ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1014/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 5670/2658/28-07-2020 αγωγή)
………………………………………
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 05 Οκτωβρίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: … για τoν οποία προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Εμμανουήλ Γρηγοράκης (ΑΜΔΣΜΥΤ 317) και παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του ως άνω πληρεξουσίου δικηγόρου.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία …) και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Εταιρείας με την επωνυμία … και εκπροσωπείται νόμιμα, για τις οποίες προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Ευάγγελος Λιούσκος (ΑΜΔΣΠ 3547) και εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 27-07-2020 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 5670/2658/28-07-2020 και προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ. 2, 118 εδ. δ΄, 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, σύμφωνα με τη θεωρία του ουσιαστικού προσδιορισμού ή της λειτουργίας του κανόνα δικαίου που υιοθετεί ο ΚΠολΔ (ΑΠ 768/1985 ΕΕΝ 1986.275,ΕφΑθ 5788/1992 Δ 1993.686,ΕφΛαρ 233/1992 ΕλλΔνη 1992.1500), προκύπτει ότι για να είναι ορισμένο το δικόγραφο της αγωγής, πρέπει να περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία που ορίζουν τα άρθρα 117-118 ΚΠολΔ, μεταξύ άλλων: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με τον νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα σε βάρος του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, σε τρόπο, ώστε η αγωγή να είναι επιδεκτική δικαστικής εκτιμήσεως και να καθίσταται εφικτή η απάντηση σε αυτή και γ) ορισμένο αίτημα και επιπλέον σαφή έκθεση των ειδικών παραγωγικών γεγονότων που απαιτούνται για τη νομική της θεμελίωση και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, η δε έλλειψη ή ανεπαρκής ή ασαφής αναφορά κάποιου από αυτά (αοριστία) συνιστά έλλειψη της με ποινή απαραδέκτου επιβαλλομένης προδικασίας, η οποία ως αναγόμενη στη δημοσία τάξη, εξετάζεται από το δικαστήριο κι αυτεπαγγέλτως. Η αναγραφή στο δικόγραφο της αγωγής των πραγματικών περιστατικών, τα οποία πρέπει να είναι όσα είναι νομικώς ικανά και αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος, η προστασία του οποίου ζητείται και τα οποία πρέπει να αναφέρονται με τέτοια σαφήνεια, ώστε να εξατομικεύουν την επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία για την αξίωση που απορρέει απ’ αυτά, είναι απαραίτητη ώστε να υπάρχει η δυνατότητα, το μεν δικαστήριο να κρίνει τη νομική βασιμότητα της αγωγής και να διατάξει τις δέουσες αποδείξεις, ο δε εναγόμενος να αμυνθεί κατά της αγωγικής αξιώσεως που θεμελιώνεται επ’ αυτών με ανταπόδειξη ή ένσταση (ΑΠ 1073/1993 ΕλλΔνη 35.1582). Το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να είναι αυτάρκες, δηλαδή να περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, τα οποία θεμελιώνουν κατά νόμο το αξιούμενο δικαίωμα, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα να συμπληρωθούν αυτά από το περιεχόμενο άλλου εγγράφου (διαδικαστικού ή εξωδίκου), αφού η τυχόν αόριστη αγωγή δεν μπορεί να συμπληρωθεί ούτε με τις προτάσεις ούτε με την παραπομπή της στα διαλαμβανόμενα σε άλλα προσκομιζόμενα άλλα έγγραφα της δίκης, ούτε και από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΕφΠειρ 149/2015 ΤΝΠ Νόμος, βλ. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, άρθρο 216, αριθ.2-3). Η έλλειψη, η ανεπαρκής ή η ασαφής αναφορά κάποιου από τα στοιχεία αυτά, καθιστά το δικόγραφο της αγωγής αόριστο και ανεπίδεκτο δικαστικής εκτίμησης, επιφέρει δε το απαράδεκτο αυτού λόγω αοριστίας, στην απαγγελία του οποίου προβαίνει το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως, διότι ανάγεται στην προδικασία (ΚΠολΔ 111, 159), η τήρηση της οποίας ρυθμίζεται από κανόνες δημοσίας τάξεως (ΑΠ 250/2011 ΕΕμπΔ 2011.591, ΑΠ 49/2011 ΕλλΔνη 2011.1594, ΑΠ 1297/2009, Νόμος). Ποιά είναι ακριβώς τα γεγονότα που συνιστούν την ιστορική βάση της αγωγής, που η ελλιπής αναφορά τους οδηγεί σε απόρριψή της ως αόριστης, εξαρτάται από το περιεχόμενο του ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έννομη συνέπεια του οποίου αποτελεί το αίτημα της αγωγής. Εξάλλου, κατά τους ορισμούς και την έννοια των άρθρων 914, 297, 298, 932 ΑΚ η αδικοπρακτική ευθύνη για τη θεμελίωση υποχρεώσεως προς αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση ηθικής βλάβης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, από δόλο ή αμέλεια, επέλευση περιουσιακής ζημίας και ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη χαρακτήρα, ζημίας. Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε η συμπεριφορά αυτή να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξεως. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρεώσεως πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της, κοινωνικώς επιβεβλημένης και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσας, υποχρεώσεως για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε τρίτους. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη ζημία, που επήλθε, και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΕφΠειρ 60/2015 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλο σε μία υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτο παράνομα κατά την υπηρεσία του. Η εφαρμογή της ως άνω διατάξεως προϋποθέτει: 1) σχέση πρόστησης, η οποία υπάρχει όταν ο προστήσας διατηρεί το δικαίωμα να δίδει οδηγίες και εντολές στον προστηθέντα, σε σχέση με τον τρόπο εκπλήρωσης της υπηρεσίας του, 2) ενέργεια του προστηθέντος παράνομη και υπαίτια πληρούσα τις προϋποθέσεις του άρθρου 914 ΑΚ και 3) η ενέργεια αυτή του προστηθέντος να έγινε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του είχε ανατεθεί ακόμη και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας του αυτής, η οποία υφίσταται όταν η ζημιογόνος πράξη τελέσθηκε εντός των ορίων των καθηκόντων που ανατέθηκαν στον προστηθέντα, ή επ’ ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας, αλλά κατά παράβαση των εντολών και των οδηγιών, που δόθηκαν σ’ αυτόν ή καθ’ υπέρβαση των καθηκόντων του, εφόσον μεταξύ της ζημιογόνου ενέργειας του προστηθέντος και της υπηρεσίας που ανατέθηκε σ’ αυτόν υπάρχει εσωτερική συνάφεια, υπό την έννοια ότι η αδικοπραξία δεν θα ήταν δυνατό να υπάρξει χωρίς την πρόστηση ή ότι η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την τέλεση της αδικοπραξίας. Άλλωστε, πρέπει να σημειωθεί ότι, εφόσον στην αγωγή αναφέρεται ιστορικά η αναμφίβολα γνωστή έννοια της προστήσεως, θεωρείται ότι προβάλλονται με αυτή (αγωγή) τα χαρακτηριστικά για την εξειδίκευση και περιγραφή της εννοίας αυτής γεγονότα, μεταξύ των οποίων και η διατήρηση από τον προστήσαντα του δικαιώματος να δίδει οδηγίες και εντολές στον προστηθέντα σε σχέση με τον τρόπο εκπληρώσεως της υπηρεσίας του (ΑΠ 838/2011 ΧρΙΔ 2012.114, ΑΠ 1198/2009 ΕΕμπΔ 2010.419 Νόμος). Τέλος, από δε τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ.2, 118 παρ.4, 216 ΚΠολΔ, 914, 297, 298 ΑΚ, προκύπτει ότι στην αγωγή προς αποζημίωση από αδικοπραξία ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από αδικοπραξία, για την πληρότητα του δικογράφου, πρέπει να αναφέρονται τα περιστατικά εκείνα που συνιστούν την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγόμενου. Πρέπει, περαιτέρω, να αναφέρονται τα γεγονότα που δικαιολογούν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς και της ζημίας (ζημιογόνου αποτελέσματος), που επήλθε στον ενάγοντα, καθώς και τα στοιχεία εκείνα που προσδιορίζουν τη θετική και αποθετική ζημία του (ΑΠ 59/2019 Νόμος, ΑΠ 838/2011 Νόμος).
