Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Αριθμός απόφασης 1060/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

 

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Αλκιβιάδη Φερεσίδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, ο οποίος ορίσθηκε με κλήρωση.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Ιουνίου 2022 χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αιτούσας: της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία … σύμφωνα με τις διατάξεις των α.ν. 89/1867, ν. 27/1975 και α.ν. 378/1968, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Δημήτριος Δημητρίου του Ιωάννη (Α.Μ. Δ.Σ.Π. 3485) και Φραγκίσκος Ξυδούς του Στυλιανού (Α.Μ. Δ.Σ.Π. 3447), κάτοικοι Πειραιά, Ακτή Μιαούλη αρ. 71, οι οποίοι κατέθεσαν κοινό σημείωμα και τα με στοιχεία … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Π. αντίστοιχα.

Των καθ’ ων η αίτηση: 1) της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία … … όπως εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία … όπως εκπροσωπείται νόμιμα, τις οποίες εκπροσώπησαν οι πληρεξούσιες δικηγόροι τους Ελένη Κοσσένα του Φιλίππου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 23074) και Παυλίνα Γαλάτη του Ανδρέα (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 29518), της δικηγορικής εταιρείας με την επωνυμία «Α. Σ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 80190), κάτοικοι Παλαιού Φαλήρου Αττικής, Λεωφόρος Συγγρού αρ. 367 και Πεντέλης αρ. 37, οι οποίες κατέθεσαν ξεχωριστά σημειώματα για κάθε καθ’ ης και τα με στοιχεία … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Π. αντίστοιχα.

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 15-4-2022 αίτησή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία με Γ.Α.Κ. 3433/2022 και Ε.Α.Κ. 778/2022, προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 13ης-5-2022, οπότε αναβλήθηκε για εκείνη που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 725 παρ. 1 ΚΠολΔ το Δικα­στήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση κινητών ή ακινήτων ή ομά­δας πραγμάτων ή επιχείρησης, αν υπάρχει διαφορά σχετική με την κυριότητα, τη νομή ή την κατοχή ή οποιαδήποτε άλλη διαφορά σχετική με αυτά ή αν κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου μπορεί να ζητηθεί η μεσεγγύηση, υπό την προϋπόθεση, όμως της πιθανολόγησης επικειμένου κίνδυνου ή επείγου­σας περίπτωσης (ΠΠρΚαλαμ 2/1989 ΝοΒ 38 σελ. 1029). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το ασφαλιστικό μέτρο της δικαστικής μεσεγγύησης αναγνωρίζεται ως αυτοτελές ασφαλιστικό μέτρο, το οποίο δικαιούται να διατάξει το Δικαστήριο (ΜονΠρωτΚω 1041/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΑθ 1495/2009 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρω­τΑθ 3601/2008 ΕλλΔνη 2008 σελ. 1111). Υπό τον όρο «δικα­στική μεσεγγύηση» νοείται η παράδοση σε κάποιον, καλούμενο μεσεγγυούχο, δυνάμει δικαστικής απόφα­σης του εριζόμενου πράγματος, κινητού ή ακινήτου ή ομάδας πραγμάτων ή επιχείρησης, για την εξασφάλι­ση του επ’ αυτού δικαιώματος ενός ή περισσοτέρων προσώπων, τα οποία (δικαιώματα) αμφισβητούνται ή είναι αβέβαια, ο μεσεγγυούχος δε υποχρεούται να αποδώσει αυτούσιο το πράγμα μόνο μετά από δικα­στική απόφαση. Έτσι, η δικαστική μεσεγγύηση, που αντικατέστησε «τη συντηρητική κατάσχεση επί σκο­πώ διεκδικήσεως» του προΐσχύσαντος δικαίου, διαφο­ροποιείται από το άλλο ασφαλιστικό μέτρο της