ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2847/2022
(ΓΑΚ/ΕΑΚ 2343/1074/2021)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Γεώργιο Ξυνόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη – Εισηγήτρια, Ελένη Μπαντή, Πρωτοδίκη, και από τη γραμματέα Ελένη Δαβράδου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, την 11η Ιανουαρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: …, ατομικά και υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Φ. Μ., κατοίκου ομοίως ως άνω, για την οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της, δυνάμει της από 31.8.2021 εξουσιοδότησης, κατ’ άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, Μελίνα Μουζουράκη του Γεράσιμου-Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ …, κάτοικος Αθήνας (…), που δεν προσκόμισε γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών, διότι σύμφωνα με την από 6.9.2021 δήλωσή της δεν υποχρεούται σ’ αυτό κατ’ άρθρο 82 παρ. 2 ΚώδΔικηγ, παρά μόνο την υπ’ αριθ. … απόδειξη αγοράς ενσήμων ΔΣΑ, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2… κατοίκου………., οδός … ατομικά και υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας της πρώτης εναγόμενης, 3) Ε… κατοίκου…….., οδός …, υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστή της πρώτης εναγόμενης, για τους οποίους κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος τους, δυνάμει του υπ’ αριθ. … πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Πειραιά Αλεξάνδρας Βενιέρη, Ελένη Δημονίτσα του Νικολάου (…), κάτοικος Αθήνας (οδός Ιθάκης αριθ. 14), που προσκόμισε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, και εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από την ίδια ως άνω πληρεξούσια δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 28.4.2021 με ΓΑΚ 2343/28.4.2021 και με ΕΑΚ 1074/28.4.2021 αγωγή, η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, με την από 7.12.2021 Πράξη ορισμού σύνθεσης και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε. Οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 115 ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, «1. Η διαδικασία πριν από τη δημόσια συνεδρίαση και έξω από το ακροατήριο είναι πάντοτε έγγραφη. 2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 237 και 238 στον πρώτο βαθμό, καθώς και στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας η προφορική συζήτηση είναι υποχρεωτική. 3. Με την επιφύλαξη των υποθέσεων των μικροδιαφορών, η κατάθεση προτάσεων είναι υποχρεωτική», ενώ κατά το άρθρο 237 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, «Μέσα σε εκατό (100) ημέρες από την κατάθεση της αγωγής οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές. Μέσα στην ίδια προθεσμία κατατίθενται το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής, καθώς και τα πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους κατά το άρθρο 96. Το δικαστικό ένσημο κατατίθεται το αργότερο μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης. Η παραπάνω προθεσμία παρατείνεται κατά τριάντα (30) ημέρες για όλους τους διαδίκους αν ο εναγόμενος ή κάποιος από τους ομοδίκους του διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής». Περαιτέρω, από τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου 271 ΚΠολΔ, όπως οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου αυτού ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, συνάγεται ότι αν ο εναγόμενος δεν λάβει μέρος κανονικά στη δίκη και διαπιστωθεί, κατόπιν αυτεπάγγελτης έρευνας του δικαστηρίου, ότι η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σε αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα, η υπόθεση συζητείται ερήμην του και θεωρούνται ομολογημένοι όλοι οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί του ενάγοντος, εκτός αν πρόκειται για γεγονότα για τα οποία δεν επιτρέπεται ομολογία. Ως κανονική συμμετοχή στη δίκη νοείται στην τακτική διαδικασία η εμπρόθεσμη κατάθεση προτάσεων. Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα με την προσθήκη στις προτάσεις της ισχυρίζεται ότι η υπόθεση πρέπει να συζητηθεί ερήμην των εναγόμενων, διότι οι τελευταίοι δεν έλαβαν κανονικά μέρος στη δίκη, καθώς δεν κατέθεσαν προτάσεις εντός της οριζόμενης με το άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας των εκατό ημερών, ενώ δεν συντρέχει περίπτωση παρέκτασης της προθεσμίας κατά τριάντα ημέρες, για τον λόγο ότι η πρώτη εναγόμενη γερμανική εταιρεία διατηρεί από τη σύστασή της την πραγματική της έδρα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στον Πειραιά. Ο ισχυρισμός αυτός της ενάγουσας τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι κατά την προκριτέα άποψη η οριζόμενη με το άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμία των εκατό ημερών για την κατάθεση των προτάσεων παρεκτείνεται σε κάθε περίπτωση κατά τριάντα ημέρες για όλους τους διαδίκους όταν η έδρα του εναγόμενου νομικού προσώπου βρίσκεται στην αλλοδαπή, ανεξάρτητα από το εάν το νομικό πρόσωπο διατηρεί γραφείο ή υποκατάστημα στην Ελλάδα και ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας ή διαμονής του νόμιμου εκπροσώπου του ή από τον τόπο στον οποίο διενεργήθηκε η επίδοση. Υπέρ της προκριτέας αυτής άποψης, εφόσον ο νόμος δεν διακρίνει, συνηγορούν προεχόντως σταθμίσεις ασφάλειας δικαίου, ενόψει μάλιστα του ότι εάν η διοίκηση του εναγόμενου νομικού προσώπου βρίσκεται στην αλλοδαπή, τότε στον τόπο αυτόν θα ληφθούν και οι κρίσιμες αποφάσεις για την υπεράσπιση της υπόθεσης, σε συνδυασμό με το ότι η κατοικία, η διαμονή ή ο τόπος της επαγγελματικής απασχόλησης του νόμιμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου είναι ευχερές να μεταβληθεί χωρίς την τήρηση ορισμένου τύπου, ενώ, αντίθετα, η μεταβολή της έδρας του νομικού προσώπου συνδέεται με αυξημένες προϋποθέσεις δημοσιότητας. Η αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα κατέληγε σε εξάρτηση της διάρκειας της προθεσμίας για την κατάθεση προτάσεων από κριτήριο αβέβαιο και ασαφές, διότι η παρέκταση της προθεσμίας του άρθρου 237 παρ. 1 ΚΠολΔ θα καταλειπόταν στη διακριτική ευχέρεια του ενάγοντος, ο οποίος θα επέλεγε τον τόπο επίδοσης του δικογράφου (πρβλ. ΠΠρΠειρ 3988/2019, προσκομιζ., δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με παραπομπή στην Εισήγηση Γιαννόπουλου Π., Επίκουρου Καθηγητή ΔΠΘ στο επιμορφωτικό σεμινάριο ΕΣΔΙ της 27ης.4.2018 «Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί», με θέμα: «Ερμηνευτικά προβλήματα και αλληλεπίδραση της νέας τακτικής διαδικασίας με τον Κανονισμό 1393/2007», σελ. 16 – 17). Επομένως, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, οι εναγόμενοι, από τους οποίους η πρώτη εδρεύει κατά το καταστατικό της στο …, κατέθεσαν εμπρόθεσμα προτάσεις εντός της οριζόμενης με το άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας των εκατόν τριάντα ημερών από την κατάθεση της αγωγής, διότι η αγωγή κατατέθηκε στις 28.4.2021 (βλ. τη συνημμένη στο αγωγικό δικόγραφο έκθεση κατάθεσης δικογράφου) και οι προτάσεις τους κατατέθηκαν στις 6.10.2021 (βλ. τη σχετική επισημείωση επί των προτάσεων της Γραμματέα του Πρωτοδικείου), απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού της ενάγουσας.
Όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 286 περ. α΄, 287, 289, 290, 291 και 292 ΚΠολΔ, η δίκη διακόπτεται με τον θάνατο κάποιου από τους διαδίκους, επέρχεται δε η διακοπή από τη γνωστοποίηση του λόγου αυτής προς τον αντίδικο, που μπορεί να γίνει από πρόσωπο που δικαιούται να επαναλάβει τη δίκη ή από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του διαδίκου, στο πρόσωπο του οποίου επήλθε η διακοπή. Η δίκη που διακόπηκε μπορεί να επαναληφθεί, είτε εκούσια με ρητή ή σιωπηρή δήλωση του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή είτε αναγκαστικά με πρόσκληση του αντιδίκου του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή, ο οποίος μπορεί, και χωρίς να έχει προηγηθεί η γνωστοποίηση σ’ αυτόν του λόγου της διακοπής, μη επικαλούμενος την έλλειψη της γνωστοποίησης και θεωρώντας τη δίκη διακοπείσα, να επισπεύσει την επανάληψη της δίκης, τηρώντας τη διαδικασία που διαγράφεται στο άρθρο 291 ΚΠολΔ, δηλαδή κοινοποιώντας δικόγραφο για επανάληψη της δίκης στον διάδικο υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή, ο οποίος, στην περίπτωση διακοπής συνεπεία θανάτου του διαδίκου, είναι μόνον ο καθολικός διάδοχος του αποβιώσαντος διαδίκου (κληρονόμος του). Η γνωστοποίηση του λόγου διακοπής γίνεται με επίδοση δικογράφου ή με τις προτάσεις ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή εκτός του ακροατηρίου κατά την επιχείρηση της διαδικαστικής πράξης. Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 286, 287 και 290 ΚΠολΔ προκύπτει, εκτός άλλων, ότι στην περίπτωση διακοπής της δίκης λόγω θανάτου διαδίκου, διάδικος υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή είναι ο καθολικός διάδοχός του (κληρονόμος), ο οποίος υπεισέρχεται αυτοδικαίως στην έννομη σχέση της δίκης, καθώς θα δεσμεύεται από το δεδικασμένο και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, και δικαιούται να επαναλάβει τη διακοπείσα διαδικασία (ΟλΑΠ 22/2000, ΑΠ 882/2020, ΑΠ 1314/2010 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3119/1987 ΕλλΔνη 1988.1607). Για τη συνέχιση της δίκης με δήλωση του κληρονόμου δεν είναι αναγκαίο να προηγηθεί δήλωση φόρου κληρονομίας (ΑΠ 12/1996 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 940/1996 ΕλλΔνη 1997.889) ή να παρέλθει η προθεσμία αποποίησης της κληρονομίας, αφού η δήλωση επαναλήψεως της δίκης ενέχει σιωπηρή αποδοχή της κληρονομίας του θανόντος διαδίκου (ΠΠρΗλείας 44/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη διεξαγωγή της Υποχρεωτικής Αρχικής Συνεδρίας Διαμεσολάβησης (ΥΑΣΔ), που έλαβε χώρα στις …, κατ’ άρθρο 7 παρ. 4 ν. 4640/2019, με παράσταση αμφοτέρων των αντιδίκων μερών δια των νομικών παραστατών τους, η πληρεξούσια δικηγόρος του ενάγοντος …, Μελίνα Μουζουράκη του Γεράσιμου-Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ …, γνωστοποίησε ότι αυτός απεβίωσε στις 19.7.2021 και ότι η διακοπείσα δίκη συνεχίζεται από τη χήρα του, …, ατομικά και υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της …, καθόσον αυτές τυγχάνουν οι μοναδικές εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του …. Προς απόδειξη της νομιμοποίησής τους στην παρούσα δίκη ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αρχικώς ενάγοντος, η χήρα του … προσκόμισε κατά την ΥΑΣΔ και προσκομίζει επικαλούμενη και με τις προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: α) το υπ’ αριθ. Πρωτ. … απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου εκδοθέντος από το Ληξιαρχείο του δήμου Αγίας Παρασκευής, β) το υπ’ αριθ. Πρωτ. …… πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Γραφείου Δημοτικής Κατάστασης του δήμου Καλλιθέας ν. Αττικής, γ) το υπ’ αριθ… πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης της Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, δ) το υπ’ αριθ. …… πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Αθηνών, καθώς και ε) το υπ’ αριθ. … πιστοποιητικό περί μη αποποίησης της Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου. Εξάλλου, οι εναγόμενοι δεν αμφισβητούν την ιδιότητα της … ως καθολικών διαδόχων του αρχικού διαδίκου …, του λόγου της επαγωγής και του κληρονομικού τους μεριδίου. Με βάση τα ανωτέρω, δεν δημιουργούνται αμφιβολίες στο Δικαστήριο σε σχέση με τη νομιμοποίησή τους και, συνεπώς, νομίμως η … συνεχίζει την ανοιγείσα δίκη, ατομικά και υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της …. Τέλος, για το παραδεκτό της συζήτησης της υπό κρίση αγωγής, που επιδόθηκε στους εναγόμενους εντός της τασσόμενης κατ’ άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …, τηρήθηκε η διαδικασία της έγγραφης ενημέρωσης του ενάγοντος από την πληρεξούσια δικηγόρο του για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με διαμεσολάβηση, κατ’ άρθρο 3 παρ. 2 ν. 4640/2019, όπως προκύπτει από το από 1.4.2021 σχετικό έγγραφο, νομίμως υπογεγραμμένο, ενώ πραγματοποιήθηκε και η Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης, όπως προεκτέθηκε, για την οποία προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως από τα διάδικα μέρη το από … Πρακτικό της διαπιστευμένης διαμεσολαβήτριας …
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 303 ΑΚ, όποιος έχει τη διαχείριση μιας ολικά ή μερικά ξένης υπόθεσης, εφόσον η διαχείριση συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες, έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει. Υποχρέωση για λογοδοσία μπορεί να γεννηθεί από οποιαδήποτε σύννομη σχέση (ενοχικού ή εμπραγμάτου ή άλλου δικαιώματος), δηλαδή υποχρεώνεται σε λογοδοσία προς εκείνον την περιουσία ή την υπόθεση του οποίου διαχειρίστηκε όποιος από οποιαδήποτε αιτία, είτε από το νόμο είτε από σύμβαση (π.χ. εντολή, εταιρεία) ή από οιονεί σύμβαση (διοίκηση αλλοτρίων) ή από διάταξη τελευταίας βουλήσεως, διαχειρίστηκε ξένη, ολικά ή μερικά, περιουσία (ή έστω και μια υπόθεση) η οποία συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες. Για τον σκοπό αυτό, ο δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και των εξόδων, καθώς και ό,τι προκύπτει από την αντιπαράθεση αυτή και να επισυνάψει τα δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται (ΑΠ 1263/2010 ΧρΙΔ 2011.447). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, με την οποία καθιερώνεται η γενική υποχρέωση για εξώδικη ή δικαστική λογοδοσία, εκείνου, στο πρόσωπο του οποίου συγκεντρώνονται οι προϋποθέσεις του νόμου και ρυθμίζεται ο τρόπος κατά τον οποίο θα εκπληρωθεί στην πράξη η υποχρέωση λογοδοσίας, ο δοσίλογος οφείλει να ανακοινώσει στον δεξίλογο έγγραφο λογαριασμό για τις διαχειριστικές πράξεις και για τον χρόνο για τον οποίο ζητείται η λογοδοσία, όπου πρέπει να αναγράφονται λεπτομερώς τα έσοδα και τα έξοδα που έχουν πραγματοποιηθεί κατά τον χρόνο της διαχείρισης, καθώς και το κατάλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά των δύο σκελών του λογαριασμού, ακόμη δε να επισυνάψει και τα δικαιολογητικά έγγραφα, εφόσον η έκθεσή τους συνηθίζεται, κατά τρόπο ώστε να παρέχεται στον δεξίλογο πλήρης εικόνα της υπόθεσης που διαχειρίστηκε αυτός (δοσίλογος) και να διευκολύνεται έτσι ο έλεγχος των επί μέρους κονδυλίων (ΑΠ 360/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1122/2006 ΝοΒ 2007.382, ΕφΑθ 5224/2008 ΕλλΔνη 2010.825). Εάν ο δοσίλογος δεν προβαίνει εξωδίκως σε ανακοίνωση προς τον δεξίλογο λογαριασμού ή εάν ο λογαριασμός, που ανακοίνωσε ο δοσίλογος, δεν είναι σαφής, ορισμένος και λεπτομερειακός, για όλο το χρονικό διάστημα της διαχείρισης, δεν εκπληρώνεται η ως άνω υποχρέωση του δοσίλογου, ο δε δεξίλογος δικαιούται να επιδιώξει την εκπλήρωση της υποχρέωσης του δοσίλογου για ανακοίνωση του λογαριασμού με αγωγή, στην οποία εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 473 – 477 ΚΠολΔ. Για την πληρότητα της ιστορικής βάσης της αγωγής αυτής αρκεί το γεγονός ότι ο δοσίλογος διαχειρίστηκε υπόθεση ολικά ή μερικά του δεξιλόγου με βάση οποιαδήποτε μεταξύ τους έννομη σχέση (ΑΠ 360/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δεν είναι απαραίτητο στοιχείο ούτε η κατάθεση του λογαριασμού, δηλαδή των κατ’ ιδίαν εισπράξεων και δαπανών, αφού αυτά είναι καταρχήν άγνωστα στον ενάγοντα, θα προκύψουν δε από τους λογαριασμούς, παρατηρήσεις και αντιπαρατηρήσεις που θα υποβληθούν, αλλά αρκεί το γεγονός της de facto διαχειρίσεως ξένης περιουσίας. Η σχετική δε δίκη λογοδοσίας διέρχεται δύο στάδια καθώς και ένα άλλο, που μεσολαβεί μεταξύ των δύο τούτων, ήτοι το προπαρασκευαστικό του δευτέρου σταδίου. Κατά το πρώτο στάδιο ερευνάται από το δικαστήριο αν ο εναγόμενος έχει υποχρέωση λογοδοσίας και αν μεν τούτο συνομολογείται, εκδίδεται μη οριστική απόφαση, με την οποία υποχρεώνεται ο δοσίλογος (εναγόμενος) όπως εντός ορισμένης προθεσμίας, καταθέσει α) έγγραφο λογαριασμό που θα παράσχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων της υπόθεσης που διαχειρίστηκε, ως και το από την αντιπαράθεση αυτή προκύπτον κατάλοιπο, καθώς και β) και τις σχετικές με αυτά (έσοδα – έξοδα) δικαιολογητικές αποδείξεις, εφόσον τούτο συνηθίζεται από τον τόπο, όπου γίνεται η διαχείριση. Η κατάθεση δε αυτών γίνεται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου και συντάσσεται σχετική έκθεση. Αν ο εναγόμενος δεν καταθέσει το λογαριασμό, η απόφαση που έχει εκδοθεί γίνεται οριστική ως προς την υποχρέωση λογοδοσίας και, όταν τελεσιδικήσει, μπορεί να εκτελεστεί ως προς τις διατάξεις της για τη χρηματική ποινή και την προσωπική κράτηση. Αν όμως ο εναγόμενος συμμορφωθεί προς την απόφαση και καταθέσει λογαριασμό ή κατάλογο με όλα τα σχετικά έγγραφα, η δίκη προχωρεί στο δεύτερο στάδιο, όπου ερευνώνται τα κονδύλια του λογαριασμού (άρθρο 475 παρ. 2 ΚΠολΔ), εκδίδεται μη οριστική απόφαση που υποχρεώνει τον ενάγοντα δεξίλογο να αποδείξει τις εισπράξεις και τον εναγόμενο δοσίλογο τις δαπάνες και την αναγκαιότητά τους, ενώ, εξάλλου, αν για τη διευκρίνιση, εκκαθάριση, συσχέτιση των διαφόρων αμφισβητουμένων κονδυλίων του λογαριασμού απαιτούνται ειδικές γνώσεις λογιστικής, το Δικαστήριο διατάζει και τη διενέργεια σχετικής πραγματογνωμοσύνης. Μετά δε τη διεξαγωγή των αποδείξεων εκδίδεται οριστική απόφαση και η διαφορά επιλύεται. Συνεπώς, απαραίτητη προϋπόθεση για την επακολούθηση του δεύτερου σταδίου, είναι η τήρηση της προδικασίας από τον εναγόμενο δοσίλογο, δηλαδή η εκπλήρωση της υποχρέωσης προς λογοδοσία, που υλοποιείται με την κατάθεση του λογαριασμού και των σχετικών εγγράφων (ΑΠ 978/1997, ΑΠ 402/1996, ΕφΠατρ 173/2021 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 185/1998 ΕλλΔνη 1998.1390, ΠΠρΠειρ 2002/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, στο πεδίο των ναυτικών εμπορικών συναλλαγών η σύμβαση με αντικείμενο την επ’ αμοιβή διοίκηση της επιχείρησης του πλοίου, δηλαδή την παροχή υπηρεσιών σχετικών με τη διαχείριση της εκμετάλλευσής του από άποψη τεχνική (δηλαδή ως προς τη μέριμνα για τη συντήρηση, τον εξοπλισμό και την επάνδρωση του πλοίου) ή/και εμπορική (δηλαδή ως προς την επιμέλεια της εκναύλωσης, της είσπραξης των ναύλων, της πληρωμής των εξόδων, της εξαγωγής των οικονομικών αποτελεσμάτων και της εν γένει διεκπεραίωσης όλων των υποθέσεων που σχετίζονται με το πλοίο και έχουν οικονομική χροιά), που συνάπτει ο διαχειριστής του πλοίου (συνηθέστατα κεφαλαιουχική εταιρεία) με τον εκμεταλλευόμενο το πλοίο, πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή, αποτελεί μίσθωση ανεξαρτήτων υπηρεσιών, στην οποία εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι περί εντολής διατάξεις των άρθρων 713 επ. ΑΚ (ΤριμΕφΠειρ 269/2016 ΔΕΕ 2016.1536, ΤριμΕφΠειρ 497/2013 ΔΕΕ 2013.824 = ΕΝαυτΔ 2013.110 = ΕΕμπΔ 2013.950, ΜονΕφΠειρ 195/2015 ΔΕΕ 2015.718, ενώ για τη νομική φύση της σύμβασης διαχείρισης γενικότερα βλ. Λ. Αθανασίου, Η σύμβαση διαχείρισης εταιρίας, σε ΕλλΔνη 2004.973 επομ. [979], Στ. Γεωργιάδη, Η σύμβαση διοίκησης και διαχείρισης επιχείρησης [management agreement], σε ΧρΙΔ 2003.603 επομ. [606]). Επομένως, ο διαχειριστής του πλοίου έχει υποχρέωση λογοδοσίας στον αντισυμβαλλόμενό του κατ’ άρθρα 303 και 718 ΑΚ (Α. Αντάπασης, Εκμετάλλευση του πλοίου από τρίτο και προστασία των ναυτικών δανειστών, σε «Η Προστασία των Ναυτικών Δανειστών – Πρακτικά και Εισηγήσεις του 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Ναυτικού Δικαίου 1992», έκδοση ΔΣΠ, 1994, σελ. 437 επομ. [447]) και ευθύνεται απέναντι σ’ αυτόν για κάθε υπαίτια παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεών του (άρθρα 71 και 330 ΑΚ) αλλά και για κάθε αδικοπραξία (άρθρα 71, 914 και/ή 919 ΑΚ) (βλ. ΤριμΕφΠειρ 349/2019, προσκομ., δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά).
Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή ο (αρχικώς) ενάγων εκθέτει ότι, δυνάμει της από 3.12.2018 σύμβασης, ανέθεσε έναντι της αναφερόμενης αμοιβής στην πρώτη εναγόμενη γερμανική εταιρεία, νομίμως εκπροσωπούμενη από τη δεύτερη και τον τρίτο των εναγόμενων, την αποκλειστική διαχείριση του υπό ελληνική σημαία ιστιοφόρου σκάφους αναψυχής «…», του οποίου τυγχάνει κύριος, όπως ειδικότερα αυτό περιγράφεται στο αγωγικό δικόγραφο. Ότι η πρώτη εναγόμενη εδρεύει πραγματικά στον…….., στα γραφεία της ατομικής επιχείρησης που διατηρεί η δεύτερη εναγόμενη, με κοινή δραστηριότητα στις ναυλώσεις σκαφών. Ότι, κατόπιν αιτημάτων του ενάγοντος, οι εναγόμενοι του γνωστοποίησαν οικονομικά στοιχεία σχετικά με τη διαχείριση του σκάφους κατά τα έτη 2019 και 2020, χωρίς, ωστόσο, να επισυναφθεί αναλυτικός κατάλογος των εσόδων – εξόδων που έγιναν για λογαριασμό του συνοδευόμενος από τα αντίστοιχα παραστατικά, ενώ υπήρξε και ανακριβής καταγραφή συγκεκριμένων δαπανών. Ότι ο ενάγων τον Ιανουάριο 2021 κατήγγειλε εγγράφως την ως άνω σύμβαση διαχείρισης, εξαιτίας της αντισυμβατικής συμπεριφοράς τους, και ανακάλεσε τη δοθείσα σ’ αυτούς εντολή, περαιτέρω δε αιτήθηκε έγγραφη λογοδοσία, χωρίς να λάβει ουδέποτε απάντηση των εναγόμενων. Με αυτό το ιστορικό, ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθούν η πρώτη και η δεύτερη των εναγόμενων να του ανακοινώσουν λογαριασμό για το χρονικό διάστημα από τις 3.12.2018 μέχρι τις 27.1.2021, οπότε λύθηκε η σύμβαση διαχείρισης, περιέχοντα αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων, επισυνάπτοντας και τα σχετικά δικαιολογητικά, καθώς και να του καταβάλουν το προκύπτον κατάλοιπο, με την απειλή χρηματικής ποινής 8.000 ευρώ σε βάρος εκάστης εναγόμενης και προσωπικής κράτησης σε βάρος της δεύτερης και του τρίτου των εναγόμενων. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που τυγχάνει καθ’ ύλην αρμόδιο για την εκδίκασή της, διότι πρόκειται για αγωγή λογοδοσίας, στην οποία σωρεύεται παραδεκτά αίτημα για την καταβολή του καταλοίπου που τυχόν προκύψει από τον αιτούμενο λογαριασμό, πλην όμως, δεν ζητείται με αυτή η καταβολή ορισμένου ελλείμματος, για την περίπτωση που δεν θα κατατεθεί ο λογαριασμός αυτός, και, άρα, το αντικείμενό της είναι μη αποτιμητό σε χρήμα, καθώς και κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο [άρθρα 12, 13, 18, 22, 25 παρ. 2, 36, 37 παρ. 1 του ΚΠολΔ (βλ. ΠΠρΡεθυμν 46/2021 Αρμ 2021.2035 και ΠΠρΠειρ 512/1995 ΕΝαυτΔ 1996.34), σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς], το οποίο, άλλωστε, έχει διεθνή δικαιοδοσία για να δικάσει την ανωτέρω αγωγή [άρθρα 1 παρ. 1, 4 παρ. 1, 8 αριθ. 1 και 63 αριθ. 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»]. Εξάλλου, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση και επίλυση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (Κρίσπης, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, Γενικό Μέρος παρ. 2, σελ. 12 επ.), τίθεται ζήτημα εφαρμοστέου δικαίου. Ως προς τη διερεύνηση, λοιπόν, των διαδικαστικών προϋποθέσεων για την έγκυρη έναρξη, διεξαγωγή της δίκης και έκδοσης απόφασης κατ’ ουσία, οι οποίες εξετάζονται πριν από τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δίκαιο (lex fori), το δίκαιο δηλαδή της έδρας του δικάζοντος Δικαστηρίου. Με βάση δε τα εκτιθέμενα περιστατικά που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής, αυτή είναι ερευνητέα στο σύνολό της κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατ’ άρθρο 4 παρ. 4 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 («Ρώμη Ι»), που αντικατέστησε την από 19.6.1980 Σύμβαση της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» και εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνήφθησαν μετά τις 17 Δεκεμβρίου 2009, όπως εν προκειμένω, ως το δίκαιο της χώρας με το οποίο η σύμβαση συνδέεται στενότερα, αφού είναι αυτό που αρμόζει στην ένδικη διαφορά από όλες τις ειδικές συνθήκες και ιδίως από το νηολόγιο του πλοίου (Πειραιάς), την ελληνική σημαία αυτού, την κατοικία του δεύτερου και της τρίτης των εναγόμενων, αλλά και την ιστορούμενη πραγματική έδρα της πρώτης εξ αυτών, του τόπου της διαχειρίσεως και των ελληνικών εν γένει συμφερόντων της επιχειρηματικής δραστηριότητας όλων των διαδίκων (πρβλ. ΠΠρΠειρ 512/1995 ό.π.). Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, σύμφωνα και με τη μείζονα πρόταση, παρά τα όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζουν οι εναγόμενοι, δοθέντος ότι ο αρχικώς ενάγων εκθέτει με σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που απαιτούνται για τη θεμελίωσή της στον νόμο και, συγκεκριμένα, την έννομη σχέση μεταξύ των διαδίκων από την οποία προέκυψε η διαχείριση για την οποία ζητείται λογοδοσία, ενώ δεν είναι αναγκαίος ο ειδικότερος προσδιορισμός των κονδυλίων που αμφισβητούνται, τα οποία σε κάθε περίπτωση εξειδικεύονται για τα επίδικα έτη διαχείρισης. Ακόμα, η αγωγή είναι νόμιμη, κατά τη μείζονα πρόταση, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 303, 361, 713 επ., 718 ΑΚ, 176, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2, 473 και 946 ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι η παροχή εξώδικης λογοδοσίας δεν αρκεί για να αποκλεισθεί η δικαστική λογοδοσία και μόνον η έγκριση της λογοδοσίας αυτής (εξώδικης) αποτελεί καταλυτική της σχετικής αγωγής ένσταση, όπως θα εκτεθεί αναλυτικά κατωτέρω. Για το λόγο αυτό έχει γίνει δεκτό ότι η εξώδικη παροχή λογαριασμού ή η παροχή λογαριασμού, χωρίς τις διατυπώσεις των άρθρων 474 και 475 ΚΠολΔ και χωρίς να γίνει δεκτή από τον δεξίλογο, δεν καθιστά περιττή και απαράδεκτη την αγωγή λογοδοσίας (βλ. ΕφΠειρ 1246/1997 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· Περάκη σε Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, άρθρο 303 αριθ. 9). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι δεν απαιτείται για το αντικείμενό της η καταβολή δικαστικού ενσήμου, ενόψει του ότι δεν προσδιορίζεται το αιτούμενο κατάλοιπο του λογαριασμού.
