ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 3357 /2015
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Τακτική Διαδικασία)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Ιουνίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον Πειραιά, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της, Στυλιανής Ακριτίδου.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Μ. Λ., νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία δεν παραστάθηκε και 2) εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην Β., νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Στυλιανού Λιαρομμάτη.
Η ασκηθείσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών από 25-1-2010 (υπ’ αύξ. αριθ. πράξεως καταθέσεως …) αγωγή φέρεται προς συζήτηση στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία αυτή εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, με την υπ’ αριθ. έκθ. κατ. … κλήση της ενάγουσας, κατόπιν εκδόσεως της υπ’ αριθ. 6379/2014 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας εξαφανίστηκε, ως εκδοθείσα από αναρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστήριο, η δεχόμενη την ως άνω αγωγή υπ’ αριθ. 1504/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, και παραπέμφθηκε η εν λόγω αγωγή προς εκδίκαση σε πρώτο βαθμό ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), ως αρμοδίου για να τη δικάσει.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με την υπ’ αριθ. έκθ. κατ. … κλήση προς συζήτηση η ασκηθείσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών από 25-1-2010 (υπ’ αύξ. αριθ. πράξεως καταθέσεως …) αγωγή, κατόπιν εκδόσεως της υπ’ αριθ. 6379/2014 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας εξαφανίστηκε, ως εκδοθείσα από αναρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστήριο, η δεχόμενη την ως άνω αγωγή υπ’ αριθ. 1504/2012 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, και παραπέμφθηκε η εν λόγω αγωγή προς εκδίκαση σε πρώτο βαθμό ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), ως αρμοδίου για να τη δικάσει. Από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …, την οποία νομίμως προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπ’ αριθ. έκθ. κατ. … κλήσης μετά πράξεως ορισμού δικασίμου και κλήσεως προς συζήτηση της από 25-1-2010 υπ’ αριθ. πράξεως καταθέσεως … αγωγής για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, νομίμως και εμπροθέσμως επιδόθηκε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς (άρθρα 122 επ., 134 παρ. 1, 136 παρ. 1, 228, 229 ΚΠολΔ) ως εκ της καταστατικής έδρας της α΄ εναγομένης στην Μονρόβια της Λιβερίας. Επισημαίνεται ότι η Λιβερία δεν έχει υπογράψει ούτε έχει προσχωρήσει στην από 15-11-1965 Διεθνή Σύμβαση της Χάγης «Για την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξώδικων πράξεων που αφορούν αστικές και εμπορικές υποθέσεις», η οποία έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν. 1334/1983 και εξακολουθεί να ισχύει για επιδόσεις προς συμβαλλόμενα Κράτη εκτός Ευρωπαϊκής Ενώσεως {για επιδόσεις προς Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ισχύει από 13-11-2008 ο Κανονισμός (Ε.