ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1015 /2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. : 7019/3298/22-09-2020 αγωγή)
………………………………………
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Πίννα, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 05 Οκτωβρίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον ……… (…, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Μαρία Σταμούλη (…) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στη …….(…) και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Άννα Γλαστρά (…) και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 22-09-2020 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 7019/3298/22-09-2020 και προσδιορίστηκε για να συζητηθεί για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις έγγραφες προτάσεις, που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 985, 986 και 988 ΚΠολΔ συνάγεται ότι ο τρίτος, στα χέρια του οποίου επιβλήθηκε κατάσχεση απαίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση, οφείλει μέσα σε οκτώ ημέρες από την επίδοση σ’ αυτόν του κατασχετηρίου να δηλώσει στη γραμματεία του ειρηνοδικείου του τόπου της κατοικίας του, αν υπάρχει η απαίτηση και σε καταφατική περίπτωση να ενεργήσει σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο άρθρ. 988 ΚΠολΔ, διαφορετικά, αν η απαίτηση δεν υπάρχει ή πρόκειται για απαίτηση ακατάσχετη, πρέπει να προβεί σε αντίστοιχη αρνητική δήλωση, με την οποία εξομοιώνεται και η παράλειψη δήλωσης, δικαιούται δε αυτός που επέβαλε την κατάσχεση να ανακόψει την αρνητική (ρητή ή σιωπηρή) δήλωση μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από της δηλώσεως, επικαλούμενος ανακρίβεια αυτής. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου 985 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι στην περίπτωση κατά την οποία ο τρίτος, στα χέρια του οποίου έγινε η κατάσχεση, παρέλειψε την υποβολή της δηλώσεως περί του αν υφίσταται η απαίτηση που κατασχέθηκε ή υπέβαλε ανακριβή δήλωση, ευθύνεται έναντι του κατασχόντος σε αποζημίωση. Προϋπόθεση για την ευθύνη του τρίτου είναι το ζημιογόνο γεγονός της παραλείψεως της δηλώσεως ή της ανακρίβειας της δηλώσεως που υποβλήθηκε, η ζημία του κατασχόντος και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του ζημιογόνου γεγονότος και της ζημίας (ΑΠ 663/2017). Το περιεχόμενο της αποζημιώσεως θα κριθεί κατά το ουσιαστικό δίκαιο, περιλαμβάνει δε η αποζημίωση αυτή κάθε ζημία που είναι απότοκος της συμπεριφοράς του τρίτου. Έτσι, δεν αποκλείεται ο κατασχών να αναζητήσει ολόκληρη την απαίτηση του, προς ικανοποίηση της οποίας επιβλήθηκε η κατάσχεση, όταν επικαλείται και αποδεικνύει ότι συνεπεία της μη εμπρόθεσμης δηλώσεως ή της ανακριβούς δηλώσεως, δεν μπόρεσε να λάβει τα κατάλληλα για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του μέτρα ή ότι ο οφειλέτης κατέστη αναξιόχρεος μεταγενέστερα και έτσι επήλθε αδυναμία ικανοποιήσεως της απαιτήσεως του, ή όταν από την παραπλανητική δήλωση ή την παράλειψη του τρίτου απώλεσε τη δυνατότητα κατασχέσεως του ιδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτου από το οποίο θα ικανοποιείτο πλήρως, άλλως το δικόγραφο της αγωγής είναι αόριστο (ΕφΑθ 1022/2008, ΠΠρΠειρ 3563/2014 ΝΟΜΟΣ, με περαιτέρω παραπομπές). Συνήθως, αν ευδοκιμήσει η ανακοπή του άρθρου 986 ΚΠολΔ, ο κατασχών ουδεμία ζημία απότοκη της παραλείψεως ή της ανειλικρινούς δηλώσεως υφίσταται, χωρίς πάντως να αποκλείεται η απόδειξη περαιτέρω ζημίας από την αρνητική συμπεριφορά του τρίτου (ΕφΑΘ 1022/2008 ο.