ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα Ναυτικών Διαφορών
Αριθμός απόφασης 5091/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τακτική Διαδικασία
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ευαγγελία Μπέλλου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο την 16η Οκτωβρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «… με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στον … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία κατέθεσε εμπρόθεσμα προτάσεις διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Μαρίνας Παπαγεωργίου – Λάμπου (ΑΜΔΣΑ 21590), δυνάμει του από 17-05-2018 ειδικού πληρεξουσίου, που χορηγήθηκε με ιδιωτικό έγγραφο, στο οποίο το γνήσιο της υπογραφής της νόμιμης εκπροσώπου της βεβαιώνεται από αρμόδια αρχή, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο. Η ως άνω πληρεξούσια δικηγόρος προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/01-06-2018 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο …) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 01-12-2017 με Γ.Α.Κ. 15/2018 και με Ε.Α.Κ. 76/2018 αγωγή, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 08-01-2018, η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας με την από 24-09-2018 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών … προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. … βεβαίωση επίδοσης, με τo συνημμένo σ’ αυτήν έγγραφo, ήτοι την με ημερομηνία 22-02-2018 επιστολή της δικαστικής επιμελήτριας με έδρα το … Ολλανδίας, …, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, στην οποία καταχωρήθηκε σημείωση με την οποία ορίζεται η προθεσμία κατάθεσης των προτάσεων, παραγγελία προς επίδοση, και κλήση για παράσταση στη δικάσιμο που θα οριστεί, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη (άρθρα 1 παρ. 1, 2, 3, 4, 6, 7 παρ. 1, 9 παρ. 1, 10 Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2007 «περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις», 215 παρ. 2 ΚΠολΔ), η δε εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επέχει θέση νόμιμης κλήτευσής της (άρθρο 237 παρ. 4 εδ. ε΄ ΚΠολΔ). Η εναγόμενη δεν έλαβε κανονικά μέρος στη δίκη, καθώς δεν κατέθεσε προτάσεις (άρθρο 237 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ), και, επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρα 115 παρ. 3, 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ. 2, 118 αριθ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων, τα οποία θεμελιώνουν κατά νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκηση αυτής από τον ενάγοντα κατά του εναγόμενου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Η έκθεση στο δικόγραφο της αγωγής των πραγματικών περιστατικών, τα οποία πρέπει να είναι όσα είναι νομικώς ικανά και αναγκαία για τη θεμελίωση του δικαιώματος, η προστασία του οποίου ζητείται και τα οποία πρέπει να αναφέρονται με τέτοια σαφήνεια, ώστε να εξατομικεύουν την επίδικη έννομη σχέση και να μην καταλείπεται αμφιβολία περί της αξιώσεως, η οποία απορρέει απ’ αυτά, είναι απαραίτητη για να υπάρχει η δυνατότητα, το μεν δικαστήριο να κρίνει τη νομική βασιμότητά της αγωγής και να διατάξει τις δέουσες αποδείξεις, ο δε εναγόμενος να μπορεί να αμυνθεί κατά της αγωγικής αξίωσης που θεμελιώνεται επ’ αυτών, με ανταπόδειξη ή ένσταση. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 374, 376, 681, 688-690 και 694 ΑΚ συνάγεται ότι αν το έργο που εκτελέστηκε βάσει σύμβασης έργου έχει ελλείψεις συμφωνημένων ιδιοτήτων ή πραγματικά ελαττώματα, ακόμη και ουσιώδη, που το καθιστούν άχρηστο, ο εργοδότης έχει τα ειδικά δικαιώματα διόρθωσης των ελαττωμάτων του έργου, ανάλογης μείωσης της αμοιβής, υπαναχώρησης από τη σύμβαση ή αποζημίωσης για υπαίτιες ελλείψεις του έργου, υπό τις προϋποθέσεις που τάσσονται στις διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ, οι οποίες είναι αποκλειστικά εφαρμοστέες. Οι γενικές διατάξεις του ΑΚ, για την υπαίτια αδυναμία παροχής και την υπερημερία, οι οποίες εφαρμόζονται αναλογικά και στις περιπτώσεις της πλημμελούς (ποιοτικά) εκπλήρωσης της παροχής, δεν έχουν εφαρμογή, εκτός αν το έργο που εκτελέστηκε και παραδόθηκε ή προσφέρθηκε, εξαιτίας της έλλειψης συμφωνημένων ιδιοτήτων ή λόγω πραγματικών ελαττωμάτων, είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε να εκτελεστεί ή υπάρχει ειδική συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργολάβου που ρυθμίζει τις σχέσεις τους με επιτρεπτή απόκλιση από τις ενδοτικού διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ (Βλ. ΑΠ 723/2015, ΜονΕΠ 256/2016, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Εξάλλου, η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 688 ΑΚ μείωση της αμοιβής του εργολάβου προϋποθέτει πραγματικό ελάττωμα, ουσιώδες ή επουσιώδες, ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, τα οποία επιφέρουν μείωση στην αγοραία αξία του έργου. Η μείωση της αμοιβής, η οποία δεν προϋποθέτει πταίσμα του εργολάβου, αποτελεί διαπλαστικό δικαίωμα και όχι αξίωση του εργοδότη, ασκείται με εξώδικη ή δικαστική (αγωγή ή ένσταση), άτυπη, μονομερή, απευθυντέα, ανεπίδεκτη αίρεσης και αμετάκλητη δήλωση βούλησης του εργοδότη προς τον εργολάβο, και αποσβαίνει μερικώς τη σύμβαση -άλλως τη νόμιμη αιτία- κατά το άρθρο 904 παρ. 1 ΑΚ, για τη μη οφειλόμενη πλέον αμοιβή. Έτσι, απαλλάσσει τον εργοδότη, στην αντίστοιχη έκταση, από την υποχρέωση καταβολής αμοιβής ή υποχρεώνει τον εργολάβο, στην αντίστοιχη και πάλι έκταση, να αποδώσει την εισπραχθείσα αμοιβή κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, δηλαδή για αιτία λήξασα. Όπως συμβαίνει και στην πώληση (ΑΚ 540), έτσι και στη σύμβαση έργου η αμοιβή του εργολάβου μειώνεται με βάση τη μέθοδο του σχετικού υπολογισμού. Δηλαδή, η συμφωνημένη αμοιβή μειώνεται με βάση τη σχέση της πραγματικής αξίας του έργου (με τις ελλείψεις και τα ελαττώματα) προς την υποθετική αξία του έργου (χωρίς τις ελλείψεις και τα ελαττώματα), με άλλα λόγια, η συμφωνημένη αμοιβή πολλαπλασιάζεται με την πραγματική αξία του έργου και το αποτέλεσμα διαιρείται με την υποθετική αξία του έργου. Ο χρόνος υπολογισμού της πραγματικής και υποθετικής αξίας του έργου είναι ο χρόνος παραλαβής του έργου, καθόσον για την αξία του έργου ο εργοδότης αποβλέπει, όχι στο χρόνο σύναψης της σύμβασης, αλλά στο χρόνο αποπεράτωσης ή παραλαβής του έργου. Για να είναι όμως ορισμένη η σχετική αγωγή (ή ένσταση) του εργοδότη με την οποία ασκείται το διαπλαστικό του δικαίωμα για τη μείωση της (συμφωνημένης) αμοιβής του εργολάβου πρέπει να εκτίθενται σ’ αυτήν τα προαναφερόμενα αναγκαία στοιχεία για τον υπολογισμό της μείωσης. Έτσι, εκτός από τη συμφωνημένη αμοιβή του εργολάβου, πρέπει να εκτίθενται η πραγματική αξία του έργου (με τις ελλείψεις και τα ελαττώματα) κατά τον χρόνο της αποπεράτωσης ή παραλαβής του έργου καθώς και η υποθετική αξία αυτού (χωρίς τα ελαττώματα και τις ελλείψεις) κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο (Βλ. ΕΠατρ 269/2011 ΤΝΠ NOMOS, με τις εκεί παραπομπές σε θεωρία και νομολογία). Στην προκειμένη περίπτωση με την αγωγή εκτίθεται, κατά την ορθή εκτίμηση του αγωγικού δικογράφου, ότι η ενάγουσα δραστηριοποιείται στον τομέα των ξυλουργικών ναυπηγικών εργασιών. Ότι δυνάμει σύμβασης έργου που καταρτίσθηκε μεταξύ του ιδιοκτήτη του σκάφους αναψυχής «…» και της ενάγουσας, η τελευταία ανέλαβε το έργο της ανακαίνισης του παραπάνω σκάφους στο …. Ότι κατά τον αναφερόμενο στο δικόγραφο χρόνο η ενάγουσα ανέθεσε στην εναγόμενη το έργο της επάλειψης με χημικά υλικά της πρύμνης και του τελευταίου επιπέδου του σκάφους, με σκοπό τη δημιουργία επιφάνειας δαπέδου απομίμησης ξύλου (imitation teak), το οποίο η ίδια (ενάγουσα) είχε αναλάβει να εκτελέσει για λογαριασμό του ιδιοκτήτη στο πλαίσιο του αναληφθέντος έργου ανακαίνισης. Ότι η ενάγουσα, κατόπιν υπόδειξης της εναγόμενης – υπεργολάβου, αγόρασε με δικές της δαπάνες τα υλικά για την εκτέλεση του έργου, αξίας 32.817,08 ευρώ, και χορήγησε αυτά στην εναγόμενη. Ότι η εργολαβική αμοιβή συμφωνήθηκε, κατ’ αποκοπή, στο ποσό των 29.381,30 ευρώ, εκδοθέντος από την εναγόμενη του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, ποσού 14.000 ευρώ, καθώς και του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, ποσού 15.381,30 ευρώ. Ότι κατά την εκτέλεση του έργου η ενάγουσα δαπάνησε το ποσό των 6.900 ευρώ, για αμοιβές των τεχνιτών και των βοηθών τους, οι οποίοι απασχολήθηκαν επειδή δεν επαρκούσε το προσωπικό που απέστειλε η εναγόμενη, κατά τα εκτιθέμενα με το αγωγικό δικόγραφο. Ότι η ενάγουσα επιβαρύνθηκε και με τα έξοδα για τη διαμονή του συνεργείου τεχνιτών της εναγόμενης, τα οποία ανήλθαν στο ποσό των 1.989 ευρώ. Ότι το έργο, το οποίο παραδόθηκε στην ενάγουσα την 10-10-2015, εμφάνιζε κατά την παράδοσή του τα ακόλουθα ελαττώματα και ελλείψεις: α) η επιφάνεια που δημιουργήθηκε ήταν απορροφητική σε υγρά, λόγω των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν, καθ’ υπόδειξη της εναγόμενης, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολος ο καθαρισμός της, και β) το χρώμα είχε απόκλιση από το συμφωνηθέν με τον κύριο του έργου. Ότι εξαιτίας των αναφερόμενων ελαττωμάτων και ελλείψεων η ενάγουσα προέβη σε αφαίρεση της κατασκευής της εναγόμενης στην πρύμνη του σκάφους και την τοποθέτηση ξύλινου δαπέδου, και ότι η δαπάνη για τα παραπάνω (αφαίρεση κατασκευής και κατασκευή ξύλινου δαπέδου) ανήλθε στο συνολικό ποσό των 15.200 ευρώ. Με βάση το ιστορικό, με το προεκτεθέν περιεχόμενο, η ενάγουσα ζητεί: α) να μειωθεί η αμοιβή της εναγόμενης κατά το ποσό των 15.200 ευρώ, και β) ν’ αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη έχει εξοφληθεί για το αναληφθέν εκ μέρους της έργο. Με αυτό το περιεχόμενο και κύρια αιτήματα, η αγωγή, με την οποία σωρεύονται παραδεκτά, κατά το άρθρο 218 παρ. 1 ΚΠολΔ, αφενός αίτηση για μείωση εργολαβικής αμοιβής, και αφετέρου αρνητική αναγνωριστική αγωγή, αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπο, εισάγεται προς συζήτηση κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 7, 9, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2, 33 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1 περ. α’, 2, 3Α, 3Β περ. β’ Ν. 2172/1993, λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς), με τη μνεία ότι, κατά την προκριτέα άποψη, το αντικείμενο της σωρευόμενης αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου, διότι τούτο θα είχε αρμοδιότητα αν είχε ασκηθεί από