Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός απόφασης   3109/2015

Αριθμός Κατάθεσης Αγωγής

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Αγγελική Δαμασιώτου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20 Ιανουαρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Α. Β. του Αλκιβιάδη, κατοίκου Π Φ. Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Γεωργίου Χλούπη.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Μ. Δ. του Ν., κατοίκου …, ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου του Κωνσταντίνας Παπακώστα.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 24-09-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου … αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 28-1-2014, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

(Α) Με τις διατάξεις 235 έως 245 ΚΙΝΔ και υπό τον τίτλο “Περί συγκρούσεως πλοίων”, οι οποίες κατ` άρθρο 1 εδ. β του ΚΙΝΔ εφαρμόζονται και επί πλωτών ναυπηγημάτων, ήτοι πλοίων που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 του ΚΙΝΔ (ΕφΠειρ 226/1995 ΕΝΔ 1996.148, ΕφΠειρ 824/1994 ΕΝΔ 1995.26, ΕφΠειρ 368/1992 ΕΝΔ 20.368), ρυθμίζεται η ευθύνη του πλοιοκτήτη για τις περιπτώσεις ζημιών που προξενήθηκαν στα συγκρουσθέντα πλοία, στα επ` αυτών φορτία, αλλά και στους επιβάτες αυτών (Δ. Καμβύσης «Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον», εκδ. 1982 σελ. 619). Για τις ζημίες όμως προσώπων ή πραγμάτων, που δεν συνδέονται με τα συγκρουσθέντα πλοία και κείνται εκτός αυτών, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις του ΑΚ (Δ. Καμβύση, ο.π.). Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 235 επ., 236 ΚΙΝΔ και 914 ΑΚ προκύπτει ότι επί συγκρούσεως πλοίων, η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση κανονίζεται ανάλογα με το βαθμό υπαιτιότητας του κάθε πλοίου. Συγκεκριμένα, αν η σύγκρουση συνέβη από τυχαίο γεγονός ή λόγω ανωτέρας βίας ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για τα αίτια της συγκρούσεως, τότε οι ζημίες βαρύνουν αυτούς που τις υπέστησαν. Αν υπάρχει κοινή υπαιτιότητα, κάθε πλοίο ευθύνεται προς αποζημίωση, ανάλογα με το βαθμό της υπαιτιότητας που το βαρύνει. Όταν, όμως, η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα του ενός πλοίου, τότε το πλοίο αυτό, δηλαδή ο πλοιοκτήτης του είναι υποχρεωμένος να αποκαταστήσει όλες τις ζημίες που προκλήθηκαν σε βάρος του άλλου πλοίου ή του φορτίου ή τρίτων προσώπων (ΑΠ 58/2003 ΕΝΔ 31.43, ΕφΠειρ 573/2004 ΕΝΔ 32.204, ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝΔ 31. 188, ΕφΠειρ 274/1999 ΕΝΔ 27. 18, ΕφΠειρ 739/2000 αδημ., ΕφΠειρ 1373/1984 ΕΝΔ 13.285). Περαιτέρω, η ευθύνη του πλοιοκτήτη του υπαιτίου πλοίου προς αποζημίωση περιλαμβάνει κάθε θετική ή αποθετική ζημία του αναίτιου πλοίου (άρθρα 297, 298 ΑΚ), ανεξαρτήτως αν η υπαιτιότητα οφείλεται στον πλοίαρχο ή το πλήρωμα, όπως π.χ. κακοί ελιγμοί πρόσδεσης, κακή αγκυροβολία κλπ. (ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝΔ 31.187, ΕφΠειρ 368/1992 ΕΝΔ 20.368, ΕφΠειρ 807/1992 ΕΝΔ 21.16, ΠΠΠειρ 526/1995 ΕΝΔ 23.494, ΠΠρΠειρ 824/1994 ΕΝΔ 23.26). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 239 ΚΙΝΔ, η κατά τα αρ. 235 – 238 ευθύνη των πλοίων (επί συγκρούσεως αυτών) είναι ανεξάρτητη από την ευθύνη των υπαιτίων προσώπων προς τους ζημιωθέντες και τους πλοιοκτήτες. Από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται ότι η από τη σύγκρουση ευθύνη του πλοιοκτήτη ρυθμίζεται αποκλειστικά από τα αρ. 235-239 ΚΙΝΔ και είναι ανεξάρτητη της ευθύνης του παραλλήλως πραγματικώς υπαίτιου προσώπου (π.χ. του πλοιάρχου του πλοίου), το οποίο ευθύνεται ατομικώς κατά τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις. Κατά τις τελευταίες αυτές διατάξεις, ο δράστης ευθύνεται σε αποζημίωση του ζημιωθέντος, μόνον αν συντρέχει πταίσμα αυτού, ήτοι αν κατά την τέλεση της πράξης βρίσκεται σε υπαιτιότητα, ήτοι δόλο ή αμέλεια (βλ. ΕΠ 682/2004 ΕΕμπΔ 2006.120, Μιχαηλίδη – Νουάρο, «ΕρμΑΚ», άρθρο 330 αρ. 42, παρ. 2). Επομένως, επί συγκρούσεως πλοίων, τα μεν υπαίτια πρόσωπα ευθύνονται ατομικώς κατά τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις, η δε ευθύνη του πλοιοκτήτη ρυθμίζεται αποκλειστικώς από τις περί συγκρούσεως διατάξεις του ΚΙΝΔ και όχι από τις διατάξεις των άρθρων 84 εδ.