδότης θεωρείται ότι αποκτά την κυριότητα του πλοίου ελεύθερη από κάθε δικαίωμα τρίτου και μπορεί, αν συντρέχει λόγος, να ζητήσει την καταχώριση της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης ή τη διαγραφή από το νηολόγιο. Το ότι ο πλειοδότης αποκτά το πλοίο ελεύθερο βαρών δημιουργεί προφανή κίνδυνο για τα συμφέροντα των δανειστών που είχαν επιβάλει κατάσχεση επί του πλοίου. Προς προστασία αυτών ο νομοθέτης προέβλεψε ότι ο Οργανισμός, αφού αφαιρέσει από το τίμημα τις δαπάνες εκποίησης προσαυξημένες κατά ποσοστό 10%, καταθέτει το υπόλοιπο στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του κυρίου, ο οποίος καλείται να παραλάβει το οικείο γραμμάτιο παρακαταθήκης. Για την κατάθεση, μεταξύ των άλλων (Δ.Ο.Υ., Ν.Α.Τ., δανειστές), αν έχει επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση στο πλοίο, ειδοποιείται και ο υπάλληλος του πλειστηριασμού. Στην περίπτωση αυτή, η κατάθεση γίνεται με τον όρο να αποδοθεί το τίμημα με εντολή του υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Ο τελευταίος ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που αφορούν την αναγγελία και τη διανομή του πλειστηριάσματος μετά τη δημόσια κατάθεση του τιμήματος και την πιστοποίηση της ανέλκυσης και απομάκρυνσης του ναυαγίου ή της απομάκρυνσης του πλοίου, που προβλέπονται στις διατάξεις του νόμου. Συνεπώς, προς προστασία των δανειστών του κυρίου του πλοίου που εκποιήθηκε, ορίζεται ότι το τίμημα καταβάλλεται κατόπιν εντολής του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, δηλαδή βάσει της κατάταξης των απαιτήσεων των δανειστών, που θα πραγματοποιήσει αυτός (υπάλληλος του πλειστηριασμού), κατόπιν αναγγελίας των απαιτήσεων αυτών κατά τις προβλέψεις του ΚΠολΔ. Περαιτέρω, καθ’ ο μέρος οι ανωτέρω πράξεις διενεργούνται από την …., αποτελούν ενέργειες ενταγμένες στον πυρήνα της νομίμως ανατεθειμένης σ’ αυτήν διοικήσεως και διαχειρίσεως της χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης του Λιμένος Πειραιώς, ως πραγμάτων ανηκόντων στη δημόσια κτήση και προοριζομένων, σύμφωνα με τον νόμο, για την εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος. Οι σκοποί αυτοί ανάγονται προεχόντως στην παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού και διακινήσεως φορτίων και επιβατών, η δε εκπλήρωσή τους εξασφαλίζεται δια της νομίμου και ασφαλούς χρήσεως των ανωτέρω δημοσίων πραγμάτων και των συναφών υποδομών από οποιονδήποτε έχει σχετικό δικαίωμα (βλ. σχετικώς τις διατάξεις: α) των άρθρων 1, 2, 4 παρ. 1 και 9 περ. β΄ και 8 παρ. 3 περ. ζ΄ του α.ν. 1559/1950 «περί Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς», όπως ισχύει, β) των άρθρων πρώτου και δευτέρου παρ. 1α του ν. 2688/1999 περί μετατροπής του Ο.Λ.Π. σε ανώνυμη εταιρεία, όπως ισχύουν, και του άρθρου 3 παρ. 1 του Καταστατικού της …., όπως εγκρίθηκε με το άρθρο τρίτο του ν. 2688/1999, γ) της κυρωθείσης με το άρθρο πρώτο του ν. 3654/2008 Συμβάσεως της 13ης Φεβρουάριου 2002 μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της …. περί παραχωρήσεως της χρήσεως και εκμεταλλεύσεως των γηπέδων, κτιρίων και άλλων εγκαταστάσεων που ευρίσκονται εντός της λιμενικής ζώνης του Λιμένος Πειραιώς στην ως άνω εταιρεία, ιδίως δε τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 2.1 και 2.2, 3 παρ. 3.1, 3.2 και 3.3, και 9 παρ. 9.2 και 9.8 της ανωτέρω Συμβάσεως, δ) των άρθρων 1 παρ. 2, 2 παρ. 4 έως 8, 3 και 9 παρ. 2 και 7 του ν. 2881/2001, όπως ισχύει, περί ρυθμίσεως θεμάτων ανελκύσεως ναυαγίων και άλλων διατάξεων, και ε) των άρθρων 967 και 970 του Αστικού Κώδικα και των άρθρων 1 παρ. 7 και 9, 19 παρ. 1, 20 παρ. 1, 22 παρ. 1 και 27 παρ. 1 του ν. 2971/2001 περί αιγιαλού