Η εκούσια ή εξώδικη λογοδοσία, εφόσον εγκριθεί ρητώς ή σιωπηρώς από τον δεξίλογο, συνιστά σύμβαση, η οποία είναι έγκυρη λόγω του απαλλοτριωτού των ιδιωτικών δικαιωμάτων και απαλλάσσει τον δοσίλογο από την υποχρέωση να λογοδοτήσει, αφού είναι πρόδηλο ότι η βούληση των συμβαλλομένων στην καταρτιζόμενη με την ανωτέρω έγκριση σύμβαση είναι ότι θα ισχύει εφεξής μόνο το αποτέλεσμα του λογαριασμού και ότι οι συμβαλλόμενοι δεν θα επανέλθουν στα επί μέρους κονδύλια τούτου. Για το λόγο αυτό, ο δοσίλογος που λογοδότησε εξωδίκως και πέτυχε την έγκριση του λογαριασμού που έδωσε από τον δεξίλογο δεν μπορεί πλέον να υποχρεωθεί δικαστικώς σε νέα λογοδοσία (ΕφΘεσ 828/2008 ΕπισκΕμπΔ 2008.834, ΕφΠειρ 1246/1997 ό.π.). Ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι έθεσε υπόψη του ενάγοντος τους σχετικούς λογαριασμούς τους οποίους ενέκρινε ο τελευταίος πριν από την άσκηση της αγωγής λογοδοσίας αποτελεί ένσταση καταλυτική της αγωγής αυτής. Η ένσταση αυτή για να είναι ορισμένη αρκεί να περιέχει τα απαιτούμενα για την κατάρτιση της πιο πάνω συμβάσεως στοιχεία, δηλαδή ότι ο ενάγων δεξίλογος ενέκρινε τον λογαριασμό που του ανακοίνωσε ο εναγόμενος και αναγνώρισε έτσι το αποτέλεσμα τούτου. Αναφορά των κονδυλίων του λογαριασμού που εγκρίθηκε δεν απαιτείται, αφού η εν λόγω ένσταση στηρίζεται, όπως εκτέθηκε, στη συμφωνία των μερών ότι θα ισχύει εφεξής μόνο το αποτέλεσμα του λογαριασμού και συνακόλουθα ότι δεν θα επανέλθουν οι συμβαλλόμενοι στα επί μέρους κονδύλια τούτου (ΕφΠειρ 1246/1997 ό.π.). Στην προκειμένη περίπτωση, οι εναγόμενοι με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις τους αρνούνται αιτιολογημένα την αγωγή, ισχυριζόμενοι ότι δεν υποχρεούνται σε λογοδοσία, διότι παρείχαν λογαριασμό για τα επίδικα έτη διαχείρισης με αναλυτική αντιπαράθεση εσόδων – εξόδων και ταυτόχρονη επισύναψη των σχετικών δικαιολογητικών, κανονικά και με τον τύπο που συνηθίζεται. Περαιτέρω, αποκρούοντας την αγωγή, υποστηρίζουν ότι ο αρχικώς ενάγων είχε ενημερωθεί αναλυτικά τον μήνα Νοέμβριο εκάστου έτους για τα αποτελέσματα (έσοδα – έξοδα) της διαχείρισης και για μεν το έτος 2019 τα αποδέχθηκε, με συνέπεια την ανανέωση της συμφωνίας διαχείρισης του σκάφους του, για δε το έτος 2020, αν και ενημερώθηκε σχετικά, ο δεξίλογος ενάγων δεν εξόφλησε ούτε ένα από τα εκδοθέντα τιμολόγια, με συνέπεια οι εναγόμενοι να διατηρούν απαιτήσεις σε βάρος του. Ο ισχυρισμός αυτός συνιστά την προαναφερόμενη ένσταση παροχής εξώδικης λογοδοσίας, η οποία είναι ορισμένη κατά το πρώτο σκέλος της (2019), αφού δεν ήταν ανάγκη, όπως αναφέρθηκε, να μνημονεύονται σ’ αυτή τα επί μέρους κονδύλια του λογαριασμού, και νόμιμη, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, πρέπει συνεπώς να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσία. Κατά το δεύτερο, ωστόσο, σκέλος της (2020) η ένσταση είναι αόριστη και απορριπτέα ως απαράδεκτη, καθόσον οι εναγόμενοι δεν ισχυρίζονται ταυτόχρονα ότι υπήρξε έγκριση του ανακοινωθέντος από αυτούς λογαριασμού, που αποτελεί αναγκαίο στοιχείο για το ορισμένο της σχετικής ένστασης. Τέλος, οι εναγόμενοι προβάλλουν ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, επικαλούμενοι ότι η συμπεριφορά του αντισυμβαλλόμενού τους και αρχικώς ενάγοντος υπήρξε καταχρηστική, καθόσον αυτός γνώριζε όλα τα οικονομικά στοιχεία, τα οποία ο λογιστής του λάμβανε ανελλιπώς και καταχωρούσε, είχε τη δυνατότητα παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο της διαχείρισης, ενέκρινε σιωπηρά τα αποτελέσματα του έτους 2019, με συνέπεια την ανανέωση της σύμβασης για το έτος 2020, τους είχε δε δημιουργήσει την πεποίθηση ότι θα κατέβαλλε τα οφειλόμενα για τη διαχείριση του έτους 2020, αντιθέτως, όμως, προέβη αιφνιδιαστικά σε καταγγελία της σύμβασης και μάλιστα αρνήθηκε οποιαδήποτε προσπάθεια συναινετικής επίλυσης της διαφοράς, διαδίδοντας παράλληλα ψευδείς ειδήσεις για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας τους. Η ένσταση αυτή τυγχάνει νόμω αβάσιμη και απορριπτέα, καθόσον, και αληθή υποτιθέμενα τα εν λόγω πραγματικά περιστατικά, δεν δικαιολογούν τη δημιουργία στους εναγόμενους της πεποίθησης ότι ο αρχικώς ενάγων δεν θα τους οχλούσε δικαστικώς για την αιτία αυτή, αντιθέτως μάλιστα προκύπτει με βάση αυτά η επιθυμία δικαστικής επίλυσης της υπό κρίση διαφοράς.
Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη γι’ άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα απόδειξης …, που λήφθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Αγγελικής Μιχαλοπούλου με επιμέλεια της ενάγουσας, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων της (βλ. τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …), από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ανταπόδειξης …, που λήφθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά Αλεξάνδρας Βενιέρη με επιμέλεια των εναγόμενων, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου τους (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου …), καθώς και από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ανταπόδειξης …, που λήφθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά Αλεξάνδρας Βενιέρη με επιμέλεια των εναγόμενων προς αντίκρουση των ισχυρισμών της ενάγουσας, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου τους (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου …), χωρίς να την καθιστά ανυπόστατη η παράλειψη αναφοράς του επαγγέλματός του στην κλήση, καθώς πρόκειται για πρόσωπο γνωστό στην ενάγουσα, λόγω της σχέσης του με τους εναγόμενους (ιδρυτικό μέλος της πρώτης και αδερφός των λοιπών), και τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (ΚΠολΔ 336 παρ. 4), αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Η πρώτη εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία “…” συνιστά εταιρεία περιορισμένης ευθύνης συσταθείσα κατά το γερμανικό δίκαιο με ιδρυτές τη δεύτερη, τον τρίτο των εναγόμενων, που έχουν οριστεί και διαχειριστές της, καθώς και τον -μη διάδικο- …, καταστατική έδρα της είναι το … και έχει ως αντικείμενο εργασιών, μεταξύ άλλων, τη διοργάνωση και εκτέλεση ταξιδίων κάθε είδους, ειδικότερα δε τη ναύλωση γιωτ. Στο πλαίσιο της δραστηριότητας αυτής των εναγόμενων, καταρτίσθηκε μεταξύ της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, νομίμως εκπροσωπούμενης, και του αρχικώς ενάγοντος …, ο οποίος είχε στην ιδιοκτησία του το υπό ελληνική σημαία επαγγελματικό ιστιοφόρο σκάφος αναψυχής “…, έτους κατασκευής 2004 στο ναυπηγείο Jeanneau, υπ’ αριθ. νηολογίου Πειραιά … μ., που ελλιμενιζόταν στη μαρίνα Αλίμου, το από 3.12.2018 συμφωνητικό (“yacht central agency and management agreement”), σύμφωνα με το οποίο η εταιρεία ανέλαβε ως πράκτορας τη ναύλωση και διαφήμιση του ανωτέρω σκάφους για ένα έτος, ήτοι την προώθηση του σκάφους με την παρουσίασή του σε διάφορες εκθέσεις, την εκτύπωση διαφημιστικών, την αποστολή e-mail κ.λπ., αλλά και την παροχή διαδικτυακά πληροφοριών (λ.χ. φωτογραφίες, προφίλ πληρώματος, ημερολόγιο), καθώς και την επικοινωνία και ενημέρωση των υποψήφιων πελατών, κατόπιν συνεννόησης με τον ιδιοκτήτη, για τυχόν ειδικές οικονομικές προσφορές και την παροχή ναυλοσυμφώνων σε συνεργαζόμενους πράκτορες. Ο ιδιοκτήτης ανέλαβε να διατηρεί το σκάφος συνεχώς σε άριστη κατάσταση, συμπεριλαμβανομένου του εσωτερικού και εξωτερικού εξοπλισμού, καθώς και να εξασφαλίζει το αξιόπλοο αυτού, αλλά και την ασφάλισή του. Ο πράκτορας συμφωνήθηκε να εισπράττει για λογαριασμό του ιδιοκτήτη φόρο αντίστοιχο της αξίας του ναύλου για την περιοχή πλεύσης του σκάφους και να τον αποδίδει στην αντίστοιχη υπηρεσία, ενώ ο ιδιοκτήτης συμφωνήθηκε ότι θα πληρώνει στον πράκτορα την προμήθεια, υπολογιζόμενη επί του μικτού ποσού του ναύλου, για κάθε επιβεβαιωμένο ναύλο που αυτός έχει κλείσει. Ανεξάρτητα από την προμήθεια αυτή, ο ιδιοκτήτης επιβαρυνόταν σύμφωνα με το συμφωνητικό με τυχόν προμήθεια στον μεσίτη του, που θα παρακρατείτο από την προκαταβολή με την υπογραφή των ναυλοσυμφώνων. Όλα τα χρήματα που σχετίζονταν με έκαστο επιβεβαιωμένο ναύλο ανέλαβε να τα συλλέγει ο πράκτορας και να τα μεταφέρει καθαρά (όχι μεικτά) στον προδηλωμένο λογαριασμό του ιδιοκτήτη, χωρίς την προμήθεια του πράκτορα. Τέλος, ο πράκτορας ανέλαβε την υποχρέωση να διατηρεί αντίγραφα από τους εκτελεσμένους ναύλους, όπως ναυλοσύμφωνα, ανάλυση εξόδων, για ένα (1) χρόνο μετά την ολοκλήρωση του ναύλου, να επιτρέπει τον έλεγχο των αντιγράφων κατόπιν ενημέρωσης και να παραδίδει τα πρωτότυπα των ναυλοσυμφώνων στον ιδιοκτήτη. Προηγήθηκε της σύναψης του ανωτέρω συμφωνητικού η αποστολή, με το από 31.10.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της εναγόμενης εταιρείας, αναλυτικού υπολογισμού εξόδων, τόσο των πάγιων όσο και για τις απαιτούμενες επισκευές, και πρόβλεψης ναυλώσεων του σκάφους για το έτος 2019. Στο πλαίσιο αυτό λειτούργησε η σύμβαση διαχείρισης, ενώ τέλη Ιουλίου 2019 έκανε ολιγοήμερη χρήση του σκάφους ο ίδιος ο ενάγων. Σημειώνεται ότι η διοίκηση της πρώτης εναγόμενης γερμανικής εταιρείας ασκούνταν καθ’ όλο το χρονικό διάστημα συνεργασίας των διαδίκων από τα γραφεία της -με όμοιο αντικείμενο εργασιών- ατομικής επιχείρησης της δεύτερης εναγόμενης στον Πειραιά, η οποία, ως εκ τούτου, πέραν της ιδιότητάς της ως διαχειρίστριας της πρώτης εναγόμενης, διενεργούσε διαχειριστικές πράξεις ως προς το επίδικο πλοίο και ατομικά. Εξάλλου, στις 6.8.2019 ο τρίτος εναγόμενος απέστειλε στην ήδη ενάγουσα, χήρα του αποβιώσαντος …, …, το υπ’ αριθ… τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, σχετικά με τα «management fees» των μηνών Αυγούστου έως και Δεκεμβρίου 2019, το οποίο η τελευταία προώθησε στον λογιστή της. Στις 2.11.2019 αποδεικνύεται ότι ο τρίτος εναγόμενος απέστειλε στον ενάγοντα την καρτέλα για το έτος 2019, επισημαίνοντας ότι οι ναύλοι δεν ήταν αρκούντως ικανοποιητικοί και τα έξοδα ήταν αυξημένα λόγω της ελλιπούς συντήρησης του σκάφους κατά τα προηγούμενα έτη, ταυτόχρονα δε ανέφερε στο σχετικό e-mail ότι σύντομα θ’ αποστελλόταν στον ενάγοντα μια εκτίμηση των ναύλων για το έτος 2020, για το οποίο τα έξοδα συντήρησης προβλέπονταν κατά πολύ μειωμένα. Στη σχετική καρτέλα τα συνολικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων εργασιών συντήρησης, management fees 2018 – 2019 και τελών μαρίνας Δέλτα, ανέρχονται στο ποσό των 22.168,26 ευρώ, ενώ το οφειλόμενο στον ενάγοντα – ιδιοκτήτη βάσει των ναύλων ποσό ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 21.276,66 ευρώ, υπάρχει επομένως διαφορά 891,60 ευρώ. Δεν προκύπτει, ωστόσο, απάντηση του ενάγοντος στο εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα. Περαιτέρω, η ενόρκως βεβαιώσασα …, εργαζόμενη στην πρώτη εναγόμενη, απέστειλε στον λογιστή του ενάγοντος στα τέλη του Νοεμβρίου 2019 τα ναυλοσύμφωνα του σκάφους, καθώς και το υπ’ αριθ… τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, για την προμήθεια κατά το χρονικό διάστημα 5.10.2019 – 19.10.2019, ύψους 569,82 ευρώ, ενώ τον Δεκέμβριο 2019 το επίδικο σκάφος μεταφέρθηκε από τη μαρίνα Δέλτα στη μαρίνα Λαυρίου “…”. Τέλη Δεκεμβρίου 2019 ο ενάγων ενημερώθηκε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για το κόστος χειμερινής συντήρησης του σκάφους (πλην του ηλεκτρολόγου), ήτοι σχετικά με τα ψυγεία, την αντικατάσταση του teak στο cockpit, την εξαγωγή και τοποθέτηση νέας κόλλας, ελαστικών και αντιηλιακών μεμβρανών, την εγκατάσταση ενός νέου συστήματος για τη συνεχή παρακολούθηση της λειτουργίας των οργάνων του σκάφους κ.