Με την υπό κρίση αγωγή ο ενάγων ισχυρίζεται ότι είναι πλοιοκτήτης του Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφους με την επωνυμία «… καθώς και του σκάφους με την επωνυμία …, τα οποία διατηρεί από το έτος 2003 στη νήσο …. Ότι την 30-07-2019 και ώρα 00:50, το Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο με την ονομασία «… το οποίο ανήκει στην πρώτη εναγόμενη, κατά την εκτέλεση προγραμματισμένου δρομολογίου του, εισήλθε στο λιμάνι της Ίου, όπου βρίσκονταν πρυμνοδετημένα τα ανωτέρω σκάφη του, με αυξημένη ταχύτητα, ήτοι με ταχύτητα άνω της επιτρεπόμενης των πέντε (5) μιλίων, κατά παράβαση των διατάξεων του Ειδικού Κανονισμού Λιμένα, με αποτέλεσμα να προκληθεί κυματισμός από τα απόνερα του εν λόγω πλοίου, συνεπεία του οποίου επήλθαν στα σκάφη του σοβαρές ζημίες. Ότι το γεγονός αυτό κατήγγειλε την 30-07-2019 στην οικεία λιμενική αρχή, αρμόδιο όργανο της οποίας μετέβη στο χώρο ελλιμενισμού των σκαφών και διαπίστωσε τις ζημίες. Ότι ειδικότερα το σκάφος …» υπέστη τις κάτωθι ζημίες «στράβωσαν τα πλαϊνά ρέλια, το υδραυλικό σύστημα τιμονιού, έπαθαν ζημία τα καπόνια που στηρίζουν τον καταπέλτη, προκλήθηκαν γδαρσίματα και έσπασαν σχοινιά». Ότι το συνολικό κόστος αποκατάστασης των ζημιών του εν λόγω σκάφους ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 23.700 ευρώ. Ότι το ποσό αυτό προκύπτει από την προσφορά της εταιρείας … Ότι ειδικότερα η εν λόγω προσφορά έχει ως εξής: «Επισκευή κιγκλιδωμάτων από ανοξείδωτο mirror 13 m» 1. Εξάρμωση κατεστραμμένων κουπαστής Φ33.7 με ενδιάμεσα ρελίων Φ22, 2. Κατασκευή αντιγράφων με πέλματα και επανατοποθέτηση στο σκάφος, 3. Επισκευή πλαστικής κουπαστής πλοίου με τοποθέτηση ενισχυτικών, Προσφερόμενη τιμή 5.600 ευρώ, «Επισκευή καταπέλτη» 1. Εξάρμωση από τους πείρους του ίνοξ καταπέλτη, 2. Ευθυγράμμιση καταπέλτη και επανατοποθέτηση στο σκάφος αντικατάσταση πειρών, 3. Εξάρμωση ίνοξ καπονιών, ευθυγράμμιση και επανατοποθέτηση στο σκάφος, 4. Επισκευή μηχανισμών λειτουργίας καπονιών, Προσφερόμενη τιμή: 8.300 ευρώ, «Επισκευή Πλατφόρμας» 1. Εξάρμωση της πλατφόρμας από το σκάφος, 2. Εξάρμωση στραβωμένων ίνοξ μπρακετών και κατασκευή καινούργιων, 3. Εξάρμωση και ευθυγράμμιση ίνοξ άξονα τιμονιού, 4. Εξάρμωση, αναγόμωση και ίσιωμα μπίντων αλουμινίου, 5. Εξάρμωση ράουλα, επισκευή, αντικατάσταση ρουλεμάν, ευθυγράμμιση, Προσφερόμενη τιμή 9.800 ευρώ. Σύνολο 23.700 ευρώ, συν ΦΠΑ24%, ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 29.388 ευρώ. Ότι επιπλέον το σκάφος «…» υπέστη τις κάτωθι ζημίες «κόπηκαν οι κάβοι, προκλήθηκαν ζημίες στις μπίντες από το σφοδρό και απότομο κυματισμό, ράγισε η κουπαστή, δημιουργήθηκαν γδαρσίματα και πολλές επιμέρους ζημιές-σπασίματα στο σκελετό του σκάφους». Ότι το συνολικό κόστος αποκατάστασης των ζημιών του εν λόγω σκάφους ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 13.000 ευρώ, συν ΦΠΑ. Ότι το ποσό αυτό προκύπτει από την προσφορά της εταιρείας ….». Ότι ειδικότερα η εν λόγω προσφορά έχει ως εξής: «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ: Κάρφωμα, καλαφάτισμα, τρίψιμο, πέρασμα τζαβέτες πριμίου, ποδοστάματο, επισκευή κουρζέτου και κουπαστής, βάψιμο σπατουλάρισμα, ανέλκυση – καθέλκυση, διαχείμανση. ΣΥΝΟΛΟ: 13.000€ συν ΦΠΑ, ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 16.120€» Ότι η πρώτη εναγόμενη πλοιοκτήτρια εταιρεία είναι θυγατρική της δεύτερης εναγόμενης εταιρείας και συνεπώς για τις ανωτέρω αιτίες του οφείλουν, εις ολόκληρον έκαστη, το ποσό των 45.508 ευρώ (29.388 ευρώ + 16.120 ευρώ). Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των 50.508 ευρώ (ήτοι 45.508 ευρώ για το κόστος επισκευής των σκαφών του + 5.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης), νομιμοτόκως από την επομένη της ημερομηνίας που προκλήθηκαν στα σκάφη οι ανωτέρω αναφερόμενες βλάβες, άλλως από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, ο ενάγων ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή, η οποία επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στις εναγόμενες την 29-07-2020, ήτοι εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, στις 28-07-2020, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 215 παρ.2 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν.4335/2015 με έναρξη ισχύος από 1-1-2016 κατ’ άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ.4 του Ν.4335/2015) (βλ. τις υπ’ αριθ. 11041Η/29-07-2020 ΚΑΙ 11040Η/29-07-2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείο Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, Νίκου Τσαλουχίδη, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ενάγων), αρμοδίως εισάγεται προς εκδίκαση κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 7, 9, 10, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ.2, 25 παρ. 2, 35 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ.1 περ. α΄, 2, 3 περ. Α και περ. Β υποπερ.δ΄ του Ν.2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της ένδικης διαφοράς). Ωστόσο, η υπό κρίση αγωγή, τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω πρόδηλης αοριστίας της, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 216 ΚΠολΔ και 914 επ. ΑΚ, διότι δεν εκτίθενται σε αυτή κατά τρόπο ειδικό, ορισμένο και σαφή τα αναγκαία πραγματικά περιστατικά για το ορισμένο της αγωγικής βάσης, που αφορά ευθύνη των εναγομένων από αδικοπραξία. Ειδικότερα, στην υπό κρίση αγωγή γίνεται αναφορά στην ευθύνη της πρώτης εναγόμενης, ως πλοιοκτήτριας εταιρείας του ζημιογόνου πλοίου, το οποίο ανέπτυξε υπερβολική ταχύτητα και με τα απόνερά του προκάλεσε ζημίες στα προαναφερθέντα πλοία, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά στον προστηθέντα ή προστηθέντες από αυτή υπαλλήλους, που ενεργώντας παρανόμως και υπαιτίως προκάλεσαν τις ζημίες αυτές. Ειδικότερα στην αγωγή δεν εκτίθεται τα στοιχεία εκείνα που απαιτούνται για την ίδρυση της αντικειμενικής ευθύνης της προστήσασας πρώτης εναγόμενης από την αδικοπραξία του προστηθέντος υπαλλήλου της, ήτοι δεν εκτίθεται η σχέση πρόστησης, η παράνομη και υπαίτια ενέργεια του προστηθέντος, δηλαδή η αδικοπραξία που πληροί τις ως άνω προϋποθέσεις του άρθρου 914 ΑΚ, ότι η ενέργεια αυτή του προστηθέντος έγινε κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του είχε ανατεθεί ή επ’ ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας του, ή ακόμη και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας αυτής, καθώς και ότι μεταξύ της ζημιογόνου πράξεως και της υπηρεσίας που είχε ανατεθεί στον προστηθέντα υφίσταται εσωτερική συνάφεια. Περαιτέρω, ουδόλως γίνεται λόγος για την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της δεύτερης εναγόμενης εταιρείας και για την ευθύνη αυτής στην πρόκληση των ζημιών των σκαφών. Περαιτέρω, στην αγωγή εκτίθενται όλως γενικώς και αορίστως Α) το συμβάν, από το οποίο προκλήθηκαν οι βλάβες στο σκάφος του ενάγοντος, Β) οι προκληθείσες βλάβες, για τις οποίες αυτός ζητεί αποζημίωση λόγω περιουσιακής ζημίας, καθώς και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβη και Γ) τα αιτούμενα κονδύλια. Συγκεκριμένα, αναφορικά με το επίδικο περιστατικό ο ενάγων, στην υπό κρίση αγωγή του, αναφέρει ότι τα σκάφη του βρίσκονταν πρυμνοδετημένα στο λιμάνι της Ίου και ότι