και παραλίας). Κατά συνέπεια, το σύνολο των ως άνω πράξεων, οι οποίες αφορούν την αναγκαστική εκποίηση και απομάκρυνση από τη λιμενική περιοχή του Λιμένος Πειραιώς πλοίου θεωρηθέντος, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 3 και 5 του ν. 2881/2001, ως επικινδύνου και επιβλαβούς, προς αποτροπή κινδύνου βυθίσεώς του, καθώς και κινδύνων για τη ναυσιπλοΐα και το περιβάλλον, με σκοπό να εξασφαλισθεί η νόμιμη και ασφαλής χρήση των λιμενικών εγκαταστάσεων ως πραγμάτων που έχουν ταχθεί, κατά τα προεκτεθέντα, στην εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, αποτελούν πράξεις ασκήσεως δημόσιας εξουσίας. Η δε …., στην οποία έχει ανατεθεί η αρμοδιότητα για τη διενέργεια των πράξεων αυτών, εντός του πλαισίου της ασκούμενης από την ίδια διοικήσεως του Λιμένος Πειραιώς, ενεργεί εν προκειμένω ως διοικητική αρχή (βλ. ΣτΕ 112/2013 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 540/2011 ΝοΒ 2012. 604). Δεδομένου, μάλιστα, ότι η εκτέλεση της διακήρυξης και του προκηρυχθέντος διαγωνισμού οδηγεί στην ανάθεση σύμβασης αναγκαστικής εκποίησης πλοίου, οι αρμοδιότητες της …., ως φορέα δημόσιας εξουσίας, φέρεται ότι εξαντλούνται στην παρακατάθεση του τιμήματος της πώλησης υπέρ του κυρίου του πλοίου και τη γνωστοποίηση της παρακατάθεσης αυτής στα πρόσωπα που ορίζει ο νόμος. Στην περίπτωση δε που είχε επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση στο αναγκαστικώς εκποιηθέν πλοίο, η κατάθεση, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 2881/2001, γίνεται με τον όρο να αποδοθεί το τίμημα ύστερα από εντολή του υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Η τελευταία αυτή διάταξη, λαμβανομένης υπ’ όψιν της μεσολαβούσας αναγκαστικής εκποίησης, δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι η προϋφιστάμενη της εκποίησης αναγκαστική κατάσχεση επί του πλοίου εξακολουθεί να παράγει αποτελέσματα και μετά την εκποίηση, αλλά ότι ο νομοθέτης, με προφανή σκοπό τη συντόμευση των διαδικασιών, αναθέτει στον ήδη ορισθέντα προ της εκποίησης συμβολαιογράφο να προβεί στη διανομή του προϊόντος της εκποίησης, όχι όμως υπό την ιδιότητά του ως ορισθέντα υπαλλήλου επί του πλειστηριασμού, αλλά ως εκ του νόμου έχοντος την ιδιότητα του δημόσιου λειτουργού και την αρμοδιότητα για τη διενέργεια της διανομής. Στην περίπτωση, συνεπώς, που προϋφίστατο της αναγκαστικής εκποίησης αναγκαστική κατάσχεση επί του πλοίου, ο ίδιος ο νόμος ορίζει το δημόσιο λειτουργό που θα προβεί στη διανομή του πλειστηριάσματος (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. 2908/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου με αναφορά στην υπ’ αριθ. 645/2012 γνωμοδότηση του Δ΄ Τμήματος του Ν.Σ.Κ.). Περαιτέρω, στην παράγραφο 1 του άρθρου 94 του Συντάγματος ορίζεται ότι «Στο Συμβούλιο της Επικράτειας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόμος ορίζει, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου». Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι «Στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται οι ιδιωτικές διαφορές, καθώς και οι υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως νόμος ορίζει». Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι το Σύνταγμα επιβάλλει την υπαγωγή των ιδιωτικών διαφορών στα πολιτικά δικαστήρια και των διοικητικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια. Εξάλλου, η διαδικασία της κατατάξεως αποτελεί τμήμα της διαδικασίας εκτελέσεως (βλ. και ΑΕΔ 23/1999 ΑρχΝ 2000. 88, ΣτΕ 5111/2012 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1161/2010 ΕΠολΔ 2010. 700). Κατά την επισπευδόμενη, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΠολΔ, αναγκαστική εκτέλεση για την ικανοποίηση απαιτήσεως που προήλθε από ιδιωτική διαφορά, αν το πλειστηρίασμα δεν επαρκεί για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των δανειστών του καθ’ ου η εκτέλεση που έχουν αναγγελθεί, ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος (συμβολαιογράφος) συντάσσει πίνακα κατατάξεως (άρθρο 974 ΚΠολΔ). Τον πίνακα αυτό μπορούν να προσβάλουν όσοι από τους δανειστές έχουν προς τούτο έννομο συμφέρον (άρθρο 979 παρ. 2 ΚΠολΔ). Οι διαφορές που δημιουργούνται από την άσκηση ανακοπής κατά του ως άνω πίνακα υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ως ιδιωτικές διαφορές, καθόσον η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο εκτελεστός τίτλος που αποτελεί το θεμέλιο της εκτέλεσης, είναι σχέση ιδιωτικού δικαίου. Αν, όμως, επισπεύδεται διοικητική εκτέλεση, με βάση τίτλο του άρθρου 2 παρ. 2 του ΚΕΔΕ – οπότε ο τρόπος και η έκταση ικανοποιήσεως των δανειστών στο διενεργούμενο σύμφωνα με τις διατάξεις του ως άνω Κώδικα πλειστηριασμό ρυθμίζεται κατά το άρθρο 57 του ίδιου Κώδικα, με παραπομπή στις οικείες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, λαμβανομένων υπόψη και των οριζομένων στο άρθρο 61 του ΚΕΔΕ ως προς την κατάταξη του Δημοσίου, ενώ η άσκηση ανακοπής κατά του πίνακα κατατάξεως δανειστών, που συντάσσεται κατά τον εν λόγω πλειστηριασμό, προβλέπεται και ρυθμίζεται ειδικότερα στο άρθρο 58 του ανωτέρω Κώδικα – η διαφορά που δημιουργείται από την άσκηση της ανακοπής αυτής υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών ή των πολιτικών δικαστηρίων, ανάλογα με τη φύση της ως διοικητικής ή ιδιωτικής αντίστοιχα. Οι διαφορές δε που γεννώνται από την κατάταξη είναι είτε διοικητικές, αν η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο τίτλος του άρθρου 2 παρ. 2 του ΚΕΔΕ και που αποτελεί το θεμέλιο της εκτέλεσης, είναι σχέση δημοσίου δικαίου, είτε ιδιωτικές αν η υποκείμενη σχέση, στην οποία στηρίζεται ο εν λόγω τίτλος, είναι σχέση ιδιωτικού δικαίου. Επίσης, αν η διοικητική εκτέλεση επισπεύδεται με βάση τίτλο του άρθρου 2 παρ. 2 του ΚΕΔΕ, ο οποίος στηρίζεται σε υποκείμενες ετεροειδείς σχέσεις, δηλαδή σε σχέσεις δημοσίου αφενός και ιδιωτικού δικαίου αφετέρου, θα πρέπει να αναζητηθεί η προέχουσα απαίτηση στον εν λόγω τίτλο, δηλαδή εκείνη που υπερτερεί ποσοτικώς και με βάση αυτήν τελικά να καθορισθεί το δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται η διαφορά, δηλαδή το διοικητικό δικαστήριο, όταν η απαίτηση αυτή προέρχεται από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου και το πολιτικό δικαστήριο, όταν η μεγαλύτερη αυτή απαίτηση προέρχεται από έννομη σχέση ιδιωτικού δικαίου (βλ. ΑΕΔ 23/1999 ό.π., ΣτΕ 5111/2012 ό.π., ΑΠ 1161/2010 ό.π.). Ωστόσο, το κριτήριο της υποκείμενης σχέσης, στην οποία στηρίζεται ο τίτλος με βάση τον οποίο επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση, δεν μπορεί να βρει εφαρμογή για τον καθορισμό της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου, το οποίο θα εκδικάσει την ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης που συντάχθηκε από τον οριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ν. 2881/2001 συμβολαιογράφο για τη διανομή του προϊόντος της αναγκαστικής εκποίησης πλοίου θεωρηθέντος, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 3 και 5 του ως άνω νόμου, ως επικινδύνου και επιβλαβούς. Και τούτο διότι η εκποίηση του πλοίου, στη διανομή του προϊόντος της οποίας αφορά ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, δεν γίνεται προς το σκοπό ικανοποίησης κάποιας απαίτησης δανειστή του κυρίου αυτού (του πλοίου), αλλά προς αποτροπή των κινδύνων που εγκυμονεί το εν λόγω πλοίο για