συ­ντηρητικής κατάσχεσης (άρθρα 707 επ. ΚΠολΔ) ως προς το ότι η μεν δικαστική μεσεγγύηση, που διατάσ­σεται για την εξασφάλιση μη χρηματικών απαιτήσεων, δεσμεύει προσωρινά το πράγμα, προκειμένου να κα­ταστεί δυνατή η μελλοντική άμεση αναγκαστική εκτέ­λεση για την παράδοση ή απόδοση αυτούσιου του δεσμευμένου πράγματος, η δε συντηρητική κατάσχε­ση, που διατάσσεται για την εξασφάλιση χρηματικών απαιτήσεων (άρθρα 723, 724 ΚΠολΔ), δεσμεύει προσωρινά το περιουσιακό αντικείμενο του οφειλέτη που κατασχέθηκε, προκειμένου να καταστεί δυνατή μετά την τροπή της συντηρητικής κατάσχεσης σε αναγκαστική (άρθρο 722 παρ. 1 ΚΠολΔ), η μελλο­ντική έμμεση, αναγκαστική εκτέλεση για την ικανο­ποίηση της χρηματικής απαίτησης του δανειστή που την επέβαλε από το προϊόν του πλειστηριασμού (ΕφΑθ 4224/2011 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 725 παρ. 1 ΚΠολΔ ορίζεται το πεδίο εφαρμογής του αυτοδύναμου ασφα­λιστικού μέτρου της δικαστικής μεσεγγύησης («οποια­δήποτε άλλη διαφορά»). Αυτή στοχεύει στην προστασία όχι μόνον των αξιώσεων εμπράγματης φύσης, αλλά και των ενοχικών (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη «Ασφαλι­στικά Μέτρα» έκδ. 2012, άρθρ. 725, αρ. 2 και 3, σελ. 648-649). Ειδικότερα, το εν λόγω ασφαλιστικό μέτρο της δικαστικής μεσεγγύησης μπορεί να ζητηθεί για την εξασφάλιση της μελλοντικής άμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης προς παράδοση ή απόδοση του δεσμευό­μενου πράγματος, εφόσον υπάρχει μεταξύ άλλων και διαφορά για την κυριότητα του πράγματος ή και για άλλο δικαίωμα είτε πάνω στο πράγμα, είτε σχετικά με αυτό (ΜονΠρΝαξ 39/2015 ΤΝΠ Νόμος). Συγχρόνως, θα πρέπει να πιθανολογηθεί και η βασιμότητα της αξίω­σης του αιτούντος (βλ. Κράνη σε Κεραμέα-Κονδύ­λη-Νίκα «Ερμηνεία ΚΠολΔ» 2η έκδοση-2020 άρθρ. 725, αρ. 3 σελ. 234). Σημειώνεται ότι, όταν ο νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περί­πτωση, εννοεί ειδικότερα την ύπαρξη ασυνήθους ανά­γκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, η οποία να δικαιολογείται από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών (ΜονΠρωτΘεσ 31427/2010 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΑθ 449/2004 ΝοΒ 2004 σελ. 831, ΜονΠρωτΑθ 7810/2003 Αρμ. 2004 σελ. 121, ΜονΠρωτΑθ 31951/1996 Αρμ 97 σελ. 1499, ΜονΠρωτΑθ 22493/1994 ΕλλΔνη 37 σελ. 707, ΜονΠρωτΑθ 18488/1987 ΝοΒ 30 σελ. 1254, ΜονΠρωτΑθ 12407/1985 Δίκη 16 σελ. 725, Τζί­φρα, ό.π., σ. 9 επ., Κ. Μπέη «Πολιτική Δικονομία» άρθρ. 682, παρ. 5, σελ. 32, τον ίδιο «Εισαγωγή στη δικονομική σκέψη» παρ. 23, σελ. 345, Κεραμέα-Πολυζωγόπουλου «Τα ασφαλιστικά μέτρα» στο συλλογικό έργο «Η δραστικότητα της δικαιοσύνης» παρ. 3.4, σελ. 260, Κ. Γεωργίου «Οι έννοιες του επικείμενου κινδύνου και της επείγουσας περίπτωσης στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέ­τρων ΚΠολΔ 682 παρ. 1» σε ΕλλΔνη 38 σελ. 16). Περαιτέρω, ενεργητικά νομιμοποιείται να ζητήσει δικαστική με­σεγγύηση όποιος ισχυρίζεται ότι είναι δικαιούχος της ασφαλιστέας αξίωσης, ενώ παθητικά ο φερόμενος ως υπόχρεος. Ο κύριος ή ο νομέας του πράγματος, εφό­σον δεν είναι ο ίδιος ο υπόχρεος, δεν νομιμοποιείται παθητικά (βλ. Κράνη ό.