ά., με συνολικό κόστος 800 ευρώ, πλέον ετήσιας συνδρομής 300 ευρώ, άνευ ΦΠΑ, ήτοι συνολικά 1.100 ευρώ, από το οποίο θ’ αφαιρείτο το ποσό των 280 ευρώ από την απεγκατάσταση του έως τότε υπάρχοντος boat monitoring system … Το τέλος πλοίου (ΤΕΠΑΗ) για το έτος 2020, ύψους 724,71 ευρώ, κατόπιν συνεννόησης, ανέλαβε να το εξοφλήσει η εναγόμενη. Η συνεργασία των αντιδίκων συνεχίστηκε και κατά το έτος 2020, τον Απρίλιο δε του έτους αυτού προκύπτει ότι απεστάλησαν από την εναγόμενη τιμολόγια στον ενάγοντα διά του λογιστή του, σχετικά με έξοδα που η ίδια ως πράκτορας είχε κάνει. Το κόστος της χειμερινής συντήρησης ανήλθε τελικά, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ 24%, στο συνολικό ποσό των 7.235,81 ευρώ, σύμφωνα με το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, για τις διάφορες εργασίες και επισκευές, και στο ποσό των 5.768,07 ευρώ για τ’ ανταλλακτικά, σύμφωνα με το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο, αμφότερα δε έχουν εκδοθεί από την ατομική επιχείρηση της δεύτερης εναγόμενης, ήτοι το ναυλομεσιτικό γραφείο που διατηρούσε επί της οδού … στον ……κατόπιν της από 2.1.2020 συμφωνίας μεταξύ του … και της δεύτερης εναγόμενης ότι τα έξοδα για τον ελλιμενισμό του σκάφους στη μαρίνα “…” στο …, διάφορες εργασίες στο σκάφος, καθώς και ανταλλακτικά συντήρησης και τυχόν άλλα έξοδα θα τιμολογούνται στη δεύτερη εναγόμενη, η οποία στη συνέχεια θα εκδίδει ανάλογο τιμολόγιο προς εξόφληση στην πλοιοκτήτρια εταιρεία. Με τον τρόπο αυτό, η εν τοις πράγμασι διαχείριση του επίδικου σκάφους από τη δεύτερη εναγόμενη ατομικά αποτυπώθηκε σε έγγραφη συμφωνία, έστω και μόνο για την τιμολόγηση των προαναφερθεισών παροχών – υπηρεσιών. Εξάλλου, για την ανανέωση της ετήσιας συνδρομής … για την περίοδο Ιουνίου 2020-Ιουνίου 2021 εκδόθηκε επίσης από τη … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 180,05 ευρώ, που ήταν εξοφλητέο την 30ή.5.2020. Περαιτέρω, η ίδια εξέδωσε το υπ’ αριθ. … προτιμολόγιο ποσού 2.800 ευρώ για τα έξοδα διαχείρισης περιόδου Ιανουαρίου 2020 – Αυγούστου 2020, το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο συνολικής αξίας 1.768,61 ευρώ για διάφορα υλικά & ανταλλακτικά συντήρησης του σκάφους για το έτος 2020, το υπ’ αριθ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών για τις εργασίες συντήρησης έτους 2020, ποσού 574,99 ευρώ. Ωστόσο, από τον Ιούνιο 2020 διαφαίνεται αμφισβήτηση από την ενάγουσα …, που ασχολείτο πλέον πιο ενεργά με το σκάφος λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας του συζύγου της, σε σχέση με τις πληρωμές στις οποίες προέβαιναν οι εναγόμενοι για λογαριασμό του σκάφους, ανατρέχοντας και στο παρελθόν έτος 2019. Τελικά, με το από 27.10.2020 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μετά και την ολοκλήρωση των ναύλων για τη σαιζόν 2020, ζήτησε συνάντηση με τους εναγόμενους, προκειμένου να γίνει εκκαθάριση των ετών 2019 και 2020 και να διευκρινιστούν οι εργασίες συντήρησης για το επόμενο έτος (2021) και το κόστος τους, ενδεικτικά. Από την πλευρά των εναγόμενων απαντήθηκε ότι είχε ήδη γίνει εκκαθάριση για το έτος 2019, είχε γνωστοποιηθεί στον ενάγοντα και το θέμα «είχε κλείσει» μαζί του, ενώ για το έτος 2020 η εκκαθάριση θα γινόταν εντός του πρώτου δεκαήμερου του Νοεμβρίου, προτάθηκε μάλιστα η συνάντηση να λάβει χώρα στις 9.11.2020. Βέβαια, ο ενάγων … στο από 24.11.2020 e-mail του αναφέρεται σε εκκρεμότητες σχετικά με το 2019, ενδεικτικά ως προς τον ναύλο …, που δεν εμφανίζεται στα έσοδα, ως προς τα τέλη ελλιμενισμού στις μαρίνες Δέλτα και … και ως προς συγκεκριμένα τιμολόγια προμηθευτών για εργασίες επισκευής και συντήρησης του σκάφους, ενώ σε μηνύματα SMS αναγνωρίζει ότι υφίστανται απλήρωτα τιμολόγια για το έτος 2020, τα οποία ο ίδιος οφείλει να εξοφλήσει, χωρίς ειδικότερη αναφορά στο ύψος τους. Σχετικά, ο τρίτος εναγόμενος απέστειλε με το από 29.11.2020 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον ενάγοντα αναλυτική κατάσταση των πραγματοποιηθέντων ναύλων για το έτος 2020, συνολικού ύψους 15.060,35 ευρώ, ταυτόχρονα παρέθεσε κατάλογο των εξόδων, συνολικού ύψους 30.086,51 ευρώ. Σημειώνεται ότι προσκομίζεται μετ’ επικλήσεως από τους εναγόμενους και το από 22.12.2020 έγγραφο της …, στο οποίο αναφέρεται μία σειρά χρεώσεων για το σκάφος … Ακολούθησαν οι από 18.1.2021 και 27.1.2021 εξώδικες δηλώσεις του ενάγοντος προς τους εναγόμενους και τον …, με τις οποίες αυτός, αφού αμφισβήτησε τις εγγραφές που του είχαν παρουσιαστεί στην καρτέλα 2019, και συγκεκριμένα το ύψος των εξόδων, για τα οποία ουδέποτε του παρασχέθηκαν αποδείξεις / τιμολόγια προμηθευτών, αλλά και τα έσοδα από τους ναύλους, καθώς και τα τέλη ελλιμενισμού του σκάφους στις μαρίνες και για τα δύο έτη διαχείρισης, περαιτέρω δε τις δαπάνες εγκατάστασης του ειδικού λογισμικού παρακολούθησης του σκάφους και την εν γένει διαχείριση και επιμέλεια του σκάφους για το έτος 2020 και αφού επισήμανε την προ ολίγων ημερών άρνηση παράδοσης στη σύζυγό του των πρωτότυπων ναυτιλιακών εγγράφων του σκάφους από τον …, με την επίκληση των ανεξόφλητων τιμολογίων – οφειλών για το έτος 2020, ύψους περίπου 14.000 ευρώ, κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση διαχείρισης ανακαλώντας τη σχετική εντολή, αιτήθηκε έγγραφη λογοδοσία για το χρονικό διάστημα από 3.12.2018 έως την ημέρα λύσης της σύμβασης, προκειμένου να συμπεριληφθούν έγγραφες επίσημες αποδείξεις για τις δαπάνες και τις εισπράξεις και ζήτησε την παράδοση του σκάφους με τον εξοπλισμό, τα κλειδιά και τα ναυτιλιακά του έγγραφα. Το σκάφος παραδόθηκε εν τέλει στην ενάγουσα στις 3.3.2021. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι τον Ιούνιο του 2020 αμφισβητήθηκε ρητά το πρώτον η εκκαθάριση του έτους 2019 και δη από τη σύζυγο του ιδιοκτήτη του σκάφους, ο οποίος ήταν ήδη βαριά άρρωστος. Ο ίδιος δεν είχε ουδέποτε εγκρίνει, ρητά ή σιωπηρά, την εκκαθάριση του έτους 2019, δεδομένου και του ότι, πέραν της καρτέλας, δεν του είχαν γνωστοποιηθεί στο σύνολό τους τα αναγραφόμενα στην καρτέλα παραστατικά στοιχεία, ώστε να είναι σε θέση να ελέγξει τις σχετικές εγγραφές. Ο ισχυρισμός των εναγόμενων ότι αυτά αποστέλλονταν στον λογιστή του …, από τον οποίο λάμβανε γνώση, δεν αποδεικνύεται, καθόσον δεν προκύπτει ότι υπήρξαν αποδείξεις / τιμολόγια για το σύνολο των εξόδων, ενώ και στους ναύλους διαφαίνονται πλημμέλειες στην καταγραφή. Άλλωστε, η πλειονότητα των ναύλων για το έτος 2019 αφορούσαν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, στο χρονικό διάστημα Ιουνίου-Αυγούστου 2019, άρα τον Ιούνιο 2020, οπότε και ζητήθηκε το πρώτον διευκρίνιση επ’ αυτών, δεν είχε παρέλθει ένα έτος από τους ναύλους, χρονικό διάστημα για το οποίο υφίστατο υποχρέωση των εναγόμενων να διατηρούν τα σχετικά αρχεία, σύμφωνα με τον προαναφερθέντα συμβατικό όρο. Επομένως, παρά το γεγονός ότι μεσολάβησε ικανό χρονικό διάστημα μέχρι τη ρητή αμφισβήτησή του, δεν αποδεικνύεται ότι ο ενάγων είχε εγκρίνει, ρητά ή σιωπηρά, την εκκαθάριση του έτους 2019, ενώ στη συνέχεια έθεσε και ο ίδιος τον Νοέμβριο του έτους 2020 το θέμα των εκκρεμοτήτων σχετικά με τη διαχείριση του έτους 2019. Σημειώνεται ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αντιμετώπιζε πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας, συνεπεία των οποίων και κατέληξε τον Ιούλιο 2021. Επομένως, επειδή από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων δεν αποδεικνύεται ότι ο ενάγων είχε αποδεχθεί ως οφειλόμενο από αυτόν υπόλοιπο για το έτος 2019 το ποσό των 891,60 ευρώ και ότι βούλησή του ήταν να μην επανέλθει στα μέχρι τότε κονδύλια του λογαριασμού, αντίθετα προκύπτει ότι είχε αφήσει σε εκκρεμότητα το θέμα της λογοδοσίας, λαμβανομένης υπόψη της επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του, των πολύ έντονων πόνων από τους οποίους υπέφερε, αλλά και του κλίματος εμπιστοσύνης και καλής συνεργασίας που είχε δημιουργηθεί μεταξύ αυτού και των εναγομένων, η προταθείσα από τους τελευταίους ένσταση ότι έλαβε χώρα εξώδικη λογοδοσία για το έτος 2019, που εγκρίθηκε από τον ενάγοντα, τυγχάνει ουσιαστικά αβάσιμη και απορριπτέα. Περαιτέρω, για το έτος 2020 υπήρξε εξαρχής αμφισβήτηση από τον ενάγοντα και τη σύζυγό του των εγγραφών (εσόδων – εξόδων) στον γνωστοποιηθέντα από τους εναγόμενους κατάλογο, δεδομένης δε της ισχύος της σύμβασης διαχείρισης μέχρι τον Ιανουάριο 2021, οι εναγόμενοι είναι υποχρεωμένοι να την παρέχουν. Συνεπώς η ενάγουσα δικαιούται να ζητήσει λογοδοσία για να ελέγξει τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησαν (διαχειρίστηκαν) η πρώτη και η δεύτερη των εναγόμενων, η τελευταία ως διατηρούσα την προαναφερθείσα ατομική επιχείρηση, το σκάφος κατά την ανωτέρω χρονική περίοδο, το γεγονός δε ότι αυτή δεν πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο 2021, διότι δεν επιτεύχθηκε συνεννόηση μεταξύ των αντιδίκων μερών, καθιστά επιβεβλημένο να διαταχθεί αυτή από το παρόν Δικαστήριο. Κατ’ ακολουθίαν όλων αυτών, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσία και να υποχρεωθούν η πρώτη και η δεύτερη των εναγόμενων, με την απειλή χρηματικής ποινής ύψους 3.000 ευρώ σε βάρος εκάστης εξ αυτών και προσωπικής κράτησης τριών μηνών σε βάρος της δεύτερης και του τρίτου των εναγόμενων – νομίμου εκπροσώπου της πρώτης, να καταθέσουν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού εντός προθεσμίας τριών μηνών από την επίδοση της απόφασης, λογαριασμό, που θα περιέχει αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων από τη διαχείριση του παραπάνω σκάφους, για το χρονικό διάστημα από 3.12.2018 έως 27.1.2021, καθώς επίσης και τα δικαιολογητικά από τη διαχείριση αυτή. Για την εν λόγω κατάθεση θα συνταχθεί από τη Γραμματέα σχετική έκθεση. Το Δικαστήριο, εξάλλου, επιφυλάσσεται να αποφασίσει για το αίτημα καταβολής του τυχόν προκύπτοντος υπέρ της ενάγουσας καταλοίπου της διαχείρισης. Τέλος, για μόνη την περίπτωση που οι εναγόμενες δεν καταθέσουν τον λογαριασμό και τα δικαιολογητικά μέσα στην προθεσμία, που ορίζεται στο διατακτικό, οπότε και καθίσταται οριστική η προκειμένη απόφαση αναφορικά με την υποχρέωση προς λογοδοσία (άρθρο 477 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας μέχρι την προκειμένη στάση της δίκης (άρθρα 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την πρώτη και τη δεύτερη των εναγόμενων ν’ αποδώσουν στην ενάγουσα …, χήρα του αρχικώς ενάγοντος …, ατομικά και υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Φ. Μ., λογοδοσία για τη διαχείριση των υποθέσεων του επαγγελματικού ιστιοφόρου σκάφους αναψυχής υπό ελληνική σημαία «…», για το χρονικό διάστημα από την 3.12.2018 έως την 27.1.2021.
ΤΑΣΣΕΙ προθεσμία τριών (3) μηνών από την επίδοση της απόφασης αυτής, εντός της οποίας υποχρεούνται οι εναγόμενες να καταθέσουν στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου λογαριασμό, που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων από την, κατά τα ανωτέρω, διαχείριση του σκάφους και το εξ αυτής προκύπτον κατάλοιπο, επισυνάπτοντας ταυτοχρόνως όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα της διαχείρισης αυτής. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την πρώτη και τη δεύτερη των εναγόμενων για την περίπτωση μη συμμόρφωσής τους προς την ανωτέρω διάταξη σε χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000,00) ευρώ και τη δεύτερη και τον τρίτο των εναγόμενων σε προσωπική κράτηση τριών (3) μηνών.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας της παρούσας απόφασης.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2022 και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις 14 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