β΄ του ΚΙΝΔ και 922 ΑΚ (ΕφΠειρ 226/1995 ΕΝΔ 24.148, ΜΠρΠειρ 1826/2000 ΠειρΝομολ 2000.218, ΕφΠειρ 807/1992 ΕΝΔ 21/16, ΠΠρΠειρ 103/1979 και ΠΠρΠειρ 1619/1978  ΕΝΔ/284, 288). Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 299 ΑΚ, “Για μη περιουσιακή ζημία οφείλεται χρηματική ικανοποίηση στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος”. Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι στις διατάξεις των άρθρων 235-239 ΚΙΝΔ δεν προβλέπεται αποκατάσταση της ηθικής βλάβης των επιβαινόντων στα συγκρουσθέντα πλοία, ο πλοιοκτήτης πλοίου υπαιτίου για τη σύγκρουση με άλλο πλοίο δεν ενέχεται προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, που τυχόν προκαλείται εκ της συγκρούσεως (ΜΠρΠειρ 6277/2006 ΕΝΑΥΤΔ 2007/119, ΜΠρΠειρ 1826/2000 ό.π. ΠειρΝομολ 2000.218). Τέλος, σύγκρουση καταρχήν υπάρχει, όταν δύο πλοία έλθουν σε βιαία υλική επαφή μεταξύ τους. Εντούτοις, με το άρθρο 241 του ΚΙΝΔ ορίζεται ότι οι διατάξεις περί συγκρούσεως εφαρμόζονται και για την ανόρθωση ζημιών, τις οποίες προξένησε το ένα πλοίο στο άλλο και που οφείλονται είτε στην εκτέλεση εσφαλμένου ή στην παράλειψη ωφέλιμου χειρισμού, είτε στη μη τήρηση των κανονισμών ναυσιπλοΐας, έστω και αν δεν επήλθε πρόσκρουση. Με το άρθρο αυτό διευρύνεται η έννοια της συγκρούσεως, σύμφωνα με το αντίστοιχο άρθρο 13 της Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών της 23-9-1910 «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων» και κατά συνέπεια, για την ύπαρξη σύγκρουσης δεν είναι πάντοτε απαραίτητη η υλική και άμεση επαφή των πλοίων (ΕφΠειρ 226/1995 ΝομΕφΠειρ Ι.465, ΠΠρΠειρ 824/1994, ό.π., ΜΠΠειρ 1730/2000 Ναυτ.Δικ. 2001.347, με παρατηρήσεις Ι. Κοροτζή, Καμβύση, ό.α, σελ. 636).

(Β) 1. Με την ένδικη αγωγή, ο ενάγων εκθέτει ότι είναι ιδιοκτήτης και κάτοχος του αναλυτικά περιγραφόμενου πολυτελούς ταχύπλοου πλαστικού σκάφους, τύπου G. W. 305 E., με την ονομασία «…», το οποίο αγόρασε αντί ποσού 180.000 ευρώ, το έτος 2008 και πριν από το ένδικο ατύχημα ήταν σε άριστη κατάσταση. Ότι τον Ιούνιο του 2012, το σκάφος βρισκόταν ασφαλώς δεμένο και ελλιμενισμένο σύμφωνα με τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και εμπειρίας, στο λιμάνι του Πίσω Λιβαδιού Μάρπησσας Πάρου, με την πλώρη του δεμένη στο ντόκο του λιμανιού, στην τελευταία θέση του μώλου και στη δυτική πλευρά αυτού, που του είχε υποδειχθεί από τις τοπικές λιμενικές αρχές, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι το αναλυτικά περιγραφόμενο ζημιογόνο σκάφος με την ονομασία «…» είναι ιστιοφόρο, τουριστικό, ελληνικής σημαίας, ανήκει στον εναγόμενο και είχε εκναυλωθεί σε ένα ζευγάρι Γερμανών από τη ναυλομεσίτρια – broker εταιρία με την επωνυμία «…». Ότι στις 19-6-2012 το ως άνω σκάφος «…», ιδιοκτησίας του εναγόμενου, που είχε κατά το χρόνο αυτό εκναυλωθεί στο γερμανό κυβερνήτη του, πλέοντας, για να καταπλεύσει στο ανωτέρω λιμάνι για να προσδέσει, εξαιτίας των ειδικότερα περιγραφόμενων στην αγωγή λανθασμένων χειρισμών και παραλείψεων του προφανώς άπειρου και απρόσεκτου κυβερνήτη και ναυλωτή του σκάφους, ο οποίος απώλεσε τον έλεγχο του πλου και του σκάφους, έπεσε ακυβέρνητο πάνω στην εξωλέμβια μηχανή του δικού του σκάφους «…», προκαλώντας φθορές, καθόσον χτύπησε το κατώτερο μέρος της μηχανής, μάρκας …, σπάζοντας ένα μέρος της στο πόδι αυτής και δη το πτερύγιο αντισπηλαίωσης, το οποίο είναι εγκατεστημένο στο κέλυφος του ποδιού της μηχανής και καταστράφηκε εντελώς. Ότι το σπασμένο τμήμα του κελύφους αναζητήθηκε στο βυθό της θάλασσας, κάτω και γύρωθεν του σκάφους, αλλά δεν βρέθηκε, με συνέπεια να είναι αδύνατη η συγκόλληση του σπασμένου τμήματος του σκάφους, η οποία όμως δεν ενδείκνυται σε κάθε περίπτωση για τους αναλυτικά εκτιθέμενους στην αγωγή λόγους, με αποτέλεσμα να είναι ασύμφορη η επισκευή της ζημίας, διότι θα κόστιζε περισσότερα χρήματα από την τοποθέτηση καινούριου ανταλλακτικού και να μην είναι εγγυημένη η ορθή λειτουργία του, αλλά να επιβάλλεται ως πιο συμφέρουσα η αντικατάσταση ολόκληρου του ποδιού της μηχανής με καινούριο ανταλλακτικό, για