π. άρθρ. 725, αρ. 7, σελ. 237). Επιπλέον, εάν πιθανολογηθεί η συνδρομή των προϋ­ποθέσεων για τη θέση των πραγμάτων, κινητών, ακι­νήτων κλπ υπό μεσεγγύηση το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση, η οποία δημοσιεύεται, με την οποία δέχεται την αίτηση και διατάσσει τη δικαστική μεσεγγύηση. Η απόφαση αυτή πρέπει να περιέχει τα στοιχεία κάθε απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, δηλαδή την πιθανο­λόγηση των περιστατικών που θεμελιώνουν το ασφα­λιζόμενο δικαίωμα και εκείνων που θεμελιώνουν τον επικείμενο κίνδυνο ή την επείγουσα περίπτωση, κα­θώς και τον προσδιορισμό του ασφαλιστικού μέτρου που διατάσσει. Προσθέτως, όμως, απαιτείται να καθο­ρίζει υποχρεωτικά τα αντικείμενα, τα οποία τίθενται υπό μεσεγγύηση και τον διορισμό μεσεγγυούχου (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ό.π., άρθρ. 726, αρ. 5, σελ. 681). Εξάλ­λου, η απόφαση πρέπει να καθορίζει το πρόσωπο που διορίζεται ως μεσεγγυούχος, ο οποίος μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, που κρίνεται κατάλληλο, χω­ρίς καμία δέσμευση ως προς την επιλογή του ή τον διορισμό του κατόχου του δεσμευόμενου πράγματος. Μπορεί, όμως, να διοριστεί μεσεγγυούχος ο νομέας ή κάτοχος, οπότε παύει να κατέχει για λογαριασμό του και υπόκειται στη ρύθμιση που ισχύει για τον μεσεγ­γυούχο. Μπορεί, ακόμη, να διοριστεί μεσεγγυούχος ο αιτών τη μεσεγγύηση, χωρίς να απαιτείται συναίνεση του καθ’ ου η αίτηση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο δεν έχει καμία δέσμευση ως προς την επιλογή του προ­σώπου του μεσεγγυούχου από την υποβληθείσα αίτη­ση, αλλά παρέχεται σε αυτό διακριτική ευχέρεια για τον διορισμό του, βάσει της οποίας μπορεί να διορίσει τον οφειλέτη, στα χέρια του οποίου επιβάλλεται η μεσεγγύηση. Επίσης, μπορεί να διορίσει και τρίτο πρόσωπο, αν κρίνεται κατάλληλο, ανεξάρτητα αν αυ­τός προτείνεται από τους διαδίκους (βλ. Β. Βαθρακο­κοίλη, ό.π., άρθρ. 726, αρ. 6-7, σελ. 681-682, και τις εκεί παραπομπές σε νομολογία). Διατάσσεται δε δικαστι­κή μεσεγγύηση και πλοίου για την εξασφάλιση των επ` αυτού δικαιωμάτων του αιτούντος, που αμφισβητού­νται ή είναι αβέβαια, αλλά στην περίπτωση αυτή είναι αναγκαίο να προσδιορίζεται ειδικώς το πλοίο, επί του οποίου αυτή πρόκειται να επιβληθεί (ΜΠρΠειρ 10/1970 ΕΕμπΔ ΚΑ σελ. 627). Ο μεσεγγυούχος,  στον οποίο δεν μεταβιβάζεται η νομή των υπό μεσεγγύηση πραγ­μάτων (ΕφΑθ 1540/1991 Δ. 22 σελ. 734, ΕφΑθ 407/1975 Δ. 7 σελ. 201), διέπεται κατ’ αρχήν από τις διατάξεις που αφο­ρούν τον θεματοφύλακα και περιορίζεται να φυλά τα μεσεγγυημένα αντικείμενα, χωρίς να έχει δικαίωμα χρήσης τους. Τέλος, η δικαστική μεσεγγύηση δεσμεύει κατ` αρ­χήν νομικά το αντίστοιχο δικαίωμα (κυριότητας) και εμποδίζει την περαιτέρω διάθεσή του, στην οποία περιλαμβάνεται και η επιβάρυνση του ακινήτου με εμπράγματο δικαίωμα (άρθρα 715 παρ. 1 και 727 ΚΠολΔ). Δεσμεύει, όμως, και υλικά το πράγμα, διότι ο διοριζόμενος υποχρεωτικά, κατά τη διάταξη του άρ­θρου 726 παρ. 3 ΚΠολΔ, ως μεσεγγυούχος του πράγματος φυλά αυτό για λογαριασμό της Πολιτεί­ας ως δημόσιο όργανο (άρθρα 726 παρ. 5 και 956 παρ. 4 ΚΠολΔ), έχοντας αυξημένη ευθύνη στο πλαίσιο του λειτουργήματός του (ΠΠρΠειρ 3246/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΧαλκ 115/2016 Αρμ. 2017 σελ. 1203,  ΜονΠρωτΑθ 4953/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΚω 1041/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΑθ 1495/2009 ΤΝΠ Νό­μος με παραπομπή στη ΜονΠρωτΑθ 20415/1997, Κ. Μπέη «Πολιτική Δικονομία» άρθρ. 726 αρ. 2.1 (8) σελ. 608, I. Μπρίνια «Αναγκαστική Εκτέλεση» έκδ. 1979, παρ. 287, σελ. 11).