π, ΜΠΑθ 2247/2017, ΝΟΜΟΣ, I. Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεσις, Τομ. 3ος, Β` έκδοση, 1980, σελ. 1423). Επιπρόσθετα, η άσκηση αγωγής προς αποζημίωση, δεν προϋποθέτει προηγούμενη άσκηση ανακοπής του κατασχόντος κατ’ άρθρο 986 ΚΠολΔ. Η ερμηνεία αυτή θεμελιώνεται στο ότι, κατά το σύστημα του ΚΠολΔ η ανακοπή του άρθρου 986 και η αγωγή αποζημιώσεως του άρθρου 985 παρ. 3 συνιστούν δύο ανεξάρτητα και διαφορετικά ένδικα βοηθήματα τόσο ως προς το σκοπό τους όσο και ως προς τα αποτελέσματά τους. Το δικαίωμα αποζημιώσεως δίνεται στον κατασχόντα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή ανυπαρξία της οφειλής. Έτσι, η κατά πλάσμα του νόμου αρνητική δήλωση του τρίτου, προς την οποία εξομοιώνεται η παράλειψή του να δηλώσει αν οφείλει ή όχι την κατασχεθείσα απαίτηση, δεν έχει άλλες συνέπειες, εκτός από την υποχρέωση αυτού να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε στον κατασχόντα, χωρίς ο τελευταίος να είναι υποχρεωμένος να ασκήσει προηγουμένως και εμπροθέσμως την ανακοπή του άρθρου 986 (ΑΠ 448/2016).
Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εταιρεία εκθέτει ότι έχει ως κύριο αντικείμενο δραστηριότητας την εκτέλεση έργων και την παροχή υπηρεσιών προστασίας του θαλασσίου και παράκτιου περιβάλλοντος, αναλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, τη λήψη προληπτικών και κατασταλτικών αντιρρυπαντικών μέτρων προς αντιμετώπιση θαλασσίων και παράκτιων ρυπάνσεων από πετρελαιοειδή και άλλους ρύπους, καθώς και τη διασυνοριακή μεταφορά αποβλήτων, αλλά και την απομάκρυνση επιβλαβών πλοίων και ναυαγίων κατά τις διατάξεις του Ν. 2881/2001. Ότι κατόπιν της με αριθ. 001/2014 Διακήρυξης Ανοικτού Πλειοδοτικού Διαγωνισμού της εναγομένης για την εκποίηση του επιβλαβούς, λόγω ακινησίας και την απομάκρυνση εκτός λιμένος Θεσσαλονίκης ή την με οποιονδήποτε τρόπο εξουδετέρωση, κατά τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου, φορτηγού πλοίου …, νηολογίου …, πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία τυπικά εδρεύει στη νήσο … και πραγματικά στην …, η ίδια (ενάγουσα) πλειοδότησε και της κατακυρώθηκε το ανωτέρω πλοίο, σύμφωνα με την ΑΠ/ΟΛΘ ΑΕ 5929/28-08-2014 κατακυρωτική απόφαση του ΔΣ της εναγομένης, έναντι τιμήματος 180.300 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 23%, ποσού 41.469 ευρώ, ήτοι έναντι συνολικού τιμήματος 221.769 ευρώ. Ότι μετά την κατακύρωση σε αυτή του πλοίου, μεταξύ της ιδίας και της εναγομένης υπογράφηκε η από 18-09-2014 σύμβαση, με αντικείμενο την εκποίηση του επιβλαβούς, παραπάνω αναφερόμενου, λόγω ακινησίας πλοίου, προκειμένου αυτή να το απομακρύνει ή να το εξουδετερώσει. Ότι στη συνέχεια προέβη στις αναγκαίες ενέργειες, ήτοι στην έκδοση άδειας από το Υπουργείο Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, για τη μεταφορά του ως επικίνδυνου αποβλήτου και την ασφάλισή του, προκειμένου να παραδοθεί σε διαλυτήριο στην Τουρκία και ότι στη συνέχεια εκδόθηκε άδεια διασυνοριακής μεταφοράς του ενδίκου πλοίου, το οποίο εντωμεταξύ νηολόγησε υπό σημαία … υπό το όνομα «…» με τον αυτό αριθμό, με την οποία επιτράπηκε η εξαγωγή του πλοίου από τη χώρα και η αποστολή αυτού στο ως άνω ναυπηγείο προς διάλυση. Ότι η εναγομένη εξέδωσε και της παρέδωσε την από 16-01-2015 και υπ’ αριθ. πρωτ. … βεβαίωση, σύμφωνα