Κ.) 1.393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2007, με τις εξαιρέσεις και τους περιορισμούς που αναφέρονται σε αυτόν}, και ως εκ τούτου αρκεί για το νομότυπο της επιδόσεως προς πρόσωπα με κατοικία ή διαμονή ή έδρα στο κράτος αυτό η κατ’ άρθρο 134 παρ. 1 ΚΠολΔ πλασματική επίδοση προς τον εισαγγελέα του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η δίκη, η δε επίδοση θεωρείται συντελεσθείσα μόλις παραδοθεί το επιδοτέο έγγραφο στον αρμόδιο εισαγγελέα, ανεξαρτήτως του χρόνου αποστολής και παραλαβής του από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται (ΑΠ 110/2001 ΕλλΔνη 42. 1586). Η α΄ εναγομένη, όμως, δεν εμφανίσθηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και, επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην [άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄ 165/25-07-2011)]. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 249 ΚΠολΔ, εάν η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται ολικώς ή εν μέρει από την ύπαρξη ή την ανυπαρξία έννομης σχέσης ή την ακυρότητα ή τη διάρρηξη μιας δικαιοπραξίας, που συνιστά αντικείμενο μιας άλλης δίκης, η οποία είναι εκκρεμής ενώπιον πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου ή από ζήτημα που πρόκειται να κριθεί ή κρίνεται από διοικητική αρχή, το δικαστήριο δύναται αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζήτησης, εωσότου περατωθεί τελεσιδίκως ή αμετακλήτως η άλλη δίκη ή εωσότου εκδοθεί από τη διοικητική αρχή απρόσβλητη απόφαση. Από τη διατύπωση και την έννοια της διάταξης αυτής, η οποία έχει θεσπισθεί προς αποτροπή εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων, αλλά και για την ικανοποίηση της αρχής της οικονομίας της δίκης (ΕφΑθ 6771/1999 ΕλλΔνη 41. 1389, ΕφΠειρ 396/1989 ΝοΒ 28. 522, Β. Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση, Τ. Β΄, 1994, υπό το άρθρο 249, αριθ. 5), σαφώς συνάγεται ότι: α) εναπόκειται στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου να διατάξει την αναβολή ή να προχωρήσει περαιτέρω στην έρευνα της διαφοράς, όταν για το ίδιο θέμα υπάρχει άλλη πολιτική δίκη εκκρεμής ενώπιον του ιδίου ή άλλου δικαστηρίου, ανεξαρτήτως βαθμού, μεταξύ των ιδίων ή διαφόρων προσώπων, επί σκοπώ εναρμονίσεως της δικαστικής κρίσης σχετικά με το ίδιο ζήτημα ή εξ άλλου λόγου, που αφορά στην ορθή εκτίμηση της διαφοράς (ΕφΑθ 6470/1991 ΕλλΔνη 33. 910), β) η αναβολή ή, κατά νομική ακριβολογία, αναστολή της δίκης (ΑΠ 215/1999 ΕλλΔνη 40. 635, ΕφΑθ 6771/1999 όπ. π.), χωρεί μετά από αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, όταν υφίσταται εκκρεμές στα ως άνω δικαστήρια ή τη διοικητική αρχή προδικαστικό ζήτημα της δίκης που διεξάγεται ενώπιόν του. Δηλαδή, εάν το ζήτημα αυτό συναρτάται με κάποια έννομη σχέση, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση ή την εξακολούθηση της ισχύος του επιδίκου δικαιώματος και προβλέπεται, περαιτέρω, ότι η αυτοτελής, στη δεύτερη αυτή δίκη, διάγνωση του προδικαστικού ζητήματος θα γίνει ταχύτερα και ασφαλέστερα και κατ’ αυτόν τον τρόπο θα συντελέσει στην επιτάχυνση της πορείας της δίκης που θα αναβληθεί και γ) όταν ο νόμος απαιτεί την εξάρτηση της αναβολής από άλλες έννομες σχέσεις, προϋποθέτει ύπαρξη δεσμού νομικής αναγκαιότητας ανάμεσά τους, ώστε να μην είναι δυνατή η διάγνωση της επίδικης διαφοράς χωρίς να κριθεί η υποκείμενη έννομη σχέση (Β. Βαθρακοκοίλης, όπ. π., Τ. Β΄, 1994, υπό το άρθρο 249, αριθ. 2). Πάντως, για την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης δεν είναι αναγκαίο να προκύπτει δέσμευση δεδικασμένου από την απόφαση του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η άλλη δίκη, αλλά αρκεί οποιαδήποτε άλλη πραγματική εξάρτηση της προς διάγνωση διαφοράς, όπως στην περίπτωση που η απόφαση του άλλου δικαστηρίου θα συνεκτιμηθεί απλώς στα πλαίσια της αποδεικτικής διαδικασίας (ΕφΑθ 3220/2003 ΕλλΔνη 44. 