τη ναυσιπλοΐα και το περιβάλλον, για την εξυπηρέτηση δηλαδή σκοπών δημοσίου συμφέροντος. Εφόσον δε, κατά τα προεκτεθέντα, η προϋφιστάμενη της εκποίησης αναγκαστική κατάσχεση επί του πλοίου δεν εξακολουθεί να παράγει αποτελέσματα και μετά απ’ αυτήν (την εκποίηση), δεν είναι δυνατή η αναγωγή στην υποκείμενη σχέση που στηρίζεται η απαίτηση για την ικανοποίηση της οποίας επιβλήθηκε η ανωτέρω προγενέστερη κατάσχεση, για τον καθορισμό της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου που θα εκδικάσει την ανακοπή κατά του εν λόγω πίνακα κατάταξης. Για τον ως άνω καθορισμό ασφαλέστερο και ορθότερο κριτήριο, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, αποτελεί η ιδιότητα υπό την οποία ενεργεί εν προκειμένω ο εκάστοτε Οργανισμός Λιμένος που προβαίνει στην αναγκαστική εκποίηση του επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου. Ειδικότερα, όπως διαλαμβάνεται ανωτέρω, ο Οργανισμός Λιμένος ενεργεί, στο πλαίσιο της σχετικής αρμοδιότητας που του έχει ανατεθεί με το ν. 2881/2001, ως φορέας άσκησης δημόσιας εξουσίας, ήτοι ως διοικητική αρχή. Το ποσό δε για τη διανομή του οποίου συντάσσεται από τον οριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ως άνω νόμου συμβολαιογράφο πίνακας κατάταξης, αποτελεί το προϊόν ακριβώς των πράξεων στη διενέργεια των οποίων προβαίνει ο Οργανισμός Λιμένος στο πλαίσιο ασκήσεως δημόσιας εξουσίας. Εφόσον, επομένως, η διαδικασία της κατατάξεως αποτελεί τμήμα της διαδικασίας της εν λόγω αναγκαστικής εκποίησης, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και στην αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι διαφορές που γεννώνται από την κατάταξη των δανειστών στο προϊόν της αναγκαστικής εκποίησης του επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου είναι διοικητικές και υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 1406/1983 (με τη σημείωση ότι η απαρίθμηση των διοικητικών διαφορών ουσίας στη διάταξη της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου είναι ενδεικτική, όπως προκύπτει από τη χρήση του όρου «ιδίως» – βλ. και ΑΠ 1999/2013 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Ας σημειωθεί, τέλος, ότι μόνο από το γεγονός ότι με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ν. 2881/2001 γίνεται ρητή παραπομπή στις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν την αναγγελία και τη διανομή του πλειστηριάσματος και ειδικότερα ορίζεται ότι «… Αν εκποιείται από τον Οργανισμό το ναυάγιο ή το πλοίο και έχει επιβληθεί σε αυτό αναγκαστική κατάσχεση, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν την αναγγελία και τη διανομή του πλειστηριάσματος», δεν δύναται να συναχθεί επιχείρημα υπέρ της υπαγωγής των προεκτιθέμενων διαφορών στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι, όπως ανωτέρω μνημονεύεται, και η ρύθμιση του τρόπου και της έκτασης ικανοποιήσεως των δανειστών στον κατά τη διοικητική εκτέλεση διενεργούμενο πλειστηριασμό ρυθμίζεται, κατά τη διάταξη του άρθρου 57 του ΚΕΔΕ, με αντίστοιχη παραπομπή στις οικείες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρα 972 και 974 – 980 ΚΠολΔ, ΣτΕ 5111/2012 ό.π., ΕφΑθ 4653/2009 ΕλλΔνη 2009. 1749). Στην προκείμενη περίπτωση, με τις υπό κρίση με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης …, …, …, …, … και … ανακοπές, οι ανακόπτοντες διώκουν, για τους λόγους που αναλυτικά εκτίθενται στα εισαγωγικά δικόγραφα δίκης, τη μεταρρύθμιση του με αριθμό … πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών, Μ. Μ., για τη διανομή του πλειστηριάσματος του αναγκαστικά εκποιηθέντος από την εδρεύουσα στον Πειραιά ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…», με ανοικτό πλειοδοτικό διαγωνισμό, βάσει των διατάξεων του ν. 2881/2001 περί «ρύθμισης θεμάτων ανέλκυσης ναυαγίων και άλλων διατάξεων», επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου – πλωτού ναυπηγήματος Ε/Γ-Ο/Γ «…», υπό ελληνική σημαία, νηολογίου Πειραιώς Β΄ κλάσης με αρ. … και ΔΔΣ SXKS, κ.