με την οποία η ίδια (ενάγουσα) παρέλαβε το πλοίο από αυτή ελεύθερο βαρών, σύμφωνα με όσα της είχε μέχρι τώρα διαβεβαιώσει προφορικά και εγγράφως, προκειμένου να συμμετάσχει στον πλειοδοτικό διαγωνισμό και να πλειοδοτήσει για το πλοίο. Ότι, στη συνέχεια, το ως άνω πλοίο απέπλευσε στις αρχές Ιανουαρίου 2015, από τον λιμένα Θ., υπό ρυμούλκηση, και με προορισμό το λιμάνι … της Τ.. Ότι, όταν το πλοίο κατέφτασε στον προορισμό του, οι αρμόδιες τουρκικές λιμενικές αρχές προέβησαν σε δέσμευσή του, ακινητοποιώντας αυτό στο αγκυροβόλιο Candarli Bay, απαγορεύοντας τόσο την είσοδό του στο λιμένα …, όσο και την απομάκρυνσή του, καθώς κατόπιν ελέγχου, ευρέθησαν σε βάρος του πλοίου κατασχέσεις από δανειστές του, καθώς και απαγορεύσεις απόπλου, υπό την προηγούμενη πλοιοκτησία της ανωτέρω αναφερόμενης εταιρείας «…». Ότι, την 10-02-2015 και ενώ το πλοίο βρισκόταν στο σημείο, όπου είχε διαταχθεί να παραμείνει αγκυροβολημένο, σύμφωνα με εντολή του λιμενάρχη …, λόγω εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών ξέσυρε η άγκυρά του και παρασυρόμενο προσάραξε σε αβαθή νερά σε βραχώδη περιοχή, όπου ναυάγησε. Ότι, σύμφωνα με πληροφόρησή της από το συνεργαζόμενο δικηγορικό γραφείο στην Τουρκία σε βάρος του πλοίου υφίστανται οι αναλυτικά αναφερόμενες σε αυτή (αγωγή) κατασχέσεις, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν, παρά την πώληση του πλοίου. Ότι κατόπιν αυτού, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης σε βάρος της εταιρείας «…» αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζήτησε τη συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας αυτής ή τρίτου μέχρι του ποσού των 450.000 ευρώ, προς εξασφάλιση της απαίτησής της, η οποία απέρρεε από τα νομικά ελαττώματα του πλοίου. Ότι επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 4228/2016 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, που διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση του ευρισκόμενου εις χείρας της εναγομένης τιμήματος της αγοραπωλησίας του πλοίου, ήτοι του χρηματικού ποσού των 221.769 ευρώ, αφαιρουμένου του ποσού των 578,23 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στις δαπάνες εκποίησης της εναγομένης. Ότι την ανωτέρω απόφαση κοινοποίησε, την 03-04-2015, στην εναγομένη ως τρίτη, με επιταγή προς αυτήν να μην εξοφλήσει την απαίτηση προς την πλοιοκτήτρια και οφειλέτριά της και ότι την 07-04-2015 κοινοποίησε στην οφειλέτρια εταιρεία κατασχετήριο. Ότι την 20-04-2015 άσκησε αγωγή κατά της πλοιοκτήτριας εταιρείας «…», ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θ., με την οποία ζήτησε αποζημίωση για τα νομικά ελαττώματα του ανωτέρω πλοίου, ύψους 221.190,77 ευρώ. Ότι επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 15735/2015 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή και ότι η απόφαση αυτή έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη. Ότι την 14-04-2015 η εναγομένη με την υπ’ αριθ. 6296/2015 δήλωσή της, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θ., δήλωσε ότι από το ποσό του προαναφερόμενου τιμήματος α) εξοφλήθηκαν οφειλές του πλοίου που είχαν τιμολογηθεί στην πλοιοκτήτρια εταιρεία «…», ύψους 126.684,25 ευρώ και β) υπολογίστηκαν οι δαπάνες εκποίησης της …., ύψους 39.826,05 ευρώ, με αποτέλεσμα το ύψος του τιμήματος, που βρίσκεται κατά το χρόνο της επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια της να ανέρχεται