ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1326/2015
…
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ)
——————————
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ιωάννη Ναυπλιώτη, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18-11-2014 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος – αντεφεσιβλήτου: … του …, κατοίκου …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ουρανία Σαμπροβαλάκη με δήλωση κατ’ άρθρο 242§2 ΚΠολΔ.
Των εφεσίβλητων – αντεκκαλουσών: α) ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει στη Μ. Λ. και εκπροσωπείται νόμιμα και β) ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Βιολέττα Καλφοπούλου.
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς την από 19-12-2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. …) αγωγή του κατά των εφεσιβλήτων και ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 67/2014 οριστική απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την ανωτέρω αγωγή. Ήδη ο εκκαλών με την από 25-04-2014 (αριθμ. εκθ. καταθ. του Ειρηνοδικείου Πειραιώς …) έφεσή του προσβάλλει την προαναφερόμενη απόφαση. Η έφεση αυτή κατατέθηκε στο Δικαστήριο τούτο με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο. Η εφεσίβλητη άσκησε με τις προτάσεις της παρούσας συζητήσεως αντέφεση, με την οποία προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσιβλήτων – αντεκκαλουσών ανέπτυξε τους ισχυρισμούς τους και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος – αντεφεσίβλητου, σύμφωνα με σχετική της δήλωση (αρθρ. 242§2 ΚΠολΔ), δεν παρέστη, αλλά προκατέθεσε τις προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 67/2014 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί από τον εν μέρει ηττηθέντα στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας ενάγοντα κατά των αντιδίκων του (αρθρ. 516§1, 517 ΚΠολΔ), νομότυπα, με την κατάθεση δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (αρθρ. 495§§1,2 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (αρθρ. 518§1 ΚΠολΔ), ήτοι εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της ως άνω απόφασης στις εφεσίβλητες – εναγόμενες που διενεργήθηκε κατά την 28-03-2014 (βλ. τη σχετική επισημείωση του διενεργήσαντος την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς Α. Π. επί του επιδοθέντος προς τις εφεσίβλητες ακριβούς αντιγράφου της εν λόγω απόφασης). Επομένως, η έφεση αυτή είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (αρθρ. 533§1 ΚΠολΔ) κατά την ίδια ως άνω διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.Επιπλέον, η αντέφεση που ασκήθηκε με τις προτάσεις που κατέθεσαν νομότυπα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά τη συζήτηση της έφεσης οι εν μέρει ηττηθείσες στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εναγόμενες και ήδη εφεσίβλητες και με την οποία προσβάλλονται κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης, τα οποία πλήττονται με λόγους έφεσης, δηλαδή τα κεφάλαια α) της διαφοράς επί της αμοιβής της υπερωριακής εργασίας που παρείχε ο εκκαλών – ενάγων κατά την απασχόλησή του στο πλοίο «…», τον εφοπλισμό του οποίου ασκούσε η δεύτερη εναγομένη μέχρι την 31-03-2012, ενώ έκτοτε την εκμετάλλευσή του ασκούσε η κυρία αυτού πρώτη εναγομένη, τόσο κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές όσο και κατά τα Σάββατα και τις αργίες και β) της διαφοράς επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα του έτους 2012, είναι παραδεκτή (αρθρ. 523§1, 674§1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, συνεκδικαζόμενη με την έφεση κατ’ αρθρ. 246 ΚΠολΔ, προκειμένου να κριθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (αρθρ. 533§1 ΚΠολΔ).Ο ενάγων και ήδη εκκαλών – αντεφεσίβλητος, με την προαναφερόμενη από 19-12-2012 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, εξέθετε ότι με σύμβαση ναυτικής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίσθηκε την 31-01-2012 στον Πειραιά μεταξύ αυτού και του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης εναγομένης, εφοπλίστριας τότε του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία «…», αριθμό νηολογίου Χίου …, ολικής χωρητικότητας 9.123 κόρων, κυρία του οποίου ετύγχανε η πρώτη εναγομένη, ναυτολογήθηκε αυθημερόν σ’ αυτό στο λιμένα του Πειραιώς με την ειδικότητα του ναύτη, αντί των καθοριζομένων στην οικεία Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων όρων και αποδοχών, υπηρέτησε δε στο εν λόγω πλοίο μέχρι τη 19-06-2012, οπότε και απολύθηκε στον Πειραιά λόγω μεταθέσεως. Περαιτέρω, εξέθετε ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολογήσεώς του επί του πλοίου αυτού αφενός μεν εργαζόταν, προς κάλυψη των αναγκών που δημιουργούντο από την πραγματοποίηση των δρομολογίων του, υπερωριακά όλες τις ημέρες τις εβδομάδος, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων και Κυριακών, και συγκεκριμένα απασχολείτο επί δεκαέξι ώρες ημερησίως, εργαζόμενος σε δύο τετράωρες βάρδιες (φυλακές) προ και μετά της καθεμίας εκ των οποίων απασχολείτο επί δύο ώρες επιπλέον, αφετέρου δε ουδέποτε του χορηγήθηκε τόσο ο ειδικός ιματισμός που έπρεπε να φέρει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του όσο και η προβλεπόμενη στην ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. άδεια διανυκτέρευσης. Εν συνεχεία, ιστορούσε ότι αμφότερες οι εναγόμενες δεν του έχουν καταβάλει διαφορές επί της αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας τόσο κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (ποσού 2.247,66 €) όσο και κατά τα Σάββατα και τις αργίες (ποσού 858,54 €) και επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα του έτους 2012 (ποσού 1.101,95 €), καθώς και το επίδομα ιματισμού (ποσού 113 €) και την αποζημίωση διανυκτερεύσεων (ποσού 210,54 €), για το χρονικό διάστημα της εργασίας του (ήτοι από 31-01-2012 έως 31-03-2012), κατά το οποίο η δεύτερη εναγομένη ετύγχανε εφοπλίστρια και η πρώτη εναγομένη απλή κυρία του πλοίου, ενώ, επιπλέον, η πρώτη εναγομένη δεν του έχει καταβάλει διαφορές επί της αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας τόσο κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (ποσού 3.686,80 €) όσο και κατά τα Σάββατα και τις αργίες (ποσού 1.067,86 €), την αναλογία του επιδόματος εορτών Πάσχα του έτους 2012 (ποσού 859,04 €) και του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων του έτους 2012 (ποσού 1.177,46 €), καθώς και το επίδομα ιματισμού (ποσού 146,90 €) και την αποζημίωση διανυκτέρευσης (ποσού 273,67 €), για το χρονικό διάστημα της εργασίας του (ήτοι από 01-04-2012 έως 18-06-2012) κατά το οποίο η πρώτη εναγομένη ασκούσε και την εκμετάλλευση του πλοίου, ήταν δηλαδή πλοιοκτήτρια αυτού. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθούν, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση: α) αμφότερες οι εναγόμενες να του καταβάλουν, εις ολόκληρον η καθεμία, το συνολικό ποσό των 4.531,69 € και β) η πρώτη των εναγομένων να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 7.211,73 €, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα κατά την οποία κατέστη απαιτητό το κάθε κονδύλιο, άλλως από την απόλυσή του, άλλως από την επίδοση της ένδικης αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, και να καταδικασθούν αυτές στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων. Με την εκκαλούμενη απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου η αγωγή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, εξετάσθηκε κατ’ ουσίαν και έγινε εν μέρει δεκτή. Ειδικότερα, κρίθηκαν κατά ένα μέρος ουσία βάσιμα α) το κονδύλιο της διαφοράς επί της αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές καθώς και κατά τα Σάββατα και τις αργίες του χρονικού διαστήματος από 01-04-2012 έως 18-06-2012 (και δη για το συνολικό ποσό των 2.609,71 €), β) το κονδύλιο της διαφοράς επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα του έτους 2012 (και δη για το ποσό των 627,33 €), και εν όλω βάσιμο το κονδύλιο του επιδόματος ιματισμού που αφορά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 (ποσού 113 €), ενώ απορρίφθηκαν ως ουσία αβάσιμα, είτε με ειδική αιτιολογία είτε σιγή, όλα τα λοιπά κονδύλια (ήτοι αυτό της διαφοράς επί της αμοιβής της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές καθώς και κατά τα Σάββατα και τις αργίες του χρονικού διαστήματος από 31-01-2012 έως 31-03-2012, αυτό της αναλογίας του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων του έτους 2012, αυτό της αποζημίωσης διανυκτέρευσης που αφορά τόσο το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 όσο και το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012 και αυτό του επιδόματος ιματισμού που αφορά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012). Κατόπιν αυτών, υποχρεώθηκαν: α) αμφότερες οι εναγόμενες να καταβάλουν, εις ολόκληρον η καθεμία, το συνολικό ποσό των 740,13 € στον ενάγοντα και β) η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 2.609,71 €, με το νόμιμο τόκο από την απόλυσή του (18-06-2012), ενώ, επιπλέον, κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή η απόφαση στο σύνολό της και καταδικάσθηκαν οι εναγόμενες στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, η οποία ορίσθηκε στο ποσό των 120 €. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με την κρινόμενη έφεση και αντέφεση και για τους σε αυτές διαλαμβανόμενους λόγους, οι οποίοι ανάγονται στην κακή εκτίμηση των αποδείξεων και την εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, τόσο ο εκκαλών – ενάγων, διώκων τη μεταρρύθμισή της και την καθ’ ολοκληρίαν παραδοχή της αγωγής του, όσο και οι αντεκκαλούσες – εναγόμενες διώκουσες την απόρριψη της αγωγής. Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση της υπ’ αριθμ. … ένορκης βεβαίωσης του Ε. Π. του Ν., η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, παραδεκτώς δε λαμβάνεται υπ’ όψιν κατ’ αρθρ. 671§1 εδ. δ΄ ΚΠολΔ, καθώς τηρήθηκε η νόμιμη προδικασία, ήτοι η κλήτευση των αντιδίκων του εκκαλούντος – αντεφεσίβλητου – ενάγοντος προ είκοσι τεσσάρων τουλάχιστον ωρών, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Μυτιλήνης Ε. Ε. προς την πρώτη εφεσίβλητη – αντεκκαλούσα – εναγομένη και την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιώς Σ. Κ. προς τη δεύτερη εφεσίβλητη – αντεκκαλούσα – εναγομένη, της υπ’ αριθμ. … ένορκης βεβαίωσης του Α. Δ. του …, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, παραδεκτώς δε λαμβάνεται υπ’ όψιν κατ’ αρθρ. 671§1 εδ. δ΄ ΚΠολΔ, καθώς τηρήθηκε η νόμιμη προδικασία, ήτοι η κλήτευση του αντιδίκου των εφεσίβλητων – αντεκκαλουσών – εναγομένων προ είκοσι τεσσάρων τουλάχιστον ωρών, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς Ι. Α. προς τον υπογράφοντα την αγωγή, ως πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος, Απόστολο Τσιαντή, καθώς και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με σύμβαση ναυτικής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, που συνήψε ο ενάγων, ο οποίος τυγχάνει Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, την 31-01-2012 στον Πειραιά με το νόμιμο εκπρόσωπο της δεύτερης εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης – αντεκκαλούσας ναυτικής εταιρείας – εφοπλίστριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ – Ο/Γ) πλοίου με την ονομασία «…», αριθμό νηολογίου Χίου …, Δ.Δ.Σ. …, ολικής χωρητικότητας 9.123,83 κόρων και καθαρής χωρητικότητας 4.861,17 κόρων, κυρία του οποίου τυγχάνει η πρώτη εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη – αντεκκαλούσα ναυτιλιακή ανώνυμη εταιρεία, προσελήφθη και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ως άνω πλοίο και απασχολήθηκε σ’ αυτό μέχρι τη 18-06-2012, οπότε και απολύθηκε στον Πειραιά λόγω μεταθέσεως, παρότι ενδιαμέσως, ήτοι την 01-04-2012, η δεύτερη εναγομένη έπαυσε να ασκεί τον εφοπλισμό του εν λόγω πλοίου και η εκμετάλλευση αυτού περιήλθε έκτοτε στην κυρία αυτού πρώτη εναγομένη, η οποία κατέστη έτσι πλοιοκτήτριά του και συνάμα εργοδότρια του ενάγοντος (βλ. το μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενο από 02-03-2007 έγγραφο εθνικότητας του πλοίου «…» και τις καταχωρισθείσες επ’ αυτού από 08-12-2011 και από 29-03-2012 κοινές δηλώσεις των εναγομένων σχετικά με τον εφοπλισμό και τη διακοπή του εφοπλισμού αντιστοίχως του ως άνω πλοίου). Ως ειδικότητα με την οποίαν προσελήφθη ο ενάγων στο πλοίο ανεγράφη στο ναυτικό του φυλλάδιο αυτή του ναύτη, ενώ ως μηνιαίες αποδοχές του συμφωνήθηκαν οι προβλεπόμενες από τις ισχύουσες και καταλαμβάνουσες αυτόν, κάθε φορά, Σ.Σ.Ν.Ε (βλ. τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα αντίγραφα των σελίδων 4, 5 και 106 του υπ’ αριθμ. Ι΄ 18528 ναυτικού φυλλαδίου του ενάγοντος). Τα ανωτέρω συνομολογούνται ρητώς στο δικόγραφο των προτάσεων που κατέθεσαν οι εναγόμενες ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Κατά τη διάρκεια της ένδικης ναυτολόγησης του ενάγοντος ίσχυσε η από 31-03-2011 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.5.2/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 1070/31-05-2011) και καθόριζε ως χρονική διάρκεια της ισχύος της το διάστημα από 01-01-2011 έως 31-12-2011 (αρθρ. 39 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε.), πλην, όμως, καταλαμβάνει και το μεταγενέστερο της λήξης της χρονικό διάστημα, μέχρι την κύρωση νέας Σ.Σ.Ν.Ε. [δηλαδή της από 06-06-2013 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.1.5/01/2013 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 2079/26-08-2013) και καθόριζε ως χρονική διάρκεια της ισχύος της το διάστημα από 01-01-2013 έως 31-12-2013 (αρθρ. 39 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε.)]. Συνεπώς, οι ένδικες αξιώσεις του ενάγοντος ρυθμίζονται από την ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. (του έτους 2011).
Το πλοίο «…», κατά την περίοδο απασχόλησης του ενάγοντος σ’ αυτό, εκτελούσε δρομολόγια σε γραμμές ενταγμένες στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών. Συγκεκριμένα, εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια: Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως και 31-03-2012: α1) Τρίτη: Πειραιάς (αναχώρηση 19:00) – Χίος (άφιξη 04:20 Τετάρτης – αναχώρηση 05:00 Τετάρτης) – Μυτιλήνη (άφιξη 08:30 Τετάρτης – αναχώρηση 18:00 Τετάρτης) – Χίος (άφιξη 21:30 Τετάρτης – αναχώρηση 22:00 Τετάρτης) – Πειραιάς (άφιξη 07:00 Πέμπτης), α2) Πέμπτη: Πειραιάς (αναχώρηση 19:00) – Χίος (άφιξη 04:20 Παρασκευής – αναχώρηση 05:00 Παρασκευής) – Μυτιλήνη (άφιξη 08:30 Παρασκευής – αναχώρηση 18:00 Παρασκευής) – Χίος (άφιξη 21:30 Παρασκευής – αναχώρηση 22:00 Παρασκευής) – Πειραιάς (άφιξη 07:00 Σαββάτου), α3) Κυριακή: Πειραιάς (αναχώρηση 19:00) – Χίος (άφιξη 04:20 Δευτέρας – αναχώρηση 05:00 Δευτέρας) – Μυτιλήνη (άφιξη 08:30 Δευτέρας – αναχώρηση 18:00 Δευτέρας) – Χίος (άφιξη 21:30 Δευτέρας – αναχώρηση 22:00 Δευτέρας) – Πειραιάς (άφιξη 07:00 Τρίτης), και Β) Κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως και 18-06-2012: β1) Δευτέρα: Θεσσαλονίκη (αναχώρηση 17:00) – Λήμνος (άφιξη 01:30 Τρίτης – αναχώρηση 02:10 Τρίτης) – Μυτιλήνη (άφιξη 08:10 Τρίτης – αναχώρηση 09:10 Τρίτης) – Χίος (άφιξη 12:35 Τρίτης – αναχώρηση 13:05 Τρίτης) – Βαθύ (άφιξη 16:45 Τετάρτης – αναχώρηση 17:35 Τρίτης) – Χίος (άφιξη 21:15 Τρίτης – αναχώρηση 21:55 Τρίτης) – Μυτιλήνη (άφιξη 01:20 Τετάρτης – αναχώρηση 02:20 Τετάρτης) – Λήμνος (άφιξη 08:20 Τετάρτης – αναχώρηση 09:00 Τετάρτης) – Καβάλα (άφιξη 13:40 Τετάρτης), β2) Τετάρτη: Καβάλα (αναχώρηση 19:00) – Λήμνος (άφιξη 23:40 Τετάρτης – αναχώρηση 00:20 Πέμπτης) – Μυτιλήνη (άφιξη 06:20 Πέμπτης – αναχώρηση 07:20 Πέμπτης) – Χίος (άφιξη 10:45 Πέμπτης – αναχώρηση 11:25 Πέμπτης) – Καρλόβασι (άφιξη 14:20 Πέμπτης – αναχώρηση 14:50 Πέμπτης) – Αγ. Κήρυκος (άφιξη 16:15 Πέμπτης – αναχώρηση 16:45 Πέμπτης) – Καρλόβασι (άφιξη 18:10 Πέμπτης – άφιξη 18:40 Πέμπτης) – Χίος (άφιξη 21:35 Πέμπτης – αναχώρηση 22:15 Πέμπτης) – Μυτιλήνη (άφιξη 01:40 Παρασκευής – αναχώρηση 02:40 Παρασκευής) – Λήμνος (άφιξη 08:40 Παρασκευής – άφιξη 09:20 Παρασκευής) – Καβάλα (άφιξη 14:00 Παρασκευής), β3) Παρασκευή: Καβάλα (αναχώρηση 19:00) – Λήμνος (άφιξη 23:40 Παρασκευής – αναχώρηση 00:20 Σάββατο) – Μυτιλήνη (άφιξη 06:20 Σαββάτου – αναχώρηση 07:20 Σαββάτου) – Χίος (αναχώρηση 10:45 Σαββάτου – άφιξη 11:25 Σαββάτου) – Βαθύ (άφιξη 15:05 Σαββάτου – αναχώρηση 07:00 Κυριακής) – Χίος (άφιξη 10:40 Κυριακής – αναχώρηση 11:20 Κυριακής) – Μυτιλήνη (άφιξη 14:45 Κυριακής – αναχώρηση 15:45 Κυριακής) – Λήμνος (άφιξη 21:45 Κυριακής – αναχώρηση 22:25 Κυριακής) – Θεσσαλονίκη (άφιξη 06:55 Δευτέρας) (βλ. τον μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενο πίνακα δρομολογίων του ένδικου πλοίου).
Περαιτέρω, όπως αποδεικνύεται από τον από 30-01-2012 πίνακα οργανικής σύνθεσης του πληρώματος του ένδικου πλοίου που συντάχθηκε από την αρμόδια λιμενική αρχή και προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως από τις εναγόμενες, η οργανική σύνθεση του κατώτερου προσωπικού καταστρώματος του πλοίου περιελάμβανε έναν ναύκληρο, δύο υποναυκλήρους, δώδεκα ναύτες και δύο ναυτόπαιδες. Πράγματι, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, υπηρετούσε στο πλοίο ο προβλεπόμενος αριθμός ναυτικών της καθεμίας από τις προαναφερόμενες ειδικότητες, όπως συνομολογείται από τους διαδίκους, προκύπτει δε και από το μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενο υπ’ αριθμ. … ναυτολόγιο. Υπήρχε, επομένως, η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 1§1 του π.δ. 177/1974 [«Οργανική σύνθεση πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών) πλοίων] επάνδρωση, χωρίς, ωστόσο, η πληρότητα αυτή ως προς την οργανική σύνθεση του κατώτερου προσωπικού καταστρώματος του πλοίου να συνεπάγεται αυτοδικαίως την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, καθώς αυτή (η πληρότητα) αποσκοπεί πρωτίστως στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα αναφορικά με τα καθήκοντα των ναυτών: Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 62 και 63 του β.δ. 683/04-08/04-10-1960 «περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω», οι ναύτες τελούν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του ναυκλήρου και βοηθούν αυτόν και τον υποναύκληρο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, ειδικότερα δε, εκτελούν κατά φυλακές τις εργασίες πηδαλιούχου, οπτήρος, αγγελιοφόρου γέφυρας και εκτός φυλακής τις γενικές εργασίες συντηρήσεως και καθαριότητας του σκάφους και του εξαρτισμού αυτού, πρωρατικά έργα, συντήρηση και χειρισμό σωσίβιων μέσων, εργασία υπολόγου αποθηκάριου υλικών συντηρήσεως σκάφους, κυτωρού, τοποθέτηση παραφραγμάτων φορτίου και εν γένει κάθε εργασία σχετική προς την ειδικότητά τους. Εξάλλου, ως προς τις εργασίες του προσωπικού καταστρώματος, στο οποίο ανήκουν και οι ναύτες, οι διατάξεις των άρθρων 132 και 133 του ανωτέρω β.δ. ορίζουν ότι το ως άνω προσωπικό κατανέμεται εν πλω με μέριμνα του υπάρχου και κατόπιν εγκρίσεως του πλοιάρχου: α) στην εργασία γέφυρας και β) σε γενικές εργασίες καταστρώματος. Η εργασία γέφυρας διεξάγεται κατά φυλακές κανονικώς εναλλασσόμενες. Κάθε φυλακή αποτελείται: α) από έναν αξιωματικό καταστρώματος και β) από δύο άνδρες καταστρώματος, ήτοι από τον πηδαλιούχο και τον οπτήρα. Οι φυλακές δεν δύνανται να είναι λιγότερες των τριών, η δε χρονική διάρκεια της καθεμίας είναι τετράωρη κατά κανόνα. Οι τεταγμένοι σε φυλακή πρέπει να είναι παρόντες προκειμένου να αναλάβουν εργασία 5 λεπτά προ της ενάρξεως της φυλακής τους, ώστε να ενημερώνονται για τις συνθήκες ναυσιπλοΐας, μετά δε το πέρας της φυλακής δεν διατίθενται σε άλλες εργασίες αλλά αναπαύονται, εκτός από τις προβλεπόμενες στο ως άνω β.δ. εξαιρέσεις. Της υπηρεσίας φυλακής γέφυρας απαλλάσσονται, μεταξύ άλλων, ο ναύκληρος, ο υποναύκληρος, οι άνδρες που έχουν κατανεμηθεί στις γενικές εργασίες καταστρώματος και οι ναυτόπαιδες. Επομένως, οι άνδρες καταστρώματος που εκτελούν υπηρεσία φυλακής γέφυρας είναι ναύτες που δεν τους έχει ανατεθεί η εκτέλεση γενικών εργασιών καταστρώματος. Σύμφωνα με τις διατάξεις 135 του ίδιου ως άνω β.δ., ο πηδαλιούχος οφείλει να συγκεντρώνει την προσοχή του στην τήρηση διά του πηδαλίου της πορείας και την αλλαγή αυτής, σύμφωνα με τα παραγγέλματα του πλοιάρχου ή του αξιωματικού φυλακής γέφυρας. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να απομακρυνθεί από το πηδάλιο εάν δεν αντικατασταθεί από άλλο ναύτη. Ο οπτήρας, τοποθετούμενος κατά τη νύκτα ή την ομίχλη στην καταλληλότερη γι’ αυτόν θέση, αναλόγως του καιρού και των διαταγών του αξιωματικού φυλακής γέφυρας, πρέπει να έχει εντεταμένη την προσοχή του πέριξ του πλοίου και να αναγγέλλει κάθε εμφανιζόμενο σημείο, φως ή εμπόδιο. Επίσης, οφείλει να παρατηρεί και να αναφέρει στον αξιωματικό φυλακής γέφυρας ανά κάθε ημίσεια ώρα αν η φωτοβολία των πλοϊκών φανών είναι εντάξει. Οσάκις δεν εκτελεί καθήκοντα οπτήρος, εκτελεί χρέη αγγελιοφόρου γέφυρας, ελλείψει ειδικού τέτοιου, έχοντας προορισμό να αναφέρει, εάν η θέση του πλοίου το επιτρέπει, τις ενδείξεις του δρομομέτρου κανονικά μεν 5 λεπτά πριν από κάθε αλλαγή φυλακής, εκτάκτως δε οσάκις διαταχθεί προς τούτο από τον αξιωματικό φυλακής γέφυρας, να φροντίζει για την έγκαιρη έγερση του αξιωματικού και των ανδρών της προσεχούς φυλακής γεφύρας, να περιέρχεται κατά διαταγή του αξιωματικού φυλακής γεφύρας ανά ημίσεια ώρα το κατάστρωμα, επισκοπώντας τους καθέκτες των καθόδων, τα πώματα των στομίων των κυτών και τα αδιάβροχα καλύμματα αυτών, τις ανεμοδόχους, τις αλυσίδες, το πηδάλιο, να διαβιβάζει τις διαταγές του αξιωματικού φυλακής γεφύρας και εν γένει να ασχολείται με γενικές εργασίες του σκάφους κατά τις εργάσιμες ώρες. Η υπηρεσία του είναι δίωρη, εναλλάσσει δε συνήθως τη θέση του πηδαλιούχου. Προσέτι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 136 του εν λόγω β.δ., οι κατανεμημένοι στις γενικές εργασίες καταστρώματος άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψη του ναυκλήρου και του υποναυκλήρου σε καθαρισμούς, αποσκωρίαση ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμό των υδροσυλλεκτών και δεξαμενών πρωραίας και πρυμναίας ζυγοσταθμίσεως, προετοιμασία των κυτών για φόρτωση ή εκφόρτωση, ευθέτηση εξαρτίων και αγομένων, σε πρωρατικά έργα, ευθέτηση των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόσληψη μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου πυρκαϊάς, τοποθέτηση παραφραγμάτων φορτίου και σε κάθε άλλη εργασία της ειδικοτητάς τους, η οποία διατάσσεται από τον ύπαρχο. Οι άνδρες αυτοί οφείλουν να είναι έτοιμοι επί του καταστρώματος, ώστε να αρχίσουν την εργασία τους την 07.00 ώρα κατά το θερινό ωρολόγιο πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν πλω και την 06.00 ώρα κατά το χειμερινό πρόγραμμα, περατώνουν δε την εργασία τους τη 17.00 ώρα με διακοπή μιας ώρας το μεσημέρι για γεύμα, όταν δε η εργασία αρχίζει την 06:00 ώρα (στο νόμο αναφέρεται η 07:00 ώρα, προδήλως εκ παραδρομής), με διακοπή μιας ώρας (08:00 – 09:00) για το πρωινό ρόφημα. Πλην των ανωτέρω ωρών εργασίας, αυτοί δεν υποχρεούνται να εκτελέσουν άλλη εργασία, εκτός εάν πρόκειται περί απάρσεως αγκυροβολίας ή γυμνασίων διαρροής, πυρκαϊάς, καθαιρέσεως εφολκίων ή εγκαταλείψεως του πλοίου κατά τους οικείους πίνακες διαιρέσεως προσωπικού. Κατά το Σάββατο η εργασία τους περατώνεται τη 13.00 ώρα, μετά δε το γεύμα ασχολούνται υποχρεωτικά με τον καθαρισμό των διαμερισμάτων τους, κατά δε τις Κυριακές και τις εξαιρετέες εορτάσιμες ημέρες δεν εργάζονται, αλλ’ ασχολούνται με τον ατομικό καθαρισμό και την ανάπαυσή τους. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 137 του ανωτέρω β.δ. το προσωπικό καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλου, την αγκυροβολία, την άπαρση και τον απόπλου επί τη βάσει του οικείου πίνακα διαιρέσεως προσωπικού ως εξής: α) ο πλοίαρχος επί της γεφύρας, β) ο ύπαρχος όπου θεωρείται αναγκαίο, γ) ο υποπλοίαρχος στο πρόστεγο μαζί με το ναύκληρο και άνδρες καταστρώματος, δ) ο ανθυποπλοίαρχος στο επίστεγο μαζί με τον υποναύκληρο και άνδρες καταστρώματος, ε) ο δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας για τη διαβίβαση των παραγγελμάτων και στ) ο πηδαλιούχος στο πηδάλιο. Κατά τον κατάπλου και την αγκυροβολία, τη μεθόρμιση ως και την άπαρση και τον απόπλου, δεν τηρούνται οι συνήθεις ώρες εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται για την κανονική και ασφαλή αγκυροβολία και όρμιση του πλοίου ή για την κανονική άπαρση αυτού και πέραν ακόμη των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρείται υπερωρία. Περαιτέρω, ως προς τις εργασίες του προσωπικού καταστρώματος εν όρμω, προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 146, 147 και 148 του προαναφερόμενου β.δ. ότι μετά την αγκυροβολία και ασφαλή όρμιση ή παραβολή του πλοίου, η εργασία φυλακής γέφυρας αναστέλλεται εκτός εάν το πλοίο πρόκειται να αποπλεύσει αυθημερόν, επαναλαμβάνεται δε το μεσημέρι της ημέρας απόπλου του πλοίου παρεχομένου στους τεταγμένους στη φυλακή από ώρα 12:00 έως ώρας 16:00 αναλόγου χρόνου για το γεύμα. Εν όρμω το προσωπικό καταστρώματος, υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του υπάρχου και υπό τη διεύθυνση του ναυκλήρου, ασχολείται με καθαρισμούς, αποσκωρίαση ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμό υδροσυλλεκτών και δεξαμενών, ευθέτηση εξαρτίων και αγομένων, πρωρατικά έργα και με κάθε άλλη εργασία σκάφους, η οποία διατάσσεται από τον ύπαρχο, σύμφωνα με το ωρολόγιο πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω, χειμερινό ή θερινό, αναλόγως της εποχής του έτους. Κατά το Σάββατο, τις απογευματινές ώρες γίνεται υποχρεωτικός καθαρισμός των διαμερισμάτων ενδιαιτήσεως του προσωπικού καταστρώματος, κατά δε τις Κυριακές και τις εξαιρετέες εορτές ουδεμία εργασία εκτελείται αλλά πάντες επιμελούνται της ατομικής καθαριότητάς τους και αναπαύονται. Η έγερση γίνεται ημίσεια ώρα τουλάχιστον προ της ενάρξεως της εργασίας για την ατομική ετοιμασία και για το πρωϊνό ρόφημα, εφόσον τούτο προηγείται της εργασίας. Κατά τις προσδιορισμένες ώρες εργασίας πρέπει να ευρίσκονται πάντες στις διατεταγμένες θέσεις εργασίας εκτός εάν έχουν άδεια εξόδου ή αναπαύσεως εντός του πλοίου. Μετά την παύση της εργασίας κατά τις καθημερινές, μετά τον καθαρισμό των διαμερισμάτων ενδιαιτήσεων κατά το απόγευμα του Σαββάτου, ως και καθ’ όλη την Κυριακή και τις εξαιρετέες εορτές, οι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και άνδρες καταστρώματος είναι ελεύθεροι να εξέλθουν στην ξηρά, πλην εκείνων, οι οποίοι έχουν ορισθεί για τη φύλαξη και ασφάλεια του σκάφους και οι οποίοι παραμένουν εντός αυτού. Για τη φύλαξη και ασφάλεια του σκάφους εν όρμω παραμένουν σ’ αυτό ένας ή περισσότεροι αξιωματικοί καταστρώματος και ένας ή περισσότεροι ναύτες, κατά την κρίση του πλοιάρχου, κατά τη διάρκεια της ημέρας από το πρωί μέχρι το βράδυ, οπότε και εναλλάσσονται από άλλους μέχρι το επόμενο πρωί. Εξ αυτών, ο μεν αξιωματικός επιβλέπει την τάξη και ασφάλεια του σκάφους και την κανονική εκτέλεση της εργασίας από τους ναύτες φύλακες, δεν υποχρεούται όμως να παραμένει άγρυπνος, οι δε ναύτες φύλακες παραμένοντας άγρυπνοι, οφείλουν να κυκλοφορούν στο πλοίο, να εξασφαλίζουν αυτό κατά κλοπής ή πυρκαϊάς ή οιασδήποτε άλλης αταξίας, να προσέχουν την κανονική φωτοβολία των φανών αγκυροβολίας και ιδαιτέρως την όρμιση και τα πρυμνήσια του πλοίου και να ειδοποιούν αμέσως σε περίπτωση οιασδήποτε ανωμαλίας ή εκτάκτου περιστατικού τον ευρισκόμενο στο πλοίο αξιωματικό καταστρώματος. Ο ναύτης νυκτοφύλακας καλεί τα μέλη του προσωπικού καταστρώματος που βρίσκονται στο πλοίο προς έγερση κατά τις κανονισμένες ώρες. Ο αξιωματικός καταστρώματος και οι ναύτες φύλακες παραμένουν στο πλοίο μέχρι την εναλλαγή τους, μετά την οποία απέρχονται απαλλασσόμενοι πάσης εργασίας επί δωδεκάωρο, όσοι απ αυτούς αγρύπνησαν, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, κατά τις οποίες η παρουσία τους κατά την κρίση του πλοιάρχου είναι απαραίτητη. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13§1 της προαναφερόμενης Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2011, οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως δηλαδή οκτώ (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, της εργασίας του Σαββάτου αμειβομένης υπερωριακώς. Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή. Όπως, δηλαδή, ρητώς ορίζεται στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 13§1 της Σ.Σ.Ν.Ε., η πέραν των κανονικών εργάσιμων ημερών και ωρών εργασία των ναυτών κατά τον κατάπλου και τον απόπλου θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή), για την οποία αυτοί δικαιούνται πρόσθετης αμοιβής. Η διάταξη αυτή, ως νεώτερη, υπερισχύει της αντίθετης προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 137§2 του β.δ. 683/1960.
Εν προκειμένω, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του Ε. Π. του Ν., ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο πλοίο «…» κατά το χρονικό διάστημα από 30-04-2012 έως 18-06-2012, για μέρος δηλαδή του χρόνου κατά τον οποίο ο τελευταίος ήταν ναυτολογημένος στο ως άνω πλοίο, με την ίδια, μάλιστα, ειδικότητα (του ναύτη), ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά επί τουλάχιστον 16 ώρες, όπως και όλοι οι υπόλοιποι ναύτες του πλοίου, απασχολούμενος σε δύο τετράωρες βάρδιες ανά εικοσιτετράωρο και εργαζόμενος επιπλέον επί δύο ώρες πριν και δύο ώρες μετά την κάθε βάρδια. Αντιθέτως, ο Α. Δ. του …, ο οποίος εργάζεται ως αρχιπλοίαρχος στα γραφεία Πειραιώς της πρώτης εναγομένης, επιπλέον δε υπηρέτησε ως πλοίαρχος στο πλοίο «…» τόσο κατά το χρονικό διάστημα από 12-10-2011 έως 30-01-2012, κατά το οποίο ο ενάγων δεν ήταν ναυτολογημένος σ’ αυτό, όσο και κατά το χρονικό διάστημα από 31-03-2012 έως 26-04-2012, οπότε και υπηρετούσε σ’ αυτό και ο ενάγων, αναφέρει στην υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωσή του ότι ο τελευταίος δεν υπήρχε κατά κανόνα ανάγκη να εργάζεται δύο ώρες πριν και δύο ώρες μετά τη λήξη της τετράωρης βάρδιάς του όσο το πλοίο ήταν δρομολογημένο στην ακτοπλοϊκή γραμμή Πειραιά – Χίου – Μυτιλήνης (δηλαδή κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012), διότι το οκτάωρο ήταν αρκετό για την εκτέλεση των καθηκόντων του, ενώ κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα (από 01-04-2012 έως 18-06-2012), κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια άγονης γραμμής, ο ενάγων, όπως και όλα τα μέλη του πληρώματος, ελάμβανε το ποσό των 347,40 € μηνιαίως ως επίδομα άγονης γραμμής. Ισχυρίζεται δε ο συγκεκριμένος ενόρκως βεβαιών ότι το επίδομα αυτό, το οποίο χορηγείται στους ναυτικούς εξαιτίας της αυξημένης απασχόλησής τους κατά την εκτέλεση δρομολογίων άγονης γραμμής, καλύπτει την υπερωριακή εργασία του πληρώματος. Επιπροσθέτως, αναφέρει ότι λόγω της μειωμένης επιβατικής κίνησης στα δρομολόγια άγονης γραμμής, ιδίως κατά τη χειμερινή περίοδο, η απασχόληση του πληρώματος είναι περιορισμένη κατά την εκτέλεση των δρομολογίων αυτών. Τέλος, σχετικά με το είδος των εργασιών που εκτελούσε ο ενάγων κατά το ωράριο εργασίας του, ο μεν πρώτος από τους ανωτέρω ενόρκως βεβαιούντες ουδέν αναφέρει, ενώ ο δεύτερος δηλώνει ότι τα καθήκοντα του ενάγοντος ήταν αυτά που προβλέπονται από τον προαναφερόμενο Κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας των ελληνικών επιβατηγών πλοίων (β.δ. 683/1960). Από τα αναφερόμενα στις ανωτέρω ένορκες βεβαιώσεις, τα οποία πρέπει να εκτιμηθούν υπό το πρίσμα των διατάξεων του β.δ. 683/1960 που προεκτέθηκαν σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, συνάγεται ότι ο ενάγων καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολόγησής του στο ένδικο πλοίο εργαζόταν σε δύο τετράωρες βάρδιες το εικοσιτετράωρο εκτελώντας υπηρεσία φυλακής γέφυρας, κατά την οποία εκτελούσε ειδικότερα καθήκοντα πηδαλιούχου, οπτήρος και αγγελιοφόρου γέφυρας. Τούτο το έπραττε όταν το πλοίο βρισκόταν εν πλω αλλά και όταν κατέπλεε μεν στο λιμένα αφετηρίας ή τελικού προορισμού αλλά απέπλεε αυθημερόν για την εκτέλεση του επόμενου δρομολογίου του (ήτοι α) κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 καθ’ όλες τις ημέρες της εβδομάδος πλην Σαββάτου και Κυριακής, οπότε η εργασία φυλακής γέφυρας αναστελλόταν μετά την αγκυροβολία του πλοίου στο λιμένα του Πειραιά, δηλαδή από τις 07:00 το πρωί του Σαββάτου, και επαναλαμβανόταν στις 12:00 της Κυριακής, και β) κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012 καθ’ όλες της ημέρες της εβδομάδας πλην Σαββάτου, οπότε η εργασία φυλακής αναστελλόταν μετά την αγκυροβολία του πλοίου στο λιμένα του Βαθέος Σάμου, δηλαδή από τις 15:05 το μεσημέρι του Σαββάτου, μέχρι το τέλος της ημέρας αυτής). Κατά τις ημέρες και ώρες κατά τις οποίες δεν εκτελούνταν από το προσωπικό καταστρώματος φυλακές γέφυρας επειδή το πλοίο ναυλοχούσε σε λιμένα, εκτελούνταν από το ίδιο προσωπικό φυλακές πυρασφάλειας σε τετράωρες και πάλι βάρδιες στις οποίες συμμετείχε και ο ενάγων (βλ. το μετ’ επικλήσεως προσκομισθέν αντίγραφο του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου). Ωστόσο, παρά τα οριζόμενα στις προαναφερόμενες διατάξεις του β.δ. 683/1960, ο ενάγων δεν αναπαυόταν καθ’ όλο το υπόλοιπο διάστημα της ημέρας μετά το πέρας κάθε φυλακής (γέφυρας ή πυρασφάλειας), αλλά όταν μεν το πλοίο βρισκόταν εν πλω, ασχολείτο, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών που προέκυπταν σ’ αυτό κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και λόγω των συχνών κατάπλων του σε ενδιάμεσα λιμάνια (ιδίως κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012), είτε πριν την έναρξη της κάθε βάρδιας του είτε μετά τη λήξη της με την πρόσδεση του πλοίου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση των οχημάτων στο γκαράζ αυτού και την απόδεσή του, όταν δε το πλοίο βρισκόταν εν όρμω ασχολείτο με την εκτέλεση γενικών εργασιών συντηρήσεως και καθαριότητας του σκάφους και του εξαρτισμού του καθώς και με την εκτέλεση των υπολοίπων γενικών εργασιών καταστρώματος που προεκτέθηκαν. Από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά και πέραν του νομίμου ωραρίου του, όχι, όμως επί δεκαέξι ώρες ημερησίως, όπως καθ’ υπερβολήν αναφέρει ο ανωτέρω ενόρκως βεβαιών Ε. Π.ς προς επίρρωση του σχετικού ισχυρισμού του ενάγοντος. Πράγματι, ο ισχυρισμός αυτός περί δεκαεξάωρης καθημερινής απασχόλησης του εν λόγω διαδίκου, και μάλιστα επί χρονικό διάστημα πέντε σχεδόν συνεχών μηνών, αντίκειται στους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας ως προς τα όρια αντοχής του ανθρώπινου οργανισμού. Με βάση όλα τα προεκτεθέντα και ιδίως α) ενόψει των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές, εκτελώντας πολύωρα δρομολόγια τόσο κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 όσο, και ιδίως, και κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012, κατά το οποίο και πραγματοποιούσε συχνές προσεγγίσεις σε πολλά ενδιάμεσα λιμάνια, β) της σταθερής καταβολής κάθε μήνα εκ μέρους των εναγομένων ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, τόσο τις καθημερινές και Κυριακές όσο και τα Σάββατα και τις αργίες, όπως θα εκτεθεί αναλυτικά κατωτέρω, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος και τέλος δ) από τα διδάγματα της κοινής πείρας, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του εν λόγω ναυτικού ήταν κατά μεν το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 δέκα (10) ώρες κατά δε το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012 δεκατέσσερις (14) ώρες. Παρείχε, συνεπώς, σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2011 (βλ. αρθρ. 11 και 13§1), κατά μεν το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 κατά τις καθημερινές και Κυριακές δύο (2) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και τις αργίες δέκα (10) ώρες τέτοιας εργασίας, κατά δε το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012 κατά τις καθημερινές και Κυριακές έξι (6) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και τις αργίες δεκατέσσερις (14) ώρες τέτοιας εργασίας. Ωστόσο, κατά τις ημέρες κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτελούσε δρομολόγια, λόγω της απαγόρευσης του απόπλου του από τις λιμενικές αρχές εξαιτίας των επικρατουσών δυσμενών καιρικών συνθηκών (ήτοι κατά τη Δευτέρα 06-02-2012, όταν ο προγραμματισμένος για τη 18:00 απογευματινή απόπλους του από το λιμένα της Μυτιλήνης πραγματοποιήθηκε τελικά την 06:00 πρωινή της Τρίτης 07-02-2012, κατά τη Δευτέρα 27-02-2012, όταν ο προγραμματισμένος για τη 18:00 απογευματινή απόπλους από το λιμένα της Μυτιλήνης πραγματοποιήθηκε τελικά τη 10:00 πρωινή της Τρίτης 28-02-2012, κατά τις Τρίτη 13-03-2012 και Τετάρτη 14-03-2012, όταν το προγραμματισμένο για τις ημέρες εκείνες κυκλικό δρομολόγιο Πειραιάς – Χίος – Μυτιλήνη – Χίος – Πειραιάς παρέμεινε ανεκτέλεστο) ή λόγω της συμμετοχής του πληρώματος σε προκηρυχθείσα από την Π.Ν.Ο. απεργία (ήτοι κατά τις Δευτέρα 19-03-2012 και Τρίτη 20-03-2012, όταν ο προγραμματισμένος για τη 18:00 απογευματινή της Δευτέρας απόπλους από το λιμένα της Μυτιλήνης πραγματοποιήθηκε τελικά τη 18:00 απογευματινή της Τετάρτης 21-03-2012), ο ενάγων δεν απασχολείτο πέραν των οκτώ ωρών ημερησίως, δηλαδή πέραν των δύο τετράωρων βαρδιών του κατά τις οποίες εκτελούσε υπηρεσία φυλακής γέφυρας, καθώς δεν το επέβαλαν οι περιορισμένες λειτουργικές ανάγκες του πλοίου.
Εξάλλου, στο άρθρο 13§§1,2,5 και 6 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2011 ορίζεται ότι για τον υπολογισμό της πρόσθετης αμοιβής που καταβάλλεται στους υπερωριακώς απασχολούμενους ναυτικούς το ποσό του μηνιαίου μισθού ενεργείας διαιρείται διά των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, που ανέρχονται σε 173. Έτσι, το ωρομίσθιο ισούται με το 1/173 του μισθού ενεργείας. Για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και της Κυριακές καταβάλλεται ως πρόσθετη αμοιβή το ανωτέρω ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25%, ενώ ειδικά για την υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 18 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε. (1η του έτους, εορτή των Θεοφανίων, Καθαρή Δευτέρα, 25η Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Δευτέρα του Πάσχα, ημέρα του Αγ. Γεωργίου, 1η Μαΐου, ημέρα της Αναλήψεως, 15η Αυγούστου, 14η Σεπτεμβρίου, 28η Οκτωβρίου, ημέρα του Αγ. Ν., ημέρα των Χριστουγέννων και δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων, οι αναγνωρισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές στους Ελληνικούς λιμένες, εφόσον ναυλοχεί σε κάποιον απ’ αυτούς το πλοίο), καταβάλλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά ποσοστό 50%. Οι πρόσθετες αμοιβές για υπερωριακή εργασία εκκαθαρίζονται κατά μήνα μαζί με την εξόφληση του μηνιαίου μισθού (άρθρο 13§4 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε.). Έτσι, η αμοιβή για κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας του ναύτη κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές ανέρχεται στο ποσό των 8,38 € και κατά τα Σάββατα και τις αργίες στο ποσό των 10,05 €. Διευκρινίζεται ότι εάν μία ημέρα αργίας συμπέσει Κυριακή, εκτός του 22% που προβλέπει το άρθρο 6 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε., ο ναυτικός εργαζόμενος θα αμείβεται και υπερωριακώς (αρθρ. 18§1 εδ. τελευταίο της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε.). Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα, ο ενάγων εργάσθηκε υπερωριακώς (πέραν του οκταώρου τις καθημερινές και τις Κυριακές και καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες): Α) κατά το μήνα Ιανουάριο του έτους 2012: α) κατά τις καθημερινές (1 ημέρα χ 2 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =) 2 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (2 ώρες χ 8,38 € =) 16,76 €. Έναντι του ποσού αυτού η δεύτερη εναγομένη, η οποία ετύγχανε τότε εφοπλίστρια του ένδικου πλοίου, ουδέν ποσό κατέβαλε στον ενάγοντα, εξακολουθεί δε να του το οφείλει μέχρι σήμερα. Β) κατά το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2012: κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές [23 ημέρες (ήτοι 19 καθημερινές + 4 Κυριακές) χ 2 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 46 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (46 ώρες χ 8,38 € =) 385,48 € (σημειωτέον ότι κατά το μήνα αυτόν ο ενάγων δεν απασχολήθηκε υπερωριακά 1 καθημερινή, τη Δευτέρα 06-02-2012, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα) και β) κατά τα Σάββατα και τις αργίες [4 Σάββατα χ 10 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα + 1 αργία (την 27-02-2012, Καθαρή Δευτέρα) χ 8 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα (ενόψει του ότι την ως άνω αργία ο ενάγων δεν απασχολήθηκε πέραν του οκταώρου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα) =] 48 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (48 ώρες χ 10,05 € =) 482,40 €. Έναντι των ποσών αυτών η δεύτερη εναγομένη, εφοπλίστρια τότε του πλοίου, κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, προκύπτει δε και από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 585,69 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των 455,13 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, στην αφαίρεση των οποίων από το κονδύλιο της υπερωριακής του αμοιβής, προβαίνει, άλλωστε, με την αγωγή του ο ενάγων. Έχει, επομένως, εξοφλήσει ολοσχερώς την απαίτηση του ενάγοντος για την αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και εξακολουθεί να του οφείλει το ποσό των (482,40 – 455,13 =) 27,27 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Γ) κατά το μήνα Μάρτιο του έτους 2012: κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές [21 ημέρες (ήτοι 18 καθημερινές + 3 Κυριακές) χ 2 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 42 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (42 ώρες χ 8,38 € =) 351,96 € (σημειωτέον ότι κατά το μήνα αυτόν ο ενάγων δεν απασχολήθηκε υπερωριακά 4 καθημερινές, την Τρίτη 13-03-2012, την Τετάρτη 14-03-2012, τη Δευτέρα 19-03-2012 και την Τρίτη 20-03-2012, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα) και β) κατά τα Σάββατα και τις αργίες [5 Σάββατα χ 10 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα + 1 αργία (την 25-03-2012, η οποία συνέπεσε με ημέρα Κυριακή) χ 10 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 60 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (60 ώρες χ 10,05 € =) 603 €. Έναντι των ποσών αυτών η δεύτερη εναγομένη, εφοπλίστρια τότε του πλοίου, κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, προκύπτει δε και από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 585,69 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των 455,13 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, στην αφαίρεση των οποίων από το κονδύλιο της υπερωριακής του αμοιβής, προβαίνει, άλλωστε, με την αγωγή του ο ενάγων. Έχει, επομένως, εξοφλήσει ολοσχερώς την απαίτηση του ενάγοντος για την αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και εξακολουθεί να του οφείλει το ποσό των (603 – 455,13 =) 147,87 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Δ) κατά το μήνα Απρίλιο του έτους 2012: κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές [23 ημέρες (ήτοι 18 καθημερινές + 5 Κυριακές) χ 6 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 138 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (138 ώρες χ 8,38 € =) 1.156,44 € και β) κατά τα Σάββατα και τις αργίες [4 Σάββατα χ 14 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα + 3 αργίες (τη 13-04-2012, Μεγάλη Παρασκευή, τη 16-04-2012, Δευτέρα του Πάσχα, και την 23-04-2012, ημέρα του Αγίου Γεωργίου) χ 14 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 98 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (98 ώρες χ 10,05 € =) 984,90 €. Έναντι των ποσών αυτών η πρώτη εναγομένη, η οποία τότε ετύγχανε πλοιοκτήτρια του ένδικου πλοίου, κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, προκύπτει δε και από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 258 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των 455,13 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, στην αφαίρεση των οποίων από το κονδύλιο της υπερωριακής του αμοιβής, προβαίνει, άλλωστε, με την αγωγή του ο ενάγων. Εξακολουθεί, επομένως, να του οφείλει το ποσό των (1.156,44 – 258 =) 898,44 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των (984,90 – 455,13 =) 529,77 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Ε) κατά το μήνα Μάιο του έτους 2012: κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές [25 ημέρες (ήτοι 21 καθημερινές + 4 Κυριακές) χ 6 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 150 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (150 ώρες χ 8,38 € =) 1.257 € και β) κατά τα Σάββατα και τις αργίες [4 Σάββατα χ 14 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα + 2 αργίες (την 01-05-2012, και την 24-05-2012, ημέρα της Αναλήψεως) χ 14 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 84 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (84 ώρες χ 10,05 € =) 844,20 €. Έναντι των ποσών αυτών η πρώτη εναγομένη, πλοιοκτήτρια τότε του πλοίου, κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, προκύπτει δε και από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 258 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των 455,13 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, στην αφαίρεση των οποίων από το κονδύλιο της υπερωριακής του αμοιβής, προβαίνει, άλλωστε, με την αγωγή του ο ενάγων. Εξακολουθεί, επομένως, να του οφείλει το ποσό των (1.257 – 258 =) 999 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των (844,20 – 455,13 =) 389,07 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες. ΣΤ) κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2012: κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές [15 ημέρες (ήτοι 12 καθημερινές + 3 Κυριακές) χ 6 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 90 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (90 ώρες χ 8,38 € =) 754,20 € και β) κατά τα Σάββατα και τις αργίες [3 Σάββατα χ 14 ώρες υπερωριακής εργασίας/ημέρα =] 42 ώρες, για τις οποίες δικαιούται το ποσό των (42 ώρες χ 10,05 € =) 422,10 €. Έναντι των ποσών αυτών η πρώτη εναγομένη, πλοιοκτήτρια τότε του πλοίου, κατέβαλε στον ενάγοντα, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, προκύπτει δε και από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 154,80 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των 273,08 € για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, στην αφαίρεση των οποίων από το κονδύλιο της υπερωριακής του αμοιβής, προβαίνει, άλλωστε, με την αγωγή του ο ενάγων. Εξακολουθεί, επομένως, να του οφείλει το ποσό των (754,20 – 154,80 =) 599,40 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των (422,10 – 273,08 =) 149,02 € ως υπόλοιπο της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Στο σημείο τούτο πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά τη σαφή έννοια της διατάξεως του άρθρου 7 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., όπως αυτή προκύπτει από τη διατύπωσή της (βλέπε σε αντιπαραβολή τη διατύπωση της αντίστοιχης διάταξης των Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων που ίσχυαν προ του έτους 1993), το προβλεπόμενο σ’ αυτήν επίδομα δρομολογίων άγονης γραμμής, εκ ποσοστού 7% επί του μισθού ενέργειας των ναυτικών που συμμετέχουν σ’ αυτά, είναι ανεξάρτητο της πρόσθετης αμοιβής που δικαιούνται αυτοί για την παροχή υπερωριακής εργασίας. Μοναδική προϋπόθεση για την καταβολή του ως άνω επιδόματος αποτελεί η απασχόληση του ναυτικού σε δρομολόγια άγονης γραμμής, αδιαφόρως αν κατά τις ημέρες πραγματοποιήσεως των εν λόγω δρομολογίων αυτός εργάζεται υπερωριακά. Σε περίπτωση δε υπερωριακής απασχόλησης του δικαιούχου του εν λόγω επιδόματος, αυτός δικαιούται επιπλέον και τη σχετική πρόσθετη (υπερωριακή) αμοιβή που προβλέπεται στη συγκεκριμένη Σ.Σ.Ν.Ε. Με βάση τα ανωτέρω, ως προς το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012, οι εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρον η καθεμία, και δη η δεύτερη ως εφοπλίστρια του ένδικου πλοίου και η πρώτη ως απλή κυρία αυτού η οποία υπέχει παράλληλη ευθύνη με την εφοπλίστρια (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), η οποία όμως είναι πραγματοπαγής και περιορισμένη, εφόσον ο κύριος του πλοίου ευθύνεται μόνο δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία αυτού (αρθρ. 105 και 106 ΚΙΝΔ – βλ. ΕφΠειρ 59/2011, ΕπισκΕμπΔ 2011,478, ΕφΠειρ 795/2010, ΕΝαυτΔ 2010,385, αμφότερες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), το ποσό των 16,76 € ως υπόλοιπο της πρόσθετης αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των (27,27 + 147,87 =) 175,14 € ως υπόλοιπο της πρόσθετης αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ως προς τα οποία ποσά πρέπει να γίνουν αντιστοίχως δεκτά τα σχετικά αγωγικά κονδύλια ως ουσία βάσιμα. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την προσβαλλομένη απόφαση του, απέρριψε την αγωγή ως προς τα υπ’ αριθμ. Α.Ι.1 και Α.Ι.2 κονδύλια που αφορούν τη διαφορά επί της αμοιβής της υπερωριακής εργασίας που παρείχε ο ενάγων τόσο κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές όσο και κατά τα Σάββατα και τις αργίες του ως άνω χρονικού διαστήματος (31-01-2012 έως 31-03-2012), έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και συνεπώς, ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος κατά το πρώτο σκέλος του. Εξάλλου, ως προς το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012, η πρώτη εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα, ως πλοιοκτήτρια του ένδικου πλοίου, το ποσό των (898,44 + 999 + 599,40 =) 2.496,84 € ως υπόλοιπο της πρόσθετης αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και το συνολικό ποσό των (529,77 + 389,07 + 149,02 =) 1.067,86 € ως υπόλοιπο της πρόσθετης αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ως προς τα οποία ποσά πρέπει να γίνουν αντιστοίχως δεκτά τα σχετικά αγωγικά κονδύλια ως ουσία βάσιμα. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την προσβαλλομένη απόφαση του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως προς τα υπ’ αριθμ. Β.Ι.1 και Β.Ι.2 κονδύλια που αφορούν τη διαφορά επί της αμοιβής της υπερωριακής εργασίας που παρείχε ο ενάγων τόσο κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές όσο και κατά τα Σάββατα και τις αργίες του ως άνω χρονικού διαστήματος (01-04-2012 έως 18-06-2012), και επεδίκασε σ’ αυτόν μόνο το συνολικό ποσό των (2.094,60 € για διαφορά επί της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησής του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές + 515,11 € για διαφορά επί της αμοιβής της υπερωριακής του απασχόλησης κατά τα Σάββατα και τις αργίες =) 2.609,71 €, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και συνεπώς, ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος κατά το δεύτερο σκέλος του ενώ ο αντίστοιχος πρώτος λόγος της αντέφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Έτι περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 16 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά το μήνα κατά τους μήνες Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους υπόλοιπους μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν. Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο, ήτοι, το 1/22 του μισθού ενεργείας.
Εν προκειμένω, όπως αποδεικνύεται από το αντίγραφο του ημερολογίου του πλοίου «…», ουδεμία άδεια διανυκτέρευσης παρασχέθηκε στον ενάγοντα κατά το χρόνο της ένδικης ναυτολόγησής του σ’ αυτό, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τα αναφερόμενα στην υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του ναύτη Ε. Π.. Οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι ο ενάγων διανυκτέρευε εκτός του πλοίου κάθε Σάββατο, τόσο όταν αυτό ναυλοχούσε στο λιμένα του Πειραιά (κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012) όσο και όταν ναυλοχούσε στο λιμένα του Βαθέος Σάμου (κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012), με εξαίρεση εκείνα τα Σάββατα κατά τα οποία είχε ορισθεί να εκτελέσει φυλακή ασφαλείας. Προς επίρρωση του ισχυρισμού τους αυτού, ο αρχιπλοίαρχος της πρώτης εναγομένης Α. Δ., ο οποίος διετέλεσε για ένα διάστημα και πλοίαρχος του ένδικου πλοίου, αναφέρει στην υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωσή του ότι τα Σάββατα παρέμενε στο πλοίο μόνο το προσωπικό ασφαλείας ενώ τα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος είχαν τη δυνατότητα να διανυκτερεύουν εκτός του πλοίου, χωρίς, μάλιστα, οι διανυκτερεύσεις τους αυτές να καταχωρούνται στο ημερολόγιο του πλοίου. Ο ανωτέρω ισχυρισμός, όμως, των εναγομένων, και μαζί μ’ αυτόν και όσα ενόρκως βεβαιώνει ο ανωτέρω πλοίαρχος, αναιρούνται από το περιεχόμενο του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα αναγραφόμενα στο ως άνω ημερολόγιο, όποτε χορηγήθηκε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα άδεια διανυκτέρευσης σε μέλος του πληρώματος, έγινε σχετική μνεία από τον πλοίαρχο στο ανωτέρω βιβλίο, όπως άλλωστε επιτάσσει και η διάταξη του άρθρου 16§3 της προαναφερόμενης Σ.Σ.Ν.Ε. προκειμένου να κατοχυρώνεται ο πλοιοκτήτης ότι πραγματοποιήθηκαν οι διανυκτερεύσεις. Συγκεκριμένα, με βάση τις αντίστοιχες καταχωρίσεις στο ημερολόγιο γέφυρας έλαβαν άδεια διανυκτέρευσης τα ακόλουθα μέλη του πληρώματος: την Τρίτη 21-02-2012 και ώρα 16:00 οι Θ. Ζ., Ε. Β., Ε. Κ., Π. Τ., Ν. Σ., Π. Μ., Γ. Κ. και Θ. Π., την Κυριακή 26-02-2012 και ώρα 08:30 ο Ε. Χ., την Τρίτη 28-02-2012 και ώρα 23:50 ο Ν. Μ., την Πέμπτη 01-03-2012 και ώρα 16:00 ο Χ. Χ., την Πέμπτη 08-03-2012 και ώρα 12:00 οι Π. Τ., Χ. Τ., Ε. Τ., Ε. Κ. και Ν. Ρ., το Σάββατο 07-04-2012 και ώρα 07:00 ο Δ. Χ., την Τετάρτη 09-05-2012 και ώρα 02:29 ο Β. Π., το Σάββατο και ώρα 09:40 ο Γ. Χ., την Κυριακή 27-05-2012 και ώρα 14:51 ο Ε. Π.ς και την Παρασκευή 15-06-2012 και ώρα 02:00 οι Ε. Κ., Ν. Σ., Σ. Ρ., Λ. Β., Σ. Ζ. και Φ. Α.. Εξάλλου, όπως αποδεικνύεται από τα αναγραφόμενα στο ως άνω ημερολόγιο, ο ενάγων εκτέλεσε τετράωρη βάρδια φυλακής όλα τα Σάββατα και τις Κυριακές του χρονικού διαστήματος της ένδικης ναυτολόγησής του (ήτοι τα Σάββατα 04/02, 11/02, 18/02 από 16:00 έως 20:00 και τις Κυριακές 05/02, 12/02, 19/02 από 04:00 έως 08:00, το Σάββατο 25/02 από 08:00 έως 12:00 και από 20:00 έως 24:00 και την Κυριακή 26/02 από 08:00 έως 12:00, το Σάββατο 03/03 από 20:00 έως 24:00 και την Κυριακή 04/03 από 04:00 έως 08:00, τα Σάββατα 10/03, 17/03 από 12:00 έως 16:00 και τις Κυριακές 11/03, 18/03 από 00:00 έως 04:00 και από 12:00 έως 16:00, τα Σάββατα 24/03, 30/03 από 16:00 έως 20:00 και τις Κυριακές 31/03, 01/04 από 04:00 έως 08:00, τα Σάββατα 07/04, 14/04, 21/04, 28/04 από 16:00 έως 20:00 και τις Κυριακές 08/04, 15/04, 22/04 και 29/04 από 04:00 έως 08:00, και τα Σάββατα 05/05, 12/05, 19/05, 26/05, 02/06, 09/06 και 16/06 από 20:00 έως 24:00 και τις Κυριακές 06/05, 13/05, 20/05, 27/05, 03/06, 10/06, 17/06 από 08:00 έως 12:00). Επομένως, όχι μόνο δεν είχε λάβει άδεια διανυκτέρευσης έστω και ένα Σάββατο, αλλ’ αντιθέτως όταν το πλοίο ναυλοχούσε στους λιμένες του Πειραιά ή του Βαθέος Σάμου κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, ο ενάγων παρέμενε πάντοτε εντός αυτού ως προσωπικό ασφαλείας. Κατόπιν αυτών, ο ενάγων εδικαιούτο κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 συνολικά αποζημίωση ίση με [2 μήνες (Φεβρουάριος, Μάρτιος) χ 2 διανυκτερεύσεις =] 4 ημερομίσθια, όσα δηλαδή και οι μη ληφθείσες άδειες του ως άνω χρονικού διαστήματος, και κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012 συνολικά αποζημίωση ίση με [2 μήνες (Απρίλιος, Μάιος) + 18/30 του μήνα (ως προς το μήνα Ιούνιο) = 2,6 μήνες χ 2 διανυκτερεύσεις/μήνα =] 5,2 ημερομίσθια, όσα δηλαδή και οι μη ληφθείσες άδειες του ως άνω χρονικού διαστήματος. Έπρεπε, λοιπόν, να λάβει ως αποζημίωση α) για το διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012, όταν την εκμετάλλευση του πλοίου ασκούσε η δεύτερη εναγομένη, το ποσό των [1.157,99 € (μισθός ενεργείας) χ 1/22 χ 4 ημερομίσθια =] 210,54 € και β) για το υπόλοιπο διάστημα της ναυτολόγησής του, κατά το οποίο την εκμετάλλευση του πλοίου ασκούσε η κυρία αυτού, πρώτη εναγομένη, το συνολικό ποσό των [1.157,99 € χ 1/22 χ 5,2 ημερομίσθια =] 273,71 €, πλην, όμως, ο ίδιος ζητεί με την αγωγή του το έλασσον ποσό των 273,67 €, το οποίο και θα του επιδικασθεί. Έναντι των ανωτέρω ποσών οι εναγόμενες ουδέν του κατέβαλαν. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει εν όλω δεκτή η αγωγή ως ουσία βάσιμη ως προς το σχετικά αγωγικά κονδύλια. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την προσβαλλομένη απόφαση του, απέρριψε την αγωγή ως προς τα υπ’ αριθμ. Α.ΙΙΙ και Β.ΙΙΙ κονδύλια που αφορούν την αποζημίωση διανυκτέρευσης του ενάγοντος τόσο κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 όσο και κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και συνεπώς, οι σχετικοί τέταρτος και πέμπτος λόγοι της έφεσης πρέπει να γίνουν εν όλω δεκτοί ως βάσιμοι.
Προσέτι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5§§1 και 3 της προαναφερόμενης Σ.Σ.Ν.Ε., στα μέλη του κατωτέρου πληρώματος καταβάλλεται πλέον του μισθού και ιδιαίτερο επίδομα για την αντιμετώπιση των δαπανών του ειδικού ιματισμού που πρέπει να φέρουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Το επίδομα τούτο καθορίζεται μηνιαίως στο ποσό των ευρώ 56,50. Εάν ο πλοιοκτήτης παρέχει στα κατώτερα πληρώματα εξ ιδίων τον εν λόγω ιματισμό δεν καταβάλλεται εις αυτά το ανωτέρω επίδομα.
Στην προκείμενη περίπτωση, ουδόλως αποδεικνύεται ότι οι εναγόμενες παρέσχαν ποτέ εξ ιδίων στα μέλη του κατώτερου πληρώματος του πλοίου «…» τον ειδικό ιματισμό που έπρεπε να φέρουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, δηλαδή την προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 20 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. καθιερωμένη στολή του Εμπορικού Ναυτικού, απορριπτομένου ως ουσιαστικά αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων που στηρίζεται στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 5§3 της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε. Τα όσα αναφέρει ο ανωτέρω αναφερόμενος αρχιπλοίαρχος της πρώτης εναγομένης και συνάμα πλοίαρχος του ένδικου πλοίου Α. Δ. στην υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωσή του προς επίρρωση του ισχυρισμού αυτού δεν κρίνονται πειστικά, καθώς δεν ενισχύονται από οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Αν οι εναγόμενες είχαν πράγματι χορηγήσει στα μέλη του κατώτερου πληρώματος ειδικές στολές με τα διακριτικά αυτών και του πλοίου, είναι βέβαιο ότι θα έσπευδαν να προσκομίσουν τα εκδοθέντα για την αγορά του ιματισμού αυτού φορολογικά παραστατικά προς απόδειξη του ανωτέρω ισχυρισμού τους. Τέτοια, όμως, παραστατικά, δεν προσκομίζουν ούτε επικαλούνται αυτές. Άλλωστε, το γεγονός ότι οι εναγόμενες ουδέποτε χορήγησαν στον ενάγοντα τον ως άνω ειδικό ιματισμό αλλ’ ούτε και το ειδικό επίδομα για την αντιμετώπιση της σχετικής δαπάνης βεβαιώνεται από τον προαναφερόμενο ναύτη του πλοίου Ε. Π. στην υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωσή του. Επομένως, εφόσον δεν αποδεικνύεται ότι ο ενάγων ελάμβανε σε είδος το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 5§1 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. επίδομα ιματισμού, υφίσταται υποχρέωση των εναγομένων σε καταβολή του συγκεκριμένου επιδόματος, όπως ρητά ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 5§3 της εν λόγω συλλογικής σύμβασης. Ειδικότερα, για το διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012, όταν την εκμετάλλευση του πλοίου ασκούσε η δεύτερη εναγομένη, έπρεπε να καταβληθεί στον ενάγοντα για την ανωτέρω αιτία το ποσό των [2 μήνες (Φεβρουάριος, Μάρτιος) χ 56,50 € =] 113 €, όπως άλλωστε έγινε δεκτό και από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε ως ουσία βάσιμο το υπ’ αριθμ. Α.ΙΙ κονδύλιο που αφορά το επίδομα ιματισμού του ενάγοντος για το ανωτέρω χρονικό διάστημα (31-01-2012 έως 31-03-2012) και του επεδίκασε το συγκεκριμένο ποσό με την προσβαλλόμενη απόφασή του, η οποία δεν πλήττεται ως προς το κεφάλαιό της αυτό με κάποιο λόγο έφεσης. Επίσης, για το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 18-06-2012, κατά το οποίο την εκμετάλλευση του πλοίου ασκούσε η κυρία αυτού, πρώτη εναγομένη, έπρεπε να καταβληθεί στον ενάγοντα για την ίδια αιτία το ποσό των [2 μήνες (Απρίλιος, Μάιος) + 18/30 του μήνα (ως προς το μήνα Ιούνιο) = 2,6 μήνες χ 56,50 € =] 146,90 €. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει εν όλω δεκτή η αγωγή ως ουσία βάσιμη ως προς το σχετικό αγωγικό κονδύλιο. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την προσβαλλομένη απόφαση του, απέρριψε (σιγή) ως ουσία αβάσιμο το υπ’ αριθμ. Β.ΙΙ κονδύλιο που αφορά το επίδομα ιματισμού του ενάγοντος για το ανωτέρω χρονικό διάστημα (01-04-2012 έως 18-06-2012) έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και συνεπώς, ο σχετικός έκτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει εν όλω δεκτός ως βάσιμος.
Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 14 των ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. των ετών 2010 και 2011, σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 2, 3 και 7 του άρθρου μόνου της υπ’ αριθμ. 70109/8008/14-12-1982 Απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/07-01-1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, προς υπολογισμό των οποίων λαμβάνεται υπ’ όψιν ο πράγματι καταβαλλόμενος μισθός κατά τη 10η Δεκεμβρίου και κατά τη 15η ημέρα προ του Πάσχα αντιστοίχως ή κατά την εντός των ανωτέρω χρονικών περιόδων ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσεως. Ως καταβαλλόμενος μισθός νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού. Τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης θεωρούνται ο μισθός καθώς και κάθε άλλη παροχή εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης από το μισθωτό εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά, κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου. Ως τέτοιες δε, προσδιορίζονται ενδεικτικά στην ανωτέρω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και οι λοιπές τακτικές παροχές, μεταξύ των οποίων είναι το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας (ΕφΠειρ 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011,387, δημοσιευθείσα και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας (ΕφΠειρ 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011,262, ΕφΠειρ 46/2011, ΕΝαυτΔ 2011,97, ΕφΠειρ 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009,102, ΕφΠειρ 770/2008, ΕΝαυτΔ 2008,275, άπασες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, βλ. και ΕφΠειρ 432/2011, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης του ΔΣΑ) και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, λαμβανομένου άρα υπ’ όψιν στον ανωτέρω υπολογισμό και του ημερήσιου αντίτιμου τροφής, όπως αυτό προσδιορίζεται από το άρθρο 3 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. σε 19,21 € την ημέρα (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004,214, ΕΝαυτΔ 2003,345, ΕφΠειρ 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012,19, ΕφΠειρ 377/2011, ο.π., ΕφΠειρ 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009,273, άπασες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, βλ. και ΕφΠειρ 827/2010, ΕφΠειρ 803/2009, ΕφΠειρ 653/2009, ΕφΠειρ 595/2009, άπασες δημοσιευθείσες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης του ΔΣΑ, ΕφΠειρ 895/2008, αδημοσίευτη στο νομικό, έγγραφο και ηλεκτρονικό, τύπο, βλ. επίσης και Αλ. Κιάντου – Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, Τομ. Ι, εκδ. Ε΄, σελ. 245 επ.), η αμοιβή για την έχμαση οχημάτων, εφόσον αυτή καταβάλλεται τακτικώς (ΕφΠειρ 707/2012, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης του Δ.Σ.Α., ΕφΠειρ 899/2009, αδημοσίευτη στο νομικό, έγγραφο και ηλεκτρονικό, τύπο, ΕφΠειρ 514/2009, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης του Δ.Σ.Α.), αλλά και το επίδομα άγονης γραμμής του άρθρου 7 των ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., η αποζημίωση διανυκτέρευσης και η πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, εφόσον αυτές καταβάλλονται τακτικώς (ΜονΕφΠειρ 23/2014, ΕφΠειρ 66/2013, ΕφΠειρ 726/2012, ΕφΠειρ 707/2012, ο.π., ΕφΠειρ 667/2012, άπασες δημοσιευθείσες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης του Δ.Σ.Α., ΕφΠειρ 46/2011, ο.π.). Αντιθέτως, το επίδομα ιματισμού δεν συνυπολογίζεται στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές, προκειμένου να εξαχθεί το ποσό του επιδόματος εορτών, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων με το δεύτερο λόγο έφεσής του, καθώς το εν λόγω επίδομα δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 5 και 20 της ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., η κυρία και βασική αίτια χορηγήσεώς του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου και όχι ο προσπορισμός οικονομικού οφέλους στο ναυτικό (βλ. ΕφΠειρ 71/2014, ΕφΠειρ 54/2013, αμφότερες δημοσιευθείσες στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης του Δ.Σ.Α., ΕφΠειρ 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009,102, ΕφΠειρ 180/2008, ΕΝαυτΔ 2008,308, ΠειρΝομ 2009,197, δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, βλ. επίσης και ΑΠ 226/2003, ΕΕργΔ 226/2003, δημοσιευθείσα και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, και ενόψει του ότι α) η συνολική πρόσθετη αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για την υπερωριακή απασχόλησή του κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 ανερχόταν, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στο ποσό των (16,76 + 385,48 + 351,96 + 482,40 + 603 =) 1.839,60 €, και, συνακόλουθα ο μέσος μηνιαίος όρος της αμοιβής αυτής ήταν [1.839,60 € ÷ (2 μήνες + 1/30 του μήνα =) 61/30 =] 904,72 € και β) όπως προκύπτει από τους μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του ενάγοντος, αυτός καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασιακής του σχέσης ελάμβανε κάθε μήνα υπό μορφή τακτικού μισθού αποζημίωση για τη μη λήψη της άδειας in natura, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι δεν κατέστη δυνατό να του χορηγηθεί η άδειά του κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο ένδικο πλοίο, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές αυτού κατά την 31-03-2012 (15η ημέρα προ του Πάσχα του έτους 2012) ανέρχονταν, σύμφωνα με την ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., στο ποσό των {[1.157,99 € ο μισθός ενεργείας + 254,76 € το επίδομα Κυριακών + (19,21 € χ 30 ημέρες =) 576,30 € το αντίτιμο τροφής + 35,22 € το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας + [(1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών) χ 1/22 + 19,21 € (ημερήσιο αντίτιμο τροφής) χ 5 ημέρες =] 417,13 € η αποζημίωση αδείας με το ανάλογο αντίτιμο τροφής + 904,72 € ο μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής εργασίας =} 3.346,12 €. Στο ως άνω ποσό δεν προστέθηκε ο μέσος όρος της μηνιαίας πρόσθετης αμοιβής που έλαβε για την έχμαση οχημάτων κατά το κρίσιμο εν προκειμένω χρονικό διάστημα, εφόσον ο ίδιος ο ενάγων δεν συγκαταλέγει την αμοιβή αυτή στις αποδοχές του. Επομένως, δεδομένου ότι οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος κατά την 31-03-2012 ανέρχονταν στο προαναφερόμενο ποσό των 3.346,12 €, το ποσό που οφείλεται σ’ αυτόν ως αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα για την απασχόληση στο ένδικο πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 διαμορφώνεται ως εξής: [3.346,12 € χ 1/2 χ 1/15 χ 7,625 οκταήμερα (ήτοι 61 ημέρες) =] 850,47 €. Έναντι του ποσού αυτού η δεύτερη εναγομένη του κατέβαλε, όπως ο ίδιος συνομολογεί στην αγωγή του, προκύπτει δε και από τον προσκομιζόμενο από 25-04-2012 λογαριασμό μισθοδοσίας του, το ποσό των 662,82 €, στην αφαίρεση του οποίου από το οφειλόμενο σ’ αυτόν ποσό για την ανωτέρω αιτία προβαίνει, άλλωστε, και ο ίδιος ο ενάγων με την αγωγή του. Επομένως, οφείλεται στον ενάγοντα η διαφορά ποσού (850,47 – 662,82 =) 187,65 €, ως προς το οποίο ποσό πρέπει να γίνει δεκτό το σχετικό υπ’ αριθμ. Α.ΙV αγωγικό κονδύλιο ως ουσία βάσιμο.
Περαιτέρω, ενόψει του ότι α) η συνολική πρόσθετη αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για την υπερωριακή απασχόλησή του κατά το μήνα Απρίλιο ανερχόταν, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στο ποσό των (1.156,44 + 984,90 =) 2.141,34 € και β) δεν κατέστη δυνατό να χορηγηθεί στον ενάγοντα η άδειά του κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο ένδικο πλοίο, όπως προαναφέρθηκε, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές αυτού κατά τον ανωτέρω μήνα (Απρίλιο του έτους 2012) ανέρχονταν, σύμφωνα με την ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., στο ποσό των {[1.157,99 € ο μισθός ενεργείας + 254,76 € το επίδομα Κυριακών + (19,21 € χ 30 ημέρες =) 576,30 € το αντίτιμο τροφής + 35,22 € το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας + [(1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών) χ 1/22 + 19,21 € (ημερήσιο αντίτιμο τροφής) χ 5 ημέρες =] 417,13 € η αποζημίωση αδείας με το ανάλογο αντίτιμο τροφής + 2.141,34 € ο μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής εργασίας =} 4.582,74 €. Στο ως άνω ποσό δεν προστέθηκαν οι πρόσθετες αμοιβές που έλαβε για την έχμαση οχημάτων και την απασχόληση του σε πλοίο που εκτελούσε δρομολόγια άγονης γραμμής, εφόσον ο ίδιος ο ενάγων δεν συγκαταλέγει τις αμοιβές αυτές στις τακτικές αποδοχές του. Επομένως, δεδομένου ότι οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος κατά το μήνα Απρίλιο του έτους 2012 ανέρχονταν στο προαναφερόμενο ποσό των 4.582,74 €, το ποσό που οφείλεται σ’ αυτόν ως αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα για την απασχόληση στο ένδικο πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 30-04-2012 διαμορφώνεται ως εξής: [4.582,74 € χ 1/2 χ 1/15 χ 3,75 οκταήμερα (ήτοι 30 ημέρες) =] 572,85 €, έναντι του οποίου η πρώτη εναγομένη του κατέβαλε, με κατάθεση στον υπ’ αριθμ. … λογαριασμό που διατηρεί αυτός στην τράπεζα M. B., το ποσό των 338,54 €, όπως προκύπτει από τον προσκομιζόμενο από 13-01-2014 λογαριασμό μισθοδοσίας του σε συνδυασμό με την από 27-06-2012 κατάσταση πληρωμής μέσω τράπεζας του δώρου Πάσχα του πληρώματος του ένδικου πλοίου, την από 28-06-2012 επιστολή της πρώτης εναγομένης προς την προαναφερόμενη τράπεζα με την οποία δόθηκε η σχετική εντολή από την πρώτη προς την τελευταία να μεταφέρει στους λογαριασμούς μισθοδοσίας των πληρωμάτων των πλοίων της (της πρώτης εναγομένης), μεταξύ των οποίων και το πλοίο «…», το συνολικό χρηματικό ποσό των 65.402,19 € (και ειδικά για το πλήρωμα του ως άνω πλοίου το ποσό των 20.869,01 €) για την πληρωμή του δώρου Πάσχα, και την έγγραφη εκτύπωση της ηλεκτρονικής αποτύπωσης της κίνησης του τηρούμενου στην ως άνω τράπεζα υπ’ αριθμ. … λογαριασμού της πρώτης εναγομένης κατά την 28-06-2012, όπου εμφαίνεται ότι ο ως άνω λογαριασμός χρεώθηκε κατά την ημερομηνία αυτή με το ποσό των 65.402,19 € για πληρωμή δώρου Πάσχα του έτους 2012. Επομένως, η πρώτη εναγομένη εξόφλησε μέρος της προαναφερόμενης απαίτησης του ενάγοντα, λόγος για τον οποίο πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο σχετικός ισχυρισμός της, και εξακολουθεί να του οφείλει τη διαφορά ποσού (572,85 – 338,54 =) 234,31 €, ως προς το οποίο ποσό πρέπει να γίνει δεκτό το σχετικό υπ’ αριθμ. Β.ΙV.α αγωγικό κονδύλιο ως ουσία βάσιμο.
Συνολικά, δηλαδή, ο ενάγων δικαιούται το ποσό των (187,65 + 234,31 =) 421,96 € για διαφορά επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα του έτους 2012. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την προσβαλλομένη απόφαση του, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως προς τα υπ’ αριθμ. Α.ΙV και Β.ΙV.α κονδύλια που αφορούν τη διαφορά επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα που εδικαιούτο ο ενάγων για την απασχόλησή του στο ένδικο πλοίο τόσο κατά το χρονικό διάστημα από 31-01-2012 έως 31-03-2012 όσο και κατά το χρονικό διάστημα από 01-04-2012 έως 30-04-2012, και επεδίκασε σ’ αυτόν το συνολικό ποσό των 672,33 €, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και συνεπώς, ο σχετικός δεύτερος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ενώ ο αντίστοιχος δεύτερος λόγος της αντέφεσης πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος.
Τέλος, ενόψει του ότι α) η συνολική πρόσθετη αμοιβή που εδικαιούτο ο ενάγων για την υπερωριακή απασχόλησή του κατά το χρονικό διάστημα από 01-05-2012 έως 18-06-2012 ανερχόταν, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στο ποσό των (1.257 + 754,20 + 844,20 + 422,10 =) 3.277,50 € και, συνακόλουθα ο μέσος μηνιαίος όρος της αμοιβής αυτής ήταν [3.277,50 € ÷ (1 μήνας + 18/30 του μήνα =) 48/30 =] 2.048,44 € και β) δεν κατέστη δυνατό να χορηγηθεί στον ενάγοντα η άδειά του κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο ένδικο πλοίο, όπως προαναφέρθηκε, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές αυτού κατά τη 18-06-2012 (ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσεως αυτού) ανέρχονταν, σύμφωνα με την ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., στο ποσό των {[1.157,99 € ο μισθός ενεργείας + 254,76 € το επίδομα Κυριακών + (19,21 € χ 30 ημέρες =) 576,30 € το αντίτιμο τροφής + 35,22 € το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας + [(1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών) χ 1/22 + 19,21 € (ημερήσιο αντίτιμο τροφής) χ 5 ημέρες =] 417,13 € η αποζημίωση αδείας με το ανάλογο αντίτιμο τροφής + 2.048,44 € ο μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής εργασίας =} 4.489,84 €. Στο ως άνω ποσό δεν προστέθηκαν οι πρόσθετες αμοιβές που έλαβε για την έχμαση οχημάτων (κατά μέσο μηνιαίο όρο) και την απασχόληση του σε πλοίο που εκτελούσε δρομολόγια άγονης γραμμής, εφόσον ο ίδιος ο ενάγων δεν συγκαταλέγει τις αμοιβές αυτές στις τακτικές αποδοχές του. Επομένως, δεδομένου ότι οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος κατά τη 18-06-2012 ανέρχονταν στο προαναφερόμενο ποσό των 4.489,84 €, το ποσό που οφείλεται σ’ αυτόν ως αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων για την απασχόληση στο ένδικο πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 01-05-2012 έως 18-06-2012 διαμορφώνεται ως εξής: [4.489,84 € χ 2/25 χ 2,579 δεκαεννεαήμερα (ήτοι 49 ημέρες) =] 926,34 €, έναντι του οποίου η πρώτη εναγομένη του κατέβαλε, με κατάθεση στον υπ’ αριθμ. … λογαριασμό που διατηρεί αυτός στην τράπεζα M. B., το ποσό των 534,75 €, όπως προκύπτει από τον προσκομιζόμενο από 27-12-2012 λογαριασμό μισθοδοσίας του σε συνδυασμό με την από 21-12-2012 κατάσταση πληρωμής μέσω τράπεζας του δώρου Χριστουγέννων του πληρώματος του ένδικου πλοίου, την από 21-12-2012 επιστολή της πρώτης εναγομένης προς την προαναφερόμενη τράπεζα με την οποία δόθηκε η σχετική εντολή από την πρώτη προς την τελευταία να μεταφέρει στους λογαριασμούς μισθοδοσίας του πληρώματος του πλοίου «…», το συνολικό χρηματικό ποσό των 87.929,19 € για την πληρωμή του δώρου Χριστουγέννων, και την έγγραφη εκτύπωση της ηλεκτρονικής αποτύπωσης της κίνησης του τηρούμενου στην ως άνω τράπεζα υπ’ αριθμ. … λογαριασμού της πρώτης εναγομένης κατά την 21-12-2012, όπου εμφαίνεται ότι ο ως άνω λογαριασμός χρεώθηκε κατά την ημερομηνία αυτή με το ποσό των 87.929,19 € για πληρωμή δώρου Χριστουγέννων του έτους 2012. Επομένως, η πρώτη εναγομένη εξόφλησε μέρος της προαναφερόμενης απαίτησης του ενάγοντα, λόγος για τον οποίο πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο σχετικός ισχυρισμός της, και εξακολουθεί να του οφείλει τη διαφορά ποσού (926,34 – 534,75 =) 391,59 €, ως προς το οποίο ποσό πρέπει να γίνει δεκτό το σχετικό υπ’ αριθμ. Β.ΙV.β αγωγικό κονδύλιο ως ουσία βάσιμο. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την προσβαλλομένη απόφαση του, απέρριψε (σιγή) ως ουσία αβάσιμο το υπ’ αριθμ. Β.ΙV.β κονδύλιο που αφορά τη διαφορά επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων που εδικαιούτο ο ενάγων για την απασχόλησή του στο ένδικο πλοίο, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και συνεπώς, ο σχετικός τρίτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ο ενάγων δικαιούται συνολικά για τις παραπάνω αιτίες, ήτοι ως διαφορά επί της αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας και επί της αναλογίας του επιδόματος εορτών Πάσχα και ως αποζημίωση διανυκτέρευσης και επίδομα ιματισμού για το χρονικό διάστημα της απασχόλησής του στο ένδικο πλοίο από 31-01-2012 έως 31-03-2012, κατά το οποίο την εκμετάλλευση του πλοίου ασκούσε η δεύτερη εναγομένη, το συνολικό ποσό των (16,76 + 175,14 + 210,54 + 113 + 187,65 =) 703,09 €, το οποίο οφείλουν να του καταβάλουν αμφότερες οι εναγόμενες, εις ολόκληρον η καθεμία πλην όμως η πρώτη εναγομένη περιορισμένως, και δη διά του πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού. Επίσης, δικαιούται συνολικά για τις ίδιες αιτίες, ήτοι ως διαφορά επί της αμοιβής της υπερωριακής του εργασίας και επί της αναλογίας των επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων και ως αποζημίωση διανυκτέρευσης και επίδομα ιματισμού για το χρονικό διάστημα της απασχόλησής του στο ένδικο πλοίο από 01-04-2012 έως 18-06-2012, κατά το οποίο την εκμετάλλευση του πλοίου ασκούσε η κυρία αυτού, πρώτη εναγομένη, το συνολικό ποσό των (2.496,84 + 1.067,86 +273,67 + 146,90 + 234,31 + 391,59 =) 4.611,17 €, το οποίο οφείλει να του καταβάλει η πρώτη εναγομένη.
Με βάση τα προεκτεθέντα, πρέπει να γίνουν δεκτές τόσο η έφεση όσο και η αντέφεση και από ουσιαστικής πλευράς και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της ώστε να προκύψει ενιαίος εκτελεστός τίτλος με ενότητα περιεχομένου (ΑΠ 784/1984, Δνη 1985,642, ΕφΑθ 2875/2006, ΕπΔΠολ 2007,321, ΕφΠειρ 172/2003, ΕπΝαυτΔ 2003,133, ΕφΑθ 6731/1992, Δνη 1993,158, άπασες δημοσιευθείσες και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Στη συνέχεια, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί από το Δικαστήριο τούτο η υπόθεση (αρθρ. 535§1 ΚΠολΔ), πρέπει η ένδικη από 19-12-2012 αγωγή, η οποία στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 53, 60 εδ. α΄, 84, 105, 106 εδ. α΄ ΚΙΝΔ, 648, 649, 653, 655, 680, 293, 340, 341, 345, 346, 481 επ. ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της από 31-03-2011 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2011, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.5.2/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 1070/31-05-2011), τις διατάξεις του άρθρου μόνου της υπ’ αριθμ. 70109/8008 απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας της 14-12-1981/07-01-1982 περί των «προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιούμενους ναυτικούς», καθώς και τη διάταξη του άρθρου 176 ΚΠολΔ, να γίνει εν μέρει δεκτή στην ουσία της και α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρον η καθεμία, πλην όμως η πρώτη εναγομένη περιορισμένως, και δη διά του πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού, το ποσό των επτακοσίων τριών ευρώ και εννέα λεπτών (703,09 €), με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους αξίωση κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι (i) ως προς το ποσό των 16,76 € (αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά το μήνα Ιανουάριο) από την 01-02-2012, (ii) ως προς το ποσό των [27,27 (αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά το μήνα Φεβρουάριο) + 105,27 (αποζημίωση διανυκτέρευσης για το μήνα Φεβρουάριο) =] 132,54 € από την 01-03-2012, (iii) ως προς το ποσό των [147,87 (αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης κατά το μήνα Μάρτιο) + 105,27 (αποζημίωση διανυκτέρευσης για το μήνα Μάρτιο) =] 253,14 € από την 01-04-2012, (iv) ως προς το ποσό των 113 € (επίδομα ιματισμού μηνών Φεβρουαρίου και Μαρτίου) από τη 18-06-2012 (όπως κρίθηκε πρωτοδίκως, και το κεφάλαιο αυτό δεν πλήττεται με λόγο έφεσης ούτε ως προς τη διάταξη περί τόκων) και (v) ως προς το ποσό των 187,65 € (αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα) από την 11-04-2012 (Μεγάλη Τετάρτη – βλ. τη διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου μόνου της προαναφερόμενης υπ’ αριθμ. 70109/8008/14-12-1982 Απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας), και μέχρις εξοφλήσεως, και β) να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εξακοσίων ένδεκα ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (4.611,17 €), με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους αξίωση κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι (i) ως προς το ποσό των [898,44 + 529,77 (αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης κατά το μήνα Απρίλιο) + 105,27 (αποζημίωση διανυκτέρευσης για το μήνα Απρίλιο) + 56,50 (επίδομα ιματισμού για το μήνα Απρίλιο) =] 1.589,98 € από την 01-05-2012, (ii) ως προς το ποσό των [999 + 389,07 (αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης κατά το μήνα Μάιο) + 105,27 (αποζημίωση διανυκτέρευσης για το μήνα Μάιο)+ 56,50 (επίδομα ιματισμού για το μήνα Μάιο) =] 1.549,84 € από την 01-06-2012, (iii) ως προς το ποσό των [599,40 + 149,02 (αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης κατά το μήνα Ιούνιο) + 63,13 (αποζημίωση διανυκτέρευσης για το μήνα Ιούνιο) + 33,90 (επίδομα ιματισμού για το μήνα Ιούνιο) =] 845,45 € από τη 18-06-2012, (iv) ως προς το ποσό των 234,31 € από την 11-04-2012 (Μεγάλη Τετάρτη – βλ. τη διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου μόνου της προαναφερόμενης υπ’ αριθμ. 70109/8008/14-12-1982 Απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας) και (v) ως προς το ποσό των 391,59 από τη 18-06-2012, και μέχρις εξοφλήσεως. Εξάλλου, μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, ήδη εκκαλούντος – αντεφεσίβλητου, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει, με βάση και το σχετικό αίτημά του, να επιβληθεί σε βάρος των εναγομένων, ήδη εφεσίβλητων – αντεκκαλουσών, εις ολόκληρον σε βάρος καθεμίας απ’ αυτές, ανάλογα με το ποσοστό της ήττας των τελευταίων (άρθρα 178§1, 180§3, 183, 189§1 και 191§2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 25-04-2014 έφεση και την υποβληθείσα με τις από 18-11-2014 προτάσεις των εφεσιβλήτων αντέφεση.
Δέχεται τυπικώς την έφεση και την αντέφεση.
Δέχεται ουσιαστικώς την έφεση.
Δέχεται ουσιαστικώς την αντέφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 67/2014 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς.
Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση.
Δέχεται εν μέρει την από 19-12-2012 αγωγή.
Υποχρεώνει τις εναγόμενες να καταβάλουν στον ενάγοντα, εις ολόκληρον η καθεμία, πλην όμως η πρώτη εναγομένη περιορισμένως, και δη διά του πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού, το ποσό των επτακοσίων τριών ευρώ και εννέα λεπτών (703,09 €), με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους αξίωση κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι (i) ως προς το ποσό των 16,76 € από την 01-02-2012, (ii) ως προς το ποσό των 132,54 € από την 01-03-2012, (iii) ως προς το ποσό των 253,14 € από την 01-04-2012, (iv) ως προς το ποσό των 113 € από τη 18-06-2012 και (v) ως προς το ποσό των 187,65 € από την 11-04-2012 και μέχρις εξοφλήσεως.
Υποχρεώνει την πρώτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εξακοσίων ένδεκα ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (4.611,17 €), με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους αξίωση κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι (i) ως προς το ποσό των 1.589,98 € από την 01-05-2012, (ii) ως προς το ποσό των 1.549,84 € από την 01-06-2012, (iii) ως προς το ποσό των 845,45 € από τη 18-06-2012, (iv) ως προς το ποσό των 234,31 € από την 11-04-2012 και (v) ως προς το ποσό των 391,59 από τη 18-06-2012 και μέχρις εξοφλήσεως.
Επιβάλλει σε βάρος των εφεσίβλητων – αντεκκαλουσών – εναγομένων, εις ολόκληρον σε βάρος καθεμιάς από αυτές, μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος – αντεφεσίβλητου – ενάγοντος, το οποίο ορίζει και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας στο ποσό των επτακοσίων ευρώ (700 €).
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στον Πειραιά στις 20-04-2015.
Ο Δικαστής Η Γραμματέας