την οποία η πιο οικονομική προσφορά, που έλαβε ο ενάγων, ανερχόταν στο ποσό των 8.122 ευρώ. Ότι ούτε ο εναγόμενος ούτε η ναυλομεσίτρια του ζημιογόνου σκάφους έφεραν αντιρρήσεις σχετικά με την αποκλειστική υπαιτιότητα του γερμανού κυβερνήτη του σκάφους ως προς την πρόκληση της ως άνω ζημίας, αναγνωρίζοντας την ευθύνη τους για την άμεση αποκατάστασή της και ότι κατόπιν σχετικής συνεννόησης με τη ναυλομεσίτρια του σκάφους και σε συμφωνία με τη συνεργαζόμενη ασφαλιστική εταιρεία που διαχειρίζεται την απαίτηση και έχοντας την έγκριση των ανωτέρω, προέβη στην αγορά και τοποθέτηση του ανωτέρω ανταλλακτικού της μηχανής με δικές του δαπάνες, τις οποίες θα κατέβαλε η ασφαλιστική εταιρεία με την επίδειξη των τιμολογίων και με βάση τη γνωστοποιηθείσα σε αυτούς προσφορά. Ότι για την αποκατάσταση της ανωτέρω ζημίας κατέβαλε α) το ποσό των 7.698,92 ευρώ για την αγορά του περιγραφόμενου στην αγωγή καινούριου ανταλλακτικού, β) το ποσό των 100,92 ευρώ για την αμοιβή του τεχνικού για την τοποθέτησή του και δη δαπάνησε συνολικά το ποσό των 7.799,84 ευρώ και στις 6-12-2012 απέστειλε μέσω της ναυλομεσίτριας στο ασφαλιστικό πρακτορείο τα τιμολόγια επισκευής. Ότι ο εναγόμενος, ως πλοιοκτήτης και προστήσας τον κυβερνήτη άλλως ναυλωτή του σκάφους του, όφειλε να είχε ελέγξει τις ικανότητες του περί χειρισμού του σκάφους σύμφωνα με τους κανόνες της ναυτικής σχέσης και να δώσει οδηγίες ασφαλούς πλου και προσεγγίσεως στο λιμένα για πρόσδεση, πράγμα που δεν έπραξε, με συνέπεια την επέλευση του ένδικου ατυχήματος, για το οποίο ευθύνεται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 84 και 235 επ. ΚΙΝΔ, για την αποκατάσταση της προαναφερόμενης ζημίας που προκλήθηκε στο σκάφος του ενάγοντος. Ότι από την ανωτέρω πρόσκρουση προέκυψε και άλλη ζημία, που δεν ήταν προφανής εκείνο το χρονικό διάστημα, καθώς είχε ανελκύσει το σκάφος του για την επισκευή και δη ότι το ηλεκτρονικό – υδραυλικό σύστημα, με το οποίο ανυψώνεται η εξωλέμβια μηχανή, δεν λειτουργεί όπως λειτουργούσε, διότι, ενώ ανύψωνε τη μηχανή σε 11 δευτερόλεπτα πριν από την πρόσκρουση, τώρα αυτή ανυψώνεται σε 22 δευτερόλεπτα, γεγονός που είναι εμφανές τόσο αυτοτελώς όσο και σε σχέση με τη διπλανή δίδυμη μηχανή, που ανυψώνεται σε 11 δευτερόλεπτα, ενώ τίθεται και θέμα ασφάλειας, καθώς, αν χρειαστεί για οποιοδήποτε λόγο να σηκώσει τις μηχανές του, η μηχανή που υπέστη το μηχάνημα, ανυψώνεται σε διπλάσιο χρόνο και ότι για την αποκατάσταση της ζημίας αυτή απαιτείται η καταβολή συνολικού ποσού 3.985 ευρώ, με βάση τη ληφθείσα από τον ενάγοντα σχετική προσφορά εξουσιοδοτημένου συνεργείου. Ότι εξαιτίας των ανωτέρω ζημιών που υπέστη από το ένδικο ατύχημα, η αξία του σκάφους του έχει υποστεί μείωση, υπολογιζόμενη σε 10% τουλάχιστον και δη στο ποσό των 17.000 ευρώ, με βάση την αξία του σκάφους, ύψους 170.000 ευρώ, κατά το χρόνο του συμβάντος. Ότι εξαιτίας του προπεριγραφόμενου περιστατικού, αυτός (ενάγων) υπέστη ηθική βλάβη, διότι αφενός στερήθηκε τις καλοκαιρινές διακοπές του, διότι δεν μπόρεσε να κάνει χρήση του σκάφους του και αφετέρου ενεπλάκη σε μια εξοντωτική γραφειοκρατική διαδικασία για την επισκευή του, για την αποκατάσταση της οποίας (ηθική βλάβη) πρέπει να του επιδικασθεί χρηματική ικανοποίηση, ποσού 3.000 ευρώ. Με βάση αυτό το ιστορικό, ο ενάγων ζητεί να α) υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει για τις ανωτέρω αιτίες, άλλως με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, το συνολικό ποσό των (7.799,84 + 3.985 + 17.000 + 3.000 =) 31.784,84 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της ημέρας του ατυχήματος και επελεύσεως της ζημίας, άλλως το επιμέρους ποσό των 7.799,84 ευρώ νομιμοτόκως από την 4-12-2012 (ημερομηνία πληρωμής των τιμολογίων, οπότε και οχλήθηκε ο εναγόμενος), άλλως ολόκληρο το ποσό από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, β) να απαγγελθεί προσωπική κράτηση σε βάρος του εναγόμενου, διαρκείας μέχρι ενός έτους, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης, λόγω της αδικοπραξίας, γ) να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, δ) να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.