στο ποσό των 13.789,70 ευρώ, το οποίο ισχύουσας της συντηρητικής κατάσχεσης, δεν θα καταθέσει στην πλοιοκτήτρια εταιρεία, ούτε θα καταβάλει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Ότι η εναγομένη όφειλε μετά την επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση εις χείρας της ως τρίτης να αφαιρέσει από το εισπραχθέν τίμημα τις δαπάνες εκποίησης, αυξημένες κατά 10%, δηλαδή 578,23 ευρώ και να κρατήσει, ως συντηρητικά κατασχεθέν, το υπόλοιπο ποσό, σύμφωνα με τους ορισμούς της ως άνω υπ’ αριθ. 4228/2015 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Ότι για το λόγο αυτό άσκησε (η ενάγουσα) ανακοπή κατά της ανωτέρω δήλωσης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θ., την οποία επέδωσε στην εναγομένη την 13-05-2015, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 15883/2015 απόφαση του δικαστηρίου, η οποία έκανε δεκτή την ανακοπή και υποχρέωσε την εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 221.159,95 ευρώ και ότι η απόφαση αυτή κατέστη τελεσίδικη με την υπ’ αριθ. 1395/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Ότι, σε συμμόρφωση με τις ανωτέρω αποφάσεις, η εναγομένη, την 20-11-2017, της απέδωσε το ποσό των 221.159,95 ευρώ. Ότι η εναγομένη, οφείλει να της καταβάλει τους τόκους του ανωτέρω τιμήματος από την επίδοση της από 11-05-2015 ανακοπής προς αυτή την 13-05-2015 και έως την καταβολή σε αυτή του συντηρητικώς κατασχεθέντος ποσού των 221.159,95 ευρώ, την 20-11-2017, οι οποίοι ανέρχονται α) στο ποσό των 10.988,32 για το διάστημα από 08-05-2015 μέχρι τη δημοσίευση της υπ’ αριθ. 15735/2015 απόφασης του Πρωτοδικείου Θ., την 19-11-2015 και στο ποσό των 45.372,88 ευρώ, για το διάστημα από την έκδοση της ανωτέρω απόφασης μέχρι την εξόφληση την 20-11-2017 και συνολικά για τόκους το ποσό των 56.079,45 ευρώ (10.706,57 ευρώ + 45.372,88 ευρώ). Ότι επιπλέον, η εναγομένη της οφείλει τις αναφερόμενες στον επισυναπτόμενο στην αγωγή πίνακα, δικαστικές της δαπάνες, οι οποίες εκτίθενται αναλυτικά στα αναφερόμενα στην αγωγή τιμολόγια και οι οποίες συνοπτικά αφορούν τον διορισμό Τούρκων δικηγόρων, προκειμένου να διαπιστώσουν τη νομική κατάσταση του πλοίου, τα έξοδα πραγματογνωμόνων, προκειμένου να διαπιστώσουν τη φυσική κατάσταση του πλοίου, μετά την προσάραξή του, την αμοιβή δικηγόρων για παροχή νομικών συμβουλών και παράσταση αυτών στα δικαστήρια που αφορούσαν τη συντηρητική κατάσχεση του πλοίου, την άσκηση της αγωγής για την επίδικη απαίτησης σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρεία …», την ανακοπή κατά της ανακριβούς δηλώσεως της εναγομένης, τα έξοδα μετάβασης των μαρτύρων στις εν λόγω δίκες κτλ, συνολικού ποσού 23.305,57 ευρώ. Ότι, επιπρόσθετα κατέβαλε για τον απόπλου του πλοίου προς την Τουρκία 1) για παροχή λιμενικών πρακτορειακών υπηρεσιών στο λιμένα Θ., στο …, λιμενικό πράκτορα, το ποσό των 3.400 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και συνολικά το ποσό των 4.182 ευρώ, 2) για ρυμούλκηση του πλοίου από Θ. Α. Τ.. με το ρυμουλκό …, στην εταιρεία «…», το ποσό των 18.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και συνολικά το ποσό των 22.140 ευρώ, 3) για καθυστερήσεις του ρυμουλκού στο ταξίδι από Θ. Α. Τ.ην περίοδο από 10-01-2015 έως 15-01-2015 στην εταιρεία «…», το ποσό των 10.