ο.χ. … πλοιοκτησίας της εδρεύουσας στον Πειραιά εταιρείας με την επωνυμία «…», έτσι ώστε να αποβληθούν οι καθ’ ων για το σύνολο των απαιτήσεών τους και να καταταγούν οι ίδιοι (ανακόπτοντες) προνομιακά για τα ποσά που αναγγέλθηκαν. Ωστόσο, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη της παρούσας, οι ένδικες ανακοπές αφορούν διαφορές που γεννήθηκαν από την κατάταξη των δανειστών στο προϊόν της αναγκαστικής εκποίησης επικίνδυνου και επιβλαβούς πλοίου, που διενεργήθηκε από την εταιρεία με την επωνυμία «…», στο πλαίσιο άσκησης της δημόσιας εξουσίας που της ανατέθηκε, δυνάμει των διατάξεων του ν. 2881/2001, ήτοι αποτελούν διοικητικές διαφορές, υπαγόμενες στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Κατ’ ακολουθίαν, δεδομένου ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας προς εκδίκαση των κρινόμενων ανακοπών, πρέπει αυτές να απορριφθούν ως απαράδεκτες (άρθρα 2, 4 εδ. γ΄ ΚΠολΔ), τα δε δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους, λόγω του ότι η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 ΚΠολΔ). Παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας δεν θα οριστεί, αφού οι απολειπόμενοι καθ’ ων οι ανακοπές δεν δικαιούνται νομίμως σε άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας (άρθρο 937 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθ. 979 παρ. 2 εδ. α΄ του ίδιου Κώδικα).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

          ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την ένωση και συνεκδίκαση: α) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, β) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, γ) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, δ) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, ε) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, στ) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής και ζ) της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής.

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των 1ου, 3ου έως και 6ου, 8ου, 23ου και 24ου των καθ’ ων της υπό στοιχείο Α με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, 17ου έως και 25ου των καθ’ ων της υπό στοιχείο Β με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, 1ου των καθ’ ων της υπό στοιχείο Γ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, 3ου έως και 9ου, και 24ου έως και 27ης των καθ’ ων της υπό στοιχείο Ε με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής, 3ου έως και 9ου, και 24ου έως και 26ης των καθ’ ων της υπό στοιχείο ΣΤ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής και 2ης των καθ’ ων της υπό στοιχείο Ζ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής και κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς τον έβδομο των καθ’ ων στην υπό στοιχείο Α με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπή.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ ματαιωθείσα τη συζήτηση της υπό στοιχείο Δ με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ανακοπής.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τις με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης …, …, …, …, … και … ανακοπές.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων στο σύνολό τους.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις    -4-2015, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