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αίτησή της η αιτούσα αλλοδαπή εταιρεία, που διατηρεί γραφείο στην Ελλάδα, εκθέτει ότι στις 19-7-2016 συνήψε με την πρώτη καθ’ ης η αίτηση αλλοδαπή εταιρεία σύμβαση διαχείρισης του υπό σημαία … φορτηγού πλοίου της με την ονομασία …) με αντικείμενο την έναντι αμοιβής τεχνική και εμπορική διαχείριση του πλοίου για το χρονικό διάστημα από 31-12-2016 έως 30-12-2018. Ότι από τον Ιανουάριο 2019 η σύμβαση μετατράπηκε σε αορίστου χρόνου. Ότι στις 5-5-2021 η πρώτη καθ’ ης κατήγγειλε τη σύμβαση, η οποία λύθηκε εξ αυτού του λόγου στις 5-7-2021 σύμφωνα με σχετικό όρο της σύμβασης. Ότι, επειδή διατηρούσε έναντι της πρώτης καθ’ ης απαίτηση άνω των 500.000 ευρώ από υπόλοιπο της συμβατικής της αμοιβής, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς αίτηση ασφαλιστικών μέτρων (συντηρητικής κατάσχεσης του πλοίου) με αίτημα προσωρινής διαταγής. Ότι, ενώ κατά τη συζήτηση του αιτήματος προσωρινής διαταγής στις 4-8-2021 η πρώτη καθ’ ης δήλωσε ότι δεν θα μεταβίβαζε την κυριότητα του πλοίου σε τρίτον, στις 28-8-2021 πώλησε και μεταβίβασε την κυριότητα του πλοίου της στη δεύτερη καθ’ ης η αίτηση, η οποία είναι η μοναδική μέτοχος της πρώτης, με σκοπό να ματαιώσει τυχόν αναγκαστική εκτέλεση στο μέλλον από εκτελεστό τίτλο που θα αποκτούσε σε βάρος της από την ως άνω απαίτησή της έναντι της πρώτης καθ’ ης. Ότι μετά την πώληση το πλοίο εγγράφηκε … και μετονομάσθηκε …. Ότι κατά την άσκηση της υπό κρίση αίτησης η απαίτησή της έναντι των καθ’ ων ανέρχεται στο ποσό των 534.380,73 ευρώ, ποσό το οποίο αναλύει με λεπτομέρειες και για το οποίο έχει ασκήσει σε βάρος τους σχετική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-τακτική διαδικασία). Ότι, ειδικότερα, το ανωτέρω ποσό προέκυψε κατόπιν συμψηφισμού που πρότεινε με την ως άνω αγωγή της με οφειλή της προς την πρώτη καθ’ ης ύψους 7.002.261,68 δολαρίων Η.Π.Α. (ήτοι το ισάξιο την ημέρα της πρότασης του συμψηφισμού με την κατάθεση της τακτικής αγωγής σε ευρώ 1.285.202,28), καθώς και με οφειλή της προς την πρώτη καθ’ ης ύψους 1.819.583,01 ευρώ. Ότι η πρώτη καθ’ ης αρνείται να της καταβάλει το ως άνω ποσό των 534.380,73 ευρώ παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της προς τούτο. Ότι από την ημέρα πώλησης και μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου από την πρώτη στη δεύτερη καθ’ ης (28-8-2021) μέχρι την ημέρα άσκησης της αίτησης (15-4-2022) δεν έχει ασκήσει αγωγή διάρρηξης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας για τη μεταβίβαση αυτή. Ότι η δεύτερη καθ’ ης ευθύνεται εις ολόκληρον με την πρώτη για τις ως άνω απαιτήσεις που δημιουργήθηκαν πριν τη μεταβίβαση της κυριότητας του πλοίου, καθόσον η δεύτερη είναι η μοναδική μέτοχος της πρώτης και η μεταβίβαση αφορούσε το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της (το πλοίο), γεγονός που ήταν γνωστό στην αποκτώσα εταιρεία (άρθρο 479 ΑΚ). Ζητεί δε, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση και ανάγκη αποτροπής επικείμενου κινδύνου (κατόπιν της καταδολιευτικής μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου από την πρώτη στη δεύτερη καθ’ ης με σκοπό τη ματαίωση της αναγκαστικής εκτέλεσης στο μέλλον της αξίωσης για την οποία θα αποκτήσει η αιτούσα εκτελεστό τίτλο και προ του κινδύνου η δεύτερη καθ’ ης να μεταβιβάσει περαιτέρω σε τρίτον την κυριότητα του πλοίου της), να διαταχθεί α) κυρίως μεν η δικαστική μεσεγγύηση του πλοίου προς εξασφάλιση της δυνατότητας αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης επί της ασκηθησόμενης αγωγής διάρρηξης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας, β) επικουρικώς δε η συντηρητική κατάσχεση του πλοίου τής δεύτερης καθ’ ης, προς εξασφάλιση της απαίτησής της έναντι των καθ’ ων ύψους 534.380,73 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων μέχρι του ποσού των 700.000 ευρώ, καθώς και γ) να καταδικασθούν οι καθ’ ων στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.