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και συνολικά το ποσό των 12.300 και 4) για ασφάλιση του πλοίου στην εταιρεία «…» το ποσό των 5.737,50 ευρώ. Ότι η εναγομένη για τις ανωτέρω αιτίες της οφείλει το συνολικό ποσό των 44.359,50 ευρώ. Ότι η ίδια δεν θα κατέβαλε τα ποσά αυτά εάν η εναγομένη την είχε ενημερώσει εγκαίρως για τη νομική κατάσταση του πλοίου. Ότι, τέλος, η εναγομένη της οφείλει και το ποσό των 5.000 ευρώ, για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, την οποία αυτή υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης, η οποία (εναγομένη) της παρουσίασε το ένδικο πλοίο ως ελεύθερο βαρών, συνιστάμενη στο γεγονός ότι υπέστη τρώση της φήμης και του κύρους της, αφού έγινε γνωστό στον κύκλο της ότι παρασύρθηκε στην αγορά σε πλειοδοτικό διαγωνισμό ενός πλοίου πολλαπλώς βεβαρυμμένου στην Τουρκία, το οποίο κατά τον κατάπλου του εκεί δέσμευσαν οι Τουρκικές αρχές, ενώ στη συνέχεια η εναγομένη αρνήθηκε να της αποδώσει το τίμημα, μειώνοντας τα ταμειακά διαθέσιμα της εταιρείας. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί να καταδικαστεί η εναγόμενη στην καταβολή του συνολικού ποσού των 128.744,52 ευρώ (56.079,45 ευρώ + 23.305,57 ευρώ + 44.359,50 ευρώ + 5.000 ευρώ), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως. Τέλος, η ενάγουσα ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως καθ’ ύλην (αρθρ. 1, 7, 9, 10, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον, λόγω της φύσεως της υποθέσεως ως ναυτικής διαφοράς (άρθρο 51 παρ. 2 εδ. β΄ του Ν. 2172/1993) εισάγεται για να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο, έχει δικαιοδοσία για την εκδίκασή της, αφού η επίδικη απαίτηση είναι αστικής φύσεως και ως εκ τούτου, η εν λόγω υπόθεση έχει χαρακτήρα ιδιωτικής διαφοράς, για την επίλυση της οποίας έχουν δικαιοδοσία τα πολιτικά Δικαστήρια (βλ. ΕφΘεσ 1518/2019, ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1395/2017, ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, η υπό κρίση αγωγή, τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, καθώς τα επικαλούμενα από την ενάγουσα πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν πληρούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 985 παρ. 3 ΚΠολΔ, στο οποίο η ενάγουσα τείνει να θεμελιώσει την ένδικη αγωγή της. Ειδικότερα, η ενάγουσα ζητεί για την αποκατάσταση της ζημίας την οποία αυτή υπέστη εκ της αναληθούς δηλώσεως της εναγομένης τα κάτωθι ποσά 1) το συνολικό ποσό των 56.079,45 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε τόκους του τιμήματος από την επίδοση της από 11-05-2015 ανακοπής προς αυτή την 13-05-2015 και έως την καταβολή σε αυτή του συντηρητικώς κατασχεθέντος ποσού των 221.159,95 ευρώ, 2) το συνολικό ποσό των 23.305,57 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στις αναφερόμενες στον επισυναπτόμενο στην αγωγή πίνακα, δικαστικές της δαπάνες, οι οποίες αναλυτικά εκτίθενται στα αναφερόμενα στην αγωγή τιμολόγια, 3) το συνολικό ποσό των 44.359,50 ευρώ, το οποίο αναλύεται ως εξής α) το ποσό των 3.400 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και συνολικά 4.182 ευρώ, το οποίο κατέβαλε για παροχή λιμενικών πρακτορειακών υπηρεσιών στο λιμένα Θ., στον …, λιμενικό πράκτορα, β) το ποσό των 18.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και συνολικά το ποσό των 22.140 ευρώ, το οποίο κατέβαλε για ρυμούλκηση του πλοίου από Θ. Α. Τ.. με το ρυμουλκό …, στην εταιρεία «…», γ) το ποσό των 10.000 ευρώ, πλέον ΦΠΑ και συνολικά το ποσό των 12.300, το οποίο κατέβαλε για καθυστερήσεις του ρυμουλκού στο ταξίδι από Θ. Α. Τ.