1410, 370/1993 ΕλλΔνη 35. 492, Β. Βαθρακοκοίλης, όπ. π., Τ. Β΄, 1994, υπό το άρθρο 249, αριθ. 9). Η με βάση τη διάταξη του άρθρου 249 ΚΠολΔ εκδοθείσα απόφαση είναι μη οριστική (ΑΠ 217/2005 ΕλλΔνη 47. 450, ΕφΑθ 632/1994 ΕλλΔνη 37. 393), δυναμένη να ανακληθεί οποτεδήποτε, η δε σχετική κρίση περί της συνδρομής των προϋποθέσεων που προβλέπονται από τη διάταξη αυτή, εκφεύγει του αναιρετικού ελέγχου (ΑΠ 215/1999 όπ. π.). Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα εκθέτει, με την κρινόμενη αγωγή της, ότι, δυνάμει συμβάσεως που συνήψε με τη δεύτερη εναγομένη στις 3-6-2009, ανέλαβε ως υπεργολάβος την εκτέλεση έργου που η τελευταία είχε αναλάβει ως εργολήπτρια εταιρεία, ήτοι τον έλεγχο των συστημάτων αυτοματισμού του ανήκοντος στην πλοιοκτησία της εταιρείας με την επωνυμία «…», πλοίου Μ/Τ …, με σημαία Νήσων Μάρσαλ, αριθμό ταυτότητας πλοίου (ΙΜΟ) …· ότι εν συνεχεία εξέδωσε και απέστειλε στη δεύτερη εναγομένη το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, για την επίσκεψη τεχνικού για τον έλεγχο των συστημάτων αυτοματισμού επί του ως άνω πλοίου, ποσού 666,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ· ότι η δεύτερη εναγομένη της ζήτησε την ακύρωση του ανωτέρω τιμολογίου και την επανέκδοση αυτού, ως και κάθε μελλοντικού τιμολογίου που θα αφορά το συγκεκριμένο έργο, στην επωνυμία της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, διαβεβαιώνοντάς την (ενάγουσα) δια του …, ο οποίος ενεργούσε κατά δήλωσή του για λογαριασμό αμφότερων των εναγομένων εταιρειών, ως πρόεδρος αυτών, ότι η πρώτη εναγομένη είναι φερέγγυα και αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει το σύνολο του συμφωνηθέντος ανταλλάγματος από την ένδικη σύμβαση και ότι μαζί μ’ αυτή (α΄ εναγομένη) θα εξακολουθούσε να ευθύνεται και η ίδια (β΄ εναγομένη) για την εξόφληση του συμφωνηθέντος συνολικού ποσού· ότι μετά ταύτα ακύρωσε το επίδικο ως άνω τιμολόγιο και στη θέση αυτού εξέδωσε το υπ’ αριθ. 35/15-6-2009 τιμολόγιο, ποσού 666,00 ευρώ πλέον ΦΠΑ, στο όνομα της α΄ εναγομένης, η οποία και το εξόφλησε στις 19-8-2009· ότι ακολούθως εξέδωσε, για τις διενεργηθείσες εκ μέρους της εργασίες στα πλαίσια του αναληφθέντος ως άνω έργου, στην επωνυμία της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, τα αναφερόμενα στο δικόγραφο τιμολόγια παροχής υπηρεσιών και αγοράς των απαιτούμενων υλικών. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εταιρείες, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να της καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστη το ανεξόφλητο υπόλοιπο των επίδικων τιμολογίων, συνολικού ύψους 33.296,40 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, για έκαστο επιμέρους ποσό, από τη συμφωνηθείσα ρητώς ως δήλη ημέρα πληρωμής του αντίστοιχου τιμολογίου, άλλως από τις 17-11-2009 (χρόνος εξώδικης οχλήσεως), επικουρικά δε από την επίδοση της αγωγής. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση, με την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 46 εδ. β΄ ΚΠολΔ, ως εκ της παραπομπής της υπό κρίση υπόθεσης προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος ειδικού τμήματος ναυτικών διαφορών του Δικαστηρίου τούτου, δυνάμει της ως άνω υπ’ αριθ. 6379/2014 τελεσίδικης παραπεμπτικής απόφασης του Εφετείου Αθηνών), πλην όμως το Δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχει εν προκειμένω νόμιμος λόγος αναβολής (ορθότερα αναστολής) της παρούσας δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 249 ΚΠολΔ, διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, η ενάγουσα έχει ασκήσει εναντίον του … του Γεωργίου, προσωπικά και ως νομίμου εκπροσώπου των νυν εναγόμενων εταιρειών, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα), την από 18-12-2014 και με αριθμό καταθέσεως … αγωγή της (εκδικασθείσα στο ακροατήριο του εν λόγω Δικαστηρίου στις 17-3-2015), με την οποία, εκτός των άλλων, ζητεί να υποχρεωθεί αυτός να της καταβάλει το αιτούμενο και με την κρινόμενη αγωγή, ανεξόφλητο υπόλοιπο των επίδικων τιμολογίων, συνολικού ύψους 33.296,40 ευρώ, επικαλούμενη ότι ευθύνεται και ο ίδιος εις ολόκληρον με την πρώτη εδώ εναγόμενη εταιρεία για την αποπληρωμή του ανωτέρω ποσού, ως ομόρρυθμος εταίρος αυτής, η οποία λειτουργεί, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της (ενάγουσας), ως εν τοις πράγμασι εταιρεία, έχουσα την πραγματική της έδρα στην Ελλάδα, όπου και ασκεί εμπορική δραστηριότητα, χωρίς όμως να έχουν τηρηθεί γι’ αυτή (πρώτη εδώ εναγόμενη εταιρεία) οι διατυπώσεις ίδρυσης που επιτάσσει το ελληνικό δίκαιο. Επομένως, δεδομένου ότι η διάγνωση της ένδικης εν προκειμένω διαφοράς εξαρτάται εν πολλοίς από την ύπαρξη και λειτουργία της επικαλούμενης από την ενάγουσα έννομης σχέσης της ανωτέρω σύμβασης μίσθωσης έργου, η οποία συνιστά αντικείμενο και της εκκρεμούς ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα) ως άνω δίκης, πρέπει, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα νομική σκέψη της παρούσας και γενομένου δεκτού του σχετικού αιτήματος της β΄ εναγομένης, να διαταχθεί η αναβολή της συζήτησης της υπό κρίση αγωγής μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της ασκηθείσας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα) από 18-12-2014 και με αριθμό καταθέσεως … αγωγής της εδώ ενάγουσας εναντίον του … του Γεωργίου, προκειμένου να εναρμονιστεί η δικαστική κρίση και να αποτραπεί η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων επί των καταγομένων με την ένδικη αγωγή προς διάγνωση ζητημάτων. Τέλος, δεν θα επιδικασθεί δικαστική δαπάνη, διότι η απόφαση είναι μη οριστική (άρθρο 191 παρ. 1 ΚΠολΔ), ενώ παράβολο ανακοπής ερημοδικίας για την απολειπόμενη α΄ εναγομένη δεν ορίζεται, διότι ναι μεν με το εν λόγω τακτικό ένδικο μέσο προσβάλλονται και μη οριστικές αποφάσεις, υπό την προϋπόθεση όμως της συνδρομής εννόμου συμφέροντος προς τούτο (βλ. και ΕφΑθ 975/1983 ΕλλΔνη 24. 1014), στην προκειμένη δε περίπτωση τέτοιο συμφέρον δεν υφίσταται.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης εναγομένης και κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την αναβολή της συζήτησης της υπό κρίση αγωγής, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της ασκηθείσας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Ναυτικό Τμήμα) από 18-12-2014 και με αριθμό καταθέσεως … αγωγής.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις 31-8-2015, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