  1. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η ένδικη αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 1, 7, 8, 9, 10, 13, 14 παρ. 2, 22 ΚΠολΔ και 51 παρ.1 και 3Β περι ιστ΄ του ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς, με τη σημείωση ότι το παρόν Δικαστήριο καθίσταται αποκλειστικώς κατά τόπον αρμόδιο για ολόκληρο το Νομό Αττικής), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 215 επ. ΚΠολΔ). Η υπό κρίσιν αγωγή τυγχάνει ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 235 επ., 241 ΚΙΝΔ και 297, 298, 345, 346, 914 ΑΚ, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 907, 908, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, εκτός από τα ακόλουθα: α) Το κύριο αίτημα περί επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. β) Το παρεπόμενο αίτημα περί καταβολής τόκων από την επομένη της ημερομηνίας του ατυχήματος (19-6-2012) είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθόσον επί σύγκρουσης πλοίων, τόκοι επιδικάζονται από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και όχι από την επέλευση της ζημίας, επειδή ο οφειλέτης δεν περιέρχεται σε κατάσταση υπερημερίας πριν από την όχληση (ΠΠρΠ 824/1994 Ε.Ναυτ.Δ.1995, σελ. 26), ενώ η ως άνω ημερομηνία δεν αποτελεί «δήλη ημέρα», υπό την έννοια του άρθρου 341 παρ. 1 ΑΚ, εν προκειμένω δε ο ενάγων δεν επικαλείται όχληση του εναγόμενου προς πληρωμή κατά την ως άνω ημερομηνία, κατ’ άρθρο 340 ΑΚ (ΑΠ 1058/1988 Ε.Ε.Ν. 1989/533, ΑΠ 286/1986 ΕλλΔνη 27/1111, ΕφΘεσ 171/1995 Δ.Ε.Ε. 1995/ 531). γ) Η ερειδόμενη στις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού επικουρική βάση της αγωγής είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι η από το άρθρο 904 ΑΚ αγωγή του αδικαιολογήτου πλουτισμού είναι επιβοηθητικής ουσιαστικά φύσεως και μπορεί να ασκηθεί, μόνον όταν λείπουν οι προϋποθέσεις της αγωγής από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία, εκτός αν θεμελιώνεται σε πραγματικά περιστατικά διαφορετικά ή πρόσθετα από εκείνα, στα οποία στηρίζεται η αγωγή από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία και δεν συγχωρείται έστω και επικουρικώς (δικονομικά) ασκούμενη, εφόσον στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίζεται η αγωγή, από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία (βλ. ΑΠ 104/2003 ΔΕΕ 2004/460). Μετά ταύτα, η υπό κρίσιν αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, εφόσον για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις του (βλ. τα υπ’ αριθ. … διπλότυπο είσπραξης Δ.Ο.Υ. Γ΄ Πειραιά με τα επικολλημένα σε αυτό κινητά ένσημα).

(Γ) Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται απομαγνητοφωνημένες στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, από όλα τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία εκτιμώνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα  (άρθρα 436 επ. ΚΠολΔ) είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336, 395 ΚΠολΔ), εφόσον επιτράπηκε η εμμάρτυρη απόδειξη, από την υπ’ αρ. πρωτ. … έκθεση αξιολόγησης στοιχείων του ναυπηγού μηχανικού Δημητρίου Γ. Βουρνάζου, η οποία ως ιδιωτική γνωμοδότηση εκτιμάται ελεύθερα (άρθρο 390 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 αρ. 4 ΚΠολΔ), από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρο 444 αρ. 1 περ. γ ΚΠολΔ),  καθώς και από τις ομολογίες των διαδίκων, όπως αυτές συνάγονται από τις έγγραφες προτάσεις τους (άρθρο 261 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων τυγχάνει ιδιοκτήτης και κάτοχος ενός ταχύπλοου πλαστικού σκάφους, τύπου G. W. 305 E., με την ονομασία «…», το οποίο έχει ολικό μήκος 9,30 μέτρα, μέγιστο πλάτος 3,22 μ., μηχανοκίνητο, κινούμενο με δύο εξωλέμβιες μηχανές Β/Κ, τύπου …, μοντέλου …, μέγιστης ισχύος 350 ΗΡ, με αριθμό εγγραφής Ν.Π. 1070 Ε΄. Ο ενάγων αγόρασε το ανωτέρω σκάφος τον Ιούνιο του έτους 2008 από την επιχείρηση με την επωνυμία «Β. ΚΗΡΥΚΟΣ ΕΠΕ – ΣΚΑΦΗ», αντί συνολικού ποσού 180.000 ευρώ (151.260,50 ευρώ το κόστος αγοράς συν ΦΠΑ 19% 28.739,50). Περαιτέρω, όπως συνομολογεί ο εναγόμενος, αυτός είναι ιδιοκτήτης ενός σκάφους με την επωνυμία “…”, το οποίο είναι ιστιοφόρο, ολικού μήκους 13,99 μέτρα, τουριστικό (Τ/Ρ), ελληνικής σημαίας, με αριθμό νηολογίου Ν.Π. 9035, Α΄ κλάσης και ΔΔΣ SY 6604, ο οποίος το αγόρασε στις 17-1-2012 από την εταιρεία με την επωνυμία «…». Η ως άνω εταιρεία, ως ναυλομεσίτρια του σκάφους του εναγόμενου το είχε μισθώσει τον Ιούνιο του 2012 σε ένα ζευγάρι γερμανών τουριστών, ένας εκ των οποίων ήταν και ο κυβερνήτης αυτού, κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το κάτωθι περιγραφόμενο συμβάν. Συγκεκριμένα, τον Ιούνιο του 2012, το σκάφος του ενάγοντος βρισκόταν ασφαλώς δεμένο και σύμφωνα με τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και εμπειρίας, ελλιμενισμένο στο λιμάνι του Πίσω Λιβαδιού Μάρπησσας Πάρου, με την πλώρη του δεμένη στο ντόκο του λιμανιού, στη θέση που του είχε υποδειχθεί από τις τοπικές λιμενικές αρχές και συγκεκριμένα στην τελευταία θέση του μώλου, στη δυτική πλευρά αυτού και δη είχε δεθεί με την πλώρη του στον ντόκο του ως άνω λιμανιού, με δύο κάβους δεμένο στην πλώρη του και με δύο σταθερές άγκυρες ριγμένες πίσω και τέσσερα μπαλόνια σε κάθε μπάντα του σκάφους, ενώ οι δύο εξωλέμβιες μηχανές ήταν σηκωμένες έξω από το νερό. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στις 19-6-2012, το σκάφος «…», ιδιοκτησίας του εναγόμενου, το οποίο είχε εκναυλωθεί στον εν λόγω γερμανό υπήκοο κυβερνήτη, πλέοντας, για να καταπλεύσει στο παραπάνω λιμάνι για να προσδέσει σε αυτό, εξαιτίας λανθασμένων χειρισμών του ως άνω κυβερνήτη και ναυλωτή του σκάφους, ο οποίος, αντίθετα με τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και κατά παράβαση των κανόνων ασφαλείας, έχασε τον έλεγχο του πλου και το υπό τη διακυβέρνησή του σκάφος, με συνέπεια να πέσει αυτό ακυβέρνητο πάνω στην εξωλέμβια μηχανή του σκάφους του ενάγοντος, προκαλώντας της φθορές, καθόσον έσπασε ένα τμήμα της μηχανής. Συγκεκριμένα, ο κυβερνήτης του ιστιοφόρου «…», ιδιοκτησίας του εναγόμενου, έτριψε το τιμόνι και ήρθε σε γωνία 45 μοιρών με το σκάφος του ενάγοντος, πέφτοντας λοξά με τα πλαϊνά του και δη από μπροστά, με τα πλαϊνά αριστερά έξαλλά του και χτύπησε την αριστερή εξωλέμβια μηχανή, ήτοι αυτή που βρισκόταν προς τη μεριά της ανοικτής θάλασσας μηχανή και ειδικότερα χτύπησε το κατώτερο μέρος της μηχανής, μάρκας …, ήτοι το πόδι αυτής, σπάζοντας και το πτερύγιο αντισπηλαίωσης, το οποίο είναι εγκατεστημένο στο κέλυφος του ποδιού της μηχανής και καταστράφηκε ολοσχερώς. Σημειώνεται ότι το ως άνω ζημιογόνο σκάφος, ιδιοκτησίας του εναγόμενου, ενώ είχε ήδη εισέλθει σε λιμάνι, δεν είχε φροντίσει να τοποθετήσει προστατευτικά μπαλόνια, για να αποφύγει ή να μειώσει τις ζημίες από τυχόν πρόσκρουση, ούτε μείωσε την ταχύτητά του, ώστε να δύναται να κάνει ελεγχόμενους χειρισμούς, ούτε είχε τοποθετήσει άνθρωπο στην πλώρη, για να βοηθήσει στην πρόσδεση, τα ανωτέρω δε μαρτυρούν προφανή απειρία του κυβερνήτη του σκάφους, που προέβη στους προπεριγραφόμενους εσφαλμένους χειρισμούς. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά δεν αμφισβητούνται από τον εναγόμενο και συνεπώς, υπαίτιος για το ως άνω ατύχημα είναι ο ως άνω ναυλωτής – κυβερνήτης του σκάφους του, με αποτέλεσμα την επέλευση της ανωτέρω ζημίας στο σκάφος του ενάγοντος. Περαιτέρω, μετά το ανωτέρω ατύχημα, ο ενάγων επισκέφθηκε διάφορα εξουσιοδοτημένα συνεργεία της εταιρείας …, αλλά διαπίστωσε ότι η ανάπλαση ή συγκόλληση του τμήματος, που έχει σπάσει και έλειπε στο κάτω μέρος του ποδιού (πτερύγιο σπηλαίωσης) της εξωλέμβιας μηχανής …, μοντέλου …, δεν ήταν δυνατή, διότι το τμήμα που έλειπε ήταν μεγάλο και επειδή στο σημείο αυτό ασκείται μεγάλη πίεση από το νερό, επρόκειτο να ξανασπάσει σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, οπότε δεν ήταν δυνατό να παρασχεθεί καμία εγγύηση για τη σωστή επισκευή του, όπως προκύπτει από τη σχετική βεβαίωση του Αναστασίου Δημητριάδη – εξουσιοδοτημένου μηχανικού εξωλέμβιων μηχανών …. Τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον εναγόμενο, ότι δηλαδή επρόκειτο για μια μικρής εκτάσεως βλάβη, κυρίως οπτικού και όχι μηχανολογικού χαρακτήρα και ότι δεν ήταν επιβεβλημένη η αντικατάσταση ολόκληρου του ποδιού της μηχανής, αλλά μπορούσε να αποκατασταθεί η βλάβη μόνο με τη συγκόλληση του αποσπασθέντος τμήματος και η συναφής ένσταση του εναγόμενου περί συνυπαιτότητας του ενάγοντος κατά ποσοστό 90%, είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμα, καθόσον από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού αποδείχθηκε η ουσιαστική βασιμότητα του αγωγικού ισχυρισμού, δηλαδή ότι η πλέον ενδεδειγμένη