το πλοίο της εναγομένης εισήλθε στο λιμάνι αυτό με αυξημένη ταχύτητα, εξαιτίας της οποίας δημιουργήθηκε έντονος κυματισμός από τα απόνερα του πλοίου, με αποτέλεσμα τα σκάφη του να υποστούν ζημίες. Ο ενάγων, όμως, στην υπό κρίση αγωγή του παραλείπει να αναφέρει α) την ακριβή θέση ελλιμενισμού των σκαφών στο λιμάνι, β) την ακριβή θέση ελλιμενισμού των σκαφών σε σχέση με τη θέση πρόσδεσης του πλοίου της πρώτης εναγόμενης, β) την απόσταση, στην οποία βρίσκονταν τα σκάφη του σε σχέση με το πλοίο της πρώτης εναγόμενης, όταν αυτό εισήλθε στο λιμάνι, γ) την ταχύτητα, με την οποία εισήλθε το πλοίο στο λιμάνι, δ) την αιτία, για την οποία τα σκάφη του υπέστησαν ζημίες (δεν γίνεται απολύτως καμία αναφορά για το εάν έγινε πρόσκρουση των σκαφών σε οποιαδήποτε επιφάνεια, παρά μόνο αναφέρεται ότι από τον κυματισμό τα σκάφη υπέστησαν ζημίες), δ) σε περίπτωση που έλαβε χώρα πρόσκρουση, τα ακριβή μέρη, στα οποία τα σκάφη προσέκρουσαν, καθώς και τα σημεία, με τα οποία τα σκάφη προσέκρουσαν. Επιπρόσθετα, ο ενάγων δεν εκθέτει λεπτομερώς τις προκληθείσες στο σκάφος βλάβες και ειδικότερα αναφορικά με το σκάφος …» εκθέτει ότι «στράβωσαν τα πλαϊνά ρέλια, το υδραυλικό σύστημα τιμονιού, έπαθαν ζημία τα καπόνια που στηρίζουν τον καταπέλτη, προκλήθηκαν γδαρσίματα και έσπασαν σχοινιά», χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση τόσο των ζημιών, όσο και των σημείων του σκάφους, που αυτές επήλθαν, ενώ αναφορικά με το σκάφος …» αναφέρει γενικά και αόριστα ότι «κόπηκαν οι κάβοι, προκλήθηκαν ζημίες στις μπίντες από το σφοδρό και απότομο κυματισμό, ράγισε η κουπαστή, δημιουργήθηκαν γδαρσίματα και πολλές επιμέρους ζημιές-σπασίματα στο σκελετό του σκάφους, το οποίο είναι ξύλινο-παραδοσιακό σκάφος». Τέλος, αναφορικά με τα αγωγικά κονδύλια θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ενάγων ισχυρίζεται ότι έχει υποβληθεί σε δαπάνες για την αποκατάσταση μέρους των ζημιών, χωρίς όμως να προσδιορίζει ούτε τα καταβληθέντα από αυτόν ποσά για την αποκατάσταση των ζημιών, ούτε τις αποκατασταθείσες ζημίες. Περαιτέρω, στις προσφορές των εταιρειών … και ….», για την αποκατάσταση των ζημιών των σκαφών που επικαλείται στην υπό κρίση αγωγή ο ενάγων αναφέρονται εργασίες, χωρίς όμως αυτές να εξειδικεύονται περαιτέρω, αλλά και χωρίς να αναφέρεται συγκεκριμένα το κόστος για κάθε μία από αυτές, παρά μόνο αναγράφεται το συνολικό τους κόστος. Η παράλειψη όλων των ανωτέρω στοιχείων, προκαλεί εμφανή αοριστία, ασάφεια και σύγχυση στην ιστορική βάση της αγωγής, που δεν θεραπεύεται ούτε με τις προτάσεις και την προσθήκη-αντίκρουση ούτε με την αποδεικτική διαδικασία στο ακροατήριο και καθιστά την αγωγή απορριπτέα αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, ελλείψει τήρησης της νόμιμης προδικασίας, ως ζητήματος δημόσιας τάξης, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρονται στην ανωτέρω μείζονα σκέψη· και τούτο διότι οι ανωτέρω αναφερόμενες ελλείψεις καθιστούν όχι μόνο ιδιαίτερα δυσχερή για το Δικαστήριο τη δυνατότητα αποδεικτικού ελέγχου της αγωγής υπό την εκτιθέμενη νομική βάση και αγωγικά αιτήματα, αλλά αποστερούν και τις εναγόμενες από τη δυνατότητα να αντιτάξουν εγκαίρως και πλήρως τους ανταποδεικτικούς ισχυρισμούς τους επ’ αυτών. Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της, ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, διότι δεν διαλαμβάνονται τα αναγκαία δικαιοπαραγωγικά ειδικά πραγματικά περιστατικά για τη θεμελίωση των ενδίκων αξιώσεων του ενάγοντος έναντι των εναγομένων. Τέλος, ο ενάγων πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, λόγω της ήττας του (άρθρο 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο ιστορικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