ην περίοδο από 10-01-2015 έως 15-01-2015, στην εταιρεία «…» και δ) το ποσό των 5.737,50 ευρώ, το οποίο κατέβαλε για ασφάλιση του πλοίου στην εταιρεία «…» και 4) το ποσό των 5.000 ευρώ, για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης. Από τα ανωτέρω αιτούμενα κονδύλια τα με αριθμούς 2, 3 δεν συνδέονται αιτιωδώς με την αναληθή δήλωση της εναγομένης, προϋπόθεση απαραίτητη για τη στοιχειοθέτηση αξίωσης αποζημίωσης κατ’ άρθρο 985 παρ. 3 ΚΠολΔ, σύμφωνα με όσα αναλυτικά εκτίθενται στη μείζονα σκέψη της παρούσας και ως τούτου δεν δύνανται να αποδοθούν στην ενάγουσα, βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού, αλλά συνιστούν δαπάνες, στις οποίες η τελευταία υποβλήθηκε λόγω μεταβίβασης σε αυτήν, εν αγνοία της, βεβαρυμμένου με κατασχέσεις πλοίου, στις οποίες αυτή δεν θα είχε υποβληθεί, εάν γνώριζε την πραγματική κατάσταση. Ειδικότερα, αναφορικά με το υπ’ αριθ. 2 κονδύλιο, θα πρέπει, επιπρόσθετα, να σημειωθεί ότι τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσά, τα οποία αφορούν αμοιβές δικηγόρων και λοιπά έξοδα για τη διενέργεια των δικών που ανοίχθηκαν μετά την άσκηση από την ενάγουσα της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων για τη συντηρητική κατάσχεση του πλοίου, της αγωγής κατά της πλοιοκτήτριας εταιρείας και της ανακοπής κατά της ανακριβούς δηλώσεως της εναγομένης, συνιστούν δικαστικά έξοδα, τα οποία επιδικάζονται από το δικαστήριο βάσει των άρθρων 176 επ. ΚΠολΔ στις σχετικές δίκες και δεν αποτελούν ζημία που συνδέεται αιτιωδώς με την ανακρίβεια της δηλώσεως του τρίτου και αποκαθίσταται βάσει του άρθρου 985 παρ. 3 ΚΠολΔ (βλ. και ΜΠΠ 2114/2020, δημ. στην ιστοσελίδα του Πρωτοδικείου Πειραιά). Περαιτέρω, αναφορικά με το υπ’ αριθ. 4 κονδύλιο, που αφορά την ηθική βλάβη που η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι -κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή- αυτή αποτελεί συνέπεια του γεγονότος ότι η εναγομένη της παρουσίασε αναληθώς το επίδικο πλοίο ως ελεύθερο βαρών και δεν συνδέεται αιτιωδώς με το γεγονός ότι η εναγομένη προέβη σε ανακριβή δήλωση. Τέλος, και το υπ’ αριθ. 1 αγωγικό κονδύλιο, τυγχάνει απορριπτέο ως νόμω αβάσιμο, αφού οι τόκοι της απαιτήσεως, από το χρονικό σημείο άσκησης της ανακοπής του άρθρου 986 μέχρι την απόδοση του τιμήματος, αποτελούν παρεπόμενη απαίτηση της ενάγουσας, την οποία μπορούσε να διεκδικήσει με την ανακοπή της και δεν δύναται να θεωρηθεί ζημία της ενάγουσας, που συνδέεται αιτιωδώς με την συμπεριφορά που επέδειξε η εναγομένη, προβαίνοντας σε ανακριβή δήλωση. Σε κάθε δε περίπτωση, το εν λόγω αίτημα τυγχάνει απορριπτέο ως μη νόμιμο, αφού κατά την άποψη, την οποία υιοθετεί το παρόν Δικαστήριο, ο καθ’ ου η ανακοπή τρίτος – εν προκειμένω η εναγομένη – από την επίδοση προς αυτόν του κατασχετηρίου έως την έκδοση αποφάσεως που διατάσσει την καταβολή στον κατασχόντα είναι μεσεγγυούχος του κατασχεθέντος (Κεραμέας – Κονδύλης – Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ Έκδοση 2000 τ. ΙΙ από το άρθρο 986 σελ. 1922 σημ. 11). Κατόπιν όσων προεκτέθηκαν η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει απορριπτέα, στο σύνολό της ως μη νόμιμη. Τέλος, η ενάγουσα πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων εξακοσίων (2.600) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις
H ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