μηχανολογικά και οικονομικά λύση ήταν η αντικατάσταση ολόκληρου του σχετικού τμήματος της μηχανής (lower unit case) και όχι η συγκόλλησή του. Συγκεκριμένα, τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από τις προσκομιζόμενες από τον εναγόμενο α) από 19-11-2014 επιστολή του πραγματογνώμονα για σκάφη αναψυχής Ulrich Brunner και β) υπ’ αρ. πρωτ. ΔΒ/κμ … έκθεση αξιολόγησης στοιχείων του ναυπηγού μηχανικού Δημητρίου Βουρνάζου, καθόσον στην μεν πρώτη (επιστολή) αναφέρεται απλώς ότι είναι δυνατή η επισκευή του εξαρτήματος UW, με επαγγελματικό και κατάλληλο τρόπο, δίχως οπτικές και τεχνικές ατέλειες, χωρίς όμως να τεκμηριώνεται με πειστικό τρόπο για ποιο λόγο αντενδείκνυται η αντικατάσταση ολόκληρου του ως άνω τμήματος της μηχανής σε σχέση με τη συγκόλλησή του αποσπασθέντος τμήματος, στη δε δεύτερη (έκθεση αξιολόγησης) γίνεται λόγος μόνο για την αξία του σχετικού ανταλλακτικού και δεν γίνεται καμία μνεία σχετικά με την ανάγκη πλήρους αντικατάστασης ή απλής συγκόλλησης. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι αντίθετα από τα υποστηριζόμενα από τον εναγόμενο, από την από 20-6-2013 σχετική βεβαίωση του Α. Μ. – Καθηγητή στην Έδρα Στοιχείων Μηχανών του Πολυτεχνείου του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης – Διευθυντή του Εργαστηρίου Στοιχείων Μηχανών προκύπτουν τα ακόλουθα αναφορικά με το ζήτημα της αντικατάστασης των κωνικών γραναζιών του συστήματος μετάδοσης του σκάφους του ενάγοντος: Όλοι οι τύποι κωνικών γραναζιών, με σπειροειδή οδόντωση, με ασύμβατους άξονες, δεν μπορούν να τοποθετηθούν με τον ίδιο απλό τρόπο, όπως οι ελικοειδής και μετωπικοί οδοντωτοί τροχοί και θα έπρεπε να συναρμολογηθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να διασφαλίσουν τη βέλτιστη κατανομή του φορτίου ανάμεσα στα εμπλεκόμενα δόντια, ομαλή λειτουργία και συνεπακόλουθα αθόρυβη λειτουργία, καθώς και την αξιολογημένη επάρκεια φορτίου και συγκεκριμένα, θα έπρεπε οι μικροί οδοντωτοί τροχοί να ρυθμιστούν σε αξονική κατεύθυνση σχετική με τους οδοντωτούς τροχούς, ώστε να επιτύχουν την σωστή αντίδραση και φορτίο, προφανώς όμως, αυτή η ρύθμιση καλύτερα είναι να γίνει στο εργαστήριο του κατασκευαστή του συστήματος μετάδοσης και για το λόγο αυτό, ο ως άνω μηχανικός συνιστούσε την αντικατάσταση ολόκληρου του συστήματος μετάδοσης του σκάφους και όχι μόνο των γραναζιών. Εξάλλου, τα ανωτέρω επιρρωνύονται από την κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης, σημειωτέον δε ότι ακόμη και ο μάρτυρας ανταπόδειξης Δ. Β. κατέθεσε ότι στην Ελλάδα δεν πραγματοποιείται η σχετική επισκευή, ήτοι η συγκόλληση του αποσπασθέντος τμήματος του ποδιού της μηχανής και ότι αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει μόνο στο εξωτερικό και συνεπώς, ορθώς έγινε η εν λόγω αντικατάσταση στην Ελλάδα.  Κατόπιν τούτων, συνάγεται ότι η πλέον ενδεδειγμένη ενέργεια για την αποκατάσταση της προπεριγραφόμενης ζημίας ήταν η αντικατάσταση του κάτω μέρους (lower unit) σε κινητήρα …, για την οποία ο ενάγων έλαβε σχετικές προσφορές, η πιο συμφέρουσα των οποίων προσδιόρισε το κόστος για την αγορά καινούριου κάτω μέρους (lower unit) σε κινητήρα … από την εταιρεία με την επωνυμία «… στο ποσό των 8.002,86 ευρώ και το κόστος εργασίας για την αντικατάσταση του κάτω μέρους (lower unit) σε κινητήρα … στο ποσό των 120,00 ευρώ και συνολικά στο ποσό των 8.122,86 ευρώ (βλ. τις σχετικές προσφορές της επιχείρησης … – …). Εν συνεχεία, ο ενάγων ήρθε σε συνεννόηση με τη Γ. Κ., που εργάζεται στην ως άνω ναυλομεσίτρια εταιρεία «…» για το ζήτημα της αποκατάστασης της ζημίας με την αντικατάσταση του κατεστραμμένου τμήματος, η οποία, κατόπιν συνεννόησης  με τη συνεργαζόμενη ασφαλιστική εταιρεία, επικοινώνησε με την εταιρεία «…», που είναι εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της YAMAHA, από την οποία ενημερώθηκε ότι η σχετική προσφορά ανέρχεται στο ως άνω ποσό των 8.122,86 ευρώ, διότι η μηχανή, που υπέστη τη ζημία (… ίπποι, οκτώ κύλινδροι, με μηχανή 5,5 λίτρων), ήταν η πιο ισχυρή και η πιο ακριβή εξωλέμβια μηχανή της γραμμής παραγωγής και το μέρος που υπέστη τη ζημία περιέχει το κιβώτιο ταχυτήτων (gear box) και τον άξονα (shafts) και πρέπει να γίνει παραγγελία αυτής ως ένα εξάρτημα  (βλ. τα προσκομιζόμενα μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας). Κατόπιν τούτων, ο ενάγων προέβη στην απαραίτητη παραγγελία για την αποκατάσταση της προπεριγραφόμενης ζημίας, για την οποία δαπάνησε το ποσό των (6.637 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. 16% 1.061,92 ευρώ =) 7.698,92 ευρώ για την αγορά lower unit για κινητήρα … και το ποσό των (87,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. 16% 13,92 ευρώ) = 100,92 ευρώ για την τοποθέτηση (αντικατάσταση) του ως άνω ανταλλακτικού, ήτοι δαπάνησε το συνολικό ποσό των  (7.698,92 + 100,92 =) 7.799,84 ευρώ, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα υπ’ αρ. 2/4-12-2012 δελτίο αποστολής – τιμολόγιο για την πώληση αγαθών και το υπ’ αρ. 5/4-12-2012 τιμολόγιο για την παροχή υπηρεσιών της επιχείρησης επισκευής – εμπορίας σκαφών & ανταλλακτικών τους του Γ. Ι. Κ.. Ο ισχυρισμός του εναγόμενου, ότι το πραγματικό συνολικό κόστος για την ανωτέρω αντικατάσταση του ποδιού της μηχανής δεν ξεπερνά το ποσό των 3.700 ευρώ και ότι το αιτούμενο από τον ενάγοντα ποσό των 7.799,84 ευρώ είναι απορριπτέο ως προς το υπερβάλλον, είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθόσον από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού προκύπτει ότι ο ενάγων πήρε τις σχετικές προσφορές από εταιρεία εξουσιοδοτημένη από την YAMAHA, που είναι η εταιρεία κατασκευής της μηχανής και η πλέον αρμόδια για την παροχή των σχετικών πληροφοριών και την προμήθεια του απαραίτητου ανταλλακτικού. Εξάλλου, από τα προαναφερθέντα συνάγεται ότι όλες οι ενέργειες του ενάγοντος έλαβαν χώρα, κατόπιν συνεννόησης με την ως άνω ναυλομεσίτρια εταιρεία, που είχε προβεί στη ναύλωση του ζημιογόνου σκάφους και σε συνεννόηση μέσω αυτής με τη συνεργαζόμενη ασφαλιστική εταιρεία.. Συμπληρωματικά πρέπει να αναφερθεί ότι ακόμη και ο μάρτυρας ανταπόδειξης Δ. Β. κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ότι η αξία του εν λόγω ανταλλακτικού, μαζί με τα έξοδα μεταφοράς του από το εξωτερικό (δεδομένου ότι εισάγεται από τη Γερμανία, που τα εισάγει από την Ιαπωνία), υπολογίζεται στο ποσό των 6.500 ευρώ περίπου, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α, ενώ η τοποθέτηση του ανταλλακτικού κοστολογείται στο ποσό των 200-250 ευρώ. Κατόπιν τούτων, ο ενάγων δικαιούται να αξιώσει από τον εναγόμενο το συνολικό ποσό των 7.799,84 ευρώ, που κατέβαλε για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας, που υπέστη από την προαναφερόμενη πρόσκρουση του ζημιογόνου σκάφους του εναγόμενου στο δικό του σκάφος, απορριπτομένων ως ουσιαστικά αβάσιμων των περί του αντιθέτου υποστηριζόμενων από τον εναγόμενο. Περαιτέρω, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι εξαιτίας της προαναφερόμενης πρόσκρουσης προέκυψε και άλλη ζημία, που δεν ήταν προφανής κατά το χρονικό διάστημα που αυτή επήλθε, ήτοι κατά το χρόνο του ατυχήματος, καθόσον είχε ανελκύσει το σκάφος για την επισκευή του και συγκεκριμένα, ότι το ηλεκτρονικό – υδραυλικό σύστημα, με το οποίο ανυψώνεται η εξωλέμβια μηχανή, δεν λειτουργεί όπως λειτουργούσε, ήτοι ενώ ανύψωνε τη μηχανή σε 11 δευτερόλεπτα, τώρα αυτή ανυψώνεται σε 22 δευτερόλεπτα, γεγονός που είναι εμφανές τόσο αυτοτελώς όσο και σε σχέση με τη διπλανή δίδυμη μηχανή, που ανυψώνεται σε 11 δευτερόλεπτα, ενώ τίθεται και θέμα ασφάλειας, καθώς, αν χρειαστεί για οποιοδήποτε λόγο να σηκώσει τις μηχανές του, η μηχανή που υπέστη το μηχάνημα, ανυψώνεται σε διπλάσιο χρόνο και ότι για την αποκατάσταση της ζημίας αυτή απαιτείται η καταβολή του αιτούμενου κονδυλίου, ποσού 3.985 ευρώ. Προς το σκοπό αυτό, ο ενάγων προσκομίζει τη ληφθείσα τον Απρίλιο 2013 σχετική προσφορά της επιχείρησης … – …, στην οποία αναφέρεται ότι λίγες ημέρες μετά την αντικατάσταση του κάτω τμήματος της μηχανής που έγινε το Δεκέμβριο του 2012, παρατήρησε ότι το σύστημα ανύψωσης της μηχανής, που είχε υποστεί τη ζημία, χρειάζεται το διπλάσιο χρόνο ανύψωσης σε σχέση με τη διπλανή μηχανή, που δεν έχει πληγεί από την πρόσκρουση (22 δευτερόλεπτα αντί 11 δευτερολέπτων) και ότι παρά την τεχνική προσπάθεια που έγινε για τον εντοπισμό της αιτίας του προβλήματος (εξαέρωση του συστήματος, καλιμπράρισμα), το πρόβλημα παραμένει και χρειάζεται η αντικατάστασή του με νέο σύστημα ανύψωσης της μηχανής. Εντούτοις, η ανωτέρω βεβαίωση είναι γενική και αόριστη, καθόσον δεν προκύπτει από αυτή με σαφήνεια ποια είναι η μηχανολογική επίδραση της επικαλούμενης καθυστέρησης ανύψωσης της