Με αυτό το περιεχόμενο η αίτηση αρμοδίως εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που έχει διεθνή δικαιοδοσία [ως προς την πρώτη καθ’ ης: όρος 13 της σύμβασης διαχείρισης που είχαν συνάψει η αιτούσα και η πρώτη καθ‘ ης, βλ. και άρθρο 25 παρ. 1 περ. α’ Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012, ως προς τη δεύτερη καθ’ ης: άρθρο 4 παρ. 2 Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012, άρθρα 3 και 37 ΚΠολΔ λόγω ομοδικίας σε συνδυασμό με άρθρο 51 παρ. 2 εδ. β’ ν. 2172/1993 λόγω του ότι το πλοίο ναυλοχούσε στον λιμένα Αντίκυρας Βοιωτίας, καθώς και -ως προς το επικουρικό αίτημα- σε συνδυασμό με τα άρθρα 1 παρ. 1 και 8 παρ. 2 της Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών του 1952 «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων» (που κυρώθηκε με το ν.δ. 4570/1966) με την επισήμανση ότι η Ελλάδα, εντός της οποίας διώκεται η επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης πλοίου, είναι συμβαλλόμενο μέρος της Διεθνούς Συμβάσεως, ενώ ο Παναμάς, του οποίου φέρει τη σημαία το υπό συντηρητική κατάσχεση πλοίο, δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος αυτής], κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 683 παρ. 1 και 4, 686 επ. ΚΠολΔ). Είναι δε ορισμένη -απορριπτομένης της ένστασης αοριστίας των καθ’ ων- και νόμιμη ως προς το κύριο αίτημα της δικαστικής μεσεγγύησης του πλοίου προς εξασφάλιση της δυνατότητας αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης επί της ασκηθησόμενης αγωγής διάρρηξης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας, αλλά απορριπτέα ως μη νόμιμη ως προς το επικουρικό αίτημα της συντηρητικής κατάσχεσης πλοίου προς εξασφάλιση χρηματικής απαίτησης της αιτούσας, καθόσον ως προς τη δεύτερη καθ’ ης -στην οποία αφορά το αίτημα- για τη χρηματική απαίτηση της αιτούσας εφαρμοστέο τυγχάνει το Τουρκικό δίκαιο ως το δίκαιο της χώρας με το οποίο η εκ του νόμου σχέση συνδέεται στενότερα, το οποίο (Τουρκικό δίκαιο) δεν προβλέπει ανάλογη με την κατ’ άρθρον 479 του Ελληνικού ΑΚ ενοχή εις ολόκληρον του αποκτώντος περιουσία ή επιχείρηση για τα χρέη της (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από τη δεύτερη καθ’ ης γνωμοδότηση της ειδικευμένης στο ναυτικό δίκαιο δικηγορικής εταιρείας της Τουρκίας με την επωνυμία «… σύμφωνα με την οποία υπό το Τουρκικό δίκαιο αξίωση κατά του αποκτώντος πλοίο μπορεί να ασκηθεί μόνον, εφόσον ο δανειστής έχει ναυτικό προνόμιο, περίπτωση που δεν συντρέχει, εν προκειμένω). Ειδικότερα, από την αναλογική εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 4 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008, ο οποίος έχει οικουμενική εφαρμογή (βλ. άρθρο 2 αυτού), συνάγεται ότι το εάν ο αποκτών από άλλον περιουσία ή επιχείρηση ως σύνολο καθίσταται συνυπόχρεος με τον μεταβιβάζοντα για χρέη της περιουσίας ή της επιχείρησης διέπεται, ως ενοχική σχέση εκ του νόμου, από το δίκαιο της χώρας με την οποία συνδέεται στενότερα. Μεταξύ των στοιχείων που συγκροτούν την έννοια της «στενότερης σύνδεσης» περιλαμβάνονται o τόπος κατάρτισης και εκτέλεσης της σύμβασης, ο τόπος της επαγγελματικής δραστηριότητας των συμβληθέντων και προκειμένου νομικών προσώπων η πραγματική έδρα τους, έστω και αν είναι διάφορη της καταστατικής. Η ως άνω ενοχική σχέση (ευθύνη) εκ του νόμου δεν διέπεται από το δίκαιο με βάση το οποίο κρίνεται η τυχόν υφιστάμενη υποσχετική σύμβαση περί μεταβίβασης της περιουσίας ή επιχείρησης (λ.