την ήδη εναγόμενη η σχετική θετική αναγνωριστική αγωγή (Βλ. ΕΠ 237/2002 ΠειρΝομ 2002.177, ΜονΕΑ 407/2018 ΤΝΠ NOMOS). Συνακόλουθα, το παρόν Δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της ένδικης διαφοράς, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1, 7 παρ. 1 α’, 66 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις». Περαιτέρω, η αγωγή επιδόθηκε στην εναγόμενη, που εδρεύει στην αλλοδαπή, εντός της προβλεπόμενης με τη διάταξη του άρθρου 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας των εξήντα ημερών, καθώς αυτή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 08-01-2018, όπως προκύπτει από τη συνημμένη στο αγωγικό δικόγραφο έκθεση κατάθεσης δικογράφου, και επιδόθηκε στην εναγόμενη την 22-02-2018 (Βλ. την προαναφερόμενη υπ’ αριθ. … βεβαίωση επίδοσης). Εξάλλου, η αγωγή, με την οποία εισάγεται προς εκδίκαση ιδιωτική διαφορά με στοιχεία αλλοδαπότητας, λόγω της έδρας της εναγόμενης στην αλλοδαπή, τυγχάνει ερευνητέα με βάση το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1, 4 παρ. 3, 28 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη Ι), ως το δίκαιο της χώρας με την οποία η ένδικη σύμβαση συνδέεται προδήλως στενότερα, ιδίως ενόψει του ότι, με βάση τα εκτιθέμενα, η ένδικη σύμβαση έργου εκτελέστηκε στο …, όπου και παραδόθηκε το έργο από την εναγόμενη. Ωστόσο, η αγωγή, με βάση το εφαρμοστέο ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, ως προς την πρώτη σωρευόμενη αίτηση περί μείωσης της εργολαβικής αμοιβής, την οποία η ενάγουσα άσκησε με την κρινόμενη αγωγή, τυγχάνει απαράδεκτη λόγω αοριστίας, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε, διότι πέραν της συμφωνημένης αμοιβής της υπεργολάβου – εναγόμενης, δεν εκτίθενται τα αναγκαία στοιχεία για τη θεμελίωση του εν λόγω διαπλαστικού δικαιώματος της ενάγουσας, ήτοι δεν εκτίθενται: α) η πραγματική αξία του έργου με τις ελλείψεις και τα ελαττώματα κατά το χρόνο της αποπεράτωσης και παράδοσης του έργου στην ενάγουσα, και β) η υποθετική αξία του έργου χωρίς τα ελαττώματα και τις ελλείψεις κατά τον ίδιο ως άνω χρόνο, προκειμένου να είναι δυνατός ο υπολογισμός της μείωσης της εργολαβικής αμοιβής. Συνακόλουθα, η αγωγή, αναφορικά με τη δεύτερη σωρευόμενη αίτηση περί αναγνώρισης ότι η εναγόμενη έχει εξοφληθεί για το αναληφθέν εκ μέρους της έργο, η οποία συνδέεται με τη διάγνωση επί της πρώτης αίτησης, τυγχάνει επίσης απαράδεκτη, λόγω αοριστίας, αφού δεν περιέχονται σ’ αυτήν τα αναγκαία για την πληρότητά της στοιχεία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ (πρβλ. ΕΠ 304/2016 ΤΝΠ NOMOS).
Κατόπιν τούτων, πρέπει η αγωγή να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται σε βάρος της ενάγουσας, λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης και της μη υποβολής σχετικού αιτήματος. Πρέπει, ωστόσο, να οριστεί παράβολο για την περίπτωση που η εναγόμενη ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1, 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό, διότι η ύπαρξη ή μη έννομου συμφέροντος για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας δεν κρίνεται από το παρόν Δικαστήριο, αλλά από το δικαστήριο που θα δικάσει την τυχόν ασκηθείσα ανακοπή, στο πλαίσιο της έρευνας του παραδεκτού της (Βλ. ΟλΑΠ 15/2001 ΝοΒ 2002.678, ΑΠ 685/2010, ΤΝΠ ΝOMOS).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγόμενης.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 22-11-2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