μηχανής στο όλο σύστημα λειτουργίας της και για ποιο λόγο είναι αναγκαία ολόκληρη η αντικατάσταση του συστήματος ανύψωσης και δεν είναι εφικτή η επισκευή του, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά σε θέμα ασφάλειας της λειτουργίας της μηχανής, όπως αβάσιμα υποστηρίζει ο ενάγων, ούτε τεκμηριώνεται με σαφή τρόπο η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της επικαλούμενης βλάβης και της προπεριγραφόμενης πρόσκρουσης, πολλώ δε μάλλον εφόσον αυτή αποκαλύφθηκε σε μεταγενέστερο χρόνο και θα μπορούσε να οφείλεται σε άλλη αιτία. Εξάλλου, επισημαίνεται ότι από τότε που ο ενάγων ισχυρίζεται ότι εκδηλώθηκε η εν λόγω βλάβη (Δεκέμβριος του 2012) μέχρι το χρόνο άσκησης της αγωγής (Νοέμβριος του 2013), μεσολάβησε ικανό χρονικό διάστημα, προκειμένου να συλλέξει ο ενάγων τα ανωτέρω απαραίτητα για την τεκμηρίωση της στοιχεία, πλην όμως, αυτός (ενάγων) ουδέποτε ενημέρωσε στη σχετική αλληλογραφία, που έλαβε χώρα μετά το ατύχημα, αλλά και μέχρι το χρόνο άσκησης της αγωγής, τον εναγόμενο ή την ως άνω ναυλομεσίτρια εταιρεία ή τη συνεργαζόμενη ασφαλιστική εταιρεία για την ύπαρξη της επικαλούμενης ζημίας, προκειμένου να μπορέσουν και αυτοί να διερευνήσουν το είδος, την έκταση και τα αίτια της επικαλούμενης βλάβης και το κόστος της τυχόν απαιτούμενης επισκευής. Επίσης, στην ανωτέρω προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα βεβαίωση του Γ. Κ. ουδόλως διευκρινίζεται ποιο είναι το ανταλλακτικό που θα χρειαστεί για την εν λόγω αντικατάσταση του συστήματος ανύψωσης της μηχανής, η αξία του οποίου αορίστως προσδιορίζεται στο ποσό των 3.805 ευρώ, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στο είδος, μάρκα και προέλευση αυτού. Κατόπιν τούτων, το αγωγικό αίτημα περί καταβολής ποσού 3.985 ευρώ για την ως άνω πρόσθετη ζημία είναι απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο. Επίσης, απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο είναι και το αίτημα καταβολής ποσού 17.000 ευρώ λόγω της επικαλούμενης από τον ενάγοντα μείωσης της αξίας του σκάφους του, καθόσον εν προκειμένω, υπήρξε πλήρης αντικατάσταση του παραπάνω τμήματος της μηχανής με καινούριο ανταλλακτικό και συνεπώς, δεν τεκμηριώνεται η μείωση της συνολικής αξίας του σκάφους για το λόγο αυτό, πολλώ δε μάλλον εφόσον δεν προέκυψε η ύπαρξη και άλλης πρόσθετης ζημίας της μηχανής του σκάφους του ενάγοντος, κατά τα προαναφερθέντα. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από την προσκομιζόμενη βεβαίωση του Γ. Κ., καθόσον σε αυτήν αόριστα αναφέρεται ότι η αξία του σκάφους μειώθηκε κατά ποσοστό 10% εξαιτίας του ατυχήματος, χωρίς να αναφέρεται κανένα προσδιοριστικό στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει με σαφήνεια ότι παρά την πλήρη αντικατάσταση του ως άνω τμήματος της μηχανής με καινούριο ανταλλακτικό, επήλθε μείωση της αξίας όλου του σκάφους και όχι μόνο της μηχανής του, η οποία αποτελεί ξεχωριστό και αποσπώμενο τμήμα του εν λόγω σκάφους, που μπορεί να αλλάξει για διάφορους λόγους με την πάροδο του χρόνου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένδικη αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως κατ` ουσία βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 7.799,84 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, καθόσον δεν προέκυψε όχληση του ίδιου του εναγόμενου από τον ενάγοντα σε προγενέστερο χρόνο και δη από την 4-12-2012 (χρόνος έκδοσης των προαναφερόμενων τιμολογίων – δελτίου αποστολής και παροχής υπηρεσιών). Ωστόσο, το αίτημα περί της κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, διότι δεν αποδείχθηκε ότι η καθυστέρηση της εκτέλεσης μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, ούτε ότι συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, με βάση και το σχετικό αίτημά του, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγόμενου, κατά το μέρος της ήττας του (άρθρα 178, 191§2 του ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των επτά χιλιάδων επτακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ και ογδόντα τεσσάρων λεπτών του ευρώ (7.799,84 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγόμενου μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του, στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις………………………………….

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