χ. πώληση), που είναι κατ` αρχήν, με βάση το άρθρο 3 του παραπάνω αναφερόμενου Κανονισμού, το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη (πρβλ. υπό τις αντίστοιχες διατάξεις της Σύμβασης Ρώμης 1980: ΑΠ 591/2002 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠειρ 676/2013 ΕΝΔ 2013 σελ. 409, ΕφΠειρ 23/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011 σελ 715, ΠΠΠ 3658/2019 ΕπισκΕΔ 2019 σελ. 669). Στην προκειμένη περίπτωση, εκ των γεγονότων ότι κατά τον χρόνο της μεταβίβασης του πλοίου (Αύγουστος 2021) από την πρώτη καθ’ ης εταιρεία …) στη δεύτερη καθ’ ης εταιρεία …) το πλοίο ήταν νηολογημένο στις …ρισκόταν και παραδόθηκε από την πωλήτρια στην αγοράστρια στην … ευρισκόμενο στην … υπό διαχείριση από την εδρεύουσα στην Κωνσταντινούπολη Τουρκίας διαχειρίστρια εταιρεία με την επωνυμία …» συνάγεται ότι το δίκαιο με το οποίο συνδέεται στενότερα η έννομη σχέση είναι το Τουρκικό και όχι το Ελληνικό. Επομένως, πρέπει η αίτηση να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν ως προς το κύριο αίτημά της.

Η πρώτη καθ’ ης με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου της στο ακροατήριο και με το σημείωμά της αρνείται την αίτηση και προβάλλει ένσταση έλλειψης κατεπείγοντος (άρθρο 682 παρ. 1 ΚΠολΔ) η οποία είναι νόμιμη και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, καθώς και ένσταση εκ του άρθρου 303 ΑΚ (ανυπαρξία απαίτησης αιτούσας λόγω εκκρεμούς αγωγής λογοδοσίας), η οποία συνιστά άρνηση της αίτησης. Περαιτέρω, η δεύτερη καθ’ ης η αίτηση με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου της στο ακροατήριο και με το σημείωμά της αρνείται την αίτηση και προβάλλει ένσταση έλλειψης κατεπείγοντος (άρθρο 682 παρ. 1 ΚΠολΔ) και ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους της αιτούσας (άρθρο 281 ΑΚ), οι οποίες (ενστάσεις) είναι νόμιμες και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν οι διάδικοι, καθώς και από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως 1] από την αιτούσα α) υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …, που δόθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Μηνά Σεφεριάδη και παραδεκτά λαμβάνεται υπόψη κατά την προκείμενη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων χωρίς κλήτευση των καθ’ ων, β) υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …, που δόθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Μηνά Σεφεριάδη στο πλαίσιο άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, γ) υπ’ αριθμ… ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …, που δόθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Μηνά Σεφεριάδη στο πλαίσιο άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, 2] από τις καθ’ ων η αίτηση α) υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση της …, που δόθηκε ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στη Μόσχα στο πλαίσιο άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων (τακτικής αγωγής) και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, β) υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση της … που δόθηκε ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη στο πλαίσιο άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων (τακτικής αγωγής) και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, γ) υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του …, που δόθηκε ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη στο πλαίσιο άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων (τακτικής αγωγής) και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (σημειωτέον ότι η από 9-9-2021 ένορκη βεβαίωση του νομίμου εκπροσώπου της αιτούσας … δεν λαμβάνεται υπόψη, καθόσον η ένορκη βεβαίωση διαδίκου συνιστά ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο: ΑΠ 715/2013 ΕφΑΔ 2014 σελ. 305, ΑΠ 1621/2012 Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»)], πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά [σημειωτέον ότι η από 10-6-2022 επιστολή-δεύτερη προσθήκη-αντίκρουση σημειώματος, που κατέθεσε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας Δ. Δημητρίου στη θυρίδα του Προέδρου αυτού του Δικαστηρίου μαζί με τρία συνημμένα σχετικά δεν λαμβάνονται υπόψη ως εκπροθέσμως υποβληθέντα, καθόσον υποβλήθηκαν μετά την προθεσμία κατάθεσης σημειώματος και σχετικών που δόθηκε από έδρας από τον Πρόεδρο αυτού του Δικαστηρίου, η οποία έληξε στις 8-6-2022 και ώρα 12.00’ μ, τυχόν δε λήψη τους υπόψη δεν μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του ισχύοντος στα ασφαλιστικά μέτρα ανακριτικού συστήματος -όπως εσφαλμένα διαλαμβάνει ο ως άνω πληρεξούσιος δικηγόρος στην επιστολή του-, καθόσον κάτι τέτοιο θα αναιρούσε τον ορισμό προθεσμίας υποβολής σημειωμάτων και σχετικών από τους διαδίκους και θα φαλκίδευε την τήρηση της αρχής της ισότητας των όπλων μεταξύ των διαδίκων]. Η αιτούσα αλλοδαπή εταιρεία, που διατηρεί γραφείο στην Ελλάδα, συνήψε στις 19-7-2016 με την πρώτη καθ’ ης η αίτηση αλλοδαπή εταιρεία σύμβαση διαχείρισης του υπό σημαία … φορτηγού πλοίου της με την ονομασία …) με αντικείμενο την έναντι αμοιβής τεχνική και εμπορική διαχείριση του πλοίου για το χρονικό διάστημα από 31-12-2016 έως 30-12-2018. Από τον Ιανουάριο 2019 η σύμβαση μετατράπηκε σε αορίστου χρόνου. Στις 5-5-2021 η πρώτη καθ’ ης κατήγγειλε τη σύμβαση, η οποία λύθηκε εξ αυτού του λόγου στις 5-7-2021 σύμφωνα με σχετικό όρο της σύμβασης. Επειδή δε η αιτούσα διατηρούσε έναντι της πρώτης καθ’ ης απαίτηση άνω των 500.000 ευρώ από υπόλοιπο της συμβατικής της αμοιβής, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 16-7-2021 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων (συντηρητικής κατάσχεσης του πλοίου) (Γ.Α.Κ. 5439/2021, Ε.Α.Κ. 1228/2021) με αίτημα προσωρινής διαταγής. Ωστόσο, ενώ κατά τη συζήτηση του αιτήματος προσωρινής διαταγής στις 4-8-2021 η πρώτη καθ’ ης δήλωσε ότι δεν θα μεταβίβαζε την κυριότητα του πλοίου σε τρίτον, στις 28-8-2021 πώλησε και μεταβίβασε την κυριότητα του πλοίου της στη δεύτερη καθ’ ης η αίτηση, η οποία είναι η μοναδική μέτοχος της πρώτης, με πιθανολογούμενο σκοπό να ματαιώσει τυχόν αναγκαστική εκτέλεση στο μέλλον από εκτελεστό τίτλο που θα αποκτούσε σε βάρος της η αιτούσα από την ως άνω απαίτησή της έναντι της πρώτης καθ’ ης. Μετά δε την πώληση το πλοίο εγγράφηκε … και μετονομάσθηκε …. Η αιτούσα ισχυρίζεται ότι η απαίτησή της έναντι των καθ’ ων ανέρχεται στο ποσό των 534.380,73 ευρώ, ποσό το οποίο αναλύει με λεπτομέρειες και για το οποίο έχει ασκήσει σε βάρος τους την από 14-12-2021 αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-τακτική διαδικασία) (Γ.Α.Κ. 10204/2021, Ε.Α.Κ. 4691/2021), η συζήτηση της οποίας εκκρεμεί. Ισχυρίζεται δε ότι το ανωτέρω ποσό προέκυψε κατόπιν συμψηφισμού που πρότεινε με την ως άνω αγωγή της με δική της οφειλή έναντι της πρώτης καθ’ ης ύψους 7.002.261,68 δολαρίων Η.Π.Α. (ήτοι το ισάξιο την ημέρα της πρότασης του συμψηφισμού με την κατάθεση της τακτικής αγωγής σε ευρώ 1.285.202,28), καθώς και με έτερη οφειλή της έναντι της πρώτης καθ’ ης ύψους 1.819.583,01 ευρώ. Επίσης, η αιτούσα έχει ασκήσει κατά των καθ’ ων και την από 18-4-2022 αγωγή της περί διάρρηξης της ως άνω καταδολιευτικής δικαιοπραξίας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-τακτική διαδικασία) (Γ.Α.Κ. 3494/2022, Ε.Α.Κ. 1718/2022), η συζήτηση της οποίας εκκρεμεί. Ωστόσο, τις εν λόγω αξιώσεις της αιτούσας αμφισβητεί η πρώτη καθ’ ης ήδη από τις 6-9-2021, οπότε κατέθεσε την αγωγή της κατά της αιτούσας περί λογοδοσίας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-τακτική διαδικασία) (Γ.Α.Κ. 6722/2022, Ε.Α.Κ. 3034/2022), επί της οποίας αναμένεται απόφαση μετά τη συζήτησή της στη δικάσιμο της 12ης-4-2022. Συνεπώς, το εάν η αιτούσα δικαιούται αμοιβή από τη σύμβαση διαχείρισης και το τυχόν ύψος αυτής θα εξαρτηθεί από τη λογοδοσία που θα παράσχει η αιτούσα στην πρώτη καθ’ ης με βάση την έκβαση της ως άνω αγωγής. Οπότε, την ημέρα συζήτησης της υπό κρίση αίτησης η πρώτη καθ’ ης δεν υποχρεούνταν να καταβάλει κάποιο ποσό στην αιτούσα με βάση τη σύμβαση διαχείρισης, μέχρι να προκύψει το αποτέλεσμα της λογοδοσίας (άρθρο 303 ΑΚ), δεκτού γενομένου του σχετικού ισχυρισμού της πρώτης καθ’ ης η αίτηση. Σημειωτέον ότι: 1) παρομοίου περιεχομένου με την υπό κρίση αίτηση είχε ασκήσει η αιτούσα και ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου των … (σημαίας του πλοίου), η οποία απορρίφθηκε, και 2) ενώ στο υπό κρίση δικόγραφο η αιτούσα ανάγει την απαίτησή της στα 534.380,73 ευρώ, στο από 23-6-2021 μήνυμά της ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) προς την πρώτη καθ’ ης η αιτούσα ανήγαγε την απαίτησή της σε 587.301,26 ευρώ και 187.232,01 δολάρια Η.Π.Α., στη δε από 15-7-2021 αίτησή της ασφαλιστικών μέτρων η αιτούσα αξίωνε ως αμοιβή της το ποσό των 813.215,80 ευρώ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν πιθανολογήθηκε στο παρόν στάδιο η απαίτηση, πολλώ δε μάλλον το ύψος αυτής, που ισχυρίζεται ότι διατηρεί η αιτούσα έναντι της πρώτης καθ’ ης από τη σύμβαση διαχείρισης και η εντεύθεν απαίτηση για διάρρηξη της φερόμενης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας (μεταβίβασης της κυριότητας του πλοίου), πρέπει να απορριφθεί η αίτηση κατά το κύριο αίτημά της ως ουσία αβάσιμη. Τα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η αίτηση, όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό, βαρύνουν την αιτούσα λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 180, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, άρθρο 84 παρ. 2 Κώδικα Δικηγόρων).

ΓΙΑ  ΤΟΥΣ  ΛΟΓΟΥΣ  ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αίτηση.

Επιβάλλει στην αιτούσα τα δικαστικά έξοδα των καθ’ ων η αίτηση, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 21-6-2022.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                     ..…ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΜΟΝΟ